Escolar Documentos
Profissional Documentos
Cultura Documentos
AΓΙΟΣ ΣΕΡΓΙΟΣ
εμφάνιση δεν ήταν τόσο όμορφος όσο εκείνη, που να τολμήσει όμως
να πει όχι στην εκλογή του πατέρα.
Στον Άγιο Σέργιο λοιπόν ζήσαμε μαζί με τα τρία μου αδέλφια ένα
μεγάλο μέρος της ζωής μας. Σαββατοκυρίακα, γιορτές των
Χριστουγέννων, το Πάσχα. Πάντα είχε ενδιαφέρουσες
απασχολήσεις για μας τα παιδιά. Πρώτα –πρώτα, ήταν η Χρύσω, η
μικρότερη πρωτοξαδελφούλα μας, την οποία μέχρι σήμερα δεν
ξεχωρίζουμε απο αδελφή μας. Η Χρύσω είναι κόρη της Μαργαρίτας,
της μιας απο τις δίδυμες κόρες του Κωστή και της Θεκλούς. Ο
Κωστής πάντρεψε την Μαργαρίτα το 1946 με ένα ομορφόπαιδο, τον
Ειρηναίο Θεοδότου, γιό ενός πλούσιου περιβολάρη κτηματία απο
τον Αγιο Μέμνωνα, προάστιο των Βαρωσίων.Ο Ειρηναίος ήταν ένας
λεβέντης πραγματικά, αθλητής στο ΓΣΕ στο Ύψος, άφησε πολλά
κύπελλα και βραβεία και μέχρι πέρσι ο εγγονός του Μιχάλης
Λαρτίδης παρέλαβε μετάλλιο για τον αθλητή παππού που δεν
γνώρισε ποτέ. Ο Ειρηναίος φίλεψε με τον πατέρα μου, μια και ήρθε
στην οικογένεια όταν γεννήθηκα εγώ και έτσι έτυχε και με βάφτησε.
ΑΡΕΤΗ Γ. ΛΟΡΔΟΥ ΙΩΝΙΔΟΥ 15/02/1115:14 5
ΠΜ/ΜΜ5
Ούτε εγώ τον γνώρισα ποτέ, αφού τον σκότωσαν ένα χρόνο
αργότερα. Η Μαργαρίτα, όταν παντρεύτηκε τον Ειρηναίο, πήγε να
ζήσει στο Περβόλι των Θεοδότου, στο περβόλι που ήταν προίκα για
τον Ειρηναίο κατ΄ ακρίβεια. Γέννησε την Χρύσω και ενάμιση χρόνο
μετά, κάποιος που είχε προηγούμενα με τον Ειρηναίο, πήγε νύκτα
στο περβόλι και τον σκότωσε με την τσάππα του περιβολιού. Η
νεαρή Μαργαρίτα, ξύπνησε απο τον ρόγχο του αιμόφυρτου
Ειρηναίου. Ποτέ δέν έμαθε κανένας ποιός ήταν ο δολοφόνος, και άν
κάποιοι γνώριζαν, το έκρυψαν επιμελώς απο την χήρα και το παιδί
του. Μετά το φονικό, η πανέμορφη Μαργαρίτα πήρε το μωρό της
και επέστρεψε στο πατρικό της σπίτι, στον Αγιο Σέργιο. Μέχρι
σήμερα φορά μαύρα, και είναι μαντισμένη την μαύρη μαντίλα του
πένθους.
Τη Χρύσω την λατρεύαμε, όχι μόνο γιατί ήταν ορφανό μωρό και
εμείς ξέραμε την ιστορία του φονικού ακούγοντας τους μεγάλους να
μας τη διηγούνται, αλλά γιατί ήταν ενα πανέμορφο μελαχρινό
κοριτσάκι, με δυό μακριες μπλεξούδες, φρόνιμη, πειθαρχημένη και
πιστή ακόλουθος στις σκανδαλιές και τις τρέλλες μας. Νύκτες
ατέλειωτες όταν ήμουν μικρή έριχνα μαύρο δάκρυ, γιατί δεν
μπορούσα να δεκτώ ότι η Χρύσω δεν είχε πατέρα, ότι τον πατέρα
αυτού του μωρού έσφαξε κάποιος ανελέητος φονιάς.
Δε ξεχνώ ποτέ την ζωή του χωριού, που με μάγευε γιατί ζουσα
κοντά στην φύση. Δέν εχόρταννα την ευωδία που εξέπεμπαν τα
αγριολούλουδα, και τα κρινάκια των λειβαδιών, δέν εχόρταινε το
βλέμμα μου τους κίτρινους λαζάρους και τις παπαρούνες της
άνοιξης, το γόνιμο πλούσιο κοκκινόχωμα που ΄θρεφε την πατάτα
στα λειβάδια του παππού μου. Γιατί δεν χόρταινα να τρέχω
ξυπόλητη και να κυλιέμαι με τα αρνάκια στους κάμπους και στούς
αγρούς της Μεσαρκάς.
Οταν γινόταν η συγκομιδή της πατάτας, θέλαμε να είμαστε παρόντες
και ο καλός παππούς ο Πούγιουρος μας έπαιρνε μαζί του.Δεν
εδεχόμαστε να πάμε με αυτοκίνητο, αλλά θέλαμε να ανεβαίνουμε
στη καρρέττα που έσερναν τα βόδια, μαζί με τις εργάτριες. Τα
λειβάδια που φύτευαν τις πατάτες βρίσκονταν ανατολικά του
Δάσους της Σαλαμίνας, και ακριβώς πάνω στη θάλασσα. Το πιό
όμορφο κόκκινο χώμα ήταν στα λειβάδια του παππού μου, για να
παράξει τις πιο νόστιμες πατάτες που μας τηγάνιζε η αγαπημένη
ΑΡΕΤΗ Γ. ΛΟΡΔΟΥ ΙΩΝΙΔΟΥ 15/02/1115:14 6
ΠΜ/ΜΜ6
Το χωριάτικο σπίτι του παππού μου ήταν στην μέση μιας μεγάλης ,
τεράστιας αυλής. Πρέπει κάποτε να έζησε στιγμές μεγάλης
ΑΡΕΤΗ Γ. ΛΟΡΔΟΥ ΙΩΝΙΔΟΥ 15/02/1115:14 11
ΠΜ/ΜΜ11
μας έβλεπαν και με την πορτοκαλιά τους μύτη μας άρπαζαν απο τα
φουστανάκια. Τις εμισούσα πραγματικά και για να διασχίζω την
αυλή ήθελα μιάν απο τις θείες μαζί μου. Το αντίθετο συνέβαινε με
τα πανέμορφα άσπρα, μαύρα η γκρίζα κουνελάκια που εταίζαμε
ακατάπαυστα και θύμωνε η καλή μας η γιαγιούλα.
Κάθε βράδυ ο παππούς, μετά απο το βραδυνό φαγητό, διάβαζε της
γιαγιάς που δέν ήξερε γράμματα λίγες σελίδες απο τό βιβλίο που
είχε σειρά να διαβαστεί. Συνήθως Θρησκευτικό. Εμείς ακούγαμε με
μεγάλη προσήλωση, και η γλυκειά μονότονη φωνή του παππου μας
νανούριζε. Ξέραμε απ έξω και ανακατωτά την ιστορία του Βαρραβά,
τα πάθη του Χρηστού, την Γέννηση την Σταύρωση και την
Φαβιόλα.Την Κυριακή περιμέναμε τους γονείς μας να έρθουν για να
φάμε όλοι μαζί, και μετά να μας πάρουν πίσω στο Βαρώσι. Η θεία
Λούλλα έβαζε τα κάτσαρα στον φούρνο, και ετοίμαζε το
Ψητό.Κάθε Κυριακή ετοίμαζαν και τρώγαμε «ψητό», αρνάκι,
γουρουνόπουλο, κοτόπουλο. ¨Ηταν παράδοση στην οικογένεια
φαίνεται. Οταν είμαστε στο σχολείο στην Αγγλία, και βγήκα μιά
Κυριακή για να επισκεφθώ τον αδελφό μου, έγραψα στη μητέρα,
(γράφαμε τότε) ότι ο Ακης μου εμαγείρεψε και φάγαμε φασόλια.
Πήρα ένα γράμμα της, που με ερωτούσε γιατί να φάμε όσπρια,
Κυριακή ημέρα?
Λούλλα Γ. Ιωνίδου