Você está na página 1de 561

Πρωτοπρεσβυτέρου Μιχαήλ Δ.

Στεφάνου

Περιπατητής
Εκκλησιαστικής
Ιστορίας

Peripatitis.net 2015-2017
1
Περιπατητής Εκκλησιαστικής Ιστορίας

Έκδοσις 1η

2
Η πρώτη ημέρα δημιουργίας
Στο πρώτο κεφάλαιο της Γενέσεως στην Παλαιά
Διαθήκη διαβάζουμε για τη δημιουργία του κόσμου:
Στην αρχή ο Θεός ποίησε τον Ουρανό και τη γη.

Ο Απόστολος Παύλος αναφέρει πως ανέβηκε μέχρι τον


τρίτο ουρανό πράγμα που σημαίνει πως ο ουρανός έχει
πολλά επίπεδα τα οποία βέβαια εμείς δεν βλέπουμε και
δεν αντιλαμβανόμαστε.

Ο ουρανός είναι ο τόπος όλων των ορατών και αοράτων


δημιουργημάτων. Είναι το σπίτι των αγγέλων. Οι άγγελοι
κατά τους πατέρες της εκκλησίας δημιουργήθηκαν από
τον Θεό πριν τον ουρανό και τη γη και έχουν έναν σκοπό · τη δοξολογία του Θεού.
(Οι άγγελοι) είναι δεύτερα νοερά φώτα, τα οποία δέχονται το φωτισμό από το πρώτο
και άναρχο φως· δεν έχουν γλώσσα και ακοή, αλλά μεταδίδουν μεταξύ τους τις
σκέψεις και τις αποφάσεις τους χωρίς προφορικό λόγο. Ο Λόγος δημιούργησε όλους
τους αγγέλους με το Άγιο Πνεύμα με τον αγιασμό του τους τελειοποίησε· μετέχουν
στο φωτισμό και τη χάρη αναλογικά με την αξία και το τάγμα τους. Ο χώρος τους
περιορίζει· διότι όταν είναι στον ουρανό, δεν βρίσκονται στη γη· κι όταν ο Θεός τους
αποστέλλει στη γη, δεν παραμένουν στον ουρανό. Βέβαια, τα τείχη, οι πόρτες, οι
κλειδαριές και τα λουκέτα δεν τους περιορίζουν· διότι είναι ακαθόριστοι.

Τη γη Ο Θεός τη δημιούργησε από το μηδέν την πρώτη ημέρα της


δημιουργίας. Διότι, (η Γραφή) λέει «ο Θεός δημιούργησε στην αρχή τον
ουρανό και τη γη»· Η γη βέβαια, στην αρχή δεν είχε την τωρινή της μορφή.
Επικρατούσε παντού σκοτάδι και η μορφή της ήταν «ακατασκεύαστη». Έτσι ο Θεός
έδωσε εντολή να γίνει φως. Στην αρχή, λοιπόν, την πρώτη ημέρα δημιούργησε ο
Θεός το φως, σαν στολίδι και κόσμημα όλου του ορατού κόσμου. Διότι, αν
αφαιρέσεις το φως, όλα μένουν μέσα στο σκοτάδι άγνωστα, επειδή δεν μπορούν να
φανερώσουν την ομορφιά τους. «Και ονόμασε ο Θεός το φως ημέρα, ενώ το σκοτάδι
νύχτα». Και το σκοτάδι δεν είναι κάποια ύπαρξη, αλλά κάποιο συμβάν· είναι απουσία
του φωτός. Μη φανταστεί όμως κανείς πως το φως αυτό προέρχονταν από τον ήλιο.
Όχι! Ο ήλιος και τα αστέρια δημιουργήθηκαν από τον Θεό πολύ αργότερα δηλαδή
την Τέταρτη ημέρα της δημιουργίας. Η επιστήμη άλλωστε μας λέει πως ο ήλιος, που
βλέπουμε εμείς κάθε μέρα στον ουρανό, δεν είναι ο μοναδικός που υπάρχει στο
σύμπαν. Μόνο στο δικό μας γαλαξία υπάρχουν 200 περίπου δισεκατομμύρια ήλιοι.
Το σύμπαν όμως έχει πολλούς γαλαξίες. Υπάρχουν λοιπόν στο σύμπαν αμέτρητοι
ήλιοι και μερικοί από αυτούς είναι ένα εκατομμύριο φορές μεγαλύτεροι από το δικό
μας!

Ο Μ. Βασίλειος εις την "Εξαήμερον" μας εξηγεί ότι δεν υπάρχει αντίθεση ή
περιτολογία της 1ης από την 4η ημέρα της δημιουργίας: "...κατά την τέταρτη ημέρα,
αναδεικνύεται το υλικό αίτιο του χωρισμού της ημέρας από της νυκτός, ο ήλιος κατά
δε την πρώτη ημέρα το απώτερον αίτιον τούτου, ο Θεός.

3
Με τη δημιουργία λοιπόν του ουρανού της γης και του φωτός ολοκληρώθηκε η
πρώτη μέρα της δημιουργίας. καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωί ἡμέρα μία.

ἐν ἀρχῇ ἐποίησεν ὁ θεὸς τὸν οὐρανὸν καὶ τὴν γῆν 2ἡ δὲ γῆ ἦν ἀόρατος καὶ
ἀκατασκεύαστος καὶ σκότος ἐπάνω τῆς ἀβύσσου καὶ πνεῦμα θεοῦ ἐπεφέρετο ἐπάνω τοῦ
ὕδατος 3καὶ εἶπεν ὁ θεός γενηθήτω φῶς καὶ ἐγένετο φῶς 4καὶ εἶδεν ὁ θεὸς τὸ φῶς ὅτι
καλόν καὶ διεχώρισεν ὁ θεὸς ἀνὰ μέσον τοῦ φωτὸς καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ σκότους 5καὶ
ἐκάλεσεν ὁ θεὸς τὸ φῶς ἡμέραν καὶ τὸ σκότος ἐκάλεσεν νύκτα καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ
ἐγένετο πρωί ἡμέρα μία.

Η δεύτερη και η τρίτη ημέρα της


δημιουργίας.
«Στην αρχή, το νερό κυριαρχούσε σ’ όλη την επιφάνεια
της γης. Και ο Θεός δημιούργησε πρώτα το στερέωμα,
που χωρίζει το νερό που είναι πάνω από το στερέωμα
από το νερό που είναι κάτω από το στερέωμα· διότι, με
την εντολή του Δεσπότου Θεού, δημιουργήθηκε το
στερέωμα στο μέσον της αβύσσου
των νερών. Και γι’ αυτό, είπε ο Θεός να γίνει το
στερέωμα, και έγινε. Για ποιό λόγο, όμως, ο Θεός
τοποθέτησε νερό πάνω από το στερέωμα; Λόγω της
υπερβολικής θερμότητος του ήλιου και του αιθέρα·
καθώς, αμέσως μετά το στερέωμα, απλώνεται από κάτω
ο αιθέρας. Αλλά και ο ήλιος και η σελήνη και τα άστρα
βρίσκονται στο στερέωμα. Κι αν δεν είχε τοποθετηθεί νερό πάνω απ’ αυτό, το
στερέωμα θα είχε ανάψει από θερμότητα.
Κατόπιν, ο Θεός έδωσε εντολή να συγκεντρωθούν τα νερά σε μία συναγωγή. Η
φράση «μία συναγωγή» δεν σημαίνει ότι αυτά συγκεντρώθηκαν σ’ ένα τόπο, –διότι
λέει, στη συνέχεια, «τα συστήματα των νερών τα ονόμασε θάλασσες»–· η φράση
δηλώνει ότι τα νερά συγκεντρώθηκαν όλα μαζί, ξεχωριστά από την
ξηρά. «Τα νερά, λοιπόν, συγκεντρώθηκαν στις δεξαμενές τους και φάνηκε η ξηρά».
Έτσι σχηματίστηκαν οι δύο θάλασσες που περιβρέχουν την Αίγυπτο –καθόσον αυτή
βρίσκεται ανάμεσα σε δύο θάλασσες». (Ιωάννης Δαμασκηνός).

Κατόπιν ο Θεός έδωσε εντολή να βλαστήσει η γη και έτσι ολοκληρώθηκε η δεύτερη


και η τρίτη ημέρα της δημιουργίας.

Υπάρχει εδώ ένα ερώτημα που προκύπτει: πώς υπήρξε φυτική ζωή προ του ηλίου;
Δίδονται τρεις απαντήσεις: α) Η βιβλική κοσμογονία δεν εκθέτει τα πράγματα κατά
επιστημονικό αλλά κατά δημώδη τρόπο προς θρησκευτικό σκοπό. β) Ο Χρυσόστομος
ανατρέχει εις την Θείαν παντοδυναμίαν και γ) κατά την τρίτη ημέρα δημιουργήθηκαν
τα σπέρματα του φυτικού βασιλείου τα οποία βραδύτερα αναπτύχθηκαν σύμφωνα με
την άποψη του ιερού Αυγουστίνου.

4
Προτιμητέα η πρώτη γνώμη.

6καὶ εἶπεν ὁ θεός γενηθήτω στερέωμα ἐν μέσῳ τοῦ ὕδατος καὶ ἔστω διαχωρίζον
ἀνὰ μέσον ὕδατος καὶ ὕδατος καὶ ἐγένετο οὕτως 7καὶ ἐποίησεν ὁ θεὸς τὸ
στερέωμα καὶ διεχώρισεν ὁ θεὸς ἀνὰ μέσον τοῦ ὕδατος ὃ ἦν ὑποκάτω τοῦ
στερεώματος καὶ ἀνὰ μέσον τοῦ ὕδατος τοῦ ἐπάνω τοῦ στερεώματος 8καὶ
ἐκάλεσεν ὁ θεὸς τὸ στερέωμα οὐρανόν καὶ εἶδεν ὁ θεὸς ὅτι καλόν καὶ ἐγένετο
ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωί ἡμέρα δευτέρα9καὶ εἶπεν ὁ θεός συναχθήτω τὸ ὕδωρ τὸ
ὑποκάτω τοῦ οὐρανοῦ εἰς συναγωγὴν μίαν καὶ ὀφθήτω ἡ ξηρά καὶ ἐγένετο οὕτως
καὶ συνήχθη τὸ ὕδωρ τὸ ὑποκάτω τοῦ οὐρανοῦ εἰς τὰς συναγωγὰς αὐτῶν καὶ
ὤφθη ἡ ξηρά 10καὶ ἐκάλεσεν ὁ θεὸς τὴν ξηρὰν γῆν καὶ τὰ συστήματα τῶν
ὑδάτων ἐκάλεσεν θαλάσσας καὶ εἶδεν ὁ θεὸς ὅτι καλόν 11καὶ εἶπεν ὁ θεός
βλαστησάτω ἡ γῆ βοτάνην χόρτου σπεῖρον σπέρμα κατὰ γένος καὶ καθ'
ὁμοιότητα καὶ ξύλον κάρπιμον ποιοῦν καρπόν οὗ τὸ σπέρμα αὐτοῦ ἐν αὐτῷ κατὰ
γένος ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ἐγένετο οὕτως 12καὶ ἐξήνεγκεν ἡ γῆ βοτάνην χόρτου
σπεῖρον σπέρμα κατὰ γένος καὶ καθ' ὁμοιότητα καὶ ξύλον κάρπιμον ποιοῦν
καρπόν οὗ τὸ σπέρμα αὐτοῦ ἐν αὐτῷ κατὰ γένος ἐπὶ τῆς γῆς καὶ εἶδεν ὁ θεὸς ὅτι
καλόν 13καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωί ἡμέρα τρίτη. Η τέταρτη και η
πέμπτη ημέρα της δημιουργίας.

Η Τέταρτη και η πέμπτη ημέρα της Δημιουργίας

Στις τρεις πρώτες ημέρες της δημιουργίας «καθώς το


φως διαχεόταν και συστελλόταν με
θεία εντολή, έγινε η ημέρα και η νύχτα. Και την τέταρτη
ημέρα ο Θεός δημιούργησε το μεγάλο αστέρι, δηλαδή
τον ήλιο, για να ορίζει την αρχή και τη διεύθυνση της
ημέρας· διότι αυτός συνιστά την ημέρα, καθώς ημέρα
έχουμε όταν ο ήλιος είναι πάνω στη γη· και διάρκεια
ημέρας είναι η διαδρομή του ήλιου πάνω στη γη από την
ανατολή μέχρι τη δύση του. Δημιούργησε ακόμη το
μικρότερο αστέρι, δηλαδή τη σελήνη, και τα αστέρια
για να ορίζουν την αρχή και τη διεύθυνση της νύχτας
φωτίζοντάς την. Νύχτα έχουμε όταν ο ήλιος είναι κάτω
από τη γη και διάρκεια της νύχτας είναι η διαδρομή του ήλιου κάτω από τη γη από τή
δύση έως την ανατολή
του. Η σελήνη, λοιπόν, και τα αστέρια ορίσθηκαν για να φωτίζουν τη νύχτα· αυτό δεν
σημαίνει ότι αυτά την ημέρα είναι κάτω από τη γη, διότι υπάρχουν και την ημέρα
αστέρια πάνω από τη γη· αλλά ο ήλιος με το λαμπρότερο φως του σκεπάζει και τ’
αστέρια και τη σελήνη, και δεν τα αφήνει να φαίνονται.
Σ’ αυτά τ’ αστέρια ο Δημιουργός έδωσε το πρωτοδημιούργητο φως του, όχι διότι δεν
είχε άλλο φως, αλλά για να μην παραμείνει εκείνο το φως άχρηστο. Διότι το αστέρι
δεν είναι το ίδιο το φως, αλλά δοχείο του φωτός».(Ιωάννης ο Δαμασκηνός)

14καὶ εἶπεν ὁ θεός γενηθήτωσαν φωστῆρες ἐν τῷ στερεώματι τοῦ οὐρανοῦ εἰς φαῦσιν
τῆς γῆς τοῦ διαχωρίζειν ἀνὰ μέσον τῆς ἡμέρας καὶ ἀνὰ μέσον τῆς νυκτὸς καὶ ἔστωσαν
εἰς σημεῖα καὶ εἰς καιροὺς καὶ εἰς ἡμέρας καὶ εἰς ἐνιαυτοὺς 15καὶ ἔστωσαν εἰς φαῦσιν
ἐν τῷ στερεώματι τοῦ οὐρανοῦ ὥστε φαίνειν ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ἐγένετο οὕτως 16καὶ
ἐποίησεν ὁ θεὸς τοὺς δύο φωστῆρας τοὺς μεγάλους τὸν φωστῆρα τὸν μέγαν εἰς ἀρχὰς
τῆς ἡμέρας καὶ τὸν φωστῆρα τὸν ἐλάσσω εἰς ἀρχὰς τῆς νυκτός καὶ τοὺς ἀστέρας 17καὶ

5
ἔθετο αὐτοὺς ὁ θεὸς ἐν τῷ στερεώματι τοῦ οὐρανοῦ ὥστε φαίνειν ἐπὶ τῆς γῆς 18καὶ
ἄρχειν τῆς ἡμέρας καὶ τῆς νυκτὸς καὶ διαχωρίζειν ἀνὰ μέσον τοῦ φωτὸς καὶ ἀνὰ μέσον
τοῦ σκότους καὶ εἶδεν ὁ θεὸς ὅτι καλόν 19καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωί ἡμέρα
Τετάρτη

Την Πέμπτη ημέρα της δημιουργίας ο Θεός δημιούργησε τα ψάρια, τα πουλιά και τα
ζώα της ξηράς δείχνοντας με αυτό τον τρόπο πως αυτά είαι μεν ανώτερα από τα φυτά
αλλά κατώτερα από τον άνθρωπο που πλάσθηκε την έκτη ημέρα.

Η δημιουργία του ανθρώπου


Φτάσαμε στην έκτη ημέρα της
δημιουργίας, την ημέρα δηλαδή που ο
Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο.

Λέει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός: «ο


Θεός δημιουργεί με τα χέρια του τον
άνθρωπο
και από ορατή και από αόρατη φύση, ν’
αποτελεί δική του εικόνα και
ομοίωση· το σώμα το έπλασε από τη γη,
ενώ με το δικό του φύσημα έδωσε
τη λογική και νοερή ψυχή, πράγμα το οποίο το ονομάζουμε θεία εικόνα.
Διότι το νοερό και το αυτεξούσιο του ανθρώπου δείχνει το «κατ’ εικόνα»,
ενώ η, όσο είναι δυνατόν, η ομοιότητα στην αρετή δείχνει το «καθ’ ομοίωσιν».
Και πλάσθηκαν συγχρόνως το σώμα και η ψυχή· όχι το ένα πρώτα και το άλλο
έπειτα, σύμφωνα με τις φλυαρίες του Ωριγένη.
Ο Θεός, λοιπόν, έπλασε τον άνθρωπο άκακο, απλό, ενάρετο, χαρούμενο,
αμέριμνο, στολισμένο με κάθε αρετή, προικισμένο με όλα τα αγαθά, σαν
κάποιον δεύτερο κόσμο, μικρό κόσμο μέσα σε μεγάλο, άλλο άγγελο,
σύνθετο προσκυνητή, επόπτη της ορατής δημιουργίας, γνώστη των
μυστηρίων της αόρατης, επίγειο βασιλιά που τον κυβερνά από ψηλά,
ταυτόχρονα επίγειο και ουράνιο, πρόσκαιρο και αθάνατο, ορατό και νοητό,
ενδιάμεσο μεταξύ μεγαλείου και μικρότητος, τον ίδιο και πνεύμα και σάρκα.
Είναι σάρκα εξαιτίας της υπερηφάνειας και πνεύμα εξαιτίας της χάρης· το ένα,
για να υποφέρει και υποφέροντας να θυμάται και να γίνεται συνετός, και το
άλλο, για να μένει σταθερός και να δοξάζει τον ευεργέτη του φιλοτιμούμενος
από το μεγαλείο του· τον έπλασε ζώσα ύπαρξη που κατ’ οικονομία ζει εδώ,
δηλαδή στην παρούσα ζωή, αλλά που προορίζεται για αλλού,
να μετοικήσει στη μέλλουσα ζωή· και το τέλος του μυστηρίου είναι ότι
θεώνεται με την κίνησή του προς το Θεό· θεώνεται μάλιστα με την μετοχή
στο θείο φωτισμό, αλλά χωρίς να μεταβάλλεται σε θεία ουσία.
Και τον έπλασε αναμάρτητο στη φύση του και αυτεξούσιο στη θέλησή του.
Λέγοντας «αναμάρτητο» δεν εννοώ ότι δεν είναι δεκτικός αμαρτίας –μόνον
ο Θεός είναι ανεπίδεκτος αμαρτίας–, αλλά εννοώ ότι δεν έχει την αμαρτία
στη φύση του, αλλά μάλλον στην προαίρεσή του· δηλαδή, έχει τη δύναμη να
διατηρείται και να προοδεύει στο αγαθό, με τη βοήθεια της θείας χάριτος· και
επίσης, μπορεί να παρεκτραπεί από το καλό και να οδηγηθεί στο κακό,
με παραχώρηση του Θεού, εξαιτίας του αυτεξουσίου του· διότι, ό,τι γίνεται

6
εξαναγκαστικά, δεν είναι αρετή.
Η ψυχή, επίσης, είναι ζώσα ύπαρξη, απλή, ασώματη· η φύση της είναι
αόρατη με τα μάτια του σώματος· είναι λογική και νοερή,
χωρίς σχήμα· κατοικεί σε οργανικό σώμα και του παρέχει ζωή,
ανάπτυξη, αντίληψη και γέννηση· δεν έχει τον νου σαν κάτι διαφορετικό από
τον εαυτό της, αλλά σαν το πιο καθαρό στοιχείο της· διότι, όπως είναι
το μάτι στο σώμα, έτσι είναι και ο νους για την ψυχή. Είναι αυτεξούσια και
έχει θέληση και ενέργεια· είναι μεταβλητή, δηλαδή μεταβάλλεται σύμφωνα με
τη θέλησή της, διότι είναι κτιστή. Όλα αυτά τα έχει λάβει με φυσική τάξη από
τη χάρη του Δημιουργού της, η οποία της έδωσε και την ύπαρξη και τη φύση.
Με πόσους τρόπους νοείται το ασώματο.

Ο άνθρωπος συνδέεται με το λογικό του με τις ασώματες και νοερές φύσεις,


διότι συλλογίζεται, σκέφτεται και κρίνει το καθετί· επιδιώκει τις αρετές και
ποθεί την κορωνίδα των αρετών, εννοώ την ευσέβεια· γι’ αυτό και ο
άνθρωπος είναι ένας μικρός κόσμος.
Χαρακτηριστικές πάλι ιδιότητες της ψυχής είναι η ευσέβεια και η νόηση. Ενώ
οι αρετές αποτελούν κοινές ιδιότητες της ψυχής και του σώματος·
αποδίδονται όμως στην ψυχή, διότι η ψυχή κυβερνά το σώμα.
Πρέπει να γνωρίζουμε ότι το λογικό από τη φύση του κυβερνά το άλογο·
διότι οι δυνάμεις της ψυχής διαιρούνται σε λογικό και άλογο. Τα μέρη
μάλιστα του αλόγου είναι δύο· το ένα είναι κουφό στη φωνή του λογικού,
δεν υπακούει δηλαδή στη λογική, ενώ το άλλο είναι προσεκτικό και
υπάκουο στη λογική. Ανυπάκουο βέβαια και απείθαρχο στη λογική
είναι το ζωτικό μέρος της ψυχής, το οποίο ονομάζεται και σφυγμικό· επίσης
και το σπερματικό μέρος, δηλαδή το αναπαραγωγικό και το φυτικό, το οποίο
λέγεται και θρεπτικό· σ’ αυτό ανήκει και το αυξητικό μέρος, το οποίο και
διαπλάθει το σώμα. Αυτά δεν τα εξουσιάζει η λογική, αλλά η φύση. Το μέρος
πάλι της ψυχής που είναι προσεκτικό και υπάκουο στη λογική διαιρείται σε
επιθυμία και θυμό. Μάλιστα, το άλογο μέρος της ψυχής ονομάζεται παθητικό
και ορεκτικό
(αυθόρμητο). Και πρέπει να γνωρίζουμε ότι η ορμέμφυτη κίνηση
ανήκει στο μέρος της ψυχής που υπακούει στη λογική.
Σ’ αυτό όμως που δεν υπακούει στη λογική ανήκει το θρεπτικό, το γεννητικό
και το σφυγμικό. Το αυξητικό, το θρεπτικό και το γεννητικό ονομάζονται
«φυτικό», ενώ το σφυγμικό καλείται «ζωτικό».
Το θρεπτικό έχει τέσσερις δυνάμεις: την ελκτική, που έλκει την τροφή·
την καθεκτική που κρατεί την τροφή και δεν της επιτρέπει να αποβληθεί
αμέσως· την αλλοιωτική, που μεταβάλλει την τροφή σε χυμούς· την
αποκριτική, η οποία αποβάλλει τα περιττώματα μέσω του αφεδρώνα και τα
απορρίπτει από τον οργανισμό.
Πρέπει να γνωρίζουμε ότι από τις δυνάμεις που υπάρχουν στα όντα άλλες
είναι ψυχικές, άλλες φυσικές και άλλες ζωτικές. Ψυχικές είναι αυτές που
ανήκουν στην προαίρεση, δηλαδή η επιθυμία και η αίσθηση. Στην επιθυμία
ανήκει
η ικανότητα μεταβάσεως από τόπο σε τόπο, η κίνηση όλου του
σώματος, η φωνητική και αναπνευστική ικανότητα· από μας εξαρτάται να τα
ενεργούμε αυτά ή να μην τα ενεργούμε. Φυσικές και ζωτικές δυνάμεις είναι
αυτές που ενεργούν χωρίς τη θέλησή μας. Φυσικές είναι η θρεπτική, η
αυξητική και η αναπαραγωγική· ζωτική είναι η σφυγμική. Αυτές ενεργούν

7
είτε το θέλουμε είτε όχι.
Επίσης, πρέπει να γνωρίζουμε ότι άλλα από τα πράγματα είναι αγαθά και άλλα
κακά. Το αγαθό που προσδοκάμε γεννά την επιθυμία, ενώ αυτό που έχει
πραγματοποιηθεί γεννά την ευχαρίστηση. Παρόμοια, το προσδοκώμενο κακό
δημιουργεί φόβο, ενώ το πραγματοποιημένο λύπη. Και να γνωρίζουμε ότι
λέγοντας αγαθό εννοούμε και το αληθινό αγαθό και το θεωρούμενο· το ίδιο
εννούμε και με το κακό.

Ας σημειώσουμε ότι με την ένοια κατ'εικόνα δεν εννοεί τη σωματική εικόνα αλλά
της ψυχής την ομοίωση.

Ακόμη, εξ' αρχής ομότιμος με τον άνδρα δημιουργήθηκε η γυναίκα, επειδή όμως
έπταισε ελλατώθηκε αυτής η αρχή και υπό του άνδρα γεγένηται.

26καὶ εἶπεν ὁ θεός ποιήσωμεν ἄνθρωπον κατ' εἰκόνα ἡμετέραν καὶ καθ' ὁμοίωσιν καὶ
ἀρχέτωσαν τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καὶ τῶν πετεινῶν τοῦ οὐρανοῦ καὶ τῶν κτηνῶν
καὶ πάσης τῆς γῆς καὶ πάντων τῶν ἑρπετῶν τῶν ἑρπόντων ἐπὶ τῆς γῆς 27καὶ ἐποίησεν ὁ
θεὸς τὸν ἄνθρωπον κατ' εἰκόνα θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς
28καὶ ηὐλόγησεν αὐτοὺς ὁ θεὸς λέγων αὐξάνεσθε καὶ πληθύνεσθε καὶ πληρώσατε τὴν
γῆν καὶ κατακυριεύσατε αὐτῆς καὶ ἄρχετε τῶν ἰχθύων τῆς θαλάσσης καὶ τῶν πετεινῶν
τοῦ οὐρανοῦ καὶ πάντων τῶν κτηνῶν καὶ πάσης τῆς γῆς καὶ πάντων τῶν ἑρπετῶν τῶν
ἑρπόντων ἐπὶ τῆς γῆς 29καὶ εἶπεν ὁ θεός ἰδοὺ δέδωκα ὑμῖν πᾶν χόρτον σπόριμον
σπεῖρον σπέρμα ὅ ἐστιν ἐπάνω πάσης τῆς γῆς καὶ πᾶν ξύλον ὃ ἔχει ἐν ἑαυτῷ καρπὸν
σπέρματος σπορίμου ὑμῖν ἔσται εἰς βρῶσιν 30καὶ πᾶσι τοῖς θηρίοις τῆς γῆς καὶ πᾶσι
τοῖς πετεινοῖς τοῦ οὐρανοῦ καὶ παντὶ ἑρπετῷ τῷ ἕρποντι ἐπὶ τῆς γῆς ὃ ἔχει ἐν ἑαυτῷ
ψυχὴν ζωῆς πάντα χόρτον χλωρὸν εἰς βρῶσιν καὶ ἐγένετο οὕτως 31καὶ εἶδεν ὁ θεὸς τὰ
πάντα ὅσα ἐποίησεν καὶ ἰδοὺ καλὰ λίαν καὶ ἐγένετο ἑσπέρα καὶ ἐγένετο πρωί ἡμέρα
ἕκτη

Η πτώση του ανθρώπου και οι συνέπειες


του πρωπατορικού αμαρτήματος

καὶ ἔπλασεν ὁ θεὸς τὸν ἄνθρωπον χοῦν ἀπὸ τῆς γῆς


καὶ ἐνεφύσησεν εἰς τὸ πρόσωπον αὐτοῦ πνοὴν ζωῆς
καὶ ἐγένετο ὁ ἄνθρωπος εἰς ψυχὴν ζῶσαν 8καὶ
ἐφύτευσεν κύριος ὁ θεὸς παράδεισον ἐν εδεμ κατὰ
ἀνατολὰς καὶ ἔθετο ἐκεῖ τὸν ἄνθρωπον ὃν ἔπλασεν
9καὶ ἐξανέτειλεν ὁ θεὸς ἔτι ἐκ τῆς γῆς πᾶν ξύλον
ὡραῖον εἰς ὅρασιν καὶ καλὸν εἰς βρῶσιν καὶ τὸ ξύλον
τῆς ζωῆς ἐν μέσῳ τῷ παραδείσῳ καὶ τὸ ξύλον τοῦ
εἰδέναι γνωστὸν καλοῦ καὶ πονηροῦ: Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος,
ερμηνεύοντας το εμφύσημα αυτού του Θεού, λέγει ότι είναι «ου μόνον ανοίας αλλά
και ατοπίας μεστός ο λόγος» ότι το εμφύσημα στον Αδάμ ήταν η ψυχή και ότι
μεταδόθηκε η ψυχή στο σώμα από την ουσία του Θεού. Αν αυτό ήταν αληθινό τότε

8
δεν θα ήταν σε άλλον σοφή και σε άλλον μωρά και ασύνετη, ούτε στον έναν θα ήταν
ψυχή δικαία και στον άλλον ψυχή άδικη. Η ουσία του Θεού «ου μερίζεται ουδέ
αλλοιούται, αλλ’ εστίν αναλλοίωτος». Το εμφύσημα λοιπόν του Θεού ήταν η «του
αγίου Πνεύματος ενέργεια». Όπως ο Χριστός είπε «λάβετε Πνεύμα άγιον», έτσι και
το θείο εμφύσημα «ανθρωπίνως ακουόμενον, Πνεύμά εστι το προσκυνητόν και
άγιον». Κατά τον άγιον, δεν είναι ψυχή ένα κομμάτι του Θεού, αλλά η ενέργεια του
Παναγίου Πνεύματος, που έκτισε και δημιούργησε ψυχή, χωρίς να γίνει αυτό ψυχή.
«Τούτο το Πνεύμα προελθόν, ουκ αυτό γέγονε ψυχή, αλλά ψυχήν έκτισεν∙ ουκ αυτό
εις ψυχήν μετεβλήθη, αλλά ψυχήν εδημιούργησε δημιουργόν γαρ το Πνεύμα το
Άγιον, κοινωνεί τη δημιουργία του σώματος και τη δημιουργία της ψυχής. Πατήρ γαρ
και Υιός και Πνεύμα Άγιον τη θεία δυνάμει δημιουργεί το πλάσμα.

21καὶ ἐπέβαλεν ὁ θεὸς ἔκστασιν ἐπὶ τὸν αδαμ καὶ ὕπνωσεν καὶ ἔλαβεν μίαν τῶν
πλευρῶν αὐτοῦ καὶ ἀνεπλήρωσεν σάρκα ἀντ' αὐτῆς 22καὶ ᾠκοδόμησεν κύριος ὁ
θεὸς τὴν πλευράν ἣν ἔλαβεν ἀπὸ τοῦ αδαμ εἰς γυναῖκα καὶ ἤγαγεν αὐτὴν πρὸς τὸν
αδαμ 23καὶ εἶπεν αδαμ τοῦτο νῦν ὀστοῦν ἐκ τῶν ὀστέων μου καὶ σὰρξ ἐκ τῆς
σαρκός μου αὕτη κληθήσεται γυνή ὅτι ἐκ τοῦ ἀνδρὸς αὐτῆς ἐλήμφθη αὕτη
24ἕνεκεν τούτου καταλείψει ἄνθρωπος τὸν πατέρα αὐτοῦ καὶ τὴν μητέρα αὐτοῦ
καὶ προσκολληθήσεται πρὸς τὴν γυναῖκα αὐτοῦ καὶ ἔσονται οἱ δύο εἰς σάρκα μίαν
25καὶ ἦσαν οἱ δύο γυμνοί ὅ τε αδαμ καὶ ἡ γυνὴ αὐτοῦ καὶ οὐκ ᾐσχύνοντο: Ο Θεός
προγνωρίζοντας το τι θα επακολουθούσε μετά την δημιουργία των ανθρώπων τους
έπλασε βιολογικά έτοιμους για «γάμου κοινωνίαν». Η δημιουργία αναφέρεται αρχικά
μόνο στον Αδάμ. «Του Αδάμ καθεύδοντος, η γυνή κατασκευάζετο»1. Ο άγιος
Ιωάννης ο Χρυσόστομος αναφέρει ότι ο Μωυσής δεν χρησιμοποιεί το ρήμα
«έπλασεν» όταν μιλά για την Εύα αλλά το «ωκοδόμησεν» θέλοντας να δείξει ότι αυτή
έγινε από την ίδια ουσία του Αδάμ, όχι από άλλη, διαφορετική. Η γυναίκα λοιπόν δεν
υπολείπεται σε κάτι από τον Αδάμ. Είναι ανθρώπινη ύπαρξη τέλεια αλλά και ισότιμη
προς αυτόν. Ο Θεός προγνωρίζοντας την πτώση των πρωτοπλάστων επινοεί τον γάμο
και την ανάγκη της αμοιβαίας παρηγοριάς τους.
Πριν από την παρακοή και την έξοδο από την παραδείσια ζωή δεν υπήρχε ο
γάμος. Οι πρωτόπλαστοι ζούσαν παρθενική ζωή, μιμούμενοι την ζωή των Αγγέλων.
Λέγει ο άγιος Χρυσόστομος: «Τα της συνουσίας έγιναν μετά την παράβαση• μέχρι
τότε ζούσαν ως άγγελοι μέσα στον παράδεισο, χωρίς να φλέγωνται από την σαρκική
επιθυμία, ούτε να πολιορκούνται από άλλα πάθη, ούτε να πιέζονται από τις φυσικές
ανάγκες, αλλά αφού δημιουργήθηκαν εντελώς άφθαρτοι και αθάνατοι, δεν είχαν
ανάγκη ούτε να φορούν ρούχα. Πριν μπει η αμαρτία και η παρακοή ήσαν ντυμένοι με
την θεϊκή δόξα, γι’ αυτό και δεν ντρέπονταν αν και ήσαν γυμνοί»2. Οι πρωτόπλαστοι
δεν κατόρθωσαν να διατηρήσουν την ανώτερη αυτή ζωή για τον εαυτό τους.
Φάνηκαν ανάξιοι των τόσων μεγάλων αγαθών που τους έδωσε ο Θεός3.

ὁ δὲ ὄφις ἦν φρονιμώτατος πάντων τῶν θηρίων τῶν ἐπὶ τῆς γῆς ὧν ἐποίησεν
κύριος ὁ θεός καὶ εἶπεν ὁ ὄφις τῇ γυναικί τί ὅτι εἶπεν ὁ θεός οὐ μὴ φάγητε ἀπὸ
παντὸς ξύλου τοῦ ἐν τῷ παραδείσῳ

Ο διάβολος προσεγγίζει την Εύα και θεολογεί, γίνεται ο πρώτος θεολόγος αφού
ονομάζει το Θεό Θεό.

Υπάρχει εδώ ένα ερώτημα: πως ελάλησε ο όφις; Ο όφις κατόρθωσε να μιμηθεί την
ανθρώπινη φωνή χωρίς όμως αυτό να ξενίσει την Εύα. Υπήρχε πρό της πτώσεως μια

9
τέλεια αρμονία μεταξύ Θεού και ανθρώπου, ανθρώπου και ζώων, αλλά και ζώων με
ζώων.

Ο διάβολος δεν γνώριζε τί εντολή είχε δώσει ο Θεός στους πρωτοπλάστους και
προσπαθεί τώρα να ψαρέψει την απάντηση από την αφελή συνομιλήτριά του. Δε
διστάζει να ονομάσει το Θεό ψεύτη, λέγοντας πως ο Θεός δε σας είπε την αλήθεια, αν
φάτε από τον καρπό που σας απαγόρευσε θα ανοίξουν τα μάτια σας και θα γίνετε θεοί
ίσοι με αυτόν και δεν θα τον έχετε πλέον ανάγκη.

Από την άλλη μεριά η Εύα, αντί να φύγει απαντάει. Πολύ σωστά επισημαίνει ο
Χρυσόστομος «Μή βάλητε τους μαργαρίτας έμπροσθεν των χοίρων». Όσο λοιπόν η
Εύα πείθετε στα λόγια του σατανά, τόσο απομακρύνεται από τον Θεό, τόσο και η
Θεία Χάρη την απογυμνώνει σταδιακά. Τελικά τρώει τον απαγορευμένο καρπό και
δίνει και στον άντρα της. Μια μεγάλη αμαρτία έχει πλέον συντελεσθεί. Η αμαρτία
αυτή εμπεριέχει μέσα της την υπερηφάνεια, την απιστία, την αυθάδεια, την παρακοή.
Παρόλα αυτά η αμαρτία αυτή είναι μικρότερη από αυτή των εκπεσόντων αγγέλων.
Διότι ο πειρασμός των πρωτοπλάστων ήταν εξωτερικός, ενώ των εκπεσόντων
αγγέλων εσωτερικός.

Ακολουθεί ο σκοτισμός του νου, αντιλαμβάνονται ξαφνικά χάνοντας την πρότερη


αθωότητα ότι είναι γυμνοί και σκεπάζονται με φύλα συκής.

Ο Θεός φωνάζει εν μέσω του παραδείσου: Αδάμ που ει; Οι πρωτόπλαστοι κρύβονται
εξαιτίας των ενοχών τους. Αντί όμως ο Θεός να εισπράξει την ομολογία του Αδάμ
για το αν έφαγε από τον απαγορευμένο καρπό, βρίσκει μπροστά Του την μετάθεση
των ευθυνών στη γυναίκα. Το ίδιο κάνει και η γυναίκα μεταθέτοντας με τη σειρά της
την ευθύνη της στον διάβολο.

Ας προσέξουμε. Τον όφι δεν τον ρωτά για το τι έπραξε διότι γνωρίζει ο Θεός πως
ενήργησε εξ’ ιδίας πρωτοβουλίας. Ο σατανάς ήδη μετά την πτώση του είχε
κατακριθεί.

Το φίδι τιμωρείται με το να περπατά με την κοιλιά του και να τρώει χώμα πράγμα
που συμβολίζει την τέλεια συντριβή του διαβόλου.

Την γυναίκα νίκησες σατανά και δι’ αυτής τον άνδρα, από γυναίκα όμως θα νικηθείς.
Εδώ εικονίζεται η Θεοτόκος. Το δε «εκ του σπέρματός σου» δηλοί τον μέλλοντα
Λυτρωτή Χριστό. Δηλοί επίσης και την παρθενία της Παναγίας, διότι όχι εκ
σπέρματος ανδρός, αλλά εκ σπέρματός σου της γυναικός θα προκύψει ο Λυτρωτής
Χριστός.

Ο Φιλόστοργος Πατήρ ευαγγελίζεται την υπόσχεση της ελεύσεως του Λυτρωτή και
την πλήρη συντριβή του σατανά, εξ’ ου και πρωτοευαγγέλιο ονομάσθηκε ο στίχος
αυτός.

Μιλώντας στην Εύα, μιλά προς αυτή σε γένος αρσενικό. Αυτός σου τηρήσει την
κεφαλήν. Αναφερόμενος εδώ ξεκάθαρα ο Θεός στον Μεσσία. Ο σταυρικός θάνατος
του Λυτρωτού είναι η πληγή στην πτέρνα Του.

10
Η λαγνεία της Εύας προς τον απαγορευμένο καρπό τιμωρείται με τους πόνους της
γέννας και την υποταγή της στον άνδρα.

Για τον Αδάμ η φύση αγριεύει βγάζοντας αγκάθια και τριβόλια και έτσι πλέον
καλείται με τον ιδρώτα του προσώπου του να κερδίζει το ψωμί του.

Η μεγαλύτερη όμως συνέπεια της αμαρτίας είναι ο θάνατος. «Εως ότου αποστρέψαι
εις την γην, εξ’ ης ελήφθη".

Ο Θεός εν συνεχεία ενδύει τους πρωτοπλάστους με δερμάτινους χιτώνες για να τους


προστατέψει από την μεταβολή των καιρικών φαινομένων. Οποία στοργή του Θεού
εκεί που ξεσπούσε η θεία οργή Του!

Όταν δε εκβλήθησαν εκ του παραδείσου οι πρωτόπλαστοι, κατοίκησαν απέναντι από


τον παράδεισο και τούτο για να βλέπουν το τί έχασαν και να μισούν εφ’ εξής την
αμαρτία. Τα Χερουβείμ με την φλογίνη ρομφαία φυλάνε πλέον αντί του Αδάμ τον
παράδεισο. Ο Ευσέβιος Καισαρείας, λέγει πως αυτό επικράτησε μέχρι τον θάνατο
των πρωτοπλάστων.

«Ἀδάμ δε ἔγνω Εὔα τήν γυναίκα αυτοῦ». Μετά την έκπτωση εκ του παραδείσου τότε
τα συνουσίας αρχήν λαμβάνει. Πρό δε της παρακοής αγγελικόν βίον εμιμούντο λέει ο
Ιωάννης ο Χρυσόστομος.

Άρα αυτό που λένε πολλοί πως εξαιτίας της συνουσίας εκβλήθηκαν οι πρωτόπλαστοι
από τον παράδεισο δεν ισχύει..

Η ιστορία του Κάϊν


και του Άβελ.

. 1αδαμ δὲ ἔγνω ευαν τὴν γυναῖκα αὐτοῦ


καὶ συλλαβοῦσα ἔτεκεν τὸν καιν καὶ εἶπεν
ἐκτησάμην ἄνθρωπον διὰ τοῦ θεοῦ 2καὶ
προσέθηκεν τεκεῖν τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ
τὸν αβελ. Το προσέθηκεν σημαίνει ότι
ευθύς αμέσως γέννησε τον Άβελ. Άρα ο
Κάϊν και ο Άβελ ήταν δίδυμοι.

καὶ ἐγένετο αβελ ποιμὴν προβάτων καιν δὲ ἦν ἐργαζόμενος τὴν γῆν 3καὶ
ἐγένετο μεθ' ἡμέρας ἤνεγκεν καιν ἀπὸ τῶν καρπῶν τῆς γῆς θυσίαν τῷ κυρίῳ
4καὶ αβελ ἤνεγκεν καὶ αὐτὸς ἀπὸ τῶν πρωτοτόκων τῶν προβάτων αὐτοῦ καὶ
ἀπὸ τῶν στεάτων αὐτῶν καὶ ἐπεῖδεν ὁ θεὸς ἐπὶ αβελ καὶ ἐπὶ τοῖς δώροις αὐτοῦ
5ἐπὶ δὲ καιν καὶ ἐπὶ ταῖς θυσίαις αὐτοῦ οὐ προσέσχεν Το ερώτημα εδώ που

11
προκύπτει είναι το πως εκδηλώθηκε αυτή η ευαρέσκεια του Θεού στη θυσία
του Άβελ: Δια πυρός μας λένε οι πατέρες, το οποίο πυρ ήλθε εξ' ουρανού.

καὶ ἐλύπησεν τὸν καιν λίαν καὶ συνέπεσεν τῷ προσώπῳ 6καὶ εἶπεν κύριος ὁ
θεὸς τῷ καιν ἵνα τί περίλυπος ἐγένου καὶ ἵνα τί συνέπεσεν τὸ πρόσωπόν σου
7οὐκ ἐὰν ὀρθῶς προσενέγκῃς ὀρθῶς δὲ μὴ διέλῃς ἥμαρτες ἡσύχασον πρὸς
σὲ ἡ ἀποστροφὴ αὐτοῦ καὶ σὺ ἄρξεις αὐτοῦ. 8καὶ εἶπεν καιν πρὸς αβελ τὸν
ἀδελφὸν αὐτοῦ διέλθωμεν εἰς τὸ πεδίον καὶ ἐγένετο ἐν τῷ εἶναι αὐτοὺς ἐν τῷ
πεδίῳ καὶ ἀνέστη καιν ἐπὶ αβελ τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ καὶ ἀπέκτεινεν αὐτόν.
Οποία αναισθησία! Αντί να παραδειγματιστεί από τη θυσία του Άβελ. Αντί να
ακούσει να φιλόστοργα λόγια του ουρανίου Πατρός σπεύδει ως λέων να
κατασπαράξει από τη ζήλια του εκείνον που δικαιώθηκε λόγω της εξαιρετικής του
ευλάβειας. Τον καλεί λοιπόν να πάνε έναν περίπατο. Ο αδελφός του ως απονήρευτος
και άκακος δέχεται την πρόταση του αδελφού και εκεί δέχεται τη θανάσιμη επίθεση.

9καὶ εἶπεν ὁ θεὸς πρὸς καιν ποῦ ἐστιν αβελ ὁ ἀδελφός σου ὁ δὲ εἶπεν οὐ
γινώσκω μὴ φύλαξ τοῦ ἀδελφοῦ μού εἰμι ἐγώ 10καὶ εἶπεν ὁ θεός τί ἐποίησας
φωνὴ αἵματος τοῦ ἀδελφοῦ σου βοᾷ πρός με ἐκ τῆς γῆς 11καὶ νῦν
ἐπικατάρατος σὺ ἀπὸ τῆς γῆς Οποία φρικτή καταδίκη! Όταν από το στόμα του
Θεού τον ευλογία σκορπίζοντος εξέρχεται η κατάρα! Η παρά τω Θεώ όμως
κατάρα είναι έκφραση Θείας δικαιοσύνης.

ἣ ἔχανεν τὸ στόμα αὐτῆς δέξασθαι τὸ αἷμα τοῦ ἀδελφοῦ σου ἐκ τῆς χειρός σου
12ὅτι ἐργᾷ τὴν γῆν καὶ οὐ προσθήσει τὴν ἰσχὺν αὐτῆς δοῦναί σοι στένων καὶ
τρέμων ἔσῃ ἐπὶ τῆς γῆς Δεν πρόκειται λέει εδώ ο Θεός η γη να σου αποφέρει τα
του κόπου σου. Μάταια δηλαδή θα ιδρώνεις. Αυτή είναι η δεύτερη τιμωρία που
λαμβάνει. Το στένων και τρέμων ἔση, σημαίνει θα έχεις στεναγμό λόγω του
περιπλανώμενου επί της γης βίου σου. Αυτή είναι η τρίτη τιμωρία.

13καὶ εἶπεν καιν πρὸς τὸν κύριον μείζων ἡ αἰτία μου τοῦ ἀφεθῆναί με 14εἰ
ἐκβάλλεις με σήμερον ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς καὶ ἀπὸ τοῦ προσώπου σου
κρυβήσομαι καὶ ἔσομαι στένων καὶ τρέμων ἐπὶ τῆς γῆς καὶ ἔσται πᾶς ὁ
εὑρίσκων με ἀποκτενεῖ με 15καὶ εἶπεν αὐτῷ κύριος ὁ θεός οὐχ οὕτως πᾶς ὁ
ἀποκτείνας καιν ἑπτὰ ἐκδικούμενα παραλύσει καὶ ἔθετο κύριος ὁ θεὸς σημεῖον
τῷ καιν τοῦ μὴ ἀνελεῖν αὐτὸν πάντα τὸν εὑρίσκοντα αὐτόν Ο Κάϊν δεν μετανοεί.
δεν συνέρχεται. Δεν πικραίνεται διότι χωρίσθηκε από τον Θεό, αλλά το μόνο που
φοβάται είναι να μην τον σκοτώσουν. Ποιοι όμως να τον σκοτώσουν; Σίγουρα όχι οι
γονείς του ο Αδάμ και η Εύα. Εδώ φαίνεται πως ο Αδάμ πρό του φόνου του Άβελ θα
είχε κάνει και άλλα τέκνα. Ο Θεός έδωσε λέει στον Κάϊν σημείο ώστε όποιος τον
εύρισκε να μην τον σκότωνε. Ποιο ήταν αυτό το σημείο; Το σκυθρωπό του πρόσωπο
ήταν, το οποίο προκαλούσε σε όποιον τον έβλεπε την αποστροφή.

16ἐξῆλθεν δὲ καιν ἀπὸ προσώπου τοῦ θεοῦ καὶ ᾤκησεν ἐν γῇ ναιδ κατέναντι
εδεμ

17καὶ ἔγνω καιν τὴν γυναῖκα αὐτοῦ καὶ συλλαβοῦσα ἔτεκεν τὸν ενωχ καὶ ἦν
οἰκοδομῶν πόλιν καὶ ἐπωνόμασεν τὴν πόλιν ἐπὶ τῷ ὀνόματι τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ
ενωχ Οικοδόμησε πόλη ο Καϊν η οποία ουσιαστικά ήταν ένα πρωτόγονο φρούριο
από γιγαντιαίους λίθους το οποίο τον προστάτευε από τα αδέρφια του, διότι ήταν
ένοχος απέναντί τους. Έτσι έληξε ο πλάνης βίος του Κάϊν δείχνοντας τελικά πως η

12
προσκόλησή του στα γήινα τον χώρισε τελικά από τα υπόλοιπα αδέρφια του. Οι
απόγονοι δε του Κάϊν απομακρύνθηκαν από τον Θεό.

18ἐγενήθη δὲ τῷ ενωχ γαιδαδ καὶ γαιδαδ ἐγέννησεν τὸν μαιηλ καὶ μαιηλ
ἐγέννησεν τὸν μαθουσαλα καὶ μαθουσαλα ἐγέννησεν τὸν λαμεχ 19καὶ ἔλαβεν
ἑαυτῷ λαμεχ δύο γυναῖκας ὄνομα τῇ μιᾷ αδα καὶ ὄνομα τῇ δευτέρᾳ σελλα Ο
Λάμεχ είναι ο πρώτος που παραβιάζει την μονογαμία παίρνοντας για τον εαυτό του
δύο γυναίκες.

20καὶ ἔτεκεν αδα τὸν ιωβελ οὗτος ἦν ὁ πατὴρ οἰκούντων ἐν σκηναῖς


κτηνοτρόφων 21καὶ ὄνομα τῷ ἀδελφῷ αὐτοῦ ιουβαλ οὗτος ἦν ὁ καταδείξας
ψαλτήριον καὶ κιθάραν 22σελλα δὲ ἔτεκεν καὶ αὐτὴ τὸν θοβελ καὶ ἦν
σφυροκόπος χαλκεὺς χαλκοῦ καὶ σιδήρου ἀδελφὴ δὲ θοβελ νοεμα Να η
αξιοπρέπεια του ανθρώπου ως εξέλιξη προς απάντηση των υποστηρικτών της
Δαρβίνειας θεωρίας. Ο Ιουβάλ είναι ο εφευρέτης των έγχορδω οργάνων, ενώ ο
Θοβέλ είναι ο πρώτος που επεξεργάζεται μέταλλα. Κσνείς από αυτούς σίγουρα δεν
ήταν η εξέλιξη κάποιου είδους πιθήκου...

23εἶπεν δὲ λαμεχ ταῖς ἑαυτοῦ γυναιξίν αδα καὶ σελλα ἀκούσατέ μου τῆς φωνῆς
γυναῖκες λαμεχ ἐνωτίσασθέ μου τοὺς λόγους ὅτι ἄνδρα ἀπέκτεινα εἰς τραῦμα
ἐμοὶ καὶ νεανίσκον εἰς μώλωπα ἐμοί

24ὅτι ἑπτάκις ἐκδεδίκηται ἐκ καιν ἐκ δὲ λαμεχ ἑβδομηκοντάκις ἑπτά Ο Λάμεχ


λοιπόν επανἐλαβε την αμαρτία του Κάϊν γενόμενος κι αυτός φονιάς.

25ἔγνω δὲ αδαμ ευαν τὴν γυναῖκα αὐτοῦ καὶ συλλαβοῦσα ἔτεκεν υἱὸν καὶ
ἐπωνόμασεν τὸ ὄνομα αὐτοῦ σηθ λέγουσα ἐξανέστησεν γάρ μοι ὁ θεὸς
σπέρμα ἕτερον ἀντὶ αβελ ὃν ἀπέκτεινεν καιν 26καὶ τῷ σηθ ἐγένετο υἱός
ἐπωνόμασεν δὲ τὸ ὄνομα αὐτοῦ ενως οὗτος ἤλπισεν ἐπικαλεῖσθαι τὸ ὄνομα
κυρίου τοῦ θεοῦ

αὕτη ἡ βίβλος γενέσεως ἀνθρώπων ᾗ ἡμέρᾳ ἐποίησεν ὁ θεὸς τὸν αδαμ κατ'
εἰκόνα θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν 2ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτοὺς καὶ εὐλόγησεν
αὐτούς καὶ ἐπωνόμασεν τὸ ὄνομα αὐτῶν αδαμ ᾗ ἡμέρᾳ ἐποίησεν αὐτούς

3ἔζησεν δὲ αδαμ διακόσια καὶ τριάκοντα ἔτη καὶ ἐγέννησεν κατὰ τὴν ἰδέαν
αὐτοῦ καὶ κατὰ τὴν εἰκόνα αὐτοῦ καὶ ἐπωνόμασεν τὸ ὄνομα αὐτοῦ σηθ
4ἐγένοντο δὲ αἱ ἡμέραι αδαμ μετὰ τὸ γεννῆσαι αὐτὸν τὸν σηθ ἑπτακόσια ἔτη καὶ
ἐγέννησεν υἱοὺς καὶ θυγατέρας 5καὶ ἐγένοντο πᾶσαι αἱ ἡμέραι αδαμ ἃς ἔζησεν
ἐννακόσια καὶ τριάκοντα ἔτη καὶ ἀπέθανεν

13
Ενώχ.

Μια μορφή που δεσπόζει για την αγιότητα της ζωής του,
εφόσον η Γραφή δεν αναφέρει τίποτε εις βάρος του, είναι ο
Ενώχ.

Γιος ενός άσημου για την ιστορία ανθρώπου, του Ιάρεδ,


απογόνου του τρίτου γιου του Αδάμ Σηθ, άθελά του
"καθιερώθηκε" απ' τον Θεό όπως βεβαιώνει κι η σημασία
του ονόματός του, να διαδραματίσει σπουδαίο ρόλο στο
θείο σχέδιο για τη σωτηρία του κόσμου. Γέννησε το
Μαθουσάλα, τον μακροβιότερο άνθρωπο που ποτέ έζησε
στη γη, παρ' όλο που η δική του ζωή διήρκεσε τόσο λίγο,
τριακόσια εξήντα πέντε χρόνια. Έζησε ζωή άμεμπτης
αγνότητας σε περίοδο που ούτε ο Νόμος του Θεού είχε δοθεί, ούτε, φυσικά, κι η
μεταγενέστερη του Νόμου Χάρη είχε επιτελεστεί. Οραματίστηκε την τελική Κρίση
που ο Θεός θα κάμει στα τέλη των αιώνων και δια του τρόπου με τον οποίο έγινε η
"μετάθεσή" του, μίλησε στις επόμενες γενιές για την μετά το θάνατο Ανάσταση του
Μεσσία που θα 'ρχόταν και για την τελική Ανάσταση των "κεκοιμημένων αγίων",
"ίνα καταποθή το θνητόν υπό της ζωής" (Β΄ Κορ. 10:4).

Στο βιβλίο της Γένεσης συναντάμε δυο πρόσωπα με το όνομα Ενώχ στο 4:17,18 και
στο 5:18, που είναι μεταξύ τους τελείως ανόμοια και διαφορετικά. Ο πρώτος είναι ο
γιος του Κάιν του αδελφοκτόνου, προς τιμήν του οποίου ο πατέρας του "έκτισεν
πόλιν και κάλεσεν κατά το όνομα αυτού" (4:17), κι ο δεύτερος είναι ο γιος του Ιάρεδ,
όπως ήδη είπαμε, ο εκλεκτός του Θεού Ενώχ, που "δεν είχε εδώ πόλιν μένουσαν,
αλλά την μέλλουσαν επιζητούσε" (Εβρ. 11:13-14) στην οποία και τόσο ένδοξα
μετέβη.

Το ότι ο Ενώχ έζησε τριακόσια εξήντα πέντε μόνο χρόνια, που είναι ακριβώς ο
αριθμός των ημερών ενός ηλιακού έτους, δεν ξέρουμε τι συμβολίζει. Ίσως τη
ματαιότητα της σύντομης εδώ ζωής μας, ίσως την πληρότητα μιας αποστολής την
οποία ο Θεός ανέθεσε σε κάποιον άνθρωπό Του, ίσως το τέλειο ανάστημα της ζωής
του Χριστού, στο οποίο, ο Θεός θέλει να φτάσουμε, πριν μας πάρει κοντά Του,
ίσως... ίσως... Ασχέτως όμως όλων αυτών, γεγονός είναι ένα, ότι ο Ενώχ αποτελεί μια
εξαίρεση, ένα υπόδειγμα, ένα θαύμα του Θεού σε ανθρώπινη ζωή.

Γιατί άραγε έζησε τόσο λίγο, ενώ ο γιος του, ο Μαθουσάλα έφτασε τη μεγαλύτερη
ηλικία ανθρώπου, επί της γης -965 χρόνια-, ο δε μεταγενέστερός του ο Νώε, δεύτερος
μετά τον Αδάμ κληρονόμος όλης της γης, έζησε 950 χρόνια; Μήπως ο Ενώχ έτσι
εξεπλήρωσε κάποια πολύ σημαντική αποστολή; Ενώ θα παρευρέθηκε στην κηδεία
του Αδάμ (πράγμα που συνάγεται απ' τους υπολογισμούς των ετών που περιέχονται
στην πρώτη αυτή περίοδο της ιστορίας), και δεδομένου ότι ο Αδάμ ως εκπρόσωπος
του αμαρτωλού ανθρώπου έπρεπε να πεθάνει και το σώμα του να ταφεί στη γη, ο
Ενώχ εκπροσωπώντας τον αγιασμένο άνθρωπο του Θεού δεν πέθανε, αλλά
"μετατέθηκε", απ' ευθείας, χωρίς να γευτεί θάνατο, στου ουρανό του Θεού. Πιστή

14
εικόνα τούτη για τον σωσμένο δια της θυσίας του Ιησού Χριστού αμαρτωλό, για τον
οποίο θάνατος πια δεν υπάρχει, διότι "μετέβη εκ του θανάτου εις την ζωήν" (Ιωάν.
5:24).

Ο Λόγος του Θεού μας λέει ότι ο Ενώχ "περιεπάτησεν μετά του Θεού" (Γέν. 5:24),
όχι ενώπιον του Θεού, όπως μας λέει για τον Αβραάμ (Γεν. 17:1), για το Δαυίδ
(Ψαλμ. 89:15), για τον Ησαϊα (40:27-31), για το Ζαχαρία και την Ελισσάβετ (Ιακ.
1:6). Μήπως τούτο είναι σύμβολο και συγχρόνως προφητεία του περπατήματος που ο
χριστιανός, ο άνθρωπος δηλαδή που θα δεχόταν τη Χάρη, θα 'κανε με τον Χριστό,
βάσει της υπόσχεσής Του "μεθ' υμών ειμί..." (Ματθ. 28:20) και της εντολής Του
"μείνατε εν εμοί καγώ εν υμίν" (Ιωάν. 15:4); Διότι σε τούτη την περίπτωση δεν
έχουμε περπάτημα "ενώπιον" του Θεού, αλλά "μετά" του Θεού. Κάτι δηλαδή πολύ
ουσιαστικότερο και πλουσιότερο για κάθε άνθρωπο που ανήκει σε Κείνον, ασχέτως
περιόδου στην οποία έζησε. Όταν κάποιος περπατάει με τον Θεό, έχει και πλήρη
συναίσθηση της παρουσίας Του. Ό,τι ακριβώς χρειάζεται για να ζει ζωή αγνότητας
μέσα στον κόσμο.

Το μυστικό του περπατήματος του Ενώχ μετά του Θεού ήταν η πίστη του στον Θεό,
της οποίας συνέπεια ήταν το ότι "ευηρέστησεν τον Θεόν" και ότι δε γεύτηκε θάνατο
"διότι μετέθεσεν αυτόν ο Θεός" (Γεν. 11:5-6). Η μετάθεση δε αυτή είναι τύπος του
τρόπου με τον οποίο οι άγιοι του Θεού "θέλουσι μεταμορφωθή εν τη εσχάτη
σάλπιγγι" χωρίς να γευτούν θάνατο (Α΄ Κορ. 15:51-52).

Αλλά ο Ενώχ δεν προφήτεψε μόνο με τη ζωή του μελλοντικές αλήθειες, αλλά και με
το στόμα του προφήτεψε περί της Κρίσης, την οποίαν στα τέλη των αιώνων ο Κύριος
μαζί με τους αγίους Του θα κάμει για κάθε ασεβή άνθρωπο: "... δια να ελέγξη πάντας
τους ασεβείς..." Στην επιστολή του Ιούδα, εδ. 14-15, διαβάζουμε: "Προεφήτευσε δε
περί τούτων και ο Ενώχ, έβδομος από Αδάμ, λέγων· Ιδού, ήλθεν ο Κύριος με
μυριάδας αγίων αυτού, δια να κάμη κρίσιν κατά πάντων και να ελέγξη πάντας τους
ασεβείς εξ αυτών δια πάντα τα έργα της ασεβείας αυτών, τα οποία έπραξαν και δια
πάντα τα σκληρά, τα οποία ελάλησαν κατ' αυτού αμαρτωλοί ασεβείς".

Ο Ενώχ αναφέρεται μια μόνο φορά στην Καινή Διαθήκη, ως προφήτης (Ιούδα 14).
Με το όνομα "Βιβλίο Ενώχ" σώζεται απόκρυφο σύγγραμμα που γράφτηκε περί τα
110 π.Χ., περιέχει προφητείες περί της συντέλειας του κόσμου, και είναι σε αιθιοπική
μετάφραση. Δεν αποκλείεται η παραπομπή στο βιβλίο του Ιούδα να είναι παρμένη απ'
αυτό. Όμως το βιβλίο αυτό το απέρριψαν ως "μη κανονικό" τόσο οι Εβραίοι όσο και
οι Πατέρες της Εκκλησίας.

Ας μείνει μέσα μας, απ' όλα όσα ελέχθησαν περί του Ενώχ, πως αν κάτι έχει ύψιστη
σημασία για τον Θεό και για μας είναι το να "περιπατώμεν καθώς Εκείνος
περιεπάτησεν" (Α΄ Ιωάν. 2:6), "φυλάττοντες τας εντολάς αυτού και πράττοντες τα
αρεστά ενώπιον αυτού" (Α΄ Ιωάν. 3:22).

Γιἀννης Έρτσος

Σας παραθέτουμε τώρα προς ανάγνωσιν το απόκρυφο βιβλίο του Ενώχ:

1. Λόγος εὐλογίας Ἑνώχ, καθὼς εὐλόγησεν ἐκλεκτοὺς δικαίους οἵτινες

15
ἔσονται εἰς ἡμέραν ἀνάγκης ἐξᾶραι πάντας τοὺς ἐχθρούς, καὶ σωθήσονται
δίκαιοι.
2. Καὶ ἀναλαβὼν τὴν παραβολὴν αὐτοῦ εἶπεν Ἑνώχ· (ἄνθρωπος δίκαιός
ἐστιν, [ᾧ] ὅρασις ἐκ θεοῦ αὐτῷ ἀνεῳγμένη ἦν, ἔχων τὴν ὅρασιν τοῦ ἁγίου
«καὶ» τοῦ οὐρανοῦ·) Ἔδειξέν μοι, καὶ ἁγιολόγων ἁγίων ἤκουσα ἐγώ, καὶ ὡς
ἤκουσα παρ’ αὐτῶν πάντα καὶ ἔγνων ἐγὼ θεωρῶν· καὶ οὐκ εἰς τὴν νῦν
γενεὰν διενοούμην, ἀλλὰ ἐπὶ πόρρω οὖσαν ἐγὼ λαλῶ.
3. Καὶ περὶ τῶν ἐκλεκτῶν νῦν λέγω καὶ περὶ αὐτῶν ἀνέλαβον τὴν
παραβολήν μου. καὶ ἐξελεύσεται ὁ ἅγιός μου ὁ μέγας ἐκ τῆς κατοικήσεως
αὐτοῦ,
4. καὶ ὁ θεὸς τοῦ αἰῶνος ἐπὶ γῆν πατήσει ἐπὶ τὸ Σεινὰ ὄρος καὶ φανήσεται
ἐκ τῆς παρεμβολῆς αὐτοῦ, καὶ φανήσεται ἐν τῇ δυνάμει τῆς ἰσχύος αὐτοῦ
ἀπὸ τοῦ οὐρανοῦ τῶν οὐρανῶν.
5. καὶ φοβηθήσονται πάντες καὶ πιστεύσουσιν οἱ ἐγρήγοροι, «καὶ ᾄσουσιν
ἀπόκρυφα ἐν πᾶσιν τοῖς ἄκροις τῆς [γῆς]· καὶ σεισθήσονται πάντα τὰ ἄκρα
τῆς γῆς,» καὶ λήμψεται αὐτοὺς τρόμος καὶ φόβος μέγας μέχρι τῶν περάτων
τῆς γῆς.
6. καὶ σεισθήσονται καὶ πεσοῦνται καὶ διαλυθήσονται ὄρη ὑψηλά, καὶ
ταπεινωθήσονται βουνοὶ ὑψηλοὶ τοῦ διαρυῆναι ὄρη, καὶ τακήσονται ὡς
κηρὸς ἀπὸ προσώπου πυρὸς ἐν φλογί.
7. καὶ διασχισθήσεται ἡ γῆ σχίσμα ῥαγάδι, καὶ πάντα ὅσα ἐστὶν ἐπὶ τῆς γῆς
ἀπολεῖται, καὶ κρίσις ἔσται κατὰ πάντων.
8. καὶ μετὰ τῶν δικαίων τὴν εἰρήνην ποιήσει, καὶ ἐπὶ τοὺς ἐκλεκτοὺς ἔσται
συντήρησις καὶ εἰρήνη, καὶ ἐπ’ αὐτοὺς γενήσεται ἔλεος, καὶ ἔσονται
πάντες τοῦ θεοῦ, καὶ τὴν εὐδοκίαν δώσει αὐτοῖς καὶ πάντας εὐλογήσει καὶ
πάντων ἀντιλήμψεται καὶ βοηθήσει ἡμῖν, καὶ φανήσεται αὐτοῖς φῶς καὶ
ποιήσει ἐπ’ αὐτοὺς εἰρήνην.
9. ὅτι ἔρχεται σὺν ταῖς μυριάσιν αὐτοῦ καὶ τοῖς ἁγίοις αὐτοῦ, ποιῆσαι
κρίσιν κατὰ πάντων, καὶ ἀπολέσει πάντας τοὺς ἀσεβεῖς, καὶ ἐλέγξει
πᾶσαν σάρκα περὶ πάντων ἔργων τῆς ἀσεβείας αὐτῶν ὧν ἠσέβησαν καὶ
σκληρῶν ὧν ἐλάλησαν λόγων, «καὶ περὶ πάντων ὧν κατελάλησαν» κατ’
αὐτοῦ ἁμαρτωλοὶ ἀσεβεῖς.
II
1. Κατανοήσατε πάντα τὰ ἔργα ἐν τῷ οὐρανῷ, πῶς οὐκ ἠλλοίωσαν τὰς
ὁδοὺς αὐτῶν, καὶ τοὺς φωστῆρας τοὺς ἐν τῷ οὐρανῷ, ὡς τὰ πάντα
ἀνατέλλει καὶ δύνει, τεταγμένος ἕκαστος ἐν τῷ τεταγμένῳ καιρῷ, καὶ ταῖς
ἑορταῖς αὐτῶν φαίνονται, καὶ οὐ παραβαίνουσιν τὴν ἰδίαν τάξιν.
2. ἴδετε τὴν γῆν καὶ διανοήθητε περὶ τῶν ἔργων τῶν ἐν αὐτῇ γενομένων
ἀπ’ ἀρχῆς μέχρι τελειώσεως ὥς εἰσιν φθαρτά, ὡς οὐκ ἀλλοιοῦνται, οὐδὲν
τῶν ἐπὶ γῆς, ἀλλὰ πάντα ἔργα θεοῦ ὑμῖν φαίνεται.
3. ἴδετε τὴν θερείαν καὶ τὸν χειμῶνα *****
καταμάθετε καὶ ἴδετε πάντα τὰ δένδρα *****
III–V
1.πῶς τὰ φύλλα χλωρὰ ἐν αὐτοῖς σκέποντα τὰ δένδρα, καὶ πᾶς ὁ καρπὸς
αὐτῶν εἰς τιμὴν καὶ δόξαν. διανοήθητε καὶ γνῶτε περὶ πάντων τῶν ἔργων
αὐτοῦ, καὶ νοήσατε ὅτι θεὸς ζῶν ἐποίησεν αὐτὰ οὕτως, καὶ ζῇ εἰς πάντας
τοὺς αἰῶνας·
2. καὶ τὰ ἔργα αὐτοῦ πάντα ὅσα ἐποίησεν εἰς τοὺς αἰῶνας ἀπὸ ἐνιαυτοῦ εἰς
ἐνιαυτὸν γινόμενα πάντα οὕτως, καὶ πάντα ὅσα ἀποτελοῦσιν αὐτῷ τὰ
ἔργα, καὶ οὐκ ἀλλοιοῦνται αὐτῶν τὰ ἔργα, ἀλλ’ ὡσπερεὶ κατὰ ἐπιταγὴν τὰ

16
πάντα γίνεται.
3. ἴδετε πῶς ἡ θάλασσα καὶ οἱ ποταμοὶ ὡς ὁμοίως ἀποτελοῦσιν καὶ οὐκ
ἀλλοιοῦσιν αὐτῶν τὰ ἔργα ἀπὸ τῶν λόγων αὐτοῦ.
4. ὑμεῖς δὲ οὐκ ἐνεμείνατε οὐδὲ ἐποιήσατε κατὰ τὰς ἐντολὰς αὐτοῦ, ἀλλὰ
ἀπέστητε καὶ κατελαλήσατε μεγάλους καὶ σκληροὺς λόγους ἐν στόματι
ἀκαθαρσίας ὑμῶν κατὰ τῆς μεγαλωσύνης αὐτοῦ. ὅτι κατελαλήσατε ἐν τοῖς
ψεύμασιν ὑμῶν, σκληροκάρδιοι, οὐκ ἔστιν εἰρήνη ὑμῖν.
5. τοιγὰρ τὰς ἡμέρας ὑμῶν ὑμεῖς καταράσεσθε καὶ τὰ ἔτη τῆς ζωῆς ὑμῶν
ἀπολεῖται, καὶ τὰ ἔτη τῆς ἀπωλείας ὑμῶν πληθυνθήσεται ἐν κατάρᾳ
αἰώνων, καὶ οὐκ ἔσται ὑμῖν ἔλεος καὶ εἰρήνη.
6. τότε ἔσται τὰ ὀνόματα ὑμῶν εἰς κατάραν αἰώνιον πᾶσιν τοῖς δικαίοις,
καὶ ἐν ὑμῖν καταράσονται πάντες οἱ καταρώμενοι, καὶ πάντες οἱ
ἁμαρτωλοὶ καὶ ἀσεβεῖς ἐν ὑμῖν ὀμοῦνται, καὶ πάντες οἱ ἀναμάρτητοι
χαρήσονται, καὶ ἔσται αὐτοῖς λύσις ἁμαρτιῶν καὶ πᾶν ἔλεος καὶ εἰρήνη καὶ
ἐπιείκεια, ἔσται αὐτοῖς σωτηρία, φῶς ἀγαθόν, καὶ αὐτοὶ κληρονομήσουσιν
τὴν γῆν καὶ πᾶσιν ὑμῖν τοῖς ἁμαρτωλοῖς οὐχ ὑπάρξει σωτηρία, ἀλλὰ ἐπὶ
πάντας ὑμᾶς κατάλυσις, κατάρα.
7. καὶ τοῖς ἐκλεκτοῖς φῶς καὶ χάρις καὶ εἰρήνη, καὶ αὐτοὶ κληρονομήσουσιν
τὴν γῆν, ὑμῖν δὲ τοῖς ἀσεβέσιν ἔσται κατάρα.
8. τότε δοθήσεται τοῖς ἐκλεκτοῖς φῶς καὶ χάρις, καὶ αὐτοὶ
κληρονομήσουσιν τὴν γῆν. τότε δοθήσεται πᾶσιν τοῖς ἐκλεκτοῖς σοφία, καὶ
πάντες οὗτοι ζήσονται, καὶ οὐ μὴ ἁμαρτήσονται ἔτι οὐ κατ’ ἀλήθειαν οὔτε
κατὰ ὑπερηφανίαν, καὶ ἔσται ἐν ἀνθρώπῳ πεφωτισμένῳ φῶς καὶ
ἀνθρώπῳ ἐπιστήμονι νόημα, καὶ οὐ μὴ πλημμελήσουσιν
9. οὐδὲ μὴ ἁμάρτωσιν πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς αὐτῶν, καὶ οὐ μὴ
ἀποθάνωσιν ἐν ὀργῇ θυμοῦ, ἀλλὰ τὸν ἀριθμὸν αὐτῶν ζωῆς ἡμερῶν
πληρώσουσιν, καὶ ἡ ζωὴ αὐτῶν αὐξηθήσεται ἐν εἰρήνῃ, καὶ τὰ ἔτη τῆς
χαρᾶς αὐτῶν πληθυνθήσεται ἐν ἀγαλλιάσει καὶ εἰρήνη αἰῶνος ἐν πάσαις
ταῖς ἡμέραις τῆς ζωῆς αὐτῶν.
VI
1. Καὶ ἐγένετο οὗ ἂν ἐπληθύνθησαν οἱ υἱοὶ τῶν ἀνθρώπων, ἐν ἐκείναις
ταῖς ἡμέραις ἐγεννήθησαν θυγατέρες ὡραῖαι καὶ καλαί.
2. καὶ ἐθεάσαντο αὐτὰς οἱ ἄγγελοι υἱοὶ οὐρανοῦ καὶ ἐπεθύμησαν αὐτάς,
καὶ εἶπαν πρὸς ἀλλήλους· Δεῦτε ἐκλεξώμεθα ἑαυτοῖς γυναῖκας ἀπὸ τῶν
ἀνθρώπων, καὶ γεννήσομεν ἑαυτοῖς τέκνα.
3. καὶ εἶπεν Σεμειαζᾶς πρὸς αὐτούς, ὃς ἦν ἄρχων αὐτῶν Φοβοῦμαι μὴ οὐ
θελήσετε ποιῆσαι τὸ πρᾶγμα τοῦτο, καὶ ἔσομαι ἐγὼ μόνος ὀφειλέτης
ἁμαρτίας μεγάλης.
4. ἀπεκρίθησαν οὖν αὐτῷ πάντες Ὀμόσωμεν ὅρκῳ πάντες καὶ
ἀναθεματίσωμεν πάντες ἀλλήλους μὴ ἀποστρέψαι τὴν γνώμην ταύτην,
μέχρις οὗ ἂν τελέσωμεν αὐτὴν καὶ ποιήσωμεν τὸ πρᾶγμα τοῦτο.
5. τότε ὄμοσαν πάντες ὁμοῦ καὶ ἀνεθεμάτισαν ἀλλήλους ἐν αὐτῷ ...
7. Καὶ ταῦτα τὰ ὀνόματα τῶν ἀρχόντων αὐτῶν· Σεμιαζά, οὗτος ἦν ἄρχων
αὐτῶν· Ἀραθάκ, Κιμβρά, Σαμμανή, Δανειήλ, Ἀρεαρώς, Σεμιήλ, Ἰωμειήλ,
Χωχαριήλ, Ἐζεκιήλ, Βατριήλ, Σαθιήλ, Ἀτριήλ, Ταμιήλ, Βαρακιήλ, Ἀνανθνά,
Θωνιήλ, Ῥαμιήλ, Ἀσέαλ, Ῥακειήλ, Τουριήλ.
8. οὗτοί εἰσιν ἀρχαὶ αὐτῶν οἱ [ἐπὶ] δέκα.
VII
1. Καὶ ἔλαβον ἑαυτοῖς γυναῖκας· ἕκαστος αὐτῶν ἐξελέξαντο ἑαυτοῖς
γυναῖκας, καὶ ἤρξαντο εἰσπορεύεσθαι πρὸς αὐτὰς καὶ μιαίνεσθαι ἐν

17
αὐταῖς· καὶ ἐδίδαξαν αὐτὰς φαρμακείας καὶ ἐπαοιδὰς καὶ ῥιζοτομίας, καὶ
τὰς βοτάνας ἐδήλωσαν αὐταῖς.
2. Αἱ δὲ ἐν γαστρὶ λαβοῦσαι ἐτέκοσαν γίγαντας μεγάλους ἐκ πηχῶν
τρισχιλίων,
3. οἵτινες κατησθίοσαν τοὺς κόπους τῶν ἀνθρώπων. ὡς δὲ οὐκ ἐδυνήθησαν
αὐτοῖς οἱ ἄνθρωποι ἐπιχορηγεῖν,
4. οἱ γίγαντες ἐτόλμησαν ἐπ’ αὐτούς, καὶ κατησθίοσαν τοὺς ἀνθρώπους.
5. καὶ ἤρξαντο ἁμαρτάνειν ἐν τοῖς πετεινοῖς καὶ τοῖς [θ]ηρίοις καὶ ἑρπετοῖς
καὶ τοῖς [ἰ]χθύσιν, καὶ ἀλλήλων τὰς σάρκας κατεσθίειν, καὶ τὸ αἷμα ἔπινον.
6. τότε ἡ γῆ ἐνέτυχεν κατὰ τῶν ἀνόμων.
VIII
1. Ἐδίδαξεν τοὺς ἀνθρώπους Ἀζαὴλ μαχαίρας ποιεῖν καὶ ὅπλα καὶ ἀσπίδας
καὶ θώρακας, διδάγματα ἀγγέλων, καὶ ὑπέδειξεν αὐτοῖς τὰ μέταλλα καὶ
τὴν ἐργασίαν αὐτῶν, καὶ ψέλια καὶ κόσμους καὶ στίβεις καὶ τὸ
καλλιβλέφαρον καὶ παντοίους λίθους ἐκλεκτοὺς καὶ τὰ βαφικά.
2. καὶ ἐγένετο ἀσέβεια πολλή, καὶ ἐπόρνευσαν καὶ ἀπεπλανήθησαν καὶ
ἠφανίσθησαν ἐν πάσαις ταῖς ὁδοῖς αὐτῶν.
3. Σεμιαζᾶς ἐδίδαξεν ἐπα[ο]ιδὰς καὶ ῥιζοτομίας· Ἀρμαρὼς ἐπαοιδῶν
λυτήριον· Βαρακιὴλ ἀστρολογίας· Χωχιὴλ τὰ σημειωτικά· Σαθιὴλ
ἀστεροσκοπίαν· Σεριὴλ σεληναγωγίας.
4. τῶν οὖν ἀνθρώπων ἀπολλυμένων ἡ βο[ὴ] εἰς οὐρανοὺς ἀνέβη.
IX
1. Τότε παρ[α]κύψαντες Μιχαὴλ καὶ Οὐ[ρι]ὴλ καὶ Ῥαφαὴλ καὶ Γαβριή[λ],
οὗτοι ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἐθεάς[αν]το αἶμα πολὺ ἐκχυννόμεν[ον] ἐπὶ τῆς γῆς·
2. καὶ εἶπαν πρὸ[ς] ἀλλήλους φωνὴ βοώντω[ν] ἐπὶ τῆς γῆς μέχρι πυλῶν
τοῦ οὐρανοῦ.
3. ἐντυγχάνουσιν αἱ ψυχαὶ τῶν ἀνθρώπων λεγόντων Εἰσαγάγετε τὴν
κρίσιν ἡμῶν πρὸς τὸν ὕψιστ[ον].
4. Καὶ εἶπα[ν] τῷ κυρίῳ Σὺ εἶ κύριος τῶν κυρίων καὶ ὁ θεὸς τῶν θεῶν καὶ
βασιλεὺς τῶν αἰώνων· ὁ θρόνος τῆς δόξης σου εἰς πάσας τὰς γενεὰς τοῦ
αἰῶνος, καὶ τὸ ὄνομά σου τὸ ἅγιον καὶ μέγα καὶ εὐλογητὸν εἰς πάντας τοὺς
αἰῶνας.
5. σὺ γὰρ ἐποίησας τὰ πάντα, καὶ πᾶσαν τὴν ἐξουσίαν ἔχων, καὶ πάντα
ἐνώπιόν σου φανερὰ καὶ ἀκάλυπτα.
6. καὶ πάντα σὺ ὁρᾷς ἃ ἐποίησεν Ἀζαήλ, ὃς ἐδίδαξεν πάσας τὰς ἀδικίας ἐπὶ
τῆς γῆς καὶ ἐδήλωσεν τὰ μυστήρια τοῦ αἰῶνος τὰ ἐν τῷ οὐρανῷ ἃ
ἐπιτηδεύουσιν [καὶ] ἔγνωσαν ἄνθρωποι,
7. καὶ Σεμιαζᾶς, ᾧ τὴν ἐξουσίαν ἔδωκας ἄρχειν τῶν σὺν αὐτῷ ἅμα ὄντων.
8. καὶ ἐπορεύθησαν πρὸς τὰς θυγατέρας τῶν ἀνθρώπων τῆς γῆς καὶ
συνεκοιμήθησαν αὐταῖς καὶ ἐμιάνθησαν, καὶ ἐδήλωσαν αὐταῖς πάσας τὰς
ἁμαρτίας.
9. καὶ αἱ γυναῖκες ἐγέννησαν τιτᾶνας, ὑφ’ ὧν ὅλη ἡ γῆ ἐπλήσθη αἵματος
καὶ ἀδικίας.
10. καὶ νῦν ἰδοὺ βοῶσιν αἱ ψυχαὶ τῶν τετελευτηκότων καὶ ἐντυγχάνουσιν
μέχρι τῶν πυλῶν τοῦ οὐρανοῦ, καὶ ἀνέβη ὁ στεναγμὸς αὐτῶν καὶ οὐ
δύναται ἐξελθεῖν ἀπὸ προσώπου τῶν ἐπὶ τῆς γῆς γινομένων ἀνομημάτων.
11. καὶ σὺ πάντα οἶδας πρὸ τοῦ αὐτὰ γενέσθαι, καὶ σὺ ὁρᾷς ταῦτα καὶ ἐᾷς
αὐτούς, καὶ οὐδὲ ἡμῖν λέγεις τί δεῖ ποιεῖν αὐτοὺς περὶ τούτων.
X
1. Τότε Ὕψιστος εἶπεν περὶ τούτων, ὁ μέγας Ἅγιος, καὶ ἐλάλησεν καὶ εἶπεν

18
καὶ ἔπεμψεν Ἰστραὴλ πρὸς τὸν υἱὸν Λέμεχ
2. Εἶπον αὐτῷ ἐπὶ τῷ ἐμῷ ὀνόματι Κρύψον σεαυτόν, καὶ δήλωσον αὐτῷ
τέλος ἐπερχόμενον, ὅτι ἡ γῆ ἀπόλλυται πᾶσα, καὶ κατακλυσμὸς μέλλει
γίνεσθαι πάσης τῆς γῆς καὶ ἀπολέσει πάντα ὅσα ἐστὶν [ἐν] αὐτῇ.
3. καὶ δίδαξον αὐτὸν ὅπως ἐκφύγῃ, καὶ μενεῖ τὸ σπέρμα αὐτοῦ εἰς πάσας
τὰς γενεὰς τοῦ αἰῶνος.
4. Καὶ τῷ Ῥαφαὴλ εἶπεν Δῆσον τὸν Ἀζαὴλ ποσὶν καὶ χερσίν, καὶ βάλε
αὐτὸν εἰς τὸ σκότος, καὶ ἄνοιξον τὴν ἔρημον τὴν οὖσαν ἐν τῷ Δαδουὴλ
κἀκεῖ βάλε αὐτόν,
5. καὶ ὑπόθες αὐτῷ λίθους τραχεῖς καὶ ὀξεῖς καὶ ἐπικάλυψον αὐτῷ τὸ
σκότος. καὶ οἰκησάτω ἐκεῖ εἰς τοὺς αἰῶνας, καὶ τὴν ὄψιν αὐτοῦ πώμασον
καὶ φῶς μὴ θεωρείτω·
6. καὶ ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς μεγάλης τῆς κρίσεως ἀπαχθήσεται εἰς τὸν
ἐνπυρισμόν.
7. καὶ ἰαθήσεται ἡ γῆ, ἣν ἠφάνισαν οἱ ἄγγελοι, καὶ τὴν ἴασιν τῆς γῆς
δήλωσον, ἵνα ἰάσωνται τὴν πληγήν, ἵνα μὴ ἀπόλωνται πάντες οἱ υἱοὶ τῶν
ἀνθρώπων ἐν τῷ μυστηρίῳ ὅλῳ ᾧ ἐπέταξαν οἱ ἐγρήγοροι καὶ ἐδίδαξαν
τοὺς υἱοὺς αὐτῶν,
8. καὶ ἠρημώθη πᾶσα ἡ γῆ ἀφανισθεῖσα ἐν τοῖς ἔργοις τῆς διδασκαλίας
Ἀζαήλ· καὶ ἐπ’ αὐτῷ γράψον τὰς ἁμαρτίας πάσας.
9. Καὶ τῷ Γαβριὴλ εἶπεν ὁ κύριος Πορεύου ἐπὶ τοὺς μαζηρέους, ἐπὶ τοὺς
κιβδήλους καὶ τοὺς υἱοὺς τῆς πορνείας, καὶ ἀπόλεσον τοὺς υἱοὺς τῶν
ἐγρηγόρων ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων· πέμψον αὐτοὺς ἐν πολέμῳ ἀπωλείας.
μακρότης γὰρ ἡμερῶν οὐκ ἔστιν αὐτῶν
10. καὶ πᾶσα ἐρώτησις [οὐκ] ἔσται τοῖς πατράσιν αὐτῶν καὶ περὶ αὐτῶν, ὅτι
ἐλπίζουσιν ζῆσαι ζωὴν αἰώνιον, καὶ ὅτι ζήσεται ἕκαστος αὐτῶν ἔτη
πεντακόσια.
11. Καὶ εἶπεν Μιχαήλ Πορεύου καὶ δήλωσον Σεμιαζᾷ καὶ τοῖς λοιποῖς τοῖς
σὺν αὐτῷ ταῖς γυναιξὶν μιγεῖσιν, μιανθῆναι ἐν αὐταῖς ἐν ἀκαθαρσίᾳ
αὐτῶν·
12. καὶ ὅταν κατασφαγῶσιν οἱ υἱοὶ αὐτῶν καὶ ἴδωσιν τὴν ἀπώλειαν τῶν
ἀγαπητῶν, καὶ δῆσον αὐτοὺς ἑβδομήκοντα γενεὰς εἰς τὰς νάπας τῆς γῆς
μέχρι ἡμέρας κρίσεως αὐτῶν καὶ συντελεσμοῦ, ἕως τελεσθῇ τὸ κρίμα τοῦ
αἰῶνος τῶν αἰώνων.
13. τότε ἀπαχθήσονται εἰς τὸ χάος τοῦ πυρὸς καὶ εἰς τὴν βάσανον καὶ εἰς
τὸ δεσμωτήριον συνκλείσεως αἰῶνος.
14. καὶ ὃς ἂν κατακαυθῇ καὶ ἀφανισθῆ ἀπὸ τοῦ νῦν, μετ’ αὐτῶν ὁμοῦ
δεθήσονται μέχρι τελειώσεως γενεᾶς.
15. ἀπόλεσον πάντα τὰ πνεύματα τῶν κιβδήλων καὶ τοὺς υἱοὺς τῶν
ἐγρηγόρων διὰ τὸ ἀδικῆσαι τοὺς ἀνθρώπους.
16. καὶ ἀπόλεσον τὴν ἀδικίαν πᾶσαν ἀπὸ τῆς γῆς, καὶ πᾶν ἔργον πονηρίας
ἐκλειπέτω, καὶ ἀναφανήτω τὸ φυτὸν τῆς δικαιοσύνης καὶ τῆς ἀληθείας εἰς
τοὺς αἰῶνας· μετὰ χαρᾶς φυτευθήσεται.
17. Καὶ νῦν πάντες οἱ δίκαιοι ἐκφεύξονται, καὶ ἔσονται ζῶντες ἕως
γεννήσωσιν χιλιάδας, καὶ πᾶσαι αἱ ἡμέραι νεότητος αὐτῶν, καὶ τὰ
σάββατα αὐτῶν μετὰ εἰρήνης πληρώσουσιν.
18. τότε ἐργασθήσεται πᾶσα ἡ γῆ ἐν δικαιοσύνῃ καὶ φυτευθήσεται δένδρον
ἐν αὐτῇ, καὶ πλησθήσεται εὐλογίας.
19. καὶ πάντα τὰ δένδρα τῆς γῆς ἀγαλλιάσονται· φυτευθήσεται, καὶ
ἔσονται φυτεύοντες ἀμπέλους, καὶ ἡ ἄμπελος ἣν ἂν φυτεύσωσιν,

19
ποιήσουσιν πρόχους οἴνου χιλιάδας καὶ σπόρου ποιήσει καθ’ ἕκαστον
μέτρον, ἐλαίας ποιήσει ἀνὰ βάτους δέκα.
20. καὶ σὺ καθάρισον τὴν γῆν ἀπὸ πάσης ἀκαθαρσίας καὶ ἀπὸ πάσης
ἀδικίας καὶ ἀπὸ πάσης ἁμαρτίας καὶ ἀσεβείας, καὶ πάσας τὰς ἀκαθαρσίας
τὰς γινομένας ἐπὶ τῆς γῆς ἐξάλειψον.
21. καὶ ἔσονται πάντες λατρεύοντες οἱ λαοὶ καὶ εὐλογοῦντες πάντες ἐμοὶ
καὶ προσκυνοῦντες.
22. καὶ καθαρισθήσεται πᾶσα ἡ γῆ ἀπὸ παντὸς μιάσματος καὶ ἀπὸ πάσης
ἀκαθαρσίας καὶ ὀργῆς καὶ μάστιγος, καὶ οὐκέτι πέμψω ἐπ’ αὐτοὺς εἰς
πάσας τὰς γενεὰς τοῦ αἰῶνος.
XI
1. καὶ τότε ἀνοίξω τὰ ταμεῖα τῆς εὐλογίας τὰ ὄντα ἐν τῷ οὐρανῷ, καὶ
κατενεγκεῖν αὐτὰ ἐπὶ τὰ ἔργα, ἐπὶ τὸν κόπον τῶν υἱῶν τῶν ἀνθρώπων.
2. καὶ τότε ἀλήθεια καὶ εἰρήνη κοινωνήσουσιν ὁμοῦ εἰς πάσας τὰς ἡμέρας
τοῦ αἰῶνος καὶ εἰς πάσας τὰς γενεὰς τῶν ἀνθρώπων.
XII
1. Πρὸ τούτων τῶν λόγων ἐλήμφθη Ἑνώχ, καὶ οὐδεὶς τῶν ἀνθρώπων ἔγνω
ποῦ ἐλήμφθη καὶ ποῦ ἐστιν καὶ τί ἐγένετο αὐτῷ.
2. καὶ τὰ ἔργα αὐτοῦ μετὰ τῶν ἐγρηγόρων, καὶ μετὰ τῶν ἁγίων αἱ ἡμέραι
αὐτοῦ.
3. Καὶ ἑστὼς ἤμην Ἑνὼχ εὐλογῶν τῷ κυρίῳ τῆς μεγαλωσύνης, τῷ βασιλεῖ
τῶν αἰώνων. καὶ ἰδοὺ οἱ ἐγρήγοροι τοῦ ἁγίου τοῦ μεγάλου ἐκάλουν με·
4. Ἑνώχ, ὁ γραμματεὺς τῆς δικαιοσύνης, πορεύου καὶ εἶπε τοῖς ἐγρηγόροις
τοῦ οὐρανοῦ οἵτινες ἀπολιπόντες τὸν οὐρανὸν τὸν ὑψηλόν, τὸ ἁγίασμα τῆς
στάσεως τοῦ αἰῶνος, μετὰ τῶν γυναικῶν ἐμιάνθησαν, καὶ ὥσπερ οἱ υἱοὶ
τῆς γῆς ποιοῦσιν, οὕτως καὶ αὐτοὶ ποιοῦσιν, καὶ ἔλαβον ἑαυτοῖς γυναῖκας.
Ἀφανισμὸν μέγαν ἠφανίσατε τὴν γῆν,
5. καὶ οὐκ ἔσται ὑμῖν εἰρήνη οὔτε ἄφεσις. καὶ περὶ ὧν χαίρουσιν τῶν υἱῶν
αὐτῶν,
6. τὸν φόνον τῶν ἀγαπητῶν αὐτῶν ὄψονται, καὶ ἐπὶ τῇ ἀπωλείᾳ τῶν υἱῶν
αὐτῶν στενάξουσιν καὶ δεηθήσονται εἰς τὸν αἰῶνα, καὶ οὐκ αὐτοῖς ἔσται
εἰς ἔλεον καὶ εἰρήνην.
XIII
1. Ὁ δὲ Ἑνὼχ τῷ Ἀζαὴλ εἶπεν Πορεύου· οὐκ ἔσται σοι εἰρήνη. κρίμα μέγα
ἐξῆλθεν κατὰ σοῦ δῆσαί σε,
2. καὶ ἀνοχὴ καὶ ἐρώτησίς σοι οὐκ ἔσται περὶ ὧν ἔδειξας ἀδικημάτων καὶ
περὶ πάντων τῶν ἔργων τῶν ἀσεβειῶν καὶ τῆς ἀδικίας καὶ τῆς ἁμαρτίας,
ὅσα ὑπέδειξας τοῖς ἀνθρώποις.
3. Τότε πορευθεὶς εἴρηκα πᾶσιν αὐτοῖς, καὶ αὐτοὶ πάντες ἐφοβήθησαν, καὶ
ἔλαβεν αὐτοὺς τρόμος καὶ φόβος.
4. καὶ ἠρώτησαν ὅπως γράψω αὐτοῖς ὑπομνήματα ἐρωτήσεως ἵνα γένηται
αὐτοῖς ἄφεσις, καὶ ἵνα ἐγὼ ἀναγνῶ αὐτοῖς τὸ ὑπόμνημα τῆς ἐρωτήσεως
ἐνώπιον Κυρίου τοῦ οὐρανοῦ,
5. ὅτι αὐτοὶ οὐκ ἔτι δύνανται λαλῆσαι, οὐδὲ ἀπᾶραι αὐτῶν τοὺς ὀφθαλμοὺς
εἰς τὸν οὐρανὸν ἀπὸ αἰσχύνης περὶ ὧν ἡμαρτήκεισαν καὶ κατεκρίθησαν.
6. Τότε ἔγραψα τὸ ὑπόμνημα τῆς ἐρωτήσεως αὐτῶν καὶ τὰς δεήσεις περὶ
τῶν πνευμάτων αὐτῶν καὶ περὶ ὧν δέονται, ὅπως αὐτῶν γένωνται ἄφεσις
καὶ μακρότης.
7. καὶ πορευθεὶς ἐκάθισα ἐπὶ τῶν ὑδάτων Δὰν ἐν γῇ Δάν, ἥτις ἐστὶν ἐκ
δεξιῶν Ἑρμωνειεὶμ δύσεως· ἀνεγίγνωσκον τὸ ὑπόμνημα τῶν δεήσεων

20
αὐτῶν.
8. ὡς ἐκοιμήθην, καὶ ἰδοὺ ὄνειροι ἐπ’ ἐμὲ ἦλθον καὶ ὁράσεις ἐπ’ ἐμὲ
ἐπέπιπτον, καὶ ἴδον ὁράσεις ὀργῆς, καὶ ἦλθεν φωνὴ λέγουσα Εἶπον τοῖς
υἱοῖς τοῦ οὐρανοῦ τοῦ ἐλέγξαι αὐτούς.
9. Καὶ ἔξυπνος γενόμενος ἦλθον πρὸς αὐτούς, καὶ πάντες συνηγμένοι
ἐκάθηντο πενθοῦντες ἐν Ἐβελσατά, ἥτις ἐστὶν ἀνὰ μέσον τοῦ Λιβάνου καὶ
Σενισήλ, περικεκαλυμμένοι τὴν ὄψιν.
10. ἐνώπιον αὐτῶν καὶ ἀνήγγειλα αὐτοῖς πάσας τὰς ὁράσεις ἃς εἶδον κατὰ
τοὺς ὕπνους, καὶ ἠρξάμην λαλεῖν τοὺς λόγους τῆς δικαιοσύνης, ἐλέγχων
τοὺς ἐγρηγόρους τοῦ οὐρανοῦ.
XIV
1. Βίβλος λόγων δικαιοσύνης καὶ ἐλέγξεως ἐγρηγόρων τῶν ἀπὸ τοῦ
αἰῶνος, κατὰ τὴν ἐντολὴν τοῦ ἁγίου τοῦ μεγάλου ἐν ταύτῃ τῇ ὁράσει.
2. Ἐγὼ εἶδον κατὰ τοὺς ὕπνους μου ὃ νῦν λέγω ἐν γλώσσῃ σαρκίνῃ ἐν τῷ
πνεύματι τοῦ στόματός μου, ὃ ἔδωκεν ὁ μέγας τοῖς ἀνθρώποις λαλεῖν ἐν
αὐτοῖς καὶ νοήσει καρδίας·
3. ὃς ἔκτισεν καὶ ἔδωκεν ἐλέγξασθαι ἐγρηγόρους τοὺς υἱοὺς τοῦ οὐρανοῦ.
4. Ἐγὼ τὴν ἐρώτησιν ὑμῶν τῶν ἀγγέλων ἔγραψα, καὶ ἐν τῇ ὁράσει μου
τοῦτο ἐδείχθη· καὶ οὔτε ἡ ἐρώτησις ὑμῶν παρεδέχθη,
5. ἵνα μηκέτι εἰς τὸν οὐρανὸν ἀναβῆτε ἐπὶ πάντας τοὺς αἰῶνας, καὶ ἐν τοῖς
δεσμοῖς τῆς γῆς ἐρρέθη δῆσαι ὑμᾶς εἰς πάσας τὰς γενεὰς τοῦ αἰῶνος,
6. καὶ ἵνα περὶ τούτων ἴδητε τὴν ἀπώλειαν τῶν υἱῶν ὑμῶν τῶν ἀγαπητῶν,
καὶ ὅτι οὐκ ἔσται ὑμῖν ὄνησις αὐτῶν, ἀλλὰ πεσοῦνται ἐνώπιον ὑμῶν ἐν
μαχαίρᾳ.
7. καὶ ἡ ἐρώτησις ὑμῶν περὶ αὐτῶν οὐκ ἔσται οὐδὲ περὶ ὑμῶν· καὶ ὑμεῖς
κλαίοντες καὶ δεόμενοι καὶ μὴ λαλοῦντες πᾶν ῥῆμα ἀπὸ τῆς γραφῆς ἧς
ἔγραψα.
8. Καὶ ἐμοὶ ἐφ’ ὁράσει οὕτως ἐδείχθη· ἰδοὺ νεφέλαι ἐν τῇ ὁράσει ἐκάλουν
καὶ ὁμίχλαι με ἐφώνουν, καὶ διαδρομαὶ τῶν ἀστέρων καὶ διαστραπαί με
κατεσπούδαζον καὶ ἐθορύβαζόν με, καὶ ἄνεμοι ἐν τῇ ὁράσει μου
ἐξεπέτασάν με
9. καὶ ἐπῆράν με ἄνω καὶ εἰσήνεγκάν με εἰς τὸν οὐρανόν, καὶ εἰσῆλθον
μέχρις ἤγγισα τείχους οἰκοδομῆς ἐν λίθοις χαλάζης καὶ γλώσσης πυρὸς
κύκλῳ αὐτῶν· καὶ ἤρξαντο ἐκφοβεῖν με.
10. Καὶ εἰσῆλθον εἰς τὰς γλώσσας τοῦ πυρός, καὶ ἤγγισα εἰς οἶκον μέγαν
οἰκοδομημένον ἐν λίθοις χαλάζης, καὶ οἱ τοῖχοι τοῦ οἴκου ὡς λιθόπλακες,
καὶ πᾶσαι ἦσαν ἐκ χιόνος, καὶ ἐδάφη χιονικά,
11. καὶ αἱ στέγαι ὡς διαδρομαὶ ἀστέρων καὶ ἀστραπαί, καὶ μεταξὺ αὐτῶν
χερουβὶν πύρινα, καὶ οὐρανὸς αὐτῶν ὕδωρ,
12. καὶ πῦρ φλεγόμενον κύκλῳ τῶν τειχῶν, καὶ θύραι πυρὶ καιόμεναι.
13. εἰσῆλθον εἰς τὸν οἶκον ἐκεῖνον, θερμὸν ὡς πῦρ καὶ ψυχρὸν ὡς χιών, καὶ
πᾶσα τροφὴ ζωῆς οὐκ ἦν ἐν αὐτῷ· φόβος με ἐκάλυψεν καὶ τρόμος με
ἔλαβεν.
14. καὶ ἤμην σειόμενος καὶ τρέμων, καὶ ἔπεσον. ἐθεώρουν ἐν τῇ ὁράσει
μου,
15. καὶ ἰδοὺ ἄλλη θύρα ἀνεῳγμένη κατέναντί μου, καὶ ὁ οἶκος μείζων
τούτου, καὶ ὅλος οἰκοδομημένος ἐν γλώσσαις πυρός,
16. καὶ ὅλος διαφέρων ἐν δόξῃ καὶ ἐν τιμῇ καὶ ἐν μεγαλωσύνῃ, ὥστε μὴ
δύνασθαί με ἐξειπεῖν ὑμῖν περὶ τῆς δόξης καὶ περὶ τῆς μεγαλωσύνης
αὐτοῦ.

21
17. τὸ ἔδαφος αὐτοῦ ἦν πυρός, τὸ δὲ ἀνώτερον αὐτοῦ ἦσαν ἀστραπαὶ καὶ
διαδρομαὶ ἀστέρων, καὶ ἡ στέγη αὐτοῦ ἦν πῦρ φλέγον.
18. Ἐθεώρουν δὲ καὶ εἶδον θρόνον ὑψηλόν, καὶ τὸ εἶδος αὐτοῦ ὡσεὶ
κρυστάλλινον, καὶ τροχὸς ὡς ἡλίου λάμποντος καὶ ὄρος χερουβίν.
19. καὶ ὑποκάτω τοῦ θρόνου ἐξεπορεύοντο ποταμοὶ πυρὸς φλεγόμενοι, καὶ
οὐκ ἐδυνάσθην ἰδεῖν.
20. καὶ ἡ δόξα ἡ μεγάλη ἐκάθητο ἐπ’ αὐτῷ· τὸ περιβόλαιον αὐτοῦ ὡς εἶδος
ἡλίου, λαμπρότερον καὶ λευκότερον πάσης χιόνος.
21. καὶ οὐκ ἐδύνατο πᾶς ἄγγελος παρελθεῖν εἰς τὸν οἶκον τοῦτον καὶ ἰδεῖν
τὸ πρόσωπον αὐτοῦ διὰ τὸ ἔντιμον καὶ ἔνδοξον, καὶ οὐκ ἐδύνατο πᾶσα
σὰρξ ἰδεῖν αὐτοῦ
22. τὸ πῦρ φλεγόμενον κύκλῳ· καὶ πῦρ μέγα παρειστήκει αὐτῷ, καὶ οὐδεὶς
ἐγγίζει αὐτῷ. κύκλῳ μυρίαι μυριάδες ἑστήκασιν ἐνώπιον αὐτοῦ, καὶ πᾶς
λόγος αὐτοῦ ἔργον.
23. καὶ οἱ ἅγιοι τῶν ἀγγέλων οἱ ἐγγίζοντες αὐτῷ οὐκ ἀποχωροῦσιν νυκτὸς
οὔτε ἀφίστανται αὐτοῦ.
24. Κἀγὼ ἤμην ἕως τούτου ἐπὶ πρόσωπόν μου βεβλημένος καὶ τρέμων, καὶ
ὁ κύριος τῷ στόματι αὐτοῦ ἐκάλεσέν με καὶ εἶπέν μοι, Πρόσελθε ὧδε,
Ἑνώχ, καὶ τὸν λόγον μου ἄκουσον.
25. καὶ προσελθών μοι εἷς τῶν ἁγίων ἤγειρέν με καὶ ἔστησέν με, καὶ
προσήγαγέν με μέχρι τῆς θύρας· ἐγὼ δὲ τὸ πρόσωπόν μου κάτω ἔκυφον.
XV
1. Καὶ ἀποκριθεὶς εἶπέν μοι, Ὁ ἄνθρωπος ὁ ἀληθινός, ἄνθρωπος τῆς
ἀληθείας, ὁ γραμματεύς· καὶ τῆς φωνῆς αὐτοῦ ἤκουσα· μὴ φοβηθῇς, Ἑνώχ,
ἄνθρωπος ἀληθινὸς καὶ γραμματεὺς τῆς ἀληθείας· πρόσελθε ὧδε, καὶ τῆς
φωνῆς μου ἄκουσον.
2. πορεύθητι καὶ εἶπε τοῖς πέμψασίν σε, Ἐρωτῆσαι ὑμᾶς ἔδει περὶ τῶν
ἀνθρώπων, καὶ μὴ τοὺς ἀνθρώπους περὶ ὑμῶν.
3. διὰ τί ἀπελίπετε τὸν οὐρανὸν τὸν ὑψηλὸν τὸν ἅγιον τοῦ αἰῶνος, καὶ
μετὰ τῶν γυναικῶν ἐκοιμήθητε καὶ μετὰ τῶν θυγατέρων τῶν ἀνθρώπων
ἐμιάνθητε καὶ ἐλάβετε ἑαυτοῖς γυναῖκας; ὥσπερ υἱοὶ τῆς γῆς ἐποιήσατε
καὶ ἐγεννήσατε ἑαυτοῖς τέκνα, υἱοὺς γίγαντας.
4. καὶ ὑμεῖς ἦτε ἅγιοι καὶ πνεύματα ζῶντα αἰώνια ἐν τῷ αἵματι τῶν
γυναικῶν ἐμιάνθητε, καὶ ἐν αἵματι σαρκὸς ἐγεννήσατε καὶ ἐν αἵματι
ἀνθρώπων ἐπεθυμήσατε. καθὼς καὶ αὐτοὶ ποιοῦσιν σάρκα καὶ αἷμα,
οἵτινες ἀποθνήσκουσιν καὶ ἀπόλλυνται.
5. διὰ τοῦτο ἔδωκα αὐτοῖς θηλείας, ἵνα σπερματίζουσιν εἰς αὐτὰς καὶ
τεκνώσουσιν ἐν αὐταῖς τέκνα οὕτως, ἵνα μὴ ἐκλείπῃ αὐτοῖς πᾶν ἔργον ἐπὶ
τῆς γῆς.
6. ὑμεῖς δὲ ὑπήρχετε πνεύματα ζῶντα αἰώνια καὶ οὐκ ἀποθνήσκοντα εἰς
πάσας τὰς γενεὰς τοῦ αἰῶνος.
7. καὶ διὰ τοῦτο οὐκ ἐποίησα ἐν ὑμῖν θηλείας· τὰ πνεύματα τοῦ οὐρανοῦ, ἐν
τῷ οὐρανῷ ἡ κατοίκησις αὐτῶν.
8. καὶ νῦν οἱ γίγαντες οἱ γεννηθέντες ἀπὸ τῶν πνευμάτων καὶ σαρκὸς
πνεύματα ἰσχυρὰ ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ ἐν τῇ γῇ ἡ κατοίκησις αὐτῶν ἔσται.
9. πνεύματα πονηρὰ ἐξῆλθον ἀπὸ τοῦ σώματος αὐτῶν, διότι ἀπὸ τῶν
ἀνωτέρων ἐγένοντο, καὶ ἐκ τῶν ἁγίων ἐγρηγόρων ἡ ἀρχὴ τῆς κτίσεως
αὐτῶν καὶ ἀρχὴ θεμελίου· πνεύματα πονηρὰ κληθήσεται.
10. πνεύματα οὐρανοῦ, ἐν τῷ οὐρανῷ ἡ κατοίκησις αὐτῶν ἔσται καὶ τὰ
πνεύματα ἐπὶ τῆς γῆς τὰ γεννηθέντα, ἐπὶ τῆς γῆς ἡ κατοίκησις αὐτῶν

22
ἔσται.
11. καὶ τὰ πνεύματα τῶν γιγάντων νεφέλας ἀδικοῦντα, ἀφανίζοντα καὶ
ἐνπίπτοντα καὶ συνπαλαίοντα καὶ συνρίπτοντα ἐπὶ τῆς γῆς, πνεύματα
σκληρὰ γιγάντων, καὶ δρόμους ποιοῦντα καὶ μηδὲν ἐσθίοντα, ἀλλ’
ἀσιτοῦντα καὶ διψῶντα καὶ προσκόπτοντα πνεύματα.
12. καὶ ἐξαναστήσει ταῦτα εἰς τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων καὶ τῶν
γυναικῶν, ὅτι ἐξεληλύθασιν ἀπ’ αὐτῶν,
XVI
1. ἀπὸ ἡμέρας σφαγῆς καὶ ἀπωλείας καὶ θανάτου, ἀφ’ ὧν τὰ πνεύματα
ἐκπορευόμενα ἐκ τῆς ψυχῆς τῆς σαρκὸς αὐτῶν ἔσται ἀφανίζοντα χωρὶς
κρίσεως· οὕτως ἀφανίσουσιν μέχρις ἡμέρας τελειώσεως, τῆς κρίσεως τῆς
μεγάλης, ἐν ᾗ ὁ αἰὼν ὁ μέγας τελεσθήσεται.
2. καὶ νῦν ἐγρηγόροις τοῖς πέμψασίν σε ἐρωτῆσαι περὶ αὐτῶν, οἵτινες ἐν
οὐρανῷ ἦσαν.
3. Ὑμεῖς ἐν τῷ οὐρανῷ ἦτε, καὶ πᾶν μυστήριον ὃ οὐκ ἀνεκαλύφθη ὑμῖν καὶ
μυστήριον τὸ ἐκ τοῦ θεοῦ γεγενημένον ἔγνωτε, καὶ τοῦτο ἐμηνύσατε ταῖς
γυναιξὶν ἐν ταῖς σκληροκαρδίαις ὑμῶν, καὶ ἐν τῷ μυστηρίῳ τούτῳ
πληθύνουσιν αἱ θήλειαι καὶ οἱ ἄνθρωποι τὰ κακὰ ἐπὶ τῆς γῆς.
4. εἶπον οὖν αὐτοῖς Οὐκ ἔστιν εἰρήνη.
XVII
1. Καὶ παραλαβόντες με εἴς τινα τόπον ἀπήγαγον, ἐν ᾧ οἱ ὄντες ἐκεῖ
γίνονται ὡς πῦρ φλέγον καὶ, ὅταν θέλωσιν, φαίνονται ὡσεὶ ἄνθρωποι.
2. Καὶ ἀπήγαγόν με εἰς ζοφώδη τόπον καὶ εἰς ὄρος οὗ ἡ κεφαλὴ ἀφικνεῖτο
εἰς τὸν οὐρανόν.
3. καὶ εἶδον τόπον τῶν φωστήρων καὶ τοὺς θησαυροὺς τῶν ἀστέρων καὶ
τῶν βροντῶν, καὶ εἰς τὰ ἀεροβαθῆ, ὅπου τόξον πυρὸς καὶ τὰ βέλη καὶ τὰς
θήκας αὐτῶν καὶ τὰς ἀστραπὰς πάσας.
4. Καὶ ἀπήγαγόν με μέχρι ὑδάτων καὶ μέχρι πυρὸς δύσεως, ὅ ἐστιν καὶ
παρέχον πάσας τὰς δύσεις τοῦ ἡλίου.
5. καὶ ἤλθομεν μέχρι ποταμοῦ πυρός, ἐν ᾧ κατατρέχει τὸ πῦρ ὡς ὕδωρ καὶ
ῥέει εἰς θάλασσαν μεγάλην δύσεως.
6. ἴδον τοὺς μεγάλους ποταμούς, καὶ μέχρι τοῦ μεγάλου ποταμοῦ καὶ μέχρι
τοῦ μεγάλου σκότους κατήντησα, καὶ ἀπῆλθον ὅπου πᾶσα σὰρξ οὐ
περιπατεῖ.
7. ἴδον τοὺς ἀνέμους τῶν γνόφων τοὺς χειμερινοὺς καὶ τὴν ἔκχυσιν τῆς
ἀβύσσου πάντων ὑδάτων.
8. ἴδον τὸ στόμα τῆς γῆς πάντων τῶν ποταμῶν καὶ τὸ στόμα τῆς ἀβύσσου.
XVIII
1. ἴδον τοὺς θησαυροὺς τῶν ἀνέμων πάντων, ἴδον ὅτι ἐν αὐτοῖς ἐκόσμησεν
πάσας τὰς κτίσεις καὶ τὸν θεμέλιον τῆς γῆς, καὶ τὸν λίθον ἴδον τῆς γωνίας
τῆς γῆς.
2. ἴδον τοὺς τέσσαρας ἀνέμους τὴν γῆν βαστάζοντας,
3. καὶ τὸ στερέωμα τοῦ οὐρανοῦ, καὶ αὐτοὶ ἱστᾶσιν μεταξὺ γῆς καὶ
οὐρανοῦ.
4. ἴδον ἀνέμους τῶν οὐρανῶν στρέφοντας καὶ διανεύοντας τὸν τροχὸν τοῦ
ἡλίου, καὶ πάντας τοὺς ἀστέρας.
5. ἴδον τοὺς ἐπὶ τῆς γῆς ἀνέμους βαστάζοντας ἐν νεφέλῃ. ἴδον πέρατα τῆς
γῆς, τὸ στήριγμα τοῦ οὐρανοῦ ἐπάνω.
6. Παρῆλθον καὶ ἴδον τόπον καιόμενον νυκτὸς καὶ ἡμέρας, ὅπου τὰ ἑπτὰ
ὄρη ἀπὸ λίθων πολυτελῶν, [τρία] εἰς ἀνατολὰς καὶ τρία εἰς νότον

23
βάλλοντα.
7. καὶ τὰ μὲν πρὸς ἀνατολὰς ἀπὸ λίθου χρώματος, τὸ δὲ ἦν. ἀπὸ λίθου
μαργαρίτου, καὶ τὸ ἀπὸ λίθου ταθέν, τὸ δὲ κατὰ νότον ἀπὸ λίθου πυρροῦ·
8. τὸ δὲ μέσον αὐτῶν ἦν εἰς οὐρανόν, ὥσπερ θρόνος θεοῦ ἀπὸ λίθου φουκά,
καὶ ἡ κορυφὴ τοῦ θρόνου ἀπὸ λίθου σαφφείρου·
9. καὶ πῦρ καιόμενον ἴδον. κἀπέκεινα τῶν ὀρέων τούτων
10. τόπος ἐστὶν πέρας τῆς μεγάλης γῆς· ἐκεῖ συντελεσθήσονται οἱ οὐρανοί.
11. καὶ ἴδον χάσμα μέγα εἰς τοὺς στύλους τοῦ πυρὸς καταβαίνοντας καὶ
οὐκ ἦν μέτρον οὔτε εἰς βάθος οὔτε εἰς ὕψος.
12. καὶ ἐπέκεινα τοῦ χάσματος τούτου ἴδον τόπον ὅπου οὐδὲ στερέωμα
οὐρανοῦ ἐπάνω, οὔτε γῆ ᾖ τεθεμελιωμένη ὑποκάτω αὐτοῦ, οὔτε ὕδωρ ἦν
ὑπὸ αὐτὸ οὔτε πετεινόν, ἀλλὰ τόπος ἦν ἔρημος καὶ φοβερός.
13. ἐκεῖ ἴδον ἑπτὰ ἀστέρας ὡς ὄρη μεγάλα καιόμενα, περὶ ὧν
πυνθανομένῳ μοι
14. εἶπεν ὁ ἄγγελος Οὗτός ἐστιν ὁ τόπος τὸ τέλος τοῦ οὐρανοῦ καὶ γῆς·
δεσμωτήριον τοῦτο ἐγένετο τοῖς ἄστροις καὶ ταῖς δυνάμεσιν τοῦ οὐρανοῦ.
15. καὶ οἱ ἀστέρες οἱ κυλιόμενοι ἐν τῷ πυρί, οὗτοί εἰσιν οἱ παραβάντες
πρόσταγμα κυρίου ἐν ἀρχῇ τῆς ἀνατολῆς αὐτῶν - ὅτι τόπος ἔξω τοῦ
οὐρανοῦ κενός ἐστιν - ὅτι οὐκ ἐξῆλθαν ἐν τοῖς καιροῖς αὐτῶν.
16. καὶ ὀργίσθη αὐτοῖς καὶ ἔδησεν αὐτοὺς μέχρι καιροῦ τελειώσεως αὐτῶν
ἁμαρτίας «αὐτῶν», ἐνιαυτῶν μυρίων.
XIX
1. Καὶ εἶπέν μοι Οὐριήλ Ἐνθάδε οἱ μιγέντες ἄγγελοι ταῖς γυναιξὶν
στήσονται, καὶ τὰ πνεύματα αὐτῶν πολύμορφα γενόμενα λυμαίνεται τοὺς
ἀνθρώπους καὶ πλανήσει αὐτοὺς ἐπιθύειν τοῖς δαιμονίοις μέχρι τῆς
μεγάλης κρίσεως, ἐν ᾗ κριθήσονται εἰς ἀποτελείωσιν.
2. καὶ αἱ γυναῖκες αὐτῶν τῶν παραβάντων ἀγγέλων εἰς σειρῆνας
γενήσονται.
3. κἀγὼ Ἑνὼχ ἴδον τὰ θεωρήματα μόνος, τὰ πέρατα πάντων, καὶ οὐ μὴ ἴδῃ
οὐδὲ εἷς ἀνθρώπων ὡς ἐγὼ ἴδον.
XX
1. Ἄγγελοι τῶν δυνάμεων.
2. Οὐριήλ, ὁ εἷς τῶν ἁγίων ἀγγέλων ὁ ἐπὶ τοῦ κόσμου καὶ τοῦ ταρτάρου.
3. Ῥαφαήλ, ὁ εἷς τῶν ἁγίων ἀγγέλων ὁ ἐπὶ τῶν πνευμάτων τῶν ἀνθρώπων,
4. Ῥαγουήλ, ὁ εἷς τῶν ἁγίων ἀγγέλων ὁ ἐκδικῶν τὸν κόσμον τῶν
φωστήρων.
5. Μιχαήλ, ὁ εἷς τῶν ἁγίων ἀγγέλων ὁ ἐπὶ τῶν τοῦ λαοῦ ἀγαθῶν
τεταγμένος καὶ ἐπὶ τῷ χάῳ.
6. Σαριήλ, ὁ εἷς τῶν ἁγίων ἀγγέλων ὁ ἐπὶ τῶν πνευμάτων οἵτινες ἐπὶ τῷ
πνεύματι ἁμαρτάνουσιν.
7. Γαβριήλ, ὁ εἷς τῶν ἁγίων ἀγγέλων ὁ ἐπὶ τοῦ παραδείσου καὶ τῶν
δρακόντων καὶ χερουβείν. ἀρχαγγέλων ὀνόματα ἑπτά.
XXI
1. Καὶ ἐφώδευσα ἕως τῆς ἀκατασκευάστου.
2. κἀκεῖ ἐθεασάμην ἔργον φοβερόν· ἑώρακα οὔτε οὐρανὸν ἐπάνω, οὔτε γῆν
τεθέαμαι τεθεμελιωμένην, ἀλλὰ τόπον ἀκατασκεύαστον καὶ φοβερόν.
3. καὶ ἐκεῖ τεθέαμαι ἑπτὰ τῶν ἀστέρων τοῦ οὐρανοῦ δεδεμένους καὶ
ἐρριμμένους ἐν αὐτῷ, ὁμοίους ὄρεσιν μεγάλοις καὶ ἐν πυρὶ καιομένους.
4. τότε εἶπον Διὰ ποίαν αἰτίαν ἐπεδέθησαν, καὶ διὰ τί ὧδε ἐρίφησαν;
5. τότε εἶπέν μοι Οὐριήλ, ὁ εἷς τῶν ἁγίων ἀγγέλων ὃς μετ’ ἐμοῦ ἦν - καὶ

24
αὐτὸς ἡγεῖτο αὐτῶν - καὶ εἶπέν μοι Ἑνώχ, περὶ τίνος ἐρωτᾷς, ἢ περὶ τίνος
τὴν ἀλήθειαν φιλοσπευδεῖς;
6. οὗτοί εἰσιν τῶν ἀστέρων τοῦ οὐρανοῦ οἱ παραβάντες τὴν ἐπιταγὴν τοῦ
κυρίου, καὶ ἐδέθησαν ὧδε μέχρι τοῦ πληρῶσαι μύρια ἔτη, τὸν χρόνον τῶν
ἁμαρτημάτων αὐτῶν.
7. Κἀκεῖθεν ἐφώδευσα εἰς ἄλλον τόπον τούτου φοβερώτερον, καὶ τεθέαμαι
ἔργα φοβερώτερα, πῦρ μέγα ἐκεῖ καιόμενον καὶ φλεγόμενον, καὶ διακοπὴν
εἶχεν ὁ τόπος ἕως τῆς ἀβύσσου, πλήρης στύλων πυρὸς μεγάλου
καταφερομένων· οὔτε μέτρον οὔτε πλάτος ἠδυνήθην ἰδεῖν οὐδὲ εἰκάσαι.
8. τότε εἶπον Ὡς φοβερὸς ὁ τόπος καὶ ὡς δεινὸς τῇ ὁράσει.
9. τότε ἀπεκρίθη μοι ὁ εἷς τῶν ἁγίων ἀγγέλων ὃς μετ’ ἐμοῦ ἦν, καὶ εἶπέν
μοι Ἑνώχ, διὰ τί ἐφοβήθης; οὕτως καὶ ἐπτοήθης; καὶ ἀπεκρίθην Περὶ
τούτου τοῦ φοβεροῦ καὶ περὶ τῆς προσόψεως τῆς δεινῆς.
10. καὶ εἶπεν Οὗτος ὁ τόπος δεσμωτήριον ἀγγέλων· ὧδε συνσχεθήσονται
μέχρι αἰῶνος εἰς τὸν αἰῶνα.
XXII
1. Κἀκεῖθεν ἐφώδευσα εἰς ἄλλον τόπον, καὶ ἔδειξέν μοι πρὸς δυσμὰς ἄλλο
ὄρος μέγα καὶ ὑψηλόν, πέτρας στερεάς.
2. καὶ τέσσαρες τόποι ἐν αὐτῷ κοῖλοι, βάθος ἔχοντες καὶ λίαν λεῖοι, τρεῖς
αὐτῶν σκοτινοὶ καὶ εἷς φωτινός, καὶ πηγὴ ὕδατος ἀνὰ μέσον αὐτοῦ. καὶ
εἶπον Πῶς λεῖα τὰ κοιλώματα ταῦτα καὶ ὁλοβαθῆ καὶ σκοτινὰ τῇ ὁράσει;
3. τότε ἀπεκρίθη Ῥαφαήλ, ὁ εἷς τῶν ἁγίων ἀγγέλων ὃς μετ’ ἐμοῦ ἦν, καὶ
εἶπέν μοι Οὗτοι οἱ τόποι οἱ κοῖλοι, ἵνα ἐπισυνάγωνται εἰς αὐτοὺς τὰ
πνεύματα τῶν ψυχῶν τῶν νεκρῶν. εἰς αὐτὸ τοῦτο ἐκρίθησαν, ὥδε
ἐπισυνάγεσθαι πάσας τὰς ψυχὰς τῶν ἀνθρώπων.
4. καὶ οὗτοι οἱ τόποι εἰς ἐπισύνσχεσιν αὐτῶν ἐποίησαν μέχρι τῆς ἡμέρας
τῆς κρίσεως αὐτῶν καὶ μέχρι τοῦ διορισμοῦ καὶ διορισμένου χρόνου ἐν ᾧ ἡ
κρίσις ἡ μεγάλη ἔσται ἐν αὐτοῖς.
5. τεθέαμαι ἀνθρώπους νεκροὺς ἐντυγχάνοντας, καὶ ἡ φωνὴ αὐτοῦ μέχρι
τοῦ οὐρανοῦ προέβαινεν καὶ ἐνετύγχανεν.
6. καὶ ἠρώτησα Ῥαφαὴλ τὸν ἄγγελον ὃς μετ’ ἐμοῦ ἦν, καὶ εἶπα αὐτῷ Τοῦτο
τὸ πνεῦμα τὸ ἐντυγχάνον τίνος ἐστίν, δι’ ὃ οὕτως ἡ φωνὴ αὐτοῦ προβαίνει
καὶ ἐντυγχάνει ἕως τοῦ οὐρανοῦ;
7. καὶ ἀπεκρίθη μοι λέγων Τοῦτο τὸ πνεῦμά ἐστιν τὸ ἐξελθὸν ἀπὸ Ἄβελ ὃν
ἐφόνευσε Κάιν ὁ ἀδελφός, καὶ Ἄβελ ἐντυγχάνει περὶ αὐτοῦ μέχρι τοῦ
ἀπολέσαι τὸ σπέρμα αὐτοῦ ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς, καὶ ἀπὸ τοῦ
σπέρματος τῶν ἀνθρώπων ἀφανθῇ τὸ σπέρμα αὐτοῦ.
8. Τότε ἠρώτησα περὶ τῶν κυκλωμάτων πάντων, διὰ τί ἐχωρίσθησαν ἓν
ἀπὸ τοῦ ἑνός;
9. καὶ ἀπεκρίθη μοι λέγων Οὗτοι οἱ τρεῖς ἐποιήθησαν χωρίζεσθαι τὰ
πνεύματα τῶν νεκρῶν· καὶ οὕτως ἐχωρίσθη εἰς τὰ πνεύματα τῶν δικαίων,
οὗ ἡ πηγὴ τοῦ ὕδατος ἐν αὐτῷ φωτινή·
10. καὶ οὕτως ἐκτίσθη τῶν ἁμαρτωλῶν, ὅταν ἀποθάνωσιν καὶ ταφῶσιν εἰς
τὴν γῆν, καὶ κρίσις οὐκ ἐγενήθη ἐπ’ αὐτῶν ἐν τῇ ζωῇ αὐτῶν.
11. ὧδε χωρίζεται τὰ πνεύματα αὐτῶν εἰς τὴν μεγάλην βάσανον ταύτην,
μέχρι τῆς μεγάλης ἡμέρας τῆς κρίσεως, τῶν μαστίγων καὶ τῶν βασάνων
τῶν κατηραμένων μέχρι αἰῶνος· ἦν ἀνταπόδοσις τῶν πνευμάτων· ἐκεῖ
δήσει αὐτοὺς μέχρις αἰῶνος.
12. καὶ οὕτως ἐχωρίσθη τοῖς πνεύμασιν τῶν ἐντυγχανόντων, οἵτινες
ἐνφανίζουσιν περὶ τῆς ἀπωλείας, ὅταν φονευθῶσιν ἐν ταῖς ἡμέραις τῶν

25
ἁμαρτωλῶν.
13. καὶ οὕτως ἐκτίσθη τοῖς πνεύμασιν τῶν ἀνθρώπων, ὅσοι οὐκ ἔσονται
ὅσιοι ἀλλὰ ἁμαρτωλοί, καὶ μετὰ τῶν ἀνόμων ἔσονται μέτοχοι. τὰ δὲ
πνεύματα, ὅτι οἱ ἐνθάδε θλιβέντες ἔλαττον κολάζονται αὐτῶν, οὐ
τιμωρηθήσονται ἐν ἡμέρᾳ τῆς κρίσεως, οὐδὲ μὴ μετεγερθῶσιν ἐντεῦθεν.
14. Τότε ηὐλόγησα τὸν κύριον τῆς δόξης, καὶ εἶπα Εὐλογητὸς εἶ, Κύριε ὁ τῆς
δικαιοσύνης, κυριεύων τοῦ αἰῶνος.
XXIII
1. Κἀκεῖθεν ἐφώδευσα εἰς ἄλλον τόπον πρὸς δυσμὰς τῶν περάτων τῆς γῆς.
2. καὶ ἐθεασάμην πῦρ διατρέχον καὶ οὐκ ἀναπαυόμενον οὐδὲ ἐλλεῖπον τοῦ
δρόμου, ἡμέρας καὶ νυκτὸς ἅμα διαμένον.
3. καὶ ἠρώτησα λέγων Τί ἐστιν τὸ μὴ ἔχον ἀνάπαυσιν;
4. τότε ἀπεκρίθη μοι Ῥαγουήλ ὁ εἷς τῶν ἁγίων ἀγγέλων ὃς μετ’ ἐμοῦ ἦν
Οὗτος ὁ δρόμος τοῦ πυρὸς τὸ πρὸς δυσμὰς πῦρ τὸ ἐκδιῶκόν ἐστιν πάντας
τοὺς φωστῆρας τοῦ οὐρανοῦ.
XXIV
1. Καὶ ἔδειξέν μοι ὄρη πυρὸς καιόμενα νυκτός.
2. καὶ ἐπέκεινα αὐτῶν ἐπορεύθην καὶ ἐθεασάμην ἑπτὰ ὄρη, ἔνδοξα πάντα,
ἑκάτερα τοῦ ἑκατέρου διαλλάσσοντα, ὧν οἱ λίθοι ἔντιμοι τῇ καλλονῇ, καὶ
πάντα ἔντιμα καὶ ἔνδοξα καὶ εὐειδῆ, τρία ἐπ’ ἀνατολὰς ἐστηριγμένα ἐν τῷ
ἑνί, καὶ τρία ἐπὶ νότον ἐν τῷ ἑνὶ καὶ φάραγγες βαθεῖαι καὶ τραχεῖαι, μία τῇ
μιᾷ οὐκ ἐγγίζουσαι,
3. καὶ τῷ ὄρει ἕβδομον ὄρος ἀνὰ μέσον τούτων, καὶ ὑπερεῖχεν τῷ ὕψει
ὅμοιον καθέδρᾳ θρόνου, καὶ περιεκύκλου δένδρα αὐτῷ εὐειδῆ.
4. καὶ ἦν ἐν αὐτοῖς δένδρον ὃ οὐδέποτε ὤσφρανμαι καὶ οὐδεὶς ἕτερος αὐτῷ
ηὐφράνθη, καὶ οὐδὲν ἕτερον ὅμοιον αὐτῷ· ὀσμὴν εἶχεν εὐωδεστέραν
πάντων ἀρωμάτων, καὶ τὰ φύλλα αὐτοῦ καὶ τὸ ἄνθος καὶ τὸ δένδρον οὐ
φθίνει εἰς τὸν αἰῶνα. οἱ δὲ περὶ τὸν καρπὸν ὡσεὶ βότρυες φοινίκων.
5. τότε εἶπον ὡς καλὸν τὸ δένδρον τοῦτό ἐστιν καὶ εὐῶδες, καὶ ὡραῖα τὰ
φύλλα, καὶ τὰ ἄνθη αὐτοῦ ὡραῖα τῇ ὁράσει.
6. τότε ἀπεκρίθη μοι Μιχαήλ, εἷς τῶν ἁγίων ἀγγέλων ὃς μετ’ ἐμοῦ ἦν - καὶ
αὐτὸς αὐτῶν ἡγεῖτο –
XXV
1. καὶ εἶπέν μοι Ἑνώχ, τί ἐρωτᾷς καὶ τί ἐθαύμασας ἐν τῇ ὀσμῇ τοῦ δένδρου,
καὶ διὰ τί θέλεις τὴν ἀλήθειαν μαθεῖν;
2. τότε ἀπεκρίθην αὐτῷ Περὶ πάντων εἰδέναι θέλω, μάλιστα δὲ περὶ τοῦ
δένδρου τούτου σφόδρα.
3. καὶ ἀπεκρίθη λέγων Τοῦτο τὸ ὄρος τὸ ὑψηλόν, οὗ ἡ κορυφὴ ὁμοία
θρόνου θεοῦ, καθέδρα ἐστὶν οὗ καθίζει ὁ μέγας κύριος, ὁ ἅγιος τῆς δόξης ὁ
βασιλεὺς τοῦ αἰῶνος, ὅταν καταβῇ ἐπισκέψασθαι τὴν γῆν ἐπ’ ἀγαθῷ.
4. καὶ τοῦτο τὸ δένδρον εὐωδίας, καὶ οὐδεμία σὰρξ ἐξουσίαν ἔχει ἅψασθαι
αὐτοῦ μέχρι τῆς μεγάλης κρίσεως, ἐν ᾗ ἐκδίκησις πάντων καὶ τελείωσις
μέχρις αἰῶνος· τότε δικαίοις καὶ ὁσίοις δοθήσεται
5. ὁ καρπὸς αὐτοῦ τοῖς ἐκλεκτοῖς εἰς ζωὴν εἰς βορρᾶν, καὶ
μεταφυτευθήσεται ἐν τόπῳ ἁγίῳ παρὰ τὸν οἶκον τοῦ θεοῦ βασιλέως τοῦ
αἰῶνος.
6. τότε εὐφρανθήσονται εὐφραινόμενοι καὶ χαρήσονται καὶ εἰς τὸ ἅγιον
εἰσελεύσονται· αἱ ὀσμαὶ αὐτοῦ ἐν τοῖς ὀστέοις αὐτῶν, καὶ ζωὴν πλείονα
ζήσονται ἐπὶ γῆς ἣν ἔζησαν οἱ πατέρες σου, καὶ ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτῶν καὶ
βάσανοι καὶ πληγαὶ καὶ μάστιγες οὐχ ἅψονται αὐτῶν.

26
7. Τότε ηὐλόγησα τὸν θεὸν τῆς δόξης, τὸν βασιλέα τοῦ αἰῶνος, ὃς
ἡτοίμασεν ἀνθρώποις τὰ τοιαῦτα δικαίοις, καὶ αὐτὰ ἔκτισεν καὶ εἶπεν
δοῦναι αὐτοῖς.
XXVI
1. Καὶ ἐκεῖθεν ἐφώδευσα εἰς τὸ μέσον τῆς γῆς, καὶ ἴδον τόπον
ηὐλογημένον, ἐν ᾧ δένδρα ἔχοντα παραφυάδας μενούσας καὶ βλαστούσας
τοῦ δένδρου ἐκκοπέντος.
2. κἀκεῖ τεθέαμαι ὄρος ἅγιον· ὑποκάτω τοῦ ὄρους ὕδωρ ἐξ ἀνατολῶν, καὶ
τὴν δύσιν εἶχεν πρὸς νότον.
3. καὶ ἴδον πρὸς ἀνατολὰς ἄλλο ὄρος ὑψηλότερον τούτου, καὶ ἀνὰ μέσον
αὐτοῦ φάραγγα βαθεῖαν, οὐκ ἔχουσαν πλάτος, καὶ δι’ αὐτῆς ὕδωρ
πορεύεται ὑποκάτω ὑπὸ τὸ ὄρος.
4. καὶ πρὸς δυσμὰς τούτου ἄλλο ὄρος ταπεινότερον αὐτοῦ καὶ οὐκ ἔχον
ὕψος, καὶ φάραγγα βαθεῖαν καὶ ξηρὰν ἀνὰ μέσον αὐτῶν, καὶ ἄλλην
φάραγγα βαθεῖαν καὶ ξηρὰν ἐπ’ ἄκρων τῶν τριῶν ὀρέων.
5. καὶ πᾶσαι φάραγγές εἰσιν βαθεῖαι ἐκ πέτρας στερεᾶς, καὶ δένδρον οὐκ
ἐφυτεύετο ἐπ’ αὐτάς.
6. καὶ ἐθαύμασα περὶ τῆς φάραγγος, καὶ λίαν ἐθαύμασα.
XXVII
1. καὶ εἶπον Διὰ τί ἡ γῆ αὕτη ἡ εὐλογημένη καὶ πᾶσα πλήρης δένδρων,
αὐτὴ δὲ ἡ φάραγξ κεκατηραμένη ἐστίν;
2. γῆ κατάρατος τοῖς κεκατηραμένοις ἐστὶν μέχρι αἰῶνος. ὧδε
ἐπισυναχθήσονται πάντες οἱ κεκατηραμένοι οἵτινες ἐροῦσιν τῷ στόματι
αὐτῶν κατὰ Κυρίου φωνὴν ἀπρεπῆ, καὶ περὶ τῆς δόξης αὐτοῦ σκληρὰ
λαλήσουσιν. ὧδε ἐπισυναχθήσονται, καὶ ὧδε ἔσται τὸ οἰκητήριον.
3. ἐπ’ ἐσχάτοις αἰῶσιν, ἐν ταῖς ἡμέραις τῆς κρίσεως τῆς ἀληθινῆς ἐναντίον
τῶν δικαίων εἰς τὸν ἅπαντα χρόνον ὧδε εὐλογήσουσιν οἱ ἀσεβεῖς τὸν
κύριον τῆς δόξης, τὸν βασιλέα τοῦ αἰῶνος·
4. ἐν ταῖς ἡμέραις τῆς κρίσεως αὐτῶν εὐλογήσουσιν ἐν ἐλέει, ὡς ἐμέρισεν
αὐτοῖς.
5. Τότε ηὐλόγησα τὸν κύριον τῆς δόξης, καὶ τὴν δόξαν αὐτοῦ ἐδήλωσα καὶ
ὕμνησα μεγαλοπρεπῶς.
XXVIII
1. Καὶ ἐκεῖθεν ἐπορεύθην εἰς τὸ μέσον Μανδοβαρά, καὶ ἴδον αὐτὸ ἔρημον·
καὶ αὐτὸ μόνον
2. πλήρης δένδρων καὶ ἀπὸ τῶν σπερμάτων ὕδωρ ἄνομβρον ἄνωθεν
φερόμενον,
3. ὡς ὑδραγωγὸς δαψιλὴς ὡς πρὸς βορρᾶν ἐπὶ δυσμῶν πάντοθεν ἀνάγει
ὕδωρ καὶ δρόσον.
XXIX
1. Ἔτι ἐκεῖθεν ἐπορεύθην εἰς ἄλλον τόπον ἐν τῷ Βαβδηρά, καὶ πρὸς
ἀνατολὰς τοῦ ὄρους τούτου ᾠχόμην,
2. καὶ ἴδον κρίσεως δένδρα πνέοντα ἀρωμάτων, λιβάνων καὶ ζμύρνας, καὶ
τὰ δένδρα αὐτῶν ὅμοια καρύαις.
XXX
1. Καὶ ἐπέκεινα τούτων ᾠχόμην πρὸς ἀνατολὰς μακράν, καὶ ἴδον τόπον
ἄλλον μέγαν, φάραγγα ὕδατος,
2. ἐν ᾧ καὶ δένδρα χρόα ἀρωμάτων ὁμοίων σχίνῳ,
3. καὶ τὰ παρὰ τὰ χείλη τῶν φαράγγων τούτων ἴδον κιννάμωμον
ἀρωμάτων· καὶ ἐπέκεινα τούτων ᾠχόμην πρὸς ἀνατολάς.

27
XXXI
1. καὶ ἴδον ἄλλα ὄρη καὶ ἐν αὐτοῖς ἄλση δένδρων, καὶ ἐκπορευόμενον ἐξ
αὐτῶν νέκταρ τὸ καλούμενον σαρρὰν καὶ χαλβάνη.
2. καὶ ἐπέκεινα τῶν ὀρέων τούτων ἴδον ἄλλο ὄρος πρὸς ἀνατολὰς τῶν
περάτων τῆς γῆς, καὶ πάντα τὰ δένδρα πλήρη ἐξαυτῆς ἐν ὁμοιώματι
ἀμυγδάλων,
3. ὅταν τριβῶσιν· διὸ εὐωδέστερον ὑπὲρ πάντων τῶν ἀρωμάτων. *****
XXXII
1. εἰς βορρᾶν πρὸς ἀνατολὰς τεθέαμαι ἑπτὰ ὄρη πλήρη νάρδου χρηστοῦ
καὶ σχίνου καὶ κινναμώμου καὶ πιπέρεως.
2. Καὶ ἐκεῖθεν ἐφώδευσα ἐπὶ τὰς ἀρχὰς πάντων τῶν ὀρέων τούτων,
μακρὰν ἀπέχων πρὸς ἀνατολὰς τῆς γῆς, καὶ διέβην ἐπάνω τῆς ἐρυθρᾶς
θαλάσσης, καὶ ᾠχόμην ἐπ’ ἄκρων, καὶ ἀπὸ τούτου διέβην ἐπάνω τοῦ
Ζωτιήλ.
3. καὶ ἦλθον πρὸς τὸν παράδεισον τῆς δικαιοσύνης, καὶ ἴδον μακρόθεν τῶν
δένδρων τούτων δένδρα πλείονα καὶ μεγάλα δύο μὲν ἐκεῖ, μεγάλα σφόδρα
καλὰ καὶ ἔνδοξα καὶ μεγαλοπρεπῆ, καὶ τὸ δένδρον τῆς φρονήσεως, οὗ
ἐσθίουσιν ἅγιοι τοῦ καρποῦ αὐτοῦ καὶ ἐπίστανται φρόνησιν μεγάλην.
4. ὅμοιον τὸ δένδρον ἐκεῖνο στροβιλέᾳ τὸ ὕψος, τὰ δὲ φύλλα αὐτοῦ κερατίᾳ
ὅμοια, ὁ δὲ καρπὸς αὐτοῦ ὡσεὶ βότρυες ἀμπέλου ἱλαροὶ λίαν, ἡ δὲ ὀσμὴ
αὐτοῦ διέτρεχεν πόρρω ἀπὸ τοῦ δένδρου.
5. τότε εἶπον ὡς καλὸν τὸ δένδρον, καὶ ὡς ἐπίχαρι τῇ ὁράσει.
6. τότε ἀπεκρίθη Ῥαφαήλ, ὁ ἅγιος ἄγγελος ὁ μετ’ ἐμοῦ ὤν Τοῦτο τὸ
δένδρον φρονήσεως, ἐξ οὗ ἔφαγεν ὁ πατήρ σου.
LXXXIX
42. Καὶ οἱ κύνες ἤρξαντο κατεσθίειν τὰ πρόβατα καὶ οἱ ὕες καὶ οἱ ἀλώπεκες
κατήσθιον αὐτά, μέχρι οὗ ἤγειρεν ὁ κύριος τῶν προβάτων κριὸν ἕνα ἐκ
τῶν προβάτων.
43. καὶ ὁ κριὸς οὗτος ἤρξατο κερατίζειν καὶ ἐπιδιώκειν ἐν τοῖς κέρασιν, καὶ
ἐνετίνασσεν εἰς τοὺς ἀλώπεκας, καὶ μετ’ αὐτοὺς εἰς τοὺς ὕας· καὶ
ἀπώλεσεν ὕας πολλούς, καὶ μετ’ αὐτοὺς [ἐλυμήνα]το τοὺς κύνας.
44. καὶ τὰ πρόβατα ὧν οἱ ὀφθαλμοὶ ἠνοίγησαν ἐθεάσαντο τὸν κριὸν τὸν ἐν
τοῖς προβάτοις, ἕως οὗ ἀφῆκεν τὴν ὁδὸν αὐτοῦ καὶ ἤρξατο πορεύεσθαι
ἀνοδίᾳ.
45. καὶ ὁ κύριος τῶν προβάτων ἀπέστειλεν τὸν ἄρνα τοῦτον ἐπὶ ἄρνα
ἕτερον, τοῦ στῆσαι αὐτὸν εἰς κριὸν ἐν ἀρχῇ τῶν προβάτων ἀντὶ τοῦ κριοῦ
τοῦ ἀφέντος τὴν ὁδὸν αὐτοῦ.
46. καὶ ἐπορεύθη πρὸς αὐτὸν καὶ ἐλάλησεν αὐτῷ σιγῇ κατὰ μόνας, καὶ
ἤγειρεν αὐτὸν εἰς κριὸν καὶ εἰς ἄρχοντα καὶ εἰς ἡγούμενον τῶν προβάτων·
καὶ οἱ κύνες ἐπὶ πᾶσιν τούτοις ἔθλιβον τὰ πρόβατα.
47. [καὶ] ὁ κριὸς ὁ πρῶτος τὸν κριὸν τὸν δεύτερον ἐπεδίωκεν, καὶ ἔφυγεν
ἀπὸ προσώπου αὐτοῦ· εἶτ’ ἐθεώρουν τὸν κριὸν τὸν πρῶτον ἕως οὗ ἔπεσεν
ἔμπροσθεν τῶν κυνῶν.
48. καὶ ὁ κριὸς ὁ δεύτερος ἀναπηδήσας ἀφηγήσατο τῶν προβάτων.
49. καὶ τὰ πρόβατα ηὐξήθησαν καὶ ἐπληθύνθησαν· καὶ πάντες οἱ κύνες καὶ
οἱ ἀλώπεκες ἔφυγον ἀπ’ αὐτοῦ καὶ ἐφοβοῦντο αὐτόν.
XC
1. ******
6. [καὶ ἀναγνωσθής]ονται [πάντες] οἱ λόγοι τῶν ἀνομιῶν ὑμῶν ἐν[ώπιον]
τοῦ μεγάλου ἁγίου κατὰ πρόσωπον ὑμῶν· εἶτ’ ἀναφελεῖ τὰ πάντα ἔργα τὰ

28
μετασχόντα ἐν τῇ ἀνομίᾳ.
7. οὐαὶ ὑμῖν οἱ ἁμαρτωλοὶ [οἱ] ἐν μέσῳ τῆς θαλάσσης καὶ ἐπὶ τῆς ξηρᾶς
ὄντες· μνημόσυνον εἰς ὑμᾶς κακόν.
8. οὐαὶ ὑμῖν οἱ κτώμενοι χρυσίον καὶ ἀργύριον οὐκ ἀπὸ δικαιοσύνης, καὶ
ἐρεῖτε, πλούτῳ πεπλουτήκαμεν καὶ τὰ ὑπάρχοντα ἐσχήκαμεν καὶ
κεκτήμεθα,
9. καὶ πᾶν ὃ ἐὰν θελήσωμεν ποιήσωμεν, ὅτι ἀργύριον τεθησαυρίκαμεν ἐν
τοῖς θησαυροῖς ἡμῶν καὶ ἀγαθὰ πολλὰ ἐν ταῖς οἰκίαις ἡμῶν.
10. καὶ ὡς ὕδωρ ἐκχυθήσεται. πεπλάνησθε, ὅτι οὐ μὴ παραμείνῃ ὁ πλοῦτος
ὑμῶν, ἀλλὰ ταχὺ [ἀναπτήσεται] ἀπὸ ὑμῶν, ὅτι ἀδίκως πάντα κέκτησθε·
καὶ ὑμεῖς εἰς κατάραν μεγάλην παραδοθήσεσθε.
XCI
1. καὶ νῦν ὀμνύω ὑμῖν τοῖς φρονίμοις καὶ οὐχὶ τοῖς ἄφροσι, ὅτι πολλὰς
ὄψεσθε ἐπὶ τῆς γῆς ἀνομίας·
2. ὅτι κάλλος περιθήσονται ἄνδρες ὡς γυναῖκες, [καὶ] χρῶμα ὡραῖον ὑπὲρ
παρθένους, ἐν βασιλείᾳ καὶ μεγαλωσύνῃ καὶ ἐν ἐξουσίᾳ. ἔσονται δὲ
ἀργύριον καὶ χρυσίον [παρ’] αὐτοῖς εἰς βρώματα, καὶ ἐν ταῖς οἰκίαις αὐτῶν
ὡς ὕδωρ ἐκχυθήσονται
3. [διὰ τὸ μ]ὴ ἐπιστήμην αὐτοὺς μηδὲ φρόνησιν μηδεμίαν [ἔχειν]. οὕτω
ἀπολεῖσθε κοινῶς μετὰ πάντων [τῶν] ὑπαρχόντων ὑμῶν [καὶ τῆς] πάσης
δόξης καὶ τῆς τιμῆς [ὑμῶν καὶ] εἰς ἀτιμίαν καὶ ἐρήμωσιν [καὶ σφαγὴν]
μεγάλην τ[ὰ πνεύματα ὑμῶν εἰς τὴν κάμινον τοῦ πυρὸς ἐμβληθήσεται.]
Four lines are lost.
ἐπὶ τὴν [γῆν οὐκ ἀπεστάλη ἀλλ’ αὐτὴν οἱ ἄνθρω]ποι ἀφ’ ἑαυτῶν [ἔκτισαν
καὶ εἰς κατάραν] μεγάλην ἀφίξονται οἱ ποιοῦντες [αὐτήν].
5. καὶ δουλεία (στειρα pap) γυναικὶ οὐκ ἐδόθη ἀλλὰ διὰ τὰ ἔργα τῶν
χειρῶν· ὅτι οὐχ ὡρίσθη δούλην εἶναι δούλην· ἄνωθεν οὐκ ἐδόθη ἀλλὰ ἐκ
καταδυναστείας ἐγένετο. ὁ[μοίως] οὐδὲ ἡ ἀνομία ἄνωθεν ἐδόθη ἀλλ’ ἐκ
παραβάσεως. ὁμοίως οὐδὲ στεῖρα γυνὴ ἐκτίσθη ἀλλ’ ἐξ ἰδίων ἀδικημάτων
ἐπετιμήθη ἀτεκνίᾳ [καὶ] ἄτεκνος ἀποθανεῖται.
6. ὀμνύω ὑμῖν ἁμαρτωλοὶ κατὰ τοῦ ἁγίου τοῦ μεγάλου ὅτι τὰ ἔργα ὑμῶν τὰ
πονηρὰ ἔσται ἀνακεκαλυμμένα ἐν τῷ οὐρανῷ· οὐκ ἔσται ὑμῖν ἔργον
ἀποκεκρυμμένον ἄδικον.
7. μὴ ὑπολάβητε τῇ ψυχῇ ὑμῶν μηδὲ ὑπολάβητε τῇ καρδίᾳ ὑμῶν ὅτι οὐ
γινώσκουσιν οὐδὲ βλέπουσιν οὐδὲ τὰ ἀδικήματα ὑμῶν θεωρεῖται, οὐδὲ
ἀπογράφεται αὐτὰ ἐνώπιον τοῦ ὑψίστου. ἀπὸ τοῦ [νῦν] ἐπιγνῶτε ὅτι
πάντα τὰ ἀδικήματα ὑμῶν ἀπογράφονται ἡμέραν ἐξ [ἡμέρας] μέχρι τῆς
κρίσεως ὑμῶν.
9. οὐαὶ ὑμῖν ἄφρονες ὅτι ἀπολεῖσθε διὰ τὴν ἀφροσύνην ὑμῶν καὶ τῶν
[φρονίμων] οὐ μὴ ἀκούσητε καὶ τὰ ἀγαθὰ οὐκ ἀπαντήσει ὑμῖν, τὰ δὲ κακὰ
[περιέξει] ὑμᾶς.
10. καὶ νῦν γινώσκετε ὅτ[ι ἡτοίμασται] ὑμῖν εἰς ἡμέραν ἀπωλείας. [μὴ
ἐλπίζε]τε σωθῆναι, ἁμαρτωλοί· ἀπ[ελθόντες] ἀποθάνετε, γινώσκοντε[ς ὅτι
ἡτοίμας]ται εἰς ἡμέραν κρίσεως μ[εγάλης καὶ στε]νοχωρίας μείζονος τ[οῖς
πνεύμασιν ὑμῶν.]
11. Οὐαὶ ὑμῖν οἱ σκληροτράχηλοι τῇ καρδίᾳ ποιοῦντες τὸ κα[κὸν καὶ
ἔσθοντες αἷμα πόθ]εν ὑμῖν ἔσο[νται ἀγαθὰ ἵνα φάγητε ...] Four lines are
lost.
12. [ἔργα τῆ]ς ἀδικίας· διότι ἐλπίδας κα[λὰς ἔχετε ὑμῖ]ν; νῦν γνωστὸν ὑμῖν
ἔστω ὅτι εἰς [χεῖρας τ]ῶν δικαίων παραδοθήσεσθε καὶ ἀποκτενοῦσιν ὑμᾶς

29
καὶ οὐ μὴ φείσονται ὑμῶν.
13. οὐαὶ ὑμῖν οἱ ἐπιχαίροντες τοῖς κακοῖς τῶν δικαίων· τάφος ὑμῶν οὐ μὴ
ὀρυγῇ.
14. οὐαὶ ὑμῖν οἱ βουλόμενοι ἀκυρῶσαι τοὺς λόγους τῶν δικαίων· οὐ μὴ
γένηται ὑμῖν ἐλπὶς σωτηρίας.
15. Οὐαὶ ὑμῖν οἱ γράφοντες λόγους ψευδεῖς καὶ λόγους πλανήσεως· αὐτοὶ
γράφουσιν καὶ πολλοὺς ἀποπλανήσουσιν τοῖς ψεύδεσιν αὐτῶν·
16. πλανᾶσθε ὑμεῖς αὐτοὶ καὶ οὐκ ἔστιν ὑμῖν χαίρειν, ἀλλὰ ταχέως
ἀπολεῖσθε.
XCII
1. Οὐαὶ ὑμῖν οἱ ποιοῦντες πλανήματα, καὶ τοῖς ἔργοις τοῖς ψευδέσιν
λαμβάνοντες τιμὴν καὶ δόξαν· ἀπολώλατε, οὐκ ἔστιν ὑμῖν σωτηρία εἰς
ἀγαθόν.
2. Οὐαὶ ὑμῖν οἱ ἐξαλλοιοῦντες τοὺς λόγους τοὺς ἀληθινούς, καὶ
διαστρέφοντες τὴν αἰώνιον διαθήκην, καὶ λογιζόμενοι ἑαυτοὺς
ἀναμαρτήτους· ἐν τῇ γῇ καταποθήσονται.
3. τότε ἑτοιμάζεσθε οἱ δίκαιοι καὶ προέχεσθε τὰς ἐντεύξεις ὑμῶν εἰς
μνημόσυνον, δίδοτε αὐτὰς ἐν διαμαρτυρίᾳ ἐνώπιον τῶν ἀγγέλων, ὅπως
εἰσαγάγωσιν τὰ ἁμαρτήματα τῶν ἀδίκων ἐνώπιον τοῦ ὑψίστου θεοῦ εἰς
μνημόσυνον·
4. καὶ τότε συν[ταραχ]θήσονται ἐν [ἡμέρ]ᾳ ἀπωλείας τῆς ἀδικίας.
5–6. ἐν αὐτῷ [τῷ και]ρῷ ἐκείνῳ αἱ τίκτουσαι ἐκβαλοῦσιν καὶ ἐκσπάσουσιν
καὶ ἐγκαταλείψουσιν [τὸ νήπιο]ν βρέφος, καὶ αἱ ἐν γαστρὶ ἔχου[σαι
ἐκτρώσο]υσιν καὶ αἱ θηλάζουσαι ῥίψ[ουσιν τὰ τέκ]να αὐτῶν καὶ οὐ μὴ
ἐπι[στρέψου]σιν ἐπὶ τὰ νήπια αὐτῶν οὐ[δὲ ἐπὶ τὰ θηλά]ζοντα οὐδὲ μὴ
φείσονται ...
7. [καὶ] οἱ γλύφοντες εἰκόνα[ς ἀργυ]ρᾶς καὶ χρυσᾶς, ξυλίνας τε [καὶ
λιθίνας] καὶ ὀστρακίνας, καὶ λατρεύ[οντες φαν]τάσμασιν καὶ δαιμονίοι[ς
καὶ βδελύγ]μασιν καὶ πνεύμασιν πονη[ροῖς καὶ] πάσαις ταῖς πλάναις οὐ
κατ’ ἐπι[στήμην] καὶ πᾶν βοήθημα οὐ μὴ εὕρητε [ἀπ’] αὐτῶν.
8–9. καὶ πλανηθήσονται ἐν ἀφροσύνῃ τῆς καρδίας αὐτῶν καὶ τὰ ὁράματα
τῶν ἐνυπνίων καταπλανήσουσιν ὑμᾶς, ὑμεῖς καὶ τὰ ἔργα ὑμῶν τὰ ψευδῆ ἃ
ἐποιήσατε καὶ ἐλαεργ[ήσατε], καὶ ἐπὶ μιᾶς ἀπολεῖσθε.
10–12. καὶ τότε μακάριοι πάντες οἱ ἀκούσαντες φρονίμων λόγους καὶ
μαθήσονται αὐτούς, ποιῆσαι τὰς ἐντολὰς τοῦ ὑψίστου, καὶ πορεύσονται ἐν
ὁδοῖς δικαιοσύνης αὐτοῦ καὶ οὐ μὴ πλανήσουσιν μετὰ τῶν πλανώντων καὶ
σωθήσονται.
13. οὐαὶ οἱ οἰκοδομοῦντες τὰς οἰκοδομὰς αὐτῶν οὐκ ἐκ κόπων ἰδίων, καὶ ἐκ
λίθων καὶ ἐκ πλίνθων πᾶσαν οἰκοδομὴν ποιεῖτε οἷς οὐκ ἔστιν ὑμῖν χά[ρις].
14. οὐαὶ οἱ ἐξουθενοῦντες τὴν θεμελίωσιν καὶ τὴν κληρονομίαν τῶν
πατέρων αὐτῶν τὴν ἀπ’ αἰῶνος, [ὅτι] διώξεται ὑμᾶς πνεῦμα πλανήσεως·
οὐκ ἔστιν ὑμῖν ἀναπαῦσαι.
15. οὐαὶ ὑμῖν οἱ ποιοῦντες τὴν ἀ[νομίαν] καὶ ἐπιβοηθοῦντες τῇ ἀδι[κίᾳ,
φονεύ]οντες τὸν πλησίον αὐτῶ[ν ἕως τῆς] ἡμέρας τῆς κρίσεως τῆς
[μεγάλης·
16. ]ὅτι τότε ἐκτρίψει τὴν δόξ[αν ὑμῶν] καὶ ἐπεγερεῖ τὸν θυμὸν [αὐτοῦ
καθ’] ὑμῶν ἀπολεῖ πάντας ὑ[μᾶς ἐν ῥομ]φαίᾳ καὶ πάντες οἱ δί[καιοι
μνημο]νήσουσιν τὰς ἀδικίας [ὑμῶν.]
XCIII
1–2. καὶ τότε ἐν ἑνὶ τόπῳ ..... [ῥέῃ τὰ α]ἵμα[τα αὐτῶν. καὶ ἄνθρωπο]ς οὐκ

30
[ἀφέξ]ει τὴν [χεῖρα αὐτοῦ ἀπ]ὸ τοῦ υἱοῦ αὐ[τοῦ, οὔτ’ ἀ]πὸ τοῦ ἀγαπητοῦ
αὐτοῦ ἀποκτεῖναι αὐτόν, καὶ ὁ ἁμαρτωλὸς ἀπὸ τοῦ ἐντίμου, οὔτε ἀπὸ τοῦ
ἀδελφοῦ αὐτοῦ· ἐξ ὄρθρων μέχρις οὗ δῦναι τὸν ἥλιον φονευθήσονται ἐπὶ
τὸ αὐτό.
3. καὶ διαπορεύσεται ἵππος ἕως τοῦ στήθους αὐτοῦ διὰ τοῦ αἵματος τῶν
ἁμαρτωλῶν, καὶ τὸ ἅρμα μέχρι ἀξόνων καταβήσεται.
4. καὶ καταβήσονται ἄγγελοι καταδύνοντες εἰς τὰ ἀπόκρυφα ἐν ἡμέρᾳ
ἐκείνῃ· οἵτινες ἐβοήθουν τῇ ἀδικίᾳ καὶ συστραφήσονται εἰς ἕνα τόπον καὶ ὁ
ὕψιστος ἐγερθήσεται ἐν ἡμέρᾳ κρίσεως ποιῆσαι ἐκ πάντων κρίσιν
μεγάλην,
5. καὶ τάξει φυλακὴν ἐπὶ πάντας τοὺς δικαίους καὶ ἁγίους τῶν ἁγίων
ἀγγέλων, καὶ τηρηθήσονται ὡς κόριον ὀφθαλμοῦ ἕως οὗ ἐκλείπῃ τὰ κακὰ
καὶ ἁμαρτία. καὶ ἀπ’ ἐκείνου ὑπνώσουσιν εὐσεβεῖς ὕπνον ἡδύν, καὶ οὐκ
ἔσται οὐκέτι ὁ ἐκφοβῶν αὐτούς.
6. τότε ὄψονται οἱ φρόνιμοι τῶν ἀνθρώπων καὶ κατανοήσουσιν οἱ υἱοὶ τῆς
γῆς ἐπὶ τοὺς λόγους τούτους τῆς ἐπιστολῆς ταύτης, καὶ γνώσονται ὅτι οὐ
δύναται ὁ πλοῦτος αὐτῶν διασῶσαι αὐτοὺς ἐν τῇ πτώσει τῆς ἀδικίας.
7. οὐαὶ ὑμῖν οἱ ἄδικοι ὅταν ἐκθλίβητε τοὺς δικαίους ἐν ἡμέρᾳ ἀνάγκης
στερεᾶς καὶ φυλάξητε αὐτοὺς ἐν πυρί, ὅτι κομιεῖσθε κατὰ τὰ ἔργα ὑμῶν.
8. οὐαὶ ὑμῖν σκληροκάρδιοι, ἀγρυπνοῦντες νοῆσαι τὸ κακόν· περιέχει ὑμᾶς
φόβος, καὶ οὐκ ἔστιν ὁ ἀντιλαμβανόμενος ὑμῶν.
9. οὐαὶ ὑμῖν πᾶσιν τοῖς ἁμαρτωλοῖς ἐπὶ τοῖς ἔργοις τοῦ στόματος ὑμῶν.
οὐαὶ ὑμῖν πᾶσιν τοῖς ἁμαρτωλοῖς ἐπὶ τοῖς λόγοις τοῦ στόματος ὑμῶν καὶ
ἐπὶ τοῖς [ἔργοις] τῶν χειρῶν ὑμῶν ὅτι ἀπὸ τῶν ἁγίων ἔργων
ἀπεπλα[νήθητε] .....
11. ... πᾶσα νεφέλη καὶ ὀμίχλη καὶ δρόσος καὶ ὄμβρος ... ἐπὶ ταῖς ἁμαρτίαις
ὑμῶν.
12. δίδοτε οὖν ὄμβρῳ δῶρα ἵνα μὴ [κωλυθῇ κα]ταβῆναι ὑμῖν, καὶ δρόσῳ
κα[ὶ νεφέλῃ] καὶ ὀμίχλῃ· χρυσίον διαγράψα[τε ἵνα κα]ταβῶσιν·
13. ὅτι ἐὰν ἐπιρρίψῃ ἐφ’ ὑμ[ᾶς χι]ὼν καὶ πάχνη καὶ ψῦχος αὐτῆς, καὶ οἱ
ἄνεμοι καὶ ὁ παγετὸς αὐτῶν, καὶ πᾶσαι αἱ μάστιγες αὐτῶν, οὐ δύνασθε
ὑποστῆναι ἔμπροσθεν ψύχους καὶ τῶν μαστίγων αὐτῶν.
XCIV
1. κατανοήσατε τοίνουν, υἱοὶ τῶν ἀνθρώπων, τὰ ἔργα τοῦ ὑψίστου καὶ
φοβήθητε τοῦ ποιῆσαι τὸ πονηρὸν ἐναντίον αὐτοῦ.
2. ἐὰν ἀποκλείσῃ τὰς θυρίδας τοῦ οὐρανοῦ καὶ κωλύσῃ τὴν δρόσον καὶ τὸν
ὄμβρον καταβῆναι εἵνεκα ὑμῶν, τί ποιήσετε;
3. ἐὰν ἀποστείληται τὸν θυμὸν αὐτοῦ ἐφ’ ὑμᾶς καὶ ἐπὶ τὰ ἔργα ὑμῶν, οὐχὶ
ἔσεσθε δεόμενοι αὐτοῦ; διὰ τί ὑμεῖς λαλεῖτε τῷ στόματι ὑμῶν μεγάλα καὶ
σκληρὰ ἐπὶ τῇ μεγαλωσύνῃ αὐ[τοῦ;
4. ὁρᾶ]τε τοὺς ναυκλήρους τοὺς πλωιζομένους τὴν θάλασσαν, ὑπὸ τοῦ
κ[λύδω]νος καὶ χειμῶνος σεσαλευμένα τὰ πλοῖα αὐτῶν,
5. καὶ χειμαζόμενοι πάντες φοβοῦνται, ἔξω δὲ τὰ [ἀγαθὰ πάντα] καὶ τὰ
ὑπάρχοντα αὐτῶν ἐκβάλλουσιν εἰς τὴν θάλασσαν, καὶ ὑποπτεύουσιν ἐν τῇ
καρδίᾳ αὐτῶν ὅτι ἡ [θάλασσα κα]ταπίεται αὐτοὺς καὶ ἐν αὐτ[ῇ
ἀπολοῦν]ται.
6. οὐχὶ πᾶσα ἡ θάλασσα καὶ [πάντα τὰ] ὕδατα αὐτῆς ἔργον τοῦ ὑψ[ίστου
ἐστί,] καὶ αὐτὸς συνεστήσατο τὰ π[έρατα αὐ]τῶν, καὶ συνέδησεν αὐτ[ήν,
καὶ περι]έφραξεν αὐτὴν ἄμμῳ;
7. [καὶ ἀπὸ τῆς] ἐμβριμήσεως αὐτοῦ φ[οβοῦνται καὶ ξη]ραίνονται, καὶ οἱ

31
ἰχθύες .....
8. [.. γῆν] καὶ πάντα τὰ ἐν αὐτοῖς; καὶ τίς ἔδωκεν ἐπιστήμην πᾶσιν τοῖς
κινουμένοις ἐν τῇ θαλάσσῃ; οἱ ναύκληροι τὴν θάλασσαν φοβοῦνται.
XCV
1. καὶ ὅταν ἐκβάλῃ ἐφ’ ὑμᾶς τὸν κλύδωνα τοῦ πυρὸς τῆς καύσεως ὑμῶν,
ποῦ ἀποδράντες σωθήσεσθε; καὶ ὅταν δῷ ἐφ’ ὑμᾶς φωνὴν αὐτοῦ,
2. ἔσεσθε συνσειόμενοι καὶ φοβούμενοι ἤχῳ μεγάλῳ «καὶ» τὴν γῆν
σύμπασαν σειομένην καὶ τρέμουσαν καὶ συνταρασσομένην.
3. καὶ οἱ ἄγγελοι συντελοῦντες τὸ συνταχθὲν αὐτοῖς, καὶ ὁ οὐρανὸς καὶ οἱ
φωστῆρες σειόμενοι καὶ τρέμοντες· ἅπαντες οἱ υἱοὶ τῆς γῆς καὶ ὑμεῖς
ἁμαρτωλοὶ ἐπικατάρατοι εἰς τὸν αἰῶνα· οὐκ ἔστιν ὑμῖν χαίρειν.
4. θαρσεῖτε, ψυχαὶ τῶν δικαίων τῶν ἀποθανόντων, τῶν δικαίων καὶ τῶν
εὐσεβῶν,
5. καὶ μὴ λυπεῖσθε ὅτι κατέβησαν αἱ ψυχαὶ ὑμῶν εἰς ᾅδου μετὰ λύπης καὶ
οὐκ ἀπηντήθη τῷ σώματι τῆς σαρκὸς ὑμῶν ἐν τῇ ζωῇ ὑμῶν κατὰ τὴν
ὁσιότητα ὑμῶν, ἐπεὶ αἱ ἡμέραι ἃς ἦτε ἡμέραι ἦσαν ἁμαρτωλῶν καὶ
καταράτων ἐπὶ τῆς γῆς.
6. ὅταν ἀποθάνητε, τότε ἐροῦσιν οἱ ἁμαρτωλοὶ ὅτι εὐσεβεῖς κατὰ τὴν
εἱμαρμένην ἀπεθάνοσαν, καὶ τί αὐτοῖς περιεγένετο ἐπὶ τοῖς ἔργοις αὐτῶν;
7. καὶ αὐτοὶ ὁμοίως ἡμῖν ἀπεθάνοσαν. ἴδετε οὖν ὡς ἀποθνήσκουσιν μετὰ
λύπης καὶ σκότους, καὶ τί αὐτοῖς ἐγένετο περισσόν;
8. ἀπὸ τοῦ νῦν ἀναστήτωσαν καὶ σωθήτωσαν, καὶ ὄψονται εἰς τὸν αἰῶνα
ἡμᾶς φαγεῖν καὶ πεῖν.
9. τοιγαροῦν ἁρπάσαι καὶ ἁμαρτάνειν καὶ λωποδυτεῖν καὶ ἐγκτᾶσθαι καὶ
[ἰδεῖν] ἡμέρας ἀγαθάς.
10. ἴδετε οὖν οἱ δικαιοῦντες [ἑαυτ]ούς, ὁποία ἐγένετο αὐτῶν ἡ καταστροφή,
ὅτι πᾶσα δικαιοσύνη οὐχ εὑρέθη ἐν αὐτοῖς ἕως ἀπέθανον καὶ ἀπώλοντο
11. καὶ ἐγένοντο ὡς οὐκ ὄντες καὶ κατέβησαν αἱ ψυχαὶ αὐτῶν μετ’ ὀδύνης
εἰς ᾅδου .....
XCVI
1. ἐγὼ ὀμνύω ὑμῖν ..... Three lines are lost .....
2. ἐπίσταμαι τὸ μυστήριον τοῦτο· ἀν[έγνων] γὰρ τὰς πλάκας τοῦ οὐρανοῦ
καὶ εἶδον τὴν γραφὴν ἀναγκαίαν· ἔγνων τὰ γ[εγραμμέ]να ἐν αὐταῖς καὶ
ἐγκεκολαμμέν[α περὶ] ὑμῶν,
3. ὅτι ἀγαθὰ καὶ ἡ χαρὰ καὶ ἡ τ[ιμὴ] ἡτοίμασται καὶ ἐγγέγραπται ταῖς
ψ[υχαῖς] τῶν ἀποθανόντων εὐσεβῶν·
4. καὶ χαιρήσονται καὶ οὐ μὴ ἀπόλωνται τὰ πνεύματα αὐτῶν οὐδὲ τὸ
μνημόσυνον ἀπὸ προσώπου τοῦ μεγάλου εἰς πάσας τὰς γενεὰς τῶν
αἰώνων. μὴ οὖν φοβεῖσθε τοὺς ὀνειδισμοὺς αὐτῶν.
5. καὶ ὑμεῖς, οἱ νεκροὶ τῶν ἁμαρτωλῶν, ὅταν ἀποθάνητε ἐροῦσιν ἐφ’ ὑμῖν,
μακάριοι ἁμαρτωλοὶ πάσας τὰς ἡμέρας αὐτῶν ὅσας εἴδοσαν ἐν τῇ ζωῇ
αὐτῶν, καὶ ἐνδόξως
6. ἀπεθάνοσαν, καὶ κρίσις οὐκ ἐγενήθη ἐν τῇ ζωῇ αὐτῶν.
7. αὐτοὶ ὑμεῖς γινώσκετε ὅτι εἰς ᾅδου κατάξουσιν τὰς ψυχὰς ὑμῶν,
8. καὶ ἐκεῖ ἔσονται ἐν ἀνάγκῃ μεγάλῃ καὶ ἐν σκότει καὶ ἐν παγίδι καὶ ἐν
φλογὶ καιομένῃ, καὶ εἰς κρίσιν μεγάλην εἰσελεύσονται αἱ ψυχαὶ ὑμῶν ἐν
πάσαις ταῖς γενεαῖς τοῦ αἰῶνος. οὐαὶ ὑμῖν, οὐκ ἔστιν ὑμῖν χαίρειν.
9. μὴ γὰρ εἴπητε οἱ δίκαιοι, ὅσιοι ὄντες ἐν τῇ ζωῇ, τῶν ἡμερῶν τῆς θλίψεως
κόπους ἐκοπιάσαμεν, καὶ ἀνηλώμεθα καὶ ὀλίγοι ἐγενήθημεν, καὶ
ἀντιλήμπτορα οὐχ εὑρήκαμεν·

32
10. συντετριμμένοι καὶ ἀπολώλαμεν, καὶ ἀπηλπίσμεθα καὶ μηκέτι εἰδέναι
σωτηρίαν ἡμέραν ἐξ ἡμέρας.
11. ἠλπίσαμεν γενέσθαι κεφαλή, ἐγενήθημεν κέρ[κος· ἐκο]πιάσαμεν
ἐργαζόμενοι καὶ τῶν ὀψωνίων οὐ κεκυριεύκαμεν. ἐγενήθημεν κατάβρωμα
ἁμαρτωλῶν, [οἱ ἄνο]μοι ἐβάρυναν ἐφ’ ἡμᾶς τὸν ζυγόν.
12. οἳ κυριεύουσιν, οἱ ἐχθροὶ ἡμῶν ἐγκεντρίζουσιν ἡμᾶς καὶ περικλείουσιν
ἡμᾶς· ἐζητήσαμεν πο[ῦ φύγωμεν] ἀπ’ αὐτῶν ὅπως ἀναψύχ[ωμεν.] ... three
lines are lost ...
14. ἐκράξαμεν ἐπὶ τοὺς καταβάλλοντας καὶ βιαζομένους ἡμᾶς καὶ τὰς
ἐντεύξεις ἡμῶν οὐκ ἀπεδέξαντο, οὐδὲ ἐβούλοντο ἐπακοῦσαι τῆς φωνῆς
ἡμῶν.
15. καὶ οὐκ ἀντελαμβάνοντο ἡμῶν, οὐχ εὑρόντες κατὰ τῶν βιαζομένων καὶ
κατεσθόντων ἡμᾶς, ἀλλὰ στερεοῦσιν αὐτοὺς ἐφ’ ἡμᾶς· ἀπέκτειναν ἡμᾶς
καὶ εἰς ὀλίγους ἤγαγον. καὶ οὐχ ὑποδεικνύουσιν περὶ τῶν πεφονευμένων
ἡμῶν, καὶ οὐκ ἀναμιμνήσκουσιν περὶ τῶν ἁμαρτωλῶν αὐτῶν τὰς
ἁμαρτίας αὐτῶν.
XCVII
1. ὀμνύω ὑμῖν ὅτι οἱ ἄγγελοι ἐν τῷ οὐρανῷ ἀναμιμνήσκουσιν [ὑμῶν] εἰς
ἀγαθὸν ἐνώπιον τῆς δόξης τοῦ μεγάλου.
2. θαρσεῖτε δὴ ὅτι ἐπαλαιώθητε ἐν τοῖς κακοῖς καὶ ἐν ταῖς θλίψεσιν· ὡσεὶ
φωστῆρες τοῦ οὐρανοῦ ἀναλάμψετε καὶ φανεῖτε, αἱ θυρίδες τοῦ οὐρανοῦ
ἀνοιχθήσονται ὑμῖν,
3–4. καὶ ἡ κραυγὴ ὑμῶν ἀκουσθήσεται καὶ ἡ κρίσις ὑμῶν ἣν κράζετε καὶ
φανεῖται ἐφ’ ὅσα συλλαβήσεται ὑμῖν περὶ τῆς θλίψεως ὑμῶν, καὶ ἐκ
πάντων ὅστις μετέσχεν τῶν βιαζομένων καὶ κατεσθόντων ὑμᾶς.
5. [μὴ φοβεῖσθε] τὰ κακὰ ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς κρίσεως τῆς μεγάλης καὶ οὐ μὴ
εὑρεθῆτε ὡς οἱ ἁμαρτωλοί. [ἀλλ’ ὑμεῖς οἱ ἁμαρτωλοὶ] σκυλήσεσθε καὶ
κρίσις αἰώνιος ἐξ ὑμῶν ἔσται εἰς πάσας τὰς γενεὰς τῶν αἰώνων.
6. μὴ φοβεῖσθε οἱ δίκαιοι ὅταν ἴδητε τοὺς ἁμαρτωλοὺς κατισχύοντας καὶ
εὐοδουμένους, καὶ μὴ μέτοχοι αὐτῶν γίνεσθε, ἀλλὰ μακρὰν ἀπέχεσθε ἀπὸ
πάντων τῶν ἀδικημάτων αὐτῶν.
7. μὴ γὰρ εἴπητε οἱ ἁμαρτωλοὶ [ὅτι] οὐ μὴ ἐκζητηθῶσιν αἱ ἁμαρτίαι ὑμῶν
[ἐξ] ἡμερῶν.
8. καὶ νῦν ἀποδεικνύω ὑμῖν ὅτι φῶς καὶ σκότος ἡμέρα καὶ νὺξ
ἐποπτεύουσιν τὰς ἁμαρτίας ὑμῶν πάσας.
9. μὴ πλανᾶσθε τῇ καρδίᾳ ὑμῶν μηδὲ ψεύδεσθε μηδὲ ἐξαλλοιώσητε τοὺς
λόγους τῆς ἀληθείας, μηδὲ καταψεύδεσθε τῶν [λόγων τοῦ] ἁγίου, καὶ μὴ
δότε ἔπαινον ταῖς [εἰκόσιν ὑ]μῶν· οὐ γὰρ εἰς δικαίωμα εἰσάγ[ουσιν πάντα
τὰ ψεύδ]η καὶ πᾶσα [ἡ πλάνη] .... Two lines are lost ....
10. τῆς ἀληθείας ἐξαλλοιοῦσιν καὶ ἀντιγράφουσιν οἱ ἁμαρτωλοὶ καὶ
ἀλλάσσουσιν τοὺς πολλούς, καὶ ψεύδονται καὶ πλάσσουσιν πλάσματα
μεγάλα καὶ τὰς γραφὰς ἀναγράφουσιν ἐπὶ τοῖς ὀνόμασιν αὐτῶν·
11. καὶ ὄφελον πάντας τοὺς λόγους μου γράφωσιν ἐπ’ ἀληθείας ἐπὶ τὰ
ὀνόματα αὐτῶν καὶ μήτε ἀφέλωσιν μήτε ἀλλοιώσωσιν τῶν λόγων τούτων,
ἀλλὰ πάντα ἐπ’ ἀληθείας γράφωσιν ἃ ἐγὼ διαμαρτυροῦμαι αὐτοῖς.
12. καὶ πάλιν ἐγὼ γινώσκω μυστήριον δεύτερον, ὅτι δικαίοις καὶ ὁσίοις καὶ
φρονίμοις δοθήσονται αἱ βίβλοι μου εἰς χαρὰν ἀληθείας,
13. καὶ αὐτοὶ πιστεύσουσιν αὐταῖς καὶ ἐν αὐταῖς χαρήσονται καὶ
ἀγαλλιάσονται πάντες οἱ δίκαιοι μαθεῖν ἐξ αὐτῶν πάσας τὰς ὁδοὺς τῆς
ἀληθείας.

33
CVI
1. μετὰ δὲ χρόνον ἔλαβεν Μαθουσάλεκ τῷ υἱῷ μου γυναῖκα καὶ ἔτεκεν
υἱὸν καὶ ἐκάλεσεν τὸ ὄνομα αὐτοῦ Λάμεχ. ἐταπεινώθη ἡ δικαιοσύνη μέχρι
τῆς ἡμέρας ἐκείνης. καὶ ὅτε εἰς ἡλικίαν ἐπῆλθεν, ἔλαβεν αὐτῷ γυναῖκα καὶ
ἔτεκεν αὐτῷ παιδίον,
2. καὶ ὅτε ἐγεννήθη τὸ παιδίον ἦν τὸ σῶμα λευκότερον χιόνος καὶ
πυρρότερον ῥόδου, τὸ τρίχωμα πᾶν λευκὸν καὶ ὡς ἔρια λευκὰ καὶ οὖλον
καὶ ἔνδοξον. καὶ ὅτε ἀνέῳξεν τοὺς ὀφθαλμούς, ἔλαμψεν ἡ οἰκία ὡσεὶ
ἥλιος.
3. καὶ ἀνέστη ἐκ τῶν χειρῶν τῆς μαίας καὶ ἀνέῳξεν τὸ στόμα καὶ
εὐλόγησεν τῷ κυρίῳ·
4. καὶ ἐφοβήθη Λάμεχ ἀπ’ αὐτοῦ καὶ ἔφυγεν καὶ ἦλθεν πρὸς Μαθουσάλεκ
τὸν πατέρα αὐτοῦ καὶ εἶπεν αὐτῷ,
5. τέκνον ἐγεννήθη μου ἀλλοῖον, οὐχ ὅμοιον τοῖς ἀνθρώποις ἀλλὰ τοῖς
τέκνοις τῶν ἀγγέλων τοῦ οὐρανοῦ, καὶ ὁ τύπος ἀλλοιότερος, οὐχ ὅμοιος
ἡμῖν· τὰ ὄμματά ἐστιν ὡς ἀκτῖνες τοῦ ἡλίου, καὶ ἔνδοξον τὸ πρόσωπον·
6. καὶ ὑπολαμβάνω ὅτι οὐκ ἔστιν ἐξ ἐμοῦ ἀλλὰ ἐξ ἀγγέλου, καὶ
εὐλαβοῦμαι αὐτὸν μήποτέ τι ἔσται ἐν ταῖς ἡμέραις αὐτοῦ ἐν τῇ γῇ.
7. καὶ παραιτοῦμαι, π[άτερ, καὶ] δέομαι, βάδισον πρὸς Ἑνὼ[χ τὸν πατέρα
ἡμῶν καὶ ἐρώτησον] ... Two lines are lost ...
8. [ἦλθ]εν πρὸς ἐμὲ εἰς τὰ τέρματα τῆς γῆς οὗ [εἶδ]εν τότε εἶναι με καὶ
εἶπέν μοι, πάτερ [μου] ἐπάκουσον τῆς φωνῆς μου καὶ ἧκε [πρὸς] ἐμέ. καὶ
ἤκουσα τὴν φωνὴν αὐτοῦ καὶ ἦλθον πρὸς αὐτὸν καὶ εἶπα, ἰδοὺ πάρειμι
τέκνον· διὰ τί ἐλήλυθας πρὸς ἐμέ, τέκνον;
9. καὶ ἀπεκρίθη λέγων, δι’ ἀνάγκην μεγάλην ἦλθον ὧδε, πάτερ·
10. καὶ νῦν ἐγεννήθη τέκνον Λάμεχ τῷ υἱῷ μου, καὶ ὁ τύπος αὐτοῦ καὶ ἡ
εἰκὼν αὐτοῦ «οὐχ ὅμοιος ἀνθρώποις καὶ τὸ χρῶμα αὐτοῦ» λευκότερον
χιόνος καὶ πυρρότερον ῥόδου, καὶ τὸ τρίχωμα τῆς κεφαλῆς αὐτοῦ
λευκότερον ἐρίων λευκῶν, καὶ τὰ ὄμματα αὐτοῦ ἀφόμοια ταῖς τοῦ ἡλίου
ἀκτῖσιν,
11. καὶ ἀνέστη ἀπὸ τῶν τῆς μαίας χειρῶν καὶ ἀνοίξας τὸ στόμα εὐλόγησεν
τὸν κύριον τοῦ αἰῶνος·
12. καὶ ἐφοβήθη ὁ υἱός μου Λάμεχ, καὶ ἔφυγεν πρὸς ἐμέ, καὶ οὐ πιστεύει ὅτι
υἱὸς αὐτοῦ ἐστιν, ἀλλὰ ὅτι ἐξ ἀγγέλων ... one or two lines omitted ... τὴν
ἀκρίβειαν ἣν ἔχεις (?) καὶ τὴν ἀλήθειαν.
13. τότε ἀπεκρίθην λέγων, ἀνακαινίσει ὁ κύριος πρόσταγμα ἐπὶ τῆς γῆς,
καὶ τὸν αὐτὸν τρόπον τέκνον τεθέαμαι καὶ ἐσήμανά σοι· ἐν γὰρ τῇ γενεᾷ
Ἰάρεδ τοῦ πατρός μου παρέβησαν τὸν λόγον κυρίου ἀπὸ τῆς διαθήκης τοῦ
οὐρανοῦ.
14. καὶ ἰδοὺ ἁμαρτάνουσιν καὶ παραβαίνουσιν τὸ ἔθος, καὶ μετὰ γυναικῶν
συγγίνονται καὶ μετ’ αὐτῶν ἁμαρτάνουσιν καὶ ἔγημαν ἐξ αὐτῶν,
[καὶ τίκτουσιν οὐχ ὁμοίους πνεύμασιν ἀλλὰ σαρκίνους]·
15. καὶ ἔσται ὀργὴ μεγάλη ἐπὶ τῆς γῆς καὶ κατακλυσμός, καὶ ἔσται
ἀπώλεια μεγάλη ἐπὶ ἐνιαυτὸν ἕνα·
16. καὶ τόδε τὸ παιδίον τὸ γεννηθὲν καταλειφθήσεται, καὶ τρία αὐτοῦ
τέκνα σωθήσεται ἀποθανόντων τῶν ἐπὶ τῆς γῆς·
17b. καὶ πραϋνεῖ τὴν γῆν ἀπὸ τῆς οὔσης ἐν αὐτῇ φθορᾶς.
18. καὶ νῦν λέγε Λάμεχ ὅτι τέκνον σού ἐστιν δικαίως καὶ ὁσίως, [καὶ]
κάλεσον αὐτοῦ τὸ ὄνομα [Νῶε]· αὐτὸς γὰρ ἔσται ὑμῶν κατάλειμμα ἐφ’ οὗ
ἂν καταπαύσητε καὶ «οἱ» υἱοὶ αὐτοῦ ἀπὸ τῆς φθορᾶς τῆς γῆς καὶ ἀπὸ

34
πάντων τῶν ἁμαρτωλῶν καὶ ἀπὸ πασῶν τῶν συντελειῶν ἐπὶ τῆς γῆς ...
Four lines are lost ...
19. ὑπέδειξέν μοι καὶ ἐμήνυσεν, καὶ ἐν ταῖς πλαξὶν τοῦ οὐρανοῦ ἀνέγνων
αὐτά.
CVII
1. τότε τεθέαμαι τὰ ἐγγεγραμμένα ἐπ’ αὐτῶν, ὅτι γενεὰ γενεᾶς κακ[ίων
ἔσται], καὶ εἶδον τόδε μέχρις τοῦ ἀνας[τῆναι] γενεὰν δικαιοσύνης καὶ ἡ
κακία ἀπολεῖται καὶ ἡ ἁμαρτία ἀλλάξει ἀπὸ τῆς γῆς καὶ τὰ ἀγαθὰ ἥξει ἐπὶ
τῆς γῆς ἐπ’ αὐτούς.
2. καὶ νῦν ἀπότρεχε τέκνον καὶ σήμανον Λάμεχ τῷ υἱῷ σου ὅτι τὸ παιδίον
τοῦτο τὸ γεννηθὲν τέκνον αὐτοῦ ἐστιν δικαίως καὶ οὐ ψευδῶς.
3. καὶ ὅτε ἤκουσεν Μαθουσάλεκ τοὺς λόγους Ἑνὼχ τοῦ πατρὸς αὐτοῦ,
μυστηριακῶς γὰρ ἐδήλωσεν αὐτῷ, [ἐπέστρεψεν καὶ ἐδήλωσεν αὐτῷ.] καὶ
ἐκλήθη τὸ ὄνομα αὐτοῦ Νῶε, εὐφραίνων τὴν γῆν ἀπὸ τῆς ἀπωλείας.
Liber Enoch
Apocalypsis Henochi Graece
(recensio ap. Syncellum)
(ed. M. Black)
Pseudepigrapha veteris testamenti Graece 3.
Leiden: Brill, 1970, pp. 21–26, 29–30, 32–33, 37.
VI
ἐκ τοῦ πρώτου βιβλίου Ἐνὼχ περὶ τῶν ἐγρηγόρων.
1. καὶ ἐγένετο ὅτε ἐπληθύνθησαν οἱ υἱοὶ τῶν ἀνθρώπων, ἐγεννήθησαν
αὐτοῖς θυγατέρες ὡραῖαι.
2. καὶ ἐπεθύμησαν αὐτὰς οἱ ἐγρήγοροι καὶ ἀπεπλανήθησαν ὀπίσω αὐτῶν,
καὶ εἶπον πρὸς ἀλλήλους, ἐκλεξώμεθα ἑαυτοῖς γυναῖκας ἀπὸ τῶν
θυγατέρων τῶν ἀνθρώπων τῆς γῆς.
3. καὶ εἶπε Σεμιαζᾶς ὁ ἄρχων αὐτῶν πρὸς αὐτούς, φοβοῦμαι μὴ οὐ
θελήσητε (Go θελήσετε) ποιῆσαι τὸ πρᾶγμα τοῦτο, καὶ ἔσομαι ἐγὼ μόνος
ὀφειλέτης ἁμαρτίας μεγάλης.
4. καὶ ἀπεκρίθησαν αὐτῷ πάντες καὶ εἶπον, ὀμόσωμεν ἅπαντες ὅρκῳ καὶ
ἀναθεματίσωμεν ἀλλήλους τοῦ μὴ ἀποστρέψαι τὴν γνώμην ταύτην,
μέχρις οὗ ἀποτελέσωμεν αὐτήν.
5. τότε πάντες ὤμοσαν ὁμοῦ καὶ ἀνεθεμάτισαν ἀλλήλους.
6. ἦσαν δὲ οὗτοι διακόσιοι οἱ καταβάντες ἐν ταῖς ἡμέραις Ἰάρεδ εἰς τὴν
κορυφὴν τοῦ Ἑρμονιεὶμ (Go κορυφὴν Ἑρμὼν) ὄρους, καὶ ἐκάλεσαν τὸ ὄρος
Ἑρμώμ, καθότι ὤμοσαν (Go ομοσαν) καὶ ἀνεθεμάτισαν ἀλλήλους ἐν αὐτῷ.
7. καὶ ταῦτα τὰ ὀνόματα τῶν ἀρχόντων αὐτῶν. α´ Σεμιαζᾶς, ὁ ἄρχων
αὐτῶν, β´ Ἀταρκούφ, γ´ Ἀρακιήλ, δ´ Χωβαβιήλ, ε´ Ὀραμμαμή, Ϛ´ Ῥαμιήλ, ζ´
Σαμψίχ, η´ Ζακιήλ, θ´ Βαλκιήλ, ι´ Ἀζαλζήλ, ια´ Φαρμαρός, ιβ´ Ἀμαριήλ, ιγ´
Ἀναγημάς, ιδ´ Θαυσαήλ, ιε´ Σαμιήλ, ιϚ´ Σαρινᾶς, ιζ´ Εὐμιήλ (Par. gr. 1711 ὁ
Εὐμιήλ), ιη´ Τυριήλ, ιθ´ Ἰουμιήλ, κ´ Σαριήλ.
VII
1. Οὗτοι καὶ οἱ λοιποὶ πάντες ἐν τῷ χιλιοστῷ ἑκατοστῷ ἑβδομηκοστῷ ἔτει
τοῦ κόσμου ἔλαβον ἑαυτοῖς γυναῖκας, καὶ ἤρξαντο μιαίνεσθαι ἐν αὐταῖς
ἕως τοῦ κατακλυσμοῦ καὶ ἔτεκον αὐτοῖς γένη τρία· πρῶτον γίγαντας
μεγάλους.
2. οἱ δὲ γίγαντες ἐτέκνωσαν Ναφηλείμ, καὶ τοῖς Ναφηλεὶμ ἐγεννήθησαν
Ἐλιούδ. καὶ ἦσαν αὐξανόμενοι κατὰ τὴν μεγαλειότητα αὐτῶν, καὶ
ἐδίδαξαν ἑαυτοὺς καὶ τὰς γυναῖκας ἑαυτῶν φαρμακείας καὶ ἐπαοιδίας.

35
VIII
1. Πρῶτος Ἀζαὴλ ὁ δέκατος τῶν ἀρχόντων ἐδίδαξε ποιεῖν μαχαίρας καὶ
θώρακας καὶ πᾶν σκεῦος πολεμικόν, καὶ τὰ μέταλλα τῆς γῆς καὶ τὸ
χρυσίον, πῶς ἐργάσωνται καὶ ποιήσωσιν αὐτὰ κόσμια ταῖς γυναιξί, καὶ τὸν
ἄργυρον. ἔδειξε δὲ αὐτοῖς καὶ τὸ στίλβειν καὶ τὸ καλλωπίζειν καὶ τοὺς
ἐκλεκτοὺς λίθους καὶ τὰ βαφικά· καὶ ἐποίησαν ἑαυτοῖς οἱ υἱοὶ τῶν
ἀνθρώπων καὶ ταῖς θυγατράσιν αὐτῶν, καὶ παρέβησαν καὶ ἐπλάνησαν
τοὺς ἁγίους.
2. καὶ ἐγένετο ἀσέβεια πολλὴ ἐπὶ τῆς γῆς, καὶ ἠφάνισαν τὰς ὁδοὺς αὐτῶν.
3. ἔτι δὲ καὶ ὁ πρώταρχος αὐτῶν Σεμιαζᾶς ἐδίδαξεν εἶναι ὀργὰς κατὰ τοῦ
νοός, καὶ ῥίζας βοτανῶν τῆς γῆς. ὁ δὲ ἑνδέκατος Φαρμαρὸς ἐδίδαξε
φαρμακείας, ἐπαοιδίας, σοφίας, καὶ ἐπαοιδῶν λυτήρια· ὁ ἔνατος ἐδίδαξεν
ἀστροσκοπίαν· ὁ δὲ τέταρτος ἐδίδαξεν ἀστρολογίαν· ὁ δὲ ὄγδοος ἐδίδαξεν
ἀεροσκοπίαν· ὁ δὲ τρίτος ἐδίδαξε τὰ σημεῖα τῆς γῆς· ὁ δὲ ἕβδομος ἐδίδαξε
τὰ σημεῖα τοῦ ἡλίου· ὁ δὲ εἰκοστὸς ἐδίδαξε τὰ σημεῖα τῆς σελήνης· πάντες
οὗτοι ἤρξαντο ἀνακαλύπτειν τὰ μυστήρια ταῖς γυναιξὶν αὐτῶν καὶ τοῖς
τέκνοις αὐτῶν. μετὰ δὲ ταῦτα ἤρξαντο οἱ γίγαντες κατεσθίειν τὰς σάρκας
τῶν ἀνθρώπων
4. καὶ ἤρξαντο οἱ ἄνθρωποι ἐλαττοῦσθαι ἐπὶ τῆς γῆς.
VIII col I
4. οἱ δὲ λοιποὶ ἐβόησαν εἰς τὸν οὐρανὸν περὶ τῆς κακώσεως αὐτῶν
λέγοντες εἰσενεχθῆναι τὸ μνημόσυνον αὐτῶν ἐνώπιον κυρίου.
VIII col II
4. Τότε ἐβόησαν οἱ ἄνθρωποι εἰς τὸν οὐρανὸν λέγοντες Εἰσαγάγετε τὴν
κρίσιν ἡμῶν πρὸς τὸν ὕψιστον, καὶ τὴν ἀπώλειαν ἡμῶν ἐνώπιον τῆς δόξης
τῆς μεγάλης, ἐνώπιον τοῦ κυρίου τῶν κυρίων πάντων τῇ μεγαλωσύνῃ.
IX col I
1. Καὶ ἀκούσαντες οἱ τέσσαρες μεγάλοι ἀρχάγγελοι, Μιχαὴλ καὶ Οὐριὴλ
καὶ Ῥαφαὴλ καὶ Γαβριὴλ, (καὶ Par. gr. 1711) παρέκυψαν ἐπὶ τὴν γῆν ἐκ τῶν
ἁγίων τοῦ οὐρανοῦ.
2. καὶ θεασάμενοι αἷμα πολὺ ἐκκεχυμένον ἐπὶ τῆς γῆς καὶ πᾶσαν ἀσέβειαν
καὶ ἀνομίαν γενομένην ἐπ’ αὐτῆς,
3. εἰσελθόντες εἶπον πρὸς ἀλλήλους ὅτι Τὰ πνεύματα καὶ αἱ ψυχαὶ τῶν
ἀνθρώπων στενάζουσιν ἐντυγχάνοντα καὶ λέγοντα ὅτι Εἰσαγάγετε τὴν
κρίσιν ἡμῶν πρὸς τὸν ὕψιστον, καὶ τὴν ἀπώλειαν ἡμῶν ἐνώπιον τῆς δόξης
τῆς μεγαλωσύνης, ἐνώπιον τοῦ κυρίου τῶν κυρίων πάντων τῇ
μεγαλωσύνῃ.
4. καὶ εἶπον τῷ κυρίῳ τῶν αἰώνων Σὺ εἶ ὁ θεὸς τῶν θεῶν καὶ κύριος τῶν
κυρίων καὶ ὁ βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων καὶ θεὸς τῶν αἰώνων, καὶ ὁ
θρόνος τῆς δόξης σου εἰς πάσας τὰς γενεὰς τῶν αἰώνων, καὶ τὸ ὄνομά σου
ἅγιον καὶ εὐλογημένον εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.
IX col II
1. Καὶ ἀκούσαντες οἱ τέσσαρες μεγάλοι ἀρχάγγελοι, Μιχαὴλ καὶ Οὐριὴλ
καὶ Ῥαφαὴλ καὶ Γαβριὴλ, παρέκυψαν (= οἱ <δ> Par gr. 1711) ἐπὶ τὴν γῆν ἐκ
τῶν ἁγίων τοῦ οὐρανοῦ.
2. καὶ θεασάμενοι αἷμα πολὺ ἐκκεχυμένον ἐπὶ τῆς γῆς καὶ πᾶσαν ἀνομίαν
καὶ ἀσέβειαν γινομένην ἐπ’ αὐτῆς,
3. εἰσελθόντες εἶπον πρὸς ἀλλήλους ὅτι Τὰ πνεύματα καὶ αἱ ψυχαὶ τῶν
ἀνθρώπων ἐντυγχάνουσι στενάζοντα καὶ λέγοντα Εἰσαγάγετε τὴν δέησιν
ἡμῶν πρὸς τὸν ὕψιστον.

36
4. καὶ προσελθόντες οἱ τέσσαρες ἀρχάγγελοι εἶπον τῷ κυρίῳ Σὺ εἶ ὁ θεὸς
τῶν θεῶν καὶ κύριος τῶν κυρίων καὶ βασιλεὺς τῶν βασιλευόντων καὶ θεὸς
τῶν ἀνθρώπων, καὶ ὁ θρόνος τῆς δόξης σου εἰς πάσας τὰς γενεὰς τῶν
αἰώνων, καὶ τὸ ὄνομά σου ἅγιον καὶ εὐλογημένον εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας,
καὶ τὸ ὄνομά σου ἅγιον καὶ εὐλογημένον εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.
IX
4. add. post αἰῶνας: καὶ τὰ ἑξῆς. τότε ὁ ὕψιστος ἐκέλευσε τοῖς ἁγίοις
ἀρχαγγέλοις, καὶ ἔδησαν τοὺς ἐξάρχους αὐτῶν καὶ ἔβαλον (ἔβαλλον Par.
gr. 1711) αὐτοὺς εἰς τὴν ἄβυσσον, ἕως τῆς κρίσεως, καὶ τὰ ἑξῆς. καὶ ταῦτα
μὲν ὁ Ἐνὼχ μαρτυρεῖ.
5. σὺ γὰρ εἶ ὁ ποιήσας τὰ πάντα καὶ πάντων τὴν ἐξουσίαν ἔχων, καὶ πάντα
ἐνώπιόν σου φανερὰ καὶ ἀκάλυπτα· καὶ πάντα ὁρᾷς, καὶ οὐκ ἔστιν ὃ
κρυβῆναί σε δύναται.
6. ὁρᾷς ὅσα ἐποίησεν Ἀζαὴλ καὶ (om. Par. gr. 1711) ὅσα εἰσήνεγκεν, (add.
καὶ Par. gr. 1711) ὅσα ἐδίδαξεν, ἀδικίας καὶ ἁμαρτίας ἐπὶ τῆς γῆς καὶ πάντα
δόλον ἐπὶ τῆς ξηρᾶς. ἐδίδαξε γὰρ τὰ μυστήρια καὶ ἀπεκάλυψε τῷ αἰῶνι τὰ
ἐν οὐρανῷ. ἐπιτηδεύουσιν δὲ τὰ ἐπιτηδεύματα αὐτοῦ, εἰδέναι τὰ μυστήρια,
οἱ υἱοὶ τῶν ἀνθρώπων.
7. τῷ Σεμιαζᾷ τὴν ἐξουσίαν ἔδωκας ἔχειν τῶν σὺν αὐτῷ ἅμα ὄντων.
8. καὶ ἐπορεύθησαν πρὸς τὰς θυγατέρας τῶν ἀνθρώπων τῆς γῆς καὶ
συνεκοιμήθησαν μετ’ αὐτῶν καὶ ἐν ταῖς θηλείαις ἐμιάνθησαν, καὶ
ἐδήλωσαν αὐταῖς πάσας τὰς ἁμαρτίας, καὶ ἐδίδαξαν αὐτὰς μίσητρα
(μίσιτρα Par. gr. 1711) ποιεῖν.
9. καὶ νῦν ἰδοὺ αἱ θυγατέρες τῶν ἀνθρώπων ἔτεκον ἐξ αὐτῶν υἱοὺς
γίγαντας· κίβδηλα ἐπὶ τῆς (om. Go) γῆς τῶν ἀνθρώπων ἐκκέχυται, καὶ ὅλη
ἡ γῆ ἐπλήσθη ἀδικίας.
10. καὶ νῦν ἰδοὺ τὰ πνεύματα τῶν ψυχῶν τῶν ἀποθανόντων ἀνθρώπων
ἐντυγχάνουσιν, καὶ μέχρι τῶν πυλῶν τοῦ οὐρανοῦ ἀνέβη ὁ στεναγμὸς
αὐτῶν καὶ οὐ δύναται ἐξελθεῖν ἀπὸ προσώπου τῶν ἐπὶ τῆς γῆς γινομένων
ἀδικημάτων.
11. καὶ σὺ αὐτὰ οἶδας πρὸ τῶν (τοῦ recte Par. gr. 1711) αὐτὰ γενέσθαι καὶ
ὁρᾷς αὐτοὺς καὶ ἐᾷς αὐτούς, καὶ οὐδὲν λέγεις. τί δεῖ ποιῆσαι αὐτοὺς (om.
Go) περὶ τούτου;
X
1. Τότε ὁ ὕψιστος εἶπε καὶ ὁ ἅγιος ὁ μέγας ἐλάλησε, καὶ ἔπεμψε τὸν Οὐριὴλ
πρὸς τὸν υἱὸν (Go τοῦ) Λάμεχ λέγων
2. Πορεύου πρὸς τὸν Νῶε καὶ εἶπον αὐτῷ τῷ ἐμῷ ὀνόματι Κρύψον σεαυτόν,
καὶ δήλωσον αὐτῷ τέλος ἐπερχόμενον, ὅτι ἡ γῆ ἀπόλλυται πᾶσα· καὶ εἶπον
αὐτῷ ὅτι κατακλυσμὸς μέλλει γίνεσθαι πάσης τῆς γῆς, ἀπολέσαι πάντα
ἀπὸ προσώπου τῆς γῆς.
3. δίδαξον τὸν δίκαιον τί ποιήσει, τὸν υἱὸν Λάμεχ, καὶ τὴν ψυχὴν αὐτοῦ εἰς
ζωὴν συντηρήσει, καὶ ἐκφεύξεται δι’ αἰῶνος, καὶ ἐξ αὐτοῦ φυτευθήσεται
φύτευμα καὶ σταθήσεται πάσας τὰς γενεὰς τοῦ αἰῶνος.
4. Καὶ τῷ Ῥαφαὴλ εἶπε Πορεύου, Ῥαφαήλ, καὶ δῆσον τὸν Ἀζαήλ· χερσὶ καὶ
ποσὶ συμπόδισον αὐτόν, καὶ ἔμβαλε αὐτὸν εἰς τὸ σκότος, καὶ ἄνοιξον τὴν
ἔρημον τὴν οὖσαν ἐν τῇ ἐρήμῳ Δουδαήλ, καὶ ἐκεῖ πορευθεὶς βάλε αὐτόν.
5. καὶ ὑπόθες αὐτῷ λίθους ὀξεῖς καὶ (om. Go) λίθους τραχεῖς καὶ
ἐπικάλυψον αὐτῷ σκότος, καὶ οἰκησάτω ἐκεῖ εἰς τὸν αἰῶνα καὶ τὴν ὄψιν
αὐτοῦ πώμασον καὶ φῶς μὴ θεωρείτω·
6. καὶ ἐν τῇ ἡμέρᾳ τῆς κρίσεως ἀπαχθήσεται εἰς τὸν ἐμπυρισμὸν τοῦ

37
πυρός.
7. καὶ ἴασαι τὴν γῆν ἣν ἠφάνισαν οἱ ἐγρήγοροι, καὶ τὴν ἴασιν τῆς πληγῆς
δήλωσον, ἵνα ἰάσωνται τὴν πληγὴν καὶ μὴ ἀπόλωνται πάντες οἱ υἱοὶ τῶν
ἀνθρώπων ἐν τῷ μυστηρίῳ ὃ εἶπον οἱ ἐγρήγοροι καὶ ἐδίδαξαν τοὺς υἱοὺς
τῶν ἀνθρώπων,
8. καὶ ἠρημώθη πᾶσα ἡ γῆ ἐν τοῖς ἔργοις τῆς διδασκαλίας Ἀζαήλ· καὶ ἐπ’
αὐτῇ γράψον πάσας τὰς ἁμαρτίας.
9. Καὶ τῷ Γαβριὴλ εἶπε Πορεύου, Γαβριήλ, ἐπὶ τοὺς γίγαντας, ἐπὶ τοὺς
κιβδήλους, ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῆς πορνείας, καὶ ἀπόλεσαν τοὺς υἱοὺς τῶν
ἐγρηγόρων ἀπὸ τῶν υἱῶν τῶν ἀνθρώπων· πέμψον αὐτοὺς εἰς ἀλλήλους, ἐξ
αὐτῶν εἰς αὐτούς, ἐν πολέμῳ καὶ ἐν ἀπωλείᾳ. καὶ μακρότης ἡμερῶν οὐκ
ἔσται αὐτοῖς,
10. καὶ πᾶσα ἐρώτησις οὐκ ἔστι τοῖς πατράσιν αὐτῶν, ὅτι ἐλπίζουσι ζῆσαι
ζωὴν αἰώνιον, καὶ ὅτι ζήσεται ἕκαστος αὐτῶν ἔτη πεντακόσια.
11. καὶ τῷ Μιχαὴλ εἶπε Πορεύου, Μιχαήλ, δῆσον Σεμιαζᾶν καὶ τοὺς ἄλλους
σὺν αὐτῷ τοὺς συμμιγέντας ταῖς θυγατράσι τῶν ἀνθρώπων τοῦ μιανθῆναι
ἐν αὐταῖς ἐν τῇ ἀκαθαρσίᾳ αὐτῶν.
12. καὶ ὅταν κατασφαγῶσιν οἱ υἱοὶ αὐτῶν καὶ ἴδωσι τὴν ἀπώλειαν τῶν
ἀγαπητῶν αὐτῶν, δῆσον αὐτοὺς ἐπὶ ἑβδομήκοντα γενεὰς εἰς τὰς νάπας
τῆς γῆς μέχρι ἡμέρας κρίσεως αὐτῶν, μέχρι ἡμέρας τελειώσεως τελεσμοῦ,
ἕως συντελεσθῇ κρίμα τοῦ αἰῶνος τῶν αἰώνων.
13. τότε ἀπενεχθήσονται εἰς τὸ χάος τοῦ πυρὸς καὶ εἰς τὴν βάσανον καὶ εἰς
τὸ δεσμωτήριον τῆς συγκλείσεως τοῦ αἰῶνος.
14. καὶ ὃς ἂν κατακρίθῃ καὶ ἀφανισθῇ ἀπὸ τοῦ νῦν, μετ’ αὐτῶν δεθήσεται
(δεηθήσεται recte Par. gr. 1711) μέχρι τελειώσεως γενεᾶς αὐτῶν.
περὶ δὲ τοῦ ὄρους ἐν ᾧ ὤμοσαν καὶ ἀνεθεμέτισαν πρὸς τὸν πλησίον αὐτῶν,
ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα οὐ μὴ ἀποστῇ ἀπ’ αὐτοῦ ψῦχος καὶ χιὼν καὶ πάχνη, καὶ
δρόσος οὐ μὴ καταβῇ εἰς αὐτό, εἰ μὴ εἰς κατάραν καταβήσεται ἐπ’ αὐτό,
μέχρις ἡμέρας κρίσεως τῆς μεγάλης. ἐν τῷ καιρῷ ἐκείνῳ κατακαυθήσεται
καὶ ταπεινωθήσεται, καὶ ἔσται κατακαιόμενον καὶ τηκόμενον ὡς κηρὸς
ἀπὸ πυρός, οὕτως κατακαήσεται περὶ πάντων τῶν ἔργων αὐτοῦ. καὶ νῦν
ἐγὼ λέγω ὑμῖν υἱοῖς ἀνθρώπων, Ὀργὴ μεγάλη καθ’ ὑμῶν, «καὶ» κατὰ τῶν
υἱῶν ὑμῶν, καὶ οὐ παύσεται ἡ ὀργὴ αὕτη ἀφ’ ὑμῶν, μέχρι καιροῦ σφαγῆς
τῶν υἱῶν ὑμῶν. καὶ ἀπολοῦνται οἱ ἀγαπητοὶ ὑμῶν καὶ ἀποθανοῦνται οἱ
ἔντιμοι ὑμῶν ἀπὸ πάσης τῆς γῆς, ὅτι πᾶσαι αἱ ἡμέραι τῆς ζωῆς αὐτῶν ἀπὸ
τοῦ νῦν οὐ μὴ ἔσονται πλείω τῶν ἑκατὸν εἴκοσιν ἐτῶν. καὶ μὴ δόξητε ἔτι
ζῆσαι ἐπὶ πλείονα ἔτη· οὐ γάρ ἐστιν ἐπ’ αὐτοῖς πᾶσα ὁδὸς ἐκφεύξεως ἀπὸ
τοῦ νῦν, διὰ τὴν ὀργὴν ἣν ὠργίσθη ὑμῖν ὁ βασιλεὺς πάντων τῶν αἰώνων·
μὴ νομίσητε ὅτι ἐκφεύξεσθε ταῦτα.
XV
8. Καὶ νῦν οἱ γίγαντες οἱ γεννηθέντες ἀπὸ πνευμάτων καὶ σαρκὸς
πνεύματα πονηρὰ ἐπὶ τῆς γῆς καλέσουσιν αὐτούς, ὅτι ἡ κατοίκησις αὐτῶν
ἔσται ἐπὶ τῆς γῆς.
9. πνεύματα πονηρὰ ἔσονται, τὰ πνεύματα ἐξεληλυθότα ἀπὸ τοῦ σώματος
τῆς σαρκὸς αὐτῶν, διότι ἀπὸ τῶν ἀνθρώπων ἐγένοντο, καὶ ἐκ τῶν ἁγίων
τῶν ἐγρηγόρων ἡ ἀρχὴ τῆς κτίσεως αὐτῶν καὶ ἀρχὴ θεμελίου· πνεύματα
πονηρὰ
10. ἐπὶ τῆς γῆς ἔσονται
11. τὰ πνεύματα τῶν γιγάντων νεμόμενα, ἀδικοῦντα, ἀφανίζοντα,
ἐμπίπτοντα καὶ συμπαλαίοντα καὶ ῥιπτοῦντα ἐπὶ τῆς γῆς καὶ δρόμους

38
ποιοῦντα καὶ μηδὲν ἐσθίοντα, ἀλλ’ ἀσιτοῦντα καὶ ῥιπτοῦντα καὶ φάσματα
ποιοῦντα καὶ διψῶντα καὶ προσκόπτοντα.
12. καὶ ἐξαναστήσονται τὰ πνεύματα ἐπὶ τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων καὶ
τῶν γυναικῶν, ὅτι ἐξ αὐτῶν ἐξεληλύθασι.
XVI
1. Καὶ ἀπὸ ἡμέρας καιροῦ σφαγῆς καὶ ἀπωλείας καὶ θανάτου τῶν
γιγάντων ναφηλείμ, οἱ ἰσχυροὶ τῆς γῆς, οἱ μεγάλοι ὀνομαστοί, τὰ
πνεύματα τὰ ἐκπορευόμενα ἀπὸ τῆς ψυχῆς αὐτῶν, ὡς ἐκ τῆς σαρκὸς
ἔσονται, ἀφανίζοντα χωρὶς κρίσεως· οὕτως ἀφανίσουσι μέχρις ἡμέρας τῆς
τελειώσεως, ἕως τῆς κρίσεως τῆς μεγάλης ἐν ᾗ (ᾧ Par. gr. 1711) ὁ αἰὼν ὁ
μέγας τελεσθήσεται.
XIX
3. ..... ἀνθρώπων ὡς ἐγὼ εἶδον.
XX
2. ὁ εἷς τῶν ἁγίων ὁ ἐπὶ τοῦ κόσμου καὶ τοῦ ταρτάρου.
3. Ῥαφαὴλ, ὁ εἷς τῶν ἁγίων ἀγγέλων ὁ ἐπὶ τῶν πνευμάτων τῶν ἀνθρώπων.
4. Ῥαγουήλ, ὁ εἷς τῶν ἁγίων ἀγγέλων ὁ ἐκδικῶν τὸν κόσμον τῶν
φωστήρων.
5. Μιχαήλ, ὁ εἷς τῶν ἁγίων ἀγγέλων ὃς ἐπὶ τῶν τοῦ λαοῦ ἀγαθῶν τέτακται
καὶ ἐπὶ τῷ χαῷ.
6. Σαριήλ, ὁ εἷς τῶν ἁγίων ἀγγέλων ὁ ἐπὶ τῶν πνευμάτων οἵτινες ἐπὶ τῷ
πνεύματι ἁμαρτάνουσιν.
7. Γαβριήλ, ὁ εἷς τῶν ἁγίων ἀγγέλων ὁ ἐπὶ τοῦ παραδείσου καὶ τῶν
δρακόντων καὶ χερουβίν. Ῥεμειήλ, ὁ εἷς τῶν ἁγίων ἀγγέλων ὃν ἔταξεν ὁ
θεὸς ἐπὶ τῶν ἀνισταμένων. ὀνόματα ζ´ ἀρχαγγέλων.
XXI
1. Καὶ ἐφώδευσα μέχρι τῆς ἀκατασκευάστου.
2. καὶ ἐκεῖ ἐθεασάμην ἔργον φοβερόν. ἑώρακα οὔτε οὐρανὸν ἐπάνω οὔτε
γῆν τεθεμελιωμένην, ἀλλὰ τόπον ἀκατασκεύαστον καὶ φοβερόν.
3. καὶ ἐκεῖ τεθέαμαι ζ´ ἀστέρας τοῦ οὐρανοῦ δεδεμένους καὶ ἐριμμένους ἐν
αὐτῷ ὁμοῦ, ὁμοίους ὁράσει μεγάλῃ καὶ ἐν πυρὶ καιομένους.
4. τότε εἶπον Διὰ ποίαν αἰτίαν ἐπεδέθησαν, καὶ διὰ ποίαν αἰτίαν ἐρίφησαν
ὧδε;
5. καὶ εἶπέν μοι Οὐριήλ, ὁ εἷς τῶν ἁγίων ἀγγέλων ὁ μετ’ ἐμοῦ ὤν - καὶ
αὐτὸς αὐτῶν ἡγεῖτο - καὶ εἶπέν μοι, Ἑνώχ, περὶ τίνος ἐρωτᾷς ἢ περὶ τίνος
τὴν ἀλήθειαν φιλοσπευδεῖς;
6. οὗτοί εἰσιν τῶν ἀστέρων τοῦ οὐρανοῦ οἱ παραβάντες τὴν ἐπιταγὴν τοῦ
κυρίου, καὶ ἐδέθησαν ὧδε μέχρι πληρωθῆναι μύρια ἔτη τὸν χρόνον τῶν
ἁμαρτημάτων αὐτῶν.
7. Κἀκεῖθεν ἐφώδευσα εἰς ἄλλον τόπον τούτου φοβερώτερον, καὶ τεθέαμαι
ἔργα φοβερά· πῦρ μέγα ἐκεῖ καιόμενον καὶ φλεγόμενον, καὶ διακοπὴν
εἶχεν ὁ τόπος ἕως τῆς ἀβύσσου, πλήρης στύλων πυρὸς μεγάλων
καταφερομένων· οὔτε μέτρον οὔτε μέγεθος ἠδυνήθην ἰδεῖν οὔτε εἰκάσαι.
8. τότε εἶπον Ὡς φοβερὸς ὁ τόπος οὗτος καὶ ὡς δεινὸς τῇ ὁράσει.
9. τότε ἀπεκρίθη μοι καὶ εἶπεν ...
***
Incert
1. παρὰ (Par. gr. 1711; Go περὶ) δὲ τοῦ ὄρους ἐν ᾧ ὤμοσαν καὶ
ἀνεθεμάτισαν πρὸς τὸν πλησίον αὐτῶν, ὅτι εἰς τὸν αἰῶνα οὐ μὴ ἀποστῇ
ἀπ’ αὐτοῦ ψῦχος καὶ χιὼν καὶ πάχνη, καὶ δρόσος οὐ μὴ καταβῇ εἰς αὐτό, εἰ

39
μὴ εἰς κατάραν καταβήσεται ἐπ’ (Go εἰς) αὐτό, μέχρις ἡμέρας κρίσεως τῆς
μεγάλης.
2. ἐν τῷ καιρῷ ἐκείνῳ κατακαυθήσεται καὶ (Go om.) ταπεινωθήσεται, καὶ
ἔσται κατακαιόμενον καὶ τηκόμενον ὡς κηρὸς ἀπὸ πυρός, οὕτως
κατακαήσεται περὶ πάντων τῶν ἔργων αὐτοῦ.
3. καὶ νῦν ἐγὼ λέγω ὑμῖν υἱοῖς ἀνθρώπων Ὀργὴ μεγάλη καθ’ ὑμῶν, κατὰ
τῶν υἱῶν ὑμῶν· καὶ οὐ παύσεται ἡ ὀργὴ αὕτη ἀφ’ ὑμῶν μέχρι καιροῦ
σφαγῆς τῶν υἱῶν ὑμῶν.
4. καὶ ἀπολοῦνται οἱ ἀγαπητοὶ ὑμῶν καὶ ἀποθανοῦνται οἱ ἔντιμοι ὑμῶν
ἀπὸ πάσης τῆς γῆς, ὅτι πᾶσαι αἱ ἡμέραι τῆς ζωῆς αὐτῶν ἀπὸ τοῦ νῦν οὐ μὴ
ἔσονται πλείω τῶν ἑκατὸν εἴκοσιν ἐτῶν.
5. καὶ μὴ δόξητε ἔτι ζῆσαι ἐπὶ πλείονα ἔτη· οὐ γάρ ἐστιν ἐπ’ αὐτοῖς πᾶσα
ὁδὸς ἐκφεύξεως ἀπὸ τοῦ νῦν, διὰ τὴν ὀργὴν ἣν ὠργίσθη ὑμῖν ὁ βασιλεὺς
πάντων τῶν αἰώνων· μὴ νομίσητε ὅτι ἐκφεύξεσθε ταῦτα.

Περί των γιγάντων


καὶ ἦν νωε ἐτῶν πεντακοσίων καὶ ἐγέννησεν νωε τρεῖς
υἱούς τὸν σημ τὸν χαμ τὸν ιαφεθκαὶ ἐγένετο ἡνίκα ἤρξαντο
οἱ ἄνθρωποι πολλοὶ γίνεσθαι ἐπὶ τῆς γῆς καὶ θυγατέρες
ἐγενήθησαν αὐτοῖς 2ἰδόντες δὲ οἱ υἱοὶ τοῦ θεοῦ τὰς
θυγατέρας τῶν ἀνθρώπων ὅτι καλαί εἰσιν ἔλαβον ἑαυτοῖς
γυναῖκας ἀπὸ πασῶν ὧν ἐξελέξαντο 3καὶ εἶπεν κύριος ὁ
θεός οὐ μὴ καταμείνῃ τὸ πνεῦμά μου ἐν τοῖς ἀνθρώποις
τούτοις εἰς τὸν αἰῶνα διὰ τὸ εἶναι αὐτοὺς σάρκας ἔσονται δὲ
αἱ ἡμέραι αὐτῶν ἑκατὸν εἴκοσι ἔτη 4οἱ δὲ γίγαντες ἦσαν
ἐπὶ τῆς γῆς ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις καὶ μετ' ἐκεῖνο ὡς
ἂν εἰσεπορεύοντο οἱ υἱοὶ τοῦ θεοῦ πρὸς τὰς θυγατέρας
τῶν ἀνθρώπων καὶ ἐγεννῶσαν ἑαυτοῖς ἐκεῖνοι ἦσαν οἱ
γίγαντες οἱ ἀπ' αἰῶνος οἱ ἄνθρωποι οἱ ὀνομαστοί

Παραθέτουμε ένα επεξηγηματικό κείμενο αναφορικά με τους γίγαντες από την


ιστοσελίδα http://www.oodegr.com.

... «Εδώ πρόκειται για το θέμα στο οποίο αναφέρθηκε ο Ιησούς Χριστός, στο
Ματθαίος κδ΄ 38, για τους προκατακλυσμιαίους ανθρώπους που ΄΄έτρωγαν και
έπιναν και παντρεύονταν΄΄, ώσπου ήρθε ο Κατακλυσμός. Επ' αυτών υπάρχουν
κάποιες παρατηρήσεις:

1η παρατήρηση: Το οριστικό άρθρο ΄΄οι΄΄, δείχνει ότι πρόκειται για κάποιους που
ήταν ήδη γνωστοί στους αναγνώστες της Γενέσεως, προς τους οποίους απευθύνεται
ο Μωυσής, δηλαδή προς τους Ισραηλίτες της εποχής του, που λάβαιναν το Νόμο.

2η παρατήρηση: Το ότι ΄΄εν ταις ημέραις εκείναις ήσαν΄΄, υπονοεί 1. Είτε ότι δεν
υπήρχαν πλέον οι γίγαντες στη ΄΄γη΄΄, όταν γραφόταν η Γένεση, δηλαδή κατά το 1500
π.Χ., 2. είτε ότι υπήρχαν και τότε.

40
3η παρατήρηση: Για ποια ΄΄γη΄΄ μιλάει; 1. Είτε για τη συγκεκριμένη γη στην οποία
συνέβαιναν τα γεγονότα που αναγράφονται στα γύρω κεφάλαια, (τη γη της
Μεσοποταμίας), 2. είτε γενικά για τη γύρω γη στην οποία είχαν επεκταθεί οι γίγαντες,
και η φυλή Αδάμ. Αυτό όμως δεν έχει σημασία, καθώς η αναφορά γίνεται μόνο για
τον καιρό πρό τού Κατακλυσμού. Είναι γεγονός όμως, ότι στη γη Χαναάν, οι
γίγαντες υπήρχαν και μετά από τον Κατακλυσμό.

Αυτό φαίνεται στους Αριθμούς 13/ιγ΄ 33: ΄΄και εκεί εωράκαμεν τους γίγαντας,
(εβραϊκό: Νεφιλείμ), και ήμεν ενώπιον αυτών ωσεί ακρίδες, αλλά και ούτως ήμεν
ενώπιον αυτών΄΄.

Αν αυτό φαίνεται παράξενο σε κάποιους που διδάχτηκαν ότι ο Κατακλυσμός ήταν


παγκόσμιος, ας διαβάσουν τη μελέτη μας: ΄΄Ήταν ο Κατακλυσμός Παγκόσμιος;΄΄
Εκεί θα δουν τις Αγιογραφικές και ιστορικές αποδείξεις, ότι επρόκειτο για έναν
τοπικό κατακλυσμό, που έπληξε μόνο τη φυλή Αδάμ, και μέλη μόνο των γύρω λαών.

Επιβίωση από τον Κατακλυσμό

Το ότι οι Νεφιλείμ επεβίωσαν του Κατακλυσμού, εξηγείται απλά:

Είναι λογικό, το ότι η φυλή των γιγάντων Νεφιλείμ, δεν έμενε ολόκληρη στην
κοιλάδα της Μεσοποταμίας, αλλά κάποιοι απ' αυτούς διεσπάρησαν στις γύρω
περιοχές.

Η Γένεση στο 7/ζ΄ 20, γράφει ότι ο Κατακλυσμός είχε ύψος 15 πήχες, (8- 9 μέτρα),
δηλαδή όσο χρειαζόταν για να καλύψει τις ψηλότερες περιοχές της χαμηλής
Μεσοποταμίας. Όσοι όμως έμεναν στα ορεινά γύρω από την πληγείσα περιοχή,
επεβίωσαν. Άλλωστε, ο Κατακλυσμός έγινε για τιμωρία της φυλής Αδάμ, και όχι των
γύρω λαών, όπως φαίνεται στη Γένεση 6/ς΄ 5 - 7, όπου η λέξη που χρησιμοποιείται
στο Εβραϊκό κείμενο γι' αυτούς με τους οποίους οργίστηκε ο Θεός, είναι: ΄΄Αδάμ΄΄.
Για τους άλλους λαούς, η Γένεση στο Εβραϊκό κείμενο, χρησιμοποιεί άλλη λέξη,
όπως φαίνεται στο Γένεσις 6/ς΄ 4, [΄΄οι άνθρωποι (εβραϊκά: ΄΄ενός΄΄), οι
ονομαστοί΄΄], και στο Γένεσις 13/ιγ΄ 13: [΄΄οι δε άνθρωποι (εβραϊκά: ΄΄ενός΄΄), οι εν
Σοδόμοις...΄΄].

Μια τελευταία παρατήρηση, ξεκινάει από το ίδιο εδάφιο της Γένεσης 6/ς΄ 4, που λέει:
΄΄Οι δε γίγαντες ήσαν επί τής γης εν ταις ημέραις εκείναις, και μετ' εκείνο, ως αν
εισεπορεύοντο οι υιοί τού Θεού προς τας θυγατέρας τών ανθρώπων...΄΄

Οι Νεφιλείμ λοιπόν, υπήρχαν ακόμη ΄΄και μετά από εκείνο΄΄ το γεγονός που
περιγράφεται, δηλαδή και μετά από την αύξηση του πληθυσμού στη
Μεσοποταμία. Είναι λάθος να ταυτίζονται κατ' ανάγκην οι Νεφιλείμ με τους γιους
των ισχυρών, καθώς μια αβίαστη ανάγνωση του κειμένου, δεν δείχνει τίποτα τέτοιο.
Το μεταβατικό ΄΄δε΄΄, δείχνει ότι γίνεται λόγος για κάποιους άλλους, και όχι για
τους γιούς των ισχυρών. Οι γιοί των ισχυρών δεν είναι οι Νεφιλείμ, αλλά οι ισχυροί
άνδρες της Μεσοποταμίας, των άλλων φυλών που ζούσαν κοντά στη φυλή Αδάμ.

Ίσως, ο σκοπός του χωρίου είναι να δείξει ότι η φυλή των γιγάντων, (η οποία
προβλημάτιζε τους Ισραηλίτες τον καιρό που ο Μωυσής έγραφε αυτά τα λόγια), ήταν
μια αρχαία φυλή, σύγχρονη της επιμειξίας της φυλής Αδάμ με τους γιούς των

41
ισχυρών, και ότι οι Νεφιλείμ επεβίωσαν ακόμη και μετά από την επιμειξία των
ισχυρών ανδρών της Μεσοποταμίας με τις ΄΄θυγατέρες Αδάμ΄΄, κατά την
προκατακλυσμιαία εποχή.

Ίσως ακόμα, η αναφορά αυτή να γίνεται για να δείξει ότι ο κατακλυσμός στρεφόταν
ειδικά κατά του λαού Αδάμ και όχι και των γύρω λαών, εκ των οποίων
επεβίωσαν και οι Νεφιλείμ.

Οι γίγαντες στην εποχή τού Ισραήλ

Σύμφωνα με την Αγία Γραφή, η περιοχή στην οποία επεβίωσαν κάποιοι από τη
φυλή των γιγάντων Νεφιλείμ, ήταν η Βασάν, που ονομάζεται: ΄΄γη γιγάντων΄΄.
(Δευτερονόμιο γ΄ 13).

Πρόκειται για μία ορεινή περιοχή ανατολικά της Θάλασσας της Γαλιλαίας,
κατάλληλη για επιβίωση των λαών της, από τον Κατακλυσμό που έπληξε τη
Μεσοποταμία, και το λαό Αδάμ (Όπως λέμε ΄΄λαός Ισραήλ΄΄).

Εκεί, οι γίγαντες υπήρχαν όχι μόνο μετά από τον Κατακλυσμό, αλλά και στις ημέρες
του Αβραάμ, όπως φαίνεται στη Γένεση 14/ιδ΄ 5, όπου λέει για τον Χοδολλογομόρ
και τους συμμάχους του, ότι ΄΄κατέκοψαν τους γίγαντας τους εν Ασταρώθ
Καρναιν΄΄, στη Βασσάν.

Και οι κατάσκοποι όμως των ημερών του Μωυσή, βρήκαν τους Νεφιλείμ στη
Χαναάν, όπως είδαμε στους Αριθμούς 13/ιγ΄ 33, όπου μάλιστα ονομάζει τους
γίγαντες ΄΄Νεφιλείμ΄΄. Εκεί έχει μάλιστα και οριστικό άρθρο, ΄΄τους Νεφιλείμ΄΄,
πράγμα που δείχνει ότι δεν επρόκειτο για παρομοίωση, αλλά για το γνωστό λαό
των Νεφιλείμ.

Άλλα εδάφια, όπως το Δευτερονόμιο 1/α΄ 28, αναφερόμενο στο ίδιο γεγονός,
ταυτίζει τους Νεφιλείμ με τους Ανακείμ, που προφανώς ήταν απόγονοί τους.

Με τους Ανακείμ συσχετίζει η Αγία Γραφή όλες τις φυλές γιγάντων που ζούσαν γύρω
από τη Θάλασσα της Γαλιλαίας, όπως ήταν οι Ραφαείμ, οι Εμμαίοι και οι
Ζουμζουμείμ, τους οποίους εξολώθρευσαν οι απόγονοι του Λωτ. (Δευτερονόμιο 2/β΄
10,11,20,21).

Οι Ραφαείμ, ήταν απόγονοι των Γιγάντων που επεβίωσαν από τον Κατακλυσμό, και
δεν ήταν απόγονοι του Νώε, καθώς δεν αναφέρονται στη Γένεση 10/ι΄, όπου
αναφέρονται οι λαοί που κατάγονται από το Νώε. Η σκέψη ότι ίσως να μην
αναφέρονται επειδή είναι πολύ νεώτεροι λαοί, δεν ευσταθεί, επειδή αναφέρονται στη
Γένεσις 14/ιδ΄ 5 σαν λαός, από την εποχή του Αβραάμ ακόμα, και συνεπώς είναι
αρχαιότεροι λαοί από αυτούς που αναφέρονται ως απόγονοι του Νώε!

Μετά από την εγκατάσταση των Ισραηλιτών στη Γη της Επαγγελίας, οι υψηλόσωμες
αυτές φυλές εξολωθρεύτηκαν, και δεν έμειναν Ανακείμ στο Ισραήλ. Μόνο στη Γάζα,
στη Γαθ, και στην Άζωτο έμειναν, αναμεμειγμένοι με τους Φιλισταίους. (Ιησούς
Ναυή 11/ια΄ 21, 22).

42
Ένας απ' αυτούς ήταν και ο Γολιάθ από τη Γαθ, που σκοτώθηκε από τον Δαυίδ. (Α΄
Σαμουήλ ιζ΄ 4: ΄΄Εξήλθεν... Γολιάθ εκ της Γαθ...΄΄).

Τον καιρό του Δαυίδ, σκοτώθηκαν οι τελευταίοι γίγαντες».

Αβραάμ.
Ο Αβραάμ έζησε περίπου το 2000 π.Χ. Εμφανίζεται ως εκλεκτός
του Θεού και προπάτορας του Ιησού Χριστού.

Εξ’ αρχής ο Θεός του υπόσχεται: «Καί ἐνευλογηθήσονται ἐν σοί


πᾶσαι αἱ φυλαί τῆς γῆς». Αυτό το εν σοι σημαίνει τον Χριστό.

Αμέσως μετά την κλήση του ο Αβραάμ «ἐπορεύθη» προ τα κει


που του υπέδειξε ο Κύριος. Υπακούοντας έτσι αμετεώριστα στον
Θεό και εφαρμόζοντας την αρετή της ξενιτείας.

Στο Γεν. 12, 10 βλέπουμε πως ο Αβραάμ κατέβηκε λίγο μετά στην Αίγυπτο
αφήνοντας την περιοχή που του υπέδειξε ο Θεός προφανώς χωρίς να πάρει ευλογία
και γι’ αυτό όπως θα δούμε έπεσε σε πειρασμό κινδυνεύοντας να χάσει τη γυναίκα
του.

Στο στίχο 11 του ίδιου κεφαλαίου καλείται η Σάρα ως γυναίκα ευπρόσωπος να γίνει
γυναίκα του Φαραώ. Η Σάρα ήταν τότε 65 χρονών δηλαδή μεσήλικας μιας που τότε
ο χρόνος ζωής των ανθρώπων ήταν τα 170 έτη. Ο Αβραάμ της ζητά να πει ότι είναι
αδελφή του και όχι σύζυγός του για να μην τον φονεύσουν. Ήταν βέβαια κατά την
ευρεία έννοια και αδελφή του όμως εδώ ο Αβραάμ λέει ψέματα για να σώσει τη ζωή
του.

Ο Ιερός Χρυσόστομος λέει περί του θέματος : «Προτιμά να παραδώσει τη σύζυγό του
στη μοιχεία λέγοντας ψέματα, ότι είναι αδελφή του, για να μη φονευθεί, διότι ο
θάνατος ήταν τότε τρομερός, καθ’ όσον ο Χριστός δεν κατήλθε ακόμη στη γη, ίνα
σπάσει τα δεσμά του...». Ο Θεός όμως φύλαξε τη γυναίκα του αβλαβή από τον
Φαραώ. Δια τούτο κάποιοι ερμηνευτές λέγουν πως ήξερε ως προφήτης ο Αβραάμ την
ευνοϊκή εξέλιξη των πραγμάτων και γι’ αυτό έδωσε τη γυναίκα του στον Φαραώ.

Ο Αβραάμ συναντά αργότερα ένα ιερέα του Υψίστου ονομαζόμενο Μελχισεδέκ, ο


οποίος του προσφέρει Άρτο και οίνο προτυπώνοντας με αυτό τον τρόπο την

43
αναίμακτη Θεία Λειτουργία των Χριστιανών. Ο πατριάρχης με τη σειρά του, τού
δίνει τη δεκάτη από τα λάφυρα του πολέμου που κέρδισε, διότι προηγουμένως είχε
έλθει σε εμπόλεμη σύγκρουση με 4 βασιλιάδες για να σώσει τον ανιψιό του τον Λωτ.
Από όλους είχε πάρει λάφυρα εκτός του βασιλιά των Σοδόμων δηλώνοντας έτσι πως
δεν ήθελε να έχει καμία σχέση με άπιστο.
Ο Μελχισεδέκ κατά τον Απόστολο Παύλο προτυπώνει τον Χριστό. Το όνομά του
σημαίνει βασιλιάς δικαιοσύνης η πρωτεύουσά του λέγεται Σαλήμ. Επομένως ήτο
βασιλιάς της ειρήνης. Παρουσιάζεται δε ως απάτωρ, αμήτωρ, αγενεαλόγητος. Όλα
αυτά απαντώνται στον Χριστό, ο Οποίος ως «απάτωρ» δεν έχει ούτε αρχή, ούτε
τέλος. Αμήτωρ ο Χριστός είναι εν τω ουρανώ.

Στο 15ο κεφάλαιο της Γενέσεως στον πρώτο στίχο ο Θεός λέει στον Αβραάμ: Μη
φοβάσαι, εγώ είμαι αυτός που σε υπερασπίζομαι. Ο μισθός σου θα είναι πολύ
μεγάλος. Για πιο μισθό μιλά εδώ ο Θεός; Απαντάμε: Επειδή ο Αβραάμ αρνήθηκε να
δεχτεί οτιδήποτε από τον βασιλιά των Σοδόμων δια τούτο ο Θεός τώρα του λέει πως
θα τον ανταμείψει πολύ περισσότερο.

Τι θα μου δώσεις διότι εγώ έμεινα άτεκνος. Η απάντηση του Αβραάμ πλήρους
οικειότητος, διότι έτσι συνομιλούν οι άγιοι με τον Θεό· σαν φίλοι. Ο θεός υπόσχεται
πως το σπέρμα του Αβραάμ θα είναι αναρίθμητο όπως τα αστέρια στον ουρανό και
επίστευσε ο Αβραάμ και ελογίσθη η πίστη του αυτή ως δικαιοσύνη (στιχ.6).

Η πίστη αυτή επισφραγίστηκε με θυσιαστικού περιεχομένου συμφωνία: Δάμαλιν ,


αίγα και κριόν τριών ετών λαμβάνει σύμφωνα με εντολή του Θεού ο Αβραάμ για να
κάνει διαθήκη με τον Θεό. Τα τρία αυτά ζώα συμβολίζουν τις τρεις γενεές των
Ισραηλιτών που θα παραμείνουν στην Αίγυπτο. Η τρυγών είναι η γεννεά η οποία θα
αναχωρήσει και γι’ αυτό δεν εδιχοτομήθει. Τα αρπαχτικά πουλιά που κατέβαιναν για
να φάνε τα διχοτομημένα ζώα συμβολίζουν τους εχθρούς του Ισραήλ. Ο Αβραάμ
πέφτει στη συνέχεια σε έκσταση και "φόβος σκοτεινός μέγας τον επισκίασε". (στίχος
12) Τούτο συνέβη δια να διεγερθεί περισσότερο η προσοχή του αγίου. Του
αναγγέλλει τελικά ο Θεός, πως οι απόγονοί του για 400 χρόνια θα δουλωθούν υπό
των Αιγυπτίων. Ο Θεός επικυρώνει την διαθήκη αυτή διαπερνώντας με θεϊκή φωτιά
τα διχοτομημένα ζώα εικονίζοντας έτσι τον μυστηριώδη τρόπο με τον οποίο ο Θεός
κυβερνά τον κόσμο.

Στο 16ο κεφάλαιο βλέπουμε τη Σάρα να βιάζεται να εκπληρωθεί η υπόσχεση του


Θεού περί των απογόνων της και στέλνει τη δούλη της την Άγαρ στον Αβραάμ δια
να τεκνοποιήσει αντ’ αυτής. Τούτη η ανυπομονησία της θα τιμωρηθεί με θλίψεις.
Στον 4ο λοιπόν στίχο του 16ου κεφαλαίου παρατηρούμε τη Σάρα να νιώθει
ητιμασμένη διότι παραχώρησε τον Άνδρα της στη δούλη της.

Ο Άβραμ για να επαναφέρει την πρότερη τάξη στον οίκο του καθησυχάζει τη Σάρα
λέγοντάς της «κάνε στη δούλη σου ότι σου αρέσει». Να λοιπόν το μεγαλείο της
αγάπης του Αβραάμ προς την σύζυγό του. Αν και απέκτησε υιό με την Άγαρ, την
παραδίδει τώρα στην κυρία της!

Στο 17ο κεφάλαιο της Γενέσεως στίχος 3, ο Θεός αλλάζει το όνομα του Άβραμ=
πατήρ υψηλός σε Αβραάμ= πατέρα πολλών εθνών. Η ιστορία του Ισραήλ θα το
αποδείξει στη συνέχεια αυτό. Σάρα σημαίνει αρχή μου, Σάρρα δε σημαίνει άρχουσα
δηλαδή μητέρα πολλών φυλών και όχι πλέον μίας μόνο φυλής.

44
Στη διαθήκη που έκανε ο Θεός με τον Αβραάμ υπήρχε και η εντολή της περιτομής,
δηλαδή της αποκοπής της ακροβυστίας του ανδρικού μορίου. Ο χρόνος της περιτομής
ήταν η 8η ημέρα της γεννήσεως του παιδιού. Η περιτομή του χριστιανισμού που
αντικατέστησε την παραπάνω, είναι η περιτομή της καρδιάς, δηλαδή το βάπτισμα.
(κολασ. 2,11).. Σε ηλικία 99 ετών ο Αβραάμ περιετέμνετο αυτός και όλος ο οίκος του.
Ο Ισμαήλ ήταν 13 ετών όταν του έγινε περιτομή και γι’ αυτό οι μουσουλμάνοι σε
αυτή την ηλικία κάνουν περιτομή ακόμη και σήμερα.

Στο κεφάλαιο 18 ο Αβραάμ αξιώνεται να δεχθεί ως


επισκέπτες τρία πρόσωπα εκ των οποίων ο ένας ήταν
ο ίδιος ο Θεός και οι άλλοι δύο ήταν άγγελοι.
(Γιαννακόπουλος, Η Παλαιά Διαθήκη, τόμος 1, σελ.
143). Ο Αβραάμ είχε και την αρετή της φιλοξενίας,
την οποία τόσο πολύ είχε καλλιεργήσει ώστε «και εν
μεσημβρία τούτο διεπράττετο» (Χρυσόστομος). Αφού
τους έπλυνε τα πόδια «έδραμε» που σημαίνει έτρεξε
να τους φτιάξει το γεύμα. Εκεί αποκαλύπτεται και ο
σκοπός της επίσκεψης, η αναγγελία της εγκυμοσύνης
της Σάρρας. Ακούγοντας αυτό η Σάρρα έσκυψε επί
της γης και γέλασε. Όταν όμως ο Κύριος τι ρώτησε
γιατί γέλασε, εκείνη αρνήθηκε το γεγονός. –Κι όμως γέλασες ήταν η απάντηση που
έλαβε.

Στον δρόμο προς τα Σόδομα ο Θεός αποκαλύπτει στον Αβραάμ τα θεϊκά σχέδια της
καταστροφής των Σοδόμων, εξαιτίας κυρίως του σοδομικού λεγομένου αμαρτήματος.
Ακολουθεί ένας εκπληκτικός διάλογος του Αβραάμ με τον Θεό. «Πάντα λόγον
υπερβαίνει και πάσαν έννοιαν η του Δεσπότου αγαθότης. Ποίος εξ ημών ζων εν μέσω
κακών ανθρώπων θα είχε τοιαύτη συγκατάβασιν και φιλανθρωπίαν ερωτά ο
Χρυσόστομος. Ήξερε ο Αβραάμ ότι συνομιλούσε τετ α τετ με τον Θεό. Αυτό
αποδεικνύεται από τη φράση «ο κρίνων πάσαν την γην».

Το αίτημα του Αβραάμ ήταν να σωθούν οι δίκαιες ψυχές των Σοδόμωνόμως δεν
βρίκε ανταπόκριση γιατί δεν υπήρχαν δίκαιοι στα Σόδομα πλην του Λωτ. Και γι’
αυτό οι άγγελοι επισκέφθηκαν αυτή την οικεία.

Οι κάτοικοι των Σοδόμων βλέποντας τους αγγέλους να φιλοξενούνται στο σπίτι του
Λωτ περικύκλωσαν αυτό έχοντας ένα αίτημα. Να συνευρεθούν μαζί τους! Βλέπουμε
το βάθος της αμαρτίας και της ακολάστου ζωής των σοδομικών κατοίκων. Από την
άλλη ο Λωτ. Προσφέρει τις κόρες του για να διαφυλάξει τους φιλοξενούμενούς του.
Δηλαδή προτιμά κατ’ αυτόν να πράξει το μικρότερο κακό. Τότε γίνεται το θαύμα.
Αυτοί που βροντούν την πόρτα παραλύουν πλήρως. Εκβάλλονται έξω της πόλεως
υπό των αγγέλων ο Λωτ και οι συγγενείς αυτού και ακολουθεί η καταστροφή.

«Μη περιβλέψη εις τα οπίσω» η εντολή αυτή δόθηκε στον Λωτ και στους συγγενείς
του δια να δοκιμασθεί η πίστη τους. Η γυναίκα όμως του Λωτ κοίταξε προς τα πίσω
βλέποντας το ολοκαύτωμα γενόμενη απευθείας στήλη άλατος.

Πυρκαγιά, και σεισμοί ήταν τα μέσα τιμωρίας των δύο αυτών πόλεων (Σοδόμων και
Γομόρων) . Οι καθιζήσεις που προκλήθηκαν στην περιοχή έκαναν τις πόλεις να
καταβυθιστούν στα νερά της λίμνης, δηλαδή της Νεκράς θαλάσσης. Η Νεκρά

45
θάλασσα είναι πλήρης αλάτων και θείου. Δεν ζει δε τίποτα μέσα σε αυτήν και κανένα
φυτό δεν φυτρώνει. Η ατμόσφαιρα είναι πλήρης αναθυμιάσεων από θείο. Ενώ
κανένα πτηνό δεν πετά πάνω απ’ αυτήν. Αν ριφθούν άνθρωποι και αντικείμενα μέσα
σ’ αυτήν δεν βυθίζονται, αλλά επιπλέουν.

Ο Λωτ κατοίκησε σε μια μικρή πόλη πλησίον των Σοδόμων ονόματι Σηγώρ. Οι
κόρες του Λωτ βλέποντας μία κατάσταση δύσκολη πλέον στο να βρουν συζύγους
αποφασίζουν να μεθύσουν τον πατέρα τους και ξαπλώνοντας μαζί του με σκοπό όχι
την απόλαυση αλλά την απόκτηση απογόνων. Πράξη παρόλα αυτά ακόλαστη που
δείχνει και τη φτωχή έναντι του Αβραάμ αρετή που είχε ο Λωτ. Από τη μία μεθά και
δεν καταλαβαίνει το τι κάνει και από την άλλη είχε ήδη παντρέψει τις κόρες του με
κατοίκους των Σοδόμων. Ο Θεός δεν τιμωρεί αυτή την αιμομιξία διότι προβλέποντας
τη διαφθορά των Μωαβιτών και Αμμανιτών (των απογόνων του Λωτ με τις κόρες
του) ήθελε αυτοί να μισηθούν από τους Ισραηλίτες.

Ο Αβραάμ εν τω μεταξύ κίνησε προς τα Γέραρα όπου εκεί η ιστορία των προ είκοσι
ετών επαναλαμβάνεται. Ο Αβιμέλεχ ο βασιλιάς της περιοχής απέστειλε ανθρώπους
του για να παραλάβουν δι αυτόν τη Σάρρα. Εδώ υπάρχει ένα ερώτημα: Πως ένας
βασιλιάς επιθύμησε την ενενηντάχρονη τότε Σάρρα; Ο Αβιμέλεχ είδε την αρετή και
τη δικαιοσύνη του Αβραάμ και της Σάρρας και θέλησε απόγονο απ’ αυτήν την οποία
θαύμαζε για να το έχει τούτο ως καύχημα. Ο Θεός όμως και πάλι προστάτευσε τη
Σάρρα τρομοκρατώντας τον βασιλιά καθ’ ὐπνον.

Όταν ο Αβραάμ έγινε 100 ετών η Σάρρα γέννησε υιό τον οποίο ονόμασε Ισσαάκ που
σημαίνει γέλιο προς εκπλήρωση της Θεϊκής υποσχέσεως.

Κατά τη διάρκεια του απογαλακτισμού του Ισαάκ σε ηλικία δηλαδή 3-4 ετών η
Σάρρα εκδήλωσε ζηλότυπη συμπεριφορά απέναντι στον Ισμαήλ και την μητέρα του
Άγαρ εκφράζοντας την επιθυμία της εκδίωξής των από την οικεία της. Ο Αβραάμ
πράγματι εκδίωξε εκ του οίκου του τον Ισμαήλ και την Άγαρ. Ο Ισμαήλ ήταν τότε 15
ετών. Η Άγαρ έπεσε σε απελπισία βλέποντας την τραγική κατάσταση στην οποία είχε
περιέλθει (μόνη μέσα στην έρημο) και έκλαιγε γοερά. Όμως ο Θεός άκουσε όχι το
θορυβώδη και απελπιστικό πόνο της μητρός, αλλά την σιωπηρά προσευχή του
σπέρματος του Αβραάμ (του Ισμαήλ). (Βλ.στιχ. 17), οδηγώντας τη μάνα και το παιδί
σε τόπο που ανάβλυζαν πηγές.

Να σημειώσουμε ότι σύμφωνα με τον ισχύον τότε νόμο του Χαμουραμπί, ο Αβραάμ
δικαιούταν ή να υιοθετήσει πλήρως τον γιο της δούλης ή να τον αφήσει ελεύθερο
πράγμα που έκανε. Άρα συνεπώς δεν ενήργησε παρανόμως.

Ο Ισμαήλ έζησε στην περιοχή της σημερινής Αραβίας και έγινε σύμφωνα με την
υπόσχεση του Θεού γενάρχης ενός πολύ μεγάλου έθνους. Πέθανε σε ηλικία 137 ετών.

Ο Αβραάμ μετά την καταστροφή των Σοδόμων μετοίκησε στα Γέραρα για αρκετά
χρόνια.

Εκείνο τον καιρό ο Θεός δοκίμασε τον Αβραάμ λέγοντάς του: «Αβραάμ, Αβραάμ
λάβε τον υιόν σου τον αγαπητό, ον ηγάπησας, τον Ισαάκ, και πορεύθητι εις την γην
την υψηλήν και ανένεγκον αυτόν εκεί εις ολοκάρπωσιν εφ’ εν των ορέων, ων αν σοι
είπω». Τι δοκιμασία και πόσοι λογισμοί θα έπρεπε να είχαν περάσει από το νου του

46
Αβραάμ... Τον υιό που του έταξε ο Θεός προς την εκπλήρωση των θείων επαγγελιών,
τώρα του ζητά να θυσιάσει! Δυνατός ο πειρασμός. «Λάβε τον υιόν σου τον
αγαπητόν» «βλέπε πως αναρριπίζει την φλόγα της φύσεως» λέει ο άγιος Γρηγόριος ο
Νύσσης. Ο Ισαάκ ήταν τότε σύμφωνα με τον Ιώσηπο 25 ετών.

«Εις γην υψηλήν» κατά τους ερμηνευτές η γη αυτή ήταν ο λόφος Μοριά στην
Ιερουσαλήμ, δηλαδή ο τόπος που εκτίσθη αργότερα ο ναός του Σολομώντος.

Ο πατριάρχης υπακούει τυφλά. Μάλιστα δε, παίρνει μαζί του και ξύλα μήπως δεν
βρει εκεί. Παίρνει μαζί του τον Ισαάκ και δυο δούλους, όχι όμως και τη Σάρρα.
Φτάνει ο Αβραάμ στον τόπο της θυσίας και δένει τον Ισαάκ όπως έδεναν τα αρνιά για
τη θυσία. Αυτός είναι ο μεγαλύτερος πειρασμός για τον Αβραάμ. Μία σκληρή γι’
αυτόν πραγματικότητα. Και «εξέτεινε» τη χείρα του αποφασισμένος να υπακούσει
στο πρόσταγμα του Θεού ανεξάρτητα από το προσωπικό κόστος που θα είχε η πράξη
του. Και τότε η αποκάλυψη· η φωνή του αγγέλου που διακόπτει τη θυσία δια να
επαινέσει την πίστη. «Τώρα έδειξες το πόσο φοβάσαι τον Θεό». Το πόσο τον αγαπάς
αφού γι’ αυτόν και τον ίδιο σου τον υιό θα θυσίαζες! Αντί λοιπόν του Ισαάκ, ο Θεός
έδωσε ένα κριάρι για θυσία του οποίου τα κέρατα είχαν μπλεχτεί σε έναν κοντινό
θάμνο.

Η Σάρρα λίγο αργότερα πέθανε σε ηλικία 127 ετών και ετάφη σε μέρος που αγόρασε
ο Αβραάμ από τους Χετταίους.

Σε ηλικία 140 ετών ο Αβραάμ έστειλε τον δούλο του Ελιέζερ στην Μεσοποταμία
ώστε να βρει νύφη για τον γιο του από την πατρίδα του. Δέκα καμήλες πράγματα
έστειλε ο Αβραάμ , τα οποία είχαν μέσα κάθε αγαθό και τούτο δια να εξασφαλίσει ει
δυνατόν την επιτυχία της αποστολής. Η διαδρομή από την Βηρσαβεέ ως την Χαρράν
ήταν 900 χιλιόμετρα δηλαδή 8 μέρες ταξίδι. Ο Ελιέζερ παρακαλεί τον Θεό να φέρει
εις πέρας την αποστολή δείχνοντας έτσι την πίστη του και την πνευματική ομοιότητά
που είχε με τον κύριό του.

Σε λίγο η Ρεβέκκα καταφθάνει στο πηγάδι εκπληρώνοντας με κάθε ακρίβεια τα


σημεία που ζήτησε ο Ελιέζερ στην προσευχή του. Δηλαδή πότισε τις 10 καμήλες του
δούλου και έδωσε και σ’ αυτόν να πιει. Σημεία καλοσύνης και ευγένειας.

Ακολουθεί η διαπραγμάτευση του Ελιέζερ με τον πατέρα της Ρεβέκκας Λάβαν για
τον επιποθούμενο γάμο και η συμφωνία αυτών.

Ο Ισαάκ συναντά τελικά την Ρεβέκκα και γίνεται ο γάμος αυτών.

Ο Αβραάμ μετά τον γάμο του Ισαάκ έζησε άλλα 35 έτη και στο διάστημα αυτό έλαβε
άλλη μία γυναίκα την Χεττούρα με την οποία απέκτησε και άλλα τέκνα. Στα παιδιά
της Χεττούρας έδωσε δώρα και τα απέπεμψε για να μη γίνει επιμιξία με τα παιδιά του
Ισαάκ δηλαδή του γένους της επαγγελίας. Τον δε Ισαάκ έκανε μοναδικό του
κληρονόμο και πέθανε σε ηλικία 175 ετών.

Στο Γεν. 25, 8 αναφέρεται πως πέθανε ο Αβραάμ και προσετέθη προς τον λαό
αυτού. Η λέξη προσετέθη δεν σημαίνει την ταφή αλλά το πέρασμα της ψυχής σε ένα
χώρο που βρίσκονταν οι ψυχές των δικαίων. Αυτός ο χώρος δεν ήταν ο παράδεισος,

47
διότι ο Χριστός δεν είχε έρθει ακόμα, αλλά ο κόλπος του Αβραάμ σύμφωνα με το
Λουκ. 16,22.

Τον Αβραάμ έθαψαν εκεί που ήταν θαμμένη και η Ρεβέκκα και τον κήδεψαν οι δύο
πρωτότοκοι υιοί του ο Ισαάκ και ο Ισμαήλ. Εκ τούτου φαίνεται πως ο Ισμαήλ δεν είχε
αποκοπεί από τον Αβραάμ εντελώς.

Να σημειώσουμε πως στο μέρος που ετάφησαν οι Αβραάμ, Σάρρα, Ισαάκ, και Ιακώβ,
η Αγία Ελένη έκτισε ναό τον οποίο οι σταυροφόροι ανακαίνισαν το 1167 εκ
θεμελίων. Το 1187 ο σουλτάνος Σαλαδίν μετέτρεψε τον ναό σε τζαμί και έκτοτε δεν
επιτρέπεται σε κανέναν χριστιανό πλην ιδιαιτέρων εξαιρέσεων η προσέγγιση του
τόπου.

Η ΑΝΑΚΑΛΥΨΗ ΤΟΥ ΤΑΦΟΥ ΤΟΥ ΑΒΡΑΑΜ

(Μία αποκλειστική ιστορία από το NEWS AGENCY of ISRAEL - αναδημοσίευση από


το περιοδικό PETAH TIKVAH, Ιαν-Φεβ 1998)

Eπί 714 χρόνια η είσοδος στον τάφο του πατριάρχη Αβραάμ ήταν απαγορευμένη σε
όλους όσους δεν ήταν Μουσουλμάνοι - τώρα έχει επιτραπεί ξανά στους Εβραίους
απογόνους του.

Το 1981, ο Δρ Seev Jevin, Διευθυντής της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας του Ισραήλ,


στριμώχτηκε μέσα από ένα στενό πέρασμα και κατέβηκε μέσα στο υπόγειο σπήλαιο-
θάλαμο του Μαχπελά, όπου πιστευόταν ότι είχαν θαφτεί ο Αβραάμ, ο Ισαάκ και ο
Ιακώβ. Η κατάβασή του στον τάφο έγινε κάτω από την αυστηρή επιτήρηση των
Ισλαμικών αρχών. Του είχαν ανοίξει τη μυστική είσοδο του Γιτσχάκ Χωλλ (Αίθουσα
του Ισαάκ) που βρισκόταν πίσω από τις σφραγισμένες πύλες του νοτιοανατολικού
τοίχου. Οι Εβραίοι από πολλά χρόνια υποψιάζονταν ότι η είσοδος προς τον αληθινό
τάφο του Αβραάμ πρέπει να ήταν εκεί, και γι' αυτό έβαζαν τα χαρτάκια με τα
αιτήματα των προσευχών τους στις σχισμές του τοίχου, που βρίσκεται στην έξω
μεριά του κτιρίου, στην ίδια τοποθεσία.

Η ανακάλυψη που έκανε ο Δρ Jevin το 1981 αποκρύφτηκε για πολιτικούς λόγους.


Ωστόσο, τώρα που η Χεβρών έχει επιστραφεί από τους Ισραηλινούς στους
Μουσουλμάνους, ο Δρ Jevin έγραψε στο περιοδικό News from Israel για το πως
πέρασε μέσα από το στενό πέρασμα, προχώρησε 16 σκαλοπάτια προς τα κάτω και
σύρθηκε επί 20 μέτρα σε ένα τούνελ πλάτους 100 εκ. και ύψους 60 εκ. με σκοπό
τελικά να φτάσει σε ένα θάλαμο 3,5 x 3,5 μ. Ο θάλαμος αυτός όπως και το τούνελ και
τα σκαλοπάτια ήταν όλα φτιαγμένα από επεξεργασμένες πέτρες όμοιες με αυτές που
υπάρχουν εξωτερικά του κτιρίου. Ήταν μια ομοιογενής ομάδα οικοδομικών υλικών
που ανήκε στην κατασκευή που είχε κάνει ο Ηρώδης πάνω απ' τον τάφο, παρόμοια με
τις πέτρες που είχαν χρησιμοποιηθεί για το Ναό.

48
Ο Δρ Jevin καθόρισε την ηλικία του επιχρίσματος που κάλυπτε τους μαύρους τοίχους
του ταφικού θαλάμου: προερχόταν από μεταγενέστερη χρονική περίοδο και είχε σαν
σκοπό να κρύψει τις αρχικές πέτρες της Ηρωδιανής κατασκευής. "Αυτή είναι μια
συνηθισμένη τακτική των Μουσουλμάνων με την οποία προσπαθούν να καλύψουν το
αρχικό", λέει ο Δρ Jevin.

Πίσω από το σπασμένο επίχρισμα, ανακάλυψε μια Λατινική επιγραφή,


χρονολογούμενη από την εποχή των Σταυροφόρων, και η οποία περιείχε τα ονόματα
του Ιακώβ και του Αβραάμ. Ήταν φανερό πως οι Χριστιανοί εδώ και πολλούς αιώνες
θεωρούσαν αυτό το μέρος "άγιο τόπο". Θα μπορούσε λοιπόν αυτός ο τάφος να είναι
πράγματι ο αληθινός τάφος του Αβραάμ;

Λίγα χρόνια νωρίτερα ο Μωσέ Νταγιάν, ο διάσημος στρατηγός, την εποχή που ήταν
Υπουργός Άμυνας, κάνοντας ερασιτεχνικά αρχαιολογικές έρευνες, έψαξε γι' αυτό το
μέρος. Μετά τον Πόλεμο των Έξη Ημερών, αυτός και ο δωδεκάχρονος γιος του
κατέβηκαν, κρεμασμένοι με σχοινί, μέσα από το πολύ στενό άνοιγμα φάρδους 30 εκ.
μέσα στον ταφικό θάλαμο, ο οποίος απείχε 20 εκ. από το φραγμένο άνοιγμα στο
δάπεδο του Γιτσχάκ Χωλλ. Μέτρησαν τον ταφικό θάλαμο αλλά δεν βρήκαν καθόλου
οστά. Τώρα, ο Δρ. Jevin στεκόταν στον ίδιο υπόγειο θάλαμο. Ήταν έτοιμος να
διακόψει την έρευνά του όταν σκόνταψε πάνω σε μια πλάκα στο δάπεδο.
Υποψιαζόμενος ότι υπήρχε μια τρύπα κάτω από την πλάκα, την σήκωσε, και
πράγματι βρήκε μια τρύπα από την οποία άρχιζε ένα πολύ στενό τούνελž στη
συνέχεια σύρθηκε μέσα από το στενό τούνελ. Και βρέθηκε σε ένα δωμάτιο 3,5 x 4,0
μ. από το οποίο άρχιζε ένα πέρασμα που οδηγούσε σε ένα δεύτερο μικρότερο θάλαμο
σχήματος οβάλ. Τότε θυμήθηκε ότι στο Ταλμούδ ήταν γραμμένο πως ο τάφος του
Αβραάμ ήταν μια διπλή σπηλιά, και ότι το όνομα "Μαχπελά" σημαίνει ακριβώς
"διπλή σπηλιά".

Έτσι ο Δρ Jevin υπήρξε ο πρώτος Εβραίος που ανακάλυψε τον τάφο των πατριαρχών
του Αβραάμ, Ισαάκ, και Ιακώβ ¾ τρία πατώματα κάτω από τον βόρειο ταφικό
θάλαμο. Σε ένα κοντινό θάλαμο μέσα στη σπηλιά, είχαν θαφτεί οι γυναίκες των
πατριαρχών, η Σάρα, η Ρεβέκκα και η Λεία.

Μέσα στην αμήχανη σιωπή του τάφου, ο Δρ. Jevin κύτταζε τριγύρω του με δέος και
βρήκε θραύσματα πήλινων αγγείων που χρονολογούνταν από τον καιρό των αρχαίων
ισραηλιτών, ίσως και από την εποχή του Αβραάμ - χειροτεχνήματα ηλικίας 4.000
χρόνων. Βρήκε κομμάτια μιας λάμπας και επίσης μια άθικτη κανάτα κρασιούž θα
μπορούσε να είναι η κανάτα του κρασιού με το οποίο οι μοναχοί είχαν πλύνει τα οστά
του Αβραάμ, το 1119 μ.Χ., όπως αναφέρουν παλιά χρονικά;

Το αρχαιολογικό αυτό εύρημα αποδεικνύει ότι το Μαχπελά είναι ένας Ιουδαϊκός


τόπος ταφής και ότι επί εκατοντάδες χρόνια πριν από τον Μωάμεθ αποτελούσε έναν
ιερό τόπο για τους Εβραίους. Τώρα οι Παλαιστίνιοι ισχυρίζονται ότι "οι Εβραίοι είναι
ξένοι στη Χεβρών". Επίσης, όταν οι Μουσουλμάνοι κατάφεραν να εξαφανίσουν κάθε
σχεδόν ιουδαϊκό ίχνος από τους θαλάμους αυτούς, μόνον ο πραγματικός ταφικός
θάλαμος παρέμεινε Ιουδαϊκός. Το πέρασμα που υπήρχε και οδηγούσε στο τούνελ
κατεύθυνε προς έναν υπόγειο λαβύρινθο, ίσως μία νεκρόπολη της εποχής του Ηρώδη.

49
Ισαάκ.
Ο Ισαάκ ήταν γιος του Αβραάμ. Το όνομά
του σημαίνει γέλιο, διότι η μητέρα του Σάρα
γέλασε μόλις ενημερώθηκε πως επρόκειτο
να κυοφορήσει διότι ήταν μεγάλη σε ηλικία.

Ο Ισαάκ παρέμεινε άτεκνος για 20 έτη. Κι


όμως «εδέετο» στον Θεό να λυθεί η ατεκνία
του. Με αυτό τον τρόπο ο Θεός θέλει να μας
διδάξει το όφελος της επιμονής στην
προσευχή.

Όταν η Ρεβέκκα έμεινε έγκυος, ένας


μεγάλος πόλεμος σκιρτημάτων ξέσπασε μέσα της σε σημείο να νομίσει πως θα
απέβαλλε. «Δύο έθνη...δύο λαοί εκ της κοιλίας σου» της είπε ο Θεός. Οι
Ισραηλίτες και οι Εδωμίτες.

Όταν γεννήθηκε ο Ιακώβ κρατούσε την πτέρνα του Ησαύ, που σημαίνει πως
επρόκειτο να γίνει υποσκελιστής και αντικαταστάτης του.

Αναφέρεται,πως ο Ισαάκ αγαπούσε τον Ησαύ λόγω του ότι γεννήθηκε πρώτος και
ότι ήταν κυνηγός. Η δε Ρεβέκκα αγαπούσε περισσότερο τον Ιακώβ λόγω
παρορμήσεων του Θεού. Αν και ήταν δίκαιοι άνθρωποι εντούτοις είχαν
ανθρώπινες αδυναμίες.

Ο Ησαύ μια μέρα, γυρνώντας από το κυνήγι ήταν κατάκοπος και ο Ιακώβ είχε
μαγειρέψει φακή. Λαίμαργος ο Ησαύ ζήτησε να φάει και ο Ιακώβ για να του
δώσει από το φαγητό του, τού ζήτησε τα πρωτοτόκια. Αυτό συνεπάγεται σε
διπλάσια μερίδα στην κληρονομιά και στην αρχηγία της πατριαρχικής
οικογένειας. Ο Ησάυ χάριν της στιγμιαίας βουλιμίας πούλησε τα πρωτοτόκιά του
αντί πινακίου φακής!

Ο Ησαύ παντρεύτηκε δύο χαναναίες πράγμα που πίκρανε τον Ισαάκ. Παρόλα
αυτά όταν γέρασε και πλησίαζε στον θάνατο κάλεσε τον πρωτότοκο γιο του τον
Ησάυ δια να τον ευλογήσει. Πρόκειται περί της Αβραμιαίας ευλογίας υπό του
Θεού.

Η Ρεβέκκα όμως προφανώς φωτισμένη υπό του Θεού στέλνει τον Ιακώβ αντί του

50
Ησαύ για να ευλογηθεί εκείνος. Για να φανεί δασύτριχος του έβαλε στα χέρια
κατσικίσιο μαλί. Ο Ισαάκ παρότι ανακαλύπτει στο τέλος την απάτη επικυρώνει
και δεν καταργεί την ευλογία του Ιακώβ δεχόμενος αυτήν ως οικονομία του Θεού.

Είναι αλήθεια πως και η Ρεβέκκα αλλά και ο Ιακώβ αμάρτησαν εξαπατώντας τον
Ισαάκ. Δια τούτο τιμωρήθηκαν υπό του Θεού. Η μεν Ρεβέκκα δια της 20ετούς
ξενιτείας του Ιακώβ τον οποίο δεν ξαναείδε, ο δε Ιακὠβ δια της αυτού ξενιτείας.

Πέθανε σε ηλικία 180 ετών στη Χεβρών, και εκεί οι γιοι του τον έθαψαν (Γένεση
35:27-29). Η Καινή Διαθήκη αναφέρει συχνά τον Ισαάκ και τη ζωή του: η
προσφορά του ως θυσία από τον Αβραάμ (Ιάκωβος 2:21), η αναφορά του Ιησού
ως άνθρωπος πίστης (Λουκάς 20:37), όπως και στην επί του Όρους ομιλία
(Ματθαίος 8:11). Επίσης στις επιστολές προς Ρωμαίους (9:7), και προς Γαλάτας
(4:28). Αναφέρεται και στον κατάλογο των ηρώων της πίστεως (Εβραίους
11:17,18).

Ο Ισαάκ ήταν άνθρωπος πίστεως και εμπιστοσύνης προς το Θεό. Ο δε


χαρακτήρας του ήταν ήπιος και ειρηνικός.1

1
πηγή:http://www.jesuslovesyou.gr/

51
1900 π.Χ Ιακώβ ο επονομαζόμενος
Ισραήλ.
Σύμφωνα με την Παλαιά Διαθήκη ο Ιακώβ έζησε
περίπου τον 18ο αι. π.Χ. Ήταν ο δεύτερος γιος του
Ισαάκ και της Ρεβέκκας και είχε έναν δίδυμο
αδερφό, τον Ησαύ, ο οποίος γεννήθηκε λίγο πριν
απ' αυτόν. Κατά την γέννα κρατούσε στο χέρι του
την φτέρνα του Ησαύ. Ήταν ο αγαπητός γιος της
μητέρας του, σε αντίθεση με τον αδερφό του που
ήταν ο αγαπητός γιος του πατέρα του. Κατόρθωσε
όμως με πονηριά να αποσπάσει τα πρωτοτόκια από
τον αδερφό του αντί πινακίου φακής και την ευχή
του πατέρα του.

Όταν ο Ησαύ έμαθε για την πράξη του Ιακώβ, τον


μίσησε και υποσχέθηκε να πάρει εκδίκηση
θανατώνοντάς τον (Γένεση 27:41). Έτσι ο Ιακώβ αναγκάστηκε να φύγει από το
πατρικό σπίτι και να πάει στη Χαρράν όπου έμενε ο θείος του Λάβαν (Γένεση 27:35-
45). Ο Ισαάκ τον ευλόγησε ξανά πριν φύγει (Γένεση 28:3).

Στο δρόμο προς τη Χαρράν διανυκτέρευσε, και είδε στο όνειρό του μια σκάλα η
οποία έφθανε μέχρι τον ουρανό, και από την οποία ανέβαιναν και κατέβαιναν
άγγελοι. Ο Θεός του φανερώθηκε στο ίδιο όνειρο και του υποσχέθηκε ότι θα τον
προστάτευε σε όλη του τη ζωή (Γένεση 28:10-15). Τον τόπο εκείνο που ο Θεός του
φανερώθηκε τον ονόμασε Βαιθήλ που σημαίνει "οίκος Θεού" (Γένεση 28:16-19).
Υποσχέθηκε δε να δίνει προσφορά τα δέκατα από όλα όσο του χάριζε ο Θεός
(Γένεση 28:20-22).

Έφτιαξε, γράφει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός, «ο γιός του μαραγκού, ο


Παντεχνίτης Λόγος του Θεού ...έχοντας με το Άγιο Πνεύμα σά δάχτυλό του ακονίσει
το στομωμένο σκεπάρνι της φύσεως, έφτιαξε για τον εαυτό του έμψυχη σκάλα, που η
βάση της στηρίζεται πάνω στην γή, και το κεφάλι της ακουμπάει στον ουρανό, που
πάνω της αναπαύεται ο Θεός, που τον τύπο της αντίκρυσε ο Ιακώβ. Απ’ αυτή αφού
κατέβηκε χωρίς να μετακινηθή από την θέση του ο Θεός... φανερώθηκε πάνω στην
γή και συναναστράφηκε τούς ανθρώπους... πάνω στην γή, στηρίχθηκε η νοητή
σκάλα, η Παρθένος, γιατί γεννήθηκε από την γή και η κεφαλή της φτάνει στον
ουρανό. Η κεφαλή βέβαια κάθε γυναίκας είναι ο άνδρας' για την Παρθένο όμως μιά
και δεν γνώρισε άνδρα, έγινε κεφαλή της ο Θεός και Πατέρας. Οι αρετές της
γεφύρωσαν το χάσμα και κατήργησαν την απόσταση μεταξύ του πλάσματος και του
Δημιουργού του. Οι αρετές της διαμεσολάβησαν στην υπέρβαση του νόμου, και την
φανέρωση της φιλανθρωπίας του Θεού. Ο πόθος της προς τον Θεό και η απόλυτη
προσαρμογή της στο θέλημά Του, η ευσπλαχνία της προς τούς ανθρώπους, η
διαρκώς ευεργετούσα χρηστότητα και αγαθοσύνη της, η χριστοειδής πραότητά της

52
μά πάνω απ’ όλα η ταπεινωσή της αποτελούν τις ιερές βαθμίδες της νοητής κλίμακας
από την οποία αρδεύεται σύμπας ο κόσμος τις δωρεές του Υιού της».

Φθάνοντας κοντά στη Χαρράν συνάντησε δίπλα σε ένα πηγάδι τη Ραχήλ να βόσκει
τα πρόβατα του πατέρα της Λάβαν. Η Ραχήλ μόλις πληροφορήθηκε πως ήταν γιος
της Ρεβέκκας, έτρεξε και το είπε στον πατέρα της. Αυτός πήγε να τον συναντήσει και
τον οδήγησε στο σπίτι του όπου διέμεινε για έναν μήνα (Γένεση 29:1-14). Μετά από
συμφωνία δούλεψε στο θείο του Λάβαν για επτά χρόνια για να πάρει ως σύζυγό του
τη Ραχήλ. Ο Λάβαν όμως τον εξαπάτησε και του έδωσε τη Λεία για σύζυγό του.
Μετά από νέα συμφωνία και δουλεύοντας στο Λάβαν για άλλα επτά χρόνια πήρε ως
σύζυγό του τη Ραχήλ την οποία αγαπούσε πολύ (Γένεση κεφ. 29). ο Ιακώβ και η
Ραχἠλ ἠταν ξαδέρφια, αφού ο Λάβαν και η Ρεβέκκα ήταν αδέρφια.

Δούλεψε ο Ιακώβ για την απόκτηση της Ρεβέκκας επτά χρόνια. Του φάνηκαν όμως
λίγες οι ημέρες που δούλευε για την απόκτηση της Ρεβέκκα. Λέει ο άγιος Ιωάννης ο
Χρυσόστομος «όταν πληγωθεί κανείς από τον πόθο της αγάπης, δεν βλέπει τίποτα εκ
των δυσκόλων πραγμάτων». Ο Λάβαν όμως τον εξαπάτησε δίδοντας για γυναίκα του
την μεγαλύτερη κόρη του Λεία χωρίς ο Ιακώβ να το καταλάβει αμέσως.

Πως ξεγελάστηκε ο Ιακώβ και ξάπλωσε με την Λεία; Η καλύπτρα, ο Φερετζές, το


σκοτεινό δωμάτιο τον εξαπάτησαν.

Να τονίσουμε πως το γεγονός της πολυγαμίας του Ιακώβ είναι ένα ακόμη στοιχείο
που αποδεινύει την ιστορικότητα του κειμένου διότι η Ιουδαϊκή νοοτροπία ήταν
αδύνατον να επινοήσει μία ιστορία η οποία συμβαδίζει με τον βαβυλωνιακό νομικό
κώδικα κατά την εποχή του οποίου έζησε ο Ιακώβ. (προ του 1500 π.Χ).

Από τη Λεία ο Ιακώβ απόκτησε τους Ρουβήν, Συμεών και Ιούδα (Γένεση 29:31-35).
Η Λεία γέννησε τον Ιούδα. Εδώ η μισουμένη γεννά τον κληρονόμον της ευλογίας εκ
του οποίου προήλθε ο Χριστός. Δυκνείεται εδώ το πόσο διαφορετικές είναι οι
εκτιμήσεις των ανθώπων από του Θεού.

Επειδή η Ραχήλ δε μπορούσε να γεννήσει, αποφάσισε να δώσει τη θεραπαινίδα της


Βαλλά στον Ιακώβ με την οποία ο Ιακώβ απέκτησε το Δαν και το Νεφθαλί (Γένεση
30:1-8). Το ίδιο όμως έπραξε και η Λεία όταν δε μπορούσε να αποκτήσει άλλα
παιδιά, δίνοντας του τη θεραπαινίδα της Ζελφά, από την οποία γεννήθηκε ο Ασήρ. Ο
Ιακώβ ήλθε σε σαρκική επαφή με την Βαλλά την δούλη όχι δια της φιληδονίας, αλλά
για να παρηγορήσει την σύζυγό του. Το ίδιο έκανε και με την Ζελφά.

Αργότερα όμως η Λεία γέννησε το Ζαβουλών και τη Δείνα. Ο Θεός ήνοιξεν την
μήτραν της Λείας δια να δικαιώσει και τον χαρακτήρα της και την περιφρόνηση πού
έτυχε από τον σύζυγό της και από τον πατέρα της ο οποίος την αντιμετώπισε ως
εμπόρευμα.

Ο Θεός όμως άκουσε και την προσευχή της Ραχήλ που παρέμενε άτεκνη και της
χάρισε τον Ιωσήφ (Γένεση 30:22-27). Μετά τη γέννηση του Ιωσήφ ο Ιακώβ θέλησε
να επιστρέψει στην πατρίδα του και ζήτησε από το Λάβαν να του το επιτρέψει. Στην
αρχή ο Λάβαν συμφώνησε, αργότερα όμως το μετάνιωσε. Έτσι ο Ιακώβ
αναγκάστηκε να φύγει κρυφά. Όταν ο Λάβαν το έμαθε, τον κυνήγησε και τον
συνάντησε στο όρος Γαλαάδ, όπου και συμφιλιώθηκαν (Γένεση 31:25-55).

53
Κατά τη διαδρομή του συνάντησε το Θεό με μοναδικό τρόπο, και εκεί ο Θεός τον
ευλόγησε και του έδωσε το όνομα Ισραήλ (32:23-33). Η συνάντηση αυτή με το Θεό
ήταν μία πάλη η οποία μας δείχνει τη δύναμη της προσευχής που λυγίζει ακόμη και
τον ίδιο το Θεό. Πάλεψε μας λέει με τον Θεό! Γιατί όμως πάλεψε; Από τη μία για να
δείξει ο Θεός ότι τον προστατεύει, και από την άλλη για να του δώσει θάρρος.
Νίκησες τον Θεό και φοβάσαι τον Ησαύ; Με το άγγιγμα του μηρού ο Θεός νάρκωσε
τον Ιακώβ για να μην υπερηφανεύεται δείχνοντας ο Θεός έτσι το θεληματικό της
ήττας Του.

Λίγο αργότερα συμφιλιώθηκε με τον αδερφό του Ησαύ (Γένεση κεφ. 33).

Ο Ιακώβ πήγε στην πόλη Συχέμ και αγόρασε αγρό, όπου έστησε σκηνή και
θυσιαστήριο (Γένεση 33:18-20). Εκεί ο άρχοντας της πόλης ταπείνωσε την κόρη του
Δείνα. Τότε οι γιοι του Συμεών, Ιακώβ και Λευί, πήγαν και σκότωσαν τους άντρες
της πόλης και τη λεηλάτησαν (Γένεση 34:25-31). Από εκεί ο Ιακώβ πήγε και
κατοίκησε στη Βαιθήλ όπου έστησε θυσιαστήριο (Γένεση 35:1-15). Όταν έφυγαν
από τη Βαιθήλ και λίγο πριν φθάσουν στην πόλη, η Ραχήλ γέννησε το δωδέκατο γιο
του, το Βενιαμίν. Η Ραχήλ όμως πέθανε πάνω στη γέννα (Γένεση 35:1-20).

Όταν αργότερα οι γιοι του πούλησαν τον Ιωσήφ στους Ισμαηλίτες, ο Ιακώβ
στεναχωρήθηκε πολύ. Αναγκάστηκε να πάει στην Αίγυπτο όπου εκεί ξανασυνάντησε
μετά από χρόνια τον Ιωσήφ τον οποίο ο Θεός είχε ευλογήσει. Εκεί έζησε τα
τελευταία χρόνια της ζωής του, προφήτευσε δε στους γιους του το τι επρόκειτο να
τους συμβεί (Γένεση 49:1-27).

Ας δούμε αναλυτικά τους προφητικούς λόγους του Ισραήλ: Ο πρωτότοκος Ρουβήν


στερείται των πρωτοτοκίων λόγω της αιμομειξίας του με την Βαλλά. Και η
καταδίκη. "Δεν θα προοδεύσεις". Και πράγματι από τη φυλή Ρουβήν δεν εξήλθε ούτε
προφήτης, ούτε κριτής. Αλλά και οι Συμεών και Λευί λόγω της σκληρής τους στάσης
απέναντι στους Συχεμίτες και της σαφαγής αυτών λόγω της Δείνας δεν ευλογούνται
από τον Ισραήλ. "Επικατάρατος ο θυμός αυτών". Η φυλή του Συμεών κατά την
έξοδο των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο είναι ασθενέστερη. Κατά δε την ευλογία του
Μωϋσεώς αποσιωπάται εντελώς. Εντάχθηκε εν τέλει στην φυλή του Ιούδα ως δούλη.
Την φυλή του Λευί λυτρώνει ο Μωϋσής. Όμως παρέμεινε διεσπαρμένη μέσα στο
Ισραήλ χρησιμεύοντας ως ιερατική φυλή επειδή ευλόγησε αυτήν ο Μωϋσής. Αφού
λοιπόν τα πρωτοτόκια αφεραίθηκαν από τους Ρουβήν, Συμεών και Λευί πέρασαν στα
χέρια του Ιούδα. Από τη φυλή του Ιούδα επρόκειτο να γεννηθεί ο Μεσσίας. "Άρχων
και ηγούμενος".

Η φυλή Ζαβουλών θα είναι εύρωστη λόγω της θάλασσας που θα κατοικήσει, η φυλή
Ισσάχαρ ασχολήθηκε με την γεωργία ζώντας στην ενδοχώρα του Ισραήλ,
προστατευόμενη από τις άλλες φυλές.

Από την φυλή Δαν προήλθε ο Σαμψών. Μία φυλή για την οποία προφητεύεται η
σκληρότητά της και από την οποία θα προέλθει τελικά ο αντίχριστος.

Η φυλή Γαδ λόγω της τοποθεσίας που κατοίκησε ήταν πολεμική φυλή, πολεμώντας
συχνά με τους Άραβες.

Η φυλή Ασήρ ήταν παραγωγική φυλή από την οποία ως προφητεύθηκε τρέφονταν

54
και βασιλείς.

Η φυλή Νεφθαλείμ καυχάται για την Δεβώρα (κριτ. 4,10).

Η φυλή Ιωσήφ ευλογημένη και προστατευμένη υπό του Κυρίου μετά φυλών Εφραίμ
και Μανασσή. Η φυλή Εφραίμ έγινε η πιο ισχυρή μετά τη φυλή του Ιούδα.

Η φυλή Βενιαμίν θα είναι πολεμική και θαρραλέα. Από δω προέρχεται ο Απόστολος


Παύλος.

Μετά από τις ευλογίες που έδωσε πέθανε, το σώμα του ταριχεύτηκε και ο Ιωσήφ το
μετέφερε στη γη Χαναάν, στη Χεβρών, και το έθαψε στον τάφο του Αβραάμ στον
αγρό Μαχπελάχ (Γένεση 49:28-50:13). Ο Ιακώβ έζησε συνολικά 147 χρόνια.

Το όνομα του αναφέρεται αρκετές φορές και στην Καινή Διαθήκη (Ματθαίος 1:2,15,
8:11, Λουκάς 13:28, Πράξεις 7:14, Ρωμαίους 9:13, 11:26). Αναφέρεται και στον
κατάλογο των ηρώων της πίστεως (Εβραίους 11:9,20,21).

 Φρέαρ (πηγάδι) Ιακώβ: Πηγή στην περιοχή που ο Ιακώβ αγόρασε από τους
απογόνους Εμμώρ (Χαμώρ, Γένεση 33:19, Ιωάννης 4:5). Βρισκόταν στο όρος
Γαριζίν, εκεί όπου οι Σαμαρείτες λάτρευαν το Θεό τους (Ιωάννης 4:5,6,21).
Εκεί ο Ιησούς συνάντησε τη Σαμαρείτισσα και μίλησε για "το νερό που
ξεδιψάει" (Ιωάννης 4:7-30). Το πηγάδι αυτό υπάρχει μέχρι σήμερα.2

1600 π.Χ Ιωσήφ ο Πάγκαλος


Ο Ιωσήφ ο Πάγκαλος έζησε περίπου το 1600 π.Χ. Ήταν το
ενδέκατο παιδί του Ιακώβ του επονομαζόμενου Ισραήλ. Ο
πατέρας του τον αγαπούσε περισσότερο από τα άλλα τα
αδέλφια του αφενός μεν γιατί ήταν το πρώτο παιδί της
αγαπημένης του γυναίκας Ραχήλ, αφετέρου δε γιατί ήταν ένα
παιδί στολισμένο με αρετές. Έτσι λοιπόν «Εποίησε δε αυτώ
χιτώνα ποικίλον» (Γεν. 37,3) πράγμα που δημιούργησε
συναισθήματα φθόνου και αντιζηλίας στα υπόλοιπα αδέρφια
του. Εκτός αυτού σε νεαρή ηλικία κατά το Γεν. 37,2
κατήγγειλε προς τον πατέρα του ένα βαρύ αμάρτημα των
αδερφών του. Ίσως σοδομική αμαρτία.

Νεαρός ων είδε δύο προφητικά όνειρα: Το πρώτο έλεγε πως


τα δεμάτια από στάχυα των αδερφών του στον αγρό προσκύνησαν το δικό του
δεμάτι, και το δεύτερο πως ο ήλιος, η σελήνη και τα ένδεκα αστέρια τον
προσκύνησαν. Ο Ιακώβ αν και θύμωσε με τις διηγήσεις του εν τούτοις κρατούσε όλα
αυτά στη μνήμη του. Η διήγηση αυτή των ονείρων ήταν επιπόλαιη πράξη του Ιωσήφ
διότι έριξε λάδι στη φωτιά, πυρπόλησε δε τη ζηλοτυπία των αδερφών του κατ' αυτού.

2
Αρχιμ. Ιωήλ Γιαννακόπουλου, Η Παλαιά Διαθήκη κατά τους Ο΄.

55
Ο Θεός του έδειξε αυτά τα όνειρα για τον ίδιο και όχι για να τα πει στους άλλους.
Και γι' αυτό και τιμωρήθηκε με την πώλησή του στην ξενιτιά.

"Μήπως εγώ και η μήτηρ σου θα σε προσκυνήσουμε"; Εδώ εκφράζεται από τον
Ιακώβ η άποψή του για το αδύνατον της εκπληρώσεως των ονείρων, διότι η Ραχήλ η
μητέρα του Ιωσήφ είχε πεθάνει. Ο Θεός όμως εννοούσε τη Λεία.

Μετά από αυτά τα μεγαλύτερα αδέρφια του συνωμότησαν τη δίωξη του Ιωσήφ από
την πατρική οικεία. Αρχικά σχεδίασαν την θανάτωσή του, όμως ο αδερφός του
Ρουβήν τον διεφύλαξε προτείνοντας αντί της θανάτωσης την πώλησή του σε ένα
καραβάνι αγαρηνών το οποίο περνούσε εκείνη τη στιγμή από τον τόπο.

Έτσι ο Ιωσήφ μεταφέρθηκε στην Αίγυπτο. Ο Πετεφρής αυλικός του Φαραώ τον
αγόρασε. Δεν άργησαν να φανούν στο παλάτι οι ικανότητες και η ευλογία που είχε
από τον Θεό ο Ιωσήφ. Η γραφή λέει πως ευδοκιμούσε ό,τι αναλάμβανε.

Δεν άργησε όμως ο αρχέκακος διάβολος να επιτεθεί στον Πάγκαλο νέο. Η γυναίκα
του Πετεφρή δαιμονικώς παρεσυρμένη από τα κάλη του Ιωσήφ του πρότεινε να
κοιμηθεί μαζί της, όμως έλαβε αρνητική απάντηση. Στο Γεν. 39,10 αναφέρεται πως
από ημέρα εις ημέραν γινόταν οι προκλητικές "επιθέσεις" της γυναίκας του Πετεφρή
και άρα ο αγώνας του Ιωσήφ κατ' αυτής ήταν συνεχόμενος. Η ηλικία του ήταν μόλις
20 ετών. Οποία εγκράτεια! Εν τέλει του επιτέθηκε δια να ικανοποιήσει το σαρκικό
της πάθος. Τότε ο Ιωσήφ έφυγε γυμνός δια να σωθεί από τον έντονο πειρασμό, όμως
συκοφαντήθηκε από τη γυναίκα ταύτη λέγοντας πως της επιτέθηκε τάχα εκείνος με
πονηρούς σκοπούς.

Έτσι κλείσθηκε στη φυλακή από τον Φαραώ. Κανονικά σύμφωνα με τη βαρύτητα
των κατηγοριών θα έπρεπε να θανατώνονταν, όμως φυλακίστηκε μόνο κάτι που
δείχνει πως ο Φαραώ δεν πίστευσε απόλυτα τα λεγόμενα της γυναικός.

Και στη φυλακή όμως ο Θεός δεν τον εγκατέλειψε. Μία μέρα δύο συγκρατούμενοί
του διηγήθηκαν τα όνειρα που είδαν. Ο ένας ήταν ο οινοχόος του Φαραώ και ο άλλος
ο αρτοποιός. Ο οινοχόος είδε στον ύπνο του ένα αμπέλι με τρία κλαδιά, από τους
καρπούς του έστυψε και έδωσε στο Φαραώ να πιει. – Σε τρείς ημέρες ο Φαραώ θα σε
αποκαταστήσει στο πρότερο αξίωμα που είχες του ερμήνευσε ο Ιωσήφ.

Ο αρτοποιός βλέποντας την ευνοϊκή εξήγηση του ονείρου του οινοχόυ διηγήθηκε και
το δικό του όνειρο: είδε ότι στο κεφάλι του είχε τρία καλάθια με λευκό ψωμί. Στο
τελευταίο καλάθι υπήρχε μέσα κάθε είδους τροφή για τον Φαραώ. Τα πτηνά όμως
έτρωγαν αυτές τις τροφές. -Σε τρεις ημέρες ο Φαραώ θα σε κρεμάσει και τα πτηνά θα
τρώνε τη σάρκα σου του είπε ο Ιωσήφ.

Πράγματι σε τρείς ημέρες ο Φαραώ έδωσε συμπόσιο στο οποίο αποκατέστησε τον
οινοχόο στο αξίωμά του, τον δε αρτοποιό τον κρέμασε. Ο Οιινοχόος όμως είχε
ξεχάσει την παράκληση του Ιωσήφ να μιλήσει γι’ αυτόν στον Φαραώ.

Μετά από δύο έτη ο Φαραώ είδε και αυτός δύο όνειρα. Στο πρώτο είδε επτά ωραίες
και παχιές αγελάδες να φαγώνονται από επτά ισχνές και αδύνατες. Στο δεύτερο επτά
παχιά και ωραία στάχυα να φαγώνονται από επτά αδύναμα και καμένα από τον
άνεμο. Βόες και στάχυα είναι τα όνειρα διότι δι αυτών γεωργείται η Αίγυπτος.

56
Κάλεσε όλους τους μάγους της περιοχής, όμως κανένας δεν μπόρεσε να εξηγήσει τα
όνειρα του Φαραώ. Τότε ο οινοχόος θυμήθηκε τον Ιωσήφ. Μίλησε γι’ αυτόν στον
Φαραώ ο οποίος διέταξε να τον φέρουν μπροστά του. Ο Ιωσήφ εξήγησε στον Φαραώ
πως τα όνειρά του σημαίνουν πως σε μικρό χρονικό διάστημα θα έρθουν στην
Αίγυπτο επτά χρόνια ευημερίας τα οποία όμως θα ξεχαστούν πολύ γρήγορα λόγω
των επτά χρόνων φτώχειας και ανέχειας που θα επακολουθήσουν. – βάλε λοιπόν
Φαραώ άνθρωπο ικανό ο οποίος θα συλλέξει σε αποθήκες τροφές για τα επτά χρόνια
λιμού που επρόκειτο να έρθουν. Η πρόταση αυτή άρεσε στον Φαραώ ο οποίος
ανέδειξε τον Ιωσήφ αντιβασιλέα και εξουσιαστή όλης της Αιγύπτου. Τον πάντρεψε
δε με την κόρη του Πετεφρή Ασεννέθ.

Ο Ιωσήφ απέκτησε από την Ασεννέθ δύο υιούς τον Μανασσή που το όνομά του
σημαίνει με έκανε να λησμονήσω και τον Εφραΐμ (με κατέστησε γόνιμο).

Στα επτά χρόνια της ευφορίας ο Ιωσήφ μάζεψε αμέτρητες τροφές στις αποθήκες οι
οποίες απεδείχθησαν σωτήριες για τα επόμενα επτά έτη λιμού που ακολούθησαν.
Σαν κυβερνήτης ωφέλησε το κράτος αλλά διαφύλαξε ταυτόχρονα και τους
κατοίκους.

Όταν ο Ιακώβ έμαθε πως στην Αίγυπτο υπήρχαν σιτηρά προς πώληση αποφάσισε να
στείλει τους υιούς του για να αγοράσουν διότι στη Χαρράν που κατοικούσε
επικρατούσε λιμός. Όταν ο Ιωσήφ είδε τους προσκυνούντας αυτόν δέκα αδελφούς
του να καταφθάνουν και να ζητούν σιτηρά έκρυψε απο αυτούς την ταυτότητά του
και τους μίλησε σκληρά κατηγορώντας τους ως κατασκόπους. Τους είπε πως δεν
πρόκειται να ζήσουν αν δεν φέρουν μπροστά σ’ αυτόν τον νεαρότερο αδελφό τους
τον Βενιαμίν ο οποίος δεν είχε ακολουθήσει τα δέκα αδέλφια στην Αίγυπτο.
Οπωσδήποτε θα ήταν αδύνατον ο Ιωσήφ να βλέπει όλους τους ξένους αγοραστές.
Μάλλον θα είχε δώσει διαταγή να βλέπει κατ' ιδίαν αυτους που προέρχονταν από την
Χαναάν ελπίζοντας πως θα έβλεπε ανάμεσά τους και τη δική του οικογένεια όπερ και
εγένετο. Ο Ιωσήφ ζήτησε να δει και τον Βενιαμήν διότι φοβήθηκε μήπως και εκείνος
έπαθε τα ίδια με αυτόν καθώς ήταν υιός της Ραχήλ. Δικαιολογημένος οπωσδήποτε ο
φόβος του.

Όταν μετά από καιρό επανήλθαν τα αδέλφια μαζί με τον Βενιαμίν, ο Ιωσήφ έδωσε
εντολή να ετοιμαστεί δείπνο για να φάει μαζί τους. Μόλις ο Ιωσήφ είδε τον Βενιαμίν
απήλθε δια να κλαύσει από την συγκίνηση. Τώρα πλέον θα άρχιζε η ροή των
αποκαλύψεων. Πριν όμως ήθελε να δει, να δοκιμάσει. Έτσι σερβίρει μεγαλύτερη
μερίδα στον Βενιαμίν για δει αν φθονείται και αυτός από των αδελφών του.

Στο τέλος του γεύματος ο Ιωσήφ έδωσε εντολή να γεμίσουν τις αποσκευές τους με
σιτηρά όμως μέσα σε αυτές να βάλουν και το αργυρό του κύπελλο. Είχε σκοπό όπως
και έκανε να τους σταματήσει στο δρόμο και να του κατηγορήσει για κλέφτες. Το
κύπελλο βρέθηκε στο σάκο του Βενιαμίν ο οποίος ως ένοχος θα έπρεπε να
παραμείνει πλέον στην Αίγυπτο ως δούλος. Η σκηνοθεσία αυτή της κλοπής είχε έναν
σκοπό. Να δει ο Ιωσήφ αν τα αδέρφια του φθονούν τον Βενιαμίν. Και γι' αυτό έβαλε
και τα χρήματα στους σάκους τους, ώστε να τους βάλει σε διαδικασία να σκεφτούν
πως η εύρεση του κυπέλλου στο σάκο του Βενιαμίν ήταν σὐμπτωση όπως και η
εύρεση των χρημάτων στους δικούς τους σάκους. Ο Ιούδας έντρομος πρότεινε στον
Ιωσήφ να παραμείνει αυτός ως δούλος διότι είχε δεσμευτεί στον πατέρα του Ιακώβ
για την επιστροφή του Βενιαμίν. Εκτός τούτου αποκαλύπτεται έτσι η ψυχική

57
μεταστροφή των αδερφών. Δεν ρίχνουν το βάρος στον Βενιαμίν αλλά στην δική τους
αμαρτία για την πώληση του Ιωσήφ. Ο Ιωσήφ πλέον πείθεται για την μεταστροφή
τους και αποφασίζει να τους αποκαλυφθεί. Έκλαψε δυνατά και τους αποκάλυψε
πως αυτός ήταν αυτός ο αδελφός τους που είχαν πουλήσει. Προσκάλεσε δε δια
αυτών τον πατέρα του Ιακώβ να έλθει με όλο το βιος του να κατοικήσει στην
Αίγυπτο στην περιοχή της Γεσέν και ότι ο ίδιος θα φρόντιζε να μη λείψει τίποτα σε
αυτούς για τα επόμενα πέντε έτη πείνας που απέμεναν.

Ακολουθεί η συνάντηση του Ιακώβ με τον Ιωσήφ και η εγκατάσταση του Ισραήλ
στην Αίγυπτο στην περιοχή Γεσέν. Στο Γεν. 47,31 αναφέρεται πως ο Ισραήλ
προσεκύνησε επί το άκρον της ράβδου του Ιωσήφ εκπληρώνοντας το όνειρο του υιού
του, ότι και ο ήλιος δηλ. ο πατέρας του θα τον προσκυνήσει. Εν συνεχεία υιοθετεί ο
Ιακώβ τους υιούς του Ιωσήφ Εφραίμ και Μανασσή και το κάνει αυτό διότι αυτοί
γεννήθηκαν από αλλογενή γυναίκα και έτσι μ' αυτόν τον τρόπο καθίστανται γνήσια
τέκνα του Ισραήλ. Τους δίδει δε διπλή μερίδα στα υλικά πρωτοτόκια, τα πνευματικά
όμως πρωτοτόκια τα δίδει στην φυλή του Ιούδα.

Ο Ιωσήφ πέθανε σε ηλικία 110 ετών. Το σώμα του το ταρίχευσαν και το έλαβαν μαζί
τους οι Ισραηλίτες όταν εξηλθαν από την Αίγυπτο.

Αν προσέξουμε λίγο στο βίο του Πάγκαλου Ιωσήφ θα δούμε πως ομοιάζει πολύ με
τη ζωή του Χριστού. Και γι’ αυτό οι πατέρες λένε πως προτυπώνεται στο πρόσωπό
του ο Χριστός. Ο αρχιμ. Δανιήλ Αεράκης γράφει σχετικά: 1.Ήταν αγαπητός γιός ο
Ιωσήφ, το πιο αγαπημένο παιδί του Ιακώβ. Αυτόν αγαπούσε περισσότερο από όλα τα
παιδιά του, γιατί του άξιζε. Και σ’ αυτόν είχε χαρίσει μοναδική στολή, λαμπρό
χιτώνα. «Ιακώβ δε ηγάπα τον Ιωσήφ παρά πάντας τους υιούς αυτού… Εποίησε δε
αυτώ χιτώνα ποικίλον» (Γεν. 37,3). Αγαπητός Υιός και ο Χριστός. Ο Αγαπητός Υιός
του ουρανίου Πατρός. Γι’ αυτόν ακούστηκε η φωνή του ουρανίου Πατρός στη
Βάπτιση και τη Μεταμόρφωση: «Ούτος έστιν ο Υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδό-
κησα» (Ματθ. 3,17. 17,5). Και είχε και ο Χριστός, ως Υιός μονογενής του Πατρός,
μοναδική στολή από τον Πατέρα. Είναι η στολή τη ς θεότητος. Ο Χριστός είναι ο
μονογενής Υιός και Λόγος του θεού και Θεός αληθινός.

2.Τόν φθόνησαν τον Ιωσήφ τα αδέλφια του. Δεν μπορούσαν να υποφέρουν τήν
υπεροχή του. Δεν μπορούσαν να χαρούν με τις χαρές του αδελφού τους.

Και με το Χριστό το ίδιο συνέβη. Τον μίσησαν και τον φθόνησαν «οι άνθρωποι του
Θεού», οι αρχιερείς και οι φαρισαίοι. Ο Πιλάτος «ήδει, ότι διά φθόνον παρέδωκαν
αυτόν» (Ματθ. 27,18). Ο φθόνος είναι το πρωταρχικό και γενεσιουργό πάθος.
Ακολουθούν το μίσος, η κακία, τα κακούργα σχέδια, οι χριστοκτόνες ενέργειες. Δεν
υπέφεραν να βλέπουν την υπεροχή του Χριστού, την επιρροή του στο λαό.

3.Αποφάσισαν τ’ αδέλφια να σκοτώσουν τον αθώο Ιωσήφ. Συσκέφθηκαν κρυφά και


είπαν: «Δεύτε αποκτείνωμεν αυτόν» (Γεν. 37,20). «Επονηρεύσαντο του αποκτείναι».
Το ίδιο και στη περίπτωση του Ιησού. Συσκέψεις και διαβούλια για την εξόντωση
του επικινδύνου γι’ αυτούς Διδασκάλου. «Και συνεβουλεύσαντο ίνα τον Ιησούν
δόλω κρατήσωσι και αποκτείνωσιν» (Ματθ. 26,4). Άρχοντες του Ισραήλ, αρχιερείς,
γραμματείς, φαρισαίοι, συσκέπτονται, πώς θα συλλάβουν και θα θανατώσουν τον
Ιησού, τον πιο εκλεκτό αδελφό τους. Εκείνο το «Δεύτε αποκτείνωμεν αυτόν» των
αδελφών του Ιωσήφ ακούγεται το ίδιο και στην παραβολή των κακών γεωργών, όπου

58
σαφώς συμβολίζεται η απόφαση των Ιουδαίων για τη θανάτωση του Ιησού.

4.Έπούλησαν τον Ιωσήφ τα αδέλφια του για 20 χρυσά νομίσματα. «Απέδοντο τον
Ιωσήφ τοις Ισμαηλίταις είκοσι χρυσών» (Γεν. 37,28). Και μάλιστα από όλα τα
αδέλφια του εκείνος που έκανε τη σχετική πρόταση ήταν ο Ιούδας. Ιούδας και στην
περίπτωση του εικονιζόμενου και προτυπούμενου Χριστού το όργανο της
αγοροπωλησίας, της πιο άδικης και άτιμης αγοροπωλησίας. Πούλησε το Χριστό για
30 αργύρια. «Έστησαν αυτώ (τω Ιούδα) τριάκοντα αργύρια» (Ματθ. 26,15).

5. Έπαθε και υπέφερε ο Ιωσήφ και στα χέρια των αδελφών του και στα χέρια των
ξένων, των Αιγυπτίων. Τα αδέλφια του τον έριξαν μέσα σ’ ένα βαθύ λάκκο, για να
τον κατασπαράξουν τα θηρία. Και οι Αιγύπτιοι τον έριξαν μέσα στη φυλακή σαν νά
ταν ένοχος, ενώ ήταν αθώος. Θύμα συκοφαντίας ο αθώος και αγνός Ιωσήφ. Έπαθε
και υπέφερε και ο Χριστός. Έπαθε ως άνθρωπος. Οι αδελφοί του οι Ιουδαίοι τον
οδήγησαν σε πολλά παθήματα, τον βασάνισαν. Αλλά και οι ξένοι, οι Ρωμαίοι, στους
οποίους τον παρέδωσαν οι Ιουδαίοι, και εκείνοι τον βασάνισαν. Ρίχτηκε στη φυλακή,
σύρθηκε σαν κακούργος στο κριτήριο, καταδικάστηκε σαν κοινός εγκληματίας και
τελικά θανατώθηκε πάνω στο Σταυρό.

6. Δεν έμεινε για πάντα ταπεινωμένος ο Ιωσήφ. Από την ταπείνωση του λάκκου και
της φυλακής οδηγήθηκε στη δ ό ξα. Ο Φαραώ τον ανέστησε από τα βάθη της
φυλακής και τον κατέστησε άρχοντα «Ιδού καθίστημί σε σήμερον επί πάσης γης
Αιγύπτου» (Γεν. 41,41). Προτύπωση της ένδοξου Αναστάσεως του Χριστού. Ρίχτηκε
στο λάκκο του θανάτου και του τάφου. Δεν παρέμεινε πολύ. Ανέστη τριήμερος.
Μετά το πάθος η δόξα Μετά το Σταυρό η Ανάσταση.

7.Και η τελευταία προτύπωση. Ο Ιωσήφ σαν άρχοντας της Αιγύπτου σε καιρό πείνας
άνοιξε τις αποθήκες του και έγινε σιτοδότης και έθρεψε τους πεινασμένους αδελφούς
του. Σιτοδότης και ο Χριστός. Ανεξάντλητες οι αποθήκες του. Πάντοτε προσφέρει
και προσφέρεται «εις βρώσιν τοις πιστοίς». Ψωμίζει με το θείο Άρτο του, ποτίζει με
το τίμιο Αίμα του. Τρέφει με τη θεία Κοινωνία.

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος διηγούμενος την ιστορία του Ιωσήφ του Παγκάλου,
αναφέρει: «…έπειτα ήρθε η φυλακή και η επί τόσον χρόνον εκεί ταλαιπωρία, αλλ’
όμως διετηρήθη καθαρός ως άδαμας όχι μόνον χωρίς να γίνει ασθενέσθερος, αλλά και
προσλαμβάνων μεγαλυτέραν δύναμιν. Διότι είχε την ουράνιον χάριν που τον
ενίσχυε[1][12]… Ακούοντες αυτά ας μην διστάζουμε εμπρός στις θλίψεις, ούτε να
δυσανασχετουμε στηριζόμενοι στους συλλογισμούς μας, αλλ’ επιδεικνύοντας μεγάλη
υπομονή να τρεφόμεθα με την ελπίδα, γνωρίζοντας την εφευρετηκότητα του Κυρίου
μας, ότι δεν θα μας εγκαταλείψει, επειδή μας περιφρονεί, δια να δοκιμάσουμε τις
θλίψεις, αλλά επειδή θέλει να αγωνισθούμε και να φορέσουμε τον λαμπρόν
στέφανον»[2][13]. Και συνεχίζει: «… ας μην αγανακτούμε λοιπόν για τις θλίψεις,
αλλά ας ακούσουμε τον Παύλο ο οποίος λέει ότι αυτοί που θέλουν να ζήσουν ευσεβώς
εν Χριστώ Ιησού, θα διωχθούν (Β΄ Τιμ. 3, 42). Και ας μην παραξενευόμαστε, ούτε να
δυσανασχετούμε, αλλά με μεγάλη ανδρεία και υπομονή να υποφέρουμε όσα έρχονται»1.

Ο Ιωσήφ θεωρείται προτύπωση του Χριστού. Διότι όπως αυτός αγαπήθηκε


ιδιαιτέρως από τον πατέρα του και από φθόνο των αδερφών του πουλήθηκε όμως
αργότερα δοξάσθηκε απ' αυτούς, έτσι και ο Χριστός είναι ο αγαπητός Υιός του Θεού
που όμως πουλήθηκε από τους συμπατριώτες Του και αργότερα δοξάσθηκε υπό των

59
εθνών.

1300-1233 π.Χ Η έξοδος των


Ισραηλιτών από την Αίγυπτο/ α) Τα
χρόνια της καταπίεσης.
Μετά τον θάνατο του Ιωσήφ «ανέστη βασιλεύς
έτερος» ο οποίος δεν γνώριζε την ιστορία και τις
υπηρεσίες του Ιωσήφ προς τον αιγυπτιακό λαό στα
εδάφη του οποίου βρίσκονταν οι ισραηλίτες. Ποιος
όμως ήταν αυτός ο βασιλεύς; Οι πόλεις Πειθώμ και
Ραμεσή που αναφέρει η Βίβλος κτίστηκαν υπό του
Ραμσή ΙΙ ο οποίος για 64 χρόνια ήταν Φαραώ στην
Αίγυπτο, διάστημα αρκετό για την ιστορία της
Εξόδου των Εβραίων. Ο Ραμσής βασίλευσε από το
1300-1233 π.Χ, άρα τότε τοποθετούν πολλοί
ιστορικοί και την Έξοδο.

Άλλοι όμως ιστορικοί πιστεύουν στηριζόμενοι στο Γ΄


βασιλ. 6,1 κατά το οποίο η έναρξη την οικοδομής του
Ναού του Σολομώντος έγινε το 968 π.Χ. Έχουν
λοιπόν την γνώμη ότι 968+480=1448 π.Χ είναι το έτος της εξόδου. Τότε βασιλιάς
ήταν ο Αμενόφις Φαραώ. Επομένως επί του πατρός του Τουθμώσιος Γ΄ (1515-1461
π.Χ) έγινε η καταπίεση των Ισραηλιτών και επί του υιού του Αμενόφιος
πραγματοποιήθηκε η έξοδος. Το χρονολογικό αυτό ζήτημα παραμένει ανοικτό.

Η καταναγκαστική εργασία στην οποία επιδόθηκαν οι Ισραηλίτες αποδίδεται πολύ


χαρακτηριστικά στην τοιχογραφία των Θηβών στην οποία παριστάνονται αιχμάλωτοι
να κατασκευάζουν πλίνθους υπό το μαστίγιο του επιστάτου. Τούτο είναι δείγμα της
ιστορικής αξιοπιστίας της Βίβλου.

Μέσα λοιπόν σε αυτήν την δύσκολη ιστορικά εποχή για τους αιχμάλωτους
ισραηλίτες γεννήθηκε ο Μωυσής. Την εποχή εκείνη να σημειώσουμε πως ο Φαραώ
είχε δώσει εντολή στις μαίες να φονεύουν όλα τα αρσενικά παιδιά των Ισραηλιτών
διότι αυτοί είχαν πληθύνει αρκετά μέσα στην Αίγυπτο.

Οι γονείς του Μωυσή ήταν ο Αμβράμ και η Ιωχαβέδ οι οποίοι προφανώς πριν την
εντολή του Φαραώ είχαν αποκτήσει και άλλα δύο παιδιά, τον Ααρών και την Μαρία.

Η μητέρα του Μωυσή μόλις τον γέννησε φωτίστηκε από τον Θεό ότι επρόκειτο
αυτός να γίνει σπουδαίος, προορισμένος για υψηλή αποστολή και τον τοποθέτησε σε
ένα καλάθι αλειμμένο με πίσσα όπως ακριβώς και η κιβωτός του Νώε και το
τοποθέτησε στην άκρη του Νείλου ποταμού. Εκεί η Μαρία, αδελφή του Μωυσή,
κατασκόπευε αυτό ελπίζοντας πως κάποιος θα το παραλάβει.

Πράγματι, η κόρη του Φαραώ κατέφτασε στον ποταμό να λουσθεί και ανακάλυψε το
καλάθι με το μωρό. Το λυπήθηκε δε αυτό και είπε «εβραιόπουλο είναι αυτό». Από

60
που όμως κατανόησε η κόρη του Φαραώ ότι το παιδί ήταν εβραιόπουλο; Από την
περιτομή· είναι οπωσδήποτε η απάντηση.

Η θυγατέρα του Φαραώ μεγάλωσε το παιδί και το ονόμασε Μωυσή.

Η ΦΥΓΗ ΤΟΥ ΜΩΥΣΕΩΣ ΣΤΗΝ ΜΑΔΙΑΜ

Ο Μωυσής καθ’ όλο το διάστημα που ζούσε στα βασιλικά ανάκτορα διατηρούσε την
εθνική του συνείδηση ως απόγονος του Ιακώβ. Εξήλθε λοιπόν να συναντήσει τους
ομοεθνείς του οι οποίοι καταπιέζονταν υπό των Αιγυπτίων. Η έξοδός του αυτή δεν
ήταν μια προσωρινή συνάντηση, αλλά μία πράξη πίστεως για οριστική εγκατάλειψη
της βασιλικής θέσεως που κατείχε. Στην πρώτη του αυτή εξόρμηση, έγινε αυτόπτης
μάρτυρας μιας κακομεταχείρισης ενός εβραίου από έναν αιγύπτιο επιστάτη.
Βλέποντας τριγύρω του πως δεν τον έβλεπε κανένας φόνευσε τον αιγύπτιο, όμως η
πράξη του αυτή έγινε γνωστή στα βασιλικά ανάκτορα.

Ο ιερός Αυγουστίνος δεν απαλλάσσει τον Μωυσή τελείως της ευθύνης του φόνου,
αν και αυτός έγινε σε κατάσταση αμύνης και έτσι λέει «δια τούτο εξορίσθη εις
Μαδιάμ». Ο Θεός τον διώκει στην έρημο για να τον κάνει πιο ώριμο για την ηγεσία
των Ισραηλιτών που θα αναλάμβανε αργότερα.

Φθάνοντας στη γη Μαδιάμ κάθισε να δροσιστεί και να αναπαυθεί κοντά σε ένα


πηγάδι. Εκεί διαπληκτίστηκε με κάποιους βοσκούς οι οποίοι εξεδίωξαν από το
πηγάδι τις κόρες του ιερέως της περιοχής Ιοθόρ. Η πράξη του αυτή ήταν εξαιρετικά
γενναία και έτσι ο Ιοθόρ τον κάλεσε στο σπίτι του.

Ο Ιοθόρ του έδωσε για γυναίκα την κόρη του Σεπφώρα με την οποία απέκτησε δύο
γιους. Το Γηρσάμ και τον Ελιέζερ.

Μετά δε από πολλά έτη ξενιτείας στη γη Μαδιάμ πληροφορήθηκε πως ο βασιλιάς ο
οποίος καταπίεζε τους ισραηλίτες πέθανε. Πρόκειται μάλλον για τον Ραμσή ΙΙ ο
οποίος βασίλευσε στην Αίγυπτο για μακρύ χρονικό διάστημα. Οι Ισραηλίτες
πανηγυρικά δέχτηκαν την είδηση του θανάτου του Φαραώ ελπίζοντας πλέον πως θα
ξαποστάσουν από τον βαρύ ζυγό των καταναγκαστικών έργων. Από την άλλη ο
Μωυσής έζησε 40 χρόνια στην αφάνεια όπως ακριβώς και ο Χριστός, ο οποίος για
30 χρόνια έζησε κα αυτός με παρόμοιο τρόπο πριν ξεκινήσει το σωτήριο έργο Του. Η
μόνωση λοιπόν είναι η πνευματική τροφή των μεγάλων ανθρώπων.

Έξοδος: β) Η Κλήση του Μωυσέως


61
στην πύρινη βάτο.
Ο Μωυσής στα χρόνια που έζησε κοντά στον πεθερό
του Ιοθόρ ήταν ποιμένας προβάτων. Μια μέρα οδήγησε
το κοπάδι του πέρα των ορίων της ερήμου κοντά στο
όρος Χωρήβ. Εκεί φανερώθηκε σ’ αυτόν άγγελος
Κυρίου υπό τη μορφή πυρός εξερχομένου εκ μιας
βάτου, η οποία μεν εφλέγετο αλλά δεν κατεκαίετο.

Ο τόπος στον οποίο φανερώθηκε ο Θεός υπό την μορφή


της πύρινης βάτου κατά παράδοση ορίζεται η τοποθεσία
που είναι κτισμένη η Ιερά Μονή του Σινά. Ο δε άγγελος
που εμφανίστηκε στον Μωυσή είναι το δεύτερο
πρόσωπο της Αγίας Τριάδος ο Χριστός με τη μορφή
αγγέλου.

Το ερώτημα που προκύπτει αμέσως με την ανάγνωση του Εξ. 3,2 είναι το γιατί η
βάτος καιγόταν αλλά δεν εξαφανιζόταν; Πρώτον για να ελκύσει την προσοχή του
Μωυσή, δεύτερον ως εικονισμός της Παναγίας η οποία μεν γέννησε αλλά
παράλληλα παρέμεινε Παρθένος. Τρίτον ως συμβολισμός του Ισραηλιτικού λαού, ο
οποίος καταπιέστηκε στην Αίγυπτο αλλά δεν εχάθη. Τέταρτον διότι το πυρ είναι ο
καλλίτερος εικονισμός της Θεότητος διότι έχει καθαρότητα, φαεινότητα, θερμότητα,
δύναμη ακατάβλητη, μεγαλοπρέπεια, πηγή ζωής και ευλογία.

Μέσα λοιπόν από την Βάτο ακούστηκε φωνή να λέει: Μωυσή Μωυσή, εκείνος
απάντησε –τί είναι; Ο Θεός του είπε: - Μη πλησιάσεις εδώ· λύσε τα σανδάλια σου
και βγάλε τα υποδήματά σου, διότι ο τόπος όπου στέκεσαι είναι γη αγία. Εγώ είμαι ο
Θεός του πατρός σου, ο Θεός του Αβραάμ, ο Θεός του Ισαάκ και ο Θεός του Ιακώβ.
Ο Μωυσής γύρισε αλλού το κεφάλι του διότι φοβόταν να δει τον Θεό.

Η εντολή του Θεού να βγάλει ο Μωυσής τα υποδήματά του είναι η παρακίνηση του
Θεού προς τον άνθρωπο να αποθέσει στην άκρη την αμαρτωλή ζωή του
προσεγγίζοντας παράλληλα τον Θεό.

Εν συνεχεία ο Κύριος είπε στον Μωυσή: «Έλα τώρα να σε αποστείλω στον Φαραώ
τον βασιλέα της Αιγύπτου, να βγάλεις τον λαό μου τους Ισραηλίτες από τη χώρα της
Αιγύπτου».

Ο Μωυσής όμως είχε αντιρρήσεις για την αποστολή που τον προόριζε ο Θεός:
«Ποιος είμαι εγώ, για να μεταβώ στον Φαραώ τον βασιλέα της Αιγύπτου και να
βγάλω τους ισραηλίτες εκ της Αιγύπτου; «Εδίσταζεν, επειδή απέβλεπε και προς τη
σκληρότητα του Φαραώ και προς το δυσκολοκυβέρνητο του Ισραηλιτικού λαού.
Επειδή είχε πείρα της αχαριστίας των Ιουδαίων, γι’ αυτό αναχώρησε στην έρημο να
ησυχάσει μη υποφέροντας την κακία αυτών» λέει ο Μέγας Βασίλειος.

Ο Θεός όμως υπόσχεται στον Μωυσή πως θα είναι μαζί του. «έσομαι μετά σου».
Αμέσως όμως ακολουθεί δεύτερη αντίρρηση: «εκείνοι (δηλ. οι Ιουδαίοι) θα με
ρωτήσουν: -Ποιο είναι το όνομά Του; Τί θα απαντήσω α’αυτούς»; - Ἐγώ εἰμί ὁ Ὤν.
Είναι η απάντηση του Θεού. Ων= ο ζων, ο πράγματι υπάρχων. Δεν έχει ανάγκη

62
άλλον για να υπάρχει Εκείνος. Είναι η αρχή και το Τέλος. Ο Προαιώνιος Θεός. Ο
Θεός εξήγησε εν συνεχεία τον τρόπο συγκεντρώσεως του Ισραηλιτικού λαού, την
αίτηση για την έξοδό τους από τον Φαραώ, την αναμενόμενη αρνητική απάντηση
του Φαραώ η οποία όμως θα καμφθεί τελικά λόγω της Θείας επεμβάσεως. Και θα
είναι τόσο συντριπτική η ήττα των Αιγυπτίων, που οι Ισραηλίτες φεύγοντας θα είναι
γεμάτοι από λάφυρα χρυσά, αργυρά και πλούσιο ιματισμό.

Ο Μωυσής επανέρχεται και ρωτά: «Αν οι ισραηλίτες δεν με πιστεύσουν και δεν
υπακούσουν στους λόγους μου; Ο Θεός τώρα απαντά εις αυτόν με θαύμα. -Ρίψε τη
ράβδο που κρατάς κατά γης. Τότε αυτή έγινε όφις. Άπλωσε τώρα τη χείρα σου και
πιάσε την ουρά του όφεος τούτου. Ο Μωυσής άπλωσε το χέρι του έπιασε την ουρά
του φιδιού το οποίο έγινε και πάλι στα χέρια του ράβδος. Βάλε τώρα το χέρι σου
στον κόρφο σου. Ο Μωυσής έβαλε το χέρι του στον κόρφο του, όταν δε το έβγαλε
αυτό είχε γίνε λευκό όπως το χιόνι. Όταν το ξαναέβαλε στον κόρφο του το άρρωστο
χέρι που έπασχε από βαρύτατης μορφής λέπρας, και το ξαναέβγαλε αυτό από τον
κόρφο του, έγινε και πάλι φυσιολογικό όπως πριν. Αυτά τα δύο θαύματα θα
χρησιμοποιήσει ο Μωυσής για να πείσει τους Ισραηλίτες ότι πράγματι ο Θεός είναι
μαζί του.

Ο Μωυσής όμως και πάλι επανέρχεται στις αντιρρήσεις του: «Είμαι ισχνόφωνος και
βραδύγλωσσος» είπε. «Ποιος έδωσε στόμα στον άνθρωπο και ποιος έκανε τυφλό και
βαρήκοο, τυφλό και βλέποντα; Όχι εγώ ο Θεός; Όλες αυτές οι αντιρρήσεις του
Μωυσή δείχνουν πως αυτός δεν ήταν αυτόκλητος, αλλά θεόκλητος στο έργο του.
Και δια τούτο απαντά στον Θεό: -Σε παρακαλώ Κύριε χειροτόνησε άλλον, τον οποίο
θα αποστείλεις , για να φέρει εις πέρας το έργο τούτο. Η αντίρρηση αυτή του Μωυσή
εξόργισε τον Θεό, Οποίος του δίδει πλέον ως στόμα τον αδελφό του Ααρών. "Αυτός
θα ομιλέι αντί σου εις τον λαό, αυτός θα είναι το στόμα σου, συ δε θα νακοινώνεις
εις αυτόν τας υπό του Θεού αποκαλυπτομένας εις σε εντολάς"

«Πολλοί σπουδάρχαι, πολλοί αυτοχειροτόνητοι την παρούσα λαμπρότητα διώκοντες,


την δε μέλλουσα κρίσιν ου προωρόμενοι. Αλλ’ ου Μωυσής τοιούτος. Φθάνει μέχρι
του σημείου να εξοργίσει τον Θεό, διότι ηρνείτο την τιμή του αξιώματος» (Μ.
Βασίλειος).

Έτσι ο Μωυσής παραλαμβάνοντας τη γυναίκα και τα παιδιά του, κρατώντας την


θαυματουργική ράβδο στα χέρια του επέστρεψε στην Αίγυπτο αφήνοντας πίσω του
κάθε μορφή αντίρρησης που πρότερα είχε...

63
Έξοδος: γ) Ο Μωυσής και ο Ααρών στα
ανάκτορα του Φαραώ. Οι Δέκα πληγές
του Φαραώ.
Ο Μωυσής και ο Ααρών αφού ανέλαβαν
το έργο της λυτρώσεως του Ισραήλ και
την έξοδο του λαού τους από την
Αίγυπτο, όχι ως αυτόκλητοι λυτρωτές,
αλλά ως θεόκλητοι απεσταλμένοι του
Κυρίου, κατέφτασαν στα ανάκτορα του
Φαραώ για να του ανακοινώσουν τις
εντολές του Θεού (πρόκειται προφανώς
περί του Φαραώ Τουθμώσιος ιιι και του
υιού του Αμενόφιος) :

«Ταύτα λέγει ο Κύριος ο Θεός του Ισραηλιτικού λαού. Άφησε το λαό μου ελεύθερο,
να εορτάσει προς δόξαν μου εν τη ερήμω. Ο Φαραώ απάντησε. Ποιος είναι εκείνος ο
Κύριος στην εντολή του οποίου θα υπακούσω, ώστε να αφήσω ελεύθερους του
ισραηλίτες;...ο Μωυσής και ο Ααρών λέγουν εις αυτόν. Ο Θεός των Εβραίων μας
κάλεσε. Θα βαδίσουμε λοιπόν πορεία τριών ημερών στην έρημο, για να θυσιάσουμε
στον Κύριο τον Θεό μας....Ο βασιλεύς της Αιγύπτου απάντησε σ’ αυτούς : Γιατί
Μωυσή και Ααρών ξεσηκώνετε τον λαό μου από την εργασία του; Πηγαίνετε
έκαστος εις τα έργα του».. (Εξ. 5, 1-4)

Ο Φαραώ μετά από αυτή τη συνάντηση που είχε με τους απεσταλμένους του Θεού
σκλήρυνε τη στάση του προς τον Ισραηλιτικό λαό. Διπλασίασε το ζυγό της εργασίας
τους ώστε αυτοί να μην έχουν καθόλου χρόνο ανάπαυσης. Υποχρέωσε λοιπόν τους
ιουδαίους εργάτες να εξευρίσκουν οι ίδιοι το άχυρο διά την κατασκευή των πλίνθων
τους οποίους κατασκεύαζαν μέχρι τότε. Αλλά όμως ούτε στο ελάχιστο δεν θα έπρεπε
να μειωθεί η παραγωγή των πλίνθων.

Μετά από αυτά, οι γραμματείς των Ισραηλιτών επισκέφθηκαν τον Φαραώ ζητώντας
απ’ αυτόν έλεος. Ο Αιγύπτιος βασιλιάς όμως τους μίλησε σκληρά και δεν άλλαξε
καθόλου τις αποφάσεις του. Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα οι Ισραηλίτες να μισήσουν
τον Μωυσή και τον Ααρών διότι αυτοί ήταν υπεύθυνοι για την τραγική κατάσταση
στην οποία είχαν περιέλθει.

Ο Μωυσής στραφείς προς τον Κύριο είπε: «Σε παρακαλώ Κύριε γιατί θλίβεις τον
λαό τούτο και γιατί με απέστειλες; Απ’ τη στιγμή που μίλησα στον Φαραώ εξ’
ονόματί Σου, αυτός έθλιψε περισσότερο τον λαό τούτο...». Ο Κύριος είπε τότε στον
Μωυσή: «Τώρα θα δεις εκείνα τα οποία θα κάνω στον Φαραώ. Διότι θα αναγκασθεί
υπό της κραταιάς Μου χειρός να αφήσει τους Ισραηλίτες ελεύθερους...» (Εξ. 5, 22-
23, 6, 1) και συμπλήρωσε: «Εγώ είμαι ο Κύριος» (Εξ. 6,2). Πρώτη φορά ο Θεός
ονομάζει τον Εαυτό Του Κύριο. Και τούτο το κάνει για να δηλώσει την δύναμή Του.
Το όνομα αυτό, «ΚΥΡΙΟΣ» δεν το αποκάλυψε ούτε στους πατριάρχες Αβραάμ,
Ισαάκ και Ιακώβ. Οποία λοιπόν τιμή για τον Μωυσή!

64
Οι ισραηλίτες όμως δεν πίστεψαν στον λόγο του Μωυσέως τον απέρριψαν και πάλι
λόγω της επιβαρύνσεως των εργασιών που είχαν τύχει. Τότε ο Θεός έστειλε και πάλι
τον Μωυσή στα ανάκτορα του Φαραώ. Ο Φαραώ ζήτησε από τον Μωυσή να κάνει
ένα θαύμα για να δει την δύναμή του, την αξιοπιστία των λόγων του. Τότε ο Ααρών
έπραξε καθώς του είπε ο Θεός. Έρριψε τη ράβδο του στο έδαφος και εκείνη έγινε ένα
μεγάλο φίδι. Τότε ο Φαραώ ζήτησε από τους δικούς του μάγους να πράξουν το ίδιο.
Και όντως οι μάγοι το έκαναν αυτό. Όμως το φίδι από τη ράβδο του Ααρών κατάπιε
τα φίδια των μάγων. Παρόλα αυτά ο Φαραώ δεν κάμφθηκε. Αυτό είναι το πρώτο
θαύμα που έκανε ο προφήτης του Θεού ενώπιον του βασιλιά της Αιγύπτου και των
αυλικών του. Εν αρχή λοιπόν οι αιγύπτιοι δεν τιμωρήθηκαν αλλά έγιναν θεατές ενός
θαυμαστού γεγονότος.

Πρώτη πληγή: Μεταβολή του ύδατος σε αίμα. Ο Θεός διατάζει τώρα τον Μωυσή
να συναντήσει τον Φαραώ στον Νείλο ποταμό εκεί που κατέβαινε ο βασιλιάς κάθε
πρωί ίσως για την προσφορά λατρείας, διότι τον Νείλο οι Αιγύπτιοι τον πίστευαν σαν
θεό... είπε ο Μωυσής προς τον Φαραώ –«Να, εγώ κτυπώ με τη ράβδο μου το ύδωρ
του ποταμού και θα μεταβληθεί σε αίμα. Τα ψάρια του ποταμού θα ψοφήσουν και το
ποτάμι θα βρομίσει.»

Το θαύμα αυτό ήταν μεγάλη πληγή για την Αίγυπτο, διότι ο Νείλος ήταν η καρδιά
των δραστηριοτήτων τους. Τούτο το θαύμα έγινε πρώτο αφενός διότι λάτρευαν το
ποτάμι για θεό οι Αιγύπτιοι και αφετέρου διότι σε αυτό το ποτάμι φονεύθηκαν
χιλιάδες νεογνά των ιουδαίων. Δικαία λοιπόν η πρώτη τιμωρία των Αιγυπτίων υπό
του Θεού! Πολλοί σπεύδουν να πουν πως αποκτά ερυθρότητα ο Νείλος κάθε Ιούλιο
λόγω των πολυάριθμων μυκήτων που αναπτύσσονται εκεί. Το φυσικό όμως
φαινόμενο αυτό δεν επηρεάζει τη ζωή των ψαριών, δεν καθιστά το νερό του ποταμού
μη πόσιμο. Άλλωστε εδώ μιλάμε για πραγματικό αίμα και όχι ερυθρότητα των
νερών.

Το ίδιο θαύμα έπραξαν και οι μάγοι του Φαραώ σκληραίνοντας έτσι την καρδιά του
βασιλέα τους. Ποια νερά μετέτρεψαν σε αίμα οι μάγοι; Αυτά που ήντλησαν εκ των
φρεάτων που άνοιξαν οι Αιγύπτιοι πλησίον του ποταμού. Η πρώτη πληγή κράτησε
επτά μέρες. Μετά το πέρας αυτής ξεκινά αμέσως η δεύτερη:

Δεύτερη πληγή: οι βάτραχοι. «Ο Κύριος είπε στον Μωυσή. Πήγαινε στον Φαραώ
και πες του. Άφησε ελεύθερο το λαό Μου, δια να με λατρεύσει. Εάν δεν θελήσεις να
τον αφήσεις ελεύθερο, αμέσως θα προσβάλλω όλη τη χώρα σου με βατράχους. Ο
Νείλος ποταμός θα ξεράσει βατράχους, οι οποίοι θα μπουν στα σπίτια σου, στα
δωμάτια του ύπνου σου, πάνω στα κρεβάτια σου, στους οίκους των αυλικών σου και
του λαού σου, εις τα προζύμια σου και στους φούρνους σου. Οι βάτραχοι θα ανέβουν
πάνω σου και στους αυλικούς σου». (Εξ. 7,26) Πράγματι ο Ααρών χτύπησε με τη
ράβδο του τα νερά του ποταμού Νείλου τα οποία έβγαλαν βάτραχους που σκέπασαν
όλη τη χώρα της κάτω Αιγύπτου, δηλαδή της περιοχής που κατοικούσε ο Φαραώ και
οι αυλικοί του. Οι μάγοι δε του Φαραώ έπραξαν το ίδιο. Μόνο προσθήκη του κακού
έκαναν αυτοί και όχι θεραπεία. Έτσι ο Φαραώ βλέποντας την αδυναμία των μάγων
κάλεσε τον Μωυσή και τον Ααρών και τους ζήτησε να προσευχηθούν στο θεό τους
για να ψοφήσουν οι ενοχλητικοί δια αυτούς βάτραχοι και τότε εκείνος θα αφήσει
τους Ισραηλίτες ελεύθερους. Ο Μωυσής έπραξε όπως του ζήτησε ο Αιγύπτιος
βασιλιάς, όμως εκείνος ανακουφισμένος πλέον από την απαλλαγή των βατράχων

65
σκληρύνθηκε και πάλι και δεν θέλησε να αφήσει ελεύθερους τους Ισραηλίτες.

Καί η πληγή αυτή συνδέεται με ένα φυσικό φαινόμενο κατά την ελάττωση των
νερών του Νείλου. Όμως εδώ δεν έχουμε φυσικό φαινόμενο αλλά θαύμα το οποίο
άλλωστε αναγνωρίζει και ο ίδιος ο Φαραώ.

Τρίτη πληγή: οι κώνωπες. «Ο Κύριος είπε στον Μωυσή. Ειπέ στον Ααρών.
Άπλωσε δια της χειρός σου τη ράβδο και κτύπησε το χώμα της γης και θα γίνουν
σκνίπες...» (εξ. 8,12)

Οι δύο πρώτες πληγές συνδέονται με τον Νείλο ποταμό. Η Τρίτη με την γη των
αιγυπτίων την οποία επίσης πίστευαν ως θεό. Το θαύμα των σκνιπών δεν
κατόρθωσαν οι αιγύπτιοι μάγοι να το επιτύχουν. Μάλιστα δε ομολόγησαν στον
Φαραώ πως αυτό ήταν δάκτυλος Θεού. (Εξ. 8,15). Οι μάγοι εδώ θαυμάζουν μεν,
αλλά δεν πιστεύουν!

Και η πληγή αυτή συνδέεται με ένα φυσικό φαινόμενο το οποίο συμβαίνει στην
Αίγυπτο μετά τον θερισμό. Τότε συμβαίνει μια μεγάλη επιδρομή σκνιπών, οι οποίοι
προέρχονται εκ των ελών του ποταμού. Η πληγή όμως αυτή έλαβε χώρα όχι τον
Ιούλιο, αλλά τον Φεβρουάριο και σε ασυνήθιστη έκταση. Άλλωστε και οι μάγοι
αναγνώρισαν αυτό ως δάκτυλο Θεού.

Τέταρτη πληγή: οι μύγες. «Ο Κύριος είπε προς τον Μωυσή. Σήκω πολύ πρωί
στάσου ενώπιον του Φαραώ και πες του...ταύτα λέγει ο Κύριος. Άφησε τον λαό μου
ελεύθερο, δια να με λατρεύσει στην έρημο. Αν δεν θελήσεις να αφήσει τον λαό μου
ελεύθερο, εγώ αμέσως θα στείλω εναντίον σου, εναντίον των αυλικών σου και του
λαού σου μέσα στα σπίτια σας σκυλόμυγα... την ημέρα αυτή θα δοξάσω τη χώρα
Γεσέμ στην οποία κατοικεί ο λαός Μου, διότι στη χώρα εκείνη δεν θα υπάρχει η
σκυλόμυγα αυτή». (εξ. 8, 16-18).

Στην πληγή αυτή ο Θεός απευθύνεται για πρώτη φορά μόνο στον Μωυσή και όχι και
στον Ααρών. Η πληγή αυτή δεν συναντάται στην Γεσέμ τον τόπο κατοικίας των
Ισραηλιτών και τούτο δια να τονιστεί το μέγεθος του θαύματος. Ο Φαραώ κάμπτεται
για πρώτη φορά αφήνοντας του Ισραηλίτες να θυσιάσουν εντός των ορίων της
Αιγύπτου, πράγμα αδύνατον, διότι οι Ιουδαίοι θα θυσίαζαν ζώα τα οποία οι
Αιγύπτιοι λάτρευαν ως θεούς. Η πληγή αυτή είναι τρομερωτέρα της προηγούμενης,
διότι οι σκυλόμυγες αυτές κεντούν οδυνηρώς το δέρμα, ιδίως αυτιά και βλέφαρα και
προξενούν τρομερό πόνο.

Ο Φαραώ τελικά προσωρινά κάμπτεται, αλλά όταν ο Μωυσής απάλλαξε την Αίγυπτο
από την παρουσία των μυγών η καρδία του και πάλι σκληρύνθηκε μένοντα άκαμπτη
πνευματικά.

Πέμπτη πληγή: Επιδημική νόσος των ζώων: είπε ο Μωυσής στον Φαραώ ταύτα
λέγει ο Κύριος:«...Εάν δεν θελήσεις να αφήσεις τον λαό Μου ελεύθερο, αλλά και
πάλι τον εμποδίσεις, να! Η τιμωρός χειρ του Κυρίου θα επέλθει στα ζώα του αγρού
σου, στους ίππους σου, τους όνους, τις καμήλες σου, τα βόδια σου και στα πρόβατα,
θάνατος μέγας σφόδρα». (Εξ. 9,3)

Να σημειωθεί εδώ πως ψόφησαν τα ζώα των Αιγυπτίων τα οποία έβοσκαν μαζί με τα

66
ζώα των Ισραηλιτών. Όταν η γραφή λέει πως ψόφησαν όλα τα ζώα των Αιγυπτίων
(εξ. 9,6) δεν εννοεί άπαντα τα ζώα των Αιγυπτίων αλλά αυτά που βρίσκονταν στον
αγρό για βοσκή. Αυτά ήταν στις οικίες σώθηκαν. Ο δε Φαραώ όταν πληροφορήθηκε
πως κανένα ζώο των Ισραηλιτών δεν ψόφησε από ζηλοτυπία και σκληροκαρδία δεν
θέλησε να αφήσει τον ισραηλιτικό λαό ελεύθερο.

Έκτη πληγή: Τα έλκη. «Ο Κύριος είπε στον Μωυσή και τον Ααρών τα εξής:
Λάβετε και γεμίστε τα χέρια σας αειθαλής καπνιάς από κάμινο και ας ρίψει αυτήν ο
Μωυσής στον ουρανό ενώπιον του Φαραώ και ενώπιον των αυλικών του. Αυτή θα
γίνει κονιορτός σε όλη τη χώρα της Αιγύπτου, ο κονιορτός θα γίνει σε ανθρώπους
και ζώα πληγές και εγκαύματα σε όλους τους ανθρώπους και τα ζώα, σε ολόκληρη
τη χώρα της Αιγύπτου». (εξ. 9,8-9)

Από τα εγκαύματα αυτά επλήγησαν και οι μάγοι των Αιγυπτίων οι οποίοι λόγω της
καταστάσεώς τους δεν μπόρεσαν να εμφανιστούν μπροστά στον Φαραώ. Ο Φαραώ
λόγω του εγωισμού του συνέχισε να εμποδίζει παρά ταύτα τα θαυμαστά γεγονότα
τον ισραηλιτικό λαό να λατρεύσει τον Θεό του στην έρημο.

Έβδομη πληγή: το χαλάζι. Είπε ο Μωυσής στον Φαραώ. Ταύτα λέγει ο Κύριος:
«...άφησε τον λαό Μου ελεύθερο, για να με λατρεύσει διότι αν δεν με υπακούσεις,
κατά τον χρόνο αυτό θα στείλω όλες τις πληγές Μου να πλήξουν την καρδία σου,
την καρδία των αυλικών σου και του λαού σου, για να μάθεις, ότι δεν υπάρχει, όπως
είμαι εγώ, άλλος Θεός σε όλη τη γη. Διότι τώρα αφού απλώσω τη χείρα Μου, θα
πατάξω εσένα, τον λαό σου θα θανατώσω και θα καταστραφείς από προσώπου γης».

Ο Φαραώ παρά τις προηγούμενες πληγές που επέστη δεν μετανόησε αλλά μάλλον
σκληρύνθηκε περισσότερο. Τώρα ο Θεός πρέπει να τον διαπαιδαγωγήσει με
σκληρότερα μέτρα. Βρέχει λοιπόν τρομερό χαλάζι αναμεμειγμένο με πυρ αστραπών.
Όσοι Αιγύπτιοι αδιαφόρησαν για την προειδοποίηση του Κυρίου ότι «αύριο» θα
συμβεί αυτό και δεν κλείστηκαν στις οικίες τους θανατώθηκαν, όπως και τα ζώα
τους. Η γη κατακάηκε και τα δέντρα των αγρών συνετρίβησαν.

Ο Φαραώ ομολογεί πλέον ότι αμάρτησε υπόσχεται να αφήσει τον λαό του Ισραήλ
ελεύθερο. Ο Μωυσής όμως παραμένει επιφυλακτικός έναντι της ομολογίας του.
Παρόλα αυτά βγαίνει στη θύελλα υψώνει τα χέρια ικετευτικά προς τον Θεό και η
χαλαζόπτωση παύει. Πολύ σωστά αναφέρει ο Ωριγένης ότι ο Μωυσής δεν
χρησιμοποίησε ράβδο για να παύσει την χαλαζόπτωση, αλλά μόνο τα χέρια του για
να μη θεωρηθεί μαγική η ράβδος.

Ο Φαραώ μετά την παύση και αυτής της πληγής αναίρεσε και πάλι τον λόγο του και
δεν άφησε ελεύθερους τους ισραηλίτες.

Όγδοη πληγή: Οι ακρίδες. «...αυτά λέγει ο Κύριος...άφησε τον λαό Μου ελεύθερο
για να με λατρεύσει. Αν δεν θελήσεις να αφήσεις τον λαό Μου ελεύθερο. Να! Εγώ
θα φέρω αύριο αυτήν την ώρα ακρίδες πολλές σ’ όλη τη χώρα σου, για να
σκεπάσουν το έδαφος αυτής σε βαθμό, ώστε να μη μπορείς να δεις τη χώρα σου. Η
ακρίδα αυτή θα φάει ότι έμεινε στη χώρα σου, ό,τι σας άφησε το χαλάζι, θα φάει
δηλαδή κάθε δένδρο σας, το οποίο υπάρχει στην ύπαιθρο. Από τις ακρίδες αυτές θα
γεμίσουν τα ανάκτορά σου και οι οικίες των αυλικών σου και όλες οι οικίες των
αιγυπτίων σε όλη την Αίγυπτο...» (εξ. 10, 3-6)

67
Οι αυλικοί του Φαραώ συνειδητοποιώντας το τι επρόκειτο να συμβεί ικέτευσαν τον
Φαραώ να αφήσει τους ισραηλίτες ελεύθερους. «Δεν βλέπεις» του είπαν, ότι όλη η
Αίγυπτος έχει καταστραφεί; Ο Φαραώ όμως δεν κάμφθηκε και η πληγή επήλθε. Ο
Φαραώ βλέποντας την καταστροφή κάλεσε εσπευσμένα τον Μωυσή και τον Ααρών
και δήλωσε για μία ακόμη φορά την μετάνοιά του. Ο Μωυσής και πάλι ύψωσε τα
χέρια του και οι ακρίδες ρίφθηκαν στην Ερυθρά θάλασσα. Η πληγή πέρασε και ο
Φαραώ επανήλθε στο εγωισμό του...

Ένατη πληγή: Το σκοτάδι: «Ο Κύριος είπε στον Μωυσή. Άπλωσε το χέρι σου στον
ουρανό και ας γίνει σκοτάδι σε όλη την Αίγυπτο, σκοτάδι τόσο πυκνό, ώστε να
μπορεί κανείς να το ψηλαφήσει...» (Εξ. 17, 21).

Αυτή η πληγή επέρχεται άνευ προειδοποιήσεως προς τον Φαραώ. Τρεις μέρες
καθηλώθηκαν οι Αιγύπτιοι στα κρεβάτια τους διότι δεν μπορούσαν τίποτε να δουν.
Ο Φαραώ όμως δεν υποχωρεί δεν θέλει να παραδεχτεί την ήττα του και απειλεί
πλέον τον Μωυσή πως αν ξαναεμφανιστεί μπροστά του θα τον θανατώσει. Ο
Μωυσής του απαντά με μεγαλοπρέπεια: «Το είπες! Συμφωνώ απόλυτα. Δεν θα
παρουσιαστώ άλλη φορά μπροστά σου».

Δέκατη πληγή: θάνατος των πρωτοτόκων. Μέχρι τώρα όλες οι πληγές είχαν
πλήξει την γεωργία, την κτηνοτροφία, την υγεία των Αιγυπτίων, όχι όμως και τις
ζωές τους. Τώρα κατ’ εντολή του Θεού ο Μωυσής μετά ιεράς αγανακτήσεως και
πριν εξέλθει από τα ανάκτορα του Φαραώ λέει: «Αυτά λέγει ο κύριος. Κατά το
μεσονύκτιο θα εισέλθω εις το μέσο της Αιγύπτου, και πεθάνει κάθε πρωτότοκο στην
Αίγυπτο. Από πρωτοτόκου του Φαραώ, ο οποίος κάθεται στον θρόνο, μέχρι
πρωτοτόκου της δούλης, η οποία βρίσκεται στον χειρόμυλό της και μέχρι
πρωτοτόκου παντός κατοικιδίου ζώου. Εκ του θανάτου των πρωτοτόκων θα γίνει
κλαυθμός μέγας σε όλη τη χώρα της Αιγύπτου...» (Εξ. 11, 4-6)

Πριν έλθει η συμφορά αυτή στους Αιγυπτίους, ο Θεός διέταξε τον Μωυσή να
ετοιμαστεί ο Ισραηλιτικός λαός για να εορτάσει το πρώτο του Πάσχα. Θα έπρεπε
λοιπόν, κατ’ εντολήν του Θεού κάθε ισραηλιτική οικογένεια να φάει ένα αρνί
ψημένο στη φωτιά ανακατεμένο με πικρά χόρτα που συμβόλιζε την πικρία της
Αιγυπτιακής δουλείας. Θα έπρεπε επίσης κάθε Ιουδαϊκή οικεία να ραντιστεί από το
αίμα του αρνίου, σημείο της επερχόμενης τιμωρίας των Αιγυπτίων.

Μεσούσης της νυκτός θανατικό ξέσπασε κατά των πρωτοτόκων των Αιγυπτίων.
Ήταν τόσος ο θρήνος που ο Φαραώ πλέον άνευ όρων και άνευ άλλης αναβολής
εξεβίασε τον λαό του Ισραήλ να φύγει από τη χώρα του. Συντριπτική η ήττα του. Οι
Ισραηλίτες φεύγοντας ζήτησαν και λάφυρα από τους Αιγυπτίους, χρυσά και αργυρά
αντικείμενα και πλούσιο ιματισμό. Και τα έλαβαν αυτά από τους Αιγυπτίους με
ειρηνικό τρόπο.

Περί του αμνού της θυσίας των Εβραίων : Ο αμνός που προσέφεραν οι ιουδαίοι
στον Θεό ήταν οπωσδήποτε ένας εικονισμός ένας τύπος του Χριστού. Το αίμα του
προσφερομένου αμνού των ισραηλιτών ήταν αλεξητήριο του θανάτου όχι όμως και
λύτρωση από αυτόν. Δηλαδή ήταν μία πρόσκαιρη ασπίδα κατά του θανάτου, ενός
θανάτου που οδηγούσε τελικά όλες τις ψυχές στον Άδη. Το Αίμα όμως του Χριστού
αποτελεί οριστική απαλλαγή του ανθρώπου από την αμαρτία και τον θάνατο.

68
Έξοδος Δ΄: Η διάβασης της Ερυθράς
Θαλάσσης
Δύο εκατομμύρια ισραηλιτών
συγκεντρώθηκαν στην πόλη Σοκχώθ διά
να εξέλθουν εκ της Αιγύπτου. Συνολικά
οι Εβραίοι διέμειναν στην Αίγυπτο 430
χρόνια.

Τη νύχτα που προηγήθηκε της εξόδου, ο


Θεός μίλησε στον Μωυσή και τον
Ααρών και τους έδωσε οδηγίες για το
πως θα πρέπει εφεξής να εορτάζεται το
Πάσχα. Μεταξύ αυτών περιλαμβάνεται
και η εντολή εκείνη κατά την οποία από τον αμνό του Πάσχα των Εβραίων δεν
έπρεπε να συντριβεί κανένα οστό αλλά ολόκληρος να προσφερθεί στη θυσία. Ιδού ο
τύπος του Χριστού.

Φεύγοντας οι ισραηλίτες έλαβαν μαζί τους και τα οστά του Ιωσήφ. Εκείνος άλλωστε
πριν πεθάνει τους είχε ορκίσει λέγοντας: «Ο Κύριος ασφαλώς θα σας επισκεφθεί, για
να σας οδηγήσει στην Χαναάν. Λάβετε τότε από δω και φέρετε μαζί σας τα οστά
μου». (Εξ. 13,19).

Ο Θεός οδηγούσε τους ισραηλίτες την ημέρα ως φωτεινή νεφέλη, η οποία τους
δρόσιζε με τη σκιά που προκαλούσε, τη δε νύχτα, ως φωτιά η οποία φώτιζε τα
διαβήματα αυτών. Η οδός που ακολουθήθηκε προς την Χαναάν, δεν ήταν η
συντομότερη που θα μπορούσε να γίνει, δηλαδή δια της χώρας των Φιλισταίων,
αλλά η πιο δύσκολη, δια της ερήμου. Τούτο συνέβη διότι οι αιχμάλωτοι τόσο καιρό
ισραηλίτες δεν είχαν ούτε τη δύναμη, ούτε την πείρα να εμπλακούν σε πόλεμο με
τους εμπειροπόλεμους Φιλισταίους, καθώς επίσης επειδή ο Μωυσής είχε λάβει
εντολή από τον Θεό να επιστρέψει και πάλι στο Σινά.

Η διάβασης της Ερυθράς Θαλάσσης: Ο Μωυσής ευρισκόμενος στην περιοχή


Οθώμ ήτο δυνατόν να συνεχίσει την πορεία του προς το Σινά παραλιακά. Για να
δείξει όμως ο Θεός τη δύναμή Του, θέλησε να γίνει θαυματουργικώς η διάβασης
αυτών δια της Ερυθράς θαλάσσης. Έτσι ο Μωυσής έλαβε την εντολή να στραφεί
προς τα πίσω και να στρατοπεδεύσει Ανατολικά της Ερυθρά θάλασσης, Νότια προς
το όρος Attakah, Δυτικά προς την έρημο και Βόρεια προς τα Αιγυπτιακά άρματα.
Δηλαδή ένας πραγματικός εγκλωβισμός του Ισραήλ. Ο Φαραώ βλέποντας αυτήν την
εικόνα, κατεδίωξε αυτούς λέγοντας «οι ισραηλίτες περιπλανιούνται στο μέρος
εκείνο, διότι κλείσθηκαν υπό της ερήμου». (Εξ. 14, 3).

Όταν πλησίασαν οι Αιγύπτιοι αρκετά προς τους Ισραηλίτες, η πρώτη κίνηση του
εκλεκτού λαού, ήταν να στραφούν προς τον Κύριο, στη συνέχεια όμως
διαπιστώνοντας τη σοβαρότητα της κατάστασης είπαν προς τον Μωυσή: «Μήπως

69
επειδή δεν υπήρχαν μνήματα στην Αίγυπτο, μας έβγαλες να μας θανατώσεις και
θάψεις εδώ στην έρημο;..». (εξ. 14,11).

Ο Μωυσής προσευχήθηκε τότε σιωπηρά. «Τί βοάς προς με;» (Εξ.15,15) ήταν η
απάντηση του Θεού στην προσευχή του. Ο κύριος ακούει πολύ καθαρά τους
λογισμούς και τις καρδιακές προσευχές των ανθρώπων . -«Συ ύψωσε την ράβδο σου
και άπλωσε τη χείρα σου εις την Ερυθρά θάλασσα και χώρισε αυτήν. Έπειτα ας
εισέλθουν οι ισραηλίτες στην ξηρά την εν τω μέσω της θαλάσσης ανοιχθείσα» (Εξ.
14,16) είπε ο Θεός προς τον Μωυσή. Έτσι εκείνος με μια απλή κίνηση του χεριού
του διαίρεσε τα ύδατα με τέτοιο τρόπο, ώστε αυτά εκατέρωθεν της ξηράς που είχε
δημιουργηθεί στο μέσο, είχαν γίνει ακίνητα ως δύο τείχη.

Οι Αιγύπτιοι κατεδίωξαν τους ισραηλίτες και εισήλθαν στην ξηρά αυτή. Όλο το
ιππικό του Φαραώ, τα άρματα μάχης και οι στρατιώτες βρισκόταν στο μέσο των
υδάτων στο βυθό της Ερυθράς θάλασσας.

Όταν οι ισραηλίτες πέρασαν στην αντίπερα όχθη, ο Θεός επανέφερε τα νερά της
θάλασσας στην πρότερη θέση τους, καταπλακώνοντας τους Αιγυπτίους. Κανένας
Αιγύπτιος δεν σώθηκε, αλλά όλοι πνίγηκαν και ξεβράστηκαν στην ακτή της
θάλασσας. Οι Ισραηλίτες την ημέρα εκείνη απηλλάγησαν για πάντα από τα χέρια
των Αιγυπτίων. Τούτο ενίσχυσε την πίστη τους στο Θεό και στον δούλο Αυτού
Μωυσή.

Έξοδος Ε΄) Το ταξίδι των Ισραηλιτών


από την Ερυθρά θάλασσα προς το Σινά.
Το ταξίδι αυτό διήρκησε δύο μήνες. Το
πρώτο πέρασμά τους έγινε από την έρημο
Σουρ. Διέσχισαν 12 χλμ επί της αμμώδους
παραλίας της χερσονήσου του Σινά, έχοντας
δεξιά τους την Ερυθρά Θάλασσα και
αριστερά τους τη φαλακρή χαμηλή οροσειρά.
Τρεις ολόκληρες μέρες οι Ισραηλίτες δεν
έβρισκαν εκεί νερό για να πιουν. Στην
τοποθεσία Μερράν, δηλ. 65 χλμ δυτικότερα,
βρήκαν μεν νερό, αλλά αυτό ήταν πικρό
ακατάλληλο προς πόση. Ο λαός γόγγυζε κατά
του Μωυσή λέγοντας: «Τί θα πιούμε»; Ο
Κύριος έδειξε τότε στον Μωυσή ένα ξύλο και του είπε να το βάλει μέσα στο πικρό
νερό και εκείνο θαυματουργικώ τω τρόπω μετέτρεψε το νερό σε πόσιμο.

Το θαύμα αυτό έρχεται σε αντίθεση με την πρώτη πληγή του Φαραώ, κατά την οποία
τα νερά του Νείλου μεταβλήθηκαν θαυματουργικώς σε αίμα. Το δε ξύλο που
χρησιμοποίησε ο Μωυσής για να θεραπεύσει την πικρία των υδάτων, προτυπώνει το
Τίμιο Ξύλο του Ζωοποιού Σταυρού το οποίο θεραπεύει την ψυχική πικρία των
ανθρώπων.

Η έρημος Σιν ήταν το επόμενο πέρασμα των Εβραίων. Εκεί οι πεδιάδες είναι

70
στενότερες, τα δε βουνά σκοτεινότερα. Η όλη πορεία ήταν επίπονη, η τροφή σπάνια,
η κούραση ιδίως στα παιδιά και τις γυναίκες ανυπόφορη.

Στην κατάσταση αυτή ευρισκόμενοι οι Ισραηλίτες, θυμήθηκαν τα άφθονα κρέατα


των Αιγυπτίων. Ξέχασαν τα θαύματα που έκανε γι’ αυτούς ο Θεός και γόγγυξαν. Ο
Θεός απάντησε στην μεμψιμοιρία τους με θαύμα βρέχοντας από τον ουρανό άρτους.
Οι Εβραίοι βλέποντας τους άρτους αυτούς, τους ονόμασαν μάννα· από το εβραϊκό
Μαν-χου; Που σημαίνει τί είναι αυτό;

Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης λέει: «Το μεν φαινόμενο των άρτων είναι ενός είδους, η
δε ποιότης ήτο δι έκαστον ποικίλη αναλόγως της επιθυμίας του, άρτος και γάλα και
κρέας και λάχανο εγένετο».

Το μάννα που έβρεχε ο Θεός ήταν άφθονο, ο καθένας όμως Ισραηλίτης μπορούσε να
συλλέγει τόσο μόνο όσο του χρειαζόταν καθ’ εκάστην ημέρα. Την ημέρα της
Παρασκευής όμως έπρεπε να προμηθευτούν την διπλάσια ποσότητα διότι το
Σάββατο απαγορευόταν κάθε εργασία. Οι ορθολογιστές πιστεύουν πως ήταν η φύση
του μάννα τέτοια που αλλοιώνονταν μέσα σε 24 ώρες. Δεν μπορούν όμως να
εξηγήσουν ούτε το θαύμα του Σαββάτου, ούτε πολύ περισσότερο το μάννα που
φύλαξαν οι Εβραίοι στην κιβωτό της Διαθήκης προς ανάμνηση αυτού του θαύματος.

Εκείνο το βράδυ ο Θεός έκανε και άλλο θαύμα. Έστειλε ορτύκια τόσα πολλά, ώστε
αυτά σκέπασαν την κατασκήνωση των Ισραηλιτών προσφέροντας έτσι σε αυτούς
άφθονο κρέας!

Το μάννα, ομοίαζε με σπόρο κοριάνδρου (βλέπε φωτογραφία αριστερά) είχε γλυκιά


γεύση σαν μέλι, ενώ κατά το άρωμα ήταν όμοιο με το αραβικό κόμμι.

Ένα γομόρ, δηλαδή 4,08 κιλά είχε δικαίωμα να συλλέγει ο καθένας. Κανείς δεν
έπρεπε να αποθηκεύσει από αυτά για την επόμενη μέρα αν δεν ξημέρωνε όπως
είπαμε Σάββατο. Αν κάποιος παράκουγε έβρισκε το αποθηκευμένο του μάννα την
άλλη μέρα σκουληκιασμένο και βρώμικο.

40 έτη έτρωγαν το μάννα οι Εβραίοι. Ασφαλώς αυτό δεν αποτελούσε τη μοναδική


τους τροφή. Έπιναν και γάλα, έτρωγαν και λιγοστό κρέας από τα ζώα που
διατηρούσαν. Είχαν κατά διαστήματα και σιτηρά από τις καλλιέργειες που έκαναν
στις οάσεις της ερήμου.

Το μάννα συμβολίζει τη Θεία Κοινωνία η Οποία είναι ο αληθινός Άρτος «ο εκ του


ουρανού καταβαίνων».

Το περιστατικό της Μερράν επαναλήφτηκε και στην έρημο Ραφιδείν όπου εκεί οι
Ισραηλίτες δεν έβρισκαν νερό για να πιουν. Ο Μωυσής έλαβε και πάλι τη ράβδο του,
αλλά εξοργισμένος αυτή τη φορά χτύπησε τον υποδεικνυόμενο εις αυτόν βράχο υπό
του Θεού, δύο φορές, διότι ήταν αγανακτισμένος με τη συμπεριφορά των Εβραίων.
Εξαιτίας αυτής της οργής, ο Θεός δεν επέτρεψε αργότερα στον Μωυσή και τον
Ααρών να εισάγουν αυτοί το λαό στη γη της επαγγελίας.

Στην έρημο Ραφιδείν οι Ισραηλίτες είχαν και άλλο πειρασμό. Οι Αμαληκίτες, ένας
νομαδικός λαός που ζούσε νότια της Χαναάν επιτέθηκαν εναντίον τους.

71
Ο Μωυσής έδωσε εντολή στον Ιησού του Ναυή να πολεμήσει εκείνος τους
Αμαληκίτες. Του είπε επίσης: «Εγώ, Να! Θα είμαι στην κορυφή του λόφου και η
ράβδος του Θεού θα είναι στο χέρι μου».

Πράγματι, καθήμενος ο Μωυσής στην κορυφή ενός λόφου που είχε θέα προς τη
μάχη, ύψωνε τα χέρια του στο Θεό. Όσο τα είχε υψωμένα νικούσαν οι Ισραηλίτες,
όταν δε τα κατέβαζε εξαιτίας της κούρασης, νικούσαν τότε οι Αμαληκίτες. Τα χέρια
του τα είχε υψωμένα σταυροειδώς εις τύπον του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού, ο
Οποίος συντρίβει τους αμαληκίτες, δηλαδή το διάβολο και τα όργανά του.

Οι Εβραίοι τελικά στήριξαν τα χέρια του Μωυσή στην ανάταση και κέρδισαν τους
Αμαληκίτες, ιδρύοντας στην τοποθεσία Θυσιαστήριο στο Θεό.

Έξοδος στ) Οι δέκα εντολές και η


Διαθήκη του Κυρίου με τους Εβραίους.
Οι Ισραηλίτες μετά την Ραφιδείν έφθασαν στους
πρόποδες του όρους Σινά, όπου εκεί ο Θεός κάλεσε
τον Μωυσή στην κορυφή του όρους για να συνάψει
την διαθήκη Του με τους Εβραίους.

Ο Κύριος κάλεσε τους Ισραηλίτες στο ιερατικό


αξίωμα κατονομάζοντας αυτούς έθνος άγιο, ώστε δι
αυτών να ευλογηθούν πάντα τα έθνη. Έτσι ο Θεός
αποδεικνύεται Θεός όχι μόνο των Εβραίων αλλά
όλης της γης.

Για τη σύναψη της Διαθήκης όλος ο λαός έπρεπε να


αγνισθεί, να προετοιμαστεί τρόπον τινά για την
μεγαλοπρεπή εμφάνιση του Θεού στο όρος Σινά.
Στην πρώτη αυτή «Πεντηκοστή» του ανθρώπινου γένους ο λαός έπρεπε να καθαρίσει
τα ρούχα του, ως τύπο εσωτερικής ψυχικής κάθαρσης. Οι άνδρες έπρεπε να
απέχουν από τις γυναίκες τους για τρεις μέρες και κατά τη διάρκεια της Θεοφάνειας,
κανείς δεν έπρεπε να αγγίξει το βουνό είτε άνθρωπος ήταν αυτός, είτε ζώο. Η
παραβίαση αυτών των εντολών θα τιμωρούνταν με θάνατο.

Μετά τρεις μέρες από την εντολή του αγνισμού, ο Θεός κατήλθε στο όρος Σινά το
οποίο κάπνιζε ολόκληρο, διότι υπό τη μορφή πυρός ενεφανίσθη ο Κύριος. Βροντές,
αστραπές και ήχος σάλπιγγος ήταν τα συνοδευτικά στοιχεία της φοβερής Θεϊκής
παρουσίας.

Ο Μωυσής εξήγαγε το λαό από τις σκηνές του για να ακούσουν αυτή τη συνομιλία
που θα είχε εκείνος με το Θεό. Μόνο οι δύο προφήτες (Μωυσής-Ααρών) θα
ανέβαιναν στην κορυφή του όρους Σινά. Κανείς άλλος ούτε και οι ιερείς δεν έπρεπε
να ακολουθήσουν τους δύο άνδρες, ούτε καν να αγγίξουν κάτι από το βουνό.

72
Ο Θεός έδωσε στη συνέχεια στον Μωυσή τις δέκα εντολές μέσα από τις οποίες με
συντομία κανονίζονται οι σχέσεις του ανθρώπου με τον Θεό και τον πλησίον:

1. «Δια σε δεν θα υπάρχουν άλλοι Θεοί πλην Εμού. Δεν θα κατασκευάσεις για
τον εαυτό σου είδωλο ουδέ εικόνα παντός εξ όσων υπάρχουν άνω εις τον
ουρανό, κάτω εις την γη και εις τα ύδατα υποκάτω της γης. (να τονίσουμε
εδώ πως οι Ισραηλίτες είναι ο μοναδικός λαός της αρχαιότητας που δεν είχε
εικόνα του Θεού του. Τούτο είναι αίνιγμα και σκάνδαλο για τους
θρησκειολόγους)...Εγώ είμαι ο Κύριος ο Θεός σου, Θεός ζηλότυπος τιμωρών
τέκνα δι’ αμαρτίας γονέων μέχρι τρίτης και τετάρτης γενεάς εις εκείνους οι
οποίοι με μισούν. Το δε έλεός Μου στέλλω εις εκείνους, οι οποίοι με
αγαπούν και φυλάσσουν τας εντολάς μου, εις αυτούς και τους απογόνους
αυτών μέχρι χιλίων γενεών! (Ας προσέξουμε τι λέει ο Θεός: Η τιμωρία του
Θεού δεν είναι μεγαλύτερη της φιλανθρωπίας Του. Ο Θεοδώρητος λέει πως η
έννοια βρίσκεται στη λέξη «μισούσι με», δηλαδή τιμωρεί τους απογόνους
εκείνους που αποδέχονται τα έργα των πατέρων τους και μισούν και εκείνοι
τον Κύριο.... “πρόσεχε ακριβώς ότι την μεν τιμωρία ήπλωσε μέχρι τετάρτης
γενεάς, τη δε φιλανθρωπία εις χιλίας γενεάς καθώς λέει ο Σεύηρος”).
2. «Δεν θα προφέρεις το όνομα του Κυρίου σου δια μάταια και ευτελή
πράγματα, διότι ο κύριος δεν θεωρεί καθαρό, αθώο, εκείνον ο οποίος
προφέρει το όνομά Του ματαίως και ασκόπως.
3. Ενθυμήσου την ημέρα του Σαββάτου, ώστε να αφιερώνεις ταύτην εις Εμέ.
Τηρών την αργίαν ταύτης.... (Όπως ο Θεός δημιούργησε τον κόσμο σε έξι
ημέρες και την έβδομη ημέρα αναπαύτηκε, έτσι και ο άνθρωπος εις
ανάμνησιν αυτού του γεγονότος ώς δήλωση ότι όλος ο χρόνος ανήκει στο
Θεό, έπρεπε να αφιερώνει μία ημέρα της εβδομάδας στον Κύριο).
4. Τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου, διά να ευτυχήσεις και να γίνεις
μακροχρόνιος...( Εξ’ ίσου τιμάται εδώ ο άνδρας με τη γυναίκα. Την εποχή
εκείνη όλες οι αρχαίες νομοθεσίες δεν έδιναν καμία αξία στη γυναίκα. Να η
ανωτερότητα της Ιουδαϊκής νομοθεσίας και η θεοπνευστία της).
5. Ου μοιχεύσεις.
6. Ου κλέψεις.
7. Ου φονεύσεις.
8. Ου ψευδομαρτυρήσεις κατά του πλησίον σου μαρτυρία ψευδή.
9. Ουκ επιθυμήσεις την γυναίκα του πλησίον σου.
10. Ουκ επιθυμήσεις την οικίαν του πλησίον σου ούτε τον αγρόν αυτού ούτε τον
παίδα αυτού ούτε την παιδίσκην αυτού ούτε του βοός αυτού ούτε του
υποζυγίου αυτού ούτε παντός κτήνους αυτού ούτε όσα του πλησίον σου εστί.

Ο δεκάλογος αυτός είναι πράγματι θεόπνευστος, σε καμία άλλη θρησκεία ή


νομοθεσία της αρχαιότητας συναντάμε τον μονοθεϊσμό της πρώτης εντολής, τον
Σαββατισμό, άρα τον κύκλο των επτά ημερών της εβδομάδας . H δε συντομία, η
σαφήνεια, η απλότητα, το βάθος η ανωτερότητα του Μωσαϊκού νόμου δεικνύουν την
θεία καταγωγή του.

Ο λαός δεν άκουγε άλλα έβλεπε. Aντιλαμβανόταν την φωνή του Θεού υπό την
μορφή βροντών. Τούτη η μεγαλοπρεπής εμφάνιση του Θεού προκάλεσε τρόμο στους
Εβραίους οι οποίοι ζήτησαν από τον Μωυσή να τους μιλά εκείνος και όχι ο Θεός για
να μη πεθάνουνε. Στην Καινή Διαθήκη όταν ομιλεί ο Θεός προκαλεί άρρητη
γλυκύτητα. Να διαφορά των δύο διαθηκών.

73
Ακολούθως ο Θεός περνά στο δεύτερο στάδιο της αποκαλύψεως στο «βιβλίο της
διαθήκης» όπως ο Ίδιος το ονομάζει , το οποίο περιλαμβάνει νόμους λατρείας,
νόμους προσωπικών δικαιωμάτων, νόμους ιδιοκτησιακούς, νόμους μικτούς και
ορισμένες υποσχέσεις.

Α) Ο Θεός διατάσει «εν παντί τόπω» να κτιστούν θυσιαστήρια όπου θα


τελούνται εις το Πρόσωπό του ειρηνικές θυσίες. Ο Θεός αρχικά απαγορεύει την
κατασκευή θυσιαστηρίων από λίθους λαξευμένους διότι δεν είχαν ακόμη μόνιμη
διαμονή και αν εγκατέλειπαν αυτά οι ειδωλολάτρες που θα τα έβρισκαν θα τελούσαν
εκεί ειδωλολατρικές θυσίες. Έτσι οι απλές κατασκευές από χώμα ή σωρούς από
πέτρες εύκολα θα διαλύονταν.

Β) Εν συνεχεία ο Θεός έδωσε νόμους σχετικούς με τους δούλους. Ποιοι εβραίοι


γίνονταν δούλοι; Αυτοί που είχαν χρέος ανεξόφλητο. (Λευιτ.25,39). Αυτός που είχε
λοιπόν ανεξόφλητο χρέος θα γινόταν δούλος μέχρι έξι χρόνια, το έβδομο θα
αφήνονταν ελεύθερος παίρνοντας μάλιστα και δώρο από τον κύριό του φεύγοντας
απ’ αυτόν.

Αξιοσημείωτη είναι νομική προστασία που παρέχεται στις γυναίκες δούλες διότι η
κατάχρηση αυτών ήταν ευκολότερη. Δούλες γίνονταν συνήθως οι κόρες των
χρεοφειλετών. Έτσι: α) αν μία δούλη δεν άφηνε ικανοποιημένο τον κύριό της,
μπορούσε αυτός να την πωλήσει όχι σε ξένο αλλά σε εβραίο υπήκοο. Β) αν κάποιος
πάντρευε τη δούλη του με τον υιό του, ήταν υποχρεωμένος να της φέρεται ισότιμα με
τα παιδιά του, γ) αν κάποιος παντρευόταν και άλλη γυναίκα πέρα αυτής (πολυγαμία
υπήρχε τότε) ήταν υποχρεωμένος να τη συντηρεί και να της παρέχει και τα συζυγικά
καθήκοντα. Αν δεν το έκανε ήταν υποχρεωμένος να την αφήσει ελεύθερη.

Μη νομίσει κανείς πως ο νόμος αυτός ήταν σκληρός. Σε άλλους νόμους της
αρχαιότητας οι δούλοι και οι δούλες κανένα δικαίωμα δεν είχαν. Ποτέ δεν
αποκτούσαν την ελευθερία τους αν παρέμεναν δούλοι πάνω από τριετία!

Γ) Νόμοι σχετικοί με φόνους, έλλειψη σεβασμού προς τους γονείς και


κτυπήματα άλλων: Ήταν σαφής η εντολή για εκείνον που θα φόνευε κάποιον.
Θάνατος. Και τούτο επειδή η ζωή του ανθρώπου ανήκει στον Θεό. Τρεις άλλες
περιπτώσεις τιμωρούνταν δια θανάτου. Α) όταν κάποιος κτυπούσει τους γονείς του.
Οι άλλοι κώδικες των αρχαίων νόμων αγνοούσαν την εποχή εκείνη τη μητέρα. β) ο
κακολογών τον πατέρα ή τη μητέρα αυτού. Γ) αν κάποιος άρπαζε δια της βίας και
πωλούσε κάποιον για δούλο.

Αν κάποιος χτυπούσε αλλά δεν θανάτωνε κάποιον άλλο, όμως του προκαλούσε
τραύματα, τότε ήταν υποχρεωμένος να του πληρώσει τα ημερομίσθια και τη
νοσήλεια του. Αν δε κάποιος, κατά τη διάρκεια που ράβδιζε τη δούλη ή τον δούλο
του (ήταν η συνήθης τιμωρία που υπόκεινταν οι δούλοι) και ο δούλος πέθαινε κατά
την ώρα της τιμωρίας τότε αυτός θα τιμωρούνταν με θάνατο. Αν όμως ο δούλος
ζούσε μετά τον ραβδισμό δύο τρεις μέρες, τότε ο κύριος αυτού δεν είχε καμία
συνέπεια της πράξης του, διότι ο δούλος θεωρούνταν ως ιδιοκτησία αυτού.

Μη νομίσει κάποιος πως οι νόμοι αυτοί ήταν απάνθρωποι. Διότι την εποχή εκείνη τα
υπόλοιπα έθνη δεν προέβλεπαν καμία απολύτως νομοθεσία για την προστασία των
δούλων. Είναι μεν ατελής οι νόμοι αυτοί συγκριτικά με τους ευαγγελικούς νόμους,

74
όμως πρέπει να λάβουμε υπόψιν μας τη εποχή και τις κοινωνικές συνθήκες που
επικρατούσαν τότε.

Ας προσέξουμε τώρα τον παρακάτω νόμο που αφορά τα έμβρυα: «Εάν φιλονικούσαν
δύο άνδρες και κτυπούσαν κατά τη διάρκεια της συμπλοκής γυναίκα έγκυο και το
παιδί πέθαινε ενώ ήταν ακόμη ασχημάτιστο (εννοεί πρό του τετάρτου μηνός της
εγκυμοσύνης), ο ένοχος θα τιμωρούνταν με πρόστιμο το οποίο θα ήταν ανάλογο των
απαιτήσεων της συζύγου της γυναικός. (άρα εδώ ο νόμος θεωρεί την θανάτωση του
εμβρύου όχι ως φόνο αλλά ως σωματική βλάβη της γυναικός)... εάν όμως το εξελθόν
παιδίον ήταν σχηματισμένο (δηλ. μετά τον τέταρτο μήνα της εγκυμοσύνης) , ο
ένοχος θα έδιδε ζωής αντί ζωής εφαρμοζομένου του νόμου της ταυτοπαθείας. Ο
οποίος είναι ο εξής: οφθαλμός αντί οφθαλμού, οδόντα αντί οδόντος, χείρα αντί
χειρός, πόδα αντί ποδός, έγκαυμα αντί εγκαύματος, πληγήν αντί πληγής, μώλωπα
αντί μώλωπος» (στην δεύτερη περίπτωση λοιπόν που το έμβρυο ήταν σχηματισμένο,
το έμβρυο θεωρούνταν πρόσωπο, έχοντας ίσα δικαιώματα με κάθε άλλο άνθρωπο
και η θανάτωση αυτού τιμωρούνταν με τον παραπάνω νόμο της ταυτοπαθείας)....

Ο νόμος της ταυτοπαθείας δεν είναι απάνθρωπος όπως οι ορθολογιστές ισχυρίζονται.


Ο κώδικας του Χαμουραμπί και ο Ασσυριακός νόμος που ήταν σε εφαρμογή την
εποχή εκείνη προέβλεπε να τιμωρούνται αθώα τέκνα αντί του ενόχου πατρός. Πόση
λοιπόν είναι εδώ η ανωτερότητα του Μωσαϊκού νόμου!

Ας προσέξουμε επίσης στον νόμο που αναφέρεται στο Εξ. 22, 2-3 κατά τον οποίο αν
κάποιος κλέψει και τη στιγμή της κλοπής πιαστεί και θανατωθεί από τον ιδιοκτήτη, ο
ιδιοκτήτης δεν θα τιμωρούνταν για τον φόνο που διέπραξε διότι βρίσκονταν σε
καθεστώς ψυχικής έξαψης. Αν όμως την επομένη ημέρα ή μετά από ώρες σκότωνε
τον κλέφτη τότε θα τιμωρούνταν με θάνατο. Εδώ λοιπόν παρατηρούμε σε αντίθεση
με όλους τους άλλους ισχύοντες νόμους της αρχαιότητας πόσο ανώτερος και
λογικότερος είναι ο Εβραϊκός νόμος ο οποίος λαμβάνει υπόψη του τις συνθήκες κατά
τις οποίες ένα έγκλημα διεπράχθη.

Δ) Λοιποί νόμοι: Ο Θεός προστατεύει τις απατημένες παρθένες, απαγορεύει την


κτηνοβασία, την ειδωλολατρία και την μαγεία, τα οποία παραπτώματα τιμωρεί με
θάνατο. Προστατεύει επίσης τους ξένους, τις χήρες τα ορφανά και τους πτωχούς
δίδοντας εν τέλη την εντολή Του: «Θα είσθε άγιοι άνθρωποι ενώπιόν Μου».

Ε) Νόμοι δια τους δικαστικούς: Τους δικαστικούς ο Θεός τους ήθελε άμεμπτους
στην κρίση τους. Να μην ακολουθούσαν τη γνώμη της πλειονότητας αλλά την δίκαιη
κρίση. Να μην κάμπτονταν από την πτωχεία του πένητος, να βοηθούσαν τους
εχθρούς τους συμφιλιωνόμενοι τελικά με αυτούς, να μην δωροδοκούνταν, να μην
αδικούσαν τον προσήλυτο δηλαδή τον ξένο στην πατρίδα τους.

Ο Θεός υποσχέθηκε στο λαό Ισραήλ ότι αν αυτοί τηρούσαν τους νόμους Του θα τους
οδηγούσε στην γη της επαγγελίας διώχνοντας σταδιακά από κει όλους τους εχθρούς
τους.

Η Διαθήκη αυτή επικυρώθηκε με την κλήση του Μωϋσέως του Ααρών και 73
πρεσβυτέρων που ανέβηκαν στο όρος Σινά. Ο Μωυσής διάβασε τους νόμους στο λαό
ο οποίος αποδέχθηκε τους όρους της διαθήκης. Στη συνέχεια ο Μωυσής έστησε
θυσιαστήριο αποτελούμενο από 12 λίθους (12 φυλές του Ισραήλ) και εκεί προσέφερε

75
ολοκαυτώματα ειρηνικά. Το μισό αίμα των ζώων που προσφέρθηκε το
χρησιμοποίησε για το ραντισμό του θυσιαστηρίου και το άλλο μισό για να ραντίσει
το λαό. Η πράξη αυτή συμβολίζει την εξιλέωση και την καθαρότητα. Το Αίμα επίσης
επικύρωσε τη διαθήκη ως πράξη ένωσης του Θεού με τον Ισραηλιτικό λαό.

Και ο Κύριος Ιησούς Χριστός επικύρωσε την Καινή Διαθήκη με το δικό Του το
Αίμα.

Ο Θεός ενεφανίσθη στους πρεσβυτέρους, τον Μωυσή και τον Ααρών ως επικύρωση
της Διαθήκης. Πως εμφανίσθηκε; Μάλλον με ανθρώπινη μορφή· διότι γίνεται λόγος
περί ποδών (εξ. 24, 10-11). Έτσι επικυρώθηκε η Διαθήκη του Θεού με τους
Εβραίους με την τελική παρουσία του ίδιου του Θεού. Ο τόπος που στάθηκε ο Θεός
είχε την εικόνα σαπφείρου και καθαρού ουρανού χρώματος κυανού διαφανές.
Εικόνες της Θείας καθαρότητας και μεγαλοπρέπειας!

Έξοδος ζ) Το ιερό θυσιαστήριο και οι


ιερείς αυτού.

Ο
Μωυσής ανέβηκε στην κορυφή του όρους Σινά, όπου εκεί παρέμεινε 40 μέρες δίχως
τροφή και νερό μέσα στη φωτεινή νεφέλη της παρουσίας του Θεού. Εκεί ο Κύριος
του έδωσε οδηγίες για την ίδρυση της Σκηνής του Μαρτυρίου. Βάση αυτών των
οδηγιών όλοι οι ισραηλίτες εν αρχή έπρεπε να προσφέρουν χρυσό, άργυρο, χαλκό
και πορφύρα υλικά για την κατασκευή του Θυσιαστηρίου. Το γεγονός ότι ο Θεός
ζήτησε χαλκό και όχι σίδηρο είναι στοιχείο ότι το κείμενο ανέρχεται στο 1200 π.Χ
δηλ. στην εποχή του χαλκού, δείγμα της ιστορικής αξιοπιστίας της Βίβλου.

76
Ο Κύριος έδωσε ακριβή και λεπτομερή περιγραφή για την κατασκευή της Κιβωτού,
διότι Αυτός ήταν ο αρχιτέκτων του παλατίου Του.

Η Κιβωτός της Διαθήκης: Το ιερότερο μέρος της Σκηνής του θυσιαστηρίου ήταν η
Κιβωτός και συγκεκριμένα το ιλαστήριο αυτής το οποίο θεωρούνταν ως θρόνος του
Θεού. Από κει μιλούσε ο Θεός στο λαό Του. Εντός του Ιλαστηρίου ήταν
τοποθετημένες οι πλάκες της Διαθήκης, η στάμνα με ο μάνα και η ράβδος του
Ααρών η βλαστήσασα.

Το Ιλαστήριο ήταν το μέσο εξιλασμού των Εβραίων, καθόσον τούτο εραντίζετο με


το αίμα της θυσίας των προσφερομένων ζώων προς συγχώρηση των αμαρτιών τους.
Τη λέξη Ιλαστήριο χρησιμοποιεί και ο Απ. Παύλος για τον Χριστό ο Οποίος
λύτρωσε το ανθρώπινο γένος από τα δεσμά του θανάτου.. (Ρωμ. 3,25).

Στην Κιβωτό της Διαθήκης κατασκευάστηκαν δύο Χερουβείμ τοποθετημένα το ένα


αντικρυστά από το άλλο. Τα Χερουβείμ είναι ανώτεροι άγγελοι, οι οποίοι εδώ είχαν
μορφή ανθρώπου. Ταύτα ήσαν υπό της υπηρεσίας του Θεού και δεν παρείχαν στους
Ιουδαίους καμία πρόφαση ειδωλολατρίας.

Η τράπεζα των άρτων της προθέσεως: Η τράπεζα των άρτων της προθέσεως ήταν
περίπου ίση σε διαστάσεις με τη Κιβωτό της διαθήκης. Τρία πράγματα κοσμούσαν
την τράπεζα: α) Διακοσμητική κορνίζα χρυσή στο πάνω μέρος και γύρω-γύρω, β)
Μία λωρίδα πλάτους μιας παλάμης μεταξύ των ποδών της τραπέζης προς στερέωσή
της, γ) Στεφάνη κυματιστή γύρω-γύρω της τραπέζης προς διακόσμηση.

Πάνω στην Τράπεζα βρίσκονταν τα τρυβλία που ήταν δίσκοι στους οποίους πάνω
έθεταν τους άρτους της προθέσεως. Υπήρχαν επίσης θήκες για το λιβάνι, τα
σπονδεία που ήταν δοχεία οίνου προς θυσία και μικρά ποτηράκια για την άντληση
του οίνου.

Η επτάφωτος λυχνία, η οποία συμβόλιζε την επαγρύπνηση· όχι μόνο με το φως που
έδινε αλλά και με τη μορφή της ανθισμένης αμυγδαλιάς που είχε.

Τέσσερα καλύμματα της Σκηνής του Μαρτυρίου: Το πρώτο κάλυμμα είχε πάνω
του ραμμένα Χερουβείμ και κάλυπτε όλη τη σκηνή του μαρτυρίου.

Το δεύτερο κάλυμμα, ήταν κατασκευασμένο από μαλί αιγών και είχε ως σκοπό να
προστατεύσει το πρώτο λινό κάλυμμα.

Το τρίτο κάλυμμα ήταν κατασκευασμένο από δέρμα κριαριού και το τέταρτο από
δέρμα αλεπούς ή φώκιας και σκοπό είχαν τη προστασία της Σκηνής από τη βροχή.
Το χρώμα τους ήταν κυανό.

Η Σκηνή του Μαρτυρίου χωρίζονταν δια παραπετάσματος στα Άγια και στα Άγια
των Αγίων. Στα Άγια ήταν τοποθετημένη η Τράπεζα της προθέσεως και η χρυσή
λυχνία, ενώ μέσα στα Άγια των Αγίων ήταν τοποθετημένη η Κιβωτός του
Μαρτυρίου. Τέλος υπήρχε και ένα ακόμη παραπέτασμα στη θύρα της Σκηνής του
Μαρτυρίου.

Το θυσιαστήριο των ολοκαυτομάτων βρίσκονταν εντός της αυλής της Σκηνής και

77
εκεί κατακαίονταν τα ζώα της θυσίας. Η αυλή της Σκηνής είχε μήκος 100 πήχεων με
τη θύρα της εισόδου να βρίσκεται στο Ανατολικό μέρος αυτής ώστε ακόμη και ο
ήλιος να την προσκυνά και οι ισραηλίτες να μη προσκυνούν τον ήλιο που είναι
κτίσμα άλλα τον Δημιουργό.

Ο σκοπός της Αυλής ήταν εκεί να τοποθετηθεί το θυσιαστήριο των ολοκαυτομάτων,


όπου εκεί ο λαός προσέφερε τις θυσίες του. Στα Άγια έμπαιναν μόνον οι ιερείς και

στα Άγια των Αγίων μόνο ο αρχιερεύς και αυτός άπαξ μόνο του έτους.

Το θυσιαστήριο των θυμιαμάτων: Μήκους 1m και πάχους 50cm από χρυσό ήταν
το θυσιαστήριο των θυμιαμάτων στο οποίο ο ιερεύς έκαιγε θυμίαμα το πρωί κατά
την προσφορά της θυσίας και το απόγευμα όταν άναβε ο Ααρών τους λύχνους.

Οι τεχνίτες που εξέλεξε ο Θεός για την κατασκευή της Σκηνής του Μαρτυρίου ήταν
ο Βεσελεήλ και ο βοηθός του Ελιάβ.

Η εγκατάσταση της Ααρωνικής ιεροσύνης: Ο Θεός κάλεσε τον Μωυσή δίδοντάς


του εντολή να ετοιμάσει τον Ααρών και τους υιούς του Ναβάδ, Αβιούδ, Ελεάζαρ,
Ιθάμαρ στο ιερατικό αξίωμα. Ο Μωυσής είχε το ρόλο του μεσίτη στην παλαιά
λατρεία.

Ικανοί ιεροράπτες χαριτωμένοι από τον Κύριο έπρεπε να αναλάβουν την κατασκευή
των αμφίων.

Παραθέτουμε παρακάτω τα αρχιερατικά άμφια και τη σημασία που αυτά είχαν:

Α) επωμίς ή εφώδ: Ήταν άμφιο του αρχιερέως το οποίο αποτελούνταν από δύο
υφασμάτινα τεμάχια τα οποία κάλυπταν το στήθος και ράχη του αρχιερέως. Τα δύο
υφάσματα συνδεόταν μεταξύ τους με τιράντες στους ώμους, εξ’ ου και επωμίς. Το
άμφιο αυτό ήταν πολυτιμότατο διότι ήταν κατασκευασμένο από χρυσές κλωστές και
εξαίρετο βύσσο. Είχε ποικίλα χρώματα κυανό, ερυθρό, , ξανθό. Ήταν λίαν
εντυπωσιακό. Ο Θεός ήθελε δια της εξωτερικής λάμψεως να οδηγήσει στην
εσωτερική αξία του αμφίου αυτού.

Στις δύο επωμίδες ήταν τοποθετημένοι αντίστοιχα δύο πολύτιμοι λίθοι που είχαν
πάνω τους σκαλισμένα τα ονόματα των 12 φυλών του Ισραήλ. Εμφανιζόμενος ο
Ααρών έτσι ενώπιον του Θεού υπενθύμιζε σ’ Αυτόν όλο τον λαό.

Β) Περιστήθιο, το Λογείον της κρίσεως: Με το ίδιο ύφασμα που ήταν


κατασκευασμένο το εφώδ, ήταν και το λογείον της κρίσεως. Αυτό ήταν το
πολυτιμότερο αρχιερατικό άμφιο. Είχε κρεμασμένες πάνω του τέσσερις σειρές
πολύτιμων λίθων. Τρεις λίθοι ήταν σε κάθε σειρά. Σε κάθε λίθο ήταν χαραγμένο ένα
όνομα των υιών Ισραήλ. Οι λίθοι αυτοί κρέμονταν στο στήθος του αρχιερέως
σημαίνοντας πως αυτός είχε στην καρδιά του όλο το λαό ενώπιον του Θεού.
Ονομαζόταν λογείον της κρίσεως, διότι δι’ αυτού ο Θεός εξέδιδε τις αποφάσεις Του.
Ήταν όμοιο περίπου με το εγκόλπιο του σημερινού αρχιερέως. Προσέφερε τη
δήλωση και την αλήθεια (εξ. 28,26) που ήταν δηλ. η Θεία αποκάλυψη και η
επιβεβαίωση αυτής.

78
Γ) Ποδήρης χιτών: Υποδύτη καλεί η Γραφή τον εσωτερικό χιτώνα. Επ’ αυτού έπιπτε
το εφώδ. Δεν έφθανε μέχρι των πελμάτων των ποδών αλλά λίγο πάνω απ’ αυτά. στο
κάτω μέρος του χιτωνίου κρέμονταν χρυσά κουδουνάκια και καρποί ροδιάς ώστε
αυτά προξενώντας θόρυβο να θυμίζουν στον αρχιερέα Εκείνον που διέταξε την
κατασκευή αυτών.

Δ) Αρχιερατική μίτρα: επί της κεφαλής υπήρχε κίδαρις, ένα είδος σκεπάσματος της
κεφαλής. Αυτή κάλυπτε το μέτωπο του αρχιερέως με μία ταινία η οποία έφερε ένα
χρυσό πέταλο στο οποίο πάνω ήταν γραμμένο το όνομα του Θεού. Η αγιότητα αυτού
του πετάλου εξάγνιζε τις προσφορές του λαού από την αμαρτία. Στην κορυφή της
μίτρας υπήρχε μία τούφα μαλλιών, η οποία μιμούμενη τον ουρανό είχε το χρώμα
αυτού δηλώνοντας πως ο αρχιερεύς ήταν ουράνιος πολίτης.

Ενδύματα των ιερέων: Χιτών, ζώνη, κίδαρις, περισκελίς ήταν τα άμφια των ιερέων
τα οποία ομοίαζαν με αυτά του αρχιερέως και γι’ αυτό δεν περιγράφονται εκτενώς
στη Γραφή.

Το τυπικόν της χειροτονίας των ιερέων: Κατά την χειροτονία του Ααρών και των
υιών του στο αρχιερατικό και ιερατικό αξίωμα αντίστοιχα έπρεπε να ακολουθηθεί το
εξής τυπικό: πλύσιμο των χειροτονουμένων, ένδυση αυτών με τα άμφια, χρίσις δι’
αγίου ελαίου, σύμβολο εκχύσεως της θείας χάριτος, θυσία μόσχου υπέρ των ιερέων
προς καθαγιασμό τους, προσφορά των πολυτιμοτέρων μερών του ζώου στο Θεό.
Συγκεκριμένα αφιερώνονταν στο Θεό το στέρνο του ζώου ως σύμβολο της κάλυψης
της γαστριμαργίας, οι νεφροί ως προστασία από τις σαρκικές ηδονές, το ήπαρ ως
αντιμετώπιση του θυμού. (ερμηνεία συμβολισμών κατά τον Θεοδώρητο). Κατόπιν τα
μολυσμένα μέρη του ζώου ( δέρμα, κόπρος μετά των εντέρων) καίονταν εκτός του
θυσιαστηρίου.

Κατόπιν έπρεπε να ακολουθήσει η θυσία δύο κριών. Το πρώτο αφού καθαρίζονταν


έπρεπε να καεί ολόκληρο ως ολοκαύτωμα, σύμβολο της ολοκληρωτικής αφοσίωσης
στο Θεό.

Με το αίμα του λοβού του δεύτερου κριαριού το οποίο ονομαζόταν κριός της
τελείωσης, θα αλείφονταν το δεξί αυτί, το άκρο της δεξιάς χειρός, το άκρο του
δεξιού ποδός ως έκφραση υπακοής και εφαρμογής του θείου θελήματος.

Εν τέλει γινόταν ραντισμός δια αίματος και ιερού ελαίου των υιών του Ααρών. Η
τοποθέτηση των θυσιών διά των χειρών του Μωυσέως στα χέρια των ιερέων και
κατόπιν η μεταφορά τους στο θυσιαστήριο εγκαινιάζει τους ιερείς στις θυσίες και
χειροτονεί αυτούς. Τέλος ακολουθεί το ιερό δείπνο το οποίο δηλώνει την ένωση
Θεού και Ισραήλ.

Επτά ημέρες επαναλήφθηκε το τυπικό αυτό της χειροτονίας.

Εν τέλη ο Θεός υπενθύμισε στον Μωυσή τη σπουδαιότητα της τήρησης της αργίας
του Σαββάτου και έπαυσε πλέον να του μιλά.

79
Έξοδος η) Η αποστασία των Εβραίων
και η αποκατάσταση της διαρραγείσης
διαθήκης.
Η χρονική παράταση του Μωυσέως στην
κορυφή του όρους Σινά έφερε αναταραχή
στο λαό του Ισραήλ. Κάποιοι μάλιστα
επαναστάτησαν εναντίον του Ααρών,
απαιτώντας από αυτόν να κατασκευάσει
κάποιο αγαλματίδιο για θεό ώστε να
έχουν αισθητή την παρουσία του θεού
στη ζωή τους. Ίσως οι ισραηλίτες
υπέθεσαν ότι ο Μωυσής έγινε
παρανάλωμα της επί της κορυφής του
όρους Σινά θείας εκλάμψεως. Υποκινητές
αυτής της ανταρσίας φαίνεται να ήταν οι ιερείς οι μη ελθόντες στο όρος μετά του
Μωυσέως κινούμενοι από ζηλοτυπία.

Ο Ααρών μάζεψε όλα τα χρυσά κοσμήματα των γυναικών και τα έρριψε σε


χωνευτήρι λιώνοντάς τα. Κατόπιν έφτιαξε ένα χρυσό μοσχάρι το οποίο το παρέδωσε
στους ισραηλίτες για θεό.

Το ερώτημα που προκύπτει είναι το πως ο Ααρών παρασύρθηκε σε αυτή την


ανταρσία. Από φόβο είναι οπωσδήποτε η απάντηση και παρά τη θέλησή του. Η
πολυετής παραμονή των Εβραίων στην Αίγυπτο είχε ποτίσει την ψυχή τους από την
ειδωλολατρία.

Οι Εβραίοι δεν ήθελαν επί της ουσίας να λατρέψουν το χρυσό μοσχάρι για θεό, αλλά
τον Θεό τους υπό αισθητή μορφή. Από την άλλη μεριά ο Ααρών θέλησε να
καταπολεμήσει το φιλόκοσμο και φιλοχρήματο πάθος με τη μανία της
δεισιδαιμονίας. Αλλά ούτε όμως αυτό τη μανιώδη λύσσα του πάθους τους.

Ο Θεός πληροφόρησε τον Μωυσή για την αποστασία των ισραηλιτών και την
πρόθεσή Του να καταστρέψει τον αμαρτωλό λαό φτιάχνοντας από τον Μωυσή ένα
νέο έθνος. μεγάλη η πρόκληση και η τιμή που του υποβάλλεται. Πρότρεψε μάλιστα
τον προφήτη να μην προσευχηθεί για τους ενόχους. Παρακινώντας με αυτό τον
τρόπο την παράκληση καθώς λέει ο Αγ. Γρηγόριος. Ο Μωυσής όμως δια της
σεμνότητάς του αποδείχθηκε αληθινός μεσίτης του λαού του επιτυγχάνοντας τελικά
το έλεος και όχι τη διάλυση της διαθήκης.

Μόλις ο Μωυσής μαζί με τον Ιησού του Ναυή κατέβηκαν από το όρος Σινά είδαν με
τα μάτια τους το μέγεθος της αποστασίας. Και επειδή η όραση είναι δυνατότερη της
πληροφορίας ο Μωυσής έσπασε της θεοδημιούργητες πλάκες του νόμου που
κρατούσε στα χέρια του. Κατόπιν πήρε το χρυσό μοσχάρι το έλιωσε στη φωτιά και

80
το έριξε λιωμένο όπως ήταν σε ρυάκι αναγκάζοντας τους Εβραίους να πιούν από τα
νερά αυτά. Το έκανε αυτό για να αισθανθεί ο λαός την αδυναμία και επομένως την
ανυπαρξία του ψευδοθέου τους.

Έπειτα επέπληξε τον Ααρών και συγκέντρωσε κοντά του τη φυλή Λευί δίδοντας σ’
αυτούς εντολή να εξοντώσουν χωρίς οίκτο τους αμετανόητους αποστάτες,
ανεξάρτητα αν πολλοί από αυτούς ήταν στενοί συγγενείς τους. Τρεις χιλιάδες άνδρες
θανατώθηκαν εκείνη την ημέρα. Ο Μωυσής κατάγονταν από τη φυλή Λευί. Η φυλή
αυτή επειδή τιμώρησε την αποστασία έλαβε αργότερα ως αμοιβή την ιερωσύνη.

Ο Θεός ανακοίνωσε στον Μωυσή την πρόθεσή Του πλέον να μην οδηγήσει Αυτός
προσωπικά τους Εβραίους στη γη της επαγγελίας αλλά ένας άγγελός Του. Ο
Μωυσής όμως και πάλι παρακάλεσε το Θεό την πλήρη αποκατάσταση της διαθήκης
ώστε να συνοδεύσει ο ίδιος ο Θεός και όχι άγγελος το λαό λυγίζοντας και πάλι τον
φιλεύσπλαχνο Κύριο. Ζήτησε δε επιπλέον να δει οφθαλμοφανώς τον Θεό δίχως την
επισκίαση της νεφέλης. Οποία η οικειότητα του προφήτη με τον Θεό!

Ο Κύριος κάλεσε και πάλι τον Μωυσή στην κορυφή του όρους Σινά για την
επανασύναψη της διαρραγείσης διαθήκης. «Ο Κύριος πέρασε ενώπιον του Μωυσέως
και ακούσθηκαν προφερόμενα τα εξής: Κύριος ο θεός είναι οικτίρμων και ελεήμων,
μακρόθυμος και πολυέλεος και αξιόπιστος. Ούτος εφαρμόζει όλες τις αρετές του,
ιδίως το έλεός του σε χιλιάδες γενεών, συγχωρώντας ανομίες, αδικίες και αμαρτίες.
Αλλ’ όμως δεν αφήνει ατιμώρητο τον αμετανόητο αμαρτωλό, τιμωρώντας αμαρτίες
πατέρων επί τέκνων και εις εγγονούς μέχρι τρίτης και τετάρτης γενεάς».

Έτσι η επιθυμία του Μωυσή να δει τον Θεό εισακούσθηκε κατά το ήμισυ διότι είδε
μόνο το πίσω μέρος Αυτού. Δεν στάθηκε να δει όλη τη δόξα του Θεού διότι θα
πέθαινε.

Μετά από αυτά κατέβηκε ο προφήτης από το όρος πλήρης δόξης, αφού το πρόσωπό
του είχε γίνει τόσο φωτεινό που κανείς δεν μπορούσε να το αντικρύσει λόγω αυτής
της λαμπρότητας. Έτσι ο Μωυσής κάλυψε το πρόσωπό του για να γίνει προσιτός στο
λαό.

Το βιβλίο της εξόδου κλείνει με την κατασκευή της Σκηνής του μαρτυρίου και των
αρχιερατικών και ιερατικών αμφίων.

81
Λευιτικόν α) Αιματηρές και αναίμακτες
θυσίες.
Ο Κύριος κάλεσε τον Μωυσή στη Σκηνή
του μαρτυρίου για να του δώσει οδηγίες
σχετικές με το τελετουργικό των θυσιών
που έπρεπε να ακολουθήσει ο
ισραηλιτικός λαός.

Όπως θα δούμε όλο το πλαίσιο των


νομικών διατάξεων που διέπουν το
Λευιτικό, σκοπό έχουν να καλλιεργήσουν
στους Εβραίους την αίσθηση της
αμαρτίας και την προσδοκία του Μεσσία
που θα έδινε λύτρωση από το ζυγό της αμαρτίας και του θανάτου.

Άξιο προσοχής είναι επίσης το γεγονός ότι ο Κύριος δεν ξαναμίλησε στον Μωυσή
από το όρος Σινά αλλά εφεξής μόνο από τη Σκηνή του μαρτυρίου, διότι αυτή πλέον
θα αποτελούσε τον θρόνο του Θεού.

Α) αιματηρές θυσίες: Οι βόες και τα πρόβατα ήταν τα μόνα τετράποδα ζώα που
προσφέρονταν ως θυσία στο Θεό. Στις σπουδαιότερες θυσίες προσφέρονταν
αρσενικά ζώα, ενώ στις λιγότερο σπουδαίες και τα θηλυκά. Τα ζώα αυτά δεν έπρεπε
να φέρουν κανένα ψεγάδι, διότι σε διαφορετική περίπτωση θα λογίζονταν ως ύβρις
προς τον Κυρίο.

Ο προσφέρων έθετε πάνω στην κεφαλή του ζώου τα χέρια του, εκφράζοντας έτσι τη
συνταύτιση του ζώου με τον εαυτό του.

Στην αρχή τα ζώα τα έσφαζε ο ιερέας, αργότερα όμως λόγο του πλήθους των θυσιών
έσφαζαν και απλοί Λευίτες.

Η σφαγή του μοσχαριού συμβόλιζε την απομάκρυνση από την αμαρτία. Η δε του
αίματος έκχυση στο θυσιαστήριο σήμαινε την της ζωής αφιέρωση στην δόξα του
Θεού.

Τα ζώα πριν θυσιαστούν πλένονταν καλά στο εσωτερικό τους για να μη φέρουν
ακαθαρσίες.

Εκτός από μεγάλα ζώα θυσιάζονταν και μικρά και δη πτηνά. Τούτο γινόταν για να
μπορούν να θυσιάζουν και οι φτωχότερες κοινωνικές τάξεις. Έτσι οι πλούσιοι
θυσίαζαν βόδια, οι φτωχότεροι πρόβατα και οι πιο φτωχοί πτηνά. Ο Θεός δεν ήθελε

82
να είναι ο νόμος Του βαρύς. Δύο είδη πτηνών γινόταν ευπρόσδεκτα από τον Κύριο
για θυσία. Τα τρυγόνια και τα περιστέρια. Και τα δύο αφθονούσαν στην Παλαιστίνη
καθ’ όλο το έτος. Όλη η θυσία του πτηνού γινόταν επί του θυσιαστηρίου των
ολοκαυτωμάτων.

Β) Αναίμακτες θυσίες. Οι πιο φτωχοί ιουδαίοι μπορούσαν να προσφέρουν στο Θεό


σιμιγδάλι το οποίο θεωρούνταν η αφρόκρεμα των αλεύρων. Πάνω στο σιμιγδάλι
περίχυναν λάδι και κατόπιν λιβάνι. Ο ιερεύς γέμιζε τη χούφτα του από το
προσφερόμενο σιμιγδάλι και έθετε αυτό στο θυσιαστήριο. Το εναπομείναν μέρος της
θυσίας έμενε τμήμα αυτού στον προσφέροντα και τμήμα αυτού στον ιερέα.

Επίσης μπορούσε κάποιος να προσφέρει στον Κύριο άζυμους άρτους. Αυτοί ήταν
άρτοι χωρίς προζύμι μετά ελαίου και ψημένοι στο φούρνο. Λεπτότεροι άρτοι ήταν οι
λαγάνες για τους πιο αδύνατους ακόμη οικονομικά.

Τηγανόψωμα και ένα είδος λουκουμάδων μπορούσε επίσης κάποιος να προσφέρει


στον Θεό.

Καμία όμως θυσία δεν έπρεπε να εμπεριέχει προζύμι και μέλι και τούτο για να μην
ενθυμούνται οι ισραηλίτες το αιγυπτιακό τυπικό λατρείας.

Το αλάτι ήταν ένα συστατικό που συνόδευε κάθε θυσία, είτε αυτή ήταν αιματηρή
είτε αναίμακτη.

Χλωρά κοπανισμένα στάχυα ξεροψημένα στη φωτιά ήταν ακόμη ένα άλλο προϊόν
ευπρόσδεκτο από τον Θεό για θυσία. Πρόκειται περί της κοινώς λεγομένης ψάνης.
Στάχυες νέου σίτου εξηραίνεντο στη φωτιά και έπειτα ετρίβοντο μέχρις ότου ο σίτος
χωριζόταν του στάχυος. Ο σίτος αυτός έπειτα αλέθονταν και κοσκινίζονταν.
Χυνόταν έλαιον επ’ αυτού και λιβάνι.

Ο οίνος προσφέρονταν μαζί με τα ζώα και τον άρτο. Οίνος και άρτος ήταν μία
προτύπωση της Θείας Λειτουργίας.

Θυσία σωτηρίου λεγόταν μία θυσία κατά την οποία κάποιος κάτι είχε πετύχει και
ευχαριστούσε τον Θεό, ή κάτι ήθελε να πετύχει και ζητούσε τη βοήθεια του
Υψίστου. Συνεπώς η θυσία σωτηρίου δεν προσφέρονταν για αμαρτίες. Στις θυσίες
αυτές μπορούσε ο θυσιάζων να σφάξει ο ίδιος το προσφερόμενο ζώο. Το ζώο
μπορούσε να είναι ανεξαρτήτου φύλου αρκεί να μην είχε κάποιο σωματικό
ελάττωμα.

Ο Ιησούς Χριστός με τη θυσία Του στον Γολγοθά δεν κατήργησε αλλά συμπλήρωσε
και αναπλήρωσε όλες τις θυσίες των Εβραίων και δια τούτο εμείς και αίμα και λίπος
τρώμε σε αντίθεση με τους Ιουδαίους. Επομένως κάθε άλλη θυσία ζώου είναι
περιττή. Έτσι στη Α΄ κορ. 8, 2-3 δεν λαμβάνονται καθόλου υπόψιν τα ειδωλόθυτα
και κατ’ αναλογία και η βρώση του αίματος. Έτσι εμείς σήμερα χρησιμοποιούμε
αίμα στις μεταγγίσεις και λίπος στο φαγητό μας σε αντίθεση με τους Εβραίους.

83
Λευιτικόν β) Τυπικό των περί αμαρτιών
θυσιών.
Δύο είναι κατηγορίες των αμαρτημάτων. Οι θανάσιμες
αμαρτίες οι οποίες τιμωρούνταν είτε με την θανάτωση του
αμαρτήσαντος είτε με την ποινή του αποσυναγώγου και οι
συγγνωστές αμαρτίες για τις οποίες ορίστηκαν κάποιες
θυσίες ανάλογα με το αμάρτημα.

Α) Αν κάποιος αρχιερέας αμάρτανε ήταν σαν να


αμάρτανε όλος ο λαός διότι αυτός ήταν αντιπρόσωπος του
λαού. Επομένως η θυσία αυτού έπρεπε να είναι μεγάλη.
Ολόκληρο λοιπόν μοσχάρι έπρεπε αυτός να προσφέρει.
Θα το οδηγούσε ο ίδιος στο θυσιαστήριο ως δημόσια
ομολογία της πράξης του και θα το έσφαζε ο ίδιος ενώπιον του ιερού θυσιαστηρίου.

Β) Αν όλος ο ισραηλιτικός λαός αμάρτανε ενώπιον του Θεού και συναισθανόταν την
αμαρτία του, έπρεπε οι γεροντότεροι ως εκπρόσωποι όλου του λαού να θυσιάσουν
ένα μοσχάρι το οποίο θα έσφαζαν αυτοί και όχι οι ιερείς.

Γ) Αν κάποιος πολιτικός άρχοντας αμάρτανε, έπρεπε να θυσιάσει στον Θεό έναν


τράγο.

Δ) Αν κάποιος ιδιώτης αμάρτανε, έπρεπε να θυσιάσει ένα θηλυκό ζώο και όχι
αρσενικό όπως οι πολιτικοί άρχοντες, διότι η αμαρτία του θεωρούνταν μικρότερης
αξίας από τους πολιτικούς.

84
Λευιτικόν γ): Η εγκατάσταση της
Ααρωνικής ιερωσύνης.

Ο Μωυσής οδήγησε τον Ααρών και τους υιούς του στην είσοδο της Σκηνής του
Μαρτυρίου με σκοπό να τους χειροτονήσει ιερείς όπως τον διέταξε ο Θεός.
Ακολουθήθηκε ένα συγκεκριμένο τελετουργικό. Αρχικά τους έλουσε. Το λούσιμο
συμβόλιζε τη μεγάλη αγιότητα και καθαρότητα που έπρεπε να έχουν οι ιερείς ώστε
να τελούν τα ιερά τους καθήκοντα στο θυσιαστήριο. Κατόπιν τους έχρισε με λάδι το
οποίο εικόνιζε τη χάρη του Αγίου Πνεύματος.

Στη συνέχεια, έσφαξε ένα μοσχάρι, το οποίο το αφιέρωσε ως ολοκαύτωμα θυσίας

85
για τις αμαρτίες των ιερέων. Ακολούθως εσφάγησαν δύο κριάρια τα οποία επίσης
θυσιάστηκαν στο ιερό θυσιαστήριο. (Λεπτομέρειες του τυπικού του ολοκαυτώματος
του μοσχαριού και των δύο κριαριών αναφέρονται στο 8ο κεφάλαιο του Λευιτικού).
Ο Μωυσής ως χειροτονών τους ιερείς προσέφερε αυτός τα θυσιασθέντα ζώα
ενεργώντας ως μεσίτης αυτών ενώπιον του Θεού.
Ράντισε με έλαιο και αίμα τον Ααρών και τους υιούς του και τις ιερατικές στολές
αυτών. Άλειψε δε το δεξιό αυτί, τον αντίχειρα και το μεγάλο δάχτυλο του Ααρών με
αίμα. Η πράξη αυτή σήμαινε ότι ο νεοχειροτονούμενος έπρεπε να είναι πρόθυμος
στο να ακούει τις εντολές του Κυρίου, έτοιμος να πράττει το καλό και πρόθυμος να
βαδίζει στις οδούς του Κυρίου.
Εν τέλη ακολούθησε το δείπνο της θυσίας το οποίο σηματοδοτούσε την ένωση τον
ιερέων με τον Θεό. Είχαν γίνει πλέον οικείοι του Θεού.
Για 7 ημέρες μετά την χειροτονία τους οι ιερείς έπρεπε να παραμείνουν στο χώρο της
Σκηνής του Μαρτυρίου και τον προαύλιο αυτής χώρο, ώστε περισυλεγόμενοι να
αισθάνονται το δώρο που έλαβαν.
Την όγδοη ημέρα τελέσθηκε η πρώτη λειτουργία από τον Ααρών και τους υιούς του.
Δύο ειδών θυσίες τελέσθηκαν. Μία περί αμαρτίας των ιερέων, στην οποία
θυσιάστηκε ένα μοσχάρι και μία της ολοκαυτώσεως στην οποία θυσιάστηκε ένα
κριάρι.
Για το λαό θυσιάστηκαν ένα μοσχάρι περί αμαρτίας και ένα πρόβατο περί
ολοκαυτώσεως.
Η ειρηνική θυσία περιλάμβανε τη θυσία ενός μοσχαριού και ενός κριαριού.
Πραγματοποιήθηκε και αναίμακτη προς τον Θεό θυσία σεμιδάλεως.
Αμέσως μετά ο Μωυσής εισήγαγε τον Ααρών στα Άγια. Μέχρι τότε ο Ααρών δεν
είχε μπει ούτε στα Άγια, ούτε στα Άγια των Αγίων, αλλά στεκόταν στον προαύλιο
χώρο της Σκηνής.
Όταν εξήλθαν από τα Άγια ευλόγησε το λαό και φάνηκε η δόξα του Κυρίου ως πυρ
το οποίο κατέφαγε τα θύματα του θυσιαστηρίου. Έτσι επικυρώθηκε η συμφωνία και
καθιερώθηκε το νεοσύστατο ιερατείο του Ααρών.
Η αμαρτία του Ναβάδ και του Αβιούδ.
Δύο εκ των υιών του Ααρών, ο Ναβάδ και ο Αβιούδ υπέπεσαν πολύ νωρίς σε
αμαρτία κατά την τέλεση των ιερατικών τους καθηκόντων. Συγκεκριμένα,
προσέφεραν απρόσεκτα θυμίαμα στο Θεό σε διαφορετικό χρόνο από τον
διατεταγμένο εις αυτούς. Τότε φωτιά εξήλθε από το θυσιαστήριο και κατέκαυσε
αυτούς. Δεν τους έφαγε, ούτε τους εξαφάνισε, αλλά τους κεραυνοβόλησε αφήνοντάς
τους νεκρούς. Η τιμωρία αυτή φάνηκε υπερβολική στον Ααρών όμως παρόλα αυτά
εκείνος σιώπησε.
Ο Μισαδαή και Ελισαφάν (υιοί Μωυσή) δεν έλαβαν ανά χείρας τους νεκρούς
αμαρτήσαντες ιερείς, αλλά τους έσυραν έξω από τη Σκηνή του Μαρτυρίου για να
εκφράσουν έτσι την αποστροφή τους προς την αμαρτία των εξαδέλφων τους.
Ο Θεός μάλιστα απαγόρευσε στον Ααρών και τους υιούς του να πενθήσουν γι’
αυτούς. Ο λαός είχε όμως δικαίωμα να κλαύσει αυτούς. Πάνω λοιπόν από την
πατρική σχέση και αδελφική συγγένεια τοποθετήθηκε η του Θεού η ιερωσύνη.
Ούτε στην κηδεία τους δεν παρέστησαν ο Ααρών και οι υιοί του. Και τούτο για να
μην επισκιαστεί η χαρά του δώρου της ιερωσύνης που μόλις είχαν λάβει, από την
κοσμική λύπη του προξενούσε ο θάνατος συγγενικών προσώπων.

86
Λευιτικόν δ) Νόμοι σχετικοί με την
νομική καθαρότητα και
ακαθαρσία.
Α) Καθαρά και ακάθαρτα ζώα: Όπως πολύ εύστοχα
λέει ο Ωριγένης, ο διαχωρισμός αυτός μεταξύ καθαρών
και ακάθαρτων ζώων έγινε ώστε «αγίαν την ψυχήν
είναι εκπαιδεύων». Ο Θεός δηλαδή θέλησε να
απαγορεύσει στους ισραηλίτες τη βρώση κάποιων
ζώων, όχι γιατί αν τα τρώγανε θα πάθαιναν κάποιο
κακό στην υγεία τους, αλλά διά μέσου της υπακοής
στο άγιο θέλημά Του να προχωρήσουν πνευματικά και
ενωθούν μαζί Του ως περιούσιος και άγιος λαός.

Ένας γενικός κανόνας διακρίσεως των καθαρών από


τα ακάθαρτα ζώα ήταν σχιστοί όνυχες και ο
μηρυκασμός. Επομένως καθαρά ζώα θεωρούνταν τα
δίχηλα και μηρυκαστικά. Συνεπώς όλα τα υπόλοιπα
ζώα θεωρούνταν ακάθαρτα και ακατάλληλα για φαγητό.

Τα ψάρια, όσα είχαν πτερύγια και λέπια θεωρούνταν καθαρά, ενώ αυτά που δεν
διέθετα τις παραπάνω προϋποθέσεις ήταν ακάθαρτα.

Τα πτηνά ήταν κατάλληλα για φαγητό πλην των αρπακτικών. Από τα έντομα μόνο
κάποια είδη ακρίδων μπορούσαν να φαγωθούν.

Γενικά, όποιος άγγιζε ή έσερνε ή πολύ περισσότερο έτρωγε ακάθαρτο ζώο γινόταν
και αυτός ακάθαρτος για ένα ορισμένο χρονικό διάστημα, ανάλογα το ύψος της
αμαρτίας που διέπραττε. Ακόμη και κάποιο σκεύος ή φαγητό αν έρχονταν σε επαφή
με ακάθαρτο ζώο έπρεπε να συντριφτεί ή να καεί.

Β) Ακαθαρσία και καθαρισμός των λεχώνων γυναικών: Σύμφωνα με τον Ωριγένη


οι λεχώνες θεωρούνταν ακάθαρτες διότι διά της γεννήσεως μεταδίδονταν το
προπατορικό αμάρτημα.

87
Οι γυναίκες θεωρούνταν ακάθαρτες κατά τη διάρκεια της έμμηνου ρύσης τους και
κατά τη διάρκεια του σαραντισμού τους μετά τη γέννα εφόσον γεννούσαν αγόρι. Αν
κάποια γυναίκα γεννούσε κορίτσι, ο χρόνος του σαραντισμού της ήταν διπλάσιος, όχι
για σωματικούς, αλλά για θρησκευτικούς λόγους. Διότι από τη γυναίκα εισήλθε στον
άνθρωπο το προπατορικό αμάρτημα.

Μετά το τέλος του ορισμένου χρόνου της ακαθαρσίας της μετά τη γέννα, κάθε
γυναίκα οδηγούνταν στο ναό όπου προσέφερε ανάλογα με την οικονομική της
κατάσταση θυσία ολοκαυτώμτος στον Κύριο. Έτσι, οι πιο ευκατάστατες αφιέρωναν
ένα πρόβατο ενός έτους και οι πιο οι αδύνατες οικονομικά περιστέρια ή τρυγόνια.
Τη θυσία των πτωχών αφιέρωσε και η Παναγία στον Κύριο, διότι ήταν ασθενής
οικονομικά.

Γ) Λέπρα: Υπήρχαν την εποχή εκείνη τρία είδη λέπρας τα οποία ήταν επικίνδυνα για
την δημόσια υγεία. Η ανθρώπινη λέπρα του δέρματος η οποία πολύ αναλυτικά και
τεκμηριωμένα επιστημονικά παρουσιάζεται στο 13ο κεφάλαιο του Λευτικού.
Επίσης υπήρχε η λέπρα των ενδυμάτων και η λέπρα των οικιών. Αν κάποιος
άνθρωπος κρίνονταν βάση της σωματικής του κατάσταση από τον ιερέα «λεπρός»,
τότε διώκονταν έξω της πόλεως και υποχρεώνονταν να κυκλοφορεί με σχισμένα
ρούχα και με ακάλυπτη κεφαλή και φώναζε σε όποιον έβλεπε «ακάθαρτος-
ακάθαρτος»· και τούτο, για να μη προσβληθεί από την ασθένεια ο περαστικός διότι
η λέπρα ήταν μεταδιδόμενο νόσημα.

Αν κάποιος λεπρός θεραπεύονταν μερικώς ή ολικώς από τη πάθησή του μπορούσε


να καλέσει τον ιερέα ώστε αυτός να διαπιστώσει ιδίοις όμασι τη θεραπεία του. Ευθύς
αμέσως ακολουθούσε το τυπικό ιεροτελεστίας της επανένταξης του στην κοινωνία το
οποίο περιγράφεται αναλυτικά στο 14ο κεφ. του Λευτικού.

Περί της λέπρας των ενδυμάτων και των σπιτιών πρέπει να τονισθεί πως αυτή δεν
είχε άμεση επίπτωση στη σωματική υγεία των ανθρώπων και προέρχονταν είτε από
υγρασία, είτε από παλαιότητα. Ο Θεός ήθελε να καταστήσει όμως σαφές στον
εκλεκτό Του λαό, πως η φθορά και η ασθένεια προέρχονταν από την αμαρτία και
προς ενθύμηση αυτού διέταξε κυρίως για θρησκευτικού λόγους τον καθαρισμό ή την
καταστροφή του αντικειμένου ή της οικείας ανάλογα της σοβαρότητας της κάθε
περίπτωσης. Βέβαια αυτό γίνονταν και για λόγους υγιεινής.

Άλλα είδη νομικής ακαθαρσίας: Η άσκοπη ρεύση του ανδρός η οποία δεν γίνονταν
κατά τη διάρκεια συνεύρεσης με τη γυναίκα του θεωρούνταν ως ακάθαρτη πράξη.
Τονίζεται ιδιαίτερα στο Λευιτικόν η αξία του ανδρικού σπέρματος, από το οποίο
δημιουργείται το ανθρώπινο σώμα και ως εκ τούτου τιμωρείται η άσκοπη ρεύση
αυτού. Βέβαια, ο νομοθέτης διαχωρίζει εκείνον ο οποίος πάθαινε νυχτερινή ρεύση
κατά τον ύπνο του και τον έκρινε με μεγαλύτερη επιείκεια.

Το αξιοπερίεργο είναι πως ο νομοθέτης έκρινε και ως ακάθαρτο το ανδρόγυνο το


οποίο φυσιολογικώς έρχονταν σε συνουσία. Τούτο το έκανε διότι δια της συνουσίας
και της συλλήψεως τέκνου μεταδίδεται και το προπατορικό αμάρτημα. Βεβαίως
μεγάλο αδίκημα θεωρούνταν η σεξουαλική πράξη εκτός του γάμου η οποία
κρίνονταν ως πορνεία.

88
Λευιτικόν ε): Νόμοι που οδηγούν στην
αγιότητα.
Στο Λευιτικό ο Θεός απαγόρευε την σύναψη γάμου όταν υπήρχε συγγένεια
αίματος ή εξ’ αγχιστείας. Πλήθος τέτοιων γάμων γίνονταν την εποχή εκείνη μεταξύ
των Περσών, αλλά και μεταξύ των Αιγυπτίων.

Απαγορεύονταν επίσης τα συζυγικά καθήκοντα κατά το χρόνο των εμμήνων


ρεύσεων των γυναικών. Τιμωρούνταν η αρσενοκοιτία και η κτηνοβασία, διότι αυτά
θεωρούνταν ντροπιαστικές πράξεις για την ανθρώπινη φύση.

Τόνιζε τα καθήκοντα της αγάπης προς τον πλησίον η οποία μπορούσε να εκφραστεί
με ποικίλους τρόπους: Απαγόρευε την πλήρη συγκομιδή των καρπών των χωραφιών
ώστε η ποσότητα από αυτά που περίσσευαν να αποτελούσαν τροφή για τους
φτωχούς.

Οι Εβραίοι έπρεπε να τηρούν τις δέκα εντολές που δόθηκαν στον Μωυσή στο Όρος
Σινά διότι αυτές δημιουργούσαν στο λαό αίσθημα φιλανθρωπίας. Ο Θεός ήθελε ο
εκλεκτός λαός Του να είναι φιλότιμος απέναντι στον πλησίον. Έτσι για παράδειγμα
διέτασσε να γίνεται άμεση πληρωμή των εργατών, απαγόρευε ως βδελυρή την
προσωποληψία και την ψευδομαρτυρία. Ζητούσε το σεβασμό στους γέροντες και τη
φιλάνθρωπη μεταχείριση των ξένων. Η εντολή «αγαπήσεις τον πλησίον σου ως
σεαυτόν» αποτελούσε το κεντρικό νόημα όλου του νόμου και η περίληψη του
κηρύγματος όλων των προφητών.

Οι ιερείς δεν έπρεπε να πενθούν και να συμμετέχουν στις κηδείες εκτός αν οι


τεθνεώτες ήταν στενοί συγγενείς τους. Και αυτό διότι η επαφή του ιερέως με νεκρό
τον καθιστούσε ακάθαρτο για επτά μέρες και ως εκ τούτου ανίκανο να τελέσει
λειτουργία. Ασφαλώς σε καμία περίπτωση δεν έπρεπε να σχίσουν τα ρούχα τους, να
ξυρίσουν το κεφάλι τους ή οτιδήποτε άλλο το οποίο θα δείκνυε πένθος. Ο αρχιερέας
μάλιστα δεν επιτρεπόταν να πενθήσει ούτε στενό συγγενή. Όπως μάλιστα λέει
χαρακτηριστικά το Λευιτικό δεν έπρεπε να πενθήσει ούτε στο θάνατο των γονέων
του. Και αυτό διότι με το πένθος του θα βεβήλωνε τον ιερό χώρο του Θεού διότι θα
λησμονούσε έστω και για λίγο την ιερή αποστολή του!

Για τον γάμο των ιερέων, σημειώνεται πως οι ιερείς μπορούσαν να παντρευτούν
παρθένο είτε αυτή ήταν από το λαό τους, είτε αυτή ήταν ξένη αρκεί η ξένη να
δήλωνε την επιθυμία της να ακολουθήσει την Εβραϊκή πίστη. Ο Αρχιερέας όμως
μπορούσε να παντρευτεί μόνο παρθένα γυναίκα και μόνο από τη φυλή Λευί και όχι
γυναίκα άλλης καταγωγής.

Οι ιερείς έπρεπε επίσης να είναι αρτιμελής χωρίς ψεγάδι χωρίς σωματικό ελάττωμα.
Απαγορεύονταν συνεπώς να γίνουν ιερείς τυφλοί, χωλοί, σημαδεμένοι. Οι ιερείς
έπρεπε να είναι ευπρόσωποι ως εκλεκτοί αφιερωμένοι του Θεού.

Ο Θεός παρέδωσε στους Εβραίους ένα συγκεκριμένο εορτολόγιο το οποίο έπρεπε να


τηρούν με μεγάλη ακρίβεια: Το Σάββατο που σημαίνει ανάπαυση στην Εβραϊκή

89
γλώσσα, ήταν η κατεξοχήν ημέρα αφιερωμένη στον Κύριο. Κατ’ αυτή την ημέρα
τίποτε κανείς δεν επιτρεπόταν να κάνει διότι την έβδομη ημέρα της δημιουργίας του
κόσμου αναπαύτηκε και ο Κύριος.

Το Πάσχα των Εβραίων εορτάζονταν από την 15η ως την 21η του μηνός Νισάν
δηλαδή του μηνός Μαρτίου. Τις ημέρες αυτές όπως και το Σάββατο ο λαός δεν
επιτρεπόταν να κάνει καμία χειρονακτική εργασία. Ήταν περίοδος αυστηρά
αφιερωμένη στο Θεό.

Άλλες εορτές ήταν η Πεντηκοστή, δηλαδή η πεντηκοστή ημέρα μετά το Πάσχα, η


πρωτοχρονιά, η εορτή του εξιλασμού κατά την οποία οι Εβραίοι με πολύ νηστεία
και θυσία στο Θεό εξιλεώνονταν από τις αμαρτίες τους. Η ημέρα αυτή ομοίαζε με τη
σημερινή Μεγάλη Παρασκευή των χριστιανών.

Η εορτή της Σκηνοπηγίας, η οποία ενθύμιζε στον ισραηλιτικό λαό την μακρά
οδοιπορία που έκαναν από την έρημο προς τη γη της επαγγελίας. Οκτώ ημέρες
διαρκούσε η Σκηνοπηγία κατά τις οποίες πραγματοποιούνταν διάφορες θυσίες στο
Θεό. Οι Εβραίοι έβγαιναν από τις κατοικίες τους την περίοδο αυτή και κατοικούσαν
σε σκηνές εις ανάμνηση της Εξόδου του Ισραήλ από την Αίγυπτο της δουλείας.

Επίσης, με τη συμπλήρωση επτά ετών από την καλλιέργεια της γης σήμανε ο
Σαββατισμός των ετών κατά τον οποίο η γη έπρεπε να αναπαυθεί, δηλαδή να μη
καλλιεργηθεί και οι αυτοφυείς καρποί της ανήκαν τότε στους φτωχούς. Επίσης , κάθε
πενήντα χρόνια εορτάζονταν το Ιωβιλαίο έτος, κατά το οποίο και πάλι η γη
αφήνονταν ακαλλιέργητη, ενώ παράλληλα χαρίζονταν τα χρέη των δούλων και τα
κτήματα επιστρέφονταν στους αρχικούς ιδιοκτήτες, οι δε δούλοι αφήνονταν
ελεύθεροι. Με αυτό τον τρόπο οι πλούσιοι δεν μπορούσαν να αυξήσουν επ’ άπειρο
τις κτήσεις τους εις βάρος των πτωχών, αλλά ούτε και οι φτωχοί αυξάνονταν
υπέρμετρα. Αν δε κάποιος πλούσιος στο μεσοδιάστημα πουλούσε το κτήμα που είχε
πάρει από δούλο σε κάποιον αγοραστή, ο αγοραστής αυτός είχε την επικαρπία της
ιδιοκτησίας αυτής μέχρι το ιωβιλάιο έτος κατά το οποίο επέστρεφε το κτήμα στον
αρχικό ιδιοκτήτη.

Κάποιος θα μπορούσε να αναρωτηθεί για το τι θα έτρωγαν οι ισραηλίτες κατά τις


περιόδους των αγραναπαύσεων. Ο Θεός έδιδε όμως προσωπικά τη λύση: «Κατά το
έκτο έτος θα σας αποστέλλω την ευλογία μου και η γη θα καρποφορήσει για τρία
έτη». Ιδού λοιπόν η θαυματουργική επέμβαση του Θεού που έδινε λύση στα τότε
οικονομικά προβλήματα του ισραηλιτικού λαού. (Τί έχουμε να φοβηθούμε σήμερα
αν έχουμε μαζί μας τον Θεό; Μήπως Αυτός δεν μπορεί να λυτρώσει και σήμερα την
Ελλάδα και τους έλληνες από το οικονομικό αδιέξοδο που μας απειλεί;)

Εν κατακλείδι ο Θεός υποσχέθηκε στους Εβραίους πως αν αυτοί τηρούσαν τον νόμο
Του, η ζωή τους θα ήταν γεμάτη ευλογίες, απεναντίας, αν παραβίαζαν τις διατάξεις
του νόμου, θα έβρισκαν στη ζωή τους μόνο πειρασμούς και δυσκολίες. Και τούτο
θα συνέβαινε όχι εκδικητικά, αλλά παιδαγωγικά, ώστε να έρχονταν ο ισραηλιτικός
λαός σε συναίσθηση και μετάνοια.

Το βιβλίο των "Αριθμών".


90
Μετά την παραμονή του Ισραήλ στο όρος Σινά, πορεύθηκαν προς την κατάκτηση
της γης Χαναάν δηλαδή της γης της επαγγελίας. Αυτό απαιτούσε στρατιωτική
οργάνωση. Αριθμήθηκαν λοιπόν οι άνδρες των δώδεκα φυλών από είκοσι ετών και
άνω και μόνο αυτοί που είχαν τη δυνατότητα να κρατήσουν και να χειριστούν όπλα.
Το αποτέλεσμα της αριθμήσεως έδωσε 603.550 άνδρες από όλες τις φυλές Ισραήλ
πλην της φυλής Λευί που επωμίστηκε τη φροντίδα της Σκηνής του Μαρτυρίου ως
ιερατική φυλή και συνεπώς δεν ήταν μάχημοι.

Ως κεφαλή του ισραηλιτικού τάγματος τοποθετήθηκε η πολυπληθέστερη αυτών, η


φυλή του Ιούδα με 186.400 στρατιώτες.

Στη φωτογραφία παρακάτω παραθέτουμε τη γεωγραφική στρατοπέδευση και πορεία


των φυλών του Ισραήλ.

Η πορεία μέσα στην έρημο ήταν σκληρή και οι στάσεις αναγκαίες. Έτσι, επόμενος
σταθμός των Εβραίων ήταν η Κάδης. Από εκεί βάδισαν τρεις μέρες φθάνοντας στην
περιοχή Εμπυρισμό. Εκεί οι Ισραηλίτες γόγγυσαν επειδή τρέφονταν για αρκετό
καιρό μόνο με το Μάννα και ζήτησαν να φάνε κρέας.

Είναι χαρακτηριστική η έκφραση που χρησιμοποίησε γι’ αυτούς ο Μωυσής:


«Καθίσαντες έκλαιον» εκφραστική εικόνα της παιδαριώδους λαιμαργίας τους. Ο

91
ιερός Χρυσόστομος σχολιάζοντας την αυτή συμπεριφορά των Εβραίων λέει: «Όταν
χορτάσει ο άνθρωπος όλα τα σιχαίνεται».

Ο Μωυσής αντιδρώντας στον γογγυσμό των συμπατριωτών του μίλησε στο Θεό και
είπε: «Τί μου φόρτωσες τον λαό αυτό;» Αξιοπρόσεκτη εδώ η ελευθεροστομία του
Μωυσέως προς τον Θεό στοιχείο της οικειότητας που είχε να αναπτύξει με τον
Κύριο. Ο Θεός υποσχέθηκε στο Μωυσή να του δώσει συνεργάτες «εβδομήκοντα
άνδρες από των πρεσβυτέρων» οι οποίοι ήταν αργότερα οι “Κριταί” του Ισραήλ,
καθώς επίσης και άφθονο κρέας για το λαό Του. Τόσο πολύ κρέας θα έδινε που θα
έτρωγαν οι ισραηλίτες για έναν ολόκληρο μήνα επί καθημερινής βάσεως. Η έκφραση
του Θεού: «να βγει αυτό από τους μυκτήρες τους» ήταν η απάντηση του Κυρίου
προς τον λαό, ήταν ένα είδος τιμωρίας για την μεμψιμοιρία και αχαριστία που
επιδείκνυε συνεχώς ο λαός ούτος.

Έτσι ένας τεράστιος αριθμός ορτυκιών σκέπασε την πεδιάδα που στρατοπέδευαν οι
ισραηλίτες, οι οποίοι άπληστα και ακόρεστα μάζευαν το κρέας παραδομένοι στο
πάθος της λαιμαργίας . Η συμπεριφορά αυτή επέφερε σε πολλούς σωματικό θάνατο,
από ασθένειες που επέτρεψε ο Θεός να εκδηλωθούν λόγω αυτής της αμαρτίας.

Ανταρσία Μαριάμ και Ααρών κατά του Μωυσέως

Τα αδέλφια του Μωυσή η Μαριάμ και ο Ααρών από ζηλοτυπία εναντίον του
Μωυσέως κατηγόρησαν τον Μωυσή για το γεγονός ότι πήρε γυναίκα Αιθιόπισσα και
όχι ισραηλίτισσα. Η γυναίκα αυτή ήταν η Σεπφώρα η Μαδιανίτισσα. Η Μαδιάμ τον
καιρό εκείνο ή είχε κατακτηθεί από την Αιθιοπία ή στην περιοχή της κατοικούσαν
Αιθιοπικές φυλές και εξ’ αυτών η Σεπφώρα έφερε τον τίτλο της αιθιόπισσας.

Ο Κύριος επιτίμησε αυστηρά τους κατηγόρους του Μωυσέως απομακρύνοντας απ’


αυτούς τη νεφέλη και δίδοντας λέπρα στη Μαριάμ η οποία εβλήθη έξω του
στρατοπέδου για επτά ημέρες όσο διήρκησε η ασθένειά της. Το ερώτημα που
προκύπτει είναι το γιατί ο Ααρών έμεινε ατιμώρητος: - λόγω του αρχιερατικού
αξιώματος που έφερε και λόγω της μετριοπαθούς συγνώμης που ζήτησε αργότερα
για την αμαρτία του.

Κατασκόπευση της γης Χαναάν.

Αμέσως μετά το παραπάνω περιστατικό οι Ισραηλίτες με τη συγκατάθεση του Θεού


έστειλαν κατασκόπους στην περιοχή της Χαναάν για να δουν από τη μία πλευρά τί
εδάφη ήταν αυτά στα οποία επρόκειτο να κατοικήσουν (αν ήταν εύφορα, άγονα, τι
καρπούς είχαν, αν υπήρχαν δένδρα) και από την άλλη να δουν τί λαοί κατοικούσαν
τότε εκεί. (αν ήταν ισχυροί ή αδύναμοι). Το αποτέλεσμα της κατασκοπείας ήταν
ενθαρρυντικό από την άποψη της καρποφορίας της γης και συνάμα αποθαρρυντικό
για τη δύναμη των κατοίκων που διέμεναν εκεί. Οι λαοί που κατοικούσαν σ’ αυτά τα
εδάφη είχαν ανεπτυγμένη την οχύρωση των πόλεων, ήταν άγριοι και αιμοβόροι σαν
θηρία. Μάλιστα, ορισμένοι κατάσκοποι για να αποθαρρύνουν τους ισραηλίτες στο να
επιτεθούν περιέγραψαν και υπερβολικά πράγματα. Π.χ ότι οι λαοί αυτοί ήταν λαοί
γιγάντων!

Επανάσταση των Κορέ, Δαθάν και Αβειρών κατά της αυθεντίας του Μωϋσέως
και του Ααρών.

92
Αρχηγός αυτής της στάσεως ήταν ο Κορέ της φυλή Λευί. Ο Κορέ ήταν εξάδελφος
του Μωϋσέως και επομένως είχε και αυτός όπως νόμιζε το δικαίωμα της ιεροσύνης.

Αυτοί λοιπόν από φθόνο και αντιζηλία υπό το πρόσχημα ότι όλη η συναγωγή είναι
αγία και ως εκ τούτου όλοι ήταν ίσοι σε αυτήν, αμφισβήτησαν την αρχηγία του
Μωυσή και του Ααρών. Ο Κορέ με την πρόφαση της ισότητας ζήτησε να
αντικατασταθεί ο Μωυσής. Οι υπόλοιποι συνωμότες καταγόταν από τη φυλή Ρουβίμ
και επιθύμησαν να αποκαταστήσουν την απολεσθείσα ηγεμονία της φυλής λόγω της
αμαρτίας του Ρουβίμ (βλέπε Γένεση).

Ο Μωυσής παρακάλεσε στην προσευχή του να κριθούν δίκαια οι επαναστάτες. Έτσι,


άφησε και σ’ αυτούς να προσφέρουν θυμίαμα (ιερατικό καθήκον) στο Θεό όπως και
εκείνος. Αν ο Θεός δεχόταν την προσφορά των Λευιτών αυτό θα σήμαινε Θεία
συγκατάβαση προς αυτούς. Καθόσον φαίνεται από την περιγραφή των γεγονότων
ένα μεγάλο τμήμα του λαού είχε συμμεριστεί την ανταρσία αυτή. Δια τούτο ο
Μωυσής πρέσβευσε υπέρ του λαού οι οποίοι παρασυρθήκαν από τους σφετεριστές,
διαχωρίζοντας αυτούς από τους αρχηγούς της επανάστασης.

Ο Θεός έδρασε προσωπικά και τιμωρητικά κατά των ανταρτών. Η γη άνοιξε και
κατάπιε όλους εκείνους που αμφισβήτησαν τους προφήτες Του. Ο λαός έκπληκτος
παρακολούθησε το τρομερό αυτό θαύμα.

Μετά από την ανταρσία του Κορέ και των ομοϊδεατών του, ξέσπασε νέα ανταρσία
από αρκετούς ισραηλίτες οι οποίοι πίστεψαν πως εξαιτίας του Μωϋσέως και του
Ααρών θανατώθηκαν τόσοι άνθρωποι. Κίνησαν λοιπόν εναντίον τους με σκοπό να
τους θανατώσουν. Οι δύο προφήτες βρήκαν καταφύγιο στη Σκηνή του Μαρτυρίου η
οποία καλύφθηκε από φωτεινή νεφέλη. Ο Θεός ξέσπασε την οργή Του εναντίον των
στασιαστών και την ημέρα εκείνη 14.700 άνδρες θανατώθηκαν. Η οργή του Θεού
κατάπαυσε μόνο όταν ο Ααρών θυμίασε στο ιερό θυσιαστήριο.

Ο Μωυσής κάλεσε εν συνεχεία τους ηγέτες των 12 φυλών του Ισραήλ. Πήρε στα
χέρια του τις ράβδους τους είπε όπως τον διέταξε ο Κύριος και είπε: «Εκείνου του
οποίου η ράβδος θα βλαστήσει, θα εκλέξω ως ιερέα...». Η ράβδος του Ααρών από τη
φυλή Λευί ήταν εκείνη η οποία βλάστησε και καρποφόρησε καρύδια! Έτσι όλος ο
λαός πείσθηκε πλέον για την θεόσταλτη αποστολή των δύο προφητών.

Με το γεγονός αυτό ολοκληρώνεται το 19ο κεφ. των αριθμών. Κατά τον Shuster όλα
τα γεγονότα που περιγράφονται μέχρι και το 19ο κεφ., έλαβαν χώρα τα δύο πρώτα
έτη της εξόδου των Εβραίων από την Αίγυπτο. Από το 20ο κεφ. και μετά,
περιγράφονται πλέον γεγονότα που ανήκουν στο τέλος της 40ης περιπλανήσεως των
Ισραηλιτών στην έρημο. Τα ενδιάμεσα 38 έτη βρίσκονται στο σκοτάδι διότι
παραλείπονται από τον συγγραφέα. Φαίνεται πως στο μεσοδιάστημα αυτό οι Εβραίοι
υπέπεσαν σε θρησκευτική αδιαφορία και νωθρότητα ή ακόμη τα έτη αυτά
παραλείπονται διότι δεν έχουν μεγάλη σημασία στο Θείο σχέδιο.

Τα τελευταία γεγονότα της παραμονής των Ισραηλιτών στην έρημο προ της
εισόδου τους στη γη της επαγγελίας

Στην έρημο Σιν, το 38ο έτος της παραμονής των Εβραίων στην έρημο, ο λαός
γόγγυσε και πάλι κατά του Μωϋσέως και του Ααρών, επειδή ξέμειναν από νερό.

93
(παράλληλα με αυτά τα γεγονότα πέθανε και η αδελφή του Μωυσή Μαριάμ). Ο
Μωυσής έλαβε εντολή από τον Θεό να κτυπήσει με τη ράβδο του βράχο για να
εξέλθει από κει άφθονο νερό.

Ο λαός συγκεντρώθηκε για να δει το θαύμα. Ο Μωυσής είπε: «Ακούσατέ με εσείς, οι


οποίοι είσαστε πάντοτε ανυπότακτοι. Είναι δυνατόν να πιστέψετε ότι θα σας
βγάλουμε από το βράχο αυτό ύδωρ»;

Η φράση αυτή του Μωυσή ελέχθη διότι ο ίδιος δυσπίστησε απέναντι στο θαύμα και
αγανάκτησε εναντίον των Ισραηλιτών. Η συμπεριφορά του αυτή τιμωρήθηκε από το
Θεό αργότερα ώστε και οι δύο (Μωυσής-Ααρών) να μην εισάγουν αυτοί τον λαό
στην γη της επαγγελίας αλλά ο Ιησούς του Ναυή.

Εν συνεχεία οι Εβραίοι συνάντησαν της άρνηση των Ιδουμαίων να περάσουν μέσα


από τη χώρα τους προς τη γη Χαναάν και το κεφάλαιο κλείεται με την περιγραφή
του θανάτου του Ααρών στο όρος Ωρ.

Διάδοχος του Ααρών χρίστηκε ο υιός αυτού Ελεάζαρ. Οι Εβραίοι έκλαψαν τον
Ααρών επί 30 μέρες.

Ο Χάλκινος όφις

Οι ισραηλίτες βαδίζοντας προς το νότο δηλαδή σε αντίθεση κατεύθυνση προς τη γη


της επαγγελίας για να παρακάμψουν την εχθρική Εδώμ και κατόπιν να προχωρήσουν
προς βορρά επί της ερήμου της Αραβίας, λόγω της κούρασης από το αμμώδες
έδαφος, της δίψας (το νερό ήταν ελάχιστο για 2 εκατομμύρια ανθρώπους) και της
έλλειψης φρέσκων τροφίμων, γόγγυσαν και πάλι κατά του Θεού.

Η στάση τους αυτή, τους έφερε αντιμέτωπους ως τιμωρία με θανατηφόρα


δηλητηριώδη φίδια, τα οποία εξαπέστειλε εναντίον τους ο Θεός. Ο Μωυσής τότε
ύψωσε ένα χάλκινο φίδι ως προτύπωση του Εσταυρωμένου Μεσσία Χριστού. Η
τοποθέτηση χαλκού όφεως και η μετ’ εμπιστοσύνης ενατένισής του, έσωσε αυτούς
που πίστεψαν στη σωστική του δύναμη. Η αυστηρά του Θεού διαταγή να μην
κατασκευάζουν είδωλα και η προσκύνηση του χάλκινου όφεως ήταν και είναι μέχρι
σήμερα μυστήριο για τους ισραηλίτες διότι αγνοούν τη Σταυρική θυσία του
υψωμένου Χριστού Μεσσία.

Τον χαλκούν τούτον όφι έλαβαν μαζί τους οι ισραηλίτες προς ανάμνηση αυτού του
γεγονότος και επιδόθηκαν σε μαγείες δι’ αυτού. Ο χάλκινος όφις καταστράφηκε από
τον Εζέκιο το 727 π.Χ.

Η πορεία προς την Χαναάν.

Το 21ο κεφ. των Αριθμών κλείνει με την περιγραφή της νίκης των Εβραίων κατά των
Αμοραίων και την κατάκτηση της χώρας τους απ’ άκρης σ’ άκρη. Η χώρα αυτή
βρίσκονταν ανατολικά του Ιορδάνου 50 χιλιόμετρα ανατολικά της λίμνης
Γεννησαρέτ. Δηλαδή στα πρόθυρα της γης της Επαγγελίας!

Οι όμοροι λαοί Μαδιανίτες και Μωαβίτες, βλέποντας το Ισραήλ να κατακτά


γειτονικά εδάφη, συνασπίστηκαν προς τον κοινό εχθρό.

94
Ο Βαλαάμ ο μάγος των ειδωλολατρών γνωρίζοντας πως με τα όπλα δεν μπορούσαν
να νικήσουν τους Εβραίους κατέφυγε στη μαγεία. Ο Θεός θέλοντας να ξυπνήσει τη
συνείδησή του μίλησε μαζί του μέσω ενός γαϊδάρου! Είναι χαρακτηριστικός ο
διάλογος της όνου με τον Βαλαάμ όταν αυτός τη κτύπησε για Τρίτη φορά. -«Τί σου
έκανα και με κτυπάς για Τρίτη φορά;». Τότε ο Βαλαάμ είδε τον άγγελο του Κυρίου ο
Οποίος εμπόδιζε το δρόμο του ώστε αυτός να μη καταραστεί τον εκλεκτό λαό του
Θεού. Ο Βαλαάμ μετανόησε και προσκύνησε τότε τον άγγελο.

Και επειδή το πνέυμα όπου θέλει πνει ο μάγος έγινε πλέον προφήτης του Κυρίου
προφητεύοντας στο βασιλιά του Βάλακ το λαμπρό μέλλον του ισραηλιτικού λαού.
Αντί για κατάρα πλέον προφητείες και χρησμούς του Θεού εξήγγειλε! Ο Βάλακ του
ζήτησε να πάρει τουλάχιστον ουδέτερη στάση δηλαδή ούτε να καταραστεί αλλά ούτε
και να προφητεύσει τον θρίαμβο του Ισραήλ. Ο Βαλαάμ όμως αρνήθηκε να
αποκρύψει τις Θείες αποκαλύψεις. Μάλιστα προφήτευσε και την έλευση του
Σωτήρος Χριστού ο Οποίος έμελλε να έλθει μετά από πολλούς αιώνες!

Το αμάρτημα των Ισραηλιτών μετά των Μωαβιτισσών γυναικών.

Στη γη της Μωάβ οι ισραηλίτες ήλθαν σε στενή σχέση με του Μωαβίτες και των
γυναικών αυτών με αποτέλεσμα να προνεύσουν μαζί τους και να προσκυνήσουν τα
είδωλά τους. Πολύ όμορφα παρατηρεί ο π. Ιωήλ Γιαννακόπουλος: -«Οι ισραηλίτες
νικήσαντες Αμαληκίτας, Αιγυπτίους Αμοραίους, ηττώνται από των σαρκικών
παθών! Πόσον ισχυρόν το πάθος τούτο!».[1]

Ο Θεός διέταξε τον Μωυσή να τιμωρήσει παραδειγματικά τους αρχηγούς του λαού
για το αμάρτημα αυτό. Κι όμως, κάποιος ισραηλίτης προκαλώντας το κοινό αίσθημα
την ώρα που όλου πενθούσαν, έλαβε δημόσια μια Μωαβίτισσα γυναίκα στη σκηνή
του για να αμαρτήσει μαζί της δημόσια. Τότε ο Φινεές υιός του Ελεάζαρ υιού του
αρχιερέως Ααρών φόνευσε και τους δύο κατευνάζοντας έτσι τη δικαία Θεία οργή.

Την ημέρα εκείνη σφαγιάστηκαν σύμφωνα με τον απόστολο Παύλο 23.000 Εβραίοι
τιμωρούμενοι για την αμαρτωλή τους αποστασία. Ο Φινεές έλαβε για την γενναία
του πράξη την αρχιερωσύνη διαδεχόμενος έτσι τον πατέρα του Ελεάζαρ.

Ο ιερός πόλεμος κατά των Μαδιανιτών.

Ως αντικαταστάτης του Μωυσέως ορίστηκε από τον Θεό ο Ιησούς του Ναυή. Ο
Ιησούς του Ναυή, ήταν ένας άνδρας πιστός ακόλουθος του Μωυσέως όμως
εμφανίζεται, αλλά πολύ υποδεέστερος αυτού. Ο Μωυσής ομιλούσε στον Θεό
απευθείας, ο δε Ιησούς μόνο δια του αρχιερέως. (βλ. αριθμ., 27,19)

Πριν όμως ο Μωυσής απέλθει εις Κύριον, έλαβε την εντολή να προβεί σε ιερό
πόλεμο κατά των Μαδιανιτών των οποίων οι γυναίκες ως είδαμε ήταν πρόξενοι
αμαρτίας για τους ισραηλίτες. 12.000 ισραηλίτες στρατιώτες στρατοπέδευσαν
εναντίον των πολυπληθών Μαδιανιτών ώστε με αυτό τον τρόπο να φανεί ξεκάθαρα
πως ο ίδιος ο Θεός επρόκειτο να υπερασπισθεί την προσβληθείσα τιμή Του. Στο
τέλος της μάχης οι Μαδιανίτες συντρίφθηκαν παταγωδώς! «Πᾶν ἀρσενικόν»
εφονέυθη υπό των Ισραηλιτών. Αφέθησαν ζωντανές μόνο οι γυναίκες Μαδιανίτισσες
εκείνες που δεν είχαν έρθει σε σαρκική επαφή με Εβραίους, και ως εκ τούτου ήταν
ακίνδυνες στο να παραπλανήσουν στην απιστία αυτούς. Ήταν δε μάλλον χρήσιμες

95
ως σύζυγοι δευτέρας σειράς σύμφωνα με το δευτερονόμιο 21, 11-14.

Τα πλούτη των Μαδιανιτών πέρασαν μετά τον πόλεμο στην κατοχή των ισραηλιτών
και μοιράστηκαν ως εξής: Το ½ στους 12.000 πολεμιστές, και το έτερο ½ στον
πολυπληθή λαό. Η μερίδα του Κυρίου ήταν 1/500 εκ πάντων εις ένδειξη ότι ο Θεός
είναι ο Νικητής.

Το αίτημα των φυλών Ρουβήν και Γαδ.

Οι εκπρόσωποι των φυλών Ρουβήν και Γαδ αιτήθηκαν από τον Μωυσή να τους
μοιράσει τη γη Γαλαάδ η οποία κατακτήθηκε υπό των Μαδιανιτών και η οποία ήταν
και είναι μέχρι και σήμερα ένα πλούσιος βοσκότοπος. Η περιοχή αυτή βρίσκεται
βόρεια του παραποτάμου Ιακώβ. Οι φυλές λοιπόν αυτές δεν ζήτησαν μερίδιο από τις
περιοχές της Παλαιστίνης (γης της επαγγελίας). Ο Μωυσής αρχικά θεώρησε τη
στάση αυτή αντιπατριωτική: -«Σεις θα είσθε ήσυχοι εδώ και οι άλλοι αδελφοί σας θα
μάχονται!». Οι δύο αυτές φυλές όμως απάντησαν στον Μωυσή ότι κάτι τέτοιο δεν
είχαν σκοπό να κάνουν, αλλά αφού θα μάχονταν μαζί με τους υπόλοιπους ισραηλίτες
, μετά το τέλος του πολέμου θα επέστρεφαν στη γη Γαλαάδ. Ο Μωυσής δέχτηκε την
πρόταση αυτή και έτσι ο άμαχος πληθυσμός των δύο φυλών Ρουβήν, Γαδ αλλά και
Μανασσή εγκαταστάθηκε στους όμορφους αυτούς και ασφαλής βοσκότοπους.

ΟΡΙΣΜΕΝΑ ΝΟΜΙΚΑ ΔΙΑΤΑΓΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΤΩΝ «ΑΡΙΘΜΩΝ».

Στο 6ο κεφ. των «Αριθμών», γίνεται λόγος για τον τρόπο περιστασιακής αφιερώσεως
κάποιου ανθρώπου στον Κύριο. Αν λοιπόν κάποιος το επιθυμούσε, μπορούσε να
γίνει Ναζηραίος από την εβραϊκή λέξη ναζίρ που σημαίνει πλησίασμα (στο Θεό).
Όσο χρόνο διαρκούσε αυτό το τάξιμο αφιερώσεως, ο Ναζηραίος δεν έπρεπε να
γευτεί κανέναν καρπό που προέρχονταν από το σταφύλι, άφηνε άκοπα τα μαλλιά του
και δεν έπρεπε να πενθήσει ούτε να πλησιάσει κανέναν νεκρό. Αν τύχαινε να
πεθάνει αιφνίδια κάποιος στενός συγγενής τους, τότε αν ήθελαν διέκοπταν την
αφιέρωσή τους, ξύριζαν το κεφάλι τους και προσέφεραν θυσία στο Θεό. Μετά από
οκτώ ημέρες μπορούσαν και πάλι να συνεχίσουν την αφιέρωσή τους. Όταν δε
τελείωνε ο χρόνος αφιερώσεως τότε γινόταν θυσία στο Θεό και έκοπταν τα μαλλιά
τους, τα οποία έκαιγαν ως άγια, στο θυσιαστήριο.

Ήταν σπάνιο φαινόμενο κάποιος να αφιερωνόταν για όλη του τη ζωή στο Θεό.
Τέτοιοι ήταν οι Σαμουήλ και Σαμψών στην Παλαιά Διαθήκη, και ο Τίμιος
Πρόδρομος και ο Παύλος στην Καινή.

Στο 30ο κεφάλαιο των Αριθμών, γίνεται λόγος για τα τάματα των γυναικών. Έγκυρα
θεωρούνταν εκείνα τα οποία τύχαιναν της εγκρίσεως των πατέρων των γυναικών
όταν αυτές ήταν ανύπαντρες και των συζευγμένων όσα τάματα ενέκριναν οι σύζυγοι,
μόνο αυτά είχαν ισχύ. Επίσης ο σύζυγος μπορούσε να αρνηθεί να εγκρίνει ένα τάμα
της συζύγου του το οποίο εκείνη είχε κάνει προ του γάμου. Οι χήρες όμως όντας
αδέσμευτες υπό πατρός και συζύγου έπρεπε να εκπληρώσουν τα ταξίματά τους.

Στο 35ο κεφ. των Αριθμών ο Θεός παρήγγειλε στον Μωυσή να δώσει τόπο διαμονής
στους ακτήμονες λόγω της ιερατικής ιδιότητας Λευίτες τα προάστια των μελλόντων

96
κατακτηθέντων πόλεων. Από τα 43 αυτά προάστια που δόθηκαν αργότερα στους
Λευίτες προς κατοικία, τα 6 χρησίμευαν ως φυγαδευτήρια των ακουσίων φονέων.
Δηλαδή εκείνων που σκότωσαν άνθρωπο χωρίς δόλο. Οι φυγάδες αυτοί έπρεπε να
παραμείνουν στις πόλεις άσυλα μέχρι το θάνατο του αρχιερέως. Άρα ο βίος του
αρχιερέως ήταν ο δείκτης ελευθερίας γι’ αυτούς διότι μετά τον θάνατό του
μπορούσαν αυτοί να επιστρέψουν στις πατρίδες τους χωρίς τον κίνδυνο να
φονευθούν και οι ίδιοι από κάποιον στενό συγγενή του φονευθέντος σύμφωνα με το
δικαίωμα που έδινε σ’ αυτούς ο Μωσαϊκός νόμος.

Δευτερονόμιον

Ο Μωυσής στο «Δευτερονόμιον», αρχικά θυμίζει στη νέα γενιά των Εβραίων τις
ευεργεσίες αλλά και την αυστηρότητα του νόμου του Θεού. Τούτο το κάνει για να
παρακινήσει στους Ισραηλίτες σε τέλεια υπακοή στο νόμο του Θεού λίγο πριν
πεθάνει.

Έτσι συνοπτικά, υπενθυμίζει την εκλογή των συνεργατών του σύμφωνα με


την συμβουλή του πεθερού του Ιοθόρ δια την εκδίκαση των υποθέσεων των
ισραηλιτών. Οι βοηθοί αυτοί σύμφωνα με αναλυτές ήταν περίπου 78.600. Αυτοί οι
συνεργάτες έπρεπε να είναι αμερόληπτοι στις αποφάσεις τους, μη επηρεαζόμενοι
από τη δύναμη ή αδυναμία του δικαζομένου.

Θυμίζει την αποστολή των κατασκόπων οι οποίοι κατασκόπευσαν τη γη


Χαναάν, δηλαδή τη γη της επαγγελίας και αποθάρρυναν τον ισραηλιτικό λαό
περιγράφοντας υπερβολικά πράγματα. (ότι τα τείχη της πόλης έφταναν ως τον
ουρανό, ότι εκεί κατοικούσαν γίγαντες κλπ.) Η έλλειψη πίστεως των ισραηλιτών στις
υποσχέσεις του Θεού οδήγησε το λαό σε στρατιωτική ήττα υπό των Αμορραίων,
Αμαληκιτών και Χαναναίων και νέα περιπλάνηση στην έρημο.

Τους Αμορραίους αργότερα οι Εβραίοι κατόπιν της περιπλανήσεως στην


έρημο τους νίκησαν, μη αφήνοντας όπως λέει το κείμενο καμία «ψυχή ζωντανή». Οι
βασιλείς των Αμορραίων Ωγ και Σηών συνετρίβησαν από το στρατό των Εβραίων με
τη δύναμη του Θεού, αφού οι αντίπαλοι Αμορραίοι ήταν σαφώς περισσότεροι και
ισχυρότεροι και οι πόλεις τους ήταν καλά οχυρωμένες. Ο δε Ωγ ήταν βασιλέας
γιγάντων. Το κρεβάτι που ξάπλωνε ή το φέρετρό του είχε μήκος 3,96μ. και πλάτος

97
1,76μ[1]

Ο Μωυσής τελειώνοντας την περιληπτική του διήγηση της περιπλανήσεως


των Ισραηλιτών από την έρημο του Σινά μέχρι τη συντριβή των Αμορραίων, καλεί
του Εβραίους να είναι πολύ προσεκτικοί στην τήρηση του νόμου του Θεού για να
μην παροργίσουν τον Ευεργέτη τους. Έτσι από το 5ο κεφ. του Δευτερενομίου αρχίζει
ο Μωυσής την ανακεφαλαίωση του νόμου ξεκινώντας από τον δεκάλογο ο οποίος
ήταν και η βάση του νόμου. Οι περισσότεροι ακροατές δεν υπήρχαν όταν εδίδετο ο
δεκάλογος στο Σινά και γι’ αυτό ο Μωυσής τα επαναλαμβάνει όλα από την αρχή στη
νέα γενιά των ισραηλιτών.

Ο Θεός έδωσε εντολή να εξολοθρεύσουν οι ισραηλίτες πλήρως όλα τα


ειδωλολατρικά έθνη που θα βρουν μπροστά τους στο δρόμο προς τη γη της
Επαγγελίας. Όπως όμως θα δούμε πιο κάτω στα κεφάλαια Έσδρας και Νεεμίας αυτό
δεν εφαρμόστηκε πλήρως. Όπως επίσης δεν τηρήθηκε και η εντολή του Θεού να μη
χρησιμοποιήσουν τους ιερούς τόπους των ειδωλολατρών για τη λατρεία τους.

Τα μεγέθη των λαών Χαναάν εν συγκρίσει με το μέγεθος του Εβραϊκού


στρατού ήταν ανόμοια σε βάρος πάντα των ισραηλιτών. Εν τούτοις ο Θεός
υπόσχεται στους Εβραίους ότι ο Ίδιος με την κραταιά Του δύναμη θα νικήσει τους
ειδωλολάτρες και θα τους εξαφανίσει όπως άλλοτε έκανε με του Αιγυπτίους. Άρα το
παρελθόν αποτελεί την εγγύηση για το μέλλον.

Αξιοπρόσεκτο είναι το 8ο κεφ. του Δευτερονομίου, στο οποίο ο ομιλών


Θεός δίδει νέες επεξηγήσεις για την πολυετή περιπλάνηση των ισραηλιτών στην
έρημο. Όχι μόνο δια την απείθεια των Εβραίων αλλά και για παιδαγωγικούς λόγους
ίνα κατανοήσουν την απόλυτη εξάρτησή τους από τον Θεό. «Οι θλίψεις εξάγουν το
βάθος των σκέψεων και συναισθημάτων, μας δείχνουν ποιοι είμεθα»[2]

Ο Θεός θυμίζει επιπλέον στους ισραηλίτες την Πρόνοια που τους έδειξε
στα χρόνια των περιπλανήσεων στην έρημο: «Δεν σας έλειψε τίποτε» τους είπε.
Ακόμη και τα ενδύματά τους, αλλά και τα παπούτσια τους παρέμειναν
θαυματουργικώς άφθαρτα παρά τις αντίξοες συνθήκες.

Η κατάκτηση της Χαναάν δεν επρόκειτο να επιτευχθεί λόγω της αρετής


των Εβραίων. Όχι, διότι σε κάθε περίπτωση απεδείχθησαν σκληροτράχηλοι και
απειθείς. Η μεγαλύτερη ανυπακοή τους σύμφωνα με τον Μωυσή ήταν τότε που ενώ
εκείνος με πλήρη νηστεία άρτου και ύδατος ελάμβανε τον θείο νόμο, οι Ιουδαίοι
στους πρόποδες του όρους ζούσαν εν κραιπάλη και μέθη κατασκευάζοντας μάλιστα
χρυσό μοσχάρι για θεό τους. Τότε ο Μωυσής έκανε εκ νέου νηστεία σαράντα
ημερών δεόμενος υπέρ του λαού και του αμαρτήσαντος αδερφού του Ααρών.

Στο 11ο κεφ. στιχ. 10,11 ο Θεός δίδει ξεκάθαρα στο λαό να καταλάβει πως
χωρίς τη δική Του ευλογία η γη της Επαγγελίας δεν θα καταστεί γι’ αυτούς από μόνη
της εύφορη. Μάλιστα συγκριτικά με τη Αίγυπτο υστερεί σε φυσικό πλούτο, διότι η
Αίγυπτος ποτίζεται απευθείας από τον Νείλο η δε Παλαιστίνη εξαρτάται απόλυτα
από τις φυσικές συνθήκες άρα από την Θεία Πρόνοια.

Στο 13ο κεφ. ο Θεός κάνει λόγο για τους ψευδοπροφήτες. Δεν πρέπει
κανείς να ακούει «προφήτη» ο οποίος μεν έκανε θαύμα, αλλά προέτρεψε τον λαό σε

98
λατρεία άλλων θεών. Αυτός ο «προφήτης» πρέπει να λιθοβολείται λέει ο Κύριος.
«Του Θεού συγχωρούντος ενεργούσιν οι δαίμονες ίνα δοκιμασθή η αγάπη προς τον
Θεόν» λέει ο Απ. Παύλος. Επομένως, η ορθή διδασκαλία ελέγχει την ποιότητα των
θαυμάτων. Μιλά ακόμη για τους μυστικούς απατεώνες, για τους προπαγανδιστές της
πίστεως, οι οποίοι με ύπουλο και υποκρυπτόμενο πίσω από την «ευλάβεια» τρόπο
καπηλεύονται παραπλανώντας την πίστη του λαού. Είναι οι λύκοι που είναι
ενδεδυμένοι πρόβατα όπως λέει άλλωστε και ο Χριστός.

Ο Θεός ζητά την πίστη του λαού Του κατά την ώρα της μάχης. Η
κατάκτηση της γης της Επαγγελίας επρόκειτο να γίνει με θαυμαστό τρόπο. Οι
ισραηλίτες δεν διέθεταν ιππικό όπως όλοι οι υπόλοιποι λαοί παρά μόνο δυνάμεις του
πεζικού. Άρα δεν υπήρχε ισοτιμία στον πόλεμο· οι Εβραίοι υστερούσαν και μόνο με
τη δύναμη του Θεού μπορούσαν να νικήσουν. Σε αυτόν τον πόλεμο ο Θεός
απαγόρευε τη συμμετοχή των δειλών, διότι αυτοί με τη δειλία τους ήταν πιθανό να
παρασύρουν και του υπόλοιπους.

Στα κεφ. 21-28 ο Θεός νομοθετεί με βάση την αγάπη, τον σεβασμό στην
ανθρώπινη ύπαρξη, τη μητρότητα, τα δικαιώματα της γυναικών, των ξένων, των
φτωχών, των ζώων. Ο ισραηλιτικός λαός έπρεπε να έχει ως λαός εκλεκτός του Θεού
φιλάνθρωπα ήθη, να είναι στοργικός, φιλότιμος, ελεήμων, ηθικός, ευλαβής. Ένας
λαός τέλειος ενώπιον του Κυρίου.

Στα 28ο-30ο κεφ. ο Μωυσής προειδοποιεί τον λαό πως αν συνεχίσουν όμως
να είναι απειθείς προς τον Θεό, οι ευλογίες θα γίνουν κατάρες. Θα φτάσουν σε
σημείο τελείας απόγνωσης, έτσι ώστε ο ένας να τρώει τον άλλο από την πείνα και θα
διασπαρθούν εις τα πέρατα της οικουμένης. Η προφητεία αυτή εκπληρώθηκε πολλές
φορές επί των Κριτών, κατ’ απόλυτο όμως τρόπο θα εκπληρωθεί στην περίπτωση
επιστροφής των Ιουδαίων στον Χριστιανισμό.

Εν τέλη ακολουθεί το κύκνειο άσμα του Μωυσέως, δηλαδή η ωδή που


συνέγραψε λίγο πριν την κοίμησή του. Στην ωδή αυτή ο Μωυσής προφητικά βλέπει
ήδη τους
Εβραίους εγκατεστημένους στη γη της Επαγγελίας, παράλληλα όμως εκθέτει και
περιγράφει την ζοφερή τους αχαριστία και τη Θεία δίκη που τους περιμένει με την
κατάκτησή τους από ξένους κατακτητές. Στο τέλος όμως ο Θεός ελευθερώνει το λαό
Του και στρέφει την οργή Του κατά των εχθρών του λαού τούτου.

Το βιβλίο του Δευτερονομίου κατακλείνεται με το κάλεσμα του Μωυσέως


υπό του Θεού στο όρος Ναβαύ της οροσειράς Αβαρίμ. Από το όρος αυτό ο προφήτης
ευλόγησε τις 12 φυλές του Ισραήλ και είδε με πνευματική δύναμη τη γη της
Επαγγελίας με κάθε λεπτομέρεια. Κατόπιν πέθανε. Ο τάφος του παραμένει μέχρι και
τη σήμερον άγνωστος και τούτο για να μη τον λατρέψουν οι ισραηλίτες σαν θεό. Η
Εκκλησία τιμά τη μνήμη του στις 4 Σεπτεμβρίου. Οπωσδήποτε το τελευταίο κεφ.
γράφηκε από μεταγενέστερο του Μωυσή συγγραφέα, πιθανότατα από τον Ιησού του
Ναυή.

Ο Μωυσής υπήρξε ένας άνθρωπος ορόσημο της Π.Δ. Όλοι οι προ αυτού
προφήτες είχαν ως αποστολή τους να προλειάνουνε το έδαφος της Π.Δ το οποίο
έφερε εις πέρας ο Μωυσής. Όλοι οι μετά αυτού προφήτες είχαν ως σκοπό τους να
ενισχύσουν, διατηρήσουν και ανανεώσουν τον λαό βάση της διαθήκης αυτής και να

99
προετοιμάσουν τον ερχομό του Μεσσία.

Ο Μωυσής προτυπώνει τον Χριστό. Οι βίοι και των δύο έχουν πολλά κοινά
σημεία: Καί οι δύο μόλις γεννήθηκαν κινδύνεψαν. Ο Μωυσής απ’ τον Φαραώ, ο
Ιησούς από τον Ηρώδη. Καί οι δύο έζησαν την παιδική τους ηλικία στην Αίγυπτο.
Εξ’ ερήμου και οι δύο ξεκίνησαν την αποστολή τους. Διά νηστείας 40 ημερών
ετοιμάζεται ο Μωυσής και λαμβάνει τον νόμο, διά νηστείας 40 ημερών καλείται ο
Ιησούς στο δημόσιο έργο Του. Διά των θαυμάτων ο Μωυσής βεβαιώνει την θεία
αποστολή του, διά μεγαλυτέρων θαυμάτων ο Ιησούς αποδεικνύει την Θεία αποστολή
και Θεότητά Του. Ο Μωυσής πρεσβεύει με αυταπάρνηση υπέρ του λαού του, ο
Ιησούς διά της σταυρικής Του θυσίας εθυσιάσθη για την σωτηρία του κόσμου.

Ιησούς του Ναυή


Μετά τον θάνατο του Μωυσή ο Θεός μίλησε στον Ιησού του Ναυή λέγοντας:
«Μωυσής ο θεράπων μου τελεύτηκε». Ο Θεός ονομάζει τον Μωυσή με το ένδοξο όνομα
«θεράπων». Ακόμη κι αν τον τιμώρησε να μην εισέλθει στη γη της Επαγγελίας, ο Θεός
όμως ακόμη και όταν τιμωρεί δεν παύει να αγαπά.

Ο Ιησούς του Ναυή ξεκίνησε αμέσως το έργο της κατάληψης των υποσχόμενων υπό του
Θεού περιοχών. Αμέσως έστειλε κατασκόπους στην Ιεριχώ, πόλη καλά οχυρωμένη
πλησίον του Ιορδάνου ποταμού. Οι κατάσκοποι ισραηλίτες κρύφθηκαν στην οικία μιας
πόρνης ονόματι Ραάβ. Εκείνη ενώ θα μπορούσε βέβαια να προδώσει τους ισραηλίτες
κατασκόπους, όχι μόνο δεν το έκανε, αλλά τους προστάτεψε βάζοντάς τους στον
προσωπικό της χώρο. Οι άνθρωποι του βασιλιά της Ιεριχώ αντιλήφθηκαν την είσοδο των
κατασκόπων στην πόλη τους και δη στον οίκο της πόρνης, όμως δεν μπήκαν στον
ιδιαίτερο χώρο της διότι οι γυναικείοι χώροι τότε ήταν απαραβίαστοι· κάτι σαν άσυλο. Η
Ραάβ είπε στους αγγελιοφόρους του βασιλιά: «Όταν κατά το εσπέρας επρόκειτο να
κλεισθεί η πύλη της πόλεως, οι άνδρες εκείνοι εξήλθαν της οικίας μου και της πόλεως και
δεν γνωρίζω που πορεύθηκαν».

Η Ραάβ φέρθηκε συγκαταβατικά προς τους ισραηλίτες διότι είχε ακούσει για τα
θαύματα που έκανε ο Θεός υπέρ αυτών στην Αίγυπτο και την θαυμαστή πορεία τους επί
της ερήμου και έτσι ζήτησε από αυτούς να της φερθούν επιεικώς, γνωρίζοντας πως ο
Θεός θα τους παραδώσει με θαυμαστό τρόπο την Ιεριχώ. Οι ισραηλίτες κατάσκοποι της
υποσχέθηκαν με όρκο πως θα την διαφυλάξουν ζωντανή κατά την διάρκεια της
επικείμενης επιδρομής τους. Στη Ραάβ οι πατέρες βλέπουν τα έθνη που γύρισαν στον
χριστιανισμό.

Οι ισραηλίτες πληροφορήθηκαν κατόπιν από τους κατασκόπους ότι οι κάτοικοι της


Ιεριχώ ήταν γεμάτοι τρόμο σε πλήρη κατάσταση πανικού διότι είχαν πληροφορηθεί ότι
οι Εβραίοι είχαν πλησιάσει την πόλη τους και είχαν μάθει για τα μεγάλα θαύματα που
είχαν γίνει κατά την έξοδό των Εβραίων από την Αίγυπτο. Πληροφορήθηκαν δε και την
θαυμαστή διάβαση των ισραηλιτών μέσα από τον Ιορδάνη ποταμό. Όπως τότε ο
Μωυσής έσχισε με τη ράβδο του θαυματουργικά την Ερυθρά Θάλασσα, έτσι και τώρα ο
Ιησούς του Ναυή με παρόμοιο τρόπο διαβίβασε το λαό του εν μέσω
τουΙορδάνη αβρόχοις ποσίν.
Μετά το πέρασμα των Εβραίων από τον Ιορδάνη εις ανάμνηση του γεγονότος, ο Ιησούς
του Ναυή διέταξε δώδεκα άνδρες που ο καθένας αντιπροσώπευε μία φυλή του Ισραήλ
να στήσουν μία σωρό δώδεκα λίθων μέσα στην κοίτη του ποταμού, η οποία
θαυματουργικά δεν παρασύρθηκε από την ορμή του ποταμού μέχρι και τις ημέρες
εκείνες που γράφτηκαν τα διαδραματιζόμενα γεγονότα από τον συγγραφέα. Ο σκοπός

100
της θαυματουργικής διαβάσεως του Ιορδάνου ήταν να διδάξει ο Θεός τους Ισραηλίτες
την παντοδυναμία Του και να τρομάξει τους κατοίκους της Χαναάν.
Κατόπιν ακολούθησε η μαζική περιτομή των ανδρών στο όρος των ακροβυστιών. Οι
Ισραηλίτες για πολλά χρόνια είχαν μείνει απερίτμητοι κατά τη διάρκεια της πορείας τους
στην έρημο. Τώρα έπρεπε να περιτμηθούν λίγο πριν την είσοδό τους στη γη της
Επαγγελίας.
Μετά την περιτομή, ο Αρχάγγελος Μιχαήλ εμφανίστηκε στον Ιησού του Ναυή, ο οποίος
τον προσκύνησε. Η εμφάνιση του αρχαγγέλου είχε ενισχυτικό χαρακτήρα λίγο πριν την
άλωση της Ιεριχούς.
Εν τω μεταξύ, οι κάτοικοι της Ιεριχώ πανικοβλημένοι είχαν κλειστεί στην καλά
οχυρωμένη πόλη τους πίσω από τα γιγάντια τείχη αυτής. Επί έξι ημέρες πολιορκούσαν
οι Εβραίοι την Ιεριχώ γυρίζοντας κυκλικά γύρω από τα τείχη της πόλεως και
σαλπίζοντας. Αυτό είχε ασφαλώς θρησκευτικό και όχι στρατιωτικό χαρακτήρα, ομοίαζε
με κήρυγμα μετανοίας για τους κατοίκους της Ιεριχώ. Είχαν άλλωστε και άλλον να τους
κηρύξει μέσα από τα τείχη· την πόρνη Ραάβ. Έμειναν όμως αμετανόητοι και έτσι την
έβδομη ημέρα σαλπίζοντας οι ιερείς του Υψίστου, τα τείχη έπεσαν θαυματουργικά και η
πόλη λεηλατήθηκε. Δεν έμεινε κανείς ζωντανός, πλην της πόρνης Ραάβ και των οικείων
αυτής.
Ο αρχαιολόγος Garstang κάνοντας ανασκαφές στην περιοχή αποδεικνύει όλα αυτά τα
γεγονότα. Διαπίστωσε δηλαδή πως η πόλη κατά το 1500 και 1400 π.Χ διέθετε διπλά
τείχη τα οποία καταστράφηκαν από σεισμό. Ορίζει δε την καταστροφή κατά το 1408-
1388 π.Χ χρονολογίες δηλαδή που συμπίπτουν με τις περιγραφές της Βίβλου.
Οι ισραηλίτες όμως παρόλα αυτά υπέπεσαν σε μέγα παράπτωμα διότι έλαβαν εκ των
αναθεματισμένων λαφύρων της Ιεριχούς που τους είχε απαγορευθεί. Έτσι, όταν
αργότερα επιτέθηκαν κατά της πόλης Γαι υπέστησαν βαριά ήττα. Η αιτία της ήττας ήταν
τα λάφυρα που συνέλεξε ο ισραηλίτης Άχαρ. Ας προσέξουμε έντονα την προσευχή που
έκανε ο Ιησούς του Ναυή αμέσως μετά την ήττα: «Ο Ιησούς έσχισε τα ιμάτιά του εκ της
λύπης του, έπεσε πρηνής κατά γης έχων το πρόσωπο αυτού ενώπιον της σκηνής του
Κυρίου μέχρις εσπέρας».[1]
Αμέσως μετά έλαβε εντολή ο Ιησούς να διαιρέσει τους ισραηλίτες σε φυλές, δήμους και
οίκους αποκλείοντας σταδιακά τους μη ενόχους. Έτσι έφτασε μέχρι την ανακάλυψη του
ενόχου Άχαρ τον οποίον και λιθοβόλησαν καταπαύοντας έτσι της οργή του Θεού. Η
αποκάλυψη του ενόχου έγινε με κλήρο και όχι με δίκη, δείχνοντας έτσι ο Θεός και όχι οι
άνθρωποι τον ένοχο.
Μετά από αυτά τα γεγονότα ακολούθησε η κατάληψη της πόλης Γαι. Η Γαι στην
πραγματικότητα δεν ήταν κατοικημένη πόλη αλλά φρούριο της Ιεριχούς. Εκεί οι
Χαναναίοι είχαν τοποθετήσει άνδρες και γυναίκες μαχητές. Γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο
ο Ιησούς του Ναυή αρχικά είχε στείλει λίγους άνδρες να πολεμήσουν και λόγω αμαρτιών
ηττήθηκαν. Ο Vinkent, περίφημος αρχαιολόγος λέει ξεκάθαρα πως η Γαι που σημαίνει
στα εβραϊκά ερείπια ήταν ακατοίκητη περιοχή κατά το 2000-1200 π.Χ. Ο λόγος που οι
Εβραίοι ήθελαν να την καταλάβουν ήταν γιατί είχε στρατηγική θέση για την κατάληψη
της κεντρικής οροσειράς της Παλαιστίνης.
Μετά τον θρίαμβο της Γαι, οι βασιλείς της Παλαιστίνης ένωσαν τις δυνάμεις τους
εναντίον των ισραηλιτών. Οι Ιεβουσαίοι και οι Αμορραίοι πολιόρκησαν την Γαβαών την
οποία είχαν κατακτήσει οι Εβραίοι κατέχοντας έτσι μία πολύ σημαντική στρατηγική
θέση στην περιοχή. Η μάχη της Γαβαών είχε ευτυχή κατάληξη για τους Ισραηλίτες και
τον ηγέτη τους Ιησού του Ναυή. Βέβαια η νίκη αυτή ήταν Θείας προελεύσεως, αφού ο
Θεός έβρεχε χοντρό χαλάζι εναντίον των εχθρών του Ισραήλ φονεύοντας πολλούς
αντίπαλους μαχητές. Ο Ιησούς παρακάλεσε τον Θεό να μακρύνει τη διάρκεια της
ημέρας, μειώνοντας παράλληλα τη διάρκεια της νύχτας ώστε να συντομεύσει με την
κατατρόπωση των εχθρών του, όπερ και εγένετο. Οι πέντε αντίπαλοι βασιλείς των
ισραηλιτών πιάστηκαν αιχμάλωτοι και θανατώθηκαν και έτσι στα χέρια των Εβραίων
πέρασαν έξι ισχυρές πόλεις της Χαναάν.
Ακολούθως ο Ιησούς του Ναυή προχώρησε στην κατάληψη των βορείων επαρχιών της
Χαναάν προχωρώντας μόνο με πεζικό χωρίς καθόλου ιππικό. Ο Θεός είχε απαγορεύσει
στους Εβραίους την κατοχή ιππικού για να γίνει πλήρως κατανοητό σ’ αυτούς και στους
εθνικούς ότι η νίκη τους ήταν Θείας προέλευσης. Αξιοσημείωτο είναι πως οι ισραηλίτες
κερδίζοντας τις μάχες έκοπταν τα νεύρα των αλόγων των ηττημένων αντιπάλων για να

101
καταστούν αυτά τα ζώα άχρηστα και σ’ αυτούς και στους εχθρούς τους.
Ο πόλεμος σε αυτές τις περιοχές διήρκησε επτά χρόνια, διότι πολεμούσαν μία μία πόλη η
οποία αντιστέκονταν.
Υπάρχει ένα ερώτημα προς απάντηση: Οι ισραηλίτες κατηγορήθηκαν ως ληστρική
δολοφονική φυλή, διότι θανάτωσαν στο πέρασμά τους οτιδήποτε ανέπνεε. Δηλαδή
ακόμη και αθώες υπάρξεις.
Θα πρέπει όμως να εξετάσουμε τα πράγματα βάση του δικαίου που επικρατούσε την
εποχή εκείνη. Οι αντίπαλοι των ισραηλιτών επιδίδονταν σε πολύ σκληρότερες πράξεις.
Δεν σκότωναν απλώς, αλλά βασάνιζαν απάνθρωπα τους ηττημένους αντιπάλους τους και
ατίμαζαν τους νέους και τις νέες. Μία επιγραφή του Ασσουρμπανιμπάλ βασιλιά της
Νινευί περί του 7ουαι. π.Χ μας πείθει για τα παραπάνω: «...αρκετούς εξ’ αυτών έγδαρα
ζωντανούς και τα δέρματά τους τα κρέμασα στους τοίχους...άλλων έκοψα τη μύτη,
άλλων τα πόδια, άλλων τας χείρας, και άλλων τα αυτιά. Από άλλους έβγαλα τα
μάτια...ητίμασα τους νέους και τας νεάνιδας...». Πρέπει επίσης να κατανοήσουμε πως η
θανάτωση των Χαναναίων έγινε για να κατατροπωθεί η ειδωλολατρία και όχι το
ανθρώπινο πρόσωπο. Ήταν μια μορφή θεομηνίας που η εκτέλεση αυτής παραδόθηκε
στον ισραηλιτικό λαό. Ένας και μοναδικός ήταν ο σκοπός του Θεού: η διαφύλαξη της
πίστεως των ισραηλιτών και η αποφυγή της αναμείξεών τους με τα όμορα
ειδωλολατρικά έθνη.
Εν τέλη, Ο Ιησούς του Ναυή όταν ήταν 90 ετών κλήθηκε από τον Θεό να διαμοιράσει τις
κατακτηθείσες περιοχές και αυτές που επρόκειτο να κατακτηθούν. Μοιράσθηκαν λοιπόν
όλες οι περιοχές ανά φυλή όπως βλέπουμε παρακάτω στον χάρτη. Η φυλή Λευί έλαβε 48
πόλεις διεσπαρμένες στη γη της Επαγγελίας (ως συνδετικός κρίκος όλων των φυλών ως
ιερατική φυλή) όλες πλησίον σχετικά με την Ιερουσαλήμ. Επίσης, ορίστηκαν μερικές
πόλεις ως άσυλα για τους ακούσιους φονείς μέχρις ότου γίνει η δίκη τους.
Ο Ιησούς όρκισε το λαό πριν πεθάνει να μη λατρεύσουν άλλους θεούς αλλά να μείνουν
πιστοί στον μόνο Αληθινό Θεό. Πέθανε σε ηλικία 110 ετών, όπως επίσης πέθανε και ο
αρχιερέας Ελεάζαρ, ο οποίος αντικαταστάθηκε από τον Φινεές.
Δεν πέρασε όμως πολύς καιρός από τον θάνατο του Ιησού του Ναυή και οι ισραηλίτες
άρχισαν να λατρεύουν την Αστάρτη και τον Ασταρώθ θεούς των ειδωλολατρικών λαών.
Για τον λόγο αυτό ο Θεός τους παρέδωσε στην κατοχή των εθνών για 18 έτη.
Αυτή εν περιλήψει είναι η θαυμαστή ιστορία του Ιησού του Ναυή. Η Εκκλησία μας τιμά
την μνήμη του στις 1 Σεπτεμβρίου. Ενώ των Δικαίων Ελεάζαρ και Φινεές στις 2
Σεπτεμβρίου.

1200-1000 π.Χ Οι Κριτές του Ισραήλ


Η ιστορία των Κριτών διαδραματίζεται περίπου
από το 1250-1050 π.Χ.

Το Ισραήλ παρότι είχε λάβει εντολή από τον Θεό


να αφανίσει όλους τους λαούς που κατοικούσαν
στη Χαναάν, εντούτοις εξ’ αμελείας και όχι εξ’
αδυναμίας δεν τους εξολόθρευσαν πλήρως
οργίζοντας έτσι εναντίον τους τον Θεό.

Άγγελος Κυρίου εμφανίστηκε τότε στην κοιλάδα


του Κλαυθμώνος και επιτίμησε τους ισραηλίτες γι’
αυτήν τους την αμέλεια. Τους ανήγγειλε δε πως ο
Θεός αποφάσισε να αφήσει τα ειδωλολατρικά έθνη
να ζουν ανάμεσά τους ώστε οι θεοί των εθνών να
γίνουν παγίδες πτώσεώς των. Στο άκουσμα αυτών των λόγων, οι Εβραίοι έκλαψαν
πικρά, εξ’ ου και «κοιλάδα του Κλαυθμώνος» ονομάστηκε το μέρος εκείνο.

102
Μετά τον θάνατο του Ιησού του Ναυή, το ισραηλιτικό έθνος ξέχασε τον Θεό του, και
λάτρεψε άλλους θεούς παροργίζοντας τον Κύριο. Ο Θεός τους εγκατέλειψε
αφήνοντάς τους να γίνουν δούλοι των ειδωλολατρών. Το Ισραήλ για πολλά χρόνια
υποδουλώθηκε στους εχθρούς του. Ο Θεός όμως και πάλι κοιτούσε εύσπλαχνα τον
αχάριστο λαό Του και απέστελλε από καιρού εις καιρόν δίκαιους ανθρώπους με
σκοπό την αφύπνιση και την μετάνοια. Οι φωτισμένοι αυτοί άνθρωποι ονομάστηκαν
Κριτές. Σκοπό τους είχαν την απελευθέρωση του Ισραήλ από τα βάρβαρα έθνη και
την επιστροφή του εκλεκτού λαού στην μόνη αληθινή πίστη.

Ο πρώτος κριτής που ανέγειρε ο Κύριος, ήταν ο Γοθονιήλ, ο οποίος ελευθέρωσε το


Ισραήλ από την κατοχή του βασιλέως Χουσαρσαθαίμ. Όμως οι Εβραίοι αμέσως μετά
τον θάνατο του Γοθονιήλ ξέχασαν τις ευεργεσίες του Θεού και προσέτρεξαν και πάλι
με ακόρεστη μανία στη λατρεία των ειδώλων· με αποτέλεσμα να δεχτούν νέες
τιμωρίες του Θεού που σκοπό πάντοτε είχαν την παιδαγωγία τους. Έτσι, οι
Μωαβίτες κατέλαβαν το Ισραήλ κάνοντας τους Εβραίους φόρου υποτελείς σ’
αυτούς.

Ο Κριτής Αώδ ανέλαβε αυτή τη φορά την απελευθέρωση των ισραηλιτών. Μια μέρα
επισκέφθηκε τον βασιλιά Εγλών δήθεν για να πληρώσει τον φόρο υποτέλειας για
λογαριασμό του λαού του. Υποκρίθηκε μάλιστα πως είχε να πει στον βασιλιά ένα
μυστικό και πλησιάζοντας κοντά του τον φόνευσε με ένα μικρό μαχαίρι 25
εκατοστών. Η δολοφονία του βασιλιά Εγλών προκάλεσε πανικό στους Μωαβίτες,
δίνοντας έτσι ευκαιρία εξέγερσης στους ισραηλίτες.

Μεταξύ των κριτών συναντάμε και μία γυναίκα ονόματι Δεββώρα η οποία με
τρομερά τεχνάσματα συνέτριψε τον βασιλιά Σισάρα.

Κατόπιν, οι σημαντικότεροι Κριτές του Ισραήλ των οποίων ξεχωριστά


παρουσιάζουμε το βίο και τη δράση τους, είναι οι Γεδεών, Ιεφθάε και Σαμψών.

Γεδεών και Αβιμέλεχ.

ΓΕΔΕΩΝ και ΑΒΙΜΕΛΕΧ

Οι Ισραηλίτες λόγω της αποστασίας τους κατά του Θεού έπεσαν στα χέρια των
Μαδιανιτών. Η κατοχή των Μαδιανιτών ήταν πολύ σκληρή για του Εβραίους, με

103
αποτέλεσμα αυτοί να προσφύγουν στα βουνά και στις οπές της γης για να γλιτώσουν
απ’ αυτή την καταπίεση. Κάτω απ’ αυτές τις συνθήκες βόησαν προς τον Θεό
επιζητώντας το έλεός Του. Ο Θεός εξαπέστειλε τον προφήτη Του τον Γεδεών, τον
οποίο κάλεσε στέλνοντας σ’ αυτόν άγγελο υπό μορφή ανθρώπου. Ο άγγελος είπε
στον Γεδεών: «Ο Κύριος πλήρης ισχύος και δυνάμεως είναι μαζί σου»! Ο Γεδεών
απάντησε: «Μαζί μου, Κύριέ μου, είναι ο Θεός! Εάν ο Κύριός μας είναι μαζί μας,
διατί μας βρήκαν οι δυστυχίες αυτές; Που είναι τα θαυμαστά εκείνα πράγματα τα
οποία μας διηγήθηκαν οι προπάτορές μας, οι οποίοι μας είπαν: Ο Κύριος δεν είναι
εκείνος ο οποίος μας έβγαλε από την Αίγυπτο; Τώρα όμως μας πέταξε και παρέδωσε
στα χέρια των Μαδιανιτών». Ο άγγελος όμως επέμεινε και του είπε: «Πήγαινε και με
τη δύναμη αυτή που θα έχεις θα σώσεις τον ισραηλιτικό λαό από τα χέρια των
Μαδιανιτών»

Ο Γεδεών αντιλήφθηκε πως ο συνομιλητής του δεν ήταν ένας κοινός άνθρωπος
αλλά απεσταλμένος του Θεού. Για να πειστεί όμως γι’ αυτό του ζήτησε να
θυσιάσουν στον Θεό ώστε να βεβαιωθεί πως δεν ήταν φάντασμα ή δαίμονας. Ο
Άγγελος έδειξε με τον δικό του τρόπο ότι ήταν πράγματι απεσταλμένος του Θεού.
Με την ράβδο του άγγιξε τα δώρα της θυσίας και αυτά κάηκαν μονομιάς. Το σημείο
αυτό έπεισε τον Γεδεών πως ο συνομιλητής του ήταν άγγελος Κυρίου.

Αμέσως μετά την λήψη της αποστολής του, το πρώτο πράγμα που έκανε ήταν να
γκρεμίσει το θυσιαστήριο του θεού Βάαλ και στη θέση του να αναγείρει νέο
θυσιαστήριο για τον αληθινό Θεό και όλα αυτά προς έκπληξη των συγγενών και
συμπολιτών του. Ονόμασε δε τον εαυτό του «Ιεροβάαλ», λέγοντας: «Αν ο Βάαλ
είναι αληθινός θεός, ας υπερασπιστεί τον βωμό του». Με αυτό τον τρόπο ο Γεδεών
παρότρυνε τους ισραηλίτες να επαναστατήσουν κατά των Μαδιανιτών.

Ο Γεδεών όμως εξακολουθούσε να έχει την ανησυχία για το αν ο Θεός θα τον


βοηθούσε στην εκπλήρωση της αποστολής που μόλις είχε αναλάβει και έτσι ζήτησε
να δει ένα θαύμα για πειστεί. Κρατώντας ένα κομμάτι από μαλλί προβάτου ζήτησε εν
πρώτοις το πρωί που θα ξημέρωνε να πέσει δροσιά μόνο στον πόκο μαλλιού και όχι
στον κάμπο όπερ και εγένετο. Κατά δεύτερον την επομένη να συμβεί το αντίθετο, το
οποίο και πάλι συνέβη. Το θαύμα αυτό τον έπεισε πως η αποστολή του θα είχε αίσιο
τέλος.

Αμέσως μετά το θαύμα άρχισε τις ετοιμασίες για την επικείμενη μάχη με τους
Μαδιανίτες. Συγκέντρωσε 32.000 στρατιώτες. Όμως ο Θεός του είπε πως είναι
πολλοί για να νικήσουν τους 135.000 εχθρούς! Και τούτο διότι ήθελε ο Θεός να
φανεί ξεκάθαρα στον ισραηλιτικό λαό η κραταιά του δύναμη. «Όποιος είναι δειλός
για να αντιμετωπίσει τον πολυάριθμο εχθρό, ας γυρίσει σπίτι του» διέταξε ο Θεός. Κι
έτσι από τους 32.000 έμειναν μόνο 300 μαχητές!

Ο Γεδεών χώρισε τους 300 στρατιώτες του σε τρία μέρη ανά 100 μαχητές ώστε να
προσβάλουν τους Μαδιανίτες ταυτόχρονα από τρία μέρη ώστε αυτοί να νομίσουν
πως είναι περικυκλωμένοι. Αυτό ήταν οπωσδήποτε στρατήγημα σπουδαίο.

Οι στρατιώτες αυτοί όρμισαν ενώ ακόμη δεν είχε ξημερώσει στο στρατόπεδο των
Μαδιανιτών σαλπίζοντας τις σάλπιγγες που κρατούσαν στο δεξιό τους χέρι και
κρατώντας αναμμένο δαδί στο αριστερό τους χέρι. Η θέα αυτού επέφερε μεγάλο
πανικό στους αγουροξυπνημένους Μαδιανίτες με αποτέλεσμα αυτοί να

104
αλληλοσπαραχθούν μεταξύ τους.

Οι Μαδιανίτες κυνηγημένοι πέρασαν τον Ιορδάνη ποταμό κατευθυνόμενοι


νοτιοανατολικά με τον Γεδεών και τους 300 άνδρες τους να καταδιώκουν ξωπίσω. Η
ταλαιπωρία των ισραηλιτών από την μάχη ήταν μεγάλη και οι 300 ζήτησαν στην
πόλη Σοκχώθ υλική στήριξη για να μπορέσουν να ολοκληρώσουν την εκδίωξη των
Μαδιανιτών. Η εξασθένιση όμως του πατριωτικού αισθήματος που ήταν γενικό
φαινόμενο την εποχή των κριτών οδήγησε τους άρχοντες της Σοκχώθ στο αρνηθούν
κάθε μορφή βοήθειας στον Γεδεών και τους 300.

Τότε ο Γεδεών τους καταράστηκε και υποσχέθηκε ότι θα τους τιμωρήσει σκληρά
όταν επιστρέψει: «Θα καταξεσκίσω τα σώματά σας στα αγκάθια της ερήμου και στα
γαϊδουράγκαθα των φυτών...θα κατεδαφίσω εκ θεμελίων τον πύργο σας...» είπε
στους κατοίκους της Σοκχώθ και στους κατοίκους της πόλεως Φανουήλ που επίσης
του αρνήθηκαν κάθε μορφή βοήθειας σ’ αυτούς. Πράγματι, αφού φόνευσε τους
βασιλείς των Μαδιανιτών, κατά την επιστροφή του σκότωσε τους κατοίκους της
Σοκχώθ και τους κατοίκους της Φανουήλ ως ενόχους εσχάτης προδοσίας.

Οι ισραηλίτες τότε σκέφθηκαν να κάνουν τον Γεδεών βασιλιά τους, όμως εκείνος
από την μετριοφροσύνη του απάντησε πως βασιλιάς του Ισραήλ είναι μόνο ο Θεός.

Σαράντα έτη δεν σήκωσαν ξανά κεφάλι οι Μαδιανίτες προσφέροντας έτσι όλα αυτά
τα χρόνια ένα ειρηνικό περιβάλλον στο Ισραήλ. Όσο ζούσε ο Γεδεών οι ισραηλίτες
λάτρευαν το αληθινό Θεό. Με τον θάνατο αυτού όμως επέστρεψαν στα ίδια· δηλαδή
στη λατρεία των ειδώλων. Ακόμη και υιοί του Γεδεών, εβδομήντα στον αριθμό λόγω
της πολυγαμίας που επικρατούσε τότε, υπέπεσαν στην ειδωλολατρία.

Από τους 70 υιούς του Γεδεών, ο Αβιμέλεχ υιος δευτέρας σειράς (υιός δούλης και
όχι της πρώτης συζύγου) θέλησε να γίνει βασιλιάς του Ισραήλ. Δολοφόνησε τα
αδέρφια του ώστε αυτός πλέον να μείνει μόνος και ανενόχλητος να βασιλεύσει.
Ένας όμως αδελφός του, ο Ιωάθαμ γλύτωσε της σφαγής και αργότερα με ένα
φλογερό κήρυγμα έστρεψε το λαό εναντίον του Αβιμέλεχ λέγοντας: «Σεις όμως
επαναστατήσατε σήμερα εναντίον του πατρικού μου οίκου και εφονεύσατε τους 70
υιούς του επί ενός και του αυτού λίθου και ανακηρύξατε βασιλέα σας υιόν της
δούλης του, τον Αβιμέλεχ, στους κατοίκους της Συχέμ, διότι είναι συγγενής σας...»

Οι κάτοικοι της Συχέμ επαναστάτησαν εναντίον του Αβιμέλεχ και στη χώρα
επικράτησε αναρχικό κλίμα χωρίς καμία ασφάλεια και σταθερότητα για τους
κατοίκους για αρκετό καρό. Ένας Συχεμίτης ονόματι Γαάλ μέσα σ’ αυτό το άστατο
κλίμα βρήκε την ευκαιρία να γίνει αρχηγός των Συχεμιτών. Ο Αβιμέλεχ όμως
επέστρεψε πολιόρκησε την Συχέμ και νίκησε τα στρατεύματα του Γαάλ. Μπαίνοντας
στη Συχέμ θέλησε να εκδικηθεί τους Συχεμίτες καταστρέφοντας τον πύργο της
πόλεως, όμως μία γυναίκα από ψηλά έρριψε στην κεφαλή του μια μυλόπετρα
θανατώνοντάς τον. Έτσι έληξε η θλιβερή ιστορία του Αβιμέλεχ.

Η ιστορία του Ιεφθάε.


105
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΟΥ ΙΕΦΘΑΕ

Ο Ιεφθάε ήταν ο 13ος κατά σειρά κριτής του Ισραήλ και ένας από τους πιο σημαντικούς.
Την περίοδο κατά την οποία έζησε, οι ισραηλίτες φτάσανε σε αποστασία φρικτή δεν
ελάτρευαν μόνο τον Βάαλ και την Αστάρτη, αλλά και τους άλλους θεούς των γειτονικών
περιοχών. Έτσι έπεσε στα κεφάλια αυτών ανάλογη τιμωρία· ο Θεός τους παρέδωσε
στους λαούς των οποίων τους θεούς λάτρευσαν.

Οι ισραηλίτες μέσα στην τραγική κατάσταση που βρίσκονταν φώναξαν στον Θεό
αναγνωρίζοντας εκ βάθους την αμαρτία τους. Ο Θεός με ειρωνεία όμως απάντησε προς
αυτούς: «Βοήσατε προς τους ξένους θεούς, ας σας σώσουν». Οι Εβραίοι όμως επέμειναν
στην προσευχή τους προσθέτοντας και έργα μετανοίας. Απομάκρυναν τα αγάλματα των
θεών για να δηλώσουν έτσι την ειλικρινή μετάνοιά τους.

«Ωλιγώθη η ψυχή αυτού εν κόπω ισραήλ». Δηλαδή ο Θεός συγκινήθηκε, υπέφερε


ψυχικά για την αθλιότητα των ισραηλιτών. Η Αγία Γραφή αποδίδει στον Θεό συχνά
ανθρώπινα συναισθήματα για να αντιληφθούμε εμείς καλλίτερα την συμπεριφορά Του.

Τώρα πλέον οι Εβραίοι σίγουροι ότι θα λάβουν τη Θεία βοήθεια αποφάσισαν να


επιτεθούν κατά των Αμμωνιτών στους οποίους ήταν υπόδουλοι. Έπρεπε όμως να
εκλέξουν έναν αρχηγό.

Ο Ιεφθάε ήταν υιός πόρνης. Ήταν πολύ δυνατός σωματικά· όμως τα αδέλφια του λόγω
της πόρνης μητέρας του, τον είχαν αποκλείσει από κάθε δικαίωμα κληρονομιάς της
πατρικής περιουσίας.

Όταν μετά από χρόνια οι Αμμωνίτες κήρυξαν πόλεμο κατά των ισραηλιτών, οι κάτοικοι
της Γαλαάδ, από την οποία πόλη κατάγοντας ο Ιεφθάε, του ζήτησαν να ηγηθεί του
ισραηλιτικού στρατού. Ο Ιεφθάε όμως έχοντας ήδη πικρή γεύση από τη συμπεριφορά
των συμπατριωτών του δέχτηκε μεν να ηγηθεί των πολεμικών επιχειρήσεων, αλλά με τον
όρο ότι εάν αυτός κέρδιζε του Αμμωνίτες, θα παρέμενε ισόβιος αρχηγός του Ισραήλ και
μετά το τέλος του πολέμου.

Ο πόλεμος ξεκίνησε. Ο Ιεφθάε έταξε στον Θεό, πως εάν γυρίσει νικητής στην πατρίδα
του όποιος θα τον προϋπαντούσε πρώτος, αυτός θα προσφέρονταν ολοκαύτωμα στον
Θεό. Το δυστύχημα για τον Ιεφθάε ήταν ότι αυτή που τον υποδέχτηκε πρώτη με
τύμπανα και χορούς ήταν η μονάκριβη κόρη του! Ο Ιεφθάε διέρρηξε τα ιμάτιά του από
τη λύπη... Η κόρη του όμως μη δυνάμενη να αρνηθεί τον ανόητο όρκο του πατρός της

106
παραδόθηκε στο φρικτό μαρτύριο.

Το ερώτημα που προκύπτει είναι το πως ένας κριτής και μάλιστα επαινούμενος υπό της
Αγ. Γραφής σκέφθηκε πως ο Θεός θα ευαρεστούνταν σε μία ανθρωποθυσία; Αυτό
εξηγείται σύμφωνα με τον ζωηρό χαρακτήρα που διέθετε ο Ιεφθάε. Ήταν άνθρωπος
πολύ παρορμητικός. Ο Θεός βέβαια δεν ευαρεστήθηκε από την θυσία αυτή. Εμπόδισε
παλαιότερα τη θυσία του Ισαάκ αλλά δεν εμπόδισε τη θυσία της κόρης του Ιεφθάε για να
σωφρονίσει όλους εμάς τους αναγνώστες να μη τάζουμε στο Θεό εύκολα και
απερίσκεπτα.

Άλλωστε αργότερα ο Χριστός απαγόρεψε τους όρκους λέγοντας: «Aκούσατε επίσης, πως
δόθηκε στους αρχαίους η εντολή: Nα μην αθετήσεις τους όρκους σου, αλλά να
αποδώσεις στον Kύριο όσα ορκίστηκες. Eγώ όμως σας λέω να μην ορκιστείτε καθόλου
μήτε στον ουρανό, γιατί είναι θρόνος του Θεού μήτε στη γη, γιατί είναι ακουμπιστήρι
των ποδιών του μήτε στα Iεροσόλυμα, γιατί είναι πόλη του μεγάλου βασιλιά. Mήτε στο
κεφάλι σου να ορκιστείς, γιατί δεν μπορείς ούτε μια τρίχα του να την κάνεις άσπρη ή
μαύρη. O λόγος σας λοιπόν να σημαίνει ναι, όταν λέτε ναι, και όχι, όταν λέτε όχι, γιατί
καθετί πέρα απ’ αυτά πηγάζει από τον πονηρό».

Ο Ιεφθάε ήταν κριτής του ισραηλιτικού λαού για έξι χρόνια. Ύστερα πέθανε και ετάφη
στην πόλη του Γαλαάδ.

*Σημ. Υπάρχουν ορισμένοι ερμηνευτές που δεν δέχονται οτι ο Ιεφθάε προχώρησε σε
ανθρωποθυσία της κόρης του, αλλά η ότι η Γραφή εννοεί πως θυσίασε την παρθενία της
στον Θεό. Ότι δηλαδή της απαγορεύτηκε δια βίου ο γάμος. Παραθέτουμε αυτούσια την
παραπάνω άποψη:

Θυσίασε πραγματικά ο Ιεφθαέ την κόρη του; Ανάλυση των Κριτών 11:31

Σημείωση: Τα παρακάτω αποτελούν μέρος του βιβλίου του Ε. W. Bullinger: Great cloud
of witnesses in Hebrews 11, Kregel Publications, 1979, σελ. 324-331. Αυτό το βιβλίο,
καθώς και τα υπόλοιπα αυτού του εξαιρετικού συγγραφέα, είναι ελεύθερα από
copyright.

Η Γραφή μας συστήνει τον Ιεφθάε χρησιμοποιώντας τον ίδιο τίτλο που
χρησιμοποιήθηκε και για τον Γεδεών: “δυνατός εν ισχύϊ” (Κριτές 11:1)

Και πάλι δεν μας ενδιαφέρει η ιστορία του σαν ανθρώπου, αλλά η πίστη του, η οποία
ήταν από τον Θεό.

Ο Ιεφθάε ήταν κάποιος που φοβόταν τον Κύριο. Στις πρώτες λέξεις που έχουμε από
αυτόν, καλεί τον Κύριο να είναι μάρτυρας. έπειτα πήγε “και ελάλησεν πάντας τους
λόγους αυτού ενώπιον του Κυρίου εν Μισπά.” (στίχος 11).
Το μήνυμα του προς τον βασιλιά των Αμμωνιτών (στίχοι 14-27) δείχνει ότι ήξερε καλά
την ιστορία του λαού του, όπως αυτή καταγράφονταν στο “βιβλίο του Νόμου”. Θα

107
πρέπει να το είχε μελετήσει καλά και προσεκτικά. γιατί όχι μόνο ξέρει τα ιστορικά
γεγονότα που καταγράφονται εκεί, αλλά επίσης τα αναγνωρίζει σαν πράξεις πίσω από
τις οποίες ήταν ο Κύριος.

Όλα αυτά τα γεγονότα τα έκανε αναγωγή στον Κύριο. Ήταν Αυτός που “παρέδωσε τον
Σηών και ολόκληρο τον λαό του στο χέρι του Ισραήλ” (στίχος 21). Ήταν ο Κύριος ο Θεός
του Ισραήλ που έδιωξε τους Αμορραίους από μπροστά από τον λαό Του (στίχος 23). Ότι
ο Ιεφθάε και ο Ισραήλ κατείχαν δεν ήταν παρά ότι ο Κύριος τους είχε δώσει (στίχος 24) .
Και ήταν ο Κύριος, στο ρόλο Του ως Κριτής, τον οποίο ο Ιεφθάε επικαλούνταν τώρα για
να κρίνει μεταξύ Ισραήλ και Αμμών (στίχος 27).

Ο Ιεφθάε είχε “ακούσει” τα λόγια του Κυρίου όπως αυτά καταγράφονταν στην Γραφές
της αλήθειας. και τα πίστεψε.

Ήταν αυτή η πίστη στην οποία αναφέρετε η προς Εβραίους 11. Ο απόστολος γνώριζε τι ο
Ιεφθάε πίστευε, και την πίστη με την οποία διαμέσου του Θεού νίκησε. Αυτό είναι που
δίνει στον Ιεφθάε την θέση του σ' αυτό το μεγάλο “σύννεφο μαρτύρων” της προς
Εβραίους 12:1.

Όταν έτσι κάλεσε τον Θεό να κρίνει διαβάζουμε: “Τότε, ήρθε επάνω στον Ιεφθάε
Πνεύμα Κυρίου” (στίχος 29) διαβάζοντας έτσι και πάλι τις λέξεις που περιγράφουν την
δράση του Αγίου Πνεύματος στην εποχή του νόμου.

Με την δύναμη του Αγίου Πνεύματος, ο Ιεφθάε έκανε τον πόλεμο με τους Αμμωνίτες και
ο Κύριος στεφάνωσε την πίστη του παραδίδοντας τους στο χέρι του (στίχος 32).

Αυτή είναι η πολύ απλή περίπτωση της πίστης του Ιεφθάε, που οδήγησε σε θρίαμβο, και
δεν υπάρχει κάτι περισσότερο που μπορεί κάνεις να προσθέσει σ΄ αυτήν. Αυτός είχε
απλά διαβάσει τι ο Κύριος είχε κάνει και έτσι άκουσε αυτά που Εκείνος είχε πει. Πίστεψε
αυτά που διάβασε και άκουσε, και αυτό ήταν αρκετό για να τον βάλει ανάμεσα στους
“πρεσβυτέρους που απέκτησαν καλή μαρτυρία” (Προς Εβραίους 11:2) λόγω της πίστης
τους.

Ωστόσο στην περίπτωση του Ιεφθάε, όσο σε καμιά άλλη, αισθανόμαστε υποχρεωμένοι
να βγούμε έξω από το θέμα μας για να τον υπερασπιστούμε από ότι όπως θα δούμε δεν
είναι παρά άδικη κρίση των ανθρώπων σχετικά με το πρόσωπο του.

Όπως ο Μωυσής έτσι και ο Ιεφθάε “μίλησε άστοχα με τα χείλη του” (Ψαλμοί 106:33),
αλλά αυτό δεν αγγίζει την πίστη του σε ότι είχε ακούσει από τον Θεό. την ευχή του την
έκανε ορμώμενος από ζήλο και όχι από γνώση.

Ότι θα θυσίαζε την κόρη του και ο Θεός δεν θα απόρριπτε με ένα λόγο αποδοκιμασίας
μια ανθρωποθυσία είναι μια απίστευτη και παράλογη θεωρία. Αυτή δεν είναι παρά μια
ανθρώπινη ερμηνεία η οποία έχει γίνει χωρίς προσεκτική εξέταση του κειμένου.

Είναι σημαντικό να αναφέρουμε εδώ ότι ο αρχαίος Ιουδαίος σχολιαστής Ραβί David
Kimchi (1160-1232) αποδίδει τις λέξεις της ευχής (Κριτές 11:31) πολύ διαφορετικά από
τις σημερινές μεταφράσεις και μας λέει ότι και ο πατέρας του Ραβί Joseph Kimchi είχε
την ίδια άποψη. Πατέρας και γιος μαζί με τον Ραβί Levi ben Gerson, όλοι τους από τους

108
πλέον διαπρεπείς Εβραίους μελετητές - που θα έπρεπε να γνώριζαν καλύτερα από
οποιοδήποτε Εθνικό μελετητή - συμφωνούσαν χωρίς περιστροφές σε απόδοση των
λέξεων της ευχής η οποία αντί να την κάνει να μοιάζει σαν να αναφέρεται σε ένα και
μόνο αντικείμενο, όπως οι σημερινές μεταφράσεις, την μεταφράζει και την ερμηνεύει
σαν να αποτελείτε από δυο διαφορετικά μέρη.

Αυτό γίνεται με την παρατήρηση του καλά γνωστού γραμματικού κανόνα ότι το
συνδετικό μόριο "βαου" που χρησιμοποιείτε εδώ, χρησιμοποιείτε συχνά σαν
διαχωριστικό μόριο και σημαίνει “ή” όταν υπάρχει δεύτερη πρόταση. Αυτή μάλιστα η
απόδοση συστήνεται από την Αγγλική Βίβλο (KJV) σαν εναλλακτική απόδοση γι' αυτό
τον στίχο.

Σημείωση: Μ' αλλά λόγια ενώ στην μετάφραση του Βάμβα, η ευχή του Ιεφθάε αποδίδετε
ως εξής:

Κριτές 11:30-31
“Και ευχήθη ο Ιεφθάε ευχήν προς τον Κύριον, και είπεν, Εάν τωόντι παραδώσης τους
υιούς Αμμών εις την χείρα μου, τότε ό,τι εξέλθη εκ των θυρών του οίκου μου εις
συνάντησίν μου, όταν επιστρέφω εν ειρήνη από των υιών Αμμών, θέλει είσθαι του
Κυρίου, ΚΑΙ θέλω προσφέρει αυτό εις ολοκαύτωμα.”

Αυτό που ο συγγραφέας μας λέει είναι ότι το υπογραμμισμένο “και” είναι το
διαχωριστικό μόριο “βαου” και θα έπρεπε να μεταφραστεί “ή” αντί για “και”. Κάνοντας
αυτή την διόρθωση έχουμε:

Κριτές 11:30-31
“Και ευχήθη ο Ιεφθάε ευχήν προς τον Κύριον, και είπεν, Εάν τωόντι παραδώσης τους
υιούς Αμμών εις την χείρα μου, τότε ό,τι εξέλθη εκ των θυρών του οίκου μου εις
συνάντησίν μου, όταν επιστρέφω εν ειρήνη από των υιών Αμμών, θέλει είσθαι του
Κυρίου, Ή θέλω προσφέρει αυτό εις ολοκαύτωμα.”

Τέλος σημείωσης

Παρακάτω είναι μερικά αποσπάσματα όπου το ίδιο μόριο χρησιμοποιείτε και


μεταφράζεται σαν “ή” και όχι σαν “και” όπως στους Κριτές 11:31.

109
Γένεση 41:44
“Και είπεν ο Φαραώ προς τον Ιωσήφ, Εγώ είμαι ο Φαραώ, και χωρίς σου ουδείς θέλει
σηκώσει την χείρα αυτού Ή τον πόδα αυτού καθ' όλην την γην της Αιγύπτου.”

Έξοδος 20:4
“Μη κάμης εις σεαυτόν είδωλον, μηδέ ομοίωμά τινός, όσα είναι εν τω ουρανώ άνω, Ή
όσα εν τη γη κάτω, όσα εν τοις ύδασιν υποκάτω της γής.”

Έξοδος 21:15
“Και όστις πατάξη τον πατέρα αυτού Ή την μητέρα αυτού, θέλει εξάπαντος θανατωθή.”

Έξοδος 21:17
“Και όστις κακολογή τον πατέρα αυτού Ή την μητέρα αυτού, θέλει εξάπαντος
θανατωθή.”

Έξοδος 21:18
“Και εάν άνθρωποι λογομαχώσι μετ' αλλήλων και ο εις πατάξη τον άλλον με λίθον Ή με
γρόνθον, και δεν αποθάνη αλλά γείνη κλινήρης,”

Αριθμοί 22:26
“όπου δεν ήτο οδός διά να εκκλίνη δεξιά Ή αριστερά.”

Δευτερονόμιο 3:24
“διότι τις Θεός είναι εν τω ουρανώ Ή εν τη γη όστις δύναται να κάμη κατά τα έργα σου
και κατά την δύναμίν σου;”

Σαμουήλ Β 3:29
“ας μη εκλείψη από του οίκου του Ιωάβ γονόρροιος Ή λεπρός Ή επιστηριζόμενος επί
βακτηρίαν Ή πίπτων εν ρομφαία Ή στερούμενος άρτου.”

Βασιλείς Α 18:10
“Ζη Κύριος ο Θεός σου, δεν είναι έθνος Ή βασίλειον, όπου δεν έστειλεν ο κύριός μου να
σε ζητώσι ”

110
Βασιλείς Α 18:27
“Και περί την μεσημβρίαν ο Ηλίας μυκτηρίζων αυτούς έλεγεν, Επικαλείσθε μετά φωνής
μεγάλης. διότι θεός είναι Ή συνομιλεί Ή ασχολείται Ή είναι εις οδοιπορίαν Ή ίσως
κοιμάται και θέλει εξυπνήσει.”

Σε αρνητική πρόταση, η απόδοση “ΜΗΔΕ” / “ΟΥΔΕ”(αρνητικό “ή”) είναι επίσης σωστή:

Έξοδος 20:17
“Μη επιθυμήσης την οικίαν του πλησίον σου. μη επιθυμήσης την γυναίκα του πλησίον
σου.ΜΗΔΕ τον δούλον αυτού. ΜΗΔΕ την δούλην αυτού, ΜΗΔΕ τον βουν αυτού, ΜΗΔΕ
τον όνον αυτού, ΜΗΔΕ παν ό,τι είναι του πλησίον σου.”

Δευτερονόμιο 7:25
“Τα γλυπτά των θεών αυτών θέλετε καύσει εν πυρί. δεν θέλεις επιθυμήσει το αργύριον ή
το χρυσίον το επ' αυτών, ΟΥΔΕ θέλεις λάβει αυτό εις σεαυτόν διά να μη παγιδευθής εις
αυτό. ”

Σαμουήλ Β 1:21
“Ορη τα εν Γελβουέ, Ας μη ήναι δρόσος ΜΗΔΕ βροχή εφ' υμάς, ΜΗΔΕ αγροί δίδοντες
απαρχάς.”

Παροιμίες 6:4
“Μη δώσης ύπνον εις τους οφθαλμούς σου, ΜΗΔΕ νυσταγμόν εις τα βλεφαρά σου.”

Είμαστε τώρα σε θέση να διαβάσουμε και να κατανοήσουμε τις λέξεις της ευχής του
Ιεφθάε, όπου έχουμε την ίδια λέξη, ή ακριβέστερα το γράμμα που την αντιπροσωπεύει
στα Εβραϊκά.

“Και ευχήθει ο Ιεφθάε ευχή προς τον Κύριο”, το οποίο είχε δικαίωμα να κάνει. Η ευχή
ήταν κάτι που προβλέπονταν από τον νόμο ο οποίος και καθόριζε τι ακριβώς έπρεπε να
γίνει σε τέτοιες περιπτώσεις. ακόμα και αν η ευχή αναφέρονταν σε κάποιο πρόσωπο
(όπως και στην περίπτωση μας) αυτό το πρόσωπο μπορούσε να εξαγοραστεί αν αυτό
επιθυμούνταν. Δείτε για παράδειγμα το Λευιτικό 27 όπου στους στίχους 1-8 έχουμε
αναφορά σε ευχή που αφορά πρόσωπα, στους στίχους 9-13 σε ευχή που αφορά ζώα και
στους 14-15 σε ευχή που αφορά ένα σπίτι.

111
Γίνεται λοιπόν καθαρό ότι η ευχή του Ιεφθάε αποτελούνταν από δυο μέρη, το ένα
εναλλακτικό του άλλου. Οτιδήποτε έβγαινε από το σπίτι του είτε θα το αφιέρωνε στον
Κύριο (σύμφωνα με το Λευιτικό 27) ή αν δεν ήταν κατάλληλο γι' αυτό, θα το πρόσφερε
σαν ολοκαύτωμα.

Σε κάθε περίπτωση θα παραβίαζε τον νόμο και θα ήταν βδέλυγμα για τον Κύριο να
προσφέρει σ' Αυτόν ανθρωποθυσία. Τέτοιες θυσίες ήταν συνηθισμένη υπόθεση στα
ειδωλολατρικά έθνη της εποχής, και είναι αξιοσημείωτο ότι το Ισραήλ ξεχωρίζει από
αυτά σ΄ αυτό το σημείο, καθώς δεν επιτρέπονταν σ' αυτό ανθρωποθυσίες.

Αναφέρεται επίσης ότι ο Ιεφθάε “έκαμεν εις αυτήν κατά την ευχήν αυτού την οποίαν
ευχήθη.και αυτή δεν εγνώρισεν άνδρα” (Κριτές 11:39). Έχει αλήθεια αυτή η αναφορά
καμιά σχέση με ένα υποθετικό ολοκαύτωμα; Απολύτως καμιά. Έχει όμως σχέση με το
πρώτο μέρος της ευχής του Ιεφθάε, που ευχήθηκε να αφιερώσει στον Κύριο οτιδήποτε
βγει από την πόρτα του σπιτιού του. Αυτή η αναφορά δεν έχει τίποτα να κάνει με μια
ανθρωποθυσία, αλλά έχει να κάνει με μια ζωή αφιέρωσης. Η κόρη του Ιεφθάε δεν
θυσιάστηκε αλλά αφιερώθηκε στον Κύριο και δεν γνώρισε άντρα στην ζωή της.

Σε τι αλήθεια μπορεί να αναφέρετε και το “έθος εις το Ισραήλ” (στίχοι 39,40) όπου
“υπάγωσιν αι θυγατέρες του Ισραήλ από χρόνου εις χρόνον, να θρηνώσι την θυγατέρα
του Ιεφθάε του Γαλααδίτου, τέσσαρας ημέρας κατ' έτος.” (στίχος 40).

Η λέξη η οποία αποδίδετε εδώ σαν “θρηνώσι” απαντάτε μια μόνο ακόμα φορά στην
Εβραϊκή Βίβλο και αυτό συμβαίνει να είναι και πάλι στους Κριτές. Δεν θα μπορούσαμε
λοιπόν να έχουμε καλύτερο οδηγό σχετικά με την έννοια της.

Αυτή η αναφορά είναι στους Κριτές 5:11 όπου διαβάζουμε: “εκεί θέλουσι διηγείσθαι τας
δικαιοσύνας του Κυρίου”. Οι φίλες λοιπόν της κόρης του Ιεφθάε, πήγαιναν μια φορά τον
χρόνο και την συναντουσαν και διηγούνταν μαζί της. Δεν πήγαιναν για να θρηνήσουν το
υποτιθέμενο γεγονός του θανάτου της.

Μπορούμε να συμπεράνουμε από τις Γραφές (δείτε επίσης Ψαλμούς 111:35-38, Ησαΐα
57:5 κτλ) ότι οι ανθρωποθυσίες ήταν βδέλυγμα για το Θεό και δεν μπορούμε να
φανταστούμε ούτε τον Θεό να δέχεται και ούτε τον Ιεφθάε να προσφέρει ανθρώπινο
αίμα. Να υποστηρίζει κάνεις το αντίθετο είναι δυσφήμηση του Θεού και του Ιεφθάε.

E. W. Bullinger

Σαμψών.

112
Ο Σαμψών του οποίου την ιστορία διαβάζουμε στο βιβλίο των Κριτών της Παλαιάς
Διαθήκης, δεν εστάλη ως κριτής για να απελευθερώσει τους ισραηλίτες όπως οι
υπόλοιποι κριτές, αλλά για να προετοιμάσει την απελευθέρωση την οποία αργότερα
έφεραν ο Ηλίας και ο Σαμουήλ.
Την εποχή του Σαμψών οι ισραηλίτες λόγω «λάτρευαν τα είδωλα των εθνών» και
έτσι ο Θεός επέτρεψε την υποταγή τους στους Φιλισταίους για 40 έτη. Ο λαός των
Φιλισταίων ήλθε στην περιοχή από την μεγάλη ορμή της μεταναστεύσεως των
βορείων λαών κατά το 1200 π.Χ στα παράλια της Παλαιστίνης. Αυτοί ηττήθηκαν
αργότερα από τον Δαυίδ και επί των Μακκαβαίων εξαφανίστηκαν πλήρως. Άλλοι
πάλι λένε πως η καταγωγή τους προέρχεται από την Κρήτη.
Ένας άγγελος εμφανίστηκε στην στείρα μητέρα του Σαμψών και της ανήγγειλε πως
σύντομα επρόκειτο να γεννήσει υιό. Ο Υιός αυτός θα ήταν παντοτινά αφιερωμένος
στο Θεό, θα ήταν δηλαδή Ναζιραίος. Δεν θα έπινε ποτέ κρασί, δεν θα έκοβε ποτέ τα
μαλλιά του και δεν θα έτρωγε τίποτε ακάθαρτο. Πράγματα δηλαδή που έκαναν οι
Ναζιραίοι. (οι αφιερωμένοι είτε προσωρινά, είτε μόνιμα στον Θεό).
Η γυναίκα έτρεξε και ανήγγειλε στον σύζυγό της Μανωέ την εμφάνιση του αγγέλου.
Ο άγγελος εμφανίστηκε και για δεύτερη φορά, αυτή τη φορά στον Μανωέ τον οποίο
συνάντησε σε έναν αγρό. Ο άγγελος επανέλαβε στον Μανωέ ό, τι είπε και την πρώτη
φορά στην σύζυγό του. -«Ποιο είναι το όνομά σου;» ρώτησε ο Μανωέ τον άγγελο. –
«Γιατί με ρωτάς για το όνομά μου; Το όνομά μου είναι τρομερό, ανέκφραστο».
Απάντησε ο άγγελος και εξαφανίστηκε από μπροστά του. Τότε ο Μανωέ προσέφερε
θυσία στον Θεό. Η γυναίκα σε λίγο καιρό γέννησε, και ονόμασε το παιδί Σαμψών.
Ο Σαμψών μεγάλωσε και θέλησε να παντρευτεί μία Φιλισταία γυναίκα και όχι
ισραηλίτισσα, παρότι που αυτού του είδους οι γάμοι ήταν απαγορευμένοι βάση του
Μωσαϊκού νόμου. Παρά την δικαία αγανάκτηση των γονέων του ο Σαμψών ήταν
ανυποχώρητος. Ο συγγραφέας των Κριτών όμως μας ερμηνεύει την πράξη αυτή του
Σαμψών, λέγοντας πως ο Θεός παραχώρησε αυτόν τον παράλογο έρωτα διότι αυτό
συνέφερε τους ισραηλίτες όπως θα δούμε πιο κάτω. Το κακό του ανθρώπου
μεταβάλει η θεία σοφία σε καλό.
Καθώς ο Σαμψών πήγαινε στην πόλη Θαμναθά να παραλάβει τη γυναίκα του,
εμφανίστηκε μπροστά του ένα νεαρό λιοντάρι. Τότε στην Παλαιστίνη υπήρχαν
αρκετά λιοντάρια. Το λιοντάρι αυτό το σκότωσε με μεγάλη ευκολία μόνο με τα χέρια
του χωρίς να χρησιμοποιήσει κανένα όπλο. Μέλισσες έκαναν φωλιά στο στόμα του
ψόφιου λιονταριού και παρήγαγαν εκεί μέλι, το οποίο ο Σαμψών γυρνώντας να δει
το πτώμα του λιονταριού συνέλεξε και έδωσε απ’ αυτό να φάνε και οι γονείς του.
Στο συμπόσιο του γάμου ο Σαμψών έθεσε στους παρευρισκομένους ένα αίνιγμα
λέγοντας πως αν του το ερμήνευαν σωστά μέσα σε επτά μέρες, θα τους έδιδε τριάντα
καινούριους χιτώνες και τριάντα καινούριες στολές. Αν πάλι αδυνατούσαν να το

113
ερμηνεύσουν θα λάβαινε εκείνος τα παρόμοια. Το αίνιγμα είχε ως εξής: «Ποιο είναι
το βρώσιμο εκείνο το οποίο εξήλθε εκ του καταβροχθίζοντος και ποιο είναι το γλυκύ
εκείνο, το οποίο εξήλθε εξ’ ισχυρού τινός»;
Για τρεις μέρες οι Φιλισταίοι δεν μπορούσαν να ερμηνεύσουν το αίνιγμα, ώσπου
ζήτησαν τη βοήθεια της νύφης. Η γυναίκα του λοιπόν κλαίγοντας του είπε: -«Είμαι
βέβαιη ότι με μισής και δεν με αγαπάς, διότι το αίνιγμα το οποίο προέβαλες στους
συμπατριώτες μου δεν μου το εξήγησες. Την έβδομη ημέρα ο Σαμψών υποχώρησε
στα δάκρυα της γυναικός του και της είπε την απάντηση, την οποία εκείνη ανήγγειλε
στους συμπατριώτες της. Τότε ο Σαμψών οργιζόμενος φόνευσε τριάντα Φιλισταίους
από τους οποίους πήρε τις στολές και τους χιτώνες και εγκατέλειψε την ανήθικη
γυναίκα του. Το επεισόδιο αυτό ήταν η αρχή του πολέμου ανάμεσα στους
Φιλισταίους και στον Σαμψών.
Όταν ο Σαμψών επέστρεψε στην Θαμναθά για να παραλάβει τη γυναίκα του,
διαπίστωσε πως ο πατέρας της την είχε δώσει σε έναν από τους παρανύμφους. Του
πρότεινε μάλιστα να πάρει για γυναίκα του τη μικρότερη αδερφή της. Αυτό εξήγειρε
μεγάλο θυμό στον Σαμψών, ο οποίος πιάνοντας τριάντα αλεπούδες, τις έδεσε από τις
ουρές άναψε σ’ αυτές δαυλούς και τις αμόλησε στα ξερά χωράφια τα οποία στο
πέρασμα των καιόμενων αλεπούδων καταστράφηκαν ολοσχερώς από την φωτιά.
Φρικτό τέλος είχε και η σύζυγος του Σαμψών την οποία οι Φιλισταίοι έκαψαν
ζωντανή διότι εκείνη θεώρησαν υπεύθυνη ως αιτία του κακού.
Ο φρικτός θάνατος της γυναίκας του τον εξόργισε ακόμη περισσότερο· και άνευ
οίκτου επέφερε στους Φιλισταίους μεγαλύτερη από την προηγούμενη καταστροφή.
Στη συνέχεια ο Σαμψών κατέφυγε σε ένα σπήλαιο.
Μόλις οι Ιουδαίοι συμπατριώτες του Σαμψών είδαν τον στρατό των Φιλισταίων να
έρχεται κατά πάνω τους εξαιτίας των προαναφερθέντων επεισοδίων, όχι μόνο δεν
υπερασπίστηκαν τον εθνικό τους ήρωα, αλλά έστειλαν τρεις χιλιάδες στρατιώτες για
να τον συλλάβουν και να τον παραδώσουν στους Φιλισταίους. Ο Σαμψών δεν
θέλησε να εμπλακεί σε πόλεμο με τους συμπατριώτες του αλλά τους είπε: «Δέχομαι
να με δέσετε, αλλά ορκισθείτε μου ότι εσείς δεν θα με φονεύσετε». Έτσι λοιπόν
δένοντάς τον με σχοινιά τον οδήγησαν στην τοποθεσία Σιαγών για να τον
παραδώσουν στους Φιλισταίους.
Ο Θεός όμως ενίσχυσε τον Σαμψών· ο οποίος έκοψε τα σχοινιά του με μεγάλη
ευκολία και παίρνοντας μια σιαγόνα όνου θανάτωσε χίλιους Φιλισταίους! Ονόμασε
δε τον τόπο εκείνο της μάχης «Ύψωμα Σιαγόνος». Ο Σαμψών μετά τη μάχη δίψασε
πολύ, αλλά δεν έβρισκε πουθενά νερό, κλαίγοντας λοιπόν ζήτησε από τον Θεό να
τον ελεήσει και ο Θεός εξήγαγε νερό μέσα από έναν λάκκο. Η πηγή αυτή υπάρχει
μέχρι και τις μέρες μας και βρίσκεται στην περιοχή Ελευθερουπόλεως εν
Λαχίς=Σιαγών.
Μετά από αυτά ο Σαμψών υπήρξε κριτής του Ισραήλ επί 20 έτη υπό της ηγεμονίας
όμως των Φιλισταίων.
Αργότερα ο δυνατός στους μυς ηττήθηκε από το σαρκικό πάθος. Όταν κάποτε
επισκέφτηκε τη Γάζα την πρωτεύουσα των Φιλισταίων μπήκε στο σπίτι μιας πόρνης.
Αυτό ασφαλώς μαθεύτηκε αναμέσω των Φιλισταίων οι οποίοι περικύκλωσαν όλη
την πόλη στήνοντάς του ενέδρα. Τα ξημερώματα όμως εγερθείς ο Σαμψών έτρεξε
προς την θύρα της πόλης η οποία ήταν κλεισμένη. Οι φύλακες της θύρας
κοιμόντουσαν. Σήκωσε τότε στα χέρια τις βαριές πόρτες και δραπέτευσε από την
Γάζα.
Αργότερα στην πόλη Αλσωρήχ, ο Σαμψών αγάπησε μία γυναίκα ονόματι Δαλιδά. Οι
Φιλισταίοι αμέσως την προσέγγισαν ζητώντας απ’ αυτήν να μάθει το μυστικό της
δυνάμεως αυτού. Η Δαλιδά δεν είναι βέβαιο αν ήταν Φιλισταία, αλλά μάλλον όμως

114
δεν ήταν ομοεθνής του Σαμψών και δια τούτο ήταν προσεγγίσιμη στους Φιλισταίους.
Δωροδόκησαν λοιπόν την Δαλιδά, υποσχόμενοι σ’ αυτήν 1100 αργυρούς σίκλους.
«Πες μου που στηρίζεται η μεγάλη σου δύναμη και δια τίνος αν δεθείς θα δύναται τις
να κυριαρχήσει επί σου» ρώτησε τον Σαμψών η Δαλιδά και εκείνος απάντησε: «Αν
με δέσουν με επτά σχοινιά από υγρά νεύρα, θα χάσω τη μεγάλη μου δύναμη..». Η
Δαλιδά τον έδεσε ενώ αυτός κοιμόταν και τον παρέδωσε στους Φιλισταίους
φωνάζοντας: -«Φιλισταίοι έρχονται εναντίον σου Σαμψών». Η Δαλιδά είχε κρύψει
στο διπλανό δωμάτιο τους Φιλισταίους. Ο Σαμψών όμως ξέσχισε τα σχοινιά σαν να
ήταν κλωστές.
Η Δαλιδά επανήλθε κλαίγοντας και ζητώντας εκ νέου να μάθει το μυστικό της
δυνάμεώς του. –«Αν με δέσουν με πολλά σχοινιά μικρά καινούρια τα οποία σε
κανένα έργο δεν χρησιμοποιήθηκαν τότε θα γίνω αδύναμος και θα είμαι όπως όλοι οι
άνθρωποι. Όμως και πάλι ο Σαμψών έκοψε με ευκολία τα σχοινιά του κάνοντας την
Δαλιδά να φουντώσει από την οργή της.
Η Δαλιδά επανήλθε για τρίτη φορά ζητώντας να μάθει το μυστικό της δυνάμεώς του.
Ο Σαμψών και πάλι απάντησε σ’ αυτήν: «Εάν υφάνεις επτά πλεξούδες από τρίχες της
κεφαλής μου με τον στήμονα του αργαλειού σου και στερεώσεις όλα αυτά με
πάσαλο στον τοίχο, τότε θα είμαι αδύναμος..». Πάλι λοιπόν κατά την ώρα που αυτός
κοιμόταν, η Δαλιδά έπραξε αυτό που της είπε ο Σαμψών. Και πάλι όμως κατάφερε
με ευκολία να λυθεί. Η Δαλιδά τότε είπε στον Σαμψών: «Πως λέγεις ότι με έχεις
αγαπήσει, και όμως η καρδιά σου είναι ξένη από μένα; Για Τρίτη φορά με
εξαπάτησες και δεν μου είπες που είναι η μεγάλη σου δύναμη». Σχίστηκε τότε η
καρδιά του Σαμψών και ανοήτως της αποκάλυψε το μυστικό του: «Ψαλίδι, δεν
εκούρευσε την κόμη της κεφαλής μου, διότι εγώ είμαι αφιερωμένος στον Θεό εκ
κοιλίας μητρός μου. Εάν λοιπόν με ξυρίσουν θα φύγει η δύναμη από πάνω μου.
Η Δαλιδά κούρεψε τον άνδρα της ενώ αυτός κοιμόταν και τον παρέδωσε αδύναμο
στους Φιλισταίους παραλαμβάνοντας την αμοιβή της. Ο Θεός απομακρύνθηκε τότε
από τον Σαμψών· τον συνέλαβαν οι Φιλισταίοι και τον τύφλωσαν. Τον υπέβαλαν δε
σε έργα δούλου, υποχρεώνοντάς τον να γυρίζει μόνος του έναν τεράστιο μύλο.
Όταν ήλθε εις εαυτόν ο Σαμψών μετανόησε. Κατανόησε ασφαλώς πως η δύναμή του
δεν εξαρτιόταν από το μάκρος των τριχών της κεφαλής του, αλλά από τη δύναμη και
το έλεος του Θεού.
Όταν λοιπόν οι Φιλισταίοι συγκεντρώθηκαν για να εορτάσουν την εορτή του θεού
Δαγών έθεσαν τον Σαμψών εν τω μέσω αυτών και τον ενέπαιζαν. Με αυτό τον τρόπο
ο χειροδύναμος κριτής πλήρωσε τα εφάμαρτα παιχνίδια του με τη Δαλιδά.
Είπαμε όμως πως είχε ήδη μετανοήσει. Παρακάλεσε λοιπόν τον Θεό να του δώσει
και πάλι δύναμη ώστε να τιμωρήσει για μία τελευταία φορά τους Φιλισταίους. Αφού
ενισχύθηκε με θεία δύναμη, ζήτησε από τον δεσμοφύλακά του να του επιτρέψει να
στηριχθεί για λίγο στις κολώνες του κτίσματος τάχατις για να ξεκουραστεί. Ο ναός
στον οποίο βρίσκονταν όλοι εκεί για να εορτάσουν τον θεό Δαγών ήταν στηριγμένος
σε τέσσερις κολώνες στις άκρες και δύο στη μέση. Τέτοιου είδους τεράστια κτίρια
ήταν συνήθη στην Κρητο-Μυκηναϊκή εποχή όθεν κατήγοντο οι Φιλισταίοι. Ο
Σαμψών βάζοντας δύναμη γκρέμισε τις κολώνες στις οποίες ακουμπούσαν τα χέρια
του και έτσι όλο το οικοδόμημα κατέρρευσε παρασύροντας στο θάνατο τους
αρχηγούς των Φιλισταίων και όλο τον λαό που βρισκόταν στον ναό.
Εσχάτως ανακαλύφθηκε ο τάφος του Σαμψών υπό του αρχαιολόγου M.Y Querin ο
οποίος φέρει την ονομασία «Τάφος του Σαμψών» δείγμα της ιστορικής αξιοπιστίας
της Βίβλου.

115
Μιχαίας και η ανασυγκρότηση του
Ισραήλ. Το τέλος της εποχής των
Κριτών.

Μιχαίας και η ανασυγκρότηση του Ισραήλ. Το τέλος της εποχής των Κριτών.
Ζούσε κάποτε ένας ισραηλίτης ονόματι Μιχαίας, ο οποίος κάποτε έκλεψε από τη
μητέρα του ένα σεβαστό ποσό. Η μητέρα του καταράστηκε τον κλέφτη και αυτό το
άκουσε ο Μιχαίας και ήλθε έτσι σε μετάνοια. Παρέδωσε το κλοπιμαίο ποσό στη
μητέρα του η οποία για να αλλάξει την κατάρα σε ευλογία παρέδωσε το ποσό αυτό
σε τεχνίτη με σκοπό την κατασκευή «ιερού» αγάλματος. Αυτό όμως ήταν παράβαση
της πρώτης εντολής του δεκαλόγου.
Ο Μιχαίας μετέτρεψε σταδιακά το οίκο του σε παρεκκλήσιο. Κάποτε επισκέφθηκε
αυτό το παρεκκλήσιο ένας νέος Λευίτης ο οποίος δέχτηκε την πρόταση του Μιχαία
να γίνει ιερέας της εκκλησίας του επ’ αμοιβής, λαμβάνοντας 10 αργυρούς σίκλους
ημερησίως , ενδυμασία και φαγητό.
Ο Μιχαίας αισθάνθηκε πως ο νεαρός αυτός ιερεύς δεν είχε δύναμη πνευματική και
θέλησε να τον αντικαταστήσει. Ο Μιχαίας βρίσκονταν οπωσδήποτε σε πλάνη γιατί
θεώρησε όπως και η μητέρα του πως λάτρευε σωστά τον Θεό, κάτι που ήταν λάθος·
διότι πίστευε σε ένα κράμα θρησκείας και ειδωλολατρίας. (βλέπε παραπάνω
άγαλμα).
Τον καιρό εκείνο οι Δανίτες θέλησαν να καταλάβουν την πόλη Λαισά πήραν μαζί
τους τον Λευίτη ιερέα του Μιχαία και τα είδωλα στα οποία προσεύχονταν αυτός
χωρίς την άδεια του Μιχαία. Δηλαδή με λίγα λόγια τα έκλεψαν έχοντας συνεργό τον
νεαρό Λευίτη ιερέα στον οποίο έταξαν διακρίσεις και προνόμια.

116
Ο Μιχαίας αντιλήφθηκε την κατάσταση και συγκέντρωσε αμέσως μερικούς άνδρες
για να καταδιώξει τη συμμορία των Δανιτών χωρίς όμως αποτέλεσμα. Μάλιστα οι
Δανίτες κατάφεραν να καταλάβουν την Λαισά την οποία έκαψαν. Αμέσως μετά, οι
Δανίτες παραδόθηκαν εξ’ ολοκλήρου στη λατρεία των ειδώλων. Ο νεαρός Λευίτης
πήρε πράγματι προνομιούχα θέση μεταξύ των Δανιτών. Το όνομά του ήταν Ιωνάθαν
και ήταν εγγονός του Μωυσή. Άρα και η αμαρτία του λόγω της καταγωγής του ήταν
μεγαλύτερη.
Η ανασυγκρότηση του Ισραήλ.
Κάποτε ένας Λευίτης με τη σύζυγό του βρέθηκαν στην πόλη Γαβαά όπου
αναγκάστηκαν εκεί να φιλοξενηθούν στο σπίτι ενός γέροντα διότι η μέρα είχε
παρέλθει. Η πόλη αυτή ανήκε στην φυλή Βενιαμήν. Οι Βενιαμίτες κάτοικοι της
Γαβαά, μόλις αντιλήφθηκαν την παρουσία του ζεύγους συνάχθηκαν έξω από την
οικία του γέροντος ζητώντας να παραδοθεί ο ξένος σ’ αυτούς με σκοπό να
ασελγήσουν μαζί του. Ακολούθησαν σκηνές που θυμίζουν τον διάλογο του Λωτ στα
Σόδομα. Ο γέροντας είπε: -«Ιδού η παρθένος θυγάτηρ μου και η σύζυγός του είναι
στη διάθεσή σας θα εξαγάγω αυτάς προς υμάς , εξευτελίσατε αυτάς εκπληρούντες εις
αυτάς τας ορέξεις σας... εις τον άνδρα όμως αυτόν μη κάνετε την παράφρονα ταύτην
πράξη».
Οι Γααβίτες ασέλγησαν με φρικτό τρόπο στη γυναίκα του Λευίτη, ώσπου εκείνη δεν
άντεξε την τρομερή κακοποίηση και πέθανε. Την άλλη μέρα ο Λευίτης βλέποντας τη
γυναίκα του σε αυτή την κατάσταση έκλαψε πικρά, την διαμέλισε σε 12 κομμάτια
και έστειλε κάθε τμήμα αυτής στις 12 φυλές του Ισραήλ. Το αποτέλεσμα ήταν να
αγανακτήσουν όλες οι φυλές του Ισραήλ εναντίον της φυλής Βενιαμίν
αποφασίζοντας όλοι μαζί να εκδικηθούν τους ενόχους.
Στην πόλη Μασσηφά συγκεντρώθηκαν οι λοιπές φυλές των ισραηλιτών τετρακόσιες
χιλιάδες λαός, για να εκδικηθούν το κακούργημα των βενιαμιτών. Ο πόλεμος
αποφασίστηκε ομοφώνως. Το 1/10 των 400.000 ανδρών θα επιτίθονταν στους
βενιαμίτες. Οι βενιαμίτες αρνήθηκαν να παραδώσουν τους ενόχους και ανοήτως τα
έβαλαν με ολόκληρο το Ισραήλ. Ιδού ο άγριος χαρακτήρας του Βενιαμίν τον οποίο
προεφήτευσε ο Ιακώβ (Γεν. 49,27).
Εντούτοις στις δύο πρώτες μάχες που διεξήχθησαν οι λοιποί ισραηλίτες ηττήθηκαν
από την φυλή Βενιαμίν χάνοντας 40.000 στρατιώτες. Έπειτα όμως από γενική
νηστεία και προσευχή ο Θεός υποσχέθηκε στον αρχιερέα Φινεές την τελική αίσια
έκβαση του πολέμου για τους ισραηλίτες. 25.700 βενιαμίτες στρατιώτες
σφαγιάστηκαν την ημέρα εκείνη, οι οποίοι απερίσκεπτα προέβησαν σε εμφύλιο
πόλεμο μετά των αδελφών ισραηλιτικών φυλών.
Μετά το τέλος του πολέμου ολόκληρη η φυλή Βενιαμίν είχε εξολοθρευτεί. Είχαν
απομείνει μόλις 600 άνδρες οι οποίοι πλέον δεν είχαν γυναίκες για τη διαιώνιση της
φυλής, διότι όλες οι βενιαμίτισσες γυναίκες είχαν και αυτές σφαγιαστεί. Επιπλέον οι
ισραηλίτες είχαν ορκιστεί να μη δώσουν στους βενιαμίτες δικές τους γυναίκες για
γάμο λόγω της αμαρτίας τους. Υπήρξε λοιπόν σοβαρό ενδεχόμενο εξαφάνισης της
φυλής Βενιαμίν. Υπήρξε όμως και άλλος ένας όρκος. Να φονευθούν όλοι οι
ισραηλίτες εκείνοι που δεν εκστράτευσαν κατά των βενιαμιτών. Οι κάτοικοι της
πόλης Ιαβίς δεν είχε συμμετάσχει στον πόλεμο και έτσι αυτοί φονεύθηκαν όλοι εκτός
από 400 παρθένες οι οποίες ως αμόλυντες από άνδρες δόθηκαν ως νύφες στους 600
βενιαμίτες. Απόμειναν όμως 200 χωρίς γυναίκα. Οι υπόλοιποι 200 αποφασίστηκε να
κλέψουν για τον εαυτό τους γυναίκες και έτσι δεν θα γίνονταν παράβαση του όρκου
των ισραηλιτών, αφού δεν θα έδιδαν οικειοθελώς τις κόρες τους, αλλά θα τους τις
έκλεβαν. Τούτη η αρπαγή συμφωνήθηκε να μείνει ανεκδίκητη εύσπλαχνη πράξη
προς τους αδελφούς.

117
Το βιβλίο των «Κριτών» κλείνει ως εξής: «Κατά τήν ἐποχή ἐκείνην δέν ὑπῆρχε
ἀκόμη βασιλεύς μεταξύ τοῦ ἰσραηλιτικοῦ λαοῦ καί ὁ καθένας ἔκαμεν ὅ,τι
ἤθελε...!».[1]

Ρουθ.

Ρουθ
Το βιβλίο της Ρουθ παρεμβάλλεται μεταξύ των Κριτών και των Βασιλειών
στην Παλαιά Διαθήκη. Περιγράφει ένα ερωτικό ειδύλλιο μεταξύ της Ρουθ και του
Βοόζ. Ο σκοπός του βιβλίου είναι ιστορικός και διδακτικός. Η Ρουθ υπήρξε
πρόγονος του Δαυίδ καταγόμενη όχι από τη φυλή των Ισραηλιτών αλλά από τους
Μωαβίτες. Η Ρουθ αποτελεί σύμβολο της εισδοχής των εξ’ εθνών χριστιανών στην
Εκκλησία του Χριστού. Μας διδάσκει επίσης την αρετή της υπακοής και τις ευλογίες
που έχει η εξάσκησή της.
Ο συγγραφέας του βιβλίου κατά πάσα πιθανότητα είναι ο Σαμουήλ.
Η ιστορία του βιβλίου έχει ως εξής: Μία γυναίκα ονόματι Νωεμίν
καταγόμενη από την Βηθλεέμ παντρεύτηκε σε ξένο τόπο έναν άνδρα που τον έλεγαν
Ελιμέλεχ. Ο Ελιμέλεχ πέθανε νωρίς αφήνοντας στη Νωεμίν δύο ορφανά παιδιά από
πατέρα. Οι γιοι της Νωεμίν μεγάλωσαν και παντρεύτηκαν τις Ρουθ και Ορφά. Αλλά
όμως και αυτοί με τη σειρά τους πέθαναν σε νεαρή ηλικία αφήνοντας τη Νωεμίν και
τις νύφες της, μόνες και απροστάτευτες.
Υπό αυτές τις συνθήκες η Νωεμίν αποφάσισε επιστρέψει στην πατρίδα της
τη Βηθλεέμ διότι εκεί άκουσε πως δεν υπήρχε λοιμός όπως στον τόπο που μέχρι τη
στιγμή εκείνη κατοικούσε. Την ακολούθησαν και οι δύο νύφες της. Η Νωεμίν
παρακάλεσε τις νύφες της να μην την ακολουθήσουν διότι δεν θα μπορούσε να τις
συντηρήσει. Η Ορφά επέστρεψε αλλά η Ρουθ έμεινε άκαμπτη στο να την
ακολουθήσει. -«Ο λαός σου, λαός μου, ο θεός σου, θεός μου» είπε στην πεθερά της η
Ρουθ και ουσιαστικά από εκείνη τη στιγμή έγινε κατά την διάθεση και την καρδιά
Ισραηλίτισσα.

118
Η Νωεμίν φθάνοντας στη Βηθλεέμ είπε στη Ρουθ να πορευθεί στους αγρούς
ενός ευλαβούς ανθρώπου ονόματι Βοόζ και να σταχυολογήσει, δηλαδή να μαζέψει
τα περισσευούμενα στάχυα του αγρού αυτά που δεν μαζεύονταν από τους εργάτες.
Αυτό το επέτρεπε ο Μωσαϊκός νόμος.
Ο Βοόζ βλέποντας την επιμέλεια της Ρουθ, η οποία δούλευε ασταμάτητα χωρίς
ανάπαυση και την υπακοή που έκανε στην πεθερά της, της φέρθηκε ευμενώς. Τί
έκανε; Διέταξε τους εργάτες από τα δεμάτια των σταχυών που μάζευαν να βγάζουν
λίγα και να τα αφήνουν στα πόδια της Ρουθ για να τα μαζέψει εκείνη.
Η Νωεμίν βλέποντας το πλήθος των σταχυών που συγκέντρωσε σε μία μέρα η
Ρουθ, δόξασε τον Θεό και σκέφθηκε πως θα ήταν καλό να αποκαταστήσει τη νύφη
της με τον Βοόζ. Έτσι έθεσε σε εφαρμογή ένα σχέδιο: Συνέστησε στην Ρουθ να πάει
κρυφά στον τόπο που κοιμόταν ο Βοόζ και να κοιμηθεί στα πόδια του. Όπερ και
εγένετο. Θαυμαστή όντως η υπακοή της Ρουθ στην πεθερά της.
Ο Βοόζ όταν ξύπνησε και είδε τη Ρουθ να ξαπλώνει στα πόδια του, όχι μόνο δε
θύμωσε με την διαγωγή της, αλλά επαίνεσε αυτήν. Αποφάσισε δε να νυμφευθεί την
Ρουθ αφού πρώτα όμως έθετε σε εφαρμογή τον Μωσαϊκό νόμο· ο οποίος έλεγε πως
μία χήρα έπρεπε κατά προτεραιότητα να παντρευτεί τον πλησιέστερο συγγενή του
ανδρός της. Αυτός όμως, του οποίου το όνομα αποκρύπτεται από τον συγγραφέα,
αρνήθηκε να λάβει τη Ρουθ για γυναίκα του και έτσι ο Βοόζ με τη σειρά του
νυμφεύθηκε την Ρουθ δίδοντας έτσι ευτυχή κατάληξη στην υπόθεση αυτή.
Από τον γάμο του Βοόζ με την Ρουθ γεννήθηκε ο Ωβήδ, ο οποίος εγέννησε τον
Ιεσαί και ο Ιεσσαί εγέννησε τον Δαυίδ τον βασιλέα.

Οι λαοί της θάλασσας.

Διαβάζουμε στην Παλαιά Διαθήκη ιδιαίτερα στα βιβλίο των Κριτών και των
Βασιλειών για την ύπαρξη κάποιων άγνωστων σήμερα λαών οι οποίοι έπαιξαν
σημαντικό ρόλο στην ιστορία του ισραηλιτικού λαού. Οι Φιλισταίοι για παράδειγμα
ήταν πολυάριθμοι και ισχυροί και τους απαντάμε έντονα στην ιστορία του Σαμψών
και του Δαυίδ. Η συγκεκριμένη μελέτη θα προσπαθήσει να μας εξηγήσει λιτά και
χωρίς πολλές λεπτομέρειες για το ποιοι ήταν οι λαοί αυτοί:
Στο τέλος της εποχής του Χαλκού δηλαδή περίπου το 1200 π.Χ δημιουργήθηκαν
οικονομικές ανακατατάξεις και ταραχές στην τότε πανίσχυρη αυτοκρατορία των
Χετταίων. Αυτό έδωσε έδαφος στην ανάπτυξη εισβολών των λεγομένων «λαών της
θάλασσας».
Ποιοι είναι όμως αυτοί οι λαοί της θάλασσας;
«Στα ανάγλυφα της Μέντινετ Χαμπού οι Λαοί της Θάλασσας παρουσιάζονται ως
εξής:

119
Οι Πελεσέτ (Φιλισταίοι, Prst στο αιγυπτιακό κείμενο), οι Τζεκέρ (Tkr), οι Ντενυέν
(Dnn) και οι Βεσές (Wss) φορούν περικεφαλαίες με φτερά. Παρόμοιες παραστάσεις
βρίσκουμε και στα ευρήματα της Έγκωμης στην Κύπρο. Οι Φιλισταίοι ήταν λαός
που κατοικούσε στη γη της Παλαιστίνης. Έδωσαν το όνομά τους στην ομώνυμη
περιοχή και θεωρούνται οι μακρινοί πρόγονοι των σημερινών Παλαιστινίων.
Ιδιαίτερα για τους Πελεσέτ (Φιλισταίους) γνωρίζουμε τα εξής: Οι Φιλισταίοι ήταν
ένας απο τους Λαούς της θάλασσας. Περίπου το 1180 π.Χ κυριάρχησαν στην
περιοχή της Χαναάν. Σε επιγραφές αιγυπτιακής ιερογλυφικής γραφής αναφέρεται το
όνομα Πε-λε-σετ ανάμεσα στα άλλα φύλα των Λαών της θάλασσας και ταυτίζεται με
τους Φιλισταίους.
Οι Φιλισταίοι κατείχαν τις πόλεις Ασκελόν, Γάζα, Ασντόντ, Εκρόν και Γκαθ. Στη
Βίβλο, μέσα απο τις ιστορίες του Σαμψών του Σαμουήλ και του Δαυίδ μαθαίνουμε
για τις συγκρούσεις τους με τους Ισραηλίτες. Επίσης εικάζεται ότι κατείχαν το
μονοπώλιο της επεξεργασίας σιδήρου, κάτι που φαίνεται και από την περιγραφή της
πανοπλίας τους.
Οι πόλεις τους είχαν απο έναν βασιλιά (σερανίμ, στην εβραϊκή γλώσσα) και
λειτουργούσαν αυτόνομα. Ωστόσο, σε πολέμους με τους Ισραηλίτες, συμμαχούσαν
μεταξύ τους. Από το 732 π.Χ. τέθηκαν υπό την κυριαρχία των Ασσυρίων και στη
συνέχεια όλων των υπόλοιπων λαών που κυριάρχησαν στην περιοχή.
Το όνομα Παλαιστίνη θεωρείται ότι προέρχεται από τους Φιλισταίους.
Σήμερα είναι γενικά αποδεκτό οτι οι Φιλισταίοι δεν ήταν αυτόχθων λαός της
περιοχής. Ιστορικοί υποστηρίζουν οτι οι Φιλισταίοι ανήκαν στον συνασπισμό των
Λαών της θάλασσας και ότι εγκαταστάθηκαν στη Χαναάν μετά από σειρά επιδρομών
σε ολόκληρη την ανατολική Μεσόγειο.
Η γλώσσα τους πιθανότατα ανήκε στην ινδοευρωπαϊκή οικογένεια. Έχουν προταθεί
ινδοευρωπαϊκές ετυμολογίες για το όνομα του πιο γνωστού Φιλισταίου, του Γολιάθ,
σύμφωνα με ευρήματα στην πόλη Γκάθ όπως το λυδικό Αλυάττης ή το ελληνικό
Καλεάδης.
Ο Παλαιστίνιος ηγέτης Γιασέρ Αραφάτ δήλωσε στην Αθήνα, στις 15 Δεκεμβρίου
1981:-Εμείς οι Παλαιστίνιοι καταγόμαστε από την Κρήτη. Φύγαμε από την Κρήτη
και πήγαμε στην Παλαιστίνη. Ξαναγυρίσαμε στην Κρήτη και ξαναφύγαμε από την
Κρήτη και ξαναπήγαμε και εγκατασταθήκαμε μονίμως στην Παλαιστίνη…»[1]
ο Ραμσής Γ' εξιστορεί την επίθεση που δέχτηκε η Αίγυπτος από λαούς της θάλασσας
ως εξής:
«Οι Λαοί της Θάλασσας έκαναν συμμαχία και συνωμοτούν. Έχουν σκοπό να βάλουν
στο χέρι όλα τα εδάφη της γης. Κανείς δεν μπορεί να τους αντιμετωπίσει. Των
Χετταίων καταστράφηκαν ταυτόχρονα η Καντί (Κιλικία), η Καρχεμίς, η Αρζάβα και η
Αλασγία. Το στρατόπεδό τους είναι κάπου στο Αμουρρού. Επιτίθενται και
καταστρέφουν τα μέρη σαν να μην είχαν ποτέ υπάρξει. Ήρθαν, έβαλαν φωτιά και
είπαν: "Εμπρός για την Αίγυπτο". Σύμμαχοί τους ήταν οι Πελεσέτ, οι Τζεκέρ, οι
Σεκελές, οι Ντενυέν και οι Βεσές.»

Οι εισβολές αυτές των λαών έγιναν τόσο από ξηράς αλλά κυρίως από θάλασσας,
συνεπώς οι λαοί αυτοί θα πρέπει να διέθεταν πέρα από ισχυρή στρατιωτική ισχύ και
ισχυρές ναυτικές δυνάμεις.
Την ίδια χρονική περίοδο που λαμβάνουν χώρα οι εισβολές των «Λαών της
Θάλασσας», έλαβε χώρα και ο Τρωικός πόλεμος.
Στον Τρωικό πόλεμο οι ναυτικές δυνάμεις των Αχαιών - Δαναών (Ελλήνων )

120
σύμφωνα με Θουκυδίδη αποτελούνταν από 1.200 πλοία. (Οι ναυτικές δυνάμεις
περιγράφονται λεπτομερώς, στην β' Ραψωδία της Ιλιάδας ). Ο Ελληνικός στόλος
αποτελούνταν από πλοία που προέρχονταν από 28 διαφορετικές περιοχές της
Ελλάδος, από την στην Στερεά Ελλάδα έως την Κρήτη. Το σύνολο της
εκστρατευτικής δύναμης είναι τεράστιο, καθώς υπολογίζεται σε 70.000 έως 130.000
άντρες. Είναι φυσικό λοιπόν κάποιος να συμπεράνει πως ένας τέτοιος στόλος θα
μπορούσε άνετα να αποτελέσει απειλεί τόσο για την Αίγυπτο όσο και για την
ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου.

Ά Βασιλειών- Σαμουήλ ο προφήτης.

Α΄ Βασιλειών

ΣΑΜΟΥΗΛ

Υπήρχε κάποιος άνθρωπος ονόματι Ελκανά ο οποίος είχε παντρευτεί δύο


γυναίκες. (ανεκτή η πολυγαμία στην Π. Διαθήκη). Τα ονόματα των συζύγων του
Ελκανά ήταν Φεννάνα που σημαίνει Μαργαρίτης, και Άννα που σημαίνει χάρις.

Η Φεννάνα απέκτησε δύο παιδιά, ενώ αντιθέτως της Άννας η μήτρα είχε κλειστεί
από το Θεό. Το γεγονός αυτό έριχνε την Άννα σε μελαγχολία.

Ο Ελκανά ήταν ιερέας και όταν περάτωνε την ειρηνική θυσία του στο Θεό έδινε
πολλές μερίδες από τη θυσία στην Φεννάνα λόγω του αριθμού των τέκνων, μία μόνο
μερίδα στην Άννα που δεν είχε παιδιά. Αυτό ενίσχυε τη ζηλοτυπία της Άννας
απέναντι στην Φεννάνα τη στιγμή μάλιστα που τότε οι Εβραίοι θεωρούσαν τη
121
στειρότητα ως ένα είδος θείας τιμωρίας.

Κάτω από τέτοια ψυχολογική πίεση η Άννα κατέφυγε στο ναό για να
προσευχηθεί χύνοντας άφθονα δάκρυα. Έταξε δε στην προσευχή της πως αν ο Θεός
της έδιδε παιδί, εκείνη θα το αφιέρωνε στο Θεό. Θα ήταν δηλαδή ισόβιος Ναζηραίος.
Είναι πράγματι αξιοπρόσεκτη η αξία της γυναίκας στην Εβραϊκή κοινωνία. Είχε το
δικαίωμα να αφιερώσει το παιδί της, κάτι που ασφαλώς σε άλλες φυλές της εποχής
θεωρούνταν αδιανόητο να συμβεί!

Όση ώρα η Άννα προσεύχονταν στο ναό, ήταν παρόν ο αρχιερέας Ηλί.

Ο Ηλί πρόσεξε πως η Άννα προσεύχονταν ενδομύχως, δηλαδή με εσωτερική


φωνή. Τα χείλη κουνιόνταν, μα φωνή δεν ακουγόταν. Αυτό έκανε τον Ηλί να
πιστέψει πως η γυναίκα ήταν μεθυσμένη. Όταν όμως διαπίστωσε την πλάνη του,
μετέβαλε την αρχική μομφή του σε πατρική ευχή.

Από τη στιγμή εκείνη η Άννα δεν υπήρξε ξανά σκυθρωπή. Μάλιστα, μετά από λίγο
καιρό έμεινε έγκυος, γέννησε υιό, τον οποίο ονόμασε Σαμουήλ που το όνομά του
σημαίνει «εισακουσθείς από το Θεό».

Η Άννα ανακοίνωσε στον σύζυγό της Ελκανά το τάξιμο που είχε κάνει και
εκείνος το ενέκρινε. Έτσι, μετά τον απογαλακτισμό του παιδιού, ο Σαμουήλ
αφιερώθηκε στο Θεό και η μητέρα του εξεφώνησε την πανηγυρική δοξολογική ωδή
της την οποία κανείς μπορεί να διαβάσει στο 2ο κεφ. Α΄ Βασιλειών.

Η Άννα, παρέδωσε το παιδί στη σκηνή του Μαρτυρίου θέτοντάς το στην


υπηρεσία του αρχιερέως Ηλί.

Ο Ηλί είχε υιούς που είχαν και αυτοί κληρονομική την ιεροσύνη από τον
πατέρα τους. Ήταν όμως πολύ ασεβείς, παρέβαιναν συστηματικά τον Μωσαϊκό
νόμο ως και τις θείες διατάξεις περί των θυσιών και εκμεταλλεύονταν για υλικούς
λόγους τους πιστούς.

Ο Ηλί αντί να τιμωρήσει όπως έπρεπε τους υιούς του, αρκούνταν σε μία

122
παρακλητικού τύπου παρατήρηση: «Αν άνθρωπος αμαρτήσει σε άλλον άνθρωπο
είναι δυνατόν να ζητηθεί διά προσευχής προς τον Κύριο συγχώρησις. Εάν όμως
αμαρτήσει τις προς τον Κύριο, ποιος εις ποιον θα προσευχηθεί;»

Ο Θεός τιμώρησε την ιερατική οικογένεια του Ηλί. Δεν ήταν αρκετή η
μετριοπαθής επίπληξη του Ηλί. Έπρεπε να τιμωρήσει αυστηρά τους υιούς του. Τους
τιμώρησε κάνοντάς τους έτσι ώστε όλοι τους να πεθαίνουν νέοι, να χάσουν την
εξουσία που είχαν στη Σκηνή του Μαρτυρίου και αντ’ αυτού να παρακαλούν για μια
πενιχρή θέση ιερατικής διακονίας με την ελάχιστη αμοιβή μερικών μερίδων μόνο
άρτου. Δεν επέτρεψε ο Θεός να αμείβονται πλέον με κρέας διότι αυτό το είχαν
χορτάσει παλαιότερα μέσα στην αχόρταγη απληστία τους. Η τιμωρία λοιπόν του
Θεού προς την ιερατική οικογένεια του Ηλί, ήταν μεν αυστηρή αλλά όχι αφανιστική
γι’ αυτούς.

Ο Σαμουήλ έφθασε σε ηλικία 12 ετών, όμως δεν άφησε σε τίποτε τον εαυτό
του να παρασυρθεί από τους ασεβείς υιούς του Ηλί. Μία μέρα ενώ ο Σαμουήλ
κοιμόταν πλησίον της Σκηνής του Μαρτυρίου, άκουσε μία φωνή να τον καλεί:
«Σαμουήλ, Σαμουήλ», στο άκουσμα αυτής της φωνής ο Σαμουήλ νόμισε πως τον
φώναξε ο Ηλί. Ο Σαμουήλ δεν γνώριζε ακόμη τον Θεό, διότι ο λόγος του Θεού δεν
είχε ακόμη αποκαλυφθεί εις αυτόν». Η κλήση του Θεού επαναλήφτηκε άλλες δύο
φορές (συνολικά 3 φορές). Ο Ηλί εννόησε, ότι αυτές οι επανειλημμένες κλήσεις δεν
ήταν δυνατό παρά να έχουν θεία προέλευση.

Ο Θεός στο παραπάνω περιγραφέν περιστατικό αφήνει τον 89άχρονο γέροντα


Ηλί, τον επί 40 έτη αρχιερατεύσαντα, και φανερώνεται στον νεαρό 18 τότε ετών
Σαμουήλ «ίνα διδάξει πόσο προτιμοτέρα είναι η νεότης κοσμουμένη δι’ αρετής, από
τον ασεβή γέροντα». (Θεοφώρητος).

Ο Θεός ανήγγειλε στον Σαμουήλ την επερχόμενη τιμωρία της ιερατικής οικογένειας
του Ηλί: «Η αμαρτία των υιών του Ηλί, ουδέποτε θα εξιλεωθεί, ούτε δια
θυμιαμάτων, διά αναιμάκτων , ούτε διά αιματηρών θυσιών».

Ο Ηλί όταν πληροφορήθηκε πλέον την επερχόμενη θεία τιμωρία, δεν


μεμψίμοιρε, αλλά υποτάχθηκε.

Κατά την εποχή εκείνη οι Φιλισταίοι κτύπησαν με πόλεμο τους ισραηλίτες και
τους νίκησαν. Οι Εβραίοι διερωτήθηκαν για την αιτία της ήττας. Οι πρεσβύτεροι του
λαού, αντί να προσευχηθούν για να μάθουν το τί έπρεπε να πράξουν ώστε να

123
νικήσουν τους Φιλισταίους, χρησιμοποίησαν την Κιβωτό της Διαθήκης με μαγικό
τρόπο. Αγνόησαν ότι ο Θεός ήταν μεγαλύτερος της Κιβωτού και παίρνοντας την
Κιβωτό ανά χείρας ξεκίνησαν με δυνατές κραυγές να πολεμήσουν τους Φιλισταίους.
Οι Φιλισταίοι παρά την αρχική τους έκπληξη αποφάσισαν με ανδρεία να
πολεμήσουν εναντίον των εχθρών τους.

Οι υιοί του Ηλί στον πόλεμο σκοτώθηκαν όπως και πλήθος στρατιωτών. Οι
ισραηλίτες υπέστησαν μεγάλη ήττα. Ο Ηλί πληροφορήθηκε από αγγελιοφόρο τα
δυσμενή γεγονότα και το ότι η Κιβωτός της Διαθήκης έπεσε στα χέρια των
Φιλισταίων. Αυτό έκανε τον Ηλί να πέσει από τη θέση του και να πεθάνει. Ο Ηλί
υπήρξε 20 χρόνια κριτής του Ισραήλ.

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος σχολιάζει περί του Ηλί: «Μαθών την απειλή
κατά των τέκνων του δεν αποθνήσκει, μαθών την αιχμαλωσία της Κιβωτού,
αποθνήσκει από τη στεναχώρια του. Πόση ευλάβεια! Και όμως! Ετιμωρήθη διότι δεν
επέβλεπεν αυστηρώς τα παιδιά του».

Η κιβωτός της Διαθήκης για ένα μακρύ χρονικό διάστημα περιήλθε στα χέρια
των Φιλισταίων, οι οποίοι έπαθαν πολλά δεινά δι’ αυτής. Κτυπήθηκαν με
αιμορροΐδες οι άνθρωποι και με πλήθος ποντικών τα χωράφια. Τελικά επέστρεψαν
την Κιβωτό στους ισραηλίτες οι οποίοι με ανακούφιση και πολύ χαρά την
υποδέχτηκαν και πάλι.

Είκοσι ολόκληρα έτη οι ισραηλίτες ζούσαν μακριά από το θέλημα του Θεού
χωρίς μετάνοια, χωρίς νόμο, είχαν γίνει ένα με τους Φιλισταίους. Ο Σαμουήλ τότε
ανέλαβε το ρόλο του κριτού. Ζήτησε από τους συμπατριώτες του να αφαιρέσουν από
ανάμεσά τους όλα τα ειδωλολατρικά αντικείμενα και αγάλματα.

Ο Σαμουήλ κατόπιν προσευχήθηκε με θέρμη στον Κύριο υπέρ των ισραηλιτών


οι οποίοι δια των πρεσβειών του εξήλθαν σε πόλεμο με τους πολυάριθμους
Φιλισταίους. Ο Θεός με φοβερές βροντές τρομοκράτησε τους Φιλισταίους οι οποίοι
ετράπησαν σε άτακτη φυγή παραδίδοντας τις Εβραϊκές πόλεις που κατείχαν πίσω
στους ισραηλίτες.

Ο Σαμψών επειδή αμάρτησε άρχισε μεν, αλλά δεν τελείωσε τη σωτηρία του
ισραηλιτικού λαού από τους Φιλισταίους. Ο Σαμουήλ όμως συνέτριψε αυτούς διότι
φάνηκε πιστός στην αποστολή του προς τον Θεό.

124
Τα χρόνια πέρασαν, ο Σαμουήλ απόκτησε δύο υιούς οι οποίοι ήταν μεν ιερείς,
αλλά όχι ευσεβείς όπως ο πατέρας τους. Τούτο ήταν γνωστό στο λαό.

Οι Ισραηλίτες ζήτησαν από τον Σαμουήλ να τους ορίσει έναν βασιλιά λέγοντας ότι
τούτο το ζητούν διότι οι υιοί του Σαμουήλ δεν ήταν ικανοί να κυβερνήσουν το
Ισραήλ, και ότι ήθελαν και αυτοί να κυβερνηθούν όπως και τα άλλα έθνη, ξεχνώντας
ασφαλώς πως αυτοί ήταν μέλη ενός περιούσιου λαού του Θεού.

Ο Σαμουήλ δεν συμφώνησε με αυτό το αίτημα των Εβραίων, διότι με την


εγκατάσταση της βασιλείας θα κατέρρεε η απόλυτη εμπιστοσύνη της διακυβέρνησης
του Ισραήλ από τον Θεό, δηλαδή η θεοκρατία.

Ο Σαμουήλ δια του Θεού προειδοποίησε τους ισραηλίτες για τις συνέπειες που
θα έχουν από την εγκατάσταση της βασιλείας στο Ισραήλ. Οι βασιλιάδες τότε είχαν
τεράστια εξουσία. Είχαν το δικαίωμα να αυθαιρετήσουν, να αδικήσουν, να
καταπιέσουν, να αποκτήσουν δούλους και δούλες, να οικειοποιηθούν γεωργικές
εκτάσεις και ζώα «και όσο κι αν κανείς φωνάξει ποτέ δεν θα εισακουσθεί».

Όμως, ο λαός παρά τις θείες προειδοποιήσεις επέμεινε στο παράλογο αίτημά του.

Σαούλ ο πρώτος βασιλέας του Ισραήλ.


Ο Σαούλ ήταν ένας ωραιότατος νέος με σπουδαίο παράστημα. Η Γραφή λέει πως
ήταν ψηλότερος πάντων.
Θεία εμπνεύσει κίνησε μία μέρα προς τη Βηθλεέμ για να συναντήσει τον Σαμουήλ,
για τον οποίο γνώριζε πως ήταν προφήτης. Εν τω μεταξύ ο Θεός είχε πληροφορήσει
τον Σαμουήλ πως επρόκειτο να συναντήσει τον Σαούλ τον οποίο έπρεπε να χρίσει
βασιλέα των Εβραίων διότι αυτός ήταν ικανός να νικήσει τους Φιλισταίους οι οποίοι
ήταν οι βασικοί αντίπαλοι των ισραηλιτών.
Ο Σαμουήλ έχρισε με λάδι τον Σαούλ, το οποίο συμβόλιζε τα χαρίσματα του
Αγίου Πνεύματος. Ο Θεός μετέβαλε την ψυχή του Σαούλ, τον έκανε άλλο άνθρωπο.
Κατόπιν, ο Σαμουήλ συγκέντρωσε του ισραηλίτες με σκοπό δια κλήρου να εκλεγεί ο
πρώτος βασιλιάς του Ισραήλ και είπε: «...σεις σήμερα περιφρονήσατε εμένα τον Θεό
σας, ο οποίος υπήρξα σωτήρ σας εξ’όλων των κακών και των συμφορών σας και
είπατε: Ουδέ άλλο θέλουμε πλην του να εγκαταστήσεις βασιλέα εφ’ ημών».
Ο κλήρος όπως ήταν θέλημα του Θεού έπεσε στον Σαούλ, ο οποίος κρύβονταν,
δείχνοντας έτσι πως δεν επιζητούσε ο ίδιος τιμές, αλλά ήταν κλητός του Θεού. Ο
λαός επεφήμησε αυτόν πλην ελαχίστων οι οποίοι αρνήθηκαν να του προσφέρουν
δώρο και τον ανάλογο φόρο για την εκλογή του.

125
Ο Νάας ο αρχηγός των Αμμωνιτών δήλωσε πως μόνο μία περίπτωση υπήρχε για
να υπογράψει συνθήκη ειρήνης με τους Ισραηλίτες. Να τους τυφλώσει το ένα μάτι.
Αυτό τρομοκράτησε τους Εβραίους, εκτός του Σαούλ, ο οποίος φωτισμένος από τον
Θεό, οργίστηκε δικαία οργή και κάλεσε τους συμπατριώτες τους σε πόλεμο κατά των
Αμμωνιτών.
600.000 εβραίοι στρατιώτες συγκεντρώθηκαν υπό την καθοδήγηση του Σαούλ. Το
αποτέλεσμα της μάχης ήταν θριαμβευτικό υπέρ του Ισραήλ.
Ο Σαμουήλ, μετά την ευχάριστη έκβαση του πολέμου, έχρισε και πάλι τον Σαούλ
βασιλιά του Ισραήλ και είπε: «Να! Υπήκουσα σε όλα όσα μου ζητήσατε και σας
εγκατέστησα ως κυβερνήτη σας βασιλέα. Και τώρα να! Ο βασιλεύς πηγαινοέρχεται
ανάμεσά σας! Χαρείτε τον! Εγώ όμως έχω γεράσει και πρέπει να αποσυρθώ, οι δε
υιοί μου βρίσκονται μεταξύ σας ίσοι στο αξίωμα με σας χωρίς απαίτηση διαδοχής
μου.... και τώρα σταθείτε να δείτε το μεγάλο θαυμαστό γεγονός, το οποίο ο Κύριος
θα κάνει μπροστά στα μάτια σας: Εποχή θερισμού σιτηρών δεν είναι τώρα;
Επομένως δεν αναμένεται καμία βροχή. Εγώ όμως θα παρακαλέσω τον Κύριο και θα
δώσει αστραπές και βροντές και βροχή. Εκ του θαύματος τούτου θα πεισθείτε ότι η
διαπραχθείσα αμαρτία σας ενώπιον του Κυρίου ήταν μεγάλη να ζητήσετε και να
έχετε βασιλέα όπως και τα άλλα έθνη.»
Πράγματι ο Σαμουήλ παρακάλεσε τον Κύριο και Εκείνος έδωσε αστραπές και
βροντές και βροχή, εκ τούτου ο ισραηλιτικός λαός φοβήθηκε πολύ τον Θεό και τον
Σαμουήλ.
Ο Σαμουήλ είπε πως εφόσον πλέον το Ισραήλ είχε βασιλιά έπρεπε πλέον να
υπακούει σ’ αυτόν αλλά παράλληλα: «...να φοβείσθε τον Κύριο, λατρεύσετε Αυτόν
με ορθό τρόπο και με όλη την καρδιά σας.. εάν όμως επιμείνετε να αμαρτάνετε, σεις
και ο βασιλιάς σας θα συγκαταστραφείτε».
Ο Σαούλ και ο υιός του Ιωνάθαν κατάφεραν να κατακτήσουν τα στρατηγικά
φυλάκια των Φιλισταίων, και αυτό ήταν σοβαρή αιτία να ξεσπάσει γενική εξέγερση
των Φιλισταίων κατά των Ισραηλιτών. Ο Σαούλ αποφάσισε να πολεμήσουν εναντίον
τους και συγκέντρωσε κατά μεν την γραφή 300.000 άρματα, κατά δε τους
ερμηνευτές ο αριθμός αυτός είναι υπερβολικός και ο πιθανότερος είναι 900 άρματα
μάχης. Άλλωστε και οι Φιλισταίοι ήταν ολιγάριθμος λαός.
Ο Σαούλ περίμενε να λάβει την εντολή από τον Σαμουήλ για την έναρξη του
πολέμου, μα ο προφήτης δεν φάνηκε. Τότε ο Σαούλ προσέφερε θυσία και
ολοκαυτώματα αποφασίζοντας να ξεκινήσει τη μάχη δίχως να περιμένει την
απάντηση του Θεού διά του Σαμουήλ.
Όταν ο Σαμουήλ εμφανίστηκε μετά από δέκα μέρες επέπληξε αυστηρά τον Σαούλ
για την ανυπακοή του να θυσιάσει δίχως να τον περιμένει.
Ο Σαμουήλ τότε του είπε: «Με κουφότητα ενήργησες, διότι δεν εφύλαξες την
εντολή μου, την οποία διέταξε ο Κύριος. Εάν δεν φερόσουνα έτσι, ο Κύριος είχε
ετοιμάσει τη βασιλεία σου να είναι παντοτινή. Αλλά τώρα η βασιλεία σου δε θα
μείνει στη θέση της. Ο Κύριος θα ζητήσει να βρει άντρα, όπως τον ποθεί ο Θεός».
Η προφητεία αυτή του Σαμουήλ δεν είχε άμεση ισχύ αλλά όλα αυτά συνέβησαν
όπως θα δούμε παρακάτω σε άλλο χρόνο.
Εν τω μεταξύ οι Φιλισταίοι ήδη προσέγγιζαν τα στρατεύματα των ισραηλιτών
λεηλατώντας πόλεις και χωριά. Θα πρέπει να τονιστεί ότι οι Εβραίοι δεν διέθεταν
σιδερένια όπλα, διότι οι Φιλισταίοι ως κυρίαρχοι αυτών είχαν απαγορεύσει σε
αυτούς την κατασκευή και την κατοχή τους.
Ο Ιωνάθαν γιος του Σαούλ με γενναιότητα και πίστη κατάφερε να κερδίσει
αρκετές μάχες για λογαριασμό των ισραηλιτών. Όμως ταυτόχρονα ο Σαούλ όρκισε
τον λαό του σε απόλυτη νηστεία, κάτι που ασφαλώς αποδυνάμωσε το στρατό του την

126
κρισιμότερη ώρα του πολέμου. Ο Ιωνάθαν όμως δεν γνώριζε τον όρκο του πατέρα
του και έφαγε μέλι. Έπρεπε λοιπόν βάση της απερισκεψίας του Σαούλ να θανατωθεί,
όμως ο λαός τον υποστήριξε και προσευχήθηκε υπέρ αυτού, διότι ο Ιωνάθαν ήταν
ένας ήρωας. Οι αρχιερείς πήραν πληροφορία από τον Θεό και ακύρωσαν τον όρκο
του Σαούλ διότι αυτός ενήργησε αυτοκρατορικώς και όχι θεοκρατατικώς.
Κατόπιν ο Σαμουήλ εν ονόματι του Θεού διέταξε τον Σαούλ να αναλάβει τον ιερό
πόλεμο κατά των Αμαληκιτών. Οι Αμαληκίτες υπήρξαν οι φανατικότεροι εχθροί των
ισραηλιτών και πλέον είχε έλθει η ώρα της Θείας τιμωρίας.
Πολύ σωστά τονίζει ο π. Ιωήλ Γαιαννακόπουλος στην ερμηνευτική του
απόδοση της Παλαιάς Διαθήκης, πως ο μεν Θεός τιμωρεί του Αμαληκίτες ύστερα
από πολλά χρόνια, ενώ εμείς θέλουμε να τιμωρούνται αμέσως οι εχθροί μας.
Ο Σαούλ παρότι είχε λάβει εντολή να θανατώσει στον πόλεμο όλους τους
Αμαληκίτες, όμως αυτός λυπήθηκε τον βασιλιά τους Αγάγ και δεν τον φόνευσε.
Ούτε και τα εκλεκτότερα λάφυρα που συνέλεξε κατέστρεψε. Κράτησε πρόβατα,
βόες, φαγητά, αμπελώνες κ.α. αυτό βέβαια ήταν βαρύτατη ανυπακοή στο θέλημα του
Θεού.
Ο Σαμουήλ επισκέφθηκε κατόπιν τον Σαούλ και είδε, και απογοητεύτηκε από
την διαγωγή του χριομένου υπ’ αυτού βασιλέως. Είδε στήλη εγκωμιαστική
ειδωλολατρικού τύπου αφιερωμένη στον Σαούλ, και τον Σαούλ να θυσιάζει τα
αμαρτωλά λάφυρα των Αμαληκιτών στον Θεό. Βλέποντας λοιπόν αυτά είπε στον
Σαούλ: «Πολύ μικρός δεν ήσουν ενώπιον του Θεού, όταν έγινες βασιλιάς του
ισραηλιτικού λαού; Ο Θεός σε έβαλε στο δρόμο του εξολοθρευσμού των
Αμαληκιτών λέγοντάς σου: Πήγαινε και κατάστρεψε αυτούς που αμάρτησαν σε
μένα. Θα τους πολεμήσεις μέχρι να τους εξολοθρεύσεις αυτούς τελείως. Γιατί δεν
υπάκουσες στην εντολή αυτή του Κυρίου, αλλά ερρίφθης στα λάφυρα και διέπραξες
τη μεγάλη αυτή παρακοή ενώπιον του Κυρίου;
Ο Σαούλ απάντησε στον Σαμουήλ: «Άκουσα τη φωνή του λαού. Βάδισα δηλαδή
το δρόμο τον οποίο μου χάραξε ο Κύριος να επέλθω κατά των Αμαληκιτών, αλλά
συνέλαβα των βασιλέα των Αμαληκιτών Αγάγ και τον άφησα να ζήσει, μόνο τους
άλλους Αμαληκίτες εξολόθρευσα. Ο λαός έλαβε τα καλύτερα εκ των προς
αναθεματισμό πρόβατα και βόδια για να τα θυσιάσει στον Κύριο».
Ο Σαμουήλ είπε: «Μήπως είναι προτιμότερα για τον Κύριο τα ολοκαυτώματα και
οι άλλες θυσίες από το να υπακούει κανείς στις εντολές Του; Όχι! Η υπακοή στο
θέλημά Του είναι ανωτέρα πάσης και της πλουσιωτέρας θυσίας. Ναι! Η ακοή και
υπακοή στην εντολή Του είναι ανωτέρα από το πολυτιμότατο λίπος των κριαριών
που θυσιάζεται. Η άνευ υπακοής στο θείο θέλημα θυσίες και προσφορές δεν
διαφέρουν σε τίποτα από τις ειδωλολατρικές θυσίες, διότι είναι αμαρτία, μαγεία. Οι
θυσίες αυτές τα αρχιερατικά διάσημα δι’ ων ο αρχιερεύς ζητεί να μάθει το θείο
θέλημα δεν διαφέρουν των ειδωλολατρικών αγαλμάτων, τα οποία προξενούν και
επιφέρουν οδύνη και πόνους καταστροφής. Επειδή λοιπόν περιφρόνησες το λόγο του
Κυρίου και ο Κύριος θα σε περιφρονήσει, ώστε να μην είσαι βασιλιάς του
ισραηλιτικού λαού».
Ο Σαούλ είπε: «Αμάρτησα διότι παραβίασα τον λόγο του Κυρίου και τον δικό
σου. Τούτο το έκανα, διότι φοβήθηκα το λαό και άκουσα την απαίτησή του. Τώρα
συγχώρησε το αμάρτημά μου, έλα πάλι μαζί μου και θα λατρεύσω τον Κύριο τον
Θεό σου».
Ο Σαμουήλ είπε στον Σαούλ: «Δεν θα είμαι πλέον μαζί σου, διότι περιφρόνησες
τον λόγο του Κυρίου. Ο Κύριος θα σε απορρίψει, ώστε να μην είσαι βασιλιάς του
ισραηλιτικού λαού».
Όπως ο Σαμουήλ έστρεψε το πρόσωπό του να φύγει, ο Σαούλ κρατήθηκε από το

127
άκρο του επανωφοριού του και το έσχισε. Ο Σαμουήλ παίρνοντας αφορμή από το
περιστατικό αυτό είπε: « Ο Κύριος έσχισε τη βασιλεία σου και θα τη δώσει σε άλλο
ισραηλίτη οικείο υπηρέτη σου καλλίτερο από σένα».
Παρόλα αυτά ο Σαμουήλ επειδή δεν είχε άλλον προς άμεση αντικατάσταση του
Σαούλ και για να μη μειώσει το βασιλικό αξίωμα άφησε τον Σαούλ στη θέση του, ο
οποίος προς ένδειξη μετανοίας σκότωσε τον Άγαγ βασιλιά των Αμαληκιτών.
Ο Σαμουήλ επέστρεψε στη χώρα του και από τη στιγμή εκείνη δεν ξαναείδε πια
ποτέ κατά πρόσωπο τον Σαούλ.

Ο Σαμουήλ έχρισε βασιλιάδες τον Σαούλ αρχικά και κατόπιν τον Δαυίδ και
πέθανε σε βαθιά γεράματα. Η Εκκλησία εορτάζει την μνήμη του στις 20 Αυγούστου.

Βασιλειών Α΄
Α΄ Βασιλειών

Υπήρχε κάποιος άνθρωπος ονόματι Ελκανά ο οποίος είχε παντρευτεί δύο γυναίκες.
(ανεκτή η πολυγαμία στην Π. Διαθήκη). Τα ονόματα των συζύγων του Ελκανά ήταν
Φεννάνα που σημαίνει Μαργαρίτης, και Άννα που σημαίνει χάρις.

Η Φεννάνα απέκτησε δύο παιδιά, ενώ αντιθέτως της Άννας η μήτρα είχε κλειστεί
από το Θεό. Το γεγονός αυτός έριχνε την Άννα σε μελαγχολία.

Ο Ελκανά ήταν ιερέας και όταν περάτωνε την ειρηνική θυσία του στο Θεό έδινε
πολλές μερίδες από τη θυσία στην Φεννάνα λόγω του αριθμού των τέκνων, μία μόνο
μερίδα στην Άννα που δεν είχε παιδιά. Αυτό ενίσχυε τη ζηλοτυπία της Άννας
απέναντι στην Φεννάνα τη στιγμή μάλιστα που τότε οι Εβραίοι θεωρούσαν τη
στειρότητα ως ένα είδος θείας τιμωρίας.

Κάτω από τέτοια ψυχολογική πίεση η Άννα κατέφυγε στο ναό για να προσευχηθεί
χύνοντας άφθονα δάκρυα. Έταξε δε στην προσευχή της, πως αν ο Θεός της έδιδε
παιδί, εκείνη θα το αφιέρωνε στο Θεό. Θα ήταν δηλαδή ισόβιος Ναζηραίος. Είναι
πράγματι αξιοπρόσεκτη η αξία της γυναίκας στην Εβραϊκή κοινωνία. Είχε το
δικαίωμα να αφιερώσει το παιδί της!

Όση ώρα η Άννα προσεύχονταν στο ναό, ήταν παρόν ο αρχιερέας Ηλί.

Ο Ηλί πρόσεξε πως η Άννα προσεύχονταν ενδομύχως, δηλαδή με εσωτερική φωνή.


Τα χείλη κουνιόνταν, μα φωνή δεν ακουγόταν. Αυτό έκανε τον Ηλί να πιστέψει πως
η γυναίκα ήταν μεθυσμένη. Όταν όμβς διαπίστωσε την πλάνη του, μετέβαλε την
αρχική μομφή του σε πατρική ευχή.

Από τη στιγμή εκείνη, η Άννα δεν υπήρξε ξανά σκυθρωπή. Μάλιστα, μετά από λίγο
καιρό έμεινε έγκυος, γέννησε υιό, τον οποίο ονόμασε Σαμουήλ που το όνομά του
σημαίνει «εισακουσθείς από το Θεό».

128
Η Άννα ανακοίνωσε στον σύζυγό της Ελκανά το τάξιμο που είχε κάνει και εκείνος
το ενέκρινε. Έτσι, μετά τον απογαλακτισμό του παιδιού, ο Σαμουήλ αφιερώθηκε στο
Θεό και η μητέρα του εξεφώνησε την πανηγυρική δοξολογική ωδή της την οποία
κανείς μπορεί να διαβάσει στο 2 κεφ. Α΄ Βασιλειών:

Η Άννα, παρέδωσε το παιδί στη σκηνή του Μαρτυρίου θέτοντάς το στην υπηρεσία
του αρχιερέως Ηλί.

Ο Ηλί είχε υιούς που είχαν και αυτοί κληρονομική την ιεροσύνη από τον πατέρα
τους. Ήταν όμως πολύ ασεβείς, παρέβαιναν συστηματικά τον Μωσαϊκό νόμο ως και
τις θείες διατάξεις περί των θυσιών και εκμεταλλεύονταν για υλικούς λόγους τους
πιστούς.

Ο Ηλί αντί να τιμωρήσει όπως έπρεπε τους υιούς του, αρκούνταν σε μία
παρακλητικού τύπου παρατήρηση: «Αν άνθρωπος αμαρτήσει σε άλλον άνθρωπο
είναι δυνατόν να ζητηθεί διά προσευχής προς τον Κύριο συγχώρησις. Εάν όμως
αμαρτήσει τις προς τον Κύριο, ποιος εις ποιον θα προσευχηθεί;»

Ο Θεός, τιμώρησε την ιερατική οικογένεια του Ηλί. Δεν τους αφάνισε πλήρως, αλλά
τους έκανε έτσι ώστε όλοι τους να πεθαίνουν νέοι, να χάσουν την εξουσία που είχαν
στη Σκηνή του Μαρτυρίου και αντ’ αυτού να παρακαλούν για μια πενιχρή θέση
ιερατικής διακονίας με την ελάχιστη αμοιβή μερικών μερίδων μόνο άρτου. Δεν
επέτρεψε ο Θεός να αμείβονται πλέον με κρέας διότι αυτό το είχαν χορτάσει
παλαιότερα μέσα στην αχόρταγη απληστία τους.

Ο Σαμουήλ έφθασε σε ηλικία 12 ετών, όμως δεν άφησε σε τίποτε τον εαυτό του να
παρασυρθεί από τους ασεβείς υιούς του Ηλί. Μία μέρα ενώ ο Σαμουήλ κοιμόταν
πλησίον της Σκηνής του Μαρτυρίου, άκουσε μία φωνή να τον καλεί: «Σαμουήλ,
Σαμουήλ», στο άκουσμα αυτής της φωνής ο Σαμουήλ νόμισε πως τον φώναξε ο Ηλί.
Ο Σαμουήλ δεν γνώριζε ακόμη τον Θεό, διότι ο λόγος του Θεού δεν είχε ακόμη
αποκαλυφθεί εις αυτόν». Η κλήση του Θεού επαναλήφτηκε άλλες δύο φορές
(συνολικά 3 φορές). Ο Ηλί εννόησε, ότι αυτές οι επανειλημμένες κλήσεις δεν ήταν
δυνατό παρά να έχουν θεία προέλευση.

Ο Θεός στο παραπάνω περιγραφέν περιστατικό αφήνει τον 89 ετών γέροντα Ηλί, τον
επί 40 έτη αρχιερατεύσαντα, και φανερώνεται στον νεαρό 18 τότε ετών Σαμουήλ
«ίνα διδάξει πόσο προτιμοτέρα είναι η νεότης κοσμουμένη δι’ αρετής, από τον ασεβή
γέροντα». (Θεοφώρητος).

Ο Θεός ανήγγειλε στον Σαμουήλ την επερχόμενη τιμωρία της ιερατικής οικογένειας
του Ηλί: «Η αμαρτία των υιών του Ηλί, ουδέποτε θα εξιλεωθεί, ούτε δια
θυμιαμάτων, διά αναιμάκτων , ούτε διά αιματηρών θυσιών».

Ο Ηλί όταν πληροφορήθηκε πλέον την επερχόμενη θεία τιμωρία, δεν μεμψίμοιρε,
αλλά υποτάχθηκε.

Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος σχολιάζει περί του Ηλί: «Μαθών την απειλή κατά
των τέκνων του δεν αποθνήσκει, μαθών την αιχμαλωσία της Κιβωτού, αποθνήσκει
από τη στεναχώρια του. Πόση ευλάβεια! Και όμως! Ετιμωρήθη διότι δεν επέβλεπεν
αυστηρώς τα παιδιά του».

129
Κατά την εποχή εκείνη οι Φιλισταίοι κτύπησαν με πόλεμο τους ισραηλίτες και τους
νίκησαν. Οι Εβραίοι διερωτήθηκαν για την αιτία της ήττας. Οι πρεσβύτεροι του
λαού, αντί να προσευχηθούν για να μάθουν το τί έπρεπε να πράξουν ώστε να
νικήσουν τους Φιλισταίους, χρησιμοποίησαν την Κιβωτό της Διαθήκης με μαγικό
τρόπο. Αγνόησαν ότι ο Θεός ήταν μεγαλύτερος της Κιβωτού και παίρνοντας την
Κιβωτό ανά χείρας ξεκίνησαν με δυνατές κραυγές να πολεμήσουν τους Φιλισταίους.
Οι Φιλισταίοι παρά την αρχική τους έκπληξη αποφάσισαν με ανδρεία να
πολεμήσουν εναντίον των εχθρών τους.

Οι υιοί του Ηλί στον πόλεμο σκοτώθηκαν όπως και πλήθος στρατιωτών. Οι
ισραηλίτες υπέστησαν μεγάλη ήττα. Ο Ηλί πληροφορήθηκε από αγγελιοφόρο τα
δυσμενή γεγονότα και το ότι η Κιβωτός της Διαθήκης έπεσε στα χέρια των
Φιλισταίων. Αυτό έκανε τον Ηλί να πέσει από τη θέση του και να πεθάνει. Ο Ηλί
υπήρξε 20 χρόνια κριτής του Ισραήλ.

Η κιβωτός της Διαθήκης για ένα μακρύ χρονικό διάστημα περιήλθε στα χέρια των
Φιλισταίων, οι οποίοι έπαθαν πολλά δεινά δι’ αυτής. Κτυπήθηκαν με αιμορροΐδες οι
άνθρωποι και με πλήθος ποντικών τα χωράφια. Τελικά επέστρεψαν την Κιβωτό
στους ισραηλίτες οι οποίοι με ανακούφιση και πολύ χαρά την υποδέχτηκαν και πάλι.

Είκοσι ολόκληρα έτη οι ισραηλίτες ζούσαν μακριά από το θέλημα του Θεού χωρίς
μετάνοια, χωρίς νόμο, είχαν γίνει ένα με τους Φιλισταίους. Ο Σαμουήλ τότε ανέλαβε
το ρόλο του κριτού. Ζήτησε από τους συμπατριώτες του να αφαιρέσουν από
ανάμεσά τους όλα τα ειδωλολατρικά αντικείμενα και αγάλματα.

Ο Σαμουήλ κατόπιν προσευχήθηκε με θέρμη στον Κύριο υπέρ των ισραηλιτών οι


οποίοι δια των πρεσβειών του εξήλθαν σε πόλεμο με τους πολυάριθμους
Φιλισταίους. Ο Θεός με φοβερές βροντές τρομοκράτησε τους Φιλισταίους οι οποίοι
ετράπησαν σε άτακτη φυγή παραδίδοντας τις Εβραϊκές πόλεις που κατείχαν πίσω
στους ισραηλίτες.

Ο Σαμψών επειδή αμάρτησε άρχισε μεν, αλλά δεν τελείωσε τη σωτηρία του
ισραηλιτικού λαού από τους Φιλισταίους. Ο Σαμουήλ όμως συνέτριψε αυτούς διότι
φάνηκε πιστός στην αποστολή του προς τον Θεό.

Τα χρόνια πέρασαν, ο Σαμουήλ απόκτησε δύο υιούς οι οποίοι ήταν μεν ιερείς, αλλά
όχι ευσεβείς όπως ο πατέρας τους. Τούτο ήταν γνωστό στο λαό.

Οι Ισραηλίτες ζήτησαν από τον Σαμουήλ να τους ορίσει έναν βασιλιά λέγοντας ότι
τούτο το ζητούν διότι οι υιοί του Σαμουήλ δεν ήταν ικανοί να κυβερνήσουν το
Ισραήλ, και ότι ήθελαν και αυτοί να κυβερνηθούν όπως και τα άλλα έθνη, ξεχνώντας
ασφαλώς πως αυτοί ήταν μέλη ενός περιούσιου λαού του Θεού.

Ο Σαμουήλ δεν συμφώνησε με αυτό το αίτημα των Εβραίων, διότι με την


εγκατάσταση της βασιλείας θα κατέρρεε η απόλυτη εμπιστοσύνη της διακυβέρνησης
του Ισραήλ από τον Θεό, δηλαδή η θεοκρατία.

Ο Σαμουήλ δια του Θεού προειδοποίησε τους ισραηλίτες για τις συνέπειες που θα
έχουν από την εγκατάσταση της βασιλείας στο Ισραήλ. Οι βασιλιάδες τότε είχαν
τεράστια εξουσία. Είχαν το δικαίωμα να αυθαιρετήσουν, να αδικήσουν, να

130
καταπιέσουν, να αποκτήσουν δούλους και δούλες, να οικειοποιηθούν γεωργικές
εκτάσεις και ζώα και όσο κι αν κανείς φωνάξει ποτέ δεν θα εισακουσθεί.

Όμως, ο λαός παρά τις θείες προειδοποιήσεις επέμεινε στο παράλογο αίτημά του.

Σαούλ ο πρώτος βασιλέας του Ισραήλ.

Ο Σαούλ ήταν ένας ωραιότατος νέος με σπουδαίο παράστημα. Η Γραφή λέει πως
ήταν ψηλότερος πάντων.

Θεία εμπνεύσει κίνησε μία μέρα προς τη Βηθλεέμ για να συναντήσει τον Σαμουήλ,
για τον οποίο γνώριζε πως ήταν προφήτης. Εν τω μεταξύ ο Θεός είχε πληροφορήσει
τον Σαμουήλ πως επρόκειτο να συναντήσει τον Σαούλ τον οποίο έπρεπε να χρίσει
βασιλέα των Εβραίων διότι αυτός ήταν ικανός να νικήσει τους Φιλισταίους οι οποίοι
ήταν οι βασικοί αντίπαλοι των ισραηλιτών.

Ο Σαμουήλ έχρισε με λάδι τον Σαούλ, το οποίο συμβόλιζε τα χαρίσματα του Αγίου
Πνεύματος. Ο Θεός μετέβαλε την ψυχή του Σαούλ, τον έκανε άλλο άνθρωπο.

Κατόπιν, ο Σαμουήλ συγκέντρωσε του ισραηλίτες με σκοπό δια κλήρου να εκλεγεί ο


πρώτος βασιλιάς του Ισραήλ και είπε: «...σεις σήμερα περιφρονήσατε εμένα τον Θεό
σας, ο οποίος υπήρξα σωτήρ σας εξ’όλων των κακών και των συμφορών σας και
είπατε: Ουδέ άλλο θέλουμε πλην του να εγκαταστήσεις βασιλέα εφ’ ημών».

Ο κλήρος όπως ήταν θέλημα του Θεού έπεσε στον Σαούλ, ο οποίος κρύβονταν,
δείχνοντας έτσι πως δεν επιζητούσε ο ίδιος τιμές, αλλά ήταν κλητός του Θεού. Ο
λαός επεφήμησε αυτόν πλην ελαχίστων οι οποίοι αρνήθηκαν να του προσφέρουν
δώρο και τον ανάλογο φόρο για την εκλογή του.

Ο Νάας ο αρχηγός των Αμμωνιτών δήλωσε πως μόνο μία περίπτωση υπήρχε για να
υπογράψει συνθήκη ειρήνης με τους Ισραηλίτες. Να τους τυφλώσει το ένα μάτι.
Αυτό τρομοκράτησε τους Εβραίους, εκτός του Σαούλ, ο οποίος φωτισμένος από τον
Θεό, οργίστηκε δικαία οργή και κάλεσε τους συμπατριώτες τους σε πόλεμο κατά των
Αμμωνιτών.

600.000 εβραίοι στρατιώτες συγκεντρώθηκαν υπό την καθοδήγηση του Σαούλ. Το


αποτέλεσμα της μάχης ήταν θριαμβευτικό υπέρ του Ισραήλ.

Ο Σαμουήλ, μετά την ευχάριστη έκβαση του πολέμου, έχρισε και πάλι τον Σαούλ
βασιλιά του Ισραήλ και είπε: «Να! Υπήκουσα σε όλα όσα μου ζητήσατε και σας
εγκατέστησα ως κυβερνήτη σας βασιλέα. Και τώρα να! Ο βασιλεύς πηγαινοέρχεται
ανάμεσά σας! Χαρείτε τον! Εγώ όμως έχω γεράσει και πρέπει να αποσυρθώ, οι δε
υιοί μου βρίσκονται μεταξύ σας ίσοι στο αξίωμα με σας χωρίς απαίτηση διαδοχής
μου.... και τώρα σταθείτε να δείτε το μεγάλο θαυμαστό γεγονός, το οποίο ο Κύριος
θα κάνει μπροστά στα μάτια σας: Εποχή θερισμού σιτηρών δεν είναι τώρα;
Επομένως δεν αναμένεται καμία βροχή. Εγώ όμως θα παρακαλέσω τον Κύριο και θα
δώσει αστραπές και βροντές και βροχή. Εκ του θαύματος τούτου θα πεισθείτε ότι η
διαπραχθείσα αμαρτία σας ενώπιον του Κυρίου ήταν μεγάλη να ζητήσετε και να
έχετε βασιλέα όπως και τα άλλα έθνη.»

131
Πράγματι ο Σαμουήλ παρακάλεσε τον Κύριο και Εκείνος έδωσε αστραπές και
βροντές και βροχή, εκ τούτου ο ισραηλιτικός λαός φοβήθηκε πολύ τον Θεό και τον
Σαμουήλ.

Ο Σαμουήλ είπε πως εφόσον πλέον το Ισραήλ είχε βασιλιά έπρεπε πλέον να
υπακούει σ’ αυτόν αλλά παράλληλα: «...να φοβείσθε τον Κύριο, λατρεύσετε Αυτόν
με ορθό τρόπο και με όλη την καρδιά σας.. εάν όμως επιμείνετε να αμαρτάνετε, σεις
και ο βασιλιάς σας θα συγκαταστραφείτε».

Ο Σαούλ και ο υιός του Ιωνάθαν κατάφεραν να κατακτήσουν τα στρατηγικά φυλάκια


των Φιλισταίων, και αυτό ήταν σοβαρή αιτία να ξεσπάσει γενική εξέγερση των
Φιλισταίων κατά των Ισραηλιτών. Ο Σαούλ αποφάσισε να πολεμήσουν εναντίον
τους και συγκέντρωσε κατά μεν την γραφή 300.000 άρματα, κατά δε τους
ερμηνευτές ο αριθμός αυτός είναι υπερβολικός και ο πιθανότερος είναι 900 άρματα
μάχης. Άλλωστε και οι Φιλισταίοι ήταν ολιγάριθμος λαός.

Ο Σαούλ περίμενε να λάβει την εντολή από τον Σαμουήλ για την έναρξη του
πολέμου, μα ο προφήτης δεν φάνηκε. Τότε ο Σαούλ προσέφερε θυσία και
ολοκαυτώματα αποφασίζοντας να ξεκινήσει τη μάχη δίχως να περιμένει την
απάντηση του Θεού διά του Σαμουήλ.

Όταν ο Σαμουήλ εμφανίστηκε μετά από δέκα μέρες επέπληξε αυστηρά τον Σαούλ
για την ανυπακοή του να θυσιάσει δίχως να τον περιμένει.

Ο Σαμουήλ τότε του είπε: «Με κουφότητα ενήργησες, διότι δεν εφύλαξες την εντολή
μου, την οποία διέταξε ο Κύριος. Εάν δεν φερόσουνα έτσι, ο Κύριος είχε ετοιμάσει
τη βασιλεία σου να είναι παντοτινή. Αλλά τώρα η βασιλεία σου δε θα μείνει στη
θέση της. Ο Κύριος θα ζητήσει να βρει άντρα, όπως τον ποθεί ο Θεός».

Η προφητεία αυτή του Σαμουήλ δεν είχε άμεση ισχύ αλλά όλα αυτά συνέβησαν όπως
θα δούμε παρακάτω σε άλλο χρόνο.

Εν τω μεταξύ οι Φιλισταίοι ήδη προσέγγιζαν τα στρατεύματα των ισραηλιτών


λεηλατώντας πόλεις και χωριά. Θα πρέπει να τονιστεί ότι οι Εβραίοι δεν διέθεταν
σιδερένια όπλα, διότι οι Φιλισταίοι ως κυρίαρχοι αυτών είχαν απαγορεύσει σε
αυτούς την κατασκευή και την κατοχή τους.

Ο Ιωνάθαν γιος του Σαούλ με γενναιότητα και πίστη κατάφερε να κερδίσει αρκετές
μάχες για λογαριασμό των ισραηλιτών. Όμως ταυτόχρονα ο Σαούλ όρκισε τον λαό
του σε απόλυτη νηστεία, κάτι που ασφαλώς αποδυνάμωσε το στρατό του την
κρισιμότερη ώρα του πολέμου. Ο Ιωνάθαν όμως δεν γνώριζε τον όρκο του πατέρα
του και έφαγε μέλι. Έπρεπε λοιπόν βάση της απερισκεψίας του Σαούλ να θανατωθεί,
όμως ο λαός τον υποστήριξε και προσευχήθηκε υπέρ αυτού, διότι ο Ιωνάθαν ήταν
ένας ήρωας. Οι αρχιερείς πήραν πληροφορία από τον Θεό και ακύρωσαν τον όρκο
του Σαούλ διότι αυτός ενήργησε αυτοκρατορικώς και όχι θεοκρατατικώς.

Κατόπιν ο Σαμουήλ εν ονόματι του Θεού διέταξε τον Σαούλ να αναλάβει τον ιερό
πόλεμο κατά των Αμαληκιτών. Οι Αμαληκίτες υπήρξαν οι φανατικότεροι εχθροί των
ισραηλιτών και πλέον είχε έλθει η ώρα της Θείας τιμωρίας.

132
Πολύ σωστά τονίζει ο π. Ιωήλ Γαιαννακόπουλος στην ερμηνευτική του απόδοση της
Παλαιάς Διαθήκης, πως ο μεν Θεός τιμωρεί του Αμαληκίτες ύστερα από πολλά
χρόνια, ενώ εμείς θέλουμε να τιμωρούνται αμέσως οι εχθροί μας.

Ο Σαούλ παρότι είχε λάβει εντολή να θανατώσει στον πόλεμο όλους τους
Αμαληκίτες, όμως αυτός λυπήθηκε τον βασιλιά τους Αγάγ και δεν τον φόνευσε.
Ούτε και τα εκλεκτότερα λάφυρα που συνέλεξε κατέστρεψε. Κράτησε πρόβατα,
βόες, φαγητά, αμπελώνες κ.α. αυτό βέβαια ήταν βαρύτατη ανυπακοή στο θέλημα του
Θεού.

Ο Σαμουήλ επισκέφθηκε κατόπιν τον Σαούλ και είδε, και απογοητεύτηκε από την
διαγωγή του χριομένου υπ’ αυτού βασιλέως. Είδε στήλη εγκωμιαστική
ειδωλολατρικού τύπου αφιερωμένη στον Σαούλ, και τον Σαούλ να θυσιάζει τα
αμαρτωλά λάφυρα των Αμαληκιτών στον Θεό. Βλέποντας λοιπόν αυτά είπε στον
Σαούλ: «Πολύ μικρός δεν ήσουν ενώπιον του Θεού, όταν έγινες βασιλιάς του
ισραηλιτικού λαού; Ο Θεός σε έβαλε στο δρόμο του εξολοθρευσμού των
Αμαληκιτών λέγοντάς σου: Πήγαινε και κατάστρεψε αυτούς που αμάρτησαν σε
μένα. Θα τους πολεμήσεις μέχρι να τους εξολοθρεύσεις αυτούς τελείως. Γιατί δεν
υπάκουσες στην εντολή αυτή του Κυρίου, αλλά ερρίφθης στα λάφυρα και διέπραξες
τη μεγάλη αυτή παρακοή ενώπιον του Κυρίου;

Ο Σαούλ απάντησε στον Σαμουήλ: «Άκουσα τη φωνή του λαού. Βάδισα δηλαδή το
δρόμο τον οποίο μου χάραξε ο Κύριος να επέλθω κατά των Αμαληκιτών, αλλά
συνέλαβα των βασιλέα των Αμαληκιτών Αγάγ και τον άφησα να ζήσει, μόνο τους
άλλους Αμαληκίτες εξολόθρευσα. Ο λαός έλαβε τα καλύτερα εκ των προς
αναθεματισμό πρόβατα και βόδια για να τα θυσιάσει στον Κύριο».

Ο Σαμουήλ είπε: «Μήπως είναι προτιμότερα για τον Κύριο τα ολοκαυτώματα και οι
άλλες θυσίες από το να υπακούει κανείς στις εντολές Του; Όχι! Η υπακοή στο
θέλημά Του είναι ανωτέρα πάσης και της πλουσιωτέρας θυσίας. Ναι! Η ακοή και
υπακοή στην εντολή Του είναι ανωτέρα από το πολυτιμότατο λίπος των κριαριών
που θυσιάζεται. Η άνευ υπακοής στο θείο θέλημα θυσίες και προσφορές δεν
διαφέρουν σε τίποτα από τις ειδωλολατρικές θυσίες, διότι είναι αμαρτία, μαγεία. Οι
θυσίες αυτές τα αρχιερατικά διάσημα δι’ ων ο αρχιερεύς ζητεί να μάθει το θείο
θέλημα δεν διαφέρουν των ειδωλολατρικών αγαλμάτων, τα οποία προξενούν και
επιφέρουν οδύνη και πόνους καταστροφής. Επειδή λοιπόν περιφρόνησες το λόγο του
Κυρίου και ο Κύριος θα σε περιφρονήσει, ώστε να μην είσαι βασιλιάς του
ισραηλιτικού λαού».

Ο Σαούλ είπε: «Αμάρτησα διότι παραβίασα τον λόγο του Κυρίου και τον δικό σου.
Τούτο το έκανα, διότι φοβήθηκα το λαό και άκουσα την απαίτησή του. Τώρα
συγχώρησε το αμάρτημά μου, έλα πάλι μαζί μου και θα λατρεύσω τον Κύριο τον
Θεό σου».

Ο Σαμουήλ είπε στον Σαούλ: «Δεν θα είμαι πλέον μαζί σου, διότι περιφρόνησες τον
λόγο του Κυρίου. Ο Κύριος θα σε απορρίψει, ώστε να μην είσαι βασιλιάς του
ισραηλιτικού λαού».

Όπως ο Σαμουήλ έστρεψε το πρόσωπό του να φύγει, ο Σαούλ κρατήθηκε από το


άκρο του επανωφοριού του και το έσχισε. Ο Σαμουήλ παίρνοντας αφορμή από το

133
περιστατικό αυτό είπε: «Ο Κύριος έσχισε τη βασιλεία σου και θα τη δώσει σε άλλο
ισραηλίτη οικείο υπηρέτη σου καλλίτερο από σένα».

Παρόλα αυτά ο Σαμουήλ επειδή δεν είχε άλλον προς άμεση αντικατάσταση του
Σαούλ και για να μη μειώσει το βασιλικό αξίωμα άφησε τον Σαούλ στη θέση του, ο
οποίος προς ένδειξη μετανοίας σκότωσε τον Άγαγ βασιλιά των Αμαληκιτών.

Ο Σαμουήλ επέστρεψε στη χώρα του και από τη στιγμή εκείνη δεν ξαναείδε πια ποτέ
κατά πρόσωπο τον Σαούλ.

1010 π.Χ Δαυίδ

1010 π.Χ ΔΑΥΙΔ

Ο Θεός κάλεσε τον Σαμουήλ στην Βηθλεέμ για να του δείξει τον νέο εκλεκτό ο
οποίο ήταν γιος του Ιεσσαί ο μικρότερος και ο πιο «ασήμαντος». Ο Δαυίδ. Θα ήταν
τότε μόλις είκοσι ετών τσομπάνος στο επάγγελμα. Ξανθός στα μαλλιά, πράγμα
παράξενο για την περιοχή που οι άνθρωποι είναι συνήθως μέλανες. Είχε δε ωραία
μάτια.

Ο Σαμουήλ τον έχρισε με λάδι και από τη στιγμή εκείνη το Άγιο Πνεύμα εισπήδησε
μέσα στον Δαυίδ με δύναμη σφοδρή ενώ παράλληλα ο Σαούλ έμεινε κενός Θείας
Χάριτος και πνεύμα πονηρό τάρασσε πλέον αυτόν.

Βλέποντας οι δούλοι του Σαούλ την αθλία κατάσταση του βασιλέως Σαούλ του
πρότειναν να φέρουν άνθρωπο που γνώριζε κιθάρα ώστε παίζοντας εκείνος να τον
ηρεμεί κατά την ώρα του πειρασμού. Του έφεραν λοιπόν μπροστά του τον Δαύιδ τον
οποίο ο Σαούλ αγάπησε πολύ. Ο Δαυίδ έπαιζε την κιθάρα του και ο Σαούλ
θεραπεύονταν από την ταραχή που τον καταλάμβανε διότι το πονηρό πνεύμα
απομακρύνονταν απ’ αυτόν.

134
ΔΑΥΙΔ ΚΑΙ ΓΟΛΙΑΘ

Οι Φιλισταίοι συγκεντρώθηκαν στην περιοχή Σοκχώθ προκαλώντας τους


ισραηλίτες σε μάχη. Αυτή η περιοχή ήταν μια κοιλάδα, της οποίας την δυτική
πλευρά κατείχαν οι Φιλισταίοι και την Ανατολική το Ισραήλ.

Ο Γολιάθ ήταν ένας γίγαντας ο οποίος ανήκε στις τάξεις των Φιλισταίων. Το
ύψος του κυμαίνονταν από 2-3,3 μέτρα βάση των πήχεων που αποδίδουν οι
εβδομήκοντα και από την άλλη το Εβραϊκό κείμενο.

Ο Γολιάθ προκαλούσε τους ισραηλίτες λέγοντας: «Διατί εξήλθατε να


παραταχθείτε σε πόλεμο εναντίον μας; Εγώ δεν είμαι Φιλισταίος και εσείς Εβραίοι
με βασιλιά τον Σαούλ; Εκλέξατε άνδρα για να αντιπαραταχτεί εναντίον μου. Εάν
αυτός τολμήσει να αντιμετρηθεί μαζί μου και να με καταβάλει θα είμαστε εμείς
δούλοι σας. Εάν όμως εγώ φανώ ισχυρότερος αυτού και τον καταβάλω, θα είστε
εσείς δούλοι σε μας και θα μας δουλεύετε».

Ο Δαυίδ την εποχή εκείνη είχε αφήσει την βασιλική αυλή και ασχολούνταν
με την διαποίμανση των προβάτων. Ο πατέρας του Ιεσσαί πολύ γέρος στην ηλικία
απέστειλε τον Δαυίδ στο ισραηλιτικό στρατόπεδο για να στείλει αγαθά προς
εφοδιασμό στα αδέρφια του που είχε στείλει ο Ιεσσαί στον πόλεμο.

Όταν πήγε στο πεδίο της μάχης και άκουσε αυτά που έλεγε ο Γολιάθ, άναψε
μέσα του ο πολεμικός βρασμός. Εν τω μεταξύ ο Σαούλ είχε υποσχεθεί πως αν
κάποιος αντιμετώπιζε τον Γολιάθ και τον νικούσε θα του έδινε την κόρη του και θα
τον έκανε αντιβασιλέα. Ο Δαυίδ ρώτησε τους άνδρες που βρίσκονταν δίπλα του:
«Θα αμειφθεί ο ανήρ εκείνος, ο οποίος θα καταβάλει τον Φιλισταίο τούτο,
αφαιρώντας αυτός την προς τον ισραηλιτικό λαό προσβολή του ανδρός αυτού. Ποιος
είναι ο απερίτμητος αυτός Φιλισταίος ο οποίος προσέβαλε τον στρατό του
πραγματικού Θεού;».

Ο Ελιάβ ο μεγαλύτερος αδερφός του Δαυίδ, ακούγοντας τα λόγια αυτά


ειρωνεύτηκε τον Δαυίδ λέγοντάς του: «Εγώ γνωρίζω την υπερηφάνεια σου και την
κακή σου καρδιά. Ήλθες εδώ να δεις τον πόλεμο». Ο Δαυίδ όμως συνέχισε
πυρακτωμένος από θείο ζήλο συνέχισε να ρωτά και τελικά οδηγήθηκε στον Σαούλ
στον οποίο προσφέρθηκε για να πολεμήσει εναντίον του Γολιάθ. Ο Σαούλ βλέποντας
τη διαφορά όγκου των δύο πολεμιστών αρχικά αρνήθηκε να επιτρέψει στον Δαυίδ να
αντιμετωπίσει το Γολιάθ σε μονομαχία. Ο Δαυίδ όμως του είπε για τις επιτυχίες που
είχε απέναντι στα άγρια θηρία που επιτίθονταν κατά καιρούς στο κοπάδι του και πώς
εκείνος τα φόνευε. «...τον λέοντα λοιπόν και την άρκτο εγώ ο δούλος σου χτυπούσα
και φόνευα...». Ο Σαούλ ακούγοντας τις διηγήσεις του, του επέτρεψε τελικά να
αντιμετωπίσει τον τρομερό γίγαντα Γολιάθ.

Οι ισραηλίτες έντυσαν τον Δαυίδ με πανοπλία, η οποία όμως ήταν λείαν


ενοχλητική στον μικρό βοσκό και τον εμπόδιζε στο περπάτημα. Την αφαίρεσε
λοιπόν και εξήλθε εναντίον του Γολιάθ δίχως πανοπλία, δίχως όπλα, παρά μόνο με
μια σφενδόνα και μερικές πέτρες στα χέρια. Ο Γολιάθ βλέποντας απέναντί του τον
μικροσκοπικό Δαυίδ είπε: «Με σκυλί μοιάζω και έρχεσαι εναντίον μου με ράβδο και
πέτρες;» Ο Δαυίδ απάντησε: «Όχι! Αλλά χειρότερος από σκύλο είσαι... συ έρχεσαι
εναντίον μου με ρομφαία και δόρυ και ασπίδα. Εγώ όμως έρχομαι εν ονόματι Κυρίου

135
Θεού Παντοκράτορος του στρατού του ισραηλιτικού, για τον οποίο μίλησες σήμερα
περιφρονητικά. Σήμερα θα σε παραδώσει ο Κύριος στα χέρια μου, θα σε φονεύσω
και θα αφαιρέσω το κεφάλι σου...».

Ο Γολιάθ ακούγοντας αυτά βάδισε κατά του Δαυίδ. Ο Δαυίδ άπλωσε το χέρι
του στο σάκο του, πήρε έναν λίθο τον οποίο εκσφενδόνισε κατά του Φιλισταίου, η
πέτρα κτύπησε στο μέτωπο τον Γολιάθ. Ο λίθος τρύπησε την περικεφαλαία και
εισήλθε στο μέτωπο αυτού πληγώνοντάς τον θανάσιμα. Κατόπιν ο Δαυίδ έκοψε το
κεφάλι του γίγαντα. Οι Φιλισταίοι μετά το συμβάν αυτό τράπηκαν άτακτα σε φυγή.

Από τη στιγμή εκείνη που ο Δαυίδ φόνευσε τον Φιλισταίο γίγαντα, ο Σαούλ
παρέλαβε αυτόν μόνιμα στο παλάτι του. Ο Ιωνάθαν υιός του Σαούλ συνδέθηκε με
τον Δαυίδ με μεγάλους δεσμούς φιλίας. Τον αγάπησε ο Ιωνάθαν τον Δαυίδ όπως τον
εαυτό του.

Εν τω μεταξύ οι γυναίκες υποδέχτηκαν τον Δαυίδ στο παλάτι με χορούς και


τύμπανα. Τραγουδώντας: «Ο Σαούλ εφόνευσε χιλιάδας εχθρών του και ο Δαυίδ
μυριάδας». Αυτό ασφαλώς δεν άρεσε στον Σαούλ, ο οποίος καταλήφθηκε υπό του
δαίμονος και αποπειράθηκε δύο φορές να σκοτώσει με το δόρυ του τον Δαυίδ. Το
εξεδίωξε από το παλάτι του κυριευμένος από το πάθος του φθόνου. Από τότε
ζητούσε τρόπο να σκοτώσει τον «αντίζηλό» του.

Η Μελχόλ κόρη του Σαούλ ανήκε στον Δαυίδ λόγω του ότι ο Σαούλ είχε
υποσχεθεί ότι όποιος σκότωνε τον γίγαντα Γολιάθ θα την έπαιρνε για γυναίκα του.
Παρόλα αυτά πριν του τη δώσει σκέφτηκε να εκθέσει τον Δαυίδ σε μεγάλους
κινδύνους, μήπως και μέσα από αυτούς σκοτωθεί και απαλλαχτεί απ’ αυτόν. Έτσι
ζήτησε από τον Δαυίδ να καταβάλει ως γαμήλια δώρα 100 ακροβυστίες Φιλισταίων.
Και τούτο διότι ο Δαυίδ ήταν φτωχός και δεν είχε χρήματα να δώσει. Αυτό ήταν ένα
πανούργο τέχνασμα του Σαούλ για να εκθέσει τον Δαυίδ σε κίνδυνο. Όμως ο
ταπεινός βοσκός κατάφερε να φέρει ει πέρας την αποστολή του. Φόνευσε εκατό
Φιλισταίους και πήρε από αυτούς τις ακροβυστίες τους.

Στη συνέχεια ο Σαούλ κυριευμένος από το πονηρό πνεύμα προσπάθησε δύο


φορές να φονεύσει τον αντίζηλό του με τα ίδια του χέρια χωρίς όμως επιτυχία. Ο
Ιωνάθαν ο υιός του Σαοὐλ και καρδιακός φίλος του Δαυίδ, καταπράυνε προς στιγμήν
τα πράγματα μεσιτεύοντας στον πατέρα του υπέρ του φίλου του.

Τίποτα όμως δεν σταματούσε τον Σαούλ στην εκδήλωση του παράλογου μίσους του.
Έτσι έδωσε εντολή στους στρατιώτες του, να συλλάβουν τον Δαυίδ
περικυκλώνοντας την οικία αυτού.

Ο Δαυίδ ξέφυγε του κινδύνου με την πολύτιμη βοήθεια την Μελχόλ της συζύγου
του, η οποία έβαλε στο κρεβάτι ομοίωμα ανθρώπου το οποίο παρίστανε κοιμώμενο
τον Δαυίδ. Αυτό έδωσε πολύτιμο χρόνο στον σύζυγό της για να απομακρυνθεί από
την οικία του.

Στην περιοχή Αρμαθαίμ όπου εκεί βρίσκονταν το κολλέγιο των προφητών (το
κολλέγιο των προφητών ήταν κάτι παρόμοιο με τα σημερινά μοναστήρια, όπου εκεί
οι ασκούμενοι επιδίδονταν στη μελέτη του νόμου και την προσευχή), ο Σαούλ
καταδίωξε τον Δαυίδ. Εκεί οι βασιλικοί απεσταλμένοι έπεσαν σε έκσταση

136
ψάλλοντας ψαλμούς και ιερά άσματα. Σε έκσταση έπεσε και ο Σαούλ. Με πόση
αγάπη και δύναμη υπερασπίζονταν τον Δαυίδ ο Θεός! Εν τούτοις αυτή η έκστασις
και η χάρις ουδεμία μεταβολή επέφερε στην καρδιά του Σαούλ.

Συμβούλιο έγινε κατόπιν μεταξύ των δύο φίλων Δαυίδ και Ιωνάθαν. Ο Δαυίδ είπε
στον φίλο του πως ο Σαούλ επρόκειτο να τον φονεύσει, πράγμα που ο Ιωνάθαν
αδυνατούσε να αποδεχτεί. Τότε ο Δαύιδ είπε στον Ιωνάθαν: «Δος μου την άδεια να
φύγω και να κρυφθώ στην πεδιάδα μέχρι το δειλινό. Εάν ο πατήρ σου αντιληφθεί την
απουσία μου και σε ερωτήσει δι εμέ θα απαντήσεις. Μου ζήτησε άδεια ο Δαυίδ να
μεταβεί μέχρι της πόλεώς του, της Βηθλεέμ, διότι εκεί επρόκειτο να γίνει θυσία
ετήσια για όλη την οικογένειά του. Αν σου απαντήσει: ας έχει ειρήνη ο δούλος σου,
έχουν καλά τα πράγματα για μένα. Εάν όμως σου απαντήσει με θυμό, γνώριζε ότι η
κακία του έχει φθάσει στο κορύφωμά της...».

Πράγματι στο βασιλικό γεύμα που πραγματοποιήθηκε την πρώτη του μηνός, ο
Σαούλ ρώτησε να μάθει το λόγο της απουσίας του Δαυίδ από το τραπέζι. Όταν ο
Ιωνάθαν είπε αυτά που του είχε υπαγορεύσει ο Δαυίδ, ο Σαούλ άναψε από θυμό.

Ο Ιωνάθαν με συνθηματικό τρόπο ειδοποίησε για τον κίνδυνο τον Δαύιδ ο οποίος
έκτοτε έγινε φυγάς περιπλανώμενος ανά την Ιουδαία. Φιλοξενήθηκε από τον
αρχιερέα Αβιμέλεχ όπου εκεί πείνασε και έφαγε από του άρτους της προθέσεως ,
γεγονός που μνημονεύεται και στην Καινή Διαθήκη από τον Χριστό. (Ματθ. 12, 3-
4). Φεύγοντας από τον Αβιμέλεχ πήρε μαζί του την ρομφαία του Γολιάθ η οποία
φυλάσσονταν πλησίον του Εφώδ του Αρχιερέως.

Μετά τον Αβιμέλεχ ο Δαυίδ κατάφυγε στο στρατόπεδο των εχθρών του των
Φιλισταίων, ελπίζοντας ότι αυτοί δεν θα τον αναγνωρίσουν, πράγμα που δεν έγινε
όμως. Ο Δαυίδ για να γλυτώσει τη ζωή του προσποιήθηκε τον επιληπτικό, η οποία
θεωρούνταν την εποχή εκείνη ιερή νόσος. Έτσι γλύτωσε από τα χέρια των
Φιλισταίων και του βασιλιά τους Αγχούς.

Εν συνεχεία ο Δαυίδ κατέφυγε στο σπήλαιο Οδολλάμ το οποίο βρίσκονταν κοντά


στη Βηθλεέμ. Εκεί είχε περάσει τα παιδικά του χρόνια και ως εκ τούτου ήξερε καλά
την περιοχή. Κοντά του προσκολλήθηκαν πολλοί ενδεείς και πικραμένοι. Αργότερα
αυτοί που αρχικά ήταν 400, και στη συνέχεια αυξήθηκαν στους 600 αποτέλεσαν τον
στρατό του Δαυίδ. Αυτούς τους χρησιμοποίησε ο Δαυίδ όχι κατά του Σαούλ, αλλά
κατά των Φιλισταίων όπως θα δούμε παρακάτω.

Ο Σαούλ πλήρης οργής κάλεσε τον αρχιερέα Αβιμέλεχ διότι πληροφορήθηκε πως
αυτός τον φιλοξένησε τον εχθρό του. Ο Αβιμέλεχ είπε στον Σαούλ πως δεν έκανε
τίποτα κακό διότι ο Δαυίδ πιστός δούλος του βασιλιά ήταν. Δεν γνώριζε το μίσος του
Σαούλ εναντίον του Δαυίδ.

Όμως ο Σαούλ δεν πείστηκε. Το μίσος του ήταν άσβεστο. Διέταξε τους στρατιώτες
του να σφάξουν όλους τους ιερείς και τον Αβιμέλεχ. Όμως ουδείς ετόλμησε να
πράξει τέτοιου είδους έγκλημα, παρά μόνο ο Ιδουμαίος Δωήκ. Αυτός εκείνη την
ημέρα έσφαξε 305 ιερείς...

Μόνο ένας υιός του Αβιμέλεχ γλύτωσε από την σφαγή. Ο Αβιάθαρ, ο οποίος
προσκολλήθηκε στον Δαυίδ και εκείνος τον έκανε αρχιερέα. Εκείνη την φρικτή

137
ημέρα ο Δαυίδ κατηγόρησε τον εαυτό του ως υπεύθυνο για την μεγάλη σφαγή των
ιερέων διότι εξαιτίας του έγινε αυτή.

Η ΝΙΚΗ ΤΟΥ ΔΑΥΙΔ ΣΤΗΝ ΚΕΪΛΑ

Ο Δαυίδ πληροφορήθηκε ότι οι Φιλισταίοι περικύκλωσαν την πόλη Κεϊλά πόλη


πλησίον κτισμένη της Βηθλεέμ. Ρώτησε λοιπόν ο Δαύιδ τον Θεό δια μέσου του
αρχιερέως Αβιάθαρ που ήταν στη συνοδεία του αν θα έπρεπε να κτυπήσει τους
Φιλισταίους. Ο Θεός το επέτρεψε και ο Δαυίδ έκανε τότε μια πολύ μεγάλη νίκη
εναντίον των Φιλισταίων.

Οι κάτοικοι όμως της Κεϊλά όχι μόνο δεν ευχαρίστησαν τον ήρωά τους που τους
γλύτωσε από τα χέρια των Φιλισταίων, αλλά θέλησαν να τον παραδώσουν στα χέρια
του Σαούλ ο οποίος με μένος τον καταδίωκε για να τον συλλάβει· Έλεγε:. «Μέσα
στη γη αν χωθεί θα ερευνήσω και θα τον βρω θα τον βρω μεταξύ όλων των
οικογενειών της φυλής Ιούδα».

Πράγματι, ο Σαούλ ανακάλυψε τον Δαυίδ στην έρημο, και τον καταδίωξε, όταν δε
έφτασε πολύ κοντά σ’ αυτόν κατά παραχώρηση Θεού οι Φιλισταίοι επιτέθηκαν στον
στρατό του Σαούλ και έτσι ο Σαούλ αναγκάστηκε λίγο πριν συλλάβει τον Δαυίδ να
οπισθοχωρήσει. Το σημείο που έγινε το γεγονός αυτό ονομάστηκε «βράχος
αποσχίσεως». Σημείο δηλαδή διαχωρισμού του Σαούλ από τον Δαυίδ.

Στην έρημο Εγγαδί ο Σαούλ παρέλαβε 3000 στρατιώτες με σκοπό να καταδιώξει τον
Δαυίδ. Σε ένα από τα πολλά σπήλαια που έχει η περιοχή ο Σαούλ εισήλθε για να
κάνει τη σωματική του ανάγκη. Όμως μέσα σ’ αυτό το σπήλαιο βρίσκονταν
κρυμμένος ο Δαυίδ και οι άνδρες του.

Οι άνδρες του Δαυίδ παρακίνησαν τον αρχηγό τους να σκοτώσει τον ανυπεράσπιστο
Σαούλ λέγοντάς του: «Ο Θεός παρέδωσε αυτόν στα χέρια σου». Ο Δαυίδ όμως είπε:
«Ουδέποτε ο Κύριος δεν θα επιτρέψει να κάνω τέτοιο πράγμα στον κύριό μου
Σαούλ, τον ο οποίο ο Θεός έχρισε βασιλιά του Ισραήλ».

Εν τέλη αφού ο Σαούλ βγήκε αβλαβής από το σπήλαιο, τον ακολούθησε ο Δαυίδ ο
οποίος του φώναξε ξωπίσω: «Κύριε βασιλεύ, γιατί πείθεσαι στις συκοφαντίες
μερικών αυλικών σου οι οποίοι σου λένε, ιδού ο Δαυίδ ζητεί να σε σκοτώσει; Να!
Κατά την ημέρα αυτή, είδαν τα μάτια σου ότι ο Κύριος παρέδωσε εσένα στα χέρια
μου στο σπήλαιο αυτό. Δεν θέλησα όμως να σε σκοτώσω, σε λυπήθηκα. Σκέφτηκα:
Δεν θα βάλω το χέρι μου στον κύριό μου τον βασιλεύ, ώστε να φονεύσω αυτόν.
Διότι αυτός χρίστηκε βασιλιάς από το Θεό...».

Ακούγοντας τα λόγια αυτά ο Σαούλ ήρθε σε πρόσκαιρη συναίσθηση των αμαρτιών


του: «Και να εγώ γνωρίζω, ότι θα γίνεις βασιλιάς και δια της χειρός σου θα
στερεωθεί το ισραηλιτικό βασίλειο».

…Ο Δαυίδ πληροφορήθηκε τον καιρό εκείνο τον θάνατο


του Σαμουήλ και έτσι κατέβηκε στην έρημο Μαάν για να προστατευθεί από νέα
ενδεχόμενη επίθεση του Σαούλ. Στην περιοχή αυτή κατοικούσε ένα πλούσιος
άνθρωπος ονόματι Νάβαλ ο οποίος είχε στην κατοχή του πολλά αιγοπρόβατα. Από
αυτόν ο Δαυίδ ζήτησε να αγοράσει σφαχτά για τον στρατό του. Όμως ο Νάβαλ

138
απάντησε: «Ποιος είναι αυτός ο Δαύιδ, ποιος είναι αυτός ο υιός του Ιεσσαί; Νομίζω
πως υπάρχουν πολλοί δραπέτες δούλοι που έγιναν φυγάδες που το έσκασαν από τους
κυρίους τους. Ένας απ’ αυτούς είναι κι αυτός». Αυτή η απάντηση εξόργισε τον
Δαυίδ ο οποίος αποφάσισε να επιτεθεί εναντίον του Νάβαλ.

Η σύζυγος του Νάβαλ λεγόταν Αβιγαία. Αυτή ήταν πολύ όμορφη και συνετή. Μόλις
πληροφορήθηκε την αναιδή απάντηση του άνδρα της έτρεξε αμέσως προς τον Δαυίδ
και τον παρακάλεσε να μη κάνει κακό στον οίκο της αποκαλώντας τον άνδρα της
ανόητο, τρελό. Παράλληλα η Αβιγαία προσέφερε δώρα στον Δαυίδ για να
μαλακώσει την καρδιά του όπερ και εγένετο.

Μάλιστα μετά τον θάνατο του Νάβαλ ο Δαυίδ ζήτησε να παντρευτεί την Αβιγαία,
τόσο πολύ την εξετίμησε! Στην πόλη Ιεσραέλ έγινε ο γάμος τους. Ο Δαυίδ τον καιρό
εκείνο παντρεύτηκε και μία ακόμη γυναίκα την Αχινοόμ.

Ο Σαούλ και πάλι καταδίωξε τον Δαυίδ. Πέρασε την έρημο Ζιφ με 3000
στρατιώτες προς εκπλήρωση του φονικού σχεδίου του.

Τη νύχτα όμως στον τόπο που στρατοπέδευσε ο Σαούλ και στρατός του
εισχώρησε κρυφά ο Δαυίδ και ο συμπαραστάτης του Αβεσσά χωρίς να γίνουν
αντιληπτοί στη σκηνή που αναπαύονταν ο βασιλέας Σαούλ. Η εισχώρηση αυτή έγινε
δια θαύματος μιας που ο Θεός βεβάρυνε υπερβολικά τους οφθαλμούς των φρουρών
και έτσι εκείνων κοιμωμένων ο Δαυίδ ανενόχλητος βρέθηκε μπροστά στην κλίνη
του Σαούλ. Ο Αβεσσά είπε στον Δαύιδ: «Ο Θεός έφερε σήμερα τον εχθρό σου στα
χέρια σου. Δύναμαι να τον κτυπήσω με το δόρυ μου μια φορά μόνο και να φθάσει το
δόρυ μου στη γη χωρίς να ξαναδευτερώσω». (Α΄Βασ. 26, 8). Ο Δαυίδ απάντησε στον
Αβεσσά: «Δεν πρέπει να τον φονεύσεις, διότι τις θα επιβάλει την χείρα του στον υπό
του Θεού χρισθέντα βασιλέα και δεν θα είναι αξιοκατάκριτος; Ο Δαυίδ προσέθεσε:
Εις τον ζώντα Κύριο ορκίζομαι εγώ δεν πρόκειται να βάλω χέρι μου φονικό πάνω
του...».

Με αυτό τον τρόπο ο Δαυίδ άφησε για μία ακόμη φορά τον Σαούλ στα χέρια
του Θεού λέγοντας: «Μόνο ο Κύριος είναι σε θέση να του αφαιρέσει τη ζωή ή δια
αιφνιδίου θανάτου ή δια φυσιολογικού...».
πήρε όμως το δόρυ του βασιλέως και την υδρία του ύδατος. Την επομένη στάθηκε
στον απέναντι λόφο και φώναξε προς τον Σαούλ και τον αρχιστράτηγό του Αβεννήρ:
«Αβεννήρ δεν απαντάς; Άνδρας δεν είσαι εσύ; Ποιος άλλος μεταξύ του ισραηλιτικού
λαού είναι γενναιότερός σου; Γιατί λοιπόν δεν φυλάττεις τον κύριό σου τον βασιλέα
σου; Η αμέλεια την οποία επέδειξες δεν είναι καθόλου καλή. Εις τον ζώντα Κύριο
ορκίζομαι ότι είστε άξιοι θανάτου για την αμέλειά σας σεις οι φυλάσσοντες τον υπό
του Θεού χρισθέντα βασιλέα σας. Και τώρα ιδού λοιπόν: Το βασιλικό δόρυ και η
υδρία του ύδατος, τα οποία ήταν πλησίον της κεφαλής του κοιμωμένου βασιλέως
που είναι;

Ο Σαούλ αναγνώρισε τη φωνή του Δαυίδ και είπε: «Η φωνή σου είναι αυτή
τέκνο μου Δαυίδ»; Ο Δαυίδ απάντησε: «Ναι! Εγώ είμαι ο δούλος σου, κύριε
βασιλεύ! Διατί εμέ τον δούλο σου καταδιώκει ο κύριός μου; Εις τί αμάρτησα; Τί
κακό βρήκες σε μένα;...»

Ο Σαούλ αποκρίθηκε και είπε: «Γύρισε πίσω παιδί μου Δαύιδ και δεν θα σε

139
κακοποιήσω, διότι σεβάστηκες τη ζωή μου κατά τη σημερινή ημέρα. Ανοήτως εγώ
φέρθηκα σε σένα και διέπραξα μεγάλο αμάρτημα»

Ο Δαυίδ απάντησε: «Ιδού το βασιλικό δόρυ. Ας έλθει ένας από τους δούλους
σου να το παραλάβει».

Παρά όμως την φαινομενική μετάνοια του Σαούλ ο Δαυίδ πλέον δεν
εμπιστευόταν τα λόγια του βασιλέως και σκέφθηκε: «Οπωσδήποτε κάποια μέρα θα
πέσω στα χέρια του Σαούλ και θα φονευθώ. Δεν είναι άλλο καλύτερο για μένα από
το να καταφύγω και να σωθώ στη χώρα των Φιλισταίων και τότε θα παύσει ο Σαούλ
να με ζητά..». Έτσι, ο Δαυίδ με τους 600 στρατιώτες του μετέβησαν στην γη των
Φιλισταίων προς τον βασιλιά της Γεθ, Αγχούς. Ο Αγχούς παραχώρησε στον Δαυίδ
την πόλη Σεκελάκ. Στην πόλη αυτή είχε πλήρη ελευθερία ο Δαυίδ, οργάνωνε τον
στρατό του και επιτίθονταν στους Αμαληκίτες. Ήταν θα λέγαμε η πρώτη περίοδος
βασιλείας του Δαυίδ. Από τα λάφυρα που κέρδιζε από τις πολεμικές επιχειρήσεις
κατά των Αμαληκιτών έδινε ένα μερίδιο στον Αγχούς. Έδινε επίσης αναφορά των
πράξεών του ως φιλοξενούμενος στα εδάφη των Φιλισταίων.

Ο Δαυίδ δεν άφηνε κανέναν αιχμάλωτο ζωντανό είτε άνδρα είτε γυναίκα για
να μην αποκαλυφθεί ότι πολεμούσε όχι τους ισραηλίτες, αλλά τους εχθρούς αυτών.
Έτσι έδινε την ψευδή εντύπωση στον Αγχούς ότι αυτός εκτελεί πολεμικές
επιχειρήσεις κατά των ισραηλιτών. Το γεγονός ότι ο Αγχούς τον εμπιστεύονταν δεν
ήταν παράξενο, μιας που ο Δαυίδ ήταν θανάσιμος εχθρός του Σαούλ.
Έτσι ο Αγχούς τον εμπιστεύτηκε κάνοντάς τον έμπιστο φίλο του.

Κατά την εποχή εκείνη ο Αγχούς αποφάσισε να κηρύξει πόλεμο εναντίον των
ισραηλιτών. Απευθυνόμενος στον Δαυίδ του είπε: «Γνωρίζεις ασφαλώς, ότι θα
έλθεις εσύ και οι άνδρες σου μαζί μου στον πόλεμο τούτο κατά των ισραηλιτών». Ο
Δαυίδ απάντησε: «Θα μάθεις ερχομένου μου στον πόλεμο ποια κατορθώματα θα
κάνει ο δούλος σου».

Ο Σαούλ βλέποντας τον στρατό των Φιλισταίων φοβήθηκε. Θέλησε δε να


μάθει τι επρόκειτο να γίνει και έτσι ρώτησε τον Κύριο. Όμως δεν έλαβε καμία
απόκριση απ’ Αυτόν. Εφόσον δεν βρήκε απάντηση στο Εφώδ των ιερέων κατέφυγε
στη μαγεία. Ζήτησε τη συμβουλή μιας μάγισσας.

Η μάγισσα που αρχικά δεν αναγνώρισε τον Σαούλ ο οποίος πήγε σ’ αυτήν
ενδεδυμένος με κοινά ενδύματα, ρώτησε ποιον νεκρό από τον Άδη ήθελε ο
επισκέπτης της να καλέσει. Ο Σαούλ ζήτησε τον Σαμουήλ. Η μάγισσα βλέποντας τον
Σαμουήλ τρόμαξε και ταυτόχρονα αναγνώρισε τον Σαούλ. Ο Σαούλ τότε της είπε:
«Μη φοβάσαι, πες μου ποιον είδες». –«Είδα υπεράνθρωπο πρόσωπο ανερχόμενον
από την γη του Άδη. (Δύο τινά υπάρχουν στην εμφάνιση εδώ του Σαμουήλ. Η μία
περίπτωση είναι να εμφανίστηκε Θεού επιτρέποντως όντως ο Σαμουήλ στη μάγισσα
για να δηλώσει την επίσημη συντριβή του Σαούλ, ή δαίμονας ήταν εκείνος.
Λογικότερο φαίνεται το δεύτερο). Ο Σαμουήλ απάντησε στην ερώτηση του Σαούλ
για το τι επρόκειτο να γίνει στον πόλεμο: «...Ο Κύριος απομακρύνθηκε από σένα και
έγινε προστάτης του πλησίον σου Δαυίδ. Ο κύριος έκανε σε σένα ό,τι είχε
προφητεύσει δι εμού. Θα συντρίψει τη βασιλεία από τη δική σου εξουσία και θα
παραδώσει αυτή στον ομόφυλό σου ισραηλίτη». (Ας σημειώσουμε τον αρχικό λόγο
του Σαμουήλ που είπε μιλώντας στη μάγισσα: «Γιατί με τάραξες καλώντας με να

140
έλθω εδώ;» Ταραχή όμως δεν υπάρχει στον τόπο των δικαίων. Συνεπώς δαίμονας
ήταν αυτός με τη μορφή του Σαμουήλ).

Ο Σαούλ ακούγοντας τα λόγια αυτά έπεσε στο έδαφος εξαντλημένος και


απελπισμένος. Τότε η μάγισσα προς ενδυνάμωση του βασιλέως έσφαξε ένα μοσχάρι
και παρέθεσε γεύμα στον βασιλιά.

Οι Φιλισταίοι εν τω μεταξύ οργάνωσαν την εκστρατεία τους εναντίον των


ισραηλιτών και ανάμεσα σ’ αυτούς και μάλιστα προπορευόμενος ήταν ο Δαυίδ και οι
στρατιώτες του. Όμως οι στρατηγοί του Αγχούς ενοχλήθηκαν από την παρουσία του
Δαυίδ λέγοντας στον βασιλιά τους: «...Γι’ αυτό δεν έσερναν χορό οι νεάνιδες
ισραηλίτισσες τραγουδώντας ο Σαούλ φόνευσε χιλιάδες εκ των εχθρών του, ο Δαυίδ
όμως δεκάδες χιλιάδες εξ’ αυτών; Με ποιο τρόπο μπορεί αυτός να συμφιλιωθεί με το
κύριό του Σαούλ, αν όχι παραδίδοντας σ’ αυτόν κεφάλια Φιλισταίων στρατιωτών»;

Έτσι ο Αγχούς απάλλαξε τον Δαυίδ από την πολεμική αυτή εκστρατεία.

Ο Δαυίδ επιστρέφοντας στην πόλη του Σεκελάκ βρήκε αυτή λεηλατημένη


από τους Αμαληκίτες. Τότε ο Δαυίδ έκλαψε πικρά από αυτή την κατάσταση διότι
ανάμεσα στους αιχμαλώτους ήταν και οι γυναίκες του. Ρώτησε τότε τον Θεό δια του
εφώδ του αρχιερέως Αβιάθαρ αν θα έπρεπε να επιτεθεί στους Αμαληκίτες και έλαβε
θετική απάντηση.

Μετά από τρεις μέρες εξαντλητικής οδοιπορίας ο Δαυίδ συνάντησε έναν


Αιγύπτιο τον οποίο οι Αμαληκίτες επειδή είχε τραυματιστεί τον παράτησαν στην
έρημο δεικνύοντας έτσι την βαρβαρότητά τους. Αυτός ο Αιγύπτιος οδήγησε τον
Δαυίδ στη συμμορία των Αμαληκιτών. Στη μάχη που ακολούθησε ο Δαυίδ
κατατρόπωσε τους εχθρούς του και έλαβε πίσω όλα τα λάφυρα και τους
αιχμαλώτους.

Τα λάφυρα ήταν τόσα πολλά ώστε ο Δαυίδ έστειλε δώρα σε όλους τους
άρχοντες της Ιουδαίας προετοιμάζοντας έτσι την επερχόμενη βασιλεία του.

Στον πόλεμο των Φιλισταίων κατά των ισραηλιτών, οι ισραηλίτες


συνετρίβησαν υπό των εχθρών τους. Οι Υιοί του Σαούλ σκοτώθηκαν μαχόμενοι και
ο Σαούλ περικυκλωμένος έπεσε πάνω στην ρομφαία του και αυτοκτόνησε. Το
πτώμα του το περισυνέλεξαν οι Φιλισταίοι και το περιέφεραν εξυβρίζοντάς το και
ατιμώνοντας αυτό.

Αυτό ήταν το τραγικό φινάλε της βασιλείας του Σαούλ.

Βασιλειών β΄

Η είδηση του θανάτου του Σαούλ έφτασε στον Δαυίδ από έναν
αγγελιοφόρο Αμαληκίτη ο οποίος έφερε μαζί του το στέμμα του βασιλέως λέγοντας
πως αυτός με τα ίδια του χέρια και κατ’ εντολή του Σαούλ τον σκότωσε για να μη
πέσει ζωντανός στα χέρια των Φιλισταίων. Ο Δαυίδ έσκισε τα ρούχα του ως ένδειξη
πένθους κήρυξε πένθος μετά νηστείας στο στρατό του για το θάνατο του Σαούλ και

141
εν συνεχεία έδωσε εντολή να θανατώσουν τον Αμαληκίτη εκείνον ο οποίος τόλμησε
να φονεύσει τον Χρισθέντα υπό του Θεού βασιλέα. Παράλληλα πληροφορήθηκε και
τον θάνατο του καρδιακού του φίλου Ιωνάθαν υιού του Σαούλ. Τον Ιωνάθαν ο Δαυίδ
όπως αναφέρει η γραφή αγαπούσε περισσότερο και από σύζυγο και αδερφό.

Μετά το θάνατο του Σαούλ ο Δαυίδ χρίστηκε βασιλιάς των Ιουδαίων στην
πόλη Χεβρών υπό συνθήκες όμως δυσμενείς, διότι διέμενε σε έδαφος Φιλισταίων
και εν μέσω ενός Ισραήλ που ήταν διαιρεμένο σε δύο αντιμαχόμενα στρατόπεδα.
Αυτό ικανοποιούσε τους Φιλισταίους και δεν κινούσε υποψίες κατά του Δαυίδ.
Τούτο ασφαλώς ήταν έργο της Θείας Πρόνοιας.

Ο τέταρτος υιός του Σαούλ ο Ιεβοσθέ υπήρξε αντίπαλος του Δαυίδ διότι
θέλησε να κληρονομήσει τη βασιλεία του πατέρα του. Έτσι ξέσπασε πόλεμος μεταξύ
των δύο αντιμαχόμενων δυνάμεων. Οι δύο στρατηγοί των δύο στρατοπέδων ήταν ο
Αβεννήρ από τη μεριά του Ιεβοσθέ και ο Ιωάβ από τη μεριά του Δαυίδ.

Η μάχη εξελίχθηκε σε ένα τύπο άτακτου ανταρτοπόλεμου. Μία γενοκτονία


άνευ ελέγχου μεταξύ των δύο αντιπάλων. Τόπος δολοφόνων ονομάστηκε το
γεωγραφικό τμήμα εκείνο στο οποίο εκτυλίχθηκε αυτή η αιματοχυσία. Το τέλος
δόθηκε με τη σύμφωνη γνώμη του Αβεννήρ και του Ιωάβ.

Στον πόλεμο μεταξύ των ανδρών του Σαούλ και του Δαυίδ, ο Δαυίδ
κέρδιζε ολοένα και περισσότερο έδαφος. Ο Δαυίδ στην προσωπική του ζωή
απόκτησε υιούς εκ των οποίων οι γνωστότεροι είναι ο Αμνών, ο Αβεσσαλώμ και ο
Σολομών.

Το γεγονός του ότι ο ενάρετος αυτός άνδρας υπήρξε πολύγαμος στη ζωή
του αποδείχτηκε καταστρεπτικό γι’ αυτόν. Ο διαμοιρασμός του με πολλές γυναίκες
ήταν η μεγάλη αδυναμία του την οποία η Βίβλος με ειλικρίνεια παραθέτει. Όμως θα
πρέπει να λάβουμε υπόψιν μας ότι την εποχή εκείνη η πολυγαμία των ανδρών δεν
ήταν ακόμη απαγορευμένη από την Εβραϊκή θρησκεία.

Στο 3ο κεφ. Του Β΄Βασιλειών αναφέρεται ένα σπουδαίο ιστορικό γεγονός.


Εκπρόσωποι από όλες τις ισραηλιτικές φυλές επισκέφθηκαν τον Δαυίδ στην Χεβρών
και τον αναγνώρισαν βασιλιά τους. Έτσι ο πάλαι ποτέ ποιμένας προβάτων χρίεται
τώρα βασιλιάς της φυλής του. Αυτό το σπουδαίο πράγματι γεγονός συνέβη όταν ο
Δαυίδ ήταν τριάντα ετών. Συνολικά βασίλευσε 40 έτη.

Τα εγκαίνια της βασιλείας του τα γιόρτασε με επίθεση κατά των


Ιεβουσαίων. Κατέλαβε το ισχυρό φρούριο της Σιών δηλαδή της μετέπειτα
επονομασθείσης πόλης Ιερουσαλήμ. Στην πόλη αυτή εγκαταστάθηκε ο Δαυίδ και
έκτισε εκεί το ανάκτορό του.

Παράλληλα, οι Φιλισταίοι πληροφορήθηκαν για την δυναμική ισχύ του


Δαυίδ και ετοιμάστηκαν για πόλεμο εναντίον του. Στον πόλεμο που ακολούθησε οι
Φιλισταίοι ηττήθηκαν και καταδιώχθηκαν μέχρι την κοιλάδα του κλαυθμώνος. Η
νίκη ήταν θείας προελεύσεως, ο Θεός προπορεύονταν του στρατού του Ισραήλ.

Μετά τον θρίαμβο του Ισραήλ ο Δαυίδ μετέφερε την Κιβωτό της Διαθήκης
στην Ιερουσαλήμ στη νέα δηλαδή πρωτεύουσα του Ισραήλ. Κατά την μεταφορά της

142
Κιβωτού ο Δαυίδ σαν μικρό παιδί χόρευε και τραγουδούσε. Η σύζυγός του Μελχόλ
τον επέπληξε γι’ αυτήν την συμπεριφορά, λέγοντάς του πως αυτό δεν άρμοζε σε
βασιλιά. Συγκεκριμένα του είπε: «Ποίου είδους είναι η σημερινή δόξα του βασιλέως
του ισραηλιτικού λαού, ο οποίος εγυμνώθη ενώπιον των δουλίδων, των δούλων,
όπως γυμνούται ο κοινός χορευτής»; Ο Δαυίδ απάντησε: «Ναι θα χορεύσω χωρίς να
ντρέπομαι ενώπιον του Κυρίου μου, ο Οποίος με εξέλεξε ως βασιλέα αντί του πατρός
σου και της οικογένειάς σου, ίνα γίνω αρχηγός του λαού Του, του ισραηλιτικού. Θα
παίξω λοιπόν, ναι, μουσικό όργανο και θα χορέψω ενώπιον του Κυρίου μου! Θα
γυμνωθώ, θα ταπεινωθώ, ναι θα γίνω τιποτένιος στα μάτια σου, θα βάλω τη θέση
μου μετά των δουλιδών σου, ενώπιο των οποίων μου είπες να μην ταπεινώνομαι
έτσι». Όσο για την Μελχόλ, δεν απέκτησε κανέναν υιό μέχρις ότου πέθανε.

Ο Δαυίδ στη συνέχεια ρώτησε τον προφήτη Νάθαν αν ο Θεός ήθελε να του
οικοδομήσει οίκο. Ο Θεός απάντησε στον Νάθαν ότι αυτό θα γινόταν από έναν
απόγονο του Δαυίδ δηλαδή τον Σολομώντα. Παρόλα αυτά δόθηκε η προφητεία περί
της ακατάληπτης βασιλείας του οίκου Δαυίδ. Εδώ πρόκειται για την Μεσσιανική
προφητεία ότι δηλαδή από το γένος του βασιλέως θα εξέρχονταν ο Μεσσίας
Χριστός.

Ο Δαυίδ έκτοτε κυρίευσε τους Φιλισταίους, τους Μωαβίτες τη Συρία και


την Ιδουμαία.

Εν συνεχεία το Ισραήλ πολέμησε με τους Αμωνίτες οι οποίοι συμμάχησαν


με τους Σύριους γιατί μόνοι τους δεν μπορούσαν να ανταπεξέλθουν. Τα στρατεύματα
όμως των Αμωνιτών και των Συρίων συντρίφθηκαν ολοσχερώς.

Το επόμενο έτος ο Δαυίδ υπέπεσε σε ένα σοβαρό αμάρτημα το οποίο ο


συγγραφέας με κάθε λεπτομέρεια εξιστορεί στο 11ο κεφ. Των Β΄Βασιλειών. Κάτι
που δείχνει το πόσο αξιόπιστη είναι η Βίβλος η οποία δεν ανυψώνει δεν ωραιοποιεί,
αλλά παραθέτει με ιστορική ακρίβεια τα γεγονότα όσο πικρά κι αν είναι αυτά για
έναν σπουδαίο άνδρα του Ισραήλ όπως είναι ο Δαυίδ: Μετά την μεσημβρινή
ανάπαυσή του ο Δαυίδ, ανακλινώμενος εκ της κοίτης του είδε μια ωραιοτάτη νέα η
οποία μόλις είχε λουσθεί. Τοσούτον κακόν και βλέμματος ορμής όπως λέει και ο αγ.
Ιωάννης ο Χρυσόστομος.

Αυτή η νέα ονομάζονταν Βηρσαβεέ και ήταν γυναίκα του Ουρία του
Χετταίου ενός από τους πιο γενναίους άνδρες του στρατού.

Ο Δαυίδ ήλθε σε συνουσία με την Βηρσαβεέ. Εμοίχευσε δηλαδή. Αυτό


ήταν το πιο σοβαρό του αμάρτημα. Στη συνέχεια για να συγκαλύψει το αμάρτημα
αυτό κάλεσε τον Ουρία από τον πόλεμο ώστε να αναπαυτεί μετά της συζύγου του. Ο
Ουρίας όμως πιστός μαχητής αρνήθηκε να ξεκουραστεί. Ίσως να είχε υποπτευθεί
κάτι. Το σαρκικό πάθος οδήγησε και στον φόνο. Κάλεσε τον Ουρία για να πιει, να
μεθύσει ώστε αυτός να συνευρεθεί με την Βηρσαβεέ. Έσπρωξε δε τον Ουρία στη
μάχη, σε μια δύσκολη μάχη δίχως ελπίδα διαφυγής. Ουσιαστικά σκηνοθέτησε τον
θάνατο του Ουρία και μαζί μ΄αυτόν και τον θάνατο και άλλων αθώων ισραηλιτών.

Η δε Βηρσαβεέ έμεινε έγκυος και έτσι ο Δαυίδ αναγκάστηκε να την


νυμφευθεί. Νόμισε ο βασιλιάς ότι συγκάλυψε την αμαρτία του. Όμως ο Θεός είναι
άγρυπνος φρουρός της ηθικής τάξεως. Είναι ο προστάτης των αθώων. Έτσι ο Θεός

143
έστειλε στον Δαυίδ τον προφήτη Νάθαν ο οποίος τον επιτίμησε για το αμάρτημά του
και του ανήγγειλε την θεία απόφαση: Την ταραχή της οικογενειακής του γαλήνης
διότι και αυτός τάραξε την οικογενειακή γαλήνη του Ουρία και άλλων υφισταμένων
του. Επίσης, το τέκνον της αμαρτίας δεν θα επιβίωνε το παιδί δηλαδή που γέννησε
αργότερα η Βηρσαβεέ. Επίσης του είπε πως οι γυναίκες του Δαυίδ θα μοιχεύσουν σε
ανοιχτό χώρο δημόσια.

Ο Δαυίδ νήστεψε σκληραγωγώντας το σώμα του ελπίζοντας στο έλεος του


Θεού. Το παιδί που γέννησε η Βηρσαβεέ πέθανε, έμεινε όμως ξανά έγκυος και
γέννησε τον Σολομώντα τον πρόγονο του Μεσσία.

Η Θεία τιμωρία κτύπησε όμως και πάλι τον οίκο του Δαυίδ: Ο πρωτότοκος
υιός ο Αμνών ερωτεύτηκε την ετεροθαλή αδελφή του Θημάρ κόρη δηλαδή του
Δαυίδ αλλά από άλλη μάνα. Ο ξάδελφος του Αμνών Ιωνασάβ συμβούλευσε τον
Αμνών να προσποιηθεί τον άρρωστο στην κλίνη του ζητώντας από την Θημάρ να
τον περιποιηθεί. Πράγματι έτσι έγινε. Ο Αμνών βρήκε τότε την ευκαιρία να βιάσει
την Θημάρ πράττοντας έτσι το αμάρτημα της αιμομιξίας. Το μίσος της αμαρτίας
έσβησε την πρότερη αγάπη του Αμνών ο οποίος μετά το αμάρτημα του μίσησε την
Θημάρ. Την έδιωξε από το βασιλικό ανάκτορο και εκείνη πενθώντας έριξε χώμα στα
μαλλιά της και κατέφυγε στον ομομήτριο αδελφό της Αβεσσαλώμ.

Ο Αβεσσαλώμ οργίστηκε με το γεγονός αυτό. Δύο έτη περίμενε να έλθει η


κατάλληλη στιγμή ώσπου τελικά σκότωσε τον Αμνών. Μετά το έγκλημα κατέφυγε
στον παππού του Θολμί. Μόνο εκεί μπορούσε να προφυλαχθεί από την οργή του
Δαυίδ. Τρία χρόνια παρέμεινε εκεί, χρονικό διάστημα κατά το οποίο η οργή του
Δαυίδ κατάπαυσε. Ο στρατηγός Ιωάβ μεσολάβησε επιτυχώς ώστε να επέλθει η
συμφιλίωση μεταξύ πατέρα και υιού.

Ο Αβεσσαλώμ όμως ήταν πανούργος. Αφού πλέον είχε σκοτώσει τον


πρωτότοκο υιό του Δαυίδ Αμνών, τώρα είχε την φιλοδοξία να διαδεχτεί αυτός τον
πατέρα του στον ισραηλιτικό θρόνο. Στην Χεβρών οργάνωσε αντάρτικο και με βοή
σαλπίγγων διακήρυξε τον εαυτό του βασιλιά. Ο Δαυίδ δεν μπορούσε πλέον να
αντιδράσει. Πεζός και ανυπόδητος έφυγε από τα βασιλικά του ανάκτορα εκτός
Ιερουσαλήμ. Δεν είχε στρατό για να αμυνθεί απέναντι στην επικείμενη επίθεση του
υιού του. Κρύφτηκε στην κοιλάδα του Ιορδάνη ποταμού.

Ο Αβεσσαλώμ εισήλθε στην Ιερουσαλήμ και στο βασιλικό παλάτι. Εκεί


βρήκε τις γυναίκες του Δαυίδ και συνευρέθηκε μαζί τους δημόσια ενώπιον του
ισραηλιτικού λαού για να εξευτελίσει τον πατέρα του. Τρομερή η συμπεριφορά του
Αβεσσαλώμ και η εκπλήρωση της προφητείας του Νάθαν!...

Ο Δαυίδ παράλληλα οργάνωσε τον στρατό του για την επικείμενη μάχη με
τον Αβεσσαλώμ. Ετοιμάστηκε δε και ο ίδιος προσωπικά να συμμετάσχει στον
πόλεμο αυτό, όμως τον απέτρεψαν οι στρατιώτες του λέγοντας πως αυτός αξίζει
περισσότερο από 10.000 στρατιώτες και έτσι έπρεπε να φυλαχτεί σε ασφαλές μέρος.
Οποία η εκτίμηση των στρατιωτών απέναντι στον ηγέτη τους!! Ο Δαυίδ δέχτηκε την
παράκληση των υπηκόων του και ξεπροβοδώντας τους για τη μάχη ζήτησε ένα μόνο
πράγμα. Να λυπηθούν τον υιό του τον Αβεσσαλώμ.

Στη μάχη που ακολούθησε σκοτώθηκαν συνολικά 20.000 ισραηλίτες

144
μαχητές. Η παράταξη του Αβεσσαλώμ συντρίφθηκε. Ο ίδιος ο Αβεσσαλώμ
μπλέχτηκε με την πλούσια κώμη του στα κλαδιά ενός δέντρου και έμεινε εκεί για
ώρες μετέωρος μεταξύ ουρανού και γης. Ο Ιωάβ όταν πληροφορήθηκε το γεγονός
αυτό έσπευσε προς το δέντρο και μπήγοντας τρία βέλη σκότωσε τον ανυπεράσπιστο
Αβεσσαλώμ κάνοντας ανυπακοή στην επιθυμία του αρχηγού του Δαυίδ.

Το τέλος του πολέμου έφτασε με τον Δαυίδ να μονολογεί: «Υιέ μου


Αβεσσαλώμ, υιέ μου Αβεσσαλώμ… Διατί να μην αποθάνω εγώ αντί σου; Ναι εγώ να
αποθάνω, Αβεσσαλώμ υιέ μου, υιέ μου»

Μεγάλη όντως η καρδιά του Δαυίδ. Αν και ο υιός του τον πολέμησε, τον
ατίμασε, εκείνος θρηνούσε για τον χαμό του παιδιού του!

Ο Δαυίδ επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ όχι όμως μετά τυμπάνων χορών και
κωδωνοκρουσιών αλλά έχοντας βαρύ πένθος στην καρδιά του και λέγοντας: «Υιέ
μου Αβεσσαλώμ, Αβεσσαλώμ υιέ μου!» Το πένθος όμως αυτό στενοχώρησε τους
στρατιώτες του οι οποίοι με διάθεση αυτοθυσίας είχαν ριχτεί στη μάχη για να
υπερασπίσουν την τιμή και την δόξα του βασιλιά τους. Ο στρατηγός Ιωάβ πήρε το
λόγο και επέπληξε τον βασιλέα για την διαγωγή του. Ο Δαυίδ δέχτηκε το δίκαιο
αίτημα των υπηκόων του και έτσι παρουσιάστηκε στην πύλη της πόλεως ο
θριαμβευτής για να πανηγυρίσει την ευτυχή έκβαση του πολέμου.

Αργότερα και άλλες επαναστάσεις έγιναν εναντίον του βασιλέως Δαυίδ .


Μία εκ των οποίων ήταν και αυτή του στρατηγού Ιωάβ ο οποίος όμως πριν να είναι
αργά για εκείνον επέστρεψε μετανοημένος στην υπηρεσία του βασιλέως.

Μετά από λίγο ξέσπασε πείνα για τρεισήμισι χρόνια στο βασίλειο του
Ισραήλ. Η αιτία ήταν η πρωτυτέρα σκληρότητα που είχε επιδείξει ο βασιλιάς Σαούλ
απέναντι στη φυλή των Γαβαωνιτών αν και οι ισραηλίτες είχαν δώσει όρκο ότι θα
δείξουν σε αυτούς έλεος και δεν θα τους θανατώσουν. Ο Θεός όμως δεν ξεχνά,
άλλωστε κατά τον Μωσαϊκό νόμο, φόνος οποίος δεν είχε εξιλεωθεί μόλυνε την αγία
γη και προκαλούσε την θεία οργή κατά ολόκληρου του έθνους. (αριθ.35,33-34). Οι
Γαβαωνίτες ανήκαν στην Χαναναϊκή φυλή. Ο Δαυίδ ρώτησε τότε τους Γαβαωνίτες τι
ήθελαν για αντάλλαγμα για να ξεπληρώσουν οι ισραηλίτες την εις βάρος τους
αμαρτία. Οι Γαβαωνίτες δεν ζήτησαν ούτε χρυσό, ούτε άργυρο, αλλά την θανάτωση
επτά υιών του Σαούλ ο οποίος ήταν και ο υπαίτιος της αμαρτίας.

Έτσι, σταυρώθηκαν επτά απόγονοι του Σαούλ. Οι πέντε εξ’ αυτών ήταν οι
υιοί της Ρεσφά η οποία με αυτοθυσία παρέμενε κάτω από τους σταυρούς επί πολλές
μέρες για να μην κατασπαράξουν τα όρνια τα πτώματα των υιών της. Αυτό το
πληροφορήθηκε ο Δαυίδ ο οποίος επέτρεψε την ταφή των υιών της Ρεσφά στον
οικογενειακό τάφο του βασιλέως Σαούλ.

Ακολούθησαν άλλες τέσσερις εκστρατείες κατά των Φιλισταίων με


νικηφόρα έκβαση. Μετά το πέρας αυτών των εκστρατειών ο Δαυίδ θέλησε να
αριθμήσει τον στρατό του. Το θεοκρατικό όμως βασίλειο του Ισραήλ δεν έπρεπε να
στηρίζεται σε αριθμούς και άρματα αλλά στην δύναμη του Θεού. Συνεπώς η πράξη
αυτή του Δαυίδ ήταν εφάμαρτη.

Παρόλα αυτά η αρίθμηση έγινε και επέδειξε 1.100.000 διά τις λοιπές φυλές

145
του Ισραήλ και 470.000 για την φυλή του Ιούδα. Ο Δαυίδ μετά την αρίθμηση
συναισθάνθηκε την αμαρτία του και μετανόησε. Ο Δαυίδ προς συμφιλίωση με
τον Θεό αγόρασε το αλώνι ενός ανθρώπου ονόματι Ορνά και εκεί έκτισε ένα μικρό
θυσιαστήριο το οποίο αργότερα επέκτεινε ο Σολομώντας.

Ο Δαυίδ πλέον είχε γεράσει. Είχε φτάσει τα 70 χρόνια. Τα γηρατειά του


δημιούργησαν ζήτημα διαδοχής. Ήταν δε κλινήρης και ανήμπορος. Μία παρθένος
τέθηκε εις την υπηρεσία του για να τον αγκαλιάζει και να τον θερμαίνει διά την
αποκατάσταση της κυκλοφορίας του αίματός του. Βέβαια, με την παρθένο αυτή ο
Δαυίδ δεν ήλθε ποτέ σε ένωση.

Ο Αδωνίας ένας εκ των υιών του Δαυίδ βλέποντας την δυσμενή κατάσταση
του πατέρα του, ανακήρυξε τον εαυτό του βασιλιά. Ο προφήτης Νάθαν ενημέρωσε
για την πράξη αυτή του Αδωνία τον Δαυίδ και την Βηρσαβεέ την μητέρα του
Σολομώντα. Και αυτό γιατί ο Νάθαν γνώριζε την υπόσχεση του Δαυίδ κατά την
οποία ο Σολομώντας επρόκειτο να τον διαδεχτεί.

Ο Δαυίδ διέταξε αμέσως να χρισθεί ο Σολομώντας βασιλιάς και διάδοχός


του στον θρόνο του Ισραήλ. Ο Σολομών ήταν 20 ετών όταν χρίστηκε βασιλιάς. Στη
πρώτη τους συνάντηση μετά την στέψη του νέου βασιλέως, ο Δαυίδ προσκύνησε
τον υιό του ως νέο υπό του Θεού χρισθέντα βασιλέα του Ισραήλ. Πριν πεθάνει
συμβούλεψε τον υιό του να μην αφήσει ατιμώρητο τον άδικο στρατηγό Ιωάβ. Δεν
τον είχε θανατώσει ο ίδιος διότι οι περιστάσεις δεν ευνοούσαν κάτι τέτοιο.

Ο Δαυίδ βασίλευσε συνολικά 40 χρόνια και προσετέθη στους προγόνους


του. Από τον οίκο Δαυίδ κατήγετο και ο Χριστός, και αυτό δικαιολογεί την
προφητεία που δόθηκε στον Δαυίδ πως η βασιλεία του θα είναι αιώνια, όπως δηλαδή
Αιώνια είναι και η βασιλεία του Χριστού.

972 π.Χ ΣΟΛΟΜΩΝ

146
Ο Σολομών κάθισε στο θρόνο του πατρός
του Δαυίδ σε ηλικία δώδεκα ετών. Ο Αδωνίας αδελφός και
αντίζηλος του Σολομώντα επισκέφθηκε κάποτε την Βηρσαβεέ
(μητέρα του Σολομώντα) και ζήτησε από αυτήν να
μεσολαβήσει ώστε να παντρευτεί την Αβισάχ η οποία υπήρξε
γυναίκα του Δαυίδ. Αυτό το ζήτησε όχι γιατί αγαπούσε την
Αβισάχ, αλλά γιατί με αυτό τον τρόπο θα αποκτούσε
δικαιώματα στην βασιλεία του Ισραήλ.

Ο Δαυίδ όμως πριν πεθάνει είχε προειδοποιήσει τον


Σολομών να είναι ιδιαίτερα προσεκτικός απέναντι στον Αδωνία
διότι αυτός και στο παρελθόν είχε αποδειχθεί πολύ πανούργος.

Έτσι ο Σολομών απάντησε ότι ζητώντας ο Αδωνίας


για σύζυγό του την Αβισάχ ήταν το ίδιο σαν να ζητούσε για τον
εαυτό του το σκήπτρο της βασιλείας.

Ήξερε πλέον καλά ο Σολομών πως για να στερεωθεί


η βασιλεία του επί το Ισραήλ, έπρεπε να βγάλει από τη μέση
κάποιους σημαντικούς αντιπάλους του που καραδοκούσαν για
τον θρόνο. Έδωσε λοιπόν διαταγή να φονευθεί ο Αδωνίας
άμεσα όπως και έγινε. Στη συνέχεια απεγύμνωσε από τα
αρχιερατικά του καθήκοντα τον αρχιερέα Αβιάθαρ διότι και
αυτός στο παρελθόν υπήρξε υποστηρικτής του Αδωνία. Ο
στρατηγός Ιωάβ παλαιός συνεργάτης του Δαυίδ, αλλά και εν
χρόνω αντίζηλος αυτού, κατάλαβε πως έρχονταν πλέον και η
δική του σειρά να τιμωρηθεί. Διέφυγε στο θυσιαστήριο ως
άσυλο για να σώσει τη ζωή του, όμως ο Σολομών έδωσε
διαταγή στον στρατηγό του Βανία να τον σκοτώσει ακόμα και
εκεί. Ακόμα και μέσα στον ναό! Νέο αρχιερέα στην θέση του
Αβιάθαρ εγκατέστησε τον Σαδώκ.

Ο Θεός κάποτε του εμφανίστηκε και του είπε:


«Ζήτησέ μου κάτι για τον εαυτό σου»

Ο Σολομών απάντησε: «Συ Κύριε φέρθηκες με


μεγάλη καλοσύνη προς τον δούλο σου Δαυίδ, τον πατέρα μου,
διότι αυτός έζησε ενώπιόν σου με πίστη προς εσένα, με
δικαιοσύνη και ευθύτητα καρδίας προς τους ανθρώπους.
147
Επιφύλαξες δηλαδή γι’ αυτόν το μέγα τούτο δώρο, να θελήσεις,
ώστε ο υιός του, να καθίσει επί του θρόνου του όπως το
φανερώνει η σημερινή μέρα. Ναι! Κύριε ο Θεός μου, συ
έδωκας εμέ τον δούλο σου διάδοχο του βασιλικού θρόνου του
Δαυίδ του πατρός μου! Εγώ είμαι ακόμα μικρό παιδί και δεν
γνωρίζω πώς να συμπεριφέρομαι στη ζωή μου. Επιπροσθέτως
εγώ ο δούλος σου βρίσκομαι εν μέσω λαού τον οποίο εσύ
εξέλεξες και ο οποίος είναι πολυάριθμος. Δια τούτο επιθυμώ να
μου δώσεις καρδιά προσεκτική, για να ακούω και κρίνω τον
λαό με δικαιοσύνη διακρίνοντας το δίκαιο από το άδικο. Διότι
ποιος άνευ της δικής σου βοήθειας μπορεί να κυβερνήσει τον
πολυάριθμο αυτόν λαό;

Ο Θεός απάντησε στον Σολομών: «Επειδή ζήτησες


από μένα αυτό το πράγμα, και δεν ζήτησες για τον εαυτό σου
μακροζωία, δεν ζήτησες πλούτο, δεν ζήτησες την ζωή, τον
θάνατο των εχθρών σου, ζήτησες δε δια τον εαυτό σου
ικανότητα διανοητική, ώστε να μπορείς να κρίνεις δίκαια, να!
Έκανα σε σένα όπως το είπες. Ιδού! Δηλαδή σου δίνω νου
συνετό και σοφό ως εσένα και μετά από σένα δεν
παρουσιάστηκε ούτε θα παρουσιαστεί άλλος όμοιος προς εσένα
κατά τη σοφία. Αλλά και εκείνα τα οποία εσύ δεν ζήτησες θα
σου τα δώσω, πλούτο, δόξα, ώστε δεν υπήρξε άλλος όμοιός σου
μεταξύ των βασιλέων εάν δε πορευθείς στη ζωή σου όπως ο
Δαυίδ ο πατέρας σου, θα σε κάνω μακροχρόνιο…» (Γ΄Βασ. 3,
10-15)

Ο Θεός έδωσε στον Σολομώντα μεγάλη σοφία και


πλάτος διάνοιας. Η σοφία του ήταν ανώτερη από όλους τους
αρχαίους σοφούς της Αιγύπτου. (Γ Βασ. 35).

Κάποτε εμφανίστηκαν μπροστά στον βασιλέα δύο


γυναίκες οι οποίες είχαν γεννήσει στο ίδιο σπίτι. Η μία εκ των
δύο γυναικών αποκοιμήθηκε πάνω στο παιδί της και εκείνο
πέθανε από ασφυξία. Όταν αντιλήφθηκε αυτό που έκανε πήρε
για δικό της το παιδί της άλλης μάνας ενώ αυτή κοιμόταν και
στη θέση του έβαλε το νεκρό. Όταν ξύπνησε η μάνα του
ζωντανού παιδιού διαπίστωσε πως το πεθαμένο παιδί που

148
βρίσκονταν πλάι της δεν ήταν δικό της. Έτσι αντιμαχόμενες
έφτασαν μπροστά στον Σολομώντα για να εκδικάσει το ζήτημα.
Ο Σολομών τότε είπε: «Κόψτε στα δύο το ζωντανό παιδί και
δώστε από μισό στην κάθε μάνα». Όταν το άκουσε αυτό η
πραγματική μητέρα του μωρού είπε: «δώστε σ’ αυτήν το παιδί
και μη το σκοτώνετε». Η άλλη αντίθετα είπε: «ούτε σε μένα ,
ούτε σ’ αυτήν να δοθεί, κόψτε το στα δύο».

Ο Σολομών τότε έβγαλε το πόρισμα: «Δώστε το παιδί


σ’ αυτήν την γυναίκα και μη το σκοτώνετε. Αυτή είναι η
πραγματική μητέρα του».

Το βασίλειο του Ισραήλ αύξανε και ευημερούσε. Οι


ομοτράπεζοι του Σολομώντος ήταν 11-14.000 συνδαιτυμόνες.
Αυτό δεν είναι παράξενο αν αναλογιστεί κανείς πως εκείνη την
εποχή για παράδειγμα ο βασιλιάς της Περσίας είχε 15.000
ομοτράπεζους.

Ο Σολομών έγραψε 3.000 αποφθέγματα και 5.000


ωδές. Βρίσκουμε πολλά εξ’ αυτών στο βιβλίο των “Παροιμιών”
και του “Eκκλησιαστού”. Συνέγραψε ωραιότατα ποιήματα
όπως το “Άσμα Ασμάτων”.

Ασχολήθηκε με όλη την χλωρίδα και την πανίδα της


γης. Όλοι οι άνθρωποι έρχονταν να ακούσουν και να δουν την
σοφία του Σολομώντος. Η βασιλεία του έβαινε ήρεμα, διότι υπ’
αυτού είχαν υποταχθεί όλοι οι εχθροί του. Αυτές οι συνθήκες
ήταν οι κατάλληλες για να κτισθεί ένας μεγαλοπρεπής ναός και
παράλληλα να οικοδομηθούν και άλλα μεγαλοπρεπή κτίρια.

Ο βασιλιάς της Τύρου Χιράμ εφοδίασε το Ισραήλ με


ξυλεία και άλλα χρήσιμα υλικά. 30.000 ισραηλίτες και 120.000
ξένοι εργάτες εργάσθηκαν για την κατασκευή του ναού. Ο
συνολικός πληθυσμός του Ισραήλ ήταν 1.300.000.

Η οικοδόμηση του ναού διήρκησε επτά χρόνια. Οι


διαστάσεις του κυρίως ναού ήταν 30 μέτρα πλάτος και 10
μέτρα μήκος. Κτίσθηκε στοά μπροστά από τον ναό διαστάσεων
10 επί 10μ. Επίσης ξέχωρα από τον κυρίως ναό οικοδομήθηκαν
149
και τα “Άγια των Αγίων” εκεί τοποθετήθηκε η “Kιβωτός της
Διαθήκης”. Τα “Άγια των Αγίων” επενδύθηκαν εξ ολοκλήρου
με χρυσό.

Γενικά, ο ναός του Σολομώντος παρά την


μεγαλοπρέπειά του υπολείπετο των ναών των εθνών τόσο στο
σχήμα όσο και στην διακόσμησή του η οποία ήταν δανεισμένη
από άλλους αρχαίους ναούς. Αυτό όμως που ήταν
ανεπανάληπτο σ’ αυτόν τον ναό ήταν η μονοθεΐα, κανένα
άγαλμα ειδωλολατρικό δεν έβλεπε κάποιος εκεί μέσα. Γι’ αυτό
και ήταν ο μοναδικός θεόπνευστος ναός της αρχαιότητας.

Πλησίον του ναού, ο βασιλιάς έκτισε τα περίφημα


βασιλικά ανάκτορα. Αυτά ήταν τεράστια οικοδομήματα που
είχαν τη δυνατότητα να υποδεχτούν πλήθος κόσμου για
μεγάλες εορτές και άλλα κοσμικά γεγονότα.

Όταν συμπληρώθηκε η κατασκευή όλων αυτών των


οικοδομημάτων έγιναν τα εγκαίνια του ναού με μια
μεγαλοπρεπέστατη λιτανεία από την Σιών που βρίσκονταν ως
τότε η “Kιβωτός της Διαθήκης”, στο όρος Μωριά όπου
κτίστηκε ο ναός. Στην λιτανεία αυτή μπροστά βάδιζε ο
βασιλιάς και ακολουθούσαν οι ισραηλίτες και τέλος οι ιερείς
που έφεραν την “Kιβωτό της Διαθήκης”.

Ο Θεός εκδήλωσε θαυματουργικώς την παρουσία του


στα εγκαίνια του ναού. Νεφέλη επισκίασε τον ναό και
λαμπροτάτη θεία λάμψη ανάγκασε τους ιερείς να εξέλθουν από
τα άδυτα του ναού στα οποία είχαν εισέλθει. Κατόπιν ο
βασιλιάς έστρεψε το πρόσωπό του προς τον ισραηλιτικό λαό
τον ευλόγησε και είπε: «Ευλογητός Κύριος ο Θεός του
ισραηλιτικού λαού, σήμερα ο οποίος υποσχέθηκε με το δικό
του στόμα στον πατέρα μου Δαυίδ την οικοδόμηση του
ναού…» κατόπιν αιτήθηκε ο Σολομών στην προσευχή του προς
τον Θεό να καταστήσει τον ναό αυτό ναό δικαιοσύνης, στον
οποίο όποιος καταφεύγει για να βρει το δίκιο του να μην
εξέρχεται δυσαρεστημένος. Αιτήθηκε δε και την εθνική
ανάταση του έθνους … «…Εις περίπτωση κατά την οποία

150
κλείσει ο ουρανός και δεν δίδει βροχή, διότι ημάρτησαν εις σε,
θα δοξολογήσουν το όνομά σου… θα εισακούσεις την
προσευχή τους εκ του ουρανού… εάν συμβεί στην χώρα πείνα,
επιδημία, θανατική νόσος, καυστικός άνεμος, ανεμοφθορία, εάν
εγκύψει σμήνος ακρίδων, νόσος των φυτών, εάν ο εχθρός
πολιορκήσει μια πόλη… γενικώς αν συμβεί οποιοδήποτε άλλο
δυστύχημα ή νόσος οδυνηρή και κάθε ισραηλίτης απευθύνει
προσευχή ή δέηση υψώνοντας τα χέρια του σ’ αυτόν τον ναό,
Εσύ θα εισακούσεις την δέησή του εκ του ουρανού και θα
δώσεις αναλόγως της διαγωγής του»..

Ευχήθηκε ο Σολομών και για τους ξένους, για την


γενική επιστροφή των εθνών η οποία πραγματοποιήθηκε επί
του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού. Τελειώνοντας έκραξε
λέγοντας: «Ας είναι δοξασμένος ο Κύριος σήμερα ο οποίος
ανέπαυσε τον ισραηλιτικό λαό καθ’ όλα όσα είχε υποσχεθεί να
κάνει… κανένας λόγος που υποσχέθηκε στον δούλο του
Μωυσή δεν έμεινε ανεκπλήρωτος…»

Ο Σολομών θυσίασε εκείνη την ημέρα 22.000 βόδια


και 120.000 πρόβατα. Ο συγκεντρωθείς λαός έτρωγε κι έπινε
ευφραινόμενος ενώπιον του Κυρίου επί επτά ημέρες.

Ο Θεός αργότερα εμφανίστηκε στον Σολομών και


του είπε: «Άκουσα το περιεχόμενο της προσευχής σου. Σου
έκανα ό,τι μου ζήτησες στην προσευχή σου. Ηγίασα τον ναό
τούτο, εκεί θα είναι στραμμένοι οι οφθαλμοί μου και η καρδιά
μου παντοτινά. Εσύ αν πορευθείς ενώπιόν μου, όπως
πορεύθηκε ο πατέρας σου ο Δαυίδ θα στερεώσω τον βασιλικό
σου θρόνο αιωνίως δεν θα λείψει απόγονός σου που να μην
βασιλεύσει επί του ισραηλιτικού λαού. Σε διαφορετική όμως
περίπτωση θα ξεριζώσω τον ισραηλιτικό λαό από την γη… ο
ισραηλιτικός λαός θα εξαφανιστεί από την πατρίδα του και θα
γίνει αντικείμενο χλευασμού μεταξύ όλων των εθνών… ο ναός
αυτός ο οποίος στέκεται σήμερα όρθιος και υψηλός θα έλθει σε
τέτοιο κατάντημα, ώστε όποιος διέρχεται από μπροστά του θα
εκπλαγεί και σφυρίζοντας θα πει: Για ποιο λόγο ο Θεός έκανε
το πράγμα αυτό στη χώρα αυτή και στον ναό τούτο». Η

151
προφητεία αυτή εκπληρώθηκε αργότερα πλήρως και κατά
λέξη.

Ο Σολομών οχύρωσε τις πόλεις του Ισραήλ


κατασκεύασε λιμάνι και ναύσταθμο στην Ερυθρά θάλασσα με
την πολύτιμη βοήθεια του Χιράν βασιλέα της Τύρου.

Η βασίλισσα της χώρας Σαβά δηλαδή της Αραβίας


ακούγοντας τη φήμη της σοφίας του Σολομώντος κάποτε τον
επισκέφθηκε για να διαπιστώσει ιδίοις όμασι αυτά που είχε
ακούσει αν ήταν αληθινά. Στη συνάντησή της με τον βασιλέα
Σολομών έθεσε ερωτήματα τα οποία τα απάντησε όλα ο σοφός
βασιλιάς. Η βασίλισσα θαυμάζοντας την σοφία του
Σολομώντος, βλέποντας τα ανάκτορα, την ευγένεια των
υπηρετών θαύμασε και εκθαμβωμένη από την σοφία του
Σολομώντος απλόχερα προσέφερε χρυσό και άλλους
πολύτιμους λίθους και αρωματώδη είδη.

Παρόλα αυτά ο βασιλιάς Σολομών υπήρξε στη ζωή


του φιλογύνης. Είχε στην κατοχή του 700 πριγκίπισσες και 300
συζύγους δευτέρας σειράς. Ανάμεσα σ’ αυτές έλαβε ως
συζύγους του και γυναίκες από διάφορα έθνη κάτι που ήταν
απαγορευμένο από τον Μωσαϊκό νόμο. Αυτή η αμαρτία ήταν
και η αιτία να παρεκκλίνει ο Σολομών από την πίστη στον μόνο
αληθινό Θεό και να εκπέσει στην παράλληλη λατρεία άλλων
θεών. Για χάρη των εξ’ εθνών συζύγων του οικοδόμησε ναούς
στον θεό Χαμώς των Αμμωνιτών και στην Αστάρτη .Ο Κύριος
δικαίως οργίσθηκε από αυτήν την διαγωγή και του
προανήγγειλε την επερχόμενη διαίρεση του βασιλείου του.
Εξήλθαν άσπονδοι εχθροί εναντίον του όπως ο Ιεροβοάμ εκ της
φυλής Εφραίμ. Αυτόν προσπάθησε ο Σολομών να φονεύσει
μάταια διότι ο Ιεροβοάμ διέφυγε στην Αίγυπτο για να σωθεί
μέχρις ότου πέθανε ο Σολομών.

Συνολικά ο Σολομών βασίλευσε σαράντα έτη. Η


βασιλεία του παρέμεινε μέχρι το τέλος της ζωής του αδιαίρετη
για χάρη του πατρός του Δαυίδ. Πέθανε και ετάφη στην πόλη
του πατέρα του. Στον θρόνο τον διαδέχθηκε ο υιός του Ροβοάμ,

152
παραλαμβάνοντας όμως εξαιτίας της αμαρτίας του Σολομώντος
όχι ένα ήρεμο βασίλειο, αλλά ένα βασίλειο υπό διαίρεση, ένα
βασίλειο διαταραγμένο από άσπονδους εχθρούς όπως θα δούμε
σε άλλες ενότητες του peripatiti.net.

932 π.Χ Η ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΟΥ ΡΟΒΟΑΜ ΚΑΙ ΙΕΡΟΒΟΑΜ

Μετά τον θάνατο του Σολομώντος όλες οι φυλές του


Ισραήλ συγκεντρώθηκαν στην πόλη Συχέμ και όχι στην
πρωτεύουσα Ιερουσαλήμ για να εκλέξουν νέο βασιλέα. Η
Συχέμ εξελέγη ως τόπος συγκέντρωσης κυρίως από τις δέκα
φυλές (πλην Ιούδα-Συμεών- Βενιαμίν) διότι έτσι ήλπιζαν ότι
εκεί θα έφερναν ευκολότερα ως θέμα διαπραγμάτευσης το θέμα
μειώσεως των φόρων. Εκεί εκλήθη και ο Ιεροβοάμ από την
Αίγυπτο που είχε διαφύγει κυνηγημένος από τον Σολομώντα.
Οι αρχηγοί των δυσαρεστημένων φυλών είχαν εμπιστοσύνη σ’
αυτόν διότι ο Ιεροβοάμ ήταν άλλοτε επόπτης επί των
αγγαρειών.

Στην συγκέντρωση αυτή οι Ισραηλίτες ζήτησαν από


τον Ροβοάμ να μειώσει τις αγγαρείες που τους είχε επιβάλει ο
πατέρας του Σολομών. Οι πρεσβύτεροι σύμβουλοι του Ροβοάμ
τον συμβούλευσαν να είναι υποχωρητικός στο θέμα των
αγγαρειών. Μία φορά θα υπακούσεις εσύ του είπαν και εφόρου
ζωής θα υπακούουν αυτοί σε σένα. Όμως ο Ροβοάμ ζήτησε και
τη συμβουλή των νεότερων συμβούλων οι οποίοι του είπαν να
αυξήσει τις αγγαρείες τόσο ώστε οι αγγαρείες που υπέβαλε ο
Σολομών να φανούν πολύ ελαφρότερες από αυτές που
επρόκειτο να επιβάλει εκείνος. Επειδή ο Θεός απέστρεψε το
πρόσωπό του από τον βασιλέα λόγω της παλαιάς αμαρτίας του
Σολομώντος ο Ροβοάμ ανοήτως άκουσε τη συμβουλή των
νεότερων συμβούλων και απάντησε με σκληρότητα στις δέκα

153
φυλές του Ισραήλ. Έτσι έγινε επανάσταση από τον λαό ο οποίο
με μία φωνή του είπε: «Βόσκε τον οίκο σου» διαχωρίζοντας
έτσι τις φυλές αυτές από την βασιλεία του Ροβοάμ. Έτσι ο
Ροβοάμ έμεινε βασιλέας μόνον μεταξύ των φυλών Ιούδα και
Βενιαμίμ. Οι υπόλοιπες φυλές εξέλεξαν ως βασιλέα τους τον
Ιεροβοάμ.

Ο Ροβοάμ ετοιμάστηκε να πολεμήσει τις δέκα φυλές


του Ισραήλ που επαναστάτησαν εναντίο του όμως ο Θεός δεν
επέτρεψε να γίνει αυτή η ένοπλη εκστρατεία: «Δεν θα
μεταβείτε να πολεμήσετε κατά των αδερφών σας των δέκα
φυλών του Ισραηλιτικού λαού. Αλλά έκαστος εξ’ ημών ας
επιστρέψει στον οίκο του, διότι η απόσπαση των δέκα φυλών
έγινε κατόπιν δικής μου εγκρίσεως». Οι φυλές του Ιούδα και
του Βενιαμίν υπάκουσαν στην εντολή του Κυρίου και δεν
εκστράτευσαν εναντίον των δέκα φυλών.

Ο Ιεροβοάμ οχύρωσε κατόπιν την Συχέμ και την


έκανε έδρα του βασιλείου του. Στη συνέχεια έκτισε δύο
ειδωλολατρικά θυσιαστήρια και τοποθέτησε εκεί δύο χρυσά
αγάλματα δαμάλεων και είπε στον λαό του: «Αρκετό χρόνο
ανεβαίνατε μέχρι τώρα στην Ιερουσαλήμ για λατρεία. Ιδού οι
θεοί σου ισραηλιτικέ λαέ, οι οποίοι σε έβγαλαν από την
Αίγυπτο». Όμοιος λόγος προς τον υπό του Ααρών
προφερθέντα όταν παρουσίασε τον χρυσό μόσχο στους
ισραηλίτες. (Εξοδ. 32,4).

Οι ειδωλολατρικοί αυτοί που οικοδόμησε ο ασεβής


βασιλέας βρίσκονταν ο ένας στον βορρά και ο άλλος στον νότο
του βασιλείου. Έχρισε δε και ιερείς αντί των Λευιτών οι οποίοι
κατά το πλείστον είχαν προσκολληθεί στον Ροβοάμ. Όρισε
παρόμοια εορτή με την σκηνοπηγία των Ιουδαίων και θυσίασε
στους ειδωλολατρικούς του ναούς .

Ο Θεός έστειλε προφήτη στον Ιεροβοάμ για να τον


προειδοποιήσει για τη σοβαρότητα του αμαρτήματός του.
Ενώπιον δε του βασιλέως ο προφήτης έκανε θαύματα.
Κατεδάφισε με την προσευχή του το ειδώλιο στο οποίο

154
προσέφερε θυσία ο Ιεροβοάμ και εξήρανε την χείρα αυτού όταν
επιχείρησε να τον φονεύσει. Παρόλα αυτά ο Ιεροβοάμ δεν
μετανόησε, επιδόθηκε μάλιστα με μεγαλύτερη μανία στην
λατρεία των ειδώλων και έχρισε ιερείς ανεξέλεγκτα
ανεξαρτήτου καταγωγής.

Κάποτε ο υιός του Ιεροβοάμ αρρώστησε βαριά.


Θυμήθηκε τότε τον προφήτη Αχιά ο οποίος στο παρελθόν είχε
προφητεύσει υπέρ αυτού. Ζήτησε λοιπόν από την γυναίκα του
να πάει να τον συναντήσει ντυμένη με φτωχικά ρούχα, ώστε ο
προφήτης να μην την αναγνωρίσει και να προφητεύσει έτσι
ευνοϊκά για τον υιό του. Ντρέπονταν τον προφήτη ο βασιλέας.
Δεν είχε το θάρρος να εμφανιστεί πρόσωπο με πρόσωπο
απέναντι στον προφήτη του Θεού λόγω της αμαρτίας του.

Ο Αχιά όμως αναγνώρισε την σύζυγο του Ιεροβοάμ


και της προανήγγειλε αμέσως τα επερχόμενα δεινά για την
οικογένειά της. «Οι νεκροί της οικογένειας του Ιεροβοάμ εντός
της πόλεως δεν θα θάπτονται από ουδενός…» της είπε. Η
βασίλισσα επιστρέφοντας στον οίκο της κήδευσε τον υιό της ο
οποίος όπως προφήτευσε ο Αχιά πέθανε. Οι ισραηλίτες τον
θρήνησαν. Ο Ιεροβοάμ βασίλευσε συνολικά είκοσι δύο έτη και
πέθανε. Η βασιλεία του κατέστην εγωιστική. Θυσίασε τα πάντα
στον εγκληματικό εγωισμό του.

Από την άλλη ο Ροβοάμ υιοθέτησε και εκείνος την


ειδωλολατρία στην Ιουδαϊκή κοινότητα, κατασκευάζοντας
είδωλα όλων των μυσαρών θεοτήτων. Ο Θεός επέτρεψε
εξαιτίας αυτής της αμαρτίας την νικηφόρο είσοδο του βασιλέως
της Αιγύπτου Σουσακίμ στην Ιερουσαλήμ λαμβάνοντας εκείνος
πολεμική λεία μεγάλης οικονομικής αξίας.

Μετά τον θάνατο του Ροβοάμ, στον βασιλικό θρόνο


ανέβηκε ο υιός του Αβιού.

915- 873 π.Χ Τα βασίλεια Ισραήλ και Ιούδα από του


θανάτου του Ροβοάμ μέχρι της εμφανίσεως του Αχαάβ.

155
Ο Αβιού βασίλευσε το 915-913 π.Χ. Ο Αβιού περιέπεσε
στο αμάρτημα της ειδωλολατρίας.

Αξιοπερίεργο και δυσκολοεξήγητο ανθρωπίνως είναι η σταθερή


διαδοχή του βασιλείου του Ιούδα και η πλήρης αστάθεια των
διαδόχων του βασιλείου του Ισραήλ. Μία και μόνη οικογένεια
κρατά το σκήπτρο του βασιλείου του Ιούδα από της αρχής
μέχρι και τέλους, επί 400 περίπου έτη, ενώ στο βασίλειο του
Ισραήλ άλλαξαν εννέα βασιλικές δυναστείες σε διάστημα 250
ετών. Τούτο οφείλεται σε προφητεία για την διατήρηση της
βασιλείας του οίκου Δαυίδ.

Ο Ασά βασίλευσε από το 913-873 π.Χ. Επί της μακράς


διάρκειας που βασίλευσε είδε να αλλάζουν έξι βασιλείς στο
βασίλειο του Ισραήλ: Ναδάβ, Βαασά, Ηλά, Ζαμβρί, Αμβρί,
Αχαάβ. Ο Ασά ήταν ευλαβής άνθρωπος είχε ζήλο και
αντιστρατεύτηκε με όλες του τις δυνάμεις την ειδωλολατρία.
Την μητέρα του την Ανά την αποδίωξε από τον τίτλο τιμής της
βασιλομήτορος, διότι αυτή κατασκεύασε είδωλο της Αστάρτης.

Καθόλη την διάρκεια της βασιλείας του ο Ασά πολεμούσε


με το βασίλειο του Ισραήλ.

Διάδοχος του Ασά ήταν ο υιός του Ιωσαφάτ, ο οποίος


βασίλευσε με ευσέβεια ανάλογη του πατρός του. Τον
διαδέχθηκε ο Ιωράμ ο υιός του. Στα χρόνια αυτά στο βασίλειο
του Ισραήλ ανέβηκε στον θρόνο ο Αχαάβ, άνθρωπος ασεβής, η
ασέβειά του υπερέβη όλων των προκατόχων του ασεβών
βασιλέων. Στα χρόνια του η ειδωλολατρία έλαβε την
μεγαλύτερη ανάπτυξή της και η ανηθικότητα ξεπέρασε κάθε
προηγούμενο.

156
Γυναίκα του Αχαάβ ήταν η Ιεζάβελ η οποία ήταν
φανατισμένη κατά του Θεού. Ουσιαστικά αυτή κυβερνούσε το
Ισραήλ αντί του Αχαάβ. Η Ιεζάβελ επιδόθηκε στην λατρεία του
Βάαλ, της κυρίας θεότητας των Φοινίκων. Οικοδόμησε ναό
στην Αστάρτη δηλαδή στην θεά Αφροδίτη (ελληνιστί) .

Στα χρόνια του Αχαάβ οικοδομήθηκε η Ιεριχώ. Ο Ιησούς


του Ναυή είχε καταστρέψει την Ιεριχώ και είχε καταταρασθεί
εκείνον ο οποίος θα αναλάμβανε να οικοδομήσει τα τείχη της.
Έτσι ο Αχαάβ έχασε τον πρωτότοκο υιό του όταν έθεσε τα
θεμέλια των τειχών της Ιεριχούς και κατά την διάρκεια της
οικοδόμησης πέθαναν όλοι οι υιού του. τέλος έχασε και τον
νεώτερο υιό με την αποπεράτωση του έργου.

816 π.Χ Προφήτης Ηλίας

Προφήτης Ηλίας

Ο προφήτης Ηλίας κατάγονταν από τη Θέσβη της Γαλαάδ


πόλη που ανήκε στη φυλή Νεφθαλίμ (εξ ου και θεσβίτης).
Παρουσιάστηκε κάποτε μπροστά στον ασεβή βασιλέα Αχαάβ
και του είπε πως επρόκειτο να έρθει πείνα στη χώρα εξαιτίας
της ειδωλολατρίας που είχε υποπέσει αυτός και όλος ο λαός.
Κατά τα έτη του λοιμού ο Θεός δεν θα έβρεχε επί της γης. «Ει
μη όταν εγώ είπω διά του στόματός μου» ανήγγειλε ο
προφήτης.

157
Ο Θεός κατόπιν έδωσε εντολή στον Ηλία να κρυφθεί σε μια
σπηλιά κοντά στον Ιορδάνη. Εκεί οι κόρακες του έφερναν
τροφή, άρτους το πρωί και κρέας το δειλινό.

Ξηρανθέντος του χειμάρρου λόγω ανομβρίας μετέβη ο


προφήτης στη Σαρεπτά της Σιδωνίας (εν μέσω δηλαδή Τύρου
και Σιδώνος) όπου εκεί κατά Θεία οικονομία φιλοξενήθηκε
από μια χήρα γυναίκα. Η γυναίκα αυτή εξαιτίας του λοιμού είχε
απομείνει με μια μόνο χούφτα αλεύρι όταν συνάντησε τον
Ηλία. Από αυτό το λιγοστό αλεύρι έπρεπε να φάει η ίδια και ο
γιος της. Παρόλα αυτά δεν δίστασε φιλοξενήσει τον ξένο στο
σπίτι της.

Για την χήρα της Σαρεπτά ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος


λέει : «Αυτή ήταν πρώτον αλλόφυλος, δεύτερον Σιδωνία,
τρίτον ασθενής γυναίκα, τέταρτον χήρα, πέμπτον πτωχοτάτη
ώστε μετά από λίγο θα πέθαινε από την πείνα, έκτον είχε υιό,
έβδομον ξένος ήτο ο Ηλίας και ο αίτιος της πείνας και όμως
ελέησε αυτόν!» Σε άλλο σημείο πάλι λέει: «Η χήρα αυτή ήταν
ανώτερη από τη φιλοξενία του Αβραάμ, διότι αυτή φιλοξένησε
εκ του υστερήματος, εκείνος δε εκ του περισσεύματος.
Καταφρονείται η φύσις ίνα τιμηθεί η φιλοξενία»

Ο Ηλίας υποσχέθηκε στην χήρα γυναίκα πως το νερό από


την υδρία της δεν θα μειώνονταν, ούτε το λάδι, ούτε και το
αλεύρι εξαιτίας της φιλοξενίας που του παρείχε. Πράγματι έτσι
κι έγινε. Όμως μετά από λίγο ο γιος της χήρας ασθένησε
σοβαρά και πέθανε. Η χήρα απευθυνόμενη προς τον προφήτη
του είπε τότε: «Ποία σχέση υπάρχει μεταξύ εμού και σου,
άνθρωπε του Θεού; Εισήλθες στον οίκο μου, για να ενθυμηθεί
ο Θεός τις αμαρτίες μου και να τιμωρήσει εμένα θανατώνοντας
τον γιο μου;» Με τον λόγο αυτό η χήρα αναγνωρίζει στο
πρόσωπο του Ηλία τον άνθρωπο του Θεού και ταυτόχρονα την
αναξιότητά της να του παρέχει φιλοξενία. Οποία ταπείνωση!

Ο Προφήτης όμως παρέλαβε τον γιο της χήρας και αφού


προσευχήθηκε στον Κύριο τον ανέστησε.

Έπειτα από πολύ καιρό και συγκεκριμένα κατά το τρίτο έτος


158
του λιμού, εδόθη εντολή από τον Κύριο στον Ηλία να
παρουσιαστεί και πάλι στον Αχαάβ. Αρχικά παρουσιάστηκε
στον ευλαβή δούλο του Αχαάβ τον Αβδιού, ο οποίος σέβονταν
τον αληθινό Θεό

Όταν Ηλίας και πάλι εμφανίστηκε ενώπιον του Αχαάβ


εκείνος πλήρης αλαζονείας του είπε: «Συ δεν είσαι εκείνος ο
οποίος διαστρέφεις τον Ισραηλιτικό λαό;». Ο Ηλίας απάντησε:
«Δεν διαστρέφω εγώ τον Ισραηλιτικό λαό αλλά εσύ και η
πατρική σου οικογένεια. Διότι εσείς εγκαταλείψατε τον Κύριο
τον Θεό σας και παραδοθήκατε στην λατρεία του Βάαλ. Και
τώρα στείλε ανθρώπους και συγκέντρωσε κοντά μου όλους
τους αντιπροσώπους του ισραηλιτικού λαού στο Καρμήλιο
όρος. Μαζί με αυτούς φέρε και τους τετρακόσιους πενήντα της
αισχύνης και τους τετρακόσιους προφήτες των ιερών δασών
της Αστάρτης».

Ο Αχαάβ συγκέντρωσε όλους αυτούς τους ανθρώπους που


ζήτησε ο Ηλίας στο Καρμήλιο όρος. Ο προφήτης τότε
πλησίασε τους αντιπροσώπους του λαού και είπε σ’ αυτούς:
«Μέχρι πότε εσείς θα είστε χωλοί; Εάν υπάρχει Κύριος ο Θεός
ημών, λατρέψετε Τον, εάν όμως ο Βάαλ είναι ο πραγματικός
θεός λατρέψτε αυτόν». Οι αντιπρόσωποι του λαού δεν είχαν τι
να απαντήσουν στον Ηλία.

Ο Ηλίας τότε είπε: «Εγώ έμεινα μόνος εξ’ όλων των


πραγματικών προφητών του Κυρίου, οι δε προφήτες του Βάαλ
είναι τετρακόσιοι πενήντα άνδρες, οι δε προφήτες της
Αστάρτης τετρακόσιοι. Ας δοθούν σε εμάς δύο βόες. Εκείνοι ας
εκλέξουν εξ’ αυτών τον ένα για τον εαυτό τους, ας τον κόψουν
και ας επιθέσουν τα τεμάχια επάνω σε ξύλα θυσιαστηρίου.
Φωτιά όμως δε θα βάλουν. Εγώ θα λάβω τον άλλο βουν και θα
κάνω όπως και αυτοί. Πυρ επί του θυσιαστηρίου δε θα θέσω.
Εσείς θα φωνάξετε προς τον θεό σας και εγώ επίσης θα
επικαλεσθώ το όνομα Κυρίου του Θεού μου. Εκείνος ο θεός ο
οποίος θα ακούσει την προσευχή και θα στείλει πυρ, αυτός θα
είναι ο πραγματικός θεός».

159
Όλοι οι αντιπρόσωποι του λαού αποκρίθηκαν και είπαν:
«Καλός είναι ο λόγος τον οποίο μας είπες ας γίνει έτσι». Οι
προφήτες της αισχύνης έλαβαν τον μόσχο, τον έθεσαν επί του
θυσιαστηρίου και άρχισαν να επικαλούνται το όνομα του Βάαλ
από το πρωί μέχρι το μεσημέρι λέγοντες: «Επάκουσον ημών, ω
Βάαλ, επάκουσον ημών». Ούτε φωνή όμως ούτε ακρόαση
υπήρξε. Ο Ηλίας άρχισε να περιγελά αυτούς λέγοντας: «Κάποια
απασχόληση έχει, ίσως βρίσκεται και στη σωματική του
ανάγκη ο Βάαλ ίσως δε και να κοιμάται. Φωνάξτε μήπως
ξυπνήσει!» Εκείνοι όλο και πιο δυνατά φώναζαν, έσκιζαν τα
σώματά τους με μαχαίρια κατά τη συνήθειά τους αλλά ουδεμία
απάντηση υπήρξε από τον ουρανό προς αυτούς.

Ήρθε τότε και η σειρά του Ηλία. Είπε τότε προς τους
αντιπροσώπους του λαού: «Πλησιάστε κοντά μου». Ο Ηλίας
έδωσε δώδεκα λίθους, ισάριθμους των φυλών του Ισραήλ και
έκτισε με τους λίθους αυτούς θυσιαστήριο. Στοίβαξε από κάτω
ξύλα και έθεσε πάνω τα τεμάχια του μόσχου. «Λάβετε τέσσερις
υδρίες ύδατος και χύστε το νερό αυτών πάνω στο μοσχάρι». Το
εκχυθέν νερό ήταν τόσο πολύ ώστε έτρεχε γύρω από το
θυσιαστήριο. Μετά προσευχήθηκε ο προφήτης στον Θεό
κραυγάζοντας: «Κύριε ο Θεός του Αβραάμ και Ισαάκ και
Ιακώβ επάκουσόν μου, ώστε να μάθει ο ισραηλιτικός λαός ότι
εσύ είσαι ο πραγματικός Κύριος, ο Θεός του Ισραηλιτικού λαού
και εγώ είμαι ο δούλος σου…»

Έπεσε τότε πυρ παρά του Κυρίου εκ του ουρανού, κατέφαγε


τα τεμάχια του προς ολοκαύτωση ζώου, τα ξύλα ακόμη και το
νερό και τους λίθους κατέφαγε φωτιά, έγλυψε δε και το χώμα.
Ο λαός βλέποντας το θαύμα προσκύνησε έως εδάφους
λέγοντας: «Ο Κύριος ο Θεός μας ναι! Αυτός είναι ο
πραγματικός Θεός».

Ο Ηλίας τότε είπε: Συλλάβετε τους ιερείς του Βάαλ, ουδείς


εξ’ αυτών πρέπει να σωθεί. Ο Ηλίας έσφαξε αυτούς στο
χείμαρρο Κισσών.

Αμέσως μετά το μεγάλο θαύμα η ξηρασία έλαβε τέλος. Ο

160
Ηλίας ανέβηκε στην κορυφή του Καρμήλιου όρους, έσκυψε την
κεφαλή του στη γη, έθεσε αυτήν μεταξύ των γονάτων και
προσευχήθηκε. Αυτός είναι ένας τρόπος που προσεύχονται και
σήμερα οι αγωνιστές της νοεράς προσευχής.

Ο Αχαάβ περιέγραψε όσα θαυμαστά έκανε ο Ηλίας στη


σύζυγό του Ιεζάβελ. Η Ιεζάβελ εξαγριώθηκε από την
συμπεριφορά του προφήτη και απέστειλε αγγελιοφόρο να του
πει: «Όπως εσύ είσαι ο προφήτης Ηλίας, εγώ είμαι η βασίλισσα
Ιεζάβελ. Ορκίζομαι να με τιμωρήσει ο Θεός με οποιεσδήποτε
συμφορές πως αν αύριο αυτήν την ώρα δεν παραδώσω την ζωή
σου στον θάνατο όπως εσύ έκανες στους ειδωλολάτρες ιερείς».

Ας προσέξουμε στο σημείο αυτό τη συμπεριφορά του Ηλία:


«Ο Ηλίας εφοβήθη, ηγέρθη, και κατευθύνθη όπου τον ώθει η
ορμή της ψυχής του». Ο κλείσας τον ουρανό και ανοίξας
εγυμνώθη της χάριτος και εφάνη η ασθένεια της φύσεως, όπως
μας λέγει ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος. Ο Ιερός
Χρυσόστομος, θεωρεί ως αιτία του φόβου του και της φυγής
του την πτώση του στον εγωισμό.

Ο Ηλίας έφυγε μακριά από την επικράτεια του βασιλείου του


Ισραήλ και έξω επίσης από την επικράτεια του βασιλείου του
Ιούδα. Βαδίζοντας οκτώ ημέρες πεζοπορία έφθασε στην
περιοχή Βηρσαβεέ, όπου εκεί από την κούραση και την
απελπισία έπεσε κατά γης. Άγγελος Κυρίου τον ενίσχυσε
δίδοντάς του τροφή και κατόπιν ο προφήτης βαδίζοντας
νηστεύοντας για άλλες σαράντα μέρες έφθασε σε ένα σπήλαιο
στο όρος Χωρήβ. Τότε ακούστηκε μια φωνή να του λέει:
«Γιατί είσαι εδώ;» Ο Ηλίας απάντησε: «Ζήλος κατέλαβε την
ψυχή μου διά Σε τον Κύριο τον Παντοκράτορα, διότι σε
εγκατέλειψαν οι Ισραηλίτες, τα θυσιαστήριά σου κατέστρεψαν,
τους προφήτες σου εφόνευσαν διά ρομφαίας και έμεινα εγώ
μόνος, ουδείς άλλος. (Να ο εγωισμός του Ηλία. Νόμιζε πως
μόνο αυτός ήταν πλέον ευσεβής, κανένας άλλος, σύμφωνα με
τον Ιερό Χρυσόστομο) Ζητάνε τώρα και η δική μου ζωή να
αφαιρέσουν».

161
Ο Κύριος είπε στον Ηλία: «Αύριο θα εξέλθεις από το
σπήλαιό σου και θα σταθείς ενώπιον του Κυρίου στο όρος».
Του είπε ο Θεός πως επρόκειτο να παρουσιασθεί μπροστά του
όχι ως θύελλα, ούτε ως σεισμός, ούτε ως φωτιά, τα οποία τρία
στοιχεία συμβολίζουν το μεγαλείο του Θεού, αλλά ως αύρα το
σύμβολο της αγάπης του Θεού. Έτσι ο Κύριος δίδαξε τον
προφήτη του ότι έπρεπε να σκέπτεται την μακροθυμία του
Κυρίου και να μετριάσει έτσι πλέον τον ανοικτίρμονα ζήλο του.
Του έδωσε δε μια τριπλή ανάθεση αποστολής: α) Να χρίσει τον
Αζαήλ βασιλιά της Συρίας, β) τον Ιού βασιλιά του ισραηλιτικού
λαού και γ) τον Ελισαίο αντικαταστάτη του προφήτη. Ο Θεός
τον ενημέρωσε επίσης πως υπήρχαν άλλοι επτά χιλιάδες
ισραηλίτες οι οποίοι δεν είχαν προσκυνήσει τον Βάαλ. Δεν
ήταν συνεπώς ο μόνος πιστός της εποχής όπως ο ίδιος νόμιζε.

Ο Αχαάβ καθώς μας περιγράφει στη συνέχεια η Γραφή


επιθύμησε σφόδρα να αγοράσει το αμπέλι του Ναβουθαί. Ο
Ναβουθαί όμως αρνήθηκε να του το παραχωρήσει όσα χρήματα
κι αν εκείνος του προσέφερε. Η Ιεζάβελ μαθαίνοντας το
περιστατικό αυτό με πανουργία συκοφάντησε τον Ναβουθαί ως
βλάσφημο κατά του Θεού και του βασιλέως και έτσι κατάφερε
να καταδικαστεί ο Ναβουθαί σε θάνατο. Ο Αχαάβ όταν πήγε να
παραλάβει το αμπέλι του Ναβουθαί μετά τον θάνατό του,
συνάντησε εκεί τον Προφήτη Ηλία, ο οποίος του ανήγγειλε
νέες μεγάλες συμφορές που θα κτυπούσαν τον βασιλέα του
Ισραήλ. Ο Αχαάβ μετανόησε, έσκισε τα ρούχα του και φόρεσε
έναν σάκο ως ένδειξη πένθους.

Γεγονότα που συνέβησαν λίγο καιρό πριν την αρπαγή του


Ηλία στον ουρανό

Τον καιρό εκείνο ο βασιλιάς της Συρίας Άδερ στρατοπέδευσε


εναντίον του βασιλείου του Ισραήλ. Ο πόλεμος ήταν άνισος
διότι οι Σύριοι ήταν πολυπληθέστεροι και πιο επιδέξιοι
πολεμιστές. Ο Άδερ σίγουρος για την επικείμενη νίκη του
μεθοκοπούσε σε οργιαστικά γλέντια που διοργάνωνε. Ο Θεός
όμως ενίσχυσε τον Αχαάβ, βοήθησε τον Ισραηλιτικό λαό και
συνέτριψε τα στρατεύματα του Άδερ, ο οποίος κρύφτηκε στο

162
κρησφύγετο του ταπεινωμένος. Ο Άδερ ζήτησε έλεος από τον
Αχαάβ, με αντάλλαγμα να επιστρέψει στο Ισραήλ τις πόλεις
που είχαν κατακτήσει οι προκάτοχοί του. Ο Αχαάβ, πράγματι,
άφησε τον Άδερ ελεύθερο, όμως αυτή του η ενέργεια δεν έγινε
αρεστή από τον Θεό, διότι ο Αχαάβ δεν αντιλήφθηκε ότι ο Θεός
δώρισε τη νίκη στο Ισραήλ. Δεν έπρεπε συνεπώς να γίνει καμιά
διαπραγμάτευση με τον εχθρό.

Οι σχέσεις των δύο βασιλείων (Ιούδα-Ισραήλ) βελτιώθηκαν


όταν ο Αχαάβ βασιλέας Ισραήλ και ο Ιωσαφάτ, βασιλέας Ιούδα,
συμπεθέριασαν. Έτσι σύναψαν συμφωνία ειρήνης και ομονοίας
μεταξύ τους, ενώ παράλληλα συμφώνησαν από κοινού να
επιτεθούν στην πανίσχυρη τότε Συρία.

Υπήρχαν τότε διάσπαρτοι στη χώρα κάποιοι ψευδοπροφήτες


οι οποίοι ενίσχυαν με τις προφητείες τους την επίθεση των δύο
συμμάχων κατά της Συρίας. Ο Ιωσαφάτ όμως, πιο οξυδερκής
και προσεκτικός στις κινήσεις του, ζήτησε και την άποψη ενός
πιο έγκριτου προφήτου. Του προφήτου Μιχαία, ο οποίος
εξαιτίας των συνεχόμενων δυσμενών προφητειών που
ανήγγειλε στο παρελθόν εναντίον του Αχαάβ, ήταν μισητός από
εκείνον. Ο Μιχαίας πρόβλεψε την ήττα των συμμάχων, τον
δόλο των ψευδοπροφητών, οι οποίοι με σκοπιμότητα ήθελαν να
παρασύρουν τον Αχαάβ σε αυτόν τον πόλεμο. Ο Αχαάβ όμως
και πάλι δεν τον πίστεψε, έδωσε δε εντολή να φυλακίσουν τον
Μιχαία και έτσι ανενόχλητος οργάνωσε την επίθεση κατά των
Σύρων.

Στον πόλεμο αυτό οι σύμμαχοι συνετρίβησαν υπό του


εχθρού, όπως ακριβώς είχε προβλέψει ο προφήτης Μιχαίας, ο
Αχαάβ δε σκοτώθηκε στη μάχη. Στον τόπο που έπλυναν το
εκχυθέν αίμα του βασιλέως Αχαάβ «ελούοντο αι πόρναι» όπως
αντιστοίχως είχε προβλέψει παλαιότερα ο προφήτης Ηλίας.

Νέος βασιλιάς του Ισραήλ, ορίστηκε ο υιός του Αχαάβ,


Οχοζίας.

Μετά τα γεγονότα
αυτά, ο Κύριος αποφάσισε να αναβιβάσει τον Ηλία διά
163
ανεμοστροβίλου προς τον ουρανό (δεν λέγει η Γραφή εις τον
ουρανό, διότι ουδείς αναβέβηκεν εις τον ουρανόν ει μη ο εκ του
ουρανού καταβάς ο Υιός του ανθρώπου) ο Ηλίας και ο
Ελισαίος αναχώρησαν για την περιοχή των Γαλγάλων. Τότε ο
Ηλίας είπε προς τον Ελισαίο: «Κάθισε σε παρακαλώ εδώ, διότι
ο Κύριος με αποστέλλει να μεταβώ μέχρι της Βαιθήλ». Οι
προφήτες που βρίσκονταν στην Βαιθήλ είπαν τότε στον
Ελισαίο: «Άραγε γνωρίζεις ότι ο Κύριος λαμβάνει σήμερα τον
κύριό σου δι’ αναλήψεως άνωθεν της κεφαλής σου;». ο
Ελισαίος απάντησε: «Κι εγώ το έμαθα αλλά μη ομιλείτε περί
αυτού», τόση ήταν η λύπη του για τον επικείμενο αποχωρισμό
από τον δάσκαλό του!

Ενώ οι δύο άντρες (Ηλίας- Ελισαίος) βρίσκονταν επί της


όχθης του Ιορδάνου ποταμού, ο Ηλίας έλαβε την μηλωτή του,
την τύλιξε και χτύπησε το νερό του ποταμού, το οποίο
διαιρέθηκε σε δύο μέρη. Έτσι με αυτόν τον θαυμαστό τρόπο
διέβησαν εις την αντίπερα όχθη. Κατόπιν ο Ηλίας είπε στον
Ελισαίο: «Ζήτησέ μου τι θέλεις να σου δωρίσω πριν αναληφθώ
από μπροστά σου». Ο Ελισαίος απάντησε: «Δος μου διπλή τη
χάρη σου». Ο Ηλίας ακούγοντας αυτό είπε: «Μεγάλο πράγμα
ζήτησες. Εάν όμως με δεις αναλαμβανόμενον από σου, θα σου
δοθεί αυτό που ζήτησες, εάν όμως δεν με δεις τότε δεν θα σου
δοθεί».

Ενώ λοιπόν αυτοί βάδιζαν μαζί και συνομιλούσαν, ξαφνικά


πύρινο άρμα και πύρινοι ίπποι χώρισαν τον έναν από τον άλλο
και ο Ηλίας αναλήφθηκε προς τα πάνω μετά ανεμοστροβίλου
προς τον ουρανό.

Ο Ελισαίος βλέποντας το θαυμαστό αυτό γεγονός φώναξε:


«Πάτερ, πάτερ…» όμως δεν τον είδε πλέον, τότε εις ένδειξη
πένθους έσχισε τα ενδύματά του. Τότε έπεσε από ψηλά η
μηλωτή του Ηλιού, την οποία ο Ελισαίος παρέλαβε
πορεύθηκε προς τον Ιορδάνη ποταμό. Χτύπησε με την μηλωτή
τα νερά του Ιορδάνου λέγοντας: «που είναι ο Θεός του Ηλιού;
Που είναι;» Τα νερά όμως του ποταμού δεν διαιρέθηκαν όπως
παλαιότερα είχε κάνει ο Ηλίας, ο οποίος αβρόχοις ποσίν πέρασε

164
στην αντίπερα όχθη του Ιορδάνου, ως άλλος Μωυσής. Τότε ο
Ελισαίος ξαναχτύπησε τα νερά με την μηλωτή και τότε τα
ύδατα διαιρέθηκαν. Στην αντίπερα όχθη του Ιορδάνου ποταμού
βρίσκονταν προφήτες οι οποίοι βλέποντας το θαύμα αυτό
ομολόγησαν και είπαν: «Το πνεύμα του Ηλιού αναπαύθηκε
στον Ελισαίο», τότε τον συνάντησαν και έκυψαν τα γόνατά
τους έως εδάφους.

Ο προφήτης Ηλίας είναι ένας από τους μεγαλύτερους


προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης. Βρίσκεται μέχρι και την
σήμερον σε μέρος που μόνο ο Θεός γνωρίζει και θα αποσταλεί
και πάλι στη γη στις έσχατες ημέρες για αφυπνίσει τους
χριστιανούς με τον κηρυγματικό του λόγο οι οποίοι θα
βρίσκονται σε κίνδυνο πλάνης κατά τις ημέρες του αντιχρίστου.

800 π.Χ Προφήτης Ελισσαίος

 800 π.Χ ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΕΛΙΣΣΑΙΟΣ

Μετά τον θάνατο του Αχαάβ, βασίλεψε στο Ισραήλ ο


υιός του Ιωράμ.

Τον καιρό εκείνο οι βασιλείς του Ισραήλ και του


Ιούδα αποφάσισαν να συμμαχήσουν εναντίον των Μωαβιτών.
Επειδή όμως η εκστρατεία τους βάδιζε προς τον όλεθρο και την
πλήρη καταστροφή αποφάσισαν να συμβουλευτούν τον
ξακουστό Ελισσαίο.
165
Ο προφήτης του Θεού για χάρη του ευσεβούς
Ιωσαφάτ, βασιλέως του Ιούδα, υποσχέθηκε στους συμμάχους
ότι θα συνδράμει με την προσευχή του ώστε να ηττηθούν οι
Μωαβίτες.

Πράγματι, ο Θεός ακούγοντας την προσευχή του


Ελισσαίου, προμήθευσε αρχικά με νερό τον διψασμένο
στρατό των ισραηλιτών γεμίζοντας τα ξηροπόταμα που είχαν
στερέψει λόγω της παρατεταμένης ανομβρίας. Το νερό έφτασε
στους Ισραηλίτες με θαυμαστό τρόπο , δίχως να βρέξει.
Δεικνύοντας έτσι ο Θεός πως η επερχόμενη νίκη των συμμάχων
απέναντι στους Μωαβίτες δεν θα ήταν ανθρώπινο κατόρθωμα,
αλλά Θεία δωρεά.

Πράγματι, οι Ισραηλίτες σύντομα νίκησαν στον πόλεμο,


υπέταξαν τους Μωαβίτες και κατέστρεψαν κάθε τι στη χώρα
των Μωαβιτών.

 Άλλα θαύματα του Ελισσαίου

 Πολλαπλασιασμός του ελαίου μιας πτωχής χήρας:

Η χήρα ενός προφήτη εξαιτίας της φτώχειας της


έφτασε να χρωστά ένα σημαντικό χρηματικό ποσό στους
συμπολίτες της. Ο Ελισσαίος μαθαίνοντας την κατάστασή της
έδωσε εντολή στυος γιους της να συγκεντρώσουν όσα
περισσότερα άδεια δοχεία μπορούσαν. Τα δοχεία αυτά με την
προσευχή του γέμισαν θαυματουργικά και έτσι η χήρα και το
χρέος της ξόφλησε, και την οικογένειά της έθρεψε.

-Ανάσταση ενός αγοριού.

Ο προφήτης του Θεού πάντα κοντά στον ανθρώπινο


πόνο, συμπόνεσε κάποτε μια ευλαβή άτεκνη γυναίκα που
κάποτε τον φιλοξένησε στο σπίτι της. Ο Ελισσαίος
προσευχήθηκε και η μήτρα της στείρας άνοιξε. Σύντομα
συνέλαβε και γέννησε γιο. Το παιδί όμως σύντομα πέθανε. Ο

166
προφήτης ήταν μακριά όταν το παιδί εκδήμησε και έστειλε την
ράβδο του ώστε να ακουμπήσουν αυτήν πάνω στον νεκρό.
Όμως ο Θεός θέλοντας να δείξει στον Ελισσαίο και σε όλους
εμάς ότι η ράβδος, δηλαδή ο νόμος, δεν φέρνει την λύτρωση,
ο Ελισσαίος ωσάν άλλος Ιησούς έφτασε αυτοπροσώπως πλέον
μπροστά στο νεκροκρέβατο και με την δακρύβρεχτη προσευχή
του ανάστησε τον νεαρό. Όπως ακριβώς δηλαδή ο Υιός του
Θεού ήλθε αυτοπροσώπως και όχι διά αντιπροσώπου να σώσει
τον κόσμο και να μας λυτρώσει άπαξ και διά παντός από τα
δεσμά του θανάτου.

-Ο Ελισσαίος εποίησε και ένα θαύμα


πολλαπλασιασμού άρτων στην περιοχή Βαιθσαρισά, όπως
ακριβώς δηλαδή και ο Χριστός. (Ιω 6,9)

-Θεραπεία του Ναιμάν του Σύρου:

Κάποτε ο αρχιστράτηγος του στρατού της Συρίας,


άνθρωπος γενναίος, αλλά συνάμα και λεπρός αιχμαλώτισε μια
νεαρή εβραία την οποία έθεσε στο υπηρετικό του προσωπικό.
Η νεαρή κόρη βλέποντας την λέπρα του Ναιμάν είπε: «Μακάρι
ο Κύριός μου να μετέβαινε στον προφήτη του Θεού Ελισσαίο,
θα θεράπευε αυτόν από την λέπρα του».

Ακούγοντας αυτά τα λόγια ο Ναιμάν μίλησε στον


βασιλιά της Συρίας, ο οποίος αμέσως έστειλε πλούσια δώρα
στον βασιλιά του Ισραήλ νομίζοντας ότι ο Ελισσαίος αφενός
μεν τελούσε υπό τις διαταγές του βασιλιά και αφετέρου ότι και
αυτός όπως και οι ιερείς της Συρίας ήταν φιλάργυρος.

Μόλις είδε ο Ιωράμ τα πλούσια δώρα των Συρίων


πανικοβλήθηκε και έσχισε τα ρούχα του ως ένδειξη πένθους,
διότι πίστεψε πως αυτό ήταν ένα τέχνασμα, μία πρόσκληση
επικείμενου πολέμου. Πως άλλωστε ένας άνθρωπος θα
μπορούσε να θεραπεύσει την ανίατη εκείνη την εποχή λέπρα;

Ο Ελισσαίος όμως είπε στον βασιλιά: «Γιατί έσχισες


τα ρούχα σου; Ας έρθει σε μένα ο Ναιμάν και ας μάθει κάθε
άνθρωπος ότι υπάρχει προφήτης στον ισραηλιτικό λαό».
167
Έτσι ο Ναιμάν συναντήθηκε με τον Ελισσαίο ο
οποίος του είπε: «Πήγαινε και λούσε τον εαυτό σου επτά φορές
στον Ιορδάνη ποταμό. Η σάρκα σου θα εξυγιανθεί και θα
καθαρισθεί». Πράγματι ο Ναιμάν έκανε όπως του είπε ο
προφήτης και καθαρίστηκε θαυματουργικά από την λέπρα του.
Κανένα δώρο του Ναιμάν δεν δέχτηκε ο ανάργυρος ιατρός. Ο
υπηρέτης και μαθητής όμως του Ελισσαίου Γιεζίν, μπήκε στον
πειρασμό και κρυφά από τον προφήτη ζήτησε χρήματα από
Σύριο στρατηγό. Τιμωρήθηκε όμως για την φιλαργυρία του
γενόμενος αμέσως όλος λευκός από την λέπρα…

Ακολούθησε επταετής πείνα στην περιοχή της


Σαμαρείας επί βασιλείας Ιωράμ. Αυτήν την δύσκολη περίοδο
για τους Εβραίους εκμεταλλεύτηκαν οι Σύριοι οι οποίοι πάλιν
και πολλάκις προσπάθησαν να καταλάβουν το Ισραήλ. Ο
Ελισαίος όμως σαν αόρατη ασπίδα του Θεού προστάτευε κάθε
φορά το έθνος του με τις δεήσεις του και τα θαύματα που
επιτελούσε.

Κάποτε δύο λεπροί βλέποντας το αδιέξοδο στο οποίο


βρισκόταν λόγω της πείνας και της δυστυχίας που είχε
ξεσπάσει, είπαν μεταξύ τους. Αν κάτσουμε εδώ θα πεθάνουμε
από την πείνα, ας μπούμε λοιπόν κρυφά στο στρατόπεδο των
Συρίων μήπως και μας λυπηθούν και μας δώσουν φαγητό για
να φάμε. Αν πάλι μας σκοτώσουν, μας σκότωσαν. Ούτως ή
άλλως είμαστε καταδικασμένοι…

Ο εκείνο το βράδυ ο Θεός προκάλεσε έναν παράξενο


θόρυβο ο οποίος προκάλεσε πανικό στο στρατόπεδο των
Συρίων. Οι Σύριοι νόμισαν ότι δέχονταν διπλή επίθεση από
βορρά και από νότο. Έτσι το έβαλαν πανικοβλημένοι στα
πόδια. Όταν οι λεπροί μπήκαν στο στρατόπεδο των Συρίων, δεν
βρήκαν κανέναν. Πήραν διάφορα λάφυρα και κατόπιν
ειδοποίησαν τον Ιωράμ (βασιλιά του Ισραήλ) για την φυγή των
Συρίων.

Είπε τότε ο Ελισσαίος στον Ιωράμ: : «Θα δεις με τα


μάτια σου την αφθονία αλλά δεν θα φάγεις απ’ αυτήν». Και

168
πράγματι έγινε έτσι. Ο λαός συνεπάτησε εξαιτίας του
συνωστισμού (Μετά την εισβολή των Ισραηλιτών στο
στρατόπεδο των Συρίων) τον άρχοντα αυτόν στην πύλη της
πόλεως και έτσι εκείνος πέθανε.

Ο προφήτης του Θεού κατόπιν απέστειλε στον


στρατηγό Ιού απεσταλμένο για να τον χρίσει νέο βασιλιά του
Ισραήλ κατά το ρήμα του Κυρίου. Ο Ιού σύμφωνα με την
προφητεία του Ελισσαίου, θα τιμωρούσε την ασέβεια του οίκου
Αχαάβ, και θα θανάτωνε την ασεβή βασίλισσα Ιεζάβελ, η οποία
είχε προβεί σε πολλά απάνθρωπα εγκλήματα εναντίον αθώων
ανθρώπων και προφητών του Ισραήλ. Πράγματι η Ιεζάβελ
θανατώθηκε και το πτώμα της κατέφαγαν τα σκυλιά όπως είχε
παλαιότερα προφητεύσει ο προφήτης Ηλίας.

Ο νέος βασιλέας Ιού στη συνέχεια κάλεσε όλους


τους ιερείς του Βάαλ δήθεν για να θυσιάσει στον μεγάλο ναό
της ειδωλατρικής αυτής θεότητας. Εκεί τους θανάτωσε όλους,
εξαλείφοντας έτσι την ειδωλολατρία από τη χώρα του. Γι’
αυτήν του την πράξη ο Θεός τον αντάμειψε με το να βασιλέψει
η δυναστεία του στο Ισραήλ τέσσερις γενναιές.

Δυστυχώς όμως ο Ιού δεν υπήρξε άμεπτος ενώπιον


του Θεού. Πολιτικώς φερόμενος δεν κατήργησε τις χρυσές
δαμάλεις , φοβούμενος μήπως οι υπήκοοί του μεταβούν στο
βασίλειο του Ιούδα όπως έπραξε και ο Ιεροβοάμ. Ο Ιού πέθανε
το 814 π.Χ. Βασίλεψε συνολικά 28 χρόνια. Ο Ιωάχαζ, ο Ιωάς,
ο Ιεροβοάμ και ο Ζαχαρίας βασίλεψαν μετά απ’ αυτόν. Καμία
άλλη δυναστεία δεν κατείχε τον θρόνο επί τόσο χρόνο στο
Ισραήλ. (περίπου εκατό έτη)

 Γοθολία και ο Ιωάς στον θρόνο του Ιούδα.

Η Γοθολία ήταν θυγατέρα του ασεβή βασιλέα Αχαάβ.


Αυτή θέλησε να καταστρέψει το γένος Δαυίδ ίνα ειγάγει
την ασέβειαν όπως μας λέγει ο Θεοδώρητος. Έτσι αυτή
φόνευσε τους νόμιμους κληρονόμους του θρόνου που
169
ήταν οι υιοί του Οχοζία, τους εγγονούς και γενικά όλους
τους απογόνους του βασιλικού οίκου. Στο Παρ. 24,7
παραθέτεται με λεπτομέρειες η αξιοδάκρυτος διαγωγή της
από θρησκευτικής απόψεως όπως χαρακτηριστικά τονίζει
ο αρχιμ. Ιωήλ Γιαννακόπουλος.

Οι Λευίτες, οι ιερείς και η φρουρά του βασιλικού θρόνου


όμως συνωμότησαν εναντίον της Γοθολίας για να
αποκαταστήσουν την Δαυιτική βασιλεία. Ο αρχιερέας
Ιωδάε υπέδειξε ως νέο βασιλέα τον Ιωάς τον υιό του
βασιλέως. Την δε Γοθολία θανάτωσαν στο προαύλιο του
ναού δίνοντας έτσι τέλος στην παράνομη εξουσία της.

Ο Ιωάς ήταν επτά ετών όταν ανέβηκε στον βασιλικό


θρόνο. Συνολικά βασίλεψε σαράντα έτη. Κατά τη
διάρκεια της βασιλείας του έπραξε το ευθές ενώπιον του
Θεού, όμως όπως τονίζεται από τον συγγραφέα της
βίβλου(Βασ. Δ΄ 12,4) τους υψηλούς λατρευτικούς τόπους
των ειδωλολατρών δεν κατόρθωσε να καταστρέψει.

Ο Ιωάς αφού κατά την βασιλεία του επισκεύασε τον


παραμελημένο ναό του Σολομώντος από την Γοθολία,
τελικά και αυτός υπέστη θύμα συνομωσίας και
δολοφονήθηκε από δύο επαναστατήσαντες δούλους τον
Ιεζιχάρ και τον Ιεζεβούθ .

Νέος βασιλιάς ενθρονίστηκε ο υιός του Ιωάς, ο Αμεσσίας.

Παράλληλα με αυτά τα γεγονότα στο βασίλειο του


Ισραήλ ανέβηκαν διαδοχικά στον θρόνο οι Ιωάχαζ, Ιωάς,
και Ιεροβοάμ. Στην διάρκεια αυτών των βασιλειών οι
Ισραηλίτες ελευθερώθηκαν από τον ζυγό των Συρίων,
όμως δεν απομακρύνθηκαν και πάλι από την ασέβεια της
ειδωλολατρίας.

 Θάνατος του Ελισσαίου

Κατά την διάρκεια της βασιλείας του Ιωάς ο προφήτης


Ελισσαίος ασθένησε σοβαρά. Ο βασιλέας Ιωάς τον

170
επισκέφθηκε και του είπε: «Πάτερ, πάτερ! Εσύ είσαι τα
άρματα και το ιππικό του λαού μας που τον έσωζες! Τώρα
τι θα γίνει;» Ο Ελισσαίος αποκρίθηκε: «Λάβε τόξο και
βέλη. Κράτησε στερεά το τόξο με τα χέρια σου». Ο
Ελισσαίος έθεσε τα χέρια του στα χέρια του βασιλέως και
συνέχισε: «Άνοιξε το ανατολικό παράθυρο και τόξευσε.
Αυτό είναι το βέλος της σωτηρίας του Ισραήλ που
προέρχεται από τον Θεό. Είναι το βέλος απαλλαγής από
τον ζυγό των Συρίων». Ο Ελισσαίος όμως βλέποντας την
δειλία του Ιωάς προφήτεψε την ήττα του Ισραήλ από τον
στρατό της Συρίας. Μετά από αυτά τα γεγονότα ο
Ελισσαίος πέθανε και οι ισραηλίτες τον έθαψαν με τιμές.

585 π.Χ Τα τελευταία χρόνια των Βασιλειών ως την


Βαβυλώνια αιχμαλωσία.

 Τα τελευταία χρόνια των βασιλειών

Κατόπιν στον θρόνο του Ισραήλ ανέβηκαν οι Ιωάχαζ, Ιωάς


και Ιερωβοάμ. Στο δε βασίλειο του Ιούδα βασίλεψαν διαδοχικά
οι Αμεσσίας και Αζαρίας.

Η ασέβεια του έθνους του Ισραήλ ολοένα και αυξάνονταν. Ο


βασιλιάς Άχαζ έφτασε στο σημείο να θυσιάσει τον ίδιο του τον
γιο ως ολοκαύτωμα προς τιμήν του θεού Μολόχ. Κατόπιν
διέταξε τον ασεβή αρχιερέα Ουρία να κατασκευάσει
θυσιαστήριο όμοιο καθ’ όλα με το αυτό του ναού του
Σολομώντος, για να θυσιάζει και εκείνος προσωπικά στον θεό.
Μετατόπισε δε το αυθεντικό θυσιαστήριο σε άλλη θέση,
θέτοντας ως κύριο θυσιαστήριο το δικό του. Διπλό
θυσιαστήριο στο Ισραήλ, διπλή λατρεία σε Θεό και Σατανά…
171
Μετά τον Άχαζ βασίλεψε ο ασεβής υιός του Ωσηέ. Στα
χρόνια του ο Θεός επέτρεψε στους Ασσύριους να
πολιορκήσουν την Σαμάρεια. Ο ίδιος ο βασιλιάς πιάστηκε
αιχμάλωτος οδηγούμενος στον Σαλμανασάρ. Τον ίδιο χρόνο ο
Σαλμανασάρ (βασιλιάς των Ασσυρίων) πέθανε και στον θρόνο
ανέβηκε ο αδερφός του Σαργών, ο οποίος συνέχισε την
πολιορκία και έπιασε άλλους 27.800 ισραηλίτες ως
αιχμαλώτους.

Ο Θεός κατ’ επανάληψη προειδοποιούσε τον εκλεκτό λαό:


«Αποστράφητε από τις πονηρές σας πράξεις και φυλάξτε τις
εντολές μου, τα δικαιώματά μου και γενικώς όλο τον νόμο, τον
οποίο έδωσα στους προπάτορές σας, όλα όσα διέταξα αυτούς
να φυλάττουν διά μέσου των δούλων μου των προφητών.
Εκείνοι όμως είχαν άκαμπτον τον αυχένα τους και δεν με
υπήκουσαν». (δ΄βασ. 12-15).

Οι ισραηλίτες σύντομα αναμείχθηκαν με τους Ασσυρίους,


έχασαν την εθνική τους συνείδηση, αποτέλεσαν έναν νέο λαό…
Νέα θρησκεία ξεπήδησε τότε η οποία δέχονταν τον αληθινό
Θεό και παράλληλα υιοθετούσε θρησκευτικά έθιμα των
ειδωλολατρών. Ο Θεός όμως πάντοτε ξεκάθαρα ζητά: «Δεν θα
σεβαστείτε και δεν θα φοβηθείτε ξένους θεούς» (βασ. Δ΄17,38).

Εν τούτοις η θρησκευτική αυτή αίρεση απέκτησε οργάνωση,


ιερατεία, ναό.

Στον αντίποδα, στο βασίλειο του Ιούδα τα πράγματα ήταν


καλλίτερα. Στον θρόνο ανέβηκε ο ευλαβής Εζεκίας, ο οποίος
αντιτάχθηκε στην ειδωλολατρία καταστρέφοντας τα
προσκυνήματα των ειδωλολατρών. Δεν έμεινε όμως και αυτός
ανενόχλητος από τους εξωτερικούς εισβολείς. Ο Σενναχηρίμ
βασιλιάς των Ασσυρίων πολιόρκησε την Ιουδαία πιέζοντας τον
Εζεκία να παραδοθεί. Χαρακτηριστικός είναι ο λόγος του
Ραψάκη (στρατηγός των Ασσυρίων): «Αυτά λέγει ο βασιλεύς ο
μέγας, ο βασιλεύς των Ασσυρίων: Ποια είναι η πεποίθηση στην
οποία στηρίζεστε; Έχω την δύναμη και αν θελήσω θα φέρω εις
πέρας διά του πολέμου την αποστολή… Ίσως μου πεις, εις

172
Κύριον τον Θεόν μας έχομεν πεποίθησιν. Δεν πρέπει να έχετε
σ’ αυτόν ελπίδες. Ο Κύριος ο Θεός σας είπε σε μένα: πήγαινε
στη χώρα αυτή και κατάστρεψέ την.

Οι Ιουδαίοι ισραηλίτες με σχισμένα ιμάτια κατέφυγαν στην


τελευταία ελπίδα τους, στον προφήτη Ησαΐα. Ο Ησαΐας είπε:
«Ναι εγώ θα δώσω στον Ραψάκη ψυχική διάθεση τέτοια, ώστε
θα ακούσει είδηση τέτοια ώστε θα αναγκαστεί να επιστρέψει
στην πατρίδα του». Πράγματι, ο Αιγυπτιακός στρατός
οργάνωσε επίθεση κατά των Ασσυρίων, αναγκάζοντας τον
Ραψάκη να επιστρέψει αμέσως στην πατρίδα του.

Ο προφήτης Ησαΐας είπε τότε: «Αυτά λέγει ο Κύριος ο Θεός


των δυνάμεων ουρανού και γης, ο Θεός Ισραήλ εις τον
Σενναχηρίμ των βασιλέα των Ασσυρίων: Σε ενέπαιξε και σε
περιφρόνησε, το καύχημά μου, η κοπελίτσα μου Σιών, κούνησε
ξοπίσω εμπαικτικά το κεφάλι της η κορούλα μου Ιερουσαλήμ.
Ποιον ωνείδισες και ύβρισες; Εναντίον τίνος ύψωσες την φωνή
σου; Θα θέσω τα άγκιστρά μου στους μυκτήρες και τον χαλινό
μου θα θέσω στα χείλη σου και δι’ αυτών θα σε επιστρέψω να
πάρεις την οδό από όπου ήρθες… Από αρχαιοτάτων χρόνων
έλαβα τις αποφάσεις μου» .

«Θα υπερασπίσω την πόλη ταύτη διά την δόξα μου και προς
χάριν του δούλου μου Δαυίδ». Καταλήγει ο Κύριος. Ο άγιος
Ιωάννης ο Χρυσόστομο σχολιάζοντας την φράση αυτή του
Θεού λέει: «Ο Θεός είναι τόσο αγαθός, ώστε σώζει τους
ανθρώπους, όχι μόνο εάν είναι λίγοι δίκαιοι, αλλά ακόμη και
ένας και αυτός αποθανών».

Πράγματι, εκείνη τη νύχτα άγγελος εξολοθρευτής φόνευσε


185.000 άνδρες από το στρατόπεδο των Ασσυρίων,
αναγκάζοντας τον Σενναχηρίμ να επιστρέψει κακήν κακώς
στην πατρίδα του. (βασ. Δ΄19,33-36).

Το τέλος του Σενναχηρίμ είναι πολύ ταπεινωτικό. Κατοίκησε


στην Νινευή, όπου φονεύθηκε από τα ίδια του τα παιδιά.

 Τα τελευταία χρόνια και η καταστροφή του βασιλείου


173
του Ιούδα

Μετά τον θάνατο του Εζεκία στον θρόνο του βασιλείου του
Ιούδα ανέβηκε ο γιος του Μανασσής. Ο Μανασσής ανέβηκε
στον θρόνο σε ηλικία 12 ετών και βασίλεψε συνολικά πενήντα
πέντε έτη. Υπήρξε ασεβής απέναντι στον Θεό, διότι λάτρεψε τα
είδωλα και ανοικοδόμησε τους ναούς των ειδώλων. Έφτασε σε
τόσο μεγάλα επίπεδα ασέβειας ώστε έφτασε στο σημείο να
τοποθετήσει το άγαλμα της Αστάρτης (Αφροδίτης) μέσα στον
ναό του Σολομώντα. Το ερώτημα είναι: πως ο Θεός επέτρεψε
σε έναν τόσο ασεβή βασιλιά να βασιλέψει επί τόσα πολλά
χρόνια στο βασίλειο του Ιούδα; Η απάντηση είναι ότι ο Θεός
ήθελε να δει την προαίρεση του λαού Του. Ο λαός δεν
αντέδρασε, με την σιωπή του συμβάδισε με το φρόνημα του
ασεβούς βασιλέως. Συνεπώς η επερχόμενη καταστροφή του
Ισραήλ θα αποδειχθεί απολύτως δίκαιη. Ο Θεός πριν συμβεί η
άλωση της Ιερουσαλήμ υπό των εθνών εξήγησε διά των
προφητών Του την αιτία: «Θα γίνει τούτο, επειδή διέπραξαν το
μέγα κακό της ασεβείας ενώπιον των οφθαλμών μου και διότι
συνεχώς δεν έπαυσαν να με παροργίζουν από τη μέρα κατά την
οποία εξήγαγα τους πατέρες αυτών εκ της Αιγύπτου, μέχρι της
ημέρας ταύτης».

Μετά τον θάνατο του Μανασσή βασίλεψε ο υιός του Αμών.


Ο χρόνος της βασιλείας του ήταν μόνο δύο χρόνια. Οι δούλοι
του τον σκότωσαν μέσα στο ανάκτορό του διότι και αυτός όπως
και ο πατέρας του υπήρξε πολύ ασεβής. Ο λαός όμως δεν
εκτίμησε την αιτία της επαναστάσεως των αυλικών του Αμών
και θανάτωσε τους δίκαιους επαναστάτες.

Στη συνέχεια ανέβηκε στον θρόνο ο υιός του Αμών, ο


Ιωσίας, σε ηλικία μόλις οκτώ ετών. Αυτός βασίλεψε στην
Ιερουσαλήμ τριάντα ένα χρόνια. Ο Ιωσίας υπήρξε ευσεβής
απέναντι στον Θεό. Διέταξε την ανακαίνιση του ναού του
Σολομώντος . Στα χρόνια του βρέθηκε το πρωτότυπο βιβλίο της
πεντατεύχου το οποίο ήταν γραμμένο δια χειρός του Μωυσέως.
Ο Ιωσίας όταν πληροφορήθηκε την εύρεση της πεντατεύχου το
θεώρησε ως σημάδι της οργής του Θεού. Διότι όλα τα

174
προηγούμενα χρόνια οι ισραηλίτες δεν σεβάστηκαν τον νόμο
του Κυρίου, αλλά συστηματικά αμάρταναν. Η προφήτης Όλδα
είπε τότε: «Αυτά λέγει ο Κύριος: …Ιδού εγώ θα επιφέρω
μεγάλη καταστροφή στον τόπο τούτο, εφαρμόζοντας σ’ αυτούς
όλες τις τιμωρίες που γράφονται στο βιβλίο αυτό, τις οποίες
διάβασε ο βασιλιάς του βασιλείου του Ιούδα. Αυτό θα γίνει
διότι οι Ιουδαίοι με εγκατέλειψαν προσφέροντας θυμίαμα σε
ξένους θεούς, με αποτέλεσμα να με παροργίσουν και να ανάψει
ο θυμός μου εναντίον του τόπου τούτου. Προς δε τον βασιλέα
του Ιούδα ο οποίος σας απέστειλε θα πείτε τα εξής: Επειδή με
τις απειλές τις οποίες διάβασες στο βιβλίο αυτό κατανύχθηκε η
καρδιά σου, και το πρόσωπό σου άλλαξε όψη και ταπεινώθηκες
ενώπιον του Κυρίου… επειδή λέγω έσχισες τα ιμάτιά σου και
έκλαυσες ενώπιόν μου εγώ σε άκουσα. Σε σένα δεν θα συμβεί
το ίδιο πράγμα. Θα σε προσθέσω στους πατέρες σου και θα
ενταφιαστείς ειρηνικώς, και τα μάτια σου δεν θα δουν τις
συμφορές αυτές τις οποίες θα επιφέρω κατά του τόπου τούτου».
(βασ. Δ΄22,16-20).

Η προφητεία αυτή της προφήτιδας Όλδας ειπώθηκε τριάντα


πέντε χρόνια πριν την άλωση της Ιερουσαλήμ.

Ακούγοντας αυτά τα λόγια ο βασιλιάς Ιωσίας, κάλεσε όλο τον


λαό στα ανάκτορα και έκανε νέα διαθήκη με τον Κύριο.
Αποφάσισε την άμεση καταστροφή όλων των ειδώλων και το
κάψιμο αυτών, την εξαγωγή του αγάλματος της Αφροδίτης από
τον ναό του Σολομώντος και την καύση αυτού κατόπιν δε, την
θανάτωση όλων των ιερέων των ειδώλων. Κατόπιν εορτάστηκε
περίλαμπρα το Πάσχα του Κυρίου. Δεν είχε ποτέ ξανά
εορταστεί τόσο λαμπρά το Πάσχα στο Ισραήλ. Παρόλα αυτά
γράφει ο συγγραφέας των Βασιλειών: ο Θεός δεν
μεταστράφηκε, ώστε να παύσει ο θυμός και η οργή του, τα
οποία ξέσπασαν εναντίον του Ιούδα, διά των οποίων ο
Μανασσής παρόργισε τον Κύριο. Διά τούτο ο Κύριος είπε: και
αυτό ακόμη το βασίλειο του Ιούδα θα απομακρύνω από το
πρόσωπό μου…

Ο Ιωσίας σύμφωνα με την προφητεία της προφήτιδας Όλδας

175
σκοτώθηκε λίγο αργότερα σε μια μάχη και στον θρόνο
ανέβηκε ο γιος του Ιωάχαζ ο οποίος όμως δεν ήταν ο
πρωτότοκος γιος του Ιωσία. Ανέβηκε στον θρόνο διά της
επιβολής του Ιουδαϊκού λαού. Αυτός βασίλεψε μόνο τρεις
μήνες. Παρά το σύντομο της βασιλείας του, πρόλαβε να
επαναφέρει την λατρεία των ειδώλων. Ο βασιλιάς της Αιγύπτου
Νεχαώ τον έπιασε όμως και τον μετέφερε αιχμάλωτο στην πόλη
Δεβλαθά. Στη θέση του οι Αιγύπτιοι τοποθέτησαν ως νέο
βασιλιά του βασιλείου του Ιούδα τον άλλο γιο του Ιωσία,
Ελιακίμ, τον οποίο ονόμασαν Ιωακίμ.

Από τις μέρες της βασιλείας του Ιωακίμ και έπειτα


μετρώνται σταδιακά και οι τελευταίες μέρες του βασιλείου του
Ιούδα. Ο Ιωακίμ υπήρξε και αυτός ασεβής ειδωλολάτρης. Κατά
την εποχή αυτή ο Ναβουχοδονόσορ, βασιλιάς της Βαβυλώνας
επιτέθηκε κατά του βασιλείου του Ιούδα. Ο Ναβουχοδονόσορ
υπήρξε ένας από τους πιο λαμπρούς βασιλιάδες που έζησαν
στην ιστορία. Στα χρόνια του η Βαβυλώνα έγινε η μεγαλύτερη
πόλη στον κόσμο. Αυτός έμελε να γίνει και η αιτία της
πτώσεως της Ιερουσαλήμ.

Ο Ιωακείμ πέθανε και στη θέση του ανέβηκε στον θρόνο ο


γιος του Ιωαχίμ. Στα χρόνια του Ιωαχίμ ο Ναβουχονοδόσορ
πολιόρκησε την Ιερουσαλήμ και έπιασε αιχμάλωτο τον βασιλιά
και τους αυλικούς του. Από τη στιγμή αυτή αρχίζει σταδιακά η
κατάληψη της Ιερουσαλήμ από τους εθνικούς. Αρχικά
μεταφέρθηκαν στην Βαβυλώνα οι θησαυροί της Ιερουσαλήμ
και του ναού του Σολομώντος. Κατόπιν αιχμαλώτισε όλους
τους μάχημους κατοίκους της Ιερουσαλήμ 10.000 στο αριθμό,
τους οποίους μετέφερε στην Βαβυλώνα. Αφέθηκαν ελεύθεροι
μόνο οι φτωχοί της πόλεως οι οποίοι ήταν ανήμποροι να
αντιδράσουν. Στον θρόνο του Ιούδα ανέβηκε υπό των
Βαβυλωνίων ο Ματθανίας ο οποίος ονομάστηκε Σεδεκίας.
Ακόμη όμως και στα έσχατα χρόνια του βασιλείου του Ιούδα ο
Σεδεκίας όπως σημειώνεται υπό του συγγραφέως, έπραξε το
πονηρό ενώπιον του Θεού. Μας κάνει εντύπωση η τόσο
μεγάλη επιμονή των ισραηλιτών στην ειδωλολατρία ακόμη και
σε τόσο κρίσιμες στιγμές για το έθνος τους.
176
Στις 25 Ιανουαρίου του 589 π.Χ ξεκίνησε η τελική πολιορκία
της Ιερουσαλήμ από τον Ναβουχοδονόρα. Αυτή διήρκησε
τριάντα μήνες. Στο διάστημα αυτό της πολιορκίας η πείνα ήταν
μεγάλη εντός της πόλεως. Σε απόπειρα διαφυγής ο Σεδεκίας
πιάστηκε αιχμάλωτος και οδηγήθηκε στην Βαβυλώνα. Εκεί ο
Ναβουχοδονόσορ έσφαξε μπροστά στα μάτια του Σεδεκία τους
γιους του και κατόπιν του έβγαλαν τα μάτια. ΟΣεδεκίας τα
έπαθε όλα αυτά διότι επαναστάτησε εναντίον των Βαβυλωνίων
οι οποίοι ήδη όπως αναφέρθηκε παραπάνω είχαν καταλάβει την
Ιερουσαλήμ και ήταν κύριοι αυτής. Στη συνέχεια οι
Βαβυλώνιοι ως αντίποινα έκαψαν τον ναό του Σολομώντα και
γκρέμισαν τα τείχη της πόλεως. Οι δε εναπομείναντες εβραίοι
έφυγαν εξόριστοι στην Αίγυπτο για να αποφύγουν την οργή
των Χαλδαίων.

Αυτό είναι το τέλος του βασιλείου του Ιούδα και η αρχή μιας
νέας οδυνηρής ιστορικής πραγματικότητας για τους
Ισραηλίτες…

530 π.Χ Έσδρας και Ζοροβάβελ

ΕΣΔΡΑΣ Α΄και Β΄

Οι ιουδαίοι όπως είδαμε στα βιβλία των Βασιλειών


και των Παραλειπομένων οδηγήθηκαν εξαιτίας των αμαρτιών
τους αιχμάλωτοι στην Βαβυλώνα. Μετά την παρέλευση όμως
70 ετών, κατά το 538 π.Χ ένα μέρος εξ’ αυτών επιστρέφει
κατόπιν διατάγματος του Κύρου (βασιλιά της Περσίας) στην
Ιερουσαλήμ.

Στο Έσδρας Α΄ γίνεται αρχικά μία προσπάθεια


υπενθύμισης των τελευταίων γεγονότων πριν την Βαβυλώνια
αιχμαλωσία: Ο λαμπρός εορτασμός του Πάσχα από τον βασιλιά
του Ιουδαϊκού βασιλείου, Ιωσία, δεν άλλαξε την απόφαση του
Θεού να πέσουν οι ισραηλίτες στα χέρια ξένων εξουσιαστών
εξαιτίας του πλήθους των αμαρτιών τους. Κι αυτό γιατί η
μετάνοια των Ιουδαίων ήταν επιφανειακή και όχι ουσιαστική.
Ο Ιωσίας σύντομα θανατώθηκε σε μάχη την οποία έδωσε
εναντίον των Αιγυπτίων. Μία μάχη την οποία δεν έπρεπε να
177
δώσει, διότι αυτοί δεν απειλούσαν εκείνη τη στιγμή την
πατρίδα του, αλλά εκστράτευαν εναντίον των Ασσυρίων.

Επόμενος βασιλιάς των Ιουδαίων χρήστηκε ο γιος του


Ιωσία, Ιεχονίας. Οι Αιγύπτιοι όμως ως κυρίαρχοι της περιοχής,
εκδίωξαν τον Ιεχονία από τον θρόνο του και εγκατέστησαν ως
νέο βασιλιά των αδερφό του Ιεχονία, Ιωακίμ, ο οποίος
επιδόθηκε με ζήλο στην ειδωλολατρία.

Την εποχή αυτή οι Βαβυλώνιοι που βασιλιά τους


είχαν τον Ναβουχοδονόσορ, νίκησαν τα στρατεύματα των
Αιγυπτίων και μπήκαν νικητές στην Ιερουσαλήμ. Από εδώ και
πέρα αρχίζει η Βαβυλώνια αιχμαλωσία. Οι Βαβυλώνιοι
εκθρόνισαν αμέσως από τον θρόνο του τον Ιωακίμ και στη
θέση του τοποθέτησαν τον υιό του Ιωαχίμ, ο οποίος ήταν μόλις
δεκαοκτώ ετών. Αυτός βασίλεψε μόλις τρεις μήνες και δέκα
μέρες επιδιδόμενος και αυτός στο αμάρτημα της
ειδωλολατρίας. Αυτόν αιχμάλωτο οι Βαβυλώνιοι τον μετέφεραν
στην Βαβυλώνα και στη θέση του τοποθέτησαν τον Σεδεκία ο
οποίος βασίλεψε για έντεκα χρόνια επιδιδόμενος «με ζήλο» στο
αμάρτημα της ειδωλολατρίας. Ο προφήτης Ιερεμίας και άλλοι
προφήτες πάλιν και πολλάκις προσπάθησαν να συνετίσουν με
τους λόγους τους τον Σεδεκία. Αλλά αυτός, οι ιερείς και οι
λοιποί αρχηγοί του επιτελείου περιγελούσαν τους προφήτες του
Θεού. Ο Θεός λοιπόν «εγκατέλειψε» του ιουδαίους και οι
Χαλδαίοι εισέβαλαν στην Ιουρασαλήμ (538 π.Χ), κατέσφαξαν
πλήθος λαού και τους υπόλοιπους δέσμιους τους μετέφεραν
στην Βαβυλώνα. Έτσι πληρώθηκε η προφητεία του προφήτου
Ιερεμίου, ο οποίος είπε: «Οι Ιουδαίοι θα είναι αιχμάλωτοι
μέχρις ότου η χώρα τους συμπληρώσει τον χρόνο των
παραβάσεων της αργίας των Σαββάτων. Τούτο θα γίνει με το να
ερημωθεί η χώρα αυτή εκ των κατοίκων της. Θα συμπληρωθεί
δε ο χρόνος αυτός της καταργήσεως της αργίας των Σαββάτων,
όταν συμπληρωθούν εβδομήντα έτη από την αιχμαλωσία τους».
(Εδρας Α΄1,55). Η εισβολή των Χαλδαίων είχε επίσης ως
καταστροφικό αποτέλεσμα την πυρπόληση του ναού του
Σολομώντος

178
Η ανάδειξη του Ζοροβάβελ

Ο βασιλιάς της Περσίας Δαρείος (521-486 π.Χ),


κάλεσε μέγα συμπόσιο. Μετά το συμπόσιο αυτό ο βασιλιάς
αποσύρθηκε στο δωμάτιό του για να κοιμηθεί αλλά δεν
μπορούσε λόγω δυσφορίας. Όταν τελικά αυτός αποκοιμήθηκε,
οι τρεις σωματοφύλακές του που τον περιφρουρούσαν
συνέταξαν ό,τι σοσφότερο μπορούσαν να επινοήσουν και το
έβαλαν γραπτώς στο προσκεφάλι του. Όποιος από τους τρεις θα
κρίνονταν από τον βασιλιά ότι είχε πει τον σοφότερο λόγο θα
απολάμβανε εφόρου ζωής υψηλές τιμές από τον βασιλιά. Ό
ένας υποστήριξε ότι ο οίνος είναι το ισχυρότερο πράγμα πάνω
στη γη. Διότι όποιος τον γευτεί ακόμη κι αν είναι σοφός γίνεται
ευθύς σαχλός. Ο άλλος υποστήριξε ότι ο βασιλιάς είναι ο
ισχυρότερος πάνω στη γη διότι αυτός ότι διατάξει γίνεται
αμέσως. Ακόμη και πόλεμοι ή σφαγές. Τα σοφότερα όμως
λόγια τα είπε ο Ζοροβάβελ ο οποίος υποστήριξε : «Ότι
ισχυροτέρα από τον οίνο και τον βασιλιά είναι η γυνή»: Είπε δε
έτι περισσότερα: «Κύριοι, μέγας είναι ασφαλώς ο βασιλιάς και
πολυάριθμοι οι άνθρωποι και ισχυρός ο οίνος. Ποιος όμως
δεσπόζει πάνω απ’ όλα αυτά; Δεν είναι οι γυναίκες; Οι γυναίκες
γέννησαν τον βασιλιά και όλους τους ανθρώπους οι οποίοι
κυριαρχούν σε θάλασσα και ξηρά. Από τις γυναίκες
γεννήθηκαν οι βασιλείς και αυτές τους ανέθρεψαν και εκείνους
οι οποίοι φύτεψαν αμπέλια από τα οποία παράγεται ο οίνος. Οι
γυναίκες κατασκευάζουν για τους ανθρώπους τα ενδύματα. Οι
άνδρες δεν μπορούν να ζήσουν δίχως τις γυναίκες»! (Έσδρας
Α΄4, 14-17).

Ο Ζοροβάβελ ανέπτυξε κι άλλο την γνώμη του και


μεταξύ άλλων είπε: «Εάν οι άνδρες συγκεντρώσουν χρυσό και
κάθε άλλο ωραίο πράγμα δουν όμως εκείνη τη στιγμή μια
γυναίκα όμορφη να περνά, αφήνουν όλα τα άλλα και την
χαζεύουν παρατηρώντας την με το στόμα ανοιχτό! Και κάθε
άνθρωπος αφήνει τον πατέρα ακόμη και την ίδια την πατρίδα
του και προσκολλάται στην γυναίκα του. Εξ΄αυτού οφείλετε να

179
αναγνωρίσετε ότι οι γυναίκες βασιλεύουν σε μας. Δεν
εργάζεστε και δεν υποφέρετε, κι όμως όλες τις απολαβές των
κόπων σας δεν τις δίνετε στις γυναίκες σας;»… «Ο άνδρας
περισσότερο αγαπά την γυναίκα του από τον πατέρα του και
την μητέρα του! Πολλοί άνδρες τρελάθηκαν και έγιναν δούλοι
σ’ αυτές. Πολλοί καταστράφηκαν, έγιναν δυστυχείς και
παραβάτες του θείου νόμου για τις γυναίκες τους. Λοιπόν, δεν
πιστεύετε στους λόγους μου;…»

Όσο μιλούσε ο Ζοροβάβελ, ο βασιλεύς και όλοι οι


επίσημοι άνδρες τον παρακολουθούσαν κατάπληκτοι.

Τότε ο Ζοροβάβελ ανέπτυξε τη γνώμη του περί της


αληθείας: «Κύριοι, ισχυρές λοιπόν δεν είναι οι γυναίκες;
Βεβαίως! Μέγας είναι όμως ο ουρανός, μεγάλη η γη και ταχύς
στην πορεία του είναι ο ήλιος… Δεν είναι λοιπόν μέγας αυτός
που δημιούργησε όλα αυτά; Η αλήθεια είναι λοιπόν ισχυροτέρα
όλων αυτών! Ολόκληρη η γη την αλήθεια προσκαλεί, ο
ουρανός αυτήν επαινεί. Όλα τα δημιουργήματα σείονται και
τρέμουν ενώπιόν της. Μετά της αληθείας δεν υπάρχει αδικία.
Άδικος είναι ο οίνος, άδικος είναι ο βασιλεύς, άδικες είναι οι
γυναίκες, άδικοι είναι όλοι οι άνθρωποι, όλα τα έργα των
ανθρώπων είναι άδικα. Στους ανθρώπους δεν υπάρχει αλήθεια
και διά της αδικίας αυτών αυτοί καταστρέφονται. Η αλήθεια
όμως παραμένει πάντοτε, το κύρος της είναι αιώνιο»… «...
(Έσδρας 5,39-40): Αυτή δεν λαμβάνει υπ’ όψιν της υψηλά
πρόσωπα, ούτε διαφορές προσώπων, αλλά αυτή κάνει δίκαια
πράγματα ενώπιον όλων κακών και άδικων ανθρώπων. Πάντες
αρέσκονται στα έργα της. Δεν υπάρχει κανένα άδικο πράγμα
όταν αυτή κρίνει. Σ’ αυτήν λοιπόν υπάρχει δύναμις, κυριότης,
εξουσία, μεγαλοπρέπεια σε όλους τους αιώνες. Δεδοξασμένος
ας είναι ο Θεός ο Κύριος της αληθείας»!

Τότε ο βασιλιάς είπε προς αυτόν: «Ζήτησε ότι θέλεις


να σου δώσω. Θα σου δώσω περισσότερα απ’ όσα ζήτησες. Θα
σου δώσω διότι αναδείχθηκες σοφότερος των άλλων. Θα
παρακάθεσαι δίπλα μου και θα αναγνωριστείς ως συγγενής
μου». Τότε ο Ζοροβάβελ είπε στον βασιλιά: «Θυμήσου το τάμα

180
το οποίο έκανες κατά την ημέρα κατά την οποία παρέλαβες την
βασιλεία σου. Να ανοικοδομηθεί δηλαδή η Ιερουσαλήμ….»

Ο βασιλιάς αφού άκουσε το αίτημα του Ζοροβάβελ,


σηκώθηκε και καταφίλησε αυτόν και έδωσε εντολή σε όλους
του διοικητές και τους σατράπες του να προωθήσουν το ζήτημα
της επαναφοράς των ισραηλιτών στην Ιερουσαλήμ και στην
ανοικοδόμηση αυτής και του ναού του Σολομώντος.

Έτσι, μετά από αυτά τα γεγονότα ο Δαρείος


εξασφάλισε την επιστροφή όσων Εβραίων επιθυμούσαν στην
πατρίδα τους.

Όταν ο νεαρός αυτός δούλος, ο Ζοροβάβελ βγήκε από


το ανάκτορο του βασιλιά σήκωσε το βλέμμα του στον ουρανό
και δόξασε τον Θεό.

Έτσι ο Ισραηλιτικός λαός επιδόθηκε με ζήλο στην


ανοικοδόμηση του ναού. Όταν αυτή ολοκληρώθηκε, σάλπισαν
οι σάλπιγγες χαρμόσυνα. Όμως η χαρά διαδέχθηκε την λύπη.
Λύπη γιατί οι πρεσβύτεροι του λαού βλέποντας τον καινούριο
ναό, διαπίστωσαν ότι υστερούσε κατά πολύ σε κάλλος σε
σχέση με τον παλαιό ναό και έτσι θρήνησαν γοερά.

Έσδρας

Ο Έσδρας ήταν καλός γνώστης του Μωσαϊκού νόμου.


Το 398 π.Χ μετέβη από την Βαβυλώνα στην Ιερουσαλήμ κατά
το 7ο έτος της βασιλείας του Αρταξέρξου κατόπιν άδειας του
βασιλέως της Περσίας.. Ο σκοπός του ταξιδιού του ήταν να
διδάξει στους ισραηλίτες αυτό που με τα χρόνια είχαν
λησμονήσει. Δηλαδή το θέλημα του Θεού για τον λαό του
Ισραήλ το οποίο εκφράζονταν μέσω των Θείων νόμων.

Μαζί με τον Έσδρα αναχώρησαν απ’ την Βαβυλώνα


6000-8000 ισραηλίτες. Συνολικά διά μέσου του Ζοροβάβελ και
του Έσδρα επαναπατρίστηκαν περίπου 200.000 Ιουδαίοι. Από

181
την μεγάλη αυτή αναχώρηση απουσίαζαν οι Λευίτες, οι οποίοι
λόγω του ιερατικού τους αξιώματος έπρεπε ως καθοδηγητές
του λαού πρώτοι απ’ όλους να συμμετέχουν στον
επαναπατρισμό των Ιουδαίων.

Όταν ο Έσδρας διαπίστωσε το μέγεθος που είχαν


λάβει ανάμεσα στο ισραηλιτικό έθνος οι μεικτοί γάμοι, έκλαψε
γοερά πέφτοντας στα γόνατα και ενώπιον του λαού ομολογούσε
το μέγεθος της ανομίας του λαού. Τότε ένας εκ των αρχόντων
των ισραηλιτών, ο Σεχενίας, ο οποίος μάλιστα είχε κι αυτός
παντρευτεί εθνική γυναίκα ειδωλολάτρισσα, παρακίνησε τον
Έσδρα να εκδώσει αυστηρό διάταγμα με το οποίο οι ισραηλίτες
που είχαν κάνει μεικτούς γάμους θα υποχρεώνονταν να
αποπέμψουν τις γυναίκες τους και τα παιδιά που είχαν προέλθει
από τους γάμους αυτούς. Το ότι ο Σεχενίας πρότεινε κάτι τέτοιο
στον Έσδρα είχε πολύ μεγάλη σημασία, διότι όπως είπαμε και ο
ίδιος θα πλήττονταν από αυτό το διάταγμα.

Κατόπιν ο Έσδρας συγκάλεσε στην πλατεία του ναού


όλο τον ισραηλιτικό λαό με σκοπό να ανακοινώσει την
αποπομπή των ξένων γυναικών. Όσοι ισραηλινοί δεν
παρουσιάστηκαν στην συγκέντρωση και δεν προχωρούσαν
στην εκτέλεση του διατάγματος θα τους γινόταν δήμευση της
περιουσίας τους και αφορισμός. Ο λαός λοιπόν έτρεμε την
ημέρα εκείνη αφενός μεν εξαιτίας των αμαρτιών του, αφετέρου
δε διότι εκείνη την ημέρα είχε βροχερό και ψυχρό καιρό.
Άλλωστε ήταν μία ψυχρή μέρα του Δεκεμβρίου. Γιατί όμως ο
Έσδρας επέμενε τόσο πολύ στην αποπομπή των ξένων
γυναικών; Πάλιν και πολλάκις ο Θεός είχε τονίσει την σημασία
που είχε το ισραηλιτικό έθνος να μην αναμειχθεί με τα όμορα
ειδωλολατρικά. Εξαιτίας αυτής της ανάμειξης οι Ισραηλινοί
μιμούνταν τις μιαρές συνήθειες των εθνών. Δηλαδή την
ειδωλολατρία και τα ποικίλα έθιμα αυτής.

Η επάνοδος του Ισραήλ στην Παλαιστίνη είναι έργο


της Θείας Πρόνοιας διότι: Η άκαμπτος αντίσταση των Ιουδαίων
κατά την αιχμαλωσία, για να διατηρήσουν την εθνική τους
συνείδηση και να μην αφομοιωθούν στο περιβάλλον τους, η

182
ηρωική απόφαση μεγάλης μάζας εξ’ αυτών να επιστρέψουν στη
γη των πατέρων τους και η ισχυροτάτη βοήθεια των βασιλέων
της Περσίας ουδέν παράλληλον έχουσιν εν τη ιστορία της
Ανατολής, σημειώνει ο αρχιμ. Ιωήλ Γιαννακόπουλος στον 14ο
τόμο του περί της ερμηνείας της Παλαιάς Διαθήκης.

Κατόπιν αυτών θα ασχοληθούμε με το βιβλίο του


Νεεμία, ο οποίος το 445 π.Χ προχώρησε Θεία Προνοία στην
ανοικοδόμηση των τειχών της Ιερουσαλήμ.

445 π.Χ Νεεμίας

Όπως είδαμε στα βιβλία Έσδρας Α΄και Β΄, ο Έσδρας προσπάθησε


με νομοθετικές ρυθμίσεις να τακτοποιήσει το ζήτημα των μεικτών
γάμων των Ιουδαίων με τους εθνικούς. Επειδή όμως το ζήτημα αυτό
ήταν μεγάλο και δεν ολοκληρώθηκε από τον Έσδρα, ο Θεός απέστειλε
ως βοηθό τον Νεεμία. Το 445 π.Χ ο Νεεμίας μετέβη στην Ιερουσαλήμ
με σκοπό να ανοικοδομήσει τα τείχη της πόλεως. Την εποχή εκείνη
βασιλιάς της Περσίας ήταν ο Αρταξέρξης ο Μακρόχειρας, ο οποίος
βασίλεψε από το 465-425 π.Χ. Παλαιότερα ο Έσδρας είχε επιχειρήσει
και αυτός να ανοικοδομήσει τα τείχη της πόλεως, όμως οι προσπάθειές
του αναχαιτίστηκαν τότε από τις δολοπλοκίες των Σαμαρειτών.
Όταν ο Νεεμίας πληροφορήθηκε ότι τα τείχη της Ιερουσαλήμ
ήταν καταστρεμμένα έκλαψε πικρά, νήστεψε και είπε στον Θεό: «Μη,
Κύριε, συ ο οποίος είσαι ο Θεός του ουρανού, ο ισχυρός, ο μέγας, ο
φοβερός, συ ο οποίος τηρείς την υπόσχεσή σου και δίνεις το έλεός σου
σ’ αυτούς που σε αγαπούν και φυλάσσουν τις εντολές σου μη
αποστρέψεις το αυτί σου από μας, αλλά αντίθετα άκουσε καλά και ρίξε
το βλέμμα σου στην προσευχή, την οποία εγώ απευθύνω ενώπιόν σου
σήμερα ημέρα και νύκτα για τους δούλους σου τους ισραηλίτες. Θα
εξομολογηθώ τις αμαρτίες των ισραηλιτών, τις οποίες εκείνοι και εμείς
αμαρτήσαμε σε σένα! Ναι εγώ και ο οίκος του πατρός μου αμαρτήσαμε,
παραβήκαμε τη διαθήκη σου με τη μεγαλύτερη αδιαφορία και διαλύσαμε
τον δεσμό μας διότι δεν φυλάξαμε τις εντολές σου, τα προστάγματά σου
και τους νόμους σου, τα οποία εσύ διέταξες διά μέσου του δούλου σου
Μωυσέως. Θυμήσου λοιπόν Κύριε τον λόγο, τον οποίο έδωσες στον
δούλο σου τον Μωυσή όταν είπες: Εάν παραβείτε τις εντολές μου, εγώ
θα σας διασκορπίσω εν μέσω ξένων λαών! Όταν όμως μετανοήσετε και
επιστρέψετε σε μένα, φυλάξετε τις εντολές μου και εκτελέσετε αυτές,
έστω κι αν είστε διεσπαρμένοι στο άκρο της γης, απ’ εκεί θα συνάξω

183
εσάς και θα σας εισαγάγω στον τόπο που εξέλεξα, για να κατοικήσει το
όνομά μου… Μη λοιπόν Κύριε αδιαφορήσεις για μας αλλά ας είναι το
αυτί σου προσεκτικό στην προσευχή εμού του δούλου σου και στην
προσευχή των δούλων σου Ιουδαίων, οι οποίοι επιθυμούν να φοβούνται
το Όνομά σου. Ευδόκησε λοιπόν και δι εμέ τον δούλο σου σήμερα και
κάνε έτσι ώστε να βρω υποδοχή ενώπιον του βασιλέως τούτου!»
(Νεεμίας, 1, 5-10).
Έτσι ο Νεεμίας επισκέφθηκε το παλάτι του βασιλέως όπου έτυχε
της ακροάσεως του βασιλέως Αρταξέρξου του Μακρόχειρου. Ο
βασιλιάς επέτρεψε στον Νεεμία να μεταβεί στην Ιερουσαλήμ και να
ανοικοδομήσει τα τείχη αυτής. Του προσέφερε ξυλεία και άλλα υλικά
προς την επίτευξη αυτού του σκοπού.
Όταν έφτασε ο Νεεμίας στην Ιερουσαλήμ επί τρεις μέρες
παρατηρούσε τα κατεστραμμένα τείχη, χωρίς να πει σε κανέναν τον
σκοπό της αποστολής του. Αυτό το έκανε διότι ήθελε το σχέδιό του να
παραμείνει μυστικό όσο το δυνατόν περισσότερο χρόνο, διότι είχε
πολλούς εχθρούς το ισραηλιτικό έθνος. Την εποχή εκείνη στην περιοχή
δέσποζε ο Σαναβαλλάτ, ο οποίος ήταν διοικητής της περιοχής των
Σαμαρειτών και έτρεφε μίσος εναντίον των Εβραίων. Αλλά ακόμη και
στους συμπατριώτες του δεν είπε τίποτα διότι δεν ήθελε να δημιουργηθεί
άκαιρος ενθουσιασμός.
Μετά από λίγες μέρες ο Νεεμίας ανακοίνωσε τελικά στους
Ιουδαίους ότι τα τείχη της Ιερουσαλήμ επρόκειτο να ανοικοδομηθούν.
Όταν αυτό έφτασε στα αυτιά του Σαναβαλλάτ είπε: «Τι πράγματα είναι
αυτά; Επαναστατείτε εναντίον του βασιλέως;». Ο Νεεμίας απάντησε
μετά παρρησίας λέγοντας: «Ο Θεός του ουρανού αυτός θα κατευοδώσει
το έργο μας, διότι εμείς είμαστε πραγματικοί δούλοι του και θα
ανοικοδομήσουμε την πόλη μας. Εσείς ούτε μερίδιο έχετε σ΄αυτήν, ούτε
δικαίωμα, ούτε καν μνεία έγινε ποτέ για σας στην πόλη της
Ιερουσαλήμ» . (Νεεμίας 2,20).
Μετά από λίγο καιρό ξεκίνησαν οι εργασίες της ανοικοδομήσεως
των καταστραμμένων τειχών της Ιερουσαλήμ. Κατά την διάρκεια των
επισκευών οι εχθροί των ιουδαίων άλλοι μεν χλεύαζαν και ειρωνεύονταν
το έργο (Σαμαρείτες), και άλλοι συνωμοτούσαν με σκοπό να
καταστρέψουν τα επισκευασμένα τείχη και στη συνέχεια να φονεύσουν
τους Ιουδαίους. (Σαναβαλλάτ και οι μετ’ αυτού Τωβίας, Άραβες,
Αμμωνίτες). Ο Νεεμίας προς απάντηση των συνωμοτών έθεσε στο πίσω
μέρος των τειχών φρουρούς κατά οικογένειες οπλισμένους με μαχαίρια,
λόγχες και τόξα. Είναι χαρακτηριστική η φράση του Νεεμία που δεικνύει
το μέγεθος της επαγρυπνήσεως των Ιουδαίων εναντίον των εχθρών τους:
«Εγώ και οι άνδρες της φρουράς οι οποίοι ήταν μαζί μου, ουδέποτε δεν
απεκδυθήκαμε από τα ρούχα μας». (Νεεμίας 4,17).
Πολύ χαρακτηριστικά γράφει ο Νεεμίας για το πώς αντέδρασαν οι

184
εχθροί του όταν πληροφορήθηκαν την ανοικοδόμηση των τειχών της
Ιερουσαλήμ υπό των Ιουδαίων: «Όταν λοιπόν έγινε γνωστό στον
Σαναβαλλάτ, στον Τωβία και τον Γησάμ τον Άραβα και στους
υπόλοιπους εχθρούς μας ότι ανοικοδόμησα το τείχος, από την μεγάλη
τους οργή έχασαν την αναπνοή τους…» (Νεεμίας 6,1). Πράγματι οι
εχθροί του Νεεμία πάλιν και πολλάκις συνωμότησαν εναντίον του
Νεεμία , προσπάθησαν να τον σκοτώσουν ή να προκαλέσουν την οργή
του Αρταξέρξη (του Μακρόχειρα) εναντίον του, όμως τίποτα δεν
κατάφεραν και το έργο αποπερατώθηκε. Όλα τα έθνη αναγνώρισαν ότι η
αποπεράτωση του έργου αυτού έγινε με την βοήθεια του Θεού διότι ένας
σκλαβωμένος λαός ετοίμασε τα τείχη του!
Κατόπιν ο Νεεμίας και ο Έσδρας συγκέντρωσαν τον λαό σε μία
πλατεία της Ιερουσαλήμ όπου εκεί ο Έσδρας ο ιερεύς και γραμματέας
ευλόγησε τον λαό και ανέγνωσε μεγαλοφώνως τον νόμο του Θεού
επεξηγώντας αυτόν όπου υπήρχε ανάγκη. (τι είδους ευλογία ήταν αυτή;
Θα ήταν ενδιαφέρον να μάθουμε) Ο λαός άκουγε με πολύ προσοχή και
μεγάλη συγκίνηση την εξάωρη ανάγνωση και ερμηνεία του νόμου!
(άκουγε μετά δακρύων) Στο τέλος της ανάγνωσης ο Νεεμίας και ο
Έσδρας είπαν στον λαό: «Σήμερα είναι ημέρα αγία αφιερωμένη στον
Κύριο τον Θεό μας, μη πενθείτε, μη κλαίτε. Πηγαίνετε φάτε λιπαρά
φαγητά, πιείτε γλυκά ποτά, και στείλτε μερίδες απ’ αυτά και σε εκείνους
που δεν έχουν, διότι η σημερινή ημέρα είναι αγία, ευφρόσυνος,
αφιερωμένη στον Κύριό μας. Μην αποθαρρύνεστε διότι ο Κύριος είναι η
δύναμή μας!». Τότε οι ισραηλίτες αποσύρθηκαν και εόρτασαν
πανηγυρικά και με μεγαλοπρέπεια την εορτή της σκηνοπηγίας.
Στο τέλος της εορτής ο Νεεμίας προσευχήθηκε εκτενώς στον Θεό
ενώπιον του λαού. Στο τέλος της προσευχής του είπε: «…Ιδού λοιπόν
σήμερα είμαστε σκλάβοι. Αλλά το χειρότερο είμαστε υπόδουλοι σ’
αυτήν την ίδια χώρα την οποία έδωσες στους πατέρες μας για να
απολαμβάνουν τους καρπούς αυτής και εν γένει τα αγαθά αυτής. Και να
οι καρποί της χώρας αυτής παράγονται άφθονοι, αλλά περιέρχονται
στους βασιλιάδες τους οποίος έδωσες σε μας λόγω των αμαρτιών μας οι
οποίοι εξουσιάζουν τα σώματά μας και τα ζώα μας, όπως αυτοί
επιθυμούν. Διά τούτο είμαστε σε μεγάλη θλίψη. Εξαιτίας όλων αυτών
γράφουμε την ιερά πίστη της ομολογίας προς εσένα, την οποία
σφραγίζουν οι άρχοντές μας, οι Λευίτες μας και οι ιερείς μας…»
(Νεεμείας 9,36-38).
Οι Ισραηλίτες υποσχέθηκαν γραπτώς ότι θα παραιτηθούν από τους
γάμους με ειδωλολατρικές οικογένειες, θα τηρούν την αργία του
Σαββάτου, θα τηρούν με ακρίβεια το Σαββατικό έτος, θα προσφέρουν
τις θυσίες που ορίζει ο νόμος στο θυσιαστήριο του Θεού χωρίς να
παραλείπουν τα πρωτογεννήματα και τα δέκατα όπως τα ορίζει ο νόμος.
Μετά απ’ αυτά ακολούθησε ο εγκαινιασμός των τειχών. Ο

185
Νεεμίας παρέμεινε στην Ιερουσαλήμ συνολικά 12 έτη. Από το 445-433
π.Χ και κατόπιν επέστρεψε στα Σούσα. Από κει παρακολουθούσε
εναγωνίως την ζωή των συμπατριωτών του. Λίγο πριν τον θανάτου του
Αρταξέρξου, το 424 π.Χ επανήλθε στην Ιερουσαλήμ για να διορθώσει
μερικές καταχρήσεις του λαού (ατασταλίες). Η σημαντικότερη από
αυτές ήταν το ότι είχε παραχωρηθεί από τους ιερείς στον εχθρό των
Ιουδαίων τον Τωβία, (προφανώς έναντι αμοιβής-δωροδοκίας) δωμάτιο
στο προαύλιο του ναού. Ο Νεεμίας λοιπόν επέστρεψε στην Ιερουσαλήμ
καταπαύοντας το σκάνδαλο του Τωβία. Και σε άλλες παραβάσεις
υπέπεσαν οι Ιουδαίοι. Ορισμένοι καταπάτησαν την αργία του Σαββάτου,
άλλοι υπέπεσαν σε μικτούς γάμους μετά ειδωλολατρών. Όλα αυτά ο
Νεεμίας προσωπικώς τα εμπόδισε και τα κατέστειλε. Δικαίως λοιπόν ο
Νεεμίας καταλήγει το βιβλίο του λέγοντας καυχόμενος εν Κυρίω:
«Εκαθάρισα εκ παντός ξένου και εγκατέστησα τας τάξεις των ιερέων και
των Λευιτών, ώστε ο καθένας να βρίσκεται στο έργο του. Τακτοποίησα
επίσης την προσφορά των καύσιμων ξύλων για το θυσιαστήριο…
Μνήσθητί μου λοιπόν, Κύριε επ’ αγαθώ δι’ όλα ταύτα». (Νεεμ. 13,30-
31).
Πράγματι ο Νεεμίας αφιέρωσε όλη του τη ζωή με σκοπό να
δοξάζεται το όνομα του Κυρίου εν μέσω του Ισραηλιτικού λαού. Για το
λόγο αυτό συγκαταλέγεται μεταξύ των επισημοτέρων προσώπων του
Ιουδαϊσμού, όπως σημειώνει ο αρχιμ. Ιωήλ Γιαννακόπουλος.

722 π.Χ ΤΩΒΙΤ


(Αν και χρονολογικά ο Τωβίτ έζησε στα τέλη του 8 π.Χ αιώνος, εν
τούτοις διά λόγους ακολουθίας της σειράς της Παλαιάς Διαθήκης η
οποία τοποθετεί την ιστορία του Τωβίτ μετά τον Νεεμία θα τον
μελετήσουμε και εμείς κατά την αυτή τάξη).
Ο Τωβίτ, άνθρωπος ευλαβέστατος ήχθη αιχμάλωτος στην
Ασσυρία, οδηγούμενος στην πόλη Νινευή στην εποχή της βασιλείας του
Σαλμανάσαρ.
Από μικρός έζησε με ευλάβεια, προσέφερε πάντοτε και με
συνέπεια τις ορισμένες υπό του νόμου θυσίες στο θυσιαστήριο του
Θεού. Όταν μεγάλωσε παντρεύτηκε μία γυναίκα ονόματι Άννα και εξ’
αυτής απέκτησε έναν υιό τον Τωβία. Όμως σύντομα όπως
προαναφέραμε αυτός και η οικογένειά του αιχμαλωτίστηκαν από τους
Ασσυρίους.
Παρά την αιχμαλωσία του, δεν έπαυσε να είναι πιστός στον νόμο

186
του Θεού. Έτσι αρνιόταν σε αντίθεση με όλους τους άλλους να φάει
ειδωλόθυτα φαγητά. Η συμπεριφορά του αυτή έφερε την εύνοια του
βασιλέως Ενεμεσσάρου. Επί της βασιλείας αυτού απέκτησε ελευθερία
κινήσεως και διαχειρίσεως σημαντικών χρηματικών ποσών δια των
οποίων προέβαινε σε ελεημοσύνες για τους αδελφούς του ισραηλίτες.
Όταν πέθανε ο Ενεμεσσάρος, βασιλέας χρήστηκε ο Σενναχηρίμ
(711 π.Χ). Ο Σενναχηρίμ όμως δεν ήταν το ίδιο αγαθός απέναντι στους
ισραηλίτες. Φόνευσε πολλούς ιουδαίους και κατεδίωξε τον Τωβίτ διότι
αυτός κρυφίως έθαπτε τα σώματα των συμπατριωτών του τα οποία
κείτονταν στους δρόμους με ασέβεια και ασπλαχνία. Η καταδίωξη αυτή
όμως δεν κράτησε πάνω από πενήντα μέρες, διότι οι γιοι του Σενναχηρίμ
σκότωσαν τον πατέρα τους για να τον διαδεχθούν στον θρόνο. Ο
Σαχερδονός βασίλεψε τότε στην περιοχή, ο οποίος έθεσε ως διευθυντή
των οικονομικών του βασιλείου τον ανηψιό του Τωβίτ Αχιάχαρο. Ο
Αχιάχαρος κάλεσε και πάλι πίσω στην Νινευή τον Τωβίτ.
Την εποχή εκείνη στην Νινευή, η ζωή των Ιουδαίων θεωρούνταν
μηδαμινό πράγμα. Τους κατακρεουργούσαν και τους άφηναν άταφους. Ο
Τωβίτ παρά τον κίνδυνο που διέτρεχε έθαπτε τους συμπατριώτες του.
Μία ημέρα κατά την ημέρα της Πεντηκοστής είχε ενταφιάσει κατά
την συνήθειά του έναν νεκρό συμπατριώτη του. Κατά την επιστροφή του
στην οικία του δεν μπήκε στο σπίτι του για να κοιμηθεί επειδή ήταν
νομικώς ακάθαρτος. Αποκοιμήθηκε λοιπόν στον εξωτερικό τοίχο της
αυλής του. Ο ύπνος τον πήρε με τα μάτια ανοιχτά. Μικρά πουλάκια
κουτσούλισαν στα ανοιχτά μάτια του Τωβίτ και του προκάλεσαν άμεση
τύφλωση.
Η τύφλωσή του αυτή έφερε μεγάλη δυστυχία στην οικογένειά του
και φτώχια επειδή ο Τωβίτ δεν μπορούσε πλέον να δουλέψει. Η γυναίκα
του Άννα δούλευε σαν κομμώτρια σε σπίτια πλουσίων. Κάποτε έφερε
στο σπίτι έναν κατσικάκι που της είχαν δώσει φιλοδώρημα για την
εργασία της. Ο Τωβίτ όμως δεν την πίστεψε και της είπε να επιστρέψει
πίσω το κλοπιμαίο από κει που το πήρε. Τότε η Άννα του επιτέθηκε
φραστικά λέγοντας: «Που είναι οι ελεημοσύνες σου και οι δικαιοσύνες
σου. Να τα κέρδη της πολυγνωσίας σου και της αρετής σου που
απορρέουν απ΄αυτά. Είναι συσσωρευμένα πάνω σου». (Τωβίτ 2,14).
Ο Τωβίτ λυπήθηκε για τα σκληρά λόγια της γυναίκας του και
προσευχήθηκε με θέρμη στον Θεό, δίχως όμως να γογγύσει για τις
δυστυχίες του.
Στη συνέχεια ο συγγραφέας μας μεταφέρει στην απομακρυσμένη
Μηδία και μας διηγείται διαφορετικά γεγονότα με διαφορετικά πρόσωπα:
Μας μιλά για μια γυναίκα που την έλεγαν Σάρρα, η οποία είχε
παντρευτεί με επτά άνδρες. Πονηρό πνεύμα όμως φόνευε αυτούς πριν
έλθουν σε ένωση μ΄αυτήν. Οι υπηρέτριές της την ονείδιζαν λέγοντας:
«Δεν συναισθάνεσαι το κακό, το οποίο κάνεις φονεύοντας τους άνδρες

187
σου»;
Η εξιστόρηση της δυστυχίας της Σάρρας και η υπομονή που
υποδείκνυε σ’ αυτήν δεν είναι καθόλου τυχαία, διότι λίγο αργότερα οι
δύο αυτές δύστυχες και συνάμα ευλαβείς ψυχές, (του Τωβίτ και της
Σάρρας) θα προσεγγίσουν μετά από λίγο η μία την άλλη.
Το ερώτημα ασφαλώς που ανακύπτει είναι το πώς εμφανίζονταν
νέοι μνηστήρες για την Σάρρα. Απάντηση: Η Σάρρα ήταν αφενός μεν
πολύ όμορφη και αφετέρου κληρονόμος ενός πλούσιου πατέρα.
Η Σάρρα όπως και προηγουμένως ο Τωβίτ προσευχήθηκε ένθερμα
στον Θεό δίχως να γογγύσει αλλά αντιθέτως δόξαζε το ένδοξο όνομα του
Κυρίου!
Ο Τωβίτ παρακάλεσε τον υιό του όταν πεθάνει να τον θάψει.
Ήθελε να απολαύσει την τιμή του ενταφιασμού –πολύ δικαίως- διότι
αυτή νωρίτερα την είχε δώσει σε πολλούς συμπατριώτες του. Είχε
λοιπόν κάποια χρήματα κρύψει στο παρελθόν για τον σκοπό αυτό. «και
μη παρίδης και την μητέρα σου ότι αυτή πολλάκις εκινδύνευσε εξ’ αιτίας
σου, όταν βρισκόσουν στην κοιλιά της». Πόσο υπέροχη ήταν η ψυχή του
Τωβίτ! «Θάψε αυτήν πλησίον μου στον ίδιο τάφο». «Όλες τις ημέρες της
ζωής σου παιδί μου να θυμάσαι τον Κύριο τον Θεό μας και ποτέ να μη
θελήσεις να αμαρτήσεις παραβαίνοντας τις εντολές Του. Όλες τις ημέρες
της ζωής σου κάνε το δίκαιο και ποτέ μη θελήσεις να πορευθείς σε
δρόμους αδικίας. Διότι όταν εσύ θελήσεις να εφαρμόσεις τις αληθείς
οδούς του Κυρίου, θα κατευοδώνονται τα έργα σου όπως και όλων
εκείνων που επιζητούν το δίκαιο. Από τα υπάρχοντά σου κάνε
ελεημοσύνη και ας μην απομακρυνθεί ο οφθαλμός σου από την αρετή
της ελεημοσύνης. Μην αποστρέψεις το πρόσωπό σου από κάθε φτωχό
και ούτε ο Θεός θα αποστρέψει το πρόσωπό του από σένα. Αναλόγως
των υπαρχόντων σου κάνε την ελεημοσύνη σου. Αν έχεις λίγα, εκ των
ολίγων αυτών μη φοβηθείς ότι θα στερηθείς και κάνε ελεημοσύνη. Όταν
κάνεις ελεημοσύνη κάνεις πλούσια κατάθεση για τον εαυτό σου όταν θα
έρθεις σε ανάγκη. Διότι η ελεημοσύνη σε απαλλάσσει από τον θάνατο
και δεν σε αφήνει να εισέλθεις στο σκοτάδι του. Η ελεημοσύνη είναι
δώρο αγαθό για όλους εκείνους, οι οποίοι κάνουν αυτή ενώπιον του
Θεού.
Πρόσεχε, παιδί μου, τον εαυτό σου από πάσης πορνείας και εν
πρώτοις σου συνιστώ να λάβεις γυναίκα ως σύζυγό σου… Τώρα παιδί
μου αγάπα τους αδελφού σου ισραηλίτες και μην υπερηφανευθείς
ενώπιον αυτών εν τη καρδία σου… διότι μέσα στην υπερηφάνεια
υπάρχει απώλεια και πολλή αναταραχή και μέσα στην ασωτία ελάττωση
και φτώχεια μεγάλη, διότι η σπατάλη επιφέρει φτώχεια και πείνα. Τον
μισθό κάθε εργάτη που θα εργασθεί κοντά σου δεν πρέπει να
αποστερήσεις αλλά να τον αποδώσεις σ’ αυτόν αμέσως. Τότε και συ ,
όταν δουλεύεις στον Θεό σου, θα αποδώσει σε σένα ο Θεός τον μισθό

188
σου. Πρόσεχε παιδί μου τον εαυτό σου σε όλα τα έργα σου και να είσαι
συνετός σε κάθε συμπεριφορά σου. Εκείνο το οποίο μισείς και δε θέλεις
να γίνει σε σένα, σε κανέναν μη το κάνεις. Ποτέ μη πίνεις οίνο μέχρι
μέθης και ποτέ μη συναναστρέφεσαι με μεθυσμένους.
Από τον άρτο σου δίδε σ’ εκείνον που πεινά και από τα ενδύματά
σου δίδε σ’ εκείνους οι οποίοι είναι γυμνοί. Ότι σου περισσεύει δίνε το
ελεημοσύνη. Και ας μην φοβηθεί ο οφθαλμός σου όταν το χέρι σου
κάνει ελεημοσύνη… Να επιζητείς συμβουλή από κάθε σοφό άνθρωπο
και ποτέ μη περιφρονήσεις κάθε ωφέλιμη συμβουλή. Δόξαζε τον Κύριο
τον Θεό εν παντί καιρό και ζήτησε απ΄Αυτόν να κατευθύνει τη ζωή σου
και να κατευοδώνονται τα δικά σου θελήματα. Διότι όλοι οι
ειδωλολάτρες άνθρωποι δεν έχουν το δώρο της καλής συμβουλής.
Μόνον ο κύριος δίδει όλα τα αγαθά και εκείνον τον οποίο θέλει
ταπεινώνει, όπως αυτός θέλει. Και τώρα παιδί μου θυμήσου αυτές τις
εντολές μου και ας μην εξαλειφθούν αυτές από την μνήμη σου» (Τωβίτ
4,5-19).
Ο Τωβίας υποσχέθηκε να τηρήσει τις νουθεσίες του πατέρα του.
Όμως διερωτήθηκε για το πώς θα μπορούσε να παραλάβει τα χρήματα
του πατέρα του αφού δεν γνώριζε τον άνθρωπο που φύλαγε αυτά. Ο
Τωβίτ του είπε να βρει άνθρωπο που θα τον συνοδεύσει και θα τον
βοηθήσει προς την εκπλήρωση αυτού του σκοπού. Ο Τωβίας πήγε να
βρει άνθρωπο που θα τον συνοδεύσει και βρήκε τον αρχάγγελο Ραφαήλ,
αλλά δεν τον αναγνώρισε ως άγγελο αλλά ως άνθρωπο. Ο Τωβίτ θέλησε
να γνωρίσει αυτόν τον άνθρωπο και τον κάλεσε στο σπίτι του. Όταν
συναντήθηκαν αλληλοασπάστηκαν!!! Ο Τωβίτ τον ρώτησε από ποια
φυλή καταγόταν. Ο αρχάγγελος Ραφαήλ του απάντησε: «Φυλή και
πατριά χρειάζεσαι ή έμμισθο συνοδοιπόρο ο οποίος θα πορευθεί μαζί με
τον υιό σου. Ο Τωβίτ όμως επέμεινε να μάθει την καταγωγή του και ο
Ραφαήλ απάντησε: «Εγώ είμαι ο Αζαρίας ο υιός του Ανανίου του
μεγάλου εκ των ομοφύλων του». (Στο σημείο αυτό οι ορθολογιστές
κατηγορούν τον αρχάγγελο για ψεύδος. Δεν ελέχθη όμως ψεύδος εκ
μέρους του αγγέλου διότι ο άγγελος Ραφαήλ εμφανιζόταν με την μορφή
του Αζαρία. Είχε σταλεί από τον Θεό με την μορφή αυτού του ανδρός
καθώς επισημαίνει ορθά ο αρχιμ. Ιωήλ Γιαννακόπουλος).
Έτσι ο άγγελος και ο Τωβίας ξεκίνησαν τον δρόμο τους
παίρνοντας μαζί του και τον σκύλο του Τωβία. (Μία εκπληκτική παρέα –
άγγελος-άνθρωπος-σκύλος!!!)
Καθώς πορεύονταν τον δρόμο τους έφτασαν στον ποταμό Τίγρη
και διανυκτέρευσαν εκεί. Ο Τωβίας πλησίασε στον ποταμό για να
λουσθεί. Ένα μεγάλο ψάρι όμως αναπήδησε από το νερό προσπαθώντας
να καταπιεί τον Τωβία. Ο άγγελος τότε είπε σ’ αυτόν: «Πιάσε το ψάρι
και ανέβασέ το στην όχθη του ποταμού. Άνοιξε το ψάρι και λάβε την
καρδιά, το ήπαρ και την χολή φύλαξέ τα καλά αυτά». Ο Τωβίας έκανε

189
όπως τον συμβούλεψε ο άγγελος. Το υπόλοιπο εξ΄αυτού το έψησαν και
το έφαγαν. Στη συνέχεια προχώρησαν βαδίζοντας προς τα Εκβάτανα. Ο
Τωβίας τότε ρώτησε τον άγγελο: «Αδελφέ Αζαρία τι χρειάζονται η
καρδιά, το ήπαρ και η χολή του ψαριού;» Ο άγγελος του απάντησε: «Εάν
άνθρωπος ενοχλείται υπό δαιμονίου ή πνεύματος πονηρού και
καπνίσουμε αυτά ενώπιόν του, αυτός δεν θα ενοχληθεί πλέον απ’ αυτά.
Η δε χολή χρησιμεύει ώστε εάν χρισθεί ένας άνθρωπος απ’ αυτήν, ο
οποίος έχει λευκώματα στους οφθαλμούς θα θεραπευτεί». (Τωβίτ 6,7-9).
Όταν πλησίασαν στον προορισμό τους, ο άγγελος πίεσε τον Τωβίτ
να ζητήσει σε γάμο την ξαδέρφη του Σάρρα. Βεβαίως ο Τωβίτ είχε
πληροφορηθεί ότι η Σάρρα είχε παντρευτεί με άλλους επτά άνδρες οι
οποίοι πέθαναν ο ένας μετά τον άλλο εξαιτίας δαιμονίου από το οποίο
κατέχονταν η γυναίκα αυτή. Ο άγγελος όμως του είπε: «Όταν εισέλθεις
στον νυμφικό κοιτώνα, θα βάλεις φωτιά στο θυμιατήρι, θα θέσεις την
καρδιά και το ήπαρ του ψαριού στην φωτιά. Το δαιμόνιο θα οσφρανθεί
τον καπνό αυτών και θα φύγει χωρίς να επιστρέψει ποτέ ξανά. Όταν δε
πρόκειται να κοιμηθείς μαζί της, προηγουμένως σηκωθείτε και οι δύο
και προσευχηθείτε εκ βάθους καρδίας στον Θεό…». Όταν τα άκουσε
όλα αυτά ο Τωβίας την αγάπησε από καρδιάς και η ψυχή του
προσκολλήθηκε στην αγαπημένη του.
Όταν ο Τωβίας συναντήθηκε με τον πατέρα της Σάρρας τον
Ραγουήλ, εκείνος συγκινημένος τον αγκάλιασε και τον ασπάστηκε. Ο
Τωβίας ζήτησε σε γάμο την Σάρρα και ο Ραγουήλ δέχτηκε μετά χαράς,
αλλά με σπάνια ειλικρίνεια εξιστόρησε στον Τωβίτ το γεγόνός του
θανάτου των προηγούμενων επτά συζύγων της Σάρρας κατά την πρώτη
νύχτα του γάμου, κάτι που ασφαλώς δεν πτόησε τον Τωβία.
Όταν ο Τωβίας εισήλθε στον νυμφικό κοιτώνα με την Σάρρα,
θύμιασε τον χώρο ώστε να αισθανθεί την προσευχή του το δαιμόνιο και
εν συνεχεία προσευχήθηκαν και οι δύο θερμά προς τον Κύριο όπως τους
είχε διδάξει ο αρχάγγελος Ραφαήλ. Ο πατέρας της Σάρρας, Ραγουήλ,
όταν ξημέρωσε έστειλε μία δούλη να δει αν επέζησε ο Τωβίας, διότι
όπως είπαμε όλοι οι προηγούμενοι σύζυγοι της Σάρρας, πριν
συνευρεθούν μαζί της απέθνησκαν. Η δούλη όμως ανοίγοντας την πόρτα
του νυμφικού κοιτώνος, είδε και τους δύο κοιμωμένους, προς μεγάλη
χαρά και αγαλλίαση όλων!
Κατόπιν, ο Τωβίας παρέλαβε την Σάρρα την γυναίκα του και
πήραν τον δρόμο της επιστροφής προς την πατρίδα του, όπου τους
ανέμεναν με αγωνία οι γονείς του Τωβία, Τωβίτ και Άννα. Ο Τωβίτ ήταν
όπως είδαμε τυφλός. Ο άγγελος Ραφαήλ που συνόδευε το ζεύγος είπε
στον Τωβία να πάρει από την χολή του ψαριού που φύλαγε από την αρχή
της διαδρομής τους και να αλείψει με αυτήν τους οφθαλμούς του πατέρα
του. Μόλις ο Τωβίας επάλειψε τα μάτια του πατέρα του, εκείνος
θεραπεύτηκε από την τύφλωσή του. Ο Τωβίτ βλέποντας τον υιό του

190
δόξασε τον Θεό, τον ευλόγησε και στη συνέχεια ευλόγησε και τη νύφη
του Σάρρα.
Ο Τωβίτ και ο Τωβίας αποφάσισαν από κοινού να πληρώσουν με
την μισή τους περιουσία τον άγγελο συνοδό, στον οποίο χρωστούσαν το
αίσιο πέρας του ταξιδιού του Τωβία, την θεραπεία της Σάρρας και του
Τωβίτ. Τότε ο άγγελος κάλεσε και τους δύο ιδιαιτέρως και τους είπε:
«Δοξάσατε τον Θεό, ευχαριστήστε αυτόν, μεγαλύνετε το όνομα αυτού
και δοξάστε αυτόν ενώπιον όλων των ανθρώπων για όλα όσα έκανε για
σας. Είναι καλό να δοξάζετε τον Θεό και να μεγαλύνετε το όνομά του,
τα δε έργα αυτού, μετά πάσης τιμής και δόξης… τα μυστικά του
βασιλέως καλό είναι να κρύπτονται, τα έργα όμως του Θεού πρέπει να
αποκαλύπτονται. Είναι καλό πράγμα η προσευχή που συνδυάζεται με
την νηστεία, την ελεημοσύνη και κάθε άλλη αρετή. Καλύτερο είναι να
έχεις λίγα με δικαιοσύνη, παρά πολλά με αδικία. Καλό είναι να κάνεις
ελεημοσύνη παρά να θησαυρίζεις χρυσό. Η ελεημοσύνη λυτρώνει από
τον θάνατο. Αυτή καθαρίζει τον άνθρωπο από κάθε αμαρτία. Αυτοί που
κάνουν ελεημοσύνη και δικαιοσύνη, θα ζήσουν πολλά έτη, οι δε
αμαρτωλοί είναι εχθροί της ίδιας τους της ζωής. Δε θα κρύψω από σας
τίποτα.. εγώ είμαι ο Ραφαήλ, ένας εκ των επτά αγίων αγγέλων, οι οποίοι
αναφέρουν τις προσευχές των αγίων ενώπιον του αγίου Θεού». Τωβίτ
και Τωβίας, έπεσαν στα γόνατα διότι φοβήθηκαν. Ο άγγελο είπε σ’
αυτούς: «Μη φοβάστε η ειρήνη θα είναι μαζί σας, τον Θεό δοξάστε τον
εις τον αιώνα, διότι όχι με την δική μου χάρη, αλλά με την θέληση του
Θεού ήρθα σ’ εσάς. Όλες τις ημέρες κατά τις οποίες εμφανιζόμουν σε
σας, ούτε έφαγα ούτε ήπια, αλλά φαινομενικώς με βλέπατε να τρώω και
να πίνω. Ευχαριστείστε λοιπόν τον Θεό, διότι ανέρχομαι προς αυτόν, ο
οποίος με απέστειλε».
Ο Τωβίτ και ο Τωβίας δόξασαν με ύμνους και ψαλμούς τον Θεό.
Ο Τωβίτ πέθανε σε ηλικία εκατόν πενήντα οκτώ ετών. Δεν έπαψε ποτέ
να δοξάζει τον Θεό και να κάνει ελεημοσύνες. Ο δε Τωβίας πέθανε σε
ηλικία εκατόν είκοσι επτά ετών. Πριν πεθάνει έμαθε για την καταστροφή
της Νινευή η οποία πραγματοποιήθηκε κατά το έτος 625 π.Χ και είχε
προφητευθεί από τον Τωβίτ στο Τωβίτ, 14, 8. :(Και τώρα παιδί μου,
φύγε από την Νινευή, διότι οπωσδήποτε θα συμβούν εκείνα τα οποία
είπε ο προφήτης Ιωνάς…).
698-643(ή κατ’ αλλους 350 π.Χ)
Ιουδίθ

Στα χρόνια που βασίλευε ο Ναβουχοδονόσωρ, βασιλιάς της


Ασσυρίας, επιχείρησε να υποτάξει διά του πολέμου όλα τα έθνη της
Δυτικής Ασίας, της Κιλικίας, της Δαμασκού, της Συρίας, τους
Μωαβίτες, τους Αμμωνίτες, τους Αιγύπτιους και τους Ιουδαίους. Τα
191
έθνη όμως αυτά αρνήθηκαν να υποταχθούν στον Ναβουχοδονόσωρ, ο
οποίος ορκίστηκε να εκδικηθεί διά ρομφαίας τους λαούς αυτούς.
Στην εκστρατεία των Ασσυρίων που ακολούθησε, η πόλη των
Μηδών καταλήφθηκε, τα Εκβάτανα λεηλατήθηκαν, συνέλαβε τον
βασιλιά των Μηδών Αρφαξάδ τον οποίο και εφόνευσαν. Αρχιστράτηγος
των Ασσυρίων ορίστηκε από τον Ναβουχοδονόσωρ ο Ολοφέρνης, τον ο
οποίο ο ψυχωτικός αυτός βασιλιάς τον όρκισε να υποτάξει σύντομα τα
έθνη της Δυτικής Ασίας πνίγοντας τις πόλεις αυτών των λαών στο αίμα.
Σύντομα λεηλάτησε την Μ. Ασία ως την Μεσοποταμία
υποτάσσοντας στο διάβα του όλους τους λαούς και τις πόλεις. Οι
φοβισμένοι και κατακτημένοι λαοί έχασαν κάθε αξιοπρέπεια φθάνοντας
στο σημείο να κάνουν υποδοχή των κατακτητών μετά χορών και
οργάνων!
Οι Ιουδαίοι που μόλις είχαν επιστρέψει από την Βαβυλώνια
αιχμαλωσία, φοβήθηκαν τους Ασσύριους, όχι για την ζωή τους, αλλά για
μία πιθανή νέα λεηλάτηση του ναού Σολομώντος. Έτσι οι Ιουδαίοι εν
συντομία υπό την κατεύθυνση της γερουσίας των ισραηλιτών
οργάνωσαν την άμυνά τους προστρέχοντας ταυτόχρονα σε θερμή
προσευχή και νηστεία. Οργανωτής όλης αυτής της θεοσεβούς
προσπάθειας υπήρξε ο αρχιερέας Ιωακείμ.
Ο Ολοφέρνης έκπληκτος για την αντίσταση των Ιουδαίων ζήτησε
από τον αιχμάλωτο πολέμου βασιλιά των Αμμωνιτών Αχιώρ, να τον
ενημερώσει για το άγνωστο εις αυτόν έθνος των Ισραηλιτών. Ο Αχιώρ
με πάσα λεπτομέρεια περιέγραψε την θαυμαστή ιστορία των
Ισραηλιτών, την έξοδό τους από την Αίγυπτο, την πορεία τους μέχρι την
χώρα της Χαναάν και την πτώση τους εξαιτίας των αμαρτιών τους στην
Βαβυλώνια αιχμαλωσία. Προειδοποίησε τον Ολοφέρνη, ότι αν τώρα οι
Ιουδαίοι βρίσκονταν σε περίοδο ανασυγκροτήσεως και μετανοίας, ο
Θεός τους θα τους υπερασπιζόταν και ο στρατός των Ασσυρίων θα
κινδύνευε με καταστροφική ήττα. Ο Ολοφέρνης ακούγοντας όλα αυτά,
περιγέλασε τον Αχιώρ, τον οποίο παρέδωσε στα χέρια των Ισραηλιτών,
με σκοπό να τον θανατώσει μαζί με εκείνους στην επερχόμενη σφοδρή
επίθεση που σχεδίαζε. Οι Ιουδαίοι υποδέχτηκαν με τιμές τον Αχιώρ
παραθέτοντάς του τράπεζα.
Μετά απ’ αυτά ο Ολοφέρνης διέταξε τον στρατό του να επιτεθεί
στην πόλη Βαιτυλούα των ισραηλιτών με δύναμη 170.000 πολεμιστών
του πεζικού και 12.000 ιππέων.
Οι Ισραηλίτες όταν είδαν το μέγεθος του στρατού των αντιπάλων,
ταράχθηκαν, δεν έχασαν όμως τις ελπίδες τους τις οποίες εναπόθεσαν
στον Θεό. Ο Ολοφέρνης όμως αντί να σχεδιάσει άμεση επίθεση
κατέλαβε όλες τις πηγές από τις οποίες προμηθεύονταν με νερό οι
κάτοικοι της Βαιτυλούα ώστε να τους αναγκάσεις εξαιτίας της δίψας των
να παραδοθούν. Επί τριάντα τέσσερις μέρες περίμεναν οι Ασσύριοι

192
μέχρι να τελειώσουν όλα τα αποθέματα νερού των Ισραηλιτών.
Η κατάσταση για τους Ιουδαίους μέρα με τη μέρα γινόταν
τραγική. Οι κάτοικοι της πόλεως έπιναν νερό με μεγάλο μέτρο. Οι
γυναίκες και τα νήπια λιγοψυχούσαν και υπέφεραν. Έτσι ο λαός άρχισε
να παραπονιέται και να ζητεί την παράδοση της πόλεως στους
Ασσυρίους. Ο Αζαρίας όμως παρότρυνε τους Ισραηλίτες λέγοντας:
«Αδελφοί έχετε θάρρος! Ας περιμένουμε ακόμη πέντε μέρες, κατά τις
οποίες θα στραφεί το έλεος του Κυρίου του Θεού μας προς εμάς. Δεν
πρόκειται τελικά ο Κύριος να μας εγκαταλείψει. Εάν όμως παρέλθουν οι
μέρες αυτές και δεν έλθει η βοήθεια του Θεού, τότε θα πράξω σύμφωνα
με τις επιθυμίες σας.
Η Ιουδίθ ήταν χήρα. Ο άνδρας της Μανασσής είχε πεθάνει από
ηλίαση ενώ βρισκόταν στον αγρό. Η ευλαβεστάτη αυτή γυναίκα
νήστευε όλες τις ημέρες της χηρείας της (3,5 χρόνια) εκτός από τις
παραμονές των Σαββάτων και των λοιπών μεγάλων εορτών. Ήταν
όμορφη και στο παράστημα και στην μορφή. Ο άνδρας της, της είχε
αφήσει μεγάλη περιουσία, κάτι όμως που δεν έκαμπτε σε τίποτα την
θεοσέβειά της.
Η χήρα αυτή πληροφορήθηκε τον όρκο του άρχοντα της πόλεως ο
οποίος εξαιτίας της έλλειψης νερού, υποσχέθηκε στον λαό της
Βαιτυλούας ότι θα παρέδιδε την πόλη στους Ασσυρίους εάν εντός πέντε
ημερών δεν θα έστελνε την βοήθειά του ο Κύριος. Η Ιουδίθ επέπληξε
τους άρχοντες του λαού λέγοντας: «Δεν ήταν ορθός ο λόγος σας, τον
οποίο είπατε ενώπιον του λαού… δηλώσατε ότι θα παραδώσετε την
πόλη στους εχθρούς μας, εάν ο Κύριος δεν στραφεί να μας βοηθήσει
κατά τις προσεχείς πέντε ημέρες. Και τώρα ποιοι είστε εσείς, οι οποίοι
θέσατε σε πειρασμό τον Θεό κατά την σημερινή ταύτη ημέρα, ώστε να
ίστασθε υπεράνω του Θεού, αν και είστε όμοιοι, μεταξύ των άλλων
ανθρώπων; Θέτετε δε τον Κύριο τον Παντοκράτορα υπό δοκιμή, ενώ
ουδεμία εκ των αιωνίων βουλών Του δύνασθε να γνωρίζετε. Αφού είστε
ανίκανοι να εξιχνιάστε το βάθος της καρδιά του ανθρώπου, ούτε τις
σκέψεις και τους λόγους αυτού, θέλετε να εννοήσετε τον Θεό ο Οποίος
τα δημιούργησε όλα αυτά, να εξετάσετε και να μάθετε τη σκέψη και να
κατανοήστε τα νοήματα αυτού. Ουδόλως είναι δυνατόν τούτο αδελφοί!
Μη παροργίζετε λοιπόν τον Κύριο τον Θεό μας με την διαγωγή σας
αυτή. Διότι εάν ο Κύριος θελήσει να μας βοηθήσει ή να μας
καταστρέψει ενώπιον των εχθρών μας. Σεις δεν πρέπει να εκβιάζετε τις
βουλές του Κυρίου του Θεού μας, διότι ο Θεός μας δεν δύναται να
απειληθεί και να εκβιασθεί, ούτε δέχεται διαιτητή για τις αποφάσεις Του.
Διά τούτο ας περιμένουμε την βοήθειά του παρακαλώντας τον να μας
βοηθήσει και να ακούσει την προσευχή μας, εάν αυτή είναι αρεστή σ’
αυτόν…. Παρ’ όλη την κρίσιμη κατάσταση των πραγμάτων εμείς ας
ευχαριστήσουμε τον Κύριο τον Θεό μας, ο οποίος επιτρέπει αυτόν τον

193
πειρασμό προς δοκιμασία μας, όπως δοκίμασε και τους πατέρες μας.
Θυμηθείτε πόσα έκανε και με αυτά δοκίμασε τον Αβραάμ, ποιους
πειρασμούς έστειλε και δοκίμασε τον Ισαάκ, πόσοι πειρασμοί έγιναν
στον Ιακώβ εν τη Μεσοποταμία της Συρίας, όταν αυτός ποίμαινε τα
πρόβατα του Λάβαν του αδελφού της μητέρας του. Διότι όπως εκείνους
δεν τους τιμώρησε αλλά εξέτασε την τους διαλογισμούς της καρδίας
τους, έτσι και μας τώρα δεν μας τιμώρησε αλλά μας νουθετεί».
Ο Οζίας παραδέχτηκε την ορθότητα των λόγων της χήρας
γυναικός και ζήτησε απ’ αυτήν να προσευχηθεί υπέρ του λαού, ώστε ο
Θεός να στείλει βροχή και έτσι να γεμίσουν οι δεξαμενές τους. Η Ιουδίθ
απάντησε και είπε το σχέδιό της. Επρόκειτο για μυστικό σχέδιο το οποίο
δεν θέλησε να αποκαλύψει στους ισραηλίτες. Θα εξέρχονταν από την
πόλη για πέντε μέρες μαζί με την πιστή της δούλη: «Θα σας αποκαλύψω
το σχέδιό μου όταν φέρω την αποστολή εις πέρας!».
Η Ιουδίθ φορώντας τρίχινο ένδυμα και σε πρηνή θέση έως
εδάφους προσευχήθηκε στον Κύριο με θέρμη γνωρίζοντας και
ομολογώντας ότι όλες οι αποφάσεις του Θεού λαμβάνονται προαιωνίως
και όχι αυτοστιγμής. Ο Θεός κυβερνά τον κόσμο και τίποτα δεν
διαφεύγει της αντίληψής Του. Παρακάλεσε λοιπόν τον Θεό να παρέμβει
και τη στιγμή εκείνη που οι Ασσύριοι καυκιόντουσαν για την
στρατιωτική τους δύναμη, να τους ταπεινώσει χρησιμοποιώντας αυτήν
ως εργαλείο ταπεινώσεως. Μία ταπεινή και ασήμαντη χήρα να
ταπεινώσει τον ισχυρό στρατό των Ασσυρίων. Μεγάλη της η πίστη! Είπε
λοιπόν στον Κύριο: «…Διότι η δύναμίς σου δεν εξαρτάται εκ του
πλήθους των ανδρών, Συ είσαι ο Θεός των ταπεινών, ο βοηθός των
εστερημένων βοηθείας, ο αντιλήπτωρ των ασθενών, ο προστάτης των
απεγνωσμένων… εισάκουσον της δεήσεώς μου και δος εις στο στόμα
μου λόγον απατηλόν προς συντριβή και καταστροφή αυτών, οι οποίοι
αποφάσισαν τρομερά πράγματα εναντίον της Διαθήκης Σου, του
ηγιασμένου ναού Σου, του λόφου της Σιών, της κατοικίας των υιών
Σου…». Ζήτησε δηλαδή η Ιουδίθ δύναμη από τον Θεό ώστε να
αντικρύσει τον στρατηγό Ολοφέρνη να τον σαγηνεύσει και την
κατάλληλη στιγμή να τον κτυπήσει και να τον εξοντώσει.
Πολλοί ηθικιστές ερμηνευτές, κατηγορούν το σχέδιο της Ιουδίθ ως
έλλειψη αγάπης προς τον εχθρό. Αλλά πρέπει να κρίνουμε το σχέδιο
βάση εποχής και όχι βάση των σημερινών χριστιανικών αντιλήψεων.
Όλοι οι λαοί της αρχαιότητος θεωρούσαν τότε την εξόντωση ενός
αρχηγού ως ευλογία όποιον τρόπο κι αν μηχανεύονταν για να το
επιτύχουν. Μετά απ’ αυτά η Ιουδίθ, καλλώπισε το σώμα της λούζοντας
τα μαλλιά της, και στολίζοντας το σώμα της με όμορφα κοσμήματα, εν
συνεχεία ξεκίνησε μαζί με την δούλη της για να συναντήσει τον
Ολοφέρνη βαδίζοντας προς το στρατόπεδο των Ασσυρίων. Όταν την
είδαν οι Ασσύριοι θαύμασαν την ομορφιά και είπαν: «Ποιος μπορεί να

194
περιφρονήσει τον λαό αυτό, ο οποίος διαθέτει τέτοιες γυναίκες»;
Ο Ολοφέρνης συνάντησε την Ιουδίθ, η οποία ζήτησε κατ’ ιδίαν να
του μιλήσει. Ξεκινώντας τον λόγο της άρχισε να κολακεύει τον
Ολοφέρνη και υποσχέθηκε σ’ αυτόν αν κάνει ό,τι του πει μία εύκολη και
άνετη νίκη. Το «Σχέδιό» της εναντίον των ισραηλιτών όπως υποσχέθηκε
στον Ολοφέρνη, ήταν να περιμένει εκείνος μέχρις ότου οι ισραηλίτες
εξαιτίας της πείνας από την πολιορκία όπου βρίσκονταν να αμαρτήσουν
τρώγοντας φαγητά που απαγορεύονταν από τον ιουδαϊκό νόμο. Έτσι θα
προκαλούσαν την οργή του Θεού και κατά συνέπεια την συντριβή τους
υπό των Ασσυρίων. Το μόνο που έπρεπε να κάνει ο Ολοφέρνης ήταν να
επιτρέψει σ’ αυτήν και την δούλη της να μείνουν παρακείμενα του
στρατοπέδου του ώστε αυτή διά της προσευχής της στον Θεό να
πληροφορηθεί κάποια στιγμή την αμαρτία των συμπατριωτών της και να
το αναφέρει στον Ολοφέρνη. Υποσχέθηκε δε σ’ αυτόν ένα άνετο
πέρασμα του στρατού του μέχρι και την Ιερουσαλήμ.
Οι λόγοι αυτοί άρεσαν στο Ολοφέρνη ο οποίος της είπε: «Πολύ
καλά έκανε ο Θεός και σε απέστειλε εναντίον του λαού σου, ώστε να
περιέλθει η νίκη στα χέρια μας, απώλεια δε και καταστροφή σ’ εκείνους,
οι οποίοι περιφρόνησαν τον κύριό μου Ναβουχοδονόσορα. Και τώρα εσύ
είσαι ωραία κατά τη μορφή και σοφή στα λόγια σου. Εάν λοιπόν κάνεις
όπως είπες, θα είναι ο Θεός σου Θεός μου και συ θα εγκατασταθείς στον
οίκο του βασιλέως Ναβουχοδονόσορος και θα γίνεις περίφημη σε όλη τη
γη».
Ο Ολοφέρνης πρόσφερε στην Ιουδίθ ασημικά και πλούσια
εδέσματα, τα οποία εκείνη απέρριψε με ευγένεια για να μη παραβιάσει
τον Μωσαϊκό νόμο. Ένας εκ των ευνούχων του Ολοφέρνου ονόματι
Βαγώας πλησίασε την Ιουδίθ με σκοπό να την πείσει να συνδειπνήσει με
τον Ολοφέρνη και στην συνέχεια να έρθει σε σαρκική επαφή μ’ αυτόν. Η
Ιουδίθ αποδέχτηκε την πρόσκληση αυτή διότι συμβάδιζε με το σχέδιο
που είχε κατά νου της. Ο βασιλιάς των Ασσυρίων αισθάνθηκε άμεσα μία
σφοδρή σαρκική επιθυμία για την ηρωίδα μας. Της είπε λοιπόν: -«πιες
και γίνε και συ εύθυμη όπως είμαστε κι εμείς». Η Ιουδίθ απάντησε: -
«Ναι, θέλω να πιω κύριε, διότι σήμερα η ζωή μου θα δοξασθεί
περισσότερο από όλες τις άλλες μέρες της ζωή μου». Ο Ολοφέρνης ήπιε
πάρα πολύ κρασί, όσο δεν είχε πιει ποτέ άλλη μέρα απ’ όταν γεννήθηκε.
Ο Ασσύριος βασιλιάς μεθυσμένος και βεβαρυμένος από το μεθύσι
απομονώθηκε στο δωμάτιό του. Εκεί εισήλθε και η Ιουδίθ η οποία
εδράζοντας της ευκαιρίας αποκεφάλισε τον βασιλιά με το ίδιο του το
ξίφος! ‘Εσυρε δε το πτώμα του στο πάτωμα και φεύγοντας πήρε μαζί της
το κεφάλι του βασιλέως ως λάφυρο. Στη συνέχεια επέστρεψε στην
Βαιτυλούα όπου έγινε δεκτή με ενθουσιασμό. Κανείς δεν περίμενε την
επιστροφή της και μάλιστα με αυτόν τον θριαμβευτικό τρόπο. Δεν
θυσίασε την τιμή της, έφερε δε την κεφαλή του βασιλέως των Ασσυρίων

195
και δοξάσθηκε από τους Ισραηλινούς.
Οι ισραηλινοί παρέλαβαν την κεφαλή του Ολοφέρνου και την
κρέμασαν έξω από τα τείχη τους ώστε να τρομάξουν του Ασσυρίους.
Όταν ξημέρωσε ο στρατός των Εβραίων εξήλθε κατά ομάδες εναντίον
των εχθρών των. Οι Ασσύριοι βλέποντας τους Ιουδαίους να έρχονται
εναντίον τους ειδοποίησαν τους αρχηγούς τους, εκείνοι τους διοικητές
του στρατού, οι δε στρατηγοί πήγαν στην σκηνή του Ολεφέρνου και
αντίκρισαν το πτώμα του δίχως κεφαλή, παράλληλα διαπίστωσαν την
απουσία της Ιουδίθ και έτσι γρήγορα αντιλήφθηκαν ότι μία γυναίκα
Ιουδαία κατάφερε το αδιανόητο…
Οι Ασσύριοι πάνω στον πανικό τους τράπηκαν σε φυγή, τότε
όρμησαν εναντίον αυτών οι ισραηλίτες και τους φόνευσαν, λεηλατώντας
το στρατόπεδό τους.
Μετά απ’ αυτά, ο Αρχιερεύς και οι γεροντότεροι των ισραηλιτών
συνεχάρησαν την Ιουδίθ για το κατόρθωμά της λέγοντας: «Εσύ είσαι η
δόξα της Ιερουσαλήμ, εσύ είσαι η μεγάλη τιμή και φήμη του Ισραήλ,
εσύ είσαι το μεγάλο στολίδι του γένους μας. Εσύ έπραξες όλα αυτά διά
της χειρός σου, εσύ έκανες τα κατορθώματα αυτά εν μέσω του
Ισραήλ..»!
Η Ιουδίθ έψαλλε πανηγυρική ωδή στον Θεό για την Χάρη που
έδωσε στον λαό της. Μετά την νίκη αυτή ο λαός των Ιουδαίων μετέβη
στην Ιερουσαλήμ για να προσκυνήσει τον Θεό. Η Ιουδίθ έδωσε τα όπλα
του Ολοφέρνου αφιέρωμα στον Κύριο. Η γυναίκα αυτή έγινε περίφημη
ανάμεσα στον λαό της. Πολλοί άνδρες τη ζήτησαν για σύζυγο, όμως
εκείνη παρέμεινε πιστή στον σύζυγό της Μανασσή. Γέρασε και πέθανε
σε ηλικία 105 ετών (Στην προ Χριστού εποχή κατά την οποία ο
παράδεισος παρέμενε κλειστός, η μακροζωία θεωρούνταν ως ευλογία
του Θεού) , την έθαψαν στον τάφο του ανδρός της. Οι Ισραηλίτες
πένθησαν γι΄αυτήν επτά μέρες.
Το βιβλίο της Ιουδίθ καταλήγει περιγράφοντας την ευτυχία των
Ιουδαίων κατά την ζωή και μετά τον θάνατο της ηρωίδας: «Κατά την
εποχή που ζούσε η Ιουδίθ και επί πολύ χρονικό διάστημα μετά τον
θάνατό της, ουδείς τόλμησε να απειλήσει τους ισραηλίτες».
485-464 π.Χ ΕΣΘΗΡ
Το βιβλίο αυτό της Παλαιάς Διαθήκης αναφέρεται στα ιστορικά
χρόνια της Περσικής αυτοκρατορίας υπό του βασιλέως των περσών
Ξέρξη Α΄ (Αρταξέρξης) (485-464 π.Χ):
Κατά το δεύτερο έτος της βασιλείας του Αρταξέρξου, ένας
Ιουδαίος που κατοικούσε στα Σούσα ονόματι Μαρδοχαίος είδε ένα
όνειρο. Το όνειρο αυτό ήταν το εξής: Άκουσε φωνές, θόρυβο, βροντές,
σεισμό και μεγάλη αναταραχή της γης. Μετά απ’ αυτά εμφανίστηκαν
δύο μεγάλοι δράκοντες έτοιμοι να παλέψουν ο ένας εναντίον του άλλου.
Οι κραυγές των δύο δρακόντων ήταν τρομερές. Από τις κραυγές αυτές

196
ετοιμάσθηκαν όλα τα έθνη για πόλεμο εναντίον ενός έθνους δίκαιων
ανθρώπων. Βάση αυτού μεγάλη θλίψη, στεναχώρια και σκοτάδι
ξεδιπλώθηκε σε όλη τη γη. Ολόκληρο το έθνος των δικαίων φοβήθηκε
ότι το κακό θα ξεσπάσει εναντίον τους και θα τους αφανίσει, έτσι με μια
φωνή παρακάλεσαν τον Θεό. Τότε εμφανίστηκε μία μικρή πηγή, από την
οποία πήγασε ένας μεγάλος ποταμός. Στο τέλος ξημέρωσε και εκείνοι οι
τεταπεινωμένοι δίκαιοι υψώθηκαν και κατατρόπωσαν τους ένδοξους
εχθρούς τους.
Το όνειρο αυτό είχε την εξής σημασία: Από τον μικρό και ταπεινό
Μαρδοχαίο ξεκίνησε ο αγώνας εναντίωσης του Ιουδαϊκού έθνους
εναντίον του μεγάλου συνασπισμού των περσικών κρατών, τα οποία
συνασπίσθηκαν εναντίον του Ιουδαϊκού θεοκρατικού έθνους.
Ο Μαρδοχαίος παρόλα αυτά δεν γνώριζε τη σημασία αυτού του
ενυπνίου. Παράλληλα ανακάλυψε και ανέφερε στον βασιλιά, την
συνομωσία δύο ευνούχων αυλικών του βασιλέως οι οποίοι σχεδίαζαν να
σκοτώσουν τον Αρταξέρξη. Ο βασιλιάς συνέλαβε αμέσως τους δύο
συνωμότες οι οποίο μετά από ανακρίσεις ομολόγησαν και εκτελέστηκαν.
Ο βασιλιάς έδωσε εξουσία στον Μαρδοχαίο να υπηρετεί στην βασιλική
του αυλή και του έδωσε δώρα για την υπηρεσία του αυτή.
Κατά το τρίτο έτος της βασιλείας του ο Αρταξέρξης έκανε μεγάλο
συμπόσιο στο οποίο κάλεσε τους φίλους του όλων των επαρχιών και
εθνικοτήτων για να τους δείξει τον πλούτο και την αίγλη της
αυτοκρατορίας του. Αυτό το συμπόσιο διήρκησε 180 μέρες! Το
συμπόσιο αυτό περιγράφει και ο Ηρόδοτος, ο οποίος αναφέρει ότι από
το έτος 483-482 π.Χ πραγματοποιήθηκε μία συνέλευση των διοικητών
των επαρχιών, η οποία συνήλθε στα Σούσα με σκοπό να προετοιμάσει
τον πόλεμο εναντίον των ελλήνων. Πέρσες και Μήδοι ενώθηκαν γι’
αυτόν τον σκοπό.
Παράλληλα με το συμπόσιο αυτό διεξήχθη και ένα ακόμη
συμπόσιο γυναικών το οποίο διοργάνωσε μία εκ των γυναικών του
Αρταξέρξη η Αστίν. Ας μην λησμονούμε ότι εκείνη την εποχή το
βασιλικό χαρέμι διέθετε βασίλισσες διαφόρων τάξεων και αξίας. Την
τελευταία μέρα του συμποσίου ο Ξέρξης διέταξε την Αστίν να
παρουσιαστεί μπροστά του για να την δείξει στους παρισταμένους
επειδή ήταν πολύ όμορφη. Όμως η Αστίν αρνήθηκε διότι η αξιοπρέπειά
της ως βασίλισσα δεν της επέτρεπε να παρουσιασθεί χωρίς πέπλο και
κάλυμμα ενώπιον ανθρώπων μεθυσμένων. Ο βασιλιάς οργίστηκε από
την άρνηση αυτή. Ο Πλούταρχος και ο Ηρόδοτος αναφέρουν πως οι
γυναίκες των βασιλέων της Περσίας παρίσταντο συχνά στα μεγάλα
συμπόσια, αλλά τις απέπεμπαν όταν το γεύμα έπαιρνε τροπή προς την
ακολασία. Στην προκειμένη όμως περίπτωση ο Ξέρξης κάνει το
αντίθετο.
Η Αστίν αποπέμφθηκε από το βασίλειο προς παραδειγματισμό

197
όλων των γυναικών του βασιλείου οι οποίες έπρεπε να υπακούν και να
σέβονται τους άνδρες τους.
Μετά την αποπομπή της Αστίν οι υπουργοί του βασιλέως
πρότειναν την αντικατάστασή της με μία όμορφη νεαρή παρθένο. Η
πρόταση αυτή άρεσε στον βασιλέα, και έτσι πολλές γυναίκες
μαζεύτηκαν στο βασίλειο, καλλωπίστηκαν και περίμεναν τον Αρταξέρξη
να επιλέξει την εκλεκτή της καρδιάς του.
Ο Μαρδοχαίος είχε αναθρέψει μία κόρη, η οποία ήταν θυγατέρα
του θείου του Αμιναδάβ και το όνομά της ήταν Εσθήρ. Αυτή την
γυναίκα σκόπευε μετά από χρόνια να παντρευτεί. Η κόρη αυτή ήταν
πολύ ωραία στη μορφή. Η Εσθήρ όμως παρουσιάστηκε στα βασιλικά
ανάκτορα. Η ομορφιά της είλκυσε περισσότερο από κάθε άλλη τον
βασιλιά ο οποίος αμέσως της απένειμε τον τίτλο της βασίλισσας. Παρότι
όμως έγινε βασίλισσα σε τίποτα δεν άλλαξε τον ενάρετο βίο της τον
οποίο είχε διδαχθεί από τον Μαρδοχαίο.
Τον καιρό εκείνο δύο αρχισωματοφύλακες του Αρταξέρξου
σχεδίασαν την εξολόθρευση του βασιλέως. Αυτό υπέπεσε στην αντίληψη
του Μαρδοχαίου, ο οποίος εργάζονταν στην βασιλική αυλή και αμέσως
το ανήγγειλε στην Εσθήρ. Η Εσθήρ με τη σειρά της προειδοποίησε τον
Ξέρξη, ο οποίος καταδίκασε σε θάνατο τους δύο αυτούς ευνούχους
αυλικούς.
Εκείνο τον καιρό ο Αρταξέρξης έκανε βεζύρη και πρωθυπουργό
του βασιλείου έναν σκληρό άνθρωπο που τον έλεγαν Αμάν. Ο Αμάν
διαπίστωσε σύντομα ότι ο Μαρδοχαίος δεν τον προσκυνούσε όπως
αυτός απαιτούσε, όχι από εγωισμό, αλλά από θρησκευτική προσήλωση
στην Ιουδαϊκή πίστη. Ο Αμάν δεν οργίστηκε μόνο εναντίον του
Μαρδοχαίου, αλλά εναντίον όλων των Ιουδαίων. Οι Ιουδαίοι δεν
επιτρεπόταν από την πίστη τους στον Θεό να προσκυνήσουν κανέναν
άνθρωπο. Στην Περσία όμως ο βασιλιάς ήταν αντικείμενο
ειδωλολατρικής λατρείας.
Το 473 π.Χ ο Αμάν κατάφερε να πείσει τον Αρταέρξη να του
δώσει άδεια να κατασφάξει όλο το έθνος των Ιουδαίων. Το μοναδικό
πρόβλημα γι’ αυτόν ήταν ότι οι Ιουδαίοι δεν ήταν συγκεντρωμένοι σε
ένα μέρος αλλά διάσπαρτοι στο αχανές βασίλειο. (εκτείνονταν από την
Ινδία μέχρι την Αιθιοπία, 127 στο σύνολο χώρες!).
Το διάταγμαπου εξέδωσε ήταν το εξής: «Ο μέγας βασιλεύς
Αρταξέρξης δίδει διαταγήν στους υπό την εξουσίαν του άρχοντας και
διοικητάς των εκατόν είκοσι επτά επαρχιών, αι οποίαι εκτείνονται από
την Ινδικήν μέχρι και της Αιθιοπίας· Μολονότι είμαι άρχων πολλών
εθνών και κυρίαρχος όλης της οικουμένης, ηθέλησα να σας διοικήσω όχι
εγωϊστικώς, στηριζόμενος εις την δύναμιν της εξουσίας μου· αλλά με
επιείκειαν πάντοτε και με ηπιότητα διεξάγω την διοίκησιν αυτήν. Με την
συνετήν και στοργικήν αυτήν διοίκησίν μου ηθέλησα να καταστήσω την

198
ζωήν των υπηκόων μου ήρεμον πάντοτε και ατάραχον, την δε βασιλείαν
μου επιεική και ασφαλή μέχρι των ακροτάτων ορίων της. Διότι φροντίζω
να δίδω και να ανανεώνω και σταθεροποιώ την ποθητήν εις όλους τους
ανθρώπους ειρήνην. Ηρώτησα επί του σημείου αυτού τους
συμβούλους μου, πως είναι δυνατόν να επιτευχθή η ποθητή ειρηνική
αυτή κατάστασις και ένας από αυτούς, ονομαζόμενος Αμάν, ο οποίος
κατά την σύνεσιν και σοφίαν ξεπερνά όλους όσοι ευρίσκονται κοντά
μας, είναι δε γνωστός δια την ακλόνητον αγάπην του και σταθεράν του
πίστιν προς εμέ και ο οποίος κατέχει την δευτέραν θέσιν στο βασίλειόν
μου, κατέστησεν εις ημάς γνωστόν ότι μεταξύ όλων των φυλών της
οικουμένης έχει διασπαρή και αναμιχθή ένας δύστροπος λαός, ο οποίος
με τους ιδικούς του νόμους είναι αντίθετος προς κάθε άλλο έθνος,
παραβαίνει δε πάντοτε τα διατάγματα των βασιλέων, με τον σκοπόν να
μη σταθεροποιηθη ειρηνικώς και αμέμπτως η αρμονία εις την
αυτοκρατορίαν, την οποίαν ημείς διοικούμεν. Εξηκριβώσαμεν,
λοιπόν, ότι αυτός μόνος ο λαός ευρίσκεται εις αντίθεσιν προς όλον το
ανθρώπινον γένος με νόμους ιδικούς του παράξενους και διαφορετικούς
από τους νόμους της αυτοκρατορίας, σκέπτεται πονηρά εναντίον των
ιδικών μας πραγμάτων, διαπράττει τα χείριστα κακά και έτσι εμποδίζει,
την σταθερότητα του βασιλείου μου. Διετάξαμεν, λοιπόν, όπως αυτοί οι
Ιουδαίοι, που επισημαίνονται από το διάταγμα το συνταχθέν από τυν
Αμάν, ο οποίος και έχει αναλάβει την ευθύνην των υποθέσεων του
κράτους και κατέχει θέσιν δευτέρου πατρός μας, διετάξαμεν, όπως όλοι
αυτοί με τας γυναίκας και τα παιδιά των εξοντωθούν και ξερριζωθούν
υλοκληρωτικώς με εχθρικήν μάχαιραν χωρίς οίκτον και λύπην κατά την
δεκάτην τετάρτην ημέραν του δωδεκάτου μηνός Αδάρ, του τρέχοντος
έτους. Διατάσσω λοιπόν, όπως οι κατά το παρελθόν και το παρόν εχθροί
μας αυτοί άνθρωποι καταβούν όλοι την ιδίαν ημέραν με βίαιον θάνατον
στον άδην και έτσι να μας αφήσουν κατά τον υπόλοιπον χρόνον να
κυβερνήσωμεν τας κρατικάς υποθέσεις μας με σταθερότητα και
ειρήνην».
Ο Μαρδοχαίος όταν πληροφορήθηκετο περιεχόμενο του
διατάγματος , έσχισε τα ρούχα του και ενδύθηκε με σάκο ρίχνοντας στα
μαλλιά του στάχτη ως ένδειξη πένθους. Κατόπιν έστειλε άνθρωπο στα
ανάκτορα για να συναντήσει την Εσθήρ, την οποία αυτός όπως
αναφέραμε ανάθρεψε, ώστε να την πείσει να χρησιμοποιήσει την
βασιλική της ιδιότητα και να προσπαθήσει να αλλάξει τη γνώμη του
βασιλιά υπέρ των ιουδαίων. Η βασίλισσα όμως Εσθήρ στην αρχή δεν
πίστεψε ότι έχει τόση δύναμη ώστε να καταφέρει να αλλάξει τη γνώμη
του βασιλέως. Εκείνη την εποχή κανείς δεν μπορούσε να πλησιάσει στον
βασιλικό θρόνο αν δεν τον καλούσε ο ίδιος ο βασιλιάς. Η Εσθήρ όμως
εκείνη την περίοδο είχε να προσκληθεί υπό του βασιλέως τριάντα
ολόκληρες μέρες… Πως λοιπόν θα μπορούσε η Εσθήρ να πετύχει τόσο

199
παράδοξη χάρη;
Ο Μαρδοχαίος όμως συνέχισε να πιέζει την Εσθήρ
υπενθυμίζοντάς της ότι και εκείνη ήταν Ιουδαία, και ότι κι αν ακόμη
γλίτωνε από το φονικό διάταγμα, ο Θεός θα την εξολόθρευε δι’ άλλου
τρόπου. Ο Μαρδοχαίος διέβλεπε ότι η απότομη και θαυμαστή ανύψωσή
της στον βασιλικό θρόνο ήταν στο σχέδιο του Θεού για την σωτηρία
του Ιουδαϊκού λαού.
Η Εσθήρ εν τέλει, συναισθανόμενη την ευθύνη που είχε απέναντι
στον λαό της, αποφάσισε να προχωρήσει στο ρίσκο της συναντήσεώς
της με τον βασιλέα αφού προηγουμένως κάλεσε τον εαυτό της και όλο
τον ιουδαϊκό λαό σε νηστεία από τροφή και από νερό για τρεις μέρες
κάνοντας παράλληλα προσευχή στον Θεό. Είναι εκπληκτικής
ωραιότητας η προσευχή της Εσθήρ και αξίζει να την αναφέρουμε: «Και
αυτή η βασίλισσα Εσθήρ, κυριευμένη από την αγωνίαν του θανάτου,
κατέφυγε δια της προσευχής προς τον Κυριον. Αφήρεσε τα λαμπρά της
ενδύματα, εφόρεσεν άλλα δηλωτικά της στενοχωρίας και του πένθους.
Αντί δε από τα πανάκριβα αρώματά της, εγέμισε το κεφάλι και το σώμα
της από στάκτην και κοπρίαν, εσκληραγώγησε πάρα πολύ το σώμα της
και με τας μαδημένος τρίχας της κεφαλής της εκαλύφθη εκεί, που
άλλοτε υπήρχον τα κοσμήματα της χαράς της. Και παρεκάλει Κυριον
τον Θεόν με θέρμην και είπε·“Κυριέ μου, συ είσαι ο μόνος και αληθινός
βασιλεύς μας. Βοήθησε εμέ την μόνην, η οποία δεν έχω στον κόσμον
αυτόν άλλον βοηθόν, ει μη μόνον σέ, διότι ο κίνδυνος του θανάτου
ευρίσκεται μτροστά μου Εγώ από της γεννήσεώς μου και εντεύθεν
ήκουον από ανθρώπους της φυλής μου, ότι συ, Κυριε, επήρες τον
ισραηλιτικόν λαόν από όλα τα έθνη και εδιάλεξες τους πατέρας ημών
από τους προπάτοράς των, δια να είναι αιωνία ιδική σου κληρονομία.
Εξεπλήρωσες όλα όσα είχες υποσχεθή εις αυτούς. Και τώρα, Κυριε,
ομολογούμεν ότι ημαρτήσαμεν ενώπιόν σου, δια τούτο και επέτρεψες να
παραδοθώμεν εις τας χείρας των εχθρών μας, επειδή ελατρεύσαμεν τους
θεούς αυτών, αντί σου του αληθινού Θεού. Δικαιος είσαι, Κυριε. Αλλ'
ιδού, Κυριε, ότι αυτοί οι εχθροί μας δεν έμειναν ικανοποιημένοι από τας
πικρίας της σκλαβιάς μας, αλλά άπλωσαν τα χέρια των και ωρκίσθησαν
εις τα είδωλά των να εξαφανίσουν κάθε εντολήν, που εβγήκεν από το
στόμα σου, να καταστρέψουν την κληρονομίαν σου, και έτσι να
βουλώσουν τα στόματα εκείνων, οι οποίοι σε δοξολογούν, και να
σβήσουν την μεγαλοπρέπειαν του ναού σου και του αγίου σου
θυσιαστηρίου. Ακόμη δε ωρκίσθησαν να ανοίξουν τα στόματα των
ειδωλολατρών, δια να επαινούν τα μάταια είδωλά των και να
καταστήσουν αξίους θαυμασμού και λατρείας στον αιώνα βασιλείς
σαρκίνους Μη παραδώσης, Κυριε, το σκήπτρον σου εις ανθρώπους
αναξίους και μηδαμινούς, και μη επιτρέψης να γίνωμεν καταγέλαστοι με
την καταστροφήν μας, αλλά συ με την παντοδυναμίαν σου μετάβαλε την

200
βουλήν των εναντίον αυτών των ιδίων και τιμώρησε κατά τρόπον
παραδειγματικόν εκείνον, που πρώτος ήρχισε τον εξοντωτικόν εναντίον
μας διωγμό Μνήσθητί μας, Κυριε, κάμε ώστε να σε γνωρίσωμεν και να
σε αισθανθώμεν στον καιρόν αυτόν της θλίψεώς μας. Δώσε και εις εμέ
θάρρος, συ, ο βασιλεύς των Θεών και κύριος πάσης εξουσίας. Λογον
σοφόν και πειστικόν βάλε στο στόμα μου ενώπιον του λέοντος, του
βασιλέως. Μετάβαλε την καρδίαν αυτού, ώστε να μισήση εκείνον, ο
οποίος μας πολεμεί, και να διατάξη την εκτέλεσιν αυτού και των
ομοφρόνων του. Ημάς δε γλύτωσέ μας με την παντοδύναμον δεξιάν
σου. Βοήθησε εμέ, η οποία είμαι μόνη και δεν έχω κανένα άλλον παρά
μόνον σέ, Κυριε. Είσαι παντογνώστης και γνωρίζεις ότι εγώ εμίσησα
την δόξαν των παρανόμων ανδρών και αποστρέφομαι με αηδίαν την
κλίνην των απεριτμήτων και παντός αλλοεθνούς. Συ είσαι
παντογνώστης και γνωρίζεις πολύ καλά την ανάγκην, υπό την οποίαν
ευρίσκομαι, και ότι αποστρέφομαι με αηδίαν τα σημεία αυτά της δόξης
μου και το διάδημα, το οποίον υπάρχει επάνω εις την κεφαλήν μου, όταν
αναγκάζωμαι να εμφανίζωμαι δημοσία. Το αηδιάζω σαν ράκος
γυναικείων καταμηνίων. Και κατά τας ημέρας της ησυχίας μου, που
είμαι μόνη, δεν το φορώ. Γνωρίζεις ότι η δούλη σου δεν έφαγε ποτέ από
την τράπεζαν του Αμάν και δεν ετίμησε το συμπόσιον του βασιλέως,
ούτε έπιε ποτέ οίνον από τας σπονδάς του. Η δούλη σου ποτέ δεν
εγνώρισε χαράν και ευφροσύνην από την ημέραν, που ήλλαξε την
στολήν της, όταν έγινε βασίλισσα, μέχρις αυτής της στιγμής. Παρά
μόνον χαίρω εις σέ, Κυριε, Θεέ του Αβραάμ. Συ ο Θεός ο έχων
ακατανίκητον δύναμιν και κυριαρχών επάνω εις όλους, άκουσε την
φωνήν ημών των απηλπισμένων δούλων σου και γλύτωσέ μας από τα
χέρια των πονηρών ανθρώπων. Απάλλαξε δε και εμέ από τον φόβον, που
με συνέχει”».3
Η Εσθήρ κατόπιν αφού τέλειωσαν οι μέρες της νηστείας και της
προσευχής παρέλαβε τις δύο δούλες της και μετέβη προς τον θρόνο του
βασιλέως απρόσκλητη. Η όψη του βασιλέως ήταν επιβλητική. Καθόταν
στον θρόνο του στολισμένος με κοσμήματα και πολύτιμους λίθους. Όταν
είδε την Εσθήρ να πλησιάζει προς τον θρόνο του την κοίταξε γεμάτος
οργή διότι η Εσθήρ δεν είχε ζητήσει άδεια για ακρόαση. Η οργή όμως
του βασιλέως πολύ σύντομα μετεβλήθη σε συμπάθεια όταν η Εσθήρ
λιποθύμησε μπροστά στα πόδια του. Τότε εκείνος αναπήδησε από τον
θρόνο του ανήσυχος. Την κράτησε δε στην αγκαλιά του και της είπε: -Τι
συμβαίνει Εσθήρ; Εγώ είμαι αδελφός σου, έχε θάρρος. Δεν πρόκειται να
πεθάνεις διότι πάσα διαταγή μου είναι δική σου διαταγή και η δική σου
διαταγή είναι δική μου. Πλησίασε! Ποιό είναι το αίτημά σου; Θα σου
δώσω μέχρι και το ήμισυ της βασιλείας μου, θα είναι ιδικόν σου” Η

3
Εσθήρ 4,17κ-4,17ω

201
Εσθήρ απήντησεν· “η σημερινή ημέρα είναι δι' εμέ επίσημος ημέρα.
Εάν, λοιπόν, φαίνεται αρεστόν στον βασιλέα, ας έλθη, μαζί δε με αυτόν
και ο Αμάν, εις την τράπεζαν, την οποίαν εγώ σήμερον θα παραθέσω”.
Ο βασιλεύς έστειλεν ανθρώπους και είπε· “σπεύσατε αμέσως προς
τον Αμάν και ειδοποιήσατέ τον να εκτελέσωμεν την παράκλησιν αυτήν
της Εσθήρ”. Ηλθον λοιπόν και οι δύο, ο βασιλεύς και ο Αμάν, στο
συμπόσιον, το οποίον παρέθεσεν η Εσθήρ. Κατά την διάρκειαν του
συμποσίου τούτου, ο βασιλεύς ηρώτησε την Εσθήρ· “βασίλισσα Εσθήρ,
τι θέλεις; Οσα μου ζητήσεις, θα γίνουν”. Εκείνη του είπε· “θέλετε να
μάθετε τα αίτημά μου και την απαίτησίν μου; Εάν έχω εύρει χάριν
ενώπιον του βασιλέως, ας έλθη ο βασιλεύς και ο Αμάν ακόμη αύριον
στο συμπόσιον, το οποίον εγώ θα παραθέσω προς τιμήν των και αύριον
θα ανακοινώσω τα αιτήματά μου”. Ο Αμάν εβγήκεν από το βασιλικόν
ανάκτορον γεμάτος χαρά ευφραινόμενος. Οταν όμως κατά την έξοδόν
του είδε τον Ιουδαίον Μαρδοχαίον εις την βασιλικήν αυλήν, κατελήφθη
από μεγάλην οργήν. Εισήλθεν εις την οικίαν του, εκάλεσε τους
φίλους του και την σύζυγόν του Ζωσάραν, και ανέφερεν αλαζονικώς
εις αυτούς τον πλούτον και την δόξαν, με την οποίαν ο βασιλεύς τον είχε
τιμήσει, διότι τον κατέστησε πρώτον μεταξύ όλων των άλλων, αρχηγόν
εις όλην την βασιλείαν του. Και έπειτα προσέθεσεν ο Αμάν· “και η
βασίλισσα δεν εκάλεσε άλλον μαζί με τον βασιλέα, παρά μόνον εμέ. Με
εκάλεσε δε και πάλιν δια το συμπόσιον της αυριανής ημέρας. Εκείνο
όμως το οποίον δεν μου αρέσει, αλλά με καταστενοχωρεί, είναι το να
βλέπω εις την βασιλικήν αυλήν τον Μαρδοχαίον, τον Ιουδαίον”. Η
γυναίκα του η Ζωσάρα και οι φίλοι του του είπαν τότε· “δώσε διαταγήν
να κοπή ένα ξύλον πενήντα εβραϊκών πήχεων. Λιαν δε πρωϊ ειπέ στον
βασιλέα να δώση διαταγήν να κρεμασθή ο Μαρδοχαίος επάνω εις αυτό
το ξύλον. Συ δε έπειτα πήγαινε στο συμπόσιον μαζί με τον βασιλέα, δια
να ευφρανθής με αυτόν”. Η συμβουλή αυτή ήρεσεν στον Αμάν, έδωσε
διαταγήν και ητοιμάσθη το ξύλον»4.
Ο Κύριος όμως απομάκρυνε τον ύπνο από τον βασιλιά. Ο
βασιλιάς διέταξε τον υπηρέτη του να του διαβάσει από το βιβλίο
«Χρονικόν». Ο υπηρέτης άνοιξε το βιβλίο και βρήκε το χωρίο εκείνο
που είχε γραφεί για τον Μαρδοχαίο, ότι δηλαδή αυτός κατήγγειλε στον
βασιλιά τους δύο αυλικούς του οι οποίοι είχαν σκοπό να τον
θανατώσουν. Ο βασιλιάς ρώτησε τον αυλικό του: -Ποιο αξίωμα, ή ποια
ηθική αμοιβή δώσαμε στον Μαρδοχαίο; Και οι υπηρέτες απάντησαν: -
Καμία. Την ί δια στιγμή ο Αμάν παρουσιάστηκε στον βασιλιά με σκοπό
να του ζητήσει να κρεμάσει τον Μαρδοχαίο στο ξύλο το οποίο αυτός
είχε ετοιμάσει.
Ο βασιλιάς παίρνοντας τον λόγο ρώτησε τον Αμάν: -Τι πρέπει να

4
Εσθήρ 5, 6-14

202
κάνω στον άνθρωπο τον οποίο εγώ θέλω να τιμήσω; Ο Αμάν πίστεψε
πως αυτά τα λόγια ο βασιλιάς τα έλεγε για εκείνον και έτσι του
απάντησε: -δια τον άνθρωπον, τον οποίον ο βασιλεύς θέλει να δοξάση ας
φέρουν οι δούλοι του μίαν μεγαλοπρεπή από βύσσον στολήν, την οποίαν
ενδύεται ο ίδιος ο βασιλεύς, και ίππον, επάνω στον οποίον ιππεύει ο
βασιλεύς. Αυτά δε ας δοθούν εις ένα από τους πλέον ενδόξους φίλους
του βασιλέως, δια να στολίση εκείνος τον άνθρωπον αυτόν, τον οποίον ο
βασιλεύς αγαπά. Εν συνεχεία δε ας τον βοηθήση να ιππεύση επάνω εις
ταν βασιλικόν ίππον και θα περιφέρη αυτόν εις την πλατείαν της πόλεως
και θα διαλαλή και θα λέγη· Ετσι θα γίνεται εις κάθε άνθρωπον, τον
οποίον ο βασιλεύς δοξάζει”.
Απήντησεν ο βασιλεύς στον Αμάν· “καλά είπες· έτσι εσύ
τώρα θα πράξης προς τιμήν του Μαρδοχαίου, του Ιουδαίου, του δούλου
μου, ο οποίος υπηρετεί εις την αυλήν μου, μη τυχόν και παραμελήσης
κάτι από όλα εκείνα τα οποία είπες!” Ο Αμάν κατεντροπιασμένος και
καταστενοχωρημένος επήρε την βασιλικήν στολήν και τον βασιλικόν
ίππον, εστόλισε τον Μαρδοχαίον, τον εβοήθησε να αναβή στον ίππον και
επέρασε δια μέσου της πλατείας της πόλεως και διαλαλούσε λέγων·
“έτσι θα γίνεται εις κάθε άνθρωπον, τον οποίον ο βασιλεύς θέλει να
δοξάση”. Ο Μαρδοχαίος, ύστερα από την τελετήν αυτήν της δόξης
του, επέστρεψεν εις την αυλήν, ο δε Αμάν καταστενοχωρημένος και
καταπικραμμένος επέστρεψεν στο σπίτι του Ο Αμάν διηγήθη εις την
σύζυγόν του την Ζωσάραν και τους φίλους του όλα όσα του συνέβησαν.
Οι φίλοι του και η σύζυγός του του είπαν· “εάν ο Μαρδοχαίος κατάγεται
από την φυλήν των Ιουδαίων, έχεις δε ήδη αρχίσει να εξευτελίζεσαι
ενώπιόν του, δεν θα κατορθώσης να τον πολεμήσης, αλλά οριστικώς και
βεβαίως θα πέσης και θα ταπεινωθής ενώπιόν του, διότι μαζί του είναι ο
αληθινός, ο αιώνιος Θεός”.
Τη στιγμή εκείνη μπήκαν στο σπίτι του Αμάν οι ευνούχοι του
βασιλέως και τον ειδοποίησαν να σπέυσει στο συμπόσιο το οποίο είχε
ετοιμάσει η Εσθήρ.
Πήγαν λοιπόν ο βασιλιάς και ο Αμάν στο γεύμα. Τη δεύτερη μέρα,
εκεί που έπιναν, της είπε πάλι ο βασιλιάς: «Πες μου λοιπόν τώρα,
βασίλισσα Εσθήρ, την επιθυμία σου κι εγώ θα σου την εκτελέσω.
Ζήτησέ μου ό,τι θέλεις, μέχρι και το μισό μου βασίλειο!»
Η Εσθήρ αποκρίθηκε: «Αν έχω κερδίσει την εύνοιά σου, βασιλιά μου,
και αν μου επιτρέπεις να πω το αίτημά μου, σε ικετεύω να χαρίσεις τη
ζωή σ’ εμένα και στο λαό μου. Εγώ και ο λαός μου έχουμε πουληθεί
στον εξολοθρεμό. Αν είχαμε πουληθεί απλώς ως δούλοι, δε θα έθετα
θέμα, γιατί η δυστυχία δεν αξίζει ν’ απασχολεί το βασιλιά. Αλλά είμαστε
εδώ για να μας δολοφονήσουν, να μας εξαφανίσουν».
Τότε ο βασιλιάς Ξέρξης στράφηκε στη βασίλισσα Εσθήρ και τη ρώτησε:
«Ποιος είναι αυτός που τόλμησε κάτι τέτοιο; Πού είναι αυτός που

203
σχεδίασε αυτά τα πράγματα;» Η Εσθήρ απάντησε: «Ο άσπονδος εχθρός
μας, είναι αυτός εδώ ο απάνθρωπος Αμάν!»
Τότε ο Αμάν ταράχτηκε μπροστά στο βασιλιά και στη βασίλισσα.
Ο βασιλιάς σηκώθηκε από το τραπέζι και βγήκε οργισμένος στον κήπο
του παλατιού. Ο Αμάν είχε παραμείνει όρθιος για να παρακαλέσει για τη
ζωή του τη βασίλισσα Εσθήρ, γιατί κατάλαβε ότι κάτι κακό θα
αποφάσιζε εναντίον του ο βασιλιάς.
Όταν γύρισε ο βασιλιάς από τον κήπο του παλατιού στην αίθουσα
του συμποσίου, βρήκε τον Αμάν να είναι πεσμένος πάνω στο ανάκλιντρο
της Εσθήρ. Τότε φώναξε με αγανάκτηση: «Πάει να βιάσει ακόμα και τη
βασίλισσα μπροστά μου μέσα στο σπίτι μου!» Πριν καλά καλά πει ο
βασιλιάς αυτά τα λόγια, ήρθαν οι υπηρέτες και σκέπασαν το πρόσωπο
του Αμάν. Ο Αρβονά, ένας από τους ευνούχους, είπε στο βασιλιά: «Στο
σπίτι του Αμάν βρίσκεται ένα ικρίωμα πενήντα πήχεις ύψος· το έχει
ετοιμάσει για το Μαρδοχαίο, που έσωσε τη ζωή του βασιλιά». Τότε ο
βασιλιάς πρόσταξε: «Κρεμάστε τον σ’ αυτό!»
Έτσι κρέμασαν τον Αμάν στο ικρίωμα που είχε ετοιμάσει ο ίδιος για το
Μαρδοχαίο. Μετά απ’ αυτό έπαψε η οργή του βασιλιά.
Ο Αρταξέρξης εξέδωσε ανακοίνωση με την οποία κατήργησε το
διάταγμα του Αμάν. Ο Μαρδοχαίος έγινε πρωθυπουργός παρά τω
βασιλέα. Οι Ιουδαίοι εκδικήθηκαν τους εχθρούς τους φονεύοντας εξ
αυτών πεντακόσιους άνδρες μέσα στην πόλη των Σουσών και πλήθη
αυτών στις επαρχίες. Εν κατακλείδι η Εσθήρ ζήτησε ως επισφράγισμα
να κρεμαστούν και οι δέκα υιοί του Αμάν όπερ και εγένετο.
Εν τέλει ο Μαρδοχαίος κατανόησε το όνειρο που είχε δει από
καιρό διότι ενεθυμήθην το όνειρον εκείνο, που είδα σχετικώς με τα
γεγονότα αυτά. Τιποτε δεν εξέπεσεν από εκείνα. Η μικρή πηγή, η
οποία έγινε ποταμός και φως και ήλιος και ύδωρ πολύ, ήτο η Εσθήρ, την
οποίαν έλαβεν ως σύζυγόν του ο βασιλεύς και την ανέδειξε βασίλισσαν.
Οι δύο δράκοντες είμαι εγώ και ο Αμάν. Τα δε έθνη είναι
εκείνα, τα οποία συνεκεντρώθησαν με τον σκοπόν να εξολοθρεύσουν το
όνομα των Ιουδαίων. Ο ιδικός μου λαός είναι οι Ισραηλίται, οι οποίοι
εβόησαν με προσευχήν θερμήν προς τον Θεόν και εσώθησαν. Εσωσε
πράγματι ο Κυριος τον λαόν του και μας εγλύτωσεν από όλα τα δεινά,
που μας είχαν απειλήσει. Ο Θεός επραγματοποίησε τα μεγάλα αυτά και
αξιοθαύμαστα σημεία, τα οποία δεν έχουν γίνει μεταξύ των εθνών.
Δια τούτο ο Θεός ητοίμασε δύο κλήρους, ένα δια τον ιδικόν του
λαόν και ένα δι' όλα τα άλλα έθνη. Και οι δύο αυτοί κλήροι, τα δύο αυτά
γεγονότα, που είχαν προαναγγελθή, επραγματοποιήθησαν την αυτήν
ημέραν, την αυτήν ώραν, κατά την αυτήν εποχήν, που είχεν ορίσει ο
Θεός δι' όλα τα έθνη ως ημέραν κρίσεως. Ο Θεός ενεθυμήθη τον λαόν
του και απέδωσε το δίκαιον εις την κληρονομίαν του.

204
Α΄Μακκαβαίων

Ο Μέγας Αλέξανδρος διήλθε τον Ελλήσποντο και νίκησε τον


περσικό στρατό του οποίου ηγέτης ήταν ο Μιθριδάτης. Κατόπιν
κατήγαγε δύο νίκες επί του Δαρείου, την μία στην Ισσό της Κιλικίας το
333 π.Χ και την άλλη στα Άρβηλα της Μεσσοποταμίας το 331 π.Χ, νίκη
η οποία έθεσε όλη την Ανατολή στην κυριαρχία του Μεγάλου
Αλεξάνδρου. Ο ιερός συγγραφεύς μας αναφέρει πώς ο μεγάλος έλληνας
στρατηλάτης κυρίευσε όλο τον τότε γνωστό κόσμο. Έτσι η γη για ένα
μακρύ διάστημα ησύχασε από τους μακροχρόνιους πολέμους. Η καρδιά
όμως του Αλέξανδρου υπερηφανεύτηκε, θέλησε να παρουσιαστεί ως
θεός ανάμεσα στους ανθρώπους ονομάζοντας τον εαυτό του Άμμων
Ζευς. (υιός του θεού της Αιγύπτου). Μετά ταύτα αρρώστησε και πριν
πεθάνει κάλεσε στο κρεβάτι του πόνου τους περίφημους αξιωματικούς
του. Ιστορικά να αναφέρουμε πως ο Αλέξανδρος από την νεότητά του
είχε θανατώσει πολλούς από τους συντρόφους του. Τον Παρμενίωνα,
τον Φιλώτα και τον Κλήτονα. Ο δε Ηφαιστίωνας είχε προ πολλού
πεθάνει από πυρετό. Άρα μεταξύ των επιζώντων συντρόφων του ήταν ο
Ευμενής, ο Λυσίμαχος, ο Μένανδρος, ο Περδίκκας και ο Σέλευκος.
Μετά το θάνατο του Μεγάλου Αλεξάνδρου το απέραντο κράτος
διαμελίστηκε.
Ένα πιθανό σενάριο που δέχονται διάφοροι επιφανείς ιστορικοί
είναι ότι ο Αλέξανδρος υπέδειξε απ’ το κρεβάτι ως αντιβασιλέα της
αυτοκρατορίας τον Περδίκκα. Άλλοι ότι είπε «τω κρατίστω» δηλαδή τον

205
πιο γενναίο. Ο ιστορικός όμως συγγραφεύς μας, αναφέρει ότι ο ίδιος ο
Μέγας Αλέξανδρος διένεμε στους συντρόφους του μερίδια της
αυτοκρατορίας ενώ ακόμη αυτός ήταν εν ζωή. Δεν πρέπει να
παραβλέψουμε πως ο συγγραφέας των Μακκαβαίων είναι αρχαιότερος
των άλλων ιστορικών και συνεπώς η άποψή του πρέπει να
συμπεριληφθεί υπόψη.
Εν τοιαύτη περιπτώσει τέσσερις Αξιωματικοί του Μεγάλου
Αλεξάνδρου ίδρυσαν έκαστος ένα βασίλειο: Ο Πτολεμαίος στην
Αίγυπτο, ο Σέλευκος στην Βαβυλωνία και Συρία, ο Λυσίμαχος στην
Θράκη, ο Κάσσανδρος στην Ελλάδα και την Μακεδονία. Τα βασίλεια
αυτά δεν ιδρύθηκαν βεβαίως αμέσως αλλά μετά από είκοσι περίπου έτη
εμφυλίων πολέμων.
Όλοι αυτοί έκαναν πολλά κακά ενώπιον του Θεού. Εκ των
βασιλειών αυτών εξήλθεν ένας απόγονος πλήρης ανομίας ονόματι
Αντίοχος. Πρόκειται για τον Αντίοχο τον Επιφανή ο οποίος κάθισε στον
θρόνο της Συρίας και επέβαλε διωγμό στους Ιουδαίους.
Κατά την εποχή εκείνη εμφανίστηκαν πολλοί παράνομοι ιουδαίοι
οι οποίοι παρότρυναν πολλούς συμπατριώτες τους λέγοντας: «Ας
μεταβούμε και ας ενωθούμε με τα ειδωλολατρικά έθνη τα οποία είναι
γύρω μας…» Αυτό άρεσε στον Αντίοχο ο οποίος έδωσε σ’ αυτούς άδεια
να ακολουθήσουν τις συνήθειες των ειδωλολατρικών λαών. Έκτισαν
λοιπόν και γυμναστήριο στην Ιερουσαλήμ σύμφωνα με τα
ειδωλολατρικά έθιμα και απαγόρευσαν τις περιτομές στους Ιουδαίους.
Το σχέδιό του ήταν συγκεκριμένο. Τα παιδιά των Ιουδαίων θα
συμμετείχαν σ’ αυτά τα γυμνάσια ώστε σύντομα να επιτυγχάνονταν ο
εξελληνισμός τους. Η περιτομή ήταν αποτρεπτική διότι εκεί οι νέοι
γυμνάζονταν γυμνοί και προφανώς θα γίνονταν μεταξύ των υπόλοιπων
νέων αντικείμενο εμπαιγμού.
Όταν η βασιλεία του Αντίοχου στερεώθηκε στην Συρία, θέλησε να
επεκτείνει αυτήν και στην Αίγυπτο. Έκανε λοιπόν πόλεμο ενατίον του
Πτολεμαίου του βασιλέως της Αιγύπτου τον οποίο συνέτριψε και
φόνευσε. Ο Αντίοχος όπως αναφέρουν οι ιστορικοί έκανε τέσσερις
εκστρατείες εναντίον της Αιγύπτου (168 π.Χ).
Όταν επέστρεψε από την νίκη του επί της Αιγύπτου, μπήκε στην
Ιερουσαλήμ και λεηλάτησε τον ναό του Σολομώντος βεβηλώνοντας τα
ιερά σκεύη. Μετά δύο χρόνια από την βεβήλωση του ναού προχώρησε
σε μία μεγάλη σφαγή των Ιουδαίων πολιτών, έκαψε τα σπίτια τους,
αιχμαλώτισε τις γυναίκες και τα παιδιά τους και τα πούλησε σαν
δούλους. Η Ιερουσαλήμ εγκαταλείφθηκε από τους Εβραίους και έγινε
κατοικία ξένων λαών, ο ναός ερημώθηκε και οι ιουδαϊκές εορτές και τα
Σάββατα έγιναν αντικείμενο λύπης και ονειδισμού.
Ο σκληρός βασιλέας εξέδωσε διάταγμα στο οποίο έλεγε ότι όλοι
πρέπει να γίνουν ένας λαός, η ιουδαϊκή θρησκεία συνεπώς έπρεπε να

206
καταργηθεί και οι θυσίες προς τον Θεό να παύσουν.
Μπροστά σ’ αυτή την κατάσταση οι ιουδαίοι είχαν τέσσερις
επιλογές. Πρώτη να απολέσουν την πίστη τους και να προσκολληθούν
στους ειδωλολάτρες, δεύτερη δραπετεύσουν, τρίτη να υποβληθούν σε
μαρτύριο και τέταρτη να αντισταθούν ενόπλως.
Υπήρξαν ιουδαίοι που αντιστάθηκαν και αρνήθηκαν να
παραδώσουν την πίστη τους, έτσι πολλές γυναίκες περιέτεμναν τα παιδιά
τους, άλλοι αρνήθηκαν να φάγουν ειδωλόθυτα. Οι Σύριοι οργίσθηκαν,
κρέμασαν τα μωρά, έσφαξαν τις γυναίκες και υπέβαλαν γενικώς σε
φρικτά βασανιστήρια όσους ιουδαίους αρνήθηκαν να προδώσουν την
πίστη τους στον Θεό.
Ένας από τους ισραηλίτες από τους οποίους επαναστάτησαν και
έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στην ιστορία του ισραηλιτικού έθνους ήταν ο
Ματταθίας. Όταν ο Ματταθίας είδε τους εξευτελισμούς εναντίον του
Θεού και τις βλασφημίες που γίνονταν εναντίον των Ιουδαίων είπε:
«Αλλοίμονο! Διατί εγεννήθην; Για να δω την καταστροφή του λαού μου;
Και την καταστροφή της ιεράς πόλεως και να μένω εκεί αδιάφορος τη
στιγμή κατά την οποία η πόλη αυτή έχει παραδοθεί στους εχθρούς και ο
ιερός ναός βρίσκεται στα χέρια των ξένων;…»5
Κατέληξε δε στο εξής συμπέρασμα: «Προς τί λοιπόν να ζούμε
ακόμη;». Έτσι αυτός και τα τέκνα του έσχισαν τα ρούχα τους και
σκεπάσθηκαν με σάκους βυθιζόμενοι σε μεγάλο πένθος.
Το πένθος του Ματταθία ήταν τόσο έντονο και δικαιολογημένο
διότι το Ισραήλ πρώτη φορά στην ιστορία του είχε πέσει σε χέρια ενός
κατακτητή που τους απαγόρευε να πιστεύουν στην θρησκεία τους και να
εκτελούν τα θρησκευτικά τους καθήκοντα.
Ο ευλαβής αυτός ισραηλίτης κατοικούσε στην πόλη Μωδείν
έχοντας ηγεμονικό αξίωμα εκεί. Την πόλη αυτή σύντομα οι
απεσταλμένοι του βασιλέως επισκέφθηκαν θέλοντας να επιβάλουν την
προσκύνηση των ειδώλων στους πολίτες. Πρώτος μάλιστα από τους
κατοίκους κλήθηκε ο Ματταθίας στον οποίο οι αντιπρόσωποι του
βασιλιά είπαν: «Έλα και εκτέλεσε την διαταγή του βασιλέως, όπως
έκαναν όλα τα έθνη και οι άνδρες ιουδαίοι και εκείνοι που απέμειναν
στην Ιερουσαλήμ. Εάν το πράξεις αυτό εσύ και ο οίκος σου θα είστε
στενοί φίλοι του βασιλέως, εσύ και υιοί σου θα πλουτίσετε με άργυρο
και χρυσό και πολυάριθμα δώρα».
Ο Ματταθίας όμως αποκρίθηκε με φωνή μεγάλη και είπε: -«Έστω
και αν όλα τα έθνη, τα οποία βρίσκονται στο βασίλειο του Αντιόχου του
βασιλέως υπακούσουν σ’ αυτόν, ώστε να αποστατήσουν από τη
θρησκεία των πατέρων τους και προτιμήσουν την διαταγή του Αντιόχου,
εγώ όμως οι υιοί μου και οι αδελφοί μου θα πορευθούμε σύμφωνα με τη

5
Α΄Μακκαβαίων 2,7

207
συνθήκη την οποία συνήψαν οι πατέρες μας με τον Θεό. Εύχομαι να μας
ευσπλαγχνισθεί ο Θεός ώστε να μην αξιωθούμε να εγκαταλείψουμε τον
νόμο και τις εντολές Του. Δεν πρόκειται λοιπόν να υπακούσουμε στην
εντολή του βασιλέως, ώστε να εγκαταλείψουμε την θρησκεία μας
πορευόμενοι δεξιά ή αριστερά».
Μόλις ο γενναίος αυτός Μακκαβαίος τελείωσε τους λόγους τους
ένας ιουδαίος παρουσιάστηκε με σκοπό να θυσιάσει εκείνος πρώτος στα
είδωλα. Βλέποντας αυτό ο Ματταθίας ξέσπασε σε ιερή αγανάκτηση
επέθηκε και έσφαξε αυτόν τον ισραηλίτη πάνω στον βωμό της θυσίας
των ειδώλων. Μάλιστα δε επιτέθηκε και σκότωσε και τον αξιωματικό
του βασιλέως που πίεζε τους πολίτες της Μωδείμ να θυσιάσουν στα
είδωλα. Γκρέμισε στην συνέχεια των ειδωλολατρικό βωμό. Τέλος,
διέτρεξε όλη την πόλη καλώντας τους πολίτες να τον ακολουθήσουν
στην πίστη εγκαταλείποντας τα πάντα ακολουθώντας τον στα αφιλόξενα
όρη.
Ένας μεγάλος αριθμός των ιουδαίων τον ακολούθησε ποθώντας
την ευλάβεια και την πίστη. Σύντομα όμως το καταφύγιό τους έγινε
γνωστό στους σύρους οι οποίοι τους πλησίασαν και μάλιστα εν ημέρα
Σαββάτου δηλαδή ημέρα αργίας για τους Εβραίους. Τα Σάββατα δεν
επιτρέπονταν στους Εβραίους σύμφωνα με τον νόμο να πολεμήσουν.
Έτσι οι Ιουδαίοι προτίμησαν να μην παραβιάσουν την αργία του
Σαββάτου. Καμία απολύτως αντίσταση δεν προέβαλλαν, ούτε τα
καταφύγιά τους έφραξαν λέγοντες: «Ας αποθάνουμε όλοι εν τη απλότητι
των καρδιών μας! Ο ουρανός και η γη είναι μάρτυρές μας ότι θα
πεθάνουμε αδίκως». Οι Σύροι τότε επιτέθηκαν και σκότωσαν εκείνη την
ημέρα χίλιους περίπου ιουδαίους.
Ο Ματταθίας πληροφορήθηκε το γεγονός αυτό και λυπήθηκε
πολύ. Αποφάσισε δε ότι εφεξής θα πολεμούσε του σύρους και την
ημέρα του Σαββάτου διότι διαφορετικά θα αφανίζονταν σύντομα.
Στους πιστούς αυτούς ιουδάιους ου κατοικούσαν στα βουνά
συγκαταριθμήθηκε ένας ολόκληρος στρατός γενναίων ιουδαίων
στρατιωτών οι οποίοι οργάνωσαν στρατό και έκαναν λεηλασίες στους
σύρους καταστρέφοντας με τις επιδρομές τους ότι ειδωλολατρικό
αντικείμενο υπήρχε. Περιέτεμναν διά της βίας μικρά παιδιά ιουδάιων
που εύρισκαν στο διάβα τους.
Όταν οι μέρες του Ματταθίου έφτασαν στο τέλος τους είπε στους
υιούς του: «Σήμερα βασιλεύει η αυθάδης υπερηφάνεια και υπάρχει
μεγάλη δυστυχία, είναι καιρός καταστροφής και μεγάλου θυμού. Τώρα
λοιπόν, τέκνα μου, αναπτύξτε τον ζήλο σας υπέρ του νόμου του Θεού
και θυσιάστε τη ζωή σας υπέρ της συνθήκης η οποία έγινε μεταξύ του
Θεού και των πατέρων μας. Θυμηθείτε και μιμηθείτε τα έργα τα οποία οι
πατέρες μας έκαναν στην εποχή τους και θα λάβετε δόξα μεγάλη και
όνομα αθάνατο. Μήπως ο Αβραάμ δεν βρέθηκε πιστός εν καιρώ

208
πειρασμού και η πίστις του τότε δεν λογαριάστηκε σ’ αυτόν ως αρετή; Ο
Ιωσήφ στον καιρός της στενοχώριας του φύλαξε τις εντολές του Θεού
και έγινε βασιλέας της Αιγύπτου. Ο Φινεές ο προπάτοράς μας επειδή
άναψε από ζήλο υπέρ υποθέσεως τινός του Θεού, έλαβε την βεβαίωση
και την υπόσχεση ότι θα έχει ακατάληπτη ιεροσύνη. Ο Ιησούς του Ναυή
επειδή εξετέλεσε τον λόγο του Κυρίου, έγινε κριτής του Ισραήλ. Ο
Χάλεβ επειδή διαμαρτυρήθηκε ομολογώντας την αλήθεια ενώπιον του
ισραηλιτικού λαού, έλαβε ιδιαίτερο μερίδιο εκ της ιεράς γης της
Παλαιστίνης. Ο Δαυίδ για την ευσέβειά του κατέκτησε θρόνο βασιλικό
αυτός και διά των απογόνων αυτού εις όλους τους αιώνας. Ο προφήτης
Ηλίας επειδή ήναψε από ζήλο υπέρ του νόμου του Θεού, ανελήφθη εις
τον ουρανό. Ο Ανανίας, ο Αζαρίας και ο Μισαήλ επειδή είχαν πίστη
στον Θεό, σώθηκαν από την φλόγα της καμίνου. Ο Δανιήλ λόγω της
αθωότητάς του, γλύτωσε από στόμα των λεόντων. Εξετάστε όλες τις
γενεές και θα διαπιστώσετε ότι όλοι όσοι έχουν την ελπίδα τους στον
Θεό, δεν καταστρέφονται. Μη φοβάστε λοιπόν τις απειλές αμαρτωλού
ανθρώπου, διότι η δόξα του θα μεταβληθεί σε κοπριά σκώληκος. Σήμερα
υψώνεται και αύριο δεν θα μπορέσει κανείς τον τόπο που στεκόταν
κάποτε, διότι το μεν σώμα του θα μεταβληθεί σε χώμα, οι δε σκέψεις του
και οι συλλογισμοί του δεν θα πραγματοποιηθούν. Και σεις τέκνα μου
έχετε θάρρος και να είστε γενναίοι υπερασπιζόμενοι τον νόμο του Θεού,
διότι δι αυτού θα δοξαστείτε. Ιδού ο αδελφός σας Συμεών. Γνωρίζω ότι
είναι άνθρωπος συνετός και αποφασιστικός. Σ’ αυτόν θα υπακούετε όλες
τις ημέρες της ζωής του, αυτός θα είναι για σας σύμβουλος πατρικός. Ο
δε Ιούδας ο Μακκαβαίος, ο γενναίος αυτός ήρωας από την νεότητά του
θα είναι αρχηγός του στρατού και θα διευθύνει τον πόλεμο εναντίον των
εχθρικών λαών…»
Έτσι ο Ματταθίας ολοκληρώνοντας τους λόγους του, τους
ευλόγησε και πέθανε κατά το έτος 167 π.Χ. Όλοι οι ισραηλίτες τον
έκλαψαν με μεγάλο θρήνο.
Αντί του Ματταθίου ανέλαβε την αρχηγία ο υιός του Ιούδας ο
λεγόμενος Μακκαβαίος. Αυτός ωσάν λέων πολεμούσε του σύρους τους
οποίους σε κάθε μάχη κατατρόπωνε.
Το 166 π.Χ ο Ιούδας νίκησε τον Απολλώνιο ο οποίος ήταν
έμπιστος του Αντιόχου και βασικό στέλεχος του Συριακού στρατού.
Αυτόν λοιπόν ο Ιούδας νίκησε και φόνευσε. Του πήρε το σπαθί ως
λάφυρο και με αυτό πολεμούσε εφεξής του Σύρους. Κάτι ανάλογο είχε
κάνει και ο Δαυίδ ο οποίος είχε νικήσει τον Γολιάθ και με το σπαθί του
γίγαντα πολεμούσε.
Όταν πληροφορήθηκε ο αρχιστράτηγος της Συρίας ο Σήρων ότι ο
Ιούδας οδηγούσε του ισραηλίτες σε μεγάλες νίκες κατά της πατρίδος
του, αποφάσισε με όλες του τις δυνάμεις να τον πολεμήσει ώστε
νικώντας τον να δοξασθεί ανάμεσα στο βασίλειό του.

209
Έτσι κινήθηκε εναντίον του Ιούδα με πολύ στρατό ασυγκρίτως
ισχυρότερο από τους Ιουδαίους. Μόλις οι ισραηλίτες αντίκρισαν το
μέγεθος του στρατού των Σύρων είπαν προς τον Ιούδα: -«Πως θα
μπορέσουμε εμείς που είμαστε τόσο λίγοι άνδρες να πολεμήσουμε
εναντίον τόσων πολλών και ισχυρών ανδρών, εξαντλημένοι όπως
είμαστε και από την πείνα»; Ο Ιούδας απάντησε: -«Είναι εύκολο
πράγμα πολλοί να περιέλθουν στα χέρια ολίγων, διότι στον Θεό του
ουρανού δεν υπάρχει διαφορά δυνάμεως, την οποία θα καταβάλλει για
να σώσει τινάς μέσω πολλών ή μέσω ολίγων ανδρών. Η νίκη του
πολέμου δεν εξαρτάται από μας, από το πλήθος των μαχομένων, αλλά η
δύναμίς μας απορρέει από τον Θεό. Εκείνοι έρχονται εναντίον μας
πλήρεις υπερηφανείας και ασεβείας, για να μας καταστρέψουν, τις
γυναίκες μας και τα τέκνα μας και έπειτα να μας λεηλατήσουν. Εμείς
όμως μαχόμαστε για την ζωή μας και για τον νόμο του Θεού μας. Διά
τούτο ο ίδιος ο Θεός θα τους συντρίψει αυτούς ενώπιόν μας. Μη
φοβάστε λοιπόν εσείς αυτούς».
Όταν τέλειωσε τον λαό του , ρίφθηκε στην μάχη αιφνιδίασε τον
Σήρων τον οποίο κατατρόπωσε. Σε αυτή την μάχη σκοτώθηκαν
οκτακόσιοι σύροι στρατιώτες οι δε λοιποί τράπηκαν σε άτακτη φυγή.
Έτσι το όνομα του Ιούδα έγινε ξακουστό σε όλα τα γειτονικά έθνη.
Όταν ο βασιλιάς Αντίοχος πληροφορήθηκε γι’ αυτήν την
παράλογη ήττα του Συριακού στρατού οργίστηκε και έδωσε διαταγή να
συγκεντρωθούν όλοι οι λαοί του βασιλείου του οι οποίοι κατάρτισαν εξ’
αυτών στράτευμα ισχυρό. Άνοιξε δε το θησαυροφυλάκιό του και έδωσε
μισθούς στους στρατιώτες του για ένα έτος. Τους διέταξε να είναι
έτοιμοι για κάθε ανάγκη. Ο μανιώδης τύραννος ήθελε να εκδικηθεί τους
Ιουδαίους, όμως τα οικονομικά του δεν ήταν σε καλή κατάσταση. Ο
Λυσίας μιλά για στρατό άνω των 120.000 μαχητών. Από αυτούς οι μισοί
στάλθηκαν να πολεμήσουν με τους ιουδαίους και οι άλλοι μισοί έμεινα
εφεδρικοί για οποιαδήποτε άλλη πιθανή εξέγερση προέκυπτε στο αχανές
βασίλειο.
Είπαμε όμως ότι ο Αντίοχος ξέμεινε από χρήματα. Αποφάσισε
λοιπόν να φύγει ο ίδιος για την Περσία για να εισπράξει φόρους. Στη
θέση του άφησε τον Λυσία, στον οποίο παρέδωσε τα μισά στρατεύματα
του βασιλείου με την υποχρέωση να εξαφανίσει τους ισραηλίτες «και
από την μνήμη των εθνών». Παράλληλα άφησε τον γιό του υπό την
προστασία και κηδεμονία του Λυσία.
Έτσι, το 165 π.Χ ο Αντίοχος στην εκστρατεία του νίκησε τον
βασιλιά της Αρμενίας Αρτάξιο λαμβάνοντας από κει σημαντικό ποσό
λαφύρων ενισχύοντας με αυτό τον τρόπο τα ταμεία του.
Ο Ιούδας και οι αδελφοί του όταν είδαν τον συγκεντρωμένο
πολυάριθμο στρατό εναντίον τους είπαν: -«Ας εγείρουμε τα ερείπια του
λαού μας και ας πολεμήσουμε για τον λαό μας και για τον ναό μας!».

210
Ο στρατός των Σύρων ήταν επτά φορές μεγαλύτερος από τον
Ιουδαϊκό. Ο στρατηλάτης όμως των Εβραίων ενίσχυσε τους πολεμιστές
του λέγοντας: «Μη φοβάστε το πλήθος αυτών και μη δειλιάσετε προ της
ορμής τους. Θυμηθείτε πώς οι πατέρες μας σώθηκαν στην Ερυθρά
θάλασσα όταν τους καταδίωξαν οι Αιγύπτιοι. Ας κραυγάσουμε τώρα
προς το Θεό ελπίζοντες ότι θα μας ευσπλαγχνισθεί ενθυμούμενος τη
συνθήκη φιλίας την οποία έκανε με τους πατέρες μας και θα συντρίψει
τον στρατό αυτόν σήμερα μπροστά στα μάτια μας και έτσι θα μάθουν
όλα τα έθνη, ότι υπάρχει Κάποιος ο Οποίος προστατεύει και σώζει τον
ισραηλιτικό στρατό». Αίφνης οι σύροι είδαν τον μικρό σε αριθμό
ιουδαϊκό στρατό να προχωρεί αιφνιδιαστικά εναντίον τους. Υπέστησαν
μάλιστα γρήγορα μια καταστροφική γι’ αυτούς ήττα, αφήνοντας πίσω
τους 3000 νεκρούς στρατιώτες και υπολογίσιμο αριθμό λαφύρων.
Τα νέα έφτασαν σύντομα στον Λυσία, ο οποίος τα άκουσε
περίλυπος. Περίλυπος για την ήττα που υπέστη ο στρατός του, αλλά και
γιατί δεν πέτυχε τα όσα τον διέταξε ο Αντίοχος. Έτσι αποφάσισε να
επαναλάβει την εκστρατεία του εναντίον των Ιουδαίων, αλλά αυτή τη
φορά με ισχυρότερο στρατό, ο οποίος θα αριθμούσε 20000 στρατιώτες.
Ο Ιούδας είχε στρατό 10000 στρατιωτών.
Στη μάχη που ακολούθησε οι σύριοι γρήγορα έχασαν πέντε
χιλιάδες στρατιώτες και ετράπησαν πανικοβλημένοι σε φυγή. Ο Ιούδας
μαζί με τον γενναίο του στρατό κινήθηκαν προς την Ιερουσαλήμ την
οποία αντίκρισαν κατεστραμμένη και τον ναό του Θεού βεβηλωμένο.
Καθάρισαν τον ναό, τον ανοικοδόμησαν, κατασκεύασαν καινούρια ιερά
σκεύη και προσέφεραν κατόπιν θυμίαμα στο θυσιαστήριο των
ολοκαυτωμάτων. Έτσι εκείνη την ημέρα έκαναν τα εγκαίνια του
ανακαινισμένου ναού. Επί οκτώ ημέρες προσέφεραν θυσίες και
ολοκαυτώματα με μεγάλη χαρά και ευφροσύνη.
Κατόπιν ανοικοδόμησαν τα τείχη της πόλεως και έβαλαν ισχυρή
φρουρά για να περιφρουρεί την πόλη από τους εχθρούς.
Τα γειτονικά όμως ειδωλολατρικά έθνη των ιουδαίων
πληροφορήθηκαν για τον εγκαινιασμό του ναού Σολομώντος και
αποφάσισαν να επιτεθούν συμμαχώντας όλοι εναντίον του Ιούδα.
Συγκέντρωσαν λοιπόν ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις ευελπιστώντας ότι
θα καταφέρουν σε σύντομο χρονικό διάστημα να εξαφανίσουν και το
ιουδαϊκό έθνος.
Ο Ιούδας δεν έκατσε με τα χέρια σταυρωμένα. Αιφνιδιαστικά
επιτέθηκε στα έθνη αυτά οργανώνοντας εκστρατείες κατά τις οποίες
κατέστρεψε ολοσχερώς τα αντίπαλα στρατεύματα, κατέλαβε πόλεις,
παρέλαβε σημαντικά λάφυρα. Λεπτομέρειες για τις νικηφόρες αυτές
εκστρατείες του Ιούδα και των αδελφών του περιγράφονται στο βιβλίο
Α΄Μακκαβαίοι κεφάλαιο 5.
Εν τω μεταξύ Ο Αντίοχος ο Επιφανής βασιλιάς της Συρίας

211
προσπάθησε να κυριεύσει με εκστρατεία του την Περσέπολη, όμως
ηττήθηκε. Παράλληλα πληροφορήθηκε για τις νίκες των ιουδαίων
εναντίον του στρατηγού του Λυσία, για την ανοικοδόμηση των τειχών
της Ιερουσαλήμ και για την καταστροφή του μιαρού αγάλματος που είχε
στήσει στο ιερό του ναού του Σολομώντος. Η πληροφορία όλων αυτών
των γεγονότων τον έκανε να ασθενήσει βαριά από μελαγχολία. Δεν
έτρωγε, δεν έπινε δεν κοιμόταν. Στο τέλος της ζωής του κατανόησε ότι η
αιτία της πτώσης του ήταν το κακό που είχε κάνει στους ιουδαίους, που
βεβήλωσε τον ναό τους, που έστειλε στρατό εναντίον τους με σκοπό να
τους αφανίσει. Με λίγα λόγια ο Αντίοχος κατανόησε ότι ο Θεός των
Ιουδαίων εκδικήθηκε για λογαριασμό τους. Λίγο πριν πεθάνει
τοποθέτησε ως νέο βασιλιά τον φίλο του Φίλιππο και πέθανε στην
ξενιτιά.
Οι Σύροι σύντομα υπό τον νέο βασιλιά και στρατηγό τον
Ευπάτωρα ανασυγκροτήθηκαν. Αντεπιτέθηκαν και κυρίευσαν και πάλι
την Ιουδαία, έχοντας ως συμμάχους τους πολλούς αποστάτες –προδότες
ιουδαίους. Και πάλι όμως ο Ιούδας αντεπιτέθηκε οργανώνοντας μια
πολεμική μηχανή από ελέφαντες! Χίλιοι πεζοί και πεντακόσιοι ιππείς
συναθροίζονταν γύρω από κάθε ελέφαντα αλυσιδωτοί. Οι μαχητές
ανάμεσα από τα μεγαλόσωμα ζώα έριπταν ακόντια εναντίον του εχθρού.
Ο στρατός αυτός προχωρούσε με βήμα σταθερό και καλή παράταξη
προκαλώντας τρόμο στους αντιπάλους.
Η μάχη ασφαλώς δεν ήταν κάτι εύκολο για τους Ιουδαίους οι
οποίοι υπέστησαν ήττα και οπισθοχώρησαν εξαιτίας του όγκου του
συριακού στρατού. Κλείστηκαν στην πόλη Βαιθσούρα δίχως μάλιστα
αρκετά αποθέματα σε τροφές.
Ενώ τα πράγματα φαίνονταν δύσκολα για τους ιουδαίους ο Θεός
έστειλε την βοήθειά Του. Ο Φίλιππος επιστρέφοντας από την Περσία
μαζί με τον στρατό του αποθανόντος Αντίοχου του Επιφανούς θέλησε
να διεκδικήσει την κυβέρνηση του βασιλείου. Ο Λυσίας, αντίπαλος του
Φιλίππου πρότεινε στον νεαρό βασιλέα να συνάψουν ειρήνη με τους
ιουδαίους: « Λοιπόν τώρα ας συμφιλιωθώμεν με τους ανθρώπους
αυτούς, ας συνάψωμεν ειρήνην μαζί με αυτούς και με όλον το έθνος των,
ας σεβασθώμεν το δικαίωμά των να ζουν σύμφωνα με τα ιδικά
των νόμιμα, όπως εγίνετο και προηγουμένως. Διότι χάριν αυτών ακριβώς
των νόμων, τους οποίους ημείς θέλομεν να καταπατήσωμεν, ωργίσθησαν
αυτοί και έκαμαν όλα αυτά εναντίον μας».(Α΄Μακ. 6,59)
Ο λόγος αυτός άρεσε στον βασιλέα Φίλιππο, οι ιουδαίοι από την
μεριά τους δέχτηκαν την πρόταση αυτή. Δέχτηκαν οι ιουδαίοι, διότι και
αυτοί από τη μεριά τους είχαν περιέλθει εξαιτίας του λοιμού σε
απελπιστική κατάσταση.
Κατά το έτος 162 με 161 π.Χ ο Δημήτριος ο Σελεύκον, ανηψιός
του Αντίοχου του Επιφανούς ο οποίος ήταν όμηρος στην Ρώμη,

212
κατάφερε να διαφύγει, χρήστηκε βασιλέας της Συρίας από μια ομάδα
οπαδών του και με στρατεύματα εισήλθε στη γη των πατέρων του.
Συνέλαβε τον Αντίοχο και τον Λυσία, τους φόνευσε και κάθισε ο ίδιος
στον θρόνο της Συρίας.
Παράλληλα ο Άλκιμος αρχηγός των αποστατών ιουδαίων ο οποίος
ήθελε να γίνει αρχιερέας, προσέγγισε τον νέο βασιλιά για να αποσπάσει
την εύνοιά του. Κατηγόρησε τον Ιούδα για την καταστροφή της
Ιερουσαλήμ. Ο Δημήτριος επέλεξε τον φίλο του Βακχίδη ως αρχηγό της
νέας εκστρατείας που ετοίμασε εναντίον του Ιούδα. Έχρισε ως νόμιμο
αρχιερέα των ιουδαίων τον Άλκιμο. Γιατί τον έχρισε; Ο Δημήτριος
έβλεπε ότι αυτό ήταν ένα μέσο για να διατηρήσει την εξουσία του στην
Ιουδαία. Συνεπώς η εκστρατεία αυτή δεν είχε σκοπό τον εξηλληνισμό
του ιουδαϊκού λαού. Ο Ιούδας όμως πληροφορήθηκε τις προθέσεις του
σύρου βασιλιά και αρνήθηκε κάθε διαπραγμάτευση μαζί του. Μερικοί
όμως συμπατριώτες του πείστηκαν για τις «καλές» προθέσεις του
Άλκιμου, αιχμαλωτίστηκαν και θανατώθηκαν.
Η αντίδραση του Ιούδα υπήρξε άμεση. Σε μάχη που εξελίχτηκε
στην περιοχή Χαφαρσαλαμά συνέτριψε τον στρατό των σύρων
αφήνοντας πίσω του 5000 νεκρούς στρατιώτες. Στην συγκεκριμένη
μάχη αρχηγός των σύρων ήταν ο Νικάνωρ ο οποίος υπήρξε στενός
φίλος του Δημητρίου όταν ζούσαν και οι δύο ως όμηροι στην Ρώμη. Ο
Νικάνωρ διέφυγε ζωντανός, ανέβηκε στον λόφο Σιών ,έπιασε
αιχμαλώτους τους αρχιερείς του ναού και απείλησε ότι θα κάψει
ολοσχερώς τον ναό αν δεν του παρέδιδαν στα χέρια του τον Ιούδα. Οι
αρχιερείς και ο λαός προσευχήθηκαν στον Θεό να προστατέψει από την
βεβήλωση τον ναό Του. Έτσι ο Ιούδας, βρήκε την ευκαιρία να επιτεθεί,
κατά την μάχη αυτή αμέσως ο Νικάνωρ έπεσε πρώτος απ’ όλους νεκρός.
Ακολούθησε η τελική σφαγή όλων των σύρων στρατιωτών. Οι ιουδαίοι
εκείνη την ημέρα έκοψαν την κεφαλή του
Νικάνωρος και με καμάρι την ύψωσαν δοξάζοντας τον Θεό. Μετά από
τα γεγονότα αυτά η Ιουδαία ησύχασε από τους πολέμους για αρκετά
χρόνια.
Ο Ιούδας πληροφορήθηκε ότι εκείνα τα χρόνια (190 π.Χ) υπήρχε
ένα δυνατό στρατιωτικά έθνος το οποίο έτεινε να ηγεμονεύσει σε όλο
τον γνωστό τότε κόσμο: «Ούτοι ναι, είναι δυνατοί εις τους πολέμους»
του είπαν και του διηγήθηκαν ορισμένα από τα ανδραγαθήματά τους. Ο
Ιούδας αποφάσισε τελικώς να συμμαχήσει με τους Ρωμαίους υπό τον
φόβο ότι τελικά οι έλληνες κάποια στιγμή θα έθεταν υπό την κατοχή
τους τον ιουδαϊκό λαό. Απέστειλε στην Ρώμη αντιπροσώπους του και
υπέγραψαν την εξής συνθήκη: « “Ευτυχία και ειρήνη είθε να
υπάρχη στους Ρωμαίους και το Ιουδαϊκόν έθνος, κατά θάλασσαν και
κατά ξηράν πάντοτε. Μακράν ας είναι από αυτούς η ρομφαία και ο
εχθρός. Εις περίπτωσιν όμως που θα ενσκήψη πόλεμος εναντίον των

213
Ρωμαίων κατά πρώτον η εις ένα εκ των συμμάχων των καθ' όλην την
έκτασιν της κυριαρχίας του, το έθνος των Ιουδαίων θα συμμαχήση και
θα δώση βοήθειαν εις αυτούς, καθώς αι περιστάσεις θα υπαγορεύσουν,
με όλην των την καρδίαν Δεν θα δώσουν βοήθειαν ούτε και θα
προμηθεύσουν στους πολεμούντας τους Ρωμαίους σίτον, ούτε όπλα,
ούτε χρήματα, ούτε πλοία. Αυτή είναι η θέλησις των Ρωμαίων. Οι
Ιουδαίοι είναι υποχρεωμένοι να τηρήσουν όλα αυτά, χωρίς να λάβουν
κανένα αντάλλαγμα. Κατά παρόμοιον τρόπον εάν συμβή πόλεμος
εναντίον των Ιουδαίων, οι Ρωμαίοι θα συμμαχήσουν με όλην των την
ψυχήν με αυτούς, όπως θα υπαγορεύουν εις αυτούς αι περιστάσεις. Οι
Ρωμαίοι είναι υποχρεωμένοι να μη δώσουν εις τα εχθρικά σύμμαχα κατά
των Εβραίων έθνη ούτε σίτον, ούτε όπλα ούτε χρήματα, ούτε πλοία.
Αυτά απεφάσισεν η Ρωμη. Οι Ρωμαίοι υπόσχονται ότι θα τηρήσουν τας
υποχρεώσεις των ακριβώς και ειλικρινώς”.
ΟΔημήτριος όμως μετά την ήττα του Νικάνωρος δεν υποχώρησε.
Έστειλε και πάλι τον Βακχίδη και τον Άλκιμο στην Ιουδαία. Οι ιουδαίοι
δεν περίμεναν τόσο σύντομα να δουν τον συριακό στρατό μπροστά τους
έτσι όχι μόνο αιφνιδιάστηκαν αλλά και τρομοκρατήθηκαν.
Εγκατέλειψαν οι περισσότεροι τη θέση τους και οι μόνοι που παρέμειναν
ήταν ο Ιούδας με λίγους μαχητές του. Η απροσδόκητη αυτή κατάσταση
έφερε στον Ιούδα έντονη αγωνία. Παρόλα αυτά ο γενναίος αυτός
στρατηλάτης μαζί με 800 ακόμη γενναίους στρατιώτες ρίφθηκαν στη
μάχη εναντίον 21600 σύρων στρατιωτών. Αυτή ήταν η τελευταία ηρωική
μάχη του Ιούδα ο οποίος έπεσε γενναία μαχόμενος. Ολόκληρο το
ιουδαϊκό έθνος τον πένθησε για έναν ολόκληρο μήνα.
Νέος αρχηγός των Ιουδαίων έγινε ο Ιωνάθαν αδελφός του Ιούδα.
Εν τω μεταξύ ο Βακχίδης μέσα σε όλη αυτή την αναταραχή μπήκε
ανενόχλητος μέσα στην Ιερουσαλήμ και την λεηλάτησε. Παράλληλα και
ο Άλκιμος βεβήλωσε τον ναό γκρεμίζοντας το εσωτερικό τείχος που
διαχώριζε την εξωτερική από την εσωτερική αυλή. Με αυτό τον τρόπο
ήθελε να εξομοιώσει τους ιερούς λειτουργούς με τους απλούς λαϊκούς.
Όμως η θεία τιμωρία έπεσε στο κεφάλι του ασεβούς Αλκίμου του οποίο
το στόμα σφράγισε και δεν μπορούσε να αρθρώσει λέξη. Σύντομα
πέθανε αφού υπέφερε πολλά βάσανα.
Μετά τον θάνατο του Αλκίμου. Ο Βακχίδης επανήλθε στην
Ιουδαία κατόπιν αιτήματος των αποστατών Ιουδαίων. Μετά από μακρά
πολιορκία οι δυνάμεις του Βακχίδη συνετρίβησαν και έτσι αναγκάστηκε
να συνάψει ειρήνη με τον Ιωνάθαν.
Το 153 π.Χ οι Ρωμαίοι είδαν μετά λύπης ότι στον θρόνο ανέβηκε
ο Δημήτριος και έτσι θέλησαν με όλες τους τις δυνάμεις να ενισχύσουν
τον Αλέξανδρο Βάλα τον οποίο ανακήρυξαν βασιλέα της Συρίας στην
πόλη Πτολεμαΐδα.
Αλέξανδρος και Δημήτριος προσπάθησαν να συνάψουν συμμαχία

214
με τον Ιωνάθαν προσφέροντάς του «γη και ύδωρ». Ο Ιωνάθαν επέλεξε
ως σύμμαχό του τον Αλέξανδρο μη μπορώντας βέβαβαια να ξεχάσει το
νωπό παρελθόν της συριακής κατοχής. Ακολούθησε μάχη, στην οποία ο
Αλέξανδρος εξήλθε νικητής. Στη νίκη αυτή καθοριστικό ρόλο έπαιξε η
συμβολή Αιγυπτιακών στρατευμάτων τα οποία υποστήριξαν τον
Αλέξανδρο. Η συμμαχία αυτή γέννησε και έναν βασιλικό γάμο. Ο
Αλέξανδρος νυμφεύθηκε την Κλεοπάτρα η οποία ήταν κόρη του
βασιλέως της Αιγύπτου. Στον βασιλικό γάμο ο οποίος έγινε στην
Πτολεμαίδα προσκάλεσαν και τον Ιωνάθαν τον οποίο οι δύο βασιλείς
εξετίμησαν ιδιαιτέρως και τον αναβίβασαν στον βαθμό του στρατηγού.
Λίγο όμως αργότερα ο βασιλέας της Αιγύπτου ο Πτολεμάιος 6ος ο
Φιλομήτωρ θέλησε να προσαρτήσει στην κατοχή του την συριακή
περιοχή. Συγκέντρωσε λοιπόν πολύ στρατό και ξεκίνησε την εκστρατεία
του κατά την οποία ζήτησε και τη συμμαχία του Ιωνάθαν. Του έταξε
μάλιστα να του δώσει για γυναίκα του την κόρη του Κλεοπάτρα την
οποία νωρίτερα είχε νυμφεύσει με τον Αλέξανδρο: «Μετενόησα διότι
έδωσα την θυγατέρα μου στον Αλέξανδρο καθ’ όσον εζήτησε να με
φονεύσει» του είπε συκοφαντώντας ασφαλώς τον γαμπρό του.
Ακολούθησε πόλεμος μεταξύ των δυνάμεων του Πτολεμαίου και
του Αλεξάνδρου. Στον πόλεμο αυτό ο Πτολεμαίος νίκησε, ο Αλέξανδρος
προσπάθησε να διαφύγει δίχως επιτυχία. Τον συνέλαβε ο Άραψ Ζαβδιήλ
και του έκοψε το κεφάλι το οποίο ως λάφυρο απέστειλε στον Πτολεμαίο.
Όμως και ο Πτολεμαίος δεν χάρηκε για πολύ τον θρίαμβό του αφού μετά
από τρεις μέρες πέθανε. Νέος βασιλιάς έγινε ο Δημήτριος ΙΙ.
Μέσα σ’ αυτή την αναταραχή ο Ιωνάθαν θεώρησε ότι ήταν η
κατάλληλη στιγμή για να πολιορκήσει την Συριακή φρουρά που
βρίσκονταν στην ακρόπολη της Ιερυσαλήμ. Ο Δημήτριος
πληροφορήθηκε το γεγονός και αμέσως κάλεσε τον Ιωνάθαν στην
Πτολεμαίδα από τον οποίο μάλιστα απαίτεισε να λύσει την πολιορκία. Ο
Ιωνάθαν δεν ενέδωσε σ’ αυτή του την απαίτηση πήγε όμως στην
Πτολεμαίδα διακινδυνεύοντας ουσιαστικά τη ζωή του. Ο Δημήτριος
όμως μη θέλωντας ασφαλώς να εξαγριώσει κι άλλο τους Ιουδαίους
υποδέχτηκε τον Ιωνάθαν με μεγάλες τιμές. Του επικύρωσε το
αρχιερατικό του αξίωμα χάρισε όλους τους φόρους στους ιουδαίους
πολίτες.
Όμως και πάλι οι έριδες της εποχής δεν άφησαν την ηρεμία να
επικρατήσει στην περιοχή. Ένας αντίπαλος του Δημητρίου ονόματι
Τρύφων, άνθρωπος σκληρός και μοχθηρός επαναστάτησε εναντίον του
Δημητρίου δημιουργώντας κίνημα επανάστασης στην πόλη της
Αντιόχειας. Ο Ιωνάθαν στην περίπτωση αυτή απέστειλε τρεις χιλιάδες
στρατιώτες βοηθώντας τον βασιλέα να καταστείλει αυτή την
επανάσταση η οποία όντως άμεσα καταπνίγει αφήνοντας πίσω της
χιλιάδες θύματα. Έτσι ο Δημήτριος στερεώθηκε στον θρόνο του. Μία

215
στερέωση που δεν κράτησε και πάλι για πολύ. Ο Τρύφων επέστρεψε
φέρνοντας μαζί του τον υιό του Βαλάς Αντίοχο τον οποίο ανακήρυξε
βασιλιά. Γύρω του συγκεντρώθηκαν όλοι οι άντρες του στρατού. Μαζί
με τον νεαρό βασιλιά τάχθηκε αυτή τη φορά και ο Ιωνάθαν ο οποίος είχε
έντονα δυσαρεστηθεί από τον Δημήτριο επειδή λησμόνησε κάθε
υπόσχεση που πρωτύτερα είχε δώσει στους ιουδαίους. Έτσι ο ιουδαίος
στρατηλάτης αναλαμβάνοντας την υπεράσπιση της ευρύτερης περιοχής
της Δαμασκού επιδόθηκε σε σημαντικές όσο και δύσκολες νίκες
εναντίον του συριακού στρατού.
Θεώρησε ωστόσο σωστό και χρήσιμο να συνάψει συμφωνία
ειρήνης και συνεργασίας με τους Ρωμαίους και τους Σπαρτιάτες. Τα
γεγονότα όμως έφεραν σύντομα και πάλι τον Τρύφων σε θέση ισχύος. Ο
Ιωνάθαν μη έχοντας πολλές επιλογές αναγκάστηκε να συμμαχήσει με
τον Τρύφων. Το λάθος του όμως δεν ήταν αυτό. Το λάθος του ήταν ότι
εμπιστεύτηκε αφελώς την υπόσχεση του Τρύφωνος ο οποίος του είπε ότι
προτίθετο να τον χρήσει βασιλέα της Πτολεμαίδος. Έτσι, με ένα τμήμα
του στρατού του ο Ιωνάθαν μπήκε στην Πτολεμαίδα και εκεί
παγιδεύτηκε. Ο στρατός του Τρύφωνος τον κατέσφαξε αυτόν και τους
συνοδούς του, χίλιους τον αριθμό. Έτσι ετελειώθη ένας μεγάλος ήρωας
του ιουδαϊκού έθνους. Ο θάνατός του σκόρπισε θλίψη στους
συμπατριώτες του.
Τα ειδωλολατρικά έθνη ακούγοντας την είδηση του θανάτου του
Ιωνάθαν χάρηκαν και συμφώνησαν μεταξύ τους λέγοντας: «Δεν έχουν
αυτοί πλέον αρχηγό. Ας πολεμήσουμε λοιπόν τούτους τώρα και ας
εξαφανίσουμε και την ανάμνησή τους μεταξύ των ανθρώπων».
Νέος ηγέτης του Ιουδαϊκού έθνους αναδείχθηκε ο Σίμων ο
αδελφός του Ιούδα και του Ιωνάθαν. Αυτός ήταν ο μόνος που επέζησε
ανάμεσα στους πέντε υιούς του Ματταθία. Ο Σίμων αναλαμβάνοντας
την διαδοχή είπε: «Δεν είμαι καλύτερος από τους αδελφούς μου, αλλά
εύχομαι στον Θεό να μου δώσει την δύναμη να μη λυπηθώ τη ζωή μου,
να γίνω υπερασπιστής του έθνους μου, του ναού, των γυναικών και των
τέκνων ημών, διότι τα ειδωλολατρικά έθνη με μίσος θέλουν να μας
καταστρέψουν».
Ο Σίμων οχύρωσε τις πόλεις της Ιουδαίας και σύναψε ειρήνη με
τον Δημήτριο. (142 π.Χ). Κατάφερε δε να ξανακατακτήσει ύστερα από
πολλά χρόνια την Ακρόπολη της Ιερουσαλήμ. Έχρησε αρχιστράτηγο του
στρατού του τον υιό του Ιωάννη, διότι ο ίδιος ήταν πλέον πολύ γέρος.
Την εποχή εκείνη ο Δημήτριος αναχώρησε για την Μηδία (141-
140 π.Χ). Οι Πάρθοι είχαν κυριεύσει όλες τις ανατολικές χώρες του
βασιλείου της Συρίας μέχρι τον Ευφράτη. Σκοπός λοιπόν του Δημητρίου
ήταν να επανακτήσει τις περιοχές αυτές. Δεύτερος σκοπός του ήταν να
ανατρέψει τον σφετεριστή του θρόνου Τρύφωνα. Όμως, ο Αρσάκης
βασιλιάς των Περσών και των Μήδων (174-136 π.Χ) νίκησε τον

216
Δημήτριο. Έκτοτε η Ιουδαία υπό την αρχηγία του Σίμωνος έζησε χρόνια
ειρηνικά. Διότι από τη μία το κίνημα των σφετεριστών ιουδάιων είχε
χάσει όλη τη δύναμή του, ενώ από την άλλη ήταν απασχολημένος στη
Συρία. Ο Σίμων κυβέρνησε τη χώρα του πολύ συνετά την κατέστησε
σπουδαίο κέντρο εμπορίου, κατέλαβε την Ιόππη, απελευθέρωσε μεγάλο
αριθμό Ιουδαίων αιχμαλώτων από τους σύρους, ανάπλασε την γεωργία,
οχύρωσε την Ιουδαία, ανακαίνισε τον ναό, ανανέωσε την συμμαχία του
με την Σπάρτη και την Ρώμη.
Σύντομα όμως ο Τρύφων ηττήθηκε από τον Αντίοχο τον 7ο ο
οποίος βλέποντας ότι είναι ισχυρός στρατιωτικά αποφάσισε να διακόψει
τις σχέσεις του με τους Ιουδαίους. Απαίτησε μάλιστα από τον Σίμωνα να
επιστρέψει την Ιόππη και την Γάζαρα καθώς και την Ακρόπολη της
Ιερουσαλήμ. Επέβαλε δε τεράστιους φόρους. Ο Σίμων αρνήθηκε να
εκτελέσει τις διαταγές του Αντιόχου λέγοντας: «“ούτε ξένην χώραν
έχομεν καταλάβει, ούτε ξένα αγαθά εκρατήσαμεν. Αλλά κατοικούμεν ως
κύριοι εις την κληρονομίαν των πατέρων μας, η οποία επί τινα χρόνον
είχεν αδίκως κατακρατηθή από τους εχθρούς μας. Ημείς δε ευρήκαμεν
ευνοϊκήν ευκαιρίαν και ανεκτήσαμεν την κληρονομίαν των πατέρων
μας. Ως προς δε την Ιόππην και τα Γαζαρα τας πόλεις αυτάς, τας οποίας
απαιτείς, αυταί είχαν συνεχώς επιφέρει μεγάλας συμφοράς στον λαόν
μας και εις την χώραν μας. Παντως δια τας δύο αυτάς πόλεις σας δίδομεν
ως αποζημίωσιν εκατόν τάλαντα”.
Ο Σιμων εκάλεσε τους δύο μεγαλυτέρους υιούς του, τον Ιούδαν
και τον Ιωάννην, και τους είπε· “εγώ, οι αδελφοί μου και ο οίκος του
πατρός μου επολεμήσαμεν τους εχθρούς του ισραηλιτικού λαού από της
νεότητος ημών μέχρι της σημερινής ημέρας. Πολλάκις δε δια των χειρών
μας ευωδώθησαν τα έργα μας και κατωρθώσαμεν να σώσωμεν τον
ισραηλιτικόν λαόν. Τωρα όμως εγώ έχω γηράσει. Σεις, χάρις στο
έλεος του Θεού, έχετε φθάσει εις μίαν ικανοποιητικήν ηλικίαν. Παρετε,
λοιπόν, θέσιν τώρα αντί εμού και του αδελφού μου και εξελθόντες
πολεμήσατε υπέρ του έθνους μας. Η δε βοήθεια εκ του ουρανού από τον
Θεόν ας είναι πάντοτε μαζή σας».

Πράγματι οι Ιουδαίοι νίκησαν τους Σύρους, όμως η χαρά τους δεν


κράτησε για πολύ. Ο γαμπρός του Σίμωνος ,Πτολεμαίος, ήθελε από
καιρό να γίνει εθνάρχης των Ιουδαίων. Έτσι το 135 π.Χ οργάνωσε μία
συνομωσία. Κάλεσε σε συμπόσιο τον Σίμωνα και τους υιούς του. Από το
συμπόσιο αυτό έλειπε μόνον ο Ιωάννης. Όταν το συμπόσιο προχώρησε
και ο Σίμων και οι υιοί του περιήλθαν σε κατάσταση μέθης, ο
Πτολεμαίος με τους συνεργούς του όρμησαν και τους σκότωσαν.
Είπαμε όμως ότι από το συμπόσιο έλειπε ο Ιωάννης ο λεγόμενος
Υρκανός, ο οποίος πληροφορήθηκε εγκαίρως την πράξη αυτή κατάφερε
να διαφύγει από τον κίνδυνο και με σύντομες και συνοπτικές κινήσεις

217
αιφνιδίασε τον Πτολεμαίο, τον συνέλαβε αυτόν και τους συνεργούς του
και διαδέχθηκε τον πατέρα του στον Ιουδαϊκό θρόνο.
Η βασιλεία του και οι αγώνες που έκανε υπέρ του έθνους του
κράτησαν μέχρι το 64 π.Χ δηλαδή μέχρι την εποχή που ο Πομπήιος ο
Ρωμαίος αυτοκράτορας κατέλαβε την Ιερουσαλήμ και εγκατέστησε στην
περιοχή βασιλιά τον Ηρώδη.

ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΜΙΧΑΗΛ Δ. ΣΤΕΦΑΝΟΥ

Ησαῒας
Το έργο του προφήτου σε
ΣΥΝΟΠΤΙΚΗ ΕΡΜΗΝΕΙΑ

Σισάνιον 2016
πρόλογος
Το όνομα Ησαΐας προκύπτει από την εβραϊκή ονομασία Γεσαγιά η οποία
είναι σύνθετη και αποτελείται από τις λέξεις Γιεχωβά που σημαίνει Θεός και Γιασά
που σημαίνει έσωσε. Άρα Ησαΐας σημαίνει ο Θεός σώζει. Πράγματι, ο προφήτης
αυτός του Θεού υπήρξε για τους εβραίους όργανο σωτηρίας και επαγρύπνησης από
το 765-700 π.Χ.
Στο προφητικό του έργο κλήθηκε διά θείου οράματος κατά το τελευταίο έτος
της βασιλείας του Αζαρίου ή Οζίου (740-738 π.Χ) όταν ανήγγειλε την καταστροφή
των δύο βασιλείων του Ιούδα και του Ισραήλ λόγω της ασέβειάς τους.

«Το περιεχόμενο του βιβλίου συνιστά μια συλλογή προφητειών που


διαιρούνται σε τρεις ενότητες.Στην πρώτη ενότητα (κεφ. 1-39) περιέχονται κυρίως
απειλητικοί λόγοι κατά του βασιλείου του Ιούδα και της Ιερουσαλήμ, καθώς και

218
κατά των γειτονικών λαών, αλλά και μεσσιανικές εξαγγελίες και εσχατολογικές
προφητείες. Με το ελεγκτικό του κήρυγμα ο προφήτης καλεί το λαό του Θεού σε
μετάνοια, ώστε να αποφευχθεί η επερχόμενη καταστροφή.

Στη δεύτερη ενότητα (κεφ. 40-55) υπάρχουν προρρήσεις, προτροπές και


παρηγορητικοί λόγοι προς τους αιχμαλώτους στη Βαβυλώνα Ιουδαίους. Σημαντική
θέση κατέχουν στην ενότητα αυτή τα τέσσερα μεσσιανικού περιεχομένου άσματα. Η
καταστροφή που προαναγγέλθηκε στις προφητείες της πρώτης ενότητας επήλθε, και
το κήρυγμα του προφήτη γίνεται τώρα παρηγορητικό και ελπιδοφόρο.

Η τρίτη ενότητα (κεφ. 56-66) περιέχει ενθαρρυντικούς λόγους για τους


Ιουδαίους που επιστρέφουν μετά την αιχμαλωσία στη χώρα τους, ώστε να
αντιμετωπίσουν τις δύσκολες καταστάσεις, καθώς και προρρήσεις για την τελική
νίκη του Μεσσία και το ένδοξο μέλλον του Ισραήλ και της Ιερουσαλήμ»6.

Ας δούμε όμως μεθοδικά το έργο του Ησαΐα που χωρίζεται σε εξήντα έξι
κεφάλαια:

Κεφάλαιο πρώτο

Ο Ησαΐας ξεκινά το βιβλίο του με απειλητικά λόγια εναντίον ισραηλιτών και


ιουδαίων εξαιτίας της αποστασίας τους από τον Θεό. Καλεί τα αναίσθητα υλικά όντα
τον ουρανό και την γη να γίνουν μάρτυρες της αχαριστίας τους. Το βόδι και το
γαϊδούρι τα ανοητότερα των κατοικίδιων ζώων γνωρίζουν τους κυρίους τους, λέει, ο
ισραηλιτικός όμως λαός στερείται της στοιχειώδους γνωριμίας με τον Θεό.

Ο Κύριος δεν βρίσκει τίποτε το υγιές σ’ αυτόν τον λαό. «όλο το σώμα σας
είναι μια πληγή» τονίζει. Τι να θεραπεύσει; Δεν υπάρχει πλέον τρόπος θεραπείας. Η
συνέπεια άμεση: ξένοι λαοί θα εισέλθουν στην Ιουδαία. Μόνο μία μικρή μερίδα του
ιουδαϊκού λαού θα επιζήσει για να συνεργήσει στο έργο διά του Μεσσίου σωτηρίας
. Αν δεν υπήρχε αυτή η προοπτική τότε Ιουδαία και Ιερουσαλήμ θα μεταβάλλοντας
σε Σόδομα και Γόμορρα. “Τι να το κάμω εγώ το πλήθος των θυσιών σας; Είμαι
γεμάτος και εχόρτασα από θυσίας ολοκαυτωμάτων κριών, που μου προσφέρετε. Δεν
θέλω πλέον ούτε το λίπος των αμνών ούτε το αίμα των ταύρων και των τράγων…
λέει ο Κύριος αηδιασμένος από την επιφανειακή τυπολατρία αυτού του λαού. Ένα
πράγμα ζητάει μόνο: «Λουσθήτε, λοιπόν, στο λουτρόν της μετανοίας, γίνετε
εσωτερικώς καθαροί, αφαιρέσατε τας πονηρίας και τα αμαρτωλά πάθη από τας
ψυχάς σας, ώστε να είσθε καθαροί ενώπιόν μου. Πάψετε πλέον τας πονηρίας σας».

Κεφάλαιο Δεύτερο

Ο Κύριος έκανε την εξής αποκάλυψη στον Ησαΐα: Η Ιερουσαλήμ θα γίνει το


πνευματικό κέντρο όλων των λαών. Τα έθνη που είχαν διαιρεθεί στον πύργο της
Βαβέλ τώρα και πάλι υπό την σκέπη του Χριστού-Μεσσία, θα συναχθούν.

Νέα Διαθήκη ο Χριστός θα αναγγείλει η οποία θα αφορά όλα τα έθνη όχι


μόνο τον Ισραήλ. Η Καινή Διαθήκη θα ρυθμίζει πλέον τη ζωή των εθνών. Οι πόλεμοι

6
Ιστοσελίδα http://users.sch.gr

219
θα παύσουν, τα όπλα θα μεταβληθούν σε αγροτικά εργαλεία. Η προφητεία αυτή
μπορεί να πει κανείς ότι δεν εκπληρώθηκε εις το έπακρο, όμως δύναται να εννοηθεί
και μεταφορικά μέσω της εσωτερικής ειρήνης που φτάνει ο άνθρωπος όταν
αγιάζεται.

Ποια όμως είναι η αιτία που ο ισραηλιτικός λαός κατακρίθηκε από τον Θεό;
Η ειδωλολατρία. Παρά το γεγονός ότι ο λαός αυτός είδε τα μεγαλεία του Θεού εν
τούτοις προσκύνησαν τα είδωλα, ίδρυσαν μαντεία και μιαρές θυσίες λες και ποτέ δεν
γνώρισαν τον Κύριο. Όμως η ημέρα του Κυρίου του Παντοκράτορος θα έρθει και
τότε οι υπερήφανοι και οι εγωιστές θα ταπεινωθούν. Τα είδωλα θα εξαφανιστούν, θα
πεταχτούν στα σκουπίδια ή θα θαφτούν στις οπές της γης εκεί που κατοικούν
νυχτερίδες. Πράγματι ο εξαφανισμός αυτών έγινε πλήρης όταν εφάνη ο Χριστός.

Κεφάλαιο τρίτο

Θεία τιμωρία θα επέλθει στο ιουδαϊκό έθνος. Θα βασιλεύει η αναρχία, κανείς


δεν θα τολμά να αναλάβει την κυβέρνηση του τόπου. Ο λαός λέγει ο προφήτης θα
γίνει φύρδην μίγδην, θα βασιλεύει η ακαταστασία, το μικρό παιδί θα
συμπεριφέρεται αυθαδώς προς τον σεβάσμιο γέροντα. Δεν θα ξεχωρίζει ο τίμιος από
τον άτιμο άνθρωπο. Αλλά και μεγάλη φτώχια και πείνα θα κυριεύσει σε όλη την
Ιουδαία. Όλα αυτά θα γίνουν επειδή η Ιερουσαλήμ θα εγκαταλειφθεί από τον Κύριο:
«Τώρα λοιπόν θα ταπεινωθεί η δόξα αυτών». Λέει ο Θεός. Η αναισχυντία των
προσώπων τους ήταν τόσο μεγάλη, ώστε ουδέποτε ταύτα (τα πρόσωπα) κοκκίνισαν
διά τον κακόν! Διεκήρυξαν και εδημοσίευσαν μάλιστα την αμαρτία τους όπως
έκαναν και οι κάτοικοι των Σοδόμων.

Δεν σκέφτηκαν όμως ότι οι αμαρτωλοί είναι οι πρώτοι τιμωροί των εαυτών
τους, είναι ηθικά αυτόχειρες… «Λαέ μου, εκείνοι οι οποίοι σας επαινούν τελικά σας
πλανούν, και την ορθή πορεία της ζωής σας διαταράσσουν» λέει ο Κύριος, ο οποίος
σύντομα θα κρίνει όλους εκείνους που κυβέρνησαν τον λαό του με τέτοιο τρόπο που
τελικά τον παραπλάνησαν παρασέρνοντάς τον σε κοσμικό φρόνημα, ένα φρόνημα
τέτοιο που αλλοίωσε και αντίστρεψε κάθε αρετή, που έκανε τις γυναίκες να
βαδίζουν υπερήφανα και προκλητικά επιδεικνύοντας το σώμα τους. Ο Κύριος όμως
θα τις ταπεινώσει και αυτές και θα αποκαλύψει την πνευματική τους γύμνωση αφού
αυτές ξέχασαν ότι το πιο όμορφο στολίδι της γυναίκας δεν είναι τίποτα περισσότερο
από τη ντροπή.

Κεφάλαιο τέταρτο

Θα υπάρξει λόγω της σφαγής των ισραηλιτών ανδρών λειψανδρία. Τόσο


μεγάλη, που οι γυναίκες θα παρακαλούν έναν τυχαίο άνδρα περαστικό να τις
παντρευτεί. Πράγμα ανάρμοστο και ταπεινωτικό για μια γυναίκα.

Στα χρόνια όμως που θα έρθει ο Μεσσίας τα πρόσωπα θα αγιαστούν διά της
Εκκλησίας θα εκπληρώσουν ότι δεν κατάφερε το Ισραήλ και θα ονομαστούν άγιοι.
Οι κάτοικοι της νέας Σιών θα ζήσουν ήσυχοι υπό την προστασία του Θεού. Οι
χριστιανοί αλλά και οι αρνητές της Εκκλησίας του Χριστού θα ζουν υπό το φως του
Χριστού. Τίποτα πλέον δεν θα έχουν να φοβηθούν, η ευτυχία τους θα είναι πλήρης!

Κεφάλαιο πέμπτο

220
Ο προφήτης του Θεού ψάλλει άσμα προς τον Θεό μιλώντας για τον εκλεκτό
λαό, τον Ισραήλ. Ο Κύριος φύτεψε αμπελώνα περιμένοντας να πάρει σταφύλια,
όμως αυτός γέμισε με αγκάθια. Έκανε όλα τα δυνατά για τον αμπελώνα, αυτός όμως
αγκάθια ανταπέδωσε. Τι θα κάνει τώρα; Θα τον καταστήσει ξέφραγο αφαιρώντας
κάθε προστασία, θα τον εγκαταλείψει. Θα διατάξει τα σύννεφα να μην βρέξουν
πλέον σ’ αυτόν. Κατάρα λοιπόν θα πέσει στον Ισραήλ. Η χώρα θα ερημωθεί, οι
κάτοικοί της θα εξοριστούν σε ξένες χώρες. Αυτό συνέβη κατά την Βαβυλώνια
αιχμαλωσία. Οι προφητείες του Ησαΐα τελειώνουν χωρίς παρηγορητική ελπίδα ούτε
από θάλασσα ούτε από ξηρά υπάρχει για τους ιουδαίους πλέον σωτηρία. «Ως
θάλασσά, που αναταράσσεται από την δύναμιν των ανέμων και βοούν τα κύματά
της, έτσι και ο εχθρός θα φωνάξει δυνατά εναντίον αυτών. Και εκείνοι θα στρέψουν
ικετευτικά και ερευνητικά τα βλέμματα των εις την γην, αναζητούντες βοήθειαν, και
ιδού τρομερόν σκότος θα είναι η απάντησις εις την απελπιστικήν συμφοράν των».
(Ησαΐας 5,30)

Κεφάλαιο έκτο

Μετά το θάνατο του Οζία (738 π.Χ), ο Ησαΐας κλήθηκε στο προφητικό αξίωμα.
Πως; Διά οράματος: Είδε τον Θεό με ανθρώπινη μορφή, δηλαδή τον Χριστό μας πριν
ακόμη Αυτός σαρκωθεί, καθήμενο σε θρόνο. Μέσα σε έναν πανέμορφο επουράνιο
ναό έψαλλαν τα Σεραφείμ “Άγιος, Άγιος, Άγιος Κύριος Σαβαώθ πλήρης ο ουρανός
πάσα η γη της δόξης Αυτού” καλύπτοντας τα πρόσωπά τους από σεβασμό προς τον
Θεό. Η τριπλή λέξη “Άγιος” δηλώνει το απόλυτο της αγιότητος του Θεού, αλλά
παράλληλα δηλώνει και την Τριαδικότητά Του.

Ο Ησαΐας βλέποντας όλα αυτά, αισθάνθηκε πολύ αμαρτωλός, ανάξιος να


παρευρίσκεται σε τέτοιο άγιο τόπο. Την στιγμή λοιπόν αυτή απεστάλη προς τον
προφήτη ένα Σεραφείμ κρατώντας σε λαβίδα πυρακτωμένο άνθρακα, τον οποίο
άγγιξε στα χείλη του προφήτου και του είπε: «Ήγγισε τούτο τα χείλη σου και
αφήρεσε τας ανομίας σου και εκαθάρισε τας αμαρτίας σου». Ο άνθραξ τούτος
ασφαλώς συμβολίζει τη Θεία Κοινωνία η οποία μας καθιστά ικανούς να
συνυπάρχουμε με τον θεό και πολύ περισσότερο να μας θεώνει έτσι ώστε να
απολαμβάνουμε τις τρυφές του παραδείσου.

Καθαρός πλέον ο Ησαΐας συνομιλεί με τον Κύριο ακούγοντάς τον να λέει:


-«Ποιον να αποστείλω για να μεταβεί στον λαό μου»; -«Ιδού εγώ είμαι πρόθυμος
στείλε εμένα». Μας κάνει εντύπωση πως ο προφήτης δεν είπε «πορεύσομαι», αλλά
«απόστειλόν με». Ρωτά λοιπόν ο αρχιμ. Ιωήλ Γιαννακόπουλος: - «που η σημερινή
σπουδαρχία των σημερινών αρχιερέων»;

Ο θεός βλέποντας της προθυμία και τον ζήλο του προφήτη του είπε: -«“πήγαινε και
είπε στον λαόν αυτόν· Συνεχώς και καθαρά θα ακούετε και δεν θα εννοήτε, θα
βλέπετε με τα μάτια του σώματός σας θαυμαστά και καταπληκτικά γεγονότα, αλλά
δεν θα τα προσέχετε. Και τούτο, διότι η καρδία του λαού αυτού έγινε χονδρή και
σκληρά. Με τα αυτιά του σώματος και της ψυχής ήκουσαν βαρειά τα θεία λόγια·
έκλεισαν τα μάτια της διανοίας των, δια να μη ιδούν με τα ματία των τα θαυμαστά
πράγματα, να μη οικούσουν τα λόγια μου με τα αυτιά των, ώστε να τα εννοήσουν, να
μετανοήσουν και να επιστρέψουν εις εμέ, εγώ δε να τους θεραπεύσω».

Ο Ησαίας μετά από αυτά τα λόγια του Κυρίου θαύμασε και είπε: «έως

221
πότε, Κυριε, θα παραταθεί αυτή η κατάστασις και η δικαία οργή σου;” Και Εκείνος
του απάντησε· “μέχρις ότου ερημωθούν αι πόλεις, διότι δεν θα υπάρχουν οι
κατοικούντες εις αυτάς· ερημωθούν και οι οίκοι, διότι δεν θα υπάρχουν άνθρωποι· η
δε γη θα εγκαταλειφθή έρημος και ακαλλιέργητος». Στο σημείο αυτό είναι προφανές
ότι ο Θεός μιλά για την Βαβυλώνια αιχμαλωσία και όσα εξ’ αυτής ακολούθησαν. Θα
παραμείνει όμως λέει ο Θεός ένα υπόλοιπο του ισραηλιτικού λαού το οποίο θα δει
την Μεσσιανική σωτηρία.

Κεφάλαιο έβδομο

Κατά τις ημέρες που ο Άχαζ βασιλέως του βασιλείου του Ιούδα επιτέθηκε
ο Ρασείμ βασιλιάς του Αραμαϊκού κράτους. Αν πετύχαινε το σχέδιό του, θα σήμαινε
ταυτόχρονα την εκρίζωση της βασιλικής διαδοχής του οίκου Δαυίδ και επομένως την
κατάργηση της υποσχέσεως του Θεού προς τον Δαυίδ.

Ο Θεός όμως που ποτέ δεν παίρνει πίσω τις υποσχέσεις Του, έστειλε στον
Άχαζ τον Ησαΐα και τον υιό αυτού για να ενισχύσουν τον φοβισμένο βασιλέα: «Μη
τους φοβηθείς» είπε στον Άχαζ ο προφήτης· και συμπλήρωσε: «προς βεβαίωσή σου
ζήτησε να δεις θαύμα από τον Κύριο στον ουρανό ή στη γη». Ο Άχαζ όμως
απάντησε: «Δεν πρόκειται να ζητήσω το θαύμα αυτό, διότι δεν θέλω να θέσω σε
πειρασμό τον Κύριο». Ασφαλώς ο Άχαζ υποκρίθηκε με τα λόγια αυτά τον ευσεβή,
διότι νωρίτερα αντί να εμπιστευτεί τον Θεό ζήτησε την συμμαχία των ειδωλολατρών
Ασσυρίων.

Ο Ησαΐας φωτίστηκε τότε από τον Θεό και είπε: « Ακούσατε, λοιπόν, όλοι
σεις οι άνθρωποι της βασιλικής οικογενείας του Δαβίδ. Είναι μικρόν ζήτημα να
παρέχετε πράγματα και αφορμάς στενοχωρίας στους ανθρώπους; Πως, λοιπόν,
τολμάτε να στενοχωρήτε τον Κυριον με την απιστίαν και ανυπακοήν σας; Δια
τούτο θα δώση ο ίδιος ο Κυριος εις σας σημείον, θαύμα μέγα και καταπληκτικόν.
Ιδού, η παρθένος θα συλλάβη υπερφυσικώς και θα γεννήση υιόν και το όνομα του
υιού της αυτού θα είναι Εμμανουήλ, που σημαίνει ο Θεός μαζί μας».

Ποια είναι αυτή η παρθένος για την οποία μιλά ο Ησαΐας; Πρόκειται για
την Αειπαρθένο Μαρία, μητέρα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Ποιος είναι
συνεπώς ο υιός που θα γεννήσει; Ο Χριστός.

Το ρήμα «καλέσεις» ειπώθηκε από τον προφήτη προς τον Άχαζ. Γι’ αυτό
ο Χριστός δεν ονομάστηκε από τον άγγελο Εμμανουήλ, αλλά Ιησούς. Εμμανουήλ
σημαίνει «μεθ’ ημών ο Θεός». Οι πιστοί δηλαδή αναγνώρισαν στο πρόσωπο του
Χριστού αυτή την κατάσταση. Δηλαδή ότι ο Θεός είναι μαζί τους.

Ο Ησαΐας συνέχισε να προφητεύει: «Ο Εμμανουήλ θα τρώγη βούτυρον και


μέλι, όπως και τα άλλα παιδιά, θα ανατραφή όπως και εκείνα. Πριν όμως έλθη εις
την ηλικίαν, κατά την οποίαν θα είναι εις θέσιν να διακρίνη το καλόν από το κακόν,
θα εκλέγη πάντοτε το αγαθόν, διότι δεν υπάρχει εις αυτό η κακή κληρονομικότης και
κλίσις. Διότι, επαναλαμβάνω, πριν ακόμη το παιδίον κατανόηση και είναι εις θέσιν
να διακρίνη μεταξύ αγαθού και κακού, θα απειθή εις κάθε πονηρίαν, δια να εκλέγη
και προτιμά πάντοτε το αγαθόν. Η υπερφυσική γέννησις και αρετή του παιδίου θα
είναι το σημείον, που θα εγγυηθή, ότι θα μείνη ανέπαφος η χώρα, δια την οποίαν συ
ο Άχαζ φοβείσαι εξ αιτίας των δύο βασιλέων, που επέδραμαν εναντίον σου».

222
Το βούτυρο και το μέλι για τα οποία μιλά ο προφήτης είναι σύμβολο
άφθονης τροφής που υπάρχει σε μια χώρα. Εφόσον ο Χριστός είναι η ενσάρκωση της
γης της επαγγελίας δεν θα λείψει παρόντος Αυτού τίποτα από την χώρα. Άλλοι όμως
παρομοιάζουν το βούτυρο και το μέλι με την πνευματική τροφή την οποία δίδει ο
Εμμανουήλ. Το ότι ο Ιησούς ήταν ικανός να διακρίνει το καλό από το κακό πριν την
ηλικία των τριών ετών, είναι μία κατάσταση το δίχως άλλο υπερφυσική.

Ο προφήτης εν τέλει προφητεύει την ερήμωση της Ιουδαίας υπό των


Ασσυρίων η οποία ήταν το αποτέλεσμα την ασέβειας του Άχαζ που αναφέραμε
παραπάνω. (722 π.Χ). Το 586 π.Χ καταστράφηκε η Ιερουσαλήμ από τον
Ναβουχοδονόσορ. Αιγύπτιοι και Ασσύριοι κατέστησαν την Ιουδαία σε πεδίο μάχης.

Κεφάλαιο όγδοο

Ο Κύριος μίλησε στον προφήτη και του είπε αυτά που σύντομα θα
συμβούν εξαιτίας της απιστίας των ισραηλιτών. Ο Θεός κάνει γνωστά αυτά που
σύντομα θα συμβούν (επέλαση Ασσυρίων) ώστε αργότερα να γίνουν περισσότερο
αξιόπιστα τα λόγια Του που αφορούν τον Μεσσία και έτσι οι ακροατές να μην
απιστήσουν.

Ο ιουδαϊκός λαός περιφρόνησε τη θεία βοήθεια διά τούτο ο Θεός θα αποστείλει τους
Ασσυρίους των οποίων την βοήθεια ως τότε επιζητούσαν. Μόνο η Ιερουσαλήμ θα
διαφυλαχθεί από την επέλαση των βαρβάρων. Τίποτε άλλο δεν θα μείνει όρθιο.
Όμως παρόλα αυτά, πραγματικός κύριος της Ιουδαίας θα παραμείνει ο Θεός διότι
εκεί μέλλει να γεννηθεί ο Μονογενής Υιός Του. Γνωρίζοντάς το αυτό ο προφήτης
απειλεί τα έθνη λέγοντάς: «Μεθ’ ημών είναι ο Θεός» δηλαδή ο Εμμανουήλ.

Ο Ησαΐας μιλά, αλλά τα λόγια του δεν βρίσκουν ανταπόκριση από την
πλατιά μάζα του λαού, έτσι απογοητευμένος από αυτήν την κατάσταση αποφασίζει
να περιορίσει την δράση του μεταξύ του μικρού κύκλου των μαθητών του
(σφραγιζόμενοι τον νόμον). Εδώ ο προφήτης προτυπώνει τον Χριστό ο Οποίος
αργότερα θα κηρύξει στη μικρή ομάδα των μαθητών Του.

Ο προφήτης καταλήγει: Οι ιουδαίοι απελπισμένοι από την σκλαβιά και την


πείνα που θα έρθει «θα ρίπτουν τα βλέμματα των κάτω εις την γην εις αναζήτησιν
βοηθείας και σωτηρίας, και ιδού, σκοτάδι και αποπνικτική απορία θα υπάρχη
ολόγυρα των. Θλίψις και στενοχωρία και σκοτάδι, ώστε από την στενοχωρίαν και
την ζάλην των να μη βλέπουν. Αυτοί οι οποίοι θα περιέλθουν στοιαύτην στενόχωρον
απορίαν, δεν θα μείνουν πάντοτε έτσι, αλλά μέχρις ωρισμένου καιρού».

Κεφάλαιο ένατο

Μετά το σκοτάδι έρχεται το φως: «Η χώρα της Ζαβουλών και της Νεφθαλίμ.
Σεις, που κατοικείτε την οδόν, η οποία οδηγεί προς την Μεσόγειον Θαλασσαν, και οι
άλλοι, που κατοικείτε εις την παραλίαν της λίμνης Γεννησαρέτ· οι κάτοικοι
ανατολικά του Ιορδάνου, η Γαλιλαία αυτή των εθνών και ολόκληρος η Ιουδαία.
Ο λαός των χωρών αυτών, που ευρίσκεται και ζη στο πνευματικόν σκότος, θα ίδουν
πρώτοι το μέγα φως του Μεσσίου. Εις σας, που κατοικείτε εις την χώραν, όπου
επικρατεί η σκια του θανάτου, θα λάμψη το σωτήριον και χαρμόσυνον φως».

223
Μας κάνει εντύπωση το πώς ο προφήτης μετέρχεται με τόση άνεση ένα πολύ μεγάλο
χρονικό διάστημα, ταξιδεύοντας πνευματικά από το 734 π.Χ μέχρι την εποχή του
Μεσσία, τότε που Εκείνος θα ξεκινήσει το σωστικό του έργο από την περιοχή της
Γαλιλαίας. Την «Γαλιλαία των εθνών» όπως την αποκαλεί, διότι οι κάτοικοι της
περιοχής αυτής ήταν ειδωλολάτρες. Όντας λοιπόν ειδωλολάτρες, βρίσκονταν μέσα
σε πνευματικό σκοτάδι και έτσι θα εμφανιστεί απροσδόκητα το «Φως Μέγα» δηλαδή
ο Χριστός.

Την εποχή του Μεσσία κάθε πολεμικό όπλο θα εξαφανιστεί, διότι Εκείνος
είναι ο βασιλιάς της ειρήνης. Μπορεί οι πόλεμοι να μην σταμάτησαν ανά τους
αιώνες, εντούτοις όμως η βασιλεία του Θεού εντός υμών εστί.

Εξαπλό είναι το όνομα του παιδιού-Μεσσία: α) Μεγάλης βουλής άγγελος:


διότι Αυτός είναι ο αγγελιοφόρος του Θεού, αποτελεί την προσωποποίηση της
Μεγάλης βουλής του Θεού η οποία ήταν αποκεκριμένη χιλιάδες χρόνια, β)
Θαυμαστός σύμβουλος: Ο Μεσσίας αποτελεί την ενσάρκωση της Θείας σοφίας, γ)
Θεός ισχυρός: εδώ εκφράζεται η παντοδυναμία του Χριστού, δ) εξουσιαστής: δεν
είναι δυνάστης, ε) Άρχων ειρήνης: Ο Μεσσίας είναι η πηγή της εσωτερικής ειρήνης,
στ) πατήρ του μέλλοντος αιώνος: Ο Χριστός είναι ο παντοτινός κυβερνήτης του
κόσμου, ο αιώνιος Πατήρ.

Η παγκόσμια έκταση της βασιλείας του Μεσσία δεν θα έχει όριο, θα


διαιωνίσει την βασιλεία του Δαυίδ ιδρύοντας την ακατάλυτον Εκκλησία Του.

Μετά την περιγραφή όλων αυτών των θαυμαστών γεγονότων που


πρόκειται να συμβούν ο προφήτης επιστρέφει την ματιά του στο πιο κοντινό μέλλον
με την εποχή του, τότε που επί θύραις βρίσκονταν η τιμωρία του ισραηλιτικού λαού,
τότε που σύντομα θα διχάζονταν τα δύο βασίλεια του Ιούδα και του Ισραήλ. Η αιτία
ήταν μία: «η υψηλή καρδία», δηλαδή το υπερήφανο φρόνημα. Παρά την τιμωρία
μετάνοια όμως δεν διαφαίνονταν πουθενά.

Κεφάλαιο δέκατο

Αλίμονο, λέει ο προφήτης, στους άδικους νομοθέτες διότι η άδικη νομοθεσία


είναι η χειρότερη αδικία, διότι δι’ αυτής επισημοποιείται η παρανομία. Τι θα κάνουν
αυτοί που αδικούν όταν έρθει ο Κύριος; Η τιμωρία είναι αναπόφευκτη. Έτσι και η
τιμωρία των ισραηλιτών βρίσκεται επί θύραις και θα έρθει από μακριά. Ο Κύριος θα
στείλει σ’ αυτούς τους Ασσυρίους με εχθρικές διαθέσεις και τότε όλοι εκείνοι που
είχαν στηρίξει τις ελπίδες τους στον σύριο μονάρχη θα απογοητευτούν. Φόνος και
αιχμαλωσία περιμένει τον ιουδαϊκό λαό.

Όλα αυτά θα συμβούν γιατί οι ισραηλίτες έμεινα άκαμπτοι στο εγωιστικό


τους φρόνημα, στήριξαν τις ελπίδες τους σε ξένους λαούς που προσκυνούν τα
είδωλα. Όμως και η Ασσυρία δεν θα έχει καλό τέλος. Ένα μικρό τμήμα των
ισραηλιτών θα επιζήσει το οποίο θα αποτελέσει το μεσσιανικό υπόλοιπο που θα
τιμωρήσει την Ασσυριακή υπεροψία. Ο Θεός επέτρεψε για καθαρά παιδαγωγικούς
λόγους στους Ασσυρίους να αιχμαλωτίσουν τους ισραηλίτες, όχι γιατί αυτοί ήταν
καλοί αλλά για να διδάξει τον λαό Του (τον οποίο αποκαλεί τρυφερά «εμώ λαώ») ότι

224
χωρίς τον Κύριο δεν υπάρχει ευλογία.

Η προφητεία που αφορά την καταστροφή του Ασσυριακού στρατού θα


επαληθευτεί εν μέρει το 701 π.Χ, τότε που ο Σενναχηρίμ ηττήθηκε κατά κράτος λίγα
χιλιόμετρα έξω από την Ιερουσαλήμ και καθ’ ολοκληρίαν το 612 π.Χ όταν
συντρίφτηκαν στην Νινευή.

Κεφάλαιο ενδέκατο

«Εκ της ρίζης Ιεσσαί» θα προέλθει ο Μεσσίας. Ο Ιεσσαί ήταν ο


πατέρας του Δαυίδ. Ο Ιουδαϊκός λαός ομοιάζει με κομμένο δέντρο εξαιτίας των
αμαρτιών του, όμως αιφνιδιαστικά από την ρίζα του και πάλι θα βλαστήσει,
προσφέροντας Μεσσία στον κόσμο.

Στον Μεσσία θα αναπαυθεί πλήρως το Πνεύμα του Θεού. Σοφία και σύνεση
θα Τον διακρίνει, θα έχει πλήρη γνώση για τον Θεό, θα κρίνει με ορθή κρίση: «δεν
θα εκφέρει ούτος την κρίσιν του κατά την εξωτερικήν εμφάνισιν (αλλά κατά το
εσωτερικό βάθος) και ο έλεγχος αυτού δε θα γίνεται επί τη βάση των φημών».

Θα έχει την βούληση και την ικανότητα να κρίνει δίκαια, παράλληλα δε θα


έχει την ισχύ να εκτελεί την κρίση Του. Γνώση και ευσέβεια θα τον διακρίνει, όχι
κοσμική γνώση, αλλά θεολογική.

Ο Μεσσίας θα πατάξει τον άρχοντα του κόσμου,(τον διάβολο) θα τον


χτυπήσει με τον λόγο Του. Αυτός πλέον θα είναι ο κυρίαρχος του κόσμου εζωσμένος
με δικαιοσύνη. Κατά τη βασιλεία Του θα επικρατεί ειρήνη. Ο λύκος θα βόσκει μαζί
με το αρνί. Παντού δηλαδή θα επικρατεί η αρχέγονος τελειότητα. Τα σαρκοφάγα
ζώα θα βόσκουν χόρτα μαζί με τα φυτοφάγα. Μία νέα παραδείσια κατάσταση θα
επικρατήσει. Ο Ησαΐας με αυτόν τον παραστατικό τρόπο θέλει πει ότι οι άνθρωποι
που ήταν άγριοι εξαιτίας των αμαρτιών τους, τώρα με την πνοή του Χριστού θα
γίνουν γλυκύτατοι, θα εξαλειφθεί απ’ αυτούς το πρότερο μίσος.

Τα έθνη θα ελκυστούν από τον Μεσσία. Παράλληλα δε, θα επανεισαγάγει και


πάλι τους ανά την διασπορά Ιουδαίους πίσω στην πατρίδα τους. Σε όλο τον κόσμο θα
διασπαρθούν οι ισραηλίτες εξαιτίας της Βαβυλώνιας αιχμαλωσίας και της
Ασσυριακής κατοχής. Τέλος, θα παύσει η αιώνια διαμάχη που είχε ξεσπάσει μεταξύ
των δύο βασιλείων, του Ισραήλ και του Ιούδα.

Κεφάλαιο δωδέκατο

Οι νέοι ισραηλίτες που θα επανεισαχθούν στην Ιουδαία θα ψάλλουν από την


χαρά τους ευχαριστήριο ύμνο. Ο ύμνος αυτός θα είναι Μεσσιακού χαρακτήρα. Λέει
ότι οι ευεργετημένοι θα αντλούν το ύδωρ των χαρισμάτων που θα τους παρέχει
αφνονοπαρόχως ο Χριστός. Όλη η γη, πάντα τα έθνη θα λάβουν μέρος στη σωτηρία.
Η Ιερουσαλήμ θα είναι η έδρα του νέου θεοκρατικού βασιλείου. Πράγματι, μετά την
γέννηση του Χριστού ήρθε η σωτηρία όλου του κόσμου.

Κεφάλαιο δέκατο τρίτο


Ο Κύριος προειδοποιεί την Βαβυλώνα για την επικείμενη καταστροφή της.

225
Στην εποχή του Ησαΐα η Βαβυλώνα ήταν υπό τον ζυγό των Ασσυρίων, κατείχε όμως
αρκετή δύναμη η οποία της ήταν αρκετή για να ανακτήσει αργότερα την ελευθερία
της. Ο προφήτης συνεπώς βλέπει με τη διορατικότητα που τον διακρίνει την απότομη
άνοδο άλλα και την πτώση των Βαβυλωνίων.
Ο Θεός διατάζει του μήδους και τους πέρσες να συναχθούν εναντίον της
Βαβυλώνας. Η επέλασή τους θα είναι η αφετηρία της κατάληψης όλου του κόσμου
που θα ακολουθήσει, διά του Κύρου στην Ασία, διά του Καμβύσου στην Αίγυπτο,
διά του Δαρείου στην Σκυθία, διά του Ξέρξη στην Ελλάδα. (Θεοδώρητος).
Λίγοι θα επιβιώσουν μετά την επέλαση των περσών. Η Βαβυλώνα θα
εγκαταλειφθεί. Η πάλαι ποτέ «βασίλισσα» της Ασίας θα καταστεί έρημος τόπος. Η
πολυάριθμη πόλη θα γίνει όπως τα Σόδομα και τα Γόμορα. Μόνο άγρια θηρία θα
περιφέρονται πλέον εκεί. Η πόλη αυτή ποτέ ξανά δεν θα κατοικηθεί. Φρίκη θα
προκαλεί πλέον ο τόπος. Δαίμονες μόνο θα την κατοικούν.
Η προφητεία αυτή εκπληρώθηκε κατά γράμμα. Αρχικά ο Κύρος την
λεηλάτησε, δεν την κατέστρεψε όμως πλήρως. Όταν ο Μέγας Αλέξανδρος εισήλθε
σ’ αυτήν είδε τους ωραιότερους ναούς της ερημωμένους. Αργότερα ακολούθησε η
πλήρης καταστροφή της. Ο Παυσανίας μαρτυρεί: «εκ των υψωμάτων της πεδιάδος
των ερειπίων ο Ευφράτης φαίνεται εις τον περιηγητή ο οποίος διέρχεται τα βωβά
ερείπια του εξαφανισθέντος βασιλείου».
Είναι να θαυμάζει κανείς το πώς ο προφήτης διαπερνά με την προφητική του
ματιά ολόκληρους αιώνες. Η πτώση και η καταστροφή της Βαβυλώνας έγινε το 538
π.Χ από τον Κύρο δηλαδή εκατόν ογδόντα χρόνια από την προφητεία του Ησαῒου.
Κεφάλαιο δέκατο τέταρτο
Τα έθνη θα προσκολληθούν στον ισραηλιτικό λαό θαυμάζοντας την
αναβίωσή του μετά την βαβυλώνια αιχμαλωσία. Αυτό που λέει ο Ησαΐας
πραγματοποιήθηκε καθ΄όλη τη διάρκεια της αποκαταστάσεώς τους μέχρι και την
διάλυση του κράτους τους το 70 μ.Χ. κυρίως όμως τα έθνη προσέρχονται στον
Μεσσία, αιχμαλωτίζονται διά της χάριτος στο βασίλειο του Χριστού «απογόνου»
Δαυίδ της φυλής Ιούδα.
Η γη θα ησυχάσει μετά τον θάνατο του βαβυλώνιου μονάρχη, ο Άδης όμως
που θα τον υποδεχτεί θα ταραχθεί. Αυτός νόμιζε πως ήταν αθάνατος όμως με
έκπληξη θα ακούσει τώρα τα λόγια των νεκρών: «Να όμοιος με μας είσαι».Πριν
σκεπάζονταν με πολυτελή σκεπάσματα, τώρα με βρώμα, σαπίλα και σκουλήκια. Ο
παράφρον αυτός μονάρχης ήθελε να γίνει όμοιος με τον Ύψιστο, βρέθηκε όμως
ξαφνικά στο εξώτερο σκότος. Το σώμα του παρέμεινε άταφο. Ποια είναι πλέον η
αξία του μονάρχη; Όση αξία έχει ένα «ιμάτιο πεφυρμένο», δηλαδή κουρέλι πλήρες
καταμηνίων αιμάτων γυναικός, σιχαμερό!
Ο προφήτης κατακεραυνώνει στη συνέχεια και την αλαζονεία του
Ναβουχοδονόσωρος, λέγοντας ότι και αυτός θα τιμωρηθεί. Οι δε Χαλδαίοι θα
εξαφανιστούν και από την μνήμη της ιστορίας. Ο Κύριος θα αναλάβει προσωπικά
την εκπλήρωση αυτής της προφητείας. «Ιδού η απόφαση την οποία πήρε ο Κύριος
εναντίον όλης της οικουμένης. Η τιμωρός χειρ του Θεού είναι υψωμένη εναντίον
όλων των εθνών. Εκείνα τα οποία ο Θεός ο Άγιος αποφάσισε ποιος θα εμποδίσει;
Και την υψωμένη τιμωρό χείρα Του ποιος θα συγκρατήσει; Ουδείς!».
Πράγματι ! Οι Φιλισταίοι μετά τον θάνατο του Άχαζ (726 π.Χ) υπέστησαν
τρεις εισβολές των Ασσυρίων: α) Τιγλάθ- Πελεσάρ ΙΙΙ (726 π.Χ), β) Σαργών ΙΙ (729-
713 π.Χ) και γ) Σενναχηρείμ (701 π.Χ). Τότε οι Φιλισταίοι στράφηκαν προς τους
Ιουδαίους ζητώντας να συμμαχήσουν μαζί τους εναντίον των κοινών εχθρών τους,
των Ασσυρίων, όμως έλαβαν ικανοποιητική γι’ αυτούς απάντηση. Οι Ιουδαίοι θα
τους πουν: «Δεν έχουμε καμία ανάγκη να συμμαχήσουμε μαζί σας διότι ο Κύριος

226
θεμελίωσε τη Σιών και Αυτός θα σώσει τους ταπεινούς ανθρώπους του λαού Του».
Κεφάλαιο δέκατο πέμπτο
Προφητικός λόγος κατά της χώρας Μωάβ: Πρόκειτα για μια χώρα που
βρίσκονταν μεταξύ της Νεκράς θαλάσσης και της Αραβικής ερήμου. Ήταν
ειδωλολατρική χώρα που πολλάκις είχε λυπήσει τους ισραηλίτες . Αυτοί οι λόγοι
ήταν αρκετοί για να καταστραφούν όπερ και εγένετο: Το 715 π.Χ ο Σαργών
εισέβαλε σ’ αυτήν βορείως, νοτίως βρήκαν την ευκαιρία να την λεηλατήσουν οι
Ιουδαίοι. Οι κάτοικοι της Μωάβ σφαγιάστηκαν και όσοι σώθηκαν κατέφυγαν στην
αγκαλιά λέοντος, δηλαδή των Ασσυρίων.
Κεφάλαιο δέκατο έκτο
Οι εναπομείναντες Μωαβίτες θα διασκορπιστούν πανικοβλημένοι χωρίς να
γνωρίζουν που πηγαίνουν. Θα παρακαλέσουν τον άρχοντα των Ιουδαίων να τους
προστατέψει. Ο προφήτης ξαφνικά παρακαλεί την πόλη Αρνών να τους δεχτεί:
«Μην αρνηθείς, ω Αρνών προς αυτούς προστασίαν».
Όμως οι Μωαβίτες αρνήθηκαν την βοήθεια του αληθινού Θεού, συνέχισαν να
πιστεύουν στα είδωλα και στα μαντεία τους. Το τέλος τους ήταν ταπεινωτικό.
Ελάχιστοι Μωαβίτες απόμειναν και αυτοί άνευ σημασίας αφού έγιναν φόρου
υποτελείς στον Τιγλάθ-Πιλεσάρ το 713 π.Χ και στη συνέχεια στον Σενναχηρείμ.
Κεφάλαιο δέκατο έβδομο
Προφητικός λόγος κατά της Δαμασκού: Η Δαμασκός ήταν πρωτεύουσα του
βασιλείου της Συρίας. Η πόλη αυτή καταστράφηκε από τον Ασσύριο μονάρχη
Τιγλάθ- Πιλεσάρ το 732 π.Χ. Η Δαμασκός υπάρχει σήμερα, ο Ησαΐας όμως
προφήτεψε ότι θα εγκαταλειφθεί εις τον αιώνα. Τι εννοεί ο προφήτης; Όπως θα
δούμε παρακάτω ορίζει την πτώση χρονικά και όχι εις το διηνεκές. Η χώρα λέει θα
ερημωθεί θα γίνει βοσκότοπος, δεν θα είναι πλέον οχυρωμένη για τους ισραηλίτες.
Οι σύριοι της Δαμασκού είναι άξιοι να καταστραφούν. Αυτό θα γίνει οπωσδήποτε
λέει ο Κύριος.
Παράλληλα με όλα αυτά το σχισματικό βασίλειο του Ισραήλ το οποίο
περιελάμβανε δέκα φυλές και ήταν «πίον ευτραφέστερον», δηλαδή μεγαλύτερο από
το βασίλειο του Ιούδα που περιελάμβανε δύο μόνο φυλές θα καταστραφεί. Οι
ισραηλίτες θα μείνουν σαν της καλαμιάς τον κάμπο. Δηλαδή θα μειωθεί πολύ ο
πληθυσμός τους.
Ο προφήτης στρέφει ξαφνικά την ματιά του στα μεσσιανικά χρόνια λέγοντας:
«την ημέρα εκείνη» οι άνθρωποι πλέον θα παύσουν να έχουν πεποίθηση στα είδωλα.
Γιατί όμως θα καταστραφεί το βασίλειο του Ισραήλ; Εξαιτίας της ασέβειάς
τους, λέει ο Ησαΐας. Ο Θεός θα δώσει λέει σ’ αυτούς κληρονομιά την απιστία τους.
Οι Ασσύριοι θα εισβάλλουν με βία και θα τους χτυπήσουν ποικιλοτρόπως. Όμως θα
είναι σύντομη η κυριαρχία τους, διότι αυτοί σύντομα θα καταστραφούν.

Κεφάλαιο δέκατο όγδοο

Προφητεία κατά της Αιθιοπίας: Η Αιθιοπία ήταν επί μακρύ χρονικό


διάστημα υποταγμένη στην Αίγυπτο. Κατά το 716-701 π.Χ ο Αιθίοπας βασιλέας
Tirthaka κατέλαβε την Αίγυπτο και ίδρυσε ενιαίο κράτος Αιθιοπίας-Αιγύπτου.
Επειδή όμως το κράτος τους απειλούνταν από τους Ασσυρίους, ο Tirthaka έστειλε
αγγελιοφόρους στον Εζεκία, ζητώντας την συμμαχία του βασιλείου του Ιούδα.

Ο Ησαΐας όμως στέλνει τους αγγελιοφόρους των Αιθιόπων πίσω,


διαβεβαιώνοντάς τους ότι οι Ασσύριοι σύντομα θα καταστραφούν. Ο Θεός άλλωστε
απαγορεύει στους Ιουδαίους κάθε ξένη συμμαχία, υπενθυμίζοντας ότι Αυτός είναι ο

227
μόνος αληθινός σύμμαχος.

Οι Αιθίοπες όπως λέει ο Ηρόδοτος ήταν άνθρωποι υψηλού αναστήματος,


είχαν λείο και λαμπρό πρόσωπο, ήταν σκληροτράχηλοι αφού κατάφεραν να
υποτάξουν τους Αιγυπτίους. Τα σύνορά τους έφταναν ως το τέλος του τότε γνωστού
κόσμου.

Μετά την καταστροφή των Ασσυρίων, οι Αιθίοπες αναγνώρισαν την δόξα


του αληθινού Θεού, προσφέροντας σ’ Αυτόν δόξα και θυσίες. Αυτοί που πρότερα
ήταν ένα έθνος χωρίς ελπίδα, μετά την πράξη τους αυτή ονομάζονται από τον
προφήτη ως έθνος «ελπίζων». Η προφητεία αυτή θα εκπληρωθεί πλήρως στα χρόνια
του Μεσσία όταν οι Αιθίοπες πίστεψαν στον Χριστό.

Κεφάλαιο δέκατο ένατο

Προφητεία κατά της Αιγύπτου: Εμφύλιος πόλεμος θα ξεσπάσει στην Αίγυπτο


με αποτέλεσμα την πλήρη ασυνεννοησία του έθνους. Η προφητεία αυτή
εκπληρώθηκε όταν ο Ασσύριος μονάρχης Asarhaddon άδραξε την ευκαιρία, και
εισέβαλε στην περιοχή. Αυτός στην ουσία ήταν για τους Αιγυπτίους η τιμωρός χείρα
του Κυρίου όπως προαναγγέλλει ο προφήτης. Τα είδωλα θα χάσουν το κύρος τους
και οι αιγύπτιοι που άλλοτε κατέφευγαν σε νεκρομάντεις θα κατανοήσουν ότι μόνο ο
Κύριος είναι άξιος πάσης τιμής. Θα ξεσπάσει μεγάλος λιμός, πείνα και δυστυχία. Η
στάθμη του ποταμού Νείλου θα μειωθεί αισθητά με αποτέλεσμα μία άνευ
προηγουμένου οικονομική κρίση.

Στα χρόνια όμως του Μεσσία η έχθρα μεταξύ Ασσυρίων και Αιγυπτίων θα
καταπαύσει. Αιγύπτιοι, Ασσύριοι και Ισραηλίτες θα αποτελέσουν μία κοινή
συνομοσπονδία με κοινή πίστη στον Μεσσία Χριστό. Τούτο πραγματοποιήθηκε με
την εγκαθίδρυση της του Χριστού Εκκλησίας εις πάσαν την Αίγυπτο.

Κεφάλαιο εικοστό

Η Αίγυπτος στην οποία είχαν πεποίθηση οι Ιουδαίοι για να αποκρούσουν τον


ασσυριακό κίνδυνο, θα υποταχθεί και αυτή στους ασσυρίους. Τότε οι Ιουδαίοι με
έκπληξη θα αναρωτηθούν: «Αφού αυτοί οι Αιγύπτιοι άγονται αιχμάλωτοι, εμείς πως
θα σωθούμε;». Όλα αυτά θα γίνουν για να μάθουν οι ισραηλίτες να μην στηρίζονται
σε καμία ξένη δύναμη, παρά μόνο σε αυτήν του Θεού.

Κεφάλαιο εικοστό πρώτο


Προφητικός λόγος κατά της ερημοθείσης Βαβυλώνος: Το κεφάλαιο αυτό
συμπληρώνει τα κεφάλαια 13-14 περί της καταστροφής και ερήμωσης της πάλαι
ποτέ βασίλισσας της Ασίας, της μεγάλης πόλεως της Βαβυλώνος. Ο προφήτης βλέπει
την καταστροφή της να έρχεται σαν ανεμοστρόβιλος, ακούει την φωνή του Θεού να
καλεί τους πέρσες και τους Μήδους να εκτελέσουν το Θείο θέλημα, δηλαδή την
τιμωρία της Βαβυλώνος. Ο Ησαΐας,δεν χαίρεται με όλα αυτά , στενάζει και θρηνεί:
«Δεν ήθελα να ακούσω και φρόντισα να μη βλέπω τα επερχόμενα δεινά, μου ήταν
αδύνατον να υποφέρω… η καταστροφή είναι μεγάλη διότι οι άνθρωποι είχαν
βυθιστεί στην αμαρτία» μονολογεί ο άγιος του Θεού.
Ο προφήτης διά της διεισδυτικής του ματιάς στο μέλλον βλέπει με κάθε
λεπτομέρεια το επερχόμενο τέλος των βαβυλωνίων, οι οποίοι δε, σημειωτέον είχαν

228
τεράστια πεποίθηση στην στρατιωτική τους δύναμη, τόση ώστε έτρωγαν και έπιναν
αμέριμνοι, μέχρις ότου οι πέρσες και οι μήδοι εισέβαλλαν στην πόλη τους.
Έκπληκτοι από τα γεγονότα αγγελιοφόροι τρέχουν να αναγγείλουν τα
φοβερά συμβάντα λέγοντες παντού: «έπεσε πλέον, έπεσεν η Βαβυλών·
συνετρίβησαν δε όλα τα είδωλα αυτής και όλα τα χειροποίητα αντικείμενα της
λατρείας επάνω στο έδαφος. Ακούσατε, λοιπόν, σεις, οι οποίοι απεμείνατε και
εσώθητε από την αιχμα-λωσίαν και οι οποίοι πονείτε δια την ερήμωσιν της πατρίδος
σας. Ακούσατε αυτά, που εγώ έχω ακούσει από τον Κυριον των δυνάμεων. Ο Θεός
του Ισραήλ ανήγγειλεν αυτά εις ημάς. ”.
Ακολουθεί προφητεία κατά της Ιδουμάιας: Οι ιδουμαίοι ήταν απόγονοι του
Ησαύ, στο παρελθόν είχαν φερθεί σκληρά εναντίον των ισραηλιτών. Έπρεπε λοιπόν
να τιμωρηθούν. «Η νύχτα θα διαδεχθεί γι’ αυτούς κι άλλη νύχτα». Πράγματι! Μετά
την εισβολή των Ασσυρίων, ακολούθησαν οι Χαλδαίοι, οι Πέρσες, οι Έλληνες και οι
Ρωμαίοι.
Προφητεία κατά της Αραβίας: Οι Δαιδανίτες για τους οποίους κάνει λόγο ο
προφήτης είναι η οι απόγονοι του Αβραάμ και της Χεττούρας (Γεν 25,3) αραβική
φυλή, τους οποίους ο προφήτης τους βλέπει να προσπαθούν να διαφύγουν από τους
Ασσυρίους, συμπαθώντας τους, τους καθοδηγεί. Πράγματι ο Τιγλάθ-Πιλεσάρ το 732
π.Χ και ο Σαργών το 715 π.Χ επέδραμαν προς την αραβική έρημο. Ο προφήτης
διαβλέπει την γειτονική φυλή των Δαιδανιτών, την Κηδάρ η οποία κατήγετο από τον
Ισμαήλ να καταστρέφεται. Και η προφητεία αυτή εκπληρώθηκε. Ο Ασσουρμπανιπάλ
αργότερα αναφέρει τους Κεδαρίτες ως φόρου υποτελείς του.
Κεφάλαιο εικοστό δεύτερο
Προφητικός λόγος κατά της Σιών: Οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ μπήκαν στα
σπίτια τους περιχαρείς για την συμφωνία συνεργασίας που είχε συνάψει το έθνος
τους με την Αίγυπτο το 713 π.Χ για την καταπολέμηση του Σενναχηρείμ. Ο
προφήτης όμως αντί να χαρεί θέλει να κλάψει πικρά διότι διαβλέπει την εισβολή των
Βαβυλωνίων και την αιχμαλωσία των Ιουδαίων. Δεν πρόκειται να διασωθούν διότι ο
Κύριος τους εγκατέλειψε στα θελήματα των καρδιών τους.
Οι Ιουδαίοι δεν θα μείνουν άπρακτοι απέναντι στους εισβολείς, θα
πολεμήσουν θα αντισταθούν θα κάνουν τα πάντα εκτός από ένα, να θυμηθούν την
βοήθεια του Θεού. Οι κάτοικοι της Ιερουσαλήμ έπρεπε να έρθουν σε συναίσθηση.
Και όμως! «τρώγουσι και πίνουσι, διότι θα αποθάνωσι». Αντί του πένθους αντηχεί
μέσα στην πόλη του Θεού η χαρά, η διασκέδαση και η αδιαφορία.
Κεφάλαιο εικοστό τρίτο
Προφητικός λόγος κατά της Τύρου: Κατά την εποχή του Ησαΐα η Τύρος ήταν
η πρώτη Φοινικική πόλη στο εμπόριο. Ο βασιλέας της Ασσυρίας Σαλμανάσαρ την
πολιόρκησε το 723 π.Χ επί πέντε χρόνια χωρίς αποτέλεσμα. Ο Σενναχηρείμ
κατέλαβε ένα τμήμα αυτής το 701 π.Χ. Ο προφήτης προλέγει την πλήρη
καταστροφή της η οποία έγινε επί Μεγάλου Αλεξάνδρου το 333 π.Χ. Η προφητεία
αυτή ουσιαστικά λέγεται για τους Ιουδαίους ώστε να μάθουν αυτοί να μην ελπίζουν
σε ξένες συμμαχίες, παρά μόνο να έχουν ως μοναδικό τους σύμμαχο τον Θεό.
Ο προφήτης διαβλέπει την μεγάλη καταστροφή της πόλης η οποία θα είναι
τόσο μεγάλη , ώστε ακόμη και τα νεκρά και άψυχα κύματα που ξεσπούν στις ακτές
της να συνομιλούν και να συγκινούνται από την πτώση της.
Ο Κύριος, λέει ο προφήτης, θα την ταπεινώσει εξαιτίας της αμαρτίας της. Θα
κατεστραφεί διότι υπήρξε το κέντρο του εγωισμού όλων των μεγάλων ανδρών. Το
εμπόριο της Τύρου διά της θαλάσσης θα παύσει, πλέον οι εναπομείναντες κάτοικοί
της πρέπει να ασχοληθούν με την γεωργία.
Όταν όμως οι Τύριοι θα επιστρέψουν στην πίστη του αληθινού Θεού και

229
τούτο συνέβη όταν ιδρύθηκε η χριστιανική Εκκλησία της Τύρου, τότε και πάλι θα
ξανανθίσει το εμπόριο στην περιοχή διότι τμήμα των εσόδων θα αφιερώνεται πλέον
στην λατρεία του αληθινού Θεού.
Κεφάλαιο εικοστό τέταρτο
Προφητείες σχετικές με την καταστροφή όλου του εθνικού κόσμου και το
τέλος του κόσμου: Γενική αναστάτωση θα επικρατήσει στην οικουμένη. Πολλοί
άνθρωποι θα πεθάνουν από φυσικές καταστροφές. Τελικά η γη θα καταστραφεί και
ουδείς θα ξεφύγει της γενικής κρίσεως. Η αιτία της καταστροφής θα είναι η αμαρτία,
όχι μόνο των ισραηλιτών, αλλά όλων ανθρώπων και φυλών της γης. Ολίγοι και
εκλεκτοί θα σωθούν. Ο Θεός μέσα στην γενική καταστροφή δεν θα λησμονήσει τους
λιγοστούς ευσεβείς. Αυτοί βλέποντας την δόξα του Κυρίου θα χαρούν.
Κανείς δεν μπορεί να διαφύγει της Θείας καταδίκης. Ακόμη κι αν κάποιος
διαφύγει τη μία τιμωρία θα πέσει πάνω σε άλλη. Οι κακοί οπωσδήποτε θα
καταστραφούν. Ο κόσμος θα διαφθαρεί όπως έγινε κατά τις ημέρες του Νώε. Και
τότε θα έρθει το τέλος του κόσμου. Τότε ο Κύριος θα βασιλέψει στην Νέα
Ιερουσαλήμ δοξαζόμενος πάντοτε υπό των αγγέλων και των αγίων οι οποίοι θα
απαρτίζουν την θριαμβεύουσα Εκκλησία του Χριστού.

Κεφάλαιο εικοστό πέμπτο


Οι ισχυροί της γης βλέποντας την παντοδυναμία του Θεού θα κάμψουν τα
γόνατά τους, οι δε ταπεινοί απαλλαγμένοι από την κηδεμονία των ισχυρών θα
υμνήσουν πρώτοι τον Θεό.
Ο Ησαΐας στη συνέχεια μιλά για το μέγα συμπόσιο του Χριστού και την
επισκίαση του Αγίου Πνεύματος που θα γίνει διά του αγίου χρίσματος: «Ο Κύριος
παντοκράτωρ θα παραθέσει συμπόσιον εις όλα τα έθνη επάνω στο άγιον τούτο ορός
της Σιών. Θα πίουν με χαράν οι άνθρωποι, θα πίουν τον οίνον των. Θα αλειφθούν με
μύρα. Εις το άγιον τούτο ορός της Σιών παράθεσε τα ευφρόσυνα αυτά συμπόσια δι'
όλα τα έθνη. Διότι αυτή είναι η απόφασίς σου να μετέχουν αυτού του συμποσίου
όλοι οι λαοί». Όποιος δε, μετέχει σ’ αυτό το συμπόσιο θα γίνει αθάνατος: «Ο
θάνατος υπερίσχυσεν, εβασίλευσε, κατέπιε πολλούς έως τώρα. Αλλά ο Κύριος τώρα
αφήρεσε την δύναμιν του θανάτου, τον κατήργησε και εξήλειψε τα δάκρυα από κάθε
πρόσωπον. Αφήρεσε το όνειδος του λαού του από όλην την γην. Το στόμα του
Κυρίου μίλησε αυτά και θα πραγματοποιηθούν».
Όλοι οι εχθροί του Θεού θα συναχθούν εναντίον Του. Ο Θεός όμως θα
ταπεινώσει την υπερηφάνειά τους. Δεν θα υπάρξει κανένας τρόπος διαφυγής γι’
αυτούς.
Κεφάλαιο εικοστό έκτο
Ο Ησαΐας ψάλλει άσμα το οποίο και σήμερα ψάλλεται από την στρατευομένη
Εκκλησία του Χριστού. Κυρίως όμως ψάλλεται από την θριαμβεύουσα επουράνια
Εκκλησία των δικαίων: Οι δίκαιοι τελικά θα σωθούν άπαξ και διά παντός, όπως
αντιθέτως και οι ασεβείς θα καταστραφούν με αιώνια καταδίκη. Ο Χριστός θα δώσει
εντολή στους αγγέλους να ανοίξουν διάπλατα τις πύλες της άνω Ιερουσαλήμ για να
εισέλθουν οι δίκαιοι. Οι κάτοικοι της αγίας πόλεως θα έχουν καταγωγή από όλες τις
φυλές της γης.
«Εκ νυκτὸς ὀρθρίζει τὸ πνεῦμα μου πρός σε, ὁ Θεός, διότι φῶς τὰ
προστάγματά σου ἐπὶ τῆς γῆς. δικαιοσύνην μάθετε, οἱ ἐνοικοῦντες ἐπὶ τῆς γῆς»: Οι
δίκαιοι αγρυπνούν, ανυπομονούν να έρθουν σε συνάντηση με τον Κύριό τους. Σε
αντίθεση μ’ αυτούς, οι άδικοι ποτέ δεν γνώρισαν τον Θεό, δεν κατάλαβαν ότι η
τιμωρός χείρα του Κυρίου ήταν υψωμένη εναντίον τους εξαιτίας των αμαρτιών τους.
Κι όμως αυτοί απέδιδαν τα κακά που τους συνέβαιναν σε φυσικά αίτια: «Κύριε,

230
ὑψηλός σου ὁ βραχίων, καὶ οὐκ ᾔδεισαν, γνόντες δὲ αἰσχυνθήσονται. ζῆλος λήψεται
λαὸν ἀπαίδευτον, καὶ νῦν πῦρ τοὺς ὑπεναντίους ἔδεται». Όταν δηλαδή τελικά το
καταλάβουν, θα είναι πλέον πολύ αργά. Τότε θα εξαφανιστούν από προσώπου του
Κυρίου.
«Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, εἰρήνην δὸς ἡμῖν, πάντα γὰρ ἀπέδωκας ἡμῖν.
Κύριε ὁ Θεὸς ἡμῶν, κτῆσαι ἡμᾶς, Κύριε, ἐκτός σου ἄλλον οὐκ οἴδαμεν, τὸ
ὄνομά σου ὀνομάζομεν». Μόνο ο Θεός μπορεί να δώσει ειρήνη στον κόσμο. Ο
προφήτης δέεται θερμά προς τον Θεό να απαλλάξει τον λαό Του από κάθε ξένη
δεσποτεία. Γνωρίζει καλά ότι ο χωρισμός του ανθρώπου από τον Θεό επιφέρει
θάνατο. Θάνατο όχι πρόσκαιρο, αλλά μόνιμο και πνευματικό. Έναν τέτοιο θάνατο
κανείς ιατρός, καμία ανθρώπινη επιστήμη δεν μπορεί να θεραπεύσει. Γι’ αυτό ο
προφήτης βλέποντας την τεράστια ευθύνη και επιρροή των κακών εξουσιαστών της
γης επί των λαών κράζει: «πρόσθες αὐτοῖς κακά, Κύριε, πρόσθες κακὰ τοῖς ἐνδόξοις
τῆς γῆς».
Όπως και να’ χει όμως το πράγμα, ο Χριστός εξήλθε νικών και ίνα νικήσει.
Αυτός τελικά είναι ο πραγματικός εξουσιαστής του κόσμου στον οποίο ελπίζουν οι
δίκαιοι. Ο Χριστός αναστήθηκε συντρίβοντας τα δεσμά του Άδου και γι’ αυτό ο
Ησαΐας βοά: «ἀναστήσονται οἱ νεκροί, καὶ ἐγερθήσονται οἱ ἐν τοῖς μνημείοις, καὶ
εὐφρανθήσονται οἱ ἐν τῇ γῇ· ἡ γὰρ δρόσος ἡ παρὰ σοῦ ἴαμα αὐτοῖς ἐστιν, ἡ δὲ γῆ
τῶν ἀσεβῶν πεσεῖται».
Κεφάλαιο εικοστό έβδομο
Κατά την Μεσσιανική εποχή ο Κύριος θα καθαρίσει το αμπέλι Του και από
την ανακαινισμένη αυτή άμπελο θα προκύψουν τα γνήσια τέκνα του Θεού. Παρόλα
αυτά αγκάθια και τριβόλια θα προσπαθήσουν να μολύνουν την καθαρότητα αυτής
της αμπέλου. Αυτοί είναι οι εχθροί του νέου Ισραήλ. Όμως ο Κύριος δεν θα τους
αφήσει, θα καταστρέψει οποιοδήποτε αντιδικήσει με την άμπελό Του, δηλαδή την
Εκκλησία του Χριστού. Όπως οι κάτοικοι της Βαβυλώνας ηττήθηκαν και ζήτησαν
ειρήνη και συμβιβασμό, έτσι θα υποταχθούν και όλοι οι εχθροί της Εκκλησίας.
Η άμπελος του Κυρίου (Εκκλησία), θα απλώσει τα κλαδιά της σε όλη τη γη.
Διότι το «Ευαγγέλιο κηρυχθήσεται πάση τη κτίσει» (Ματθ. 16,15).
Οι ισραηλίτες λάτρεψαν τα νεκρά είδωλα, ξέχασαν τον Ευεργέτη τους και γι’
αυτό θα τιμωρηθούν. Δεν θα εξαφανιστούν όμως πλήρως όπως οι Βαβυλώνιοι, αλλά
θα απομείνουν λίγοι και εκλεκτοί οι οποίοι θα αποτελέσουν την μαγιά της
Μεσσιανικής εποχής. Τότε και δι’ αυτών, η Ιερουσαλήμ θα γίνει κέντρο της νέας
αληθινής θρησκείας (του Χριστιανισμού) χάρη στον Μεσσία.
Κεφάλαιο εικοστό όγδοο
Η Σαμάρεια ήταν πρωτεύουσα του βόρειου σχισματικού βασιλείου του
Ισραήλ. Παρά την ωραιότητά της, τον πλούτο και την δόξα της, ο προφήτης
προαναγγέλλει την πτώση και καταστροφή της εξαιτίας της υπερηφανείας των
κατοίκων της. Ο ασσύριος μονάρχης θα έρθει σαν πλημμύρα και θα καταστρέψει την
Σαμάρεια. Πράγματι ο Σαλμανάσσαρ μετά από τρία έτη πολιορκίας κατάφερε να την
κυριεύσει.
Στη συνέχεια ο Κύριος εξαπολύεις τις απειλές του εναντίον των ιερέων και
των αρχόντων της Ιερουσαλήμ οι οποίοι με μεγάλη αμέλεια εκτελούσαν τα
καθήκοντά τους ζαλισμένοι από την οινοποσία: «ούτοι οίνω πεπλανημένοι». Αυτοί
δεν ήταν μόνο μέθυσοι αλλά και πλεονέκτες. Και ενώ ο προφήτης τους
αποστρέφεται μετά φρίκης για την σκανδαλώδη τους ζωή, εκείνοι τολμούν να τον
ειρωνεύονται: «Σε ποιον αναγγείλαμε δυστυχίες, σε ποιον αναγγείλαμε την αγγελία
αυτή; Μήπως σε κάποιο τυχαίο; Όχι αλλά στους άρχοντες! Εσείς οι προφήτες τι
νομίζετε ότι είμαστε νήπια που μόλις απογαλακτιστήκαμε; Πάντα κάτι έχετε να

231
πείτε, λένε οι μεθυσμένοι άρχοντες στους προφήτες, μας κάνετε τους
διδασκάλους»…
Ο Ησαΐας όμως τους απαντά και αυτός με σαρκαστική ειρωνεία λέγοντας ότι
αφού δεν ακούν τον προφητικό λόγο και τις νουθεσίες του Κυρίου, θα ακούσουν
τελικά την ακατάληπτη και τρικλίζουσα γλώσσα των Ασσυρίων.
Καταφύγετε τους λέει στον Θεό για προστασία και όχι στους Αιγυπτίους. Την
εποχή εκείνη οι άρχοντες των Ισραηλιτών αισθάνονταν πολύ ασφαλείς από την
συμμαχία που είχαν συνάψει με τους Αιγυπτίους. Ακόμη κι αν εκπληρώνονταν οι
προφητείες του Ησαΐου οι προστατευτικές πτέρυγες των Αιγυπτίων νόμιζαν ότι ήταν
αρκετές για να τους κάνουν να κοιμούνται ήσυχοι και αμέριμνοι. Το αποτέλεσμα
όμως δεν τους δικαίωσε: 200.000 ισραηλίτες βρέθηκαν αιχμάλωτοι του
Σενναχηρείμ. Ένα τμήμα μόνο των κατοίκων της Ιερουσαλήμ διέφυγε για να
εκπληρωθούν οι μεσσιανικές υποσχέσεις του Κυρίου. Ο Χριστός είναι ο ακογωνιαίος
λίθος που στηρίζει την Ιερουσαλήμ και γι’ αυτό τον λόγο η Ιερουσαλήμ γλίτωσε από
την πλήρη καταστροφή.
Ο προφήτης καλεί πάλιν και πολλάκις του ισραηλίτες να υπακούσουν τώρα
και όχι αργότερα στα λεγόμενά του, διότι μετά ακόμη κι αν καταφύγουν σ’ αυτόν θα
είναι αργά: «Μάθετε ακούειν» τους λέγει μετά παρρησίας. Ο Θεός δεν θα τους
προστατέψει όπως έκανε στο παρελθόν, αντιθέτως θα «πολεμήσει» στο πλευρό των
Ασσυρίων.
Παρόλα αυτά η τιμωρία των ισραηλιτών δεν θα είναι μόνιμη και αμετάκλητη.
Και πάλι θα τους συγχωρήσει, θα απελευθερώσει τους αιχμαλώτους όπερ και έκανε
ύστερα από 70 χρόνια σκλαβιάς. Η τιμωρία τους θα έχει παιδαγωγικό χαρακτήρα με
μοναδικό σκοπό να τους επαναφέρει πίσω στον ορθό τρόπο λατρείας. Διά των
Ασσυρίων θα σπείρει σπόρους μετανοίας και επιστροφής. Ο Θεός θα τιμωρήσει τον
λαό Του έχοντας υπόψη του όμως την Μεσσιανική συγκομιδή και όχι την τελική
καταστροφή.
Κεφάλαιο εικοστό ένατο
Ο προφήτης με την διεισδυτική του ματιά στο μέλλον περιγράφει την
πολιορκία της Ιερουσαλήμ η οποία έγινε πολύ αργότερα από τον Σενναχηρείμ. Ο
Ασσύριος μονάρχης νόμιζε ότι με μεγάλη άνεση θα έπαιρνε την πόλη, ότι είχε
στριμώξει τον Εζεκία (άρχοντα των Ιουδαίων) στο κλουβί του. Ο Ησαΐας βλέπει
ξεκάθαρα τον τρόπο της λυτρώσεως της Ιερουσαλήμ. Εκεί που η τελική πτώση της
π΄λοης του Θεού φαίνονταν τελειωτική οι Ασσύριοι με θαυματουργικό τρόπο θα
καταστραφούν. Πράγματι τα στρατεύματα του Σενναχηρείμ μετά από βίαια φυσικά
φαινόμενα καταστράφηκαν αφήνοντας τα όνειρα των Ασσυρίων απραγματοποίητα.
Οι ακροατές όμως του προφήτου παρόλο που άκουγαν όλα αυτά τα θαυμαστά
που έμελλαν να συμβούν, παρέμεναν αναίσθητοι εξαιτίας της πωρώσεως της ψυχής
τους. Βλέποντας ο Κύριος την τυπικότητα της λατρείας των αρχόντων και ιερέων
εκείνης της εποχής ομιλεί και λέει: «ἐγγίζει μοι ὁ λαὸς οὗτος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ
καὶ ἐν τοῖς χείλεσιν αὐτῶν τιμῶσί με, ἡ δὲ καρδία αὐτῶν πόῤῥω ἀπέχει ἀπ᾿ ἐμοῦ·
μάτην δὲ σέβονταί με διδάσκοντες ἐντάλματα ἀνθρώπων καὶ διδασκαλίας. Διὰ τοῦτο
ἰδοὺ ἐγὼ προσθήσω τοῦ μετατεθῆναι τὸν λαὸν τοῦτον καὶ μεταθήσω αὐτοὺς καὶ
ἀπολῶ τὴν σοφίαν τῶν σοφῶν καὶ τὴν σύνεσιν τῶν συνετῶν κρύψω».
Οι άρχοντες της Ιουδαίας θεωρούσαν ως μεγάλη τους σοφία την σύναψη
συμμαχίας με τους Αιγυπτίους, όμως από την ήττα που θα έρθει σύντομα θα
αποδειχθεί η μηδαμινή αξία αυτής της ενότητος.
Τα κεράμια δεν είναι ανώτερα του κεραμοποιού ούτε οι άρχοντες των
Ιουδαίων ανώτεροι του Θεού, λέει ο Κύριος.
Θα έρθει όμως η εποχή που οι κουφοί θα ακούσουν, οι τυφλοί θα

232
αναβλέψουν για να ακούσουν και να δουν τα έργα του Κυρίου. Τότε ο Ιακώβ θα
χαρεί βλέποντας τους απογόνους του να εισέρχονται στην χάρη του Κυρίου. Ο
γενάρχης των Εβραίων θα παύσει επιτέλουν να ντρέπεται βλέποντας τους απογόνους
του να γίνονται μαθητές του Χριστού. Πλέον εκείνοι που γόγγυζαν κατά των θείων
εντολών θα υπακούουν με προθυμία, αφού οι εν πλάνη ευρισκομένοι θα αποκτήσουν
γνώση και αγιότητα.
Κεφάλαιο τριακοστό
Μεγάλη αποστασία είναι στα μάτια του Θεού η σύναψη συμμαχίας των
Ισραηλιτών μετά των Αιγυπτίων. Εκτός του ότι η συμμαχία αυτή αποδείκνυε
περίτρανα την έλλειψη εμπιστοσύνης των Ιουδαίων προς των Θεό, ταυτόχρονα
ερέθιζε εναντίον των Ιουδαίων και τους Ασσυρίους που καραδοκούσαν.
Σύντομα θα αποδειχθεί πόσο μάταιες ήταν οι ελπίδες που έτρεφαν οι
ισραηλίτες στην προστασία των Αιγυπτίων απέναντι στον Ασσυριακό κίνδυνο.
Ο Θεός δίνει εντολή στον Ησαΐα να γράψει τους προφητικούς του λόγους
παρουσία του λαού προς πιστοποίηση της αληθούς εκβάσεως των λεγομένων.
Παρόλα αυτά οι Ιουδαίοι δεν ήθελαν να ακούσουν τον προφήτη, μάλιστα δε, δεν
ήθελαν να ακούν να εκφέρεται το όνομα του Θεού από τα χείλη του αγίου.
Πως λοιπόν να αποφύγουν την θεία τιμωρία οι πωρωμένοι τη καρδίαασεβείς
ισραηλίτες; -«Ολίγοι θα μείνουν» λέγει ο Κύριος. Η καταστροφή τους θα έρθει
σύντομα και θα είναι ραγδαία και απότομη. Όπως συντρίβεται ένα πήλινο δοχείο και
δεν μπορείς να συναρμολογήσεις τα μικροσκοπικά κομμάτια του για να πιεις από κεί
λίγο νερό, έτσι θα είναι και πτώση των αποστατών Εβραίων. Λίγοι λοιπόν θα
μείνουν και αυτοί δεν θα έχουν συνοχή μεταξύ τους.
Τι θα γινόταν όμως αν έστω και την τελευταία στιγμή μετανοούσαν οι
Ιουδαίοι; -Θα τους δέχονταν ο Θεός! Αλλά δυστυχώς κάτι τέτοιο δεν διαφαίνετο.
Ένα ευσεβές ισραηλιτικό υπόλοιπο του ισραηλιτικού λαού θα διασωθεί από
την Ασσυριακή επιδρομή και αυτό θα λάβει την ευλογία του Θεού. Εφεξής τα εδάφη
που θα καλλιεργούν οι ευλογημένοι του Κυρίου θα γίνουν ιδιαιτέρως εύφορα με
αποτέλεσμα να ζουν πλουσιοπάροχα. Πλούσια συγκομιδή, άφθονα ύδατα, άπλετο
φως, παύση των δυστυχιών θα είναι τα γνωρίσματα του τέλους του προχριστιανικού
κόσμου κατά τον ερχομό του Μεσσία.
Ο Κύριος, ως υπέρτατος κριτής, θα κρίνει τελικά του Ασσυρίους, τους
Βαβυλωνίους και τους λοιπούς ασεβείς λαούς. Η πνοή της Θείας οργής θα έχει την
μορφή μιας ακατάβλητης θανατικής δύναμης διά της οποίας ο Θεός θα οδηγήσει
τους Ασσυρίους, τους Βαβυλωνίους και όλους τους άλλους ασεβείς λαούς στην
καταστροφή.
Κεφάλαιο τριακοστό πρώτο
Και σε αυτό το κεφάλαιο ο Ησαΐας επαναλαμβάνει τις απειλές του προς τους
άρχοντες της Ιουδαίας οι οποίοι μετέβαιναν προς την Αίγυπτο για να συνάψουν
συμμαχία. Καταγγέλλει λοιπόν αυτή την πρόθεση συνθηκολόγησης η οποία θα
επιφέρει ως αποτέλεσμα την απομάκρυνση της Θείας ευλογίας και προστασίας.
Η Αίγυπτος την εποχή εκείνη ήταν πολύ ισχυρή, ήταν η μόνη χώρα που θα
μπορούσε να αντιταχθεί προς τους Ασσυρίους, συνεπώς από ανθρώπινης και ξερής
λογικής η συμμαχία αυτή ήταν πολιτικά μία επιτυχημένη στρατηγική για τους
ισραηλίτες, όμως είχαν ξεχάσει ότι οι Αιγύπτιοι ήταν άνθρωποι, όχι Θεός, οι ίπποι
αυτών ήταν σάρκες και όχι Πνεύμα, άρα ο Θεός μπορούσε σε μια στιγμή να τους
συντρίψει: «αρκεί να απλώσει το χέρι Του» λέει ο προφήτης.
Παρόλα αυτά ο Θεός θα υπερασπίσει την Ιερουσαλήμ όπως τα πτηνά
υπερασπίζονται τους νεοσσούς τους. Οι Ασσύριοι θα νικηθούν, όχι όμως από
ανθρώπινη δύναμη αλλά από την αόρατη επέμβαση του Θεού.

233
Κεφάλαιο τριακοστό δεύτερο
Μετά την τιμωρία, ο Θεός υπόσχεται ότι θα δώσει στους Ιουδαίους ένα
βασίλειο ευτυχές και τέλειο. Αυτό θα πραγματοποιηθεί κατά την εποχή του Μεσσία.
Τότε ο λαός θα απολαμβάνει κυβέρνηση δικαιοσύνης η οποία θα παρέχει στον λαό
εσωτερική ευτυχία. Ποιος μπορεί να είναι κυβερνήτης σε αυτό το βασίλειο εκτός από
τον Μεσσία Χριστό; Οι δε υπουργοί Αυτού δεν είναι άλλοι από τους αγίους
αποστόλους. Ο λαός, λέει ο προφήτης, θα προσέχει στα λόγια του Βασιλέως. Η έδρα
του νέου αυτού βασιλείου θα είναι η Ιερουσαλήμ. Οι πολίτες αυτού του βασιλείου θα
πιστεύουν στον Θεό και όχι στους ανθρώπους, δεν θα υπάρχει πλέον σύγχυση αξιών,
οι μικρότεροι θα σέβονται τους μεγαλύτερους, η απάτη και η αυθάδεια δεν θα
εκτιμώνται όπως παλιά ως αρετές.
Πριν όμως από αυτήν την ευλογημένη εποχή του Μεσσία, περιμένει τους
Ιουδαίους μεγάλη δοκιμασία. Ο προφήτης διαβλέποντας αυτά που σύντομα θα
συμβούν, καλεί τις γυναίκες που ως τότε ζούσαν αμέριμνες να κλάψουν, να
εκδυθούν τα πολυτελή ιμάτιά τους και να καλυφθούν με σάκους πένθους. Εκεί που
προηγουμένως υπήρχε η χαρά του θερισμού θα έρθει σύντομα το πένθος της
καταστροφής. Ο λαός θα αιχμαλωτιστεί και οι πόλεις θα ερημωθούν.
Η περιγραφείσα αυτή δυστυχία δεν θα είναι παντοτινή αλλά πρόσκαιρη. Το
ανθρώπινο γένος θα ανακαινιστεί διά του Αγίου Πνεύματος και όλη η πλάση θα
αναγεννηθεί.
Ο προφήτης με μεγάλη ευκολία μεταπηδά από εποχή σε εποχή
περιγράφοντας πότε την καταστροφή των Ιουδαίων από τους Ασσυρίους και πότε τις
ευτυχισμένες μέρες που θα ζουν οι άνθρωποι στην εποχή του Μεσσία.
Κεφάλαιο τριακοστό τρίτο
Ένα χρόνο μετά την συγγραφή των κεφαλαίων 29-32, οι Ασσύριοι εισβάλουν
τελικά στην Ιουδαία. ο Ησαΐας επανέρχεται θέλοντας να καθησυχάσει τον λαό του
Ισραήλ λέγοντας: Οι Ασσύριοι ομοιάζουν με τον σκόρο ο οποίος καταστρέφει μεν το
ύφασμα και κατόπιν καταστρέφεται και ο ίδιος. Έτσι και οι Ασσύριοι θα
συντριφτούν και στην Ιεορυσαλήμ θα βασιλέψει η δικαιοσύνη. Ο Προφήτης
παρέρχεται αρκετούς αιώνες για να ρίξει το βλέμμα του στα Μεσσιανικά χρόνια. Την
εποχή λοιπόν του Χριστού, «πας άνθρωπος θα προτιμά τους θησαυρούς της
δικαιοσύνης από τους θησαυρούς του χρυσού και του αργύρου».
Επί του παρόντος όμως οι Ασσύριοι βρίσκονταν έξω από τα τείχη της
Ιερουσαλήμ, είδη είχαν εισβάλλει σε ολόκληρη την χώρα και δεν υπήρχε περίπτωση
διαφυγής για τους κατοίκους της Ιουδαίας. «Τώρα όμως θα εγερθώ» λέγει ο Κύριος,
«τώρα θα υψωθώ, τώρα θα δοξασθώ, τώρα θα δείτε Ασσύριοι, τώρα θα αισθανθείτε,
ότι μάταιη είναι η δύναμη της ορμής σας, διότι θα σας αφανίσει η φωτιά. Όλα εσείς
τα ειδωλολατρικά έθνη θα καείτε» έτσι και οι Ασσύριοι θα κατακαούν από ουράνιο
πυρ. Ο Κύριος καλεί όλα τα έθνη τα οποία θα δουν την τιμωρία των Ασσυρίων να
αναγνωρίσουν και να πιστέψουν στον παντοδύναμο Κύριο.
Ο Θεός θα διαφυλάξει την Ιερουσαλήμ η οποία θα ανακαινιστεί και πλέον θα
είναι απρόσβλητη, ισχυρή, εκεί θα βασιλεύει η αιώνια ειρήνη. Ο Σωτήρας της Νέας
Ιερουσαλήμ θα είναι ο Χριστός-Μεσσίας.
Κεφάλαιο τριακοστό τέταρτο
Όλοι οι άνθρωποι ανεξαιρέτως καλούνται ως μάρτυρες της Θείας δίκης. Διότι
η δίκη αυτή αφορά όλους τους ανθρώπους. Η αμαρτία θα τιμωρηθεί. Ο παρών
κόσμος θα αλλάξει μορφή και θα δημιουργηθούν νέοι ουρανοί και νέα γη.
Ως παράδειγμα της τιμωρίας των εθνών παίρνει ο Θεός τον ειδωλολατρικό
λαό της Ιδουμαίας. Με τον ίδιο τρόπο που καταστράφηκαν τα Σόδομα και τα
Γόμαρα έτσι θα καταστραφεί και η Ιδουμαία. Πλέον εκεί δεν θα κατοικούν

234
άνθρωποι, αλλά άγρια θηρία και δαιμόνια. Η προφητεία αυτή θα εκπληρωθεί λέει ο
προφήτης μετά πάσης λεπτομέρειας θέλοντας να δείξει ότι είναι αμετάκλητη η
απόφαση του Θεού.
Πράγματι, η Ιδουμαία ερημώθηκε και έγινε κατοικητήριο άγριων ζώων, όμως
θα πρέπει να εννοήσουμε ότι το αυτό θα συμβεί και με κάθε ασεβή λαό.
Κεφάλαιο τριακοστό πέμπτο
Ο προφήτης παρουσιάζει την επιστροφή των Ιουδαίων από την Βαβυλώνια
αιχμαλωσία: Ο Κύριος θα είναι ο απελευθερωτής του λαού Του. Όσο οι ισραηλίτες
ήταν αιχμάλωτοι είχαν χάσει την πίστη τους. Θα περάσουν όμως οι αιώνες, θα έρθει
ο Χριστός και τότε «ανοιχθήσονται οφθαλμοί τυφλών, και ώτα κωφών ακούσονται».
Η οικουμένη θα αναβλέψει και θα θεραπευτεί από την τυφλότητα που για αιώνες την
καθήλωνε η αμαρτία. Δεν θα χαρούν όμως μόνον οι άνθρωποι, αλλά και πάσα η
φύση θα ανακαινιστεί.
Κεφάλαιο τριακοστό έκτο
Αυτό το κεφάλαιο μας επαναφέρει από την μεσσιανική εποχή στην εποχή του
Ησαΐα: Ο Σενναχηρείμ εισβάλλει στο βασίλειο του Ιούδα, αποστέλλει στην
Ιερουσαλήμ τον Ραψάκη για να τρομοκρατήσει τον Εζεκία. Ο Ραψάκης έξω από τα
τείχη φωνάζει στην εβραϊκή γλώσσα για να τον ακούσουν όλοι: «ακούστε, σεις, που
ευρίσκεσθε επάνω στο τείχος, τους λόγους του βασιλέως του μεγάλου, του βασιλέως
των Ασσυρίων. Αυτά λέγει ο βασιλεύς· ας μη σας εξαπατά ο Εζεκίας με λόγια, που
δεν είναι δυνατόν να σας γλυτώσουν από τον όλεθρον. Ας μη σας λέγη ο
Εζεκίας, ότι ο Θεός θα σας γλυτώση και δεν θα παραδοθή η πόλις αυτή εις τα χέρια
του βασιλέως των Ασσυρίων. Μη ακούετε τον Εζεκίαν. Αυτά λέγει ο βασιλεύς των
Ασσυρίων πρέπει και να τον ακούσετε· Εάν θέλετε να ευτυχήσετε, ελάτε προς εμέ
και ο καθένας σας θα φάγη τους καρπούς από το αμπέλι του και από τις συκιές του,
και θα πιήτε το νερό από τη στέρνα σας. Μέχρις ότου έλθω και σας παραλάβω, δια
να σας μεταφέρω εις χώραν, που είναι ομοία με την χώραν σας, χώρα δηλαδή
εύφορος εις σίτον και οίνον και τρόφιμα και αμπέλια. Ας μη σας εξαπατά ο Εζεκίας
λέγων· Ο Θεός σας θα σας γλυτώση. Μηπως οι θεοί των άλλων εθνών εγλύτωσεν ο
καθένας την χώραν του από τα χέρια του βασιλέως των Ασσυρίων»;
Κεφάλαιο τριακοστό έβδομο
Ο Εζεκίας ακούγοντας τα λόγια του Ραψάκου έστειλε ανθρώπους να
συμβουλευθούν τον Ησαΐα. Ο προφήτης με τα λόγια του δίνει αμέσως θάρρος στον
βασιλιά της Ιουδαίας: «Έτσι θα απαντήσετε προς τον κύριον σας, τον Εζεκίαν· αυτά
λέγει ο Κυριος ο Θεός· Μη φοβηθής από τα λόγια, τα οποία ήκουσες και με τα οποία
ο απεσταλμένοι του βασιλέως των Ασσυρίων ύβρισαν εμέ. Ιδού, εγώ, θα βάλω μέσα
εις αυτόν πνεύμα δειλίας και όταν αυτός ακούση κάποιαν κακήν είδησιν, θα γυρίση
οπίσω εις την πατρίδα του και εκεί, εις την χώραν του, θα πέση νεκρός φονευόμενος
δια μαχαίρας».
Πράγματι, την εποχή εκείνη οι Αιθίοπες με αρχηγό τον Θαρακά (690-663
π.Χ) εισέβαλλαν στην Ασσυρία, με αποτέλεσμα ο Ραψάκης και ο Σενναχηρείμ να
αναγκαστούν να οργανώσουν τα στρατεύματά τους ώστε να αποκρούσουν τους
επικίνδυνους εισβολείς.
Αυτή ήταν η απάντηση του Κυρίου προς τους ασεβή Σενναχηρείμ: «Ποίον
ύβρισες, βασιλεύ Σενναχηρείμ, και τίνος την οργήν εξηρέθισας; Η εναντίον τίνος
ύψωσες με εναίδειαν την φωνήν σου; Και δεν εσήκωσες συ, αλαζονικά τα μάτια σου
υψηλά εναντίον του αγίου Θεού του Ισραήλ; Διότι με τους αγγελιαφόρους σου
ύβρισες τον Κυριον, επειδή συ αλαζονικώς σκεπτόμενος είπες· Εγώ με το πλήθος
των αρμάτων μου ανέβηκα εις υψηλά όρη και εις τα πλέον μακρυσμένα μέρη του
όρους Λιβάνου, έκοψα τας υψηλάς του κέδρους και τας ωραίας κυπαρίσσους του και

235
εισήλθα εις υψηλόν μέρος του πυκνού και αδιαβάτου δάσους του. Αλλα από
παλαιοτέρους χρόνους και ανθρώπους δεν επληροφορήθης αυτά, τα οποία εγώ έχω
κάμει; Από παλαιότερα χρόνια ώρισα, αλλά και τώρα επραγματοποίησα την
ερήμωσιν των εχθρών εις τα οχυρώματά των και την καταστροφήν αυτών, που
κατοικούσαν εις οχυράς πόλεις. Εσήκωσα τα προστατευτικά μου χέρια από αυτούς
και οι άνθρωποι εξηράνθησαν. Εγιναν ωσάν το ξηρό χορτάρι επάνω εις τα ηλιακωτά
και ωσάν ξηρή αγριάδα Τώρα δε εγώ γνωρίζω, που κάθεσαι, που αναπαύεσαι, από
που εξέρχεσαι και που πηγαίνεις. Ο θυμός, από τον οποίον κατελήφθης εναντίον
μου, και η πικρία της ψυχής σου ανέβη προς εμέ. Και, λοιπόν, θα βάλω φίμωτρον εις
την ρίνα σου και χαλινάρι εις τα χείλη σου και θα σε επιστρέψω άπρακτον και
πανικόβλητον στον δρόμον, από τον οποίον ήλθες».
Λίγο αργότερα ένας τρομερός λοιμός Πανώλης ξέσπασε στην Ασσυρία όπου
85.000 άνδρες του Σενναχηρείμ πέθαναν. Ο ίδιος φονεύθηκε από έναν του γιο ο
οποίος σφετερίζονταν τον θρόνο του πατέρα του.
Κεφάλαιο τριακοστό όγδοο
Ο Εζεκίας ασθένησε μέχρι θανάτου. Προσευχήθηκε τότε μετά δακρύων στον
Θεό, ο Οποίος ακούγοντας την προσευχή και την μετάνοιά του, αποφάσισε να τον
θεραπεύσει και να του προσθέσει άλλα δέκα πέντε χρόνια ζωής. Ο Εζεκίας μετά την
θεραπεία του προσευχήθηκε και πάλι στον Θεό ευχαριστώντας Τον για την δωρεά
της θεραπείας.
Κανείς τότε δεν ήθελε να πάει στον Άδη, διότι ο εκεί τόπος έμοιαζε με
υπόγεια φυλακή, δεν υπήρχε δυνατότητα επικοινωνίας με τους ζώντες τους εν τη γη,
αλλά ούτε και με τον Θεό. Ήταν συνεπώς ένας απαράκλητος τόπος. Κατά την
προχριστιανική εποχή οι ευσεβείς κεκοιμημένοι δεν βρίσκονταν ούτε στον
παράδεισο, αλλά ούτε και στην κόλαση, αλλά σε μία μέση κατάσταση η οποία ήταν
υποδεέστερη της επιγείου ζωής. Άρα η παρούσα ζωή και μακροημέρευση θεωρείτο
δώρο του Θεού. Έτσι ο Εζεκίας προτιμούσε να ζήσει περισσότερα χρόνια στη γη για
να μπορεί να λαμβάνει την χάρη του Θεού δοξολογώντας Τον.

Κεφάλαιο τριακοστό ένατο


Ο βασιλιάς των Χαλδαίων έμαθε για την θαυματουργική θεραπεία του Εζεκία
και για τα θαυμαστά σημεία που την συνόδευσαν. Ο Θεός είχε υποσχεθεί στον
Εζεκία ότι σημείο της θεραπείας του θα είναι η κατά δέκα πήχεις μετακίνηση του
ηλιακού ωρολογίου προς τα πίσω. Η επίσκεψη των ξένων αυτών ανδρών στο παλάτι
του Εζεκία έτυχε μεγάλης φιλοξενίας η οποία έκρυβε πολιτικά κίνητρα συμμαχίας.
Για τον λόγο αυτό ο Ησαΐας ρωτά με επιτιμητικό ύφος τον Εζεκία: «Τι είδαν αυτοί
στο οίκο σου»; Και ο Εζεκίας ταπεινωμένος απαντά: «Όλα τα εν τω όικω μου ούτοι
είδον». Τότε ο προφήτης του αναγγέλλει: «Άκουσε, λοιπόν, τον λόγον του Κυρίου
παντοκράτορας. Ερχονται ημέραι, λέγει ο Κυριος, και θα λεηλατηθούν όλα, όσα
υπάρχουν στον οίκόν σου, όσα συνήθροισαν οι προγονοί σου μέχρι της ημέρας αυτής
και θα μεταφερθούν εις την Βαβυλώνα. Οι επιδρομείς θα λεηλατήσουν τα πάντα και
δεν θα αφήσουν τίποτε έδω. Αυτά είπεν ο Θεός. Προσέθεσεν ακόμη ο Θεός· ότι και
από τα τέκνα σου, που συ εγεννησες, θα πάρουν οι εχθροί σου και θα τα κάμουν
ευνούχους εις τα ανάκτορα των βασιλέων της Βαδυλώνος Και απήντησεν ο Εζεκίας
στον Ησαΐαν· “Δικαιος και καλός είναι ο λόγος αυτός του Κυρίου, τον οποίον
μίλησε. Ας γίνη τουλάχιστον ειρήνή και ας επικράτηση δικαιοσύνη και ασφάλεια εις
τας ημέρας μου».
Πολλοί κατηγορούν τον Εζεκία ως εγωιστή, διότι ευχαριστήθηκε με την
αναβολή της τιμωρίας για μεταγενέστερους χρόνους, όμως αφού αναβλήθηκε η

236
τιμωρία από την εποχή του πολλοί επίσης ισραηλίτες θα λυτρώνονταν μαζί του.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό
Παρηγορητικός λόγος προς τον λαό του Θεού: Η ώρα της απελευθερώσεως
έφτασε. Η πρότερη τιμωρία με την μορφή της Βαβυλώνιας αιχμαλωσίας ήταν μεν
αυστηρή αλλά όχι άδικη.
Ο προφήτης ακούει αμέσως έναν κήρυκα: «Φωνή βοώντος εν τη ερήμω·
ετοιμάσατε την οδόν Κυρίου, ευθείας ποιείτε τας τρίβους του Θεού ημών». Ας
ετοιμαστεί η οδός εκ της Βαβυλώνος προς την Ιερουσαλήμ για να επιστρέψουν οι
αιχμάλωτοι Ιουδαίοι. Διότι επρόκειτο σύντομα να ξεκινήσει ο Κύριος-Μεσσίας την
δημόσια δράση Του. Η φωνή αυτή που ακούει ο προφήτης ανήκει στον Ιωάννη τον
Πρόδρομο.
«Πάσα φάραγξ πληρωθήσεται και παν όρος και βουνός ταπεινωθήσεται και
έσται πάντα τα σκολιά εις ευθείαν και η τραχεία εις οδούς λείας». Όλα τα
διεστραμμένα πρέπει να εξομαλυνθούν ώστε να αρθούν τα εμπόδια για την επάνοδο
του λαού προς τα διατάγματα του Θεού.
«Και οφθήσεται η δόξα Κυρίου και όψεται πάσα σαρξ το σωτήριον του
Θεού». Όλοι οι άνθρωποι ανεξαρτήτως φυλής θα δουν τον απελευθερωτή των
ανθρώπων από την δουλεία της αμαρτίας.
«Πάσα σαρξ χόρτος, και πάσα δόξα ανθρώπου ως άνθος χόρτου». Πάντα τα
εγκόσμια είναι μάταια ή αλλιώς «πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα».
«Εξηράνθη ο χόρτος και το άνθος εξέπεσε το δε ρήμα του Θεού ημών μένει
εις τον αιώνα». Δηλαδή όπως τα άνθη είναι ωραία αλλά δεν παραμένουν αιώνια, έτσι
και τα ανθρώπινα επιτεύγματα. Μόνον τα του Θεού είναι αιώνια και άφθαρτα.
Ο Θεός μόνος Του δημιούργησε και κυβερνά τον κόσμο. Κανείς δεν μπορεί
να Τον διδάξει ή να Τον συνετίσει. Όλοι οι άνθρωποι είναι μικροί και ασήμαντοι
ενώπιόν Του. Δεν υπάρχει κάτι που να είναι αντάξιό Του για να Του προσφέρει
κανείς. Ακόμη κι αν κάποιος θυσιάσει όλα τα τετράποδα της γης ή κάψει όλα τα
ξύλα των δασών, η θυσία του δεν θα είναι αρκετή για τον απέραντο Θεό.
Πόσο παράφρονες είναι οι ειδωλολάτρες! Προσπαθούν να στηρίξουν καλά
τα αγάλματά τους ώστε να μην σαλευτούν και γκρεμιστούν από την θέση τους. Η
δημιουργία της γης θα έπρεπε να τους διδάξει ότι ο Θεός είναι ανώτερος των
ειδώλων, διότι τα είδωλα τα κατασκεύασαν άνθρωποι, ενώ τον απέραντο κόσμο ο
Θεός.
Είναι πρόσκαιροι και μηδαμινής αξίας οι λαοί, όπως πρόσκαιροι και
μηδαμινοί είναι και οι άρχοντες των λαών. Και μία μόλις ισχυρή καταιγίδα είναι
αρκετή για να εκμηδενιστούν ολόκληροι πολιτισμοί.
Η παντοδυναμία του Θεού φαίνεται από την δημιουργία των αστέρων του
ουρανού, ορισμένοι άνθρωποι τα θεοποιούν , όμως αυτά καθοδηγούνται από τον
Θεό.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό πρώτο
Ο Θεός είναι ο κυρίαρχος της ιστορίας. Μόνον Αυτός μπορεί να παρουσιάσει
έναν ήρωα τρομερό ο οποίος θα τρομοκρατήσει τη γη. Συνεπώς οι ισραηλίτες δεν
χρειάζεται να φοβηθούν τον Κύρο, διότι αυτός είναι απεσταλμένος του Θεού και δι’
αυτού θα σωθούν.
Οι ισραηλίτες εξαιτίας των αμαρτιών τους ήταν άξιοι να εγκαταλειφθούν από
τον Θεό, όμως ο Θεός δεικνύει σ’ αυτούς εξαιρετική τρυφερότητα και ανοχή. Όχι
μόνο δεν χάθηκαν οι Ιουδαίοι από τις πρόσκαιρες θείες τιμωρίες, αλλά θα υποτάξουν
τελικά τους εχθρούς τους με ειρηνικό τρόπο διά μέσου της Εκκλησίας!
Υπάρχει κάτι που προφήτεψαν ποτέ τα είδωλα και έγινε; Μπορούν να
προφητέψουν κάτι για το μέλλον και να γίνει; Αν όχι, ας κάνουν κάτι καλό ή κακό

237
για να αποδείξουν ότι υπάρχουν. Μόνον ο Θεός προλέγει το μέλλον. Είναι ο Κύριος
της ιστορίας και της προφητείας.

Κεφάλαιο τεσσαρακοστό δεύτερο


Ο Χριστός έχει αποστολή να διδάξει όλο τον κόσμο, είναι ανώτερος των
προφητών διότι ο Ίδιος είναι η Καινή Διαθήκη εκπληρώνοντας το έργο της
ανθρώπινης σωτηρίας. Είναι η απόλυτος δικαιοσύνη και ως εκ τούτου ο μόνος
Ικανός για να δικάσει δίκαια τα έθνη.
«Ου κεκράξεται ουδέ ανήσει, ουδέ ακουσθήσεται η φωνή αυτού. Κάλαμον
τεθλασμένον ου συντρίψει και λίνον καπνιζόμενον ου σβέσει, αλλά εις αλήθειαν
εξοίσει κρίσιν». Αθόρυβα θα εκτελέσει το έργο Του ο Μεσσίας. Δεν θα είναι
δημαγωγός των πληθών , ούτε στρατηγός, δεν θα υψώσει την φωνή Του
κραυγάζοντας. Δεν θα συντρίψει το ήδη τσακισμένο καλάμι, δηλαδή τον ασθενή και
τον αμαρτωλό θα τον περιθάλψει.
«Αναλάμψει καὶ οὐ θραυσθήσεται, ἕως ἄν θῇ ἐπὶ τῆς γῆς κρίσιν· καὶ
ἐπὶ τῷ ὀνόματι αὐτοῦ ἔθνη ἐλπιοῦσιν». Δύσκολο το έργο του Κυρίου, αλλά παρ’ όλα
τα παθήματά Του δεν θα καταβληθεί. Η ίδρυση της Βασιλεία του Θεού είναι η
αποστολή που εξ’ ολοκλήρου απορροφά όλη την ύπαρξή Του. Σ’ αυτό το έργο θα
επιδοθεί άνευ διακοπής μέχρις ολοκληρώσεως.
«Και επί του ονόματος αυτού έθνη ελπιούσιν»: Είτε συνειδητώς είτε μη, όλα
τα έθνη ευρίσκονται από την χριστιανική επιρροή, λέει ο Τερτυλλιανός.
Ο Κύριος έχει την σοφία και την δύναμη την οποία θα δώσει και στον
Μεσσία ώστε να φέρει εις πέρας το διττό Του έργο. Το πρώτο είναι να συνδέσει τους
ισραηλίτες με τον Θεό με Νέα Διαθήκη και το δεύτερο ως «Φως εθνών» να φωτίσει
διά της διδασκαλίας Του τα έθνη.
Λέει ο Θεός ότι έμεινε πολλά χρόνια ακίνητος μόνον να παρατηρεί, τώρα
όμως εξέρχεται για μάχη εναντίον του εχθρού και είναι ατρόμητος! Συγκράτησε
τόσα χρόνια την αγάπη Του βλέποντας τους Ιουδαίους να είναι αιχμάλωτοι των
Βαβυλωνίων. Ήρθε επιτέλους η ώρα της απελευθερώσεως.
Όμως είναι τραγικό! Οι ισραηλίτες παρά τα όσα δεινά δεν βελτιώθηκαν σε
τίποτα, ήταν και παραμένουν κωφοί και τυφλοί! Πρέπει κάποτε να καταλάβουν ότι η
αιχμαλωσία τους από τους Βαβυλώνιους δεν έγινε γιατί οι εχθροί ήταν πιο ισχυροί,
αλλά επειδή αυτό θέλησε ο Κύριος για να τους διαπαιδαγωγήσει. Αλλά εις μάτην,
«ουκ έγνωσαν»…
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό τρίτο
Η οργή του Θεού παραχωρεί τη θέση της στο έλεος. Ο Ισραήλ είναι
συνδεδεμένος με τον Θεό με ιδιαίτερο τρόπο διότι απ’ όλους τους λαούς αυτόν
εξέλεξε να κάνει περιούσιό Του: «Σε λύτρωσα», λέει από την αιχμαλωσία των
Βαβυλωνίων. (είναι αξιοθαύμαστο διότι αυτά τα βλέπει και τα ακούει ο προφήτης
πριν ακόμη γίνουν, πριν καν οι ισραηλίτες αιχμαλωτιστούν!).
Απ’ όλα τα σημεία της γης θα επαναφέρει ο Θεός τους ισραηλίτες στον τόπο
τους. Αυτή η προφητεία βρίσκει εις το ακέραιο την επαλήθευσή της κατά την
Μεσσιανική εποχή, διότι τότε προσήλθαν άνθρωποι απ’ όλες τις εθνικότητες στον
Ιησού Χριστό.
Ο Θεός είναι ο κύριος της ιστορίας. Κανείς ειδωλολάτρης δεν μπορεί να
προφητέψει, ούτε ποτέ προφήτεψε κάτι που πραγματοποιήθηκε ή θα συμβεί στο
μέλλον. Ο Θεός όμως ως παντογνώστης προλέγει το μέλλον και είναι απολύτως
βέβαιο ότι τα λεγόμενά Του θα πραγματοποιηθούν.

238
Οι Βαβυλώνιοι θα τιμωρηθούν διότι λύπησαν και κακομεταχειρίστηκαν
υπέρμετρα τους ισραηλίτες. Με τα ίδια πλοία που έκαναν εμπόριο, θα μεταφερθούν
αιχμάλωτοι σε άβατες χώρες. Αντιθέτως οι ισραηλίτες θα επιστρέψουν στην πατρίδα
τους από ομαλό δρόμο. Αυτό συμβολίζει την απελευθέρωση των ανθρώπων από την
αιχμαλωσία του διαβόλου.
Ο Θεός παρέχει την δωρεάν συγνώμη Του σε όλους τους ανθρώπους: «Εγώ
είμαι, εγώ είμαι ο μόνος, ο οποίος σβήνω και εξαλείφω τας ανομίας σου ένεκεν της
αγαθότητός μου και προς δόξαν μου, και δεν θα ενθυμηθώ πλέον τας αμαρτίας
σου… Λέγε συ πρώτος τας ανομίας σου, αναγνωρίζων εν μετανοία αυτάς, δια να
λάβης δικαίωσιν και συγχώρησιν» λέγει ο Κύριος.
Όλοι ανεξαιρέτως οι άνθρωποι αμάρτησαν, ακόμη και οι μεγαλύτεροι
πατριάρχες. Και ο Μωυσής και ο Ααρών και όλοι οι βασιλείς και άγιοι της γης κι
αυτοί υπέπεσαν σε αμαρτίες. Δεν υπάρχει συνεπώς κανείς αναμάρτητος για να
μπορεί να καυχιέται απέναντι στον Θεό.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό τέταρτο
Παρά την αναξιότητα των ισραηλιτών, εκ του Ισραήλ προέρχεται η σωτηρία
και η λύτρωση. Πραγματικοί ισραηλίτες είναι όμως οι εν πνεύμα και όχι οι κατά
σάρκα ισραηλίτες οι οποίοι είναι οι απανταχού της γης χριστιανοί.
Ο Κύρος θα αναστατώσει με τις κατακτήσεις του όλη την οικουμένη, όμως οι
Ιουδαίοι δεν πρέπει να τρομάζουν, διότι αυτός ο κατακτητής είναι όργανο της Θείας
βούλησης.
Ο προφήτης στρέφει ξαφνικά το βλέμμα του στους ειδωλολάτρες: Δεν
εννόησαν , λέει οι κατασκευαστές των ειδώλων την ματαιότητα των πράξεών τους.
Ας συγκεντρωθούν όλοι οι εργάτες των ειδώλων και ας απολογηθούν: Με την
δύναμη του εργάτη δεν κατασκευάστηκε το είδωλο; Όμως αυτό το κουφό και τυφλό
ξόανο δεν είναι ικανό ούτε να ξεδιψάσει ούτε και να χορτάσει τον κατασκευαστή
του. Πως γίνεται οι εργάτες μετρώντας με τον χάρακα να μετρούν τον θεό; Το ίδιο
ξύλο που χρησιμοποίησαν για την κατασκευή του ειδώλου, το ίδιο χρησιμοποίησαν
για καύσιμη ύλη. Πόση η ειρωνεία!
Σ’ αυτό το κεφάλαιο ο Ησαΐας αναφέρει για πρώτη φορά τον Κύρο με το
όνομά του. Τον ονομάζει ποιμένα των ισραηλιτών διότι αυτός θα διατάξει την
ανοικοδόμηση της Ιερουσαλήμ. Πράγματι, ο ιστορικός Ιώσηπος αναφέρει ότι ο
Κύρος διάβασε αυτή την προφητεία και διέταξε την επιστροφή των Ιουδαίων στην
πατρίδα τους. Κατόπιν πράγματι, διέταξε να ανοικοδομηθεί η Ιερουσαλήμ.
Είναι εν τέλει άξιο να παρατηρήσουμε ότι οι προφητείες του Ησαΐα για τον
Κύρο, γράφηκαν εκατόν πενήντα έτη προ γεννήσεως του Κύρου!
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό πέμπτο
Ο Κύρος έχει χριστεί για να καταβάλλει του άλλους λαούς και να
απελευθερώσει τους Ιουδαίους. Προτυπώνει τον Μεσσία ο Οποίος απαλλάσσει από
τον ζυγό της αμαρτίας κάθε άνθρωπο.
Ο Θεός θα εξαφανίσει κάθε εμπόδιο μπροστά από τον Κύρο. Θα του
φανερώσει απόκρυφους θησαυρούς. Η Βαβυλώνα ονομάζεται από τον Αισχύλο
πολύχρυσος. Ο Θεός καλεί τον πέρση στρατηλάτη με το όνομά του, πράγμα
ιδιαίτερα τιμητικό γι’ αυτό.
Δεν υπάρχει άλλος Θεός. Μόνον ο παντοδύναμος Κύριος. Εις Θεός υπάρχει
που θέλει το καλό και επιτρέπει το κακό. Οι πέρσες την εποχή εκείνη πίστευαν στην
δυαρχία καλού-κακού. Ο Ορμούρδ ήταν ο θεός του καλού και ο Αριμάν ο θεός του
σκότους.
Πολλοί Ιουδαίοι δεν πίστευαν στο απελευθερωτικό έργο του Κύρου διότι
αυτός ήταν εθνικός και όχι ισραηλίτης. Άλλωστε ο Κύρος δεν πίστευε στον Θεό του

239
Ισραήλ. Όμως ο Κύριος τον εξέλεξε και διά του προφήτου του λέει: «Εγώ έδωσα σε
σένα δύναμη, εσύ όμως δεν με γνώρισες». Παράλληλα ρωτά του απιστούντες
Ιουδαίους: «Μήπως ο πηλός δύναται να πει στον κεραμοποιό, τι ποιείς»; Με τι
θράσος ελέγχουν οι ισραηλίτες τον Θεό για όσα Εκείνος βούλεται; Ο Θεός δεν
υπόκειται σε ανθρώπινη κριτική, είναι ο Κύριος της ιστορίας του κόσμου. Άλλωστε
τελικά ο Κύρος δίχως να έχει κάποιο κερδοσκοπικό ενδιαφέρον απελευθέρωσε τους
Ιουδαίους και έδωσε χρήματα για την ανοικοδόμηση του ναού. Άρα η αποστολή του
είχε όντως Θεία προέλευση.
Τα έθνη διά του Κύρου θα γνωρίσουν τον πραγματικό Θεό. Θα υποταχθούν
στο Ισραήλ, όχι στρατιωτικώς, αλλά διά της Εκκλησίας. Ας μην λησμονούμε ότι οι
Ιουδαίοι απέρριψαν τελικά τον Μεσσία.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό έκτο
Τι είναι τα είδωλα; Πλάσματα άνευ βοηθείας, ακίνητα και άχρηστα. Ο
προφήτης βλέπει τα είδωλα να μεταφέρονται από τους στρατιώτες του Κύρου και
ειρωνεύεται: «Οι θεοί αντί να σώζουν τους ανθρώπους, σώζονται υπ’ αυτών».
Καλεί ο προφήτης τους ειδωλολάτρες ιουδαίους να εγκαταλείψουν την
λατρεία των ειδώλων και να επιστρέψουν στην πραγματική πίστη του αληθινού
Θεού.
Ο Κύριος ετοίμασε το πτηνό του από μακρινή χώρα. (Η σημαία του Κύρου
έφερε χρυσό αετό). «Εγώ» λέει ο Κύριος, «ομίλησα προς αυτόν και έφερα αυτόν.
Ναι, εγώ δημιούργησα και ανέδειξα αυτόν. Έφερα αυτός εις το έργον μου και
ευόδωσα την οδόν αυτού».
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό έβδομο
Εκθρονίζεται από τον θρόνο της η Βαβυλώνα. Ποιοι κατοικούσαν την εποχή
εκείνη την πλουσιότερη πόλη του κόσμου; Αραμαίοι μετανάστες εκ δύσεως
ορμώμενοι οι οποίοι έγιναν κύριοι της Βαβυλώνας τον 7ο π.Χ αιώνα.
Στην πόλη αυτή διαπράχθηκαν πολλά ανομήματα και γι’ αυτό θα τιμωρηθεί
όχι από ανθρώπους αλλά από τον ίδιο τον Θεό. Θα καταντήσει ισόβια εξουθένωμα
των λαών εκπίπτοντας απότομα από την μεγάλη της δόξα.
Ο προφήτης ειρωνευόμενος ερωτά: «Που είναι οι περιβόητοι μάγοι για να σε
σώσουν Βαβυλώνα»; Πού είναι οι αστρολόγοι που προέβλεπαν τάχατις το μέλλον
παρατηρώντας την κίνηση των αστεριών; Γιατί δεν είδαν και την επερχόμενη
καταστροφή να έρχεται; Μαζί με τις διαβολικές τους προβλέψεις θα καταστραφούν
και οι ίδιοι καταντώντας καιόμενοι φρύγανο στην φωτιά που θα κατακάψει την
πορνεύουσα πόλη.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό όγδοο
Η πτώση της Βαβυλώνας και η απελευθέρωση των ισραηλιτών τώρα
αναγγέλλονται από τον προφήτη και όχι σε παλαιότερη εποχή για να μη πει κανείς
ότι αυτό ήταν γνωστό από παλαιόθεν. Ο Θεός θα επιτρέψει στους Βαβυλώνιους να
αιχμαλωτίσουν τους Ιουδαίους για λόγους διαπαιδαγώγησης, για να καθαρίσει τον
λαό από τις αμαρτίες του.
Εάν οι ισραηλίτες υπάκουαν στον Κύριο η ευτυχία τους θα ήταν απέραντη:
«Οι απόγονοί σου θα ήσαν τόσοι πολλοί, όση η άμμος της θαλάσσης· τα δε τέκνα
σου αναρίθμητα, όπως είναι το χώμα της γης. Αλλά ούτε και τώρα θα εξολοθρευθείς,
ούτε θα χαθεί το όνομά σου από εμπρός μου» λέει ο Κύριος διά του προφήτου.
Ας ετοιμαστούν για την έξοδό τους από την Βαβυλώνα οι εναπομείναντες
Ιουδαίοι. Όπως άλλοτε κατά την έξοδο των ισραηλιτών από την Αίγυπτο δεν έλλειψε
τίποτα στον λαό του Θεού, έτσι θα γίνει και τώρα: «Εάν διψήσουν, καθ' ον χρόνον ο
Θεός θα τους οδηγεί δια μέσου της έρημου, θα βγάλει νερό προς χάριν αυτών από
τον βράχον. Θα σχισθεί η πέτρα και θα αναβλύζουν ύδατα, δια να πιεί ο λαός μου».

240
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό ένατο

Ο προφήτης απευθύνεται προς τα έθνη για να τον γνωρίσουν και να κατανοήσουν ότι
έχει Θεία αποστολή. Ο Θεός όπλισε το στόμα του Ησαΐα με κηρυκτική δύναμη.

Ο Μεσσίας δεν θα επιτύχει την αποστολή του στο έπακρο διότι οι ισραηλίτες
τελικά δεν Τον δέχτηκαν. Όμως τα έθνη θα Τον δεχτούν και θα επιστρέψουν στην
πίστη. Αυτά όλα θα συμβούν αφού πρώτα Ο Χριστός περάσει τα φρικτά πάθη Του.
Μετά όμως την Ανάστασή Του θα Τον δουν βασιλείς τη γης και θα Τον
προσκυνήσουν.

Ο Θεός δεν δύναται να λησμονήσει την αγία πόλη Του Ιερουσαλήμ. Πολύ
περισσότερο δεν θα λησμονήσει ο Θεός την νέα Σιών δηλαδή την Εκκλησία.

Η επιστροφή των Ιουδαίων της διασποράς και κυρίως η επιστροφή των εθνών
στον Χριστό θα επιφέρει άπειρα τέκνα στη Σιών. Οι εχθροί της Ιερουσαλήμ θα
αλληλοεξοντωθούν, οι δε δίκαιοι θα σωθούν.

Κεφάλαιο πεντηκοστό
Η Μυστική σύζυγος του Κυρίου, η Ιερουσαλήμ διεζεύχθη οικεία βουλήσει
τον Κύριο. Ο Κύριος όμως είναι πρόθυμος να την συγχωρήσει. Δεν Αυτός διαζύγιο
στην Ιερουσαλήμ, αλλά αυτή από μόνη της απομακρύνθηκε. Εξαιτίας των αμαρτιών
τους οι ισραηλίτες έπεσαν στα χέρια των Βαβυλωνίων. Είναι απαραίτητο να
τιμωρηθούν για να καταλάβουν ότι χωρίς τον Θεό υπάρχει όλεθρος και καταστροφή.
Είναι πολύ εύκολο για τον Θεό να επαναφέρει τον λαό Του από τον ζυγό των
Βαβυλωνίων ακόμη κι αν αυτό δεν το πιστεύουν οι Ιουδαίοι: «Μήπως δεν είναι
ισχυρά η χείρ μου, δια να σας ελευθερώσει και σας σώσει η δεν έχω την δύναμιν να
σας βγάλω από την χώραν της αιχμαλωσίας σας; Ιδού, εγώ με την απειλήν μου
δύναμαι να ξηράνω και να κάμω έρημον την θάλασσαν να καταστήσω ξηρούς και
ερήμους τους ποταμούς, ώστε να αποθάνουν από την δίψαν τα ψάρια, διότι δεν θα
υπάρχει ύδωρ. Εγώ ημπορώ να ενδύσω με σκοτάδι τον ουρανόν και να μεταβάλω
την λαμπράν περιβολήν και εμφάνισίν του εις πένθιμον σάκκον». Λέγει ο Κύριος.
«Ο δούλος του Κυρίου λέγει»: Εδώ ο προφήτης παρουσιάζει τον Μεσσία να
μονολογεί και να λέει ότι έχει λάβει ως δώρο το χάρισμα του λόγου, η διδασκαλία
του είναι εξ’ ουρανού, δέχεται ουράνιες αποκαλύψεις ακαταπαύστως. Είναι ευπειθής
στις εντολές του Θεού, ακόμη κι αν αυτό στοιχίσει τη ζωή Του. Δεν φοβάται τις
επιθέσεις του εχθρού. Όσο και να προσπαθήσουν οι εχθροί Του τελικά «ως ιμάτιον
παλαιωθήσεσθε» δηλαδή θα καταστραφούν όπως φθείρεται ένα παλιό ρούχο. Αυτοί
όμως που θα Τον ακολουθήσουν και θα πιστέψουν σ’ Αυτόν θα ελευθερωθούν, θα
έρθουν προς το Φως. «Εγώ ειμί το φως του κόσμου» λέγει ο Χριστός. Όσοι όμως
απιστήσουν θα καούν από την φωτιά την οποία οι ίδιοι άναψαν. «Θα αποθάνητε άνευ
ελπίδος και εν λύπη» καταλήγει στον μονόλογό του ο Μεσσίας ο Χριστός.
Κεφάλαιο πεντηκοστό πρώτο
Λίγοι Ιουδαίοι έχουν απομείνει μετά την Βαβυλώνια αιχμαλωσία, κι αυτοί
απιστούν εξαιτίας της αδυναμίας τους ότι θα απελευθερωθούν. Ο Θεός όμως τους
θυμίζει την καταγωγή τους, τους θυμίζει τον Αβραάμ και την στείρα Σάρρα που απ’
αυτούς προήλθαν όλοι οι ισραηλίτες. Ότι έκανε ο Θεός στον Αβραάμ δύναται
ασφαλώς να κάνει και με τον αιχμάλωτο λαό Του.
Ο Θεός υπόσχεται σωτηρία διά μέσου του δούλου Του (του Χριστού) η οποία

241
όμως δεν αφορά μόνον τους Ιουδαίους αλλά και όλους τους λαούς. Ο νόμος του
Μεσσία θα φωτίσει τα έθνη. Όλα αυτά θα γίνουν οπωσδήποτε.
Δεν υπάρχει κανένας λόγος να φοβούνται οι Ιουδαίου τους εχθρούς τους
εφόσον ο Θεός τους προστατεύει. Όπως τα μάλλινα ενδύματα τρώγονται από τον
σκόρο, όπως κάθε ρούχο παλιώνει και είναι πλέον για πέταμα, έτσι και οι εχθροί του
Ισραήλ θα καταστραφούν.
Ερωτά με παράπονο ο Θεός; «Ελησμόνησες τον Θεόν, ο οποίος σε
εδημιούργησε, τον Θεόν, ο οποίος εδημιούργησε τον ουρανόν και εθεμελίωσε την
γην· και εφοβείσο πάντοτε όλας τας ημέρας το ωργισμένον πρόσωπον εκείνου του
ανθρώπου, ο οποίος σε κατέθλιβε και σε κατεδυνάστευε. Που είναι τώρα ο θυμός
εκείνου, ο οποίος σε κατέθλιβε και επινοούσε τρόπους και έπαιρνεν αποφάσεις να σε
εξόντωση Καθ' ον χρόνον συ θα ευρίσκεσαι στον δρόμον της σωτηρίας, εκείνος δεν
θα ημπορέση επί πολύν χρόνον να σταθή απέναντί σου, διότι εγώ είμαι ο Θεός σου, ο
οποίος αναταράσσω την θάλασσαν και κάνω τα κύματά της να ηχούν. Κύριος των
δυνάμεων είναι το Όνομά μου»!
Κεφάλαιο πεντηκοστό δεύτερο
Η Ιερουσαλήμ από σκλάβα που έγινε λόγω των αμαρτιών της θα ξαναγίνει
βασίλισσα.- «Τι κάνετε εσείς εδώ σε ξένη χώρα»; Ρωτά ο Θεός τους Ιουδαίους. Είναι
πλέον η ώρα της απελευθερώσεως ώστε να γνωρίσουν τα έθνη την ισχύ του
μεγαλοδύναμου Θεού. Η έξοδος των Ιουδαίων από την Βαβυλώνα δεν θα είναι ίδια
με την έξοδο των Ισραηλιτών από την Αίγυπτο. Θα γίνει με ήρεμο τρόπο, ειρηνικά
και με απόλυτη ασφάλεια. Και στην εμπροσθοφυλακή και στην οπισθοφυλακή θα
βρίσκεται ο Ίδιος ο Θεός.
Οι Ιουδαίοι πρέπει άμεσα να ετοιμαστούν για τον επαναπατρισμό τους, διά
τούτο διατάσσονται να είναι καθαροί από πάσης νομικής ακαθαρσίας για να
εισέλθουν στην αγία πόλη. «Και ακαθάρτου μη άπτεσθε», λέγει ο Κύριος.
Κεφάλαιο πεντηκοστό τρίτο
Πρόκειται και για το περιφανέστερο τμήμα όχι μόνον του Ησαῒου αλλά και
ολόκληρης της Παλαιάς Διαθήκης. Με εξαιρετική σαφήνεια περιγράφονται εδώ τα
πάθη και η δόξα του Χριστού. Είναι θα λέγαμε εν συνόψει το Ευαγγέλιο της Παλαιάς
Διαθήκης!
Οι Ιουδαίοι ευθύς εξ’ αρχής δεν δέχτηκαν τον Μεσσία ως απεσταλμένο του
Θεού, διότι είχε ανθρώπινη μορφή. Εμφανίστηκε ως μικρό παιδί και γι’ αυτό
περιφρονήθηκε. Οι Ιουδαίοι περίμεναν τον Μεσσία ως παντοδύναμο και κραταιό.
Ενώ άλλοι ήταν ένοχοι Αυτός τιμωρήθηκε για τις αμαρτίες της
ανθρωπότητας: «οὐκ ἔστιν εἶδος αὐτῷ οὐδὲ δόξα· καὶ εἴδομεν αὐτόν, καὶ οὐκ εἶχεν
εἶδος οὐδὲ κάλλος». Τόσο πολύ κακοποιήθηκε από τους ανθρώπους διά
εμπτυσμάτων, ραπισμάτων, φραγγελώσεως, αιμάτων που έχασε το πρόσωπό του
ακόμη κάθε ανθρώπινη μορφή!
Βλέποντας οι Ιουδαίοι τα οδυνηρά πάθη του Μεσσία, νόμιζαν ήταν
κακούργος, άξιος αυτής της τιμωρίας. «Αυτός όμώς ετραυματίσθη δια τας ιδικάς μας
αμαρτίας, εταλαιπωρήθη και υπέφερε δια τας ανομίας μας. Παιδευτική τιμωρία
έπεσεν επάνω του δια την ιδικήν μας ειρήνην και σωτηρίαν. Χαρις δε εις την πληγήν
εκείνου ημείς εθεραπεύθημεν»
Εκείνος όμως δεν διαμαρτυρήθηκε: . «ὡς πρόβατον ἐπὶ σφαγὴν ἤχθη καὶ ὡς
ἀμνὸς ἐναντίον τοῦ κείροντος αὐτὸν ἄφωνος, οὕτως οὐκ ἀνοίγει τὸ στόμα».
«ἐν τῇ ταπεινώσει ἡ κρίσις αὐτοῦ ἤρθη» δηλαδή αφαιρέθηκε απ’ Αυτόν κάθε
έννοια δικαιοσύνης, «τὴν δὲ γενεὰν αὐτοῦ τίς διηγήσεται»; Μα Αυτόν που
καταδίκασαν οι άνθρωποι είναι ο Προαιώνιος Υιός και Λόγος του Θεού. Ποιος
μπορεί συνεπώς να βρει και να περιγράψει σ’ Αυτόν γενεαλογία;

242
«‘Οτι αἴρεται ἀπὸ τῆς γῆς ἡ ζωὴ αὐτοῦ». Ο Θάνατος του Ιησού. Η δόξα
όμως του Μεσσία αρχίζει από τον θάνατό Του.
Οι Ιουδαίοι όχι μόνο τον καταδίκασαν σε θάνατο αλλά προσπάθησαν να Τον
εξευτελίσουν θανατώνοντάς Τον ανάμεσα σε δύο ληστές: «ἀνθ᾿ ὧν παρεδόθη εἰς
θάνατον ἡ ψυχὴ αὐτοῦ, καὶ ἐν τοῖς ἀνόμοις ἐλογίσθη»
Ο Μεσσίας δεν έχει να απολογηθεί για καμία αμαρτία «ὅτι ἀνομίαν οὐκ
ἐποίησεν, οὐδὲ εὑρέθη δόλος ἐν τῷ στόματι αὐτοῦ».
Εν τέλει ο Θεός διά της Αναστάσεως του Χριστού θα δοξάσει Αυτόν που
τόσο αδικήθηκε: «καὶ Κύριος βούλεται καθαρίσαι αὐτὸν ἀπὸ τῆς πληγῆς. ἐὰν δῶτε
περὶ ἁμαρτίας, ἡ ψυχὴ ὑμῶν ὄψεται σπέρμα μακρόβιον· καὶ βούλεται Κύριος
ἀφελεῖν».
Ο Ησαΐας αναφέρει τον Μεσσία ως “δούλο του Κυρίου”. Πολλοί εεμηνευτές
διερωτούνται γιατί Τον αποκαλεί έτσι. Κάποιοι πίστεψαν ότι μιλά για τον
ισραηλιτικό λαό, όμως Αυτός ο δούλος υπέρ του ισραηλιτικού λαού πάσχει και
αποστέλλεται. Μάλιστα δε το έργο του έχει παγκόσμιο χαρακτήρα και γι’ αυτό δεν
επρόκειτο ούτε για προφήτη τινά (Ιερεμία, Μωυσή, Ησαΐα κλπ). Κάθε ορθολογιστής
θα πρέπει να παραδεχτεί ότι το χωρίο αυτό δεν αναφέρεται σε κανένα άλλο πρόσωπο
παρά μόνο στον Μεσσία Χριστό. Τον ονομάζει δε δούλο, διότι Αυτός μορφή δούλου
έλαβε για να σηκώσει ως άνθρωπος τις αμαρτίες όλων των ανθρώπων.

Κεφάλαιο πεντηκοστό τέταρτο


Οι χώρες που ζούσαν έρημες από Θεία Χάρη και ευλογία, από στείρες
πνευματικά θα αποκτήσουν εξαιτίας της Ιδρύσεως της Εκκλησίας τέκνα εν Χριστώ.
Η πάλαι ποτέ συναγωγή των Εβραίων θα μεταμορφωθεί σε Εκκλησία του Χριστού,
και γι’ αυτό λόγω του πλήθους των πνευματικών της παιδιών θα πρέπει να πλατύνει
τη σκηνή της. «Και πύλαι Άδου ου κατισχύσουσι» (Ματθ. 16,18) κανείς δεν θα
μπορεί πλέον να ταράξει την ηρεμία και την αιώνια ευλογία της Εκκλησίας. Η
Διαθήκη του Θεού με τον άνθρωπο θα είναι αιώνια και ακατάλυτη. Απερίγραπτη
δόξα θα λάβει η νέα Σιών, δηλαδή η Εκκλησία του Χριστού, οι άνθρωποι θα
διδάσκονται απευθείας από τον Θεό, όπως έκανε ο Χριστός με τους μαθητές Του.
Αυτό εν πληρότητα θα πραγματοποιηθεί στην Θριαμβεύουσα εν ουρανώ Εκκλησία.
Η νέα πόλις της Σιών, η Εκκλησία του Χριστού, θα δεχθεί τους εξ’ εθνών
χριστιανούς. Ο διεφθαρμένος κόσμος θα επιτεθεί στην Εκκλησία, αλλά δεν θα
υπερισχύσει : «πάντας αυτούς ηττήσεις» δηλαδή τους επαναστατήσαντες κατά σου
θα νικήσεις. Ο Κύριος θα αναλάβει αυτοπροσώπως την υπεράσπιση των δικαίων:
«Έσεσθέ μοι δίκαιοι».
Κεφάλαιο πεντηκοστό πέμπτο
Δεν υπάρχει άλλη πηγή που μπορεί να σβήσει την δίψα των ανθρώπων, παρά
ο Χριστός: «Ο διψών ερχέσθω προς με και πινέτω». Άδικος ο κόπος πολλών
ανθρώπων οι οποίοι δαπανούν ολόκληρες περιουσίες προσπαθώντας να
ικανοποιήσουν τις επιθυμίες τους. Μόνον ο Θεός μπορεί να ικανοποιήσει τον
άνθρωπο. Έτσι όλοι ανεξαιρέτως οι άνθρωποι, Ιουδαίοι και εθνικοί είναι καλεσμένοι
στο συμπόσιο του Θεού δηλαδή στην Θεία Λειτουργία. Πρέπει όμως ο ασεβής να
αλλάξει ζωή να μετανοήσει: «απολιπέτω ο ασεβής τας οδούς αυτού» και τότε ο Θεός
θα του συγχωρήσει όλες του τις αμαρτίες και τότε θα γίνει ικανός να μετέχει του
συμποσίου της Χάριτος του Θεού.
Κεφάλαιο πεντηκοστό έκτο
Κανείς δεν αποκλείεται από την σωτηρία εν αντιθέσει με τις παλαιές
διατάξεις του νόμου όπου ευνούχοι και ορισμένοι ξένοι λαοί αποκλείονταν από την

243
συναγωγή. Όμως τώρα, αν τηρήσουν όλοι αυτοί τον νόμο του Σαββάτου θα μπορούν
να εισέλθουν. Αυτό πραγματοποιήθηκε στην Εκκλησία του Χριστού που μπορούν οι
εθνικοί και οι ευνοίχοι να μετέχουν ανεμπόδιστα σ’ αυτήν. Οι ευνούχοι που λόγω
του ότι δεν μπορούσαν να αποδώσουν τέκνα έμεναν αποσυνάγωγοι και άνευ πάσης
τιμής, στην Εκκλησία γίνονται όχι μόνο δεκτοί αλλά αποκτούν και μεγαλύτερη τιμή
απ’ όλους όσους έχουν υιούς και θυγατέρες, η τιμή δηλαδή του αγγελικού βίου της
παρθενικής μοναχικής πολιτείας.
Στη συνέχεια ο Ησαΐας ελέγχει αυστηρώς του αρχηγούς του Ισραήλ για την
αδιαφορία που επιδεικνύουν, την πολυτέλεια μέσα στην οποία ζουν και την
διαφθορά. «Οι φύλακες του Ισραήλ είναι τυφλοί», τα σκυλιά όταν ακούσουν τον
λύκο γαυγίζουν φυλάσσοντας τα πρόβατα, αυτοί όμως παραμένουν άφωνοι,
κοιμισμένοι και νυσταγμένοι. Δεν βλέπουν τίποτα άλλο παρά μόνον το ατομικό τους
συμφέρον.
Κεφάλαιο πεντηκοστό έβδομο
Ο θάνατος των δικαίων είναι ευλογία Θεού. Πόση ντροπή είναι για τους
Ιουδαίους, οι οποίοι αποτελούν τον περιούσιο λαό του Θεού, να λατρεύουν τα
είδωλα. Δεν έφτανε όμως μόνον αυτό, αλλά ξέχασαν τόσο πολύ τον Παντοδύναμο
Θεό, τον προστάτη του Ισραήλ ο Οποίος εξήγαγε αυτούς εκ της Αιγύπτου, ώστε
κατέφυγαν στο να ζητιανεύουν ξένη προστασία από τους εθνικούς. «Τίνα
εφοβήθης;» Φοβήθηκες του μεγάλους τη γης και τους θεούς τους και όχι Εμένα, λέει
ο Κύριος.
Τελείωσε όμως η ανοχή του Θεού σε όλα αυτά. Αρκεί ένας αέρας, ένα
φύσημα και θα εξαφανιστούν όλες οι ψεύτικες ελπίδες τους.
Που αναπαύεται να κατοικεί ο Θεός; «Κύριος, Ύψιστος, επαναπαυόμενος και
ευαρεστούμενος εν μέσω των αγίων. Αυτός ο οποίος δίδει καρτερίαν και δύναμιν
στους ολιγοψύχους παρέχει ζωογόνον παρηγορίαν στους συντετριμμένους κατά την
καρδίαν». Όσο για τους ασεβείς: «Οι αμετανόητοι όμως αμαρτωλοί θα
αναταράσσονται, σαν να ευρίσκονται εις αγρίως τρικυμισμένην θάλασσαν. Δεν θα
ημπορέσουν δέ ποτέ,να εύρουν πραγματικήν ανάπαυσιν. Εις τους ασεβείς δεν
υπάρχει χαρά, είπεν ο Κυριος ο Θεός».
Κεφάλαιο πεντηκοστό όγδοο
Ο Ισραηλιτικός λαός τηρεί την εξωτερική αρετή της νηστείας, αφήνει όμως
την εσωτερική αγιότητα. Μέσα σε αυτήν την πλάνη νόμιζαν ότι βάδιζαν οι Ιουδαίοι
τον δρόμο του Θείων προσταγών. Κατανόησαν όμως ότι οι νηστείες τους δεν είχαν
αντίκρισμα διότι παρέμεναν δέσμιοι της Βαβυλώνιας αιχμαλωσίας. Ο Θεός όμως διά
του προφήτου τους απαντά ποιοι ήταν οι λόγοι για τους οποίους οι νηστείες τους δεν
είχαν κανένα αντίκρισμα: α) διότι κατά τις ημέρες της νηστείας εύρισκαν την
ευκαιρία να επιδοθούν σε όλα τα πάθη τους, β) διότι φέρονταν σκληρώς προς τους
υποχείριούς τους, γ) νήστευαν για να επιτύχουν οι αρπαγές και οι αδικίες τους, δ)
νήστευαν με σάκους και σποδούς, τα πάθη όμως της ηδονής και οδύνης παρέμεναν
τα ίδια, οι φόνοι και οι πορνείες παρέμεναν τα ίδια.
Ποια είναι η αληθινή νηστεία η ευάρεστη τω Κυρίω; Η αποφυγή της αδικίας,
η άσκηση της ελεημοσύνης, ό ένας να νοιάζεται για τον άλλο, είδες γυμνό; Ντύσε
τον!
Τι θα αποκομίσει αυτός που εργάζεται κατ’ αυτόν τον τρόπο; Θα γεμίσει από
φως ευτυχίας, θα εξέλθει από το σκοτάδι της δυστυχίας και του εγωισμού, θα
εισακουσθεί η προσευχή του: «Όταν δώσεις στον πεινώντα με την ψυχή σου άρτο
και χορτάσεις από παρηγορία ψυχή, η οποία είναι τεθλιμμένη, τότε μέσα εις το
σκότος θα λάμψει το φως σου και το σκότος της δυστυχίας θα γίνει λαμπρό ως
μεσημβρία». Πολλές άλλες επίσης ευεργεσίες περιμένουν τον εργάτη της αρετής: θα

244
αποκτήσει υγεία σώματος, υλικό πλούτο, απογόνους που θα διαιωνίσουν το όνομά
του.
Κεφάλαιο πεντηκοστό ένατο
Ο Θεός έχει όλη τη δύναμη να σώσει του Ιουδαίους, αλλά εκείνοι είναι
ανάξιοι λόγω των αμαρτιών τους. Αυτοί που υψώνουν τα χέρια τους για να
προσευχηθούν τα έχουν βάψει νωρίτερα με αίμα αθώων, τα χείλη τους τα έχουν
μολύνει με άδικους λόγους, κανένα δικαστήριο δεν υπάρχει που να κρίνει δίκαια. Η
κακία κατέλαβε όλη την ζωή τους, ως αποτέλεσμα όλων αυτών: λείπει η ευτυχία.
Κάποτε όμως μία μερίδα ανθρώπων θα αντιληφθεί την πλάνη της και θα
παραδεχτεί λέγοντας: «πολλή γαρ η ανομία», «ησεβήσαμεν». Τότε ο Θεός θα
περιθάλψει τους μετανοούντες συνάπτοντας μαζί τους αιώνια Διαθήκη. Η Διαθήκη
αυτή που θα συνάψει ο Θεός αφορά τους απανταχού μετανοούντες όλης της
οικουμένης. Όλα τα αναγεννηθέντα έθνη θα γίνουν ένας λαός υπό το Φως του
Μεσσία. Ο Θεός στα μετανοούντα έθνη θα χορηγήσει το Πνεύμα Του, το Λόγο Του,
την Θεία Αποκάλυψη την κεκρυμμένη ανά τους αιώνας. Όλα αυτά ποτέ δεν θα
εκλείψουν, η Εκκλησία του Χριστού δεν έχει τέλος και η Νέα Διαθήκη δεν θα πάψει
ποτέ να υπάρχει.
Κεφάλαιο εξηκοστό
«Φωτίζου, Φωτίζου η Νέα Ιερουσαλήμ, η δόξα Κυρίου επί σε ανατέταλκεν» ,
ο Κύριος γίνεται ο ήλιος της δικαιοσύνης και γι’ αυτό η Ιερουσαλήμ λούζεται με
φως. Το Μεσσιανικό φως του Χριστού. Η Ιερουσαλήμ θα μεταβληθεί σε φωτεινό
παγκόσμιο φάρο εις τον οποίο θα προστρέξουν τα έθνη για να απαλλαγούν από το
σκοτάδι που τα διακατέχει. Η Ιερουσαλήμ θα δεχτεί τα πλούσια δώρα των εθνών. Οι
εθνικοί θα αναγνωρίσουν την υπεροχή του Θεού του Ισραήλ. Μεσογειακοί λαοί, και
έθνη της Ανατολής, λαοί από την Δύση θα προστρέξουν στον ναό του Κυρίου. Όχι
μόνον διά ξηράς, αλλά και διά θαλάσσης θα προστρέξουν τα έθνη, για να φέρουν τα
πλούσια δώρα τους στην Ιερουσαλήμ.
Η Ιερουσαλήμ μετά την καταστροφή που υπέστη θα ανοικοδομηθεί και
μάλιστα από τα έθνη. Πρώτος ο Κύρος, έπειτα ο Δαρείος συνετέλεσαν όντως στην
ανοικοδόμησή της. Ο ναός της και πάλι θα ανοικοδομηθεί διά πολύτιμων λίθων.
Άξιοι άρχοντες θα διοικούν πλέον την πόλη και ειρήνη και δικαιοσύνη θα
βασιλεύουν πάντοτε στην αγία πόλη του Θεού. Ποιος θα είναι η πηγή της όλης
αυτής ευτυχίας; Ο Χριστός. Δεν θα υπάρξουν πλέον πόλεμοι, αδικίες και εκδήλωση
αμαρτιών στην νέα Ιερουσαλήμ. Αυτά όλα θα τα απολαύσουν όχι οι Ιουδαίοι οι
οποίοι τελικά δεν φύλαξαν την ευλογία, αλλά οι εν πνεύματι ισραηλίτες δηλαδή οι
χριστιανοί. Όλα αυτά εν πληρότητα όμως θα πραγματοποιηθούν στην επουράνιο
Ιερουσαλήμ της Δόξης της Θριαμβεύουσας Εκκλησίας του Χριστού.

Κεφάλαιο εξηκοστό πρώτο


Ποια θα είναι η αποστολή του Χριστού πάνω στη γη; «Πνεῦμα Κυρίου ἐπ᾿
ἐμέ, οὗ εἵνεκεν ἔχρισέ με· εὐαγγελίσασθαι πτωχοῖς ἀπέσταλκέ με, ἰάσασθαι τοὺς
συντετριμένους τὴν καρδίαν, κηρύξαι αἰχμαλώτοις ἄφεσιν καὶ τυφλοῖς ἀνάβλεψιν».
Αυτό το εδάφιο αναφέρει ο Κύριος για τον εαυτό Του στο Λουκ. 4,18. Ο Χριστός
έλαβε παν είδος ουρανίου χάριτος, για να εκπληρώσει την αποστολή Του. Θα φέρει
το ευχάριστο μήνυμα της λυτρώσεως από τον ζυγό της αμαρτίας σε όλη την
ανθρωπότητα. Θα φροντίσει και θα θεραπεύσει τους πληγωμένους από την αμαρτία
ανθρώπους.
«Θα έλθουν ξένοι ίνα ποιμάνουν τα πρόβατά σου ω Ιερουσαλήμ». Από άλλες
εθνικότητες θα έρθουν άνθρωποι να ποιμάνουν τους Ισραηλίτες. Ποιοι θα είναι

245
αυτοί; «υμείς δε ιερείς». Όπερ και εγένετο· ως οι ισραηλίτες απιστούντες εις τον
Μεσσία, την θέση τους κατέλαβαν τα έθνη έχοντας την προνομιούχο θέση των
ιερέων της Εκκλησίας του Χριστού. Η ισραηλιτική γενεά θα αναγνωριστεί όμως ως
ιδιαιτέρως τιμωμένη, υπό των εθνών.
Κεφάλαιο εξηκοστό δεύτερο
Ο Κύριος θέλει να λάμψει η σωτηρία του λαού Του και η δικαιοσύνη Του σε
όλα τα έθνη. Η Ιερουσαλήμ που εγκαταλείφθηκε και καταστράφηκε κατά την
Βαβυλώνια αιχμαλωσία, θα ανοικοδομηθεί, ο ναός της θα ξανακτισθεί. Αυτό είναι
απολύτως βέβαιο και αποτελεί υπόσχεση του Θεού.
Ο προφήτης όμως ατενίζει και την Άνω Ιερουσαλήμ, την οποία κανείς δεν
δύναται να κατακτήσει. Η πόλις αυτή είναι απολύτως ασφαλής και οι κοπιάζοντες
στην γη πνευματικώς , θα απολαμβάνουν αιωνίως τους κόπους τους εκεί
κατακτώντας μία θέση στην αιώνια πόλη του Θεού. (στον παράδεισο)
Τα έθνη προσκαλούνται να συμμετάσχουν στην χαρά της Άνω Ιερουσαλήμ.
Όλα τα έθνη μαζί θα αποτελέσουν έναν λαό άγιο: «έθνος άγιον, βασίλειον
ιεράτευμα». Η νέα Ιερουσαλήμ, δηλαδή η Εκκλησία του Χριστού, θα αποτελέσει το
κέντρο όλων των ανθρώπων διότι αυτή θα πληρώσει την θρησκευτική τους δίψα.
Κεφάλαιο εξηκοστό τρίτο

Ένας ένδοξος μαχητής ενδεδυμένος με ερυθρά ιμάτια και με επιβλητική


στολή, περιπατεί με μεγαλοπρέπεια, είναι έτοιμος να αποδώσει δικαιοσύνη. Αυτός
αποφασίζει για την σωτηρία των ισραηλιτών και κανείς δεν είναι ικανός να του
αντισταθεί. Μόνος του χωρίς άλλον βοηθό διεξάγει μάχη και συντρίβει τους ασεβείς
εθνικούς. Ποιος είναι αυτός ο μαχητής; Είναι ο ίδιος ο Κύριος, ο Μεσσίας Χριστός.
Η προφητεία αυτή πραγματοποιήθηκε εν μέρει με την ήττα και συντριβή των εχθρών
της Εκκλησίας και θα εκπληρωθεί πλήρως με την Δευτέρα Παρουσία του Χριστού.
Ο Θεός εξέλεξε ως εκλεκτό λαό Του τον Ισραήλ όχι γιατί αυτός το άξιζε, το
έκανε ωσάν από έλεος. Ο Θεός είδε τους ισραηλίτες ως παιδιά Του, αυτά όμως ήταν
αχάριστα και άπιστα. Πολλές φορές ο Θεός ευεργέτησε με ποικίλους τρόπους τους
ισραηλίτες, όμως αυτοί του το ανταπόδωσαν με πλήθος αμαρτημάτων και ανομιών.
Τα δε οψόνια της αμαρτίας όμως είναι ο θάνατος. Έτσι οι Ιουδαίοι εξορίστηκαν και
αιχμαλωτίστηκαν στην Βαβυλώνα.
Ο Αβραάμ και ο Ιακώβ βρίσκονται στον Άδη εγκλωβισμένοι και ανήμποροι
να βοηθήσουν τον Ισραήλ. Αυτά ίσχυαν προ της Αναστάσεως του Χριστού. Δεν
υπήρχε καμία επικοινωνία των ζώντων μετά των τεθνεώτων. Γι’ αυτό ο προφήτης
παρακαλεί τον Ίδιο τον Θεό να επέμβει και να σώσει τους συμπατριώτες του οι
οποίοι είχαν φτάσει σε ιδιαίτερα ταπεινωτική κατάσταση όμοια με αυτή που ήταν
πριν συναφθεί η Διαθήκη του Θεού με των Ισραηλιτών.
Κεφάλαιο εξηκοστό τέταρτο
«Εάν έσχιζες τους ουρανούς να κατέβαινες» λέει ο προφήτης προς τον Θεό
θα τακτοποιούνταν αμέσως η δυστυχία των Ιουδαίων. Ο προφήτης εξ’ ονόματος
όλων των συμπατριωτών του παραδέχεται την αναξιότητά τους, ομολογεί την
διαφθορά. Ακόμη κι όταν τιμωρήθηκαν με την Βαβυλώνια αιχμαλωσία, ούτε και
τότε συνετίστηκαν. Δεν υπάρχει τώρα κανείς ικανός για να παρακαλέσει τον Θεό να
τους ελεήσει. Καλεί λοιπόν ο ίδιος ο προφήτης τον Θεό να λυπηθεί τον λαό Του, να
ενθυμηθεί την καταστροφή των ιερών κειμηλίων της Ιερουσαλήμ, να καμφθεί η
καρδιά Του και εν τέλει ερωτά: «Κύριε, εξακολουθείς να ανέχεσαι την κατάσταση
αυτή, εξακολουθείς να σιωπάς και να μας έχεις τόσο πολύ ταπεινωμένους!».
Κεφάλαιο εξηκοστό πέμπτο
`Ο Θεός απλώνει τας χείρας Του, προς τον λαό Του, όμως εκείνος δεν τον

246
ακούει. Πολλοί Ιουδαίοι έχουν καταφύγει στην λατρεία των ειδώλων. Αντί να
μετανοήσουν γι’ αυτήν τους την καταισχύνη, έχουν και την αναίδεια να θεωρούν
τους εαυτούς τους αγίους.
Μία μόνον μικρή μερίδα Ιουδαίων θα σωθεί από την δίκαιη οργή του Θεού
που σύντομα θα ξεσπάσει , οι οποίοι θα αποτελέσουν τους προγόνους του Μεσσία.
Μαζί μ’ αυτούς θα σωθούν λαοί εξ’ εθνών οι οποίοι προηγουμένως θεωρούνταν
καταραμένοι ευρισκόμενοι σε πνευματικό σκότος. Διά του Χριστού θα
ανακαινισθούν οι άνθρωποι, η φύση, το σύμπαν. Ακατάπαυστη χαρά θα βασιλεύει
στον ουρανό και στην νέα γη. Την πληρότητα όμως αυτής της ευτυχίας και όλα τα
παραδείσια αγαθά που θα την συνοδεύουν θα τα απολαύσει ο κατοικών άνθρωπος εν
τη Νέα επουράνιο Ιερουσαλήμ.
Κεφάλαιο εξηκοστό έκτο
Πολλοί Ιουδαίοι βλέποντας τον ναό του Θεού κατεστραμμένο νόμιζαν ότι ο
Θεός δεν μπορεί να κατοικήσει πουθενά αλλού παρά μόνον εκεί. Ο Θεός όμως
απαντά σ’ αυτήν την απορία: Ο θρόνος Του είναι στον ουρανό η δε γη είναι το
υποπόδιο των ποδών Του. Ο άπειρος Θεός παντού μπορεί να αναπαυθεί. Ανώτερος
από ναό είναι καρδιά του ταπεινού ανθρώπου ο οποίος τρέμει στους λόγους του
Κυρίου. Ο προφήτης καταγγέλλει την ανούσια τυπολατρία. Η πραγματική λατρεία
είναι η εσωτερική ευσέβεια.
Ο Κύριος θα έρθει και θα κρίνει τους ασεβείς. Εν μια στιγμή η παλαιά
Ιερουσαλήμ θα γεννήσει την Νέα Ιερουσαλήμ δηλαδή την Εκκλησία του Χριστού.
Το Ιουδαϊκό έθνος απότομα θα μεγαλώσει γεννώντας νέα τέκνα. Ήδη από την ημέρα
κιόλας της Πεντηκοστής 3000 νέοι χριστιανοί πίστεψαν και βαπτίστηκαν.
Απεναντίας οι εχθροί της Νέας Σιών θα συντριφθούν.
Όλα τα έθνη θα συγκεντρωθούν για να δουν την δόξα του Κυρίου. Κήρυκες
του Θεού, δηλαδή οι Απόστολοι θα κηρύξουν στους Αφρικανικούς λαούς πέραν της
Αιγύπτου, στους Αρμένιους, στους κατοίκους πέριξ της Μαύρης θαλάσσης στους
έλληνες και του λοιπούς μεσογειακούς λαούς.
Όλοι αυτοί οι λαοί οι πιστεύσαντες στον Χριστό θα αποτελέσουν την μία
Αγία Καθολική και Αποστολική Εκκλησία, η οποία θα παραμείνει ασάλευτη εις τους
αιώνας. Οι ασεβείς θα έχουν κακό τέλος. Ένας σωρός άταφων πτωμάτων θα δεικνύει
την αιώνια οργή του Θεού απέναντί τους. Μία εικόνα που κατ’ άλλη έννοια δείχνει
την αιώνια κόλαση, τον ακοίμητο σκώληξ, το τρίξιμο των δοντιών, την φωτιά που
δεν σβήνει.
Ο Ησαΐας διψά για την επικράτηση της δικαιοσύνης του Θεού και για την
αποκατάσταση των πραγμάτων. Έτσι μ’ αυτόν τον τρόπο κλείνει το βιβλίο του, το
βιβλίο των παρηγοριών όπως πολλοί πατέρες το έχουν ονομάσει.

650 π.Χ ΙΕΡΕΜΙΑΣ


ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ο Προφήτης Ιερεμίας γεννήθηκε περίπου το 650 π.Χ. ήταν υιός του ιερέως
Χελκίου και κατάγονταν από την φυλή Βενιαμίν. Μελέτησε τους προ αυτού
προφήτες Ησαΐα και Ωσηέ. Σε ηλικία 23-25 ετών εκλήθη στο προφητικό αξίωμα.
Αρχικά αρνήθηκε αυτής της τιμής προβάλλοντας ως επιχείρημα το άπειρο της
ηλικίας του. Ο Θεός όμως τον έπεισε υποσχόμενος ότι θα τον βοηθήσει στην
αποστολή του.
Έτσι ξεκίνησε την δημόσια δράση του:
Α) επί βασιλέως Ιωσίου 627-621 π.Χ

247
Β) επί βασιλέως Ιωακείμ μέχρι Σεδεκίου 609-598 π.Χ
Γ) επί Σεδεκίου 598-586 π.Χ και
Δ) μετά την άλωση της Ιερουσαλήμ.
Πέθανε λιθοβολούμενος από συμπατριώτες του σε ηλικία 65-70 ετών, δύο
περίπου χρόνια μετά την άλωση.
Η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη του την 1η Μαΐου.
Κεφάλαιο πρώτο
Στα χρόνια που βασίλευε ο Ιωσίας (640 π.Χ) εκλήθη στο προφητικό αξίωμα
από τον Θεό ο Ιερεμίας. «Σε γνωρίζω καλώς πριν ως έμβρυον σε πλάσσω εν τη
κοιλία της μητρός σου και πριν εξέλθεις εκ της κοιλίας ταύτης σε προόρισα διά το
άγιον έργον μου, δηλαδή σε εγκατέστησα προφήτη για τα έθνη». Ο Ιερεμίας ο οποίος
πριν πλασθεί είχε είδε προοριστεί για το έργο του από τον Θεό πέρασε τα
μεγαλύτερα μαρτύρια όπως και ο Χριστός, ο οποίος πριν σαρκωθεί υπέστη τα
μεγαλύτερα μαρτύρια. Ο Ιερεμίας είναι συνεπώς τύπος του Χριστού. Άρα βάσανα
και αγιότης συνδέονται. Ο προφήτης δεν απεστάλλει μόνον για τους Ιουδαίους, αλλά
και για τα έθνη.
Όμως κάθε προφήτης θα πρέπει να διαθέτει την ευχέρεια του λέγειν, κάτι που
έλειπε από τον Ιερεμία εξαιτίας του νεαρού της ηλικίας του. Αυτό επικαλείται ο
νεαρός προφήτης για να τον απαλλάξει ο Θεός από το βάρος της ευθύνης. Παρόμοια
δυσκολία παρουσίασε παλαιότερα και ο Μωυσής λόγω της βραδυγλωσσίας του, ενώ
ο Ησαΐας τα ακάθαρτα χείλη του. Ο Θεός όμως διαβεβαιώνει τον Ιερεμία ότι Αυτός
ο ίδιος θα τον βοηθήσει να διεκπεραιώσει την αποστολή του: «προς όλους εκείνους
προς τους οποίους θα σε αποστείλω θα μεταβείς και όσα σε διατάξω να πεις θα τα
πεις. Μη φοβηθείς αυτούς, διότι εγώ θα είμαι μαζί σου, θα σε προφυλάσσω από τους
κινδύνους» του είπε ο Κύριος.
Ο Ιερεμίας στη συνέχεια περιγράφει τον τρόπο της χειροτονίας του:
«Εξέτεινε Κύριος την χείρα». Δηλαδή με αισθητό τρόπο «έθεσε ταύτην εις το στόμα
μου και μου είπε: Ιδού έθεσα του λόγους μου στο στόμα σου! Ιδού σε εγκατέστησα
σήμερα προφήτη στα έθνη και στα βασίλεια, όπως με τον λόγο σου δύνασαι να
εκριζώνεις εκ θεμελίων, να καταστρέφεις αυτά και άλλα να ανοικοδομείς και να
φυτεύεις».
Ακολουθούν δύο οράματα. Ο Θεός ρωτά: «τι βλέπεις Ιερεμία»; Στο πρώτο
όραμα ο Ιερεμίας είδε ένα κλαδί αμυγδαλιάς. Η αμυγδαλιά ως γνωστόν ανθίζει πολύ
νωρίς συγκριτικά με τα άλλα δέντρα, ο προφήτης λοιπόν έπρεπε ως άλλος κλάδος
αμυγδαλιάς να γρηγορήσει στο έργο του, κατ’ άλλη έννοια ο Θεός εξερχόμενος εκ
του φαινομενικού του ύπνου θα ξυπνήσει για να τιμωρήσει τους ασεβείς Ιουδαίους.
Στο δεύτερο όραμα ο Ιερεμίας βλέπει λέβητα που μέσα του βράζει. Ο κοχλάζων
αυτός λέβητας συμβολίζει και πάλι την οργή του Θεού που θα εκχυθεί κατά της
Ιουδαίας. Οι Βαβυλώνιοι είναι πλέον προ των πυλών έτοιμοι να εισβάλλουν στο
εσωτερικό της χώρας.
Ο Κύριος ενθαρρύνει τον προφήτη: «περίζωσαι την οσφύ σου», «σήκω και
πες στους Ιουδαίους όλα όσα θα σε διδάξω». Ο Ιερεμίας οχυρωμένος από Θεία
δύναμη και προστασία είναι ακατάβλητος. Οι εχθροί του άμεσα θα του επιτεθούν,
όμως τίποτα δεν μπορούν να καταφέρουν. Μετά απ’ αυτά ο Ιερεμία εξέρχεται στο
δημόσιο έργο του.
Κεφάλαιο δεύτερο
Ο Θεός περιήγαγε τους ισραηλίτες εις την προστασία Του. Αγάπησε αυτόν
τον λαό τον έκανε περιούσιό Του και έδωσε σ΄αυτόν πλούσιες τις δωρεές Του.
Εξήγαγε αυτούς από την Αιγυπτιακή σκλαβιά, σύναψε μαζί τους Διαθήκη στο όρος
Σινά και τους οδήγησε στη γη της Επαγγελίας ώστε εκεί να απολαμβάνουν τα

248
πλούσια αγαθά της περιοχής. Όμως οι Ισραηλίτες φάνηκαν αχάριστοι και αγνώμονες,
ξέχασαν όλες τις δωρεές του Θεού και προσέτρεξαν όλως παραδόξως στην λατρεία
των άψυχων και μυσαρών ειδώλων. Ο Θεός ρωτά του ισραηλίτες με παράπονο:
«Ποίον, έστω και μικράν, έλλειψιν ευρήκαν εις εμέ οι προγονοί σας και έφυγαν
μακράν από εμέ, επορεύθησαν δε και ηκολούθησαν τα μάταια είδωλα, δια να γίνουν
έτσι και αυτοί μηδαμινοί και τιποτένιοι»;
Κανείς δεν φρόντισε· ούτε οι θρησκευτικοί, ούτε οι πολιτικοί άρχοντες να
συγκρατήσουν τον Ιουδαϊκό λαό από την ειδωλολατρία. Η αποστασία αυτή του
Ισραήλ είναι πρωτάκουστη. Για τον λόγο αυτό ο Θεός σαν να είναι κοινός άνθρωπος
ζητά να εκδικαστεί το παράπονό Του: « Δια τούτο θα έλθω εις συζήτησιν και
αντιδικίαν προς σας, λέγει ο Κυριος, όπως επίσης και προς τους απογόνους σας.
Περάσατε και επισκεφθήτε τα ειδωλολατρικά έθνη της Κυπρου και των άλλων
νήσων της Μεσογείου Θαλάσσης, υπάγετε και προς ανατολάς προς τους κατοίκους
της Κηδάρ, προσέξατε και ίδετε, εάν εκεί έγιναν τέτοια γεγονότα, ωσάν αυτά που
συνέβησαν εις την Ιουδαίαν. Εάν, δηλαδή, τα ειδωλολατρικά αυτά έθνη ήλλαξαν
τους θεούς των με άλλους θεούς· και όμώς οι θεοί των δεν είναι αληθινοί αλλά
ψευδείς θεοί, είδωλα. Ο λαός μου όμως ήλλαξε την δόξαν του, τον αληθινόν θεόν
του, με άλλους ψευδείς θεούς, από τους οποίους τίποτε ούτε ωφελήθη ούτε θα
ωφεληθεί. Κατάπληκτος έμεινεν ο ουρανός ενώπιον της αποστασίας αυτής,
κατελήφθη από α-περίγραπτον φρίκην δια την διαγωγήν σας, λέγει ο Κυριος».
Πόση μωρία! Τους ψευδείς θεούς δεν τους εγκαταλείπουν τα έθνη, τον
αληθινό Θεό εγκατέλειψαν οι Ιουδαίοι! Πολλές οι αμαρτίες των Ιουδαίων. Αντί να
καταφύγουν στον Θεό, κατέφυγαν στα είδωλα, στους Ασσυρίους και στους
Αιγυπτίους. Δίκαιη λοιπόν και παιδαγωγικού τύπου η τιμωρία που τους περιμένει.
Θα έρθουν λοιπόν σύντομα οι συμφορές και η αιχμαλωσία και τότε ο Θεός θα
ρωτήσει τους Ιουδαίους: «Που είναι οι θεοί σου»; Όλοι οι δρόμοι της Ιερουσαλήμ
είχαν πλημυρίσει από είδωλα, κανένα όμως απ’ αυτά δεν ήταν ικανό να τους σώσει
από τον επερχόμενο όλεθρο. Την εσχάτη ώρα πολλοί θα στραφούν προς τον Θεό,
αλλά ο Κύριος θα τους ρωτήσει: «Γιατί λοιπόν ζητάτε βοήθεια από μένα; Όλοι σας
ασεβήσατε και όλοι σας παρανομήσατε. Εις μάτην τιμώρησα τα τέκνα σας. Ουδόλως
εκ της παιδαγωγικής μου ράβδου ωφεληθήκατε».
Η αναίδεια των ισραηλιτών ήταν τόσο μεγάλη ώστε παρά το πλήθος των
παρανομιών τους έλεγαν με θράσος: «Είμαι αθώος». Η αναίδειά του αυτή εξηγείται,
διότι ακόμη δεν είχε καταφτάσει η τιμωρία τους. Ήλπιζαν λοιπόν στην σωτηρία τους
από την συμμαχία που είχαν συνάψει με τους Αιγυπτίους. Ο Θεός όμως τους
διαβεβαιώνει ότι δεν θα διαφύγουν της επερχομένης Θείας τιμωρίας.
Κεφάλαιο τρίτο
Το Ισραήλ μοίχευσε πνευματικά λατρεύοντας ειδωλολατρικές θεότητες. Αν
μία γυναίκα μοιχεύσει με άλλον άνδρα, σύμφωνα με τον Μωσαϊκό νόμο δεν
μπορούσε να επιστρέψει στον πρώτο σύζυγό της. Ο Θεός όμως λέγει: «Εγώ όμως θα
σε δεχτώ εάν επιστρέψεις». Όμως οι Ιουδαίοι βρίσκονται σε απόλυτη σύγχυση, ενώ
λατρεύουν ειδωλολατρικά αγάλματα εν τούτοις νομίζουν ότι ο Θεός συνεχίζει να
είναι πατέρας και προστάτης τους!
Το αποτέλεσμα αυτής της παράνοιας θα είναι η τιμωρία. Όπως το βασίλειο
του Ισραήλ τιμωρήθηκε, έτσι θα γίνει και με το βασίλειο του Ιούδα. Το βασίλειο του
Ισραήλ αποτελούνταν από δέκα φυλές και καταστράφηκε από τους Ασσύριους το
721 π.Χ. Πάλιν και πολλάκις ο Θεός είχε προειδοποιήσει τους ισραηλίτες ότι θα
καταστραφούν αν δεν μετανοήσουν, εκείνοι όμως παρέμεναν αναίσθητοι και πιστοί
στα είδωλα. Δια τούτο και καταστράφηκαν. Αλλά και οι Ιουδαίοι είδαν την
καταστροφή του βασιλείου του Ισραήλ αλλά δεν μετανόησαν.

249
Μεγαλύτερη ευθύνη έχουν οι κάτοικοι του βασιλείου του Ιούδα από τους
κατοίκους του βασιλείου του Ισραήλ. Γιατί οι Ιουδαίοι είχαν τον ναό ως μέσον
σωτηρίας, είχαν επίσης περισσότερους ευσεβείς βασιλείς και είδαν την καταστροφή
των ισραηλιτών, εντούτοις όπως είπαμε δεν μετανόησαν.
Ο Θεός και πάλι καλεί τους ισραηλίτες σε μετάνοια: «Επιστρέψατε, λοιπόν,
σεις, οι υιοί της αποστασίας, λέγει ο Κύριος, διότι εγώ θα γίνω και πάλιν ο Κύριος
σας και εξουσιαστής σας. Θα σας πάρω ένα από κάθε πόλιν και δύο από κάθε
πατριάν και θα σας εισαγάγω εις την Σιών. Θα σας δώσω ποιμένας καλούς
σύμφωνα με την καρδίαν μου, οι οποίοι θα σας ποιμαίνουν με γνώσιν και σύνεσιν».
Στη συνέχεια ο Ιερεμίας στρέφει την ματιά του στην Μεσσιανική εποχή, τότε
που θα δοθεί νέος νόμος στον οποίο θα προστρέξουν όλα τα έθνη. Η παλαιά λατρεία
θα εξαλειφθεί όπως και η Παλαιά Κιβωτός της Διαθήκης· στην θέση της δεν θα
κατασκευαστεί νέα, διότι ο παλαιός νόμος πλήρως θα εξαλειφθεί. Τότε η
Ιερουσαλήμ θα είναι θρόνος του Θεού δίχως κιβωτό, διότι σ΄αυτήν θα προστρέξουν
όλα τα έθνη. Θα γίνει κέντρο της παγκόσμιας θρησκείας του Μεσσία. Ο χριστιανικός
λαός θα αποτελέσει τον νέο περιούσιο λαό του Θεού.
Κεφάλαιο τέταρτο
Ποια θεωρεί ο Κύριος πραγματική μετάνοια; Να επιστρέψει κάποιος
εσωτερικώς στον Κύριο και όχι εξωτερικώς από φόβο ή από ανάγκη. Καλεί λοιπόν ο
Θεός τους Ιουδαίους να μετανοήσουν πραγματικά και με ειλικρίνεια, να αποβάλουν
την σκληροκαρδία τους. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να αποφύγουν τα δεινά που
έρχονται.
Οι Βαβυλώνιοι είναι προ των πυλών, είναι αδύνατον κανείς να αντισταθεί
στην ορμητικότητά τους. Όταν θα εισβάλλουν στην Ιουδαία θα επικρατήσει ο
απόλυτος πανικός. Τότε οι ψευδοπροφήτες θα εκπλαγούν, διότι αυτό δεν το είχαν
προβλέψει ότι θα συμβεί, αντιθέτως αυτοί προφήτευαν ειρήνη και ευδαιμονία.
Ο προφήτης καλεί τα έθνη να θυμηθούν τα απειλητικά λόγια του Θεού κατά
των Ιουδαίων και να δουν ότι η καταστροφή της Ιουδαίας είναι λόγος του Κυρίου. Η
Ιερουσαλήμ δεν έχει παρά να κατηγορεί μόνο τον εαυτό της για την τύχη της. Οι
συμφορές που θα την βρουν έχουν παιδαγωγικό χαρακτήρα. Ο προφήτης βλέποντας
διά της προφητικής του ματιάς τα επερχόμενα δεινά, πονά εσωτερικώς: «Πονούν αχ!
Πονούν τα σπλάχνα μου τα εσώτατα της καρδίας μου. Η ψυχή μου κοχλάζει, η
καρδία μου σπαράσσεται, δεν δύναμαι να σιωπήσω..». Ο Θεός απαντά στις απορίες
και στις κραυγές του Ιερεμία για του λόγους της υπερμεγέθους επερχομένης
συμφοράς: «Οι άρχοντες του λαού μου δεν Με ανεγνώρισαν ως Θεό. Διά τούτο είναι
ανόητοι και άφρονες. Είναι σοφοί μόνον για να κάνουν κακό. Δεν εννοούν να
κάνουν καλό». Ως εκ τούτου η καταστροφή θα επέλθει και στην απόφασή Του αυτή
ο Θεός δεν πρόκειται να κάνει πίσω.
Κεφάλαιο πέμπτο
Ο Θεός προκαλεί τον ισραηλιτικό λαό: «Εάν θα βρείτε άνθρωπο, ο οποίος
εφαρμόζει την δικαιοσύνη και είναι αξιόπιστος στους λόγους του, εις αυτούς θα
φανώ ίλεως». Δεν υπάρχει όμως κανείς: «Επειδή ορκίζονται νομίζετε ότι δεν λέγουν
ψεύδος; Κι όμως!».
Ο Θεός τους σωφρόνισε με αλλεπάλληλα χτυπήματα όμως αυτοί δεν
σωφρονίστηκαν, έγιναν σκληροί όπως η πέτρα. Έστρεψαν τα νώτα τους. Οι
κατώτερες κοινωνικές τάξεις έχουν δικαιολογία ότι δεν έχουν μόρφωση, δεν ξέρουν
τον νόμο του Θεού. Δυστυχώς όμως και οι ανώτερες κοινωνικές τάξεις και οι
μορφωμένοι παραβαίνουν τον νόμο. Μια τέτοια φυλή δεν αξίζει το έλεος. Πρέπει να
τιμωρηθεί. Εγκατέλειψαν τον Θεό: «Τους εχόρτασα τους αηδίασα» λέγει ο Κύριος.
Ποια όμως θα είναι η τιμωρία; Έθνος δυνατό και σκληρό θα καταστρέψει την

250
ασεβή χώρα. Δεν θα την καταστρέψει όμως εξολοκλήρου. Θα παραμείνει το
ευλογημένο μεσσιανικό κατάλοιπο.
Κάποιοι θα φέρουν αντίρρηση, θα ρωτήσουν τι κακό έκαναν; Ο Κύριος
απαντά: «Επειδή λατρεύσατε ξένους θεούς στη χώρα σας , διά τούτο θα λατρεύσετε
ξένους θεούς σε χώρα η οποία δεν σας ανήκει».
Διά την σμικροτάτη κόκκου άμμου της ακτής, ο Δημιουργός σταματά
ωκεανό, ο οποίος θεωρείται αδάμαστος. Ταράσσεται φουρτουνιάζει η θάλασσα,
αλλά δεν υπερβαίνει την άμμο της ακτής. («Όριον έθου ο ου παρελεύσεται» Ψαλμ,
103,9) διότι υπακούει στον Δημιουργό. Να λοιπόν ποιον Δημιουργό περιφρονούν! Η
θάλασσα υπακούει, ο λαός όμως όχι! Ούτε η δύναμις του Θεού, ούτε η καλοσύνη και
οι ευεργεσίες Του δεν τους έκαμψε προς τον δρόμο της υπακοής.
Ο λαός διεστράφει, ό ένας στήνει παγίδες στον άλλο για να πλουτίσει. Ο
πλούτος όμως είναι δύναμη, και η δύναμη οδηγεί σε αδικίες ασωτίας.
Η διαφθορά είναι γενική, και οι προφήτες και οι ιερείς διεφθάρησαν κι αυτοί.
«Ενέκριναν ταύτα χειροκροτούντες και ο λαός μου ηγάπησε αυτούς».
Κεφάλαιο έκτο
Επικειμένη είναι η καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τους Βαβυλωνίους. Ο
Θεός παρακαλεί τον λαό Του έστω και την ύστατη ώρα να διορθωθεί, όμως μάταια,
αποφασίζει να τους διαπαιδαγωγήσει διά της τιμωρίας. Ο Ιερεμίας ψάχνει να βρει
έστω και έναν άνθρωπο που να ενδιαφέρεται να ακούσει τη διδασκαλία του Θεού.
Σύντομα όμως απογοητεύεται από το αποτέλεσμα της αναζήτησής του, έτσι, αρνείται
πλέον να κηρύξει τον λόγο του Θεού. Σε ποιον άλλωστε να κηρύξει;
Κοιμώμενος μέσα στην πλάνη του βρίσκεται ο ισραηλιτικός λαός. Οι
ψευδοπροφήτες προφήτευαν ότι θα υπάρχει ειρήνη και όχι πόλεμος, όταν όμως έλθει
ο πόλεμος θα υποστούν κι αυτοί την καταστροφή και μάλιστα αισχυνόμενοι. Εκείνο
τον καιρό μάταια θα προσπαθήσουν οι ιουδαίοι με εξωτερικές θυσίες να
συμφιλιωθούν με τον Κύριο. Απουσιάζει απ’ αυτούς η ειλικρινής εσωτερική
μετάνοια.
Η τιμωρία θα έρθει με ορμή και θα είναι το αποτέλεσμα της οργής του Θεού.
Όμως ακόμη και μέσα στην οργή Του ο Θεός δεν λειτουργεί με μίσος, απεναντίας
εκφράζεται με μεγάλη τρυφερότητα προς τον λαό Του: «Αγαπητέ μου ως θυγάτηρ
λαέ, ενδύσου και ζώσου σάκκινα ενδύματα, βυθίσου εν σποδώ, πένθησε όπως
πενθείς διά την απώλεια του πλέον προσφιλούς σου προσώπου».
Ο Ιερεμίας παρουσιάζεται ως χρυσοχόος ο οποίος ξεχωρίζει το χρυσάφι από
τον άργυρο, ψάχνοντας να βρει έστω και έναν ευσεβή άνθρωπο. Κάθε προσπάθειά
του όμως πέφτει στο κενό. Ο Θεός τότε ομιλεί με ιερή αγανάκτηση λέγοντας:
«Αργύριον αδόκιμον άχρηστο ονομάσατε αυτούς, διότι ο Κύριος απέρριψε αυτούς».
Κεφάλαιο έβδομο
Ο Ιερεμίας στέκεται στην πύλη της εσωτερικής αυλής του ναού Σολομώντος
και λέει προς τους ισραηλίτες: Ο ναός από μόνος του δεν πρόκειται να σας σώσει, οι
θυσίες σας είναι τυπικές και αναμεμειγμένες με ειδωλολατρικά έθιμα. Μόνο ένας
τρόπος υπάρχει για να σας προστατέψει ο Κύριος να γίνετε δίκαιοι, να προστατεύετε
τους αδυνάτους, να αποφεύγετε τους φόνους, να απομακρύνετε την βδελυρή
ειδωλολατρία. Αν τα κάνετε αυτά τότε και ο Θεός είναι έτοιμος να σας συγχωρήσει.
Στην αντίθετη όμως περίπτωση της εμμονής σας στην αμαρτία ο Θεός θα
απομακρυνθεί από σας. Δεν θα δεχτεί τις υποκριτικές σας θυσίες: «Αφού κάνατε όλα
αυτά ήλθατε στον ναό τούτο, ο οποίος φέρει το όνομά μου και όρθιοι ενώπιόν μου
είπατε υποκριτικώς απεμακρύνθημεν και δεν πράττομεν όλα τα μυσαρά αυτά
πράγματα! Απαντώ. Μήπως ο ναός μου είναι σπήλαιο ληστών (την έκφραση αυτή
χρησιμοποίησε ο Χριστός για να καυτηριάσει την αναρμοστη διαγωγή των συγχρόνων

251
Του Ιουδαίων στο Ματθ. 21,13) , διά να εισέρχεστε τοιούτοι όντες εκεί, όπου
δοξολογείται το όνομά Μου εμπρός εις τους οφθαλμούς σας; Ιδού Εγώ είδα και
γνωρίζω όλες τις ανομίες σας, λέγει ο Κύριος».
Ο Ιερεμίας παρόλα αυτά προτίθεται να προσευχηθεί υπέρ του λαού του, ο
Θεός όμως του το απαγορεύει: «Και συ παύσε να προσεύχεσαι υπέρ του λαού τούτου
και να έχεις την απαίτηση να ελεηθούν αυτοί. Ναι! Μη προσεύχεσαι υπέρ αυτών και
μη προσέλθεις έμπροσθέν μου υπέρ αυτών, διότι δεν θα σε ακούσω». Γιατί δεν θέλει
να ακούσει ο Κύριος τις προσευχές του Ιερεμία; Γιατί πάντες επιδόθηκαν στην
αναίσχυντη ειδωλολατρία. Συνεπώς είναι μάταιη η πεποίθηση των ιουδαίων στις
τυπικές θυσίες. Πάνω από τις θυσίες είναι η υπακοή στο Θείο θέλημα και η
καθαρότητα του βίου.
Η καταδίκη του ισραηλιτικού λαού είναι προ των θυρών, στον χώρο που
τιμούν τα είδωλα, εκεί θα πέσουν νεκροί, τόσο πολλοί θα είναι οι νεκροί που θα
μένουν άταφοι, τα πτώματά τους θα τα τρώγουν τα όρνεα. Κάθε χαρά θα πάψει να
υπάρχει στην Ιερουσαλήμ, η απόλυτη καταστροφή και η ερήμωση θα είναι η
κατακλείδα της επερχόμενης δυστυχίας.
Κεφάλαιο όγδοο
Τον καιρό της τιμωρίας των ισραηλιτών οι εχθροί θα ανοίγουν τους τάφους
των πλουσίων ιουδαίων για να βρουν πολύτιμα αντικείμενα. Τα οστά αυτά θα
μείνουν εκτεθειμένα στον ήλιο και θα ξεραθούν. Τα άστρα τα οποία λάτρευαν οι
Ιουδαίοι θα βλέπουν τώρα τα κόκαλά τους εκτεθειμένα.
Συνήθως αυτός που έπεσε σηκώνεται, αυτός που χάνει τον δρόμο του ψάχνει
και τον βρίσκει, στον ιουδαϊκό όμως λαό δεν συνέβη αυτό. Ακόμη και τα ζώα ξέρουν
πότε θα μεταναστεύσουν και πότε θα επιστρέψουν, οι ιουδαίοι όμως πωρωμένοι προς
την αμαρτία τρέχουν μόνο προς το κακό.
Ο εχθρός βρίσκεται προ των πυλών, οι Ιουδαίοι σύντομα θα τα χάσουν όλα,
τα κτήματα, τις περιουσίες, τις γυναίκες τους, όλα θα περιέλθουν σε ξένους
ιδιοκτήτες. Ο προφήτης τα βλέπει όλα αυτά εν πνεύματι και λέει: «Γιατί καθόμαστε;
Ας συγκεντρωθούμε και ας εισέλθουμε στις διά τειχών περιβαλλόμενες πόλεις μας
και εκεί ας χαθούμε». Ο προφήτης δεν βλέπει διαφυγή, είναι βέβαιος για την
επικείμενη καταστροφή, γι’ αυτό δεν ελπίζει καν στην προστασία των τειχών.
Οι ισραηλίτες στο παρελθόν ζήτησαν βασιλέα και έλαβαν, όμως ξέχασαν ότι
ο μόνος αληθινός βασιλιάς τους είναι ο Θεός. Ο επίγειος βασιλιάς έπρεπε να είναι
όργανο επίγειο του Θεού. Ποιανού θεού όμως ο βασιλιάς έγινε όργανο; Των μάταιων
ειδωλολατρικών θεών. Δεν υπάρχει λοιπόν ουδεμία ελπίδα σωτηρίας και διεξόδου
για την Ιουδαία, τα πάντα διαστράφηκαν, πάντες αμάρτησαν ενώπιον του Κυρίου.
Κεφάλαιο ένατο
Ο Ιερεμίας είναι τόσο απογοητευμένος από την διαγωγή των κατοίκων της
Ιερουσαλήμ, ώστε επιθυμεί να ζει σε μια καλύβα μόνος του μακριά από τον κόσμο.
Ξέχασαν οι ισραηλίτες ότι μία είναι μόνο η αληθινή δόξα ενός ανθρώπου, το να
αναγνωρίσουν τον Θεό ως τον μόνο Κύριο. Ο προφήτης θέλει να απομονωθεί για να
κλάψει για την δυστυχία του λαού του. Δεν μπορεί άλλο να βλέπει την κατάντια της
αμαρτίας που επικρατούσε στην Ιερουσαλήμ: «πάντες μοιχώνται», μεγάλη διαφθορά
επικρατεί! «Έκαστος αδελφός υποσκελίζει τον αδελφό του, και πας φίλος φέρεται
δολίως προς τον φίλο του. Πας φίλος περιπαίζει τον φίλο του, αλήθεια δεν λέγουν
μεταξύ τους. Συνήθισε η γλώσσα τους να λέει ψέματα, διέπραξαν αδικίες και δεν
έπαυσαν αυτάς, ώστε να επιστρέψουν προς τον Κύριον». Βλέποντας όλα αυτά ο
Θεός δικαίως ρωτά : «ουκ εκδικήσει η ψυχή μου»; Εκφράζοντας έτσι την ιερά Του
αγανάκτηση.
Η τιμωρία που εντός ολίγου θα έρθει θα έχει καθολικότητα, τεράστιο θα είναι

252
το μέγεθος της επερχόμενης καταστροφής. Οι μισθοφόρες μοιρολογούσες γυναίκες
δεν επαρκούν για να θρηνήσουν για το μέγεθος της καταστροφής, πρέπει όλες οι
ισραηλίτισσες γυναίκες να αναλάβουν θρήνο, να διδάξουν οι μητέρες τις θυγατέρες
και οι σύζυγοι τους συζύγους τους.
«Ταύτα λέγει ο Κύριος. Ας μη καυχάται ο σοφός διά την σοφία του, ας μη
καυχάται ο ισχυρός διά την δύναμή του, ας μη καυχάται ο πλούσιος διά τον πλούτο
του, αλλά εις τούτο να καυχάται ο καυχώμενος εις το ότι γνωρίζει και αναγνωρίζει,
ότι εγώ είμαι ο Κύριος, ο οποίος ευσπλαχνίζομαι, εκφέρω δικαίας αποφάσεις επί της
γης, διότι αυτά εγώ ευαρεστούμαι, λέγει ο Κύριος».
Δεν υπάρχει καμία ωφέλεια της εξωτερικής περιτομής αν αυτή δεν συνάδει
με την εσωτερική μετάνοια του ανθρώπου. Οι Ιουδαίοι συνεπώς δεν διαφέρουν από
των άλλων εθνών αφού αποδείχτηκαν απερίτμητοι τη καρδία, ανυπάκουοι προς τον
Θεό τους.
Κεφάλαιο δέκατο
Ο Ιερεμίας καλεί τον λαό του να μη σέβεται ούτε να φοβάται τα είδωλα,
γελοιοποιεί την μηδαμινότητά τους. Πρόκειται για ανθρώπινα κατασκευάσματα. Για
να μη πέσει το είδωλο το στερεώνουν με καρφιά. Είναι ανίκανα να σταθούν μόνα
τους όρθια και να κινηθούν. Οι άνθρωποι τα μεταφέρουν, διότι αυτά από μόνα τους
δεν είναι ικανά να ανεβούν πάνω στα ζώα. Ούτε κακό μπορούν να κάνουν, αλλά
ούτε και καλό.
Ο λόγος αυτός γίνεται κυρίως για τους εν αιχμαλωσία Ιουδαίους στην
Βαβυλώνα, όπου εκεί η ειδωλολατρία μεσουρανούσε, όχι μόνον οι Ιουδαίοι δεν
πρέπει να λατρέψουν τα είδωλα, αλλά και να διδάξουν στους Βαβυλώνιους για την
μηδαμινότητα αυτών.
Η πτώση της Ιερουσαλήμ βαραίνει τους πνευματικούς της ποιμένες οι οποίοι
στάθηκαν ανίκανοι λόγω της αφροσύνης τους. Όμως και ο λαός φρόντισε μακριά
από τον Θεό να ευτυχήσει και γι’ αυτό ήρθαν οι δυστυχίες του.
Κεφάλαιο ενδέκατο
Όσοι δεν υπακούν στον νόμο του Θεού είναι επικατάρατοι. Όλοι οι κάτοικοι
της Ιουδαίας συνωμότησαν τρόπον τινά κατά του Κυρίου παραδιδόμενοι στην
ανομία της ειδωλολατρίας. Είναι συνεπώς αναπόφευκτη η τιμωρία για την
εξωφρενική αυτή και επαίσχυντη ειδωλομανία. Αν και θυμιάζουν και προσεύχονται
σε πολλούς θεούς κανείς απ’ αυτούς δεν δύναται να τους σώσει από την επερχόμενη
καταστροφή.
Ο Θεός καλεί τον προφήτη να μην προσεύχεται άλλο για τους ισραηλίτες,
διότι η προσευχή είναι ανώφελη γι’ αυτούς που παραμένουν αμετανόητοι. Παρόλα
αυτά ο Κύριος ονομάζει “αγαπημένη” του την Ιουδαία, εξακολουθεί να την αγαπά
παρ’ όλη την ειδωλολατρία που επικρατεί εκεί.
Το κήρυγμα του Ιερεμία υπέρ του νόμου του Θεού εξαγρίωσε τους
συμπατριώτες του. Οι κάτοικοι της Ανανώθ συνωμότησαν εναντίος του προφήτου
για να τον δολοφονήσουν. Έτριψαν δηλητηριώδες φυτό το οποίο έβαλαν μέσα στο
ψωμί του. Όμως η δολοφονική αυτή απόπειρα δεν πέτυχε και οι κάτοικοι της
Ανανώθ αντί να μετανοήσουν συνέχισαν να απειλούν τον προφήτη.
Κεφάλαιο δωδέκατο
Ο προφήτης αναγνωρίζει ότι είναι δίκαιος ο Κύριος, όμως παρόλα αυτά θέλει
να θέσει κάποιες απορίες του: Γιατί οι ασεβείς προοδεύουν; Γιατί ευτυχούν; Οι
γυναίκες αυτών τεκνοποιούν, αποκτούν απογόνους, άρα και η ασέβεια διαιωνίζεται;
Ο Θεός απαντά στον Ιερεμία, αλλά όχι όπως αυτός περίμενε. Αντί να του υποσχεθεί
την τιμωρία των ασεβών, αναγγέλλει σ’ αυτόν νέους κινδύνους , δεν έφτασε ακόμη ο
προφήτης στο μέγιστο σημείο των δοκιμασιών του, συνεπώς θα πρέπει να γίνει

253
περισσότερο υπομονετικός, να είναι έτοιμος για περισσότερες θυσίες. Αν δεν
αισθάνεσαι, ήσυχος, του λέει ο Θεό, όταν τα πάντα φαίνονται ήρεμα στην Ιουδαία,
πώς θα αντιδράσεις όταν βρεθείς μέσα στο αβέβαιον της ζούγκλας του Ιορδάνου; Θα
σε βρουν μεγαλύτερες δοκιμασίες!
Πράγματι, ενώ νωρίτερα είδαμε ότι οι κάτοικοι της Ανανώθ επιχείρησαν να
δολοφονήσουν τον Ιερεμία, σε λίγο εχθροί του θα γίνουν οι ίδιοι του οι γονείς και οι
στενοί συγγενείς του.
Παρόλα αυτά, ο Θεός σε βάθος χρόνου θα τιμωρήσει τους Ιουδαίους διά των
γειτονικών λαών και κατόπιν θα τιμωρήσει και τους τιμωρήσαντες. Κανείς ένοχος
δεν θα διαφύγει τελικά της τιμωρίας. Οπουδήποτε και αν καταφύγουν δεν θα
διαφύγουν. Στο τέλος θα σωθούν μόνον όσοι μετανοήσουν.
Τα έθνη τελικά θα επιστρέψουν στον αληθινό Θεό. Οι ισραηλίτες
παραπλανήθηκαν υπό των εθνικών στην ειδωλολατρία, τα έθνη θα οδηγηθούν υπ’
αυτών στην σωτηρία. Εκείνα όμως τα έθνη που δεν θα δεχτούν την σωτηρία διά
πίστεως θα καταστραφούν.
Κεφάλαιο δέκατο τρίτο
Ο Ιερεμίας προσκαλείται από τον Θεό να προβεί σε συμβολική πράξη, για να
κατανοήσει περισσότερο αυτά που επρόκειτο να συμβούν. Αγοράζει λινή ζώνη
αδιάβροχη, την οποία διατάσσεται να τοποθετήσει κοντά σε βράχο πλησίον του
Ευφράτου ποταμού. Μετά από πολύ καιρό εντέλλεται από τον Θεό να πάει να την
παραλάβει. Η ζώνη όμως πλέον είναι πολύ φθαρμένη ακατάλληλη για κάθε χρήση.
Ο συμβολισμός αυτής της πράξης έχει ως εξής: Η ζώνη αντιστοιχεί στον
περιούσιο ισραηλιτικό λαό. Το δέσιμο της ζώνης στην μέση του προφήτη,
συμβολίζει την στενή επαφή του Θεού με τον εκλεκτό Του λαό. Το ότι η ζώνη αυτή
είναι αδιάβροχη σημαίνει ότι ο λαός αυτός έχει διδαχθεί ανόθευτα τη διδασκαλία του
Κυρίου. Η φθορά της ζώνης σημαίνει την ηθική κατάπτωση του λαού. Ένας τέτοιος
λαός δεν έχει πλέον καμία αξία ενώπιον του Θεού. Το ότι όμως ο προφήτης
παραλαμβάνει και πάλι την ζώνη μετά από πολύ καιρό έστω κι αν αυτή είναι
φθαρμένη, σημαίνει την επάνοδο των ισραηλιτών μετά από εβδομήντα χρόνια από
την Βαβυλώνια αιχμαλωσία. Η ζώνη εφθάρη, δεν εξαφανίστηκε όμως, άρα ένα
υπόλοιπο του ισραηλιτικού λαού θα διασωθεί.
Η Ιερουσαλήμ θα ταπεινωθεί, θα αποκαλυφθεί η αισχύνη της, οι εχθροί της
θα την μεταχειριστούν σαν σκλάβα και θα την ταπεινώσουν, θα την απογυμνώσουν.
Την εποχή που ζούσε ο προφήτης ήταν μεγάλη ντροπή να αποκαλυφθεί η πτέρνα των
γυναικών. Η Ιερουσαλήμ παρουσιάζεται σαν γυναίκα της οποίας όχι μόνο θα
αποκαλυφθούν οι πτέρνες αλλά και τα απόκρυφα μέρη της. Δηλαδή θα ατιμωθεί και
θα εξευτελιστεί πλήρως. Η Ιουδαία υπέπεσε στην πνευματική πορνεία της
ειδωλολατρίας και γι’ αυτό θα τιμωρηθεί.
Ο προφήτης από όλη αυτή την κατάσταση θλίβεται, δεν βλέπει καμία ελπίδα
μετανοίας στον λαό του και γι’ αυτό πολύ παραστατικά ρωτά: «Μέχρι πότε ακόμη θα
επιμένεις;».
Κεφάλαιο δέκατο τέταρτο
Κατά το τέλος της βασιλείας του Ιωακείμ (598 π.Χ) ο Θεός έπληξε με μεγάλη
ανομβρία όλη την Ιουδαία. Κάθε εργασία, οι αγροτικές καλλιέργειες και η
καρποφορία της γης έπαυσαν.
Ο προφήτης Ιερεμίας παρακάλεσε τον Θεό για την κατάπαυση αυτής της
πρωτοφανούς ανομβρίας, ομολογώντας παράλληλα τα αμαρτήματα του λαού. Κάθε
μέσο μεταχειρίζεται ο προφήτης για να κάμψει την οργή του Κυρίου: «Μήπως, τάχα,
ομοιάζεις προς άνθρωπον, που κοιμάται, η προς άνδρα ο οποίος δεν είναι εις θέσιν
να δώση βοήθειαν; Συ όμως, Κύριε, το γνωρίζομεν, ευρίσκεσαι εν μέσω ημών

254
πάντοτε. Ημείς δε επικαλούμεθα το Ονομά σου εις βοήθειάν μας. Μη μας
λησμονήσης, Κύριε». Ο Θεός όμως δεν συνευδοκεί. Για Κείνον δεν έχει αξία αυτή η
εντελώς θεωρητική και ασταθής μετάνοια του λαού. Για μία ακόμη φορά λέει στον
Ιερεμία: «Μη προσεύχου υπέρ του λαού τούτου διά το καλό του, διότι έστω κι αν
νηστεύουν, δεν θα ακούσω την μετά νηστείας προσευχή τους».
Ο Ιερεμίας όμως δεν πτοείται, ανταπαντά και πάλι στον Κύριο ότι ο λαός έχει
πέσει θύμα των ψευδοπροφητών. Είναι δύσκολο, λέει, να διακρίνει κανείς τους
ψευδοπροφήτες από τους όντως και αληθινούς προφήτες. Ο Θεός όμως ξεκαθαρίζει
ότι θα μπορούσε αν ήθελε ο λαός να ξεχωρίσει τους αληθινούς προφήτες από τους
ψεύτικους. Βεβαίως, όλοι αυτοί οι πλάνοι θα τιμωρηθούν. Μαζί θα επέλθει η τιμωρία
σε όλους τους αμαρτωλούς Ιουδαίους. Άρχοντες και αρχόμενοι αμάρτησαν. Τόσοι
πολλοί θα είναι αυτοί που θα θανατωθούν από τους ξένους εισβολείς που θα μένουν
άταφα τα σώματά τους. Ο Ιερεμία θρηνεί: «Απέρριψες, λοιπόν, ολοτελώς τους
Ιουδαίους, Κύριε, και απεμακρύνθη η ψυχή σου από την Σιών; Διατί τόσον σκληρά
μας εκτύπησες, ώστε να μη υπάρχη δι' ημάς θεραπεία; Ηλπίζαμεν και επεριμέναμεν
να έλθη ειρήνη, και κανένα αγαθόν δεν είδαμεν. Επεριμέναμεν να έλθη ο καιρός της
θεραπείας, και ιδού αντί θεραπείας αναταραχή και σύγχυσις». Πως είναι δυνατόν ο
Θεός να απορρίπτει τον λαό τον οποίο ο Ίδιος εξέλεξε; Ο Ιερεμίας εν τέλει
εκλιπαρεί: «Ας κοπάση πλέον ο θυμός σου εις δόξαν του Ονόματός σου. Μη
επιτρέψης να καταστραφή ο άγιος ναός σου, ο θρόνος αυτός της δόξης σου.
Ενθυμήσου, Κύριε, και μη ακύρωσης την διαθήκην, την οποίαν συνήψες με ημάς».

Κεφάλαιο δέκατο πέμπτο


Ούτε τον Μωυσή, ούτε τον Σαμουήλ ούτε κανέναν άλλο άγιο δεν πρόκειται
να ακούσει ο Θεός ώστε να λυπηθεί τον λαό Του. Ο Θεός όρισε για όλους τους
Ιουδαίους ένα πικρό τέλος. Οι περισσότεροι θα πεθάνουν από βίαιο θάνατο,
λιγότεροι θα οδηγηθούν στην αιχμαλωσία.
Ο Ιερεμίας ξεσπά! «Ω μάνα μου, ποίου είδους άνθρωπον με γέννησες»;
Προτιμά ο προφήτης να μην είχε γεννηθεί. Βλέπει ότι ασκόπως εκτέλεσε και εκτελεί
το προφητικό του έργο διότι κανείς δεν ωφελήθηκε απ’ αυτό. Απεναντίας πολλοί
είναι αυτοί που τον μισούν, εξ’ αυτών είναι στενοί συγγενείς του, άρχοντες του λαού
και γενικά ο λαός του Ισραήλ ο οποίος θα χαίρονταν αν με οποιοδήποτε τρόπο
θανατώνονταν. Ο προφήτης αισθανόμενος ότι εγκαταλείφθηκε ακόμη και από τον
ίδιο τον Θεό, τελεί υπό καθεστώς αγωνίας, όπως και ο Κύριος στον κήπο της
Γεθσημανής. Γι’ αυτό ο Ιερεμίας είναι τύπος του Μεσσία Χριστού.
Ο Προφήτης εκφράζει το δίκαιο παράπονό του: «Έγινα μισητός εξαιτίας της
προφητικής αποστολής μου». Από τότε που εκλήθη στο αξίωμα αυτό ήταν πολύ
προσεκτικός στον βίο του, δεν διασκέδασε ποτέ μαζί με τους αμαρτωλούς,
παραιτήθηκε από τον γάμο και από κάθε κοινωνικό τρόπο ζωής. Προτίμησε την
μόνωση. Για όλα αυτά παρακαλεί τον Θεό: «Αθώωσέ με». Ο Θεός παρηγορεί τον
προφήτη του λέγοντάς του, πως αν σταματήσει να αμφιβάλλει για την Θεία Πρόνοια,
αν ανακτήσει την εμπιστοσύνη του στον Θεό, τότε και πάλι Εκείνος θα τον δεχτεί
και θα τον στηρίξει στο προφητικό του έργο. Θα γίνει και πάλι το στόμα του Θεού:
«Θα είμαι μαζί σου, για να σε σώζω» του λέει ο Κύριος. Καμία άλλη αμοιβή δεν
υπόσχεται ο Θεός στον προφήτη Του. Επομένως η προφητική κλήση δεν
ανταποδίδεται με υλικές ή άλλες τινές ηθικές απολαβές, αντιθέτως, είναι μια συνεχής
αύξουσα προσωπική θυσία, όπως αυτή του Χριστού για την σωτηρία της
ανθρωπότητας.
Κεφάλαιο δέκατο έκτο
Η κατάσταση που θα επικρατήσει στην Ιουδαία εντός ολίγου θα είναι τόσο

255
απελπιστική που είναι προτιμότερο κανείς να μην έχει γυναίκα και παιδιά. Ο Θεός
καλεί τον Ιερεμία στον βίο της αγαμίας, όχι γιατί αυτός είναι ανώτερος πνευματικά,
όπως συνιστάται στην Καινή Διαθήκη, αλλά γιατί οι οικογένειες των ιουδαίων
σύντομα θα καταστραφούν. Άλλωστε στην αρχαιότητα η ατεκνία θεωρούνταν
όνειδος.
Τόσο μεγάλο θα είναι το θανατικό που θα κτυπήσει το ισραηλιτικό έθνος που
οι νεκροί θα δεν θα κλαυθούν διότι θα παραμένουν άταφοι. Όλα αυτά θα συμβούν
γιατί οι Ιουδαίοι απομακρύνθηκαν από τον Θεό και ο Θεός ως απάντηση θα
αποσύρει την συμφωνηθείσα με το Ισραήλ Διαθήκη. Παρά ταύτα, οι ισραηλίτες
τυφλοί πνευματικά δεν έχουν καμία συναίσθηση της αμαρτωλότητάς τους. Η καρδιά
τους έχει πωρωθεί!
Μέσα στην όλη δυστυχία της επερχόμενης Βαβυλώνιας αιχμαλωσίας υπάρχει
όμως μία ακτίνα φωτός που είναι αυτή του Μεσσιανικού διασωζομένου ισραηλιτικού
υπολοίπου που θα απελευθερωθεί. Ο Θεός θα συμφιλιωθεί τελικά με τον λαό Του
και θα επαναφέρει τους επιζώντες στην Παλαιστίνη. Τα έθνη επίσης, θα επιστρέψουν
στον Θεό αναγνωρίζοντας την πλάνη τους. Εθνικοί και οι ειδωλολάτρες Ιουδαίοι θα
αναγνωρίσουν τελικά την ματαιότητα της ειδωλολατρίας.
Κεφάλαιο δέκατο έβδομο
Όποιος έχει πεποίθηση σε ανθρώπους και όχι στον Θεό σύντομα θα
απογοητευτεί και θα καταστραφεί. Μόνον ο Θεός μας γνωρίζει καλά, όχι εμείς τον
εαυτό μας. Η καρδιά του ανθρώπου είναι ανεξερεύνητη. Ο άνθρωπος συνεπώς δεν
μπορεί να εξερευνήσει στο εσωτερικό του, αλλά μόνο το εξωτερικό. Μόνον ο Θεός
είναι ο «ετάζων καρδίας».
Ο προφήτης παρακαλεί τον Θεό να τον βοηθήσει έναντι των απίστων
ιουδαίων οι οποίοι προκλητικά λέγουν: «Που είναι ο λόγος του Κυρίου ο
προφητικός, ο απειλητικός, ας εκπληρωθεί». Ο Ιερεμίας παραμένει ατάραχος
απέναντι στην πρόκληση αυτή, έχει πλήρη εμπιστοσύνη στον Κύριο. Θα έρθει η
«ημέρα του ανθρώπου» δηλαδή η ημέρα της δικαιοσύνης και της τιμωρίας των
ασεβών. «Αν και ουδέποτε επίεσα τον Κύριο να πραγματοποιήσει τις απειλές Του,
επιθυμώ όμως να δω την τιμωρία των ανθρώπων εκείνων οι οποίοι περιγέλασαν τον
λόγο Του» λέει ο προφήτης. Και συνεχίζει: «Μη συμπεριφερθείς σε μένα σαν ξένο,
λυπήσου με! Εσύ είσαι η καταφυγή μου εν ημέρα κρίσεως».
Οι ισραηλίτες παραβίαζαν απερίσκεπτα την αργία του Σαββάτου, μετέφεραν
πράγματα για πώληση ή για εργασία. Ο προφήτης στέκεται στις πύλες της
Ιερουσαλήμ και εκφωνεί τις απειλές του Θεού υπάρχει όμως μία ελπίδα σωτηρίας:
Αν τηρήσουν την αργία του Σαββάτου, υπάρχει ελπίδα να αποτραπεί η επερχόμενη
καταστροφή.
Κεφάλαιο δέκατο όγδοο
Ότι είναι ο πηλός στα χέρια του αγγειοπλάστη, είναι ο Ισραήλ και κάθε λαός
στα χέρια του Θεού. Ο Θεός διευθύνει τις τύχες του κόσμου. Κάθε άτομο ή έθνος
είναι άξιο τιμωρίας ή επαίνου ανάλογα με την διαγωγή του. Όπως λοιπόν ο
κεραμοποιός άφησε από τα χέρια του το πήλινο δοχείο και αμέσως κατασκεύασε
άλλο, έτσι και ο Θεός αφήνει να καταστραφεί το ισραηλιτικό έθνος εξαιτίας των
αμαρτιών του, μπορεί όμως να το επανορθώσει αν μετανοήσει. Ο Θεός δεν
λειτουργεί με αυθαιρεσία, ανακαλεί τις αποφάσεις Του αν δει βελτίωση. Είναι
Δίκαιος και Αγαθός.
Ο χωρισμός του Ιούδα με τον Θεό, είναι πράγμα αφύσικο, όπως αφύσικο
είναι να υπάρχει βράχος χωρίς πηγή και εξογκώματα. Τα ύδατα βαδίζουν τον δρόμο
της ροής όσο κι αν πνέει ο βίαιος άνεμος, ενώ δηλαδή τα φαινόμενα της φύσεως
ακολουθούν τους νόμους τους, μόνον οι ισραηλίτες παραβαίνουν τον νόμο του Θεού.

256
Βαδίζοντας όμως οι ισραηλίτες την οδό της ειδωλολατρίας θα σκοντάφτουν πάντοτε
και παντού.
Ο προφήτης κάποια στιγμή μαθαίνει ότι οι εχθροί του συνωμοτούν εναντίον
του και αμέσως ζητά την προστασία του Κυρίου. Ποιοι είναι οι κύριοι συνωμότες
και εχθροί του προφήτου; Οι ιερείς, οι ψευδοπροφήτες και οι άρχοντες του λαού!
Αυτοί δηλαδή που θα έπρεπε να είναι οι σοφοί καθοδηγητές του λαού. Αυτή τη
φορά ο προφήτης δεν ζητά πλέον την προστασία τους από τον Θεό αλλά την δίκαιη
τιμωρία τους. Ζητά να καταστραφούν με λοιμό και μάχαιρα: «Ας καταστραφούν
ενώπιόν Σου κάμε τούτο εις καιρό θυμού Σου». Λέγει ο προφήτης. Η επιθυμία αυτή
της τιμωρίας των εχθρών του ανήκει ασφαλώς στην προχριστιανική εποχή, στην
εποχή προ της χάριτος και επομένως είναι ατελής. Έχει όμως κάποια δικαιολογία,
διότι αν δεν τιμωρούνταν οι εχθροί του, θα αποδεικνύονταν το έργο του αδιάφορο,
άδικο, ψευδές. Η δικαιοσύνη είναι αίτημα άλλωστε της ανθρώπινης ψυχής, ασχέτως
αν ανήκει σε κατώτερη βαθμίδα απ’ αυτήν της συγνώμης.
Κεφάλαιο δέκατο ένατο
Ο Κύριος έχει την δύναμη ως κεραμοποιός να μετασκευάζει ανά πάσα στιγμή
το έργο του. Εάν όμως ένα έθνος ή άτομο επιμείνει στο κακό τότε θα καταστραφεί
ολοκληρωτικώς και ανεπανορθώτως.
Ο Ιερεμίας διατάσσεται από τον Θεό να πάρει στα χέρια του ένα πήλινο
δοχείο (βίκα) και κρατώντας το να αναγγείλει στις πύλες της πόλεως Ιερουσαλήμ τα
επερχόμενα δεινά. Οι Ιουδαίοι είχαν φτάσει σε τέτοιο σημείο αθλιότητος ώστε
θυσίαζαν τα παιδιά τους στον θεό Μολόχ για να τον εξευμενίσουν και να
διατηρηθούν αυτοί στη ζωή. Θα έρθει σύντομα η θεία τιμωρία και τότε θα
τιμωρηθούν με τόση πείνα που θα τρώγουν τις σάρκες των παιδιών τους προφητεύει
ο προφήτης.
Στη συνέχεια ο προφήτης διατάσσεται από τον Θεό να συντρίψει την βίκα
(πήλινο δοχείο που κρατούσε) δεικνύοντας έτσι το αμετάκλητο της αποφάσεως του
Κυρίου.
Κεφάλαιο εικοστό
Αυτή η προφητεία του Ιερεμία εξόργισε τον ιερέα Πασχώρ ο οποίος
συνέλαβε τον προφήτη και τον φυλάκισε για δύο μέρες. Μετά την αποφυλάκισή του
ο Ιερεμίας απτόητος συνέχισε να προφητεύει. Τότε ο Πασχώρ των υπέβαλε σε
βασανιστήρια άνευ δίκης. Τον έδεσε σε βασανιστικό ξύλο και εκεί τον υπέβαλε σε
ραπίσματα. Ο προφήτης καθόσον διαρκούσαν τα βασανιστήρια προανήγγειλε στον
Πασχώρ ότι σύντομα μαζί με χιλιάδες Ιουδαίους θα συλληφθεί από τους
Βαβυλώνιους και αιχμάλωτοι θα οδηγηθούν σε ξένη χώρα όπου εκεί εξόριστοι θα
βρουν φρικτό θάνατο. Η ταφή σε ξένη χώρα από μόνη της θεωρούνταν φρίκη για
τους Ιουδαίους διότι όλες οι ξένες χώρες ήταν μολυσμένες κατά τον νόμο τους.
Ο Ιερεμίας προ στιγμής βλέποντας τα βασανιστήριά στα οποία υποβλήθηκε
νόμισε ότι απατήθηκε από τον Θεό. Πίστεψε ότι ο Θεός του είχε δώσει ψεύτικες
υποσχέσεις για να τον εκλύσει στο προφητικό έργο. Η εμπιστοσύνη του όμως
σύντομα επανέρχεται και πάλι και παρακαλεί τον Κύριο να τιμωρήσει τους εχθρούς
του. σύντομα όμως και πάλι επανέρχεται σε απελπισία βλέποντας τους Ιουδαίους
αμετανόητους, την πόλη να καταστρέφεται και τους εχθρούς του απτόητους. Τότε
καταριέται την ημέρα που γεννήθηκε. Ποια αξία είχε το προφητικό του έργο αφού
κανείς δεν μετανοούσε απέναντι στις προφητικές τιμωρητικές του εξαγγελίες; Είχε
καταντήσει περίγελος των ανθρώπων. Αποφάσισε στιγμιαίως να πάψει να
προφητεύει. Όμως δεν μπορούσε να κρατήσει την απόφασή του αυτή. Ο λόγος του
Κυρίου ήταν κατοικούσε σαν φωτιά μέσα του. Έπρεπε συνεπώς να εκπληρώσει έως
τέλους την αποστολή του.

257
Όπως είπαμε και παραπάνω, ο Ιερεμίας έζησε σε εποχή προχριστιανική προ
δηλαδή της Χάρις. Οι άνθρωποι τότε δεν είχαν την ελπίδα του παραδείσου, αλλά
έβλεπαν μπροστά τους το αδιέξοδο του Άδη. Είναι συνεπώς λογικό ο Ιερεμίας να
περνά από τέτοιες κυκλοθυμικές ψυχολογικές αναταράξεις, συνυπολογίζοντας σε
όλα αυτά και την ευαίσθητη ψυχική κράση που διέθετε ο άγιος.
Κεφάλαιο εικοστό πρώτο
Το 586 π.Χ βασιλιάς των Ιουδαίων ήταν ο Σεδεκίας (επί της βασιλείας του
οποίου καταστράφηκε πλήρως η Ιερουσαλήμ) αυτός παρά την πολιορκία της πόλεως
από τους Βαβυλωνίους ήλπιζε ότι θα σωθεί η Ιουδαία όπως έγινε άλλοτε στα χρόνια
του Ησαΐα επί βασιλείας Εζεκίου. Ο πόλεμος είχε ξεσπάσει, οι Ιουδαίοι μάχονταν να
κρατήσουν έξω από τα τείχη της Ιερουσαλήμ τους Χαλδαίους, όμως εντός των
τειχών η πείνα είχε αρχίσει να θερίζει τους κατοίκους της πόλεως. Ο Θεός αντί να
παρηγορήσει τον λαό Του, αναγγέλλει ότι λίαν συντόμως οι Βαβυλώνιοι θα αλώσουν
την πόλη. Κανείς δεν θα διασωθεί, ακόμη κι αν κάποιος ξεφύγει από την μάχαιρα, θα
πεθάνει από τον λιμό της πανώλης. Θα σωθούν μόνον όσοι παραδοθούν στους
Χαλδαίους. Κάθε αντίσταση συνεπώς είναι μάταιη, διότι ο Θεός εγκατέλειψε τους
Ισραηλίτες.
Κεφάλαιο εικοστό δεύτερο
Ακόμη και τότε που τα πράγματα φαίνονταν τετελεσμένα, ο Θεός δίδει και
πάλι μία ακτίνα ελπίδας: Είναι δυνατόν να σωθεί η πόλις λέγει, αν οι βασιλείς και οι
άρχοντες του λαού εκτελέσουν έστω και την ύστατη ώρα πιστώς τα καθήκοντά τους.
Τρεις τάξεις ανθρώπων είχαν την ανάγκη νομικής προστασίας: Οι ξένοι, τα ορφανά
και χήρες. Ο Θεός ορκίζεται στον Εαυτό Του ότι θα ερημώσει την Ιερουσαλήμ αν
δεν συμμορφωθούν οι βασιλείς και ο λαός στα προστάγματά Του και δεν
προστατεύσουν τους αναξιοπαθούντες.
Εκείνη την εποχή βασιλιάς ήταν ο Ιωακείμ ο οποίος ζούσε εν κραιπάλη,
έκτισε πολυτελέστατο οικοδόμημα χωρίς καν να πληρώσει τους εργάτες που
μόχθησαν! Ο Κύριος διά του προφήτου αναγγέλλει στον Ιωακείμ ότι αδίκως έκτισε
το παλάτι του. Δεν θα προλάβει να το χαρεί. Μάλιστα δε ο ίδιος θα έχει ατιμωτικό
θάνατο αφού κανείς δεν θα βρεθεί να τον κλάψει, ούτε να του ψάλλει τους
επικήδειους ύμνους όπερ και εγένετο.
Τον ασεβή Ιωακείμ διαδέχθηκε στον θρόνο ο υιός του Ιεχονίας, ο οποίος
ανήλθε στον θρόνο σε ηλικία δέκα οκτώ ετών. Ο λαός πίστεψε προς στιγμήν ότι ο
Ιεχονίας θα έφερνε την ειρήνη και την γαλήνη στην Ιερουσαλήμ. Όμως ο Θεός δεν
δικαίωσε αυτές τους τις ελπίδες. Ο Ιεχονίας είδε μάλιστα με τα μάτια του την
κατάληψη της Ιερουσαλήμ (598 π.Χ), έζησε εξόριστος στην Βαβυλώνα επί τριάντα
έξι έτη και εκεί απέθανε.
Κεφάλαιο εικοστό τρίτο
Ο Θεός θα αντικαταστήσει τους κακούς ποιμένες του ισραηλιτικού έθνους,
στέλνονταν άνδρα συνετό και δίκαιο. Το πρόσωπό Του ορίζεται ως «Ανατολή».
Πρόκειται ασφαλώς περί του Μεσσία, ο οποίος θα απελευθερώσει από την δουλεία
της αμαρτίας όλο το ανθρώπινο γένος και θα βασιλέψει στο Ισραηλιτικό διασωθέν
κατάλοιπο από την Βαβυλώνια αιχμαλωσία. Το όνομά Του θα είναι Ιωσεδέκ. Που
σημαίνει κατά τα Εβραϊκά Jahwe Sidkenu= Κύριος είναι η δικαιοσύνη μου.
Την εποχή εκείνη η Ιουδαία είχε κατακλυστεί από ψευδοπροφήτες, οι οποίοι
εκμεταλλευόμενοι την νωθρότητα των ιερέων της εποχής είχαν πλανήσει τους
πολλούς, κερδοσκοπούσαν εις βάρος του λαού, έβαλαν είδωλα του Βάαλ στον ναό
του Κυρίου. Αυτοί οδηγούσαν τον λαό διά λόγων και διά έργων στην εξαχρείωση
των ηθών, δεν υπήρχε καμία διαφορά ήθους στην τότε Ιερουσαλήμ από τα Σόδομα
και τα Γόμορα.

258
Ο Θεός δεν θα αφήσει όμως ατιμώρητους αυτούς του πλάνους: «Εγώ είμαι
Θεός ευρισκόμενος πλησίον σας, λέγει ο Κύριος, και όχι Θεός σας μακράν σας
ιστάμενος. Είναι λοιπόν δυνατόν να κρυφθεί τις εις απόκρυφον μέρος και εγώ να μη
τον ιδώ; Μήπως εγώ δεν είμαι Εκείνος, ο οποίος πληρώ διά της παρουσίας Μου τον
ουρανό και την γην; Λέγει ο Κύριος. Ήκουσα εκείνα, τα οποία λέγουν οι
ψευδοπροφήτες ούτοι, εκείνα τα οποία προφητεύουν δήθεν εξ’ ονόματός μου.
Ψεύδονται λέγοντες: Είδον όνειρον το και το. Εως πότε θα υπάρχει η πονηρία εις την
καρδίαν των ψευδοπροφήτων, οι οποίοι διδάσκουν το ψεύδος και κηρύττουν στους
ανθρώπους, όχι το ιδικόν μου θέλημα, αλλά τα πονηρά θελήματα της διεστραμμένης
καρδίας των; Αυτοί σκέπτονται και επιθυμούν να κάμουν τους ανθρώπους, να
λησμονήσουν τον νόμον μου με τα ψευδή ενύπνιά των, τα οποία διηγούνται ο
καθένας στον πλησίον του. Να τους κάμουν να λησμονήσουν εμέ, όπως ακριβώς και
οι πατέρες των με ελησμόνησαν, ακολουθήσαντες την λατρείαν του Βααλ. Ο
ψευδοπροφήτης, ο οποίος είδε το όνειρον, ας διηγηθή το ενύπνιόν του· και ο αληθής
προφήτης, στον οποίον υπάρχει ο ιδικός μου λόγος, ας διηγηθή με πλήρη αλήθειαν
τον λόγον μου. Και τότε θα ίδουν οι άνθρωποι, ποία διαφορά υπάρχει μεταξύ του
αχύρου και του σίτου. Ετσι είναι και οι λόγοι μου, λέγει ο Κύριος, απέναντι των
λόγων των ψευδοπροφητών. Ιδού, οι λόγοι μου δεν είναι ωσάν το πυρ, λέγει ο
Κύριος, ωσάν πέλεκυς, ο οποίος κόπτει και αυτόν ακόμη τον βράχον; Δια τούτο,
ιδού εγώ, λέγει ο Κύριος, εξεγείρομαι εναντίον των προφητών, οι οποίοι κλέπτουν
τους λόγους μου ο καθένας από τον άλλον. Ιδού εγώ επέρχομαι εναντίον των
ψευδοπροφητών, οι οποίοι εκβάλλουν δια της γλώσσης των ψευδείς διδασκαλίας και
κοιμώνται τον ύπνον των, δια να ίδουν ενύπνια σύμφωνα με τας επιθυμίας της
πονηράς αυτών καρδίας. Ιδού εγώ, εναντίον των ψευδοπροφητών, οι οποίοι
διδάσκουν ψευδή ενύπνια και διηγούνται αυτά, δια των οποίων παραπλανούν τον
λαόν μου εις τας ψευδολογίας των και εις τας πλάνας των, ενώ εγώ δεν τους έχω
αποστείλει ως προφήτας και δεν έδωσα εις αυτούς καμμίαν εντολήν. Αυτοί καμμίαν
ωφέλειαν δεν πρόκειται να προσφέρουν σε τούτον τον λαόν».
Πολλοί ακούγοντας να τα αναγγέλλει όλα αυτά ο προφήτης στον λαό, τον
πλησίαζαν τακτικά και του έλεγαν με ειρωνεία: Ποιο λήμμα, δηλαδή προφητεία θα
μας πεις σήμερα; Ο Θεός βλέποντας αυτή την ειρωνεία λέει στον Ιερεμία να τους
απαντήσει με το εξής τρόπο: «Σεις είσθε το αντικείμενον της απειλητικής εκ μέρους
του Κυρίου προφητείας. Θα σας συντρίψω, λέγει ο Κύριος». Η τιμωρία που θα
επιφέρει ο Κύριος δεν θα είναι μόνο κατάτων ειρωνευόντων , αλλά και κατά των
οικογενειών τους. Δείχνοντας έτσι κατ’ αυτόν τον τρόπο ο Θεός πόσο βαριά αμαρτία
είναι κανείς να ειρωνεύεται τον λόγο του Θεού.
Κεφάλαιο εικοστό τέταρτο
Φτάνουμε ομαλά στο 598 π.Χ τότε που ο Ναβουχοδονόσωρ κατέλαβε την
Ιερουσαλήμ και οδήγησε πλήθος ισραηλιτών στην αιχμαλωσία. Ένα τμήμα των
αιχμάλωτων Ιουδαίων θα μετανοήσει αποτελώντας τον νέο Ισραήλ. Ο Θεός τότε θα
δείξει την εύνοιά Του σ’ αυτούς και θα τους απελευθερώσει από την σκλαβιά
δωρίζοντάς τους παράλληλα την αληθινή ευσέβεια η οποία προηγουμένως τους
έλειπε.
Κάποιοι Ιουδαίοι δεν απήχθηκαν στην Βαβυλώνα αλλά παρέμειναν στην
Ιουδαία. Αυτοί θεώρησαν τον εαυτό τους ευνοημένο από τον Θεό, πίστεψαν μάλιστα
ότι είναι ευσεβείς. Ένας απ’ αυτούς ήταν και ο βασιλιάς των Ιουδαίων Σεδεκίας. Ο
Θεός όμως δεν δικαιώνει αυτή τους την σκέψη παρομοιάζοντάς τους με χαλασμένα
σύκα, άχρηστα και ως εκ τούτου εγκαταλειμμένα υπό του Κυρίου. Η απαχθείσα
όμως μερίδα των Ιουδαίων στην Βαβυλώνα τελικά θα ευτυχήσει διότι αυτούς τους
παρέδωσε εκεί ο Θεός προς καθαρισμό όπως και άλλοτε έγινε με την αιχμαλωσία

259
των ισραηλιτών στην Αίγυπτο.
Κεφάλαιο εικοστό πέμπτο
Επί είκοσι τρία έτη ο Ιερεμίας κήρυττε στον λαό του Ισραήλ χωρίς όμως το
κηρυγματικό του έργο να αποδώσει καρπούς μετανοίας. Η κηρυγματική δράση του
προφήτου έχει ως εξής: α) δεκαεννιά έτη επί βασιλείας Ιωσίου 640-621 π.Χ, β) τρεις
μήνες επί βασιλείας Ιωάχαζ και γ) τέσσερα έτη επί βασιλείας Ιωακείμ 609-605 π.Χ.
Ο Θεός με παράπονο λέγει προς τον λαό Του: «ουκ εεισηκούσατε», όχι μόνο στο
κήρυγμα του Ιερεμία, αλλά και στους προ αυτού προφήτες.
Το αποτέλεσμα όλης αυτής της παρακοής θα είναι η εβδομηκονταετής
αιχμαλωσία του Ισραηλιτικού έθνους στους Χαλδαίους. (605-538 π.Χ). Οριστικά η
αιχμαλωσία των Ιουδαίων θα τελειώσει το 536 π.Χ δύο χρόνια μετά την κατάληψη
της Βαβυλώνας από τον Κύρο.
Εν συνεχεία ο Ιερεμίας προφητεύει για την τύχη που θα έχουν τα έθνη.
Ξεκινά από τους Αιλαμίτες, οι οποίοι κατοικούσαν ανατολικά της Βαβυλώνας και
ήταν σύμμαχοι των Βαβυλωνίων. «Ουκ έσται έθνος», σε όλα τα έθνη θα
διασκορπιστούν. Τελικά όμως αυτοί θα επιστρέψουν στον Θεό (κατά τα Μεσσιανικά
χρόνια) και τότε θα μεταβληθεί η τύχη τους.
Κεφάλαιο εικοστό έκτο
Προφητεία κατά της Αιγύπτου: Η προφητεία χρονολογικά αφορά την εποχή
του Φαραώ Νεχαώ (611-595 π.Χ). Αυτός θέλοντας να επωφεληθεί της αδυναμίας της
Ασσυρίας και ανήσυχος για την αύξηση της δυνάμεως των Βαβυλωνίων επιχείρησε
εκστρατεία κατά των Βαβυλωνίων. Το 606 π.Χ όμως νικήθηκε από τον
Ναβουχοδονόσωρ. Ο προφήτης ειρωνεύεται τους Αιγυπτίους, τους βλέπει με τη
διορατική του ματιά να νικώνται στην μάχη της εν Χαρχαμείς. Όμως ποιος στην
πραγματικότητα νίκησε σ’ αυτήν την μάχη; Δεν νίκησαν οι Βαβυλώνιοι αλλά ο
Θεός, διότι Αυτός παρέδωσε τους Αιγυπτίους στα χέρια τους.
Υπάρχει όμως και δεύτερη προφητεία κατά των Αιγυπτίων. Οι Βαβυλώνιοι
μετά την προαναφερθείσα μάχη θα εισβάλλουν στην Αίγυπτο. Ο Θεός ορκίζεται ότι
θα καταστρέψει την Αίγυπτο. Η προφητεία αυτή και το μέγεθος της καταστροφής
των Αιγυπτίων που περιγράφεται πολύ αναλυτικά έχει ένα σκοπό: να σταματήσουν
οι Ιουδαίοι να στηρίζονται στους Αιγυπτίους τους οποίους είχαν κάνει συμμάχους
τους. Μοναδικό τους σύμμαχο έπρεπε να έχουν τον Θεό.
Κεφάλαιο εικοστό έβδομο
Είναι βέβαιη η πτώση της Βαβυλώνας, μία πτώση που θα φέρει την
απελευθέρωση των Ισραηλιτών. Αυτή η απελευθέρωση θα ενώσει Ιουδαίους και
Ισραηλίτες παύοντας το πρότερο επαίσχυντο εμφύλιο σχίσμα.
Ο Θεός καλεί τα έθνη από Ανατολή και Δύση να καταστρέψουν την
Βαβυλώνα: «Παρατάξασθε, τοξεύσατε, μη φείσθητε…» ποιος πολεμά την
Βαβυλώνα; Ο Ίδιος ο Θεός!
Εκείνο τον καιρό η πόλη της Βαβυλώνας μεσουρανούσε. Βρίσκονταν στο
απόγειο της δόξας της. Φαινόταν λοιπόν απίστευτο το να καταστραφεί. Όταν η
είδηση της καταστροφής φτάσει στα αυτιά των εθνών όλοι θα απορήσουν και θα
αναρωτηθούν: «Πως έσπασε και συνετρίβη η σφύρα αύτη όλου του κόσμου; Πως η
Βαβυλών εξηφανίσθη εκ μέσου των άλλων εθνών; Θα επιτεθούν εναντίον σου οι
εχθροί σου και θα σε κυριεύσουν, ω Βαβυλών, χωρίς να εννοήσεις καλά καλά την
συντριβή σου. Ευρέθης υπό του εχθρού σου και κατελήφθης υπ’ αυτού διότι
αντέστης στον Κύριο. Ο Κύριος άνοιξε το πλούσιο οπλοστάσιό Του και έλαβε εξ’
αυτού τα πολεμικά όπλα της οργής του…». Τίποτα δεν πρέπει να μείνει όρθιο!
Άνθρωποι, ζώα, σιτηρά όλα πρέπει να καταστραφούν. Η άλλοτε πλούσια Βαβυλώνα
θα γίνει κατάξερη ακατάλληλη πλέον να την κατοικήσει κανείς.

260
Κεφάλαιο εικοστό όγδοο
Οι υβριστές ενώπιον του Θεού Βαβυλώνιοι, θα καταστραφούν από άλλους
υβριστές, τα στρατεύματα του Κύρου. Που και αυτοί όπως θα δούμε θα έχουν την
ίδια τύχη.
Ο Θεός διατάσσει τους Μηδο-Πέρσες να εντείνουν τα τόξα τους κατά των
Βαβυλωνίων. Μέσα σε όλη αυτή την πολεμική κατάσταση ο Θεός δεν λησμονεί τον
λαό Του. Άλλωστε η αιτία της καταστροφής των Χαλδάιων και όλες αυτές οι
πολεμικές συγκρούσεις έναν σκοπό έχουν: την απελευθέρωση των ισραηλιτών. Ο
Θεός παροτρύνει τους ισραηλίτες να φύγουν γρήγορα από την Χαλδαία, διότι αν
μείνουν εκεί θα χαθούν μαζί με τους Βαβυλώνιους.
Η αιτία της καταστροφής της Χαλδαίας είναι η υπερηφάνειά της, η έντονη
ειδωλολατρία, η ασέβεια που υπέδειξαν κατά του λαού του Θεού. Τα υψηλά της
τείχη δεν είναι ικανά να την προστατέψουν, θα κατακρημνιστούν, η Βαβυλώνα θα
καεί και δεν θα είναι ικανή ούτε έναν λίθο να δώσει στα άλλα έθνη για την
κατασκευή άλλων οικοδομών. Τόσο μεγάλη θα είναι η καταστροφής της!
Ακόμη και ο ίδιος ο προφήτης που με την διεισδυτική του ματιά στο μέλλον
παρακολουθεί την καταστροφή την ένδοξης πόλης ανθίσταται! Διερωτάται: «Πως
εάλω»; Διαπιστώνει πως οι τύχες και η ιστορία όλων των εθνών βρίσκεται στα χέρια
του Θεού. Ενοχή και τιμωρία συνδέονται αναποσπάστως. Η ιστορία του κόσμου
είναι είδος παγκόσμιου δικαστηρίου.
Παρόλα αυτά πολλοί ισραηλίτες που έζησαν στην Βαβυλώνα για εβδομήντα
έτη είχαν αποκτήσει οικονομικούς δεσμούς με τον τόπο και πολλοί εξ’ αυτών δεν
ήθελαν να επιστρέψουν στην Ιερουσαλήμ. Χρησιμοποιούσαν μάλιστα και
δικαιολογία. Πως θα επιστρέψουμε σε έναν τόπο που ο Θεός ούτε τον Οίκο του δεν
υπεράσπισε από τους εχθρούς Του; Ο Θεός όμως δεν δέχεται καμιά αντιλογία και
απαντά: Αυτοί που βεβήλωσαν τον ναό μου θα τιμωρηθούν.
Κεφάλαιο εικοστό ένατο
Έφτασε η ημέρα που και οι Φιλισταίοι θα καταστραφούν! Ποιοι ήταν οι
Φιλισταίοι; Λαός που εγκαταστάθηκε στα παράλια της Παλαιστίνης περίπου το 1200
π.Χ. Ο προφήτης με συμπάθεια διερωτάται: Μέχρι πότε η μάχαιρα του Κυρίου θα
κατακόπτει τους Φιλισταίους; Λαμβάνει όμως δυσμενή απάντηση: Δεν θα ησυχάσει
η μάχαιρα, θα κόπτει!
Νοτίως της Ιουδαίας βρίσκονταν η Ιδουμαία. Κι αυτή η περιοχή θα
καταστραφεί! Οι κάτοικοί της ήταν γνωστοί για την σοφία τους. Όμως παρόλη την
κατά κόσμον σοφία τους δεν κατάφεραν να αποφύγουν την οργή του Κυρίου. Οι
Ιδουμαίοι κατάγονταν από τον Ησαύ.
Γιατί τιμωρήθηκαν Φιλισταίοι και Ιδουμαίοι; Διότι κι αυτοί αμάρτησαν,
ασέβησαν απέναντι στον Θεό. Όμως τις χήρες και τα ορφανά τους θα τα
προστατέψει ο ίδιος ο Κύριος, διότι δεν θα υπάρχουν άνδρες για να τα
υπερασπιστούν. Η Ιδουμαία πράγματι έγινε έρημη χώρα και ακατοίκητη από όπως
ακριβώς προφητεύει ο Ιερεμίας.
Κεφάλαιο τριακοστό
Προφητεία κατά των Αμμωνιτών: Οι Αμμωνίτες ήταν συγγενείς με τους
Ισραηλίτες όμως έτρεφαν εχθρικά αισθήματα εναντίον τους. Όταν οι κάτοικοι του
βορείου σχισματικού βασιλείου του Ισραήλ απήχθηκαν αιχμάλωτοι από τον Τιγλάθ
Πιλασέρ ΙΙΙ το 734 π.Χ, οι Αμμωνίτες κατέλαβαν την χώρα και τις πόλεις της φυλή
Γαδ η οποία ήταν πέρα του Ιορδάνου.
Ο Κύριος γι’ αυτήν την διαγωγή τους θα τους τιμωρήσει, θα τους τιμωρήσει
επίσης διότι ως θεό τους είχαν τον Μελχόλ. Η χώρα τους θα ερημωθεί και οι
ισραηλίτες θα ανακτήσουν τις κατακτημένες υπ’ αυτών περιοχές.

261
Προφητεία κατά της Κηδάρ: Οι κηδαρίτες ήταν άραβες βεδουίνοι οι οποίοι
είχαν στήσει τις σκηνές τους στην Αραβική έρημο κοντά στην σημερινή πόλη της
Παλμύρας. Οι φυλές αυτές της ερήμου αισθάνονταν τόση ασφάλεια, ώστε κανένα
μέτρο ασφαλείας δεν λάμβαναν. Δεν υπολόγιζαν καθόλου τους ξένους κατακτητές.
Ήταν πλούσιοι, είχαν καμήλες, άλλα ζώα και οικιακά σκεύη σε πληθώρα. Όμως οι
Συριακές δυνάμεις θα έλθουν σύντομα και θα τους κτυπήσουν, θα καταστρέψουν
πρώτα την Δαμασκό και εν συνεχεία και τις απομακρυσμένες αυτές χώρες με τους
λαούς τους.
Κεφάλαιο τριακοστό πρώτο
Προφητεία κατά της Μωάβ: Η Μωάβ ήταν χώρα που βρίσκονταν ανατολικά
της Νεκράς θαλάσσης. Η χώρα αυτή είχε κατακτηθεί από το Ισραήλ και την είχε υπό
την κατοχή της η φυλή Ρουβίμ. Όμως η φυλή Ρουβίμ δεν την κατέκτησε πλήρως,
άφησε ισχυρές ομάδες Μωαβιτών να ενεργούν αυτόνομα. Αυτοί οι Μωαβίτες είχαν
συμμαχήσει κατά καιρούς με άλλους λαούς εναντίον του Ισραήλ. Τελευταία δε,
συμμάχησαν και με τον Ναβουχοδονόσωρ.
Εξαιτίας αυτής της διαγωγής της, η Μωάβ θα καταστραφεί πλήρως. Δεν θα
αποκατασταθεί παρά μόνο στα Μεσσιανικά χρόνια όταν θα αποτάξουν τον θεό
Χαμώς εις τον οποίο μέχρι πρότινος πίστευαν. Από ποιους καταστράφηκαν; Από
τους Χαλδαίους. Αυτοί εισέβαλαν στην χώρα τους, άλλους φόνευσαν και άλλους
μετέφεραν αιχμάλωτους σε άλλες χώρες.
Θα μπορούσε κάλλιστα κάθε ισραηλίτης να χαρεί με το άκουσμα της
καταστροφή της Μωάβ. Όμως ο προφήτης βλέποντας με την διεισδυτική του ματιά
το μέγεθος της καταστροφής θλίβεται, κλαίει…
Κεφάλαιο τριακοστό δεύτερο
Το ποτήριον της οργής του Κυρίου προσφέρεται σε όλα τα έθνη, αρχής
γενομένης από τον Ισραηλιτικό λαό. Κανένας λαός δεν μπορεί να αρνηθεί να πιει απ’
αυτό το ποτήρι της οργής, αφού πρώτη απ΄ αυτό ήπιε η αγαπημένη πόλη, η
Ιερουσαλήμ στην οποία ακούγονταν το όνομα του αληθινού Θεού.
Οι λαοί σαν μεθυσμένοι δεν θα μπορούν να αντισταθούν στο ακονισμένο
μαχαίρι των Χαλδαίων. Ο Ιερεμίας λαμβάνει την εντολή παρά Θεού να ποτίσει με το
ποτήρι της οργής του Κυρίου όλους τους λαούς. Πρώτα τους ισραηλίτες, ύστερα
τους Αιγυπτίους, τους Φιλισταίους, τους Ιδουμαίους, τους Μωαβίτες, τους
Αμμωνίτες τις μακρινές ανατολικές χώρες, τους πέρσες, τις χώρες που εκτείνονται
ανά την Μεσόγειο θάλασσα.
Όπως πατιούνται τα σταφύλια, έτσι θα πατηθούν και όλοι αυτοί οι λαοί από
την οργή του Θεού. Από το ένα άκρο της γης ως το άλλο ως περιττώματα, άταφα θα
κείτονται τα πτώματα των ασεβών. Ουδείς δύναται να διαφύγει αυτής της μεγάλης
καταστροφής!
Κεφάλαιο τριακοστό τρίτο
Περί το 608 π.Χ λίγο πριν ο Ναβουχοδονόσωρ εισέλθει στην Ιερουσαλήμ και
την καταστρέψει, ο Ιερεμίας προλέγει τα δυσμενή αυτά γεγονότα στους κατοίκους
της πόλεως απεσταλμένος από τον Θεό. Προφητεύει, όχι για να αποθαρρύνει τους
Ιουδαίους, αλλά για να τους παροτρύνει στην μετάνοια.
Τα λόγια του προφήτου δεν άρεσαν στους ιερείς, στους ψευδοπροφήτες και
στον λαό του Ισραήλ και τον συνέλαβαν, αποφάσισαν μάλιστα να τον θανατώσουν.
Ο Ιερεμίας με ηρεμία και θάρρος απαντά: «Ιδού δε εγώ είμαι εις τας χείρας σας.
Κάμετε ως συμφέρει εις υμάς, ως νομίζετε καλλίτερον. Πρέπει να γνωρίζετε όμως
καλώς ότι εάν με φονεύσετε, θα αναλάβετε σεις, η πόλις αύτη και οι κάτοικοι της
πόλεως ταύτης, το βάρος της ευθύνης αίματος αθώου, διότι πράγματι με απέστειλε ο
Κύριος προς υμάς να είπω εις επήκοόν σας όλους τους λόγους τούτους».

262
Ακούγοντας αυτά τα λόγια, κάποιοι άνδρες θυμήθηκαν ότι με παρόμοιο τρόπο
μίλησε χρόνια πριν και ο προφήτης Μιχαίας: «Μήπως εφόνευσαν αυτόν ο Εζεκίας
και όλος ο Ιουδαϊκός λαός; Δεν έκαμαν τούτο, διότι φοβήθηκαν τον Κύριον και ο
Κύριος απεμάκρυνεν απ’ αυτούς τας συμφοράς, τας οποίας είπε κατ’ αυτών. Και
ημείς διεπράξαμεν μεγάλα κακά εις την ζωήν μας!». Με αυτό το επιχείρημα οι
συγκεντρωθέντες Ιουδαίοι αθώωσαν τον Ιερεμία αφήνοντάς τον ελεύθερο.
Δεν είχε όμως την ίδια τύχη και ο προφήτης Ουρίας ο οποίος παρόμοια
πράγματα με τον Ιερεμία προφήτευε εκείνη την εποχή. Ο βασιλέας Ιωακείμ διέταξε
να τον συλλάβουν και να τον θανατώσουν. Ο Ουρίας έμαθε τούτο και κατέφυγε στην
Αίγυπτο. Ο βασιλιάς όμως απέστειλε άνδρες στην Αίγυπτο, οι οποίοι τον συνέλαβαν
και τον θανάτωσαν διά μαχαίρας. Το συμβάν αυτό μας το αναφέρει ο συγγραφέας
για να κατανοήσουμε από ποιο σοβαρό κίνδυνο διέφυγε ο Ιερεμίας.
Κεφάλαιο τριακοστό τέταρτο
Όλα τα γειτονικά έθνη με την Ιουδαία θα υποταχθούν στην Βαβυλώνα. Ο
Ιερεμίας διατάσσεται από τον Θεό να κατασκευάσει δεσμούς-κλοιούς τους οποίους
να φορέσει στον λαιμό του, δεικνύοντας έτσι με συμβολικό τρόπο αυτή την σκλαβιά
που μετ’ ολίγον χρόνο θα λάβει χώρα.
Κεφάλαιο τριακοστό πέμπτο
Ο Ιερεμίας συγκρούεται με τον Ανανία ο οποίος πιθανότατα ήταν ιερεύς. Ο
μεν Ιερεμίας προφήτευε άσχημα πράγματα για το Ισραήλ αποβλέποντας προς το
πνευματικό συμφέρον του λαού, ο δε Ανανίας προφήτευε ειρήνη και ευημερία
αποβλέποντας σε κολακείες διά το προσωπικό του όφελος.
Ο Ιερεμίας εύχεται να κάνει ο Θεός αυτά που προφητεύει ο Ανανίας: «Πλην
όμως ακούσατε τον λόγον του Κυρίου, τον οποίο εγώ λέγω ει επήκοον πάντων υμών
και ιδίως όλου του λαού. Οι προφήτες, οι οποίοι υπήρξαν προ εμού και προ υμών και
εξ’ αρχαιοτάτων χρόνων, προεφήτευσαν εις πολλάς χώρας και εις μεγάλα βασίλεια
δυστυχίας, πολέμους. Όσον όμως διά τον προφήτην τούτον, ο οποίος προεφήτευσεν
ειρήνην, όταν έλθη η εκπλήρωσις του λόγου του, θα μάθουν οι άνθρωποι διά τον
προφήτην αυτόν, εάν αληθώς ο Κύριος απέστειλεν τούτον εις τους ανθρώπους».
Ο Ανανίας καθύβρισε τον Ιερεμία, έσπασε τους κλοιούς του λέγοντας:
«Τοιουτοτρόπως θα συντρίψω τον ζυγόν του βασιλέως της Βαβυλώνος από του
τραχήλου όλων των εθνών».
Ο Ιερεμίας έφυγε ατάραχος αναμένοντας να του μιλήσει ο Θεός. Λίγο
αργότερα ο Θεός μίλησε και πάλι στον Ιερεμία: «Πήγαινε και πες στον Ανανία,
κλοιούς ξύλινους εσύ συνέτριψες και εγώ θα κατασκευάσω αντί αυτών σιδηρούς».
Προφήτεψε δε την άμεση θανάτωση του Ανανία «Θα σε αφαιρέσω εκ τη γης, διότι
κατ’ αυτό το έτος θα πεθάνεις» είπε ο Θεός για τον Ανανία. Πράγματι λίγους μήνες
μετά ο Ανανίας πέθανε.
Κεφάλαιο τριακοστό έκτο
Ο Ιερεμίας έστειλε επιστολή προς τους αιχμαλώτους Ιουδαίους που
βρίσκονταν στην Βαβυλώνα. Η επιστολή αυτή συνοπτικά έλεγε τα εξής: «Ετσι
ωμίλησε Κύριος ο Θεός του ισραηλιτικού λαού προς την αιχμαλωτισμένην αποικίαν,
την οποίαν εγώ μετώκισα από την Ιερουσαλήμ εις την Βαβυλώνα. Οικοδομήσατε τα
σπίτια σας, κατοικήσατε εις αυτά, φυτεύσατε κήπους και φάγετε τους καρπούς
αυτών. Λαβετε συζύγους, αποκτήσατε υιούς και θυγατέρας, δώσατε στους υιούς σας
συζύγους και εις τας θυγατέρας σας δώσατε άνδρας· πληθύνθητε και μη
ολιγοστεύετε. Επιζητήσατε την ειρήνην και την ευημερίαν της χώρας, εις την οποίαν
εγώ σας μετώκισα εκεί και προσευχηθήτε περι των κατοίκων της χώρας αυτής προς
τον Κύριων, διότι εις την ειρήνην της χώρας αυτής έγκειται και η ιδική σας ειρήνη.
Ακόμη έτσι είπεν ο Κυριος· Μη σας παραπλανούν οι ψευδοπροφήται και μη

263
παρασύρεσθε από αυτούς, οι οποίοι ευρίσκονται μεταξύ σας· μην εξαπατάσθε από
τους ψευδομάντεις, μη δίδετε προσοχήν και σημασίαν εις τα όνειρα, τα οποία
βλέπετε κατά τον ύπνον σας. Διότι οι ψευδοπροφήται αυτοί ψευδή πράγματα
προαναγγέλλουν εις σας, δήθεν εξ ονόματός μου. Δεν τους έχω αποστείλει εγώ. Έτσι
ωμίλησεν ο Κύριος· όταν πρόκειται να συμπληρωθούν εβδομήκοντα έτη εξορίας σας
εις την Βαβυλώνα, τότε θα σας επισκεφθώ με ευμένειαν και θα εκπληρώσω τους
λόγους και τας υποσχέσεις μου προς σας, να επαναφέρω, δηλαδή, τον λαόν σας στον
τόπον τούτον, Τότε θα αποφασίσω και θα αποδώσω εις σας αγαθά και ειρηνικά
δώρα, όχι δε συμφοράς και τιμωρίας. Σεις προσευχηθήτε προς εμέ και εγώ θα κάμω
δεκτάς τας προσευχάς σας».
Ο Ιερεμίας σε αντίθεση με τους ψευδοπροφήτες που έλεγαν ότι η αιχμαλωσία
δεν θα διαρκέσει πολύ τους λέει ότι θα επιστρέψουν μετά από εβδομήντα χρόνια. Η
επιστολή αυτή σίγουρα δεν θα φάνηκε πολύ ευχάριστη στα αυτιά των Ιουδαίων,
αλλά εμπεριείχε την αλήθεια, την ρεαλιστικότητα, την σύνεση ώστε για πρώτη φορά
έθετε την ανάγκη στους Ιουδαίους να προσευχηθούν για μια εχθρική προς αυτούς
χώρα. Από την ειρήνη της χώρας αυτής θα εξαρτιόταν άλλωστε και η δική τους
ειρήνη και ευημερία.
Πράγματι η αιχμαλωσία των Ιουδαίων κράτησε από το 605 ως το 538 π.Χ
δηλαδή 69 χρόνια, στρογγυλά 70. Οι Ιουδαίοι μέσα στις πολυετείς θλίψεις θα
ωφεληθούν και θα επαναπροσδιορίσουν με θετικό τρόπο την σχέση τους με τον Θεό.
Την εποχή εκείνη βρίσκονταν στην Βαβυλώνα ως αιχμάλωτοι αρκετοί
ψευδοπροφήτες, μεταξύ αυτών ο Αχιάβ και ο Σεδεκίας, ο Σοφονίας και ο Σαμαίας, οι
οποίοι παρακινούσαν τους ισραηλίτες σε επανάσταση εναντίον του
Ναβουχοδονόσωρα. Οι δύο πρώτοι τιμωρήθηκαν σκληρά από τον βασιλέα, ενώ ο
Σοφονίας και ο Σαμαίας τιμωρήθηκαν με το να πεθάνουν εξόριστοι και να μη δουν
την μεγαλειώδη επιστροφή των ισραηλιτών στην Ιουδαία.
Κεφάλαιο τριακοστό έβδομο
Βρισκόμαστε στην εποχή που η Ιερουσαλήμ πολιορκείται, ο προφήτης
βρίσκεται αλυσοδεμένος στην φυλακή. Την απελπιστική αυτή κατάσταση επιλέγει ο
Θεός, όχι απλά για να στείλει μερικές ακτίνες φωτός και αισιοδοξίας, αλλά για να
βεβαιώσει τον προφήτη για το λαμπρό μέλλον που προαναγγέλλεται στο Ισραήλ. Οι
προφητείες αυτές που αποκαλύφθηκαν στον Ιερεμία πρέπει να γράφηκαν κατά τις
τελευταίες μέρες που βασίλευε ο Σεδεκίας. Η Ιερουσαλήμ καταστρέφονταν και ο
ήλιος του Μεσσία ανέτειλε. Ο προφήτης λαμβάνει εντολή να καταγράψει ότι του
αποκαλύπτεται, διότι τα γεγονότα αυτά θα είναι πολύ κρίσιμα και είναι απαραίτητο
να διασωθούν και να διαβιβαστούν αργότερα προς τους αιχμαλώτους.
Οι Ιουδαίοι και οι Ισραηλίτες πάλι θα ενωθούν. Ο Θεός θα στείλει δεύτερο
Δαυίδ δηλαδή τον Μεσσία Χριστό ο Οποίος θα ανακαινίσει το ανθρώπινο γένος. Ο
Ίδιος ο Κύριος θα θεραπεύσει τις πληγές των Ιουδαίων, κανένας άνθρωπος δε
στάθηκε στο παρελθόν ικανός να φροντίσει ή έστω να βοηθήσει το καταπληγωμένο
έθνος του Κυρίου. Ποιος μπορεί να σώσει τον απελπισμένο λαό; «Άρχων αυτού εξ’
αυτού εξελεύσεται» και ο άρχων αυτός δεν είναι παρά μόνον ο Χριστός!
Κεφάλαιο τριακοστό όγδοο
Ο Κύριος από αρχαιοτάτων χρόνων εξέλεξε τους ισραηλίτες ως λαό Του.
Αυτοί αιώνια θα διαιωνισθούν διά του κατά σάρκα καταγομένου Μεσσίου Χριστού.
Διά του Μεσσία όλοι οι άνθρωποι θα είναι πλέον ικανοί και ελεύθεροι να
αποκαταστήσουν τη σχέση τους με τον Θεό. Συνεπώς όλα τα έθνη και όχι μόνον το
Ισραήλ καλούνται να χαρούν την ατελέσφορη ευτυχία που δωρεάν πλέον τους
προσφέρεται.
«Φωνή εν Ραμά ηκούσθη θρήνου και κλαυθμού και οδυρμού· Ραχήλ

264
αποκλαιομένη ουκ ήθελε παύσασθαι επί τοις υιοίς αυτής, ότι ουκ εισίν». Ο Θρήνος
της Ραχήλ θα παύσει, η παρθένος θα γεννήσει τον Μεσσία.
Νέες ημέρες έρχονται. Όση ήταν η τιμωρία, τόση θα είναι και η παρηγοριά.
Παλιότερα τα παιδιά έφεραν πάνω τους τις αμαρτίες των γονέων τους και
τιμωρούνταν μάλιστα γι’ αυτές, στο νέο όμως βασίλειο του Μεσσία δεν θα υπάρχει
συνδετικός κρίκος των αμαρτιών του ενός προς τον άλλον. Κάθε άνθρωπος θα είναι
πλέον ένοχος μόνο για τα δικά του αμαρτήματα.
«Διαθήκη Καινή», (εις το Ιερεμ. 38,31 για πρώτη φορά συναντάμε αυτόν τον
όρο) θα συνάψει ο Θεός με τους ανθρώπους. Το κεντρικό ζήτημα της νέας αυτής
Διαθήκης: «Θα είμαι δι’ αυτούς ο Θεός και εκείνοι θα είναι δι εμέ λαός». Ο νόμος
του Θεού δεν θα είναι πλέον γραμμένος σε πλάκες, ή πάπυρους, αλλά «καρδίας
γράψω», στις καρδιές των ανθρώπων θα είναι χαραγμένος. Ο Θεός θα στέλνει μεν
διδασκάλους στον λαό Του, αλλά ο Ίδιος ταυτόχρονα θα επικοινωνεί άμεσα με τον
κάθε άνθρωπο εκχέοντας το Άγιο Πνεύμα εις έναν έκαστο πιστό. Η Καινή Διαθήκη
θα είναι ασφαλώς ανώτερη από την Παλαιά, διότι δι’ αυτής με άνεση και ευκολία θα
παρέχεται η άφεση των αμαρτιών.
Η Καινή Διαθήκη του Θεού με τον άνθρωπο δεν θα έχει χρονικό περιορισμό,
θα είναι αιώνιας διάρκειας: «Όταν παύσουν οι νόμοι των ουρανίων και επιγείων
αυτών φαινομένων υπάρχοντες, λέγει ο Κύριος, τότε και οι ισραηλίται θα παύσουν
να υπάρχουν ως έθνος ενώπιόν μου πάσας τας ημέρας». Όπου ισραηλίτες θα
εννοήσουμε εμείς το νέο Ισραήλ, δηλαδή τους χριστιανούς.
Ο Θεός θα ξανακτήσει την Ιερουσαλήμ κάνοντάς την νέα. Πρόκειται για την
Νέα Ιερουσαλήμ, δηλαδή την Εκκλησία του Χριστού η οποία θα γίνει η πηγή του
αγιασμού και το καθαρτήριο της ανθρώπινης αμαρτωλότητας.

Κεφάλαιο τριακοστό ένατο


Ο Ιερεμίας πληροφορείται από τον Θεό λίγο πριν την άλωση της Ιερουσαλήμ,
ότι αυτό δεν θα είναι το τέλος των ισραηλιτών. Ο Θεός τον διατάσσει να αγοράσει
έναν αγρό στην περιοχή Ανανώθ. Η αγορά αυτή εγγυάται ότι ο αγρός θα διατηρήσει
την αξία του, ως δείγμα αποκαταστάσεως του Ισραήλ. Η αγορά αυτή γίνεται δημόσια
ενώπιον μαρτύρων και κατά τα έθιμα και το δίκαιο των ισραηλιτών.
Τα χαρτιά της αγοροπωλησίας τα τακτοποίησε ο γραμματέας του Ιερεμία
Βαρούχ, ο οποίος εδώ για πρώτη φορά αναφέρεται. Βαρούχ σημαίνει ευλογημένος.
Παρόλα αυτά ο Ιερεμίας ανθίσταται: «Πως μου λέγεις να αγοράσω τον αγρό,
αφού μετ’ ολίγον η πόλις παραδίδεται εις τους Χαλδαίους»; Ο Θεός του απαντά πως
είναι μεν ακριβής στις τιμωρίες που δίδει, αλλά είναι και πιστός στις υποσχέσεις Του.
Ο Θεός θα συνάψει Νέα Διαθήκη με τον λαό Του: «Ούτοι θα είναι εις Εμέ λαός και
Εγώ θα είμαι εις αυτούς Θεός. Θα δώσω δε εις αυτούς να ακολουθήσουν νέα οδό και
άλλη καρδία θα δώσω εις αυτούς, διά να φοβούνται Με πάσας τας ημέρας της των
προς ωφέλειαν ααυτών των ιδίων και των τέκνων των έπειτα απ’ αυτούς».
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό
Ο Κύριος επαναλαμβάνει στο κεφάλαιο αυτό τις υποσχέσεις Του στο Ισραήλ:
«Ιδού εγώ θα φέρω εις αυτήν την Ιερουσαλήμ θεραπείαν και επούλωσιν, κλέισιμον
όλων των πληγών της και θα τους κάνω ικανούς να με υπακούουν». «Θα καθαρίσω
αυτούς», η φράση αυτή κρύβει μεσσιανικότητα-καθαρισμός των αμαρτιών διά Αγίου
Πνεύματος. Και αφού πλέον θα τους καθαρίσει συμπληρώνει: «Δεν θα ενθυμηθώ τας
αμαρτίας, τας οποίας έκαμον και απεμακρύνθησαν απ’ εμού».
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό πρώτο
Όπως και άλλοτε έτσι και τώρα ειδοποιείται ο βασιλέας Σεδεκίας από τον
προφήτη Ιερεμία, ότι κάθε αντίσταση απέναντι στους Βαβυλωνίους είναι μάταιη.

265
Έπρεπε παλαιότερα ο Σεδεκίας να είχε υπακούσει στα λόγια του προφήτου, ώστε να
είχε αποφευχθεί η συμφορά αυτή. Η τιμωρία λοιπόν είναι αναπόφευκτη, η
Ιερουσαλήμ θα αλωθεί υπό των Χαλδαίων και ο Σεδεκίας μαζί με πλήθος λαού θα
οδηγηθεί αιχμάλωτος στην Βαβυλώνα.
Ο Σεδεκίας θα τύχει όμως καλύτερης μοίρας απ’ ότι ο αδελφός του Ιωακείμ.
Τον μεν Σεδεκία θα τον θρηνήσουν, τον δε Ιωακείμ όχι, διότι ο δεύτερος ήταν
περισσότερο διαφθαρμένος.
Εκείνη την εποχή ο βασιλέας είχε δώσει εντολή στους Ιουδαίους όλοι να
απελευθερώσουν τους δούλους τους για να ενισχυθεί η αντίσταση των Ισραηλιτών
απέναντι στους πολιορκητές Χαλδαίους. Οι Βαβυλώνιοι βλέποντας αυτό, έλυσαν για
ένα διάστημα την πολιορκία τους. Κατά το διάστημα αυτό της παύσης της
πολιορκίας, οι Ιουδαία πήραν και πάλι πίσω τους δούλους τους κάτι που απαγόρευε ο
Μωσαϊκός νόμος και ως εκ τούτου εξόργισε τον Θεό.
Ο Κύριος τώρα αναλαμβάνει να φέρει την δικαιοσύνη: θα απελευθερώσει
Αυτός τους δούλους παραδίδοντάς τους στους εχθρούς: «Διά τούτο ιδού εγώ
κηρύττω εις υμάς ελευθερίαν εξ’ εμού και σας παραδίδω εις την μάχαιραν του
εχθρού». Αφού δηλαδή οι Ιουδαίοι επιθυμούσαν την παραβίαση του νόμου του
Θεού, ο Θεός δεν τους κρατεί πλέον με την βία, τους παραδίδει στην επιθυμία των
καρδιών τους, η οποία όμως κρύβει μαχαίρι και θάνατο. Διότι κάθε αμαρτία μυρίζει
θάνατο αφού βρίσκεται μακριά από την Πρόνοια του θεού.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό δεύτερο
Μεταφερόμαστε υπό του προφήτου 18 έτη νωρίτερα από το προηγούμενο
κεφάλαιο. Υπήρχε μία φυλή νομάδων περιφερόμενοι σε όλο το Ισραήλ, οι οποίοι
λέγονταν Ρηχαβίτες, αυτοί ήταν απόγονοι του Ρηχάβ που έζησε περί το 850 π.Χ δηλ.
στα χρόνια που έδρασε και ο προφήτης Ηλίας. Οι Ρηχαβίτες ήταν απόγονοι του
πεθερού Μωυσέως και ακολούθησαν τους Εβραίους στην πορεία τους προς την
Παλαιστίνη. Δεν έμεναν σε σπίτια, αλλά σε σκηνές γιατί είχαν λάβει εντολή από
τους προγόνους τους να ζουν ζωή νομαδική, να μη πίνουν οίνο για να προφυλαχθούν
από την ηθική διαφθορά της ειδωλολατρίας. Έμοιαζαν με τους προφήτες, διότι κι
αυτοί επεδίωκαν θρησκευτική και ηθική καθαρότητα. Ήταν σαν ένα είδος μοναχικού
τάγματος, σ’ αυτούς όμως υπήρχε ο γάμος και η οικογένεια.
Ο Ιερεμίας λαμβάνει εντολή από τον Θεό να παραλάβει του Ρηχαβίτες που
κατοικούσαν στην Ιερουσαλήμ και είχαν καταφύγει εκεί για να αποφύγουν τον
Ναβουδονόσωρ, να τους οδηγήσει στον ναό του Κυρίου. Εκεί ο Ιερεμίας πήρε ένα
δοχείο γεμάτο κρασί και το προσέφερε σ’ αυτούς και είπε: «πίετε οίνον», οι
Αρχαβείν (Ρηχαβίτες) όμως απάντησαν: «Δεν θα πίωμεν οίνον, διότι ο Ιωναδάβ υιός
του Ρηχάβ, εκ των προπατόρων μας διέταξεν ημάς λέγων: Δεν θα πίητε οίνον σεις
και οι υιοί σας εις όλους τους αιώνας. Ούτε οικίας θα οικοδομήσετε, ούτε σπέρματα
θα σπείρετε. Άμπελοι δεν θα υπάρχουν δι’ υμάς θα κατοικείτε εις σκηνάς καθ΄όλας
τας ημέρας της ζωής σας. Ταύτα ποιούντες θα ζήσετε πολλούς χρόνους επί της
χώρας, επί της οποίας ευρίσκεστε». Οι Ρηχαβίτες από του Ιωναδάβ μέχρι της εποχής
εκείνης τηρούσαν την εντολή αυτή τριακόσια χρόνια!
Μετά απ’ αυτά, ο Θεός στέλνει τον Ιερεμία στους Ιουδαίους να τους πει:
«Λοιπόν, δεν θα παιδαγωγηθείτε και δεν θα μάθετε να υπακούετε στους λόγους μου;
Ιδού, οι απόγονοι του Ιωναδάβ, υιού του Ρηχάδ, συνεμορφώθησαν προς την
εντολήν, την οποίαν αυτός είχε δώσει εις τα τέκνα του, να μη πίουν ποτέ οίνον και
δεν έπιαν. Εγώ ωμίλησα και έδωσα εις σας εντολάς από την πρωΐαν κάθε ημέρας,
άλλα σεις δεν υπηκούσατε. Εστειλα προς σας τους δούλους μου, τους προφήτας, και
σας έλεγα· απομακρυνθείτε ο καθένας από την πονηράν αυτού οδόν, κάμετε
καλύτερα τα έργα σας και μη πορεύεσθε οπίσω από άλλους θεούς, ώστε να

266
υπακούετε και να λατρεύετε αυτούς. Εάν αυτά τηρήσετε, θα κατοικήσετε εις την
χώραν, την οποίον εγώ έδωσα εις σας και στους προγόνους σας. Σεις όμως δεν
εδώσατε προσοχήν εις τα λόγια μου, δεν ανοίξατε τα αυτιά σας και δεν υπηκούσατε.
Οι απόγονοι του Ιωναδάβ, υιού του Ρηχάβ, ετήρησαν την εντολήν του προγόνου των.
Ο λαός μου όμως αυτός δεν υπήκουσεν εις εμέ. Δια τούτο έτσι είπεν ο Κυριος· Ιδού
εγώ θα επιφέρω εναντίον του βασιλείου του Ιούδα και εναντίον των κατοίκων της
Ιερουσαλήμ όλας τας συμφοράς και τας θλίψεις, τας οποίας έχω πλέον αποφασίσει
δι' αυτούς. Δια τούτο έτσι είπεν ο Κύριος· Επειδή οι απόγονοι του Ιωναδάβ, του υιού
του Ρηχάβ, υπήκουσαν και συνεμορφώθησαν προς την εντολήν του προγόνου των
και έπραξαν ο,τι ο πρόγονός των τους είχε διατάξει, ια τούτο δεν θα λείψει ποτέ
άνθρωπος από τους απογόνους του Ιωναδάβ, υιού του Ρηχάβ, ο οποίος θα παρίσταται
ενώπιόν μου καθ' όλας τας ημέρας της γης».
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό τρίτο
Κατόπιν εντολής του Θεού το 605 π.Χ ο Ιερεμίας υπαγορεύει στον μαθητή
του Βαρούχ τις προφητείες του κατά του Ισραήλ. Ο Βαρούχ εντέλλεται από τον
προφήτη να τις διαβάζει σε όλον τον ισραηλιτικό λαό, αρχικά στον ναό και έπειτα
ενώπιον των αρχόντων. Οι άρχοντες γνωστοποιούν αυτά στον βασιλέα Ιωακείμ, ο
οποίος ζητά να ακούσει αυτοπροσώπως το περιεχόμενο του βιβλίου. Αντί όμως να
ωφεληθεί εξ’ αυτού σχίζει και καίει αυτό με τα ίδια του τα χέρια. Ο Θεός διά του
προφήτου αναγγέλλει ότι ο Ιωακείμ εξαιτίας αυτής της πράξης θα έχει θάνατο
επαίσχυντο και διατάσσει και πάλι να ανασυνταχτεί το βιβλίο των προφητειών.
Παράλληλα ο Ιωακείμ διέταξε να συλληφθούν Ιερεμίας και Βαρούχ και να
οδηγηθούν στην φυλακή.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό τέταρτο
Βρισκόμαστε στα πρόθυρα της καταλήψεως της Ιερουσαλήμ από τους
Χαλδαίους, εν έτη 587 π.Χ επί βασιλέως Σεδεκίου. Οι Βαβυλώνιοι πολιορκούν την
πόλη, η πολιορκία όμως διακόπτεται από τις δυνάμεις του Φαραώ οι οποίες
επιτίθενται στον Ναβουχοδονόσωρ.
Ο Σεδεκίας μετά τη πρόσκαιρη λύση της πολιορκίας, καλεί τον Ιερεμία για να
μάθει τις εκ νέου προφητείες του. Ο Ιερεμίας όμως δεν αλλάζει το περιεχόμενο των
προφητειών του, επαναλαμβάνει τις επερχόμενες δυσμενείς εξελίξεις που μετ’ ολίγον
θα συμβούν.
Ο Σεδεκίας εξοργίζεται και διατάσσει να φυλακιστεί ο Ιερεμίας, ως προδότης
της πατρίδος του. Όμως οι Χαλδαίοι επανέρχονται μετά την νίκη τους επί των
Αιγυπτιακών στρατευμάτων και ξαναστήνουν την πολιορκία της Ιερουσαλήμ. Ο
Σεδεκίας έντρομος ζητά και πάλι να συναντήσει τον προφήτη και τον ρωτά κατ’
ιδίαν αν υπήρχε λόγος να του πει παρά Κυρίω. Ο Ιερεμίας του απαντά με παρρησία:
«Υπάρχει! Εις χείρας του βασιλέως της Βαβυλώνος θα παραδοθείς»!
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό πέμπτο
Οι στρατιωτικοί αρχηγοί κατήγγειλαν τον Ιερεμία στον βασιλιά Σεδεκία ότι
αυτός παρακινούσε τους Ισραηλίτες να παραδοθούν στους Βαβυλωνίους, ενώ εκείνοι
αντιθέτως ήθελαν αντίσταση μέχρι τέλους. Ο Σεδεκίας αφήνει τους στρατιωτικούς
να τον συλλάβουν όπως και έγινε, δεν τόλμησαν όμως να τον σκοτώσουν, αλλά τον
έριξαν μέσα σε βαθύ λάκκο για να πεθάνει εκεί από την πείνα.
Ο Αβδεμέλεχ ο Αιθίοψ, ευνούχος, ο οποίος ήταν έμπιστος του βασιλιά, όταν
έμαθε αυτά τα γεγονότα, έπεισε αμέσως τον βασιλιά να διατάξει να βγάλουν από τον
λάκκο τον Ιερεμία, άλλωστε δεν είχε νόημα ο εκεί εγκλεισμός του, αφού ούτως ή
άλλως όλη η Ιουδαία εξαιτίας την πολύκαιρης πολιορκίας υπέφερε από έλλειψη
τροφών.
Ο Σεδεκίας βρήκε τότε την ευκαιρία κρυφά να συμβουλευτεί για τελευταία

267
φορά τον προφήτη, ο οποίος του εξέθεσε και πάλι την θεία θέληση. Συνέστησε στον
βασιλιά να παραδοθεί στους Βαβυλωνίους ώστε να με αυτό τον τρόπο να γλυτώσει
από τον θάνατο. Σε διαφορετική περίπτωση αν αυτός αποφάσιζε να αντισταθεί, τότε
η Ιερουσαλήμ θα πυρπολούνταν απ’ τον εχθρό και ο Σεδεκίας μαζί με όλη του την
οικογένεια θα θανατώνονταν διά μαχαίρας.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό έκτο
Μετά από δεκαοκτώ μήνες πολιορκίας, τελικά η Ιερουσαλήμ παραδίδεται
στους εχθρούς εν έτη 586 π.Χ. Ο Ιερεμίας περιγράφει με λιτό τρόπο την είσοδο των
Βαβυλωνίων στην πόλη. Ο Ιερεμίας συνάντησε τον Αβδεμέλεχ τον Αιθίοπα για να
του πει ότι εξαιτίας του καλού που του έκανε, ο Θεός θα τον φυλάξει και δεν θα
θανατωθεί από τους Χαλδαίους.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό έβδομο
Οι Βαβυλώνιοι ξεκινούν την αιχμαλωσία της πόλης. Ο Ιερεμίας τυγχάνει
ευνοϊκής μεταχείρισης από τους κατακτητές, διότι αυτοί πληροφορήθηκαν για την
ευμενή θέση που είχε πάρει υπέρ τους. Ο προφήτης θα μπορούσε να πάει ως
αιχμάλωτος στην Βαβυλώνα, όμως προτίμησε να συγκακουχηθεί μαζί με τον λαό.
Στην Ιουδαία ο Ναβουχοδονόσωρ τοποθέτησε διοικητή τον Γοδολία, ο οποίος ήταν
Εβραίος και φίλος του Ιερεμία. Αυτό το έκανε διότι στους Βαβυλωνίους συνέφερε να
επιδοθούν οι κατακτημένοι ισραηλίτες σε ειρηνικά έργα, παρά ως οπλισμένες ορδές
να ληστεύουν διαρκώς την χώρα.
Οι Βαβυλώνιοι δεν φέρθηκαν με βαρβαρότητα στους Ιουδαίους, όσο οι
Ασσύριοι κατά την εποχή του Ησαΐα. Αυτό οφείλεται και στον μαλακό χαρακτήρα
του Γοδολία. Η διαφθορά όμως του ιουδαϊκού λαού ήταν τόσο μεγάλη ώστε κάποιοι
Ιουδαίοι μαζί με λιγοστούς Αμμωνίτες σχεδίασαν την δολοφονία του Γοδολία με
σκοπό να σφετεριστούν τον θρόνο του.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό όγδοο
Τρεις μήνες μετά την κατάληψη της Ιερουσαλήμ και δύο μήνες μετά την
εγκατάσταση του Γοδολία ως κυβερνήτη της Ιουδαίας, οΑμμωνίτης Ισμαήλ έκανε
πραξικόπημα εναντίον του Γοδολία, ο οποίος όπως είπαμε στο προηγούμενο
κεφάλαιο ήταν αντιπρόσωπος του Βαβυλώνιου άρχοντος. Με δόλιο τρόπο κατάφερε
μαζί με τους συνεργούς του να δολοφονήσουν τον Γοδολία και τους συνεργάτες του.
Η πράξις αυτή εξόργισε ασφαλώς τους Βαβυλώνιους οι οποίοι αμέσως κατεδίωξαν
τον Ισμαήλ.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό ένατο
Οι ισραηλίτες θορυβηθέντες απ’ αυτά τα γεγονότα επισκέφθηκαν τον Ιερεμία
για να τους πει πιο ήταν το θέλημα του Θεού. Τι έπρεπε να κάνουν για να σωθούν
από τους εξαγριωμένους Βαβυλωνίους. Ο προφήτης προλέγει την σωτηρία αυτών
που θα παρέμεναν στην Ιουδαία και την καταστροφή εκείνων που θα ζητούσαν
πολιτικό άσυλο στην Αίγυπτο: «Μη φοβηθείτε τον βασιλέα της Βαβυλώνος, του
οποίου σεις το πρόσωπο πράγματι φοβείσθε, διότι εγώ είμαι μαζί σας, δια να σας
απαλλάσσω και να σας σώζω εκ χειρός αυτού… εάν σεις στραφείτε εις Αίγυπτον και
εισέλθητε εκεί διά να κατοικήσετε, η ρομφαία, την οποία σεις φοβείσθε, θα σας εύρει
εν τη χώρα της Αιγύπτου».
Ο Ιερεμίας παροτρύνει τον λαό να υπακούσει έστω αυτή τη φορά, εις μάτην
όμως…
Κεφάλαιο πεντηκοστό
Μόλις τέλειωσε τους λόγους του ο Ιερεμίας, δύο άνδρες εκ του λαού, ο
Αζαρίας και ο Ιωανάν τον κατηγόρησαν ότι λέει ψέματα, τον συκοφάντησαν ότι
σκοπός του ήταν να τους παραδώσει στα χέρια των Χαλδαίων
Αποφάσισαν λοιπόν να πάνε στην Αίγυπτο παίρνοντας μαζί τους διά της βίας

268
τους Ιερεμία και τον Βαρούχ. Τους πήραν μαζί τους διότι νόμιζαν ότι η παρουσία
τους κατά τρόπο μαγικό θα απέτρεπε την θεία οργή.
Ο Ιερεμίας προλέγει ότι οι Βαβυλώνιοι θα εισέλθουν στην Αίγυπτο, θα
καταστρέψουν τα είδωλα των Αιγυπτίων, μαζί μ’ αυτά θα καταστραφούν και οι
Ιουδαίοι οι οποίοι μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα και πάλι λάτρεψαν τις τοπικές
θεότητες ρέποντας προς την ειδωλομανία.
Βαβυλωνιακές επιγραφές μαρτυρούν ότι το 572 π.Χ για πρώτη φορά οι
Βαβυλώνιοι εισέβαλαν στην Αίγυπτο και για δεύτερη φορά τέσσερα έτη αργότερα.
Κεφάλαιο πεντηκοστό πρώτο
Οι καταφυγόντες στην Αίγυπτο Ιουδαίοι παραδίδονται στην ειδωλολατρία. Ο
Ιερεμίας αναγγέλλει σ΄ αυτούς την επικείμενη καταστροφή τους. Εκείνοι τολμούν να
δικαιολογήσουν τις ειδωλολατρικές τους πράξεις αντιλέγοντας ευθαρσώς ότι κάθε
ευτυχία που είχαν στο παρελθόν ήταν αποτέλεσμα των ειδωλολατρικών τους
πράξεων! Οποίο θράσος!!! Ο προφήτης και πάλι επαναλαμβάνει τις απειλές του
εξηγώντας τους ότι η ειδωλολατρία δεν είναι μόνον προσωπική, αλλά και εθνική
αμαρτία. Πάσα δε αμαρτία επιφέρει θάνατο. Όλοι θα εξολοθρευτούν, πλην ολίγων
μόνο που θα διασωθούν.
Πράγματι, το 568 π.Χ ο Ναβουχοδονόσωρ εισήλθε νικητής στην Αίγυπτο
νικώντας κατά κράτος τον Φαραώ Άμαση.
Κεφάλαιο πεντηκοστό δεύτερο
Το τελευταίο αυτό κεφάλαιο είναι ένας ιστορικός επίλογος για να αποδείξει
την εκπλήρωση των προφητειών του Ιερεμίου κατά της Ιερουσαλήμ. Εκθέτει τα
γεγονότα εν συνόψει, καταλήγοντας όμως όχι με τις σύνηθες απειλές και
καταστροφολογίες, αλλά με μία ελπίδα χρηστού μέλλοντος παρακλήσεως και
παρηγοριάς.
ΘΡΗΝΟΙ ΙΕΡΕΜΙΟΥ
Οι “θρήνοι” του προφήτου Ιερεμία, είναι ένα ποίημα θρηνώδες, το οποίο αποτελείται
από πέντε ωδές, ένα κεφάλαιο η κάθε μία. Ως περιεχόμενό τους έχουν την
καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τον Ναβουχοδονόσωρ η οποία έγινε το 586 π.Χ.
Πολλά γεγονότα μέσα στο ποίημα επαναλαμβάνονται αλληλοσυμπληρώνοντας το
ένα το άλλο.
Το ποίημα αυτό δεν είναι προφητικό, διότι μόνον περιγράφει και δεν προλέγει
γεγονότα. Ο συγγραφέας είναι αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων που περιγράφει.
Σκοπός του είναι να οδηγήσει τους Ιουδαίους σε μετάνοια, αφού αναγνωρίσουν
πρώτα τις αμαρτίες τους. Θέλει να μεταβάλει τον πόνο σε προσευχή, να απομακρύνει
την ανθρώπινη καρδιά από την πνευματική ξηρότητα και αναισθησία που
προκαλούνται από την πολυχρόνιση των αμαρτιών. Ο συγγραφέας εν τέλει κλαίει,
και θέλει και οι ακροατές αυτού του ποιήματος να κλάψουν μαζί του.
Είναι λοιπόν εν παντί ωφέλιμο και ψυχοφελές το ποίημα του προφήτου πάντοτε
επίκαιρο εις τους ανά αιώνας αναγνώστες του.
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΕΡΕΜΙΟΥ
Εγράφη από τον Ιερεμία και απεστάλη στους αιχμάλωτους Ιουδαίους της
Βαβυλώνας. Ο συγγραφέας προειδοποιεί τους συμπατριώτες του, ότι η αιχμαλωσία η
οποία συμβαίνει σ’ αυτούς γίνεται για παιδαγωγικούς λόγους εξαιτίας των αμαρτιών
τους θα διαρκέσει εβδομήντα χρόνια δηλαδή επτά γενναίες. Στα χρόνια αυτά οι
ισραηλίτες πρέπει να έρθουν σε μετάνοια να αποτινάξουν από την ζωή τους την
λατρεία των ειδώλων, η οποία είναι όχι μόνο βλαβερή και ακάθαρτη αλλά κυρίως
ανούσια, διότι τα είδωλα είναι ανίκανα και τιποτένια και προπαντός αναίσθητα
ξόανα που ούτε ακούν, ούτε και βλέπουν και συνεπώς δεν μπορούν όχι μόνο τους
άλλους να βοηθήσουν, αλλά ούτε και τους εαυτούς τους να σώσουν η έστω να

269
μετακινήσουν από την θέση τους.

650 π.Χ ΙΕΡΕΜΙΑΣ


ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ο Προφήτης Ιερεμίας γεννήθηκε περίπου το 650 π.Χ. ήταν υιός του ιερέως
Χελκίου και κατάγονταν από την φυλή Βενιαμίν. Μελέτησε τους προ αυτού
προφήτες Ησαΐα και Ωσηέ. Σε ηλικία 23-25 ετών εκλήθη στο προφητικό αξίωμα.
Αρχικά αρνήθηκε αυτής της τιμής προβάλλοντας ως επιχείρημα το άπειρο της
ηλικίας του. Ο Θεός όμως τον έπεισε υποσχόμενος ότι θα τον βοηθήσει στην
αποστολή του.
Έτσι ξεκίνησε την δημόσια δράση του:
Α) επί βασιλέως Ιωσίου 627-621 π.Χ
Β) επί βασιλέως Ιωακείμ μέχρι Σεδεκίου 609-598 π.Χ
Γ) επί Σεδεκίου 598-586 π.Χ και
Δ) μετά την άλωση της Ιερουσαλήμ.
Πέθανε λιθοβολούμενος από συμπατριώτες του σε ηλικία 65-70 ετών, δύο
περίπου χρόνια μετά την άλωση.
Η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη του την 1η Μαΐου.
Κεφάλαιο πρώτο
Στα χρόνια που βασίλευε ο Ιωσίας (640 π.Χ) εκλήθη στο προφητικό αξίωμα
από τον Θεό ο Ιερεμίας. «Σε γνωρίζω καλώς πριν ως έμβρυον σε πλάσσω εν τη
κοιλία της μητρός σου και πριν εξέλθεις εκ της κοιλίας ταύτης σε προόρισα διά το
άγιον έργον μου, δηλαδή σε εγκατέστησα προφήτη για τα έθνη». Ο Ιερεμίας ο οποίος
πριν πλασθεί είχε είδε προοριστεί για το έργο του από τον Θεό πέρασε τα
μεγαλύτερα μαρτύρια όπως και ο Χριστός, ο οποίος πριν σαρκωθεί υπέστη τα
μεγαλύτερα μαρτύρια. Ο Ιερεμίας είναι συνεπώς τύπος του Χριστού. Άρα βάσανα
και αγιότης συνδέονται. Ο προφήτης δεν απεστάλλει μόνον για τους Ιουδαίους, αλλά
και για τα έθνη.
Όμως κάθε προφήτης θα πρέπει να διαθέτει την ευχέρεια του λέγειν, κάτι που
έλειπε από τον Ιερεμία εξαιτίας του νεαρού της ηλικίας του. Αυτό επικαλείται ο
νεαρός προφήτης για να τον απαλλάξει ο Θεός από το βάρος της ευθύνης. Παρόμοια
δυσκολία παρουσίασε παλαιότερα και ο Μωυσής λόγω της βραδυγλωσσίας του, ενώ
ο Ησαΐας τα ακάθαρτα χείλη του. Ο Θεός όμως διαβεβαιώνει τον Ιερεμία ότι Αυτός
ο ίδιος θα τον βοηθήσει να διεκπεραιώσει την αποστολή του: «προς όλους εκείνους
προς τους οποίους θα σε αποστείλω θα μεταβείς και όσα σε διατάξω να πεις θα τα
πεις. Μη φοβηθείς αυτούς, διότι εγώ θα είμαι μαζί σου, θα σε προφυλάσσω από τους
κινδύνους» του είπε ο Κύριος.
Ο Ιερεμίας στη συνέχεια περιγράφει τον τρόπο της χειροτονίας του:
«Εξέτεινε Κύριος την χείρα». Δηλαδή με αισθητό τρόπο «έθεσε ταύτην εις το στόμα
μου και μου είπε: Ιδού έθεσα του λόγους μου στο στόμα σου! Ιδού σε εγκατέστησα
σήμερα προφήτη στα έθνη και στα βασίλεια, όπως με τον λόγο σου δύνασαι να
εκριζώνεις εκ θεμελίων, να καταστρέφεις αυτά και άλλα να ανοικοδομείς και να
φυτεύεις».
Ακολουθούν δύο οράματα. Ο Θεός ρωτά: «τι βλέπεις Ιερεμία»; Στο πρώτο
όραμα ο Ιερεμίας είδε ένα κλαδί αμυγδαλιάς. Η αμυγδαλιά ως γνωστόν ανθίζει πολύ
νωρίς συγκριτικά με τα άλλα δέντρα, ο προφήτης λοιπόν έπρεπε ως άλλος κλάδος
αμυγδαλιάς να γρηγορήσει στο έργο του, κατ’ άλλη έννοια ο Θεός εξερχόμενος εκ
του φαινομενικού του ύπνου θα ξυπνήσει για να τιμωρήσει τους ασεβείς Ιουδαίους.
Στο δεύτερο όραμα ο Ιερεμίας βλέπει λέβητα που μέσα του βράζει. Ο κοχλάζων

270
αυτός λέβητας συμβολίζει και πάλι την οργή του Θεού που θα εκχυθεί κατά της
Ιουδαίας. Οι Βαβυλώνιοι είναι πλέον προ των πυλών έτοιμοι να εισβάλλουν στο
εσωτερικό της χώρας.
Ο Κύριος ενθαρρύνει τον προφήτη: «περίζωσαι την οσφύ σου», «σήκω και
πες στους Ιουδαίους όλα όσα θα σε διδάξω». Ο Ιερεμίας οχυρωμένος από Θεία
δύναμη και προστασία είναι ακατάβλητος. Οι εχθροί του άμεσα θα του επιτεθούν,
όμως τίποτα δεν μπορούν να καταφέρουν. Μετά απ’ αυτά ο Ιερεμία εξέρχεται στο
δημόσιο έργο του.
Κεφάλαιο δεύτερο
Ο Θεός περιήγαγε τους ισραηλίτες εις την προστασία Του. Αγάπησε αυτόν
τον λαό τον έκανε περιούσιό Του και έδωσε σ΄αυτόν πλούσιες τις δωρεές Του.
Εξήγαγε αυτούς από την Αιγυπτιακή σκλαβιά, σύναψε μαζί τους Διαθήκη στο όρος
Σινά και τους οδήγησε στη γη της Επαγγελίας ώστε εκεί να απολαμβάνουν τα
πλούσια αγαθά της περιοχής. Όμως οι Ισραηλίτες φάνηκαν αχάριστοι και αγνώμονες,
ξέχασαν όλες τις δωρεές του Θεού και προσέτρεξαν όλως παραδόξως στην λατρεία
των άψυχων και μυσαρών ειδώλων. Ο Θεός ρωτά του ισραηλίτες με παράπονο:
«Ποίον, έστω και μικράν, έλλειψιν ευρήκαν εις εμέ οι προγονοί σας και έφυγαν
μακράν από εμέ, επορεύθησαν δε και ηκολούθησαν τα μάταια είδωλα, δια να γίνουν
έτσι και αυτοί μηδαμινοί και τιποτένιοι»;
Κανείς δεν φρόντισε· ούτε οι θρησκευτικοί, ούτε οι πολιτικοί άρχοντες να
συγκρατήσουν τον Ιουδαϊκό λαό από την ειδωλολατρία. Η αποστασία αυτή του
Ισραήλ είναι πρωτάκουστη. Για τον λόγο αυτό ο Θεός σαν να είναι κοινός άνθρωπος
ζητά να εκδικαστεί το παράπονό Του: « Δια τούτο θα έλθω εις συζήτησιν και
αντιδικίαν προς σας, λέγει ο Κυριος, όπως επίσης και προς τους απογόνους σας.
Περάσατε και επισκεφθήτε τα ειδωλολατρικά έθνη της Κυπρου και των άλλων
νήσων της Μεσογείου Θαλάσσης, υπάγετε και προς ανατολάς προς τους κατοίκους
της Κηδάρ, προσέξατε και ίδετε, εάν εκεί έγιναν τέτοια γεγονότα, ωσάν αυτά που
συνέβησαν εις την Ιουδαίαν. Εάν, δηλαδή, τα ειδωλολατρικά αυτά έθνη ήλλαξαν
τους θεούς των με άλλους θεούς· και όμώς οι θεοί των δεν είναι αληθινοί αλλά
ψευδείς θεοί, είδωλα. Ο λαός μου όμως ήλλαξε την δόξαν του, τον αληθινόν θεόν
του, με άλλους ψευδείς θεούς, από τους οποίους τίποτε ούτε ωφελήθη ούτε θα
ωφεληθεί. Κατάπληκτος έμεινεν ο ουρανός ενώπιον της αποστασίας αυτής,
κατελήφθη από α-περίγραπτον φρίκην δια την διαγωγήν σας, λέγει ο Κυριος».
Πόση μωρία! Τους ψευδείς θεούς δεν τους εγκαταλείπουν τα έθνη, τον
αληθινό Θεό εγκατέλειψαν οι Ιουδαίοι! Πολλές οι αμαρτίες των Ιουδαίων. Αντί να
καταφύγουν στον Θεό, κατέφυγαν στα είδωλα, στους Ασσυρίους και στους
Αιγυπτίους. Δίκαιη λοιπόν και παιδαγωγικού τύπου η τιμωρία που τους περιμένει.
Θα έρθουν λοιπόν σύντομα οι συμφορές και η αιχμαλωσία και τότε ο Θεός θα
ρωτήσει τους Ιουδαίους: «Που είναι οι θεοί σου»; Όλοι οι δρόμοι της Ιερουσαλήμ
είχαν πλημυρίσει από είδωλα, κανένα όμως απ’ αυτά δεν ήταν ικανό να τους σώσει
από τον επερχόμενο όλεθρο. Την εσχάτη ώρα πολλοί θα στραφούν προς τον Θεό,
αλλά ο Κύριος θα τους ρωτήσει: «Γιατί λοιπόν ζητάτε βοήθεια από μένα; Όλοι σας
ασεβήσατε και όλοι σας παρανομήσατε. Εις μάτην τιμώρησα τα τέκνα σας. Ουδόλως
εκ της παιδαγωγικής μου ράβδου ωφεληθήκατε».
Η αναίδεια των ισραηλιτών ήταν τόσο μεγάλη ώστε παρά το πλήθος των
παρανομιών τους έλεγαν με θράσος: «Είμαι αθώος». Η αναίδειά του αυτή εξηγείται,
διότι ακόμη δεν είχε καταφτάσει η τιμωρία τους. Ήλπιζαν λοιπόν στην σωτηρία τους
από την συμμαχία που είχαν συνάψει με τους Αιγυπτίους. Ο Θεός όμως τους
διαβεβαιώνει ότι δεν θα διαφύγουν της επερχομένης Θείας τιμωρίας.
Κεφάλαιο τρίτο

271
Το Ισραήλ μοίχευσε πνευματικά λατρεύοντας ειδωλολατρικές θεότητες. Αν
μία γυναίκα μοιχεύσει με άλλον άνδρα, σύμφωνα με τον Μωσαϊκό νόμο δεν
μπορούσε να επιστρέψει στον πρώτο σύζυγό της. Ο Θεός όμως λέγει: «Εγώ όμως θα
σε δεχτώ εάν επιστρέψεις». Όμως οι Ιουδαίοι βρίσκονται σε απόλυτη σύγχυση, ενώ
λατρεύουν ειδωλολατρικά αγάλματα εν τούτοις νομίζουν ότι ο Θεός συνεχίζει να
είναι πατέρας και προστάτης τους!
Το αποτέλεσμα αυτής της παράνοιας θα είναι η τιμωρία. Όπως το βασίλειο
του Ισραήλ τιμωρήθηκε, έτσι θα γίνει και με το βασίλειο του Ιούδα. Το βασίλειο του
Ισραήλ αποτελούνταν από δέκα φυλές και καταστράφηκε από τους Ασσύριους το
721 π.Χ. Πάλιν και πολλάκις ο Θεός είχε προειδοποιήσει τους ισραηλίτες ότι θα
καταστραφούν αν δεν μετανοήσουν, εκείνοι όμως παρέμεναν αναίσθητοι και πιστοί
στα είδωλα. Δια τούτο και καταστράφηκαν. Αλλά και οι Ιουδαίοι είδαν την
καταστροφή του βασιλείου του Ισραήλ αλλά δεν μετανόησαν.
Μεγαλύτερη ευθύνη έχουν οι κάτοικοι του βασιλείου του Ιούδα από τους
κατοίκους του βασιλείου του Ισραήλ. Γιατί οι Ιουδαίοι είχαν τον ναό ως μέσον
σωτηρίας, είχαν επίσης περισσότερους ευσεβείς βασιλείς και είδαν την καταστροφή
των ισραηλιτών, εντούτοις όπως είπαμε δεν μετανόησαν.
Ο Θεός και πάλι καλεί τους ισραηλίτες σε μετάνοια: «Επιστρέψατε, λοιπόν,
σεις, οι υιοί της αποστασίας, λέγει ο Κύριος, διότι εγώ θα γίνω και πάλιν ο Κύριος
σας και εξουσιαστής σας. Θα σας πάρω ένα από κάθε πόλιν και δύο από κάθε
πατριάν και θα σας εισαγάγω εις την Σιών. Θα σας δώσω ποιμένας καλούς
σύμφωνα με την καρδίαν μου, οι οποίοι θα σας ποιμαίνουν με γνώσιν και σύνεσιν».
Στη συνέχεια ο Ιερεμίας στρέφει την ματιά του στην Μεσσιανική εποχή, τότε
που θα δοθεί νέος νόμος στον οποίο θα προστρέξουν όλα τα έθνη. Η παλαιά λατρεία
θα εξαλειφθεί όπως και η Παλαιά Κιβωτός της Διαθήκης· στην θέση της δεν θα
κατασκευαστεί νέα, διότι ο παλαιός νόμος πλήρως θα εξαλειφθεί. Τότε η
Ιερουσαλήμ θα είναι θρόνος του Θεού δίχως κιβωτό, διότι σ΄αυτήν θα προστρέξουν
όλα τα έθνη. Θα γίνει κέντρο της παγκόσμιας θρησκείας του Μεσσία. Ο χριστιανικός
λαός θα αποτελέσει τον νέο περιούσιο λαό του Θεού.
Κεφάλαιο τέταρτο
Ποια θεωρεί ο Κύριος πραγματική μετάνοια; Να επιστρέψει κάποιος
εσωτερικώς στον Κύριο και όχι εξωτερικώς από φόβο ή από ανάγκη. Καλεί λοιπόν ο
Θεός τους Ιουδαίους να μετανοήσουν πραγματικά και με ειλικρίνεια, να αποβάλουν
την σκληροκαρδία τους. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να αποφύγουν τα δεινά που
έρχονται.
Οι Βαβυλώνιοι είναι προ των πυλών, είναι αδύνατον κανείς να αντισταθεί
στην ορμητικότητά τους. Όταν θα εισβάλλουν στην Ιουδαία θα επικρατήσει ο
απόλυτος πανικός. Τότε οι ψευδοπροφήτες θα εκπλαγούν, διότι αυτό δεν το είχαν
προβλέψει ότι θα συμβεί, αντιθέτως αυτοί προφήτευαν ειρήνη και ευδαιμονία.
Ο προφήτης καλεί τα έθνη να θυμηθούν τα απειλητικά λόγια του Θεού κατά
των Ιουδαίων και να δουν ότι η καταστροφή της Ιουδαίας είναι λόγος του Κυρίου. Η
Ιερουσαλήμ δεν έχει παρά να κατηγορεί μόνο τον εαυτό της για την τύχη της. Οι
συμφορές που θα την βρουν έχουν παιδαγωγικό χαρακτήρα. Ο προφήτης βλέποντας
διά της προφητικής του ματιάς τα επερχόμενα δεινά, πονά εσωτερικώς: «Πονούν αχ!
Πονούν τα σπλάχνα μου τα εσώτατα της καρδίας μου. Η ψυχή μου κοχλάζει, η
καρδία μου σπαράσσεται, δεν δύναμαι να σιωπήσω..». Ο Θεός απαντά στις απορίες
και στις κραυγές του Ιερεμία για του λόγους της υπερμεγέθους επερχομένης
συμφοράς: «Οι άρχοντες του λαού μου δεν Με ανεγνώρισαν ως Θεό. Διά τούτο είναι
ανόητοι και άφρονες. Είναι σοφοί μόνον για να κάνουν κακό. Δεν εννοούν να
κάνουν καλό». Ως εκ τούτου η καταστροφή θα επέλθει και στην απόφασή Του αυτή

272
ο Θεός δεν πρόκειται να κάνει πίσω.
Κεφάλαιο πέμπτο
Ο Θεός προκαλεί τον ισραηλιτικό λαό: «Εάν θα βρείτε άνθρωπο, ο οποίος
εφαρμόζει την δικαιοσύνη και είναι αξιόπιστος στους λόγους του, εις αυτούς θα
φανώ ίλεως». Δεν υπάρχει όμως κανείς: «Επειδή ορκίζονται νομίζετε ότι δεν λέγουν
ψεύδος; Κι όμως!».
Ο Θεός τους σωφρόνισε με αλλεπάλληλα χτυπήματα όμως αυτοί δεν
σωφρονίστηκαν, έγιναν σκληροί όπως η πέτρα. Έστρεψαν τα νώτα τους. Οι
κατώτερες κοινωνικές τάξεις έχουν δικαιολογία ότι δεν έχουν μόρφωση, δεν ξέρουν
τον νόμο του Θεού. Δυστυχώς όμως και οι ανώτερες κοινωνικές τάξεις και οι
μορφωμένοι παραβαίνουν τον νόμο. Μια τέτοια φυλή δεν αξίζει το έλεος. Πρέπει να
τιμωρηθεί. Εγκατέλειψαν τον Θεό: «Τους εχόρτασα τους αηδίασα» λέγει ο Κύριος.
Ποια όμως θα είναι η τιμωρία; Έθνος δυνατό και σκληρό θα καταστρέψει την
ασεβή χώρα. Δεν θα την καταστρέψει όμως εξολοκλήρου. Θα παραμείνει το
ευλογημένο μεσσιανικό κατάλοιπο.
Κάποιοι θα φέρουν αντίρρηση, θα ρωτήσουν τι κακό έκαναν; Ο Κύριος
απαντά: «Επειδή λατρεύσατε ξένους θεούς στη χώρα σας , διά τούτο θα λατρεύσετε
ξένους θεούς σε χώρα η οποία δεν σας ανήκει».
Διά την σμικροτάτη κόκκου άμμου της ακτής, ο Δημιουργός σταματά
ωκεανό, ο οποίος θεωρείται αδάμαστος. Ταράσσεται φουρτουνιάζει η θάλασσα,
αλλά δεν υπερβαίνει την άμμο της ακτής. («Όριον έθου ο ου παρελεύσεται» Ψαλμ,
103,9) διότι υπακούει στον Δημιουργό. Να λοιπόν ποιον Δημιουργό περιφρονούν! Η
θάλασσα υπακούει, ο λαός όμως όχι! Ούτε η δύναμις του Θεού, ούτε η καλοσύνη και
οι ευεργεσίες Του δεν τους έκαμψε προς τον δρόμο της υπακοής.
Ο λαός διεστράφει, ό ένας στήνει παγίδες στον άλλο για να πλουτίσει. Ο
πλούτος όμως είναι δύναμη, και η δύναμη οδηγεί σε αδικίες ασωτίας.
Η διαφθορά είναι γενική, και οι προφήτες και οι ιερείς διεφθάρησαν κι αυτοί.
«Ενέκριναν ταύτα χειροκροτούντες και ο λαός μου ηγάπησε αυτούς».
Κεφάλαιο έκτο
Επικειμένη είναι η καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τους Βαβυλωνίους. Ο
Θεός παρακαλεί τον λαό Του έστω και την ύστατη ώρα να διορθωθεί, όμως μάταια,
αποφασίζει να τους διαπαιδαγωγήσει διά της τιμωρίας. Ο Ιερεμίας ψάχνει να βρει
έστω και έναν άνθρωπο που να ενδιαφέρεται να ακούσει τη διδασκαλία του Θεού.
Σύντομα όμως απογοητεύεται από το αποτέλεσμα της αναζήτησής του, έτσι, αρνείται
πλέον να κηρύξει τον λόγο του Θεού. Σε ποιον άλλωστε να κηρύξει;
Κοιμώμενος μέσα στην πλάνη του βρίσκεται ο ισραηλιτικός λαός. Οι
ψευδοπροφήτες προφήτευαν ότι θα υπάρχει ειρήνη και όχι πόλεμος, όταν όμως έλθει
ο πόλεμος θα υποστούν κι αυτοί την καταστροφή και μάλιστα αισχυνόμενοι. Εκείνο
τον καιρό μάταια θα προσπαθήσουν οι ιουδαίοι με εξωτερικές θυσίες να
συμφιλιωθούν με τον Κύριο. Απουσιάζει απ’ αυτούς η ειλικρινής εσωτερική
μετάνοια.
Η τιμωρία θα έρθει με ορμή και θα είναι το αποτέλεσμα της οργής του Θεού.
Όμως ακόμη και μέσα στην οργή Του ο Θεός δεν λειτουργεί με μίσος, απεναντίας
εκφράζεται με μεγάλη τρυφερότητα προς τον λαό Του: «Αγαπητέ μου ως θυγάτηρ
λαέ, ενδύσου και ζώσου σάκκινα ενδύματα, βυθίσου εν σποδώ, πένθησε όπως
πενθείς διά την απώλεια του πλέον προσφιλούς σου προσώπου».
Ο Ιερεμίας παρουσιάζεται ως χρυσοχόος ο οποίος ξεχωρίζει το χρυσάφι από
τον άργυρο, ψάχνοντας να βρει έστω και έναν ευσεβή άνθρωπο. Κάθε προσπάθειά
του όμως πέφτει στο κενό. Ο Θεός τότε ομιλεί με ιερή αγανάκτηση λέγοντας:
«Αργύριον αδόκιμον άχρηστο ονομάσατε αυτούς, διότι ο Κύριος απέρριψε αυτούς».

273
Κεφάλαιο έβδομο
Ο Ιερεμίας στέκεται στην πύλη της εσωτερικής αυλής του ναού Σολομώντος
και λέει προς τους ισραηλίτες: Ο ναός από μόνος του δεν πρόκειται να σας σώσει, οι
θυσίες σας είναι τυπικές και αναμεμειγμένες με ειδωλολατρικά έθιμα. Μόνο ένας
τρόπος υπάρχει για να σας προστατέψει ο Κύριος να γίνετε δίκαιοι, να προστατεύετε
τους αδυνάτους, να αποφεύγετε τους φόνους, να απομακρύνετε την βδελυρή
ειδωλολατρία. Αν τα κάνετε αυτά τότε και ο Θεός είναι έτοιμος να σας συγχωρήσει.
Στην αντίθετη όμως περίπτωση της εμμονής σας στην αμαρτία ο Θεός θα
απομακρυνθεί από σας. Δεν θα δεχτεί τις υποκριτικές σας θυσίες: «Αφού κάνατε όλα
αυτά ήλθατε στον ναό τούτο, ο οποίος φέρει το όνομά μου και όρθιοι ενώπιόν μου
είπατε υποκριτικώς απεμακρύνθημεν και δεν πράττομεν όλα τα μυσαρά αυτά
πράγματα! Απαντώ. Μήπως ο ναός μου είναι σπήλαιο ληστών (την έκφραση αυτή
χρησιμοποίησε ο Χριστός για να καυτηριάσει την αναρμοστη διαγωγή των συγχρόνων
Του Ιουδαίων στο Ματθ. 21,13) , διά να εισέρχεστε τοιούτοι όντες εκεί, όπου
δοξολογείται το όνομά Μου εμπρός εις τους οφθαλμούς σας; Ιδού Εγώ είδα και
γνωρίζω όλες τις ανομίες σας, λέγει ο Κύριος».
Ο Ιερεμίας παρόλα αυτά προτίθεται να προσευχηθεί υπέρ του λαού του, ο
Θεός όμως του το απαγορεύει: «Και συ παύσε να προσεύχεσαι υπέρ του λαού τούτου
και να έχεις την απαίτηση να ελεηθούν αυτοί. Ναι! Μη προσεύχεσαι υπέρ αυτών και
μη προσέλθεις έμπροσθέν μου υπέρ αυτών, διότι δεν θα σε ακούσω». Γιατί δεν θέλει
να ακούσει ο Κύριος τις προσευχές του Ιερεμία; Γιατί πάντες επιδόθηκαν στην
αναίσχυντη ειδωλολατρία. Συνεπώς είναι μάταιη η πεποίθηση των ιουδαίων στις
τυπικές θυσίες. Πάνω από τις θυσίες είναι η υπακοή στο Θείο θέλημα και η
καθαρότητα του βίου.
Η καταδίκη του ισραηλιτικού λαού είναι προ των θυρών, στον χώρο που
τιμούν τα είδωλα, εκεί θα πέσουν νεκροί, τόσο πολλοί θα είναι οι νεκροί που θα
μένουν άταφοι, τα πτώματά τους θα τα τρώγουν τα όρνεα. Κάθε χαρά θα πάψει να
υπάρχει στην Ιερουσαλήμ, η απόλυτη καταστροφή και η ερήμωση θα είναι η
κατακλείδα της επερχόμενης δυστυχίας.
Κεφάλαιο όγδοο
Τον καιρό της τιμωρίας των ισραηλιτών οι εχθροί θα ανοίγουν τους τάφους
των πλουσίων ιουδαίων για να βρουν πολύτιμα αντικείμενα. Τα οστά αυτά θα
μείνουν εκτεθειμένα στον ήλιο και θα ξεραθούν. Τα άστρα τα οποία λάτρευαν οι
Ιουδαίοι θα βλέπουν τώρα τα κόκαλά τους εκτεθειμένα.
Συνήθως αυτός που έπεσε σηκώνεται, αυτός που χάνει τον δρόμο του ψάχνει
και τον βρίσκει, στον ιουδαϊκό όμως λαό δεν συνέβη αυτό. Ακόμη και τα ζώα ξέρουν
πότε θα μεταναστεύσουν και πότε θα επιστρέψουν, οι ιουδαίοι όμως πωρωμένοι προς
την αμαρτία τρέχουν μόνο προς το κακό.
Ο εχθρός βρίσκεται προ των πυλών, οι Ιουδαίοι σύντομα θα τα χάσουν όλα,
τα κτήματα, τις περιουσίες, τις γυναίκες τους, όλα θα περιέλθουν σε ξένους
ιδιοκτήτες. Ο προφήτης τα βλέπει όλα αυτά εν πνεύματι και λέει: «Γιατί καθόμαστε;
Ας συγκεντρωθούμε και ας εισέλθουμε στις διά τειχών περιβαλλόμενες πόλεις μας
και εκεί ας χαθούμε». Ο προφήτης δεν βλέπει διαφυγή, είναι βέβαιος για την
επικείμενη καταστροφή, γι’ αυτό δεν ελπίζει καν στην προστασία των τειχών.
Οι ισραηλίτες στο παρελθόν ζήτησαν βασιλέα και έλαβαν, όμως ξέχασαν ότι
ο μόνος αληθινός βασιλιάς τους είναι ο Θεός. Ο επίγειος βασιλιάς έπρεπε να είναι
όργανο επίγειο του Θεού. Ποιανού θεού όμως ο βασιλιάς έγινε όργανο; Των μάταιων
ειδωλολατρικών θεών. Δεν υπάρχει λοιπόν ουδεμία ελπίδα σωτηρίας και διεξόδου
για την Ιουδαία, τα πάντα διαστράφηκαν, πάντες αμάρτησαν ενώπιον του Κυρίου.
Κεφάλαιο ένατο

274
Ο Ιερεμίας είναι τόσο απογοητευμένος από την διαγωγή των κατοίκων της
Ιερουσαλήμ, ώστε επιθυμεί να ζει σε μια καλύβα μόνος του μακριά από τον κόσμο.
Ξέχασαν οι ισραηλίτες ότι μία είναι μόνο η αληθινή δόξα ενός ανθρώπου, το να
αναγνωρίσουν τον Θεό ως τον μόνο Κύριο. Ο προφήτης θέλει να απομονωθεί για να
κλάψει για την δυστυχία του λαού του. Δεν μπορεί άλλο να βλέπει την κατάντια της
αμαρτίας που επικρατούσε στην Ιερουσαλήμ: «πάντες μοιχώνται», μεγάλη διαφθορά
επικρατεί! «Έκαστος αδελφός υποσκελίζει τον αδελφό του, και πας φίλος φέρεται
δολίως προς τον φίλο του. Πας φίλος περιπαίζει τον φίλο του, αλήθεια δεν λέγουν
μεταξύ τους. Συνήθισε η γλώσσα τους να λέει ψέματα, διέπραξαν αδικίες και δεν
έπαυσαν αυτάς, ώστε να επιστρέψουν προς τον Κύριον». Βλέποντας όλα αυτά ο
Θεός δικαίως ρωτά : «ουκ εκδικήσει η ψυχή μου»; Εκφράζοντας έτσι την ιερά Του
αγανάκτηση.
Η τιμωρία που εντός ολίγου θα έρθει θα έχει καθολικότητα, τεράστιο θα είναι
το μέγεθος της επερχόμενης καταστροφής. Οι μισθοφόρες μοιρολογούσες γυναίκες
δεν επαρκούν για να θρηνήσουν για το μέγεθος της καταστροφής, πρέπει όλες οι
ισραηλίτισσες γυναίκες να αναλάβουν θρήνο, να διδάξουν οι μητέρες τις θυγατέρες
και οι σύζυγοι τους συζύγους τους.
«Ταύτα λέγει ο Κύριος. Ας μη καυχάται ο σοφός διά την σοφία του, ας μη
καυχάται ο ισχυρός διά την δύναμή του, ας μη καυχάται ο πλούσιος διά τον πλούτο
του, αλλά εις τούτο να καυχάται ο καυχώμενος εις το ότι γνωρίζει και αναγνωρίζει,
ότι εγώ είμαι ο Κύριος, ο οποίος ευσπλαχνίζομαι, εκφέρω δικαίας αποφάσεις επί της
γης, διότι αυτά εγώ ευαρεστούμαι, λέγει ο Κύριος».
Δεν υπάρχει καμία ωφέλεια της εξωτερικής περιτομής αν αυτή δεν συνάδει
με την εσωτερική μετάνοια του ανθρώπου. Οι Ιουδαίοι συνεπώς δεν διαφέρουν από
των άλλων εθνών αφού αποδείχτηκαν απερίτμητοι τη καρδία, ανυπάκουοι προς τον
Θεό τους.
Κεφάλαιο δέκατο
Ο Ιερεμίας καλεί τον λαό του να μη σέβεται ούτε να φοβάται τα είδωλα,
γελοιοποιεί την μηδαμινότητά τους. Πρόκειται για ανθρώπινα κατασκευάσματα. Για
να μη πέσει το είδωλο το στερεώνουν με καρφιά. Είναι ανίκανα να σταθούν μόνα
τους όρθια και να κινηθούν. Οι άνθρωποι τα μεταφέρουν, διότι αυτά από μόνα τους
δεν είναι ικανά να ανεβούν πάνω στα ζώα. Ούτε κακό μπορούν να κάνουν, αλλά
ούτε και καλό.
Ο λόγος αυτός γίνεται κυρίως για τους εν αιχμαλωσία Ιουδαίους στην
Βαβυλώνα, όπου εκεί η ειδωλολατρία μεσουρανούσε, όχι μόνον οι Ιουδαίοι δεν
πρέπει να λατρέψουν τα είδωλα, αλλά και να διδάξουν στους Βαβυλώνιους για την
μηδαμινότητα αυτών.
Η πτώση της Ιερουσαλήμ βαραίνει τους πνευματικούς της ποιμένες οι οποίοι
στάθηκαν ανίκανοι λόγω της αφροσύνης τους. Όμως και ο λαός φρόντισε μακριά
από τον Θεό να ευτυχήσει και γι’ αυτό ήρθαν οι δυστυχίες του.
Κεφάλαιο ενδέκατο
Όσοι δεν υπακούν στον νόμο του Θεού είναι επικατάρατοι. Όλοι οι κάτοικοι
της Ιουδαίας συνωμότησαν τρόπον τινά κατά του Κυρίου παραδιδόμενοι στην
ανομία της ειδωλολατρίας. Είναι συνεπώς αναπόφευκτη η τιμωρία για την
εξωφρενική αυτή και επαίσχυντη ειδωλομανία. Αν και θυμιάζουν και προσεύχονται
σε πολλούς θεούς κανείς απ’ αυτούς δεν δύναται να τους σώσει από την επερχόμενη
καταστροφή.
Ο Θεός καλεί τον προφήτη να μην προσεύχεται άλλο για τους ισραηλίτες,
διότι η προσευχή είναι ανώφελη γι’ αυτούς που παραμένουν αμετανόητοι. Παρόλα
αυτά ο Κύριος ονομάζει “αγαπημένη” του την Ιουδαία, εξακολουθεί να την αγαπά

275
παρ’ όλη την ειδωλολατρία που επικρατεί εκεί.
Το κήρυγμα του Ιερεμία υπέρ του νόμου του Θεού εξαγρίωσε τους
συμπατριώτες του. Οι κάτοικοι της Ανανώθ συνωμότησαν εναντίος του προφήτου
για να τον δολοφονήσουν. Έτριψαν δηλητηριώδες φυτό το οποίο έβαλαν μέσα στο
ψωμί του. Όμως η δολοφονική αυτή απόπειρα δεν πέτυχε και οι κάτοικοι της
Ανανώθ αντί να μετανοήσουν συνέχισαν να απειλούν τον προφήτη.
Κεφάλαιο δωδέκατο
Ο προφήτης αναγνωρίζει ότι είναι δίκαιος ο Κύριος, όμως παρόλα αυτά θέλει
να θέσει κάποιες απορίες του: Γιατί οι ασεβείς προοδεύουν; Γιατί ευτυχούν; Οι
γυναίκες αυτών τεκνοποιούν, αποκτούν απογόνους, άρα και η ασέβεια διαιωνίζεται;
Ο Θεός απαντά στον Ιερεμία, αλλά όχι όπως αυτός περίμενε. Αντί να του υποσχεθεί
την τιμωρία των ασεβών, αναγγέλλει σ’ αυτόν νέους κινδύνους , δεν έφτασε ακόμη ο
προφήτης στο μέγιστο σημείο των δοκιμασιών του, συνεπώς θα πρέπει να γίνει
περισσότερο υπομονετικός, να είναι έτοιμος για περισσότερες θυσίες. Αν δεν
αισθάνεσαι, ήσυχος, του λέει ο Θεό, όταν τα πάντα φαίνονται ήρεμα στην Ιουδαία,
πώς θα αντιδράσεις όταν βρεθείς μέσα στο αβέβαιον της ζούγκλας του Ιορδάνου; Θα
σε βρουν μεγαλύτερες δοκιμασίες!
Πράγματι, ενώ νωρίτερα είδαμε ότι οι κάτοικοι της Ανανώθ επιχείρησαν να
δολοφονήσουν τον Ιερεμία, σε λίγο εχθροί του θα γίνουν οι ίδιοι του οι γονείς και οι
στενοί συγγενείς του.
Παρόλα αυτά, ο Θεός σε βάθος χρόνου θα τιμωρήσει τους Ιουδαίους διά των
γειτονικών λαών και κατόπιν θα τιμωρήσει και τους τιμωρήσαντες. Κανείς ένοχος
δεν θα διαφύγει τελικά της τιμωρίας. Οπουδήποτε και αν καταφύγουν δεν θα
διαφύγουν. Στο τέλος θα σωθούν μόνον όσοι μετανοήσουν.
Τα έθνη τελικά θα επιστρέψουν στον αληθινό Θεό. Οι ισραηλίτες
παραπλανήθηκαν υπό των εθνικών στην ειδωλολατρία, τα έθνη θα οδηγηθούν υπ’
αυτών στην σωτηρία. Εκείνα όμως τα έθνη που δεν θα δεχτούν την σωτηρία διά
πίστεως θα καταστραφούν.
Κεφάλαιο δέκατο τρίτο
Ο Ιερεμίας προσκαλείται από τον Θεό να προβεί σε συμβολική πράξη, για να
κατανοήσει περισσότερο αυτά που επρόκειτο να συμβούν. Αγοράζει λινή ζώνη
αδιάβροχη, την οποία διατάσσεται να τοποθετήσει κοντά σε βράχο πλησίον του
Ευφράτου ποταμού. Μετά από πολύ καιρό εντέλλεται από τον Θεό να πάει να την
παραλάβει. Η ζώνη όμως πλέον είναι πολύ φθαρμένη ακατάλληλη για κάθε χρήση.
Ο συμβολισμός αυτής της πράξης έχει ως εξής: Η ζώνη αντιστοιχεί στον
περιούσιο ισραηλιτικό λαό. Το δέσιμο της ζώνης στην μέση του προφήτη,
συμβολίζει την στενή επαφή του Θεού με τον εκλεκτό Του λαό. Το ότι η ζώνη αυτή
είναι αδιάβροχη σημαίνει ότι ο λαός αυτός έχει διδαχθεί ανόθευτα τη διδασκαλία του
Κυρίου. Η φθορά της ζώνης σημαίνει την ηθική κατάπτωση του λαού. Ένας τέτοιος
λαός δεν έχει πλέον καμία αξία ενώπιον του Θεού. Το ότι όμως ο προφήτης
παραλαμβάνει και πάλι την ζώνη μετά από πολύ καιρό έστω κι αν αυτή είναι
φθαρμένη, σημαίνει την επάνοδο των ισραηλιτών μετά από εβδομήντα χρόνια από
την Βαβυλώνια αιχμαλωσία. Η ζώνη εφθάρη, δεν εξαφανίστηκε όμως, άρα ένα
υπόλοιπο του ισραηλιτικού λαού θα διασωθεί.
Η Ιερουσαλήμ θα ταπεινωθεί, θα αποκαλυφθεί η αισχύνη της, οι εχθροί της
θα την μεταχειριστούν σαν σκλάβα και θα την ταπεινώσουν, θα την απογυμνώσουν.
Την εποχή που ζούσε ο προφήτης ήταν μεγάλη ντροπή να αποκαλυφθεί η πτέρνα των
γυναικών. Η Ιερουσαλήμ παρουσιάζεται σαν γυναίκα της οποίας όχι μόνο θα
αποκαλυφθούν οι πτέρνες αλλά και τα απόκρυφα μέρη της. Δηλαδή θα ατιμωθεί και
θα εξευτελιστεί πλήρως. Η Ιουδαία υπέπεσε στην πνευματική πορνεία της

276
ειδωλολατρίας και γι’ αυτό θα τιμωρηθεί.
Ο προφήτης από όλη αυτή την κατάσταση θλίβεται, δεν βλέπει καμία ελπίδα
μετανοίας στον λαό του και γι’ αυτό πολύ παραστατικά ρωτά: «Μέχρι πότε ακόμη θα
επιμένεις;».
Κεφάλαιο δέκατο τέταρτο
Κατά το τέλος της βασιλείας του Ιωακείμ (598 π.Χ) ο Θεός έπληξε με μεγάλη
ανομβρία όλη την Ιουδαία. Κάθε εργασία, οι αγροτικές καλλιέργειες και η
καρποφορία της γης έπαυσαν.
Ο προφήτης Ιερεμίας παρακάλεσε τον Θεό για την κατάπαυση αυτής της
πρωτοφανούς ανομβρίας, ομολογώντας παράλληλα τα αμαρτήματα του λαού. Κάθε
μέσο μεταχειρίζεται ο προφήτης για να κάμψει την οργή του Κυρίου: «Μήπως, τάχα,
ομοιάζεις προς άνθρωπον, που κοιμάται, η προς άνδρα ο οποίος δεν είναι εις θέσιν
να δώση βοήθειαν; Συ όμως, Κύριε, το γνωρίζομεν, ευρίσκεσαι εν μέσω ημών
πάντοτε. Ημείς δε επικαλούμεθα το Ονομά σου εις βοήθειάν μας. Μη μας
λησμονήσης, Κύριε». Ο Θεός όμως δεν συνευδοκεί. Για Κείνον δεν έχει αξία αυτή η
εντελώς θεωρητική και ασταθής μετάνοια του λαού. Για μία ακόμη φορά λέει στον
Ιερεμία: «Μη προσεύχου υπέρ του λαού τούτου διά το καλό του, διότι έστω κι αν
νηστεύουν, δεν θα ακούσω την μετά νηστείας προσευχή τους».
Ο Ιερεμίας όμως δεν πτοείται, ανταπαντά και πάλι στον Κύριο ότι ο λαός έχει
πέσει θύμα των ψευδοπροφητών. Είναι δύσκολο, λέει, να διακρίνει κανείς τους
ψευδοπροφήτες από τους όντως και αληθινούς προφήτες. Ο Θεός όμως ξεκαθαρίζει
ότι θα μπορούσε αν ήθελε ο λαός να ξεχωρίσει τους αληθινούς προφήτες από τους
ψεύτικους. Βεβαίως, όλοι αυτοί οι πλάνοι θα τιμωρηθούν. Μαζί θα επέλθει η τιμωρία
σε όλους τους αμαρτωλούς Ιουδαίους. Άρχοντες και αρχόμενοι αμάρτησαν. Τόσοι
πολλοί θα είναι αυτοί που θα θανατωθούν από τους ξένους εισβολείς που θα μένουν
άταφα τα σώματά τους. Ο Ιερεμία θρηνεί: «Απέρριψες, λοιπόν, ολοτελώς τους
Ιουδαίους, Κύριε, και απεμακρύνθη η ψυχή σου από την Σιών; Διατί τόσον σκληρά
μας εκτύπησες, ώστε να μη υπάρχη δι' ημάς θεραπεία; Ηλπίζαμεν και επεριμέναμεν
να έλθη ειρήνη, και κανένα αγαθόν δεν είδαμεν. Επεριμέναμεν να έλθη ο καιρός της
θεραπείας, και ιδού αντί θεραπείας αναταραχή και σύγχυσις». Πως είναι δυνατόν ο
Θεός να απορρίπτει τον λαό τον οποίο ο Ίδιος εξέλεξε; Ο Ιερεμίας εν τέλει
εκλιπαρεί: «Ας κοπάση πλέον ο θυμός σου εις δόξαν του Ονόματός σου. Μη
επιτρέψης να καταστραφή ο άγιος ναός σου, ο θρόνος αυτός της δόξης σου.
Ενθυμήσου, Κύριε, και μη ακύρωσης την διαθήκην, την οποίαν συνήψες με ημάς».

Κεφάλαιο δέκατο πέμπτο


Ούτε τον Μωυσή, ούτε τον Σαμουήλ ούτε κανέναν άλλο άγιο δεν πρόκειται
να ακούσει ο Θεός ώστε να λυπηθεί τον λαό Του. Ο Θεός όρισε για όλους τους
Ιουδαίους ένα πικρό τέλος. Οι περισσότεροι θα πεθάνουν από βίαιο θάνατο,
λιγότεροι θα οδηγηθούν στην αιχμαλωσία.
Ο Ιερεμίας ξεσπά! «Ω μάνα μου, ποίου είδους άνθρωπον με γέννησες»;
Προτιμά ο προφήτης να μην είχε γεννηθεί. Βλέπει ότι ασκόπως εκτέλεσε και εκτελεί
το προφητικό του έργο διότι κανείς δεν ωφελήθηκε απ’ αυτό. Απεναντίας πολλοί
είναι αυτοί που τον μισούν, εξ’ αυτών είναι στενοί συγγενείς του, άρχοντες του λαού
και γενικά ο λαός του Ισραήλ ο οποίος θα χαίρονταν αν με οποιοδήποτε τρόπο
θανατώνονταν. Ο προφήτης αισθανόμενος ότι εγκαταλείφθηκε ακόμη και από τον
ίδιο τον Θεό, τελεί υπό καθεστώς αγωνίας, όπως και ο Κύριος στον κήπο της
Γεθσημανής. Γι’ αυτό ο Ιερεμίας είναι τύπος του Μεσσία Χριστού.
Ο Προφήτης εκφράζει το δίκαιο παράπονό του: «Έγινα μισητός εξαιτίας της
προφητικής αποστολής μου». Από τότε που εκλήθη στο αξίωμα αυτό ήταν πολύ

277
προσεκτικός στον βίο του, δεν διασκέδασε ποτέ μαζί με τους αμαρτωλούς,
παραιτήθηκε από τον γάμο και από κάθε κοινωνικό τρόπο ζωής. Προτίμησε την
μόνωση. Για όλα αυτά παρακαλεί τον Θεό: «Αθώωσέ με». Ο Θεός παρηγορεί τον
προφήτη του λέγοντάς του, πως αν σταματήσει να αμφιβάλλει για την Θεία Πρόνοια,
αν ανακτήσει την εμπιστοσύνη του στον Θεό, τότε και πάλι Εκείνος θα τον δεχτεί
και θα τον στηρίξει στο προφητικό του έργο. Θα γίνει και πάλι το στόμα του Θεού:
«Θα είμαι μαζί σου, για να σε σώζω» του λέει ο Κύριος. Καμία άλλη αμοιβή δεν
υπόσχεται ο Θεός στον προφήτη Του. Επομένως η προφητική κλήση δεν
ανταποδίδεται με υλικές ή άλλες τινές ηθικές απολαβές, αντιθέτως, είναι μια συνεχής
αύξουσα προσωπική θυσία, όπως αυτή του Χριστού για την σωτηρία της
ανθρωπότητας.
Κεφάλαιο δέκατο έκτο
Η κατάσταση που θα επικρατήσει στην Ιουδαία εντός ολίγου θα είναι τόσο
απελπιστική που είναι προτιμότερο κανείς να μην έχει γυναίκα και παιδιά. Ο Θεός
καλεί τον Ιερεμία στον βίο της αγαμίας, όχι γιατί αυτός είναι ανώτερος πνευματικά,
όπως συνιστάται στην Καινή Διαθήκη, αλλά γιατί οι οικογένειες των ιουδαίων
σύντομα θα καταστραφούν. Άλλωστε στην αρχαιότητα η ατεκνία θεωρούνταν
όνειδος.
Τόσο μεγάλο θα είναι το θανατικό που θα κτυπήσει το ισραηλιτικό έθνος που
οι νεκροί θα δεν θα κλαυθούν διότι θα παραμένουν άταφοι. Όλα αυτά θα συμβούν
γιατί οι Ιουδαίοι απομακρύνθηκαν από τον Θεό και ο Θεός ως απάντηση θα
αποσύρει την συμφωνηθείσα με το Ισραήλ Διαθήκη. Παρά ταύτα, οι ισραηλίτες
τυφλοί πνευματικά δεν έχουν καμία συναίσθηση της αμαρτωλότητάς τους. Η καρδιά
τους έχει πωρωθεί!
Μέσα στην όλη δυστυχία της επερχόμενης Βαβυλώνιας αιχμαλωσίας υπάρχει
όμως μία ακτίνα φωτός που είναι αυτή του Μεσσιανικού διασωζομένου ισραηλιτικού
υπολοίπου που θα απελευθερωθεί. Ο Θεός θα συμφιλιωθεί τελικά με τον λαό Του
και θα επαναφέρει τους επιζώντες στην Παλαιστίνη. Τα έθνη επίσης, θα επιστρέψουν
στον Θεό αναγνωρίζοντας την πλάνη τους. Εθνικοί και οι ειδωλολάτρες Ιουδαίοι θα
αναγνωρίσουν τελικά την ματαιότητα της ειδωλολατρίας.
Κεφάλαιο δέκατο έβδομο
Όποιος έχει πεποίθηση σε ανθρώπους και όχι στον Θεό σύντομα θα
απογοητευτεί και θα καταστραφεί. Μόνον ο Θεός μας γνωρίζει καλά, όχι εμείς τον
εαυτό μας. Η καρδιά του ανθρώπου είναι ανεξερεύνητη. Ο άνθρωπος συνεπώς δεν
μπορεί να εξερευνήσει στο εσωτερικό του, αλλά μόνο το εξωτερικό. Μόνον ο Θεός
είναι ο «ετάζων καρδίας».
Ο προφήτης παρακαλεί τον Θεό να τον βοηθήσει έναντι των απίστων
ιουδαίων οι οποίοι προκλητικά λέγουν: «Που είναι ο λόγος του Κυρίου ο
προφητικός, ο απειλητικός, ας εκπληρωθεί». Ο Ιερεμίας παραμένει ατάραχος
απέναντι στην πρόκληση αυτή, έχει πλήρη εμπιστοσύνη στον Κύριο. Θα έρθει η
«ημέρα του ανθρώπου» δηλαδή η ημέρα της δικαιοσύνης και της τιμωρίας των
ασεβών. «Αν και ουδέποτε επίεσα τον Κύριο να πραγματοποιήσει τις απειλές Του,
επιθυμώ όμως να δω την τιμωρία των ανθρώπων εκείνων οι οποίοι περιγέλασαν τον
λόγο Του» λέει ο προφήτης. Και συνεχίζει: «Μη συμπεριφερθείς σε μένα σαν ξένο,
λυπήσου με! Εσύ είσαι η καταφυγή μου εν ημέρα κρίσεως».
Οι ισραηλίτες παραβίαζαν απερίσκεπτα την αργία του Σαββάτου, μετέφεραν
πράγματα για πώληση ή για εργασία. Ο προφήτης στέκεται στις πύλες της
Ιερουσαλήμ και εκφωνεί τις απειλές του Θεού υπάρχει όμως μία ελπίδα σωτηρίας:
Αν τηρήσουν την αργία του Σαββάτου, υπάρχει ελπίδα να αποτραπεί η επερχόμενη
καταστροφή.

278
Κεφάλαιο δέκατο όγδοο
Ότι είναι ο πηλός στα χέρια του αγγειοπλάστη, είναι ο Ισραήλ και κάθε λαός
στα χέρια του Θεού. Ο Θεός διευθύνει τις τύχες του κόσμου. Κάθε άτομο ή έθνος
είναι άξιο τιμωρίας ή επαίνου ανάλογα με την διαγωγή του. Όπως λοιπόν ο
κεραμοποιός άφησε από τα χέρια του το πήλινο δοχείο και αμέσως κατασκεύασε
άλλο, έτσι και ο Θεός αφήνει να καταστραφεί το ισραηλιτικό έθνος εξαιτίας των
αμαρτιών του, μπορεί όμως να το επανορθώσει αν μετανοήσει. Ο Θεός δεν
λειτουργεί με αυθαιρεσία, ανακαλεί τις αποφάσεις Του αν δει βελτίωση. Είναι
Δίκαιος και Αγαθός.
Ο χωρισμός του Ιούδα με τον Θεό, είναι πράγμα αφύσικο, όπως αφύσικο
είναι να υπάρχει βράχος χωρίς πηγή και εξογκώματα. Τα ύδατα βαδίζουν τον δρόμο
της ροής όσο κι αν πνέει ο βίαιος άνεμος, ενώ δηλαδή τα φαινόμενα της φύσεως
ακολουθούν τους νόμους τους, μόνον οι ισραηλίτες παραβαίνουν τον νόμο του Θεού.
Βαδίζοντας όμως οι ισραηλίτες την οδό της ειδωλολατρίας θα σκοντάφτουν πάντοτε
και παντού.
Ο προφήτης κάποια στιγμή μαθαίνει ότι οι εχθροί του συνωμοτούν εναντίον
του και αμέσως ζητά την προστασία του Κυρίου. Ποιοι είναι οι κύριοι συνωμότες
και εχθροί του προφήτου; Οι ιερείς, οι ψευδοπροφήτες και οι άρχοντες του λαού!
Αυτοί δηλαδή που θα έπρεπε να είναι οι σοφοί καθοδηγητές του λαού. Αυτή τη
φορά ο προφήτης δεν ζητά πλέον την προστασία τους από τον Θεό αλλά την δίκαιη
τιμωρία τους. Ζητά να καταστραφούν με λοιμό και μάχαιρα: «Ας καταστραφούν
ενώπιόν Σου κάμε τούτο εις καιρό θυμού Σου». Λέγει ο προφήτης. Η επιθυμία αυτή
της τιμωρίας των εχθρών του ανήκει ασφαλώς στην προχριστιανική εποχή, στην
εποχή προ της χάριτος και επομένως είναι ατελής. Έχει όμως κάποια δικαιολογία,
διότι αν δεν τιμωρούνταν οι εχθροί του, θα αποδεικνύονταν το έργο του αδιάφορο,
άδικο, ψευδές. Η δικαιοσύνη είναι αίτημα άλλωστε της ανθρώπινης ψυχής, ασχέτως
αν ανήκει σε κατώτερη βαθμίδα απ’ αυτήν της συγνώμης.
Κεφάλαιο δέκατο ένατο
Ο Κύριος έχει την δύναμη ως κεραμοποιός να μετασκευάζει ανά πάσα στιγμή
το έργο του. Εάν όμως ένα έθνος ή άτομο επιμείνει στο κακό τότε θα καταστραφεί
ολοκληρωτικώς και ανεπανορθώτως.
Ο Ιερεμίας διατάσσεται από τον Θεό να πάρει στα χέρια του ένα πήλινο
δοχείο (βίκα) και κρατώντας το να αναγγείλει στις πύλες της πόλεως Ιερουσαλήμ τα
επερχόμενα δεινά. Οι Ιουδαίοι είχαν φτάσει σε τέτοιο σημείο αθλιότητος ώστε
θυσίαζαν τα παιδιά τους στον θεό Μολόχ για να τον εξευμενίσουν και να
διατηρηθούν αυτοί στη ζωή. Θα έρθει σύντομα η θεία τιμωρία και τότε θα
τιμωρηθούν με τόση πείνα που θα τρώγουν τις σάρκες των παιδιών τους προφητεύει
ο προφήτης.
Στη συνέχεια ο προφήτης διατάσσεται από τον Θεό να συντρίψει την βίκα
(πήλινο δοχείο που κρατούσε) δεικνύοντας έτσι το αμετάκλητο της αποφάσεως του
Κυρίου.
Κεφάλαιο εικοστό
Αυτή η προφητεία του Ιερεμία εξόργισε τον ιερέα Πασχώρ ο οποίος
συνέλαβε τον προφήτη και τον φυλάκισε για δύο μέρες. Μετά την αποφυλάκισή του
ο Ιερεμίας απτόητος συνέχισε να προφητεύει. Τότε ο Πασχώρ των υπέβαλε σε
βασανιστήρια άνευ δίκης. Τον έδεσε σε βασανιστικό ξύλο και εκεί τον υπέβαλε σε
ραπίσματα. Ο προφήτης καθόσον διαρκούσαν τα βασανιστήρια προανήγγειλε στον
Πασχώρ ότι σύντομα μαζί με χιλιάδες Ιουδαίους θα συλληφθεί από τους
Βαβυλώνιους και αιχμάλωτοι θα οδηγηθούν σε ξένη χώρα όπου εκεί εξόριστοι θα
βρουν φρικτό θάνατο. Η ταφή σε ξένη χώρα από μόνη της θεωρούνταν φρίκη για

279
τους Ιουδαίους διότι όλες οι ξένες χώρες ήταν μολυσμένες κατά τον νόμο τους.
Ο Ιερεμίας προ στιγμής βλέποντας τα βασανιστήριά στα οποία υποβλήθηκε
νόμισε ότι απατήθηκε από τον Θεό. Πίστεψε ότι ο Θεός του είχε δώσει ψεύτικες
υποσχέσεις για να τον εκλύσει στο προφητικό έργο. Η εμπιστοσύνη του όμως
σύντομα επανέρχεται και πάλι και παρακαλεί τον Κύριο να τιμωρήσει τους εχθρούς
του. σύντομα όμως και πάλι επανέρχεται σε απελπισία βλέποντας τους Ιουδαίους
αμετανόητους, την πόλη να καταστρέφεται και τους εχθρούς του απτόητους. Τότε
καταριέται την ημέρα που γεννήθηκε. Ποια αξία είχε το προφητικό του έργο αφού
κανείς δεν μετανοούσε απέναντι στις προφητικές τιμωρητικές του εξαγγελίες; Είχε
καταντήσει περίγελος των ανθρώπων. Αποφάσισε στιγμιαίως να πάψει να
προφητεύει. Όμως δεν μπορούσε να κρατήσει την απόφασή του αυτή. Ο λόγος του
Κυρίου ήταν κατοικούσε σαν φωτιά μέσα του. Έπρεπε συνεπώς να εκπληρώσει έως
τέλους την αποστολή του.
Όπως είπαμε και παραπάνω, ο Ιερεμίας έζησε σε εποχή προχριστιανική προ
δηλαδή της Χάρις. Οι άνθρωποι τότε δεν είχαν την ελπίδα του παραδείσου, αλλά
έβλεπαν μπροστά τους το αδιέξοδο του Άδη. Είναι συνεπώς λογικό ο Ιερεμίας να
περνά από τέτοιες κυκλοθυμικές ψυχολογικές αναταράξεις, συνυπολογίζοντας σε
όλα αυτά και την ευαίσθητη ψυχική κράση που διέθετε ο άγιος.
Κεφάλαιο εικοστό πρώτο
Το 586 π.Χ βασιλιάς των Ιουδαίων ήταν ο Σεδεκίας (επί της βασιλείας του
οποίου καταστράφηκε πλήρως η Ιερουσαλήμ) αυτός παρά την πολιορκία της πόλεως
από τους Βαβυλωνίους ήλπιζε ότι θα σωθεί η Ιουδαία όπως έγινε άλλοτε στα χρόνια
του Ησαΐα επί βασιλείας Εζεκίου. Ο πόλεμος είχε ξεσπάσει, οι Ιουδαίοι μάχονταν να
κρατήσουν έξω από τα τείχη της Ιερουσαλήμ τους Χαλδαίους, όμως εντός των
τειχών η πείνα είχε αρχίσει να θερίζει τους κατοίκους της πόλεως. Ο Θεός αντί να
παρηγορήσει τον λαό Του, αναγγέλλει ότι λίαν συντόμως οι Βαβυλώνιοι θα αλώσουν
την πόλη. Κανείς δεν θα διασωθεί, ακόμη κι αν κάποιος ξεφύγει από την μάχαιρα, θα
πεθάνει από τον λιμό της πανώλης. Θα σωθούν μόνον όσοι παραδοθούν στους
Χαλδαίους. Κάθε αντίσταση συνεπώς είναι μάταιη, διότι ο Θεός εγκατέλειψε τους
Ισραηλίτες.
Κεφάλαιο εικοστό δεύτερο
Ακόμη και τότε που τα πράγματα φαίνονταν τετελεσμένα, ο Θεός δίδει και
πάλι μία ακτίνα ελπίδας: Είναι δυνατόν να σωθεί η πόλις λέγει, αν οι βασιλείς και οι
άρχοντες του λαού εκτελέσουν έστω και την ύστατη ώρα πιστώς τα καθήκοντά τους.
Τρεις τάξεις ανθρώπων είχαν την ανάγκη νομικής προστασίας: Οι ξένοι, τα ορφανά
και χήρες. Ο Θεός ορκίζεται στον Εαυτό Του ότι θα ερημώσει την Ιερουσαλήμ αν
δεν συμμορφωθούν οι βασιλείς και ο λαός στα προστάγματά Του και δεν
προστατεύσουν τους αναξιοπαθούντες.
Εκείνη την εποχή βασιλιάς ήταν ο Ιωακείμ ο οποίος ζούσε εν κραιπάλη,
έκτισε πολυτελέστατο οικοδόμημα χωρίς καν να πληρώσει τους εργάτες που
μόχθησαν! Ο Κύριος διά του προφήτου αναγγέλλει στον Ιωακείμ ότι αδίκως έκτισε
το παλάτι του. Δεν θα προλάβει να το χαρεί. Μάλιστα δε ο ίδιος θα έχει ατιμωτικό
θάνατο αφού κανείς δεν θα βρεθεί να τον κλάψει, ούτε να του ψάλλει τους
επικήδειους ύμνους όπερ και εγένετο.
Τον ασεβή Ιωακείμ διαδέχθηκε στον θρόνο ο υιός του Ιεχονίας, ο οποίος
ανήλθε στον θρόνο σε ηλικία δέκα οκτώ ετών. Ο λαός πίστεψε προς στιγμήν ότι ο
Ιεχονίας θα έφερνε την ειρήνη και την γαλήνη στην Ιερουσαλήμ. Όμως ο Θεός δεν
δικαίωσε αυτές τους τις ελπίδες. Ο Ιεχονίας είδε μάλιστα με τα μάτια του την
κατάληψη της Ιερουσαλήμ (598 π.Χ), έζησε εξόριστος στην Βαβυλώνα επί τριάντα
έξι έτη και εκεί απέθανε.

280
Κεφάλαιο εικοστό τρίτο
Ο Θεός θα αντικαταστήσει τους κακούς ποιμένες του ισραηλιτικού έθνους,
στέλνονταν άνδρα συνετό και δίκαιο. Το πρόσωπό Του ορίζεται ως «Ανατολή».
Πρόκειται ασφαλώς περί του Μεσσία, ο οποίος θα απελευθερώσει από την δουλεία
της αμαρτίας όλο το ανθρώπινο γένος και θα βασιλέψει στο Ισραηλιτικό διασωθέν
κατάλοιπο από την Βαβυλώνια αιχμαλωσία. Το όνομά Του θα είναι Ιωσεδέκ. Που
σημαίνει κατά τα Εβραϊκά Jahwe Sidkenu= Κύριος είναι η δικαιοσύνη μου.
Την εποχή εκείνη η Ιουδαία είχε κατακλυστεί από ψευδοπροφήτες, οι οποίοι
εκμεταλλευόμενοι την νωθρότητα των ιερέων της εποχής είχαν πλανήσει τους
πολλούς, κερδοσκοπούσαν εις βάρος του λαού, έβαλαν είδωλα του Βάαλ στον ναό
του Κυρίου. Αυτοί οδηγούσαν τον λαό διά λόγων και διά έργων στην εξαχρείωση
των ηθών, δεν υπήρχε καμία διαφορά ήθους στην τότε Ιερουσαλήμ από τα Σόδομα
και τα Γόμορα.
Ο Θεός δεν θα αφήσει όμως ατιμώρητους αυτούς του πλάνους: «Εγώ είμαι
Θεός ευρισκόμενος πλησίον σας, λέγει ο Κύριος, και όχι Θεός σας μακράν σας
ιστάμενος. Είναι λοιπόν δυνατόν να κρυφθεί τις εις απόκρυφον μέρος και εγώ να μη
τον ιδώ; Μήπως εγώ δεν είμαι Εκείνος, ο οποίος πληρώ διά της παρουσίας Μου τον
ουρανό και την γην; Λέγει ο Κύριος. Ήκουσα εκείνα, τα οποία λέγουν οι
ψευδοπροφήτες ούτοι, εκείνα τα οποία προφητεύουν δήθεν εξ’ ονόματός μου.
Ψεύδονται λέγοντες: Είδον όνειρον το και το. Εως πότε θα υπάρχει η πονηρία εις την
καρδίαν των ψευδοπροφήτων, οι οποίοι διδάσκουν το ψεύδος και κηρύττουν στους
ανθρώπους, όχι το ιδικόν μου θέλημα, αλλά τα πονηρά θελήματα της διεστραμμένης
καρδίας των; Αυτοί σκέπτονται και επιθυμούν να κάμουν τους ανθρώπους, να
λησμονήσουν τον νόμον μου με τα ψευδή ενύπνιά των, τα οποία διηγούνται ο
καθένας στον πλησίον του. Να τους κάμουν να λησμονήσουν εμέ, όπως ακριβώς και
οι πατέρες των με ελησμόνησαν, ακολουθήσαντες την λατρείαν του Βααλ. Ο
ψευδοπροφήτης, ο οποίος είδε το όνειρον, ας διηγηθή το ενύπνιόν του· και ο αληθής
προφήτης, στον οποίον υπάρχει ο ιδικός μου λόγος, ας διηγηθή με πλήρη αλήθειαν
τον λόγον μου. Και τότε θα ίδουν οι άνθρωποι, ποία διαφορά υπάρχει μεταξύ του
αχύρου και του σίτου. Ετσι είναι και οι λόγοι μου, λέγει ο Κύριος, απέναντι των
λόγων των ψευδοπροφητών. Ιδού, οι λόγοι μου δεν είναι ωσάν το πυρ, λέγει ο
Κύριος, ωσάν πέλεκυς, ο οποίος κόπτει και αυτόν ακόμη τον βράχον; Δια τούτο,
ιδού εγώ, λέγει ο Κύριος, εξεγείρομαι εναντίον των προφητών, οι οποίοι κλέπτουν
τους λόγους μου ο καθένας από τον άλλον. Ιδού εγώ επέρχομαι εναντίον των
ψευδοπροφητών, οι οποίοι εκβάλλουν δια της γλώσσης των ψευδείς διδασκαλίας και
κοιμώνται τον ύπνον των, δια να ίδουν ενύπνια σύμφωνα με τας επιθυμίας της
πονηράς αυτών καρδίας. Ιδού εγώ, εναντίον των ψευδοπροφητών, οι οποίοι
διδάσκουν ψευδή ενύπνια και διηγούνται αυτά, δια των οποίων παραπλανούν τον
λαόν μου εις τας ψευδολογίας των και εις τας πλάνας των, ενώ εγώ δεν τους έχω
αποστείλει ως προφήτας και δεν έδωσα εις αυτούς καμμίαν εντολήν. Αυτοί καμμίαν
ωφέλειαν δεν πρόκειται να προσφέρουν σε τούτον τον λαόν».
Πολλοί ακούγοντας να τα αναγγέλλει όλα αυτά ο προφήτης στον λαό, τον
πλησίαζαν τακτικά και του έλεγαν με ειρωνεία: Ποιο λήμμα, δηλαδή προφητεία θα
μας πεις σήμερα; Ο Θεός βλέποντας αυτή την ειρωνεία λέει στον Ιερεμία να τους
απαντήσει με το εξής τρόπο: «Σεις είσθε το αντικείμενον της απειλητικής εκ μέρους
του Κυρίου προφητείας. Θα σας συντρίψω, λέγει ο Κύριος». Η τιμωρία που θα
επιφέρει ο Κύριος δεν θα είναι μόνο κατάτων ειρωνευόντων , αλλά και κατά των
οικογενειών τους. Δείχνοντας έτσι κατ’ αυτόν τον τρόπο ο Θεός πόσο βαριά αμαρτία
είναι κανείς να ειρωνεύεται τον λόγο του Θεού.
Κεφάλαιο εικοστό τέταρτο

281
Φτάνουμε ομαλά στο 598 π.Χ τότε που ο Ναβουχοδονόσωρ κατέλαβε την
Ιερουσαλήμ και οδήγησε πλήθος ισραηλιτών στην αιχμαλωσία. Ένα τμήμα των
αιχμάλωτων Ιουδαίων θα μετανοήσει αποτελώντας τον νέο Ισραήλ. Ο Θεός τότε θα
δείξει την εύνοιά Του σ’ αυτούς και θα τους απελευθερώσει από την σκλαβιά
δωρίζοντάς τους παράλληλα την αληθινή ευσέβεια η οποία προηγουμένως τους
έλειπε.
Κάποιοι Ιουδαίοι δεν απήχθηκαν στην Βαβυλώνα αλλά παρέμειναν στην
Ιουδαία. Αυτοί θεώρησαν τον εαυτό τους ευνοημένο από τον Θεό, πίστεψαν μάλιστα
ότι είναι ευσεβείς. Ένας απ’ αυτούς ήταν και ο βασιλιάς των Ιουδαίων Σεδεκίας. Ο
Θεός όμως δεν δικαιώνει αυτή τους την σκέψη παρομοιάζοντάς τους με χαλασμένα
σύκα, άχρηστα και ως εκ τούτου εγκαταλειμμένα υπό του Κυρίου. Η απαχθείσα
όμως μερίδα των Ιουδαίων στην Βαβυλώνα τελικά θα ευτυχήσει διότι αυτούς τους
παρέδωσε εκεί ο Θεός προς καθαρισμό όπως και άλλοτε έγινε με την αιχμαλωσία
των ισραηλιτών στην Αίγυπτο.
Κεφάλαιο εικοστό πέμπτο
Επί είκοσι τρία έτη ο Ιερεμίας κήρυττε στον λαό του Ισραήλ χωρίς όμως το
κηρυγματικό του έργο να αποδώσει καρπούς μετανοίας. Η κηρυγματική δράση του
προφήτου έχει ως εξής: α) δεκαεννιά έτη επί βασιλείας Ιωσίου 640-621 π.Χ, β) τρεις
μήνες επί βασιλείας Ιωάχαζ και γ) τέσσερα έτη επί βασιλείας Ιωακείμ 609-605 π.Χ.
Ο Θεός με παράπονο λέγει προς τον λαό Του: «ουκ εεισηκούσατε», όχι μόνο στο
κήρυγμα του Ιερεμία, αλλά και στους προ αυτού προφήτες.
Το αποτέλεσμα όλης αυτής της παρακοής θα είναι η εβδομηκονταετής
αιχμαλωσία του Ισραηλιτικού έθνους στους Χαλδαίους. (605-538 π.Χ). Οριστικά η
αιχμαλωσία των Ιουδαίων θα τελειώσει το 536 π.Χ δύο χρόνια μετά την κατάληψη
της Βαβυλώνας από τον Κύρο.
Εν συνεχεία ο Ιερεμίας προφητεύει για την τύχη που θα έχουν τα έθνη.
Ξεκινά από τους Αιλαμίτες, οι οποίοι κατοικούσαν ανατολικά της Βαβυλώνας και
ήταν σύμμαχοι των Βαβυλωνίων. «Ουκ έσται έθνος», σε όλα τα έθνη θα
διασκορπιστούν. Τελικά όμως αυτοί θα επιστρέψουν στον Θεό (κατά τα Μεσσιανικά
χρόνια) και τότε θα μεταβληθεί η τύχη τους.
Κεφάλαιο εικοστό έκτο
Προφητεία κατά της Αιγύπτου: Η προφητεία χρονολογικά αφορά την εποχή
του Φαραώ Νεχαώ (611-595 π.Χ). Αυτός θέλοντας να επωφεληθεί της αδυναμίας της
Ασσυρίας και ανήσυχος για την αύξηση της δυνάμεως των Βαβυλωνίων επιχείρησε
εκστρατεία κατά των Βαβυλωνίων. Το 606 π.Χ όμως νικήθηκε από τον
Ναβουχοδονόσωρ. Ο προφήτης ειρωνεύεται τους Αιγυπτίους, τους βλέπει με τη
διορατική του ματιά να νικώνται στην μάχη της εν Χαρχαμείς. Όμως ποιος στην
πραγματικότητα νίκησε σ’ αυτήν την μάχη; Δεν νίκησαν οι Βαβυλώνιοι αλλά ο
Θεός, διότι Αυτός παρέδωσε τους Αιγυπτίους στα χέρια τους.
Υπάρχει όμως και δεύτερη προφητεία κατά των Αιγυπτίων. Οι Βαβυλώνιοι
μετά την προαναφερθείσα μάχη θα εισβάλλουν στην Αίγυπτο. Ο Θεός ορκίζεται ότι
θα καταστρέψει την Αίγυπτο. Η προφητεία αυτή και το μέγεθος της καταστροφής
των Αιγυπτίων που περιγράφεται πολύ αναλυτικά έχει ένα σκοπό: να σταματήσουν
οι Ιουδαίοι να στηρίζονται στους Αιγυπτίους τους οποίους είχαν κάνει συμμάχους
τους. Μοναδικό τους σύμμαχο έπρεπε να έχουν τον Θεό.
Κεφάλαιο εικοστό έβδομο
Είναι βέβαιη η πτώση της Βαβυλώνας, μία πτώση που θα φέρει την
απελευθέρωση των Ισραηλιτών. Αυτή η απελευθέρωση θα ενώσει Ιουδαίους και
Ισραηλίτες παύοντας το πρότερο επαίσχυντο εμφύλιο σχίσμα.
Ο Θεός καλεί τα έθνη από Ανατολή και Δύση να καταστρέψουν την

282
Βαβυλώνα: «Παρατάξασθε, τοξεύσατε, μη φείσθητε…» ποιος πολεμά την
Βαβυλώνα; Ο Ίδιος ο Θεός!
Εκείνο τον καιρό η πόλη της Βαβυλώνας μεσουρανούσε. Βρίσκονταν στο
απόγειο της δόξας της. Φαινόταν λοιπόν απίστευτο το να καταστραφεί. Όταν η
είδηση της καταστροφής φτάσει στα αυτιά των εθνών όλοι θα απορήσουν και θα
αναρωτηθούν: «Πως έσπασε και συνετρίβη η σφύρα αύτη όλου του κόσμου; Πως η
Βαβυλών εξηφανίσθη εκ μέσου των άλλων εθνών; Θα επιτεθούν εναντίον σου οι
εχθροί σου και θα σε κυριεύσουν, ω Βαβυλών, χωρίς να εννοήσεις καλά καλά την
συντριβή σου. Ευρέθης υπό του εχθρού σου και κατελήφθης υπ’ αυτού διότι
αντέστης στον Κύριο. Ο Κύριος άνοιξε το πλούσιο οπλοστάσιό Του και έλαβε εξ’
αυτού τα πολεμικά όπλα της οργής του…». Τίποτα δεν πρέπει να μείνει όρθιο!
Άνθρωποι, ζώα, σιτηρά όλα πρέπει να καταστραφούν. Η άλλοτε πλούσια Βαβυλώνα
θα γίνει κατάξερη ακατάλληλη πλέον να την κατοικήσει κανείς.
Κεφάλαιο εικοστό όγδοο
Οι υβριστές ενώπιον του Θεού Βαβυλώνιοι, θα καταστραφούν από άλλους
υβριστές, τα στρατεύματα του Κύρου. Που και αυτοί όπως θα δούμε θα έχουν την
ίδια τύχη.
Ο Θεός διατάσσει τους Μηδο-Πέρσες να εντείνουν τα τόξα τους κατά των
Βαβυλωνίων. Μέσα σε όλη αυτή την πολεμική κατάσταση ο Θεός δεν λησμονεί τον
λαό Του. Άλλωστε η αιτία της καταστροφής των Χαλδάιων και όλες αυτές οι
πολεμικές συγκρούσεις έναν σκοπό έχουν: την απελευθέρωση των ισραηλιτών. Ο
Θεός παροτρύνει τους ισραηλίτες να φύγουν γρήγορα από την Χαλδαία, διότι αν
μείνουν εκεί θα χαθούν μαζί με τους Βαβυλώνιους.
Η αιτία της καταστροφής της Χαλδαίας είναι η υπερηφάνειά της, η έντονη
ειδωλολατρία, η ασέβεια που υπέδειξαν κατά του λαού του Θεού. Τα υψηλά της
τείχη δεν είναι ικανά να την προστατέψουν, θα κατακρημνιστούν, η Βαβυλώνα θα
καεί και δεν θα είναι ικανή ούτε έναν λίθο να δώσει στα άλλα έθνη για την
κατασκευή άλλων οικοδομών. Τόσο μεγάλη θα είναι η καταστροφής της!
Ακόμη και ο ίδιος ο προφήτης που με την διεισδυτική του ματιά στο μέλλον
παρακολουθεί την καταστροφή την ένδοξης πόλης ανθίσταται! Διερωτάται: «Πως
εάλω»; Διαπιστώνει πως οι τύχες και η ιστορία όλων των εθνών βρίσκεται στα χέρια
του Θεού. Ενοχή και τιμωρία συνδέονται αναποσπάστως. Η ιστορία του κόσμου
είναι είδος παγκόσμιου δικαστηρίου.
Παρόλα αυτά πολλοί ισραηλίτες που έζησαν στην Βαβυλώνα για εβδομήντα
έτη είχαν αποκτήσει οικονομικούς δεσμούς με τον τόπο και πολλοί εξ’ αυτών δεν
ήθελαν να επιστρέψουν στην Ιερουσαλήμ. Χρησιμοποιούσαν μάλιστα και
δικαιολογία. Πως θα επιστρέψουμε σε έναν τόπο που ο Θεός ούτε τον Οίκο του δεν
υπεράσπισε από τους εχθρούς Του; Ο Θεός όμως δεν δέχεται καμιά αντιλογία και
απαντά: Αυτοί που βεβήλωσαν τον ναό μου θα τιμωρηθούν.
Κεφάλαιο εικοστό ένατο
Έφτασε η ημέρα που και οι Φιλισταίοι θα καταστραφούν! Ποιοι ήταν οι
Φιλισταίοι; Λαός που εγκαταστάθηκε στα παράλια της Παλαιστίνης περίπου το 1200
π.Χ. Ο προφήτης με συμπάθεια διερωτάται: Μέχρι πότε η μάχαιρα του Κυρίου θα
κατακόπτει τους Φιλισταίους; Λαμβάνει όμως δυσμενή απάντηση: Δεν θα ησυχάσει
η μάχαιρα, θα κόπτει!
Νοτίως της Ιουδαίας βρίσκονταν η Ιδουμαία. Κι αυτή η περιοχή θα
καταστραφεί! Οι κάτοικοί της ήταν γνωστοί για την σοφία τους. Όμως παρόλη την
κατά κόσμον σοφία τους δεν κατάφεραν να αποφύγουν την οργή του Κυρίου. Οι
Ιδουμαίοι κατάγονταν από τον Ησαύ.
Γιατί τιμωρήθηκαν Φιλισταίοι και Ιδουμαίοι; Διότι κι αυτοί αμάρτησαν,

283
ασέβησαν απέναντι στον Θεό. Όμως τις χήρες και τα ορφανά τους θα τα
προστατέψει ο ίδιος ο Κύριος, διότι δεν θα υπάρχουν άνδρες για να τα
υπερασπιστούν. Η Ιδουμαία πράγματι έγινε έρημη χώρα και ακατοίκητη από όπως
ακριβώς προφητεύει ο Ιερεμίας.
Κεφάλαιο τριακοστό
Προφητεία κατά των Αμμωνιτών: Οι Αμμωνίτες ήταν συγγενείς με τους
Ισραηλίτες όμως έτρεφαν εχθρικά αισθήματα εναντίον τους. Όταν οι κάτοικοι του
βορείου σχισματικού βασιλείου του Ισραήλ απήχθηκαν αιχμάλωτοι από τον Τιγλάθ
Πιλασέρ ΙΙΙ το 734 π.Χ, οι Αμμωνίτες κατέλαβαν την χώρα και τις πόλεις της φυλή
Γαδ η οποία ήταν πέρα του Ιορδάνου.
Ο Κύριος γι’ αυτήν την διαγωγή τους θα τους τιμωρήσει, θα τους τιμωρήσει
επίσης διότι ως θεό τους είχαν τον Μελχόλ. Η χώρα τους θα ερημωθεί και οι
ισραηλίτες θα ανακτήσουν τις κατακτημένες υπ’ αυτών περιοχές.
Προφητεία κατά της Κηδάρ: Οι κηδαρίτες ήταν άραβες βεδουίνοι οι οποίοι
είχαν στήσει τις σκηνές τους στην Αραβική έρημο κοντά στην σημερινή πόλη της
Παλμύρας. Οι φυλές αυτές της ερήμου αισθάνονταν τόση ασφάλεια, ώστε κανένα
μέτρο ασφαλείας δεν λάμβαναν. Δεν υπολόγιζαν καθόλου τους ξένους κατακτητές.
Ήταν πλούσιοι, είχαν καμήλες, άλλα ζώα και οικιακά σκεύη σε πληθώρα. Όμως οι
Συριακές δυνάμεις θα έλθουν σύντομα και θα τους κτυπήσουν, θα καταστρέψουν
πρώτα την Δαμασκό και εν συνεχεία και τις απομακρυσμένες αυτές χώρες με τους
λαούς τους.
Κεφάλαιο τριακοστό πρώτο
Προφητεία κατά της Μωάβ: Η Μωάβ ήταν χώρα που βρίσκονταν ανατολικά
της Νεκράς θαλάσσης. Η χώρα αυτή είχε κατακτηθεί από το Ισραήλ και την είχε υπό
την κατοχή της η φυλή Ρουβίμ. Όμως η φυλή Ρουβίμ δεν την κατέκτησε πλήρως,
άφησε ισχυρές ομάδες Μωαβιτών να ενεργούν αυτόνομα. Αυτοί οι Μωαβίτες είχαν
συμμαχήσει κατά καιρούς με άλλους λαούς εναντίον του Ισραήλ. Τελευταία δε,
συμμάχησαν και με τον Ναβουχοδονόσωρ.
Εξαιτίας αυτής της διαγωγής της, η Μωάβ θα καταστραφεί πλήρως. Δεν θα
αποκατασταθεί παρά μόνο στα Μεσσιανικά χρόνια όταν θα αποτάξουν τον θεό
Χαμώς εις τον οποίο μέχρι πρότινος πίστευαν. Από ποιους καταστράφηκαν; Από
τους Χαλδαίους. Αυτοί εισέβαλαν στην χώρα τους, άλλους φόνευσαν και άλλους
μετέφεραν αιχμάλωτους σε άλλες χώρες.
Θα μπορούσε κάλλιστα κάθε ισραηλίτης να χαρεί με το άκουσμα της
καταστροφή της Μωάβ. Όμως ο προφήτης βλέποντας με την διεισδυτική του ματιά
το μέγεθος της καταστροφής θλίβεται, κλαίει…
Κεφάλαιο τριακοστό δεύτερο
Το ποτήριον της οργής του Κυρίου προσφέρεται σε όλα τα έθνη, αρχής
γενομένης από τον Ισραηλιτικό λαό. Κανένας λαός δεν μπορεί να αρνηθεί να πιει απ’
αυτό το ποτήρι της οργής, αφού πρώτη απ΄ αυτό ήπιε η αγαπημένη πόλη, η
Ιερουσαλήμ στην οποία ακούγονταν το όνομα του αληθινού Θεού.
Οι λαοί σαν μεθυσμένοι δεν θα μπορούν να αντισταθούν στο ακονισμένο
μαχαίρι των Χαλδαίων. Ο Ιερεμίας λαμβάνει την εντολή παρά Θεού να ποτίσει με το
ποτήρι της οργής του Κυρίου όλους τους λαούς. Πρώτα τους ισραηλίτες, ύστερα
τους Αιγυπτίους, τους Φιλισταίους, τους Ιδουμαίους, τους Μωαβίτες, τους
Αμμωνίτες τις μακρινές ανατολικές χώρες, τους πέρσες, τις χώρες που εκτείνονται
ανά την Μεσόγειο θάλασσα.
Όπως πατιούνται τα σταφύλια, έτσι θα πατηθούν και όλοι αυτοί οι λαοί από
την οργή του Θεού. Από το ένα άκρο της γης ως το άλλο ως περιττώματα, άταφα θα
κείτονται τα πτώματα των ασεβών. Ουδείς δύναται να διαφύγει αυτής της μεγάλης

284
καταστροφής!
Κεφάλαιο τριακοστό τρίτο
Περί το 608 π.Χ λίγο πριν ο Ναβουχοδονόσωρ εισέλθει στην Ιερουσαλήμ και
την καταστρέψει, ο Ιερεμίας προλέγει τα δυσμενή αυτά γεγονότα στους κατοίκους
της πόλεως απεσταλμένος από τον Θεό. Προφητεύει, όχι για να αποθαρρύνει τους
Ιουδαίους, αλλά για να τους παροτρύνει στην μετάνοια.
Τα λόγια του προφήτου δεν άρεσαν στους ιερείς, στους ψευδοπροφήτες και
στον λαό του Ισραήλ και τον συνέλαβαν, αποφάσισαν μάλιστα να τον θανατώσουν.
Ο Ιερεμίας με ηρεμία και θάρρος απαντά: «Ιδού δε εγώ είμαι εις τας χείρας σας.
Κάμετε ως συμφέρει εις υμάς, ως νομίζετε καλλίτερον. Πρέπει να γνωρίζετε όμως
καλώς ότι εάν με φονεύσετε, θα αναλάβετε σεις, η πόλις αύτη και οι κάτοικοι της
πόλεως ταύτης, το βάρος της ευθύνης αίματος αθώου, διότι πράγματι με απέστειλε ο
Κύριος προς υμάς να είπω εις επήκοόν σας όλους τους λόγους τούτους».
Ακούγοντας αυτά τα λόγια, κάποιοι άνδρες θυμήθηκαν ότι με παρόμοιο τρόπο
μίλησε χρόνια πριν και ο προφήτης Μιχαίας: «Μήπως εφόνευσαν αυτόν ο Εζεκίας
και όλος ο Ιουδαϊκός λαός; Δεν έκαμαν τούτο, διότι φοβήθηκαν τον Κύριον και ο
Κύριος απεμάκρυνεν απ’ αυτούς τας συμφοράς, τας οποίας είπε κατ’ αυτών. Και
ημείς διεπράξαμεν μεγάλα κακά εις την ζωήν μας!». Με αυτό το επιχείρημα οι
συγκεντρωθέντες Ιουδαίοι αθώωσαν τον Ιερεμία αφήνοντάς τον ελεύθερο.
Δεν είχε όμως την ίδια τύχη και ο προφήτης Ουρίας ο οποίος παρόμοια
πράγματα με τον Ιερεμία προφήτευε εκείνη την εποχή. Ο βασιλέας Ιωακείμ διέταξε
να τον συλλάβουν και να τον θανατώσουν. Ο Ουρίας έμαθε τούτο και κατέφυγε στην
Αίγυπτο. Ο βασιλιάς όμως απέστειλε άνδρες στην Αίγυπτο, οι οποίοι τον συνέλαβαν
και τον θανάτωσαν διά μαχαίρας. Το συμβάν αυτό μας το αναφέρει ο συγγραφέας
για να κατανοήσουμε από ποιο σοβαρό κίνδυνο διέφυγε ο Ιερεμίας.
Κεφάλαιο τριακοστό τέταρτο
Όλα τα γειτονικά έθνη με την Ιουδαία θα υποταχθούν στην Βαβυλώνα. Ο
Ιερεμίας διατάσσεται από τον Θεό να κατασκευάσει δεσμούς-κλοιούς τους οποίους
να φορέσει στον λαιμό του, δεικνύοντας έτσι με συμβολικό τρόπο αυτή την σκλαβιά
που μετ’ ολίγον χρόνο θα λάβει χώρα.
Κεφάλαιο τριακοστό πέμπτο
Ο Ιερεμίας συγκρούεται με τον Ανανία ο οποίος πιθανότατα ήταν ιερεύς. Ο
μεν Ιερεμίας προφήτευε άσχημα πράγματα για το Ισραήλ αποβλέποντας προς το
πνευματικό συμφέρον του λαού, ο δε Ανανίας προφήτευε ειρήνη και ευημερία
αποβλέποντας σε κολακείες διά το προσωπικό του όφελος.
Ο Ιερεμίας εύχεται να κάνει ο Θεός αυτά που προφητεύει ο Ανανίας: «Πλην
όμως ακούσατε τον λόγον του Κυρίου, τον οποίο εγώ λέγω ει επήκοον πάντων υμών
και ιδίως όλου του λαού. Οι προφήτες, οι οποίοι υπήρξαν προ εμού και προ υμών και
εξ’ αρχαιοτάτων χρόνων, προεφήτευσαν εις πολλάς χώρας και εις μεγάλα βασίλεια
δυστυχίας, πολέμους. Όσον όμως διά τον προφήτην τούτον, ο οποίος προεφήτευσεν
ειρήνην, όταν έλθη η εκπλήρωσις του λόγου του, θα μάθουν οι άνθρωποι διά τον
προφήτην αυτόν, εάν αληθώς ο Κύριος απέστειλεν τούτον εις τους ανθρώπους».
Ο Ανανίας καθύβρισε τον Ιερεμία, έσπασε τους κλοιούς του λέγοντας:
«Τοιουτοτρόπως θα συντρίψω τον ζυγόν του βασιλέως της Βαβυλώνος από του
τραχήλου όλων των εθνών».
Ο Ιερεμίας έφυγε ατάραχος αναμένοντας να του μιλήσει ο Θεός. Λίγο
αργότερα ο Θεός μίλησε και πάλι στον Ιερεμία: «Πήγαινε και πες στον Ανανία,
κλοιούς ξύλινους εσύ συνέτριψες και εγώ θα κατασκευάσω αντί αυτών σιδηρούς».
Προφήτεψε δε την άμεση θανάτωση του Ανανία «Θα σε αφαιρέσω εκ τη γης, διότι
κατ’ αυτό το έτος θα πεθάνεις» είπε ο Θεός για τον Ανανία. Πράγματι λίγους μήνες

285
μετά ο Ανανίας πέθανε.
Κεφάλαιο τριακοστό έκτο
Ο Ιερεμίας έστειλε επιστολή προς τους αιχμαλώτους Ιουδαίους που
βρίσκονταν στην Βαβυλώνα. Η επιστολή αυτή συνοπτικά έλεγε τα εξής: «Ετσι
ωμίλησε Κύριος ο Θεός του ισραηλιτικού λαού προς την αιχμαλωτισμένην αποικίαν,
την οποίαν εγώ μετώκισα από την Ιερουσαλήμ εις την Βαβυλώνα. Οικοδομήσατε τα
σπίτια σας, κατοικήσατε εις αυτά, φυτεύσατε κήπους και φάγετε τους καρπούς
αυτών. Λαβετε συζύγους, αποκτήσατε υιούς και θυγατέρας, δώσατε στους υιούς σας
συζύγους και εις τας θυγατέρας σας δώσατε άνδρας· πληθύνθητε και μη
ολιγοστεύετε. Επιζητήσατε την ειρήνην και την ευημερίαν της χώρας, εις την οποίαν
εγώ σας μετώκισα εκεί και προσευχηθήτε περι των κατοίκων της χώρας αυτής προς
τον Κύριων, διότι εις την ειρήνην της χώρας αυτής έγκειται και η ιδική σας ειρήνη.
Ακόμη έτσι είπεν ο Κυριος· Μη σας παραπλανούν οι ψευδοπροφήται και μη
παρασύρεσθε από αυτούς, οι οποίοι ευρίσκονται μεταξύ σας· μην εξαπατάσθε από
τους ψευδομάντεις, μη δίδετε προσοχήν και σημασίαν εις τα όνειρα, τα οποία
βλέπετε κατά τον ύπνον σας. Διότι οι ψευδοπροφήται αυτοί ψευδή πράγματα
προαναγγέλλουν εις σας, δήθεν εξ ονόματός μου. Δεν τους έχω αποστείλει εγώ. Έτσι
ωμίλησεν ο Κύριος· όταν πρόκειται να συμπληρωθούν εβδομήκοντα έτη εξορίας σας
εις την Βαβυλώνα, τότε θα σας επισκεφθώ με ευμένειαν και θα εκπληρώσω τους
λόγους και τας υποσχέσεις μου προς σας, να επαναφέρω, δηλαδή, τον λαόν σας στον
τόπον τούτον, Τότε θα αποφασίσω και θα αποδώσω εις σας αγαθά και ειρηνικά
δώρα, όχι δε συμφοράς και τιμωρίας. Σεις προσευχηθήτε προς εμέ και εγώ θα κάμω
δεκτάς τας προσευχάς σας».
Ο Ιερεμίας σε αντίθεση με τους ψευδοπροφήτες που έλεγαν ότι η αιχμαλωσία
δεν θα διαρκέσει πολύ τους λέει ότι θα επιστρέψουν μετά από εβδομήντα χρόνια. Η
επιστολή αυτή σίγουρα δεν θα φάνηκε πολύ ευχάριστη στα αυτιά των Ιουδαίων,
αλλά εμπεριείχε την αλήθεια, την ρεαλιστικότητα, την σύνεση ώστε για πρώτη φορά
έθετε την ανάγκη στους Ιουδαίους να προσευχηθούν για μια εχθρική προς αυτούς
χώρα. Από την ειρήνη της χώρας αυτής θα εξαρτιόταν άλλωστε και η δική τους
ειρήνη και ευημερία.
Πράγματι η αιχμαλωσία των Ιουδαίων κράτησε από το 605 ως το 538 π.Χ
δηλαδή 69 χρόνια, στρογγυλά 70. Οι Ιουδαίοι μέσα στις πολυετείς θλίψεις θα
ωφεληθούν και θα επαναπροσδιορίσουν με θετικό τρόπο την σχέση τους με τον Θεό.
Την εποχή εκείνη βρίσκονταν στην Βαβυλώνα ως αιχμάλωτοι αρκετοί
ψευδοπροφήτες, μεταξύ αυτών ο Αχιάβ και ο Σεδεκίας, ο Σοφονίας και ο Σαμαίας, οι
οποίοι παρακινούσαν τους ισραηλίτες σε επανάσταση εναντίον του
Ναβουχοδονόσωρα. Οι δύο πρώτοι τιμωρήθηκαν σκληρά από τον βασιλέα, ενώ ο
Σοφονίας και ο Σαμαίας τιμωρήθηκαν με το να πεθάνουν εξόριστοι και να μη δουν
την μεγαλειώδη επιστροφή των ισραηλιτών στην Ιουδαία.
Κεφάλαιο τριακοστό έβδομο
Βρισκόμαστε στην εποχή που η Ιερουσαλήμ πολιορκείται, ο προφήτης
βρίσκεται αλυσοδεμένος στην φυλακή. Την απελπιστική αυτή κατάσταση επιλέγει ο
Θεός, όχι απλά για να στείλει μερικές ακτίνες φωτός και αισιοδοξίας, αλλά για να
βεβαιώσει τον προφήτη για το λαμπρό μέλλον που προαναγγέλλεται στο Ισραήλ. Οι
προφητείες αυτές που αποκαλύφθηκαν στον Ιερεμία πρέπει να γράφηκαν κατά τις
τελευταίες μέρες που βασίλευε ο Σεδεκίας. Η Ιερουσαλήμ καταστρέφονταν και ο
ήλιος του Μεσσία ανέτειλε. Ο προφήτης λαμβάνει εντολή να καταγράψει ότι του
αποκαλύπτεται, διότι τα γεγονότα αυτά θα είναι πολύ κρίσιμα και είναι απαραίτητο
να διασωθούν και να διαβιβαστούν αργότερα προς τους αιχμαλώτους.
Οι Ιουδαίοι και οι Ισραηλίτες πάλι θα ενωθούν. Ο Θεός θα στείλει δεύτερο

286
Δαυίδ δηλαδή τον Μεσσία Χριστό ο Οποίος θα ανακαινίσει το ανθρώπινο γένος. Ο
Ίδιος ο Κύριος θα θεραπεύσει τις πληγές των Ιουδαίων, κανένας άνθρωπος δε
στάθηκε στο παρελθόν ικανός να φροντίσει ή έστω να βοηθήσει το καταπληγωμένο
έθνος του Κυρίου. Ποιος μπορεί να σώσει τον απελπισμένο λαό; «Άρχων αυτού εξ’
αυτού εξελεύσεται» και ο άρχων αυτός δεν είναι παρά μόνον ο Χριστός!
Κεφάλαιο τριακοστό όγδοο
Ο Κύριος από αρχαιοτάτων χρόνων εξέλεξε τους ισραηλίτες ως λαό Του.
Αυτοί αιώνια θα διαιωνισθούν διά του κατά σάρκα καταγομένου Μεσσίου Χριστού.
Διά του Μεσσία όλοι οι άνθρωποι θα είναι πλέον ικανοί και ελεύθεροι να
αποκαταστήσουν τη σχέση τους με τον Θεό. Συνεπώς όλα τα έθνη και όχι μόνον το
Ισραήλ καλούνται να χαρούν την ατελέσφορη ευτυχία που δωρεάν πλέον τους
προσφέρεται.
«Φωνή εν Ραμά ηκούσθη θρήνου και κλαυθμού και οδυρμού· Ραχήλ
αποκλαιομένη ουκ ήθελε παύσασθαι επί τοις υιοίς αυτής, ότι ουκ εισίν». Ο Θρήνος
της Ραχήλ θα παύσει, η παρθένος θα γεννήσει τον Μεσσία.
Νέες ημέρες έρχονται. Όση ήταν η τιμωρία, τόση θα είναι και η παρηγοριά.
Παλιότερα τα παιδιά έφεραν πάνω τους τις αμαρτίες των γονέων τους και
τιμωρούνταν μάλιστα γι’ αυτές, στο νέο όμως βασίλειο του Μεσσία δεν θα υπάρχει
συνδετικός κρίκος των αμαρτιών του ενός προς τον άλλον. Κάθε άνθρωπος θα είναι
πλέον ένοχος μόνο για τα δικά του αμαρτήματα.
«Διαθήκη Καινή», (εις το Ιερεμ. 38,31 για πρώτη φορά συναντάμε αυτόν τον
όρο) θα συνάψει ο Θεός με τους ανθρώπους. Το κεντρικό ζήτημα της νέας αυτής
Διαθήκης: «Θα είμαι δι’ αυτούς ο Θεός και εκείνοι θα είναι δι εμέ λαός». Ο νόμος
του Θεού δεν θα είναι πλέον γραμμένος σε πλάκες, ή πάπυρους, αλλά «καρδίας
γράψω», στις καρδιές των ανθρώπων θα είναι χαραγμένος. Ο Θεός θα στέλνει μεν
διδασκάλους στον λαό Του, αλλά ο Ίδιος ταυτόχρονα θα επικοινωνεί άμεσα με τον
κάθε άνθρωπο εκχέοντας το Άγιο Πνεύμα εις έναν έκαστο πιστό. Η Καινή Διαθήκη
θα είναι ασφαλώς ανώτερη από την Παλαιά, διότι δι’ αυτής με άνεση και ευκολία θα
παρέχεται η άφεση των αμαρτιών.
Η Καινή Διαθήκη του Θεού με τον άνθρωπο δεν θα έχει χρονικό περιορισμό,
θα είναι αιώνιας διάρκειας: «Όταν παύσουν οι νόμοι των ουρανίων και επιγείων
αυτών φαινομένων υπάρχοντες, λέγει ο Κύριος, τότε και οι ισραηλίται θα παύσουν
να υπάρχουν ως έθνος ενώπιόν μου πάσας τας ημέρας». Όπου ισραηλίτες θα
εννοήσουμε εμείς το νέο Ισραήλ, δηλαδή τους χριστιανούς.
Ο Θεός θα ξανακτήσει την Ιερουσαλήμ κάνοντάς την νέα. Πρόκειται για την
Νέα Ιερουσαλήμ, δηλαδή την Εκκλησία του Χριστού η οποία θα γίνει η πηγή του
αγιασμού και το καθαρτήριο της ανθρώπινης αμαρτωλότητας.

Κεφάλαιο τριακοστό ένατο


Ο Ιερεμίας πληροφορείται από τον Θεό λίγο πριν την άλωση της Ιερουσαλήμ,
ότι αυτό δεν θα είναι το τέλος των ισραηλιτών. Ο Θεός τον διατάσσει να αγοράσει
έναν αγρό στην περιοχή Ανανώθ. Η αγορά αυτή εγγυάται ότι ο αγρός θα διατηρήσει
την αξία του, ως δείγμα αποκαταστάσεως του Ισραήλ. Η αγορά αυτή γίνεται δημόσια
ενώπιον μαρτύρων και κατά τα έθιμα και το δίκαιο των ισραηλιτών.
Τα χαρτιά της αγοροπωλησίας τα τακτοποίησε ο γραμματέας του Ιερεμία
Βαρούχ, ο οποίος εδώ για πρώτη φορά αναφέρεται. Βαρούχ σημαίνει ευλογημένος.
Παρόλα αυτά ο Ιερεμίας ανθίσταται: «Πως μου λέγεις να αγοράσω τον αγρό,
αφού μετ’ ολίγον η πόλις παραδίδεται εις τους Χαλδαίους»; Ο Θεός του απαντά πως
είναι μεν ακριβής στις τιμωρίες που δίδει, αλλά είναι και πιστός στις υποσχέσεις Του.
Ο Θεός θα συνάψει Νέα Διαθήκη με τον λαό Του: «Ούτοι θα είναι εις Εμέ λαός και

287
Εγώ θα είμαι εις αυτούς Θεός. Θα δώσω δε εις αυτούς να ακολουθήσουν νέα οδό και
άλλη καρδία θα δώσω εις αυτούς, διά να φοβούνται Με πάσας τας ημέρας της των
προς ωφέλειαν ααυτών των ιδίων και των τέκνων των έπειτα απ’ αυτούς».
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό
Ο Κύριος επαναλαμβάνει στο κεφάλαιο αυτό τις υποσχέσεις Του στο Ισραήλ:
«Ιδού εγώ θα φέρω εις αυτήν την Ιερουσαλήμ θεραπείαν και επούλωσιν, κλέισιμον
όλων των πληγών της και θα τους κάνω ικανούς να με υπακούουν». «Θα καθαρίσω
αυτούς», η φράση αυτή κρύβει μεσσιανικότητα-καθαρισμός των αμαρτιών διά Αγίου
Πνεύματος. Και αφού πλέον θα τους καθαρίσει συμπληρώνει: «Δεν θα ενθυμηθώ τας
αμαρτίας, τας οποίας έκαμον και απεμακρύνθησαν απ’ εμού».
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό πρώτο
Όπως και άλλοτε έτσι και τώρα ειδοποιείται ο βασιλέας Σεδεκίας από τον
προφήτη Ιερεμία, ότι κάθε αντίσταση απέναντι στους Βαβυλωνίους είναι μάταιη.
Έπρεπε παλαιότερα ο Σεδεκίας να είχε υπακούσει στα λόγια του προφήτου, ώστε να
είχε αποφευχθεί η συμφορά αυτή. Η τιμωρία λοιπόν είναι αναπόφευκτη, η
Ιερουσαλήμ θα αλωθεί υπό των Χαλδαίων και ο Σεδεκίας μαζί με πλήθος λαού θα
οδηγηθεί αιχμάλωτος στην Βαβυλώνα.
Ο Σεδεκίας θα τύχει όμως καλύτερης μοίρας απ’ ότι ο αδελφός του Ιωακείμ.
Τον μεν Σεδεκία θα τον θρηνήσουν, τον δε Ιωακείμ όχι, διότι ο δεύτερος ήταν
περισσότερο διαφθαρμένος.
Εκείνη την εποχή ο βασιλέας είχε δώσει εντολή στους Ιουδαίους όλοι να
απελευθερώσουν τους δούλους τους για να ενισχυθεί η αντίσταση των Ισραηλιτών
απέναντι στους πολιορκητές Χαλδαίους. Οι Βαβυλώνιοι βλέποντας αυτό, έλυσαν για
ένα διάστημα την πολιορκία τους. Κατά το διάστημα αυτό της παύσης της
πολιορκίας, οι Ιουδαία πήραν και πάλι πίσω τους δούλους τους κάτι που απαγόρευε ο
Μωσαϊκός νόμος και ως εκ τούτου εξόργισε τον Θεό.
Ο Κύριος τώρα αναλαμβάνει να φέρει την δικαιοσύνη: θα απελευθερώσει
Αυτός τους δούλους παραδίδοντάς τους στους εχθρούς: «Διά τούτο ιδού εγώ
κηρύττω εις υμάς ελευθερίαν εξ’ εμού και σας παραδίδω εις την μάχαιραν του
εχθρού». Αφού δηλαδή οι Ιουδαίοι επιθυμούσαν την παραβίαση του νόμου του
Θεού, ο Θεός δεν τους κρατεί πλέον με την βία, τους παραδίδει στην επιθυμία των
καρδιών τους, η οποία όμως κρύβει μαχαίρι και θάνατο. Διότι κάθε αμαρτία μυρίζει
θάνατο αφού βρίσκεται μακριά από την Πρόνοια του θεού.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό δεύτερο
Μεταφερόμαστε υπό του προφήτου 18 έτη νωρίτερα από το προηγούμενο
κεφάλαιο. Υπήρχε μία φυλή νομάδων περιφερόμενοι σε όλο το Ισραήλ, οι οποίοι
λέγονταν Ρηχαβίτες, αυτοί ήταν απόγονοι του Ρηχάβ που έζησε περί το 850 π.Χ δηλ.
στα χρόνια που έδρασε και ο προφήτης Ηλίας. Οι Ρηχαβίτες ήταν απόγονοι του
πεθερού Μωυσέως και ακολούθησαν τους Εβραίους στην πορεία τους προς την
Παλαιστίνη. Δεν έμεναν σε σπίτια, αλλά σε σκηνές γιατί είχαν λάβει εντολή από
τους προγόνους τους να ζουν ζωή νομαδική, να μη πίνουν οίνο για να προφυλαχθούν
από την ηθική διαφθορά της ειδωλολατρίας. Έμοιαζαν με τους προφήτες, διότι κι
αυτοί επεδίωκαν θρησκευτική και ηθική καθαρότητα. Ήταν σαν ένα είδος μοναχικού
τάγματος, σ’ αυτούς όμως υπήρχε ο γάμος και η οικογένεια.
Ο Ιερεμίας λαμβάνει εντολή από τον Θεό να παραλάβει του Ρηχαβίτες που
κατοικούσαν στην Ιερουσαλήμ και είχαν καταφύγει εκεί για να αποφύγουν τον
Ναβουδονόσωρ, να τους οδηγήσει στον ναό του Κυρίου. Εκεί ο Ιερεμίας πήρε ένα
δοχείο γεμάτο κρασί και το προσέφερε σ’ αυτούς και είπε: «πίετε οίνον», οι
Αρχαβείν (Ρηχαβίτες) όμως απάντησαν: «Δεν θα πίωμεν οίνον, διότι ο Ιωναδάβ υιός
του Ρηχάβ, εκ των προπατόρων μας διέταξεν ημάς λέγων: Δεν θα πίητε οίνον σεις

288
και οι υιοί σας εις όλους τους αιώνας. Ούτε οικίας θα οικοδομήσετε, ούτε σπέρματα
θα σπείρετε. Άμπελοι δεν θα υπάρχουν δι’ υμάς θα κατοικείτε εις σκηνάς καθ΄όλας
τας ημέρας της ζωής σας. Ταύτα ποιούντες θα ζήσετε πολλούς χρόνους επί της
χώρας, επί της οποίας ευρίσκεστε». Οι Ρηχαβίτες από του Ιωναδάβ μέχρι της εποχής
εκείνης τηρούσαν την εντολή αυτή τριακόσια χρόνια!
Μετά απ’ αυτά, ο Θεός στέλνει τον Ιερεμία στους Ιουδαίους να τους πει:
«Λοιπόν, δεν θα παιδαγωγηθείτε και δεν θα μάθετε να υπακούετε στους λόγους μου;
Ιδού, οι απόγονοι του Ιωναδάβ, υιού του Ρηχάδ, συνεμορφώθησαν προς την
εντολήν, την οποίαν αυτός είχε δώσει εις τα τέκνα του, να μη πίουν ποτέ οίνον και
δεν έπιαν. Εγώ ωμίλησα και έδωσα εις σας εντολάς από την πρωΐαν κάθε ημέρας,
άλλα σεις δεν υπηκούσατε. Εστειλα προς σας τους δούλους μου, τους προφήτας, και
σας έλεγα· απομακρυνθείτε ο καθένας από την πονηράν αυτού οδόν, κάμετε
καλύτερα τα έργα σας και μη πορεύεσθε οπίσω από άλλους θεούς, ώστε να
υπακούετε και να λατρεύετε αυτούς. Εάν αυτά τηρήσετε, θα κατοικήσετε εις την
χώραν, την οποίον εγώ έδωσα εις σας και στους προγόνους σας. Σεις όμως δεν
εδώσατε προσοχήν εις τα λόγια μου, δεν ανοίξατε τα αυτιά σας και δεν υπηκούσατε.
Οι απόγονοι του Ιωναδάβ, υιού του Ρηχάβ, ετήρησαν την εντολήν του προγόνου των.
Ο λαός μου όμως αυτός δεν υπήκουσεν εις εμέ. Δια τούτο έτσι είπεν ο Κυριος· Ιδού
εγώ θα επιφέρω εναντίον του βασιλείου του Ιούδα και εναντίον των κατοίκων της
Ιερουσαλήμ όλας τας συμφοράς και τας θλίψεις, τας οποίας έχω πλέον αποφασίσει
δι' αυτούς. Δια τούτο έτσι είπεν ο Κύριος· Επειδή οι απόγονοι του Ιωναδάβ, του υιού
του Ρηχάβ, υπήκουσαν και συνεμορφώθησαν προς την εντολήν του προγόνου των
και έπραξαν ο,τι ο πρόγονός των τους είχε διατάξει, ια τούτο δεν θα λείψει ποτέ
άνθρωπος από τους απογόνους του Ιωναδάβ, υιού του Ρηχάβ, ο οποίος θα παρίσταται
ενώπιόν μου καθ' όλας τας ημέρας της γης».
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό τρίτο
Κατόπιν εντολής του Θεού το 605 π.Χ ο Ιερεμίας υπαγορεύει στον μαθητή
του Βαρούχ τις προφητείες του κατά του Ισραήλ. Ο Βαρούχ εντέλλεται από τον
προφήτη να τις διαβάζει σε όλον τον ισραηλιτικό λαό, αρχικά στον ναό και έπειτα
ενώπιον των αρχόντων. Οι άρχοντες γνωστοποιούν αυτά στον βασιλέα Ιωακείμ, ο
οποίος ζητά να ακούσει αυτοπροσώπως το περιεχόμενο του βιβλίου. Αντί όμως να
ωφεληθεί εξ’ αυτού σχίζει και καίει αυτό με τα ίδια του τα χέρια. Ο Θεός διά του
προφήτου αναγγέλλει ότι ο Ιωακείμ εξαιτίας αυτής της πράξης θα έχει θάνατο
επαίσχυντο και διατάσσει και πάλι να ανασυνταχτεί το βιβλίο των προφητειών.
Παράλληλα ο Ιωακείμ διέταξε να συλληφθούν Ιερεμίας και Βαρούχ και να
οδηγηθούν στην φυλακή.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό τέταρτο
Βρισκόμαστε στα πρόθυρα της καταλήψεως της Ιερουσαλήμ από τους
Χαλδαίους, εν έτη 587 π.Χ επί βασιλέως Σεδεκίου. Οι Βαβυλώνιοι πολιορκούν την
πόλη, η πολιορκία όμως διακόπτεται από τις δυνάμεις του Φαραώ οι οποίες
επιτίθενται στον Ναβουχοδονόσωρ.
Ο Σεδεκίας μετά τη πρόσκαιρη λύση της πολιορκίας, καλεί τον Ιερεμία για να
μάθει τις εκ νέου προφητείες του. Ο Ιερεμίας όμως δεν αλλάζει το περιεχόμενο των
προφητειών του, επαναλαμβάνει τις επερχόμενες δυσμενείς εξελίξεις που μετ’ ολίγον
θα συμβούν.
Ο Σεδεκίας εξοργίζεται και διατάσσει να φυλακιστεί ο Ιερεμίας, ως προδότης
της πατρίδος του. Όμως οι Χαλδαίοι επανέρχονται μετά την νίκη τους επί των
Αιγυπτιακών στρατευμάτων και ξαναστήνουν την πολιορκία της Ιερουσαλήμ. Ο
Σεδεκίας έντρομος ζητά και πάλι να συναντήσει τον προφήτη και τον ρωτά κατ’
ιδίαν αν υπήρχε λόγος να του πει παρά Κυρίω. Ο Ιερεμίας του απαντά με παρρησία:

289
«Υπάρχει! Εις χείρας του βασιλέως της Βαβυλώνος θα παραδοθείς»!
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό πέμπτο
Οι στρατιωτικοί αρχηγοί κατήγγειλαν τον Ιερεμία στον βασιλιά Σεδεκία ότι
αυτός παρακινούσε τους Ισραηλίτες να παραδοθούν στους Βαβυλωνίους, ενώ εκείνοι
αντιθέτως ήθελαν αντίσταση μέχρι τέλους. Ο Σεδεκίας αφήνει τους στρατιωτικούς
να τον συλλάβουν όπως και έγινε, δεν τόλμησαν όμως να τον σκοτώσουν, αλλά τον
έριξαν μέσα σε βαθύ λάκκο για να πεθάνει εκεί από την πείνα.
Ο Αβδεμέλεχ ο Αιθίοψ, ευνούχος, ο οποίος ήταν έμπιστος του βασιλιά, όταν
έμαθε αυτά τα γεγονότα, έπεισε αμέσως τον βασιλιά να διατάξει να βγάλουν από τον
λάκκο τον Ιερεμία, άλλωστε δεν είχε νόημα ο εκεί εγκλεισμός του, αφού ούτως ή
άλλως όλη η Ιουδαία εξαιτίας την πολύκαιρης πολιορκίας υπέφερε από έλλειψη
τροφών.
Ο Σεδεκίας βρήκε τότε την ευκαιρία κρυφά να συμβουλευτεί για τελευταία
φορά τον προφήτη, ο οποίος του εξέθεσε και πάλι την θεία θέληση. Συνέστησε στον
βασιλιά να παραδοθεί στους Βαβυλωνίους ώστε να με αυτό τον τρόπο να γλυτώσει
από τον θάνατο. Σε διαφορετική περίπτωση αν αυτός αποφάσιζε να αντισταθεί, τότε
η Ιερουσαλήμ θα πυρπολούνταν απ’ τον εχθρό και ο Σεδεκίας μαζί με όλη του την
οικογένεια θα θανατώνονταν διά μαχαίρας.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό έκτο
Μετά από δεκαοκτώ μήνες πολιορκίας, τελικά η Ιερουσαλήμ παραδίδεται
στους εχθρούς εν έτη 586 π.Χ. Ο Ιερεμίας περιγράφει με λιτό τρόπο την είσοδο των
Βαβυλωνίων στην πόλη. Ο Ιερεμίας συνάντησε τον Αβδεμέλεχ τον Αιθίοπα για να
του πει ότι εξαιτίας του καλού που του έκανε, ο Θεός θα τον φυλάξει και δεν θα
θανατωθεί από τους Χαλδαίους.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό έβδομο
Οι Βαβυλώνιοι ξεκινούν την αιχμαλωσία της πόλης. Ο Ιερεμίας τυγχάνει
ευνοϊκής μεταχείρισης από τους κατακτητές, διότι αυτοί πληροφορήθηκαν για την
ευμενή θέση που είχε πάρει υπέρ τους. Ο προφήτης θα μπορούσε να πάει ως
αιχμάλωτος στην Βαβυλώνα, όμως προτίμησε να συγκακουχηθεί μαζί με τον λαό.
Στην Ιουδαία ο Ναβουχοδονόσωρ τοποθέτησε διοικητή τον Γοδολία, ο οποίος ήταν
Εβραίος και φίλος του Ιερεμία. Αυτό το έκανε διότι στους Βαβυλωνίους συνέφερε να
επιδοθούν οι κατακτημένοι ισραηλίτες σε ειρηνικά έργα, παρά ως οπλισμένες ορδές
να ληστεύουν διαρκώς την χώρα.
Οι Βαβυλώνιοι δεν φέρθηκαν με βαρβαρότητα στους Ιουδαίους, όσο οι
Ασσύριοι κατά την εποχή του Ησαΐα. Αυτό οφείλεται και στον μαλακό χαρακτήρα
του Γοδολία. Η διαφθορά όμως του ιουδαϊκού λαού ήταν τόσο μεγάλη ώστε κάποιοι
Ιουδαίοι μαζί με λιγοστούς Αμμωνίτες σχεδίασαν την δολοφονία του Γοδολία με
σκοπό να σφετεριστούν τον θρόνο του.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό όγδοο
Τρεις μήνες μετά την κατάληψη της Ιερουσαλήμ και δύο μήνες μετά την
εγκατάσταση του Γοδολία ως κυβερνήτη της Ιουδαίας, οΑμμωνίτης Ισμαήλ έκανε
πραξικόπημα εναντίον του Γοδολία, ο οποίος όπως είπαμε στο προηγούμενο
κεφάλαιο ήταν αντιπρόσωπος του Βαβυλώνιου άρχοντος. Με δόλιο τρόπο κατάφερε
μαζί με τους συνεργούς του να δολοφονήσουν τον Γοδολία και τους συνεργάτες του.
Η πράξις αυτή εξόργισε ασφαλώς τους Βαβυλώνιους οι οποίοι αμέσως κατεδίωξαν
τον Ισμαήλ.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό ένατο
Οι ισραηλίτες θορυβηθέντες απ’ αυτά τα γεγονότα επισκέφθηκαν τον Ιερεμία
για να τους πει πιο ήταν το θέλημα του Θεού. Τι έπρεπε να κάνουν για να σωθούν
από τους εξαγριωμένους Βαβυλωνίους. Ο προφήτης προλέγει την σωτηρία αυτών

290
που θα παρέμεναν στην Ιουδαία και την καταστροφή εκείνων που θα ζητούσαν
πολιτικό άσυλο στην Αίγυπτο: «Μη φοβηθείτε τον βασιλέα της Βαβυλώνος, του
οποίου σεις το πρόσωπο πράγματι φοβείσθε, διότι εγώ είμαι μαζί σας, δια να σας
απαλλάσσω και να σας σώζω εκ χειρός αυτού… εάν σεις στραφείτε εις Αίγυπτον και
εισέλθητε εκεί διά να κατοικήσετε, η ρομφαία, την οποία σεις φοβείσθε, θα σας εύρει
εν τη χώρα της Αιγύπτου».
Ο Ιερεμίας παροτρύνει τον λαό να υπακούσει έστω αυτή τη φορά, εις μάτην
όμως…
Κεφάλαιο πεντηκοστό
Μόλις τέλειωσε τους λόγους του ο Ιερεμίας, δύο άνδρες εκ του λαού, ο
Αζαρίας και ο Ιωανάν τον κατηγόρησαν ότι λέει ψέματα, τον συκοφάντησαν ότι
σκοπός του ήταν να τους παραδώσει στα χέρια των Χαλδαίων
Αποφάσισαν λοιπόν να πάνε στην Αίγυπτο παίρνοντας μαζί τους διά της βίας
τους Ιερεμία και τον Βαρούχ. Τους πήραν μαζί τους διότι νόμιζαν ότι η παρουσία
τους κατά τρόπο μαγικό θα απέτρεπε την θεία οργή.
Ο Ιερεμίας προλέγει ότι οι Βαβυλώνιοι θα εισέλθουν στην Αίγυπτο, θα
καταστρέψουν τα είδωλα των Αιγυπτίων, μαζί μ’ αυτά θα καταστραφούν και οι
Ιουδαίοι οι οποίοι μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα και πάλι λάτρεψαν τις τοπικές
θεότητες ρέποντας προς την ειδωλομανία.
Βαβυλωνιακές επιγραφές μαρτυρούν ότι το 572 π.Χ για πρώτη φορά οι
Βαβυλώνιοι εισέβαλαν στην Αίγυπτο και για δεύτερη φορά τέσσερα έτη αργότερα.
Κεφάλαιο πεντηκοστό πρώτο
Οι καταφυγόντες στην Αίγυπτο Ιουδαίοι παραδίδονται στην ειδωλολατρία. Ο
Ιερεμίας αναγγέλλει σ΄ αυτούς την επικείμενη καταστροφή τους. Εκείνοι τολμούν να
δικαιολογήσουν τις ειδωλολατρικές τους πράξεις αντιλέγοντας ευθαρσώς ότι κάθε
ευτυχία που είχαν στο παρελθόν ήταν αποτέλεσμα των ειδωλολατρικών τους
πράξεων! Οποίο θράσος!!! Ο προφήτης και πάλι επαναλαμβάνει τις απειλές του
εξηγώντας τους ότι η ειδωλολατρία δεν είναι μόνον προσωπική, αλλά και εθνική
αμαρτία. Πάσα δε αμαρτία επιφέρει θάνατο. Όλοι θα εξολοθρευτούν, πλην ολίγων
μόνο που θα διασωθούν.
Πράγματι, το 568 π.Χ ο Ναβουχοδονόσωρ εισήλθε νικητής στην Αίγυπτο
νικώντας κατά κράτος τον Φαραώ Άμαση.
Κεφάλαιο πεντηκοστό δεύτερο
Το τελευταίο αυτό κεφάλαιο είναι ένας ιστορικός επίλογος για να αποδείξει
την εκπλήρωση των προφητειών του Ιερεμίου κατά της Ιερουσαλήμ. Εκθέτει τα
γεγονότα εν συνόψει, καταλήγοντας όμως όχι με τις σύνηθες απειλές και
καταστροφολογίες, αλλά με μία ελπίδα χρηστού μέλλοντος παρακλήσεως και
παρηγοριάς.
ΘΡΗΝΟΙ ΙΕΡΕΜΙΟΥ
Οι “θρήνοι” του προφήτου Ιερεμία, είναι ένα ποίημα θρηνώδες, το οποίο αποτελείται
από πέντε ωδές, ένα κεφάλαιο η κάθε μία. Ως περιεχόμενό τους έχουν την
καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τον Ναβουχοδονόσωρ η οποία έγινε το 586 π.Χ.
Πολλά γεγονότα μέσα στο ποίημα επαναλαμβάνονται αλληλοσυμπληρώνοντας το
ένα το άλλο.
Το ποίημα αυτό δεν είναι προφητικό, διότι μόνον περιγράφει και δεν προλέγει
γεγονότα. Ο συγγραφέας είναι αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων που περιγράφει.
Σκοπός του είναι να οδηγήσει τους Ιουδαίους σε μετάνοια, αφού αναγνωρίσουν
πρώτα τις αμαρτίες τους. Θέλει να μεταβάλει τον πόνο σε προσευχή, να απομακρύνει
την ανθρώπινη καρδιά από την πνευματική ξηρότητα και αναισθησία που
προκαλούνται από την πολυχρόνιση των αμαρτιών. Ο συγγραφέας εν τέλει κλαίει,

291
και θέλει και οι ακροατές αυτού του ποιήματος να κλάψουν μαζί του.
Είναι λοιπόν εν παντί ωφέλιμο και ψυχοφελές το ποίημα του προφήτου πάντοτε
επίκαιρο εις τους ανά αιώνας αναγνώστες του.
ΕΠΙΣΤΟΛΗ ΙΕΡΕΜΙΟΥ
Εγράφη από τον Ιερεμία και απεστάλη στους αιχμάλωτους Ιουδαίους της
Βαβυλώνας. Ο συγγραφέας προειδοποιεί τους συμπατριώτες του, ότι η αιχμαλωσία η
οποία συμβαίνει σ’ αυτούς γίνεται για παιδαγωγικούς λόγους εξαιτίας των αμαρτιών
τους θα διαρκέσει εβδομήντα χρόνια δηλαδή επτά γενναίες. Στα χρόνια αυτά οι
ισραηλίτες πρέπει να έρθουν σε μετάνοια να αποτινάξουν από την ζωή τους την
λατρεία των ειδώλων, η οποία είναι όχι μόνο βλαβερή και ακάθαρτη αλλά κυρίως
ανούσια, διότι τα είδωλα είναι ανίκανα και τιποτένια και προπαντός αναίσθητα
ξόανα που ούτε ακούν, ούτε και βλέπουν και συνεπώς δεν μπορούν όχι μόνο τους
άλλους να βοηθήσουν, αλλά ούτε και τους εαυτούς τους να σώσουν η έστω να
μετακινήσουν από την θέση τους.

592-570 π.Χ ΙΕΖΕΚΙΗΛ


Πρόλογος
Το όνομά του σημαίνει Θεός ισχυρός. Ήταν υιός του Βουζεί και ανήκε σε
ιερατική οικογένεια. Ήταν σύγχρονος του Ιερεμία, έδρασε και πέθανε στην
Βαβυλώνα. Δύο ήταν οι μεγάλοι σταθμοί στη ζωή του προφήτη. Πρώτος κατά το
έτος 597 π.Χ όταν απήχθη αιχμάλωτος μαζί με χιλιάδες συμπατριώτες του στην
Βαβυλώνα και δεύτερος το 586 π.Χ όταν καταστράφηκε η Ιερουσαλήμ.
Σε ηλικία τριάντα ετών εκλήθη στο προφητικό αξίωμα 592 π.Χ το οποίο
΄΄ασκησε μέχρι το 570 π.Χ. Ήταν έγγαμος, η γυναίκα του πέθανε κατά την ημέρα
καταλήψεως της Ιερουσαλήμ. Δεν υπάρχουν άλλες πληροφορίες για την ζωή του
παρά μόνον ότι πέθανε στην Βαβυλώνα. Η μνήμη του εορτάζεται στις 23 Ιουλίου.
Κεφάλαιο πρώτο
Ο Θεός εμφανίζεται στον Ιεζεκιήλ με θαυμαστό τρόπο. Ανεμοστρόβιλος,
σκοτεινό νέφος και πυρ ως σύμβολα της Θείας παρουσίας εμφανίζονται στον
προφήτη κατά το τριακοστό έτος της ηλικίας του. Πρώτα ο προφήτης βλέπει και
περιγράφει τέσσερα ανθρώπινα ομοιώματα (τα αποκαλεί ομοιώματα, διότι τα
υπερκόσμια είναι ανέκφραστα), τα οποία έχουν τέσσερις πτέρυγες, εκ των οποίων οι
δύο μπροστινοί καλύπτουν το μπροστινό μέρος του προσώπου τους, ενώ οι άλλες
δύο εκτείνονται προς τα πίσω. Κάθε Χερουβείμ (περί αυτών πρόκειται) έχει τέσσερα
πρόσωπα (τέσσερα πρόσωπα σε μία κεφαλή και όχι τέσσερις κεφαλές) όμοια με
πρόσωπο ανθρώπου (βασιλεύς της φύσεως) , μόσχου (αντιπρόσωπος των ήρεμων
ζώων), λέοντος (αντιπρόσωπος των άγριων ζώων) και αετού (αντιπρόσωπος των
πτηνών) βλέποντας προς τις τέσσερις διευθύνσεις του ορίζοντα, δεικνύοντας έτσι ότι
ο Θεός διά των οργάνων του επισκοπή επί του παντός. Τα ζώα αυτά είναι
ζωγραφισμένα και στους τέσσερις ευαγγελιστές. Ο άνθρωπος στον Ματθαίο για να
δειχθεί ότι αυτός εκθέτει το ανθρώπινο του Θεού, ο αετός στον Ιωάννη για να δειχθεί
το θείον του Λυτρωτού, ο λέων στον Μάρκο για να δειχθεί η μεγαλειότητα του
Κυρίου, ο Λουκάς ως μοσχάρι για να δειχθεί η θυσία του Κυρίου.
Ο προφήτης παρακάτω περιγράφει: Κάθε χερουβείμ είχε δύο χέρια και σκέλη
άνευ αρμών, αλλά στρόγγυλα. (με αυτόν τον τρόπο δεικνύεται ότι οι άγγελοι στον
ουρανό δεν παντρεύονται, δεν έχουν σαρκικές επιθυμίες). Διέθεταν όχημα με
τροχούς τους οποίους τα χερουβείμ με τα σκέλη κινούσαν. Το ουράνιο αυτό άρμα
κινούνταν προς όλες τις διευθύνσεις χωρίς να χρειάζεται η κλήση των τροχών. Ο
Θεός με την παρουσία των Χερουβείμ μας δείχνει ότι τα πάντα βρίσκονται υπό την
στενή παρακολούθηση του Κυρίου. Επομένως η αληθινή ευτυχία ή δυστυχία κάθε

292
έθνους δεν είναι τυχαίο γεγονός, αλλά ανήκει στον πνευματικό κόσμο. Ο Θεός
επίσης θέλει να μας δείξει ότι δεν βρίσκεται μέσα μόνον κλεισμένος στον ναό, ούτε
περιορίζεται η δράση Του σε έναν μόνον λαό, αλλά η κυριαρχία Του εκτείνεται σε
όλο τον κόσμο.
Επί των Χερουβείμ υπήρχε στερέωμα του ουρανού όμοιο με κρύσταλλο και
επί του στερεώματος τούτου μορφή ανθρώπου καθημένου εν θρόνω, ο οποίος
φεγγοβολούσε με λάμψη ουράνιου τόξου. Το στερέωμα αυτό κανείς δεν μπορούσε
να υπερβεί, ο Θεός όμως διά της αγάπης Του μπορεί να κατέλθει ανά πάσα στιγμή
προς τα δημιουργήματά Του. Το ουράνιο αυτό όχημα διατάχθηκε από τον Θεό
αιφνιδιαστικά να σταματήσει μπροστά στον Ιεζεκιήλ. Πλέον ο προφήτης αυτά που
έβλεπε από μακριά τώρα τα βλέπει από κοντά, και διά μέσου του ουράνιου αυτού
άρματος μπορεί να διακρίνει και να περιγράψει τον θρόνο του Θεού. Πάνω στον
θρόνο αυτό κάθονταν κάποιος με ανθρώπινη μορφή (ενανθρώπιση του Θεού). Άρα ο
καθήμενος επί του θρόνου είναι ο Χριστός. Αναγκαίο είναι να τονίσουμε ότι ο
Ιεζεκιήλ δεν είδε την Θεία δόξα, αλλά ομοίωμα αυτής. Αυτό το όραμα το είδε ο
προφήτης με τις εσωτερικές και όχι τις εξωτερικές του αισθήσεις.
Κεφάλαιο δεύτερο
Ο Ιεζεκιήλ προσκαλείται στο προφητικό αξίωμα. Αισθάνθηκε αιφνιδίως να
καταλαμβάνεται από Θεία δύναμη. Ήταν απαραίτητο να ενισχυθεί ο προφήτης για
το έργο του, διότι επρόκειτο να αποσταλλεί σε δύσκολο και απειθή λαό. Τα
παθήματα των προγόνων τους δεν έγιναν σ’ αυτούς μάθημα, αλλά συνήθεια. Παρόλα
αυτά όμως ο λαός αυτός πρέπει να καταλάβει ότι διά μέσου του Ιεζεκιήλ μιλά σ’
αυτούς ο Θεός. Ίσως λοιπόν ακούγοντας μετανοήσουν.
Ακολουθεί η χειροτονία του προφήτη: «Επρόσεξα και να! Είδα χείρα
ηπλωμένη προς εμέ κρατούσαν εν ειλατήριον». Το χέρι του Θεού που με παρόμοιο
τρόπο άγγιξε το στόμα του Ιερεμία, δίδει τώρα στον Ιεζεκιήλ ένα βιβλίο για να
καταπιεί. Με αυτόν τον τρόπο δηλώνεται πως ο προφήτης πρέπει να καταπιεί το
λόγο του Θεού, ώστε ο Θεός να ομιλεί από μέσα του. Το περιεχόμενο αυτού του
βιβλίου ήταν θρήνοι και δυστυχίες σε ποιητική μορφή.
Κεφάλαιο τρίτο
Ο προφήτης συγκατατίθεται στο θέλημα του Θεού και καταπίνει το βιβλίο
που του δίδεται. Πρέπει να αφομοιώσει πλήρως το περιεχόμενο αυτού. Αν και το
περιεχόμενο ήταν θρήνοι και φρικτά «ουαί», εν τούτοις είχαν ευχάριστη και γλυκιά
γεύση σαν μέλι, διότι αυτά ήταν λόγια του Θεού. Το να κληθεί κανείς στο προφητικό
αξίωμα είναι μεγάλη τιμή, έτσι οι δυσκολίες δεν αποθαρρύνουν αλλά αντιθέτως
δίνουν χαρά στον κληθέντα.
Οι Ιουδαίοι στους οποίος αποστέλλεται ο προφήτης είναι χειρότεροι των
εθνικών και των ειδωλολατρών, διότι αυτοί αν καλούνταν από τον Θεό θα
μετανοούσαν. Το ερώτημα είναι γιατί τότε ο Θεός δεν κάλεσε τα έθνη αλλά τους
Ιουδαίους; Αυτό είναι το μυστήριο της δωρεάς του Θεού.
Ο προφήτης οπλίζεται από τον Κύριο με άκαμπτο φρόνημα. Κανείς και
τίποτα δεν μπορεί να τον αποθαρρύνει από το να εκτελέσει μέχρι τέλους το έργο του.
Στη συνέχεια ο προφήτης εγκαταλείπει τον τόπο στον οποίο αρχικώς εκλήθη,
και οδηγείται από το Πνεύμα του Θεού δι’ αέρος και ιπτάμενος (!) στην περιοχή Τελ
Αβίβ. Εκεί θα συναναστραφεί με τους συμπατριώτες του για επτά μέρες. Θα
αναλάβει την ευθύνη για κάθε ψυχή ξεχωριστά, αναλαμβάνει να οδηγήσει το
πλανεμένο και δυσκολοκυβέρνητο αυτό λαό σε μετάνοια.
Για τον λόγο αυτό και με αυτό το φοβερό βάρος ευθύνης ο Ιεζεκιήλ πρέπει
νύχτα και ημέρα να παροτρύνει τους συμπατριώτες του δίχως να φοβηθεί, να
απομακρυνθούν από τον παράνομο τρόπο της ζωής τους.

293
Ο προφήτης ξεκινά το έργο του όχι με λόγια, αλλά με μία συμβολική πράξη.
Μένει έγκλειστος, σιωπηλός και δεμένος μέσα στο σπίτι του. Αντί να μεταβεί αυτός
προς τον λαό να κηρύξει και κανείς να μην τον ακούει, αναγκάζει τον λαό να έρχεται
στο σπίτι του και να τον ρωτούν. Ο προφήτης θα παραμείνει σιωπηλός και σ’ αυτή
την κατάσταση μέχρι να καταστραφεί η Ιερουσαλήμ.
Κεφάλαιο τέταρτο
Ο προφήτης διατάσσεται να χαράξει σε μία πέτρα την λέξη «Ιερουσαλήμ»
και να την κάνει να φαίνεται σαν μια πόλη που τελεί υπό πολιορκία. Στη συνέχεια
παίρνει σιδερένιο τηγάνι και το τοποθετεί μεταξύ αυτού και της πόλεως. Με την
πράξη αυτή ο Ιεζεκιήλ θέλει να δείξει στους συμπατριώτες του ότι η πολιορκία της
Ιερουσαλήμ είναι βέβαιο γεγονός και ότι δεν υπάρχει διαφυγή των πολιορκημένων.
(σιδηρούν τείχος)
Στη συνέχεια ο προφήτης διατάσσεται από τον Θεό να ξαπλώσει στο πλευρό
του το αριστερό για εκατόν πενήντα μέρες το οποίο συμβολίζει το βασίλειο του
Ισραήλ. 150 έτη δηλαδή θα διαρκέσει η αιχμαλωσία του βασιλείου του Ισραήλ. 40
χρόνια διήρκησε η ταυτόχρονη αιχμαλωσία και των δύο βασιλείων. Από το 722-586
π.Χ διήρκησε η Ασσυριακή κατοχή στην περιοχή του Ισραήλ, στρογγυλά 150
χρόνια. Στη δε δεξιά πλευρά του, συμβολίζει το βασίλειο του Ιούδα έλαβε εντολή
παρά του Θεού ο προφήτης να πλαγιάσει 40 μέρες, δηλαδή 40 χρόνια από την
καταστροφή της Ιερουσαλήμ μέχρι της επανόδου των ισραηλιτών. (586-538 π.Χ).
Κατά το διάστημα αυτό ο προφήτης τρέφεται με ελάχιστη τροφή κατωτέρας
ποιότητας και απαγορευμένης από τον νόμο του Θεού και πίνει ελάχιστο νερό,
πράγμα που συμβολίζει την πείνα και την ανέχεια που θα ξεσπάσει μετ’ ολίγον στην
Ιερουσαλήμ. Οι Ισραηλίτες τελικά θα βρεθούν αιχμάλωτοι στα έθνη απ’ όπου θα
αναγκαστούν να τραφούν με ακάθαρτες νομικώς τροφές.
Στη συνέχεια ο προφήτης διατάσσεται να χρησιμοποιήσει στο διάστημα της
απομόνωσής του ως καύσιμη ύλη ανθρώπινα περιττώματα, πράγμα ακάθαρτο και
βδελυρό από τον Μωσαϊκό νόμο. Με τον τρόπο αυτό ο Θεός θέλει να δείξει το πόσο
μόλυναν οι ισραηλίτες τον ναό του Θεού με την λατρεία των ειδώλων. Ο προφήτης
όμως προσεκτικός τηρητής του νόμου εκδηλώνει την άρνησή του να χρησιμοποιήσει
τα ανθρώπινα περιττώματα για καύσιμη ύλη. Ο Θεός συγκατανεύει και δίδει σ’
αυτόν αντί των ανθρωπίνων, περιττώματα βοών.
Κεφάλαιο πέμπτο
Ο προφήτης διατάσσεται από τον Θεό να περάσει με κοφτερό ξυράφι το
τριχωτό της κεφαλής του. Αυτή η πράξη συμβολίζει την καταστροφή που θα
επιφέρουν στην Ιουδαία οι Βαβυλώνιοι. Ο Ιεζεκιήλ ως ιερεύς ήταν απαγορευμένο να
ξυρίσει μαλλιά και γένια, προβαίνει όμως σ’ αυτή την ατίμωση για να δείξει με
αλληγορικό τρόπο το πώς θα ατιμασθούν εντός ολίγου Ιουδαίοι και Ισραηλίτες.
Στη συνέχεια χωρίζει τις ξυρισμένες τρίχες σε τρία μέρη. (ή σε τέσσερα κατά
τους Ο΄) Το ένα τρίτο το καίει θέλοντας να πει ότι το 1/3 των κατοίκων της
Ιερουσαλήμ θα τελειωθούν από πείνα και λοιμό κατά την πολιορκία. Άλλο 1/3 το
καίει συμβολίζοντας τους κατοίκους της Ιερουσαλήμ που θα πεθάνουν διά ρομφαίας.
Το δε τελευταίο διατάσσεται ο προφήτης να διασκορπίσει στον αέρα συμβολίζοντας
την εξορία και την αιχμαλωσία των υπόλοιπων ισραηλιτών. Από το τελευταίο
τμήμα των τριχών ο Θεός ζητά από τον Ιεζεκιήλ να πάρει λίγες τρίχες και να τις
τυλίξει με το ένδυμά του. Αυτό συμβολίζει το ελάχιστον διασωθέν ευλογημένο από
τον Θεό μεσσιανικό υπόλοιπο από το οποίο θα εξέλθει και ο Μεσσία Χριστός.
Κεφάλαιο έκτο
Οι ισραηλίτες επιδίδονταν με μανία στην ειδωλολατρία. Τα βουνά, τα δάση
και κάθε τόπος που λατρεύονταν τα μυσαρά είδωλα θα καταστραφούν. Μαζί όμως

294
με τα είδωλα θα καταστραφούν και οι ειδωλολάτρες εκτός από μια μερίδα εξ’ αυτών
που θα οδηγηθεί στην αιχμαλωσία. Θα έρθει κάποια μέρα που αυτοί θα μετανοήσουν
και τότε Θεία δυνάμη θα επιστρέψουν και πάλι πίσω στην πατρίδα τους. Ο προφήτης
εγκρίνει αυτά που επρόκειτο να συμβούν, όχι γιατί χαίρεται για την καταστροφή της
Ιερουσαλήμ, αλλά για την επιβολή της Θείας δικαιοσύνης. Μόνο με αυτόν τον τρόπο
το Ισραήλ θα εξιλεωθεί από τις πολλές αμαρτίες του.
Κεφάλαιο έβδομο
Οι Ιουδαίοι δεν ήθελαν να ακούσουν καθόλου για καταστροφές και
πολέμους, είχαν στηριχθεί πλήρως στους ψευδοπροφήτες που μέχρι τούδε τους
υπόσχονταν ειρήνη και ευημερία. Γι’ αυτό ο Θεός επαναλαμβάνει διά μέσου του
προφήτου πολύ παραστατικά ότι «το τέλος έρχεται»! Μάταια πλέον είναι τα χρήματα
και τα κοσμήματα, μάταιη κάθε μορφής αντίσταση, τα πάντα θα βεβηλωθούν ακόμη
και ο ναός του Θεού. Όταν τα προφητευμένα γεγονότα θα εκπληρωθούν ,τότε ο
λαός θα κατανοήσει ότι όχι ο εχθρός, αλλά ο Κύριος τους κατέστρεψε. Μερικοί θα
καταφύγουν τότε στους προφήτες για να τους πουν αν ο Θεός επέμβει για να σώσει
τον λαό Του. Όμως και οι προφήτες και οι ιερείς και οι πρεσβύτεροι και οι γέροντες
του Ιουδαϊκού λαού θα σιωπούν. Τότε οι Ιουδαίοι θα κατανοήσουν ότι πλέον δεν θα
έχουν καμιάς είδους καθοδήγηση, ούτε εξ’ ουρανού, ούτε επί της γης.
Κεφάλαιο όγδοο
Τον Αύγουστο του 592 π.Χ, έξι χρόνια μετά έναρξη της αιχμαλωσίας, ο
Ιεζεκιήλ είδε ένα όραμα: Δεν είδε, αλλά αισθάνθηκε ένα χέρι το οποίο τον έπιασε
από την κόμη της κεφαλής και τον μετέφερε στην Ιερουσαλήμ. Στην πραγματικότητα
δεν μεταφέρθηκε σωματικώς, αλλά ψυχικώς. Η ψυχή λοιπόν του προφήτη βλέπει
εκεί την μεγάλη πνευματική κατάπτωση των συμπατριωτών του. Άλλοι λάτρευαν τον
θεό του εμπορίου, άλλοι την Αστάρτη, άλλοι τον Βάαλ, άλλοι ζωγραφισμένα ζώα
στους τοίχους.
Για την ειδωλομανία τους αυτή οι Ισραηλίτες αντί να ντρέπονταν
δικαιολογούνταν λέγοντας: «Ο Κύριος δεν μας προσέχει, ο Κύριος έχει εγκαταλείψει
τη χώρα του και γι’ αυτό καταφεύγουμε σε ξένους θεούς».
Θα νόμιζε κανείς ότι τουλάχιστον οι ιερείς θα παρέμεναν στέρεοι στην πίστη
τους στον Θεό. Ο προφήτης όμως τοποθετήθηκε από την χείρ Κυρίου μεταξύ του
Νάρθηκα και του θυσιαστηρίου των ολοκαυτωμάτων, δηλαδή θέση ιεροτάτη. Από
κει είδε τους ιερείς με στραμμένα τα οπίσθιά τους προς τον ναό του Κυρίου,
προσκυνούντες τον ήλιο…
Κεφάλαιο ένατο
Ο Κύριος με δυνατή φωνή εκφωνεί τις απειλές Του των οποίων αυτήκοος
μάρτυς είναι ο Ιεζεκιήλ: Έξι άγγελοι με μορφή ανθρώπου οι οποίοι συμβολίζουν
τους έξι στρατηγούς των Βαβυλωνίων διατάσσονται από τον Θεό να χτυπήσουν τους
ένοχους Ιουδαίους οι οποίοι μόλυναν τον εαυτό τους με την ειδωλολατρία.
Τιμωρός είναι ο Ίδιος ο Θεός. Ο προφήτης τον βλέπει να αφήνει προς στιγμή
τον επουράνιο χερουβικό του θρόνο και κατέρχεται στο εσωτερικό του ναού της
Ιερουσαλήμ απ’ όπου διατάσσει την τιμωρητική απόφασή Του.
Ποιοι μπορούν να διαφύγουν της οργής του Κυρίου; Μόνο αυτοί που
νωρίτερα στέναξαν κατά της μυσαρής ειδωλολατρίας. Αυτοί σημαδεύτηκαν ένας
έκαστος ξεχωριστά με σημάδι σωτηρίας από τον Θεό ο Οποίος δι’ αυτού του τρόπου
δείχνει και σε μας πόσο επιμελείται για την σωτηρία μας.
Κανείς ένοχος δεν θα γλιτώσει είτε είναι ιερεύς , είτε πρεσβύτερος, είτε νέος,
είτε άνδρας ή γυναίκα. Πρώτοι όμως απ΄όλους θα τιμωρηθούν οι ιερείς οι οποίοι
διέπραξαν και τις βαρύτερες αμαρτίες μολύνοντας με την λατρεία των ειδώλων τον
ναό του Θεού.

295
Κεφάλαιο δέκατο
Με πύρινα κάρβουνα από τους τροχούς του άρματος των Χερουβείμ θα καεί
η μεγάλη πόλη της Ιερουσαλήμ. Το άρμα αυτό περιγράφεται αναλυτικά από τον
προφήτη. Όχι μόνο τα Χερουβείμ, αλλά και το άρμα με τους τροχούς του είναι
πλήρη οφθαλμών. Με αυτό τον τρόπο ο Θεός μας δείχνει ότι τίποτα δεν μπορεί να
κρυφτεί από Κείνον. Ούτε λάθος, ούτε αδικία παρά τω Θεώ υπάρχει όταν Εκείνος
τιμωρεί τους ενόχους.
Ο προφήτης με την διεισδυτική ματιά του βλέπει την Ιερουσαλήμ και τον ναό
της να καταστρέφεται, όμως ακόμη και την ώρα της πυρπόλησης των πάντων, η
αυλή του ναού εμφανίζεται να είναι πλήρης λάμψεως της Θείας δόξης. Δηλαδή αν
και ο ναός θα καταστραφεί η Θεία δόξα ουδόλως θα μειωθεί.
Η λάμψη αυτή κάποια στιγμή σβήνει. Ο προφήτης βλέπει τα Χερουβείμ να
πετούν μακριά από τον ναό. Ο ίδιος ο Κύριος ανεβαίνει κι Αυτός στο άρμα Του και
αναχωρεί. Με την πράξη αυτή ο Θεός δεικνύει την εγκατάλειψη του ναού και του
λαού Του εξαιτίας του πλήθους των αμαρτιών και την αμετανοησίας που
επικρατούσε.
Κεφάλαιο ενδέκατο
Ο Ιεζεκιήλ μεταφέρεται στην εξωτερική ανατολική πύλη του ναού και βλέπει
δι οράματος εικοσιπέντε επίσημους άνδρες της πόλεως. Διαπιστώνει ότι αυτοί
αποκοιμίζουν τους συμπολίτες τους υποσχόμενοι ψευδή ασφάλεια.
Σύντομα όμως τα γεγονότα τους διαψεύδουν. Αντί να προστατευτούν όπως
νόμιζαν από τα ψηλά τείχη της πόλεως περνούν εν στόματι μαχαίρας. Θυμίζουμε, ότι
το 597 π.Χ ο Ναβουχοδονόσωρ επήλθε κατά της Ιερουσαλήμ την κατέλαβε και
μερικώς κατέστρεψε τα τείχη της πόλεως. Οι Ιουδαίοι επιδιόρθωσαν τις ζημιές και
πίστευαν στηριζόμενοι στην οχύρωση της πόλεως ότι θα αντισταθούν με επιτυχία
στη επίθεση των Βαβυλωνίων.
Όμως ο προφήτης με την διεισδυτική ματιά του βλέπει και αναφωνεί:
«Αλίμονο- αλίμονο! Κύριε! Θα καταστρέψεις τελείως τους εναπολειφθέντες
ισραηλίτες;». Ο Ιεζεκιήλ βρίσκεται σε απόγνωση διότι βλέπει τους ισραηλίτες που
παρέμειναν στην Ιερουσαλήμ να θανατώνονται από τους Βαβυλώνιους. Οι κάτοικοι
της Ιερουσαλήμ οι οποίοι δεν οδηγήθηκαν στην αιχμαλωσία κατά το 597 π.Χ
νόμιζαν ότι ήταν προνομιούχοι από το Θεό. Τώρα όμως ο Ιεζεκιήλ τους βλέπει να
θανατώνονται. Ο Θεόςκαθησυχάζει τον προφήτη, λέγοντάς του ότι οι εξόριστοι
Ιουδαίοι και όχι οι εναπομείνατες θα αποτελέσουν τον πυρήνα του νέου Ισραήλ.
Ο Κύριος στο τέλος του οράματος εγκαταλείπει την Ιερουσαλήμ. Στο
προηγούμενο κεφάλαιο είδαμε ότι εγκατέλειψε τον ναό. Πριν εγκαταλείψει οριστικά
την Ιερουσαλήμ κάνει μία στάση στο όρος των ελαιών. Θυμόμαστε ότι από το ίδιο
όρος ο Ιησούς Χριστός προφητεύει την καταστροφή της Ιερουσαλήμ και από το ίδιο
όρος ανελήφθη στον ουρανό.
Κεφάλαιο δωδέκατο
Επειδή οι Ιουδαίοι δεν έδωσαν βάση στα λόγια του Ιεζεκιήλ. Λαμβάνει τώρα
ο προφήτης εκ νέου εντολή να αναγγείλει διά συμβολικών πράξεων την τύχη η
οποία αναμένει τον πληθυσμό ο οποίος εναπέμεινε. Εν πρώτοις κάνει ότι κάνει ένας
ταξιδιώτης, ανοίγει μια πλευρά του οίκου του για να αναχωρήσει από κει
φορτωμένος με τις αποσκευές του. Με αυτό τον τρόπο θα οδηγηθούν στην εξορία οι
κάτοικοι της Ιερουσαλήμ. Ο βασιλιά τους μάταια θα προσπαθήσει να σωθεί
ανοίγοντας μία ρωγμή στον τοίχο κατά την νύχτα. Ο Ιεζεκιήλ κατόπιν υποχρεούται
να φάει και να πιει με αγωνιώδη τρόπο για να δείξει την κατάπληξη η οποία θα
βασιλεύει στην Ιερουσαλήμ και σε όλη την Ιουδαία με την εισβολή του
Ναβουχοδονόσωρ.

296
Κεφάλαιο δέκατο τρίτο
Πολλοί ήταν οι ψευδοπροφήτες οι οποίοι για προσωπικό όφελος
εξαπατούσαν τον ισραηλιτικό λαό. Οι προφητείες τους δεν προέρχονταν από τον Θεό
και ως εκ τούτου δεν ήταν αληθινές.
Όταν εισήλθαν οι Χαλδαίοι στην Ιερουσαλήμ τότε αποκαλύφθηκε η απάτη
τους. Διότι μέχρι εκείνη την ώρα υπόσχονταν ευημερία, ειρήνη και ασφάλεια
φιμώνοντας συστηματικά τις αληθινές προρρήσεις των απεσταλμένων του Θεού.
Ο Κύριος δεν θα τους αφήσει ατιμώρητους. Θα τους αφανίσει από προσώπου
Του. οι περισσότεροι εξ’ αυτών θα πεθάνουν από το μαχαίρι των εισβολέων και όσοι
γλιτώσουν και οδηγηθούν στην αιχμαλωσία, δεν θα επαναπατριστούν ξανά, αλλά θα
πεθάνουν με φρικτό τρόπο στην εξορία.
Δεν υπήρχαν όμως μόνο άνδρες ψευδοπροφήτες, αλλά και μάγισσες γυναίκες.
Αυτές απειλούσαν με θάνατο όποιον δίκαιο άνθρωπο αρνούνταν να υπακούσει σ’
αυτές και τα ξόρκια τους. Το ερώτημα είναι το πώς αυτές οι μάγισσες γίνονταν
πιστευτές από τον κόσμο. Απλούστατα, μέσα στις μαγείες τους επικαλούνταν το
όνομα του Θεού λέγοντας πως απ’ Αυτόν έπαιρναν τις υποτιθέμενες μαντικές
δυνάμεις τους.
Κεφάλαιο δέκατο τέταρτο
Οι ψευδοπροφήτες για να πείσουν και να παραπλανήσουν τον λαό
προσέγγισαν με πονηρό σκοπό τον Ιεζεκιήλ. Ο προφήτης όμως αρνήθηκε να
ενσωματωθεί στην απάτη τους και τους προειδοποίησε για τον επερχόμενο αφανισμό
τους.
Γιατί όμως ο Θεός δεν έσωσε τους ισραηλίτες από τον αφανισμό χάρη αυτού
του αγίου ανθρώπου; (εννοούμε τον Ιεζεκιήλ ο οποίος προσεύχονταν υπέρ των
συμπατριωτών του)- Θυμηθείτε ότι ο Νώε δεν κατάφερε να σώσει τους
συμπατριώτες του από τον κατακλυσμό, ούτε ο Δανιήλ τους ομοεθνείς του από την
εξορία, αλλά ούτε και ο Ιώβ έσωσε τα ίδια τα παιδιά του από τον θάνατο. Όμως,
αυτοί οι άνδρες σώθηκαν μεμονωμένα.
Κεφάλαιο δέκατο πέμπτο
Άμπελος που δεν καρποφορεί είναι πλέον άχρηστη. Η μόνη χρησιμότητά της
είναι να καεί ως καυσόξυλο. Έτσι και το Ισραήλ ανάξιο φάνηκε ανά την πορεία των
αιώνων και γι’ αυτό πρέπει να καταστραφεί.
Το Ισραήλ παρομοιάζεται ως άμπελος διότι από τη φύση του αυτό το φυτό
μειονεκτεί έναντι άλλων δυνατών και ισχυρών δέντρων. Έχει όμως την δυνατότητα
της αναρρίχησης, έτσι μπορεί να σκαρφαλώσει πάνω από τα δέντρα και να κρεμάσει
πάνω σ’ αυτά τους καρπούς του. Στην αντίθετη όμως περίπτωση που δεν θα
προοδεύσει, τότε σε τι πλέον χρησιμεύει; Ούτε για βέργα δεν χρησιμεύει αν κοπεί. Ο
Κύριος θέλει να πει με όλα αυτά, ότι το Ισραήλ μεν μειονεκτούσε έναντι των άλλων
δυνατών εθνών της εποχής. Οι Βαβυλώνιοι, οι Αιγύπτιοι, οι Έλληνες υπερτερούσαν
και σε πολιτισμό και σε τέχνες. Το μόνο πλεονέκτημα των ισραηλιτών ήταν ότι
κρατούσαν την αλήθεια του λόγου του Θεού. Αν λοιπόν και σ’ αυτόν τον τομέα
φάνηκαν ανεπαρκείς τότε πια τι αξία τους απέμεινε;
Το μόνο που θα παραμείνει από το ισραηλιτικό έθνος θα είναι ο κεντρικός
κορμός από τον οποίο θα εξέλθει ο Μεσσίας.
Κεφάλαιο δέκατο έκτο
Ο Θεός εξέλεξε τον ισραηλιτικό λαό και την Ιερουσαλήμ χωρίς να υπάρχει
κάποιος ιδιαίτερος λόγος. Με τι ομοίαζε το Ισραήλ; Με ένα ανήμπορο βρέφος
έκθετο σε κινδύνους το οποίο κανείς δεν θέλησε να περιθάλψει. Ο Κύριος όμως
αποφάσισε να το σώσει. Πως; Απελευθερώνοντας το έθνος αυτό από την Αιγυπτιακή
κατοχή. Η αιχμαλωσία των ισραηλιτών στους Αιγυπτίους είχε παιδαγωγικό

297
χαρακτήρα, αφού μέσα σ’ αυτήν την περίοδο το βρέφος Ισραήλ ωρίμασε και
εξελίχθηκε σε νεαρή παρθένο. Η παρθένος όμως αυτή παρέμενε γυμνή, διότι δεν είχε
ενδυθεί ακόμη με τον θείο νόμο.
Έτσι ο Κύριος αποφάσισε ωσάν γαμπρός να νυμφευθεί την νεαρή αυτή
παρθένο, την ένδυσε με την εν Σινά Διαθήκη Του. την έκανε βασιλοπούλα
κοσμώντας την με λαμπρά ενδύματα και κοσμήματα. Η εποχή αυτή αντιστοιχεί στην
εποχή του Σολομώντα και του Δαυίδ.
Παρόλα αυτά η νύμφη αποδείχτηκε εντελώς αχάριστη και άπιστη. Απάτησε
τον σύζυγό της ενδύοντας σε ειδωλολατρικά έθνη. Συμπεριφέρθηκε σαν πόρνη η
οποία χρησιμοποιεί όλες τις δυνάμεις της για να προσελκύσει πελάτες. Με άλλα
λόγια, οι ισραηλίτες αποδείχτηκαν ασεβέστεροι και των ειδωλολατρών διότι εκείνοι
τουλάχιστον δεν παρέλαβαν τον νόμο του Θεού.
Τόσο πολύ αμάρτησαν ώστε ο Κύριος παρομοιάζει το Ισραήλ με πόρνη η
οποία αντί να πληρώνεται, πληρώνει τους εραστές της. Οποίος εξευτελισμός και
κατάντια…
Η τιμωρία λοιπόν που τους αρμόζει θα πρέπει να είναι άμεση και σκληρή. Θα
τιμωρηθεί από τους ίδιους τους εραστές της αυτή η πόρνη. Δηλαδή τους Αιγυπτίους,
τους Ασσυρίους και τους Βαβυλώνιους με τους οποίους συνευρέθηκε λατρεύοντας
εκείνων τα είδωλα.
Ο στρατός των βαβυλωνίων παρουσιάζεται σαν ομάδα ισραηλιτών που
λιθοβολεί μια πόρνη γυναίκα.
Αλλοίμονο: Οι Σαμαρίτες και οι Σοδομίτες φάνηκαν πιο άξιοι από τους
ισραηλίτες. Γι’ αυτό θα υπάρξει γι΄αυτούς κοινή αποκατάσταση με όλα τα έθνη όταν
δεχτούν την Καινή Διαθήκη του Μεσσία του Χριστού.
Κεφάλαιο δέκατο έβδομο
Παραβολικά ο Κύριος μίλησε στον προφήτη και είπε: Μέγας αετός μεταφέρει
από το όρος του Λιβάνου στην Βαβυλώνα την κορυφή ενός κέδρου και την φυτεύει
σε εύφορο χώμα για να γίνει άμπελος καρποφόρος. Η άμπελος όμως αυτή στρέφεται
προς άλλον αετό. Ο πρώτος αετός την εκριζώνει και την ταπεινώνει.
Ο μεγάλος αετός συμβολίζει τον Ναβουχοδονόσωρα, οι μεγάλες πτέρυγές του
και το σώμα του συμβολίζουν την έκταση της αυτοκρατορίας του. Το όρος του
Λιβάνου συμβολίζει την Ιερουσαλήμ και ο κέδρος την βασιλική οικογένεια. Η
κορυφή του κέδρου παριστάνει τον οίκο Δαυίδ και τον βασιλέα Ιεχονία. Έτσι ο
Ιεχονίας μεταφέρθηκε στην Βαβυλώνα. Στην θέση του ως διοικητή της Ιουδαίας
διόρισε ο Ναβουχοδονόσωρ τον Σεδεκία ο οποίος ήταν Ιουδαίος και όχι εθνικός. Ο
Σεδεκίας έπρεπε να υπακούει στις διαταγές των Βαβυλωνίων και έτσι η Ιουδαία θα
ήταν ασφαλής. Όμως ο Ιουδαίος βασιλιάς στράφηκε προς τους Αιγυπτίους
ελπίζοντας ότι αυτοί θα τον βοηθούσαν προς τον σκοπό της απελευθερώσεως. Η
πράξη αυτή όμως του Σεδεκία αντιτίθετο προς την Θεία βούληση. Το αποτέλεσμα
αυτής της πράξης θα είναι η πλήρης καταστροφή, ο Σεδεκίας θα θανατωθεί, η δε
Ιουδαία θα λεηλατηθεί και ο ναός της Ιερουσαλήμ θα καταστραφεί.
Μετά απ’ αυτά ο Κύριος λέγει: «εγώ θα λάβω ένα κλάδο της κέδρου και
μάλιστα θα κόψω αυτόν εκ την κορυφής της καρδίας του κέδρου και θα φυτεύσω
αυτός εις όρος υψηλό… φυτευθείς ούτος ο κλάδος θα γίνει κέδρος, ο οποίος θα
πετάξει βλαστούς και θα καρποφορήσει και θα γίνει κέδρος μεγάλη. Κάτω ταύτης
θα αναπαύονται τα θηρία της γης και υπο την σκιά της θα αναπαύονται όλα τα πτηνά
του ουρανού και οι κλάδοι της θα εξαπλούνται». Ο Κύριος εδώ μιλά περί του
βασιλείου του Μεσσία. Η κορυφή της καρδιά του κέδρου είναι ο Μεσσίας, το όρος
το υψηλό είναι η Εκκλησία. Η Εκκλησία του Χριστού ως άλλος κέδρος θα απλώσει
τα κλαδιά του καταλαμβάνοντας όλο τον κόσμο. Όλα τα έθνη ωσάν άλλα πτηνά και

298
όρνεα θα αναπαυθούν υποκάτω των κλάδων του κέδρου.
Κεφάλαιο δέκατο όγδοο
Οι ιουδαίοι είχαν την πεποίθηση ότι τα τέκνα τιμωρούνται εξαιτίας των
αμαρτιών των γονέων τους. Ο Μωυσής άλλωστε είχε δηλώσει ότι τιμωρεί ο Θεός τα
τέκνα εξαιτίας των αμαρτιών των γονέων μέχρι τετάρτης γενεάς. Επομένως η
κατάληψη της Ιερουσαλήμ το 597 π.Χ από τους Βαβυλωνίους οφείλονταν έλεγαν οι
ιουδαίοι στις αμαρτίες των γονέων των. Έτσι δεν υπήρχε γι’ αυτούς σωτηρία άσχετα
αν αυτοί μετανοούσαν. Αποτέλεσμα αυτής της βλαβερής πεποίθησης ήταν η
αμετανοησία και η απελπισία. Γιατί όμως ο Μωυσής είχε πει κάτι τέτοιο; Εννοούσε
ότι αν οι απόγονοι δουν τις αμαρτίες των προγόνων τους και δεν μετανοήσουν θα
τιμωρηθούν και για τις αμαρτίες των προγόνων τους, διότι είδαν την τιμωρία και δεν
μετανόησαν. Και η εντολή εκείνη ασφαλώς δεν είχε σκοπό να οδηγήσει στην
μοιρολατρία αλλά στην μετάνοια. Ο Ιεζεκιήλ πολεμεί αυτήν την πεποίθηση
υποστηρίζοντας ότι έκαστος είναι υπεύθυνος για τις αμαρτίες του και ότι ο Θεός
είναι έτοιμος περισσότερο να συγχωρεί παρά να τιμωρεί. Τα τέκνα λοιπόν είναι
ελεύθερα από τις αμαρτίες των γονέων, έχουν όμως την προσωπική ευθύνη των
πράξεών τους.
Τι γίνεται όμως στην περίπτωση που κάποιος δίκαιος τιμωρείται εξαιτίας
των αμαρτιών των συμπατριωτών του; -Ότι για τους άλλους είναι τιμωρία, γι’ αυτούς
είναι ευλογία.
Ο Θεός εν τέλει καλεί πάντας εις μετάνοιαν: «Θέσατε μέσα σας καινούρια
καρδιά και καινούριο πνεύμα… Σας λέγω αυτά διότι δεν επιθυμώ τον θάνατο
εκείνου, ο οποίος αποθνήσκει εν αμαρτία».
Κεφάλαιο δέκατο ένατο
Ο Θεός μιλά στον Ιεζεκιήλ παραβολικά: Μία λέαινα είχε δύο σκύμνους, ο
ένας είναι ο Ιωάχαζ ο ο οποίος οδηγήθηκε στην Αίγυπτο και ο άλλος ο Ιεχονίας ο
οποίος οδηγήθηκε στη Βαβυλώνα. Ο Ιωακείμ δεν μνημονεύεται στην παραβολή
αυτή. Ο τρίτος άρχοντας της παραβολής είναι ο Σεδεκίας ο οποίος παριστάνεται με
την μορφή αμπέλου. Μέσα από την παραβολή βλέπουμε την εκρίζωση της φυλής
Ιούδα εξαιτίας των αμαρτιών της και την καταστροφή της Ιερουσαλήμ από τον
Ναβουχοδονόσωρ η οποία πραγματοποιήθηκε το 586 π.Χ.
Κεφάλαιο εικοστό
Τον Αύγουστο του 591 π.Χ οι πρεσβύτεροι του Ιούδα στην Βαβυλώνα
πλησίασαν τον Ιεζεκιήλ για να συμβουλευθούν απ’ αυτόν για το θέλημα του Θεού. Ο
προφήτης όμως τους είπε ότι είναι ανάξιοι για να τους απαντήσει ο Θεός διότι
εξακολουθούν να είναι κακοί όπως και οι πρόγονοί τους.
Ο Θεός πολλές φορές σκέφτηκε να καταστρέψει το ισραηλιτικό έθνος. Για
να μη θεωρηθεί όμως υπό των εθνών ότι δεν μπορεί να τους σώσει δεν το έκανε.
Οι Ισραηλίτες πάντοτε ήλκοντο προς την ειδωλολατρία. Ακόμη και στην
Αίγυπτο που βρίσκονταν ως αιχμάλωτοι ασκούσαν και εκεί την τοπική
ειδωλολατρία. Όταν ο Μωυσής τους ανήγγειλε την αποστολή του δεν υπήκουσαν.
Γιατί; Γιατί είχαν στην ουσία ενσωματωθεί στην Αιγυπτιακή κουλτούρα. Και όταν
τελικά βρέθηκαν στην έρημο του Σινά με την πρώτη ευκαιρία ταχύτατα επέστρεψαν
στην λατρεία του μόσχου.
Ο Θεός παρόλα αυτά έδωσε σ’ αυτούς τον νόμο Του. Έναν νόμο που αν
κάποιος άνθρωπος τον τηρήσει τότε θα ζήσει ευτυχισμένος επί της γης. Απέναντι
όμως στον νόμο αυτό πάντοτε ο ισραηλιτικός λαός φάνηκε αχάριστος πάντοτε
παρέβαινε τις εντολές του Κυρίου.
Για πιο λόγο τελικά πήγαν οι πρεσβύτεροι των Ιουδαίων στον Ιεζεκιήλ; Με
ανειλικρίνεια προσήλθαν· διότι την ίδια ώρα που ρωτούσαν τον Θεό, παράλληλα

299
προσέδιδαν προσφορές και θυσίες σε είδωλα! Να λοιπόν γιατί ο Θεός απαξιεί να
τους δώσει οποιαδήποτε απάντηση.
Η Παλαιά Διαθήκη έσπασε διά παντός εξαιτίας του πλήθους των αμαρτιών. Ο
Ιεζεκιήλ βλέπει ξεκάθαρα να έρχεται η Νέα μυστηριακή Διαθήκη του Θεού με ένα
μυστικό και ευλογημένο ποίμνιο. (Μεσσιανική εποχή).
Κεφάλαιο εικοστό πρώτο
Η μάχαιρα του Κυρίου ακονίζεται για να σφάξει πολλά θύματα. Αυτή η
μάχαιρα θα φέρει τον πανικό στους Ιουδαίους και ως εκ τούτου την αδυναμία πάσας
αντιστάσεως. Το όργανο του Θεού θα είναι ο Ναβουχοδονόσωρας, ο οποίος σύντομα
θα λεηλατήσει την Ιερουσαλήμ. Η σφαγή αυτή θα επιφέρει την Θεία δικαιοσύνη. Η
βασιλική διαδοχή της οικογένειας του Δαυίδ θα καταρρεύσει και θα αντικατασταθεί
τελικά απ’ αυτήν του Μεσσία.
Ο Κύριος δεν περιμένει τίποτα άλλο πλέον. Δίνει εντολή στον προφήτη να
χτυπήσει με κρότο δυνατό τα χέρια του δίνοντας έτσι το σύνθημα στον
Ναβουχοδονόσωρ να επέλθει. Και να επέλθει όχι μόνο μία φορά αλλά και δεύτερη
και Τρίτη. (608,598,586π.Χ οι τρεις του επελάσεις).
Ο προφήτης απευθύνεται με οξείες λέξεις προς τον βασιλέα Σεδεκία:
«Μολυσμένε, παράνομε αρχηγέ του ισραηλιτικού λαού και ο καιρός των αδικιών
σου τελειώνει»! Με την άλωση της Ιερουσαλήμ θα λήξει και βασιλεία του: «Την
πολλήν αδικία της πρώτης βασιλείας, της Ιουδαϊκής, θα επιφέρω κατά της κεφαλής
της και δεν θα υπάρχει ως βασιλεία παρά μέχρις ότου έλθει Εκείνος, εις τον οποίο
ανήκουν τα πάντα, ο Μεσσίας, και εις αυτόν θα την παραδώσω».

Κεφάλαιο εικοστό δεύτερο


Η αγία πόλις Ιερουσαλήμ ονομάζεται πόλις αίματος λόγω των πολλών
κακουργημάτων: Καταδυνάστευση λαού υπό των αρχηγών, ειδωλολατρία,
σεξουαλικές παρεκτροπές, περιφρόνηση γονέων, συκοφαντίες, τοκογλυφίες,
παράβαση Σαββάτου.
Όλες αυτές οι αμαρτίες θα είναι και η αιτία της καταστροφής της. Η
Ιερουσαλήμ διά των περικυκλούντων αυτής στρατευμάτων θα γίνει χωνευτήριο,
μέσα στο οποίο το καθαρό μέταλλο θα χωριστεί από τη σκουριά που το διακατέχει.
Με αυτό τον καθαρτήριο τρόπο θα έρθει μετά την τιμωρία η πολυπόθητη «συγνώμη»
του λαού.
Κεφάλαιο εικοστό τρίτο
Σ’ αυτό το μακρύ κεφάλαιο ο Ιεζεκιήλ περιγράφει τη διαφθορά του Ισραήλ:
Η Σαμάρεια και η Ιουδαία εμφανίζονται ως δύο αδελφές οι οποίες παρότι είχαν
συζευχθεί το Θεό έτρεχαν πίσω από τους εραστές της. Ποιοι ήταν οι εραστές της; -Οι
Αιγύπτιοι και οι Ασσύριοι.
Η πρεσβυτέρα αδελφή Σαμάρεια, ενώ είχε συνάψει σχέσεις με τους
Αιγύπτιους εραστές της, παράλληλα άνοιξε νέες παράνομες σχέσεις και με τους
Ασσύριους. Οι Ασσύριοι όμως εξαιτίας αυτού του εμπαιγμού θύμωσαν και την
εκδικήθηκαν ασκώντας σ’ αυτήν υπερβολική βία.
Η νεότερη αδελφή Ιουδαία-Ιερουσαλήμ, αντί να παραδειγματιστεί από την
κατάντια της αδελφής της έγινε περισσότερο διεφθαρμένη. Συνήψε και αυτή
παράλληλες σχέσεις με τους Αιγυπτίους, τους Ασσυρίους, αλλά και τους
Βαβυλωνίους. Στους τελευταίους ο Θεός θα την παραδώσει για να τιμωρηθεί.
Κεφάλαιο εικοστό τέταρτο
Σ’ αυτό το κεφάλαιο γίνεται από τον Ιεζεκιήλ η τελευταία προειδοποίηση για

300
την επικείμενη καταστροφή της Ιερουσαλήμ.
Όπως ένας καιόμενος λέβητας δύναται να κατακάψει όλο το περιεχόμενο το
οποίο θα του ρίψουμε, κατ’ ανάλογο τρόπο θα κατακαεί και το περιεχόμενο της
Ιερουσαλήμ, δηλαδή ο αμαρτωλός λαός της.
Όμως, παρότι το περιεχόμενο του λέβητα κάηκε, η σκουριά του λέβητα
παρέμεινε. Γιατί; Διότι η σκουριά είχε εισχωρήσει και καταφάει τον λέβητα. Έτσι
και το κακό ήταν τόσο βαθύ που παρέμεινε και μετά την καταστροφή. Ποια λύση
πλέον απέμεινε; Η ολοκληρωτική καταστροφή της Ιερουσαλήμ.
Την ίδια μέρα που ο προφήτης είδε το όραμα του καιόμενου λέβητα, πέθανε η
γυναίκα του. όμως ο προφήτης διατάχθηκε να μην θρηνήσει, ούτε συλλυπητήρια να
μη δεχτεί. Ο λαός έκπληκτος ρώτησε τον Ιεζεκιήλ ποιος ήταν ο λόγος αυτής της
αλλοπρόσαλλης συμπεριφοράς. Ο προφήτης τους εξήγησε ότι όπως αυτός δεν
θρήνησε τον θάνατο της γυναίκας του, έτσι κι αυτοί θα μάθουν μεν για την
καταστροφή της Ιερουσαλήμ, αλλά δεν θα μπορέσουν να θρηνήσουν· διότι ό, τι γι’
αυτούς είναι αιτία πένθους, για τους κατακτητές ήταν αιτία χαράς.
Κεφάλαιο εικοστό πέμπτο
Προφητεία κατά των εθνών: Μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ τι; Θα
βασιλεύσει η ειδωλολατρία; Όχι.
Ο Ιεζεκιήλ, όπως ο Ιερεμίας και ο Ησαΐας προφητεύει την καταστροφή των
εθνών. Τα έθνη που θα αναφερθούν παρακάτω θα τιμωρηθούν διότι χαιρεκάκησαν
και συνετέλεσαν στην πτώση του Ιουδαϊκού και ισραηλιτικού βασιλείου.
Ποια είναι αυτά τα έθνη; Οι Αμμωνίτες, οι Μωαβίτες, οι Φιλισταίοι, οι
κάτοικοι της Τύρου και της Σιδώνος, οι Αιγύπτιοι και τέλος οι Βαβυλώνιοι.
Αμμωνίτες: Κατοικούσαν Β.Α της Νεκράς Θαλάσσης και πέραν του
Ιορδάνου ποταμού. Από την εποχή των κριτών ήταν εχθροί του Ισραήλ και τώρα με
την πτώση της Ιερουσαλήμ χαιρεκάκησαν μαθαίνοντας τα νέα. Ο προφήτης
αναγγέλλει την τρομερή τιμωρία τους: Βεδουίνοι Άραβες θα εισβάλλουν, θα τους
καταστρέψουν και θα κατοικήσουν στη χώρα τους.
Μωαβίτες: Κατοικούσαν νοτίως των Αμμωνιτών. Και αυτοί την ίδια ακριβώς
στάση με τους Αμμωνίτες υπέδειξαν απέναντι στο Ισραήλ και έτσι κι αυτοί την ίδια
μοίρα θα έχουν. Πράγματι! Πέντε χρόνια μετά την άλωση της Ιερουσαλήμ, ο
Ναβουχοδονόσορ κατέκτησε τη χώρα Μωάβ και εξαφάνισε διά ρομφαίας τούτο το
έθνος.
Ιδουμαίοι: Ήταν λαός προερχόμενος από τον Ησαύ αδελφό του Ιακώβ. Οι
Ιδουμάιοι έτρεφαν μένος κατά των Ιουδαίων και αυτός ήταν και ο λόγος που τελικά
καταστράφηκαν. Από ποιους; Από τους ίδιους τους Ιουδαίους. Πως;- Ο Ιωάννης
Υρκανός κατέκτησε την Ιδουμαία και υποχρέωσε τους κατοίκους της να
ενσωματωθούν με το ισραηλιτικό έθνος.
Φιλισταίοι: Έτρεφαν πάρα πολλά χρόνια μίσος κατά των ισραηλιτών. Βλ.
εποχή των κριτών. Οι Φιλισταίοι κατάγονταν από την Κρήτη, την οποία
εγκατέλειψαν μεταναστεύοντας στην Παλαιστίνη κατά το 1200 π.Χ. όπου και
κατέλαβαν τα παράλια αυτής της χώρας. Ο διαρκής ανταγωνισμός για κοινές
περιοχές και εδάφη με τους Ισραηλίτες έφερε άσβεστο μίσος μεταξύ των δύο αυτών
λαών. Οι αιώνες πέρασαν και το πλήρωμα του χρόνου έφτασε· η τιμωρία αυτών των
αιώνιων αντιπάλων του Ισραήλ είναι επί θύραις.
Κεφάλαιο εικοστό έκτο
Πρώτη προφητεία κατά της Τύρου: Αιτία της καταδίκης της η χαιρεκακία και
η υπερηφάνεια των κατοίκων της: Όταν οι κάτοικοι της Τύρου έμαθαν για την
συντριβή της Ιερουσαλήμ χάρηκαν. Γιατί; -Διότι αυτές οι δύο πόλεις (Τύρος-
Ιερουσαλήμ) ήταν αντίζηλες πόλεις στο εμπόριο. Έτσι το άκουσμα της είδησης της

301
καταστροφής της Ιερουσαλήμ έφερε χαρά στους κατοίκους της Τύρου αφού πλέον
δεν θα είχαν κανέναν γειτονικό αντίπαλό τους στο εμπόριο.
Ο προφήτης όμως προλέγει ότι όπως τα κύματα της Μεσογείου θαλάσσης
πέφτουν με ορμή στα παράλια αυτής της πόλεως, κατ’ ανάλογο τρόπο εξαιτίας της
χαιρεκακίας των κατοίκων της θα επέλθει ο Ναβουχοδονόσωρ εναντίον τους.
Πράγματι· η πολιορκία της Τύρου από τον Ναβουχοδονόσωρα πραγματοποιήθηκε
από το 585-572 π.Χ. και διήρκησε δηλαδή δεκατρία ολόκληρα έτη. Αργότερα, (μετά
δύο αιώνες) ο Μέγας Αλέξανδρος την κατέλαβε σε λιγότερο από τρεις μήνες αλλά
ούτε κι αυτός την κατέστρεψε πλήρως. Η πλήρης καταστροφή και ο αφανισμός της
Τύρου έγινε το 1921 από τους Μουσουλμάνους. Παρόλα αυτά ήδη από την εποχή
του Ναβουχοδονόσωρος η εμπορική αίγλη της Τύρου έπαυσε και ξεκίνησε η
εμπορική και πολιτισμική παρακμή της.
Κεφάλαιο εικοστό έβδομο
Οι κάτοικοι της Τύρου ήταν ειδωλολάτρες. Μάλιστα, είχαν αφιερώσει την
πόλη τους στον θεό Μέλκαρτ. Εκτός από εμπορική πόλη, η Τύρος υπήρξε και
στρατιωτική βάση των γειτονικών χωρών. Γείτονες χώρες προσέφεραν σ’ αυτήν
εκπαιδευμένους στρατιώτες, όπως οι Λίβυοι και οι πέρσες. Κι όμως! Όλη αυτή η
δόξα, ο πλούτος και η δύναμη της Τύρου θα χαθεί εν ριπή οφθαλμού. Οι γείτονες
βασιλείς των γειτονικών χωρών θα εκπλαγούν όταν θα δουν την καταστροφή της
άλλοτε κραταιάς αλλά και αλαζονικής αυτής πόλεως. Πολλοί έμποροι θα
χειροκροτήσουν στο άκουσμα της είδησης της καταστροφή της Τύρου διότι θα
απαλλαγούν από έναν αντίζηλό τους στο εμπόριο.
Κεφάλαιο εικοστό όγδοο
Βασιλιάς της Τύρου την εποχή του Ιεζεκιήλ ήταν ο Ithobaal ii. Αυτόν
φαίνεται πως οι κάτοικοι της Τύρου τον είχαν θεοποιήσει και γι’ αυτό εκείνος έλεγε
ευθαρσώς: «Εγώ είμαι θεός και επί καθέδρας του Θεού εκάθησα εν τω μέσω της
θαλάσσης». Στον εγωιστή αυτόν βασιλέα που καθόλου δεν διαφέρει από τον
υπερήφανο εωσφόρο, ο προφήτης αντιτάσσεται, του θυμίζει την φυσική ασθένεια
στην οποία υπόκειται κάθε άνθρωπος. Εσύ του λέει από άλλους εκπαιδεύτηκες, ο
Θεός όμως από κανέναν δεν έχει ανάγκη για να λάβει οποιαδήποτε γνώση. Για να
μάθει λοιπόν ο βασιλέας τούτος να μην υψηλοφρονεί, σύντομα θα δει την πόλη του
να καταστρέφεται, αλλά και ο ίδιος θα πεθάνει ατιμωτικά. Το σώμα του θα μείνει
άταφο και θηρία θα το σέρνουν στην ύπαιθρο. Συνεπώς σύντομα θα καταλάβει ότι
όχι μόνο θεός δεν ήταν, αλλά αντιθέτως υπήρξε ως ο έσχατος όλων των ανθρώπων.
Ποια όμως ήταν η αιτία της καταστροφής της Τύρου; Η υπερηφάνεια, η
κακία. Το εμπόριο στο οποίο επιδίδονταν με μανία οι κάτοικοι αυτής της πόλεως,
ήταν τελικά και αιτία των μεγάλων τους αμαρτιών. Η εξέχουσα ομορφιά αυτής της
πόλεως γέννησε την υπερηφάνεια, η υπερηφάνεια γέννησε την απώλεια σοφίας και
την μωρία της αμαρτίας. Αποτέλεσμα αυτής την πνευματικής παρακμής θα είναι η
τιμωρία της πόλεως με την ολοκληρωτική και ανεπανόρθωτη καταστροφή που
σύντομα θα έρθει.
Ο προφήτης προφητεύει κατά της Σιδώνος: Η Σιδώνα ήταν η αρχαία
πρωτεύουσα της Φοινίκης. Η πόλη αυτή στενά συνεργάζονταν με την Τύρο. Ο
Ιεζεκιήλ προφητεύει και γι’ αυτήν την ολοκληρωτική της καταστροφή όπερ και
εγένετο το έτος 351 π.Χ, όταν κατεστράφη ολοκληρωτικά από την επιδρομή του
Αρταξέρξου του Ώχου.
Ο προφήτης παρηγορεί τον Ισραήλ λέγοντας ότι οι Ιουδαίοι δεν θα είναι
πάντοτε εξόριστοι και διασκορπισμένοι εν αντιθέσει με τα εχθρικά έθνη προς
αυτούς, τα οποία οπωσδήποτε θα καταστραφούν και θα εξάπαντος θα εξαφανιστούν.
Η προφητεία αυτή εν μέρει επαληθεύεται για το Ισραήλ, όμως την πληρότητά της

302
την βρίσκει κατά την Μεσσιανική εποχή, όταν οι χριστιανοί θα κυριαρχήσουν επί της
γης. Όμως δεν πρέπει ποτέ εμείς οι χριστιανοί να ξεχνάμε τον λόγο του Κυρίου:
«ανεκτότερον έσται Τύρω και Σιδώνι κατά την ημέραν της κρίσεως ή υμίν». (Ματθ.
11,21). Πόσο δηλαδή θα κατακριθούμε εμείς οι χριστιανοί περισσότερο από τους
κατοίκους της Τύρου και της Σιδώνος εξαιτίας της αμέλειάς μας και της αχαριστίας
μας απέναντι στον Κύριο της Δόξης.
Κεφάλαιο εικοστό ένατο
Επτά προφητείες εξαγγέλλονται κατά της Αιγύπτου. Άλλοτε κατά του Φαραώ
και άλλοτε κατά του λαού. Σκοπός των προφητειών αυτών ήταν οι ιουδαίοι να
πάψουν να ελπίζουν στην Αιγυπτιακή προστασία ότι δήθεν διά μέσου των Αιγυπτίων
θα απαλλαγούν από την Βαβυλωνιακή κυριαρχία.
Πρώτη προφητεία: Ο Φαραώ θα ηττηθεί θα ριφθεί στην έρημο και δεν θα
ταφεί. Για να τον τιμωρήσει ο Θεός θα πλήξει την χώρα του, θα την μεταβάλλει σε
έρημο και ακατοίκητο χώρα. Μετά σαράντα έτη η Αίγυπτος θα αποκατασταθεί, αλλά
δεν θα αποτελεί πλέον παρά ένα μικρό βασίλειο του νότου.
Δεύτερη προφητεία: Ο προφήτης ονομάζει τον Φαραώ κροκόδειλο, δράκοντα
της Αιγύπτου. Γιατί; Διότι ήταν τυραννικός και αντίθεος. Για ποιον φαραώ μιλάει;
Για τον Ουαφρή, για τον οποίο ο Ηρόδοτος ισχυρίζεται ότι «ούτε ο Θεός δεν είναι
ικανός να τον εκθρονίσει της δυνάμεώς του». ο Ιεζεκιήλ όμως προειδοποιεί και τον
Φαραώ και τον λαό του ότι σύντομα θα επέλθει το τέλος με τον Φαραώ και τον λαό
του να βρίσκουν ατιμωτικό τέλος.
Πράγματι. Η Αίγυπτος μετά την κατάκτηση υπό των Βαβυλωνίων δεν
επανήλθε ποτέ ξανά στην παλαιά της δόξα. Αλλά και αργότερα κατά αραιά χρονικά
διαστήματα η Αίγυπτος υπήρξε ανεξάρτητη: Πέρσες, Έλληνες, Ρωμαίοι, Άραβες,
Μουσουλμάνοι, Τούρκοι, ο ένας κατόπιν του άλλου ήταν κυρίαρχοι αυτής της
χώρας.
Κεφάλαιο τριακοστό
Τρίτη προφητεία κατά της Αιγύπτου: Όλα τα ειδωλολατρικά έθνη και κυρίως
η Αίγυπτος ως αντιπρόσωπος αυτών θα ηττηθούν. Στην καταδίκη αυτή των
ειδωλολατρικών εθνών θα πέσουν και όλοι αυτοί που προσέφυγαν υπό την
προστασία τους. Δηλαδή για παράδειγμα οι Ιουδαίοι που κατέφυγαν εκεί μετά τον
θάνατο του Γοδολία θα βρουν την αυτή τύχη μετά των Αιγυπτίων.
Τέταρτη προφητεία: Ο Φαραώ και οι δυνάμεις του θα συντριβούν. Οι ελπίδες
των ισραηλιτών ότι οι Αιγύπτιοι θα τους υπερασπίσουν θα πέσουν σύντομα στο
κενό. Οι Αιγύπτιοι θα χάσουν κατά κράτος από τους Ασσυρίους και από κει και
έπειτα δεν θα ανέλθουν ποτέ ξανά στην πρότερή τους δόξα.
Κεφάλαιο τριακοστό πρώτο
Πέμπτη προφητεία: Την Αίγυπτο την παρομοιάζει με γιγάντιο κέδρο του
οποίου η κορυφή έφτανε ως τα σύννεφα του ουρανού. Παλαιότερα οι Αιγύπτιοι
περηφανεύονταν για το μεγαλείο τους. Όσο μεγάλος και σπουδαίος όμως κι αν είναι
ένας άνθρωπος πρέπει να κατανοήσει ότι σύντομα θα ακολουθήσει τον κοινό δρόμο
όλων των ανθρώπων, δηλαδή του Άδη… Τότε όλοι οι λαοί θα διερωτηθούν: αφού οι
Ασσύριοι και οι Αιγύπτιοι κατεστράφησαν τι θα συμβεί σ’ αυτούς που είναι
ασήμαντοι; Δεν υπάρχει λοιπόν διαφορά μεταξύ των εθνών, αφού όλοι είναι κοινοί
θνητοί. Ας σταματήσουν λοιπόν οι Ισραηλίτες να ελπίζουν σε ξένους λαούς και ας
εναποθέσουν επιτέλους όλες τους τις ελπίδες στον Θεό.
Κεφάλαιο τριακοστό δεύτερο
Έκτη προφητεία κατά της Αιγύπτου: Ο Αιγυπτιακός δράκος ο Φαραώ θα
καταστραφεί. Θα έρθει με δύναμη κραταιά ο Ναβουχοδονόσωρ και θα γεμίσει με
πτώματα των Αιγυπτίων τη χώρα. Πολλές άλλες χώρες θα δουν την φοβερή

303
καταστροφή της Αιγύπτου και θα φοβηθούν, διότι την ίδια τύχη θα έχουν κι εκείνες.
Ο προφήτης καλείται προκαταβολικά να θρηνήσει τον Φαραώ και τον λαό του. Η
προφητεία θα πραγματοποιηθεί και αυτό είναι κάτι που κανείς δεν μπορεί να
αλλάξει.
Έβδομη προφητεία κατά της Αιγύπτου: Η Αίγυπτος θα χτυπηθεί όχι από λαό
αλλά από τον ίδιο τον Κύριο. Σύντομα θα κατέλθει στον Άδη και μάλιστα στο
κατώτερο μέρος αυτού. Σε αυτό το μεγάλο βάθος θα γκρεμιστεί και ο Φαραώ. Μαζί
με τον Φαραώ στο κατώτερο μέρος του Άδη θα κατέλθουν και όσοι συμμάχησαν ή
συμμαχήσουν μαζί του.
Κεφάλαιο τριακοστό τρίτο
Η Ιερουσαλήμ υπέκυψε και ο Ιουδαϊκός λαός διασκορπίστηκε μεταξύ των
εθνών, ο ναός καταστράφηκε. Ο Θεός αυτήν την στιγμή επιλέγει ως κατάλληλη να
προφητεύσει την μέλλουσα ανάσταση του λαού Του.
Ο Ιεζεκιήλ έχει ως σκοπό της αποστολής του να αποτρέψει τον αμαρτωλό
από την αμαρτία. Πως όμως θα γίνει αυτό; - Αν ειδοποιήσει τον αμαρτωλό κι αυτός
δεν υπακούσει τότε ο αμαρτωλός έχει πλέον την ευθύνη. Εάν όμως ο προφήτης ως
φρουρός του λαού του δει τον εχθρό να έρχεται και δεν σαλπίσει για να ειδοποιήσει
για τον επερχόμενο κίνδυνο, υπεύθυνος τότε είναι ο φρουρός.
Οι ισραηλίτες είναι πλέον αιχμάλωτοι των Βαβυλωνίων. Τους είχε
ειδοποιήσει στο παρελθόν ο προφήτης για την επερχόμενη τιμωρία, αλλά εκείνοι δεν
άκουσαν, τώρα βιώνοντας πλέον την αιχμαλωσία απελπίζονται. Ο Κύριος λοιπόν
απευθύνει τώρα προς τον λαό Του λόγο παρηγορίας: «Ο Θεός είναι Θεός ελέους,
έκαστος αμαρτωλός δύναται να σωθεί αν μετανοήσει. Η καταδίκη ενός ανθρώπου
δεν εξαρτάται από το παρελθόν, αλλά από την ηθική κατάσταση στην οποία
βρίσκεται κατά τη στιγμή της κρίσεως. Άρα αν ένας αμαρτωλός μετανοήσει
ειλικρινώς, οι προηγούμενες αμαρτίες του ουδόλως θα ληφθούν υπόψιν, θα κριθεί ως
δίκαιος».
Κεφάλαιο τριακοστό τέταρτο
Οι πολιτικοί, οι βασιλείς, οι άρχοντες και οι ιερείς του ισραηλιτικού λαού
ενδιαφέρθηκαν μόνο για τον εαυτό τους και όχι για το καλό του λαού. Μάλιστα
χρησιμοποίησαν τον πλούτο και την δύναμη του λαού προς ίδιον όφελος. Κακούς
ποιμένες τους ονομάζει όλους αυτούς ο Ιεζεκιήλ. Γιατί; Διότι αν ήταν καλοί ποιμένες
θα φρόντιζαν για το ποίμνιό τους. Δεν θα το παρατούσαν ώστε να γίνει λεία των
εθνών. Εξαιτίας όμως της κακής αυτής διαποίμανσης τα πρόβατα διασκορπίστηκαν
στην Ασσυρία, την Βαβυλωνία, την Αίγυπτο.
Ο Ίδιος ο Κύριος ως καλός ποιμήν θα αναζητήσει τα απολωλότα πρόβατα.
Θα τα επαναγάγει και πάλι στην Ιουδαία, και ως μεσσιανική εκδοχή ο καλός Ποιμήν
Χριστός θα εισαγάγει τα πρόβατά Του στην κιβωτό της Εκκλησίας.
Κεφάλαιο τριακοστό πέμπτο
Η Ιδουμαία κατείχε εδάφη του Ισραηλιτικού βασιλείου. Ο Ιεζεκιήλ
προφητεύει την καταστροφή της Ιδοαυμαίας και την αποκατάσταση του Ισραήλ. (βλ.
περί Ιδουμαίας κεφ. 25ο )
Κεφάλαιο τριακοστό έκτο
Ο Ισραηλιτικός λαός ο οποίος κυριεύθηκε υπό των ειδωλολατρικών εθνών θα
αποκατασταθεί στην πρότερη δόξα του, ώστε κανείς να μη μπορεί να πει πως ο Θεός
του Ισραήλ στάθηκε ανήμπορος να υπερασπιστεί τον λαό Του. Η εκπλήρωση αυτής
της προφητείας βρίσκει νόημα μόνο στον νέο Ισραήλ, δηλαδή στους χριστιανούς.
Άλλωστε ως χώρα το Ισραήλ από την Βαβυλώνια αιχμαλωσία και έπειτα, ιδιαίτερα
δε μετά την καταστροφή της Ιερουσαλήμ υπό των Ρωμαίων το 70 μ.Χ μέχρι και
σήμερα δεν έχει επανέλθει το Ισραήλ στην πρότερή του εδαφική ακεραιότητα.

304
Συνεπώς η προφητεία αυτή βρίσκει νόημα μόνο μεσσιανικό.
Κεφάλαιο τριακοστό έβδομο
Οι ζώντες ισραηλίτες μετά την καταστροφή που υπέστησαν από τους
Βαβυλωνίους είναι διασκορπισμένοι σε όλη τη γη. Ο επαναπατρισμός τους φαίνεται
να είναι ανθρωπίνως αδύνατος.
Ο Θεός δείχνει στον προφήτη ένα όραμα. Του δείχνει μία πεδιάδα γεμάτοι
από διασκορπισμένα ξερά ανθρώπινα οστά. Ο κύριος ρωτά τον Ιεζεκιήλ: «Υιέ
ανθρώπου είναι δυνατόν να λάβουν ζωή τα οστά αυτά;» Ο προφήτης απάντησε: «Συ
Κύριε γνωρίζεις τι δύναται να συμβεί σ’ αυτά». Ο Κύριος είπε: «Σεις οστά ξηρά
ακούσατε τον λόγο του Κυρίου. Αυτά λέγει ο Κύριος εις τα οστά αυτά: Ιδού εγώ θα
φέρω προς υμάς πνοήν ζωής, θα σας δώσω νεύρα και θα αναβιβάσω πάνω σας σάρκα
και δέρμα, θα σας εμφυσήσω την ζωογόνο πνοή μου και θα αποκτήσετε ζωή. Ούτω
θα μάθετε, ότι εγώ είμαι ο Κύριος».
Με το όραμα αυτό ο Θεός με άλλα λόγια θέλει να πει στον λαό Του ότι όσο
αδύνατο κι αν φαίνεται θα πραγματοποιηθεί η επανασύσταση του ισραηλιτικού
έθνους, όπως ανάλογα στην Δευτέρα του Χριστού παρουσία θα γίνει η
νεκρανάσταση των νεκρών.
Αυτό το όραμα βρίσκει την πλήρη εφαρμογή του στην μεσσιανική εποχή
όπου η βασιλεία του Χριστού θα είναι αιώνια. «Και της βασιλείας Αυτού ουκ έσται
τέλος». Μάρτυρες των θαυμασίων αυτών γεγονότων θα είναι τα έθνη, τα οποία θα
αναγνωρίσουν το μεγαλείο του Κυρίου και θα επιστρέψουν σ’ αυτό. Τα έθνη λοιπόν
θα συγκροτήσουν το νέο Ισραήλ.
Κεφάλαιο τριακοστό όγδοο
Προφητεία Ιεζεκιήλ: «Ο νέος Ισραήλ αποκατεστάθη διά νέας αιωνίου
διαθήκης. Όσοι λαοί υπήρξαν εχθρική με τον Θεό όπως οι Ιδουμάιοι, οι Αμμωνίτες,
οι Μωαβίτες κ.α κατεστράφησαν πλήρως. Πλέον δεν υπάρχουν άλλες κακές
δυνάμεις ικανές να πολεμήσουν την κραταιά επίγεια βασιλεία του Θεού. Στο τέλος
όμως του κόσμου θα καταφέρουν όλες οι δυνάμεις του κακού να ενωθούν ενάντια
της Εκκλησίας όμως και πάλι δεν θα καταφέρουν τίποτα».
Ο προφήτης μεταφέρει την διεισδυτική ματιά του στα τέλη του 7ου αιώνα π.Χ
τότε που τα Σκυθικά έθνη Γωγ και Μαγώγ τα οποία προέρχονταν από τον Καύκασο
κατέβηκαν με εχθρικές διαθέσεις στην Μ. Ασία και έγιναν ο φόβος και ο τρόμος των
τότε γηγενών κατοίκων. Έπειτα στράφηκαν κατά της Μηδίας και της Αιγύπτου, στο
τέλος όμως νικήθηκαν. Παρόλα αυτά έμειναν στην ιστορία ως συνώνυμο της φρίκης.
(απ’ αυτά τα μέρη κατάγονται οι σημερινοί αντίχριστοι τούρκοι καθώς επίσης και οι
άθεοι Μποσελβίκοι)
Ο προφήτης χρησιμοποιεί τους σκληροτράχηλους αυτούς λαούς
αντιπαραβάλλοντάς τους ως εχθρούς του Θεού. Τους παρουσιάζει για να μας
εξηγήσει το πώς θα γίνει η τελική παγκόσμια επιστράτευση του κακού υπό την
καθοδήγηση του αντίχριστου κατά του λαού του Θεού και το πώς αυτή η
επιστράτευση θα συντριβεί.
Ο νέος Γωγ, δηλαδή ο αντίχριστος και οι δυνάμεις του, κρατούνται από
αρχαιοτάτων χρόνων σε επιφυλακή από τον Θεό για να αφεθούν τον κατάλληλο
καιρό εκπληρώνοντας τις γραφές αστράφτοντας τελικά σε όλη τη γη ο ήλιος της
Δικαιοσύνης, δηλαδή ο Μεσσίας Χριστός.
Κεφάλαιο τριακοστό ένατο
Τα πτώματα των στρατιωτών των Γωγ θα μείνουν άταφα, βορά των ορνέων
του ουρανού και των θηρίων της γης. Ο πανίσχυρος στρατός των Γωγ θα
κατατροπωθεί και τα όπλα τους θα χρησιμοποιούνται από τους Ιουδαίους για
καύσιμη ύλη για επτά ολόκληρα χρόνια! Τόσο πολλά θα είναι αυτά τα λάφυρα!!

305
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό
Ο άγιος Ιερώνυμος θεωρεί τα κεφάλαια 40 ως 48 τα δυσκολότερα
ερμηνευτικά σε ολόκληρη την βίβλο. Αυτό συμβαίνει γιατί ο Ιεζεκιήλ όταν έγραφε
είχε υπόψη του τρεις εποχές, την Ιουδαϊκή, την Μεσσιανική και την εσχατολογική.
Σε τούτο το κεφάλαιο ο προφήτης βλέπει εν εκστάσει την μεγαλοπρέπεια του
νέου ναού, την νέα λατρεία και την νέα ιερά γη. Πρόκειται ασφαλώς περί της
Εκκλησίας του Χριστού η οποία καταργεί την παλαιά λατρεία. Στο όραμα του
Ιεζεκιήλ απουσιάζουν τα κυριότερα πρόσωπα και πράγματα που αφορούν την
Παλαιά Διαθήκη. Απουσιάζει λόγου χάρη η κιβωτός της Διαθήκης, οι θεοχάρακτες
πλάκες και ο αρχιερέας. Όλα αυτά αντικαθίστανται από την νέα λατρεία του Μεσσία
Χριστού.
Ακόμη και οι πιο φανατικοί ραβίνοι ερμηνευτές της Βίβλου δεν μπορούν να
μην παραδεχτούν ότι το όραμα αυτό του Ιεζεκιήλ δεν αφορά την ανοικοδόμηση του
ναού Σολομώντα αλλά αντανακλά την νέα πνοή που φέρνει μία νέα λατρεία που
καταργεί την Παλαιά. Άλλωστε όταν κατά το 70 μ.Χ ανοικοδόμησαν οι Εβραίοι τον
ναό τους δεν έλαβαν καθόλου υπόψη τους τα σχέδια που παραβάλλει στα κεφάλαια
40-48 ο Ιεζεκιήλ. Άλλωστε ακόμη και από γεωγραφικής απόψεως τα στοιχεία που
δίδει ο προφήτης για τον νέο ναό δεν έχουν καμία σχέση με τον λόφο του Μοριά που
ήταν κατασκευασμένος ο ναός του Σολομώντος.
Ο νέος αυτός ναός, όπως και άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος στην αποκάλυψη
περιγράφει, αντανακλά κάτι το εντελώς καινούριο, την τελειότητα και την
πληρότητα. Οι ιεροί αριθμοί 7, 50 κ.α συχνάκις προβάλλονται στα κατασκευαστικά
στοιχεία του ναού δεικνύοντας έτσι την ιερότητα και το μέτρο. Ιδιαίτερα ο αριθμός
50 (π.Χ 50 πήχεις μήκους της εξωτερικής ανατολικής πύλης του ναού), συμβολίζουν
το Ιωβιλαίο έτος και την Πεντηκοστή, εκφράζοντας δηλαδή την άφεση των
αμαρτιών και την έλευση του νέου νόμου της Εκκλησίας του Χριστού.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό πρώτο
Ο προφήτης εισέρχεται στον νέο ναό τον οποίο περιγράφει λεπτομερώς. Ο
άγγελος μέτρησε τις διαστάσεις όλου του ναού.Τα άγια των αγίων τα βρήκε ίσα με
αυτά του ναού του Σολομώντος. Περιγράφει επίσης τους βοηθητικούς χώρους και
τον τρόπο διακοσμήσεως συνολικά του ναού με πάσα λεπτομέρεια. Απ’ όλη την
διακόσμηση παρατηρούμε ότι απουσιάζει η κιβωτός και η επ’ αυτής ράβδος του
Ααρών, προμήνυμα της Εκκλησίας του Χριστού.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό δεύτερο
Στο κεφάλαιο αυτό γίνεται περιγραφή των περιφερειακών κτιρίων που
περικλείουν τον κυρίως ναό. Αυτά χαρακτηρίζονται από τον προφήτη ως «εξέδρες».
Ο σκοπός των εξεδρών θα ήταν αυτός της κατανάλωσης των αναίμακτων θυσιών
από τους ιερείς. Όπως οι αιματηρές, έτσι και οι αναίμακτες θυσίες έπρεπε να
καταναλωθούν σε ιερό τόπο και όχι εκτός ναού. Επίσης στους χώρους αυτούς οι
ιερείς θα πήγαιναν μετά την άσκηση των ιερατικών καθηκόντων τους. Δεν έπρεπε να
εξέλθουν κατευθείαν εκτός ναού. Εκεί θα απέθεταν τα άγια άμφιά τους για να μη τα
αγγίξει ο λαός.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό τρίτο
Ο Ιεζεκιήλ βλέπει την είσοδο του Κυρίου στον ναό. Τον συνοδεύει άγγελος.
Ακούει την φωνή του Κυρίου ο οποίος υπόσχεται ότι στο εξής θα είναι πάντοτε
παρόν στον ναό τούτο. Η αμαρτία που χώριζε ως τότε τον λαό από τον Θεό ήταν το
μεγάλο αμάρτημα της ειδωλολατρίας. Πλέον η ειδωλολατρία θα εκλείψει και ο
Κύριος δεν θα έχει πλέον λόγο να απομακρυνθεί από τον λαό Του. ο προφήτης
διατάσσεται από τον Κύριο να ανακοινώσει το όραμα αυτό στον λαό.
Το νέο θυσιαστήριο αναπληρεί την χηρεύουσα θέση του απουσιάζοντος εξ’

306
αυτού μεγάλου αρχιερέως των Εβραίων. Μέγας αρχιερεύς αλλά και θυσιαστήριο θα
είναι πλέον ο ίδιος ο Κύριος, ο Μεσσίας Χριστός. Ο Χριστός είναι ταυτόχρονα και
το θύμα και το θυσιαστήριο.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό τέταρτο
Ο προφήτης δι’ οράματος είδε τον εσωτερικό χώρο του νέου ναού της
λατρείας. Είδε επίσης την «εξωτερική ανατολική πύλη» η οποία ήταν κλειστή και
απαραβίαστη για τους ανθρώπους. Αυτή η πύλη δεν θα ανοίξει και ουδείς θα διέλθει
δι’ αυτής , διότι ο Κύριος ο Θεός του Ισραήλ θα εισέλθει μόνον απ’ αυτήν την θύρα
και κατόπιν η θύρα αυτή θα παραμείνει και πάλι κλειστή. Οι πατέρες δέχονται ότι
αυτή η κεκλεισμένη πύλη είναι η αειπαρθένος Μαρία, η οποία προ τόκου και μετά
τόκου παρέμεινε παρθένος.
…«Διότι ο Άρχων ούτος θα καθήσει εις αυτήν». Στο σημείο αυτό ο προφήτης
δεν μιλάει για αρχιερέα ούτε για βασιλιά. Η νέα λατρεία θα έχει άρχοντα δηλ.
Μεσσία.
Οι λευίτες οι οποίοι στην παλαιά λατρεία ήταν επιφορτισμένοι με ιερατικά
καθήκοντα, εξαιτίας του πλήθους των ανομιών τους στη νέα λατρεία θα παύσουν να
τελούν ιεροπραξίες και θα καταβιβαστούν σε καθήκοντα θυρωρού και σφαγέα των
θυσιών. Μόνον οι υιοί Σαδούκ δηλαδή οι απόγονοι του ιερέως Ελεάζαρ θα ασκούν
πλέον τα ιερατικά τους καθήκοντα. Αυτά τα καθήκοντα θα είναι συνυφασμένα με
τους κανόνες του Λευιτικού. Οι ιερείς αυτοί εκτός των άλλων αρετών θα πρέπει να
διαθέτουν ιεροπρέπεια, να μην ξυρίζονται, να έχουν μαλλιά, αλλά όχι μακριά, θα
μπορούν επίσης να νυμφεύονται ακόμη και γυναίκα διαζευγμένη, όχι όμως χήρα.
Τέλος, εκτός από ιερείς θα είναι και διδάσκαλοι και δικαστές του λαού. Δεν θα
κληρονομούν γη διότι η κληρονομιά τους θα είναι ο ίδιος ο Κύριος.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό πέμπτο
Νέα διανομή της γης θα γίνει για τους ισραηλίτες. Η διανομή αυτή θα γίνει
διά κλήρου όπως έγινε και στην εποχή του Ιησού του Ναυή. Ο Ναός θα έχει δικό του
μερίδιο γης όχι μόνο κτιστών οιακισμάτων αλλά και βοσκότοπων. Στα πλαίσια του
χώρου του ναού θα περικλείονται και οι οίκοι των ιερέων και των λευιτών οι οποίοι
θα είναι συγκεντρωμένοι στο αυτό μέρος.
Η νέα πρωτεύουσα δεν θα κτιστεί στο γεωγραφικό τμήμα μία φυλής όπως
προηγουμένως, αλλά σε ουδέτερο και ανεξάρτητο έδαφος. Ανατολικά και δυτικά
πέριξ του ιερού χώρου θα βρίσκεται η περιοχή του άρχοντος στην οποία θα
φυλάσσονται τα νώτα της περιοχής.
Ο Κύριος διατάσσει τους άρχοντες της περιοχής να ενεργούν πλέον μετά
πάσης δικαιοσύνης: «Αρκετές αδικίες διαπράξατε στο παρελθόν» τους λέει. Όχι
άλλες αδικίες στο εμπόριο και κλοπές στο ζύγι. Γι’ αυτό το λόγο βάζει νέα δεδομένα
πιο απλοϊκά για το πώς θα ζυγίζονται τα προϊόντα: π.χ η μνα θα έχει 60 σίκλους δηλ.
περίπου 900 γραμμάρια. Το α θα είναι α και το β, β.
Στον άρχοντα θα δίδονται ως φόρος το 1/10 των προβάτων. Τα ζώα αυτά δεν
προορίζονταν για την τροφή του άρχοντος, αλλά για τις θυσίες των ολοκαυτωμάτων
που ήταν υποχρεωμένος ο άρχοντας να κάνει τρεις φορές τον χρόνο. (Πάσχα,
Πεντηκοστή, Σκηνοπηγία).
Τέλος, ορίζονται νέες εορτές συμβολικές, οι οποίες εικονίζουν την νέα
κατάσταση λατρείας: α) Πρωτοχρονιά=ευλογείται το νέο έτος, β) Πάσχα, γ)
Σκηνοπηγία. Το ότι πρόκειται για κάτι το νέο φαίνεται από το ότι οι εορτές της
Πεντηκοστής, των Σαλπίγγων και του εξιλασμού οι οποίες δεν αναφέρονται.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό έκτο
Στο κεφάλαιο αυτό περιγράφονται οι κανόνες της νέας λατρείας τους οποίος
θα πρέπει να τηρεί ο άρχων κατά τις θυσίες του Σαββάτου και των νουμηνιών.

307
Επίσης ορίζονται και οι κανόνες των καθημερινών θυσιών.
Άλλη παράμετρος του νέου νόμου: ο άρχων μπορεί να μεταβιβάσει την
περιουσία του στα παιδιά του, αλλά θα έχει περιορισμούς. Δεν θα πρέπει να αδικεί ή
να εκβιάζει τον λαό.
Ο Ιεζεκιήλ οδηγείται από τον άγγελο στην εξωτερική αυλή και εκεί του
δείχνει τα μαγειρεία όπου οι υπηρέτες του ναού θα βράζουν τα κρέατα των θυσιών.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό έβδομο
Ο άγγελος οδήγησε τον προφήτη στην είσοδο του ιερού ναού από τον οποίο
πήγαζε ένας ποταμός. Πρόκειται για μία συμβολική απεικόνιση του βαπτίσματος. Ο
προφήτης ακολουθεί τον ποταμό έξω από τον ναό και βλέπει κάτι θαυμαστό: τα
ύδατα του ποταμού να αυξάνονται χωρίς όμως αυτά να μπολιάζονται από
παραποτάμους. Εδώ παρουσιάζεται συμβολικά η αύξηση του ευαγγελικού
κηρύγματος και την βαθμιαία αύξηση των χριστιανών επί της γης. Που θα εκβάλλει
αυτός ο ποταμός; Στην Νεκρά θάλασσα, στην οποία προηγουμένως λόγω της
αυξημένης ποσότητας άλατος δεν ζούσε κανένα είδος ψαριού, τώρα όμως, με την
αναζωογόνηση που θα δεχτεί από τον άγιο αυτόν ποταμό θα γεμίσει από πολλές
ποικιλίες ψαριών.
Υπάρχει όμως και ένα θλιβερό φαινόμενο: Η έσχατη εκροή του ποταμού
στην Νεκρά θάλασσα δεν θα ζωογονήσει πλέον τα νερά αυτά της θαλάσσης. Τι
σημαίνει αυτό; Ότι θα υπάρξουν άνθρωποι οι οποίοι μετά τον ευαγγελισμό τους θα
εξακολουθούν να ζουν μακριά της χάριτος.
Έπειτα περιγράφονται τα σύνορα της γης τα οποία θα κληρονομήσει ο
αναγεννηθείς λαός του Θεού. Στα νέα αυτά σύνορα συμπεριλαμβάνονται και
Φιλισταίοι και οι Σιδωνίτες, δείγμα του ότι τα έθνη θα επιστρέψουν στον Χριστό.
Άλλωστε οι ξένοι και οι εθνικοί οι οποίοι κατοικούσαν μόνιμα στην Ιουδαία θα
λάβουν και αυτοί μερίδιο γης ισότιμο με τους ισραηλίτες. Αυτό διαφέρει ασφαλώς
πολύ με τον παλαιό νόμο βλ. Λευιτ. 19,34 και Δευτ. 23,7. Εκφράζεται συνεπώς εδώ
η οικουμενικότητα της Εκκλησίας του Χριστού και την επιστροφή των εθνών στον
αληθινό Θεό.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό όγδοο
Ο νέος πληθυσμός της Ιερουσαλήμ θα προκύψει από μείγμα όλων των φυλών
και θα αποτελέσει την αφρόκρεμα του λαού. Το όνομα αυτής της νέας πόλεως θα
δοθεί την ημέρα κατά την οποία αυτή θα οικοδομηθεί. Έκτυπος εδώ ο Μεσσιανικός
χαρακτήρας της πόλεως της Νέας Ιερουσαλήμ, της Στρατευομένης δηλαδή και κατ’
επέκταση της Θραμβεύουσας Εκκλησίας του Χριστού.

536 π.Χ προφήτης Δανιήλ


Πρόλογος
Το όνομα Δανιήλ σημαίνει: «Ο Κύριος είναι ο κριτής μου» ή «ο Κύριος είναι
ο υπερασπιστής μου». Δεν υπάρχει άλλη συγγραφική πηγή για τον βίο του προφήτη
πέρα από το ομώνυμο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης.
Ο προφητάναξ Δανιήλ γεννήθηκε στην Παλαιστίνη από πλούσια οικογένεια

308
κατά το 605 π.Χ. Νέος ακόμη συναιχμαλωτίστηκε μαζί με άλλους συμπατριώτες του
και μεταφέρθηκε στην Βαβυλώνα επί του βασιλέως Ναβουχοδονόσωρ. Γρήγορα
ξεχώρισε από τα πλήθη εξαιτίας των σωματικών και πνευματικών του χαρισμάτων
και προσελήφθη στην βασιλική αυλή μαζί με τους τρεις παίδες.
Έλαβε από τον Θεό το χάρισμα του διηρμηνεύειν όνειρα εξηγώντας δύο
ανεξήγητα ενύπνια του βασιλέως. Ο Ναβουχοδονόσωρ εντυπωσιασμένος αναβίβασε
τον προφήτη αμέσως στο αξίωμα του έπαρχου. Ο Δανιήλ ποτέ δεν έπαψε να
διδάσκει τον βασιλιά για την υπεροχή του ενός και μόνο αληθινού Θεού.
Μετά τον θάνατο του Ναβουχοδονόσωρ φαίνεται πως ο άγιος
παραγκωνίστηκε από τις θέσεις εξουσίας. Αργότερα όμως όταν στον θρόνο ανέβηκε
ο Βαλτάσαρ επανήλθε και πάλι στην προηγούμενη αίγλη του.
Οι αυλικοί όμως του βασιλέως τον φθόνησαν και τον συκοφάντησαν
κατορθώνοντας να ρίψουν τον άγιο σε λάκκο λεόντων. Ο Θεός όμως τον έσωσε
θαυματουργικά και την θέση του στον λάκκο λεόντων βρήκαν οι κατήγοροί του
έχοντας άθλιο τέλος.
Στη συνέχεια αποκάλυψε την απάτη των ιερέων του Βηλ και φόνευσε τον ως
θεό νομιζομένο δράκοντα.
Ο προφήτης έζησε μέχρι το 536 π.Χ επί βασιλέως Κύρου. Δεν θέλησε αν και
θα μπορούσε να επιστρέψει στην Ιουδαία τελευτώντας εν Κυρίω στη Βαβυλώνα. Η
μνήμη του εορτάζεται την 17η Δεκεμβρίου.
Παρακάτω παραθέτουμε σε σύντομα ερμηνευτικά σχόλια τα δώδεκα
κεφάλαια του προφήτη συν το κεφάλαιο «Σωσάννα» και «Βηλ και δράκων»:

Σωσάννα
Σκοπός αυτού του κεφαλαίου είναι να δείξει την σοφία του Δανιήλ την οποία
είχε εκ νεότητός του:
Ένας άνδρας που ονομαζόταν Ιωακείμ, Ιουδαίος στην καταγωγή ήταν όπως
και πολλοί συμπατριώτες του αιχμάλωτος στην Βαβυλώνα. Παντρεύτηκε μια πολύ
όμορφη στην όψη γυναίκα και ευλαβεστάτη στην ψυχή, που ονομάζονταν Σωσάννα.
Το σπίτι του Ιωακείμ και της Σωσάννας είχε μετατραπεί σε χώρο
συγκέντρωσης των Ιουδαίων όπου εκεί μαζεύονταν πλήθη λαού για να
τακτοποιήσουν δικαστικά τις υποθέσεις τους. Ανάμεσα σε πολλούς σύχναζαν εκεί
και δύο πρεσβύτεροι οι οποίοι ήταν επιφορτισμένοι με δικαστικά θέματα που
αφορούσαν τις υποθέσεις του λαού. Στην πραγματικότητα όμως τα δικά τους
συμφέροντα εξυπηρετούσαν, αφού σαν άνθρωποι ήταν πολύ άδικοι και
διεστραμμένοι.
Οι δύο αυτοί πρεσβύτεροι ποθούσαν σαρκικά την Σωσάννα και ήλπιζαν ότι
θα έρθει κάποια στιγμή η ευκαιρία να εκπληρώσουν τις διεστραμμένες τους
πεποιθήσεις. Ένα μεσημέρι η Σωσάννα βγήκε στον κήπο του σπιτιού της να
περπατήσει και να λούσει τα μαλλιά της. Όταν η Σωσάννα ετοίμασε το μπάνιο της
έδιωξε τις δύο κορασίδες που την συνόδευαν κι έτσι έμεινε μόνη της στον κήπο για
να απολαύσει το μπάνιο της . Οι δύο όμως πρεσβύτεροι είχαν κρυφτεί στον κήπο
χωρίς κανείς να τους αντιληφθεί κι έτσι βρήκαν την ευκαιρία να την πλησιάσουν. Ο
άνθρωπος γερνά, η αμαρτία όμως όχι…
Οι δύο αυτοί αναιδείς γέροντες είχαν προσυννενοηθεί μεταξύ τους να
παγιδέψουν-εκβιάσουν την Σωσάννα για να συνευρεθεί και με τους δύο, έτσι λοιπόν
της είπαν: «Επιθυμούμε να ενωθούμε σαρκικώς μαζί σου. Δώσε λοιπόν την
συγκατάθεσή σου και ενώσου μαζί μας. Εάν δεν θελήσεις θα μαρτυρήσουμε
εναντίον σου, ότι κάποιος νέος ήταν μαζί σου και γι’ αυτό απομάκρυνες τα κορίτσια
από σένα».

309
Ιδού ο εκβιασμός! Ή θα αμάρτανε η Σωσάννα ενώπιον του Θεού, ή θα
τιμωρούνταν από τους ανθρώπους. Από τα δύο η Σωσάννα επέλεξε το δεύτερο και
φώναξε για να σωθεί από την ατιμία. Φώναξαν όμως και οι πρεσβύτεροι για να
σκεπάσουν την ενοχή τους. Όπως ήταν επόμενο οι πρεσβύτεροι εξαιτίας της ηλικίας
και του κύρους της θέσης που κατείχαν έγιναν πιστευτοί και η Σωσάννα
καταδικάστηκε σε θάνατο. Όμως η θυγατέρα τούτη του Θεού δεν έπαψε να ελπίζει
μέχρι τέλους και προσευχήθηκε με θέρμη στον Θεό: «Συ, ο αιώνιος Θεός, ο οποίος
γνωρίζεις όλα πριν γίνουν, ηξεύρεις πολύ καλά, ότι ψεύδη είναι όλα αυτά τα οποία
μου καταμαρτυρούν…»
Ο Θεός απάντησε στην προσευχή της Σωσάννας φωτίζοντας έναν ευλαβή νέο
που ζούσε εκεί κοντά ο οποίος ονομάζονταν Δανιήλ. Ο Δανιήλ φώναξε προς τους
ισραηλίτες: «Τόσο μωροί είστε ω Ισραηλίτες! Χωρίς να ερευνήσετε, χωρίς να
θελήσετε να μάθετε την αλήθεια, καταδικάσατε μία ισραηλίτιδα σε θάνατο»;
Η κραυγή του Δανιήλ προσέλκυσε την προσοχή του λαού ο οποίος του
ανέθεσε να αναλάβει αυτός την δίκη της υποθέσεως.
Ο Δανιήλ αμέσως χώρισε τους δύο πρεσβύτερους ώστε να τους ανακρίνει
ξεχωριστά. Είπε λοιπόν στον πρώτο: «Άνθρωπε γερασμένε στο κακό τώρα θα
πληρώσεις όλες τις αμαρτίες, τις οποίες έκανες κατά το παρελθόν, εκδίδοντας άδικες
αποφάσεις καταδικάζοντας αθώους και αθωώνοντας ενόχους παρά τη ρητή εντολή
του Κυρίου, καθ’ην αθώον και δίκαον άνθρωπον δεν πρέπει να καταδικάζεις σε
θάνατο. Εάν λοιπόν είδες τη Σωσάννα αμαρτάνουσα, ειπέ κάτω τίνους δέντρου είδες
αυτήν και τον νεαρό αμαρτάνοντας»; Ο γέρων εκείνος είπε «κάτω ενός σχίνου». Ο
Δανιήλ απάντησε: «Ψεύδεσαι ασυστόλως εις βάρος της κεφαλής σου, της ζωής σου!
Διότι άγγελος Θεού, λαβών την κατά σου καταδικαστική απόφαση του Θεού θα σε
σχίσει στο μέσο».
Κατόπιν με ανάλογο τρόπο ανέκρινε και τον δεύτερο πρεσβύτερο: «Απόγονε
του Χαναάν (Οι Χαναναίοι ήταν καταραμένοι από το Θεό από παλιά) και όχι του
Ιούδα, το κάλλος της σε εξαπάτησε και η επιθυμία της διέφθειρε την καρδιά σου…
ειπέ μου τώρα κάτω τίνος δέντρου βρήκες αυτούς αμαρτάνοντας»; -«Κάτω από ένα
πρινάρι» είπε εκείνος. Και ο Δανιήλ: -«Ασυστόλως ψεύδεσαι και συ εις βάρος της
κεφαλής σου, της ζωής σου! Διότι άγγελος του Θεού με την μάχαιρα ανά χείρας,
περιμένει τη στιγμή να σε πριονίσει στα δύο και να εξολοθρεύσει και τους δυο σας».
Οι δύο λοιπόν πρεσβύτεροι έπεσαν σε αντίφαση εξ’ ης και αποδείχτηκε το
ψεύδος τους.Έτσι ο Θεός δοξάστηκε, η Σωσάννα σώθηκε από την άδικη απόφαση
των διεστραμμένων πρεσβυτέρων και οι δύο αυτοί ακόλαστοι άνθρωποι
καταδικάστηκαν σε θάνατο. Μας κάνει εντύπωση, ότι ο Δανιήλ όντας φωτισμένος
από τον Θεό ηδύνατο να εκφέρει την καταδικαστική απόφαση κατά των
πρεσβυτέρων πριν καν καλά καλά αποπερατωθεί η διαδικασία της δίκης.
Κεφάλαιο πρώτο
Ο Ναβουχοδονόσωρ, βασιλιάς των Χαλδαίων της Βαβυλώνας, διέταξε τον
αρχιευνούχο του Ασφανέζ να βρει νέους ισραηλίτες με σωματικά προσόντα και
διαυγές πνεύμα για να διοριστούν στα βασιλικά ανάκτορα ως προσωπικό του
βασιλέως. Ο σκοπός αυτής της προκήρυξης δεν ήταν ασφαλώς φιλανθρωπικός, αλλά
πολιτικός ώστε να επιδράσει στον Ιουδαϊκό λαό και να τους ενσωματώσει με τους
ντόπιους.
Ανάμεσα στους εκατοντάδες εκλεγέντες Ιουδαίους νέους ήταν ο Δανιήλ, ο
Αζαρίας, ο Μισαήλ και ο Ανανίας. Ο Βασιλέας διέταξε να δίδουν σε όλους αυτούς
τους νέους επί τρία χρόνια τα καλύτερα φαγητά και το κρασί της καλύτερης
ποιότητας από το οποίο έπινε και ο ίδιος να τους εκπαίδευαν άρτια και στη συνέχεια
να τους παρουσίαζαν μπροστά του. Τον Δανιήλ τον ονόμασαν Βαλτάσαρ, τον

310
Ανανία Σεδράχ, τον Μισαήλ Μισάχ και τον Αζαρία Αβδεναγώ. Η αλλαγή των
ονομάτων αποσκοπούσε στο να λησμονήσουν οι νέοι την παλαιά τους πατρίδα και
να αφιερωθούν πλήρως στις συνήθειες της νέας τους πόλεως και του νέου θεού στον
οποίο ντόπιοι πίστευαν.
Ο Δανιήλ έλαβε εσωτερικώς την απόφαση να μη μολυνθεί και να μη φάει
τίποτα από την τράπεζα του βασιλέως. Το ίδιο έκαναν και οι τρεις παίδες. Ο
αρχιευνούχος Αμελσάδ παρότι σέβονταν πολύ τον Δανιήλ εν τούτοις φοβήθηκε
μήπως η απόφαση του Δανιήλ γίνει αφορμή να αποκεφαλιστεί ο ίδιος για ανυπακοή
στον βασιλιά. Ο Δανιήλ όμως του αντιπρότεινε να δώσει σ’ αυτόν και τους τρεις
παίδες νηστήσιμες τροφές για δέκα μέρες και κατόπιν να συγκρίνει την όψη τους μ’
αυτήν των υπολοίπων εκπαιδεομένων ιουδαίων νέων. Πράγματι, μετά από δέκα
μέρες ο Αμελσάδ διαπίστωσε πως η όψη του προσώπου του Δανιήλ και των τριών
παίδων παρότι αυτοί έτρωγαν υποδεέστερες τροφές σε θρεπτικά στοιχεία (νηστίσιμα)
σε σχέση με τους υπόλοιπους που έτρωγαν από τα βασιλικά εδέσματα, εν τούτοις η
όψη τους διακρίνονταν από περισσότερη ευεξία.
Όταν πέρασαν τρία χρόνια παρουσιάστηκαν μπροστά στον βασιλιά όλοι οι
ιουδαίοι νέοι. Αλλά μεταξύ αυτών δεν βρέθηκαν άνδρες όμοιοι με τον Δανιήλ, τον
Ανανία, τον Μισαήλ και τον Αζαρία. Οι νέοι αυτοί διακρίνονταν σε κάθε ζήτημα
επιστήμης και σοφίας και αποδείχτηκαν δέκα φορές σοφότεροι από τους μάγους και
εξορκιστές των Χαλδαίων. Ακόμη και στις σωματικές αρετές υπερτερούσαν.
Κεφάλαιο δεύτερο
Ο Ναβουχοδονόσωρ συγκέντρωσε όλους τους σοφούς και μάγους της
Βαβυλώνας απαιτώντας να του δώσουν εξήγηση για ένα τρομερό όνειρο που είδε, το
οποίο όμως δεν θυμόταν καν να διηγηθεί. Συνεπώς ζητούσε από την ελίτ των σοφών
της Βαβυλώνας να του περιγράψουν πρώτα το όνειρο που είχε δει και στη συνέχεια
να του το εξηγήσουν. Εκείνο τον καιρό λαοί όπως οι Ασσύριοι, οι Βαβυλώνιοι και οι
Αιγύπτιοι έδιναν μεγάλη σημασία στα όνειρα. Μάλιστα τους ξεκαθάρισε πως αν δεν
εκτελούσαν αυτό που ζητούσε θα τους θανάτωνε όλους.
Οι μάγοι, όπως ήταν φυσικό, ζήτησαν από τον βασιλιά να τους διηγηθεί
πρώτα το όνειρο το οποίο είχε δει και στη συνέχεια θα ήταν σε θέση να του το
ερμηνεύσουν. Ο Βασιλιάς όμως με αυστηρό τόνο τους ξεκαθάρισε: «Εάν δεν μου
καταστήσετε γνωστό το όνειρο και την ερμηνεία του, θα φονευθείτε σεις και τα
σπίτια σας θα διαρπαγούν… εις μάτην ζητείτε να κερδίσετε χρόνο για να βρείτε την
ευκαιρία να συνθέσετε ψευδή ερμηνεία».
Οι μάγοι κατανόησαν ότι αυτό που ζητούσε ο βασιλιάς ήταν αδύνατο να το
εκπληρώσουν: «Ουδείς άλλος υπάρχει, ο οποίος θα είπη το όνειρο εις τον βασιλέα,
πλην των θεών, των οποίων όμως η κατοικία δεν είναι μεθ’ ημών των ανθρώπων».
Μετά την ανικανότητα των μάγων και των σοφών της περιοχής να διηγηθούν
και να ερμηνεύσουν το όνειρο, ο Ναβουχοδονόσωρ διέταξε να σφαγιαστούν όλοι οι
σοφοί της αυτοκρατορίας ανεξαιρέτων.
Ένας νέος όμως ονόματι Δανιήλ παρουσιάστηκε μπροστά στον βασιλιά
ζητώντας λίγη παράταση χρόνου ώστε να μπορέσει να εκτελέσει εκείνος την εντολή
του. Ο Δανιήλ έπειτα εισήλθε στον οίκο του, ενημέρωσε τους φίλους του Μισαήλ,
Ανανία και Αζαρία και άρχισαν όλοι μαζί να προσεύχονται στον πανάγαθο Θεό για
την διαλεύκανση αυτού του μυστηρίου.
Ύστερα από λίγες μέρες ο Θεός αποκάλυψε στον Δανιήλ το μυστηριώδες
όνειρο του βασιλέως και την εξήγησή του. Ο Δανιήλ μετά την οπτασία που του
αποκάλυψε ο Θεός ευχαρίστησε θερμά τον Κύριο για το άπειρο έλεος που δεικνύει
στους ανθρώπους και κατόπιν κίνησε για τα βασιλικά ανάκτορα.
Ο προφήτης αρχικά παρακάλεσε τον Ναβουχοδονόσωρ να μη φονευθούν οι

311
μάγοι της Βαβυλώνος. Ο Βασιλιάς απόρησε για το πώς ήταν δυνατόν ένας άνθρωπος
τόσο νέος όσο ήταν ο Δανιήλ αν θα μπορούσε να κάνει αυτό που στάθηκαν ανίκανοι
να εκτελέσουν όλοι οι σοφοί και μάγοι του βασιλείου του. Ο Δανιήλ απάντησε: «Το
μυστηριώδες όνειρο και το νόημα του, το οποίο ο βασιλεύς θέλει να μάθει, δεν είναι
έργο των σοφών ανθρώπων, των μάγων και των εξορκιστών αστρολόγων, αλλά του
Θεού του κατοικούντος εν τω ουρανώ. Αυτός αποκάλυψε τα μυστήριά του και τα
έκανε γνωστά στον βασιλέα Ναβουχοδονόσωρ. Τι δηλαδή θα γίνει κατά τους
τελευταίους χρόνους».
Στη συνέχεια συνέχισε με την διήγηση και επεξήγηση του ονείρου: «Συ,
βασιλεύ, καθώς ήσουνα εξηπλωμένος εις την κλίνην σου, εσκέπτεσο, τι θα γίνει στο
μέλλον· και ο Θεός, ο οποίος φανερώνει τα μυστήρια, σου κατέστησε γνωστόν, τι
μέλλει να γίνει στο μέλλον. Εις εμέ, χωρίς να έχω εγώ σοφίαν μεγαλυτέραν από
όλους τους άλλους σοφούς, εφανερώθη το μυστήριον αυτό. Εφανερώθη εκ του
Θεού, δια να καταστήσω γνωστήν στον βασιλέα την ερμηνείαν του ονείρου και δια
να πάρεις έτσι απάντησιν στους διαλογισμούς οι οποίοι απασχολούσαν και
απασχολούν την διάνοιάν σου. Συ, λοιπόν, βασιλεύ, έβλεπες και ιδού έμπροσθέν
σου ένα άγαλμα, ένα μεγάλο άγαλμα. Η όψις αυτού ήτο έξοχος και υπερήφανος. Το
άγαλμα ίστατο όρθιον ενώπιόν σου και η εμφάνισίς του επροξένει φόβον.
Αυτού του αγάλματος η κεφαλή ήτο από καθαρόν χρυσόν, τα χέρια και το
στήθος και οι βραχίονές του ήσαν αργυρά. Η κοιλία και οι μηροί ήσαν χάλκινοι αι
δε κνήμαι του ήσαν σιδηραί. Έβλεπες κατάπληκτος, βασιλεύ, το άγαλμα αυτό,
μέχρις ότου απεκόπη, χωρίς την επέμβασιν καμμιάς ανθρωπίνης χειρός, ένας λίθος
από όρος, εκτύπησε το άγαλμα αυτό στους πόδας τους σιδερένιους και τους
πηλίνους και το συνέτριψεν εξ ολοκλήρου. Τοτε συνετρίβησαν δια μιας μαζί με τα
σιδερένια και πήλινα πόδια ο χαλκός, ο άργυρος και ο χρυσός του αγάλματος και
έγιναν κονιορτός, ωσάν τον κονιορτόν του αλωνιού κατά το θέρος. Ισχυρός δε
άνεμος διεσκόρπισε τον κονιορτόν, χωρίς να αφήσει ούτε ίχνος από αυτά. Ο δε
λίθος εκείνος, που εκτύπησε το άγαλμα, έγινε μέγα όρος και εγέμισεν όλην την γην.
Ιδού, βασιλεύ, ποίον ήτο το όνειρόν σου. Θα είπωμεν τώρα ενώπιον του βασιλέως
και την ερμηνείαν του».
Η κεφαλή του αγάλματος ήταν κατασκευασμένη από χρυσό και αυτή
συμβολίζει την βασιλεία του Ναβουχοδονόσορος. Κι αυτό γιατί εκείνη την εποχή η
βασιλεία αυτού ήταν περισσότερο κραταιή από κάθε άλλη που είχε περάσει ποτέ
στην ιστορία την ανθρωπότητας. Είχε υποτάξει Αιγύπτιους, Σύριους, Φοίνικες και
Άραβες. Ήταν δε χρυσή εξαιτίας του πλούτου που την διακατείχε. Όμως δεν είχε
συνοχή αφού οι Μήδες και οι Πέρσες που ήταν οι δύο χείρες του αγάλματος ήρθαν
σε εμφύλιο σπαραγμό φιλονικούντες για την ηγεμονία. (αυτή είναι η δεύτερη
περίοδος-δεύτερη βασιλεία). Οι χάλκινοι μηροί και η χάλκινη κοιλιά του αγάλματος
παριστάνει την αυτοκρατορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου η οποία σε έκταση θα
είναι πολύ μεγαλύτερη της πρώτης, υποδεέστερη όμως από άποψης πλούτου και
δόξης εν συγκρίσει με την πρώτη και την δεύτερη. Η τέταρτη βασιλεία των κνημών
και των ποδών είναι η Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Αυτή θα είναι ισχυρή όπως το
σίδηρο. Ο σίδηρος είναι ισχυρότερο μέταλλο από τον χαλκό, τον χρυσό και τον
άργυρο. Αυτή η αυτοκρατορία θα διαδεχτεί όλες τις προηγούμενες αποροοφόντας
όλους τους κραδασμούς των προηγούμενων. Ο προφήτης όμως στέκεται στα πόδια
της τέταρτης βασιλείας των οποίων τα δάχτυλα ήταν άλλα μεν από σίδηρο, άλλα δε
από πηλό. Αυτό δείχνει την ανομοιογένεια του πληθυσμού και άρα την αδυναμία
αυτής της βασιλείας. Έτσι στα τελευταία χρόνια της αυτή η αυτοκρατορία θα είναι

312
πολύ ανίσχυρη και ανομοιογενής ωσάν τον πηλό. Θα έρθει όμως μία νέα βασιλεία
η οποία θα συντρίψει όλες τις προηγούμενες και η οποία θα είναι ακατάλυτη εις
τους αιώνες. Πρόκειται για την βασιλεία του Μεσσία. Πως παρουσιάζεται η
βασιλεία του Χριστού; Ως λίθος ο οποίος αποκόπηκε χωρίς ανθρώπινη παρέμβαση
από ένα βουνό και καταπεσών πάνω στο άγαλμα το συνέτριψε τροποποιώντας το
σε κονιορτό. Ο λίθος αυτός έγινε όρος το οποίο κάλυψε όλη τη γη. Ο Δανιήλ
τελειώνοντας βεβαιεί για την αληθή ερμηνεία του ονείρου και για την εκπλήρωση
των προφητευμένων εν αυτώ.
Εκστασιασμένος ο Ναβουδονόσωρ από την εξήγηση του ονείρου, έπεσε στα
πόδια του Δανιήλ ευχαριστώντας τον. Αμέσως διέταξε να αποδοθούν στον
προφήτη όλες οι τιμές και τον όρισε έπαρχο του βασιλείου του δίδοντάς του
άφθονα πλούτη. Επίσης τίμησε και τους φίλους του Δανιήλ, τον Ανανία, τον Αζαρία
και τον Μισαήλ διορίζοντάς τους ως κριτές της αυτοκρατορίας για όλες τις
υποθέσεις που θα την αφορούσαν στο μέλλον.
Κεφάλαιο τρίτο
Ο Ναβουχοδονόσορ έστησε ένα τεράστιο άγαλμα ύψους 12 πήχεων όλο
χρυσό και την ημέρα που έκανε επίσημα τα εγκαίνιά του απαίτησε από όλο το λαό
να το προσκυνήσουν. Η απαίτηση του βασιλέως δεν ήταν να παύσει ο κόσμος να
λατρεύει ο καθένας τους δικούς του θεούς , αλλά μετ’ αυτών και τούτο το άγαλμα.
Συνεπώς οι διάφοροι λαοί που κατοικούσαν στην Βαβυλώνα δεν είχαν κανένα
πρόβλημα να προσκυνήσουν ένα ακόμη είδωλο ανάμεσα στα πολλά που είδη
προσκυνούσαν. Οι Σεδράχ, Μισάχ και Αβδεναγώ, δηλαδή οι τρεις παίδες Μισαήλ,
Ανανίας και Αζαρίας αρνήθηκαν να το προσκυνήσουν το άγαλμα και ο βασιλιάς
έξαλλος διέταξε να τους ρίψουν σε πυρακτωμένη κάμινο. Άγγελος όμως
προστάτευσε τον Αζαρία και τους δύο φίλους του. Οι τρεις παίδες, εν καμίνω
ύμνησαν τον Θεό.
Ερώτημα: Γιατί ο συγγραφέας δεν αναφέρει τίποτα για τον Δανιήλ, αλλά και
για τον υπόλοιπο ιουδαϊκό λαό; Απαντούμε: α) Το ότι δεν αναφέρεται καθόλου ο
Δανιήλ αυτό σημαίνει ότι ή ήταν ασθενής την περίοδο εκείνη, ή κατ’ άλλους
απουσίαζε για εξωτερικές υποθέσεις του κράτους ένεκεν του αξιώματος του
οποίου που κατείχε. Το σίγουρο είναι ότι δεν προσκύνησε ασφαλώς το άγαλμα
διότι είναι σε όλους γνωστός ο αδαμάντινος χαρακτήρας του. Το ότι άλλωστε ο
συγγραφέας δεν τον τοποθετεί καθόλου σε όλη αυτή την ιστορία αυτό δείχνει ότι
δεν έχει κανέναν σκοπό να εξωραΐσει τον ήρωά του, αυτό είναι και εκείνο το
στοιχείο που αποδεικνύει και την γνησιότητα αυτού του βιβλίου. Β) Το ότι ο
Ιουδαϊκός λαός απουσίασε από την προσκύνηση του αγάλματος έχει την εξήγησή
του: - Μόνο οι αντιπρόσωποι των λαών ήταν υποχρεωμένοι να παραστούν στα
εγκαίνια του αγάλματος. Οι εκ των λαών προσελθόντες την ημέρα εκείνη δεν
προσήλθαν κληθέντες, αλλά αυτόκλητοι.
Η προσευχή του Αζαρίου και ο ύμνος των τριών παίδων:
Σταθείς δε όρθιος ο Αζαρίας εν μέσω του πυρός, ήνοιξε το στόμα αυτού,
προσηυχήθη προς τον Θεόν και είπε· “Ευλογημένος είσαι, Κύριε ο Θεός των
πατέρων μας, άξιος παντός επαίνου· δοξασμένον το Όνομά σου στους αιώνας των
αιώνων. Διότι είσαι δίκαιος εις όλα εκείνα, τα οποία έκαμες προς ημάς. Όλα
τα έργα σου είναι αληθινά. Αι οδοί, τας οποίας συ έδωσες εντολήν να
ακολουθώμεν, είναι ευθείαι και ασφαλείς. Όλαι αι αποφάσεις σου ορθαί. Δικαίας
αποφάσεις αλαθήτου κρίσεως εξέδωσες δι' όλας εκείνας τας τιμωρίας και θλίψεις,

313
τας οποίας έστειλες εις ημάς και εναντίον της Ιερουσαλήμ, της αγίας πόλεως των
προγόνων μας. Διότι με ακρίβειαν και με δικαίαν κρίσιν επέφερες όλα αυτά
εναντίον μας εξ αιτίας των αμαρτιών μας. Διότι ημείς ημαρτήσαμεν, παρέβημεν τον
Νόμον σου και απεμακρύνθημεν από σέ. Ημαρτήσαμεν εις όλα, δεν υπηκούσαμεν
εις τας εντολάς σου, δεν εφυλάξαμεν και δεν επράξαμεν σύμφωνα με εκείνα, τα
οποία συ μας είχες διατάξει, δια να ζήσωμεν ευτυχείς και ασφαλείς. Δια τούτο
όλα όσα συ έφερες εναντίον μας, όλα όσα έπραξες εις τιμωρίαν μας, τα έκαμες
κατά δίκαιον και αληθινήν κρίσιν. Και παρέδωκες ημάς εις χείρας παρανόμων
εχθρών, αποστατών, μισητοτάτων, εις χείρας βασιλέως αδίκου και μοχθηροτάτου
από όλους τους βασιλείς της γης. Τώρα δέ, Κύριε, δεν έχομεν το σθένος να
ανοίξωμεν το στόμα μας προς σέ. Καταισχύνη και όνειδος εγίναμεν δια τους
δούλους σου, που σε υπηρετούν, δια τους ανθρώπους οι οποίοι σε λατρεύουν.
Αλλά σε ικετεύομεν· δια το άγιον και φιλάνθρωπον Όνομά σου μη μας παραδώσης
εις πλήρη όλεθρον και μη διαλύσης την συιμφωνίαν, που συνήψες με τους πατέρας
μας. Μη απομακρύνης από ημάς το έλεός σου προς χάριν του αγαπητού σου
Αβραάμ, προς χάριν του δούλου σου Ισαάκ και του Ιακώβ, του αγίου σου. Εις
αυτούς είπες και υπεσχέθης, να πληθύνης τους απογόνους των και να τους
αναδείξης ως προς το πλήθος ωσάν τα άστρα του ουρανού και ωσάν την άμμον,
που υπάρχει εις την παραλίαν της θαλάσσης. Σε παρακαλούμεν θερμώς, Δέσποτα,
διότι ημείς σήμερον εγίναμεν ολιγώτεροι και μικρότεροι από όλα τα έθνη. Εξ αιτίας
των αμαρτιών μας είμεθα σήμερον εις όλην την οικουμένην εξευτελισμένοι και
άσημοι. Εις την εποχήν μας αυτήν δεν υπάρχει βασιλεύς δι' ημάς, ούτε προφήτης,
ούτε κανένας άλλος άρχων. Δεν προσφέρονται πλέον ολοκαυτώματα, ούτε
αναίμακτοι θυσίαι, ούτε θυμίαμα, ούτε και υπάρχει ναός και θυσιαστήριον, δια να
προσφέρωμεν ενώπιόν σου τας θυσίας μας και να εύρωμεν έλεος. Αλλά ας
προσφερθώμεν ως θυσία ενώπιόν σου και ας γίνωμεν δεκτοί από σε με ψυχήν
συντετριμμένην και πνεύμα ταπεινωμένον. Συ δέ, Κυριε, εν τω ελέει σου, όπως θα
εδέχεσο ολοκαυτώματα κριών και ταύρων και μυριάδων αμνών καλοθρεμμένων,
έτσι ας γίνη σήμερα δεκτή η θυσία μας αυτή ενώπιόν σου. Σε ακολουθούντες
προσφέρομεν αυτήν την θυσίαν, διότι είμεθα απολύτως βέβαιοι, ότι δεν θα
έντραπούν ποτέ εκείνοι, οι οποίοι έχουν πίστιν και στηρίζουν την πεποίθησιν των
εις σέ. Διότι και τώρα ακόμη ακολουθούμεν τας εντολάς σου με όλην μας την
καρδίαν. Σε σεβόμεθα και αναζητούμεν μετά πόθου το πρόσωπόν σου. Μη μας
κατεντροπιάσης, Κυριε, αλλά δείξε και εις την περίστασιν αυτήν απέναντί μας την
επιείκειάν σου και το πλήθος του ελέους σου. Σύμφωνα με τα αναρίθμητα
θαύμαστά σου έργα, που έχεις πράξει εις προστασίαν του λαού σου, γλύτωσέ μας
και σήμερα και δόξασε έτσι το Ονομά σου. Ας καταισχυνθούν όλοι εκείνοι, οι οποίοι
φέρονται με σκληρόν τρόπον και διαπράττουν κακότητας στους δούλους σου. Ας
καταισχυνθούν και ας αποδειχθή ανύπαρκτος και ανίσχυρος η εναντίον μας
δύναμίς των. Ας συντριβή η ισχύς των, Και ας μάθουν, ότι συ είσαι ο μόνος
αληθινός Κύριος και Θεός, ένδοξος εις όλην την οικουμένην”!
Εκπληκτική είναι η προσευχή του Αζαρία. Ακόμη και την ώρα που ρίπτονταν
στη φωτιά αναγνώριζε ότι η τιμωρία αυτή οφείλεται στα πολλά αμαρτήματα του
ισραηλιτικού λαού: «Τώρα δεν τολμούμε να ανοίξουμε το στόμα μας προς σε.
Ντροπή και έλεγχος συνειδήσεως υπάρχει σε μας τους δούλους σου». Παρότι
προσεύχεται στον Κύριο να μην μεταχειριστεί τους Ιουδαίους βάση των αμαρτιών
τους, την ίδια στιγμή δεν σκέφτεται την ιδία ωφέλεια όσο την δόξα του Θεού. Αν ο

314
Θεός δεν σώσει τον λαό του, οι εθνικοί θα πιστέψουν ότι ήταν αδύνατος σ’ αυτό
και θα τον περιγελάσουν. Αυτό ακριβώς απεχθάνεται ο Αζαρίας. Κανείς να μην
κακολογήσει τον Θεό του. Επίσης υπογραμμίζουμε πως ο Αζαρίας στην προσευχή
του δεν ζητά την καταστροφή των εχθρών του λαού του, αλλά την ταπείνωσή τους.
Και ζητά την ταπείνωσή τους για να αναγνωρίσουν όλοι οι λαοί τον αληθινό Θεό.
Ιδού η διαφορά φρονήματος του Αζαρία με όλους τους σύγχρονους παντός τύπου
εθνικιστές.

Ύμνος τριών παίδων: “Ευλογημένος είσαι, Κύριε ο Θεός των πατέρων μας, άξιος
πάσης υμνολογίας, και υπερυψούμενος στους αιώνας.
Ευλογημένος είσαι, Κυριε ο Θεός των πατέρων μας, άξιος
πάσης υμνολογίας, και υπερυψούμενος στους αιώνας.
Ευλογημένον ας είναι το άγιον Όνομα της δόξης σου,
ανώτερον από κάθε υμνολογίαν, υπερυψούμενον εις όλους
τους αιώνας.

Ευλογημένος είσαι στον ναόν της αγίας δόξης σου, ανώτερος


από κάθε ύμνον, και υπερένδοξος στους αιώνας.
Ευλογημένος είσαι συ, που επιβλέπεις τα απύθμενα
βάθη των θαλασσών, συ που κάθεσαι επάνω εις τα
Χερουβίμ, άξιος παντός ύμνου, και υπερυψούμενος εις όλους
τους αιώνας. Ευλογημένος είσαι συ, ο οποίος κάθεσαι επί
του λαμπρού θρόνου της ενδόξου βασιλείας σου, ανώτερος
από κάθε ύμνον και άξιος να μεγαλύνεσαι στους αιώνας.
Ευλογημένος είσαι συ, ο οποίος κυριαρχείς στο στερέωμα του
ουρανού, άξιος να υμνήσαι και να δοξάζεσαι στους αιώνας.
Ευλογείτε τον Κύριον όλα τα δημιουργήματα του Κυρίου.
Υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. Ευλογείτε
τον Κύριον οι ουρανοί, υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν στους
αιώνας. Άγγελοι Κυρίου ευλογείτε τον Κύριον, υμνείτε
και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. Όλα τα υπεράνω
του ουρανού ύδατα, ευλογείτε τον Κύριον, υμνείτε και
υπερυψούτε αυτόν στους αιώνας. Όλαι αι δυνάμεις του
Κυρίου, ας δοξάζετε τον Κύριον· υμνείτε το μεγαλείον του,
μεγαλύνατε αυτόν στους αιώνας. Ήλιος και σελήνη,

315
ευλογείτε τον Κύριον. Υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν στους
αιώνας. Όλα τα άστρα του ουρανού, ευλογείτε τον Κύριον.
Υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν στους αιώνας. Κάθε βροχή και
κάθε δρόσος, ευλογείτε τον Κύριον. Υμνείτε και υπερυψούτε
αυτόν εις τους αιώνας. Όλοι οι άνεμοι, δοξάζετε τον Κύριον.
Υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. Πυρ και
θερμότης, ευλογείτε τον Κύριον. Υμνείτε και υπερυψούτε
αυτόν στους αιώνας. Ψύχος και καύμα, ευλογείτε τον Κύριον.
Υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. Δροσιές και
χιόνια, Ευλογείτε τον Κύριον. Υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν
εις τους αιώνας. Νύκτες και ημέραι, ευλογείτε τον Κύριον.
Υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν στους αιώνας. Φως και
σκότος, ευλογείτε τον Κύριον. Υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν
στους αιώνας. Πάγος και ψύχος, ευλογείτε τον Κύριον.
Υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν στους αιώνας. Ψύχος και
καύσων, ευλογείτε τον Κύριον. Υμνείτε και υπερυψούτε
αυτόν στους αιώνας. Πάχναι και χιόνες, ευλογείτε τον Κύριον.
Υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν στους αιώνας. Αστραπαί
και νεφέλαι, ευλογείτε τον Κύριον. Υμνείτε και υπερυψούτε
αυτόν στους αιώνας. Ολόκληρος η γη ας δοξάζη τον Κυριον.
Ας υμνή και ας υπερυψώνη αυτόν στους αιώνας. Όρη και
λόφοι, ευλογείτε τον Κύριον. Υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν
στους αιώνας. Όλα όσα φυτρώνουν εις την γην,
ευλογείτε τον Κύριον. Υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν στους
αιώνας. Θάλασσα και ποταμοί, ευλογείτε τον Κύριον. Υμνείτε
και υπερυψούτε αυτόν στους αιώνας. Πηγαί υδάτων,
ευλογείτε τον Κύριον. Υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν στους
αιώνας Τα μεγάλα κήτη, οι ιχθύες της θαλάσσης και όλα όσα
κινούνται εις τα ύδατα, ευλογείτε τον Κύριον. Υμνείτε και
υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας Όλα τα πτηνά του
ουρανού, ευλογείτε τον Κύριον. Υμνείτε και υπερυψούτε
αυτόν στους αιώνας. Όλα τα θηρία της γης και όλα τα ήμερα

316
ζώα, ευλογείτε τον Κύριον. Υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν εις
τους αιώνας. Υιοί των ανθρώπων, ευλογείτε τον Κύριον.
Υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν στους αιώνας.
Ισραηλίται, ευλογείτε τον Κύριον. Υμνείτε και
υπερυψούτε αυτόν στους αιώνας. Ιερείς του Κυρίου,
ευλογείτε τον Κύριον. Υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν στους
αιώνας. Δούλοι Κυρίου, ευλογείτε τον Κύριον. Υμνείτε
και υπερυψούτε αυτόν εις τους αιώνας. Πνεύματα και
ψυχαί δικαίων, ευλογείτε τον Κύριον, υμνείτε και
υπερυψούτε αυτόν στους αιώνας. Όσιοι και ταπεινοί κατά
την καρδίαν, ευλογείτε τον Κύριον. Υμνείτε και υπερυψούτε
αυτόν στους αιώνας. Ανανία, Αζαρία και Μισαήλ, ευλογείτε
τον Κύριον. Υμνείτε και υπερυψούτε αυτόν στους αιώνας,
διότι μας έβγαλεν από τον άδην, μας έσωσεν από τα χέρια
του θανάτου, μας εγλύτωσεν από το μέσον της καμίνου, από
τη καιομένην φλόγα. Μας έσωσεν ανάμεσα από την φωτιάν.
Δοξολογήσατε τον Κύριον, ιδιότι είναι αγαθός και διότι το
έλεός του είναι αιώνιον. Όλοι σεις, που τον λατρεύετε,
ευλογείτε τον Κύριον, που είναι Θεός των θεών. Υμνείτε και
δοξολογείτε αυτόν, διότι το έλεός του είναι αιώνιον”.

Οι τρείς παίδες εν καμίνω προσκαλούν σε αίνο τον ουρανό και όλα τα


ουράνια σώματα διότι τα πάντα είναι υποταγμένα στο θέλημα του Θεού. Όχι
μόνο τα υλικά ουράνια σώματα, αλλά και οι πάσης φύσεως αγγελικές
δυνάμεις. Προσκαλούνται όλα τα πετεινά του ουρανού, η δροσιά, η βροχή και
οτιδήποτε πετά ή βρίσκεται στον ουρανό για να δοξάσει τον Κύριο.
Κατεβαίνοντας από τα ουράνια οι τρεις παίδες συναντούν τα υψηλά όρη και
βουνά, την βλάστηση, τις πηγές, τα μεγάλα θαλάσσια κοίτη και τα επίγεια
κτήνη. Ιδιαιτέρως προσκαλούνται σε αίνο του Θεού οι τρεις παίδες εν καμίνω ο
Αζαρίας, ο Μισαήλ και ο Ανανίας να υμνήσουν και να δοξολογήσουν τον Θεό.

Οι τρεις παίδες διά θαύματος έμειναν άθικτοι από την δυνατή φωτιά.

317
Θαυμάζοντας το θαύμα ο Ναβουχοδονόσορ ύμνησε τελικά κι αυτός τον Κύριο.
Το παράξενο είναι πως ο Χαλδαίος δυνάστης είδε τέσσερα και όχι τρία άτομα
μέσα στο αναμμένο πυρ. Ποιος όμως ήταν ο τέταρτος; -Ο άγιος Ιππόλυτος
σχολιάζοντας το θαύμα λέει πως το τέταρτο πρόσωπο ήταν ο Μεσσίας Χριστός
προ της ενανθρωπήσεώς Του. Αυτόν λοιπόν που οι Ιουδαίοι δεν αναγνώρισαν
ούτε μετά την ενανθρώπισή Του, τον αναγνωρίζουν προκαταβολικά τα έθνη
διά του Ναβουχοδονόσορος.

Ένα άλλο ερώτημα που ανακύπτει είναι: -Δηλαδή ο Ναβουχοδονόσορ


έγινε χριστιανός; - Η απάντηση είναι όχι. Απλά μέσα στο πλήθος των θεοτήτων
που προσκυνούσε δεν του ήταν δύσκολο να αποδεχτεί και την ύπαρξη ενός
ακόμη θεού. Η διαφορά έγκειται στο ότι ο Χαλδαίος βασιλεύς αναγνώρισε τον
Θεό των Ιουδαίων ως ανώτερο από όλους τους υπόλοιπους.

Εν τέλει ο Ναβουχοδονόσορ τοποθέτησε και πάλι τους τρεις παίδες στα


πρότερα αξιώματα που κατείχαν, προσδίδοντάς όμως αυτή τη φορά ακόμη
περισσότερες τιμές από πριν.

Κεφάλαιο τέταρτο

Ο βασιλέας Ναβουχοδονόσορ είδε νέο όνειρο το οποίο τον τάραξε πάρα


πολύ, περισσότερο ακόμη και από το προηγούμενο που είχε δει. (βλ. κεφ. 2). Ο
βασιλέας βρέθηκε σε αμηχανία και για μία ακόμη φορά κάλεσε τους μάγους
και όλους τους σοφούς να του εξηγήσουν το όνειρο. Οι μάγοι ήταν μεν ικανοί
να αποκαλύπτουν τα των δαιμόνων, όχι όμως τα της Θείας βουλής. Ο Δανιήλ
δεν εκλήθη πρώτος, αφού ο Ναβουχοδονόσορ πίστεψε πως αυτή τη φορά οι
μάγοι και οι σοφοί θα μπορούσαν βάση της ακροάσεως να εξηγήσουν το
όνειρο. Όμως η αποτυχία τους και αυτή τη φορά έφερε στα βασιλικά ανάκτορα
τον Δανιήλ.

Ο Ναβουχοδονόσορ διηγείται το όνειρό του στον Δανιήλ: «Εκοιμώμην εις


την κλίνην μου και είδα· ιδού ένα δένδρον μεγάλου ύψους στο μέσον της
πεδιάδος. Το δένδρον αυτό εμεγάλωσεν, ανεπτύχθη υπερβολικά. Το ύψος του

318
έφθασεν έως τον ουρανόν και η έκτασίς του εκάλυψε τα πέρατα όλης της γης.
Τα φύλλα του ήσαν ωραία. Οι καρποί του άφθονοι, από τους οποίους όλοι
ετρέφοντο. Κάτω από αυτό είχαν τας φωλεάς των τα αγρία θηρία και στους
κλάδους του κατοικούσαν τα πουλιά του ουρανού. Από αυτό ετρέφοντο όλα τα
ζωντανά όντα. Ενῷ λοιπόν εξηπλωμένος και κοιμώμενος εις την κλίνην μου
έβλεπα τα νυκτερινά αυτά οράματα, αίφνης κατέβηκε από τον ουρανόν άγιος
άγγελος. Εφώναξε με μεγάλην φωνήν και είπε τα εξής· Κόψατε το δένδρον
αυτό, μαδήσατε τους κλάδους του, τινάξατε κάτω τα φύλλα του,
διασκορπίσατε τον καρπόν του. Ας φύγουν τρομαγμένα τα θηρία, που ήσαν
κάτω από αυτό, και τα πτηνά, που ήσαν στους κλάδους του. Αφήσατε μόνον το
φύτρον των ριζών του μέσα εις την γην. Με δεσμά σιδηρά και χάλκινα δέσατε
τον άνθρωπον, που συμβολίζεται με το δένδρον αυτό. Αυτός θα κοιμάται στο
εξής έξω εις την χλόην, κάτω από την δροσιά του ουρανού. Θα έχει μέρος και
συναναστροφήν με τα θηρία και θα τρώγη το χορτάρι της γης. Η καρδία του θα
μεταβληθή, θα γίνη διαφορετική από την καρδιάν των ανθρώπων. Θα δοθή εις
αυτόν καρδία θηρίου. Επτά χρονικάς περιόδους θα περάσει ο άνθρωπος αυτός
εις την κατάστασιν αυτήν. Απόφασις διαγγελθείσα από ουράνιον άγγελον είναι
ο λόγος αυτός. Αποτελεί απάντησιν εις ερώτημα, το οποίον ετέθη υπό των
αγίων στον ουρανόν, δια να μάθουν οι ζώντες επί της γης, ότι ο Κύριος του
κόσμου είναι ο Ύψιστος, ο κυρίαρχος επί πάσαν βασιλείαν ανθρώπων. Και ότι
εις εκείνον, που αυτός θα κρίνει καλόν να δώσει την εξουσίαν, θα την δώσει.
Και εις τα χέρια του είναι να αναδείξει και εγκαταστήσει επί την εξουσίαν ο
άνθρωπον άσημον και περιφρονημένον. Αυτό είναι το ενύπνιον, το οποίον εγώ
ο Ναδουχοδονόσορ ο βασιλεύς είδον. Συ δέ, Βαλτάσαρ, ειπέ μου την
ερμηνείαν, διότι όλοι οι άλλοι σοφοί της βασιλείας μου δεν είναι ικανοί να μου
δώσουν το νόημά του. Συ όμως, Δανιήλ, ημπορείς, διότι υπάρχει εις σε το
Άγιον Πνεύμα του Θεού».

Ο Δανιήλ ακούγοντας το όνειρο έμεινε βουβός για μία ώρα. H ταραχή του
Δανιήλ δεν διέφυγε ασφαλώς της προσοχής του Ναβουχοδονόσορος ο οποίος
προσπάθησε να τον ηρεμήσει. Ο προφήτης εξηγεί κατόπιν πως το πελώριο
αυτό δέντρο δεν ήταν άλλος από τον ίδιο τον βασιλέα. Και ήταν τόσο μεγάλο

319
αυτό το δέντρο διότι συμβόλιζε την απέραντη επικράτεια της αυτοκρατορίας
του η οποίο εξετείνετο από την Αρμενία ως την Συρία, και από την Αίγυπτο ως
την Περσία. Είχε δε συγκεντρώσει τεράστιες ποσότητες χρυσού από τις
νικηφόρες εκστρατείες τους. Ο Θεός όμως έλαβε την απόφασή Του και δεν θα
την έπαιρνε πίσω. Έδωσε εντολή στους αγγέλους Του να την εκτελέσουν: Ο
Ναβουχοδονόσορ θα χάσει τα λογικά του, θα εκδιωχθεί από τους ανθρώπους
και θα κατοικεί στον αγρό μαζί με τα άγρια θηρία. Για επτά χρόνια θα
βρίσκεται σ’ αυτή την φρικτή κατάσταση τρεφόμενος με χόρτα που τρώνε τα
βόδια.

Όμως ο Θεός δεν ήθελε ολότελα να εξαφανιστεί ο Ναβουχοδονόσορ:


«Αφήσατε την υπόγειο φύτρα των ριζών του δέντρου» που σημαίνει, ότι η
βασιλεία του θα επανέλθει. Πότε; Όταν ο βασιλέας θα αναγνωρίσει την
δύναμη του ουράνιου βασιλέως.

Ο καιρός πέρασε, πέρασε ένας ολόκληρος χρόνος, που σημαίνει πως ο


βασιλιάς είχε καιρό να μετανοήσει, όμως δεν το έκανε, λησμόνησε εντελώς
εκείνο το όνειρο. Πόσο απατηλά είναι τα πλούτη και η εξουσία! Επειδή λοιπόν
θεώρησε τον εαυτό του Θεό έγινε ο ίδιος κτήνος. Τιμωρηθείς νόσησε από την
νόσο της λυκανθρωπίας. Δηλαδή νόμιζε τον εαυτό του ως ένα από τα ζώα. Το
χτύπημα της νόσου ήταν κεραυνοβόλο χωρίς κανένα περιθώριο αντίδρασης.

Τα επτά χρόνια της νόσου πέρασαν, ο Ναβουχοδονόσορ επανήλθε στην


πρότερη συνείδηση της προσωπικότητάς του και αμέσως αναγνώρισε την
παντοδυναμία του Θεού. Η κτηνώδης όψη του ξαναμεταβλήθηκε σε
ανθρώπινη. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει πως ο Ναβουχοδονόσορ έπαψε να είναι
πολυθεϊστής ειδωλολάτρης.

Εν τέλει ο Ναβουχοδονόσορ πέθανε λίγο μετά την θεραπεία του, έπειτα από
βασιλεία 45 ετών, σε ηλικία 80 ετών περί το 561 π.Χ.

****Συμπλήρωμα Βίος Ναβουχοδονόσορος: Ναβουχοδονόσορ Α΄


Ο Ναβουχοδονόσορ Α΄ ή Ναβου-κουντουρι-ούσουρ Α΄, βασιλιάς της
Βαβυλώνας (1126 π.Χ. - 1103 π.X.) ήταν ο τέταρτος βασιλιάς της τέταρτης
δυναστείας της Βαβυλώνας ή δεύτερης δυναστείας των Ίσιν. Απελευθέρωσε τη
320
Βαβυλώνα από τους τους Ελαμίτες (1126 π.X.) οι οποίοι είχαν καταλάβει και
λεηλατήσει την πόλη μετά την πτώση των Κασσιτών (1160 π.Χ.). Οι Βαβυλώνιοι
από την εποχή του βασιλιά Μαρδούκ καμπίτ αχεσού ιδρυτή της τέταρτης δυναστείας
στην οποία ανήκε και ο ίδιος ο Ναβουχοδονόσορας ήταν υποτελείς τους. O
Ναβουχοδονόσορας στην εκστρατεία του στην πρωτεύουσα των Ελαμιτών Σούσα
τους συνέτριψε διέλυσε το κράτος τους κηρύσσοντας ταυτόχρονα την πλήρη
ανεξαρτησία της Βαβυλώνας. Την ίδια στιγμή επέστρεψε απο τα Σούσα στην
Βαβυλώνα όλα τα ιερά κειμήλια που είχαν λεηλατήσει από την πόλη οι Ελαμίτες
μετά την πτώση των Κασσιτών όπως η στήλη του Χαμουραμπί και το άγαλμα του
Μαρδούκ με αυτό τον τρόπο ο Ναβουχοδονόσορας απέκτησε την φήμη του εθνικού
ήρωα για τη Βαβυλώνα. Αρχικά είχε καλές σχέσεις με τους Ασσύριους αλλά όταν
πολιόρκησε το Ασσυριακό φρούριο του Ζανκί ο Ασσύριος βασιλιάς Ασούρ ρες ισί
Α'εξεστράτευσε εναντίον του αρχικά τον απέκρουσε αλλά αργότερα σε δεύτερη μάχη
γνώρισε την συντριβή απο τον ίδιο βασιλιά. Το όνομά του σημαίνει «Θεέ Ναμπού
προστάτευε τον πρωτότοκο γιο μου». (παραπομπή Βικιπαίδεια)

Κεφάλαιο πέμπτο

Από την τρέλα του Ναβουχοδονόσορ μεταβαίνουμε στην τελευταία νύχτα


του υιού αυτού Βαλτάσαρ, ο οποίος υπήρξε ο τελευταίος βασιλιάς της
Βαβυλωνίας. Αν και η Βαβυλώνα αυτή την χρονική στιγμή βρισκόταν σε
καθεστώς πολιορκίας, αυτό δεν εμπόδισε τον Βαλτάσαρ να καλέσει μέγα
συμπόσιο (μέθης και κραιπάλης). Θα πει κάποιος, πως ήταν δυνατόν αυτοί να
γλεντούσαν και η πόλη ταυτόχρονα να βρίσκεται σε καθεστώς πολιορκίας; Η
απάντηση έγκειται στην βεβαιότητά τους ότι η πόλη τους ήταν τάχατις
απόρθητη.

Ο Βαλτάσαρ πλήρης μέθης, θέλησε να περιγελάσει τα αρπαγηθέντα ιερά


σκεύη του ναού Σολομώντος χρησιμοποιώντας τα για οινοποσία. Εκείνη όμως
τη στιγμή αίφνης σταμάτησε, διότι είδε δάκτυλα χωρίς να φέρουν υπόλοιπο
σώμα να γράφουν στον απέναντι τοίχο ακατανόητα λόγια. Ο βασιλιάς έμεινε
κατάπληκτος, η μορφή του αλλοιώθηκε. Αμέσως κάλεσε όλους τους σοφούς
και μάγους της Βαβυλώνας για να ερμηνέψουν τα ακατανόητα αυτά λόγια.
Όμως κανείς δεν τα κατάφερε. Η μητέρα του όμως, έφερε στην μνήμη της τον
Δανιήλ τον προφήτη. Ο Βαλτάσαρ είχε τάξει ότι όποιος του ερμήνευε τα
γραφόμενα, αυτόν θα τον έκανε τρίτον σε αξία σατράπη της αυτοκρατορίας.
Τα ίδια έταξε και στον Δανιήλ. Ο προφήτης όμως αρνήθηκε να παραλάβει

321
οτιδήποτε από τον ασεβή βασιλέα. Και δίχως πολλά λόγια αμέσως του
ερμήνεψε:

«Μανή= Ο Κύριος εμέτρησε και συμπλήρωσε τα έτη της ζωής σου.

«Φάρες»= διαιρέθη, κατεκόπη και αποδόθη στους Μηδο-πέρσες.

«Θεκέλ»= Εζυγίσθη και ευρέθη λιποβαρύς. Δηλαδή η βασιλεία του πλέον δεν
θα έχει συνέχεια. Η βασιλεία σου και συ μαζί της θα τελειώσει απόψε.

Ο Βαλτάσαρ έδωσε αμέσως στον Δανιήλ ότι αρχικώς υποσχέθηκε. Ο Δανιήλ


τα δέχτηκε γιατί πλέον δεν είχε πουλήσει την αλήθεια χάριν του πλούτου.
Πράγματι, εκείνη τη νύχτα οι Μηδοπέρσες εισέβαλλαν στην Βαβυλώνα και
σκότωσαν τον Βαλτάσαρ.

Κεφάλαιο έκτο

Βρισκόμαστε ήδη στην Μηδοπερσική κυριαρχία. Ο Δαρείος ο βασιλέας της


αυτοκρατορίας είχε υπό την κατοχή του 120 σατραπείες, τις οποίες ανέθεσε
διοικητικά σε τρεις σατράπες. Ένας εξ’ αυτών ήταν ο Δανιήλ, ο οποίος ήταν
μάλιστα ο ανώτερος όλων. Οι δύο άλλοι ζηλοφθονούσαν εναντίον του Δανιήλ
διότι ήταν ξένος και επιπλέον ανώτερός τους. Μάταια ζητούσαν κάποιο λόγοι
για να τον κατηγορήσουν στον αυτοκράτορα. Το μόνο «μεμπτό» που βρήκαν σ’
αυτόν ήταν η πίστη του σε έναν και μοναδικό Θεό. Έπεισαν λοιπόν τον βασιλιά
να εκδώσει διάταγμα σύμφωνα με το οποίο για ορισμένο χρονικό διάστημα
όλοι οι υπήκοοι του βασιλέιου δεν θα προσκυνούσαν ούτε άνθρωπο, ούτε
είδωλο, παρά μόνο τον ίδιο τον βασιλιά. Όποιος αρνούνταν να εκτελέσει την
διαταγή θα ρίπτονταν σε λάκκο λεόντων. Ο Δαρείος εύκολα πείστηκε να
εκδώσει αυτό το διάταγμα, διότι τον κολάκευε.

Ο προφήτης ασφαλώς δεν υπάκουσε στο διάταγμα και εξακολούθησε όπως


καθημερινώς επι χρόνια έκανε να προσκυνά τον μόνο αληθινό Θεό. Οι

322
συνωμότες σατράπες δεν άφησαν την ευκαιρία να περάσει και αμέσως τον
κατήγγειλαν στον αυτοκράτορα. Ο Δαρείος αν και αγαπούσε πολύ τον Δανιήλ
και παρόλο που αντιλήφθηκε την πλεκτάνη δεν μπορούσε να πάρει τον λόγο
του πίσω και έδωσε με βαριά καρδιά διαταγή να ριφθεί ο προφήτης σε λάκκο
λεόντων.

Όταν ξημέρωσε, ο βασιλιάς ο οποίος νηστικός είχε κοιμηθεί το περασμένο


βράδυ επισκέφθηκε τον λάκκο με τα λιοντάρια. Πόση η αγάπη του για τον
προφήτη! «Δανιήλ δούλε του Θεού του ζώντος, ο Θεός σου τον οποίο εσύ
λατρεύεις, ηδυνήθη να σε σώσει εκ του σ΄τοματος των λεόντων;» Ο Δανιήλ
απάντησε στον βασιλέα: «Βασιλέυ να ζεις χίλια χρόνια, ο Θεός μου απέστειλέ
άγγελό του και έφραξε τα στόματα των λεόντων. Δεν με έβλαψαν, διότι
υπήρξα ευθύς απέναντι του Θεού μου. Αλλά και ενώπιόν σου, βασιλεύ, κανένα
σφάλμα δεν έκανα».

Ας προσέξουμε: ο Δανιήλ δεν εξέφρασε κανένα παράπονο κατά των


ζηλοτύπων συναδέλφων του. Περιχαρής ο βασιλέας έδωσε διαταγή να
βγάλουν από τον λάκκο των λεόντων τον προφήτη, και στη θέση του να ρίξουν
τους συνωμότες σατράπες μαζί με τις οικογένειές τους. Οι λέοντες αμέσως
τους κατασπάραξαν.

Ο Δαρείος έδωσε διαταγή στους υπηκόους του να λατρεύουν πάνω από


όλους τους άλλους θεούς, τον Θεό του Δανιήλ του προφήτη.

Κεφάλαιο έβδομο

Το πρώτο μέρος του βιβλίου του Δανιήλ είναι ιστορικό, αφιερωμένο στην
ευσεβή ζωή του προφήτη. Από τούτο όμως το κεφάλαιο δίδεται έμφαση σε
οράματα που δόθηκαν στον Δανιήλ διά αγγέλου, τα οποία έχουν εσχατολογικό
κοσμοϊστορικό ενδιαφέρον και αφορούν την μέλλουσα σωτηρία. Τα γεγονότα
που θα διαδραματιστούν είναι αλλεπάλληλα και περιγράφουν την
κατακρήμνιση των κοσμικών βασιλείων, τα οποία τελικώς θα αντικατασταθούν
από την αιώνια Θεία Βασιλεία.

323
Τα τέσσερα θηρία: Ο Δανιήλ συνηρπάγη από θείο όραμα. Άνεμοι από τα
τέσσερα σημεία του ορίζοντα συγκρουόμενοι μεταξύ τους, οι οποίοι
συμβολίζουν τις ανθρώπινες ενέργειες και πάθη, προκαλούν αναστατώσεις
στις ιστορίες των αυτοκρατοριών. Η μεσόγειος θάλασσα συμβολίζει τον εθνικό
κόσμο. Επιλέγει την θάλασσα και όχι την ξηρά, γιατί η θάλασσα ομοιάζει με
την ψυχή του ανθρώπου, άλλοτε τρικυμιώδης, άλλοτε ήρεμη και γαλήνια.

Ξαφνικά εμφανίζονται τέσσερα θηρία τα οποία συμβολίζουν τέσσερα


εθνικά βασίλεια τα οποία παρίστανται διά αγρίων ζώων τα οποία αναδύθηκαν
από την θάλασσα, όχι ταυτόχρονα, αλλά το ένα κατόπιν του άλλου.

Το πρώτο θηρίο είναι λέαινα με φτερά αετού. Το λιοντάρι είναι σύμβολο


ευγενείας και δυνάμεως. Ο αετός είναι σύμβολο της ταχύτητας. Τα φτερά
αυτού του θηρίου έπεσαν και στάθηκε στη γη με ανθρώπινα πόδια. Εδώ
εικονίζεται η πτώση της αυτοκρατορίας των Βαβυλωνίων και την ταπείνωσή
της.

Το δεύτερο θηρίο είναι άρκτος. Αυτή είναι η Μηδο-περσική


αυτοκρατορία. Η άρκτος είναι ζώο παμφάγο. Δηλαδή οι Μηδοπέρσες ήταν
αχόρταγοι στις κατακτήσεις.

Το τρίτο θηρίο ήταν λεοπάρδαλη. Η λεοπάρδαλη έχει παροιμιώδη ταχύτητα.


Συμβολίζει την κυριαρχία του Μεγάλου Αλεξάνδρου του οποίου η ταχύτητα
των κατακτήσεών του ήταν άνευ προηγουμένου. Και σ’ αυτήν υπήρχαν
τέσσερα φτερά πτηνών. Δηλαδή η βασιλεία αυτή θα διαιρεθεί σε τέσσερα
βασίλεια: Μακεδονία, Θράκη, Συρία και Αίγυπτος.

Το τέταρτο θηρίο αντιστοιχεί στην Ρωμαϊκή αυτοκρατορία. Τόσο φοβερό


ήταν αυτό το θηρίο που ο προφήτης δεν δύναται να το παρομοιάσει με γνωστό
ζώο της γης. Είναι τέρας τρομερό και καταπληκτικό! Έχει δόντια ικανά να
συντρίψουν κάθε τι. Ότι δεν μπορεί να φάει το ποδοπατεί. Τόση η λύσσα και η
κακία του! Τα άλλα θηρία είχαν κάποια ομοιότητα μεταξύ τους. Αυτό δεν
μοιάζει με κανένα. Είχε δε και ιδιοτυπία. Δέκα κέρατα: Στρογγυλός αριθμός,

324
δηλωτικός της μεγάλης ισχύος του. Ο προφήτης όμως προσέχει ότι μεταξύ των
δέκα κεράτων φυτρώνει και ένα ακόμη, το οποίο ήταν μικρό μεν αρχικά, στη
συνέχεια όμως αυξάνει και εκτοπίζει τρία κέρατα της κεφαλής του θηρίου.
Αυτό το κέρατο εικονίζεται ως ανθρωπόμορφο θηρίο το οποίο εξεστόμιζε κατά
του Θεού λόγους βλασφημίας. Δηλαδή εχθρική δύναμη κατά του Θεού θα
συγκεντρωθεί σε ικανό και οξυδερκές άτομο. Κατά την γνώμη των πατέρων της
Εκκλησίας πρόκειται για τον αντίχριστο ή για άλλους για τον Αντίοχο ΙV τον
επιφανή.

Η Βασιλεία του αντιχρίστου θα διαρκέσει 3 ½ χρόνια. Αν κανείς δεχτεί ως το


βλάσφημο αυτό πρόσωπο τον Αντίοχο, (τύπος του αντιχρίστου) τότε πράγματι
αυτός βασίλεψε 1277 ημέρες=3 ½ χρόνια. Όμως ο προφήτης στην
πραγματικότητα χωρίζει την χρονική αυτή περίοδο σε τρία μέρη: δι’ έναν
χρόνον, δύο χρόνου και ήμισυ χρόνον. Δηλαδή ο αντίχριστος θα βασιλέψει σε
τρεις περιόδους, η μία πιο σύντομη, η δεύτερη μακρότερη και η τρίτη βραχεία.
Επομένως ο εχθρός του Θεού θα βασιλέψει σπασμωδικά και δεν θα καταφέρει
να ολοκληρώσει το έργο του. (κολοβωθήσονται αι ημέραι εκείναι διά τους
εκλεκτούς Ματθ. 24,22)

Ο Παλαιός των ημερών δηλαδή ο Θεός καταδικάζει και τα τέσσερα


αυτά βασίλεια. Ως συνέδρους δικαστές διαθέτει μυριάδες αγγέλους. Ο Δανιήλ
διερωτάτο αν θα τιμωρηθεί από τον Θεό το ενδέκατο εκείνο κέρατο δηλ. ο
αντίχριστος. Η απάντηση έρχεται: Όχι μόνο θα τιμωρηθεί, αλλά το σώμα του
θα παραδοθεί σε καύση. Τα τρία θηρία εξαφανίστηκαν, χάθηκαν μέσα στο
διάβα του χρόνου. Το τέταρτο όμως θηρίο κατεκαύθη. Δι’ αυτού φαίνεται η
μεγάλη υπεροχή και ισχύςαυτού.

Το όραμα του Δανιήλ συνεχίζεται: Κάποιος που ομοίαζε με άνθρωπο


κατέβηκε από τον ουρανό. Πρόκειται για τον Υιό του ανθρώπου, τον Ιησού
Χριστό ο Οποίος έλαβε εξουσία από τον Παλαιό των ημερών και ίδρυσε νέα
βασιλεία, αιώνια και ακατάλυτη. Το ότι κατεβαίνει από τον ουρανό, αμέσως
δεικνύει την υπεροχή Αυτού έναντι των τεσσάρων θηρίων. Δηλώνει επίσης την
δύναμη, την πνευματικότητα και την υπεροχή Του. Η Βασιλεία του Χριστού

325
εκφράζεται διά της Θριαμβευούσης και στρατευομένης Εκκλησίας του Κυρίου
της οποίας η βασιλεία θα είναι αιώνια.

Το όραμα αυτό εντυπώθηκε στην διάνοια και στην ψυχή του προφήτη, τόσο
πολύ, ώστε το χρώμα του προσώπου του άλλαξε!

Κεφάλαιο όγδοο

Κατά τους περισσότερους ερμηνευτές στο κεφάλαιο αυτό ο Δανιήλ βλέπει


όραμα στο οποίο αναπτύσσει τα τεκταινόμενα που μέλλουν να συμβούν κατά τις
βασιλείες των Μηδών, των περσών και των ελλήνων. Στο συγκεκριμένο όραμα δεν
γίνεται καμιά αναφορά στην ρωμαϊκή κυριαρχία, την οποία άλλωστε ανέπτυξε στο
προηγούμενο όραμα. Περιγράφει τον διωγμό του αγίου λαού και την βεβήλωση
του ναού υπό του Αντιόχου. Η διαφορά επίσης με το προηγούμενο όραμα, είναι ότι
σ’ αυτό δεν έχει να πει ούτε μια λέξη ελπίδας για τον λαό του Θεού. Γιατί; Διότι
αυτό το κεφάλαιο όπως θα αναπτύξουμε έχει ιδιαίτερη προοπτική και
σκοπιμότητα.
Ας δούμε λίγο το όραμα περιληπτικά: Μετά από μία διετία από την οποία
είχε δει το προηγούμενο όραμα, ο Δανιήλ βλέπει και δεύτερο όραμα. Βρισκόταν
στα Σούσα (μεταγενέστερη πρωτεύουσα των περσών-επί της εποχής του Δανιήλ
ήταν μία εκ των κυριοτέρων πόλεων της βασιλείας Ελάμ) : Είδε λέει κάποιον κριό
στον οποίο υπήρχαν δύο ψηλά κέρατα. Το ένα από τα δύο κέρατα ήταν ψηλότερο
και εκτείνονταν ως τον ουρανό. Τα δύο αυτά κέρατα ερμηνεύονται ως δύο
βασιλιάδες, τον Κύρο και τον Δαρείο. (Άλλη ερμηνεία, δύο κέρατα=δύο βασιλείες,
των Μηδών και των περσών, εκ των οποίων κυριάρχησαν οι πέρσες). Κανείς δεν
μπορούσε να αντισταθεί στην δύναμη αυτού του κριού.
Όμως αίφνης εμφανίστηκε ένας τράγος ο οποίος ήρθε από νοτιοδυτικά με
μεγάλη δύναμη και κυριάρχησε σε όλη τη γη. Χτύπησε τον κριό και του έσπασε τα
κέρατα και στη συνέχεια τον ποδοπάτησε. Ο τράγος αυτός διέθετε ένα ευδιάκριτο
κέρατο μεταξύ των δύο οφθαλμών του. Αυτός ο τράγος ασφαλώς είναι ο Μέγας
Αλέξανδρος ο οποίος με τη δύναμη και την ευφυΐα του επικράτησε το 331 π.Χ στα
Άρβηλα κατά του Δαρείου Κοδομανού. Στο τράγο αυτό φύτρωσαν άλλα τέσσερα
κέρατα και ένα ακόμη πέμπτο πολύ τρομερό. Πρόκειται για τους διαδόχους του
Μεγάλου Αλεξάνδρου και ιδιαίτερα για τον Αντίοχο τον Επιφανή. (175-164 π.Χ)
Αυτός είναι πολύ τρομερός διότι είναι ο πρώτος βασιλιάς εκ των εθνών ο οποίος
επιχείρησε όχι μόνο να κυριαρχήσει επί της Ιουδαίας, αλλά και να καταλύσει την
λατρεία του Θεού χωρίς όμως τελικά να το επιτύχει. Αυτός επίσης πολέμησε κατά
της Αιγύπτου προς τον νότο, κατά της Παρθίας ανατολικά και αύξανε διαδοχικά την
δύναμή του. Συνολικά ο Αντίοχος βασίλεψε 2300 ημέρες δηλαδή 6 ½ χρόνια.
Το όραμα αυτό εξήγησε ερμηνευτικά στον προφήτη ο αρχάγγελος Γαβριήλ.
Αυτό το ζήτησε ο προφήτης για να κατανοήσει όχι μόνο τα της ερμηνείας του
τράγου και του κριού αλλά για να κατανοήσει και το μέγεθος των επικείμενων
διωγμών καθώς και την διάρκειά τους. Ο αρχάγγελος βεβαιώνει για το αληθές των
λόγων του: «αληθής εστί». Ο χρόνος όμως διά την εκπλήρωση όλων αυτών των
γεγονότων θα είναι πολύς. Γι’ αυτό ο Γαβριήλ λέει στον προφήτη: «σφράγισον,

326
φύλαξον, διατήρησον ίνα μη τω μακρώ χρόνω διαφθαρή» (Χρυσόστομος).
Ο Δανιήλ μετά απ’ αυτό το όραμα βρίσκεται σε καθεστώς υψίστης ψυχικής
συγκίνησης. Τόσο πολύ χαράχτηκαν μέσα του αυτά που είδε, ώστε ασθένησε και
έμεινε κλινήρης. Βέβαια, ο Δανιήλ δεν γινόταν να κατανοήσει πλήρως τα
αποκαλυπτικά σημεία του οράματος. Παρά την αγγελική ερμηνεία, πολλά σημεία
της προφητείας παρέμειναν στο σκοτάδι, προκαλώντας στον προφήτη αμηχανία
και αμφιβολία: «εθαύμαζον την όρασι, και ουκ ην ο συνίων». (Δαν. 8,27)
Κεφάλαιο ένατο
Όταν το 538 π.Χ έπεσε η βαβυλωνιακή κυριαρχία και ήρθε στην εξουσία η
Μηδο-Περσική, εκπληρώθηκε η προφητεία του Ιερεμία. Παράλληλα αναμένονταν
εναγωνίως και η εκπλήρωση των εβδομήντα ετών για να αρθεί η αιχμαλωσία των
Ιουδαίων όπως άλλωστε προείπε ο Ιερεμίας. Μέσα σ’ αυτό το πλήθος των
εξελίξεων ο Δανιήλ στρέφεται προς τον Θεό προσευχόμενος ζητώντας να μάθει
αυτά που επρόκειτο να συμβούν. Ανησυχεί μήπως ο Θεός δώσει παράταση στην
τιμωρία του ισραηλιτικού έθνους. Κατά τη στιγμή αυτή που πύρινη προσευχή εν
πλήρη μετανοία προς τον κύριο κάνει ο προφήτης, αίφνης του εμφανίστηκε ο
αρχάγγελος Γαβριήλ για να τον διαφωτίσει σε όλες του τις απορίες.
Τι του είπε; - Του είπε ότι σε 70 εβδομάδες ετών, δηλαδή 70Χ9=490 χρόνια
θα έρθει η απολύτρωση όχι μόνο των Ιουδαίων, αλλά όλης της ανθρωπότητας με
την έλευση του Μεσσία. Λίγα ζητούσε να μάθει ο Δανιήλ και περισσότερα του
αποκαλύφθηκαν. Ο Μεσσίας θα δώσει τέλος όχι πλέον στην εθνική αιχμαλωσία
των Εβραίων, αλλά στην πνευματική αιχμαλωσία της αμαρτίας. Εδώ
ολοκληρώνονται όλες οι προ Χριστού προφητείες, αφού με την έλευση του Χριστού
τα πάντα όσα ελέχθησαν προ Αυτού, πλέον εκπληρώνονται.
Πως ερμηνεύονται όμως οι 70 εβδομάδες ετών; Αυτές διαιρούνται
σε τρεις άνισες περιόδους: α) 7 εβδομάδες ετών=49 χρόνια για να ανοικοδομηθεί η
Ιερουσαλήμ, β) 62 εβδομάδες=434 χρόνια δηλαδή έως το 445 π.Χ από τον Δανιήλ
ως την εποχή του Τεβερίου Καίσαρος κατά την οποία εγεννήθη ο Χριστός. Και γ) η
μία εβδομάδα ετών-=7 έτη για την εδραίωση της νέας Μεσσιανικής Βασιλείας,
κατά την οποία όχι μόνο τα τελούμενα εν των ναό, αλλά και ο ίδιος ο ναός θα
καταργηθούν αμφότερα και θα ιδρυθεί μια νέα θρησκεία ο χριστιανισμός. Ο
Χριστός λίγο νωρίτερα αδίκως θα θανατωθεί, όχι εξ’ ιδίων αμαρτιών, αλλά υπέρ
των αμαρτιών της ανθρωπότητας: «Κρίμα ουκ έστι εν αυτώ». Για το κακούργημα
αυτό των Εβραίων θα καταστραφεί η Ιερουσαλήμ και ο ναός της. Οι Ιουδαίοι
πλήρως θα υποδουλωθούν εκτός από λίγους δικαίους. Ερήμωση του ισραηλιτικού
έθνους έως της συντελείας του κόσμου προβλέπει ο Δανιήλ για τον πάλαι ποτέ
περιούσιο λαό του Θεού.
Τι άλλο ζήτησε ο Δανιήλ στην προσευχή του; -Να προστατεύσει ο Θεός την
αγία πόλη Του Ιερουσαλήμ και τον εν αυτή άγιο ναό της. Ο Γαβριήλ και σ’ αυτήν
την αγωνία του προφήτη δίνει απάντηση: Νέο έμψυχο ναό θα χαρίσει ο Θεός σε
όλη την ανθρωπότητα, δηλαδή τον Ιησού Χριστό και την Εκκλησία Του.
Κεφάλαιο δέκατο
Φτάσαμε ήδη στο τρίτο έτος της βασιλείας του Κύρου, από τον οποίο οι
Ιουδαίοι έλαβαν την άδεια επαναφοράς τους στην Ιουδαία. Ο Δανιήλ όμως
παρέμεινε στην Βαβυλώνα δέσμιος της βασιλικής αυλής και με νέα προφητεία
αναγγέλλει στους συμπατριώτες του τα νέα βάσανα που σύντομα υπό των εθνών
θα τους βρουν. Άλλωστε ακόμη και αυτοί που επέστρεψαν δεν απόλαυσαν κάτι το

327
ιδιαίτερο παρά νέα βάσανα και πάνδεινα από τους εχθρικούς γείτονές τους.
Ο Δανιήλ πλήρης πένθους νηστεύει σκληρά 21 ημέρες άσιτος. Κατά την 24η
ημέρα της νηστείας του εμφανίστηκε μπροστά του άγγελος μεγαλοπρεπής στο
παράστημα. Ποιος ήταν αυτός ο άγγελος; Κάποιοι λένε ο Χριστός, άλλοι πάλι
υποστηρίζουν πως ήταν ο Θεός, και κάποιοι τρίτοι άγγελος ανωτέρων τάξεων το
οποίο είναι και το πιθανότερο. Ο Δανιήλ έτρεμε στην όραση αυτού του φοβερού
οράματος και το χρώμα του προσώπου του αλλοιώθηκε.
Ο Αρχάγγελος αυτός παρουσιάστηκε στον Δανιήλ ως προστάτης των εθνών.
Των περσών τότε και των ελλήνων μεταγενέστερα: «Ότε διεμέριζεν ο Ύψιστος έθνη,
ως διέσπειρε υιούς Αδάμ, έστησε όρια εθνών κατά αριθμό αγγέλων αυτού». Κάθε
άγγελος στην ουράνια σφαίρα και όχι επί γης υπεράσπιζε τα συμφέροντα του λαού
του. Φαίνεται λοιπόν πως ο άγγελος των περσών θα αντέδρασε στο διάταγμα του
Κύρου το οποίο αφορούσε την επαναφορά των Ιουδαίων στην πατρίδα τους. Οι
άγγελοι άλλωστε δεν γνώριζαν και δεν γνωρίζουν τα αποκεκριμένα μυστήρια και
σχέδια του Θεού.
Εν πάση περιπτώσει ο άγγελος τώρα εμφανίζεται στον Δανιήλ έστω και με
καθυστέρηση ολίγων ημερών για να αναγγείλει τα σχετικά που επρόκειτο να
συμβούν για το μέλλον του Ισραήλ. Τι μορφή είχε αυτός ο άγγελος; -Ομοιώματος
ανθρώπου! (πρόκειται περί του Μεσσίου;) . Ο άγγελος αυτός βλέποντας τον φόβο
του προφήτη και το υπερβολικό του δέος τον αγγίζει προς ενίσχυση, μία και δύο
και τρεις φορές!!! Τελικά ο προφήτης ενισχύεται πνευματικά και πλέον είναι
έτοιμος να ακούσει τις αναγγελίες του ουράνιου απεσταλμένου…
Κεφάλαιο ενδέκατο
Στο κεφάλαιο αυτό ο Δανιήλ κάνει προφητεία μοναδική στο είδος της από
απόψεως ακρίβειας. Περιγράφει την Περσική και Ελληνο-Μεκεδονική δυναστεία,
τους πολέμους των Πτολεμαίων και Σελευκιδών. Στέκεται ιδιαίτερα στην ιστορία
του Μεγάλου Αλεξάνδρου 336-323 π.Χ. και περιγράφει τον αιφνίδιο θάνατο του
Μακεδόνα βασιλέως. Μετά τον θάνατο αυτού ακολουθούν εμφύλιοι πόλεμοι και
το βασίλειο της Μακεδονίας διαιρείται σε τέσσερα κομμάτια τα οποία διοικούν οι
τέσσερεις στρατηγοί του Μακεδόνα στρατηλάτη. Κανένας από τους συγγενείς του
Αλεξάνδρου δεν τον διαδέχτηκε, ο γιος του Ηρακλής δολοφονήθηκε όπως και ο
αδελφός του. Κανείς από τους διαδόχους δεν ήταν εφάμιλλος του Αλεξάνδρου,
ούτε κατά την δύναμη, ούτε κατά την σοφία του.
Ακολούθησαν διαδοχικοί πόλεμοι μεταξύ των διαιρεμένων μακεδονικών
βασιλείων, Αιγυπτίων και Συρίων. Δεν είχαν οι Ιουδαίοι ιδιαίτερα προβλήματα
μέχρις ότου εμφανίστηκε ο Αντίοχος ο Επιφανής, όστις κατεδίωξε την ιουδαϊκή
πίστη. Αυτός έγινε βασιλιάς διά δολοπλοκιών. Κατάφερε να καταλάβει την Αίγυπτο
κι ενώ εισήλθε εκεί μοίρασε τα λάφυρά του στους ντόπιους προσπαθώντας να τους
ξεγελάσει ότι εισέβαλλε σαν ελευθερωτής. Η πρώτη εκστρατεία του κατά της
Αιγύπτου πραγματοποιήθηκε το 170 π.Χ., η δεύτερη το 168 π.Χ. Οι ιουδαίοι όπως
είπαμε μέσα σ’ αυτή την αναταραχή βρέθηκαν κυνηγημένοι και διωγμένοι. Με
άλλα λόγια θα λέγαμε ότι βρέθηκαν μέσα στο μάτι του κυκλώνα. Ο Αντίοχος ο
Επιφανής πολέμησε με λύσσα τους εβραίους, επιχείρησε να καταλύσει την πίστη
των Ιουδαίων και τον ναό τους, τον οποίο κατέκτησε και αφιέρωσε στον Ολύμπιο
Δία. Αυτοί που βοήθησαν τον Αντίοχο να καταλάβει την Ιερουσαλήμ ήταν οι
αποστάτες Ιουδαίοι, οι οποίοι στάθηκαν έως τέλους θερμοί αντίπαλοι των
υπερασπιστών της Ιουδαϊκή πίστης, δηλαδή τους Μακκαβαίων. Ο Θεός επέτρεψε

328
να συμβεί αυτός ο διωγμός ώστε μέσα απ’ αυτόν να διαχωριστούν οι καλοί και
πιστοί Ιουδαίοι από τους απίστους, ώστε να χωρισθούν όπως ο χρυσός από το
καμίνι. Ο Αντίοχος ο επιφανής έστησε τον εαυτό του στον ναό του Σολομώντος ως
μόνο θεό και απαίτησε από τους υπηκόους του να τον προσκυνούν ως τον
μοναδικό θεό. Πολύ σωστά πολλοί πατέρες της εκκλησίας τον ονομάζουν τύπο του
αντιχρίστου. Το τέλος του ασφαλώς ήταν οδυνηρό αφού βρήκε τραγικό κατά της
διάρκεια μιας εκστρατείας του κατά των Πάρθων και των Αρμενίων.
Κεφάλαιο δωδέκατο
Το κεφάλαιο αυτό αποτελεί τον επίλογο του βιβλίου του Δανιήλ. Μιλά για
την ανάσταση και την δόξα των δικαίων. Τα κακά δεν θα διαρκέσουν πάντοτε. Οι
καλοί θα αμειφθούν και οι κακοί θα τιμωρηθούν. Πως θα γίνει αυτό; -Θα εγερθεί
ως υπερασπιστής του Ισραήλ μέγας προστάτης ο οποίος θα θέσει τέρμα στους
διωγμούς. Ο προστάτης αυτός είναι ο Αρχάγγελος Μιχαήλ. Οι θλίψεις λοιπόν των
Ιουδαίων επί των διωγμών του Αντιόχου ο οποίος είναι και τύπος του αντιχρίστου
δεν θα διαρκέσουν πέραν του ορισμένου.
Συνεπώς αν μιλήσουμε σε μεγαλύτερη κλίμακα, αυτό σημαίνει ότι οι νεκροί
δεν θα παραμείνουν για πάντα μέσα στο χώμα, αλλά σε ορισμένο χρόνο θα
πραγματοποιηθεί η ανάστασή τους.
Πότε όμως θα πραγματοποιηθούν αυτές οι προφητείες; - Όταν ο διωγμός
και οι συμφορές συντελεσθούν, φτάσουν υπό του Θεού στο προσδιορισμένο
σημείο, όλα αυτά θα εκπληρωθούν.
Ο Δανιήλ πάρα ταύτα μπερδεύεται, ανησυχεί θέλει περισσότερες
λεπτομέρειες και αυτές του δίνονται από τον άγγελο αφού πρώτα τον
καθησυχάσει: Η εποχή είναι μακρινή και θα μείνουν μυστηριώδη τα γεγονότα
αυτά μέχρι τότε. Δι’ άλλου τρόπου και όχι χρονολογικώς ο άγγελος προσδιορίζει τα
έσχατα χρόνια. «Όταν οι εκλεκτοί γίνουν εκλεκτότεροι, και οι κακοί χειρότεροι».
Όσον αφορά τα χρόνια του Αντιόχου τα οποία με παραστατικό τρόπο
φωτογραφίζει ο άγγελος, η Ιουδαϊκή θυσία θα παύσει για 2300 μέρες, δηλαδή 6
χρόνια. Η περίοδος αυτή ομοιάζει με αυτή κατά τα χρόνια του αντιχρίστου ( Αποκ.
11,3) περίπου 3 ½ χρόνια.
Ο άγγελος και πάλι καθησυχάζει τον Δανιήλ: «Πήγαινε να αναπαυθείς εν
Κυρίω, να αποθάνεις. Δεν θα δεις τους διωγμούς αυτούς». Θα αναστηθεί όμως εν
τη εσχάτη ημέρα της Δευτέρας του Χριστού παρουσίας για να χαρεί την
ευλογημένη κληρονομιά της αιωνίου μακαριότητας.
Βήλ και Δράκων
Πρόκειται για εξιστόρηση μιας ανόητης λατρείας ενός ειδώλου (Βηλ), το
οποίο οι πέρσες προσκυνούσαν σαν θεό. Οι ιερείς του Βηλ είχαν σκηνοθετήσει μία
απάτη κατά την οποία έπειθαν τον βασιλιά και τους υπηκόους του ότι το είδωλο
είναι ζωντανό αφού τρέφεται. Το να τρώει κάποιος είναι δείγμα ζωής. Εβδομήντα
ήταν οι ιερείς του Βηλ. Αυτοί κατηγόρησαν τον Δανιήλ ως βλάσφημο, αφού εκείνος
αρνούνταν να προσκυνήσει τον Βηλ. Ο Δανιήλ όμως αποκαλύπτει την απάτη τους.
Γέλασε ο Δανιήλ! Πράγματι η απάτη ήταν κωμική! Οι ιερείς από κρυφή υπόγεια
πύλη έμπαιναν στον χώρο που φυλάσσονταν ο Βηλ και έτρωγαν τα προσφερόμενα
σ’ αυτό φαγητά. Το τέλος τους ήταν τραγικό αφού σφαγιάστηκαν όλοι ανεξαιρέτως
τιμωρούμενοι για την απάτη τους.
Οι πέρσες όμως πίστευαν και σε ένα άλλο τέρας της εποχής, σε ένα
τεράστιο δράκωντα (φίδι) ο οποίος ήταν όντως ζωντανός, αλλά όχι ασφαλώς θεός

329
όπως οι ανόητοι ειδωλολάτρες πίστευαν. Ο Δανιήλ εύκολα το εξολόθρευσε
ταΐζοντάς το με λίπος ως δόλωμα αναμεμιγμένο με πίσσα και τρίχες. Ο Όφις
επνίγει από το μίγμα αυτό και ο Δανιήλ για μία ακόμη φορά αποκάλυψε την
ματαιότητα της ειδωλολατρίας. Μόνο ένας Θεός υπάρχει, ο Θεός των Ιουδαίων, ο
Θεός του Δανιήλ ο Οποίος είναι Παντοδύναμος και Παντογνώστης.

Πρωτοπρεσβυτέρου Μιχαήλ Δ. Στεφάνου

Οι δώδεκα μικροί
προφήτες
Ωσηέ, Αμώς, Μιχαίας, Ιωήλ, Οβδιού, Ιωνάς, Ναούμ,
Αμβακούμ, Σοφονίας, Αγγαίος, Ζαχαρίας, Μαλαχίας.
Συνοπτική ερμηνεία της διδασκαλίας τους, των προφητειών τους και των
εξαγγελιών τους

Peripatitis.net 2017

ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Τι είναι ο προφήτης; Ο προφήτης δεν είναι μόνο ένας άνθρωπος
με φωτισμένες θρησκευτικές ιδέες πολύ ανώτερες της εποχής του, αλλά
πραγματική θρησκευτική προσωπικότητα, ολοκληρωμένος άνθρωπος,
διότι ελέγχει βασιλείς και λαό, συγκλονίζεται ολόκληρος, ζει και

330
αποθνήσκει αφοσιωμένος στις πεποιθήσεις του.
Οι προφήτες δεν ωφέλησαν μόνο τους ανθρώπους της εποχής
τους, αλλά στερέωσαν την πίστη των πιστών όλων των αιώνων διά των
προφητειών περί Χριστού-Μεσσία. Τελικά ο προφήτης αποτελεί την
αφρόκρεμα του κόσμου.
Οι δώδεκα μικροί προφήτες λέγονται «μικροί» όχι γιατί
στερούνται κάτι έναντι των άλλων τεσσάρων «μεγάλων» προφητών,
Ησαΐα, Ιερεμία, Ιεζεκιήλ, Δανιήλ, αλλά διότι τα συγγράμματά τους είναι
μικρότερα σε έκταση.
811-727 π.Χ ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΩΣΗΕ
Ωσηέ σημαίνει σωτηρία. Για τη ζωή του προφήτη γνωρίζουμε ό,τι
περιέχει το βιβλίο του. κατ’ εντολή του Θεού έλαβε για σύζυγό του την
Γομέρ. Τούτην την ονομάζει «γυναίκα πορνείας» όχι μόνο χάριν των
σαρκικών της ροπών, αλλά κυρίως βάση των ηθικών της καταβολών.
Αργότερα αυτή έγινε όντως πόρνη. Μ’ αυτή τη γυναίκα απόκτησε τρία
παιδιά. Μετά την απόκτηση του τρίτου τους παιδιού ο προφήτης την
απόπεμψε εξαιτίας της πορνείας της. Λίγο όμως αργότερα ο Θεός και
πάλι δίνει εντολή να την λάβει εκ νέου πίσω.
Η σχέση του Ωσηέ με την γυναίκα του εικονίζει την σχέση του
Θεού με το Ισραήλ. Όπως δηλαδή ο προφήτης προδόθηκε πάλιν και
πολλάκις από την πορνεία και ακολασία της γυναίκας του, έτσι και ο
Θεός συγχωρούσε τα ειδωλολατρικά παραπτώματα του ισραηλιτικού
λαού τα οποία αντιστοιχούν σε πνευματική πορνεία. Μέχρι πότε όμως;
Ο Προφήτης έζησε τον 8ο αιώνα π.Χ. η δράση του διήρκησε 25
χρόνια, προηγήθηκε του Ησαΐα και ακολούθησε τη δράση του Αμώς.
Συνεπώς η δράση του χρονολογείται από το 743-718 π.Χ. Η μνήμη του
εορτάζεται από την Εκκλησία μας την 17η Οκτωβρίου.
Κεφάλαιο πρώτο
Ο Θεός διατάσσει τον προφήτη του να παντρευτεί γυναίκα πόρνη.
Δύο γνώμες υπάρχου περί αυτού: α) Ότι ο γάμος δεν ήταν πραγματικό
γεγονός, αλλά ότι πρόκειται περί οράματος.Αυτό το αιτιολογούν
λέγοντας ότι είναι αδύνατο ο Θεός να διατάξει τον προφήτη του να
παρανομήσει. Β) Ο γάμος είναι πραγματικός και έχει παιδαγωγικό
χαρακτήρα. Προτιμότερη είναι η δεύτερη γνώμη, την οποία αποδέχονται
οι Ειρηναίος, Αυγουστίνος, Αμβρόσιος, Θεοδώρητος, Κύριλλος
Αλεξανδρείας.
Αν ήταν αλληγορικός ο γάμος και όχι πραγματικός ποια εντύπωση
θα προκαλούσε στους Ιουδαίους; Καμία. Άλλωστε ο προφήτης δεν
αμάρτησε, εκτέλεσε τις προσταγές του Θεού. Αυτό είναι αμαρτία;
Η Γόμερ είναι πιθανό να ήταν ήδη πόρνη πριν συζευχθεί με τον
προφήτη. Ίσως να είχε και αποκτήσει και άλλα τέκνα από τις εφάμαρτες
συνευρέσεις της. Ίσως ακόμη και τα παιδιά που απόκτησε τον καιρό του
γάμου της με τον Ωσηέ να ήταν καρποί παράνομων συνευρέσεων και γι’

331
αυτό ο προφήτης τα αποκαλεί «τέκνα πορνείας». Υπάρχει όμως και η
πιθανότητα τα παιδιά αυτά να ήταν όντω παιδιά του Ωσηέ, τα ονομάζει
όμως έτσι, εξαιτίας της στενής τους σχέσης με την πόρνη μητέρα τους.
Το πρώτο τέκνο ήταν αγόρι το οποίο ονόμασε Ιεσράελ. Η Ιεσράελ
ήταν μία κοιλάδα στην οποία οι ισραηλίτες ντροπιάστηκαν και
ταπεινώθηκαν. Βλέπε Βασιλ. ΙΙΙ 21,1 και Βασιλ. ΙV 9,30-37. Κατ’ αυτή
την έννοια και ο ισραηλιτικός λαός δεν ήταν άξιος να φέρει το τιμητικό
όνομα Ισραήλ, αλλά το απαισίου μνήμης Ιεσράελ.
Το δεύτερο τέκνο ήταν κορίτσι, την οποία ονόμασε «ουκ
ηλεημένη». Ο Απόστολος Παύλος μεταφράζει λίαν επιτυχώς «ουκ
ηγαπημένη» (Ρωμ. 9,6). Θα παύσει δηλαδή ο Θεός την αγάπη Του προς
το ισραηλιτικό έθνος. Για πολλά χρόνια ο Θεός φάνηκε ελεήμων και
μακρόθυμος προς το Ισραήλ. Θα έρθει όμως η στιγμή που η υπομονή
Του θα εξαντληθεί… (αυτή είναι ερμηνεία κατά την οποία
καταλογίζονται στον Θεό ανθρωποπαθή στοιχεία. Στην πραγματικότητα
η υπομονή του Θεού είναι ανεξάντλητη όπως και η αγάπη Του).
Το τρίτο τέκνο ήταν και πάλι αγόρι και το ονόμασε «ουκ λαός
μου». Ο Θεός πλέον αρνείται τον Ισραήλ για λαό Του. Εδώ έχουμε
πλήρη ρήξη της εν Σινά Διαθήκης.
Συμπερασματικά θα λέγαμε ότι το 1ο τέκνο συμβολίζει την Θεία
οργή, το 2ο την παύση της Θείας αγάπης και το 3ο την αποστροφή και
την ρήξη.
Μετά την γέννηση του τρίτου παιδιού, η Γομέρ εγκατέλειψε τον
σύζυγό της και έγινε φανερή πόρνη.
Κεφάλαιο δεύτερο
Οι Ιουδαίοι και οι Ισραηλίτες και πάλι θα ενωθούν. Πότε και πως;
Οι κατά σάρκα και οι κατά πνεύμα ισραηλίτες θα αποτελέσουν έναν λαό
ενωμένο που το πλήθος του θα είναι τόσο μεγάλο όσο η άμμος της
θαλάσσης. Αυτή ακριβώς είναι η μεσσιανική υπόσχεση η ο ποία δόθηκε
από τον Θεό στον Αβραάμ.
Οι κατά πνεύμα αυτοί ισραηλίτες θα ονομαστούν «Υιοί του
Ζώντος Θεού». Αυτό το όνομα ασφαλώς είναι ασυγκρίτως πιο τρυφερό
και ανώτερο από το προηγούμενο όνομα Ισραήλ.
Αυτή η νέα κατάσταση των πραγμάτων θα μεταβάλλει την «ουκ
ηλεημένη» σε ηλεημένη, τον «ουκ λαό μου» σε λαό μου. Πρόκειται για
μια νέα Διαθήκη που θα συνάψει ο Θεός με το Νέο Ισραήλ δηλαδή τον
χριστιανισμό. Η Διαθήκη αυτή θα είναι πνευματική και αδιατάραχτη εις
τους αιώνας. Όσοι όμως παραμείνουν πεισματικά ενωμένοι με την
πορνεία της ειδωλολατρίας θα τιμωρηθούν.
Κεφάλαιο τρίτο
Αγάπησε και πάλι τη γυναίκα σου, λέει ο Θεός στον προφήτη.
Δέξου την παρά την πορνεία της. Ο Θεός την εξαγόρασε για χάρη του
προφήτη, την «πλήρωσε» για να μην έχει οικονομικά κίνητρα ώστε να

332
ψάχνει για νέους εραστές! «Εμίσθωσα αυτήν». Εάν η Γόμερ τηρήσει την
συμφωνία της αμοιβής της και δεν αναζητήσει άλλους εραστές επί
μακρού καιρού, τότε ο προφήτης θα την δέχονταν και πάλι πίσω ως
νόμιμη σύζυγό του.
Να η μακροθυμία του Κυρίου σε όλο το μεγαλείο της! Ο Χριστός
διά του σταυρικού θανάτου Του πλήρωσε για τις αμαρτίες της
ανθρωπότητας, δεν ντράπηκε να ονομαστεί «Υιός ανθρώπου» αν και
ήταν ο παντοκράτωρ Θεός. Κατ’ αναλογία και ο προφήτης τώρα
καλείται να πληρώσει για της αμαρτίες της πόρνης γυναίκας του και να
την δεχτεί και πάλι πίσω αν αυτή μείνει πιστή στην νέα συμφωνία.
Κεφάλαιο τέταρτο
Ας δώσουν προσοχή οι ισραηλίτες, διότι ο Κύριος επρόκειτο να
εκδώσει καταδικαστική απόφαση. Κι αυτό γιατί μεταξύ των ισραηλιτών
δεν υπάρχει πλέον αξιοπιστία και αλήθεια. Αλλά και αλήθεια να υπήρχε,
δεν υπάρχει αγάπη, της οποίας η έλλειψη κάνει τον άνθρωπο σκληρό.
Όπως και η αγάπη άνευ της αλήθειας κάνει τον άνθρωπο ασθενή.
Επομένως και τα δύο αυτά συστατικά είναι απαραίτητα για να είναι ο
άνθρωπος ψυχικά υγιής.
Δυστυχώς όμως μόνο αμαρτίες, κακίες, μοιχείες βρίσκει ο Θεός
μεταξύ των ισραηλιτών. Πρώτοι υπεύθυνοι γι’ αυτή την τραγική
κατάσταση είναι οι ιερείς. Πρώτοι αυτοί θα τιμωρηθούν!
Ο Θεός ψάχνει, όμως δεν βρίσκει κανέναν ίχνος ελπίδας, η
διαφθορά έχει φτάσει ως το κόκαλο, είναι ριζική! Ποιος μπορεί πλέον να
αντιλογήσει στην δίκαιη καταδικαστική απόφαση εναντίον των
ισραηλιτών που αναγγέλλει ο Θεός;
Το Ισραήλ ήταν άγιο έθνος. Υπερείχε μεταξύ των άλλων εθνών
διότι διέθετε το προνόμιο της ιεροσύνης. Είναι λοιπόν πολύ δίκαιο τώρα
να τους αφαιρεθεί το ιερατείο και να στερηθούν το προνόμιο των
ιεροπραξιών. Οι ισραηλίτες καυχιόντουσαν για το «βασίλειον ιεράτευμα
και έθνος άγιο», πλέον αυτές θα είναι έννοιες που θα χαθούν…
Πως και πότε θα γίνουν όλα αυτά; - Σύντομα οι Ασσύριοι θα τους
καταλάβουν και θα τους απαγορέψουν τη λατρεία. Άλλωστε η λατρεία
τους είχε νοθευτεί από τη λύσσα της ειδωλομανίας.
Ο προφήτης στρέφει το βλέμμα του προς τους ιουδαίους και τους
συμβουλεύει να μην καταντήσουν όπως οι ισραηλίτες. Να λατρεύουν
τον Έναν, Μοναδικό και Αληθινό Θεό. Να προσέξουν να μην μολυνθούν
από την καταστρεπτική ειδωλολατρία.
Κεφάλαιο πέμπτο
Οι ιερείς διεφθάρησαν πρώτοι και μαζί τους όλοι οι πολίτες. Οι
ιερείς νόμιζαν μέσα στην πλάνη τους ότι οι αμαρτίες τους δεν θα γίνουν
φανερές, ότι θα ξεγελάσουν ακόμη και τον ίδιο τον Θεό. Πόση η
ανοησία τους!
Δυστυχώς, όχι μόνο οι ισραηλίτες, αλλά και οι ιουδαίοι θα

333
παραδοθούν στην ειδωλολατρία…
Κεφάλαιο έκτο
Ο λαός άκουσε τις απειλές που εξεστόμισε ο προφήτης και
αμέσως «μετανόησε». Όμως αυτή η μετάνοια ήταν εντελώς πρόσκαιρη
και επιφανειακή. Ο Θεός ανθρωποπαθώς εκφραζόμενος μονολογεί: «Τι
να σου κάνω ισραηλιτικέ μου λαέ; Τι να κάνω και σε σένα ιουδαϊκέ μου
λαέ… Η αγάπη σας προς εμένα είναι προσωρινή… Διότι έλεος θέλω και
ου θυσίαν και επίγνωσιν Θεού ή ολοκαυτώματα».
Όχι, ο Θεός δεν ζητά την κατάργηση των τελετουργιών όπως
ορισμένοι νόμισαν, ο Θεός αυτό που είπε είναι ότι είναι προτιμότερη η
αγάπη του πλησίον και η πρακτική γνώση του Θεού από την τυπική
λατρεία. Αυτό άξιζε πάρα πολύ να το ακούσουν οι ιουδαίοι όπου η
μετάνοιά τους ήταν εξωτερική και καθόλου εσωτερική-καρδιακή.
Κεφάλαιο έβδομο
Αθεράπευτη είναι η ασθένεια του Ισραήλ. Παρά την τραγικότητα
της καταστάσεως, οι ισραηλίτες δεν συνειδητοποίησαν την τραγικότητά
τους. Συνεχίζουν να τραγουδούν και να γλεντούν σαν να μην συμβαίνει
τίποτα.
Οι πολίτες δεν έκρυψαν τις κακίες τους από τους δικαστές τους,
διότι γνώριζαν ότι είναι τόση η διαφθορά των βασιλέων τους που κάθε
άκουσμα της διαφθοράς τους, τους ευχαριστούσε. Αμάρταναν δημόσια
κι αυτό ικανοποιούσε τους άρχοντές τους.
Καμία αντίσταση σε κανένα πάθος δεν έβαζαν. Οι διεφθαρμένοι
αυτοί άνθρωποι περιγελούσαν κάθε τι ιερό.
Οι ισραηλίτες αφού εγκατέλειψαν τον Κύριο αναζήτησαν βοήθεια
από τα έθνη με τα οποία αναμείχθηκαν. Έτσι έχασαν την αξία τους ως
περιούσιος λαός.
Γέρασαν μέσα στην αμαρτία κι όμως παρέμειναν αναίσθητοι.
Όπως λέει ο λαός «γέρασαν και μυαλό δεν έβαλαν».
Η ελπίδα που είχαν στα έθνη γρήγορα όμως θα αποδειχτεί μάταιη.
Ο Κύριος θα καταστρέψει και τους Αιγύπτιους και κατόπιν τους
Ασσύριους στους οποίους οι ισραηλίτες διαδοχικά ήλπισαν.
Κεφάλαιο όγδοο
Ο εχθρός καταφτάνει. Οι Ασσύριοι ως αετοί θα επέλθουν κατά
του Ισραήλ. Οι ισραηλίτες θα τιμωρηθούν γιατί «παραβίασαν την
διαθήκη μου» λέει ο Θεός. Όταν έρθει η ώρα της καταστροφής τους οι
ισραηλίτες θα επικαλεσθούν μεν τον Κύριο αλλά θα είναι πλέον αργά. Ο
Θεός δεν θα δεχτεί την υποκριτική τους μετάνοια. Η απόφαση για την
τιμωρία τους αποφασίστηκε, και η απόφαση αυτή είναι αμετάκλητη.
Οι δέκα φυλές του Ισραήλ αποσχίστηκαν από την Ιουδαϊκή
θεοκρατία και εξέλεξαν βασιλείς να τους κυβερνούν, τους οποίους όμως
ο Θεός δεν ενέκρινε. Δεν ήταν «χριστοί Κυρίου». Ήταν και παρέμειναν
άγνωστοι για τον Θεό.

334
Αντί για τον Κύριο, οι ισραηλίτες προσκύνησαν τα είδωλα των
εθνών, ποίησαν για θεός τους χρυσό μοσχάρι. Την λατρεία αυτή
εισήγαγε στο Ισραήλ ο ασεβέστατος Ιεροβοάμ και αυτήν την λατρεία
διατήρησαν μέχρι την ώρα της καταστροφής τους. Τελικά το χρυσό
είδωλο δεν τους έσωσε…
Κεφάλαιο ένατο
Ο Ισραήλ θα υποστεί τα δεινά της εξορίας. Ο προφήτης
αναγγέλλει την επερχομένη καταδίκη. Οι θεοί στους οποίους αφιέρωναν
τόσο καιρό δώρα και θυσίες δεν είναι ικανοί πλέον να τους σώσουν. Θα
εξοριστούν στην Αίγυπτο και στην Ασσυρία σε μέρη ακάθαρτα. Εκεί
μακριά από την γη του Κυρίου δεν θα μπορούν να προσφέρουν θυσίες
στον αληθινό Θεό. Θα φάγουν ακάθαρτα φαγητά απαγορευμένα από τον
Μωσαϊκό νόμο και θα ενταφιαστούν σε ξένη χώρα κάτι που θεωρούνταν
για τους ισραηλίτες κατάρα.
Οι ισραηλίτες στην αρχή της ιστορικής τους διαδρομής ήταν
αγαπητός λαός στον Θεό, εξαιτίας όμως της διαφθοράς τους και της
αμετανοησίας τους μισήθηκαν από τον Θεό όσο προηγουμένως
αγαπήθηκαν.
Ο προφήτης συμμεριζόμενος την Θεία αγανάκτηση παρακαλεί τον
Κύριο να τους τιμωρήσει αυστηρά, ώστε να μην γεννιούνται πλέον
παιδιά ή να αποθνήσκουν από την πείνα ώστε να εκλείψει αυτή η φυλή.
Ο Θεός απαντά στον προφήτη λέγοντας ότι το Ισραήλ θα διασκορπιστεί
μεταξύ των εθνών. Αυτή θα είναι η τιμωρία τους…
Κεφάλαιο δέκατο
Το Ισραήλ είχε προοδεύσει πολύ υλικώς, αντί όμως να
ευχαριστήσει τον Θεό, ειδωλολατρεί. Στήνει στύλους ειδωλολατρικούς,
λατρεύει την Αστάρτη και άλλες θεότητες. Ήρθε όμως η στιγμή που ο
Θεός θα συντρίψει τα είδωλα. Το Ισραήλ θα καταστραφεί και οι
ισραηλίτες θα αναγνωρίσουν τελικά την αιτία της τιμωρίας τους.
Πόσο ανόητοι στάθηκαν ενώπιον του Θεού τον οποίο
περιφρόνησαν! Προσκύνησαν το χρυσό μόσχο του Βάαλ, όμως κι αυτός
μαζί με τους ισραηλίτες θα οδηγηθεί στην αιχμαλωσία. Αυτόν τον χρυσό
μόσχο θα δωρίσουν στον Ασσύριο μονάρχη Ιαρείμ. Ποια πληρωμή θα
λάβουν όμως από τους Ασσύριους για το δώρο τους;
-Την καταισχύνη. Η δυστυχία τους θα είναι τόσο μεγάλη που θα
παρακαλούν τα βουνά να πέσουν να τους πλακώσουν παρά πλέον να
ζουν.
Κεφάλαιο ενδέκατο
Μία ωραία πρωία οι ισραηλίτες απορρίφθηκαν απροσδόκητα από
τον Θεό και καταστράφηκαν. Ο Θεός όμως δεν μπορεί να εγκαταλείψει
πλήρως τον λαό Του. Τον τιμωρεί μεν, αλλά και πάλι τον αναλαμβάνει.
(Μεσσιανική αποκατάσταση). Ο Ισραήλ δεν δύναται να καταστραφεί
πλήρως, διότι κάποια ζώσα αγιότης διατηρήσεως υπάρχει μέσα του. Ο

335
Κύριος τους αγάπησε αυτούς από αρχαιοτάτων χρόνων και κάλεσε
αυτούς εξ’ Αιγύπτου. Τους απήλλαξε από την σκληρά δουλεία και τους
έκανε λαό περιούσιο. Έδωσε στους ισραηλίτες τις πατριαρχικές
υποσχέσεις Του και δεν θα τις ανακαλέσει.
Κεφάλαιο δωδέκατο
Και οι δύο αμάρτησαν. Και ο Ισραήλ και ο Ιούδας. Περισσότερο
όμως ο Ισραήλ. (εννοώντας τα βασίλεια του Ισραήλ και του Ιούδα). Εκ
του Ιούδα θα προέλθει ο Χριστός-Μεσσίας.
Ο Ισραήλ συμμάχησε με τους Ασσύριους και τους Αιγύπτιους,
έστειλε σ’ αυτούς δώρα. Γύρισε την πλάτη του στον αδερφό του τον
Ιούδα…
Ο Ιακώβ υπήρξε πιστός στο Θεό και γι’ αυτό έλαχε της Θείας
προστασίας. Οι ισραηλίτες όμως παρότι ήταν απόγονοι του Ιακώβ
υπήρξαν άπιστοι στον Θεό και εξαιτίας του πλήθους των αμαρτιών τους
και της αμετανοησίας τους θα παραδοθούν στους εχθρούς τους.
Οι ισραηλίτες κατάντησαν κερδοσκόποι έμποροι, φροντίζοντας
να γίνουν πλούσιοι διά αδικιών.
Ο Θεός στο παρελθόν ευεργέτησε τον Ιακώβ και έδωσε σ’ αυτόν
τις πατριαρχικές υποσχέσεις Του. Οι ισραηλίτες αν ήθελαν μπορούσαν
και πάλι να τύχουν της εύνοιας του Θεού ως γνήσιοι απόγονοι του
Ιακώβ. Θα έπρεπε όμως πρώτα να μετανοήσουν…
Κεφάλαιο δέκατο τρίτο
Η φυλή του Εφραίμ αμάρτησε, όχι μόνο στην εποχή του Ωσηέ.
Αλλά και παλαιότερα. Έπεσε τόσο χαμηλά, ώστε μέσα στην
ειδωλομανία της έκανε και ανθρωποθυσίες. Ως εδώ! Αυτή η αμαρτία δε
θα μείνει ατιμώρητη…
Γιατί όμως αμάρτησαν τόσο πολύ; Προφανώς όταν πάτησαν το
πόδι τους στην Παλαιστίνη πλούτισαν απότομα «υψώθησαν αι καρδίαι
αυτών», ο πλούτος, η απόλαυση, η δύναμη, τρέφει τον εγωισμό. Έτσι
λησμόνησαν τον Κύριο, έγιναν ειδωλολάτρες…
Ο Θεός ανθρωποπαθώς διερωτάται: «Ποιος θα σε βοηθήσει στην
καταστροφή σου Ισραήλ;» Κάποτε οι ισραηλίτες ζήτησαν να τους
κυβερνά άνθρωπος βασιλιάς και όχι ο Θεός. Τι μπορεί να κάνει τώρα
αυτός ο βασιλιάς; Αν μπορεί ας τους σώσει..
Κανείς όμως δεν θα μπορέσει να τους σώσει, θα καταβιβαστούν
έως τον Άδη.
Ένα τελευταίο ερώτημα προκύπτει: -Γιατί ο προφήτης ξεχωρίζει
δυσμενώς την φυλή Εφραίμ από τις άλλες; Απάντηση: -Διότι αυτή η
φυλή υπήρξε η αιτία της διαιρέσεως.
Κεφάλαιο δέκατο τέταρτο
Ο μέχρι τούδε σκοτεινός ορίζοντας του Ισραήλ φωτίζεται με τα
φώτα της μελλοντικής αποκαταστάσεως. Τελικά η Θεία αγάπη θα
θριαμβεύσει. Ο Θεός θα θεραπεύσει την ανθρώπινη αποστασία

336
αποστέλλοντας Μεσσία, ο Οποίος θα πάρει πάνω Του το φορτίο των
αμαρτιών όλης της ανθρωπότητας.
Το βιβλίο του Ωσηέ ένα μήνυμα θέλει να περάσει στους
αναγνώστες του: Ότι κάθε άνθρωπος έχει το δικαίωμα να επιλέξει
μεταξύ του Θεού και της αποστασίας. Θα πρέπει όμως να γνωρίζει ότι οι
δίκαιοι τελικά θα θριαμβεύσουν, ενώ οι αμαρτωλοί θα τιμωρηθούν.
Καμία αδικία δεν πρόκειται τελικά να μείνει ατιμώρητη…

779-744 π.Χ Προφήτης Αμώς


Πρόλογος
Ο προφήτης μας, έζησε επί του βασιλέως Οζίου κατά το 769-737
π.Χ . Στην εβραϊκή γλώσσα η λέξη Αμώς σημαίνει βάρος, φορτίο,
αχθοφόρος, κομιστής. Κάποιοι ραβίνοι νόμιζαν ότι ο προφήτης μας ήταν
βραδύς στην γλώσσα, τραυλός όπως ο Μωυσής. Κατ’ άλλους όμως ήταν
βεβαρημένος εξαιτίας της πτωχείας του.
Ο Αμώς ήταν βοσκός στο επάγγελμα καταγόμενος από την
Ιουδαία. Απασχολούνταν επίσης με την καλλιέργεια σύκων. Συνεπώς
ήταν από τους λίγους προφήτες που δεν ήταν πλούσιος και δεν
κατάγονταν από οικογένεια ευγενών.
Ο Θεός τον εξέλεξε να μεταβεί από την Ιουδαία στο Ισραήλ για
να ασκήσει το προφητικό του έργο. Κέντρο της δράσης του ήταν η πόλη
Βαιθήλ. Από την Βαιθήλ προείπε την καταστροφή του ισραηλιτικού
έθνους εξαιτίας της διαφθοράς και της ανηθικότητάς τους.
Ο Αμασίας, ιερέας του θυσιαστηρίου της Βαιθήλ κατήγγειλε τον
προφήτη στον βασιλέα Ιεροβοάμ ΙΙ για ασέβεια κατά του βασιλέως. Ο
προφήτης προείπε την καταστροφή της οικογένειας του Αμασία, του
έθνους του και του ιδίου και απήλθε στην πατρίδα του απ’ όπου
κατέθεσε γραπτώς τις προφητείες του βιβλίου του.
Ας δούμε συνοπτικώ τω τρόπω το περιεχόμενο και την ερμηνεία
του βιβλίου του Αμώς το οποίο χωρίζεται σε εννέα κεφάλαια:
Κεφάλαιο πρώτο
Κατά τις ημέρες που βασίλευε ο Οζίας (779-739 π.Χ), ο Θεός
κάλεσε τον Αμώς στο προφητικό αξίωμα και δι’ αυτού ανήγγειλε τις
καταστροφικές αποφάσεις Του.
Πρώτον κατά της Δαμασκού: Η Δαμασκός ήταν πρωτεύουσα της
Συρίας. Καταδικάστηκε διότι ασέβησε κατά του Ισραήλ. Τι έκαναν;
Μέσα στα πολλά εγκλήματά τους έσκισαν τις κοιλιές των εγκύων
ισραηλιτισσών. Ποια θα είναι η τιμωρία τους; Το ένα τμήμα του
πληθυσμού τους θα γίνει στάχτη, ενώ το άλλο θα μεταβεί αιχμάλωτο
στην εξορία.
Δεύτερον κατά των Φιλισταίων: Και αυτοί υπήρξαν εχθροί του
Ισραήλ και γι’ αυτό θα τιμωρηθούν.
Τρίτον κατά της Τύρου: Οι κάτοικοι της Τύρου είχαν συνάψει

337
συμφωνία με τους Ιουδαίους, όμως αθέτησαν την συμφωνία, πούλησαν
αιχμάλωτους τους ισραηλίτες στους έλληνες και στους Ιδουμάιους.
Συνεπώς η Φοινικική αυτή πόλη θα καταστραφεί πλήρως.
Τέταρτον κατά των Ιδουμαίων: Αυτοί ήταν απόγονοι του Ησαύ,
αδελφού του Ιακώβ. Συνέχισαν το μίσος του γενάρχη τους κατά των
Ισραηλιτών και γι’ αυτό θα καταδικαστούν.
Πέμπτον κατά των Αμμωνιτών: Αυτοί ήταν απόγονοι του Λωτ
και είχαν εγκατασταθεί ανατολικά της Γαλαάδ. Και αυτοί υπήρξαν θηρία
αμαρτίας. Έσκισαν τις κοιλιές εγκύων ισραηλιτισσών με σκοπό να
αυξήσουν τα σύνορα της χώρας τους. Μέγας όμως σεισμός θα
«καταπιεί» την χώρα τους και οι επιζήσαντες ομαδικώς θα αχθούν
αιχμάλωτοι. Η προφητεία αυτή εξεπληρώθη επί του Οζίου.
Κεφάλαιο δεύτερο
Προφητεία κατά των Ιουδαίων: Οι μεν άλλοι λαοί αμάρτησαν
κατά του άγραφου νόμου της συνειδήσεως. Οι Ιουδαίοι κατά του
γραπτού νόμου ο οποίος εδόθη σ’ αυτούς εξ’ αποκαλύψεως. Επομένως η
ποινή τους θα είναι βαρύτερη.
Κατά του βασιλείου του Ισραήλ: όπως είδαμε, για τα υπόλοιπα
έθνη ένα αμάρτημα επισήμανε ο Αμώς, για το Ισραήλ όμως πολλά:
Αδίκησαν τους φτωχούς και τους δίκαιους για ασήμαντες υλικές
απολαβές. Πατέρας και υιός έσμιξαν από κοινού με την ίδια δούλη.
Αυτή η αμαρτία ήταν ύβρις κατά του Θεού. Μέθυσαν και έζησαν εν
κραιπάλη. Διέταξαν του προφήτες να μην προφητεύουν για να μην
ακούν την φωνή της συνειδήσεώς των. (Αυτό και σήμερα γίνεται).
Θεία τιμωρία θα επέλθει κατά πάνω τους σαν οδοστρωτήρες. Θα
είναι τόσος ο πανικός τους ώστε ο ένας εκ των εχθρών τους άνευ όπλων
θα καταδιώκει πλήθους εξ΄αυτών.
Κεφάλαιο τρίτο
Είναι απολύτως βέβαιη η τιμωρία του Ισραήλ. Οι ισραηλίτες
υπήρξαν ο εκλεκτός λαός του Θεού. Βασιζόμενοι όμως σ’ αυτό
πίστεψαν πως είναι αδόκιμοι κάθε κριτικής. Δεν κατάλαβαν ότι η μεγάλη
τιμή που τους έκανε ο Θεός ήταν ταυτόχρονα και μεγάλη ευθύνη. Η
καταπάτηση του Θείου θελήματος επιφέρει και βαριές τιμωρίες.
Όταν ένας προφήτης αναγγέλλει κάτι, αυτό θα γίνει οπωσδήποτε.
Ο Θεός και οι προφήτες δεν βαδίζουν στην τύχη, αλλά από κοινού
εργάζονται επί ορισμένου σχεδίου. Ό, τι λοιπόν ανήγγειλε ο Αμώς και οι
άλλοι προφήτες οπωσδήποτε θα γίνει. Αυτό δεν αλλάζει.-
Κεφάλαιο τέταρτο
Και οι γυναίκες του ισραηλιτικού λαού δεν στάθηκαν ανώτερες
πνευματικά από τους άνδρες. Παρότρυναν τους συζύγους τους στην
οινοποσία και την κραιπάλη. Κι αυτές όμως οι ασεβείς γυναίκες θα
πιαστούν αιχμάλωτες και θα ντροπιαστούν από τον εχθρό.
Σε όλο το Ισραήλ ο Θεός θα στείλει πείνα, ξηρασία, βροχοπτώσεις

338
καταστροφικές και καθόλου ωφέλιμες για τις καλλιέργειες, καυτό άνεμο,
νόσους και πολέμους. Όλα αυτά θα γίνουν για να μετανοήσει ο λαός,
όμως αυτοί θα παραμείνουν αμετανόητοι και σκληροί.
Κεφάλαιο πέμπτο
Το βασίλειο του Ισραήλ θα καταστραφεί. Εννιά στους δέκα
κατοίκους θα σκοτωθούν από την επικείμενη εχθρική επιδρομή.
«Εκζητήσατε τον Κύριον» προσκαλεί ο Αμώς. Το έθνος μπορεί να σωθεί
ακόμη και την τελευταία στιγμή, αν μετανοήσει.
Ποιον αθετείτε; Τον Κύριο τον Παντοκράτωρ; Αλοίμονό σας!
Μάθετε ότι ο Θεός μπορεί να μεταβάλλει την ασθένεια σε δύναμη και το
αντίθετο. Λέει ο Αμώς.
Οι ισραηλίτες υπήρξαν άδικοι, καταπίεσαν του φτωχούς, κοίταξαν
την καλοπέρασή τους. Έχτισαν για τους εαυτούς τους πολυτελείς οικίες.
Όμως δεν πρόκειται να κατοικήσουν σ’ αυτές. Και ω, της πλάνης!
Πίστευαν ότι ο Θεός είναι μαζί τους παρά τις αμαρτίες τους. Βασίζονταν
απλά στο ότι ήταν απόγονοι του Αβραάμ.
Σύντομα θα έρθει η ημέρα του Κυρίου. Αυτή η ημέρα δεν θα είναι
μέρα θριάμβου όπως περίμεναν οι ισραηλίτες, αλλά μέρα κρίσεως: «Η
ημέρα Κυρίου θα είναι σκότος. Η ευσέβειά τους ήταν τυπολατρία μόνο,
ουδόλως εγγίζουσα την καρδιά. Ο Κύριος όμως αποδοκιμάζει όλες αυτές
τις τυπικές λατρείες. Αυτές πρόσβαλλαν και δεν ευχαρίστησαν τον Θεό.
Οι ιερές συνάξεις των ισραηλιτών θα είναι πλέον απορριπτέες από τον
Θεό διότι είναι δυσώδεις.
Κεφάλαιο έκτο
Αλλοίμονο σ’ αυτούς που θεωρούν τους εαυτούς τους
«σπουδαίους» μεταξύ των ισραηλιτών και κλεισμένοι στον εγωισμό τους
αγνόησαν την επερχόμενη ημέρα του Κυρίου γενόμενοι μάλιστα και
είρωνες ενώπιον του Θεού. Τίποτα άλλο δεν τους ενδιέφερε τόσα χρόνια,
παρά τα γλέντια και η καλοπέρασή τους. Ο Κύριος όμως ορκίζεται στον
εαυτό Του ότι πλέον αισθάνεται αποστροφή προς το Ισραήλ.
Κεφάλαιο έβδομο
Ο Αμώς αυτή τη φορά διά οραμάτων προεικονίζει το τέλος του
Ισραήλ:
1ο όραμα: Οι καλλιέργειες των ισραηλιτών κατασπαράχτηκαν από
ένα νέφος ακρίδων. Πριν όμως ολοκληρωθεί η καταστροφή ο Αμώς
εκλιπαρεί τον Θεό να δείξει έλεος. Η προσευχή του προφήτη κατορθώνει
να μεταβάλλει την απόφαση του Θεού και το Ισραήλ σώζεται.
2ο όραμα: Πυρ καταστρεπτικό, ξηρασία τρομερή πλήττει το
Ισραήλ. Τόση ήταν η κάψα, που και η θάλασσα ακόμη πήρε φωτιά! Ο
προφήτης και πάλι παρακαλεί: «κόπασον» «τούτο μη γένηται». Ο Θεός
και πάλι κάμπτεται και αναστέλλει την φρικιαστική τιμωρία.
3ο όραμα: Ο Θεός ίσταται επί τείχους το οποίο είχε γερά θεμέλια.
Δείχνει όμως στον Αμώς ότι κρατά ισχυρά εργαλεία και είναι

339
αποφασισμένος να γκρεμίσει το τείχος. Αυτή τη φορά ο Αμώς δεν
παρακαλεί. Βλέπει πλέον ότι η απόφαση του Θεού είναι αμετάκλητη.
Την περίοδο εκείνη που ο Αμώς κήρυττε στους ισραηλίτες και
προφήτευε για τα επερχόμενα δεινά, ο ιερέας της Βαιθήλ που
ονομάζονταν Αμασίας πήγε στον βασιλιά και είπε ψέματα ότι τάχατις ο
προφήτης ετοίμαζε κίνημα στάσης κατά του βασιλέως. Ο Ιεροβοάμ όμως
ο βασιλκέας, υποπτεύτηκε ότι τα λόγια του Αμασία ήταν
παραπλανητικά και συκοφαντικά και δεν έδωσε καμία σημασία. Ο
Αμασίας τότε ενήργησε από μόνος του. Διέταξε τον Αμώς να φύγει για
την πατρίδα του ώστε να μην αναστατώνει τους ισραηλίτες με τις
προφητείες του. Μάλιστα υπαινίχθητε ότι ο Αμώς από τις προφητείες
του έβγαζε χρήματα. Ο Αμώς όμως του απάντησε: «Εγώ δεν είμαι εξ’
επαγγέλματος προφήτης, ούτε σε σχολή προφητών έχω φοιτήσει. Ήμουν
γιδοβοσκός και καλλιεργητής συκομορεών. Ο Κύριος μου είπε: Πήγαινε
και προφήτευσε στον ισραηλιτικό μου λαό. Και τώρα άκουσε Αμασία
λόγο Κυρίου. Συ λέγεις προς εμέ. Μη προφητεύεις εις τον ισραηλιτικό
λαό και μην αναστατώνεις τους ισραηλίτες του απογόνους του Ιακώβ.
Διά τούτο αυτά λέγει ο Κύριος. Η γυνή σου θα πορνεύσει δημόσια εντός
της πόλεως, οι υιοί σου και οι θυγατέρες σου θα φονευθούν από εχθρικό
μαχαίρι, η γη σου θα περιέλθει σ’άλλους και συ σε χώρα
ειδωλολατρική, μολυσμένη θα πεθάνεις».
Κεφάλαιο όγδοο
ο
4 όραμα: Όπως με ιξόβεργες πιάνονται τα πουλιά, έτσι και οι
σκληροί άκαρδοι και άδικοι πλούσιοι θα πιαστούν στα δίχτυα του Θεού,
διότι αδίκησαν τους φτωχούς. Επιδόθηκαν στην αύξηση του πλούτου
τους με απάτες, περιφρόνησαν τις επίσημες αργίες του ισραηλιτικού
έθνους. Έφτασαν στο σημείο να πωλούν στον βωμό του χρήματος
πολίτες του Ισραήλ για δούλους.
Όμως ο Θεός δεν θα ξεχάσει τίποτα από το πλήθος των αδικιών
τους. Η καταστροφή που θα έρθει θα μοιάζει με την πλημμύρα του
ποταμού Νείλου που δεν αφήνει τίποτα πίσω του. Πλέον ο Κύριος θα
αποσύρει τους προφήτες Του, θα τρέχουν οι ισραηλίτες από δω κι από
κει διανύοντας μεγάλες αποστάσεις για να ακούσουν έναν λόγο του
Θεού, αλλά δεν θα βρίσκουν. Όλα αυτά θα συμβούν διότι υπέκυψαν
στην λατρεία των ειδώλων και ξέχασαν τον Κύριο.
Κεφάλαιο ένατο
ο
5 όραμα: Ο Κύριος όρθιος επί του θυσιαστηρίου επιφέρει την
καταστροφή. Το θυσιαστήριο καταρρέει και δεν υπάρχει κάτω από τα
συντρίμμια κανένας επιζών.
Τι περισσότερο αξίζουν οι ισραηλίτες από τους άλλους λαούς;
Τίποτα. Γι΄αυτό και θα καταστραφούν διότι πολύ ευεργετήθηκαν. Όμως
δεν θα καταστραφούν πλήρως. Θα απομείνει ένα υπόλοιπο από το οποίο
θα προκύψει ο Μεσσίας. Το υπόλοιπο αυτό των ισραηλιτών μαζί με

340
πλήθη από τα έθνη θα αποτελέσουν τον νέο εκλεκτό λαό του Θεού. Ο
Κύριος υπόσχεται ότι αυτοί θα είναι λαός Του και Εκείνος Θεός τους και
ότι τίποτα και κανείς δεν θα μπορεί να τους απομακρύνει πλέον από τη
χώρα τους.

745-698 π.Χ Προφήτης Μιχαίας


Ο Μιχαίας έζησε επί βασιλειών Ιωάθαμ, Άχαζ και Εζεκίου. Ο
Ιερεμίας ο οποίος έζησε έναν αιώνα αργότερα είχε υπόψιν του τις
προφητείες του Μιχαία, τις οποίες υπενθυμίζει σ’ αυτούς που ήθελαν να
τον θανατώσουν κι έτσι ματαίωσαν την θανατική του καταδίκη.
Ο προφήτης προείπε την γέννηση του Χριστού στην Βηθλεέμ της
Ιουδαίας 700 χρόνια πριν αυτή πραγματοποιηθεί. Όταν ο Ηρώδης
ρώτησε το Εβραϊκό συνέδριο για το «που ο Χριστός γεννάται» άκουσε
απ’ αυτούς την προφητεία του Μιχαία.
Κεφάλαιο πρώτο
Τα δύο βασίλεια του Ισραήλ και του Ιούδα θα τιμωρηθούν για τις
αμαρτίες τους:
«Ακούσατε», ο Κύριος ο Θεός θα μιλήσει προς πάντας όχι μόνο
προς τον λαό της Παλαιστίνης αλλά προς τον παγκόσμιο πληθυσμό. Ο
Κύριος είναι και ο δικαστής είναι και ο μάρτυς κατηγορίας. Ο Κύριος θα
κατέλθει εκ του ουρανού και θα καθίσει πάνω στα πρώτα υψηλά όρη που
θα συναντήσει. Εκεί αφ’ υψηλού θα δικάσει το λαό Του. Τα όρη με το
πάτημα του Κυρίου τρέμουν «σαλευθήσονται», διαλύονται και
δημιουργούνται νέες κοιλάδες.
Για ποιο λόγο κατέβηκε ο Θεός απ’ τον ουρανό και πάτησε στη
γη; Για να κρίνει τη Σαμάρεια για την μόνιμη ειδωλολατρία της και την
Ιερουσαλήμ για την κατά χρονικά διαστήματα ειδωλολατρία της.
Η Σαμάρεια θα καταστραφεί και θα ερημωθεί. (Η καταστροφή
αυτή έγινε το 722 π.Χ από την επιδρομή των Ασσυρίων).
Η Σαμάρεια πλούτισε από την ειδωλολατρία. Ο προφήτης
προφητεύει ότι οι θησαυροί που αποκτήθηκαν από την ειδωλολατρία θα
επιστρέψουν στην ειδωλολατρία. Πράγματι! Τα είδωλα μετά των
τιμαλφών τους αφιερωμάτων μετά την εισβολή των Ασσυρίων
τοποθετήθηκαν ως τρόπαια στους ναούς των θεών τους.
Η πόλη Λαχίς έπαιξε σπουδαίο ρόλο στην μεταλαμπάδευση της
ειδωλολατρίας στην Ιερουσαλήμ. Για τον λόγο αυτό θα τιμωρηθεί κι
αυτή αυστηρά. Πράγματι! Ο Θεοδώρητος γράφει: «προ της Ιερουσαλήμ
Λαχίς επορθήθη. Την μεν Ιερουσαλήμ Ναβουχοδονόσορ, την δε Λαχίς
Σενναχηρίμ εξεπόρθησε».
Κεφάλαιο δεύτερο
Η πλεονεξία και η αδικία των ισχυρών ήταν έκδηλη στην
Παλαιστίνη. Οι ισχυροί οικονομικά ακόμη και πριν κοιμηθούν
σκέπτονταν πως θα αδικήσουν τους αδυνάτους. «Η νυξ διά τους

341
ευσεβείς είναι καιρός ευσεβών σκέψεων και προσευχής, διά δε τους
ασεβείς πονηρών σχεδίων».
Όπως όμως εκείνοι, έτσι και ο Θεός «λογίζεται κακά» ώστε να
τιμωρήσει τους κακούς. Σύντομα ο εγωισμός τους θα ταπεινωθεί. Οι
άδικοι δυνάστες θα στερηθούν πάσης κτήσεως στην Παλαιστίνη. Δίκαιη
λοιπόν θα είναι η τιμωρία τους.
«Όσο και να κλάψετε, επειδή τα δάκρυα αυτά είναι πόνου και όχι
μετανοίας, δεν θα έχετε ουδεμία ωφέλεια». Σας κοίμισαν οι
ψευδοπροφήτες, όπως το κρασί που σκοτίζει την διάνοια, λέγοντάς σας
τάχατις πως δεν θα τιμωρηθείτε για τις ασέβειές σας.
Κεφάλαιο τρίτο
Ο προφήτης διαμαρτύρεται έντονα για το κακό παράδειγμα των
ιθυνουσών τάξεων: πολιτικών και ιερέων επί του λαού. Παραλείπει όμως
τον βασιλέα ίσως γιατί αυτός ήταν ο ευσεβής Εζεκίας.
Οι προύχοντες αυτοί του λαού ήταν υποχρεωμένοι να γνωρίζουν
και να εφαρμόζουν το δίκαιο καθώς και να υπερασπίζονται τους
αδικημένους. Αντιθέτως όμως αποδείχτηκαν αντί για ποιμένες, λύκοι,
που αυτοί οι ίδιοι κατασπάραξαν τα λογικά τους πρόβατα.
Ο προφήτης για μία ακόμη φορά κατηγορεί τους ψευδοπροφήτες
οι οποίοι κοίμιζαν τον λαό λέγοντας πως «όλα πάνε καλά και ότι κανείς
δεν θα πάθει τίποτα». Αυτούς τους ψευδοπροφήτες τους παρομοιάζει με
φίδια. Ποιο όμως ήταν το κίνητρο των ψευδοπροφητών; Το κέρδος.
Πλησίασε όμως ο καιρός και οι ψευδοπροφήτες αυτοί θα
ντροπιαστούν διότι θα διαψευστούν όταν ξεκινήσει ο πόλεμος. Με την
έναρξη του πολέμου όλοι θα καταλάβουν πως ήταν απατεώνες.
Σε αντίθεση με τους ψευδοπροφήτες ο Μιχαίας δεν έχει τίποτα να
κρύψει. καταγγέλλει με θάρρος και παρρησία την ασέβεια των
συμπατριωτών του: «Δεν θα μείνει λίθος επί λίθου, ώστε άροτρον θα
δύναται να διέλθει δι’ αυτής». Η Ιερουσαλήμ θα καταστραφεί και
μάλιστα λίαν συντόμως.
Κεφάλαιο τέταρτο
Ο προφήτης βλέπει με την διεισδυτική του ματιά τα μεσσιανικά
χρόνια τα οποία περιγράφει με λαμπρότητα:
Η Ιερουσαλήμ θα γίνει κέντρο όλων των λαών και πηγή ευτυχίας
για ολόκληρη την οικουμένη. Η παλαιά εποχή θα ολοκληρωθεί μόλις
έρθει στον κόσμο ο Μεσσίας. Ο ίδιος ο Μεσσίας θα είναι ο νέος ναός ο
οποίος θα είναι εμφανής στους πάντες. Το Ευαγγέλιο με άλλα λόγια θα
κηρυχθεί σε όλα τα έθνη.
«Δεύτε αναβώμεν»: Ας ανέβουμε στο όρος Κυρίου, θα λένε τα
έθνη. Εκεί στην Νέα Σιών ο Κύριος θα διδάξει την αλήθεια και την οδό
προς την όντως ζωή. Θα ιδρυθεί η Εκκλησία του Χριστού με τα κύρια
χαρακτηριστικά της: παγκοσμιότητα, καθολικότητα, μοναδικότητα και
Θεία αυθεντικότητα. Με το Θείο φως της Σιών θα διευθύνονται όλες οι

342
πράξεις των εθνών. Οι επιθυμούντες την εσωτερική ειρήνη θα την βρουν
στον Μεσσία Χριστό. Επομένως κανείς πλέον εχθρός δεν θα μπορεί να
τους ταράξει. Αυτή η εσωτερική ειρήνη είναι ασύγκριτα σπουδαιότερη
από την εξωτερική.
Οι κατά πνεύμα ισραηλίτες, δηλαδή οι χριστιανοί θα διαιωνίσουν
την πίστη στον αληθινό Θεό των κατά σάρκα ισραηλιτών, πέραν και
«επέκεινα» της πτώσεως των Ιουδαίων εις τους αιώνας.
Πριν απ’ όλα αυτά όμως ο Ιουδαϊκός λαός θα περάσει από πολλά
βάσανα. Οι πολλοί θα εξολοθρευτούν, θα απομείνει όμως ένα υπόλοιπο
που θα αποτελέσει τον πυρήνα από τον οποίο εξέλθει ο Χριστός.
Η Εκκλησία του Χριστού θα είναι η μοναδική βασιλεία επί της
γης που δεν θα εκπέσει ποτέ.
Έξαιφνης ο προφήτης παίρνει την ματιά του από τα μεσσιανικά
χρόνια και την ρίχνει στα χρόνια της πτώσεως της Ιερουσαλήμ. Η
μεγαλύτερη θλίψη των ισραηλιτών δεν θα είναι ούτε η αιχμαλωσία, ούτε
η πτώση, αλλά η χαιρεκακία των εχθρών τους.
Οι εθνικοί λαοί τιμωρήσαντες τους Ιουδαίους δεν κατάλαβαν ότι
είναι μόνον όργανα της Θείας δικαιοσύνης κατά των Ιουδαίων και όχι
νικητές. Νικητής είναι μόνον ο Θεός. Συνεπώς και αυτών η χαιρεκακία
θα τιμωρηθεί.
Κεφάλαιο πέμπτο
Η Γέννηση του Μεσσία στην Βηθλεέμ: Αυτό το κεφάλαιο
αποτελεί ένα από τα περιφημότερα Μεσσιανικά χωρία της Βίβλου. Αυτό
το χωρίο χρησιμοποίησαν οι νομοδιδάσκαλοι εξηγώντας στον Ηρώδη ότι
από την Βηθλεέμ θα εξέλθει ο Χριστός.
«Βηθλεέμ, οίκος του Εφραθά»= οίκος άρτου εξαιτίας της
γονιμότητάς της. Παρότι σαν πόλη ήταν μικρή με μόλις 1000 κατοίκους.
Κι όμως αυτή η μικρή πόλη θα γεννήσει τον Χριστό.
Απ’ αυτήν την πόλη, λέει ο προφήτης θα εξέλθει Άρχων. Πότε θα
γεννηθεί; Όταν το ισραηλιτικό έθνος θα είναι ταπεινωμένο.
Ο καλός ούτος ποιμήν θα σώσει τον λαό Του. «Και στήσεται και
όψεται και ποιμανεί το ποίμνιο αυτού εν ισχύει. Κύριος και εν δόξη
ονόματος Κυρίου Θεού αυτών υπάρξουσι, διότι νυν μεγαλυνθήσονται
έως άκρων της γης». Άρα το Μεσσιανικό βασίλειο θα είναι παγκόσμιας
εμβέλειας.
Ο Μεσσίας δεν θα είναι μόνο ειρηνοποιός, άρχων ειρήνης, αλλά
αυτή η ειρήνη ενσαρκωμένη. Προσποιημένη. Και αν επαναστατήσει
κατ’ αυτών τις, ο Θεός ανθρώπους ικανούς θα δώσει προς υπεράσπιση.
(επτά ηγέτες= ιερός αριθμός που δηλώνει την αφθονία).
Ο προφήτης με άλλα λόγια δηλώνει την πνευματική ήττα των
εχθρών του Θεού από την Εκκλησία του Χριστού.
Η Εκκλησία του Χριστού εξ’ ουδεμίας ανθρωπίνης βοηθείας θα
εξαρτάται. Κανέναν δεν θα φοβάται. Εκ του αναγεννηθέντος λαού του

343
Ισραήλ ο Θεός θα απομακρύνει κάθε τι που μπορεί να απομακρύνει από
την λατρεία και έτσι να τον διαφθείρει.
Στα Μεσσιανικά χρόνια τα άρματα, τα όπλα, τα οχυρώματα θα
είναι άχρηστα, οι εχθροί του Θεού οπωσδήποτε θα ταπεινωθούν. Τα
είδωλα θα εξαφανιστούν. Τα έθνη τα οποία θα παραμείνουν ασεβή θα
ταπεινωθούν από τον Θεό.
Η προφητεία αυτή της καταστροφής της ειδωλολατρίας στα
χριστιανικά χρόνια, σήμερα είναι γεγονός αναντίρρητο και αποδεικνύει
την θεοπνευστία της Βίβλου.
Κεφάλαιο έκτο
Υπέροχος διάλογος του Θεού με τον λαό Του: Ο Θεός στήνει
δικαστήριο και καταγγέλλει τον λαό για αχαριστία: «λαός μου, τι
εποίησά σοι ή τι ελύπησά σοι ή τι παρηνόχλησά σοι; Αποκρίθητί μοι».
Πραγματικά συγκινητικός ο λόγος. Παρότι πολλάκις αυτός ο λαός
αμάρτησε παραμένει ο Ισραήλ λαός Του! Καμία δικαιολογία δεν μπορεί
να προβάλλει ο λαός. και ενώ εκείνοι τίποτα δεν μπορούν να πουν ο
Θεός λέει σ’ αυτούς τι καλό έκανε. «Διότι ανήγαγόν σε εκ της Αιγύπτου
και εξ΄οίκου δουλείας ελυτρωσάμην σε και εξαπέστειλα προ προσώπου
σου τον Μωυσή και Ααρών και Μαριάμ». Ο Κύριος παρακαλεί
τρυφερώς και ταπεινώς τον αχάριστο λαό να θυμηθεί την σπουδαία
ευεργεσία.
Η απάντηση του λαού: Ομολογεί την ενοχή του και ζητεί από τον
προφήτη διά τίνος μέσου θα εξιλεώσει τον Θεό. Νόμιζαν οι άμοιροι ότι
μόνο διά μέσου θυσιών ζώων θα εξευμενίσουν τον Κύριο. Μέχρι και
ανθρωποθυσίες ήταν έτοιμοι να κάνουν. Πόσο πολύ είχαν παρανοήσει
την θρησκεία!
Ο προφήτης απαντά: Ο Θεός ζητεί εσωτερική ανακαίνιση και όχι
εξωτερικές θυσίες. Πάνω από τις εξωτερικές θυσίες βρίσκεται η εν
πνεύματι και αληθεία λατρεία.
Ο ίδιος ο Θεός εκδίδει τελικά την κατά της Ιερουσαλήμ
καταδικαστική απόφαση: Τα είδωλα και τα κακώς αποκτηθέντα πλούτη
θα γίνουν αιτία καταστροφής και φωτιάς. Τιμωρία και πείνα θα έρθει
διότι οι εχθροί θα λεηλατήσουν τα πάντα, η ξηρασία, οι διωγμοί, η
πτώση του κράτους στα χέρια των αλλοεθνών θα είναι οι τελικές
συνέπειες της ασέβειας.
Κεφάλαιο έβδομο
Ο προφήτης στην κατακλείδα του εξομολογείται στον Θεό εν
ονόματι του υγιούς λαού. Βέβαια αυτοί οι ευσεβείς ήταν τότε πολλοί
λίγοι-σπάνιοι. Η ηθική διαφθορά εκείνη την εποχή είχε φτάσει στο
σημείο να μην υπάρχει εμπιστοσύνη μεταξύ στενών συγγενικών
προσώπων, φίλων, αρχόντων, συζύγων.
Ο λαός όμως αυτός δεν θα παραμείνει πάντοτε στα σκοτάδια της
δυστυχίας. Οι χαιρεκακούντες για την καταστροφή της Ιερουσαλήμ θα

344
καταισχυνθούν.
Όταν η Ιερουσαλήμ μετά την καταστροφή θα ξανακτιστεί, οι
εθνικοί θα υποταχτούν στον νόμο του Κυρίου.
Ο προφήτης παρακαλεί τον Θεό να ποιμάνει τον εναπομείναντα
λαό να ταπεινώσει τους εχθρούς Του.
Η απάντηση του Κυρίου είναι ευνοϊκή. Συγκατατίθεται στο
αίτημα και υπόσχεται να λυτρώσει τον λαό Του. τα έθνη θα
καταστραφούν, οι Ιουδαίοι θα σωθούν, τα έθνη θα αποστομωθούν, θα
μείνουν άναυδοι.
Όπως οι όφεις γλείφουν το χώμα και τρέμουν έξω από τις φωλιές
τους, έτσι θα καταντήσουν και οι εχθροί του Θεού.
Ο λαός απαντά: Ω! τις Θεός όπως συ, Κύριε! Συ συγχωρείς
ανομίες και παρέρχεσαι τις ασέβειες. Ο Θεός δεν είναι μόνο Πολυέλεεος
αλλά και τηρητής του λόγου Του, των υποσχέσεών Του προς τον
Αβραάμ, τον Ισαάκ και τον Ιακώβ.
Το βιβλίο του Μιχαία τελειώνει με την βεβαιότητα της σωτηρίας
του λαού του Θεού.
878-838 π.Χ ΠΡΟΦΗΤΗΣ ΙΩΗΛ
Πρόλογος
Το όνομα Ιωήλ αποτελεί σύντμηση του Γιχβέλ= ο Γιεχωβά είναι
Θεός.
Προφήτευσε στην Ιερουσαλήμ. Ο χρόνος όμως της δράσης του
δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια, διότι στο βιβλίο του δεν
αναφέρεται κάποιος βασιλέας ή άλλο στοιχείο που μπορεί να
προσανατολίσει χρονολογικά τον αναγνώστη. Ορισμένοι ερμηνευτές τον
αναβιβάζουν σε πολύ παλιά εποχή 836-797 π.Χ ενώ άλλοι μετά την
Βαβυλώνιο αιχμαλωσία 500-400 π.Χ. Πάντως είναι δύσκολο να
δώσουμε οριστική απάντηση προτιμώντας την μία ή την άλλη άποψη.
Παρόλα αυτά εμείς θεωρούμε ως πιθανότερη εποχή δράσης του
την περίοδο που βασιλιάς στη φυλή του Ιούδα ήταν ο Ιωάς (878 - 838
π.Χ).
Κεφάλαιο πρώτο
Η Ιουδαία γέμισε ακρίδες. Τι ακρίδες είναι αυτές; Πιθανόν δεν
πρόκειται περί αληθινών ακρίδων, αλλά για επέλαση εχθρών. Οι εχθροί
αυτοί διαδοχικά ο καθένας με τη σειρά του δεν θα αφήσουν τίποτα όρθιο
στο πέρασμά τους.
Ο προφήτης ειρωνικά καλεί τους «κρασο-πατέρες» να πενθήσουν
διότι τα αμπέλια τους θα αφανιστούν. Συνεπώς μία από τις αιτίες της
καταστροφής της Ιουδαίας είναι η μέθη.
Ας πενθήσουν κυρίως οι ιερείς διότι λόγω της καταστροφής θα
παύσουν πλέον να τελούνται οι αναίμακτες θυσίες στον ναό.
Τι πρέπει να γίνει για να αποτραπεί αυτή η δυστυχία; Ο λαός να
μετανοήσει, να κηρυχθεί επίσημη αυστηρή νηστεία. Ο λαός

345
οδηγούμενος υπό των αρχόντων να παρουσιασθούν στον ναό ώστε η
παράκληση να είναι εθνική.
Κεφάλαιο δεύτερο
Οι φύλακες του λαού, οι αγρυπνούντες ιερείς και οι προφήτες
καλούνται από τον προφήτη να σημάνουν συναγερμό, διότι ο κίνδυνος
της καταστροφής της Ιουδαίας είναι πολύ κοντά.
Ο εχθρός παρομοιάζεται με πλήθος ακρίδων οι οποίες πάνοπλες
προχωρούν προς το Ισραήλ. Τίποτα δεν μπορεί να τις παρεκκλίνει από
τον δρόμο τους ή να τις εμποδίσει. Είναι ακαταμάχητες!
Το πλήθος των ακρίδων είναι τόσο μεγάλο ώστε θα σκοτιστεί ο
ήλιος και η σελήνη. Ο Προφήτης μαλακά και διαδοχικά περνά από την
καταστροφή της Ιουδαίας στην Δευτέρα του Χριστού Παρουσία. Τότε
θα ακουστεί η φωνή του αδέκαστου Κριτού.
Ο Κύριος ζητά ο λαός να μετανοήσει, όχι μόνο εξωτερικά αλλά
κυρίως εσωτερικά. Ο Θεός άλλωστε δεν είναι υποχρεωμένος να
συγχωρήσει τις αμαρτίες του λαού όπως οι ισραηλίτες νόμιζαν, όμως η
άπειρη καλοσύνη Του τον «αναγκάζει» να ελεήσει τον λαό Του.
Ο Ιωήλ καλεί και πάλι τον λαό σε λιτανείες, σε προσευχητικές
συναθροίσεις από τις οποίες κανείς δεν πρέπει να απουσιάζει, ούτε
ενήλικες, ούτε υπερήλικες, ούτε παιδιά. (Να η αξία των λιτανειών τις
οποίες πολλές φορές τελούμε σήμερα από συνήθεια και όχι από ζωηρό
αίσθημα παράκλησης προς τον Θεό).
Αν ο λαός μετανοήσει, αμέσως ο Θεός θα «αλλάξει απόφαση» και
αντί για τιμωρία θα στείλει κύματα ευλογίας. Οι εχθροί του Ισραήλ θα
καταστραφούν, ευεργετικές θα είναι οι βροχές που θα στείλει ο Κύριος
με αποτέλεσμα την καρποφορία των χωραφιών τους.
Κεφάλαιο τρίτο
Πρόκειται για μεσσιανική προφητεία κατά την οποία το Άγιο
Πνεύμα θα εκχυθεί σε πάσα σαρξ ανεξαιρέτως. Δεν θα υπάρχει διάκριση
σε άνδρα ή γυναίκα, η ηλικία δεν θα είναι εμπόδιο, ούτε η κοινωνική
καταβολή. Άρχοντες και δούλοι θα είναι ίσοι ενώπιον του Θεού. Δεν θα
υπάρχει ούτε εθνική διάκριση. Σε Ιουδαίους και εθνικούς θα εκχυθεί το
Άγιο Πνεύμα.
Η έκχυση αυτή του Αγίου Πνεύματος θα είναι ευδιάκριτη διά των
προφητειών και των οραμάτων είτε εν οράσει είτε καθ’ ύπνον.
Όλοι πλέον θα έχουν γνώση του Θείου θελήματος, δεν θα υπάρχει
ανάγκη ιδιαίτερου προφήτου προς διδασκαλία.
Ο προφήτης αμέσως μεταπηδά από την Μεσσιανική εποχή στην
μέλλουσα κρίση: «και δώσω τέρατα εν ουρανώ και επί της γης, αίμα και
πυρ και ατμίδα καπνού. Ο ήλιος μεταστραφήσεται εις σκότος και η
σελήνη εις αίμα πριν ελθείν την ημέρα Κυρίου την μεγάλην και
επιφανή». Ο προφήτης καταλήγει: «πας όστις θα επικαλεσθεί το όνομα
του Κυρίου θα σωθεί».

346
Συμβολικά το κέντρο του βασιλείου του Θεού είναι η Σιών, η
Ιερουσαλήμ, διότι εκεί θα ζήσει και θα διδάξει ο Χριστός. Όποιος λοιπόν
καταφύγει εκεί στην νέα Σιών που είναι η Εκκλησία του Χριστού δεν θα
φοβηθεί την μέλλουσα κρίση. Με άλλα λόγια, μέσα στην γενική
καταστροφή θα υπάρχουν και εκείνοι που θα σωθούν, θα είναι εκείνοι
τους οποίους ο Κύριος κάλεσε διά μέσου των κηρύκων Του, των
Ευαγγελιστών Του.
Κεφάλαιο τέταρτο
Ο Θεός θα κρίνει τους εχθρούς Του. Ποιοι όμως είναι οι εχθροί
του Θεού; Είναι αυτοί που πολέμησαν και πολεμούν την Εκκλησία Του:
«Τι ζητείτε από μένα»; Ο Θεός καλεί σε απολογία τρεις εκ των εχθρών
Του: Τύρο, Σιδώνα, Γαλιλαία. «Μήπως σας έκανα κακό, για το οποίο
θέλετε να μου ανταποδώσετε τα ίσα και τιμωρώντας τον Ισραήλ θέλετε
να εκδικηθείτε εμένα; Αλοίμονό σας!»
Ο Θεός εκτελεί την τρομερή Του απόφαση: Καλεί τους προφήτες
Του ώστε αυτοί να προσκαλέσουν πολεμιστές για να τιμωρήσουν τους
εχθρούς του Κυρίου. «Κηρύξατε ιερό πόλεμο» του λέει .
Τα γεωργικά εργαλεία μεταβάλλονται σε πολεμικά μέσα.
(Αντίθεση προς το Ησ 2,4 και Μιχ. 4,3 της Μεσσιανικής εποχής). Ο
Κύριος προτρέπει ειρωνικώς τα έθνη να προσέλθουν σε μάχη για να
σφαγούν!
Ο λαός του Θεού τελικά θα θριαμβεύσει, οι εχθροί της Εκκλησίας
θα συντριβούν. Οι νέοι ισραηλίτες, δηλαδή οι χριστιανοί, θα
αναγεννηθούν εις καινή κτίση διά τον Μεσσία.
Η χάρις του Θεού θα διδαχθεί παντού. Η Εκκλησία του Χριστού
θα είναι αιώνια. Ο Κύριος θα τιμωρήσει αμαρτίες οι οποίες φαίνεται ότι
λησμονήθηκαν από τον Θεό. Με άλλα λόγια ο Κύριος δεν θα επιτρέψει
πλέον να κακοποιείται ατιμωρητί ο λαός Του.
Και να η ωραιοτάτη κατακλείδα του βιβλίου του Ιωήλ: “Ειρήνη
και ευτυχία αιώνια του λαού του Θεού έναντι αιωνίας των εχθρών Του
τιμωρίας”.

847 π.Χ προφήτης Οβδιού


Το όνομά του σημαίνει “δούλος Κυρίου”. Η φράση αυτή ήταν
πολύ συνηθισμένη στους Ιουδαίους λόγω της ωραιοτάτης σημασίας που
έχει.
Έζησε περίπου από το 850-790 π.Χ και τόπος δράσης του ήταν το
βασίλειο του Ιούδα.
Το βιβλίο του προφήτη αποτελείται μόλις από ένα κεφάλαιο,
πράγμα που το καθιστά ως το μικρότερο της Παλαιάς Διαθήκης.
Τον Οβδιού η εκκλησία μας τον εορτάζει την 19ην Νοεμβρίου.
Κεφάλαιο πρώτο (και τελευταίο)
Τάδε λέγει Κύριος: «Η Ιδουμαία θα καταστραφεί».

347
Ο εγωισμός της, η υπερηφάνειά της έφτασαν μέχρι τον ουρανό. Η
Ιδυμαία ήταν κτισμένη στα ορεινά διά μέσου απρόσιτων βράχων. Τόσο
ψηλά ήταν κτισμένη, τόσο απότομα θα κατακρημνιστεί.
Εις μάτην στήριξαν οι ιδουμάιοι τις ελπίδες τους σε συμμάχους.
Κι αυτοί όμως θα τους γυρίσουν την πλάτη. Αλλά ακόμη κι αν
στηριχτούν στους δικούς τους δυνατούς πολεμιστές, το ίδιο πάλι
αποτέλεσμα θα συμβεί: Η απόλυτη καταστροφή της Ιδουμαίας!
Η σοβαρότερη αιτία της καταστροφής των είναι η εχθρική στάση
που τήρησαν κατά των ισραηλιτών. Εξ’ αρχής της ιστορίας τους ήταν
εχθροί των ισραηλιτών καθόσον ήταν απόγονοι του Ησαύ αδελφού του
πατριάρχη Ιακώβ.
Η καταστροφή της Ιδουμαίας θα είναι παντοτινή. Γιατί; Γιατί
χαιρεκάκησαν στις δυστυχίες που έπληξαν κατά καιρούς του ισραηλίτες:
Συγκεκριμένα κατά το 586 π.Χ όταν καταστράφηκε η Ιερουσαλήμ από
τους Φιλισταίους και τους Άραβες και αυτοί έδειξαν εχθρική στάση κατά
των ιουδαίων. Χαιρεκάκησαν…
Εκπλήρωση της προφητείας: Πράγματι, η Ιδουμαία επλήγη
πρώτον υπό του Ναβουχοδονόσορος το 583 π.Χ, έπειτα υπό των
Ναβαταίων οι οποίοι ήταν αραβικής καταγωγής, ιδιαίτερα όμως υπό των
Μακκαβαίων και των απογόνων αυτών. Αυτοί ολοκληρωτικώς τους
εξολόθρευσαν και όσοι απ’ τους ιδουμαίους γλίτωσαν αφομοιώθηκαν
με τον πληθυσμό των Ιουδαίων.
Οι ερμηνευτές της Παλαιάς Διαθήκης βλέπουν την Ιδουμαία ως
τύπο των απανταχού εχθρών του Θεού, οι οποίοι θα εξολοθρευτούν
σταδιακά από την Εκκλησία του Χριστού Σωτήρα διά μέσου των
αιώνων.

780 π.Χ Προφήτης Ιωνάς


Ιωνάς σημαίνει “περιστερά”. Έζησε κατά τα πρώτα χρόνια της
βασιλείας του Ιεροβοάμ δηλαδή περί το 780 π.Χ.
Το βιβλίο του χωρίζεται σε τέσσερα κεφάλαια, το περιεχόμενο του
οποίου θα το δούμε παρακάτω.
Το πρόβλημα με τον Ιωνά έγκειται στους ορθολογιστές οι οποίοι
απορρίπτουν απριόρι το θαύμα της τριημέρου παραμονής του προφήτη
στην κοιλιά του κήτους. Όμως ορθολογισμός μπροστά στα θαυμάσια του
Θεού δεν χωρεί. Άλλωστε ας μην ξεχνάμε ότι οι ορθολογιστές
απορρίπτουν ακόμη και την Ανάσταση του Κυρίου μας.
Ο ίδιος ο Κύριος μίλησε για τον Ιωνά στους συγχρόνους Του:
«Ώσπερ γαρ ην Ιωνάς εν τη κοιλία του κήτους τρεις ημέρας και τρεις
νύκτας, ούτως έσται ο Υιός του ανθρώπου».
Η Εκκλησία μας τιμά τον προφήτη Ιωνά την 21ην Σεπτεμβρίου.
Κεφάλαιο πρώτο
“Ο Κυριος ωμίλησε προς τον Ιωνάν, τον υιόν του Αμαθί,

348
και του είπε. Σηκω και πήγαινε εις την Νινευή, την πόλιν την μεγάλην,
και κήρυξε στους κατοίκους της, ότι κραυγαλέα η κακία των έφθασεν
έως εις εμέ, και ήλθε πλέον η στιγμή της καταστροφής των”.
Η Νινευή ήταν πρωτεύουσα της Ασσυρίας χτισμένη παράκτια
του ποταμού Τίγρητος έναντι της σημερινής Μοσούλης. Ήταν η πιο
μεγαλοπρεπής απ’ όλες τις πόλεις της αρχαιότητας. Γιατί όμως ο Θεός
διέταξε την αναγγελία της καταστροφής της; Εξαιτίας του πλήθους των
κακιών των κατοίκων της.
Ο Ιωνάς όμως αντί να εκτελέσει την διαταγή του Θεού πήγε στην
αντίθετη κατεύθυνση και επιβιβάστηκε σε πλοίο που θα ταξίδευε προς
την σημερινή Ισπανία. Γιατί το έκανε αυτό; Ο Ιωνάς γνώριζε για την
ανεξικακία του Θεού, πίστευε ότι οι Νινευίτες θα μετανοούσαν αν τους
κήρυττε, κάτι όμως που δεν το ήθελε εκείνος διότι η Νινευή ήταν
εχθρική πόλη προς το βασίλειο του Ισραήλ. Έφυγε λοιπόν ο Ιωνάς όχι
γιατί δεν πίστευε στην πανταχού παρουσία του Κυρίου, αλλά διότι
πίστευε ότι Παλαιστίνη απολάμβανε ιδιαίτερης προστασίας από τον
Θεό. Αυτή την ειδική παρουσία του Θεού (μέσω του θυσιαστηρίου,
πράγμα που δεν είχε η Ισπανία) ήθελε να αποφύγει ο Ιωνάς.
Τρικυμία όμως μεγάλη ξέσπασε με αποτέλεσμα το πλοίο που
επέβαινε ο Ιωνάς να κινδυνέψει έντονα να βυθιστεί. Την ώρα που όλο
το πλήρωμα ήταν αναστατωμένο από τον κίνδυνο της τρικυμίας ο
Ιωνάς κοιμόταν βαθιά. Ο τόσος βαθύς ύπνος του Ιωνά δεν ήταν
φυσιολογικός, αλλά αποτέλεσμα των λυπηρών σκέψεων που τον
κυρίεψαν από την ανυπακοή του στο θέλημα του Θεού.
Αξιοπρόσεκτη είναι ευλάβεια των παλαιών ναυτικών οι οποίοι
κατέφυγαν στην προσευχή κατά την ώρα της τρικυμίας. Τους έκανε
όμως εντύπωση ο βαθύς ύπνος του Ιωνά. Μήπως όμως και ο Κύριος δεν
κοιμόταν όταν η θάλασσα ήταν τρικυμιώδης; (Λουκ. 22,45)
Οι ναυτικοί έβαλαν κλήρο για να αποκαλυφθεί ο ένοχος, ο
υπεύθυνος της θαλασσοταραχής. Ο Ιωνάς ομολογεί σε όλους το
σφάλμα του και ζητεί να ριφθεί στην θάλασσα για να γαληνέψει η
θάλασσα και σωθούν οι υπόλοιποι. Κοιτάξτε τη πίστη των
ειδωλολατρών. Δεν αμφέβαλλαν στιγμή ότι ο Ιωνάς ευθύνονταν για την
τρικυμία αφού αυτόν έβγαλε ο κλήρος. Πλην όμως δεν ήθελαν να τον
καταδικάσουν πριν τον ακούσουν.
Άκουσαν οι ναυτικοί την απολογία του Ιωνά: «Διατί έκαμες το
πράγμα αυτό»; Οι εθνικοί εκπλήσσονται για το πώς ετόλμησε ο Ιωνάς
να πράξει μία τόσο μεγάλη ανυπακοή.
Παρόλα αυτά οι ναυτικοί δεν θέλησαν εξ’ αρχής να ρίψουν τον
Ιωνά στην θάλασσα πάλεψαν όσο μπορούσαν με τα κύματα για να
βγάλουν το πλοίο στη ακτή, από την οποία δεν απείχαν πολύ. Κατέστη
όμως αυτό αδύνατο και έτσι αναγκάστηκαν να τιμωρήσουν τον
προφήτη ρίπτοντάς τον στην θάλασσα αφού αυτό ήταν το θέλημα του
Θεού.
Κεφάλαιο δεύτερο
Ένα κήτος κατάπιε τον Ιωνά. Τι κήτος όμως ήταν αυτό; Σίγουρα

349
δεν ήταν φάλαινα όπως υπέθεσαν πολλοί, διότι αυτή είναι σπάνια στη
Μεσόγειο, επίσης έχει πολύ μικρό οισοφάγο ώστε από κει είναι αδύνατο
να περάσει άνθρωπος και να φτάσει στον λαιμό της. Πρόκειται μάλλον
περί ενός είδους καρχαρία του squalus carharias ο οποίος αφθονεί στην
Μεσόγειο και είναι είδος αρπακτικότατο. Σε ένα τέτοιο είδος καρχαρία
βρέθηκε κάποτε στην κοιλιά του ένα άλογο και στο νησί της Αγίας
Μαργαρίτας της Γαλλίας ένας στρατιώτης με την πολεμική του
εξάρτηση.
Εκεί ο Ιωνάς πέρασε τρία μερόνυχτα. Την παραμονή του Ιωνά
στην κοιλιά του κήτους αναφέρει και ο Κύριος ο Οποίος έτσι
παραλληλίζει την τριήμερη ταφή και Ανάστασή Του.
Ο Ιωνάς το χρονικό αυτό διάστημα που παρέμεινε στην κοιλιά του
κήτους ήταν προσευχόμενος. Το αυτό έκανε μέχρι τη στιγμή που το
κήτος τον ξέρασε στην ξηρά. Το που ακριβώς τον ξέρασε δεν το
γνωρίζουμε, όμως σίγουρα σε μία ακτή της Παλαιστίνης.
Κεφάλαιο τρίτο
Ο Θεός και πάλι δίνει εντολή στον Ιωνά να πάει στην Νινευή και
να κηρύξει: «Ακόμη τρεις μέρες και η πόλις θα καταστραφεί». Όλοι οι
κάτοικοι της Νινευή μετανόησαν στο κήρυγμα του Ιωνά. Ο βασιλιάς της
πόλης σηκώθηκε όρθιος από τον θρόνο του, ενεδύθηκε με σάκκινο
ένδυμα και έδωσε διαταγή να νηστέψουν όλοι ανεξαιρέτως νηστεία πολύ
αυστηρή, ακόμη και από νερό. Από την νηστεία αυτή δεν εξαιρέθηκαν
ούτε και τα ζώα. Τα ζώα στερήθηκαν κι αυτά της τροφής και του νερού
ώστε πιεζόμενα από την πείνα και την δίψα να εκβάλλουν ωσάν δεήσεις
κραυγές προς τον Θεό.
Ο Θεός «μετανόησε» δηλαδή άλλαξε γνώμη και δεν κατέστρεψε
την Νινευή. Η νηστεία των νινευιτών ανταμείφτηκε αμέσως.
Οι Ασσυριολόγοι πιστεύουν ότι ο βασιλιάς εκείνος που έδωσε την
εντολή της νηστείας ήταν ο Rammanirar III.
Οι ορθολογιστές διερωτώνται: «πως είναι δυνατόν οι Νινευίτες
ειδωλολάτρες να πίστεψαν στο κήρυγμα του μονοθεϊστή Ιωνά»;
-Σήμερα είναι αναντίρρητο ότι οι παλαιοί ειδωλολάτρες τιμούσαν
και σέβονταν και τους ξένους προς αυτούς θεούς. Φοβόντουσαν μήπως η
ανυπακοή τους σ’ αυτούς θα τους στοίχιζε στην προσωπική τους ζωή.
Κεφάλαιο τέταρτο
Ο Ιωνάς αναστατώθηκε ψυχικώς. Γιατί; Είπαμε ότι οι Ασσύριοι
ήταν κράτος εχθρικότατο προς τους Ιουδαίους. Άρα εφόσον δεν
καταστράφηκε η Νινευή θα συνέχιζε να είναι απειλή για την πατρίδα
του. Ο θυμός όμως αυτός του Ιωνά δεν έγινε ανταρσία αλλά προσευχή.
Αυτή είναι η αγία απλότητα. Ο προφήτης παρ’ όλες τις ατέλειές του
γνωρίζει και ορίζει την φύση του Θεού. Γνώριζε εξ’ αρχής ότι ως Θεός
οικτίρμων και ελεήμων που είναι δεν θα κατέστρεφε τελικά την Νινευή
και γι’ αυτό απέφευγε την αποστολή του.

350
«Τόσο πολύ λυπήθηκες»; Είπε ο Θεός στον προφήτη. Ας
θαυμάσουμε: Καταδέχτηκε ο Θεός να απαντήσει με θεία καλοσύνη στον
δυσαρεστημένο δούλο Του.
Ο Ιωνάς εξήλθε έξω από την πόλη και περίμενε μήπως τελικά
καταστραφεί η μεγάλη πόλη Νινευή. Στο διάστημα που περίμενε
φύτρωσε μία κολοκύνθη (μάλλον πρόκειται περί ενός είδους κισσού) η
οποία παρείχε άφθονη σκιά στον Ιωνά. Την άλλη όμως μέρα το πρωί
σκουλήκι κατέφαγε την ρίζα του φυτού και καυστικός άνεμος βασάνιζε
και πάλι τον προφήτη. Τόσο πολύ υπέφερε ο Ιωνάς που άρχισε να
παρακαλά τον Θεό να τον πάρει από την ζωή.
«Είπε τότε ο Θεός προς τον Ιωνάν· “πράγματι, τόσον πολύ συ
ελυπήθης δια την κολοκύνθην; Ο Ιωνάς απήντησε· Πάρα πολύ έχω
λυπηθή μέχρι θανάτου. Ο Κυριος του είπε· Συ ελυπήθης δια μίαν
κολοκύνθην, δια την οποίαν δεν εκοπίασες και την οποίαν δεν έθρεψες.
Αυτή εφύτρωσε μίαν νύκτα και την άλλην νύκτα εχάθη. Εγώ δεν
έπρεπε να λυπηθώ δια την μεγάλην πόλιν την Νινευή, εις την οποίαν,
έκτος των ωρίμων κατά την ηλικίαν ανθρώπων, κατοικούν και
περισσότερα από εκατόν είκοσι χιλιάδες νήπια, που δεν μπορούν να
διακρίνουν το δεξί των χέρι από το αριστερόν των, όπως επίσης και ζώα
πολλά;»
Η διήγηση σταματά απότομα διότι το μήνυμα εδόθη. Εφάνει
ξεκάθαρα η στενότης του προφήτη και η ευσπλαχνία του Θεού.
Επιπλέον φάνηκε ότι ο Θεός δεν είναι μόνο Θεός του Ισραήλ αλλά και
όλων των λαών.

620 π.Χ Προφήτης Ναούμ


Το όνομά του σημαίνει «παρηγορημένος». Έζησε περί το 620 π.Χ
και τόπος της προφητικής του δράσης ήταν η Ιουδαία. Παραθέτουμε εν
συνόψει την ερμηνεία των τριών κεφαλαίων του ομώνυμου βιβλίου της
Παλαιάς Διαθήκης.
Κεφάλαιο πρώτο
Ο Θεός είναι ζηλότυπος σύζυγος της Ιουδαίας. Τόση δηλαδή είναι
η μυστική αγάπη Του προς τον Ισραήλ ώστε θέλει να έχει την
αποκλειστικότητα στην καρδιά του.
Την Νινευή ο Κύριος την υπέμεινε για πολλά χρόνια δείχνοντας
έτσι την μακροθυμία Του. περίμενε την μετάνοιά της, όμως μάταια. Ο
Δίκαιος και Παντοδύναμος Θεός που ενώπιόν Του κάθε τι τρέμει, και
κανείς δεν μπορεί να Του αντισταθεί, θα καταστρέψει την πάλαι ποτέ
κραταιά Ασσυριακή αυτοκρατορία. Η δε καταστροφή της θα είναι ριζική
και ανεπανόρθωτη. Οι Νινευίτες για χρόνια καταδυνάστευαν την
Ιουδαία. Η αμαρτία τους αυτή θα είναι και η αιτία της καταστροφής της.
Κεφάλαιο δεύτερο
Μέγας στρατός οδεύει κατά της Νινευή. Η είδηση αυτή ακούγεται
ως χαρμόσυνη είδηση στα αυτιά των Ιουδαίων διότι πλέον δεν θα

351
φοβούνται πιθανότητα της Ασσυριακής εισβολής..
Πανικόβλητοι οι άρχοντες της Νινευή ετοιμάζονται για να
αμυνθούν. Όμως τίποτε και κανείς δεν μπορεί να αποτρέψει το τραγικό
τους τέλος. Οι εχθροί θα εισβάλλουν στην πόλη τους, τους
περισσότερους θα τους φονεύσουν ενώ κάποιους θα τους οδηγήσουν
αιχμάλωτους και ταπεινωμένους.
Στην Νινευή για χρόνια είχαν συγκεντρωθεί αμύθητοι θησαυροί
από τις αρπαγές και τις κλεψιές που είχαν επιτύχει εναντίον άλλων
βασιλείων. Τίποτα όμως δεν θα μείνει, οι εισβολείς δεν θα αφήσουν
τίποτα που να μην το λεηλατήσουν. Πράγματι· οι αρχαιολόγοι κατά τις
ανασκαφές της Νινευή δεν βρήκαν κανένα ίχνος πλούτου από τους
περιβόητους θησαυρούς της Νινευή.
Κεφάλαιο τρίτο
Η Νινευή ήταν περίφημη για την σκληρότητα των κατοίκων της
και τους φόνους που διέπρατταν. Δεν υπήρχε κανένα στοιχείο ηθικής
στους κατοίκους της.
Όμως το τέλος τους έφτασε, ο εχθρός σύντομα θα εισβάλλει,
τόσοι θα είναι αυτοί που θα φονευθούν, ώστε οι εισβολείς θα
σκοντάφτουν πάνω στα πτώματα των φονευθέντων Νινευιτών.
Το πιο τραγικό όμως απ’ όλα θα είναι ότι κανείς δεν θα λυπηθεί,
κανείς δεν θα συμπονέσει, κανείς δεν θα θελήσει να βοηθήσει, ή έστω να
παρηγορήσει του Νινευίτες, διότι όλοι ήταν δυσαρεστημένοι μ’ αυτούς.

605 π.Χ Αμβακούμ


Στα εβραϊκά ονομάζεται Χαμπακούκ= εναγκαλίζομαι. Το βιβλίο
του προφήτη ασχολείται με το αιώνιο πρόβλημα της Θεοδικίας, της
αδικίας δηλαδή που επικρατεί στον κόσμο και της φαινομενικής
αδιαφορίας του Θεού έναντι αυτής.
Ο Αμβακούμ εορτάζεται από την Εκκλησία μας της 2α
Δεκεμβρίου.
Κεφάλαιο πρώτο
Ο προφήτης παραπονιέται με θάρρος προς τον Θεό, πράγμα που
χαρακτηρίζει τους αγίους άνδρες: «Μέχρι πότε Κύριε θα φωνάξω προς
σε και δεν θα με ακούεις»; Φαίνεται πως ο προφήτης για καιρό
προσεύχονταν, αλλά δεν ελάμβανε καμιά απάντηση. Δείτε την υπομονή,
την αναμονή και την πίστη των αγίων στην προσευχή.
Και συνεχίζει: «Διατί Κύριε παραχώρησες σε μένα να βλέπω
κακοποιήσεις και καταπονήσεις, δυστυχία και ασέβεια; Ενώπιόν μου
δικάζεται κάποιος και ο δικαστής δωροδοκείται. Διά τούτο ο νόμος
αχρηστεύθηκε, η δίκη δεν διεξάγεται ορθώς, διότι ο ασεβής
καταδυναστεύει τον δίκαιο».
Ο Κύριος απαντά, του αναγγέλλει την τιμωρία των αμαρτωλών
Ιουδαίων διά των Ασσυρίων.

352
Πράγματι! Το 605 π.Χ οι Βαβυλώνιοι νίκησαν τον Νεχαώ ΙΙ τον
Φαραώ της Αιγύπτου, υπέταξαν τους Αιγυπτίους και έγιναν κυρίαρχοι
του τότε γνωστού κόσμου. Πράγμα μοναδικό, απίστευτο στην ιστορία
του κόσμου. Οι Χαλδαίοι έμειναν στην ιστορία για την παροιμιώδη
ταχύτητα που είχαν στις κατακτήσεις τους. Υπ’ αυτών υποτάγηκαν
τελικά και οι Ιουδαίοι.
Ο προφήτης όμως θέτει ένα ζήτημα: «Πως συ, ω Θεέ, επιτρέπεις
να τιμωρούν οι Χαλδαίοι τους Ιουδαίους; Δεν θα μιλήσεις Κύριε, όταν
βλέπεις τους Χαλδαίους να καθυποτάσσουν τον Ισραήλ;»
Γιατί το λέει αυτό ο προφήτης αφού οι ισραηλίτες αμάρτησαν; -
Διότι μεταξύ των ισραηλιτών υπάρχουν και άγιοι άνδρες, μεταξύ όμως
των Χαλδαίων ουδείς!
Το πλέον τραγικό είναι ότι οι Χαλδαίοι πίστεψαν τελικά ότι
υπέταξαν τους πάντες χάριν των ικανοτήτων τους και του ισχυρού
οπλισμού τους, ποτέ δεν δόξασαν τον αληθινό Θεό. Το αυτό συμβαίνει
και σήμερα, δοξάζεται ο πλούτος, η πολεμική μηχανή, το χρήμα, η
τεχνολογία και ποτέ ο Θεός.
Κεφάλαιο δεύτερο
Ο προφήτης ανεβαίνει σε μονήρες μέρος ήσυχο και υψηλό
(θυμίζει μοναστήρι) για να ακροαστεί καλύτερα τις επιταγές του Κυρίου.
Άραγε τι περίμενε να ακούσει; -«τις τυχόν επιπλήξεις Του». Περίμενε να
ακούσει επιπλήξεις διότι με ιερό θάρρος συζητούσε με τον Θεό και του
κατέθετε τα παράπονά του.
Ο Κύριος όμως καθόλου δεν τον επέπληξε. Απεναντίας τον
καθησύχασε λέγοντάς του ότι θα τιμωρήσει και τους άδικους Χαλδαίους.
Διέταξε μάλιστα τον προφήτη να γράψει το όραμα που θα του δείξει. Να
το γράψει γιατί η δικαιοσύνη του Θεού θα αργήσει μεν, αλλά
οπωσδήποτε θα έρθει.
Οι Χαλδαίοι ήταν κακοί και προς το κακό πάντοτε έτειναν.
Έφεραν μέσα τους το πνεύμα της καταστροφής ομοιάζοντας με τον Άδη
και τον θάνατο. Πλούτιζαν πράττονταν αδικίες. Πίστευαν ότι με τον
άδικο πλούτο τους θα ασφάλιζαν την πατρίδα τους. Πόση ανοησία! Αντί
όμως δόξης θα εισπράξουν αισχύνη και καταστροφή.
Οι Βαβυλώνιοι δεν υπήρξαν μόνο δολοφόνοι λαών αλλά και
καταστροφείς της φύσης. Αμέτρητα δάση κέδρων και πεύκων
υλοτόμησαν για να κτίσουν επιβλητικά ανάκτορα, πολεμικές μηχανές
και άψυχα είδωλα. Δεν κατανόησαν ποτέ οι ανόητοι ότι στα είδωλα δεν
υπάρχει πνεύμα και ζωή. Και ο προφήτης καταλήγει: «Ο Κύριος όμως
κατοικεί εν τω αγίω Του ναώ! Ευλαβήθητι Αυτόν όλοι οι άνθρωποι της
γης».

Κεφάλαιο τρίτο
Προσευχή Αμβακούμ του προφήτου μετά εγχόρδων οργάνων

353
ψαλλομένη: «Κύριε εισακήκοα την ακοήν σου και εφοβήθην· Κύριε
κατανόησα τα έργα σου και εξέστην».
Ουσιαστικά δεν πρόκειται περί προσευχής αλλά περί της
εκδήλωσης των συναισθημάτων του προφήτη τα οποία επήγασαν από το
όραμα που είδε. Η προσευχή αυτή έγινε ύμνος με εσχατολογικό-
μεσσιανικό χαρακτήρα:
«Ο Θεός από Θαιμάν ήξει, και ο άγιος εξ’ όρους κατασκίου
δασέος, εκάλυψεν ουρανούς η αρετή αυτού και αινέσεσως αυτού πλήρης
η γη». Οι πατέρες της Εκκλησίας, Κύριλλος Αλεξανδρείας,
Θεοφύλακτος και Θεοδώρητος, αναγάγουν αυτήν την ωδή στην
εμφάνιση του Σωτήρος Χριστού.
Εν κατακλείδι μπορούμε να πούμε ότι το αίτημα του προφήτη για
Θεία δικαιοσύνη εκπληρώνεται τελικά ολοκληρωτικώς στην
εγκαθίδρυση του Θεοκρατικού βασιλείου του Θεού επί της γης με
επίκεντρο της Αγία Τράπεζα της ζώσας Εκκλησίας του Χριστού.

639 π.Χ Σοφονίας

Το όνομά του σημαίνει «Εκείνον που ο Γιεχωβά προστατεύει».


Δεν γνωρίζουμε τίποτε άλλο για την ζωή του παρά μόνο αυτά που
αναφέρονται στο βιβλίο του.
Ο τόπος καταγωγής αλλά και της δράσης του ήταν η Ιερουσαλήμ.
Έζησε επί της βασιλείας Ιωσίου δηλαδή στα 639 π.Χ. Ήταν σύγχρονος
των προφητών Ιερεμία και Ναούμ.
Η Εκκλησία μας τιμά την μνήμη του στις 3 Δεκεμβρίου.
Παρακάτω παραθέτουμε μία σύντομη ερμηνεία των τριών κεφαλαίων
του ομώνυμου βιβλίου του της Παλαιάς Διαθήκης.
Κεφάλαιο πρώτο
Όσοι αμάρτησαν, άνθρωποι και ζώα θα εξαφανιστούν από
προσώπου της γης. Όσοι ασέβησαν θα τιμωρηθούν. Ιδιαιτέρως η Θεία
τιμωρία θα πλήξει την γη Ιούδα και ιδιαιτέρως την ιερά πόλη
Ιερουσαλήμ. Στην ιερή αυτή γη αμάρτησαν οι ισραηλίτες οι οποίοι αντί
του αληθινού Θεού λάτρεψαν τα είδωλα.
Η ημέρα του Κυρίου πλησιάζει. Αλλά αυτή η ημέρα του Κυρίου
δεν θα είναι ημέρα ευλογίας, αλλά κρίσεως και καταδίκης. Γιατί;
-Πέραν της ειδωλολατρίας οι Ιουδαίοι υιοθέτησαν στην
καθημερινότητά τους στάσεις ζωής ξενότροπες. Εισήγαγαν ενδύματα
αλλότρια (γυναικείας φύσεως για τους άνδρες και ανδρικής φύσεως για
τις γυναίκες). Αμάρτησαν, διότι λαϊκοί μπήκαν στον ναό και
προσέφεραν θυσίες λες και ήταν κληρικοί…
Όλοι έγιναν πλεονέκτες, τοκογλύφοι, άρπαγες, κυνηγοί των
ηδονών.
Για όλα αυτά θα τιμωρηθούν. Κανείς δεν θα διαφύγει της

354
τιμωρίας.
Η εκπλήρωση της ημέρας του Κυρίου εν μέρει συνίσταται στην
άλωση της Ιερουσαλήμ υπό των Χαλδαίων, πλήρως όμως κατά την
μέλλουσα κρίση.
Κεφάλαιο δεύτερο
Αν οι ισραηλίτες θέλουν να αποφύγουν την Θεία τιμωρία πρέπει
να μετανοήσουν. Ιδιαιτέρως προτρέπονται οι αγαθοί και ταπεινοί
ισραηλίτες να προστρέξουν στην σκέπη της Θείας προστασίας
«ζητήσατε τον Κύριον… ζητήσατε…»
Παραδειγματική για τους ισραηλίτες είναι η τιμωρία των άλλων
εθνών των Φιλισταίων, των Αμμωνιτών, των Αιγυπτίων, των Ασσυρίων.
«Εάν μη μετανοήσετε, πάντες ομοίως απολείσθε» (Λουκ. 13, 3-5)
Θα έρθει η ώρα που όλα τα έθνη θα προσκυνήσουν τον αληθινό
Θεό του Ισραήλ. Τούτο αναμφιβόλως έγινε με την έλευση του Μεσσία
Χριστού και την ίδρυση των κατά τόπους εκκλησιών σε όλα τα σημεία
του πλανήτη. «Αμήν αμήν λέγω σοι, ότι έρχεται ώρα, ότε ούτε εν
Ιερουσαλήμ ούτε εν τω τόπω τούτο, αλλά εν παντί τόπω προσκυνήσουσι
τω Πατρί». (Ιω. 4,12)
Κεφάλαιο τρίτο
Όλες οι κοινωνικές τάξεις του Ισραήλ αμάρτησαν. Οι άρχοντες
του λαού, αντί για προστάτες έγιναν λύκοι άρπαγες. Ιδιαιτέρως οι ιερείς,
εξαιτίας της αλαζονείας τους βεβήλωσαν κάθε τι ιερό.
Ο Κύριος χρησιμοποίησε κάθε μέσο για να συνετίσει τους
ισραηλίτες, αλλά μάταια… Δεν έχουν πλέον καμιά δικαιολογία. Μπορεί
οι άρχοντες του λαού να αποδείχτηκαν λύκοι, όμως ο λαός του Ισραήλ
έχει τον ίδιο τον Θεό ως καθοδηγητή. Ουδεμία λοιπόν δικαιολογία
υπάρχει.
Ο Κύριος κατέστρεψε τους υπερήφανους εθνικούς για να δώσει
μάθημα δικαιοσύνης στους Ιουδαίους: «Δέξασθε παιδείαν ου μη
εξολοθρευτείτε».
Μετά τις απειλές και τα βάσανα που οπωσδήποτε θα έρθουν
ακολουθούν οι υποσχέσεις παρηγορίας. Οι τιμωρίες έφεραν και θα
φέρουν το προσδοκώμενο αποτέλεσμα , διότι οι κακοί θα εξαφανιστούν
ή θα μετανοήσουν και έτσι ο Θεός θα βασιλέψει και άνω και κάτω, και
στην γη και στον ουρανό και στα καταχθόνια και στα υπεράνω του
ουρανού.
Οι εθνικοί θα μεταστραφούν στον αληθινό Θεό θα πάψει η
βδελυρή ειδωλολατρία. Οι εθνικοί επιστρέφοντες εις Χριστόν θα
προσέρχονται στην βασιλεία του Θεού από τα πέρατα της οικουμένης,
ακόμα και οι πλέον άγριοι και απομακρυσμένοι.
Οι άνθρωποι του Χριστού θα πράττουν το πρέπον «ου ποιήσουσιν
αδικίαν» ούτω θα ομοιάζουσιν με τον Θεό.
Η Σιών θα αναγεννηθεί, οι αμαρτίες της θα συγχωρεθούν, τα

355
πάντα θα ανακαινιστούν. Ωραιοτάτη εικόνα της Μεσσιανικής εποχής και
της τελικής κρίσης.

520 π.Χ Αγγαίος


Το όνομά του σημαίνει «εορτή». Δεν γνωρίζουμε τίποτα
περισσότερο για τη ζωή του εξόν απ’ αυτά που μας δίδονται από το
ομώνυμο βιβλίο της Παλαιάς Διαθήκης. Εν ολίγοις γνωρίζουμε ότι
ήσκησε το προφητικό του έργο στην Ιερουσαλήμ περί το 520 π.Χ.
Συνεπώς ήταν σύγχρονος του προφήτη Ζαχαρία. Το επίκεντρο της
δράσης του αφορούσε την παρότρυνση του λαού για την ανοικοδόμηση
του ναού της Ιερουσαλήμ.
Κεφάλαιο πρώτο
Βρισκόμαστε ήδη δεκαέξι χρόνια μετά την επιστροφή των
ισραηλιτών στην Ιερουσαλήμ από την Βαβυλωνιακή αιχμαλωσία. Οι
ιουδαίοι αμελούσαν την ανοικοδόμηση του ναού ο οποίος είχε
καταστραφεί από την πρόσφατη εισβολή των Βαβυλωνίων.
Ο προφήτης διά του Κυρίου αναλαμβάνει δράση. Παροτρύνει τους
συμπατριώτες του να ξανακτίσουν τον ναό και να πάψουν πλέον να
αδιαφορούν λέγοντας πως τάχατις «δεν έχει έρθει ακόμη ο κατάλληλος
καιρός».
-«Για τα καλοφτιαγμένα σπίτια σας έχετε καιρό»; Ο Αγγαίος
επισυνάπτει την προσοχή των Ιουδαίων στο να προσέξουν την
υποκριτική διαγωγή τους. «Πάτε στο δάσος κόψτε τα απαραίτητα δέντρα
για την ανοικοδόμηση του ναού». Ο ναός είχε περισσότερη ανάγκη από
ξυλεία παρά από πέτρες, διότι τα θεμέλια του ναού δεν είχαν
καταστραφεί. Άλλωστε στην περιοχή οι πέτρες αφθονούσαν, ενώ τα
ξύλα ήταν σπάνια.
Ποιο ήταν το αποτέλεσμα του κηρύγματος του προφήτη; -«Ο
Κύριος ξύπνησε και ενίσχυσε την ψυχή του Ζοροβάβελ… και τα ψυχάς
των εναπομεινάντων Ιουδαίων και ήλθον και ειργάζοντο εις την
ανοικοδόμηση του ναού του Κυρίου του Παντοκράτορος».
Ωσάν άγγελος Κυρίου ο Αγγαίος ενθάρρυνε τους Ιουδαίους
ενισχύοντας την θρησκευτική τους συνείδηση. Έτσι το 520 π.Χ ξεκίνησε
η ανοικοδόμηση του ναού.
Κεφάλαιο δεύτερο
Κατά την εορτή της Σκηνοπηγίας (την ημέρα αυτή υπήρχε πολύς
κόσμος μαζεμένος, άρα μεγάλο το ακροατήριο) ο Αγγαίος εκφώνησε διά
του Κυρίου την δεύτερη προφητεία του. Η πρώτη προφητεία αφορούσε
του αρχηγούς του λαού τον Ζοροβάβελ και τον Ιησού. Αυτή αφορορά
τον λαό.
Μερικοί εκ των εναπομεινάντων Ιουδαίων είχαν δει την παλαιά
δόξα του ναού πριν αυτός καταστραφεί το 586 π.Χ. -«Σε ποια
κατάσταση τον βλέπετε τώρα; Δεν φαίνεται στα μάτια σας σαν να μην

356
υπάρχει;» Την σύγκριση αυτή την κάνει ο προφήτης όχι για να
απογοητεύσει, αλλά για να ενισχύσει το φρόνημα των συμπατριωτών
του. Προλέγει ότι ο νέος ναός θα είναι καλύτερος από τον παλαιό, διότι
αυτός θα φιλοξενήσει τον Μεσσία. Συνεπώς ο Θεός θα είναι παρών στην
ανοικοδόμηση του νέου ναού με θαυμαστό τρόπο. Πιστοί θα συρρέουν
από όλα τα άκρα της γης και θα φέρνουν χρυσά και αργυρά αφιερώματα
υπέρ της ανοικοδομήσεως. «Μήπως δικά Μου δεν είναι ο χρυσός και ο
άργυρος»; Λέγει ο Κύριος.
-Ο λαός είναι μολυσμένος από την αμαρτία της αμέλειας που
υπέδειξε για την ανοικοδόμηση του ναού. Ότι και αν αφιερώσει στο
θυσιαστήριο μολυσμένο θα είναι κι αυτό. Συνεπώς δεν υπάρχει τίποτα
τελετουργικό να υπάρχει που να μπορεί να τους καθαρίσει. Και η
καθημερινότητά τους πλήττεται από ανομβρία, ξηρασία, ακαρπία των
χωραφιών τους. Γιατί; Γιατί δεν οικοδομούν τον ναό του Κυρίου. αν
όμως ξεκινήσουν την ανοικοδόμηση του ναού, τότε θα επανέλθει και
πάλι η ευκαρπία.
-Ο Ζοροβάβελ θα ευλογηθεί ειδικώς από τον Θεό. Τα γύρω έθνη
θα καταστραφούν. Θα διατηρήσει όμως ο Θεός τον Ζοροβάβελ. Η
προφητεία αυτή δεν αφορά προσωπικά τον Ζοροβάβελ, αλλά δι αυτού
τον Ιουδαϊκό λαό και την βασιλική οικογένεια του Δαυίδ εκ την οποίας
θα προέλθει ο Μεσσίας. Στον Ζοροβάβελ λοιπόν ο Αγγάιος εναποθέτει
το Μεσσιανικό βασίλειο που έρχεται εν τάχει…!

520. π.Χ Ζαχαρίας


Το όνομά του σημαίνει εκείνος που ο Ιεχωβά ενθυμείται. Ήταν
υιός του Βαραχίου. Ο Κύριος αναφέρει Ζαχαρίαν τινά υιόν Βαραχίου τον
οποίον οι Ιουδαίοι εφόνευσαν μεταξύ του ναού και του θυσιαστηρίου.
(Ματθ. 23,35). Δεν πρόκειται όμως περί του Ζαχαρίου αυτού όπως
πολλοί νόμισαν, αλλά του Ζαχαρίου ή Αζαρίου κατά τους Ο΄ υιού Ιωδαέ
του αρχιερέως.
Όπως ο Αγγαίος, έτσι και ο Ζαχαρίας άρχισε να προφητεύει κατά
το δεύτερο έτος του Δαρείου του Υστάσπους δηλ. τον Νοέμβριο του 520
π.Χ.
Παρακάτω θα δούμε με ερμηνευτικά σχόλια τα 14 κεφάλαια του
Ζαχαρία στα οποία είναι φανερή η θεοπνευστία του αφού 500 χρόνια
πριν προλέγει για την έλευση του Μεσσία τον οποίο περιγράφει ως
«Ανατολή ηλίου, βασιλιά πράο, δίκαιο και αδίκως φονευθέντα, τον
οποίον εξεκέντησαν». Σε άλλο σημείο γράφει: «Ιδού ο βασιλεύς σου
έρχετέ σοι, δίκαιος και σώζων, πραύς και επιβεβηκώς επί υποζυγίου και
πώλον νέον». Ποιος δεν βλέπει στις προφητείες αυτές τον Κύριο Ιησού;
Κεφάλαιο πρώτο
Όπως είδαμε στον πρόλογο, ο Ζαχαρίας κλήθηκε στο προφητικό
αξίωμα επί Δαρείου του Υστάσπους το 520 π.Χ, δηλαδή έξι μήνες μετά

357
την επιστροφή των ισραηλιτών από την Βαβυλώνια αιχμαλωσία.
Ο Ζαχαρίας είχε ως έργο του την αφύπνιση των συμπατριωτών
του ώστε μη τυχόν διά της αμέλειας πάθουν κι αυτοί τα ίδια όπως και
στο παρελθόν οι πατέρες τους. Παρά το γεγονός ότι πρόσφατα οι
ιουδαίοι είχαν περάσει από ιδιαίτερες ταπεινωτικές καταστάσεις είχαν
ανάγκη μετανοίας. Έτσι ο προφήτης φωνάζει: «Λάβετε μαθήματα από τα
παθήματα των προγόνων σας… όλοι παρήλθαν και οι πατέρες σας και οι
προφήτες. Ο λόγος μου όμως δεν παρήλθε εξεπληρώθη» λέει ο Θεός διά
του προφήτου.
Και ο Ζαχαρίας συνεχίζει να προφητεύει: Η Ιερουσαλήμ θα
αναγεννηθεί από την τέφρα της. Η δύναμη των εθνών θα καταστραφεί.
Το Ισραήλ και πάλι θα αποκατασταθεί. Ο ναός της Ιερουσαλήμ και πάλι
θα ανοικοδομηθεί.
Τότε άγγελος Κυρίου εμφανίστηκε στον προφήτη με την μορφή
καβαλάρη που ιππεύει έναν κοκκινωπό άλογο. Αυτός συνοδεύονταν και
από άλλους καβαλάρηδες. Οι ίπποι αυτοί συμβόλιζαν το θείο βλέμμα επί
της γης. Ο άγγελος τότε άρχισε να γνωστοποιεί στον προφήτη τι θα
συμβεί σε ολόκληρο τον κόσμο:
Ο Θεός υπόσχεται παρηγοριά και έλεος στην αγαπημένη του πόλη
Ιερουσαλήμ. Ναι μεν οι εθνικοί έπαιξαν τον ρόλο της θείας ράβδου κατά
των ισραηλιτών, καταχράστηκαν όμως την εξουσία που τους δόθηκε και
φάνηκαν σκληρότεροι απ’ ότι έπρεπε. Ο Κύριος τους απέστειλε για
τιμωρήσουν παιδαγωγικά τον Ισραήλ, εκείνοι όμως επιδίωξαν την
ολοκληρωτική καταστροφή του εκλεκτού λαού.
Τελικά όμως η Ιερουσαλήμ όχι μόνο θα ανακτήσει την παλαιά της
δόξα αλλά θα διευρύνει το μέγεθός της. Θα μεγαλώσει. Οι Ιουδαίοι θα
τύχουν τέτοιας ευλογίας που θα «πνιγούν» από το πλήθος των αγαθών.
Κεφάλαιο δεύτερο
Ο προφήτης από το προηγούμενο όραμα εμφανίζεται τώρα
προβληματισμένος. Έξαφνα όμως και δεύτερο όραμα του
παρουσιάστηκε: Είδε τέσσερα κέρατα, σύμβολα της υπεροπτικής
δυνάμεως των εχθρών του Ισραήλ. Τα κέρατα αυτά έρχονταν από τα
τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Προφανώς επρόκειτο για τα βασίλεια των
χαλδαίων και των βαβυλωνίων τα οποία κατέστρεψαν τα βασίλεια του
Ισραήλ και του Ιούδα. Όμως τέσσερεις σιδηρουργοί (τέκτονες) έσπασαν
τα κέρατα αυτά. Μάλλον επρόκειτο για τους τέσσερεις αυτοκράτορες,
τον Ναβουδονόσορ, τον Κύρο, τον Καμβύση και τον Αλέξανδρο. Αυτοί,
ο ένας με τον άλλον αποδυναμώθηκαν και το Ισραήλ βγήκε απ’ αυτήν
την αντιπαλότητα ευνοημένο.
Τρίτο όραμα: Άλλος άγγελος εμφανίστηκε ο οποίος συνάντησε
τον πρώτο και του είπε ότι η Ιερουσαλήμ θα διευρυνθεί. Πράγματι η
Ιερουσαλήμ αυξήθηκε πολεοδομικά, αλλά κυρίως πνευματικά. Αφού με
την έλευση του Χριστού κατέστη σε πνευματικό κέντρο όλου του

358
κόσμου. Ο Θεός υπόσχεται να υπερασπίζεται την πόλη Του γενόμενος
ωσάν πύρινο τείχος. Η Θεία αυτή προστασία της Ιερουσαλήμ διήρκησε
μέχρι το 70 μ.Χ όταν και καταστράφηκε από τον Τίτο. Αντικαταστάθηκε
όμως από την μυστική Ιερουσαλήμ, δηλαδή την Εκκλησία του Χριστού:
«Τέρπου λοιπόν και ευφραίνου, κόρη μου Σιών, διότι εγώ έρχομαι
και θα κατασκηνώσω εν μέσω σου, λέγει ο Κύριος». Τότε έθνη πολλά θα
πιστέψουν στον Κύριο και θα γίνουν λαός Του! Μέχρι τότε μόνον οι
Ιουδαίοι ήταν λαός του Θεού. Ο προφήτης όμως διαβλέπει την χρυσή
Μεσσιανική εποχή και την παρουσιάζει. Και συνεχίζει παρακάτω:
«Πάντες λοιπόν οι άνθρωποι ας σταθούν μετ’ ευλαβείας ενώπιον
του Κυρίου διότι ηγέρθη εκ του θρόνου Του και κατέβη εκ των ιερών
νεφέλων του ουρανού προς ημάς». Ποιος μπορεί να μη βλέπει εδώ την
ενσάρκωση του Κυρίου Ιησού;
Κεφάλαιο τρίτο
Δικαστήριο ουράνιο στήνεται το οποίο ο προφήτης παρακολουθεί.
Δικαστής είναι ο άγγελος Κυρίου, κατήγορος ο σατανάς και
κατηγορούμενος ο ιερέας Ιησούς. Ο διάβολος κατηγορεί τον Ιησού και
διά μέσου αυτού όλο το ιουδαϊκό ιερατείο.
Ο άγγελος υπερασπίζεται τον Ιησού, λέει πως ο Θεός δεν θέλει να
ακούσει καμιά κατηγορία εναντίον αυτού. Γιατί; Διότι δεν είχε περάσει
πολύς καιρός από τότε που το Ισραήλ είχε περάσει μια έντονη εθνική
δοκιμασία. Αυτή ήταν αρκετή. Μόλις λίγο πριν είχε ξεκινήσει η
περίοδος της Χάριτος.
Όμως ο Ιησούς φορά ρυπαρά ενδύματα τα οποία συμβολίζουν τις
αμαρτίες του λαού του. Οι κατηγορίες του διαβόλου δεν ήταν αβάσιμες.
Κάτι έπρεπε να γίνει: Ο άγγελος διατάσσει να ενδύσουν τον Ιησού με
λαμπρά αρχιερατικά άμφια. Στην συνέχεια ο Κύριος υπόσχεται στον
αρχιερέα του:
-Εάν διάγει ο Ιησούς ζωή αγία θα τύχει ιδιαίτερης προστασίας, θα
χαρεί την ιεροσύνη του μέχρι να έρθει η ώρα του θανάτου του.
-Δεύτερη υπόσχεση του Θεού: «Ιδού εγώ θα παρουσιάσω εν
καιρώ τον Δούλο μου Μεσσίαν όμοιον με ανατολή ηλίου διά την
μέλλουσαν αποκατάστασιν του Ισραήλ». Ο Μεσσίας θα εξαφανίσει την
αμαρτία του Ισραήλ και το έλεός Του θα επεκταθεί σε όλα τα έθνη αφού
αυτά θα ενσωματωθούν στον Ισραήλ και θα αποτελέσουν αργότερα τον
νέο λαό του Θεού. (την Εκκλησία του Χριστού).
Κεφάλαιο τέταρτο
Ο προφήτης ήταν ήδη εν εκστάσει όταν ο άγγελος τον ανήγειρε
για να του δείξει νέο όραμα: Αυτή τη φορά του έδειξε μια χρυσή λυχνία
η οποία βρίσκονταν μεταξύ δύο ελαιόδεντρων. Η λυχνία αυτή
αυτοτροφοδοτούνταν από λάδι εκ δεξιών και αριστερών από δύο
κατάκαρπα κλαδιά των ελαιόδεντρων. Το λάδι αυτό δεν είχε ανάγκη
συνθλίψεως για να παραχθεί.

359
Ο άγγελος εξηγεί στον προφήτη ότι κατά ανάλογο τρόπο η
ιουδαϊκή θεοκρατία δεν έχει ανάγκη τους ανθρώπους αλλά με θείο τρόπο
διατηρείται. Τα δύο αυτά κλαδιά ελιάς που τροφοδοτούσαν την λυχνία
με λάδι συμβόλιζαν τους δύο αρχηγούς του Ισραήλ. Τον Ζοροβάβελ που
ήταν πολιτικός αρχηγός και τον Ιησού που ήταν θρησκευτικός. Γενικά
όμως η εικόνα αυτή αντικατοπτρίζει τον Μεσσία Χριστό στου οποίου το
πρόσωπο ενώθηκε το αρχιερατικό και το βασιλικό αξίωμα.
Κεφάλαιο πέμπτο
Νέο όραμα το οποίο ο προφήτης Ζαχαρίας είδε: Δρεπάνι
αιωρούμενο μήκους δέκα μέτρων και πλάτους πέντε μέτρων τιμωρεί
τους αμαρτωλούς, ιδιαίτερα τιμωρεί τους κλέφτες και τους επίορκους.
Έξαιφνης εμφανίζεται μία γυναίκα κλεισμένη σε ένα βάζο που
προσπαθούσε να εξέλθει από κει. Η γυναίκα αυτή συμβολίζει την κακία,
η οποία όμως απωθήθηκε από έναν άγγελο. Δύο άλλες γυναίκες
μετέφεραν έξω από την Ιουδαία την κακία αυτή, συμβολίζοντας έτσι την
αποκατάσταση του Ισραήλ, αλλά υπό μεσσιανική έννοια την εποχή του
Μεσσία, κατά την οποία «ουχ αμαρτάνει τις».

Κεφάλαιο έκτο
Νέο όραμα του προφήτη: Αυτή τη φορά βλέπει τέσσερα άρματα
διαφορετικού χρωματισμού το καθένα. Αυτά τα άρματα συμβολίζουν
τους ανέμους των οποίων την ταχύτητα μιμούνται. Στην πραγματικότητα
πρόκειται για τιμωρητικές δυνάμει του Θεού εναντίον των ασεβών.
Ο προφήτης βλέπει στην συνέχεια τον βασιλέα Χριστό να
στέφεται από τον Θεό παραλαμβάνοντας έτσι την Θεία αποστολή Του.
Ενσωματώνει στο πρόσωπό Του το βασιλικό και το προφητικό αξίωμα.
Κεφάλαιο έβδομο
Δύο περίπου χρόνια πέρασαν από τα προηγούμενα οράματα.
Ιερείς και προφήτες επισκέφτηκαν τότε τον προφήτη Ζαχαρία και τον
Αγγαίο για να πάρουν την συμβουλή τους για το εξής ζήτημα: Όταν
χρόνια πριν οι Βαβυλώνιοι πυρπόλησαν τον ναό της Ιερουσαλήμ, όρισαν
την 10η του μηνός Ιουλίου νηστεία. Από τότε όμως παρήλθαν αρκετά
χρόνια και ο ναός ανοικοδομήθηκε.
Ο Κύριος δια του προφήτου απαντά: Ο Κύριος δεν ευλογεί αυτές
τις ατελείς νηστείες. Αυτού του τύπου οι νηστείες είναι εγωιστικές διότι
δεν έχουν ως σκοπό να ελκύσουν το Θείο έλεος αλλά να εκφράσουν τον
εθνικό πόνο… «Όχι μόνο όταν νηστεύετε δεν νηστεύετε από ευλάβεια,
αλλά και όταν τρώγετε εγωιστικώς τρώτε. Είτε νηστεύετε, είτε τρώγετε
για τον εαυτό σας το κάνετε», λέει ο Κύριος. Ο Θεός ζητά την
εσωτερική ευλάβεια και όχι τους εξωτερικούς τύπους. «Ελεείστε τους
φτωχούς, βοηθείστε τις χήρες και τα ορφανά», αυτή είναι η καλύτερη
νηστεία!
Κεφάλαιο όγδοο

360
Ο Θεός θα κατασκηνώσει και πάλι στην αγία πόλη Ιερουσαλήμ.
Θα την ευλογήσει ποικιλοτρόπως. Η κάθε μέρα πένθους θα μεταστραφεί
σε χαρά και ευφροσύνη. Τα έθνη θα προστρέχουν στην Ιερουσαλήμ η
οποία θα γίνει από όλους περίβλεπτη. Γιατί; Γιατί εκεί ο Μεσσίας θα
δραστηριοποιηθεί, θα την κάνει πνευματικό κέντρο όλου του κόσμου. Το
βασίλειό Του θα ξεκινά από την Ιερουσαλήμ και θα καταλήγει στην
άκρη του κόσμου.
Κεφάλαιο ένατο
Οι παραδοσιακοί των ισραηλιτών θα τιμωρηθούν από τον Θεό.
Εκείνη την εποχή όλος ο κόσμος θα είναι αναστατωμένος από βίαιους
πολέμους, στο Ισραήλ όμως θα επικρατεί ειρήνη. Ο ίδιος ο Θεός θα
προστατεύσει τον λαό Του.
Πράγματι! Ακόμη και ο Μέγας Αλέξανδρος ο οποίος κυρίευσε
όλες τις πέριξ από το Ισραήλ περιοχές, στους Ιουδαίους φέρθηκε φιλικά
όπως μας βεβαιώνει και ο Ιώσηππος.
«Χαίρε λοιπόν πάρα πολύ, κόρη μου Σιών, ύψωσε την φωνή σου,
κόρη μου Ιερουσαλήμ! Ιδού ο βασιλεύς σου έρχεται εις σε δίκαιος και
λυτρωτής, πράος και καθήμενος επί υποζυγίου, δηλαδή επί νέου πώλου»
Τούτος ο βασιλεύς θα είναι δίκαιος, πράος, ειρηνικός ταπεινός. Ποιος
δεν βλέπει στις περιγραφές του προφήτη Ζαχαρία τον Χριστό; Άλλωστε
ουδείς βασίλεψε στο Ισραήλ μετά την αιχμαλωσία πλην του Μεσσία.
Στο πρόσωπο Αυτού ενώνονται κατ΄απόλυτο βαθμό η δύναμις, η αγιότης
και η νομιμότης!
Τόσο ταπεινός θα είναι ο Μεσσίας ώστε δεν θα ντραπεί με
γαϊδουράκι να μπει στην Ιερουσαλήμ. Πόσο μακριά βρίσκεται το
φρόνημά Του από την κοσμική επίδειξη. Το βασίλειό Του δεν θα
επιβληθεί με πολεμικά μέσα, όπως όλα τα υπόλοιπα, αλλά με ειρηνικό
τρόπο.
Τόσος θα είναι ο ζήλος των ανθρώπων για εν Θεώ ζωή κατά την
εποχή του Μεσσία, ώστε αν κανείς τολμήσει να γίνει ψευδοπροφήτης
των ειδώλων, όχι μόνο δεν θα εισακούγεται, αλλά οι ίδιοι οι γονείς του
θα τον φονεύουν εφαρμόζοντας έτσι τον νόμο του δευτερονομίου (13,6
και 18, 19-22).
Όμως ο Χριστός θα θανατωθεί από τους Ιουδαίους. Αυτή η
αμαρτία θα διασκορπίσει τους ισραηλίτες μακριά από την πατρίδα τους.
«Πατάξω τον ποιμένα και διασκορπισθήσονται τα πρόβατα» (Ματθ.
26,31) Πράγματι αν δούμε την ιστορία του Ιουδαϊκού λαού μετά την
εποχή του Χριστού, τότε θα διαπιστώσουμε ότι οι περισσότεροι
εξ΄αυτών απωλέσθηκαν το 70 μ.Χ από κατά την άλωση της Ιερουσαλήμ
από τον Ρωμαίο αυτοκράτορα Τίτο. Ο διωγμός τους συνεχίστηκε επί
Ανδριανού και άλλων, μέχρι την εποχή του Χίτλερ που χιλιάδες Εβραίοι
εκτελέστηκαν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης: «Το δε τρίτον αυτών
υπολειφθήσονται».

361
Ένα μικρό υπόλοιπο όμως ευλογήθηκε και αποτέλεσε το νέο
Ισραήλ δηλαδή την Εκκλησία του Χριστού.Αυτό απαρτίζεται από τους
αποστόλους του Χριστού, τους 500 «αδελφούς» του Παύλου, τους
άλλους 3000 εξ’ αυτών πιστευσάντων και βραδύτερα των άλλων 5000.
Αλλά και των ανά την ιστορία μυριάδων χριστιανών όπου δι’ αυτών
οικοδομήθηκε και πάλι η αποκατάσταση των σχέσεως του Θεού με τον
νέο Ισραήλ.
Κεφάλαιο δέκατο
Ο Θεός θα κάνει για τους Ιουδαίους ότι δεν έκαναν τα είδωλα τα
οποία επί σειρά ετών προσκυνούσαν. Θα σκεπάσει τον λαό Του με την
ευλογία Του, θα ενδυναμώσει τον στρατό του Ισραήλ και θα τους κάνει
στην μάχη ακαταμάχητους. (βλ. επί εποχής των Μακκαβαίων). Θα κάνει
την γη εύφορη και καρποφόρα. Αυτές όλες οι Θείες υποσχέσεις
βρίσκουν την πλήρη ανταπόκρισή τους στα Μεσσιανικά χρόνια.
Κεφάλαιο ενδέκατο
Το καθήκον του καλού ποιμένος είναι να οδηγήσει τον λαό του
στον δρόμο του Θεού. Αλλά ακόμη και ο Καλός Ποιμήν Χριστός
απορρίφθηκε από τους Ιουδαίους. Ο λαός μετά την προδοσία του καλού
ποιμένος καθόλου δεν μεταμελήθηκε, ουδένα έλεγχο συνειδησιακό
έλεγχο αισθάνθηκε, νόμιζαν ότι τίποτα κακό δεν έπραξαν. Τόση ήταν η
αναισθησία τους που ευχαριστούσαν μάλιστα τον Θεό για τον άδικο
πλουτισμό τους.
Ο Ζαχαρίας ως τύπος του Χριστού αναλαμβάνει κι αυτός να
παίξει τον ρόλο του καλού ποιμένος. Σύντομα όμως αντιλαμβάνεται την
αχαριστία του λαού και αισθάνεται για τον λαό που ποιμαίνει ένα είδος
αντιπάθειας. «Τους βαρέθηκα» λέει ο προφήτης, και αποφασίζει να τους
εγκαταλείψει στην τύχη τους κι ας αυτοί χαθούν.
Φεύγοντας όμως ζητά να του δοθεί για τις υπηρεσίες που ως τότε
παρείχε μια πενιχρή αμοιβή. Όμοια με αυτήν που ο Κύριος αντί 30
αργυρίων πουλήθηκε στους απίστους.
Κεφάλαιο δωδέκατο
Η Ιερουσαλήμ θα καταπατηθεί ξανά και ξανά από τους μυριάδες
εχθρούς της. Όμως ο Θεός θα την υπερασπιστεί τελικά γιατί αυτή θα
αποτελέσει το κέντρο της Μεσσιανικής εποχής.
Μια μερίδα ισραηλιτών (σε αντίθεση με αυτούς που
περιγράφονται στο προηγούμενο κεφάλαιο) θα κλάψουν πικρά για την
θανάτωση του Μεσσία: «Όψονται ει ον εξεκέντησαν». Η προφητεία
αυτή εκπληρώθηκε όταν οι Ιουδαίοι επιστρέφοντας από τον Γολγοθά
«έτυπταν τα στήθη αυτών» (Λουκ. 23,48).
Κεφάλαιο δέκατο τρίτο
Ο Ισραήλ θα καθαριστεί από την μιαρότητα της ειδωλολατρίας.
Πράγματι κανέναν είδωλο δεν βρίσκει κανείς στην Ιουδαία από την
εποχή του Μεσσία και έπειτα.

362
Κεφάλαιο δέκατο τέταρτο
Όλα τα έθνη θα συγκεντρωθούν γύρω από την Ιερουσαλήμ. Θα
έρθει εποχή που δεν θα υπάρχει ούτε πλήρης ημέρα, αλλά ούτε και
πλήρης νύχτα. Δηλαδή θα υπάρχουν μεν συμφορές και πόλεμοι και
ακαταστασίες, αλλά ταυτόχρονα θα υπάρχει και η ελπίδα της σωτηρίας.
Το ευαγγελικό κήρυγμα σαν ζωντανό νερό θα ποτίσει τις ψυχές όλης της
οικουμένης. Ο παλιός νόμος θα καταργηθεί (βλ. 14,21). Εφεξής η
Ιερουσαλήμ θα αποτελέσει το σύμβολο της στρατευομένης αλλά και της
θριαμβεύουσας Εκκλησίας του Χριστού. «Εφεξής η Ιερουσαλήμ θα είναι
αγία»:
«Θα συμβή δε και τούτο· όσοι από τους εθνικούς, που επήλθαν
εναντίον της Ιερουσαλήμ, επιζήσουν από την καταστροφήν, θα
ανεβαίνουν κάθε έτος, δια να προσκυνούν τον βασιλέα Κυριον και
παντοκράτορα, και να εορτάζουν την εορτήν της Σκηνοπηγίας.
Οσοι όμως από όλας τας φυλάς της γης δεν θα αναβούν, δια να
προσκυνήσουν τον βασιλέα Κυριον παντοκράτορα, αυτοί θα
προστεθούν εις εκείνους, που κατεστράφησαν. Εάν δε κάποια φυλή
από την Αίγυπτον δεν αναβή και δεν έλθη εκεί εις την Ιερουσαλήμ, τότε
εναντίον και των ανθρώπων της αυλής αυτής θα επέλθη καταστροφή,
με την οποίαν θα κτυπήση ο Κυριος όλα τα έθνη, όσα δεν θα αναβούν,
δια να εορτάσουν την εορτήν της Σκηνοπηγίας εις την Ιερουσαλήμ.
Αυτή θα είναι η αμαρτία και η τιμωρία της αμαρτίας της Αιγύπτου και
όλων των άλλων εθνών, όσα δεν θα αναβούν να εορτάσουν την εορτήν
της Σκηνοπηγίας. Κατά την περίοδον εκείνην, κάθε χρυσούν η
αργυρούν κόσμημα στον χαλινόν του ίππου θα είναι αφιερωμένον στον
Κυριον τον παντοκράτορα και οι λέβητες θα είναι αφιερωμένοι στον
ναόν του Κυρίου, όπως επίσης και αι φιάλαι, που χρησιμοποιούνται δια
το θυσιαστήριον των ολοκαυτωμάτων. Αλλά και κάθε λέβης εις την
πόλιν της Ιερουσαλήμ και εις την περιοχήν της Ιουδαίας, θα είναι άγιος,
αφιερωμένος στον Κυριον τον παντοκράτορα. Και όλοι όσοι έρχονται,
δια να προσφέρουν θυσίαν, θα παίρνουν οποιονδήποτε από τους
λέβητας και θα βράσουν έντος αυτών τα κρέατα της θυσίας. Δεν θα
υπάρχη πλέον ασεβής Χαναναίος στον οίκον του Κυρίου
παντοκράτορος κατά την περίοδον εκείνην»
Ποιος δεν αντιλαμβάνεται ότι η περιγραφή αυτή υπερβαίνει τα
όρια της ιστορικής ιουδαϊκής θεοκρατίας και ομιλεί ξεκάθαρα για την
Εκκλησία του Χριστού με χρώματα ιουδαϊκά;

433 π.Χ Μαλαχίας


Το όνομά του σημαίνει «ο άγγελός μου». Μάλλον επρόκειτο περί
ιδανικής ονομασίας η οποία αποδόθηκε σε άγνωστο προφήτη για τον
οποίο δεν γνωρίζουμε τίποτα. Ο Ωριγένης και άλλοι αρχαίοι συγγραφείς
λέγουν ότι μάλλον επρόκειτο για άγγελο.
Για τον χρόνο δράσεως του προφήτη γνωρίζουμε ότι είναι η

363
κατακλείδα των προφητών αφού έζησε μετά τους Ζαχαρία και Αγγαίο
δηλαδή περί το 433 π.Χ.
Τον προφήτη Μαλαχία εορτάζει η Εκκλησία μας την 3η
Ιανουαρίου.
Κεφάλαιο πρώτο
«Βιβλίον περιέχον απειλάς του Κυρίου κατά του ισραηλιτικού
λαού διά μέσου του αγγελιοφόρου του Μαλαχία». Έτσι ξεκινά το βιβλίο
του Μαλαχία το οποίο καταφέρεται κατά των αχαρίστων Ιουδαίων.
Ο Κύριος στρέφεται προς τους ιερείς οι οποίοι ενώ θα έπρεπε
περισσότερο από κάθε άλλον να σέβονται τον Θεό όμως αυτοί
περισσότερο τον περιφρονούν θυσιάζοντας ζώα ανάξια για το
θυσιαστήριο. (τυφλά και ανάπηρα).
Ο Κύριος διαβεβαιώνει ότι θα έρθει η μέρα που θα απορρίψει
κάθε ιουδαϊκή θυσία. Νέου τύπου θυσία θα τελείται σε όλον τον κόσμο:
«από ανατολών ηλίου έως δυσμών».
Και αμέσως ορίζει τη νέα θυσία: «εν παντί τόπω θυμία προσάγεται
τω ονόματί μου και θυσία καθαρά». Ποια άλλη μπορεί να είναι αυτή η
θυσία εκτός από κείνης της Αγίας Τραπέζης;
«Έρχεται ώρα και νυν εστί ότε ούτε εν τω όρει τούτο, ούτε εν
Ιερουσαλήμ προσκυνήσετε τω πατρί».
Κεφάλαιο δεύτερο
Οι ιερείς νόμιζαν ότι προσέφεραν ευλογία στον Θεό. Αυτήν την
ευλογία ο Κύριος όμως θα μεταβάλλει σε κατάρα αν δεν μετανοήσουν:
«Θα πετάξω στα μούτρα σας το ακάθαρτο στομάχι των θυσιαζομένων
ζώων». Εκπληκτική η έκφραση του Θεού η οποία εκφράζει την αηδία
του Του προς τους ιερείς.
Ο Θεός θα έδινε στους Λευίτες μακροημέρευση και ευλογία αν
αυτοί είχαν φόβο Θεού. «Τα χείλη τους ιερέως πρέπει να είναι ταμεία
της πραγματικής γνώσεως του Θεού καθόσον οι άνθρωποι από αυτούς
ζητούν να μάθουν τον θείο νόμο». Δυστυχώς όμως οι ιερείς σκανδάλιζαν
διά του παραδείγματός τους και διά της κακής διδασκαλίας τους. Πως
λοιπόν να τους σεβαστεί ο λαός;
Παράλληλα ο Μαλαχίας θίγει το σπουδαίο ζήτημα του γάμου. Την
αξία του γάμου πρώτα οι ιερείς και έπειτα ο λαός καταφρόνησε. Μεγάλη
αδικία στα μάτια του Θεού είναι το διαζύγιο το οποίο παίρνεται για
ασήμαντη αφορμή. Είναι πραγματικό άξιο αναφοράς το πώς ο Μαλαχίας
μιλά για τον γάμο ενώ ζει στα προχριστιανικά χρόνια. (Εποχή δηλαδή
που η γυναίκα εξισώνονταν με τα ζώα!) Ο Μαλαχίας όμως εξυψώνει τον
γάμο: «Ο Κύριος υπήρξε μάρτυς του συνδέσμου τούτου ανδρός και
γυναικός με την ευλογία Του. Δεν έκανε άλλος θεός τον άνδρα και άλλος
την γυναίκα, αλλά Αυτός ο Ίδιος» απαντά ο Μαλαχίας στην κακία των
συγχρόνων του.
Οι Ιουδαίοι όμως φέρνουν αντίρρηση: «Ο Θεός τι άλλο ζητεί παρά

364
απογόνους».
Ο Μαλαχίας όμως αδιαφορεί για την σκληρή τους στάση και
επιμένει: «Προσέξετε την καθαρότητα του πνεύματός σας και μη
εγκαταλείπετε την γυναίκα σας».
Ο Μαλαχίας μιλά στους προ Χριστού ανθρώπους με πνεύμα
Καινής!
Κεφάλαιο τρίτο
«Ιδού λέγει ο Θεός εγώ θα σας αποστείλω τον αγγελιοφόρο μου
Μου, ο οποίος θα προετοιμάσει την οδόν Μου προ Εμού». Πρόκειται
ασφαλώς περί του Ιωάννου του Προδρόμου όπως άλλωστε βεβαιώνει ο
Κύριος (Ματθ. 11,10).
Ο Μεσσίας θα έρθει και «ποιος θα δυνηθεί να αντέξει κατά την
ημέρα εκείνη της εμφανίσεώς Του! Ή ποιος θα κρατηθεί όρθιος στα
πόδια του κατά την ημέρα της παρουσίας Του»;
Ο Μεσσίας θα στραφεί πρώτα κατά των αναξίων ιερέων. Θα τους
καθαρίσει ώστε αυτοί πλέον να γίνουν άξιοι για να προσφέρουν
ευάρεστες θυσίες στον Θεό. (νέα διαθήκη, νέοι ιερείς αναγεννημένοι εν
τω Αγίω Πνεύματι)
Ο Κύριος είναι μάρτυς και δικαστής, θα αποδώσει σύντομα την
δικαιοσύνη Του στην πρώτη και κυρίως στην δεύτερη παρουσία Του.
Τότε θα καταδικαστούν οι μοιχοί, οι μάγοι, οι ψευδορκοί, όσοι
συμπεριφέρονται στους δούλους τους με σκληρότητα, όσοι
κακομεταχειρίζονται ή αδικούν τις χήρες και τα ορφανά. Θα τιμωρηθούν
όσοι δεν ποιούν ελεημοσύνη.
Οι Ιουδαίοι παριστάνουν τους ανήξερους: «εις τι Σε
εδολιεύθημεν»; Όμως ο Θεός δεν μπορεί να ξεγελαστεί από τους
πονηρούς και ασυνείδητους ανθρώπους.
Οι ευσεβείς διά του βίου τους θα καταδικάσουν τελικά την
διαγωγή των μεμψίμοιρων ασεβών. Ποια θα είναι όμως η ανταμοιβή των
ευσεβών ανθρώπων; - Ο Κύριος θα τους γράψει στο βιβλίο της ζωής,
τους δε ασεβείς θα ρίψει στην αιώνια κόλαση εν τη τρομερά ημέρα του
Κυρίου.
Κεφάλαιο τέταρτο
Περιγράφει ο προφήτης την τρομερή ημέρα της κρίσεως. Κανείς
δεν θα ξεφύγει από τον κλίβανο της δικαιοσύνης. Ουδείς ακάθαρτος θα
εισέλθει στον παράδεισο.
Ο Χριστός είναι ο ήλιος της Δικαιοσύνης όμως οι αμετανόητοι δεν
θα χαρούν από τις ζωογόνες ακτίνες Του. Οι δίκαιοι όμως θα
αναζωογονηθούν. Προ της ημέρας εκείνης θα στείλει ο Θεός στους
Εβραίους τον Προφήτη Ηλία για να τους επιστρέψει στην ευθεία οδό
ώστε να τους απαλλάξει από την τιμωρία. Η προφητεία αυτή
εξεπληρώθη με την έλευση του Ιωάννου του Προδρόμου.
Ο προφήτης Ηλίας θα έλθει λίγο πριν την Δευτέρα Παρουσία για

365
ναπολεμήσει κατά του Αντιχρίστου και να επαναφέρει πολλούς
πεπλανημένους Ιουδαίους.

ΠΡΩΤΟΠΡΕΣΒΥΤΕΡΟΥ ΜΙΧΑΗΛ Δ. ΣΤΕΦΑΝΟΥ

Ο ΠΟΛΥΑΘΛΟΣ
ΙΩΒ

Peripatitis.net 2017

366
ΠΡΟΛΟΓΟΣ
Ερχόμαστε πλέον στα ποιητικά βιβλία της Π. Διαθήκης τα οποία είναι οκτώ: Ιώβ, Ψαλμοί,
Παροιμίαι, Εκκλησιαστής, ‘Ασμα Ασμάτων, Σοφία Σολομώντος, Σοφία Σειράχ και Θρήνοι.
Ονομάζονται ποιητικά διότι εκφέρονται με ποιητικό ύφος, ονομάζονται όμως και διδακτικά,
σοφιολογικά και ηθικά.
Η σοφία αυτών των βιβλίων δεν έχει καμία σχέση με τις αναζητήσεις των Αρχαίων ελλήνων
φιλοσόφων οι οποίοι συζητούν ζητήματα υπαρξιακής αναζήτησης ή μεταφυσικών φαινομένων. Όλα
αυτά είναι λυμένα στους Εβραίους οι οποίοι πιστεύουν στον Ένα και Αληθινό Θεό. Η σοφία της
Εβραϊκής σκέψεως δεν έχουν να κάνουν με μεταφυσικούς προβληματισμούς, αλλά με την πίστη στον
Θεό. Σοφία θεωρείται ο αποκαλυφθέντας Μωσαϊκός νόμος διά του οποίου αποκαλύπτεται ο Θεός.
Ο Ιώβ κατατάσσεται στα σοφιολογικά βιβλία της Π. Διαθήκης. Η αξία των ποιητικών
βιβλίων της Π.Διαθήκης είναι τεράστια. Διότι στην εποχή όπου όλοι αεροβατούν έχοντας θεοποιήσει
τα πάντα, αυτά εκφράζουν την Μονοθεία και την πίστη στον Ένα Μοναδικό και Αληθινό
απολυφθέντα εις ημάς Θεό.
1000 π.Χ Ιώβ
Το βιβλίο του Ιώβ εν ολίγοις μας διδάσκει ότι όσα κατορθώματα κι αν πετύχαμε στη ζωή
μας, τίποτα δεν κατορθώσαμε αν δεν μάθουμε να υπομένουμε δοξάζοντας τον Θεό για τα παθήματά
μας στις υλικές ζημιές, στις ασθένειες και στους θανάτους προσφιλών μας προσώπων.
Είναι αρκετοί εκείνοι οι οποίοι διαβάζοντας το βιβλίο του Ιώβ επιχειρούν να μειώσουν την
αξία του διότι εκείνος σε συγκεκριμένο χρόνο καταράστηκε την ημέρα που γεννήθηκε. Έτσι βγάζουν
το συμπέρασμα ότι ο Ιώβ τελικά υπερτιμάται. Όμως ξεχνούν πως ο Ιώβ έζησε σε προχριστιανικά
χρόνια, βρέθηκε αντιμέτωπος με ένα μεγάλο δίλλημα: «Ένας δίκαιος Θεός τιμωρεί έναν δίκαιο
άνθρωπο με τιμωρία τρομερή η οποία υπερβαίνει κάθε σκέψη». Ο Ιώβ δεν γνωρίζει για την πρόνοια
του Θεού ότι οι δίκαιοι θα αμειφθούν και οι άδικοι θα τιμωρηθούν εν τη μέλλουσα κρίση. Γι’ αυτόν ο
παράδεισος είναι η παρούσα η ζωή. Προκειμένου λοιπόν να αρνηθεί την ύπαρξη του Θεού, επιθυμεί
να αρνηθεί τον εαυτό του. Συνεπώς ουδόλως έχασε την πίστη του αλλά την διέσωσε.
Ο Θεός άλλωστε δεν ζητά από μας να μην αμαρτήσουμε, αλλά να μην χάσουμε την πίστη
μας. «Από τους στρατιώτες δεν έχουμε την απαίτηση να μην πληγωθούν, αλλά να μην πετάξουν τα
όπλα» (Χρυσόστομος).
Ο Θεός λοιπόν μέσα από τον Ιώβ μας διδάσκει όχι μόνο με τις αρετές των αγίων αλλά και με
την αντίδρασή τους στις πτώσεις τους.
Ο Ιώβ όμως απάντησε σε ένα μεγάλο ερώτημα και της σημερινής εποχής: «Που είναι η Θεία
δικαιοσύνη»; Ο Ιώβ μας διδάσκει ότι πρώτα-πρώτα «ουδείς καθαρός επί ρύπου και εάν μία η ημέρα
αυτού επί γης». Μας διδάσκει επίσης ότι πρέπει να μάθουμε ότι δεν υπάρχει μόνον η παρούσα ζωή
ώστε να μην δυνάμεθα να λύσουμε το πρόβλημα της αδικίας. Τούτο το ζήτημα το έλυσε παραστατικά
ο Χριστός με την διήγηση του πλούσιου και του Λάζαρου. Μας διδάσκει όμως και διά μέσου της
φύσης. Όπως στη φύση υπάρχουν μεγαθήρια τα οποία κατασπαράσσουν άλλα μικρότερα ζώα, έτσι
και στην ανθρώπινη κοινωνία, υπάρχουν ανθρώπινα μεγαθήρια, οι οποίοι είναι ασεβείς, κακοί και
μοχθηροί. Παρόλα αυτά ο Θεός δεν τους αφανίζει διότι και αυτοί βρίσκονται μέσα στην πρόνοια του
Θεού. Συνεπώς το βιβλίο μας διδάσκει ότι δεν δυνάμεθα να κατανοήσουμε τα πάντα, μπορούμε όμως
να κύψουμε τον αυχένα μας και να παραδοθούμε στην σοφία του Θεού άνευ όρων , όπως έκανε και ο
Ιώβ.
Ο συγγραφέας του βιβλίου παραμένει άγνωστος, σίγουρα όμως είναι Ιουδαίος στην
καταγωγή. Ο Ιώβ ξεκάθαρα έζησε στα πατριαρχικά χρόνια επί της εποχής του Νώε. Το βιβλίο όμως
επεξεργάστηκε κατά το 8ο π.Χ αιώνα όταν άνθιζε η Ιουδαϊκή ποίηση.
Η Εκκλησία μας τιμά τον Ιώβ την 6η Μαΐου.
Ας δούμε τώρα συνοπτικά τα 42 κεφάλαια του Ιώβ μεθ’ ερμηνείας:
Κεφάλαιο πρώτο
Το βιβλίο του Ιώβ ξεκινά περιγράφοντας την ευσέβεια του αγίου σε συνδυασμό με την
εξωτερική ευτυχία του. Ο Ιώβ ζούσε κοντά στη σημερινή Δαμασκό στην τότε Ιδουμαία. Το όνομά του
σημαίνει «εκείνος ο οποίος υπό του θεού ή υπό του σατανά επολεμήθη». Είχε αποκτήσει επτά γιους
και τρεις θυγατέρες, είχε χιλιάδες ζώα στην κατοχή του· πρόβατα, καμήλες βόδια καθώς και δούλους
και δούλες.
Τα παιδιά του ήταν αγαπημένα μεταξύ τους και μία φορά κάθε βδομάδα κάνανε
οικογενειακό συμπόσιο. Στο τέλος του συμποσίου ο Ιώβ προσέφερε ένα μοσχάρι ως ολοκαύτωμα
στον Θεό διότι σκέπτονταν: «Μήπως οι υιοί μου σκέφτηκαν κατά την ώρα του συμποσίου κακές

367
σκέψεις και αμάρτησαν ενώπιον του Θεού». Αυτήν την διαγωγή είχε ο Ιώβ όλες τις ημέρες της ζωής
του.
Ο σατανάς φθόνησε τον Ιώβ και αιτήθηκε από τον Θεό να τον πειράξει λέγοντας πως η
διαφαινόμενη αυτή ευλάβεια του Ιώβ οφείλονταν στην ευδοκία του Θεού. Δηλαδή ήταν μισθωτός
πιστός. Μας φαίνεται παράξενος αυτός ο διάλογος του Θεού με τον διάβολο και ως εκ τούτου μη
αληθινός. Όμως και ο Κύριος χίλια χρόνια αργότερα θα πει: «Σίμων ο Σατανάς εξητήσατο του
συνιάσαι υμάς καγώ εδεήθην περί σου ίνα μη εκλίπη η πίστις σου». Η λέξη «εξετήσατο» σημαίνει
απαίτησε από τον Θεό ο σατανάς να κοσκινίσει τους αποστόλους Του. Κάτι ανάλογο συνέβη και στην
υπόθεση που εδώ εξετάζουμε: «Μη δωρεάν σέβεταί σε ο Ιώβ»; Έτσι ο καθένας είναι ευσεβής.
Απομάκρυνε την προστατευτική σου χείρα και τότε θα δούμε τι θα ακολουθήσει…
Ο Θεός ενέκρινε να πειρασθεί ο Ιώβ υπό του σατανά αλλά όχι να θανατωθεί. Έτσι
ακολούθησαν τέσσερεις αλλεπάλληλες δοκιμασίες: α) τα βόδια του καταστράφηκαν από ληστές, β)
φωτιά έπεσε από τον ουρανό και έκαψε τα πρόβατα και τους βοσκούς του, γ) έφιπποι άνδρες
φόνευσαν τις καμήλες και τους δούλους του και δ) άνεμος δυνατός γκρέμισε το σπίτι του, στα ερείπια
του οποίου βρήκαν τον θάνατο όλα του τα παιδιά.
Πως αντέδρασε σε όλος αυτούς τους πειρασμούς ο Ιώβ; -Απαθώς: «Γυμνός εγώ εξήλθον εκ
της κοιλίας της μητρός μου, γυμνός θα επιστρέψω εις τον τάφο. Ο Κύριος τα έδωκε, ο Κύριος τα
αφήρεσε. Ως εφάνη καλό εις τον Κύριο ούτω και εγένετο. Ας είναι δοξασμένο το όνομα του Κυρίου
εις αιώνας αιώνων». Έτσι ο Ιώβ ουδόλως αμάρτησε ενώπιον του Κυρίου.
Κεφάλαιο δεύτερο
Ο διάβολος όμως επανήλθε λέγοντας πως εφόσον ο Ιώβ είναι ζωντανός και υγιής δεν τον
ενδιέφερε η απώλεια των άλλων πραγμάτων, δηλαδή με άλλα λόγια ο διάβολος απέδωσε και πάλι την
ευσέβεια του αγίου στην φιλαυτία του.
Ο Θεός έδωσε και πάλι άδεια στον σατανά να τον χτυπήσει με ασθένεια, όχι όμως να τον
θανατώσει. Έτσι, τρομερή νόσος μάλλον από τα συμπτώματα που περιγράφονται πρόκειται για λέπρα
«ελεφαντίαση»η οποία αργά και βασανιστικά κατατρώγει την σάρκα του ανθρώπου. Πόνοι αφόρητοι
καταλαμβάνουν τον ασθενή. Η νόσος αυτή μπορεί να διαρκέσει μέχρι και είκοσι χρόνια.
Ο Ιώβ χτυπημένος απ’ αυτήν την τρομερή ασθένεια στέκονταν έξω από την πόλη καθήμενος
πάνω σε κοπριές ζητώντας ελεημοσύνη από τους διαβάτες.
Δεν γνωρίζουμε πόσο καιρό βρίσκονταν σ’ αυτήν την κατάσταση ο Ιώβ όταν τον
επισκέφθηκε η γυναίκα του ως πειρασμός: «Ιδού η μνήμη σου εξέλιπε από της γης, διότι οι γιοι και οι
θυγατέρες σου εξαφανίστηκαν.. συ δε ο ίδιος κάθεσαι πάνω σε σάπια απορρίματα σκωλικοβριθή.. εγώ
δε περιπλανώμαι ως μία υπηρέτρια μεταβαίνουσα από τόπο σε τόπο και περιμένω πότε θα δύσει ο
ήλιος για να αναπαυτώ από τους σωματικούς και ψυχικούς μου πόνους. Πες λοιπόν λόγο κατά του
Θεού και πέθανε». Ο Ιώβ όμως της απάντησε: «Γιατί μίλησες όπως μία από τις άφρονες γυναίκες;
Αφού δεχτήκαμε τις τόσες καλές δωρεές από τα χέρια του Θεού, δεν θα υπομείνουμε και τις
συμφορές»; Έτσι και πάλι ο Ιώβ δεν βλασφήμησε το όνομα του Κυρίου.
Τρεις φίλοι του Ιώβ έμαθαν για τις συμφορές του και ήρθαν από μακριά για να τον
επισκεφτούν ώστε να τον παρηγορήσουν. Μόλις όμως τον είδαν σε αυτή την κατάσταση κανέναν
λόγο παρηγορίας δεν βρήκαν να πουν. Αντιθέτως έμειναν για επτά μέρες σιωπηλοί, μάλλον ως
ένδειξη πένθους ή ίσως γιατί περίμεναν μέσα στο διάστημα αυτό ο Ιώβ ότι θα πέθαινε. Ακολουθεί στη
συνέχεια ο διάλογος του Ιώβ με τους τρεις φίλους του:
Κεφάλαιο τρίτο
Ο Ιώβ σπάει ξάφνου τη σιωπή και με έναν δραματικό μονόλογο καταριέται την ημέρα που
γεννήθηκε. Γιατί γεννήθηκε; Καλύτερα να πέθαινε αμέσως μετά την γέννα, ή τουλάχιστον να πέθαινε
αφού ζούσε για πολύ λίγο.
Για πιο λόγο όμως μίλησε κατ΄αυτόν τον τρόπο; - Σίγουρα επηρεάστηκε από την επταήμερη
σιωπή των φίλων του η οποία μεγάλωνε τον ψυχικό πόνο του. Ότι φοβόταν στη ζωή του να μην το
πάθει τελικά το έπαθε: «Ούτε ησυχία, ούτε ειρήνη, ούτε ανάπαυση έχω, αλλά οργή επήλθε κατ’
εμού».
Πράγματι η ψυχολογία του Ιώβ έσπασε, όμως σε καμία στιγμή του μονολόγου του δεν
αναφέρει κάποια αιτία για την οποία τα έπαθε όλα αυτά. Έχει στερεή την σκέψη ότι δεν έφταιξε
κάπου. Ως εκ τούτου δεν απελπίζεται, δέχεται το θείο θέλημα στη ζωή του. Ο ιερός Χρυσόστομο
αναφέρει ότι «τούτο μάλιστα εθορύβει αυτόν, ότι τον δίκαιον Θεόν παντί τρόπο θεραπευθέντα τούτον
ενόμιζε αυτόν πολεμείν».
Ο Ιώβ μπερδεύτηκε, βρέθηκε σε πολύ δύσκολη θέση, προκειμένου όμως να αρνηθεί τον Θεό,
αποφάσισε να αρνηθεί τον εαυτό του και γι’ αυτό καταράστηκε την ημέρα της γεννήσεώς του.
Κεφάλαιο τέταρτο
O Ελιφάζ ο Θαιμανίτης, ένας εκ των τριών φίλων του Ιώβ πήρε τότε τον λόγο. Ο Ελιφάζ
ήταν μεγάλος σε ηλικία, ήρεμος και επιβλητικός στον χαρακτήρα. Υποστήριξε ότι ο Θεός επέτρεψε

368
την τιμωρία του Ιώβ διότι απλά ήταν αμαρτωλός. Μπορεί να μην ήταν κακούργος στην διαγωγή όμως
δεν μπορεί να ισχυριστεί σε καμία περίπτωση πως ήταν αθώος. Άλλωστε ουδείς καθαρός επί ρύπου.
Επομένως όλοι οι άνθρωποι έχουν μερίδα στις θλίψεις. Του θύμισε ότι άλλοτε αυτός παρηγορούσε
άλλους ανθρώπους στις θλίψεις τους, τώρα ήρθε η ώρα να παρακαλέσει αυτός τον Θεό για τον εαυτό
του. Έπρεπε να εκλάβει το πάθημά του ως παιδαγωγική τιμωρία του Θεού για να ωφεληθεί.
«Πώς να συγκρατήσω τις σκέψεις μου έπειτα από τα λόγια που είπες; Μήπως άλλοτε σου
μίλησα σκληρά; Τα λόγια σου όμως τώρα είναι ανυπόφορα». Κατά τον Ελιφάζ ο Ιώβ πλέον έχει δύο
επιλογές ή να υπερηφανευθεί για την αθωότητά του ή να αισθανθεί την αμαρτωλότητά του και να
ομολογήσει τις ευθύνες του.
Ο Ελιφάζ δεν δείχνει καμιά συμπόνια για τον φίλο του, γίνεται άσπονδος κριτής: «Η κακία
σου είναι αιτία της παρούσας συμφοράς σου. Ψευδής ήταν η αρετή σου». Απερίφραστα πιστεύει πως
οι ευσεβείς αμείβονται και οι ασεβείς τιμωρούνται. Εφόσον στους αγγέλους του ο Θεός βρήκε
αμαρτήματα (εννοώντας τους δαίμονες), πόσο μάλλον θα βρει και στους ανθρώπους».
Κεφάλαιο πέμπτο
Ο Ελιφάζ δεν σταματά την κριτική του και συνεχίζει. Θεωρεί ύποπτη την ανυπομονησία του
Ιώβ. Αυτό κατά την γνώμη του δεικνύει την ενοχή του. Το κακό δεν είναι αυτόφυτο βλάστημα της
γης. Ο άνθρωπος ελκύει τις τιμωρίες εξαιτίας της διαγωγής του. Συνεπώς η διαγωγή του Ιώβ εξόργισε
εναντίον του τον Θεό. Μόνο διά της μετανοίας μπορεί κανείς να ελκύσει το έλεος του Θεού. Το αυτό
προτείνει ανεπιφύλακτα και στον φίλο του.
Τα λόγια του Ελιφάζ είχαν βέβαια λογική αλλά δεν είχαν καθόλου πνεύμα συμπόνιας αλλά
απεναντίας απονιάς. Ο Ελιφάζ άσκησε μια παγωμένη θα λέγαμε κριτική δίχως ίχνος συμπάθειας προς
τον πονεμένο φίλο του.
Κεφάλαιο έκτο
Οι λόγοι του Ελιφάζ, αντί να παρηγορήσουν περισσότερο τάραξαν τον Ιώβ. Ο άγιος όμως
επιμένει, βεβαιώνει την αθωότητά του και επιτιμά τον Ελιφάζ διότι δεν ενήργησε με συμπάθεια
απέναντί του. Παράλληλα εξηγεί ότι η ανυπομονησία του για την οποία τον κατηγόρησε οφείλεται
στον μεγάλο του πόνο. Η ασθένειά του υπερβαίνει τις αντοχές του. Σε όλη την δυστυχία του
προστίθεται η απογοήτευσή του για την συμπεριφορά των οικίων του. Όλοι τον εγκατέλειψαν, όλοι
του μίλησαν δίχως οίκτο.
Ας πάψουν να τον κατηγορούν οι φίλοι του για τα παράπονα που εκφράζει. Ακόμη και τα
άγρια θηρία φωνάζουν όταν πεινούν. Κάθε άνθρωπος παραπονιέται όταν το ψωμί που τρώει είναι
ανάλατο, πόσο μάλλον όταν υποφέρει από βάσανα.
Οι λόγοι των φίλων του είναι ανάλατοι, δίχως συμπόνια. Τι να ζητήσει ο δύστυχος πλέον από
τον Θεό, παρά να τον πάρει σύντομα από την ζωή. Γνωρίζει όμως καλά ότι θα φύγει από την ζωή ως
φίλος του Θεού με ήσυχη την συνείδησή του.
Και η υπομονή έχει τα όριά της. Ακόμη και για τον Ιώβ αυτή εξαντλήθηκε. Ίσως απ’ όλα
τούτη την στιγμή να τον πονά περισσότερο η σκληρότητα και η απονιά των φίλων του: «Ουδέ εν
βλέμμα συμπαθείας έρριψαν εις εμέ.. εκείνοι που προηγουμένως είχαν μέγα σεβασμό απέναντί μου,
με συνάντησαν τόσο κρύοι, όσο κρύα είναι η χιών.. εγκατελείφθην υπό πάντων». Η νόσος του όχι
μόνο δεν τους συγκίνησε, αλλά τους τρόμαξε, κανείς δεν τον λυπήθηκε.
Ο άγιος ξεσπά από αγανάκτηση: «Εάν πλανώμαι είπατέ μου. Αλλά φαίνονται αυθάδη τα
λόγια εμού του λέγοντος την αλήθεια. Δεν ζητώ από σας να με ενισχύσετε! Ούτε όμως και ο προς εμέ
έλεγχός σας θα ανακόψει τα λόγια μου ουδέ ένα λόγο ελεγκτικόν σας θα ανεχτώ». Ήρθε η ώρα να
αποδείξουν οι υποτιθέμενοι φίλοι του ότι δικαίως πάσχει.
Κεφάλαιο έβδομο
Τα βάσανα του Ιώβ είναι ανώτερα των συνηθισμένων. Οι νύχτες είναι ανυπόφορες, αλλά και
οι μέρες εξαιτίας της ηλιακής θερμότητας αφόρητες διότι ερεθίζουν τις πληγές του: «Είμαι πλήρης
οδυνών από της εσπέρας μέχρι της πρωίας. Συμφύρεται δε το σώμα μου με τους σκώληκας της
σαπίλας».
Ο Ιώβ παρακαλεί τον Θεό να λάβει υπόψη Του την βραχύτητα του βίου του και να τον
ανακουφίσει προ του θανάτου του: «Τι λοιπόν; Θάλασσα επικίνδυνη είμαι ή δράκων τρομερός και με
έβαλες στα σκληρά αυτά δεσμά της φυλακής… Τι να κάνω για να τύχω συγγνώμης; Γιατί δεν με
συγχωρείς χωρίς να σου γίνομαι ικέτης, φορτίο»;
Ας εννοήσουμε ότι ο Ιώβ θα μπορούσε κάλλιστα να αυτοκτονήσει και να λυτρωθεί από την
φρικιαστική κατάσταση που ζούσε. Όμως επέλεξε να φύγει από την ζωή όταν ο Θεός ήθελε.
Κεφάλαιο όγδοο
Παρότι ο Ιώβ είχε προσκαλέσει τους φίλους να λάβουν διαφορετική στάση απέναντί του, ο
Βαλδάδ (ο δεύτερος φίλος του) δεν έλαβε καθόλου την παράκληση του αγίου.
Αντιθέτως του μίλησε ακόμη πιο σκληρά λέγοντας ότι ο Θεός είναι δίκαιος, ό,τι έπαθε
λοιπόν ο Ιώβ ήταν δίκαιο και άξιο. Δικαίως τα παιδιά του εξολοθρεύτηκαν διότι προφανώς κι αυτά

369
αμάρτησαν. Παράλληλα καλεί τον Ιώβ να μετανοήσει, αν πραγματικά μετανοήσει η μέλλουσα
ευτυχία του θα είναι μεγαλύτερη από την προηγούμενη.
Ο Βαλδάδ είναι σκληρότερος από τον Ελιφάζ. Αποκάλεσε τον Ιώβ φλύαρο. Του είπε πως
σίγουρα δεν είναι αθώος όπως εκείνος ισχυρίζονταν, άλλωστε η αμαρτία φέρνει δυστυχία: «Συ δε
όρθριζε» προσευχήσου να σε συγχωρέσει ο Θεός, του είπε, συμβουλεύοντάς τον.
Κεφάλαιο ένατο
Ο Ιώβ απαντά στον Βαλδάδ: Ναι, είναι ανωφελές να εξετάζουμε τις βουλές του
Παντοδυνάμου. Γίνεται κανείς να καλέσει σε απολογία τον Θεό; Έστω λοιπόν κι αν Ιώβ ήταν δίκαιος
ενώπιον του Θεού, παρόλα αυτά ο Θεός είναι εξουσιαστής που κανείς δεν τον ελέγχει. Ό, τι βούλεται
κάνει. Ο άνθρωπος είναι αδύνατον να εξιχνιάσει τον Ανεξιχνίαστο.
Ο Ιώβ λοιπόν μέσα στη σύγχυσή του αδυνατεί να παρουσιάσει την αθωότητά του. Έχει δει
πολλές φορές οι ευσεβείς να ρίπτονται στα χέρια των ασεβών. Έχει δει άδικους να μην τιμωρούνται,
αλλά να ευτυχούν. Αδυνατεί λοιπόν να καταλάβει τον λόγο για τον οποίον ο Θεός παραχωρεί τον
θρίαμβο του κακού. Πρόσκαιρα παραιτείται απ’ το δίκιο του, αλλά σύντομα επανέρχεται και
μονολογεί:
«Έστω ότι είμαι ασεβής, τότε γιατί με κρατά ακόμη στην ζωή»; Αν ο Θεός ήταν ίσος με μένα
τότε μόνο θα μπορούσε να γίνει μια δίκαιη δίκη. Αν υπήρχε ένας μεσίτης, ένας διαιτητής μεταξύ του
Θεού και εμού τότε ίσως να μπορούσα να αποδείξω την αθωότητά μου: «Άφοβος τότε θα δύναμαι να
ομιλήσω, όπως όμως είμαι τώρα δεν γνωρίζω τι να πω».
Κεφάλαιο δέκατο
Μήπως ο Κύριος ηπατήθη για τον χαρακτήρα του Ιώβ; Όχι. Τότε τι; Μήπως δημιούργησε
τον Ιώβ για να τον τιμωρεί; Μη γένοιτο. Ό άγιος εξακολουθεί να έχει την ισχυρή πεποίθηση ότι είναι
αθώος. Αν όμως ο Θεός τιμωρεί τους ευσεβείς τότε είναι σαν να διδάσκει την ασέβεια. Ο
συλλογισμός αυτός είναι προβληματικός και ο Ιώβ κάνει τις εξής υποθέσεις:
Α) Ο κύριος ευχαριστιέται με το να υποφέρουν οι αθώοι.
Β) Ο Θεός απατάται όπως οι επίγειοι κριτές.
Γ) Η ζωή του Θεού είναι σύντομη και πάνω στην βιασύνη τιμωρεί τους ευσεβείς μεταξύ των
ασεβών.
Είναι κατανοητό, ότι ο Ιώβ βρίσκεται σε σύγχυση. Τελικά απορρίπτει αμέσως και τις τρεις
υποθέσεις αυτές και καταλήγει στο συμπέρασμα που είχε βγάλει προηγουμένως. Ότι ο Θεός είναι
ανεξέλεγκτος εξουσιαστής. Μέσα σ’ αυτό το αδιέξοδο, ο άγιος θα προτιμούσε να μην είχε γεννηθεί.
Κεφάλαιο ενδέκατο
Ο τρίτος φίλος του Ιώβ, ο Σωφάρ λαμβάνει τον λόγο: Έστω κι αν ο Ιώβ δεν βλέπει τις
αμαρτίες του, αυτές όμως δεν σημαίνει ότι δεν υπάρχουν. Αν ο Θεός αποκάλυπτε τα μυστικά της
γνώσεώς Του τότε προφανώς θα γίνονταν ευδιάκριτη η κριμένη ενοχή του αγίου. Τότε και μόνον τότε
ο άγιος θα καταλάβαινε ότι πολύ δίκαια τιμωρήθηκε και μάλιστα πολύ επιεικώς τιμωρήθηκε. «Πάψε
λοιπόν να λες πως είσαι δίκαιος. Δεν σου έδωσε ο Θεός μόνο στόμα για να λέγεις, αλλά και αυτιά για
να ακούς. Μήπως ο πολυλογάς έχει πάντα δίκαιο… Πάψε να λες ότι είσαι καθαρός και να ζητάς να
δικαστείς με τον Θεό. Μετανόησε εσωτερικά και όχι μόνο εξωτερικά και τότε ίσως ο Θεός σε
ελεήσει. Τώρα ο νους σου είναι όπως αυτός του άγριου ζώου και δεν μπορείς νακατανοήσει την θεία
σοφία».
Ο Σωφάρ είναι οξύτερος στην κριτική του απ΄ τους προηγούμενους. Ο Ιώβ όμως ουδέποτε
είπε ότι είναι καθαρός από κάθε ρύπο αμαρτίας, ο Σωφάρ έκανε κριτική δίχως συμπόνια. Εμφάνισε
τον εαυτό του ως συνήγορο του Θεού.
Κεφάλαιο δωδέκατο
Ο Ιώβ απαντά στον Σωφάρ: Σεις δεν είστε σοφότεροι από μένα. Τα πάντα άνθρωποι και ζώα
είναι υπό την κραταιά χείρα του Θεού. Πράγμα αναντίρρητο. Δείτε τα ανίσχυρα ζώα, γίνονται λεία
των θηρίων της γης. Ο Θεός λοιπόν είναι ανεξέλεγκτος εξουσιαστής. Ο άγιος βγάζει το συμπέρασμα
ότι επειδή υποφέρει, αυτό δεν σημαίνει ότι είναι και ασεβής.
«Μήπως σε σας εξαντλήθηκε η σοφία; Μήπως νομίζετε ότι ξέρετε τα πάντα για τον Θεό;
Όμως κι εσείς άνθρωποι είστε. Όταν ήμουν πλούσιος και ευτυχισμένος με ονομάζατε δίκαιο και
ευσεβή, τώρα όμως που με βλέπετε σ’ αυτήν την κατάσταση με λέτε ασεβή. Μήπως όμως πολλοί
κακοποιοί δεν καλοπερνούν; Η γνώση σας λοιπόν περί Θεού παραμένει ανθρώπινη. Όπου βλέπετε
βάσανα εκεί λέτε ότι υπάρχει και αμαρτία. Μήπως όμως όποιος ευτυχεί είναι πάντοτε αθώος; Κάθε
άλλο! Ρώτα τα ψάρια. Ακόμη και σ’ αυτά επικρατεί το δίκαιο του ισχυρότερου, αφού το μεγάλο ψάρι
τρώει το μικρό. Ρώτα και τα ερπετά, κι αυτά θα σου πουν το ίδιο. Το ίδιο θα σου πει και η αναίσθητη
γη».
Ο Ιώβ λοιπόν μέσα απ΄αυτόν τον συλλογισμό αποδεικνύει ότι η δυστυχία του δεν είναι
ταυτόχρονα και απόδειξη της αμαρτωλότητάς του. Άρα ο Θεός εκδηλώνει την εξουσία Του με τρόπο
όχι πάντοτε κατανοητό από τους ανθρώπους.

370
Κεφάλαιο δέκατο τρίτο
Ο Ιώβ επιθυμεί να μιλήσει με τον Θεό. Θέλει απευθείας σε Κείνον να υποβάλλει τις
αντιρρήσεις του και τα ερωτήματά του. Οι φίλοι του μέχρι τώρα παρουσιάζονται ως συνήγοροι του
Θεού, αδικώντας όμως τον Ιώβ. Υποστηρίζουν την ενοχή του, την οποία όμως αγνοούν. Προτιμότερο
όμως γι’ αυτούς θα ήταν να σιωπήσουν. Αυτό θα ήταν σοφότερο. Ο ανόητος όταν σιωπά είναι
συμπαθής. Όμως τώρα μιλούν αδιάκριτα. Αυτό το κάνουν για να φανούν ευσεβείς, μεροληπτώντας
υπέρ του Θεού. Η υποκριτική τους όμως αυτή στάση θα τους αποδείξει σύντομα αντί για φίλους σε
εχθρούς του Θεού. Η σοφία τους σύντομα θα γίνει στάχτη που σκορπιέται στον αέρα.
Ό, τι κι αν συμβεί ο Ιώβ θέλει να μιλήσει, θέλει να δικαστεί με τον Θεό. Τι φοβερή
οικειότητα με τον Θεό! Αυτή είναι δείγμα της συμπεριφοράς των αγίων. Ο Ιώβ είναι βέβαιος ότι στο
δικαστήριο θα δικαιωθεί αυτός και όχι οι άδικοι φίλοι του. Συγκατατίθεται να πεθάνει ως ένοχος
αρκεί να βρεθεί κάποιος που να μπορεί να αποδείξει την ενοχή του. (αν ήταν υποκριτής θα
ριψοκινδύνευε;)
«Διατί Κύριε, κρύβεσαι απ’ εμού και με θεωρείς εχθρό σου»; Δύο πράγματα τώρα ζητά: Να
γίνει για λίγο υγιής ώστε να μπορεί ελεύθερος από τους πόνους να απαντήσει στις κατηγορίες που θα
του επισυνάψουν: «Που είναι τα τόσα εγκλήματά μου για τα οποία πάσχω; Μήπως για τις νεανικές
αμαρτίες μου με τιμωρεί ο Θεός; Έθεσες τα πόδια μου σε δεσμά, αφού λεπτολόγησες όλα τα έργα μου
επεδίπλωσες τα αχνάρια των ποδών μου διά της νόσου».
Κεφάλαιο δέκατο τέταρτο
O Ιώβ έχει απορίες και τις εκφράζει: Ο Θεός δημιούργησε τον άνθρωπο για να ζει λίγα
χρόνια επί της γης. Η μηδαμινότητα αυτή του ανθρώπου δεν είναι άξια να παροργίσει τον Κύριο. Ο
Θεός λοιπόν θα έπρεπε να αφήσει τον άνθρωπο να ησυχάσει αυτά τα λίγα χρόνια που έχει στη
διάθεσή του να ζήσει. Ουδεμία ελπίδα δεν υπάρχει μετά τον θάνατο για τον άνθρωπο. Αυτή ήταν
ζοφερά προ της Χάριτος κατάσταση. Πως λοιπόν καταδέχεται ο Θεός να τιμωρεί ένα εφήμερο πλάσμα
όπως ο άνθρωπος;
Ο Ιώβ εκπλήττεται από την προσοχή και την σκληρότητα που επιδεικνύει ο Θεός σε μία τόσο
εφήμερη ύπαρξη. Έτσι ο άγιος παρακαλεί τον Θεό να αφήσει ήσυχο τον άνθρωπο να χαρεί την
βραχεία διάρκεια της ζωής του δίχως βάσανα. Άλλωστε μετά τον θάνατο οι νεκροί δεν ξαναγυρνούν
για να κατοικήσουν και πάλι στην γη. Ο Ιώβ επιθυμεί να πεθάνει τώρα και να ξαναζήσει όταν περάσει
η οργή του Θεού. Δυστυχώς όμως η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική από την επιθυμία του.
Τι πίστευαν όμως άνθρωποι της εποχής του Ιώβ για την μετά θάνατον ζωή; -Γνώριζαν ότι οι
νεκροί στερούνται των προνομίων των ζώντων εν τη γη. Θετικές γνώσεις περί των νεκρών οι Εβραίοι
απέκτησαν τους τελευταίους προχριστιανικούς αιώνες επί των Μακκαβαίων 7,9 και 12,44.
Όλη λοιπόν αυτή η απαισιοδοξία του Ιώβ είναι δικαιολογημένη βάση της αγνωσίας των
συγχρόνων του για την μετά θάνατον ζωή.
Κεφάλαιο δέκατο πέμπτο
Δεύτερος λόγος του Ελιφάζ: Ο Ελιφάζ λαμβάνει και πάλι τον λόγο και λέει πως ο Ιώβ δεν
είναι τόσο σοφός όσο νομίζει, διότι ένας συνετός άνθρωπος δεν εκστομίζει τόσο ανόητους λόγους. Τα
λόγια του είναι βλάσφημα, ο εγωισμός τον παρακινεί να μιλήσει κατά του Θεού. Η κακία του Ιώβ
ωρίμασε και πρέπει να θεριστεί.
Στους μεγαλύτερους μιλά κανείς με σεβασμό, πόσο μάλλον προς τον Θεό προς τον οποίο ο
Ιώβ μίλησε με αναίδεια. Έπαψες να φοβάσαι τον Θεό και γι’ αυτό εσύ ο ίδιος έγινες τώρα κατήγορος
του εαυτού σου. Μήπως είσαι μέλος του θείου συνεδρίου ή έχεις το μονοπώλιο της σοφίας; Ότι
ξέρεις εσύ, το ξέρουμε κι εμείς. Μήπως είσαι τόσο μεγάλος στην ηλικία, ώστε να είσαι προγενέστερος
της των πάντων προτέρας σοφίας; Μη λησμονείς ότι εγώ (Ελιφάζ) είμαι μεγαλύτερος από σένα στην
ηλικία, ούτε κι εμένα δεν ξεπερνάς στα χρόνια.
Πως τόλμησες να προσβάλλεις τον Θεό ενώπιον του Οποίου οι άγγελοι είναι ακάθαρτοι,
πόσο μάλλον οι άνθρωποι. Όλοι οι άνθρωποι είναι ένοχοι ενώπιον του Θεού, άρα και ο Ιώβ. Δεν είσαι
καλύτερος από τους συνανθρώπους σου. Ακόμη και ο ουρανός είναι ακάθαρτος ενώπιον του Θεού.
Εσύ λοιπόν δεν είσαι; Τιμωρείσαι γιατί είσαι ασεβής. Δείγμα άλλωστε της ασέβειάς σου είναι ο
διαφαινόμενος πρόωρος θάνατός σου.
Κεφάλαιο δέκατο έκτο
Είστε κακοί παρηγορητές λέει ο Ιώβ στους φίλους του, μονότονοι και ψεύτες. Αταξία και
ασυδοσία διακρίνει τα λόγια σας, όπως ο κοπανιστός αέρας. Ο Θεός με έκανε σάπιο κατάκοπο,
μωρόν. Εσείς οι φίλοι μου ψεύδεστε λέγοντας ότι είμαι αμαρτωλός. Η πραγματικότητα είναι ότι
δυνάμεις του Θεού ανθρώπινες έπεσαν εναντίον μου, μέσα σ’ αυτές τις δυνάμεις ανήκετε κι εσείς που
αποδειχθήκατε εκ των λεγομένων σας κακοί φίλοι. Ο Θεός είναι μάρτυς της αθωότητάς μου. (πρώτα
είχε την πεποίθηση ότι ο Θεός ήταν αντίπαλός του, τώρα όμως αρχίζει να συνειδητοποιεί ότι είναι ο
μοναδικός του φίλος). Έτσι παρακαλεί και πάλι να δικαστεί ενώπιον του Θεού όπως δικάζεται κανείς
ενώπιον των ανθρώπων για να αποδειχθεί η αθωότητά του. Αυτό πλέον είναι το μόνο πράγμα που

371
ζητά.
Κεφάλαιο δέκατο έβδομο
Κανείς από τους ανθρώπους δεν γνωρίζει για την αθωότητα του Ιώβ. Γι’ αυτό και πάλι
στρέφεται στον Θεό. Δεν εμπιστεύεται κανέναν άλλον πέρα από τον Κύριο. Έχει ισχυρή την
πεποίθησή του ότι τελικά οι ασεβείς (εννοώντας τους φίλους του) θα τιμωρηθούν και η αλήθεια για το
πρόσωπό του θα λάμψει. Ως τότε ο Ιώβ αντιλαμβάνεται ότι δεν μπορεί να κάνει τίποτα περισσότερο
από τον πεθάνει: «Μόνος μου θα κατέλθω εις τάφον και τον Άδην».
Κεφάλαιο δέκατο όγδοο
Ο Βαλδάδ και πάλι (για δεύτερη φορά) πήρε τον λόγο: Μέχρι πότε θα ομιλείς και δεν θα
παύσεις; Σιώπησε για να μιλήσουμε κι εμείς. Διατί ως ανόητα κτήνη εκρατήσαμε σιωπή απέναντί σου;
Ο ασεβής είναι πάντοτε δυστυχής. Αυτός ο ίδιος θα καταστραφεί και μετ’ αυτού η οικογένειά του.
Κατ΄αυτόν ο Ιώβ είναι το πρότυπο της ασέβειας: «Τι λοιπόν; Εάν πεθάνεις εσύ θα μείνει όλος ο
κόσμος έρημος, θα καταστραφούν τα όρη σύριζα;» Έσκασες από το κακό σου, τρως τις σάρκες σου
από τον εγωισμό σου διότι με την διαγωγή σου επέσυρες κατά πάνω σου την Θεία οργή. Το όνομά
σου θα σβήσει και από την μνήμη των ανθρώπων. Αυτή την κατάληξη έχουν όλοι οι αμαρτωλοί και οι
ασεβείς. Απ’ αυτό δεν θα εξαιρεθείς ούτε κι εσύ.
Κεφάλαιο δέκατο ένατο
Ο Ιώβ παραπονιέται για την σκληρή στάση των φίλων του: «Ναι είπα λόγια άπρεπα,
παραφέρθηκα, τα λόγια μου δεν ήταν υπομονετικά των βασάνων μου, όμως μη μεγαλώνετε την ενοχή
μου, θεωρώντας τα βάσανά μου ανάλογα των αμαρτιών μου. Μη το κάνετε αυτό διότι με αδικείτε,
μην υπερηφανεύεστε εις βάρος μου. Ο Κύριος και όχι οι αμαρτίες μου με έκλεισαν σ’ αυτήν την
φυλακή. Είτε πλέον μιλήσω, είτε δεν μιλήσω , δεν πρόκειται να δικαιωθώ. Ο Θεός με πολεμά και
παράλληλα κανείς δεν με λυπήθηκε, ούτε γείτονες, ούτε υπηρέτες, ούτε παλλακίδες (στην
προχριστιανική εποχή επιτρέπονταν η πολυγαμία, οι παλλακίδες αποτελούσαν την δεύτερη σειρά
γυναικών), ούτε η ίδια του η γυναίκα. Το δέρμα μου σάπισε, συγκρατώ με το σφίξιμο των δοντιών
μου τα οστά μου να μην διαλυθούν. Κι εσείς οι φίλοι μου, δεν χορτάσατε στο να με κατηγορείτε;»
Ο Ιώβ επιθυμεί τα λόγια του να μείνουν ανεξίτηλα εις τους αιώνας, να σμιλευτούν αν είναι
δυνατόν ώστε να μην χαθούν. Γιατί; Διότι έχει πεποίθηση στην δικαιοσύνη του Θεού, ο Οποίος τελικά
θα τον αθωώσει. Ο Δίκαιος Θεός από πολέμιος τελικά θα γίνει υπερασπιστής του. Ο Ιώβ τελικά έχει
ισχυρή την πεποίθηση, ότι έστω κι αν πεθάνει, θα δει τον Θεό ανιστάμενος εκ των νεκρών, αφού η
ψυχή του γνωρίζει ότι είναι αθάνατη: «Τότε, όταν τον δω με τα μάτια μου δεν θα είναι πλέον εχθρός
μου».
Εν τέλει ο Ιώβ προειδοποιεί τους φίλους του με θεία τιμωρία αν εξακολουθήσουν να έχουν
τις ίδιες αντιλήψεις για το πρόσωπό του. «Φοβηθείτε το άγνωστο» τους προειδοποιεί ο άγιος, «Όσο
και να προφασίζεστε η αλήθεια είναι φανερή. Τόσα βάσανα είναι δυσανάλογα με την πρότερη ζωή
μου. Κάτι άλλο συμβαίνει και όχι η αμαρτία μου που υποφέρω».
Κεφάλαιο εικοστό
Ο Σωφάρ παίρνει και πάλι (εκ δευτέρου) τον λόγο χωρίς όμως να μεταβάλλει το περιεχόμενο
των λόγων του. Κατ’ αυτόν ο ασεβής δυστυχεί, κι αν ευτυχεί, η ευτυχία του είναι πρόσκαιρη. Η
συμφορά που οπωσδήποτε θα τον βρει είναι σημείο της αμαρτωλότητάς του. η ευτυχία του ασεβούς
ομοιάζει με όνειρο που όταν ξημερώσει κανείς πλέον δεν το θυμάται.
Ο Σωφάρ ελλείψει επιχειρημάτων δεν απαντά στα επιχειρήματα του Ιώβ.
Κεφάλαιο εικοστό πρώτο
Ο Ιώβ απαντά στον Σωφάρ και ταυτόχρονα και στους υπόλοιπους: «Προσέξτε αυτά που θα
σας πω διότι θα σας καταπλήξουν τα λόγια μου. Κι όμως! Οι ασεβείς ευτυχούν, προικίζονται σ΄αυτήν
τη ζωή με μακροζωία και αγαθά. Καμιά θεομηνία δεν τους καταβάλλει. Απολαμβάνουν την
πολυτεκνία και την μακροημέρευσή τους πάνω στη γη. Ο Θεός δεν επεμβαίνει στη ζωή τους παρόλη
την αυθάδεια που τους διακρίνει. Πως λοιπόν εσείς λέγετε ότι οι ασεβείς τιμωρούνται και οι ευσεβείς
ευτυχούν; Όλα αυτά που σας λέω τα μαρτυρούν κοσμογυρισμένοι άνθρωποι των οποίων τα μάτια
είδαν πολλά. Και μη νομίζετε ότι στο τέλος της ζωής τους οι ασεβείς τιμωρούνται, ούτε κι αυτό
συμβαίνει. Τον θάνατό τους ακολουθούν επικήδειες τιμές, τους χτίζουν μαυσωλεία, άλλωστε οι ίδιοι
οι ασεβείς είχαν μεριμνήσει προ του θανάτου τους για την πλούσια ταφή τους. Εις μάτην λοιπόν με
συμβουλεύετε κούφα πράγματα λέγοντας ότι τάχατις πας ευσεβής ευτυχεί και πας ασεβής δυστυχεί.
Ουδεμία λοιπόν παρηγοριά δεν παίρνω από τα λόγια σας.
Κεφάλαιο εικοστό δεύτερο
Ο Ελιφάζ παίρνει εκ τρίτου τον λόγο και λέει: «Ο Θεός κυβερνά δίκαια τον κόσμο. Είναι
μάταιο κανείς να αμφιβάλλει για την δικαιοσύνη Του. Ο Θεός είναι πηγή σοφίας. Δεν έχει ανάγκη από
κανέναν για τον συμβουλέψει. Ο Θεός δεν έχει κανέναν λόγο για να ενεργήσει άδικα. Συνεπώς
κανέναν δεν αδικεί. Μήπως λοιπόν επειδή είσαι θεοφοβούμενος γι’ αυτό σε αποδοκιμάζει Ιώβ; Κύψε
καλύτερα τον αυχένα σου και ομολόγησε το αμάρτημά σου για να σωθείς. Στη ζωή σου υπήρξες

372
άδικος, λάμβανες ενέχυρα απ’ αυτούς που δάνειζες, ούτε νερό δεν έδινες στους φτωχούς. Άφησες τις
χήρες και τα ορφανά αβοήθητα. Για όλα αυτά τιμωρείσαι. Πάψε λοιπόν να υπερηφανεύεσαι ότι
τάχατις είσαι δίκαιος». Βαριές οι κατηγορίες του Ελιφάζ!...
Κεφάλαιο εικοστό τρίτο
Ο Ιώβ παίρνει τον λόγο όμως εξ’ αρχής δεν απαντά στις βαρύτατες κατηγορίες του Ελιφάζ:
«Τις εντολές του Θεού τις φύλαξα στο βάθος της καρδιάς μου, ως πολύτιμο αντικείμενο στον κόρφο
μου έθεσα τον νόμο του Θεού από το πολύ προς Αυτόν σεβασμό. Όμως οι οδοί του Κυρίου είναι
ανεξερεύνητοι, κανείς δεν μπορεί να τον ελέγξει, αν θελήσει να με καταδικάσει ποιος μπορεί να τον
εμποδίσει; Με ξάφνιασε, με αιφνιδίασε, με τάραξε. Όμως παρόλα αυτά ο Κύριος γνωρίζει ότι με την
δοκιμασία αυτή με καθάρισε όπως καθαρίζεται ο χρυσός διά πυρός».
Κεφάλαιο εικοστό τέταρτο
Ο Ιώβ συνεχίζει τις σκέψεις του: «Ο Θεός θα έπρεπε να κυβερνά έτσι τον κόσμο ώστε να
επικρατεί δικαιοσύνη στη γη. Αυτό όμως δεν συμβαίνει. Οι ασεβείς ανενόχλητοι αρπάζουν τις
περιουσίες των φτωχών, τον όνον των ορφανών και τον βουν της χήρας. Οι αδύνατοι και
κατατρεγμένοι για να αποφύγουν τον ζυγό της δουλείας αυτοεξορίζονται από την πατρίδα τους. Οι
άρπαγες της γης ανενόχλητοι θερίζουν εκεί όπου δεν έσπειραν. Φαίνεται πως ο Θεός δεν πρόσεξε τα
ανομήματά τους διότι όλα αυτά έγιναν στο σκοτάδι. Ας συντριβεί πας άδικος όπως το άχρηστο ξύλο,
όπως το άκαρπο δέντρο. Εάν αυτά που σας είπα δεν είναι αληθινά, τότε ας μου αποδείξει κάποιος ότι
αυτά είναι ψέματα και ας αναιρέσει τα λόγια μου. Ας έλθει»!
Κεφάλαιο εικοστό πέμπτο
Ο Βαλδάδ ελλείψει επιχειρημάτων επαναλαμβάνει τα ίδια. Η απάντησή του θα μπορούσε να
πει κάποιος ότι είναι εκτός τόπου και χρόνου: «Ποιος είναι καθαρός και δίκαιος ενώπιον του Θεού;
Κανείς». Επανάληψη άτοπου επιχειρήματος.
Κεφάλαιο εικοστό έκτο
Ο Ιώβ ειρωνεύεται τον Βαδάδ: «Τι, παίρνεις το μέρος του Θεού; Μήπως μπορείς να τον
βοηθήσεις; Ποιον θέλεις να συμβουλέψεις; Την Αυτοσοφία; Ο Θεός δεν έχει ανάγκη από την
δικηγορία σου, άλλωστε Αυτός είναι η πηγή της υπάρξεώς σου και την πνοής σου. Ασφαλώς τίποτα
δεν διαφεύγει από την προσοχή του Θεού. Κανένα σύννεφο δεν βρέχει αν δεν το επιτρέψει ο Κύριος.
Τίποτα δεν διαφεύγει από το άγρυπνο βλέμμα Του. Και ο Άδης ακόμη είναι ορατός και ανοιχτός
μπροστά Του. όλο το σύμπαν το οικοδόμησε άνευ υλικού στηρίγματος. Ο Παντοδύναμος Κύριος
έθεσε στην θάλασσα όριο, διαχώρισε το σκοτάδι από το φως. Αυτός είναι Εκείνος που γαληνεύει και
φουρτουνιάζει τα κύματα της θαλάσσης όποτε θέλει. Και όλα αυτά που είπα είναι ένα μόνο μέρος των
ενεργειών Του. Την πανσθενή βροντή της παντοδυναμίας Του ποιος μπορεί να ακούσει όταν ηχήσει»;
Κεφάλαιο εικοστό έβδομο
O Ιώβ συνεχίζει τον μονόλογό του αφού όπως φαίνεται επικράτησε σιγή και κανείς από τους
φίλους του δεν πήρε τον λόγο: «Εγώ είμαι αθώος και δεν θα πάψω μέχρι την τελευταία μου πνοή να
διακηρύττω την αθωότητά μου. Άδικοι είστε εσείς που άδικα με καταδικάστε με τα λόγια σας. Η
συνείδησή μου είναι ήσυχη και αυτή είναι που μαρτυρεί για την αθωότητά μου. Ούτε ο άνθρωπος,
ούτε η τύχη, ούτε η σύμπτωση κυβερνά τον κόσμο, αλλά ο Θεός. Ξέρετε ποια είναι η διαφορά του
πάσχοντος ασεβούς, από του πάσχοντος ευσεβούς; Ο ασεβής ουδεμία ελπίδα έχει στον Θεό σε
αντίθεση με τον ευσεβή που όλες τις ελπίδες του τις έχει εναποθέσει σον Κύριο. Εσείς οι φίλοι μου
που με αδικήσατε δεν πρέπει να περιμένετε κανένα καλό στη ζωή σας, απεναντίας πρέπει να φοβάστε
τις επερχόμενες συνέπειες που ο Κύριος θα σας στείλει».
Κεφάλαιο εικοστό όγδοο
Ο Ιώβ συνεχίζει: «Ο άνθρωπος με την δική του σοφία βρίσκει τους θησαυρούς της γης.
Βρίσκει τον χρυσό, τον άργυρο, τον κασσίτερο και άλλους πολύτιμους λίθους. Για να τα βρει όλα
αυτά εξερευνά στα βάθη της γης εκεί όπου υπάρχει σκότος βαθύ και αυτή ακόμη η σκιά του θανάτου.
Κι όμως, δεν τον πειράζει όσο κόπο κι αν καταβάλλει για τα βρει. Που φτάνει η επιθυμία των επίγειων
θησαυρών!
Όμως η αληθινή σοφία παραμένει άγνωστη στον άνθρωπο. Ο άνθρωπος δεν γνωρίζει για την
σοφία του Θεού. Δεν γνωρίζει το πως ο Θεός κυβερνά τον κόσμο, πως δοκιμάζει τους δικαίους και
τιμωρεί τους ασεβείς. Η σοφία αυτή δεν αγοράζεται όσα κι αν κανείς προσφέρει για να την αγοράσει.
Η σοφία του Θεού είναι απρόσιτη στους ανθρώπους δεν μπορεί κανείς να την συναντήσει
ούτε στη γη ούτε στους απέραντους αβύσσους. Μόνον ο Θεός γνωρίζει που κατοικεί αυτή η σοφία
διότι Αυτός καθόρισε την πορεία της. Διά της σοφίας αυτής ο Θεός κατασκεύασε τον κόσμο. Η Θεία
Πανσοφία ζυγίζει τους ανέμους και μετρά τις σταγόνες της βροχής. Πόση αρμονία βασιλεύει στο
σύμπαν!
Ο άνθρωπος μη δυνάμενος να κατανοήσει την Θεία σοφία, να τι πρέπει να κάνει: Να σέβεται
τον Θεό. Η ανώτερη επιστήμη για τον άνθρωπο είναι να απέχει από τις κακές πράξεις.
Κεφάλαιο εικοστό ένατο

373
Ο Ιώβ ενθυμείται στο παρελθόν, ποίας υπολήψεως απολάμβανε από τους ανθρώπους προ του
μεγάλου του πειρασμού: «Ακόμη και οι δρόμοι μου ήταν πλήρεις αγαθών. Απολάμβανα μεγάλης
τιμής από τους συμπολίτες μου. Γέροντες συκωνόντουσαν όρθιοι όταν εγώ παρίσταντο. Οι άρχοντες
και οι προύχοντες της πόλεως ζητούσαν τις συμβουλές μου. Η αιτία αυτού του σεβασμού ήταν επειδή
έδειχνα έλεος προς τους δυστυχείς, βοηθούσα τους φτωχούς και τους τυφλούς στον δρόμο τους.
Υπερασπιζόμουν τον δίκαιο απ’ αυτούς που αδικούνταν. Κανείς δεν με διέκοπτε όταν μιλούσα, ο
λόγος μου ήταν πλήρης και γι’ αυτό ουδείς είχε να προσθέσει κάτι στα λόγια μου. Ένα βλέμμα μου,
μια χειρονομία, έναν μορφασμό μου δεν τον άφηναν να πέσει στη γη».
Κεφάλαιο τριακοστό
«Τώρα με περιγελούν άνθρωποι ελάχιστης κοινωνικής αξίας. Άνθρωποι ανίκανοι να
διεκπεραιώσουν οποιαδήποτε εργασία. Αυτοί που ήταν κατάξηροι από την αθλιότητα και την πείνα.
Τώρα έγινα περίγελος του περιεχομένου του τραγουδιού τους. Με έπτυσαν , με έβρισαν κατά
πρόσωπο. Η συμπεριφορά τους αυτή έγινε κατά παραχώρηση του Θεού. Ο Κύριος αφού μου έβαλε
παγίδες και με λήστεψε, με τα βέλη του με πλήγωσε. Οι πόνοι μου τώρα είναι τρομεροί, τα νεύρα μου
παραλύουν, ύπνος δεν κλείνει τα βλέφαρά μου. Ο Θεός με έπιασε από τον γιακά και με χτύπησε κατά
γης. Το δέρμα μου έγινε σαν λάσπη και σαν στάχτη. Ο Θεός πλέον δεν μ’ ακούει. Κάποτε άλλους εγώ
παρηγορούσα στην δυστυχία τους, τώρα εμένα κανείς δεν παρηγορεί. Ενώ έκανα τόσες αγαθοεργίες,
με βρήκαν μέρες κακές. Τώρα κραυγάζω όπως οι νυκτικόρακες και οι στρουθοκάμηλοι. Οι κραυγές
μου είναι ακατάπαυστες. Το σώμα μου μαύρισε από την κάψα της ζέστης. Το άλλοτε χαρμόσυνο
τραγούδι μου μεταβλήθηκε τώρα σε κλαυθμηρό θρήνο».
Κεφάλαιο τριακοστό πρώτο
Ο Ιώβ αποδεικνύει την αθωότητά του: «Ουδέποτε επιθύμησα παρθένα υποκύπτοντας στο
αμάρτημα της οφθαλμοπορνείας. Ποτέ δεν συναναστράφηκα με γελωτοποιούς. Αν ποτέ μου μοίχευσα
και η δική μου η γυναίκα ας μοιχεύσει με άλλον άνδρα. Ήμουν πάντοτε δίκαιος με τους υπηρέτες μου.
Δεν αδιαφόρησα για τους ενδεείς. Αμέσως τους έντυσα. Δεν θεοποίησα τα κτίσματα, ούτε τον ήλιο
και την σελήνη. Ποτέ μου δεν στήριξα τις ελπίδες μου στον πλούτο. Ποτέ μου δεν αισθάνθηκα
χαιρεκακία κατά των εχθρών μου. Ούτε εσωτερικώς, ούτε εξωτερικώς χαιρεκάκησα. Δεν ντράπηκα
ποτέ να ομολογήσω δημοσίως τα αμαρτήματά μου. Ποιος θα ακούσει όμως την δίκαιη φωνή μου; Και
αυτή την θεία δικαιοσύνη δεν την φοβάμαι. Ποτέ μου δεν πίεσα τους χρεωφειλέτες μου για να με
ξοφλήσουν. Το αντίθετο, έσκισα το χαρτί του αναξιοπαθούντος χρεοφειλέτου μου χωρίς να λάβω
τίποτα απ’ αυτόν». Ο Ιώβ έπειτα απ’ αυτά σιώπησε.
Κεφάλαιο τριακοστό δεύτερο
Από το μηδέν εμφανίζεται ξαφνικά στη συζήτηση ο Ελιούς. Ο Ελιούς δεν δίνει όπως θα
δούμε παρακάτω κάποια νέα πτυχή, ή καινούρια επιχειρήματα στο ζήτημα του Ιώβ. Αποτελεί όμως
πρόδρομο της Θείας επεμβάσεως που θα ακολουθήσει. Επεμβαίνει στη συζήτηση για δύο λόγους.
Πρώτον διότι «οργίσθη» ακούγονταν τον Ιώβ να παριστάνει τον δίκαιο και άμεμπτο και δεύτερον
διότι οι τρεις φίλοι του Ιώβ δεν εξέθεσαν σωστά τα πράγματα όπως ο ίδιος θεωρεί. Ο Ελιούς θεωρεί
τον εαυτό του «εκ του Θεού απεσταλμένο» και γι’ αυτό έχει μεγάλη αυτοπεποίθηση ότι αυτά που θα
πει είναι τα λόγια του Θεού: «Θα πω την αλήθεια, μόνον την αλήθεια χωρίς να μεροληπτήσω
καθόλου. Αν δεν την πω ας με φάγουν οι σκώληκες στον τάφο».
Κεφάλαιο τριακοστό τρίτο
Πρώτος λόγος του Ελιούς: «Οι λόγοι μου εξέρχονται από καρδία καθαρά. Τα λόγια μου είναι
εμπνευσμένα από τον Θεό. Ο Θεός όταν δημιούργησε τον άνθρωπο δεν του έδωσε μόνο πνοή αλλά
και σοφία. Εσύ Ιώβ ισχυρίστηκες ότι ο Θεός σκληρά σε τιμώρησε και ότι αυτό δεν αρμόζει στον
Δίκαιο Θεό. Είπες επίσης ότι είσαι καθαρός από βαριές αμαρτίες και ότι ο Θεός αδίκως δεν ακούει τα
δίκαιά σου παράπονα. Όμως ο Κύριος ομιλεί στον άνθρωπο με διαφορετικό τρόπο στον καθένα.
Η αμαρτία φέρει και σωματικά συμπτώματα όπως ασθένειες και θλίψεις. Εάν όμως ο
αμαρτωλός μετανοήσει τότε θα ιαθεί, θα αποκτήσει και πάλι υγεία νεανική».
Ο Ελιούς καλεί τον Ιώβ να τον ακούσει προσεκτικά, να σιωπήσει και στο τέλος να
απολογηθεί: «Άκουσέ με και θα σε διδάξω». Αλαζονικά φέρεται ο Ελιούς μάλλον λόγω του
ενθουσιασμού του νεαρού της ηλικίας του.
Κεφάλαιο τριακοστό τέταρτο
Δεύτερος λόγος του Ελιούς: «Τόσο εύκολα καταφέρεσαι Ιώβ κατά του θεού, όσο εύκολα
πίνεις το νερό σου. Μα δεν καταλαβαίνεις ότι για να χλευάζεσαι τόσο έντονα και τόσο πολύ από τον
Κύριο και από τους ανθρώπους, σίγουρα δεν είσαι αθώος, αλλά οπωσδήποτε ένοχος. Δεν
καταλαβαίνεις ότι όταν λες ότι είσαι δίκαιος δίνεις θάρρος στις ασεβείς σκέψεις των κακών; Ο Θεός
αποδίδει εις έκαστον ότι του αρμόζει, αδύνατον είναι ο Θεός να αδικήσει κάποιον, πρώτον γιατί είναι
ο Δημιουργός του κόσμου και για να συντηρήσει τον κόσμο πρέπει να είναι δίκαιος και δεύτερον διότι
αν ο δικαστής αδικεί, τότε σίγουρα έχει κάποιο συμφέρον. Ο Θεός όμως τι έχει να ωφεληθεί αν
αδικήσει κάποιον;

374
Ιώβ μη θέλεις μόνο να συμβουλεύεις, άκου και την συμβουλή άλλου. Πως θα ωφεληθείς από
τον Θεό τον Οποίο εσύ θεωρείς άδικο; Ασεβής είναι όποιος αρνείται την εποπτεία του Θεού. Ο Θεός
δεν προσωποληπτεί, δεν μεροληπτεί, δεν αδικεί δεν φοβάται κανέναν. Δεν χρειάζεται να δει κάποιον
πολλές φορές για να τον γνωρίσει, και μια ματιά του είναι αρκετή.
Μήπως Ιώβ για να σε κρίνει ο Θεός πρέπει πρώτα να πάρει την δική σου έγκριση ή μήπως θα
εγκρίνει ότι εσύ κρίνεις ως σωστό; Πρόσεχε Ιώβ, διότι η δοκιμασία σου θα συνεχιστεί, αν συνεχίσεις
να σκληρύνεσαι προς το κακό».
Κεφάλαιο τριακοστό πέμπτο
Τρίτος λόγος του Ελιούς: «Του ανθρώπου η κακία ή η αρετή, ούτε βλάπτει, ούτε ωφελεί τον
Θεό. Ωφέλιμη ή επιβλαβής είναι στον εαυτό του και στον πλησίον του. Πολλοί είναι αυτοί
προσεύχονται στον Θεό, όμως των περισσοτέρων η προσευχή δεν είναι προσευχή αλλά κραυγή.
Αυτοί προσεύχονται μόνον όταν τους βρουν οι θλίψεις. Όμως ο Θεός δεν τους ακούει, είναι ανάξιοι
προσοχής. Ο Θεός ακούει μόνον την προσευχή που ζητά χάρη». Συνεπώς κατά τον Ελιούς ο Ιώβ
μόνον φλυαρεί λέγοντας λόγια περιττά και βαριά.
Κεφάλαιο τριακοστό έκτο
Τέταρτος λόγος του Ελιούς: «Ο Θεός είναι υπέρτατος εξουσιαστής κανείς δεν μπορεί να τον
αγάγει σε δίκη. Είναι ανεξάρτητος, απόλυτος, ανεξέλεγκτος. Τα μεγάλα έργα των μεγάλων ανδρών κι
αυτά δικά Του είναι. Μη κρίνεις λοιπόν και μη κατακρίνεις τα έργα του Κυρίου. Ο Θεός είναι
απέραντος, τον γνωρίζουμε όσο δυνάμεθα, είναι ακατάληπτος, αιώνιος, αῒδιος. Εμείς απεναντίας
είμαστε θνητοί και πρόσκαιροι πώς να τολμήσουμε να τον αντιμετωπίσουμε; Ο Θεός ενεργεί με τρόπο
ακατάληπτο προς εμάς».
Κεφάλαιο τριακοστό έβδομο
Το κεφάλαιο αυτό αποτελεί συνέχεια του 36ου μιας που συνεχίζονται οι περιγραφές ουρανίων
φαινομένων με σκοπό να φανεί το μεγαλείο του Δημιουργού. Ο Ελιούς καλεί τον Ιώβ να δει τα
φαινόμενα αυτά ώστε να κατανοήσει την σοφή διακυβέρνηση του Θεού. Αν αυτά δεν κατανοεί ο Ιώβ
πώς και με τι θράσος ζητά να συζητήσει με τον Θεό; «Μήπως μαζί με τον Θεό στερέωσες τους
ουρανούς Ιώβ»; Συμπέρασμα: Ας παύσουμε να φλυαρούμε. Δεν δυνάμεθα να ατενίσουμε με γυμνό
οφθαλμό το ηλιακό φως και θα εξετάσουμε αυτόν τον Κύριο; Μήπως ο Θεός δεν ακούει την φωνή
των αδικουμένων; Μάταια λοιπόν τα λόγια του Ιώβ και των τριών φίλων του, πάντα κατά τον Ελιούς.
Κεφάλαιο τριακοστό όγδοο
Η δοκιμασία του Ιώβ εγγίζει στο τέλος της. Πριν όμως τελειώσει, ο Θεός θέλει να δώσει
στον δούλο του το τελευταίο του μάθημα. Ο Ιώβ ζήτησε να δικαστεί με τον Θεό. Να! Ο Υπέρτατος
Κριτής παρουσιάζεται!
«Που ήσουν Ιώβ όταν θεμελίωσα τον κόσμο και έθεσα τους νόμους του; Ποια γνώση έχεις
περί του φωτός, για τα βάθη των ωκεανών, για τον Άδη, για την ευρεία έκταση της γης, για τα χιόνια,
για το χαλάζι, για την βροχή, την αστραπή, τον κεραυνό και την παγωνιά; Ποια δύναμη μπορείς να
ασκήσεις Ιώβ πάνω στα αστέρια και στους αστερισμούς; Δύνασαι να δώσεις τροφή στον λέοντα η
στον κόρακα; Η απάντηση σε όλα αυτά είναι γνωστή. Όχι. Ο άνθρωπος δεν μπορεί να παράγει ούτε
μία σταγόνα δροσιάς, πως μπορεί να κρίνει τον Θεό;
Μήπως Ιώβ μπορείς να αλλάξεις την τροχιά των αστεριών; Θα σε υπακούσουν τα σύννεφα ή
θα τρομάξει η βροχή αν εσύ μιλήσεις; Θα σε υπακούσει ο κεραυνός; Σε μένα όμως υπακούει! Μήπως
εσύ μεριμνάς για την τροφή των άγριων θηρίων της γης»;
Κεφάλαιο τριακοστό ένατο
Ο Θεός συνεχίζει τον λόγο Του. Μιλά στον Ιώβ για τα ελάφια, τους άγριου όνους, τις
στρουθοκαμήλους, τους πελαργούς, τους πολεμικούς ίππους, τους αετούς. Ο άνθρωπος δεν κατανοεί
τον λόγο της δημιουργία των δεν καταφέρεται όμως και κατά του Δημιουργού. Ο Θεός μεριμνά και
προνοεί για τα πλέον άγρια και απομακρυσμένα ζώα του πλανήτη.
«Μήπως μπορείς Ιώβ να κάνεις να σε υπηρετήσει ο ρινόκερος και να τον χρησιμοποιήσεις
για τις γεωργικές σου εργασίες; Εξυπακούεται όχι. Αυτός όμως σε μένα υπακούει. Η στρουθοκάμηλος
είναι ένα ανόητο ζώο δεν έχει προικιστεί με μητρικό ένστικτο. Γεννά και παρατά τα αυγά της στο
χώμα εκτεθειμένα στους διαβάτες και στα άγρια θηρία. Όμως Εγώ φροντίζω για την εκκόλαψη και
την διατροφή των μικρών της. Αυτά είναι μυστηριώδη πράγματα που ο άνθρωπος δεν μπορεί να
εξηγήσει. Αλλά ας μην πάμε μακριά. Ας δούμε τα πολεμικά άλογα. Αυτά είναι τόσο θαρραλέα, ώστε
κι αν ακόμη οργιάζουν εναντίον τους τα ξίφη, αυτά δεν επηρεάζονται και προχωρούν ατρόμητα προς
την μάχη». Γιατί; Γιατί έτσι ο Θεός τα προίκισε!
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό
Δεύτερος λόγος του Θεού: Ο Ιώβ είχε πολλές φορές υποτιμήσει τις κρίσεις του Θεού λόγω
της δυστυχίας του. Δεν έπρεπε όμως να κατηγορήσει τον Θεό με σκοπό να υπερασπιστεί τον εαυτό
του.
«Νομίζεις ότι ο λόγος του να σου φερθώ όπως σου φέρθηκα ήταν άλλος από το να φανεί η

375
αρετή σου; Όχι». Αυτή είναι η σπουδαιότερη απάντηση του Θεού σε όλα τα ερωτήματα που είχε ο
Ιώβ και ως εκ τούτου πολύ ικανοποιητική για τον ίδιο.
Ο Θεός όμως συνέχισε τον λόγο Του με τόνο ειρωνικό αυτή τη φορά: «Ενδύσου δύναμιν και
ύψος, θεία δόξα και τιμή και κυβέρνησε τον κόσμο. Στείλε τους αγγελιοφόρους χρησιμοποιώντας
αυστηρό τόνο, ταπείνωσε κάθε υβριστή και περήφανο. Εξαφάνισε τον εγωιστή, κάνε ώστε να
σαπίσουν αμέσως οι ασεβείς, αν μπορείς. Ταπείνωσε αυτούς όχι έναν και δύο αλλά όλους ταυτόχρονα
αν μπορείς. Τότε θα ομολογήσω ότι δύναται η δεξιά σου να κυβερνήσει τον κόσμο καλώς, επομένως
και να κρίνεις πράγματα. Αλλά τι λέγω ολόκληρο τον κόσμο, κυβέρνησε μόνο δύο μεγαθήρια τον
ιπποπόταμο και τον κροκόδειλο. Τον ιπποπόταμο μόνο ουράνια πνεύματα, άγγελοι μπορούν να τον
δαμάσουν. Το μεγαθήριο τούτο είναι αριστούργημα του Κυρίου».
Τι θέλει να πει ο κύριος με τον τελευταίο αυτόν λόγο; -Ότι αν ένα απλό κτίσμα εμπνέει τόση
φρίκη στον άνθρωπο και τον καθιστά ανήμπορο και ανίκανο να το κυβερνήσει ποιος θα τολμήσει να
αντιμετωπίσει τον Θεό;
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό πρώτο
Ο Θεός σε κανέναν δεν είναι οφειλέτης και δεν είναι υποχρεωμένος να κάνει σε κανέναν
δωρεές. Όλος ο κόσμος είναι δικός Του. Ουδείς δύναται να δικαστεί μαζί Του και οπωσδήποτε
κανένας υπερήφανος δε θα μείνει ατιμώρητος.
Ας θαυμάσουμε την δύναμη που έχει ένα μεγαθήριο της γης όπως ο κροκόδειλος και ο
ιπποπόταμος. Κανένας δεν μπορεί να τα αντιμετωπίσει και να τα υποτάξει. Παρόλα αυτά τέτοιου
είδους ζώα δεν προσφέρουν τίποτα το ωφέλιμο στον άνθρωπο. Ο άνθρωπος δεν μπορεί ως εκ τούτου
να εξηγήσει τον σκοπό ύπαρξης αυτών των θηρίων, όμως παρόλα αυτά τα θαυμάζει ως
αριστουργήματα τέχνης και δυνάμεως του Θεού. Ο άνθρωπος λοιπόν δεν πρέπει τα πάντα να τα μετρά
με ανθρώπινα κριτήρια.
Με αυτόν τον τρόπο θα πρέπει να σκέφτεται και για τα ανθρώπινα μεγαθήρια δηλαδή τους
ασεβείς. Υπάρχουν μέσα σε μια ανθρώπινη κοινωνία και οι αδάμαστοι ασεβείς που όμως και αυτοί
βρίσκονται στα χέρια του Θεού όπως ο ιπποπόταμος και ο κροκόδειλος.
Κεφάλαιο τεσσαρακοστό δεύτερο
Ο Ιώβ ομολογεί την Θεία Παντοδυναμία. Αναγνωρίζει ότι πίσω από την δοκιμασία του
υπήρχε το Θείο σχέδιο: «Ποιος είναι εκείνος ο οποίος το σχέδιο με την ανοησία σκοτίζει!
Αναγνωρίζω ότι εκφράστηκα χωρίς να καταλαβαίνω πράγματα αξιοθαύμαστα για μένα, τα οποία δεν
κατανόησα. Δεν είμαι τίποτα».
Ο Κύριος καταδίκασε την κρίση των τριών φίλων του Ιώβ, όχι όμως και τον Ελιούς διότι
αυτός τόνισε το ανεξέλεγκτον της Θείας φύσεως όπως άλλωστε το ίδιο έκανε λίγο αργότερα και ο
ίδιος ο Κύριος. Γεννάται όμως το εξής ερώτημα: -Ο Κύριος καταδίκασε τους τρεις φίλους του Ιώβ οι
οποίοι θεωρούσαν τον Θεό ως δίκαιο κριτή, ενώ ο Ιώβ ως ανεξέλεγκτο κυρίαρχο και δικαστή. Γιατί
λοιπόν ο Θεός καταδίκασε τους τρεις φίλους;
Α) Οι τρεις φίλοι αδίκησαν τον Ιώβ θεωρώντας τον άδικο και αμαρτωλό.
Β) Οι τρεις φίλοι θέλουν τον Θεό ως εξαρτημένο άμεσα από την συμπεριφορά των
ανθρώπων. Μισθαποδοσία: έκανα κάτι καλό τώρα πλήρωσε με ή το αντίθετο. Ο Ιώβ όμως θεωρεί τον
Θεό ως ανεξέλεγκτο και μη ερμηνεύσιμο, πράγμα ορθότερο και εγγύτερο προς την φύση του Θεού.
Γ) Οι φίλοι του Ιώβ αμάρτησαν όχι με έργα, αλλά με λόγια και σκέψεις διότι επέμειναν στις
απόψεις τους πεισματικά.
Το βιβλίο κλείνει περιγράφοντας συνοπτικά την εξέλιξη που πήραν τα πράγματα μετά την
Θεία εμφάνιση: Κατ’ εντολήν του Θεού ο Ιώβ προσευχήθηκε και θυσίασε στον Θεό υπέρ των φίλων
του οι οποίοι διά του δικαίου έτυχαν της Θείας συγχωρήσεως.
Ο Ιώβ ιάθηκε πλήρως, απόκτησε και πάλι την περιουσία του αλλά αυτή τη φορά την
διπλάσια σε αξία. Απόκτησε και πάλι όπως και πριν επτά γιους και τρεις θυγατέρες και απέθνησκε
πλήρης ημερών σε ηλικία 240 ετών απολαμβάνοντας της Θείας και της ανθρώπινης τιμής.

376
Πρωτοπρεσβυτέρου Μιχαήλ Δ. Στεφάνου

ΟΙ ΨΑΛΜΟΙ
ΤΗΣ ΠΑΛΑΙΑΣ
ΔΙΑΘΗΚΗΣ
(Μεθ’ ερμηνευτικών σχολίων)

Περιπατητής 2017

Πρόλογος
Όλοι οι ψαλμοί είναι 150. Δεν ανήκουν όμως όλοι στον Δαυίδ:
Οι ψαλμοί 1-40 ανήκουν στον Δαυίδ.
Οι ψαλμοί 41-70 ανήκουν στον Δαυίδ αλλά και στους απογόνους του Κορέ.
Οι ψαλμοί 72-88 ανήκουν κυρίως στον Ασάφ.
Οι ψαλμοί 89-105 ανήκουν στον βασιλέα Εζεκία.
Οι ψαλμοί 106-150 ανήκουν πιθανόν στους Έσδρα και Νεεμία.
Ο Καλβίνος γράφει ότι οι ψαλμοί είναι ανατομία των μελών της ψυχής.
Αξίζει λοιπόν ο κάθε άνθρωπος να τους μελετήσει και να εντρυφήσει στο
περιεχόμενό τους.
Ψαλμός πρώτος (α΄)

377
«Μακάριος ανήρ»
Μακάριος ανήρ, ός ουκ επορεύθη εν βουλή ασεβών και εν οδώ
αμαρτωλών ουκ έστη και επί καθέδρα λοιμών ουκ εκάθισεν. Αλλ΄ ή εν τω
νόμω Κυρίου το θέλημα αυτού και εν τω νόμω αυτού μελετήσει ημέρας
και νυκτός. Και έσται ως το ξύλον το πεφυτευμένον παρά τας διεξόδους
των υδάτων, ό τον καρπόν αυτού δώσει εν καιρώ αυτού και το φύλλον
αυτού ουκ απορρυήσεται και πάντα, όσα αν ποιεί, κατευοδωθήσεται. Ούχ
ούτως οι ασεβείς, ούχ ούτως· αλλ΄ ή ωσεί χνούς, όν εκρίπτει ο άνεμος
από προσώπου της γης. Δια τούτο ουκ αναστήσονται ασεβείς εν κρίσει,
ουδέ αμαρτωλοί εν βουλή δικαίων. Ότι γινώσκει Κύριος οδόν δικαίων και
οδός ασεβών απολείται.

Ο ψαλμός αυτός είναι ανεπίγραφος. Ανήκει ή στον Δαυίδ ή στον Σολομώντα.


Ομιλεί περί της μακαριότητας την οποία κάθε άνθρωπος ποθεί να αποκτήσει.
Ο άνθρωπος κινείται προς το κακό, συχνά προσκολλάται σ’ αυτό και
σκληρύνεται η καρδία του, κάτι που όμως ο ευσεβής αποφεύγει. Επομένως
ευτυχισμένος είναι εκείνος ο οποίος δεν πορεύεται σύμφωνα με τις σκέψεις, τις
θελήσεις και τις συμβουλές των ασεβών. Δεν συνάπτει φιλίες με ασεβείς, δεν
παρακάθεται σε συγκεντρώσεις διεφθαρμένων ανθρώπων. Σε έναν τέτοιο άνθρωπο
όλα τα έργα των χειρών του κατευοδούνται, επιτυγχάνουν, διότι ευλογούνται από τον
Θεό. Αντιθέτως ο ασεβής θα εξαφανιστεί όπως ένα χνούδι, ένα μικρό αχυράκι στον
άνεμο. Αντιθέτως ο ευσεβής παρομοιάζεται με αειθαλές δέντρο καλά στερεωμένο
στη γη. Οποία αντίθεσις!
Οι ευσεβείς τελικά θα δικάσουν τον κόσμο, θα είναι μάρτυρες κατά των
ασεβών και σύνεδροι του Μεγάλου Κριτού κατά την μέλλουσα κρίση. Ο Κύριος
όλους τους γνωρίζει, καλούς και κακούς, όμως τους κακούς στο τέλος θα τους
εγκαταλείψει : «Ουκ οίδα υμάς».
Ψαλμός Δεύτερος (β΄)
Ινατί εφρύαξαν έθνη και λαοί εμελέτησαν κενά; Παρέστησαν οι βασιλείς της γης και οι
άρχοντες συνήχθησαν επι το αυτό κατά του Κυρίου και κατά του χριστού αυτού. Διαρρήξωμεν τους
δεσμούς αυτών και απορρίψωμεν αφ΄ ημών τον ζυγόν αυτών. Ο κατοικών εν ουρανοίς εκγελάσεται
αυτούς και ο Κύριος εκμυκτηριεί αυτούς. Τότε λαλήσει προς αυτούς εν οργή αυτού και εν τω θυμώ
αυτού ταράξει αυτούς. Εγώ δε κατεστάθην βασιλεύς υπ΄ αυτού επί Σιών όρος το άγιον αυτού,
διαγγέλλων το πρόσταγμα Κυρίου. Κύριος είπε προς με· υιός μου εί συ. Εγώ σήμερον γεγέννηκα σε.
Αίτησαι παρ΄ εμού και δώσω σοι έθνη την κληρονομίαν σου και την κατάσχεσιν σου τα πέρατα της
γης. Ποιμανείς αυτούς εν ράβδω σιδηρά, ως σκεύη κεραμέως συντρίψεις αυτούς. Και νυν, βασιλείς,
σύνετε· παιδεύθητε, πάντες οι κρίνοντες την γην. Δουλεύσατε τω Κυρίω εν φόβω και αγαλλιάσθε αυτώ
εν τρόμω. Δράξασθε παιδείας, μήποτε οργισθή Κύριος και απολείσθε εξ οδού δικαίας, όταν εκκαυθή εν
τάχει ο θυμός αυτού, μακάριοι πάντες οι πεποιθότες επ΄ αυτώ.
Μάταιη είναι η προσπάθεια των δυνάμεων του κακού κατά του Κυρίου και
κατά του Χριστού Αυτού. Αγανακτεί ο ψαλμωδός κατά της απόπειρας των ασεβών.
Είναι όμως βέβαιος για την αποτυχία του τολμήματός τους. «Ίνα τι εφρύαξαν έθνη
και λαοί εμελέτησαν κενά»; Ενώθηκαν οι βασιλείς των εθνών κατά του Χριστού.
Όταν ήρθε ο Χριστός στην γη συνάχθηκαν εναντίον Του ο Ηρώδης, ο Πιλάτος, οι
αρχιερείς. Αργότερα έφρυξαν εναντίον του Χριστού οι Ρωμαίοι αυτοκράτορες και οι
λοιποί διώκτες. Ο διωγμός αυτός θα συνεχιστεί μέχρι τη Δευτέρα Παρουσία.
Ο Κύριος όμως περιγελά τις προσπάθειες των διωκτών Του. Είναι ήρεμος,
γαλήνιος, αν θελήσει εύκολα αφ’ υψηλού μπορεί να αφανίσει τους πολεμίους Του.
Ο Θεός μιλά προς τον Υιό Του: «Εγώ σήμερον γεγέννηκά σε». Παρελθόν και
παρόν ενώνονται στην προαιώνια έννοια του Λόγου του Θεού.
«Δώσω σοι έθνη την κληρονομίαν σου τα πέρατα της γης». Ο Χριστός είναι ο
μόνος κληρονόμος όλης της οικουμένης. Ό, τι ζητήσει θα του δοθεί.
Όσο κι αν ορθολογιστές επιμένουν ότι ο Υιός του Θεού στον οποίο
αναφέρεται ο ψαλμωδός είναι ο Δαυίδ ή ο Σολομών, και όχι ο Χριστός θα πρέπει να
παραδεχτούν ακόμη κι αυτοί ότι ο μόνος κληρονόμος όλης της γης δεν είναι κανένας
άλλος εκτός από τον Μεσσία.

378
Μόνον στον Χριστό μπορεί να εφαρμοστεί πλήρως το «ποιμανείς αυτούς εν
ράβδω σιδηρά».
Ο ψαλμωδός καταλήγει: «Με φόβο δοκιμάσατε εις την καρδίαν σας την
αγαλλίασιν, που φέρει ο ευσεβής τρόμος του κακού». Αγαλλίασις άνευ φόβου
πλάττει βίον ανειμένον. Η μαγνητική βελόνα στρέφεται προς τον πολικό αστέρα
σταθερώς αλλά τρέμει.
Τέλος, αφού πρώτα προειδοποιεί ότι η αμέλεια των ευσεβών μπορεί να φέρει
την απομάκρυνσή τους από την ευθεία οδό που διδάσκει ο Κύριος και για να μην
αφήσει τον αναγνώστη υπό τον φόβο των απειλών ο ψαλμωδός τελειώνει με
γλυκύτητα τον ψαλμό: «Μακάριοι πάντες οι πεποιθότες επ’ αυτώ».
Ψαλμός τρίτος (γ΄)
Κύριε, τί επληθύνθησαν οι θλίβοντες με; πολλοί επανίστανται επ΄ εμέ. Πολλοί λέγουσι τη
ψυχή μου· ουκ έστι σωτηρία αυτώ εν τω Θεώ αυτού. Συ δε, Κύριε, αντιλήπτωρ μου εί, δόξα μου και
υψών την κεφαλήν μου. Φωνή μου προς Κύριον εκέκραξα και επήκουσε μου εξ όρους αγίου αυτού.
Εγώ εκοιμήθην και ύπνωσα· εξηγέρθην, ότι Κύριος αντιλήψεται μου. Ού φοβηθήσομαι από μυριάδων
λαού των κύκλω συνεπιτιθεμένων μοι. Ανάστα, Κύριε, σώσον με ο Θεός μου· ότι συ επάταξας πάντας
τους εχθραίνοντας μοι ματαίως, οδόντας αμαρτωλών συνέτριψας. Του Κυρίου η σωτηρία και επί τον
λαόν σου η ευλογία σου.
Είναι ο πρώτος ψαλμός που έχει επιγραφή. Ανήκει στον Δαυίδ. Γράφηκε
όταν ο Δαυίδ υπέκυψε στο διπλό αμάρτημα της μοιχείας και του φόνου, τότε έφυγε
από τα ανάκτορά του με θρήνους διότι τον καταδίωξε ο επαναστατήσας κατ’ αυτού
υιός του Αβεσσαλώμ.
Παρόλα αυτά ο άγιος δεν έχασε το θάρρος του αλλά προσευχήθηκε στον
Θεό: «Κύριε τι επληθύνθησαν οι θλίβοντές με»; Ο Δαυίδ απορεί γιατί τόσος λαός
εξεγέρθηκε εναντίον του αφού αυτός μόνο ενώπιον του ουρανού αμάρτησε.
«Πολλοί επανίστανται επ’ εμέ», «Συ δε Κύριε», απελπισμένος ο Δαυίδ από την
ανθρώπινη βοήθεια υψώνει το βλέμμα του στον Θεό. «Υψών την κεφαλήν μου»,
πιστεύει ο φυγάς ότι δύναται ο Θεός εξ’ Ιερουσαλήμ να τον σώσει. Διάψαλμα
(διακοπή ψαλμού).
«Εγώ δε εκοιμήθην και ύπνωσα εξηγέρθην, ότι Κύριος αντιλήψεταί μου».
Εγώ ο φυγάς παρότι διώκομαι κοιμάμαι ήσυχος λες και βρίσκομαι στο παλάτι μου,
αλλά και ξύπνησα ήρεμος διότι ο Κύριος με έχει υπό την προστασία Του. «Ανάστα
Κύριε», κραυγή για επείγουσα βοήθεια, κάλεσμα προς τον Θεό για να τον σώσει από
τους εχθρούς του. «οδόντας αμαρτωλών συνέτριψας», ονομάζει αμαρτωλούς τους
εχθρούς του, διότι αυτοί επαναστάτησαν κατά του Θεού ο Οποίος τον έχρισε
βασιλέα.
«Του Κυρίου η σωτηρία», έκφρασις εμπιστοσύνης προς τον Κύριος ο Οποίος
οπωσδήποτε θα αποδώσει το δίκαιο. Δίκαιος όμως είναι και ο Δαυίδ, ο οποίος παρότι
διώκεται δεν ζητά την εξολόθρευση των εχθρών του. «και επί τον λαόν σου η
ευλογία σου». Δηλαδή αν και πλανήθηκαν παραμένουν ο περιούσιος λαός του Θεού,
δεν πρέπει να εξολοθρευτούν αλλά να μετανοήσουν.
Ψαλμός τέταρτος (δ΄)
Εν τω επικαλείσθαι με εισήκουσας μου, ο Θεός της δικαιοσύνης μου, εν θλίψει επλάτυνας με·
οικτείρησον με και εισάκουσον της προσευχής μου. Υιοί ανθρώπων, έως πότε βαρυκάρδιοι; ινατί
αγαπάτε ματαιότητα και ζητείτε ψεύδος; Και γνώτε ότι εθαυμάστωσε Κύριος τον όσιον αυτού. Κύριος
εισακούσεται μου εν τω κεκγραγέναι με προς αυτόν. Οργίζεσθε και μη αμαρτάνετε· ά λέγετε εν ταις
καρδίαις υμών, επί ταις κοίταις υμών κατανύγητε. Θύσατε θυσίαν δικαιοσύνης και ελπίσατε επί Κύριον·
πολλοί λέγουσι· τις δείξει ημίν τα αγαθά; Εσημειώθη εφ΄ ημάς το φως του προσώπου σου, Κύριε.
΄Εδωκας ευφροσύνη εις την καρδίαν μου, από καρπού σίτου, οίνου και ελαίου αυτών επληθύνθησαν.
Εν ειρήνη επί το αυτό κοιμηθήσομαι και υπνώσω· ότι σύ, Κύριε, κατά μόνας επ΄ ελπίδι κατώκισας με.
Ο ψαλμός αυτός μάλλον είναι η συνέχεια του προηγούμενου. Συνεπώς
γράφηκε την ίδια περίοδο με τον τρίτο.
«Εν τω επικαλείσθε με εισήκουσάς μου ο Θεός της δικαιοσύνης μου». Ο
Δαυίδ έχει συνείδηση της αθωότητάς του και ζητεί την υπεράσπιση του Θεού έστω
κι αν η επανάσταση του Αβεσσαλώμ εναντίον του ήταν η Θεία τιμωρία για το
379
αμάρτημά του.
«Υιοί ανθρώπου έως πότε βαρυκάρδιοι»; Τους λέει βαρυκάρδιους γιατί
αγνοούν την Θεία βουλή. Αυτόν ο Θεός εξέλεξε ως βασιλέα του Ισραήλ. Γιατί δεν το
παραδέχονται;
«Ινατί αγαπάτε ματαιότητα και ζητείτε ψεύδος»; Κατηγορεί τους εχθρούς ότι
για μηδαμινούς λόγους επαναστάτησαν εναντίον του. Μάλιστα στα ψέματα του
Αβεσσαλώμ στηρίζονται για τον άδικο πόλεμο που του κήρυξαν.
«Οργίζεσθε και μη αμαρτάνετε». Εάν δηλαδή θέλετε να κρίνετε τα έργα μου
ως βασιλέως, δύνασθε αυτό να το κάνετε, εφόσον όμως μείνετε στα νόμιμα πλαίσια
δίχως να επαναστατείτε εναντίον μου, διότι με αυτό τον τρόπο αμαρτάνετε κατά του
Θεού ο Οποίος με έχρισε βασιλέα. Η οργή είναι χρήσιμη αν αυτή χρησιμοποιείται
κατά του κακού και της αμαρτίας, όταν όμως αυτή μας διαπερνά τότε η οργή από
ευλογία γίνεται αμαρτία!
«Θύσασθε θυσίαν δικαιοσύνης». Η θυσία προς τον Θεό πρέπει να
συνοδεύεται και με έργα δίκαια και διαθέσεις αγνές.
«Εν ειρήνη επί το αυτό κοιμηθήσομαι». Εσύ Κύριε, χωρίς άλλος να έλθει
προς βοήθειά μου, μόνον εσύ με βοήθησες και τώρα κοιμάμαι ήσυχος και μακάριος.
«Ότι συ Κύριε κατά μόνας επ’ ελπίδι κατώκισάς με».
Ψαλμός πέμπτος (ε΄)
Τα ρήματα μου ενώτισαι, Κύριε, σύνες της κραυγής μου. Πρόσχες τη
φωνή της δεήσεως μου, ο βασιλεύς μου και ο Θεός μου· ότι προς σε
προσεύξομαι, Κύριε. Το πρωί εισακούση της φωνής μου· το πρωί
παραστήσομαι σοι και επόψει με· ότι ουχί Θεός θέλων ανομίαν συ ει. Ου
παροικήσει σοι πονηρευόμενος, ουδέ διαμενούσι παράνομοι κατέναντι των
οφθαλμών σου. Εμίσησας πάντας τους εργαζομένους την ανομίαν· απολείς
πάντας τους λαλούντας το ψεύδος. Άνδρα αιμάτων και δόλιον
βδελύσσεται Κύριος. Εγώ δε εν τω πλήθει του ελέους σου εισελεύσομαι εις
τον οίκον σου, προσκυνήσω προς ναόν άγιον σου εν φόβω σου. Κύριε,
οδήγησον με εν τη δικαιοσύνη σου ένεκα των εχθρών μου, κατεύθυνον
ενώπιον σου την οδόν μου. Ότι ουκ έστιν εν τω στόματι αυτών αλήθεια· η
καρδία αυτών ματαία. Τάφος ανεωγμένος ο λάρυγξ αυτών, ταις γλώσσαις
αυτών εδολιούσαν· κρίνον αυτούς, ο Θεός. Αποπεσάτωσαν από των
διαβουλιών αυτών· κατά το πλήθος των ασεβειών αυτών έξωσον αυτούς,
ότι παρεπίκραναν σε, Κύριε. Και ευφρανθείησαν πάντες οι ελπίζοντες επί
σε· εις αιώνα αγαλλιάσονται και κατασκηνώσεις εν αυτοίς και καυχήσονται
εν σοι πάντες οι αγαπώντες το όνομα σου. Ότι συ ευλογήσεις δίκαιον·
Κύριε ως όπλω ευδοκίας εστεφάνωσας ημάς.

Εδώ ο Δαυίδ βρίσκεται στην Ιερουσαλήμ, δεν είναι πλέον φυγάς, ανεβαίνει
στον ναό για να προσκυνήσει όμως ταυτόχρονα οι ύπουλοι εχθροί του ενεργούν
εναντίον του.

«Τα ρήματά μου ενώτισαι». Παρακαλεί τον Κύριο όχι μόνο να τον ακούσει
αλλά και να τον κατανοήσει να του δώσει την απαραίτητη προσοχή. «Πρόσχες την
φωνήν της δεήσεώς μου»

«Ο βασιλεύς μου και ο Θεός μου». Αν και βασιλιάς ο Δαυίδ, άλλον όμως
αναγνωρίζει για βασιλέα του.

«Το πρωί εισακούση της φωνής μου, το πρωί παραστήσομαί σοι». Ευάρεστη
είναι στον Θεό η πρωινή προσευχή. Άλλωστε οι Λευίτες λίαν πρωί προσέφεραν
ολοκαυτώματα στον Κύριο.

Ο Θεός δεν είναι Θεός της αδικίας, δεν προστατεύει τους πονηρούς και τους
κακούς: «Εμίσησας πάντας τους εργαζομένους την ανομίαν». «Απολείς πάντας τους

380
λαλούντας το ψεύδος». Πολλοί παραθεωρούν τη σημαντικότητα αυτού του
αμαρτήματος (ψέυδους), όμως στα μάτια του Θεού είναι βδελυρό.

«Κύριε οδήγησόν με εν τη δικαιοσύνη σου». Από δω και έπειτα ξεκινά η


κυρίως η προσευχή του Δαυίδ. Εκθέτει τις κακίες των εχθρών του, ώστε ο Κύριος να
τον προφυλάξει από τις παγίδες που του στήνουν και έτσι να μην παρεκκλίνει από το
θέλημα του Κυρίου. Δεν υπάρχει αλήθεια, τιμιότητα και ειλικρίνεια σ’ αυτούς που
τον πολεμούν. «Τάφος ανεωγμένος ο λάρυγξ αυτών». Ο Θεός λοιπόν ας επιλειφθεί
εναντίον τους. «Κρίνον αυτούς».

Ο Δαυίδ παρακαλεί τον Θεό να τους τιμωρήσει, όχι όμως από κακία. Τότε για
ποιον λόγο; «Ότι παρεπίκρανάν σε Κύριε». Συνεπώς ο Δαυίδ δεν τους καταριέται
όπως πολλοί νομίζουν αλλά στην ουσία ζητά την Θεία δόξα και την ευλογία όπως
λέει και ο ιερός Αυγουστίνος.

«Και ευφρανθείησαν πάντες οι ελπίζοντες επι σε». Ο Κύριος δεν μας


γλυτώνει μόνο από το κακό, αλλά και δοξάζει τον δίκαιο. «Ότι συ ευλογήσεις
δίκαιον».

Ψαλμός έκτος (ς΄)

Κύριε, μη τω θυμώ σου ελέγξης με, μηδέ τη οργή σου παιδεύσης με.
Ελέησον με, Κύριε, ότι ασθενής ειμί· ίασαι με, Κύριε, ότι εταράχθη τα οστά
μου και η ψυχή μου εταράχθη σφόδρα· και συ, Κύριε, έως πότε;
Επίστρεψον, Κύριε, ρύσαι την ψυχήν μου· σώσον με· ένεκεν του ελέους
σου. Ότι ουκ έστιν εν τω θανάτω ο μνημονεύων σου· εν δε τω ΄Αδη τίς
εξομολογήσεται σοι; Εκοπίασα εν τω στεναγμώ μου, λούσω καθ΄ εκάστην
νύκτα την κλίνην μου, εν δάκρυσι μου την στρωμνήν μου βρέξω.
Εταράχθη από θυμού ο οφθαλμός μου, επαλαιώθην εν πάσι τοις εχθροίς
μου. Απόστητε απ΄ εμού πάντες οι εργαζόμενοι την ανομίαν, ότι
εισήκουσε Κύριος της φωνής του κλαυθμού μου. Ήκουσε Κύριος της
δεήσεως μου, Κύριος την προσευχήν μου προσεδέξατο. Αισχυνθείησαν και
ταραχθείησαν σφόδρα πάντες οι εχθροί μου, αποστραφείησαν και
καταισχυνθείησαν σφόδρα δια τάχους.

Σωματικώς εξαντλημένος λόγω νόσου και ψυχικώς καταπονημένος από την


αμαρτία ο Δαυίδ αισθάνεται ότι η ζωή του φθίνει. Με την προσευχή όμως ανακτά τις
ελπίδες του. ο ψαλμός αυτός συνετάχθη την ίδια εποχή με τον πέμπτο.
«Μη τω θυμώ σου… μεδέ τη οργή σου». Ο Δαυίδ παραδέχεται την ενοχή του,
δεν αρνείται να τιμωρηθεί, αλλά να τιμωρηθεί ως μετανοούντας αμαρτωλός.
«Εταράχθη τα οστά μου». Από τι ταράχτηκαν; Από το βάρος της αμαρτίας.
«Έως πότε»; Κραυγή εξερχομένη εκ βάθους καρδίας.
«Επίστρεψον Κύριε». Ο Θεός είχε στρέψει τα νώτα Του, είχε απομακρυνθεί
από τον ένοχο Δαυίδ.
«Ρύσαι την ψυχήν μου». Απάλλαξέ με από την αξιοθρήνητη κατάσταση που
βρίσκομαι.
Ο Δαυίδ φοβάται μη τυχόν πεθάνει και δεν προλάβει να συμφιλιωθεί με τον
Θεό. «Εν δε των άδη τις εξομολογήσεταί σοι»;
«Εκοπίασα εν τω στεναγμώ μου». Δείγμα πόνου και βαθιάς μετανοίας.
«Εταράχθη από θυμού ο οφθαλμός μου». Ο οφθαλμός είναι ο νους της ψυχής.
Η ψυχή του λοιπόν είναι θολωμένη εξαιτίας της αμαρτίας.
«Ήκουσε Κύριος της δεήσεώς μου». Ευθύς ο ψαλμωδός εκσπά σε θριαμβικό
τόνο. Νοιώθει ότι η προσευχή του εισακούστηκε. Ότι οι εχθροί του θα

381
κατατροπωθούν. Η ψυχή του τώρα είναι χαρούμενη διότι ο Θεός τον άκουσε.

Ψαλμός έβδομος (ζ΄)


Κύριε ο Θεός μου, επί σοι ήλπισα· σώσον με εκ πάντων των διωκόντων με και
ρύσαι με. Μήποτε αρπάση ως λέων την ψυχήν μου, μη όντος λυτρουμένου,
μηδέ σώζοντος. Κύριε ο Θεός μου, ει εποίησα τούτο, εί έστιν αδικία εν χερσί
μου. Εί ανταπέδωκα τοις ανταποδιδούσι μοι κακά, αποπέσοιμι άρα από των
εχθρών μου κενός. Καταδιώξαι άρα ο εχθρός την ψυχήν μου και καταλάβοι και
καταπατήσαι εις γην την ζωήν μου και την δόξαν μου εις χουν κατασκηνώσαι.
Ανάστηθι, Κύριε, εν οργή σου, υψώθητι εν τοις πέρασι των εχθρών σου. Και
εξεγέρθητι, Κύριε ο Θεός μου, εν προστάγματι, ω ενετείλω και συναγωγή λαών
κυκλώσει σε· και υπέρ ταύτης εις ύψος επίστρεψον. Κύριος κρινεί λαούς.
Κρίνον με, Κύριε, κατά την δικαιοσύνην μου και κατά την ακακίαν μου επ΄
εμοί. Συντελεσθήτω δη πονηρία αμαρτωλών και κατευθυνείς δίκαιον, ετάζων
καρδίας και νεφρούς ο Θεός. Δικαία η βοήθεια μου παρά του Θεού, του
σώζοντος τους ευθείς τη καρδία. Ο Θεός κριτής δίκαιος και ισχυρός και
μακρόθυμος και μη οργήν επάγων καθ΄ εκάστην ημέραν. Εάν μη επιστραφήτε,
την ρομφαίαν αυτού στιλβώσει, το τόξον αυτού ενέτεινε και ητοίμασεν αυτό.
Και εν αυτώ ητοίμασε σκεύη θανάτου, τα βέλη αυτού τοις καιομένοις
εξειργάσατο. Ιδού ωδίνησεν αδικίαν, συνέλαβε πόνον και έτεκεν ανομίαν.
Λάκκον ώρυξε και ανέσκαψεν αυτόν και εμπεσείται εις βόθρον, όν ειργάσατο.
Επιστρέψει ο πόνος αυτού εις κεφαλήν αυτού και επί κορυφήν αυτού η αδικία
αυτού καταβήσεται. Εξομολογήσομαι τω Κυρίω κατά την δικαιοσύνην αυτού και
ψαλώ το ονόματι Κυρίου του Υψίστου.

«Κύριε ο Θεός μου». Ο ψαλμωδός εμπιστεύεται πλήρως τη ζωή του στον


Θεό, από τον Οποίο ζητά να τον λυτρώσει από τους εχθρούς του. Την περίοδο εκείνη
ο Σαούλ τον καταδίωκε.

«Ει ανταπέδωκα». Αν ζήτησα να πάρω το δίκαιο με το χέρι μου και να


τιμωρήσω εγώ τους εχθρούς μου, ας χαθώ για πάντα στον τάφο, όμως όχι, τα πάντα
τα άφησα στην εξουσία του Θεού. Συνεπώς ο Δαυίδ ζητά από τον Θεό να αναλάβει
Εκείνος την υπεράσπισή του. Γνωρίζει ότι ο κύριος θα κρίνει δίκαια και όχι
επιπόλαια και εξωτερικά.

«Δικαία η βοήθειά μου». Και γιατί παρακαλώ; Όχι γιατί θεωρεί τον εαυτό του
δίκαιο ενώπιον του Θεού, αλλά δίκαιο εν συγκρίσει με τον Σαούλ.

«Ιδού ωδίνησεν αδικίαν, συνέλαβεν πόνου και έτεκεν ανομίαν». Αν και ο


αμαρτωλός τιμωρείται σκληρά, δεν πρέπει να παραπονείται παρά μόνο για τις
πτώσεις του, διότι ο ίδιος προετοίμασε την τιμωρία αυτή για τον εαυτό του.

«Λάκκον ώρυξε και ανέσκαψεν αυτόν και εμπεσείται εις βόθρον ου


ειργάσατο». Ηπατήθη ο ίδιος ο διώκτης, από δράστης έγινε ο ίδιος θύμα της κακίας
του.

Ο ψαλμός καταλήγει με ευχαριστήριο δοξολογία του ποιητού προς τον


Δίκαιο Θεό.

Ψαλμός όγδοος (η΄)

382
Κύριε, ο Κύριος ημών, ως θαυμαστόν το όνομα σου εν πάση τη γη! Ότι
επήρθη η μεγαλοπρέπεια σου υπεράνω των ουρανών. Εκ στόματος νηπίων
και θηλαζόντων κατηρτίσω αίνον, ένεκα των εχθρών σου, του καταλύσαι
εχθρόν και εκδικητήν. Ότι όψομαι τους ουρανούς έργα των δακτύλων
σου, σελήνην και αστέρας, ά συ εθεμελίωσας. Τί έστιν άνθρωπος, ότι
μιμνήσκη αυτού; ή υιός ανθρώπου, ότι επισκέπτη αυτόν; Ηλάττωσας
αυτόν βραχύ τι παρ΄ αγγέλους· δόξη και τιμή εστεφάνωσας αυτόν και
κατέστησας αυτόν επί τα έργα των χειρών σου. Πάντα υπέταξας υποκάτω
των ποδών αυτού, πρόβατα και βόας απάσας, έτι δε και τα κτήνη του
πεδίου. Τα πετεινά του ουρανού και τους ιχθύας της θαλάσσης, τα
διαπορευόμενα τρίβους θαλασσών. Κύριε, ο Κύριος ημών, ως θαυμαστόν
το όνομα σου εν πάση τη γη!

Εάν οι ουρανοί είναι τόσο λαμπροί, φανταστείτε τον Δημιουργό τους. Τα νήπια χάρη στην
αθωότητά τους έχουν την φυσική κλήση να προσκολλούνται στον Δημιουργό. Αυτά πιστεύουν με
φυσικό τρόπο, δεν έχουν αμφιβολίες εκεί που οι σοφοί έχουν. Τα παιδιά συνεπώς αποτελούν
προσφορότερο έδαφος εν συγκρίσει με τους ενήλικες στο να δεχτούν τις θείες και υπερκόσμιες
αλήθειες. Άλλωστε ο Χριστός το είπε ξεκάθαρα πως αν δεν γίνουμε σαν τα παιδιά δεν μπορούμε να
εισέλθουμε στην Βασιλεία των ουρανών. Τον στίχο αυτό (εκ στόματος νηπίων και θηλαζόντων
κατηρτίσω αίνον) χρησιμοποίησε ο Χριστός κατά την θριαμβευτική είσοδό Του στην Ιερουσαλήμ. Τα
μικρά παιδιά λοιπόν φέρνουν σε αμηχανία τους μεγάλους και «συνετούς».

Ο Θεός όμως παρόλη την ανεπάρκεια του ανθρώπου, είναι Εκείνος που τα ασθενή αναπληρεί,
περιβάλλει τον άνθρωπο διά συνεχών περιποιήσεων. Ως εικόνα του Θεού θα υποτάξει υπό τας πόδας
του όχι μόνο όλα τα επίγεια, αλλά και τα πάθη και την αμαρτία διά της σταυρικής θυσίας του Ιησού.

Ψαλμός ένατος (θ΄)

Εξομολογήσομαι σοι, Κύριε, εν όλη καρδία μου, διηγήσομαι πάντα τα


θαυμάσια σου. Ευφρανθήσομαι και αγαλλιάσομαι εν σοι, ψαλώ το ονόματι
σου, ΄Υψιστε. Εν τω αποστραφήναι τον εχθρόν μου εις τα οπίσω,
ασθενήσουσι και απολούνται από προσώπου σου.Ότι εποίησας την κρίσιν
μου και την δίκην μου· εκάθισας επί θρόνου ο κρίνων δικαιοσύνην.
Επετίμησας έθνεσι και απώλετο ο ασεβής· το όνομα αυτού εξήλειψας εις
τον αιώνα και εις τον αιώνα του αιώνος. Του εχθρού εξέλιπον αι ρομφαίαι
εις τέλος και πόλεις καθείλες. Απώλετο το μνημόσυνον αυτού μετ΄ ήχου
και ο Κύριος εις τον αιώνα μένει. Ητοίμασεν εν κρίσει τον θρόνον αυτού
και αυτός κρινεί την οικουμένην εν δικαιοσύνη, κρινεί λαούς εν ευθύτητι.
Και εγένετο Κύριος καταφυγή τω πένητι, βοηθός εν ευκαιρίαις, εν θλίψεσι.
Και ελπισάτωσαν επί σοι οι γινώσκοντες το όνομα σου, ότι ουκ εγκατέλιπες
τους εκζητούντας σε, Κύριε. Ψάλατε τω Κυρίω, τω κατοικούντι εν Σιών,
αναγγείλατε εν τοις έθνεσι τα επιτηδεύματα αυτού. Ότι ο εκζητών τα
αίματα αυτών εμνήσθη, ουκ επελάθετο της κραυγής των πενήτων.
Ελέησον με, Κύριε, ίδε την ταπείνωσιν μου εκ των εχθρών μου, ο υψών
με εκ των πυλών του θανάτου. ΄Οπως αν εξαγγείλω πάσας τας αινέσεις
σου εν ταις πύλαις της θυγατρός Σιών· αγαλλιασόμεθα επί τω σωτηρίω
σου. Ενεπάγησαν έθνη εν διαφθορά, ή εποίησαν· εν παγίδι ταύτη, ή
έκρυψαν, συνελήφθη ο πούς αυτών. Γινώσκεται Κύριος κρίματα ποιών· εν
τοις έργοις των χειρών αυτού συνελήφθη ο αμαρτωλός. Αποστραφήτωσαν
οι αμαρτωλοί εις τον ΄Αδην, πάντα τα έθνη τα επιλανθανόμενα του Θεού.
Ότι ουκ εις τέλος επιλησθήσεται ο πτωχός, η υπομονή των πενήτων ουκ
απολείται εις τέλος. Ανάστηθι, Κύριε, μη κραταιούσθω άνθρωπος,
κριθήτωσαν έθνη ενώπιον σου. Κατάστησον, Κύριε, νομοθέτην επ΄
αυτούς· γνώτωσαν έθνη ότι άνθρωποι είσιν. Ινατί Κύριε, αφέστηκας
μακρόθεν; υπεροράς εν ευκαιρίαις, εν θλίψεσιν; Εν τω υπερηφανεύεσθαι
τον ασεβή, εμπυρίζεται ο πτωχός· συλλαμβάνονται εν διαβουλίοις, οις
διαλογίζονται. Ότι επαινείται ο αμαρτωλός εν ταις επιθυμίαις τη ψυχής
αυτού και ο αδικών ενευλογείται. Παρώξυνε τον Κύριον ο αμαρτωλός·
κατά το πλήθος της οργής αυτού ουκ εκζητήσει· ουκ έστιν ο Θεός ενώπιον
αυτού. Βεβηλούνται αι οδοί αυτού εν παντί καιρώ· ανταναιρείται τα
κρίματά σου από προσώπου αυτού, πάντων των εχθρών αυτού
κατακυριεύσει. Είπε γαρ εν καρδία αυτού· Ου μη σαλευθώ από γενεάς εις
γενεάν άνευ κακού. Ου αράς το στόμα αυτού γέμει και πικρίας και δόλου·
υπό την γλώσσαν αυτού κόπος και πόνος. Εγκάθηται εν ενέδρα μετά
πλουσίων, εν αποκρύφοις του αποκτείναι αθώον· οι οφθαλμοί αυτού εις
τον πένητα αποβλέπουσιν. Ενεδρεύει εν αποκρύφω, ως λεών εν τη
μάνδρα αυτού· ενεδρεύει του αρπάσαι πτωχόν, αρπάσαι πτωχόν εν τω
ελκύσαι αυτόν. Εν τη παγίδι αυτού ταπεινώσει αυτόν· κύψει και πεσείται
εν τω αυτόν κατακυριεύσαι των πενήτων. Είπε γαρ εν καρδία αυτού·

383
επιλέλησται ο Θεός, απέστρεψε το πρόσωπον αυτου του μη βλέπειν εις
τέλος. Ανάστηθι, Κύριε ο Θεός μου, υψωθήτω η χείρ σου, μη επιλάθη των
πενήτων σου εις τέλος. Ένεκεν τίνος παρώργισεν ο ασεβής τον Θεόν; είπε
γαρ εν καρδία αυτού· ουκ εκζητήσει. Βλέπεις, ότι συ πόνον και θυμόν
κατανοείς, του παραδούναι αυτόν εις χείρας σου. Σοι εγκαταλέλειπται ο
πτωχός, ορφανώ σύ ήσθα βοηθός. Σύντριψον τον βραχίονα του
αμαρτωλού και πονηρού· ζητηθήσεται η αμαρτία αυτού και ου μη ευρεθή.
Κύριος βασιλεύς εις τον αιώνα και εις τον αιώνα του αιώνος. Απολείσθε
έθνη εκ της γης αυτού. Την επιθυμίαν των πενήτων εισήκουσας, Κύριε· τη
ετοιμασία της καρδίας αυτών προσέσχε το ούς σου. Κρίναι ορφανώ και
ταπεινώ, ίνα μη προσθή έτι του μεγαλαυχείν άνθρωπος επί της γης.

Ο Δαυίδ εξ’ αρχής μας ενημερώνει ότι έχει διάθεση εξ’ όλης της
ψυχής του και εξ’ όλης της διανοίας του να υμνήσει τον Θεό. Γιατί θα
Τον υμνήσει; Διότι οι εχθροί του κατατροπώθηκαν. Στην ήττα των
εχθρών του ο Δαυίδ βλέπει την Θεία δικαιοσύνη. Οι εχθροί του όχι μόνον
έχασαν αλλά από τον τρόμο τους πέταξαν τα όπλα τους, πλήρως
αφοπλίστηκαν. Αυτόν τον θρίαμβο ο ψαλμωδός τον αποδίδει όχι στις
ικανότητές του, αλλά στον Θεό.
Ο Δαυίδ παρακαλεί τον Θεό πάντοτε να προστατεύει τον λαό Του
διότι πάντοτε και ασεβείς στήνουν και θα στήνουν παγίδες στους
αδυνάτους. Ας πέσουν οι ίδιοι μέσα σ’ αυτές! Οι άθεοι παραβαίνουν όλες
τις εντολές του Θεού, τίποτα δεν τους εμποδίζει, το στόμα τους είναι
γεμάτο κατάρες εναντίον του Θεού. Μεταχειρίζονται όλα τα ύπουλα
μέσα για να εκπληρώσουν τα υποχθόνια σχέδιά τους.
Ο Θεός τα βλέπει όλα αυτά, όμως μακροθυμεί. Η μακροθυμία του
αυτή δίνει την εντύπωση ότι κοιμάται. Πλανώνται όμως οι ασεβείς
νομίζοντας πως θα μείνουν ατιμώρητοι. Ο Θεός τους βλέπει και τελικά
θα τους δικάσει. Η δικαιοσύνη του Θεού τελικά θα βασιλέψει.

Ψαλμός δέκατος (ι΄)


Επί τω Κυρίω πέποιθα, πως ερείτε τη ψυχή μου, μεταναστεύου επί τα όρη
ως στρουθίον; Ότι ιδού οι αμαρτωλοί ενέτειναν τόξον, ητοίμασαν βέλη εις
φαρέτραν, του κατατοξεύσαι εν σκοτομήνη τους ευθείς τη καρδία. Ότι ά
συ κατηρτίσω, αυτοί καθείλον· ο δε δίκαιος τί εποίησε; Κύριος εν ναώ
αγίω αυτού· Κύριος εν ουρανώ ο θρόνος αυτού· οι οφθαλμοί αυτού εις τον
πένητα αποβλέπουσι· τα βλέφαρα αυτού εξετάζει τους υιούς των
ανθρώπων. Κύριος εξετάζει τον δίκαιον και τον ασεβή· ο δε αγαπών την
αδικίαν μισεί την εαυτού ψυχήν. Επιβρέξει επί αμαρτωλούς παγίδας, πυρ
και θείον και πνεύμα καταιγίδος η μερίς του ποτηρίου αυτών. Ότι δίκαιος
Κύριος και δικαιοσύνας ηγάπησεν, ευθύτητας είδε το πρόσωπον αυτού.

Ο Δαυίδ στον ψαλμό αυτόν βρίσκεται σε δύσκολη θέση. Οι εχθροί του τον
καταδιώκουν και οι φίλοι του τον συμβουλεύουν να φύγει σε ασφαλές μέρος.
Εκείνος όμως αρνείται προβάλλοντας την πίστη του στον Θεό.
Οι φίλοι του επιμένουν: «οι αμαρτωλοί ενέτειναν τόξον», κανείς δεν τους
πολεμά, επομένως είναι ανεξέλεγκτοι.
Ο Δαυίδ όμως δεν πτοείται: «Εσείς βλέπετε τους επίγειους εχθρούς, εγώ
όμως τον ουρανό στον οποίο έχει τον θρόνο του ο Θεός. Από τον θρόνο Του ο Θεός
εξετάζει τον δίκαιο και τον ασεβή, επιβρέξει επί αμαρτωλούςπαγίδας· με πυρ και
θείον ως πνεύμα καταιγίδος θα κατακάψει τους ασεβείς. Αντιθέτως ο δίκαιος θα δει
το πρόσωπο του Θεού και θα ζήσει μέσα στην θεία μακαριότητα».
Ψαλμός ενδέκατος (ια΄)
Σώσον με, Κύριε, ότι εκλέλοιπεν όσιος· ότι ωλιγώθησαν αι αλήθειαι από
των υιών των ανθρώπων. Μάταια ελάλησεν έκαστος προς τον πλησίον
αυτού· χείλη δόλια εν καρδία και εν καρδία ελάλησε κακά. Εξολοθρεύσαι

384
Κύριος πάντα τα χείλη τα δόλια και γλώσσαν μεγαλορρήμονα. Τους
ειπόντας· Την γλώσσαν ημών μεγαλυνούμεν, τα χείλη ημών παρ΄ ημίν
έστι· τις ημών Κύριος έστιν; Από της ταλαιπωρίας των πτωχών και του
στεναγμού των πενήτων, νυν αναστήσομαι, λέγει Κύριος· θήσομαι εν
σωτηρίω, παρρησιάσομαι εν αυτώ. Τα λόγια Κυρίου λόγια αγνά, αργύριον
πεπυρωμένον, δοκίμιον τη γη κεκαθαρισμένον επταπλασίως. Συ, Κύριε,
φυλάξαις ημάς και διατηρήσαις ημάς από της γενεάς ταύτης και εις τον
αιώνα. Κύκλω οι ασεβείς περιπατούσι· κατά το ύψος σου επολυώρησας
τους υιούς των ανθρώπων.

«Σώσον με Κύριε ότι εκλέλοιπεν όσιος». Σπανίζουν οι ενάρετοι άνθρωποι.


Γιατί; Διότι όταν λείπει η ευσέβεια, εκλείπει και η αλήθεια. Ο δόλος ενοικεί στα
χείλη των αμαρτωλών.
Ο Δαυίδ δεν συγκρατεί την αγανάκτησή του εναντίον των ψευδολόγων.
Εύχεται ο κύριος να τους εξολοθρεύσει. Αυτοί δεν διαφέρουν καθόλου από τον
διάβολο. Είναι γνήσια τέκνα του. Διαρκώς υψηλοφρονούν λέγοντας «τις ημών κύριος
εστί»; Το ίδιο αργότερα θα κάνει και το θηρίο της αποκαλύψεως για το οποίο
αναφέρεται από τον Ιωάννη τον Θεολόγο : «έχει στόμα λαλούν μεγάλα».
Ο Κύριος απαντά στα παράπονα του Δαυίδ. Οι ταλαιπωρίες των πτωχών, των
ταλαιπωρημένων και των καταπιεζομένων εξοργίζουν την καρδιά του Θεού.
Απεναντίας τον συγκινούν οι στεναγμοί μετανοίας. Δεν θα βραδύνει άλλο: «νυν
αναστήσομαι», τώρα αμέσως θα εγερθώ κατά των ασεβών.
«Τα λόγια του Κυρίου λόγια αγνά», δηλαδή δεν είναι ψευδή, είναι καθαρά
αληθινά και πραγματικά. Ο Θεός δεν ψεύδεται, τηρεί πάντοτε τις υποσχέσεις Του.
«Συ Κύριε φυλάξας ημάς και διατηρήσεις ημάς». Ο Δαυίδ αναμένει με
εμπιστοσύνη να δει την εκπλήρωση των θείων υποσχέσεων. Ως τώρα οι ασεβείς
περπατούν ανενόχλητοι χωρίς κανείς να τους εμποδίζει, όμως ο Κύριος παραμονεύει
και ενεδρεύει εναντίον τους.

Ψαλμός δωδέκατος (ιβ΄)


Έως πότε, Κύριε, επιλύσει μου εις τέλος; έως πότε αποστρέψεις το πρόσωπον σου απ΄ εμού;
Έως τίνος θήσομαι βουλάς εν ψυχή μου, οδύνας εν καρδία μου ημέρας και νυκτός; Έως πότε
υψωθήσεται ο εχθρός μου επ΄ εμέ; Επίβλεψον, εισάκουσον μου, Κύριε ο Θεός μου· φώτισον τους
οφθαλμούς μου, μήποτε υπνώσω εις θάνατον. Μήποτε είπη ο εχθρός μου· ΄Ισχυσα προς αυτόν. Οι
θλίβοντες με αγαλλιάσονται, εάν σαλευθώ. Εγώ δε επί τω ελέει σου ήλπισα. Αγαλλιάσεται η καρδία
μου επί τω σωτηρίω σου. άσω τω Κυρίω τω ευεργετήσαντι με και ψαλώ τω ονόματι Κυρίου του
Υψίστου.
Ο Δαυίδ βρίσκεται σε μεγάλη θλίψη, κάποιος φανατικός εχθρός του τον
καταδιώκει. Οι δυστυχίες του είναι τόσο μεγάλες ώστε νομίζει πως ο Κύριος τον
εγκατέλειψε. «Επίβλεψον, εισάκουσον, φώτισον τους οφθαλμούς μου» παρακαλεί
μέσα στον θλίψη του ο ψαλμωδός.
Δεν θέλει σε καμία περίπτωση να ηττηθεί. Γιατί; «μήποτε είπει ο εχθρός μου»
ότι ηττήθηκε ο Θεός του Δαυίδ. «Εγώ δε επί το ελέει σου ήλπισα». Η ελπίδα του
Δαυίδ στον Θεό φέρνει και πάλι μέσα στην καρδιά του την ηρεμία, την εσωτερική
του γαλήνη: «αγαλλιάσεται η ψυχή μου». Η ευέλπιδα ψυχή πριν λάβει ευχαριστεί!
Ψαλμός δέκατος τρίτος (ιγ΄)
Είπεν άφρων εν καρδία αυτού· ουκ έστι Θεός. Διεφθάρησαν και εβδελύχθησαν εν
επιτηδεύμασιν, ουκ έστι ποιών χρηστότητα, ουκ έστιν έως ενός. Κύριος εκ του ουρανού διέκυψεν επί
τους υιούς των ανθρώπων, του ιδείν ει έστι συνιών ή εκζητών τον Θεόν. Πάντες εξέκλιναν, άμα
ηχρειώθησαν· ουκ έστι ποιών χρηστότητα, ουκ έστιν έως ενός. Ουχί γνώσονται πάντες οι εργαζόμενοι
την ανομίαν; οι εσθίοντες τον λαόν μου εν βρώσει άρτου, τον Κύριον ουκ επεκαλέσαντο. Εκεί
εδειλίασαν φόβω, ού ουκ ην φόβος· ότι ο Κύριος εν γενεά δικαίων. Βουλήν πτωχού κατησχύνατε· ο δε
Κύριος ελπίς αυτού έστι. Τις δώσει εκ Σιών το σωτήριον του Ισραήλ; Εν τω επιστρέψαι Κύριον την
αιχμαλωσίαν του λαού αυτού, αγαλλιάσεται Ιακώβ και ευφρανθήσεται Ισραήλ.
Ο τρελός αρνείται την ύπαρξη του Θεού τον οποίο όμως πάραυτα μαρτυρεί.
Αποτέλεσμα αυτής την παρανοϊκής ασέβειας των αθέων είναι η γενική διαφθορά των
ηθών τους.

385
Ο Κύριος ενέσκυψε από του θρόνου Του θέλοντας να δει αν υπάρχουν στην
γη ενάρετοι και ηθικοί άνθρωποι. Τι είδε; «πάντες εξέκλιναν» εκ της ευθείας οδού,
έγιναν άχρηστοι και κοινωνικά ανώφελοι. Πόσοι; «έως ενός», ούτε ένας δεν υπάρχει
που να υμνεί σωστά με την ζωή του την δόξα του Θεού. Αν πάλι κάποτε υπάρξει
κανένας ευσεβής, οι κακοί τρέχουν αμέσως με σκοπό να τον καταβροχθίσουν.
Οι ασεβείς μέσα στην ασέβειά τους κατάντησαν αλλόφρονες φοβούνται
πράγματα εκεί που δεν υπάρχει φόβος. Κυριεύονται από μόνοι τους σε πανικό.
«Τις δώσει εκ Σιών το σωτήριον του Ισραήλ»; Τούτος ο στίχος έχει καθαρά
μεσσιανική σημασία. Προσδιορίζει τον τόπο-Ιερουσαλήμ εκ την οποίας θα έρθει η
σωτηρία των ανθρώπων, δηλαδή ο Χριστός. Ο Χριστός θα φέρει την ηθική
αποκατάσταση, θα βγάλει από το αδιέξοδο όλη την ανθρωπότητα.
Ψαλμός δέκατος τέταρτος (ιδ΄)
Κύριε, τις παροικήσει εν τω σκηνώματι σου; ή τις κατασκηνώσει εν όρει αγίω σου;
Πορευόμενος άμωμος και εργαζόμενος δικαιοσύνην, λαλών αλήθειαν εν καρδία αυτού· ΄Ος ουκ
εδόλωσεν εν γλώσση αυτού και ουκ εποίησε τω πλησίον αυτού κακόν και ονειδισμόν ουκ έλαβεν επί
τοις έγγιστα αυτού. Εξουδένωται ενώπιον αυτού πονηρευόμενος, τους δε φοβουμένους τον Κύριον
δοξάζει. Ο ομνύων τον πλησίον αυτού και ουκ αθετών· το αργύριον αυτού ουκ έδωκεν επί τόκω και
δώρα επ΄ αθώοις ουκ έλαβεν. Ο ποιών ταύτα, ου σαλευθήσεται εις τον αιώνα.
Κύριε, ποιος μπορεί επαξίως να εισέλθει στον οίκο του Σου και να
προσευχηθεί επαξίως; Κανείς. Παρά μόνον αυτός που εργάζεται την δικαιοσύνη,
εφαρμόζει όλες τις εντολές του Θεού, λέει πάντοτε την αλήθεια, δεν αδικεί σε τίποτα
τον πλησίον του, εκτιμά τον ευσεβή, δανείζει δίχως τόκο, δεν έχει δόλο. Ένας
τέτοιος άνθρωπος θα ζήσει ευτυχισμένος, ο Θεός πάντοτε θα τον προστατεύει και
ουδέποτε θα κλονιστεί.
Ψαλμός δέκατος πέμπτος (ιε΄)
Φύλαξον με, Κύριε, ότι επί σοι ήλπισα· είπα τω Κυρίω· Κύριος μου ει σύ, ότι των αγαθών μου
ού χρείαν έχεις. Τοις αγίοις τοις εν τη γη αυτού εθαυμάστωσεν ο Κύριος, πάντα τα θελήματα αυτού εν
αυτοίς. Επληθύνθησαν αι ασθένειαι αυτών, μετά ταύτα ετάχυναν. Ου μη συναγάγω τας συναγωγάς
αυτών εξ αιμάτων, ουδ΄ ου μη μνησθώ τω ονομάτων αυτών δια χειλέων μου. Κύριος μερίς της
κληρονομίας μου και του ποτηρίου μου· συ εί ο αποκαθιστών την κληρονομίαν μου εμοί. Σχοινία
επέπεσε μοι εν τοις κρατίστοις και γαρ η κληρονομία μου κρατίστη μοι έστιν. Ευλογήσω τον Κύριον τον
συνετίσαντα με, έτι δε και έως νυκτός επαίδευσαν με οι νεφροί μου. Προωρώμην τον Κύριον ενώπιον
μου δια παντός, ότι εκ δεξιών μου έστιν, ίνα μη σαλευθώ. Δια τούτο ευφράνθη η καρδία μου και
ηγαλλιάσατο η γλώσσα μου, έτι δε και η σαρξ μου κατασκηνώσει επ΄ ελπίδι. Ότι ουκ εγκαταλείψεις
την ψυχήν μου εις άδην, ουδέ δώσεις τον όσιόν σου ιδείν διαφθοράν. Εγνώρισας μοι οδούς ζωής,
πληρώσεις με ευφροσύνης μετά του προσώπου σου· τερπνότητες εν τη δεξιά σου εις τέλος.
Ο ψαλμός αυτός περιγράφεται ως «στυλογραφία», δηλαδή γραφή
προορισμένη να χαραχτεί σε στύλο ώστε να μείνει αιώνια.
«Φύλαξόν με κύριε». Σε πάσα περίπτωση είναι απαραίτητη η Θεία βοήθεια.
Ο Θεός είναι ανενδεής, δεν έχει κανέναν και από τίποτα ανάγκη. Όποιος υπακούσει
στα προστάγματά Του, γρήγορα θα καταλάβει ότι ο Κύριος είναι το μοναδικό αγαθό
που χρειάζεται. Ο Θεός τους ευσεβείς τους έκανε θαυμαστούς στην αρετή. Ας μην
νομίζει όμως κανείς ότι οι ευσεβείς δεν περνούν από σκληρές δοκιμασίες. «πολλαί οι
θλίψεις των δικαίων», αυτές όμως οι θλίψεις δεν θα είναι μόνιμες αλλά πρόσκαιρες
και καθαρτικές για την ψυχή. Αντιθέτως οι ασεβείς θα αντιμετωπίσουν πρόσκαιρες
μεν χαρές και βέβαιη την αιώνια φρίκη.
Ο Δαυίδ κατανοεί ότι ο Θεός είναι μοναδική κληρονομιά την οποία επιθυμεί
να κληρονομήσει. Βλέπει ξεκάθαρα την ματαιότητα όλων των ανθρωπίνων
πραγμάτων. «Διά τούτο ηυφράνθη η καρδία μου και ηγαλιάσσατο η γλώσσα μου, ότι
ουκ εγκαταλείψεις την ψυχήν μου εις άδην, ουδέ δώσει τον όσιόν σου ιδείν
διαφθοράν». Ο απόστολος Πέτρος όμως στο πραξ. 2,25 13,35 είπε: «Ο Δαυίδ και
ετελεύτησε και ετάφη και διαφθοράν το σώμα αυτού είδε». Προείδε όμως και
ελάλησε περί της Αναστάσεως του Χριστού ο Οποίος αν και απέθανε, αν και ετάφη
διαφθοράν όμως στο Σώμα Του ουκ είδε!
Ψαλμός δέκατος έκτος (ις΄)

386
Εισάκουσον, Κύριε, της δικαιοσύνης μου, πρόσχες τη δεήσει μου. Ενώτισαι την
προσευχήν μου, ουκ εν χείλεσι δολίοις. Εκ προσώπου σου το κρίμα μου εξέλθοι, οι
οφθαλμοί μου ιδέτωσαν ευθύτητας. Εδοκίμασας την καρδίαν μου, επεσκέψω νυκτός·
επύρωσας με και ούχ ευρέθη εν εμοί αδικία. ΄Οπως αν μη λαλήση το στόμα μου τα έργα
των ανθρώπων, δια τους λόγους των χειλέων σου εγώ εφύλαξα οδούς σκληράς.
Κατάρτισαι τα διαβήματα μου εν ταις τρίβοις σου, ίνα μη σαλευθώσι τα διαβήματα μου.
Εγώ εκέκραξα, ότι επήκουσας μου, ο Θεός· κλίνον το ούς σου εμοί και εισάκουσον των
ρημάτων μου. Θαυμάστωσον τα ελέη σου, ο σώζων τους ελπίζοντας επί σε· εκ των
ανθεστηκότων τη δεξιά σου φύλαξον με, Κύριε, ως κόρην οφθαλμού. Εν σκέπη των
πτερύγων σου σκεπάσεις με, από προσώπου ασεβών των ταλαιπωρησάντων με. Οι
εχθροί μου την ψυχήν μου περιέσχον· το στέαρ αυτών συνέκλεισαν, το στόμα αυτών
ελάλησεν υπερηφανίαν. Εκβαλόντες με νυνί περιεκύκλωσαν με, τους οφθαλμούς αυτών
έθεντο εκκλιναι εν τη γη. Υπέλαβον με ωσεί λέων έτοιμος εις θήραν και ωσεί σκύμνος
οικών εν αποκρύφοις. Ανάστηθι, Κύριε, πρόφθασον αυτούς και υποσκέλισον αυτούς·
ρύσαι την ψυχήν μου από ασεβούς, ρομφαίαν σου από εχθρών της χειρός σου. Κύριε,
από ολίγων από γης διαμέρισον αυτούς εν τη ζωή αυτών,και των κεκρυμμένων σου
επλήσθη η γαστήρ αυτών. Εχορτάσθησαν υείων και αφήκαν τα κατάλοιπα τοις νηπίοις
αυτών. Εγώ δε εν δικαιοσύνη οφθήσομαι τω προσώπω σου· χορτασθήσομαι εν τω
οφθήναι μοι την δόξαν σου.

Ο Δαυίδ ζητά ευθύς εξ’ αρχής να αναγνωριστεί η δικαιοσύνη του


από τον Θεό απέναντι στους εχθρούς του. Ο λόγος του αυτός δεν έχει
διάθεση καυχήσεως, αλλά έχει τόνο εκληπαρητικό. Θέτει την αθωότητά
του για να κάμψει την καρδιά του Κυρίου. Σε καμία περίπτωση δεν ζητά
την απώλεια του Σαούλ, αλλά την δική του σωτηρία.
«Οι οφθαλμοί μου ιδέτωσαν ευθύτητας». Δηλαδή ας βλέπουν οι
οφθαλμοί μου ίσια πράγματα και όχι στραβά, δίκαια και όχι άδικα, αυτό
άλλωστε επιθυμείς και συ Κύριε.
«Εδοκίμασας την καρδία μου επισκέψω νυκτός». Η νύχτα είναι το
βαρόμετρο της ημέρας. Αν το βάθος του ανθρώπου είναι καλό, καλές
σκέψεις και αποφάσεις θα λάβει την νύχτα, αν είναι κακός, μοχθηρές
σκέψεις θα σκεφτεί. Τν νύχτα λοιπόν επισκέφθηκε ο Θεός τον Δαυίδ και
δεν βρήκε τίποτα το μεμπτό μέσα του. «Ουχ ευρέθη εν εμοί αδικία».
«Όπως αν μη λαλήση το στόμα μου τα έργα των ανθρώπων»: Για
να εμποδίσω την γλώσσα μου να εκστομίσει λόγους υπερηφανείας οι
οποίοι προέρχονται από την ματαιοδοξία των ασεβών ανθρώπων.
«Εφύλαξα οδούς σκληράς»: Καταδίκασα τον εαυτό μου σε
αυστηρή και σκληραγωγημένη ζωή. Ο Δαυίδ εξακολουθεί την
αυτοεξέτασή του υπό το βλέμμα του Θεού για να ελκύσει το έλεος του
Θεού.
Αφού τελειώνει την αυτοκριτική του παρακαλεί: «Εγώ
εκέκραξα», «κλίνον το ους σου», «ο σώζων τους ελπίζοντας». Και
καταλήγει: «ως κόρην οφθαλμού εν σκέπη των πτερύγων σου σκεπάσεις
με».
Είπαμε και στην αρχή ότι ο Δαυίδ βρίσκεται σε πολύ δύσκολη
κατάσταση, οι εχθροί του τον περικύκλωσαν, θεώρησαν πως θα είναι
εύκολο θύμα. Γι’ αυτό και ο Δαυίδ παρακαλεί να εγερθεί ο κύριος και να
τιμωρήσει τους εχθρούς του: «ανάστηθι Κύριε…», «Κύριε, από ολίγων
από γης διαμέρισον αυτούς εν τη ζωή αυτών». Τι επιδιώκουν οι ασεβείς
στη ζωή τους; «εχορτάσθησαν υιών, και αφήκαν τα κατάλοιπα τοις
νηπίοις αυτών». Δηλαδή επιθυμούν να χορτάσουν τα υλικά αγαθά και να
αποκτήσουν τόσα πολλά που να τους φτάσουν για να θρέψουν και τους
απογόνους τους. Αυτό γι΄αυτούς αποτελεί την επίγεια ευτυχία. Η στάση
ζωής των ασεβών σκανδαλίζει τους ευσεβείς, οι οποίοι σε αντίθεση μ’

387
αυτούς διέρχονται τη ζωή τους μέσα στις στερήσεις.
«Εγώ δε εν δικαιοσύνη οφθήσομαι»: Δηλαδή σε αντίθεση με τους
υλικούς ανθρώπους, αναπέμπει δεήσεις και προσευχές στον Κύριο. Ο
ευσεβής δεν θα χορτάσει με φαγητά, αλλά βλέποντας το πρόσωπο του
Θεού.Ας μην ξεχνάμε ότι στα προχριστιανικά χρόνια υπήρχε μεγάλη
ασάφεια σχετικά με την μετά θάνατον ζωή, εδώ όμως ο προφήτης
φαίνεται να έχει μία περισσότερο σαφή εικόνα, μία θα λέγαμε αστραπή
εκλάμψεως μέσα στο γενικό σκότος που επικρατούσε.

Ψαλμός δέκατος έβδομος (ιζ΄)


Αγαπήσω σε, Κύριε, η ισχύς μου. Κύριος στερέωμα μου και καταφυγή μου και
ρύστης μου. Ο Θεός μου, βοηθός μου και ελπιώ επ΄ αυτόν· υπερασπιστής μου και κέρας
σωτηρίας μου και αντιλήπτωρ μου. Αινών επικαλέσομαι τον Κύριον και εκ των εχθρών
μου σωθήσομαι. Περιέσχον με ωδίνες θανάτου και χείμαρροι ανομίας εξετάραξαν με.
Ωδίνες άδου περιεκύκλωσαν με, προέφθασαν με παγίδες θανάτου. Και εν τω θλίβεσθαι
με επεκαλεσάμην τον Κύριον και προς τον Θεόν μου εκέκραξα. ΄Ηκουσεν εκ ναού αγίου
αυτού φωνής μου και η κραυγή μου ενώπιον αυτου εισελεύσεται εις τα ώτα αυτού. Και
εσαλεύθη και έντρομος εγενήθη η γη και τα θεμέλια των ορέων εταράχθησαν και
εσαλεύθησαν, ότι ωργίσθη αυτοίς ο Θεός. Ανέβη καπνός εν οργή αυτού και πυρ από
προσώπου αυτού κατεφλόγισεν, άνθρακες ανήφθησαν απ΄ αυτού. Και έκλινεν ουρανούς
και κατέβη και γνόφος υπό τους πόδας αυτού. Και επέβη επί Χερουβίμ και επετάσθη·
επετάσθη επί πτερύγων ανέμων. Και έθετο σκότος αποκρυφήν αυτού, κύκλω αυτού η
σκηνή αυτού, σκοτεινόν ύδωρ εν νεφέλαις αέρων. Από της τηλαυγήσεως ενώπιον αυτού
αι νεφέλαι διήλθον, χάλαζα και άνθρακες πυρός. Και εβρόντησεν εξ ουρανού ο Κύριος
και ο ΄Υψιστος έδωκε φωνήν αυτού. Εξαπέστειλε βέλη και εσκόρπισεν αυτούς και
αστραπάς επλήθυνε και συνετάραξεν αυτούς. Και ώφθησαν αι πηγαί των υδάτων και
ανεκαλύφθη τα θεμέλια της οικουμένης από επιτιμήσεως σου, Κύριε, από εμπνεύσεως
πνεύματος οργής σου. Εξαπέστειλεν εξ ύψους και έλαβε με· προσελάβετο με εξ υδάτων
πολλών. Ρύσεται με εξ εχθρών μου δυνατών και εκ των μισούντων με, ότι
εστερεώθησαν υπέρ εμέ. Προέφθασαν με εν ημέρα κακώσεως μου· και εγένετο Κύριος
αντιστήριγμα μου. Και εξήγαγε με εις πλατυσμόν· ρύσεται με, ότι ηθέλησε με. Και
ανταποδώσει μοι Κύριος κατά την δικαιοσύνην μου και κατά την καθαριότητα των
χειρών μου ανταποδώσει μοι. Ότι εφύλαξα τας οδούς Κυρίου και ουκ ησέβησα από του
Θεού μου. Ότι πάντα τα κρίματα αυτού ενώπιον μου και τα δικαιώματα αυτού ουκ
απέστησαν απ΄ εμού. Και έσομαι άμωμος μετ΄ αυτού και φυλάξομαι από της ανομίας
μου. Και ανταποδώσει μοι Κύριος κατά την δικαιοσύνην μου και κατά την καθαριότητα
των χειρών μου, ενώπιον των οφθαλμών αυτού. Μετά οσίου όσιος έση και μετά ανδρός
αθώου αθώος έση· και μετά εκλεκτού εκλεκτός έση· και μετά στρεβλού διαστρέψεις. Ότι
συ λαόν ταπεινόν σώσεις και οφθαλμούς υπερηφάνων ταπεινώσεις. Ότι σύ φωτιείς
λύχνον μου, Κύριε ο Θεός μου, φωτιείς το σκοτος μου. Ότι εν σοι ρυσθήσομαι από
πειρατηρίου και εν τω Θεώ μου υπερβήσομαι τείχος. Ο Θεός μου, άμωμος η οδός αυτού·
τα λόγια Κυρίου πεπυρωμένα, υπερασπιστής έστι πάντων των ελπιζόντων επ΄ αυτόν. Ότι
τίς Θεός πάρεξ του Κυρίου; ή τίς Θεός πλην του Θεού ημών; Ο Θεός ο περιζωννύων με
δύναμιν και έθετο άμωμον την οδόν μου. Καταρτιζόμενος τους πόδας μου ωσεί ελάφου
και επί τα υψηλά ιστών με. Διδάσκων χείρας μου εις πόλεμον· και έθου τόξον χαλκούν
τους βραχίονας μου. Και έδωκας μοι υπερασπισμόν σωτηρίας και η δεξιά σου αντελάβετο
μου. Και η παιδεία σου ανώρθωσε με εις τέλος και η παιδεία σου αυτή με διδάξει.
Επλάτυνας τα διαβήματα μου υποκάτω μου και ουκ ησθένησαν τα ίχνη μου. Καταδιώξω
τους εχθρούς μου και καταλήψομαι αυτούς και ουκ αποστραφήσομαι, έως άν εκλίπωσιν.
Εκθλίψω αυτούς και ου μη δύνωνται στήναι· πεσούνται υπό τους πόδας μου. Και
περιέζωσας με δύναμιν εις πόλεμον, συνεπόδισας πάντας τους επανισταμένους επ΄ εμέ
υποκάτω μου. Και τους εχθρούς μου έδωκας μοι νώτον και τους μισούντας με
εξωλόθρευσας. Εκέκραξαν και ουκ ην ο σώζων, προς Κύριον και ουκ εισήκουσεν αυτών.
Και λεπτυνώ αυτούς ωσεί χνούν κατά πρόσωπον ανέμου, ως πηλόν πλατειών λεανώ
αυτούς. Ρύση με εξ αντιλογίας λαού, καταστήσεις με εις κεφαλήν εθνών. Λαός, όν ουκ
έγνων, εδούλευσε μοι· εις ακοήν ωτίου υπήκουσε μου. Υιοί αλλότριοι εψεύσαντο μοι·
υιοί αλλότριοι επαλαιώθησαν και εχώλαναν από των τρίβων αυτών. Ζή Κύριος και
ευλογητός ο Θεός μου και υψωθήτω ο Θεός της σωτηρίας μου. Ο Θεός, ο διδούς
εκδικήσεις εμοί και υποτάξας λαούς υπ΄ εμέ· ο ρύστης μου εξ εχθρών μου οργίλων. Από
των επανισταμένων επ΄ εμέ υψώσεις με, από ανδρός αδίκου ρύση με. Δια τούτο
εξομολογήσομαι σοι εν έθνεσι, Κύριε και τω ονόματι σου ψαλώ. Μεγαλύνων τας
σωτηρίας του βασιλέως αυτού και ποιών έλεος τω χριστώ αυτού, τω Δαυίδ και τω
σπέρματι αυτού έως αιώνος.

Τον ψαλμό αυτόν μάλλον ο Δαυίδ τον συνέταξε κατά το τέλος

388
του βίου του, όταν είχαν ήδη κατατροπωθεί οι εχθροί του. Το ποίημα
αυτό είναι ένα μεγάλο «Αλληλούια», η καρδιά του ψαλμωδού γεμίζει
από χαρά:
«Αγαπήσω σε Κύριε, η ισχύς μου»: Στερέωμα και καταφυγή είναι
για τον προφήτη ο Θεός, ελευθερωτής του, λυτρωτής του, πώς να μην
τον αγαπά με όλη την δύναμη της ψυχής του!
Ο Δαυίδ πέρασε μέσα από πολλούς κινδύνους, από επικίνδυνες
καταστάσεις, τις οποίες ονομάζει «ωδίνεςάδου». Όμως μέσα στους
χειμμάρρους αυτούς των πειρασμών ο Θεός ήταν πάντα δίπλα του,
άκουγε τις προσευχές του.
Με εικόνες πολύ παραστατικές εκφράζει ο Δαυίδ τον θυμό του
Θεού έναντι των εχθρών του. Ο Θεός κατέρχεται εκ του ουρανού
προκαλώντας μεγάλη αναστάτωση, η γη σείεται, υπέρμετρα φυσικά
φαινόμενα προκαλούνται, οι εχθροί του Θεού βρίσκονται σε πανικό.
Ποιος μπορεί να αντισταθεί στον Κύριο; Ο Δαυίδ διέρχεται
θαυματουργικά εν μέσω των εχθρών του, όπως διάβηκαν οι ισραηλίτες εν
μέσω της ερυθράς θαλάσσης όταν οι Αιγύπτιοι τους καταδίωκαν.
Γιατί ο Θεός έδειξε τέτοια εύνοια στον Δαυίδ; Πρώτον γιατί ήταν
αθώος. Ναι μεν στο παρελθόν αμάρτησε, αλλά άλλη φορά δεν υπέπεσε
σε αμαρτία, φύλαξε τον εαυτό του. Δεύτερον, διότι ο Θεός προστατεύει
τους οσίους του, δείχνει ιδιαίτερη εύνοια προς τους ευσεβείς, «μετά του
εκλεκτού, εκλεκτός έση, αθώου, αθώος έση», στους κακούς όμως
αντιτάσσεται.
Συνεπώς ο Δαυίδ αναγνωρίζει, αντιλαμβάνεται ότι τα πάντα στη
ζωή του είναι δωρεές του Θεού, όσα πέτυχε, όση δόξα κι αν απόκτησε
επί της γης, αλλά και την ζωή του την ίδια, όλα, τα πάντα, τα οφείλει
στον Θεό. «Ο Θεός ο περιζωννύων με δύναμιν», «έθετο άμωμον την
οδόν μου», «καταρτιζόμενος τους πόδας μου ωσεί ελάφου». Ο Θεός
λοιπόν τον δίδαξε πώς να πολεμά «διδάσκων χείρας μου εις πόλεμον».
«Ζη Κύριος και ευλογητός ο Θεός μου», ο Δαυίδ εκσπά σε
δοξολογία, σε ευχαριστία. «Εξομολογήσομαί σοι εν έθνεσι», υπόσχεται
να εξαγγείλει τον Θεό στα έθνη, ώστε και εκείνα να μάθουν για την δόξα
Του. Το ερώτημα όμως είναι το πότε το έκανε αυτό ο Δαυίδ; Είναι
αναντίρρητο ότι εδώ ο Δαυίδ δεν ιστορεί, αλλά προφητεύει.
«Μεγαλύνων τας σωτηρίας του βασιλέως αυτού και ποιών έλεος
τω χριστώ αυτού, τω Δαυίδ και τω σπέρματι αυτού έως αιώνος».
Νόμιμος αντιπρόσωπος του Κυρίου επί της γης ήταν ο χρισμένος διά
ελαίου ο βασιλέας Δαυίδ. Παράλληλα όμως γίνεται και υπαινιγμός περί
του μέλλοντος Λυτρωτού, του Χριστού ο οποίος είναι ο αιώνιος βλαστός
του Δαυίδ.

Ψαλμός δέκατος όγδοος (ιη΄)


Οι ουρανοί διηγούνται δόξαν Θεού, ποίησιν δε χειρών αυτού αναγγέλλει το
στερέωμα. Ημέρα τη ημέρα ερεύγεται ρήμα και νυξ νυκτί αναγγέλλει γνώσιν. Ουκ εισί
λαλιαί ουδέ λόγοι, ων ουχί ακούονται αι φωναί αυτών. Εις πάσαν την γην εξήλθεν ο
φθόγγος αυτών και εις τα πέρατα της οικουμένης τα ρήματα αυτών. Εν τω ηλίω έθετο το
σκήνωμα αυτού· και αυτός ως νυμφίος εκπορευόμενος εκ παστού αυτού. Αγαλλιάσεται
ως γίγας δραμείν οδόν αυτού· απ΄ άκρου του ουρανού η έξοδος αυτού και το κατάντημα
αυτού έως άκρου του ουρανού· και ουκ έστιν ος αποκρυβήσεται της θέρμης αυτού. Ο
νόμος Κυρίου άμωμος, επιστρέφων ψυχάς· η μαρτυρία Κυρίου πιστή, σοφίζουσα νήπια.
Τα δικαιώματα Κυρίου ευθέα, ευφραίνοντα καρδίαν· η εντολή Κυρίου τηλαυγής,
φωτίζουσα οφθαλμούς. Ο φόβος Κυρίου αγνός, διαμένων εις αιώνα αιώνος· τα κρίματα

389
Κυρίου αληθινά, δεδικαιωμένα επί το αυτό. Επιθυμητά υπέρ χρυσίον και λίθον τίμιον
πολύν και γλυκύτερα υπέρ μέλι και κηρίον. Και γαρ ο δούλος σου φυλάσσει αυτά· εν τω
φυλάσσειν αυτά ανταπόδοσις πολλή. Παραπτώματα τις συνήσει; εκ των κρυφίων μου
καθάρισον με και από αλλοτρίων φείσαι του δούλου σου. Εάν μη μου κατακυριεύσωσι,
τότε άμωμος έσομαι και καθαρισθήσομαι από αμαρτίας μεγάλης. Και έσονται εις ευδοκίαν
τα λόγια του στόματος μου και η μελέτη της καρδίας μου ενώπιον σου δια παντός.
Κύριε, βοηθέ μου και λυτρωτά μου.

«Οι ουρανοί διηγούνται δόξαν Θεού»: Είχε πει κάποτε ο Κάντιος:


«Δύο πράγματα πληρούν θαυμασμού και σεβασμού την ψυχήν μου. Ο
άνω μου έναστρος ουρανός και η εντός μου φωνή της συνειδήσεως».
Ολόκληρη η φύση, αλλά ιδιαιτέρως όμως οι ουρανοί με τις άπειρες
αποστάσεις, την λαμπρότητα, την τάξη, αποκαλύπτουν κατά τον πλέον
υπέροχο τρόπο το μεγαλείο του Δημιουργού τους. Οι σύγχρονες
ανακαλύψεις της αστρονομίας ενισχύουν αυτό ακριβώς που ο προφήτης
εδώ αναφωνεί.
«Ημέρα τη ημέρα ερεύγεται ρήμα», η κάθε μέρα αποκτά μία
επιπλέον γνώση για τον Θεό την οποία μεταβιβάζει στην επόμενη. «Νυξ
νυκτί αναγγέλλει γνώσιν». Χωρίζει ο Δαυίδ την μέρα και την νύχτα σαν
δύο διαφορετικούς χορούς ψαλτών. Η μεγάλη αυτή συναυλία των
δημιουργημάτων υμνούσα τον Δημιουργόν ακούγεται σε όλο τον κόσμο.
Αυτό αποτελεί εικόνα του ευαγγελίου, το οποίο θα κηρυχτεί σε όλο τον
κόσμο.
Μεταξύ των αστέρων ο ήλιος κηρύττει περισσότερο την δόξα του
Θεού. Ούτω και ο νόμος του Θεού αποτελεί για τον κόσμο «μαρτυρία
Κυρίου πιστή», είναι πιστή διότι είναι αληθινή στις υποσχέσεις, αλλά και
στις απειλές. Όπως το φως του ήλιος φωτίζει τους οφθαλμούς μας, έτσι
και ο νόμος του Κυρίου φωτίζει την ψυχή.
Η τήρηση όμως του νόμου δεν είναι πάντοτε εύκολη, διότι άλλοτε
εκουσίως και άλλοτε ακουσίως παραβαίνουμε τον Θείο νόμο. Γι’ αυτό ο
προφήτης παρακαλεί: «εκ των κρυφίων μου καθάρισόν με», κρύφια
εννοεί τα λανθάνοντα αμαρτήματα τα οποία διαπράττονται εξ’ αγνοίας.
«Και από αλλοτρίων φείσαι του δούλου σου» διά να μη πάθω κι εγώ ότι
έπαθαν άλλοι οι οποίοι παρασύρθηκαν από αυτού του είδους τα
αμαρτήματα. Εάν όμως δεν κυριαρχήσουν αυτού του είδους τα
αμαρτήματα «τότε άμωμος έσομαι», τότε θα γίνω άμεμπτος,
απαλλαγμένος από μεγάλες πτώσεις.
«Κύριε, βοηθέ μου και λυτρωτά μου». Η κατακλείς.

Ψαλμός δέκατος ένατος (ιθ΄)

Επακούσαι σου Κύριος εν ημέρα θλίψεως· υπερασπίσαι σου το όνομα του Θεού
Ιακώβ. Εξαποστείλαι σοι βοήθειαν εξ αγίου και εκ Σιών αντιλάβοιτο σου. Μνησθείη
πάσης θυσίας σου και το ολοκαύτωμα σου πιανάτω. Δώη σοι Κύριος κατά την καρδίαν
σου και πάσαν την βουλήν σου πληρώσαι. Αγαλλιασόμεθα επί τω σωτηρίω σου και εν
ονόματι Κυρίου Θεού ημών μεγαλυνθησόμεθα. Πληρώσαι Κύριος πάντα τα αιτήματα
σου· νυν έγνων, ότι έσωσε Κύριος τον χριστόν αυτού. Επακούσεται αυτού εξ ουρανού
αγίου αυτού· εν δυναστείαις η σωτηρία της δεξιάς αυτού. Ούτοι εν άρμασι και ούτοι εν
ίπποις· ημείς δε εν ονόματι Κυρίου Θεού ημών μεγαλυνθησόμεθα. Αυτοί
συνεποδίσθησαν και έπεσαν· ημείς δε ανέστημεν και ανωρθώθημεν. Κύριε, σώσον τον
Βασιλέα και επάκουσον ημών, εν ή αν ημέρα επικαλεσώμεθα σε.

«Εν ημέρα θλίψεως υπερασπίσαι σου το όνομα Θεού Ιακώβ». Το


“Iακώβ” λέγεται αντί του Ισραήλ. Προφανώς ο Δαυίδ προχωρά σε μία
πολεμική εκστρατεία κατά των Αμμωνιτών. Μία ενδεχόμενη νίκη θα

390
δώσει μεγάλη χαρά και αγαλλίαση γι’ αυτό οι ισραηλίτες προσφέρουν
ολοκαυτώματα και θυσίες με σκοπό να εξασφαλίσουν την βοήθεια του
Θεού.
Ο ψαλμωδός είναι βέβαιος για το αποτέλεσμα. Ο ίδιος είναι ο
χριστός του Θεού, πρέπει να σωθεί, να νικήσει να θριαμβεύσει.
«Αυτοί συνεποδίσθησαν και έπεσαν, ημείς δε ανέστημεν και
ανωρθώθημεν». Η πίστη βλέπει την νίκη ως ήδη συντελεσθείσα, όμως ο
ποιητής δεν παραβλέπει ότι η νίκη δεν είχε αποκτηθεί ακόμη και διά
τούτο λέγει: «Κύριε, σώσον τον βασιλέα».

Ψαλμός εικοστός (κ΄)


Κύριε, εν τη δυνάμει σου ευφρανθήσεται ο βασιλεύς και επί τω σωτηρίω σου
αγαλλιάσεται σφόδρα· Την επιθυμίαν της καρδίας αυτού έδωκας αυτώ και την θέλησιν
των χειλέων αυτού ουκ εστέρησας αυτόν. Ότι προέφθασας αυτόν εν ευλογίαις
χρηστότητος· έθηκας επί την κεφαλήν αυτού στέφανον εκ λίθου τιμίου. Ζωήν ητήσατο
σε και έδωκας αυτώ μακρότητα ημερών εις αιώνα αιώνος. Μεγάλη η δόξα αυτού εν τω
σωτηρίω σου, δόξαν και μεγαλοπρέπειαν επιθήσεις επ΄ αυτόν. Ότι δώσεις αυτώ
ευλογίαν εις αιώνα αιώνος· ευφρανείς αυτόν εν χαρά μετά του προσώπου σου. Ότι ο
βασιλεύς ελπίζει επί Κύριον και εν τω ελέει του Υψίστου ου μη σαλευθή. Ευρεθείη η χειρ
σου πάσι τοις εχθροίς σου· η δεξιά σου εύροι πάντας τους μισούντας σε. Ότι θήσεις
αυτούς εις κλίβανον πυρός εις καιρόν του προσώπου σου· Κύριος εν οργή αυτού
συνταράξει αυτούς και καταφάγεται αυτούς πυρ. Τον καρπόν αυτών από της γης απολείς
και το σπέρμα αυτών από υιών ανθρώπων. Ότι έκλιναν εις σε κακά, διελογίσαντο
βουλάς, αις ου μη δύνωνται στήναι. Ότι θήσεις αυτούς νώτον· εν τοις περιλοίποις σου
ετοιμάσεις το πρόσωπον αυτών. Υψώθητι, Κύριε, εν τη δυνάμει σου· άσομεν και
ψαλούμεν τας δυναστείας σου.

Η νίκη του Δαυίδ επί των εχθρών του, του προξένησε μεγάλη
χαρά. Δεν ξεχνά όμως ότι το επίτευγμά του δεν οφείλεται στις δικές του
δυνάμεις, αλλά στην ενίσχυση που έλαβε από τον Θεό. Έλαβε μάλιστα
περισσότερα απ’ όσα ζήτησε.
«Ζωήν ηττήσατό σε και έδωκας αυτώ, μακρότητα ημερών εις
αιώνα αιώνος». Ο στίχος αυτός αποδίδεται στον Μεσσία και στην αιώνια
βασιλεία Του.
Και οι υπόλοιποι στίχοι όμως που ακολουθούν αποδίδονται μεν
στον Δαυίδ, περισσότερο όμως στον Μεσσία: «Μεγάλη η δόξα αυτού εν
τω σωτηρίω σου, δόξαν και μεγαλοπρέπειαν επιθήσεις επ΄ αυτόν. Ότι
δώσεις αυτώ ευλογίαν εις αιώνα αιώνος». Ο Δαυίδ ήταν άνθρωπος,
μπορούσε να μακροημερεύσει, όμως σε καμία περίπτωση δεν μπορούσε
να ζήσει αιώνια.
Ο Κύριος θα συνταράξει , θα καταφάγει τους εχθρούς Του, θα
τους καταβροχθίσει. Δεν θα μείνει ουδείς εξ’ αυτών ζωντανός. Θα
τιμωρηθούν σκληρά διότι πολέμησαν τον νόμιμο βασιλέα του Ισραήλ.
Ας εγερθεί ο Κύριος για να εκδηλώσει την δύναμή Του κατά των
εχθρών του λαού Του.

Ψαλμός εικοστός πρώτος (κα΄)


Ο Θεός, ο Θεός μου, πρόσχες μοι· ίνα τί εγκατέλιπες με; μακρά από της σωτηρίας μου οι λόγοι
των παραπτωμάτων μου. Ο Θεός μου, κεκράξομαι ημέρας και ούκ εισακούση· και νυκτός και ούκ εις
άνοιαν εμοί. Συ δε εν αγίω κατοικείς, ο έπαινος του Ισραήλ. Επί σοι ήλπισαν οι πατέρες ημών, ήλπισαν
και ερρύσω αυτούς. Προς σε εκέκραξαν και εσώθησαν, επί σοι ήλπισαν και ού κατησχύνθησαν. Εγώ δε
είμι σκώληξ και ούκ άνθρωπος, όνειδος ανθρώπων και εξουθένημα λαού. Πάντες οι θεωρούντες με
εξεμυκτήρισαν με, ελάλησαν εν χείλεσιν, εκίνησαν κεφαλήν. ΄Ηλπισεν επί Κύριον, ρυσάσθω αυτόν,
σωσάτω αυτόν, ότι θέλει αυτόν. Ότι συ ει ο εκσπάσας με εκ γαστρός, η ελπίς μου από μαστών της
μητρός μου· επί σε επερρίφην εκ μήτρας. Από γαστρός μητρός μου Θεός μου ει συ, μη αποστής απ΄
εμού. Ότι θλίψις εγγύς, ότι ούκ έστιν ο βοηθών μοι. Περιεκύκλωσαν με μόσχοι πολλοί, ταύροι πίονες

391
περιέσχον με. ΄Ηνοιξαν επ΄ εμέ το στόμα αυτών, ως λέων αρπάζων και ωρυόμενος. Ωσεί ύδωρ
εξεχύθην και διεσκορπίσθη πάντα τα οστά μου· εγενήθη η καρδία μου ωσεί κηρός τηκόμενος εν μέσω
της κοιλίας μου. Εξηράνθη ως όστρακον η ισχύς μου και η γλώσσα μου κεκόλληται τω λάρυγγι μου και
εις χούν θανάτου κατήγαγες με. Ότι εκύκλωσαν με κύνες πολλοί, συναγωγή πονηρευομένων περιέσχον
με. ΄Ωρυξαν χείρας μου και πόδας μου· εξηρίθμησαν πάντα τα οστά μου· αυτοί δε κατενόησαν και
επείδον με. Διεμερίσαντο τα ιμάτια μου εαυτοίς και επί τον ιματισμόν μου έβαλον κλήρον. Συ δε, Κύριε,
μη μακρύνης την βοήθειαν σου απ΄ εμού, εις την αντίληψην μου πρόσχες. Ρύσαι από ρομφαίας την
ψυχήν μου και εκ χειρός κυνός την μονογενή μου. Σώσον με εκ στόματος λεόντος και από κεράτων
μονοκερώτων την ταπείνωσιν μου. Διηγήσομαι το όνομα σου τοις αδελφοίς μου, εν μέσω εκκλησίας
υμνήσω σε. Οι φοβούμενοι τον Κύριον αινέσατε αυτόν, άπαν το σπέρμα Ιακώβ δοξάσατε αυτόν.
Φοβηθήτω δη απ΄ αυτού άπαν το σπέρμα Ισραήλ. Ότι ούκ εξουδένωσεν, ουδέ προσώχθισε τη δεήσει
του πτωχού, ουδέ απέστρεψε το πρόσωπον αυτού απ΄ εμού· και εν τω κεκραγέναι με προς αυτόν
εισήκουσε με. Παρά σου ο έπαινος μου· εν εκκλησία μεγάλη εξομολογήσομαι σοι· τας ευχάς μου
αποδώσω ενώπιον των φοβουμένων σε. Φάγονται πένητες και εμπλησθήσονται και αινέσουσι Κύριον οι
εκζητούντες αυτόν· ζήσονται αι καρδίαι αυτών εις αιώνα αιώνος. Μνησθήσονται και επιστραφήσονται
προς Κύριον πάντα τα πέρατα της γης και προσκυνήσουσιν ενώπιον αυτού πάσαι αι πατριαί των εθνών.
Ότι του Κυρίου η βασιλεία και αυτός δεσπόζει των εθνών. ΄Εφαγον και προσεκύνησαν πάντες οι πίονες
της γης· ενώπιον αυτού προπεσούνται πάντες οι καταβαίνοντες εις γην. Και η ψυχή μου αυτώ ζη και το
σπέρμα μου δουλεύσει αυτώ. Αναγγελήσεται τω Κυρίω γενεά η ερχομένη και αναγγελούσι την
δικαιοσύνην αυτού λαώ τω τεχθησομένω, όν εποίησεν ο Κύριος.

Ο ψαλμός αυτός αποτελεί αναμφιβόλως μία προφητεία για το πάθος του


Χριστού, αλλά και την επιστροφή των εθνών χάριν του πάθους του Κυρίου. Η
προφητεία αυτή φτάνει μέχρι λόγων του πάσχοντος Μεσσίου όπως θα δούμε:
“Ο πάσχων” στιχ. 2-22: «Ο Θεός ο Θεός μου πρόσχες μοι». Ο Θεοδώρητος
αντιπαραβάλλει τον στίχο αυτό με την κραυγή του Κυρίου «Ηλί Ηλί λαμά
σαβαχθανί» «Ινατί εγκατέλιπές με»; Πόνος άρρητος βλέποντας τον εαυτό του
εγκαταλελειμμένο από τον Θεό εν μέσω βασανισμών. Τόσο πολύ υποφέρει, ώστε
βρυχάται ωσάν λέων. Ο πάσχων Ιησούς θα μείνει αβοήθητος; Κάθε άλλο!
«Εγώ δε ειμί σκώληξ και ουκ άνθρωπος και εξουθένημα λαού». Έτσι
παρομοιάζει ο Μεσσίας τον εαυτό Του για να δηλώσει το πάθος Του. Ο Ησαΐας λέει:
«Και είδομεν αυτόν και ουκ είχε είδος ουδέ κάλλος. Αλλά το είδος αυτού άτιμον και
εκλείπον παρά τους υιούς των ανθρώπων».
«Οι θεωρούντες με εξεμυκτήρισάν με». Ο Λουκάς στο Ευαγγέλιο του λέει:
«Εξεμυκτήριζον δε και οι άρχοντες συν αυτοίς». (Λουκ. 23,35).
«Ελάλησαν εν χείλεσιν, εκίνησαν κεφαλήν». Δείγμα της ειρωνείας και της
κακεντρέχειας των ανθρώπων.
Δεν γίνεται να μην ελπίσει στην σωτηρία του ο Αναμάρτητος, άλλωστε στα
χέρια Του βρίσκεται αυτή. «Επί σε επερρίφην εκ μήτρας». Εδώ υπαινίσσεται η εκ
Παρθένου σύλληψις του Μεσσίου, αφού δεν αναφέρεται ο πατήρ Του, παρά μόνον η
μητέρα Του.
«Ωσεί ύδωρ εξεχύθην». Η τελεία εξάντλησίς Του παρομοιάζεται ως ύδωρ το
οποίο χύνεται κατά γης και σιγά-σιγά χάνεται. «Διεσκορπίσθη πάντα τα οστά μου».
Υπαινιγμός της σταυρώσεώς Του. «Η γλώσσα μου κεκόλληται τω λάρυγγί μου». Η
δίψα Του ήταν μία εκ των τρομερών βασανιστικών οδυνών Του. «Εις χουν θανάτου
κατήγαγές με». Χους θανάτου είναι ο τάφος.
«Εξηρίθμησαν πάντα τα οστά μου». Διά των μαστιγώσεών Του και των
άλλων βασανισμών Του, η σαρξ του Κυρίου, έγινε τόσο ισχνή, ώστε μπορούσαν να
μετρηθούν τα οστά Του. Οι εχθροί Του παρόλα αυτά τον έβλεπαν με χαιρεκακία,
διασκεδάζοντας εναντίον Του.
«Διεμερίσαντο τα ιμάτιά μου εαυτοίς». Τούτο εξεπληρώθη πλήρως και κατά
γράμμα όπως είναι σε όλους γνωστό.
Ο Ιησούς στρέφεται δοξολογικά προς τον Πατέρα. Τον ευχαριστεί επειδή ήδη
Τον έσωσε. Διά της θαυματουργικής σωτηρία μου δύναμαι να σε αινώ. «Εν
Εκκλησίαν μεγάλη», η μεγάλη αυτή Εκκλησία, είναι ο πολύς λαός ο οποίος άκουσε
το Ευαγγέλιο της σωτηρίας.

392
«Έφαγον και προσεκύνησαν πάντες οι πίονες της γης»: Σαφώς υπαινίσσεται
εδώ ο Μυστηριακός δείπνος. Ο Λυτρωτής βλέπει τα έθνη να επιστρέφουν στον Θεό.
«Εάν υψωθώ από της γης πάντας ελκύσω προς εμαυτόν». (Ιω. 13,32).
Όλα τα έθνη της γης συνεχίζουν εις αιώνας αιώνων το άσμα τούτο. «και
αναγγελούσι την δικαιοσύνην αυτού λαώ τω τεχθησομένω, όν εποίησεν ο Κύριος».
Υπέροχος επίλογος!

Ψαλμός εικοστός δεύτερος (κβ΄)

Κύριος ποιμαίνει με και ουδέν με υστερήσει. Εις τόπον χλόης, εκεί με κατεσκήνωσεν, επί
ύδατος αναπαύσεως εξέθρεψε με. Την ψυχήν μου επέστρεψεν, ωδήγησε με επί τρίβους δικαιοσύνης,
ένεκεν του ονόματος αυτού. Εάν γαρ και πορευθώ εν μέσω σκιάς θανάτου, ου φοβηθήσομαι κακά, ότι
συ μετ΄ εμού ει. Η ράβδος σου και η βακτηρία σου αύται με παρεκάλεσαν. Ητοίμασας ενώπιον μου
τράπεζαν, εξεναντίας των θλιβόντων με. Ελίπανας εν ελαίω την κεφαλήν μου και το ποτήριον σου
μεθύσκον με ωσεί κράτιστον. Και το έλεος σου καταδιώξει με πάσας τας ημέρας της ζωής μου και το
κατοικείν με εν οίκω Κυρίου εις μακρότητα ημερών.

«Κύριος ποιμαίνει με». Η Αγία Γραφή συχνά εικονίζει τον Θεό ως ποιμένα
για να τονίσει την στοργή Του προς τους ανθρώπους. Τα πρόβατα έχουν ανάγκη από
δροσερό νερό και από καταπράσινα λιβάδια. Σε τέτοιους τόπους οδηγεί ο Θεός το
ποίμνιό Του.
«Εάν γαρ και πορευθώ εν μέσω σκιάς θανάτου». Τα πρόβατα κινδυνεύουν να
πέσουν σε χαράδρες. Ο Ποιμήν όμως αγρυπνεί. «Συ μετ’ εμού ει».
«Ητοίμασας ενώπιόν μου τράπεζα». Ο Θεός γίνεται τραπεζοκόμος, «ελίπανας
εν ελαίω την κεφαλήν μου». Στους προσκεκλημένους εκείνης της εποχή άλειφαν το
κεφάλι τους με λάδι. Ο Ιησούς είπε στον Σίμων: «ελαίω την κεφαλήν μου ουκ
ήλειψας».
«Το ποτήριόν σου μεθύσκον με». Ο Κύριος δεν μου προσφέρει λίγες μόνο
σταγόνες κρασιού, αλλά πλήρες ποτήρι, πλουσιοπάροχο.
«Το έλεός σου καταδιώξει με πάσας τας ημέρας της ζωής μου». Είναι
παρόμοιο με το «ανάγκασον εισελθείν» του Κυρίου (Λουκ. 24,29).
«Του κατοικείν με εν οίκω Κυρίου». Ο ψαλμωδός ελπίζει να μείνει ακόμη
πλησίον της σκηνής του Θεού απολαμβάνοντας την αγία φιλοξενία του Θεού.

Ψαλμός εικοστός τρίτος (κγ΄)


Του Κυρίου η γη και το πλήρωμα αυτής, η οικουμένη και πάντες οι κατοικούντες εν αυτή.
Αυτός επί θαλασσών εθεμελίωσεν αυτήν και επί ποταμών ητοίμασεν αυτήν. Τίς αναβήσεται εις το όρος
του Κυρίου, ή τίς στήσεται εν τόπω αγίω αυτού; Αθώος χερσί και καθαρός τη καρδία, ός ούκ έλαβεν επί
ματαίω την ψυχήν αυτού και ούκ ώμοσεν επί δόλω τω πλησίον αυτού. Ούτος λήψεται ευλογίαν παρά
Κυρίου και ελεημοσύνην παρά Θεού σωτήρος αυτού. Αύτη η γενεά ζητούντων τον Κύριον, ζητούντων
το πρόσωπον του Θεού Ιακώβ. 'Αρατε πύλας οι άρχοντες υμών· και επάρθητε πύλαι αιώνιοι και
εισελεύσεται ο βασιλεύς της δόξης. Τίς έστιν ούτος ο βασιλεύς της δόξης; Κύριος κραταιός και δυνατός,
Κύριος δυνατός εν πολέμω. 'Αρατε πύλας οι άρχοντες υμών· και επάρθητε πύλαι αιώνιοι και
εισελεύσεται ο βασιλεύς της δόξης. Τίς έστιν ούτος ο βασιλεύς της δόξης; Κύριος των δυνάμεων αυτός
έστιν ο βασιλεύς της δόξης.

Ο ψαλμός αυτός συνετέθη επ’ ευκαιρία της επίσημης και μεγαλοπρεπούς


μεταφοράς της κιβωτού της Διαθήκης από τον Δαυίδ στον λόφο Σιών της
Ιερουσαλήμ. Ο ψαλμός αυτός είναι κατά τρόπο έμμεσο Μεσσιανικός. Οι πατέρες της
Εκκλησίας μας εφαρμόζουν αυτόν στην Ανάσταση και Ανάληψη του Κυρίου καθώς
και στα εγκαίνια ναών.
«Του Κυρίου γη». Ο Κύριος είναι ο δημιουργός, ο μοναδικός Κύριος όλης της
οικουμένης.
«Επί θαλασσών εθεμελίωσεν αυτήν». Παράσταση της ξηράς αναδυομένης εκ

393
των υδάτων της θάλασσας. Ο αρχαίος κόσμος είχε την αντίληψη ότι ο κόσμος
διαιρούνταν σε τρία μέρη. Τον ουρανό, την γη και την άβυσσο κάτω της γης.
«Τις αναβήσεται», ποιος είναι άξιος να μεταβεί για να προσκυνήσει εις τον
τόπο του Κυρίου; Η απάντηση δίδεται: «αθώος χερσί και καθαρός τη καρδία».
Πρέπει ο άνθρωπος να είναι καθαρός και εξωτερικά και εσωτερικά.
«Ουκ έλαβε επί ματαίω», εκείνος που δεν παρέδωσε την ψυχή του στο ψεύδος
ή σε μάταια πράγματα.
Αυτός που θα πλησιάσει αξίως τον Κύριο, τι πρόκειται να κερδίσει;
«Λήψεται ελεημοσύνην». Κάθε δικαιοσύνη του Θεού προς τον άνθρωπο είναι
ελεημοσύνη.
Η πομπή έφτασε, γίνεται μεγαλοπρεπής είσοδος της Κιβωτού στην
Ιερουσαλήμ: «Άρατε πύλας οι άρχοντες υμών», ας ανοίξουν διάπλατα οι θύρες του
φρουρίου, για να εισέλθει μεγαλοπρεπώς και χωρίς εμπόδια η Κιβωτός της Διαθήκης.
Τούτος ο ψαλμός προαγορεύει και την εις ουρανούς άνοδο του Δεσπότου.
«Εισελεύσεται ο βασιλεύς της δόξης». Ο Δαυίδ είχε υπόψη του το ακατάλυτο
της Ιουδαϊκής βασιλείας διά του Μεσσίου. «Τις έστιν ούτος…» «Κύριος κραταιός και
δυνατός…». Είναι ο Γιεχωβά, ο οποίος είναι πανίσχυρος, παντοδύναμος, Αυτός είναι
ο Βασιλεύς της Δόξης.
«Άρατε πύλας». Τούτη η παράσταση εφαρμόζεται ωραιότατα υπό των
πατέρων της Εκκλησίας μας στην Ανάληψη του Χριστού.

Ψαλμός εικοστός τέταρτος (κδ΄)


Προς σε, Κύριε, ήρα την ψυχήν μου. Ο Θεός μου, επί σοι πέποιθα· μη καταισχυνθείην εις τον
αιώνα, μηδέ καταγελασάτωσαν με οι εχθροί μου. Και γαρ πάντες οι υπομένοντες σε ου μη
καταισχυνθώσιν. Αισχυνθήτωσαν οι ανομούντες διακενής.Τας οδούς σου, Κύριε, γνώρισον μοι και τας
τρίβους σου δίδαξον με. Οδήγησον με επί την αλήθειαν σου και δίδαξον με, ότι συ εί ο Θεός ο σωτήρ
μου· και σε υπέμεινα όλην την ημέραν. Μνήσθητι των οικτιρμών σου, Κύριε και τα ελέη σου, ότι από
του αιώνος είσιν. Αμαρτίας νεότητος μου και αγνοίας μου μη μνησθής, κατά το έλεος σου μνήσθητι
μου, συ, ένεκεν της χρηστότητος σου, Κύριε. Χρηστός και ευθύς ο Κύριος· δια τούτο νομοθετήσει
αμαρτάνοντας εν οδώ. Οδηγήσει πραείς εν κρίσει, διδάξει πραείς οδούς αυτού. Πάσαι αι οδοί Κυρίου
έλεος και αλήθεια, τοις εκζητούσι την διαθήκην αυτού και τα μαρτύρια αυτού. ΄Ενεκεν του ονόματος
σου, Κύριε και ιλάσθητι τη αμαρτία μου· πολλή γαρ έστι. Τίς έστιν άνθρωπος ο φοβούμενος τον Κύριον;
νομοθετήσει αυτώ εν οδώ, ή ηρετίσατο. Η ψυχή αυτού εν αγαθοίς αυλισθήσεται και το σπέρμα αυτού
κληρονομήσει γην. Κραταίωμα Κύριος των φοβουμένων αυτόν και η διαθήκη αυτού δηλώσει αυτοίς. Οι
οφθαλμοί μου δια παντός προς τον Κύριον, ότι αυτός εκσπάσει εκ παγίδος τους πόδας μου. Επίβλεψον
επ΄εμέ και ελέησον με· ότι μονογενής και πτωχός είμι εγώ. Αι θλίψεις της καρδίας μου επληθύνθησαν·
εκ των αναγκών μου εξάγαγε με. ΄Ιδε την ταπείνωσιν μου και τον κόπον μου· και άφες πάσας τας
αμαρτίας μου. ΄Ιδε τους εχθρούς μου, ότι επληθύνθησαν και μίσος άδικον εμίσησαν με. Φύλαξον την
ψυχήν μου και ρύσαι με· μη καταισχυνθείην, ότι ήλπισα επί σε. ΄Ακακοι και ευθείς εκολλώντο μοι, ότι
υπέμεινα σε, Κύριε. Λύτρωσαι, ο Θεός, τον Ισραήλ εκ πασών των θλίψεων αυτού.

Ο ψαλμός αυτός είναι αλφαβητικός, διότι αρχίζει εκάστη δέηση δι ενός


γράμματος του εβραϊκού αλφαβήτου.
«Προς σε Κύριε.., ήρα την ψυχήν μου». Είναι αδύνατον να προσευχηθεί
κανείς αν δεν υψωθεί επί των επιγείων.
«Μεδέ καταγελασάτωσάν με οι εχθροί μου». Εάν ο Θεός αρνηθεί να μου
δώσει την δύναμή Του, θα ταπεινωθώ ενώπιον των θριαμβευόντων μου εχθρών.
«Οι ανομούντες διακενής». Οι ανομούντες αυτοί δεν είναι εξ΄αδυναμίας, αλλά
εξ΄επιθυμίας να βρουν την ευτυχία διά μέσου της αμαρτίας.
«Οδήγησόν με επί την αλήθειάν Σου». Δίδαξε με σχετικά με τις αξιόπιστες
υποσχέσεις Σου.
«Σε υπέμεινα όλην την ημέραν». Αντάμειψε την υπομονή μου και την πίστη
μου, σώζοντάς με από την θλίψη μου.
«Αμαρτίας νεότητος». Αμαρτίες οι οποίες έγιναν από την νεανική ορμή και
σφοδρότητα ή εξ’ αγνοίας, ας μην ληφθούν υπόψιν του Παντογνώστου.

394
Ο ψαλμωδός «διά τούτο» παρακινεί τον εαυτό του και όλους εκείνους που
φοβούνται τον Θεό να εμπιστευτούν τον Θεό διότι «πάσαι αι οδοί Κυρίου έλεος και
αλήθεια».
Ο Κύριος είναι αξιόπιστος τηρητής των υποσχέσεών Του σ’ εκείνους οι
οποίοι τον ζητούν με ζήλο.
«Τις εστίν ο φοβούμενος τον Κύριον»; Ο φοβούμενος τον Κύριο είναι ο
ενάρετος, διότι αρχή σοφίας φόβος Κυρίου. Η ψυχή του δικαίου «εν αγαθοίς
αυλισθήσεται», θα έχει αφθονία αγαθών επί της γης και το «σπέρμα αυτού», όχι
μόνον αυτός, αλλά και οι απόγονοί του θα ευτυχήσουν.
«Η διαθήκη αυτού δηλώσει αυτοίς», ο Θεός θα δώσει πνευματικά φώτα στους
ανθρώπους Του και θα τους φωτίσει για το τι πρέπει να πράττουν και τι να μην
πράττουν. Δια τούτο «Οι οφθαλμοί μου διά παντός προς τον Κύριον».
«Επίβλεψον επ’ εμέ και ελέησόν με». Ο Δαυίδ ζητά την βοήθεια του Κυρίου
διότι δεν έχει άλλον βοηθό, αλλά και διότι «αι θλίψεις της καρδίας μου
επληθύνθησαν». Πολλοί είναι αυτοί που τον μισούν αδικαιολογήτως. Όμως ο
ψαλμωδός δεν αποθαρρύνεται, ελπίζει στο Θείο έλεος.

Ψαλμός εικοστός πέμπτος (κε΄)


Κρίνον με, Κύριε, ότι εγώ εν ακακία μου επορεύθην· και επί τω Κυρίω ελπίζων, ου μη
ασθενήσω. Δοκίμασον με, Κύριε και πείρασον με· πύρωσον τους νεφρούς μου και την καρδίαν μου. Ότι
το έλεος σου κατέναντι των οφθαλμών μου έστι και ευηρέστησα εν τη αληθεία σου. Ούκ εκάθισα μετά
συνεδρίου ματαιότητος και μετά παρανομούντων ου μη εισέλθω. Εμίσησα εκκλησίαν πονηρευομένων
και μετά ασεβών ου μη καθίσω. Νίψομαι εν αθώοις τας χείρας μου και κυκλώσω το θυσιαστήριον σου,
Κύριε, του ακούσαι με φωνής αινέσεως σου και διηγήσασθαι πάντα τα θαυμάσια σου. Κύριε, ηγάπησα
ευπρέπειαν οίκου σου και τόπον σκηνώματος δόξης σου. Μη συναπολέσης μετά ασεβών την ψυχήν μου
και μετά ανδρών αιμάτων την ζωήν μου, ών εν χερσίν αι ανομίαι, η δεξιά αυτών επλήσθη δώρων. Εγώ
δε εν ακακία μου επορεύθην, λύτρωσαι με, Κύριε και ελέησον με. Ο πους μου έστη εν ευθύτητι· εν
εκκλησίαις ευλογήσω σε, Κύριε.

«Κρίνον με Κύριε». Ο Δαυίδ στηρίζεται στην αθωότητά του έναντι των


εχθρών του. Δεν καυχιέται, απλά καταθέτει την τιμιότητα με την οποία φέρθηκε.
«Δοκίμασον, πείρασον… πύρωσον». Τρία ρήματα προς δήλωση της
αθωότητάς του. Ότι και να μου κάνεις Θεέ μου θα δεις ότι εγώ σε αγαπώ.
«Ουκ εκάθισα». Δεν συμπορεύθηκα με τις πονηρίες των πονηρών ανθρώπων,
«εμίσησα εκκλησίαν πονηρευομένων».
«Νίψομαι εν αθώοις τας χείρας μου». Ο Δαυίδ όχι μόνο δεν
συναναστρέφονταν με τους ασεβείς, αλλά απεναντίας αρέσκονταν να βρίσκεται
ολημερίς στον ναό του Θεού. Μία εκ των νομικών διατάξεων των ιερέων ήταν να
πλύνουν τα χέρια τους πριν εκτελέσουν τις ιεροπραξίες τους. Το νίψιμο αυτό των
χειρών είχε συμβολικό χαρακτήρα, συμβόλιζε την καθαρότητα της ψυχής.
«Κυκλώσω το θυσιαστήριό σου». Πρόκειται μάλλον περί τελετουργικής
πομπής μετά ψαλμωδίας πέριξ του θυσιαστηρίου.
«Του ακούσαι φωνής αινέσεως». Να ακούσει και ο ίδιος τις ψαλμωδίες των
ιερέων.
«Και διηγήσασθαι πάντα τα θαυμάσιά σου». Να διηγηθεί όλα τα θαυμαστά
σημεία που έκανε ο Θεός προς χάριν του Δαυίδ.
«Ευπρέπειαν οίκου σου… τόπον σκηνώματος δόξης σου». Ο Κύριος
εξεδήλωνε την παρουσία Του σε ιδιαίτερο τόπο, στην Κιβωτό του Μαρτυρίου.
«Μη συναπολέσης μετά ασεβών την ψυχήν μου». Μη με συγκαταριθμήσεις
μαζί με τους ασεβείς, οι οποίοι φόνευαν αθώους ανθρώπους. Τα χέρια των ασεβών
δεν είναι καθαρά, τα χέρια τους είναι γεμάτα από δωροδοκίες διά των οποίων
καταδίκαζαν αθώους ανθρώπους.
«Λύρωσαί με Κύριε και ελέησόν με». Απαλλαγή ζητά διά του ελέους του

395
Θεού. «Ο πους μου έστη εν ευθύτητι», το πόδι του δεν πάτησε σε παράνομους οδούς.
Βέβαιος ότι θα εισακουσθεί, υπόσχεται να δοξάζει τον Θεό στις δημόσιες
συγκεντρώσεις στον ναό: «Εν εκκλησίαις ευλογήσω σε Κύριε».

Ψαλμός εικοστός έκτος (κστ΄)

Κύριος φωτισμός μου και σωτήρ μου, τίνα φοβηθήσομαι; Κύριος υπερασπιστής της ζωής μου,
από τίνος δειλιάσω; Εν τω εγγίζειν επ΄εμέ κακούντας, του φαγείν τας σάρκας μου. Οι θλίβοντες με και
οι εχθροί μου, αυτοί ησθένησαν και έπεσον. Εάν παρατάξηται επ΄εμέ παρεμβολή, ού φοβηθήσεται η
καρδία μου· εάν επαναστή επ΄εμέ πόλεμος, εν ταύτη εγώ ελπίζω. Μίαν ητησάμην παρά Κυρίου, ταύτην
ζητήσω· του κατοικείν με εν οίκω Κυρίου, πάσας τας ημέρας της ζωής μου, του θεωρείν με την
τερπνότητα Κυρίου και επισκέπτεσθαι τον ναόν τον άγιον αυτού. Ότι έκρυψε με εν σκηνή αυτού εν
ημέρα κακών μου, εσκέπασε με εν αποκρύφω της σκηνής αυτού, εν πέτρα ύψωσε με. Και νυν ιδού
ύψωσε την κεφαλήν μου επ΄εχθρούς μου. Εκύκλωσα και έθυσα εν τη σκηνή αυτού θυσίαν αινέσεως
και αλαλαγμού· άσω και ψαλώ τω Κυρίω. Εισάκουσον, Κύριε, της φωνής μου, ης εκέκραξα· ελέησον με
και εισάκουσον μου. Σοι είπεν η καρδία μου· Κύριον ζητήσω. Εξεζήτησε σε το πρόσωπον μου· το
πρόσωπον σου, Κύριε, ζητήσω. Μή αποστρέψης το πρόσωπον σου απ΄εμού και μή εκκλίνης εν οργή
από του δούλου σου. Βοηθός μου γενού, μή αποσκορακίσης με και μη εγκαταλίπης με, ο Θεός, ο σωτήρ
μου. Ότι ο πατήρ μου και η μήτηρ μου εγκατέλιπον με, ο δε Κύριος προσελάβετο με. Νομοθέτησον με,
Κύριε, εν τη οδώ σου και οδήγησον με εν τρίβω ευθεία, ένεκα των εχθρών μου. Μή παραδώς με εις
ψυχάς θλιβόντων με, ότι επανέστησαν μοι μάρτυρες άδικοι και εψεύσατο η αδικία εαυτή. Πιστεύω του
ιδείν τα αγαθά Κυρίου εν γη ζώντων. Υπόμεινον τον Κύριον· ανδρίζου και κραταιούσθω η καρδία σου
και υπόμεινον τον Κύριον.

Βρισκόμαστε στον καιρό του διωγμού του ψαλμωδού από τον Σαούλ.
«Κύριος φωτισμός μου και σωτήρ μου». Ο Κύριος είναι αυτός που διαλύει τα
σκότη των συμφορών και των αγωνιωδών στιγμών.
«Υπερασπιστής της ζωής μου», αν έχει έναν τέτοιο υπερασπιστή τότε, «τίνα
φοβηθήσομαι… τίνος δειλιάσω…».
Ο ποιητής παρομοιάζει τους εχθρούς του με άγρια θηρία, έτοιμα να
κατασπαράξουν τις σάρκες του. όμως αυτοί είναι ανίσχυροι, «ησθένησαν και
έπεσαν». Ακόμη και μόνος του αν βρεθεί απέναντι στα εχθρικά τάγματα, δεν θα
ταραχτεί.
Ο ψαλμωδός εκφράζει την μεγάλη επιθυμία να είναι αιώνιος φιλοξενούμενος
της Σκηνής του Θεού στην Σιών. Τούτο ζήτησα και ζητώ «του κατοικείν με», να
βρίσκομαι διαρκώς εντός του οίκου του Θεού, να επικοινωνώ πάντοτε με τον Κύριο.
Γιατί; Διότι εκεί γίνεται αποδέκτης θείων αποκαλύψεων. Εκεί βρίσκει Θεία
προστασία και ασφάλεια.
Είναι φανερό όμως ότι ο ποιητής βρίσκεται σε συνεχή δοκιμασία και θλίψη,
παρακαλεί, εκλιπαρεί να εισακουσθεί η προσευχή του, φοβάται μη τυχόν απορριφθεί
από τον Θεό. «Μη αποστρέψης το προσώπό σου», «μη αποσκορακίσης», δηλ. μη πεις
«αει στον κόρακα», συ που άλλοτε υπήρξες Σωτήρ της ζωής μου.
«Ο πατήρ μου και η μήτηρ μου εγκατέλιπόν με», τονίζει την ορφάνια του, την
μόνωσή του κατά την περίοδο του διωγμού του, όμως η αγάπη του Θεού είναι
ανώτερη της αγάπης των γονέων.
Ο ψαλμωδός έχει μεγάλη πίστη ότι τελικά ο Θεός θα τον προστατέψει, δεν θα
τον παραδώσει στους εχθρούς του «πιστεύω του ιδείν», με την πίστη αυτή συνιστά
στον εαυτό του να υπομείνει τα άδικα βάσανα, διότι θα ανατείλει τελικά η ημέρα της
λυτρώσεώς του «ανδρίζου… κραταιούσθω.. υπόμεινον».

Ψαλμός εικοστός έβδομος (κζ΄)


Προς σε, Κύριε, κεκράξομαι, ο Θεός μου, μη παρασιωπήσης απ΄εμού και ομοιωθήσομαι τοις
καταβαίνουσιν εις λάκκον. Εισάκουσον, Κύριε, της φωνής της δεήσεως μου, εν τω δέεσθαι με προς σε,
εν τω αίρειν με χείρας μου προς ναόν άγιον σου. Μη συνελκύσης με μετά αμαρτωλών και μετά
εργαζομένων αδικίαν μη συναπολέσης με, των λαλούντων ειρήνην μετά των πλησίον αυτών, κακά δε
εν ταις καρδίαις αυτών. Δός αυτοίς Κύριε κατά τα έργα αυτών και κατά την πονηρίαν των

396
επιτηδευμάτων αυτών· κατά τα έργα των χειρών αυτών, δός αυτοίς, απόδος το ανταπόδομα αυτών
αυτοίς. Ότι ου συνήκαν εις τα έργα Κυρίου και εις τα έργα των χειρών αυτού. Καθελείς αυτούς και ου
μη οικοδομήσεις αυτούς. Ευλογητός Κύριος, ότι εισήκουσε της φωνής της δεήσεως μου. Κύριος βοηθός
μου και υπερασπιστής μου· επ΄αυτώ ήλπισεν η καρδία μου και εβοηθήθην και ανέθαλεν η σαρξ μου·
και εκ θελήματος μου εξομολογήσομαι αυτώ. Κύριος κραταίωμα του λαού αυτού και υπερασπιστής των
σωτηρίων του χριστού αυτού έστι. Σώσον τον λαόν σου και ευλόγησον την κληρονομιαν σου και
ποίμανον αυτούς και έπαρον αυτούς έως του αιώνος.

«Προς σε Κύριε εκέκραξα», εκφράζει αμέσως το κατεπείγον της ανάγκης.


Όμως δεν πρέπει μόνο να με ακούσεις, αλλά και να ενεργήσεις, διότι αν δεν κάνεις
κάτι τότε «ομοιωθήσομαι τοις καταβαίνουσιν εις λάκκον», θα καταστραφώ.
Μη Κύριε με θεωρήσεις ως ένα εκ των ασεβών, όμοιο μ’ αυτούς που
εργάζονται την ανομία, στους κακούς «δος αυτοίς Κύριε, κατά τα έργα», είναι άξιοι
της τύχης τους, αυτούς ο Θεός θα κατακρημνίσει, θα αφανίσει και η καταστροφή
τους θα είναι ανεπανόρθωτη.
Ο Δαυίδ εμφανίζεται και πάλι σίγουρος ότι η προσευχή του θα εισακουσθεί,
γνωρίζει ότι αυτός είναι ο υπό του Θεού χρισμένος βασιλέας του Ισραήλ, οπότε αν ο
Θεός τον ελεήσει θα ελεηθεί δι αυτού και ο λαός του. «Σώσον Κύριε τον λαόν Σου
και ευλόγησον την κληρονομίαν Σου».

Ψαλμός εικοστός όγδοος (κη΄)


Ενέγκατε τω Κυρίω, υιοί Θεού, ενέγκατε τω Κυρίω υιούς κριών, ενέγκατε τω Κυρίω δόξαν και
τιμήν. Ενέγκατε τω Κυρίω δόξαν ονόματι αυτούς, προσκυνήσατε τω Κυρίω εν αυλή αγία αυτού. Φωνή
Κυρίου εν ισχύι, φωνή Κυρίου εν μεγαλοπρεπεία. Φωνή Κυρίου συντρίβοντος κέδρους και συντρίψει
Κύριος τας κέδρους του Λιβάνου. Και λεπτυνεί αυτάς ως τον μόσχον του Λιβάνου και ο ηγαπημένος ως
υιός μονοκερώτων. Φωνή Κυρίου διακόπτοντος φλόγα πυρός. Φωνή Κυρίου συσσείοντος έρημον· και
συσσείσει Κύριος την έρημον Κάδδης. Φωνή Κυρίου καταρτιζομένη ελάφους και αποκαλύψει δρυμούς
και εν τω ναώ αυτού πας τις λέγει δόξαν. Κύριος τον κατακλυσμόν κατοικιεί και καθιείται Κύριος
Βασιλεύς εις τον αιώνα. Κύριος ισχύν τω λαώ αυτού δώσει· Κύριος ευλογήσει τον λαόν αυτού εν
ειρήνη.

«Ενέγκατε τω Κυρίω…», το «ενέγκατε επαναλαμβάνεται τέσσερεις φορές,


ώστε να προσημανθεί ότι κάτι σπουδαίο πρόκειται να φανεί.
«Υιοί Θεού…, υιούς κριών» οι υιοί Θεού, είναι οι ιερείς εν τω ναώ, οι οποίοι
προσφέρουν θυσίες κριών. Υιούς Θεού, κατ΄ άλλη έννοια ονομάζει τους αγγέλους
(από το Εβραϊκό κείμενο απουσιάζει το «υιούς κριών»). Ο Δαυίδ βλέπει τους
αγγέλους να κυκλώνουν τον θρόνο του Υψίστου και τους παρακαλεί να
προσκυνήσουν τον Δεσπότη.
«Φωνή Κυρίου επί των υδάτων», ο Θεός της Δόξης εβρόντησε, οι περίφημοι
και γιγάντιοι κέδροι του Λιβάνου, κτυπιόνται από την οργή του Θεού. Κι ενώ όλη η
οικουμένη θα συνταράσσεται από τις ποικίλες θεομηνίες που ο ποιητής περιγράφει ,
το Ισραήλ θα παραμένει ατάραχο, «ως τρομερός μονόκερως».

Ψαλμός εικοστός ένατος (κθ΄)


Υψώσω σε, Κύριε, ότι υπέλαβες με και ούκ εύφρανας τους εχθρούς μου επ΄εμέ. Κύριε ο Θεός
μου, εκέκραξα προς σε και ιάσω με. Κύριε, ανήγαγες εξ Άδου την ψυχήν μου, έσωσας με από των
καταβαινόντων εις λάκκον. Ψάλατε τω Κυρίω οι όσιοι αυτού και εξομολογείσθε τη μνήμη της
αγιωσύνης αυτού. Ότι οργή εν τω θυμώ αυτού και ζωή εν τω θελήματι αυτού· το εσπέρας αυλισθήσεται
κλαυθμός και εν τω πρωί αγαλλίασις. Εγώ δε είπα εν τη ευθηνία μου· ου μη σαλευθώ εις τον αιώνα.
Κύριε, εν τω θελήματι σου παρέσχου τω κάλλει μου δύναμιν, απέστρεψας δε το πρόσωπον σου και
εγενήθην τεταραγμένος Προς σε, Κύριε, κεκράξομαι και προς τον Θεόν μου δεηθήσομαι. Τίς ωφέλεια εν
των αίματι μου, εν τω καταβαίνειν με εις διαφθοράν; Μή εξομολογήσεται σοι χους ή αναγγελεί την
αλήθειαν σου; 'Ηκουσε Κύριος και ηλέησε με· Κύριος εγεννήθη βοηθός μου. ΄Εστρεψας τον κοπετόν
μου εις χαράν εμοί, διέρρηξας τον σάκκον μου και περιέζωσας με ευφροσύνην. Όπως αν ψάλη σοι η
δόξα μου και ου μη κατανυγώ· Κύριε ο Θεός μου, εις τον αιώνα εξομολογήσομαι σοι.

«Υψώσω σε Κύριε», ο άνθρωπος υψώνει τον Θεό περισσότερο από κάθε τι


άλλο. Ο Δαυίδ στεναχωριέται όχι μόνο διότι κινδυνεύει να θανατωθεί, αλλά
397
ιδιαιτέρως διότι ο θάνατός του θα δώσει χαρά στους εχθρούς του.
«Ανήγαγες εξ’ Άδου την ψυχήν μου». Ο ψαλμωδός είχε νοσήσει βαριά, όμως
ο Θεός τον θεράπευσε, αυτή η θεραπεία παρομοιάζεται με νεκρανάσταση.
«Ψάλλατε τω Κυρίω οι όσιοι αυτού». Τώρα προσκαλεί όλους όσους τιμούν
τον Κύριο να τον βοηθήσουν στο να αποδώσουν αίνους ψαλμικούς προς τον Θεό.
Ο Θεός είναι δίκαιος, τιμωρεί μεν, αλλά είναι εύσπλαχνος ταυτόχρονα, οπότε
και ζωοποιεί. Ο θυμός Του διαρκεί μία μόνο στιγμή, ενώ η ευσπλαχνία Του είναι
μακροχρόνια.
«Κύριε εν τω θελήματί σου παρέσχου», σπεύδει τώρα ο ποιητής να σημειώσει
το λάθος του εγωισμού του, είπε λόγια ασύνετα, νόμιζε πως η ευτυχία του εξαρτάται
απ’ τον ίδιο. Στην υπερήφανη αυτή σκέψη του διαπίστωσε πως ο Θεός απομάκρυνε
απ’ αυτόν την βοήθεια, έτσι ο Δαυίδ περιήλθε σε σύγχυση.
Ο πόνος του αυτός τον έμαθε ταπείνωση και καταφυγή στο Θείο έλεος.
Τι έχεις όμως Θεέ μου να ωφεληθείς αν χύσεις το αίμα μου; Τίποτα!
Αντιθέτως θα χάσεις έναν ψάλτη σου ο οποίος σε υμνεί. (Προσέξετε οικειότητα!)
«Μη εξομολογήσεται χους». Μήπως όταν πεθάνω και γίνει το σώμα μου
χώμα θα δύναμαι να σε υμνώ; Όχι! Διατήρησέ με λοιπόν στην ζωή για σε υμνώ και
να σε κηρύττω! (ο παράδεισος ήταν την προ Χριστού εποχή κλειστός για τους
ανθρώπους).
Ο Κύριος άκουσε την παράκληση του ψαλμωδού και τον έσωσε. Απέκτησε
και πάλι την υγεία του. Η χαρά του είναι ανέκφραστη και γι’ αυτό λέγει: «εις τον
αιώνα εξομολογήσομαί σοι».

Ψαλμός τριακοστός (λ΄)

Επι σοι, Κύριε, ήλπισα μή καταισχυνθείην εις τον αιώνα· εν τη δικαιοσύνη σου ρύσαι με και
εξελού με. Κλίνον προς με το ούς σου· τάχυνον του εξελέσθαι με. Γενού μοι εις Θεόν υπερασπιστήν και
εις οίκον καταφυγής του σώσαι με. Ότι κραταίωμά μου και καταφυγή μου ει συ και ένεκεν του
ονόματος σου οδηγήσεις με και διαθρέψεις με. Εξάξεις με εκ παγίδος ταύτης, ής έκρυψαν μοι, ότι συ εί
ο υπερασπιστής μου, Κύριε. Εις χείρας σου παραθήσομαι το πνεύμα μου· ελυτρώσω με, Κύριε, ο Θεός
της αληθείας. Εμίσησας τους διαφυλάσσοντας ματαιότητας διακενής· εγώ δε επί τω Κυρίω ήλπισα.
Αγαλλιάσομαι και ευφρανθήσομαι επί τω ελέει σου· ότι επείδες επί την ταπείνωσιν μου, έσωσας εκ των
αναγκών την ψυχήν μου. Και ού συνέκλεισας με εις χείρας εχθρών, έστησας εν ευρυχώρω τους πόδας
μου. Ελέησον με, Κύριε, ότι θλίβομαι· εταράχθη εν θυμώ ο οφθαλμός μου, η ψυχή μου και η γαστήρ
μου. Ότι εξέλιπεν εν οδύνη η ζωή μου και τα έτη μου εν στεναγμοίς. Ησθένησεν εν πτωχεία η ισχύς
μου και τα οστά μου εταράχθησαν. Παρά πάντας τους εχθρούς μου εγενήθην όνειδος και τοις γείτοσι
μου σφόδρα και φόβος τοις γνωστοίς μου. Οι θεωρούντες με έξω έφυγον απ΄ εμού. Επελήσθην ωσεί
νεκρός από καρδίας. Εγενήθην ωσεί σκεύος απολωλός. Ότι ήκουσα ψόγον πολλών παροικούντων
κυκλόθεν· εν τω επισυναχθήναι αυτούς άμα επ΄εμέ, του λαβείν την ψυχήν μου εβουλεύσαντο. Εγώ δε
επί σοι, Κύριε, ήλπισα· είπα· Σύ εί ο Θεός μου· εν ταις χερσί σου οι κλήροι μου. Ρύσαι με εκ χειρός
εχθρών μου και εκ των καταδιωκόντων με. Επίφανον το πρόσωπόν σου επί τον δούλον σου, σώσον με
εν τω ελέει σου. Κύριε, μη καταισχυνθείην, ότι επεκαλεσάμην σε· αισχυνθείησαν ασεβείς και
καταχθείησαν εις άδου. Άλαλα γενηθήτω τα χείλη τα δόλια, τα λαλούντα κατά του δικαίου ανομίαν, εν
υπερηφανία και εξουδενώσει. Ως πολύ το πλήθος της χρηστότητος σου, Κύριε, ής έκρυψας τοις
φοβουμένοις σε! Εξειργάσω τοις ελπίζουσιν επί σε, εναντίον των υιών των ανθρώπων. Κατακρύψεις
αυτούς εν αποκρύφω του προσώπου σου από ταραχής ανθρώπων, σκεπάσεις αυτούς εν σκηνή από
αντιλογίας γλωσσών. Ευλογητός Κύριος, ότι εθαυμάστωσε το έλεος αυτού εν πόλει περιοχής. Εγώ δε
είπα εν τη εκστάσει μου· απέρριμμαι από προσώπου των οφθαλμών σου· δια τούτο εισήκουσας της
φωνής της δεήσεως μου, εν τω κεκραγέναι με προς σε. Αγαπήσατε τον Κύριον, πάντες οι όσιοι αυτού,
ότι αληθείας εκζητεί Κύριος και ανταποδίδωσι τοις περισσώς πιούσιν υπερηφανίαν. Ανδρίζεσθε και
κραταιούσθω η καρδία υμών, πάντες οι ελπίζοντες επί Κύριον.

Kαι πάλι ο Δαυίδ σ’ αυτόν τον ψαλμό βρίσκεται σε δύσκολη θέση. Βρίσκεται
υπό τον διωγμό μάλλον του Αβεσσαλώμ. Αισθάνεται την δικαιοσύνη του και
αποβλέπει στην σωτηρία του υπό την Θεία προστασία. (Θα παραπέμψουμε λοιπόν
στην ανάλυση παρόμοιων ψαλμών που είδη σχολιάσαμε παραπάνω).
Την περίοδο εκείνη κανείς δεν τον υπολόγιζε, ακόμη και οι οικείοι του τον
είχαν λησμονήσει. Γι’ αυτό ο ψαλμωδός λέει: «φόβος τοις γνωστοίς μου» και

398
«ήκουσα ψόγον πολλών». Ψόγος είναι η κακολογία.
Μέσα σ’ αυτήν την δυσμενή κατάσταση, η μόνη ελπίδα του αγίου είναι ο
Θεός. Προσεύχεται εναντίον των εχθρών του οι οποίοι άδικα επιχείρησαν να τον
φονεύσουν. «άλαλα… τα χείλη δόλια».
Ο Δαυίδ είναι βέβαιος ότι ο Θεός τελικά δεν θα τον εγκαταλείψει, θα τον
σώσει. Αυτή την πίστη συνιστά να έχουν όλοι οι ευσεβείς «αγαπήσατε τον Κύριον
πάντες…». Ο Κύριος αργεί, αλλά δεν λησμονεί…

Ψαλμός τριακοστός πρώτος (λα΄)

Μακάριοι, ων αφέθησαν αι ανομίαι και ών επεκαλύφθησαν αι αμαρτίαι. Μακάριος ανήρ, ώ ου


μη λογίσηται Κύριος αμαρτίαν, ουδέ έστιν εν τω στόματι αυτού δόλος. Ότι εσίγησα, επαλαιώθη τα οστά
μου, από του κράζειν με όλην την ημέραν. Ότι ημέρας και νυκτός εβαρύνθη επ΄εμέ η χείρ σου,
εστράφην εις ταλαιπωρίαν εν τω εμπαγήναι μοι άκανθαν. Την ανομίαν μου εγνώρισα και την αμαρτίαν
μου ουκ εκάλυψα. Είπα· Εξαγορεύσω κατ΄εμού την ανομίαν μου τω Κυρίω και συ αφήκας την ασέβειαν
της καρδίας μου. Υπερ ταύτης προσεύξεται προς σε πάς όσιος εν καιρώ ευθέτω· πλην εν κατακλυσμώ
υδάτων πολλών προς αυτόν ουκ εγγιούσι. Συ μου εί καταφυγή από θλίψεως της περιεχούσης με, το
αγαλλίαμα μου· λύτρωσαι με από των κυκλωσάντων με. Συνετιώ σε και συμβιβώ σε εν οδώ ταύτη, ή
πορεύση, επιστηριώ επί σε τους οφθαλμούς μου. Μη γίνεσθε ώς ίππος και ημίονος, οις ουκ έστι
σύνεσις· εν κημώ και χαλινώ τας σιαγόνας αυτών άγξαι, των μη εγγιζόντων προς σε. Πολλαί αι
μάστιγες του αμαρτωλού, τον δε ελπίζοντα επί Κύριον έλεος κυκλώσει. Ευφράνθητε επί Κύριον και
αγαλλιάσθε, δίκαιοι και καυχάσθε, πάντες οι ευθείς τη καρδία.

Ο ψαλμός αυτός συνετέθη διά την αυτήν αιτία για την οποία εγράφη και ο
ος
50 ψαλμός. Μετά δηλαδή το διπλό αμάρτημα του φόνου και της μοιχείας και όταν ο
Νάθαν του ανακοίνωσε ότι ο Θεός συγχώρησε αυτές του τις αμαρτίες.
Ο ιερός Αυγουστίνος όταν διάβαζε τον ψαλμό αυτόν έκλαιγε και προ του
θανάτου του διέταξε να τον γράψουν στο τοίχο απέναντι από το κρεβάτι του για να
τον έχει πάντοτε μπροστά του.
«Μακάριοι ων αφέθησαν αι ανομίαι». Εδώ μακαρίζονται όσοι μετανοούν
ειλικρινώς. «Επεκαλύφθησαν αι αμαρτίαι». Η συγνώμη είναι ικανή να σβέσει τις
αμαρτίες. Ο Δαυίδ πέρασε ιδιαίτερα σκληρές καταστάσεις. Ποιος ήταν ο λόγος; «ότι
εσίγησα», δηλαδή διότι κράτησε το στόμα του κλειστό και δεν ομολόγησε το σφάλμα
του, δεν ζήτησε συγνώμη.
Ο Θεός για να τον συνεφέρει του έστειλε ασθένεια σωματική και γι’ αυτό λέει
«εβαρύνθη επ’ εμέ η χειρ σου».
Τελικά ο ψαλμωδός χαίρεται, χαίρεται διότι αποφάσισε να ομολογήσει: «την
αμαρτία μου εγνώρισα», «την ανομίαν μου ουκ εκάλυψα».
Ο Δαυίδ επιθυμεί, όλοι οι άνθρωποι να διδαχτούν από την δική του πικρή
πείρα. Να μην ομοιάζουν με το αγέρωχο και υπερήφανο άλογο ή το πεισματάρικο
μουλάρι. Τι θα κερδίσουν αν επιλέξουν τον δρόμο της αμετανοησίας ; «Πολλαί αι
μάστιγες του αμαρτωλού», θα τους βρουν σίγουρα πνευματικά μαστιγώματα και
συμφορές. Αντιθέτως εκείνοι που είναι «ευθείς τη καρδία», δηλαδή ειλικρινείς, θα
βρουν ωφέλεια και γαλήνη.

Ψαλμός τριακοστός δεύτερος (λβ΄)

Αγαλλιάσθε δίκαιοι, εν Κυρίω· τοις ευθέσι πρέπει αίνεσις. Εξομολογείσθε τω Κυρίω εν κιθάρα,
εν ψαλτηρίω δεκαχόρδω ψάλατε αυτώ. ΄Ασατε αυτώ άσμα καινόν, καλώς ψάλατε αυτώ εν αλαλαγμώ.
Ότι ευθύς ο λόγος του Κυρίου, πάντα τα έργα αυτού εν πίστει. Αγαπά ελεημοσύνην και κρίσιν ο Κύριος·
του ελέους Κυρίου πλήρης η γη. Τω λόγω Κυρίου οι ουρανοί εστερεώθησαν και τω πνεύματι του
στόματος αυτού πάσα η δύναμις αυτών. Συνάγων ωσεί ασκόν ύδατα θαλάσσης, τιθείς εν θησαυροίς
αβύσσους. Φοβηθήτω τον Κύριον πάσα η γη, απ΄αυτού δε σαλευθήτωσαν πάντες οι κατοικούντες την
οικουμένην. Ότι αυτός είπε και εγενήθησαν· αυτός ενετείλατο και εκτίσθησαν. Κύριος διασκεδάζει
βουλάς εθνών, αθετεί δε λογισμούς λαών και αθετεί βουλάς αρχόντων. Η δε βουλή του Κυρίου εις τον
αιώνα μένει, λογισμοί της καρδίας αυτού εις γενεάν και γενεάν. Μακάριον το έθνος, ου έστι Κύριος ο

399
Θεός αυτού, λαός, ον εξελέξατο εις κληρονομίαν εαυτώ. Εξ ουρανού επέβλεψεν ο Κύριος, είδε πάντας
τους υιούς των ανθρώπων. Εξ ετοίμου κατοικητηρίου αυτού επέβλεψεν επί πάντας τους κατοικούντας
την γην. Ο πλάσας κατά μόνας τας καρδίας αυτών, ο συνιείς πάντα τα έργα αυτών. Ού σώζεται
βασιλεύς δια πολλήν δύναμιν και γίγας ού σωθήσεται εν πλήθει ισχύος αυτού. Ψευδής ίππος εις
σωτηρίαν, εν δε πλήθει δυνάμεως αυτού, ού σωθήσεται. Ιδού οι οφθαλμοί Κυρίου επί τους
φοβουμένους αυτόν, τους ελπίζοντας επί το έλεος αυτού. Ρύσασθαι εκ θανάτου τας ψυχάς αυτών και
διαθρέψαι αυτούς εν λιμώ. Η ψυχή ημών υπομενεί τω Κυρίω, ότι βοηθός και υπερασπιστής ημών έστιν.
Ότι εν αυτώ ευφρανθήσεται η καρδία ημών και εν τω ονόματι τω αγίω αυτού ηλπίσαμεν. Γένοιτο,
Κύριε, το έλεος σου εφ΄ ημάς, καθάπερ ηλπίσαμεν επί σε.

«Αγαλιάσθε, δίκαιοι εν Κυρίω», οι δίκαιοι και ευσεβείς έχουν κάθε λόγο να


αγάλλονται. Στη συγκεκριμένη περίπτωση ορισμένοι ερμηνευτές θεωρούν πως ο
ψαλμός αυτός συνετάχθη όταν οι ισραηλίτες απελευθέρωσαν την Βαιτυλούα και ο
ψαλμωδός κάλεσε τους συμπατριώτες να δοξάσουν υμνολογώντας τον Θεό.
Ο πρώτος λόγος για να αινέσουμε τον Κύριο είναι γιατί Αυτός δημιούργησε
τον κόσμο. Τα έργα Του αποδεικνύουν παράλληλα την πιστότητα των λόγων Του. Ο
Θεός ποτέ δεν αθετεί τις υποσχέσεις Του.
Με ένα «γενηθήτω» δημιούργησε τα πάντα!Ο ποιητής φέρνει ωραιότατες
εικόνες της δημιουργίας του κόσμου. Παράδειγμα: «συνάγων ωσεί ασκόν ύδατα
θαλάσσης», δηλαδή με όση ευκολία φέρνει στον ώμο του ο άνθρωπος έναν ασκό με
νερό, έτσι και ο Θεός κουβαλά την θάλασσα.
«Φοβηθήτω τον Κύριον πάσα η γη». Συνέπεια όλων των ανωτέρω, είναι να
τρέμει όλη η γη στην παρουσία του Θεού. Γιατί; Διότι Αυτού είναι όλος ο κόσμος και
στις αποφάσεις Αυτού κρίνεται και η ιστορία πάσης της ανθρωπότητος. Ο Κύριος
«διασκεδάζει βουλάς εθνών», «η δε βουλή του Κυρίου…μένει».
‘Όμως ο Θεός δεν είναι δυνάστης, αν και θα μπορούσε αν ήθελε, αφήνει τον
καθένα να Τον επιλέξει ή να Τον απορρίψει από την ζωή του. «Μακάριον το έθνος»
εκείνο του οποίου ο Κύριος είναι ο κυβερνήτης. Ο Θεός γνωρίζει ολονών τις καρδιές,
διότι Αυτός τις έπλασε. Όπως έπλασε αρχικώς την καρδιά του Αδάμ, εξακολουθεί να
πλάθει τις καρδιές όλων ανεξαιρέτως. Ο καρδιοπλάστης, είναι συνεπώς και
καρδιογνώστης.
Η σωτηρία συνεπώς προέρχεται μόνον εκ του Θεού, αρκεί η ψυχή να ποθεί
τον Κύριο. «Η ψυχή ημών υπομενεί των Κυρίω, ότι βοηθός και υπερασπιστής ημών
εστίν ότι εν αυτώ ευφρανθήσεται η καρδία ημών, και εν τω ονόματι τω αγίω αυτού
ηλπίσαμεν». Αυτός είναι η πηγή της ζωής μας: «γένοιτο, Κύριε το έλεός σου εφ’
ημάς, καθάπερ ηλπίσαμεν επί σε».
Ψαλμός τριακοστός τρίτος (λγ΄)
Ευλογήσω τον Κύριον εν παντί καιρώ, δια παντός η αίνεσις αυτού εν τω στόματι μου. Εν τω
Κυρίω επαινεθήσεται η ψυχή μου· ακουσάτωσαν πραείς και ευφρανθήτωσαν. Μεγαλύνατε τον Κύριον
συν εμοί και υψώσωμεν το όνομα αυτού επί το αυτό. Εξεζήτησα τον Κύριον και επήκουσε μου και εκ
πασών των θλίψεων μου ερρύσατο με. Προσέλθετε προς αυτόν και φωτίσθητε και τα πρόσωπα υμών ου
μη καταισχυνθή. Ούτος ο πτωχός εκέκραξε και ο Κύριος εισήκουσεν αυτού και εκ πασών των θλίψεων
αυτού έσωσεν αυτόν. Παρεμβαλεί άγγελος Κυρίου κύκλω των φοβουμένων αυτόν και ρύσεται αυτούς.
Γεύσασθε και ίδετε ότι χρηστός ο Κύριος· μακάριος ανήρ, ος ελπίζει επ΄αυτόν. Φοβήθητε τον Κύριον,
πάντες οι άγιοι αυτού, ότι ουκ έστιν υστέρημα τοις φοβουμένοις αυτόν. Πλούσιοι επτώχευσαν και
επείνασαν· οι δε εκζητούντες τον Κύριον ουκ ελαττωθήσονται παντός αγαθού. Δεύτε, τέκνα, ακούσατε
μου, φόβον Κυρίου διδάξω υμάς. Τίς έστιν άνθρωπος ο θέλων ζωήν, αγαπών ημέρας ιδείν αγαθάς;
Παύσον την γλώσσαν σου από κακού και χείλη σου του μη λαλήσαι δόλον. ΄Εκλινον από κακού και
ποίησον αγαθόν· ζήτησον ειρήνην και δίωξον αυτήν. Οφθαλμοί Κυρίου επί δικαίους και ώτα αυτού εις
δέησιν αυτών. Πρόσωπον δε Κυρίου επί ποιούντας κακά, του εξολοθρεύσαι εκ γης το μνημόσυνον
αυτών. εκέκραξαν οι δίκαιοι και ο Κύριος εισήκουσεν αυτών και εκ πασών των θλίψεων αυτών
ερρύσατο αυτούς. Εγγύς Κύριος τοις συντετριμμένοις την καρδίαν και τους ταπεινούς τω πνεύματι
σώσει. Πολλαί αι θλίψεις των δικαίων και εκ πασών αυτών ρύσεται αυτούς ο Κύριος. Φυλάσσει Κύριος
πάντα τα οστά αυτών, έν εξ αυτών ου συντριβήσεται. Θάνατος αμαρτωλών πονηρός και οι μισούντες
τον δίκαιον πλημμελήσουσι. Λυτρώσεται Κύριος ψυχάς δούλων αυτου και ου μη πλημμελήσουσι πάντες
οι ελπίζοντες επ΄αυτόν.

Ο ψαλμός αυτός εγράφη όταν ο Δαυίδ ήταν καταδιωκόμενος από τον Σαούλ.

400
Κατέφυγε τότε στους Φιλισταίους, στην περιοχή Γεθ. Οι Φιλισταίοι όμως τον
αναγνώρισαν ως αυτόν που φόνευσε τον Γολιάθ. Τον συνέλαβαν και τον οδήγησαν
στον βασιλέα Αγχούς. Ο Αγχούς τον λυπήθηκε και τον άφησε ελεύθερο, τότε
κατέφυγε στο σπήλαιο Οδολάμ.
Σον ψαλμό αυτόν εξ’ αρχής αναγγέλλεται το ιερόν του σκοπού της αινέσεως.
«Εν παντί καιρώ», ή αλλιώς «αδιαλείπτως προσεύχεσθε, εν παντί
ευχαριστείτε». Για να γίνει τελειότερος ο ύμνος παρακαλεί κι άλλους να προσέλθουν
προς δοξοξολογίαν.
«Ακουσάτωσαν πραείς και ευφρανθήτωσαν». Η υπομονή των πράων και
ταπεινών θα αμειφθεί.
Η θλίψη εννίοτε σκοτίζει τον νου, ο ψαλμωδός το γνωρίζει αυτό καλά εκ
πείρας και έτσι προτρέπει: «Προσεύχεσθε προς αυτόν και φωτίσθητε και τα πρόσωπα
υμών ου μη καταισχυνθή». Στο πρόσωπο των ανθρώπων φαίνεται η χαρά, η θλίψη, η
αισχύνη.
«Παρεμβαλλεί άγγελος»: Κοντά σε κάθε θλιμμένο ισραηλίτη (σε κάθε
χριστιανό) στρατοπεδεύει φύλακας άγγελος.
«Γεύσασθε και ίδετε»: Ο άνθρωπος πρέπει να δοκιμάσει, να ζήσει τον Χριστό
και τότε θα αντιληφθεί τους γλυκασμούς Του. Τότε δεν θα αισθανθεί κανενός είδους
υστέρημα στη ζωή του. «Ουκ έστιν υστέρημα». Είναι αυτό που είπε ο Χριστός:
«Ζητείτε πρώτον την βασιλεία του Θεού και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν».
«Τοις φοβουμένοις»: Ο φόβος αυτός είναι το εσωτερικό θάμβος το οποίο
γεννάται εκ της γνώσεως, είναι σεβασμός προς τον Πανάγαθο και Παντοδύναμο Θεό.
«Πλούσιοι επτώχευσαν»: Αυτοί δύναται να πτωχεύσουν, όχι όμως οι
ευσεβείς.
«Δεύτε τέκνα»: Πρόσκληση σε όλους όσους επιθυμούν την όντως Ζωή.
Αποδέχεσαι την πρόσκληση; Τότε αγωνίσου: «Παύσον την γλώσσαν σου από κακού
και χείλη του μη λαλήσαι δόλον». Μη φοβηθείς τίποτα διότι «οφθαλμοί Κυρίου επί
δικαίους». Ο Κύριος περιβάλλει με ιδιαίτερη στοργή αυτούς που αγωνίζονται,
παρακολουθεί όμως και κάθε κίνηση των αδίκων, των οποίων «εξολοθρεύσαι εκ γης
το μνημόσυνον αυτών».
«Εγγύς Κύριος τοις συντετριμμένοις την καρδίαν και τους ταπεινούς τω
πνεύματι σώσει»: Ο Θεός είναι πάντοτε κοντά στους ταπεινούς και είναι έτοιμος να
τους παρέχει πάσα βοήθεια ανά πάσα στιγμή.
«Πολλαί αι θλίψεις των δικαίων»: Η αρετή δεν είναι ανώδυνη, αλλά λίαν
επώδυνη.
«Φυλάσσει Κύριος πάντα τα οστά αυτών, εν εξ’ αυτών ου συντριβήσεται»:
Πόση η επιμέλεια του Θεού διά τους δικαίους! «Αι τρίχες της κεφαλής υμών
ηριθμημέναι εισί», είπε ο Χριστός.
«Οστούν ου συντριβήσεται», πόσο άρτια αρμόζει αυτό εις τον Εσταυρωμένο!
Σε αντίθεση με τους ευσεβείς: «Θάνατος αμαρτωλών πονηρός». Η αμαρτία
τελικά, είναι ο δήμιος του αμαρτωλού.
Ψαλμός τριακοστός τέταρτος (λδ΄)

Δίκασον, Κύριε, τους αδικούντας με· πολέμησον τους πολεμούντας με. Επιλαβού όπλου και
θυρεού και ανάστηθι εις την βοήθειαν μου. ΄Εκχεον ρομφαίαν και σύγκλεισον εξ εναντίας των
καταδιωκόντων με· είπον τη ψυχή μου Σωτηρία σου εγώ είμι. Αισχυνθήτωσαν και εντραπήτωσαν οι
ζητούντες την ψυχήν μου· αποστραφήτωσαν εις τα οπίσω και καταισχυνθήτωσαν οι λογιζόμενοι μοι
κακά. Γενηθήτωσαν ωσεί χνούς κατά πρόσωπον ανέμου και άγγελος Κυρίου εκθλίβων αυτούς.
Γενηθήτω η οδός αυτών σκότος και ολίσθημα και άγγελος Κυρίου καταδιώκων αυτούς Ότι δωρεάν
έκρυψαν μοι διαφθοράν παγίδος αυτών, μάτην ωνείδισαν την ψυχήν μου. Ελθέτω αυτώ παγίς, ήν ού
γινώσκει και η θήρα, ήν έκρυψε, συλλαβέτω αυτόν και εν τη παγίδι πεσείται εν αυτή. Η δε ψυχή μου
αγαλλιάσεται επί τω Κυρίω, τερφθήσεται επί τω σωτηρίω αυτού. Πάντα τα οστά μου ερούσι· Κύριε,

401
Κύριε, τίς όμοιος σοι; Ρυόμενος πτωχόν εκ χειρός στερεωτέρων αυτού και πτωχόν και πένητα από των
διαρπαζόντων αυτόν. Αναστάντες μοι μάρτυρες άδικοι, ά ουκ εγίνωσκον ηρώτων με. Ανταπεδίδοσαν μοι
πονηρά αντί αγαθών και ατεκνίαν τη ψυχή μου. Εγώ δε, εν τω αυτούς παρενοχλείν μοι, ενεδυόμην
σάκκον και εταπείνουν εν νηστεία την ψυχήν μου και η προσευχή μου εις κόλπον μου αποστραφήσεται.
Ως πλησίον, ως αδελφώ ημετέρω, ούτως ευηρέστουν· ως πενθών και σκυθρωπάζων, ούτως
εταπεινούμην. Και κατ΄εμού ευφράνθησαν και συνήχθησαν· συνήχθησαν επ΄εμέ μάστιγες και ουκ
έγνων. Διεσχίσθησαν και ού κατενύγησαν. Επείρασαν με, εξεμυκτήρισαν με μυκτηρισμώ, έβρυξαν επ΄
εμέ τους οδόντας αυτών. Κύριε, πότε επόψει; αποκατάστησον την ψυχήν μου από της κακουργίας
αυτών, από λεόντων την μονογενή μου. Εξομολογήσομαι σοι εν εκκλησία πολλή, εν λαώ βαρεί αινέσω
σε. Μη επιχαρείησαν μοι οι εχθραίνοντες μοι αδίκως, οι μισούντες με δωρεάν και διανεύοντες
οφθαλμοίς. Ότι εμοί μεν ειρηνικά ελάλουν και επ΄οργήν δόλους διελογίζοντο. Και επλάτυναν επ΄εμέ το
στόμα αυτών· είπον· Εύγε, εύγε, είδον οι οφθαλμοί ημών! Είδες, Κύριε, μη παρασιωπήσης· Κύριε, μη
αποστής απ΄εμού. Εξεγέρθητι, Κύριε και πρόσχες τη κρίσει μου, ο Θεός μου και ο Κύριος μου, εις την
δίκην μου. Κρίνον με, Κύριε, κατά την δικαιοσύνην σου, Κύριε, ο Θεός μου και μη επιχαρείησαν μοι. Μη
είποισαν εν καρδίαις αυτών· Εύγε, εύγε τη ψυχή ημών· μη δε είποιεν· Κατεπίομεν αυτόν.
Αισχυνθείησαν και εντραπείησαν άμα οι επιχαίροντες τοις κακοίς μου· Ενδυσάσθωσαν αισχύνην και
εντροπήν οι μεγαλορρημονούντες επ΄εμέ. Αγαλλιάσθωσαν και ευφρανθήτωσαν οι θέλοντες την
δικαιοσύνην μου και ειπάτωσαν διαπαντός. Μεγαλυνθήτω ο Κύριος, οι θέλοντες την ειρήνην του
δούλου αυτού. Και η γλώσσα μου μελετήσει την δικαιοσύνην σου, όλην την ημέρα τον έπαινον σου.

«Δίκασον, Κύριε τους αδικούντας»: Ο ποιητής παρουσιάζει μία δίκη μεταξύ


του Δαυίδ και των εχθρών του. Παρακαλεί τον Θεό να γίνει κριτής και υπερασπιστής
του δικαίου του. Στη δίκη αυτή, ένα μόνο πράγμα ζητά να ακούσει, την εσωτερική
φωνή εκείνη που θα του πει «σωτηρία σου ειμί εγώ». Τότε οι εχθροί του θα
διασκορπιστούν, όπως χάνεται το χνούδι στο φύσηγμα του ανέμου. Όπου και να
κρυφτούν οι εχθροί του, οι άγγελοι θα τους καταδιώξουν. Η δυστυχία τους θα είναι
απροσδόκητη. Ούτε ο Ιούδας γνώριζε την αγχόνη η οποία τον έπνιξε, ούτε ο λαός
των Ιουδαίων γνώριζε την καταστροφή υπό των Ρωμαίων, ούτε ο διάβολος γνώριζε
την παγίδα του Σταυρού, διότι διά του Σταυρού της εαυτού βασιλείας εξέπεσε.
Ο Ψαλμωδός δεν χαίρεται τόσο επειδή καταστράφηκαν τελικά οι εχθροί του,
όσο γιατί έγινε το θέλημα του Κυρίου.
Ο ψαλμός συνεχίζεται· ο ποιητής εξακολουθεί να έχει στο μυαλό του το
δικαστήριο. Οι εχθροί του αυτή τη φορά ψευδομαρτυρούν εναντίον του, όπως
έκαναν και Ιουδαίοι εναντίον του Χριστού: «Συκοφαντία υπέμεινα α μηδέ
λογισάμενος κατηγορούμενος». Πόσα καλά έκανε ο Δαυίδ στην πατρίδα του, ιδίως
διά τον φόνο του Γολιάθ, κι όμως έγινε κατηγορούμενος!!!
«Κύριε πότε επόψη»; Πότε θα δεις Κύριε τι συμβαίνει στη γη;
«Οι μισουντες με δωρεάν», όμοιο με το «εμίσησάν με δωρεάν» (Ιω 15,25).
«Εμοί μεν ελάλουν», είπαν μεν λόγια καλά, αλλά πίσω απ’ αυτά αισθήματα
δολερά έτρεφαν οι εχθροί εναντίον του. Ήταν γεμάτοι χαιρεκακία.
«Εξεγέρθητι Κύριε»: Ξύπνα Κύριε από τον ύπνο της μακροθυμίας Σου, η
οποία είναι τόσο μεγάλη, ώστε να φαίνεται ότι αδιαφορείς.
Αφού είσαι Δίκαιος, οφείλεις να επέμβεις, τότε «και η γλώσσα μου μελετήσει
την δικαιοσύνην σου, όλην την ημέραν τον έπαινόν Σου».

Ψαλμός τριακοστός πέμπτος (λε΄)


Φησίν ο παράνομος του αμαρτάνειν εν εαυτώ, ουκ έστι φόβος Θεού απέναντι των οφθαλμών
αυτού. Ότι εδόλωσεν ενώπιον αυτού, του ευρείν την ανομίαν αυτού και μισήσαι. Τα ρήματα του
στόματος αυτού ανομία και δόλος, ουκ ηβουλήθη συνιέναι του αγαθύναι. Ανομίαν διελογίσατο επί τοις
κοίτης αυτού, παρέστη πάση οδώ ουκ αγαθή, κακία δε ού προσώχθισε. Κύριε, εν τω ουρανώ το έλεος
σου και η αλήθεια σου έως νεφελών. Η δικαιοσύνη σου ως όρη Θεού, τα κρίματα σου άβυσσος πολλή·
Ανθώπους και κτήνη σώσεις, Κύριε. Ως επλήθυνας το έλεος σου, ο Θεός. Οι δε υιοί των ανθρώπων εν
σκέπη των πτερύγων σου ελπιούσι. Μεθυσθήσονται από πιότητος οίκου σου και τον χειμάρρουν της
τρυφής σου ποτιείς αυτούς. Ότι παρά σοι πηγή ζωής, εν τω φωτί σου οψόμεθα φως. Παράτεινον το
έλεος σου τοις γινώσκουσι σε και την δικαιοσύνην σου τοις ευθέσι τη καρδία. Μη ελθέτω μοι πούς
υπερηφανίας και χειρ αμαρτωλού μη σαλεύσαι με. Εκεί έπεσον πάντες οι εργαζόμενοι την ανομίαν·
εξώσθησαν και ου μη δύνωνται στήναι.

«Φησίν ο παράνομος του αμαρτάνειν εν εαυτώ»: Ο παράνομος έλαβε μέσα

402
του την απόφαση να αμαρτάνει. «Ουκ έστιν φόβος Θεού απέναντι». Δεν υπάρχει γι’
αυτόν φόβος Θεού, δεν υπάρχει κριτής των πράξεων και γι’ αυτό ανενόχλητος
προχωρεί στην ποίηση του κακού.
«Ότι εδόλωσεν ενώπιον αυτού», ο ίδιος ο ασεβής θόλωσε τον ορίζοντά του,
ώστε να μην βλέπει τον δρόμο τον οποίο βαδίζει και γι’ αυτό δεν συναισθάνεται την
ανομία του: «του ευρείν την ανομίαν αυτού και μισήσαι», ώστε να συναισθανθεί το
κακό και να το μισήσει.
Οι συνέπειες του ασεβούς: «Τα ρήματα του στόματος αυτού ανομία και
δόλος, «ουκ ηβουλήθη συνιέναι», η καρδιά του σκληρύνθηκε, «ανομία διελογίσαντο
επί της κοίτης», όχι μόνο την ημέρα, αλλά και την νύχτα λίγο πριν κοιμηθεί, όταν θα
έπρεπε να σκέφτεται πιο ήρεμα, εν τούτοις «κακία δε ου προσώχθισε», δηλαδή έμεινε
ανάλγητος στην πώρωση της κακίας.
Ο ποιητής απότομα μεταβαίνει από τους ασεβείς, στην καλοσύνη του Θεού:
«Εν τω ουρανώ το έλεός Σου», η καλοσύνη Σου είναι αμέτρητη όπως
απέραντος είναι ο ουρανός, «η αλήθειά Σου έως των νεφελών», η αλήθεια είναι η
πιστή εκτέλεση των υποσχέσεων του Θεού. «Η δικαιοσύνη Σου, ως όρη Θεού», «τα
κρίματά Σου άβυσσος», όπως η άβυσσος θάλασσα περιβάλλει τη γη, έτσι και η Θεία
Πρόνοια περιβάλλει όλο τον κόσμο. «Υιοί ανθρώπων», στην πρόνοια του Θεού δεν
βρίσκονται μόνο οι Ιουδαίοι, αλλά όλοι ανεξαιρέτως οι άνθρωποι, και πάσα η φύση.
«Ότι παρά σοι πηγή ζωής», ο Θεός είναι ανεξάντλητη πηγή ζωής, «εν τω φωτί
Σου οψόμεθα φως». Έξω από τον Θεό επικρατεί σκοτάδι, μόνο με το φως του Θεού
μπορεί να δει κανείς τα κτιστά φώτα του κόσμου.
«Παράτεινον το έλεός Σου τοις γινώσκουσί Σε», ας διαρκέσει περισσότερο το
έλεός Σου ώστε διά πράξεων, διά Θείων βιωματικών εμπειριών να μπορούμε να
εφαρμόσουμε το θέλημά Σου.

Ψαλμός τριακοστός έκτος (λς΄)

Μη παραζήλου εν πονηρευομένοις, μηδέ ζήλου τους ποιούντας την ανομίαν. Ότι ωσεί χόρτος
ταχύ αποξηρανθήσεται και ωσεί λάχανα χλόης ταχύ αποπεσούνται. ΄Ελπισον επί Κύριον και ποίει
χρηστότητα και κατασκήνου την γην και ποιμανθήση επί τω πλούτω αυτής. Κατατρύφησον του Κυρίου
και δώσει σοι τα αιτήματα της καρδίας σου. Αποκάλυψον προς Κύριον την οδόν σου και έλπισον
επ΄αυτόν και αυτός ποιήσει. Και εξοίσει ως φως την δικαιοσύνην σου και το κρίμα σου ως μεσημβρίαν.
Υποτάγηθι τω Κυρίω και ικέτευσον αυτόν, μη παραζήλου εν τω κατευοδουμένω εν τη οδώ αυτού, εν
ανθρώπω ποιούντι παρανομίαν. Παύσαι από οργής και εγκατάλιπε θυμόν, μη παραζήλου ώστε
πονηρεύεσθαι. Ότι οι πονηρευόμενοι εξολοθρευθήσονται, οι δε υπομένοντες τον Κύριον, αυτοί
κληρονομησουσι γήν. Και έτι ολίγον και ού μη υπάρξη ο αμαρτωλός και ζητήσεις τον τόπον αυτού και
ού μη εύρης. Οι δε πραείς κληρονομήσουσι γήν και κατατρυφήσουσιν επί πλήθει ειρήνης.
Παρατηρήσεται ο αμαρτωλός τον δίκαιον και βρύξει επ΄αυτόν τους οδόντας αυτού. Ο δε Κύριος
εκγελάσεται αυτόν, ότι προβλέπει, οτι ήξει η ημέρα αυτού. Ρομφαίαν εσπάσαντο οι αμαρτωλοί,
ενέτειναν τόξον αυτών του καταβαλείν πτωχόν και πένητα, του σφάξαι τους ευθείς τη καρδία. Η
ρομφαία αυτών εισέλθοι εις τας καρδίας αυτών και τα τόξα αυτών συντριβείη. Κρείσσον ολίγον τω
δικαίω, υπέρ πλούτον αμαρτωλών πολύν. Ότι βραχίονες αμαρτωλών συντριβήσονται, υποστηρίζει δε
δίκαιους ο Κύριος. Γινώσκει Κύριος τας οδούς των αμώμων και η κληρονομία αυτών εις αιώνα έσται. Ού
καταισχυνθήσονται εν καιρώ πονηρώ και εν ημέραις λιμού χορτασθήσονται. Ότι οι αμαρτωλοί
απολούνται, οι δε εχθροί του Κυρίου, άμα τω δοξασθήναι αυτούς και υψωθήναι, εκλείποντες ωσεί
καπνός εξέλιπον. Δανείζεται ο αμαρτωλός και ουκ αποτίσει· ο δε δίκαιος οικτείρει και δίδωσιν. Ότι οι
ευλογούντες αυτον κληρονομήσουσι γην, οι δε καταρώμενοι αυτόν εξολοθρευθήσονται. Παρά Κυρίου
τα διαβήματα ανθρώπου κατευθύνεται και την οδόν αυτού θελήσει σφόδρα. ΄Οταν πέση, ού
καταρραχθήσεται· ότι Κύριος αντιστηρίζει χείρα αυτού. Νεώτερος εγενόμην και γαρ εγήρασα και ουκ
είδον δίκαιον εγκαταλελειμμένον, ουδέ το σπέρμα αυτού ζητούν άρτους. ΄Ολην την ημέραν ελεεί και
δανείζει ο δίκαιος και το σπέρμα αυτού εις ευλογίαν έσται. Έκκλινον από κακού και ποίησον αγαθόν και
κατασκήνου εις αιώνα αιώνος. Ότι Κύριος αγαπά κρίσιν και ουκ εγκαταλείψει τους οσίους αυτού, εις
τον αιώνα φυλαχθήσονται. ΄Ανομοι δε εκδιωχθήσονται και σπέρμα ασεβών εξολοθρευθήσεται. Δίκαιοι
δε κληρονομήσουσι γην και κατασκηνώσουσιν εις αιώνα αιώνος επ΄αυτής. Στόμα δικαίου μελετήσει
σοφίαν και η γλώσσα αυτού λαλήσει κρίσιν. Ο νόμος του Θεού αυτού εν καρδία αυτού και ούχ
υποσκελισθήσεται τα διαβήματα αυτού. Κατανοεί ο αμαρτωλός τον δίκαιον και ζητεί του θανατώσαι
αυτόν. Ο δε Κύριος ου μη εγκαταλίπη αυτόν εις τας χείρας αυτού, ουδέ μη καταδικάσηται αυτον, όταν
κρίνηται αυτώ. Υπόμεινον τον Κύριον και φύλαξον την οδόν αυτού και υψώσει σε του

403
κατακληρονομήσαι γήν· εν τω εξολοθρεύεσθαι αμαρτωλούς όψει. Είδον τον ασεβή υπερυψούμενον και
επαιρόμενον ως τας κέδρους του Λιβάνου. Και παρήλθεν και ιδού ουκ ήν και εζήτησα αυτόν και ουχ
ευρέθη ο τόπος αυτού. Φύλασσε ακακίαν και ίδε ευθύτητα, ότι έστιν εγκατάλειμμα ανθρώπω ειρηνικώ.
Οι δε παράνομοι εξολοθρευθήσονται επί το αυτό· τα εγκαταλείμματα των ασεβών εξολοθρευθήσονται.
Σωτηρία δε των δικαίων παρά Κυρίου και υπερασπιστής αυτών έστιν εν καιρώ θλίψεως. Και βοηθήσει
αυτοίς Κύριος και ρύσεται αυτούς και εξελείται αυτους εξ αμαρτωλών και σώσει αυτούς, ότι ήλπισαν
επ΄αυτόν.

«Μη παραζήλου»: Δεν πρέπει να φθονεί, να ζηλεύει κανείς την ευτυχία των
κακών. Αυτοί που κάνουν το κακό, είναι πάντοτε πονηροί.«Ωσεί χόρτος», όπως το
χορτάρι έχει λίγη ζωή, έτσι λίγο θα διαρκέσει και η ευτυχία τους.
«Κατατρόφησον του Κυρίου»: Ζήτησε κάθε τέρψη σου παρά τω Κυρίω
«δώσει σοι τα αιτήματα», διότι ο Κύριος δεν δύναται να αρνηθεί τίποτα σε όσους τον
αγαπούν.
«Υποτάγηθι», σίγα, σιώπα εκ σεβασμού και αυταπαρνήσεως προς τον Θεό,
«ικέτευσον αυτόν», «παύσαι από οργής», αντιστάσου στην οργή η οποία θα φέρει την
αμαρτία και ως εκ τούτου την Θεία αγανάκτηση. «Οι δε πραείς κληρονομήσουσι την
γην» είπε ο Χριστός.
«Παρατηρήσεται ο αμαρτωλός τον δίκαιον», θα δει με βλέμμα μίσους ο
αμαρτωλός τον δίκαιο, «βρύξει … τους οδόντας», τρίζει τους οδόντας του σαν άγριο
θηρίο. Ο Κύριος όμως «εκγελάσεται» τα σχέδια του αμαρτωλού, διότι είναι κοντά η
ημέρα της τιμωρίας του. οι ασεβείς θα γίνουν θύματα των μηχανοραφιών τους…
«γινώσκει Κύριος».
Τελικά οι ασεβείς θα εκλέιψουν όπως εκλείπει ο καπνός «ωσεί καπνός». Οι
ασεβείς θα πτωχεύσουν, οι ευσεβείς θα πλουτίσουν, γιατί; Διότι τους ασεβείς τους
καταράστηκε ο Θεός.
Όλα αυτά ο ψαλμωδός τα λέει από την μακροχρόνια πείρα η οποία τον
δίδαξε: «νεότερος εγενόμην και εγήρασα». Από τον στίχο αυτό καταλαβαίνουμε ότι ο
ψαλμός αυτός συνετάχθη στο τέλος της ζωής του Δαυίδ.
«Νόμος Θεού εν καρδία», όχι μόνο με τα χείλη, αλλά στο βάθος, στην
συνείδησή τους είναι γραμμένος ο νόμος του Θεού, ο οποίος κατευθύνει τους
ευσεβείς, ώστε «ουχ υποσκελισθήσεται», δηλαδή να μην χάσουν τον δρόμο τους, να
μην κλωνιστούν.
Ο αμαρτωλός κατασκοπεύει, ενεδρεύει, εναντίον των ασεβών. Ο δίκαιος
πρέπει να έχει υπομονή στις θλίψεις του. Οι αγαθοί θα είναι μάρτυρες του ολέθρου
των αμαρτωλών. Βλέποντας τούτο θα δοξολογήσουν τον Θεό: «είδον τον ασεβή
υπερυψούμενον». Ο Μέγας Δαυίδ, είδε το τέλος της βασιλείας του Σαούλ, το τέλος
της τυραννίας του Αβεσσαλώμ, ενώ ο ίδιος εξόντωσε τον γιγάντιο Γολιάθ.
Ο δίκαιος για να δει τέτοια θαυμαστά γεγονότα στη ζωή του θα πρέπει να
πορεύεται στη ζωή του με ακακία: «φύλασσε ακακίαν και ίδε ευθύτητα». Ο Κύριος
είναι αξιόπιστος σ’ αυτούς που ελπίζουν σ’ Αυτόν.

Ψαλμός τριακοστός έβδομος (λζ΄)


Κύριε, μη τω θυμώ σου ελέγξης με, μηδέ τη οργή σου παιδεύσης με. Ότι τα βέλη σου
ενεπάγησάν μοι και επεστήριξας επ΄εμέ την χείρα σου. Ουκ έστιν ίασις εν τη σαρκί μου από προσώπου
της οργής σου· ουκ έστιν ειρήνη εν τοις οστέοις μου από προσώπου των αμαρτιών μου. Ότι αι ανομίαι
μου υπερήραν την κεφαλήν μου, ωσεί φορτίον βαρύ εβαρύνθησαν επ΄εμέ. Προσώζεσαν και εσάπησαν
οι μώλωπες μου από προσώπου της αφροσύνης μου. Εταλαιπώρησα και κατεκάμφθην έως τέλους· όλην
την ημέραν σκυθρωπάζων επορευόμην. Ότι αι ψόαι μου επλήσθησαν εμπαιγμάτων και ουκ έστιν ίασις
εν τη σαρκί μου. Εκακώθην και εταπεινώθην έως σφόδρα, ωρυόμην από στεναγμού της καρδίας μου.
Κύριε, εναντίον σου πάσα η επιθυμία μου και ο στεναγμός μου από σου ουκ απεκρύβη. Η καρδία μου
εταράχθη, εγκατέλιπε με η ισχύς μου και το φως των οφθαλμών μου και αυτό ουκ έστι μετ΄εμού. Οι
φίλοι μου και οι πλησίον μου εξ΄εναντίας μου ήγγισαν και έστησαν και οι έγγιστα μου από μακρόθεν
έστησαν. Και εξεβιάζοντο οι ζητούντες την ψυχήν μου και οι ζητούντες τα κακά μοι ελάλησαν
ματαιότητας και δολιότητας όλην την ημέραν εμελέτησαν. Εγώ δε ωσεί κωφός ουκ ήκουον και ωσεί

404
άλαλος ουκ ανοίγων το στόμα αυτού. Και εγενόμην ωσεί άνθρωπος ουκ ακούων και ουκ έχων εν τω
στόματι αυτού ελεγμούς. Ότι επί σοι, Κύριε, ήλπισα· συ εισακούση, Κύριε, ο Θεός μου. Ότι είπον·
Μήποτε επιχαρώσι μοι οι εχθροί μου και εν τω σαλευθήναι πόδας μου, επ΄εμέ εμεγαλορρημόνησαν. Ότι
εγώ εις μάστιγας έτοιμος και η αλγηδών μου ενώπιον μου έστι διαπαντός. Ότι την ανομίαν μου εγώ
αναγγελώ και μεριμνήσω υπέρ της αμαρτίας μου. Οι δε εχθροί μου ζώσι και κεκραταίωνται υπέρ εμέ και
επληθύνθησαν οι μισούντες με αδίκως. Οι ανταποδιδόντες μοι κακά αντί αγαθών ενδιέβαλλον με, επεί
κατεδίωκον αγαθωσύνην. Μη εγκαταλίπης με, Κύριε ο Θεός μου, μη αποστής απ΄εμού. Πρόσχες εις την
βοήθειαν μου, Κύριε της σωτηρίας μου.

Ο ψαλμός αυτός είναι λειτουργικός, ψάλλονταν την ώρα της αναιμάκτου


θυσίας, δηλαδή τα Σάββατα.
«Κύριε μη τω θυμώ σου»: Ας φερθεί προς αυτόν όχι ως οργισμένος κριτής,
αλλά ως στοργικός πατέρας.
«Επεστήριξας επ’ εμέ την χείρα σου», δηλαδή όχι μόνο μου πέταξες τα βέλη
σου, αλλά τα έσπρωξες με το χέρι σου να εισέλθουν εντός μου βαθύτερα.
«Ουκ έστιν ίασις εν τη σαρκί μου»: Δεν υπάρχει μέλος του σώματός μου
υγιές, είμαι όλος ένα τραύμα. Οι αμαρτίες μου προκάλεσαν την οργή Σου.
Ο ψαλμωδός βρίσκεται σε βαθύτατη λύπη «εταλαιπωρήθην, συνεκάμφθην,
σκυθρωπάζων» είναι λέξεις που δείχνουν την δύσκολη θέση στην οποία βρίσκεται.
«Ότι αι ψόαι μου επλήσθησαν εμπαιγμάτων». Άλλα χειρόγραφα λέγουν «Η
ψυχή μου επλήσθη εμπαιγμάτων», ότι και να επιλέξουμε το ίδιο νόημα έχει.
Η όλη αυτή κατάσταση οδηγούν τον ποιητή να πει: «εταπεινώθην σφόδρα».
«Κύριε εναντίον σου πάσα η επιθυμία μου», σαν να λέει Κύριε γνωρίζεις ποια
είναι η επιθυμία μου, «ο στεναγμός μου από σου ουκ..»: Εμπρός σου είναι η κραυγή
της ψυχής μου, επομένως θεράπευσέ με.
«Η καρδία μου εταράχθη»: Όταν κανείς διαπράξει μία τέτοια αμαρτία μοιχεία
και φόνο, η καρδιά βιαίως ταράσσεται.
«Οι φίλοι μου και οι πλησίον μου», ακόμη και οι κοντινοί μου άνθρωποι
τάχθηκαν εναντίον μου.
«Οι έγγιστά μου από μακρόθεν έστησαν» σαν να είμαι λεπρός
απομακρύνθηκαν από μένα.
«Εγώ δε ωσεί κωφός ουκ ήκουον»: Ή εγώ τους λόγους του θυμού ανέκοψα,
κωφεύω προς τις κατ’ εμού βλασφημίες.
«Συ εισακούση… μήποτε επιχαρώσι»: Εάν Θεέ μου δεν με απαλλάξεις απ’ τις
ενοχές μου οι εχθροί μου θα θριαμβεύσουν.
«Εις μάστιγας έτοιμος»: Είμαι έτοιμος να υποφέρω με καρτερία όλες τις
δοκιμασίες, αν αυτές μου αποφέρουν την Θεία βοήθεια.
«Την ανομίαν μου εγώ γινώσκω… μεριμνήσω υπέρ της αμαρτίας μου»
πάντοτε θα έχω κατά νου την πτώση μου και θα συντρίβομαι εξαιτίας αυτής.
«Οι μισούντες με αδίκως». Ναι, αμάρτησα, όμως η αμαρτία αυτή είναι
προσωπική, δεν αφορά αυτούς που με εχθρεύονται, οπότε αδίκως με μισούν.
Κατακλείδα: «Μη εγκαταλείπεις» είσαι Κύριε η μόνη μου ελπίδα μη μ’
εγκαταλείπεις κι Εσύ.

Ψαλμός τριακοστός όγδοος (λη΄)


Είπα· Φυλάξω τας οδούς μου του μη αμαρτάνειν με εν γλώσση μου· εθέμην τω στόματι μου
φυλακήν εν τω συστήναι τον αμαρτωλόν εναντίον μου. Εκωφώθην και εταπεινώθην και εσίγησα εξ
αγαθών και το άλγημα μου ανεκαινίσθη. Εθερμάνθη η καρδία μου εντός μου και εν τη μελέτη μου
εκκαυθήσεται πυρ· ελάλησα εν γλώσση μου. Γνώρισον μοι, Κύριε, το πέρας μου και τον αριθμόν των
ημερών μου, τίς έστιν, ίνα γνω τί υστερώ εγώ. Ιδού παλαιστάς έθου τας ημέρας μου και η υπόστασις
μου ωσεί ουδέν ενώπιον σου· πλήν τα σύμπαντα ματαιότης, πας άνθρωπος ζων. Μέντοιγε εν εικόνι
διαπορεύεται άνθρωπος, πλήν μάτην ταράσσεται· θησαυρίζει και ού γινώσκει τίνι συνάξει αυτά. Και
νυν, τίς η υπομονή μου; ουχί ο Κύριος; και η υπόστασις μου παρά σου έστιν. Από πασών των ανομιών
μου ρύσαι με· όνειδος άφρονι, έδωκας με. Εκωφώθην και ήνοιξα το στόμα μου, ότι συ εποίησας.
Απόστησον απ΄εμού τας μάστιγας σου· από γαρ της ισχύος της χειρός σου εγώ εξέλιπον. Εν ελεγμοίς

405
υπέρ ανομίας επαίδευσας άνθρωπον και εξέτηξας ως αράχνην την ψυχήν αυτού· πλήν μάτην
ταράσσεται πας άνθρωπος. Εισάκουσον της προσευχής μου, Κύριε και της δεήσεως μου· ενώτισαι των
δακρύων μου. Μη παρασιωπήσης, ότι παροικος εγώ είμι παρά σοι και παρεπίδημος, καθώς πάντες οι
πατέρες μου. 'Ανες μου, ίνα αναψύξω προ του με απελθείν και ουκέτι ου μη υπάρξω.

«Είπα»: Στο βάθος της καρδίας μου αποφάσισα να «φυλάξω τας οδούς μου».
Δηλαδή να επαγρυπνώ σε όλη μου τη ζωή: «του μη αμαρτάνειν με εν γλώσση μου».
Φοβάται ο ποιητής μη τυχόν λόγω της μεμψιμοιρίας του αμαρτήσει κατά του Θεού.
«Εθέμην το στόματί μου φυλακήν»: έβαλα φίμωτρο στο στόμα μου για να μη πω
τίποτα βλέποντας τους ασεβείς να ευημερούν. «Εκωφώθην και εταπεινώθην»,
«εσίγησα εξ’ αγαθών» δεν είπα ούτε καλό, ούτε κακό, σίγησα ακόμη και ενώπιον του
αγαθού. Σίγησα και ενώπιον των ευσεβών ανθρώπων για να μη πω τις απορίες μου
και έτσι τους σκανδαλίσω. «Το άλγημά μου ανακαινίσθη»: Η προσπάθειά μου αυτή
να σιωπήσω άναψε μέσα μου περισσότερο πόνο, άναψε μέσα μου πυρκαγιά.
«Γνώρισόν μοι το πέρας των ημερών μου», θα κάνω υπομονή για να μάθω «τι
υστερώ εγώ». Ως υστέρημα πρέπει να εννοήσουμε την μειονεκτική κατάσταση του
ανθρώπου, το μάταιον των εγκοσμίων.
«Και νυν τις η υπομονή μου»; Ποιος ο λόγος να βλέπω το πρόβλημα αυτό, οι
ασεβείς να ευημερούν και οι ευσεβείς να δυστυχούν; «Ουχί ο Κύριος»; Ο Κύριος
είναι Εκείνος, ο οποίο μου συνιστά υπομονή. Μου συνιστά να υπομείνω, να μην
ανοίξω το στόμα μου, να περιμένω..
«Μάτην ταράσσεται πας άνθρωπος». Πας άνθρωπος είναι ματαιότης, διότι
ολίγη είναι η ζωή του επί της γης. «Πάροικος και παρεπίδημος»: κάθε άνθρωπος, δεν
κατοικεί, παροικεί στη γη «παρά σοι», δηλαδή είναι φιλοξενούμενος του Θεού.
Παρακαλεί λοιπόν τον οικοδεσπότη Θεό να του φερθεί καλά αφού θα είναι
φιλοξενούμενός Του.
«Άνες μοι», άφησέ με, μη με χτυπάς, λυπήσου με «ίνα αναψύξη», για να βρω
αναψυχή κοντά Σου.

Ψαλμός τριακοστός ένατος (λθ΄)


Υπομένων υπέμεινα τον Κύριον και προσέσχε μοι και εισήκουσε της δεήσεως μου. Και ανήγαγε
με εκ λάκκου ταλαιπωρίας και από πηλού ιλύος και έστησεν επί πέτραν τους πόδας μου και κατηύθυνε
τα διαβήματα μου. Και ενέβαλεν εις το στόμα μου άσμα καινόν, ύμνον τω Θεώ ημών. ΄Οψονται πολλοί
και φοβηθήσονται και ελπιούσιν επί Κύριον. Μακάριος ανήρ, ού έστι το όνομα Κυρίου ελπίς αυτού και
ουκ επέβλεψεν εις ματαιότητας και μανίας ψευδείς. Πολλά εποίησας συ, Κύριε ο Θεός μου, τα θαυμάσια
σου και τοις διαλογισμοίς σου ουκ έστι τίς ομοιωθήσεται σοι. Απήγγειλα και ελάλησα, επληθύνθησαν
υπέρ αριθμόν. Θυσίαν και προσφοράν ουκ ηθέλησας, σώμα δε κατηρτίσω μοι. Ολοκαυτώματα και περί
αμαρτίας ουκ ήτησας. Τότε είπον· Ιδού ήκω· εν κεφαλίδι βιβλίου γέγραπται περί εμού. Του ποιήσαι το
θέλημα σου, ο Θεός μου, ηβουλήθην και τον νόμον σου εν μέσω της κοιλίας μου. Ευηγγελισάμην
δικαιοσύνην εν εκκλησία μεγάλη· ιδού τα χείλη μου ου μη κωλύσω Κύριε, συ έγνως. Την δικαιοσύνην
σου ουκ έκρυψα εν τη καρδία μου· την αλήθειαν σου και το σωτήριον σου είπα. Ουκ έκρυψα το έλεος
σου και την αλήθειαν σου από συναγωγής πολλής. Συ δε, Κύριε, μη μακρύνης τους οικτοιρμούς σου
απ΄εμού· το έλεος σου και η αλήθεια σου διαπαντός αντιλάβοιντο μου. Ότι περιέσχον με κακά, ων ουκ
έστιν αριθμος· κατέλαβον με αι ανομίαι μου και ουκ ηδυνήθην του βλέπειν. Επληθύνθησαν υπέρ τας
τρίχας της κεφαλής μου και η καρδία μου εγκατέλιπε με. Ευδόκησον, Κύριε, του ρύσασθαι με· Κύριε,
εις το βοηθήσαι μοι πρόσχες. Καταισχυνθείησαν και εντραπείησαν άμα οι ζητούντες την ψυχήν μου του
εξάραι αυτήν· αποστραφείησαν εις τα οπίσω και καταισχυνθείησαν οι θέλοντες μοι κακά. Κομισάσθωσαν
παραχρήμα αισχύνην αυτών οι λέγοντες μοι, εύγε, εύγε. Αγαλλιάσθωσαν και ευφρανθήτωσαν επί σοι
πάντες οι ζητούντες σε, Κύριε και ειπάτωσαν διαπαντός, μεγαλυνθήτω ο Κύριος, οι αγαπώντες το
σωτήριον σου. Εγώ δε πτωχός ειμί και πένης, Κύριος φροντιεί μοι· βοηθός μου και υπερασπιστής μου ει
συ, ο Θεός μου, μη χρονίσης.

«Υπομένων υπέμεινα τον Κύριον»: Με άκρα καρτερία υπέμεινε ο Δαυίδ τους


πειρασμούς, ο Κύριος άμειψε αυτήν την υπομονή του εγκύπτοντας προς αυτόν:
«ανήγαγέ με εκ λάκκου ταλαιπωρίας». Τον «έστησεν επί πέτραν», δηλαδή επί
στερεού εδάφους και καθοδήγησε τα διαβήματά του εις το αγαθόν. «Ενέβαλεν εις το
στόμα μου άσμα».

406
«Ουκ επέβλεψεν εις ματαιότητας και μανίας ψευδείς», δεν εστράφη προς τα
μάταια πράγματα, ήτοι τον πλούτο, την δόξα. Ποίος θα βρεθεί όμοιος εις σύλληψη
και εκτέλεση τοσούτων σχεδίων! Ως εμεγαλύνθη τα έργα σου Κύριε!
«Σώμα δε κατηρτίσω μοι», η υπακοή στο Θείο θέλημα είναι ανώτερη θυσία
όλων των θυσιών. Αφού το έμαθα αυτό «ιδού ήκω», είμαι παρών!
Ποιο όμως είναι το θέλημα του Θεού; «Τον νόμον σου εν μέσω κοιλίας μου»,
δηλ. ο νόμος του Θεού να συνταυτιστεί με τους εσωτερικούς πόθους του ποιητού.
Υπόσχεται ο ψαλμωδός ότι αυτό και θα ποιήσει στο υπόλοιπο της ζωής του.
Θα συνεχίσει να αναπέμπει αίνους ενώπιον μεγάλου πλήθους. Δηλαδή εν εκκλησίαις
και όχι κατά μόνας. Όμως δεν παραλείπει να ζητήσει παράλληλα την άφεση των
αμαρτιών του.
«Η καρδία μου εγκατέλιπέ με», εξασθένησε το θάρρος του, είναι έτοιμος να
πέσει σε απογοήτευση. Όμως αναθαρρεί: «Εγώ δε πτωχός ειμί και πένης Κύριος
φροντιεί μου, βοηθός μου και υπερασπιστής μου ει συ· ο Θεός μου μη χρονίσης».

Ψαλμός τεσσαρακοστός (μ΄)

Μακάριος ο συνιών επί πτωχόν και πένητα, εν ημέρα πονηρά ρύσεται αυτόν ο Κύριος.
Κύριος διαφυλάξαι αυτόν και ζήσαι αυτόν και μακαρίσαι αυτόν εν τη γη και μη παραδώ αυτόν εις
χείρας εχθρών αυτού. Κύριος βοηθήσαι αυτώ επί κλίνης οδύνης αυτού, όλην την κοίτην αυτου
έστρεψας εν τη αρρωστία αυτού. Εγώ είπα· Κύριε, ελέησον με, ίασαι την ψυχήν μου, ότι ήμαρτον σοι.
Οι εχθροί μου είπον κακά μοι· πότε αποθανείται και απολείται το όνομα αυτού; Και εισεπορεύετο του
ιδείν, μάτην ελάλει η καρδία αυτού, συνήγαγεν ανομίαν εαυτώ· εξεπορεύετο έξω και ελάλει επί το
αυτό. Κατ΄εμού ελογίζοντο κακά μοι. Λόγον παράνομον κατέθεντο κατ΄ εμού· μη ο κοιμώμενος ουχί
προσθήσει του αναστήναι; Και γαρ άνθρωπος της ειρήνης μου, εφ΄ον ήλπισα, ο εσθίων άρτους μου
εμεγάλυνεν επ΄εμέ πτερνισμόν. Συ δε, Κύριε, ελέησον με και ανάστησον με και ανταποδώσω αυτοίς.
Εν τούτω έγνων, ότι τεθέληκας με, ότι ου μη επιχαρή ο εχθρός μου επ΄εμέ. Εμού δε δια την ακακίαν
αντελάβου και εβεβαίωσας με ενώπιον σου εις τον αιώνα. Ευλογητός Κύριος ο Θεός του Ισραήλ από
του αιώνος και εις τον αιώνα. Γένοιτο, γένοιτο.

«Μακάριος», όπως αρχίζει ο 1,1 έτσι αρχίζει και ο τελευταίος ψαλμός του
πρώτου βιβλίου των ψαλμών. Ο ψαλμωδός φέρθηκε στο παρελθόν ευσπλαχνικώς
προς τους φτωχούς και αβοηθήτους και γι’ αυτό έχει την ελπίδα ότι θα τον βοηθήσει
τώρα που βρίσκεται σε δύσκολη θέση ο Θεός. «Εν ημέρα πονηρά ρύσεται», αυτή
είναι αμοιβή του, θα τον συμπονέσει ο Κύριος.
Έξω από τα βασιλικά του ανάκτορα, οι συνωμότες αναμένουν με
κακεντρέχεια ειδήσεις για την εξέλιξη της νόσου του βασιλέως Δαυίδ. Διαδίδουν ότι
δεν υπάρχει πλέον ελπίδα αναρρώσεως, ετοιμάζονται για νέο βασιλιά. Σε όλη αυτή
την πανουργία πρωτοστατεί ο φίλος του Δαυίδ Αχιτόφελ, ο οποίος είναι τύπος του
Ιούδα.
Ο Δαυίδ αφήνει στον Θεό την φροντίδα της τιμωρίας, τον διακρίνει η ακακία,
η συγχώρηση, είναι τύπος του Χριστού.

Ψαλμός τεσσαρακοστός πρώτος (μα΄)

Ον τρόπον επιποθεί η έλαφος επί τας πηγάς των υδάτων, ούτως επιποθεί η ψυχή μου προς σε,
ο Θεός. Εδίψησεν η ψυχή μου προς τον Θεόν, τον ισχυρόν, τον ζώντα· πότε ήξω και οφθήσομαι τω
προσώπω του Θεού; Εγενήθη τα δάκρυα μου εμοί άρτος ημέρας και νυκτός, εν τω λέγεσθαι με
καθ΄εκάστην ημέραν· Πού έστιν ο Θεός σου; Ταύτα εμνήσθην και εξέχεα επ΄εμέ την ψυχήν μου, ότι
διελεύσομαι εν τόπω σκηνής θαυμαστής, έως του οίκου του Θεού, εν φωνή αγαλλιάσεως και
εξομολογήσεως ήχου εορτάζοντος. Ινατί περίλυπος εί η ψυχή μου; και ινατί συνταράσσεις με; 'Ελπισον
επί τον Θεόν, ότι εξομολογήσομαι αυτώ, σωτήριον του προσώπου μου και ο Θεός μου. Προς εμαυτόν η
ψυχή μου εταράχθη, δια τούτο μνησθήσομαι σου εκ γης Ιορδάνου και Ερμωνιείμ, από όρους μικρού.
Άβυσσος άβυσσον επικαλείται, εις φωνήν των καταρρακτών σου· πάντες οι μετεωρισμοί σου και τα
κύματα σου επ΄εμέ διήλθον. Ημέρας εντελείται Κύριος το έλεος αυτού και νυκτός ωδή αυτώ, παρ΄εμοί
προσευχή τω Θεώ της ζωής μου. Ερώ τω Θεώ· αντιλήπτωρ μου ει· Διατί μου επελάθου; και ινατί

407
σκυθρωπάζων πορεύομαι εν τω εκθλίβειν τον εχθρόν μου; Εν τω καταθλάσθαι τα οστά μου, ωνείδιζον
με οι εχθροί μου· εν τω λέγειν αυτούς μοι καθ΄εκάστην ημέραν· Πού έστιν ο Θεός σου; Ινατί περίλυπος
εί η ψυχή μου; και ινατί συνταράσσεις με; 'Ελπισον επί τον Θεόν, ότι εξομολογήσομαι αυτώ, σωτήριον
του προσώπου μου και ο Θεός μου.

Ο ψαλμός αυτός αποτελεί το ένα κομμάτι από τα δύο. Το δεύτερο είναι ο 42ος
ψαλμός. Συνετέθη από έναν υιό του λευίτη Κορέ τον οποίο ο Κύριος φόνευσε. Ο
ποιητής είχε αποκτήσει σπουδαία θέση παρά τω Δαυίδ, να προΐσταται της
λειτουργικής μουσικής. Ο ίδιος συνθέτης συνέθεσε και τους ψαλμούς 43-48, 83, 84,
86,87.
«Ον τρόπον επιποθεί η έλαφος»: Όπως το ελάφι όταν διψά τρέχει επί τας
πηγάς των υδάτων, έτσι βασανίζεται και κράζει η ψυχή που αγαπά, που διψά για τον
Θεό.
«Εδίψησεν η ψυχή μου»: Ο Θεός είναι η όντως δροσιστική ψυχή, ο άνθρωπος
δεν διψά μόνο για μια μέρα, αλλά καθημερινά διψά, έτσι και οι άγιοι όχι μόνο μια
μέρα, αλλά κάθε ώρα και λεπτό αναπέμπουν δεήσεις προς τον Ύψιστο.
«Εγεννήθη τα δάκρυά μου», η απομάκρυνσή του από το ιερό θυσιαστήριο,
προκάλεσε ανείπωτο πόνο στον ψαλμωδό.
«Που εστίν ο Θεός σου»; Δεν έφτανε η δική του στενοχώρια, είχε να
αντιμετωπίσει και την ειρωνεία των αντιπάλων του.
Ο ποιητής θυμάται τις γλυκιές εκείνες μέρες που όντας Λευίτης
προσέρχονταν- επισκέπτονταν το ιερό Θυσιαστήριο. «Έλπισον επί τον Θεόν»:
Ανέμενε τώρα τον Θεό. Γνωρίζει ο ψαλμωδός ότι όλες οι θλίψεις και δοκιμασίες του
από τον Θεό προέρχονται, και ως εκ τούτου Εκείνος σύντομα θα καταπαύσει την
τρικυμία και θα φέρει την γαλήνη στην καρδιά του.

Ψαλμός τεσσαρακοστός δεύτερος (μβ΄)

Κρίνον με ο Θεός και δίκασον την δίκην μου εξ έθνους ούχ οσίου, από ανθρώπου αδίκου και
δολίου ρύσαι με. Ότι συ εί ο Θεός κραταίωμα μου, ινατί απώσω με; και ινατί σκυθρωπάζων πορεύομαι,
εν τω εκθλίβειν τον εχθρόν μου; Εξαπόστειλον το φως σου και την αληθειαν σου, αυτά με ωδήγησαν
και ήγαγον με εις όρος άγιον σου και εις τα σκηνώματα σου. Και εισελεύσομαι προς το θυσιαστήριον
του Θεού, προς τον Θεόν τον ευφραίνοντα την νεότητα μου· εξομολογήσομαι σοι εν κιθάρα, ο Θεός, ο
Θεός μου. Ινατί περίλυπος εί η ψυχή μου; και ινατί συνταράσσεις με; ΄Ελπισον επί τον Θεόν, ότι
εξομολογήσομαι αυτώ, σωτήριον του προσώπου μου και ο Θεός μου.

«Κρίνον με» Όμοιος ψαλμός με τους 7,9,25, 34. Όχι μόνο δεν φοβάται την
Θεία δίκη, αλλά την επιθυμεί για να αποδείξει την αθωότητά του. «Ινατί» Έχει
συνείδηση ο ψαλμωδός ότι αγαπά εκ βάθους τον Θεό, γιατί λοιπόν αδιαφορεί
γι΄αυτόν ο Κύριος;
Ο ποιητής εισέρχεται στο θυσιαστήριο του ναού, είναι ώρα ανείπωτης χαράς,
διότι τώρα θα προσφέρει στον Θεό τις ευχαριστίες του.

Ψαλμός τεσσαρακοστός τρίτος (μγ΄)

Ο Θεός εν τοις ωσίν ημών ακούσαμεν και οι πατέρες ημών ανήγγειλαν ημίν έργον, ο ειργάσω
εν ταις ημέραις αυτών, εν ημέραις αρχαίαις. Η χείρ σου έθνη εξωλόθρευσε και κατεφύτευσας αυτούς,
εκάκωσας λαούς και εξέβαλες αυτούς. Ου γαρ εν τη ρομφαία αυτών εκληρονόμησαν γήν και ο βραχίων
αυτών ούκ έσωσεν αυτούς. Αλλ΄ η δεξιά σου και ο βραχίων σου και ο φωτισμός του προσώπου σου, ότι
ηυδόκησας εν αυτοίς. Συ ει αυτός ο Βασιλεύς μου και ο Θεός μου, ο εντελλόμενος τας σωτηρίας Ιακώβ.
Εν σοι τους εχθρούς ημών κερατιούμεν και εν τω ονόματι σου εξουδενώσομεν τους επανισταμένους
ημίν. Ού γαρ επί τω τόξω μου ελπιώ και η ρομφαία μου ού σώσει με. 'Εσωσας γαρ ημάς εκ των
θλιβόντων ημάς και τους μισούντας ημάς κατήσχυνας. Εν τω Θεώ επαινεθησόμεθα όλην την ημέρας και
εν τω ονόματι σου εξομολογηθησόμεθα εις τον αιώνα. Νυνί δε απώσω και κατήσχυνας ημάς και ουκ

408
εξελεύση ο Θεός εν ταις δυνάμεσιν ημών. Απέστρεψας ημάς εις τα οπίσω παρά τους εχθρούς ημών και
οι μισούντες ημάς διήρπαζον εαυτοίς. ΄Εδωκας ημάς ως πρόβατα βρώσεως και εν τοις έθνεσι διέσπειρας
ημάς. Απέδου τον λαόν σου άνευ τιμής και ουκ ην πλήθος εν τοις αλαλάγμασιν ημών. 'Εθου ημάς
όνειδος τοις γείτοσιν ημών, μυκτηρισμόν και χλευασμόν τοις κύκλω ημών. 'Εθου ημάς εις παραβολήν
εν τοις έθνεσιν, κίνησιν κεφαλής εν τοις λαοίς. ΄Ολην την ημέραν η εντροπή μου κατεναντίον μου έστι
και η αισχύνη του προσώπου μου εκάλυψε με. Από φωνής ονειδίζοντος και καταλαλούντος, από
προσώπου εχθρού και εκδιώκοντος. Ταύτα πάντα ήλθεν εφ΄ ημάς και ούκ επελαθόμεθα σου και ούκ
ηδικήσαμεν εν τη διαθήκη σου. Και ούκ απέστη εις τα οπίσω η καρδία ημών και εξέκλινας τας τρίβους
ημών από της οδού σου. Ότι εταπείνωσας ημάς εν τόπω κακώσεως και επεκάλυψεν ημάς σκιά θανάτου.
Ει επελαθόμεθα του ονόματος του Θεού ημών και εί διεπετάσαμεν χείρας ημών προς Θεόν αλλότριον.
Ουχί ο Θεός εκζητήσει ταύτα; αυτός γαρ γινώσκει τα κρύφια της καρδίας. Ότι ένεκα σου θανατούμεθα
όλην την ημέραν, ελογίσθημεν ως πρόβατα σφαγής. Εξεγέρθητι, ινατί υπνοίς, Κύριε; ανάστηθι και μη
απώση εις τέλος. Ινατί το πρόσωπον σου αποστρέφεις; επιλανθάνη της πτωχείας ημών και της θλίψεως
ημών; Ότι εταπεινώθη εις χουν η ψυχή ημών, εκολλήθη εις γην η γαστήρ ημών. Ανάστα Κύριε,
βοήθησον ημίν και λύτρωσαι ημάς ένεκεν του ονόματός σου.

Εθνικός ψαλμός στον οποίο προβάλλεται η εθνική καταστροφή του Ισραήλ.


Κατά πάσα πιθανότητα ο ψαλμός αυτός συνετέθη την εποχή της επιδρομής των
Ιδουμάιων στο Ισραήλ.
«Εν τοις ωσίν ημών ηκούσαμεν»: Άκουσαν από τις διηγήσεις των πατέρων
τους όλα εκείνα τα θαυμαστά που έκανε ο Θεός για το έθνος τους. Η αρχαία εκείνη
του Θεού προστασία εμπνέει θάρρος και στις παρούσες δυσμενείς καταστάσεις.
«Εν τω ονόματί σου»: Αρκεί το όνομά Σου καλέσαι μόνον και πάντα ανύσαι
μεθ’ υπερβολής» (Χρυσόστομος).
«Ου γαρ επί τω τόξω μου ελπιώ» Ουκ εν πλήθει δυνάμεως νίκη πολέμου, αλλ’
η εκ του ουρανού ισχύς (Α΄Μακ 3,19).
Όμως η πραγματικότητα σήμερα είναι διαφορετική από το παρελθόν: «ουκ
εξέρχεσαι, ου συστρατεύεις, ου στρατηγείς» μας έκανες να υποχωρήσουμε ενώπιον
του εχθρού. «Εν τοις έθνεσι διέσπειρας», αλλά από την επιδρομή των Ιδουμαίων
άλλοι συνελήφθησαν, άλλοι διέφυγαν σε ξένες χώρες. Μας πούλησες Κύριε πολύ
φτηνά, δίχως να πλουτήσεις από την πώλησή μας «απέδου τον λαόν σου άνευ τιμής»,
γίναμε αντικείμενο ειρωνείας και χλευασμού για τα έθνη. Όμως δεν αμαρτήσαμε
τόσο πολύ ώστε να υποστούμε τέτοια συμφορά. (Αυτή είναι από τις σπάνιες φορές
που οι ισραηλίτες μπορούσαν να πουν ότι δεν πλεόνασαν στην αμαρτία)
«Ότι ένεκά σου θανατούμεθα όλην την ημέραν», όχι μόνο δεν λησμόνησαν
τον Θεό οι ισραηλίτες, αλλά για να τον υπερασπιστούν υποφέρουν καθημερινώς. Το
ίδιο λέει και ο Παύλος στο Ρωμ 8,36 για να τονώσει τους χριστιανούς στην πίστη.
«Εξεγέρθητι Κύριε»: Ο ύπνος του Κυρίου σημαίνει την μακροθυμία Του. Η
ψυχή και το σώμα μας εκάμφθησαν μέχρις εδάφους, κάνε λοιπόν κάτι: «βοήθησον
ημίν και λύτρωσαι ημάς ένεκεν του ονόματός σου».

Ψαλμός τεσσαρακοστός τέταρτος (μδ΄)


Εξηρεύξατο η καρδία μου λόγον αγαθόν· λέγω εγώ τα έργα μου τω βασιλεί· η γλώσσα μου
κάλαμος γραμματέως οξυγράφου. Ωραίος κάλλει παρά τους υιούς των ανθρώπων, εξεχύθη χάρις εν
χείλεσι σου, δια τούτο ευλόγησε σε ο Θεός εις τον αιώνα. Περίζωσαι την ρομφαίαν σου επι τον μηρόν
σου, δυνατέ, τη ωραιότητι σου και τω κάλλει σου. Και έντεινον και κατευοδού και βασίλευε ένεκεν
αληθείας και πραότητος και δικαιοσύνης· και οδηγήσει σε θαυμαστώς η δεξιά σου. Τα βέλη σου
ηκονημένα, Δυνατέ, λαοί υποκάτω σου πεσούνται, εν καρδία εχθρών του βασιλέως. Ο θρόνος σου, ο
Θεός, εις τον αιώνα του αιώνος· ράβδος ευθύτητος η ράβδος της βασιλείας σου. Ηγάπησας δικαιοσύνην
και εμίσησας ανομίαν· δια τούτο έχρισε σε ο Θεός, ο Θεός σου, έλαιον αγαλλιάσεως παρά τους
μετόχους σου. Σμύρνα και στακτή και κασσία από των ιματίων σου, από βάρεων ελεφαντίνων· εξ ων
εύφραναν σε θυγατέρες βασιλέων εν τη τιμή σου. Παρέστη η βασίλισσα εκ δεξιών, εν ιματισμώ
διαχρύσω περιβεβλημένη, πεποικιλμένη. 'Ακουσον, θύγατερ και ίδε και κλίνον το ους σου και επιλάθου
του λαού σου και του οίκου του πατρός σου. Και επιθυμήσει ο βασιλεύς του κάλλους σου, ότι αυτός
έστι Κύριος σου και προσκυνήσεις αυτώ. Και προσκυνήσουσιν αυτώ θυγατέρες Τύρου εν δώροις· το
πρόσωπον σου λιτανεύσουσιν οι πλούσιοι του λαού. Πάσα η δόξα της θυγατρός του βασιλέως έσωθεν,
εν κροσσωτοίς χρυσοίς περιβεβλημένη, πεποικιλμένη. Απενεχθήσονται τω βασιλεί παρθένοι οπίσω
αυτής, αι πλησίον αυτής απενεχθήσονται σοι. Απενεχθήσονται εν ευφροσύνη και αγαλλιάσει,
αχθήσονται εις ναόν βασιλέως. Αντί των πατέρων σου εγενήθησαν σοι υιοί· καταστήσεις αυτούς

409
άρχοντας επί πάσαν την γην. Μνησθήσομαι του ονόματος σου εν πάση γενεά και γενεά· δια τούτο λαοί
εξομολογήσονται σοι εις τον αιώνα και εις τον αιώνα του αιώνος.

Τίτλος: «Υπέρ του αγαπητού»: Ο ποιητής εορτάζει τους γάμους ενός


βασιλέως περίφημου διά την ωραιότητα, την δύναμη, την δικαιοσύνη, προ παντός
όμως διά του Θείου χαρακτήρος του. Ποιος είναι αυτός ο βασιλιάς και ποια η
βασίλισσά του;
Α) Οι ορθολογιστές λένε ότι επρόκειτο για τους Αχαάβ και Ιεζάβελ, άλλοι για
τους Ιωράμ και Γοθολία, ενώ κάποιοι άλλοι για τους Μέγα Αλέξανδρο και
Κλεοπάτρα.
Πως όμως ένας κοσμικός βασιλέας θα έβρισκε θέση στην Αγία Γραφή; Πως
μπορεί σε έναν κοσμικό βασιλέα να προσδίδονται χαρακτηριστικά Θεού και μάλιστα
αυτά να συμπεριλαμβάνονται στην Αγία Γραφή με τόνο προφητικό; Συνεπώς αυτός ο
βασιλιάς δεν μπορεί να είναι κανένας άλλος πλην του Μεσσίου Χριστού. Και η
βασίλισσα αυτή δεν δύναται να είναι άλλη από την Εκκλησία.
«Εξερεύξατο η καρδία μου»: Η καρδιά του ποιητού παρομοιάζεται με δοχείο
που ξεχυλίζει. Από τι; Από Θεία λόγια.
«Κάλαμος γραμματέως οξυγράφου»: Παρομοιάζει τις υπερχειλίζουσες θείες
σκέψεις του με συγγραφέα που γράφει ταχύτατα.
«Ωραίος κάλλει»: Σε έναν γάμο κάνει πρώτη εντύπωση η ωραιότητα του
νυμφικού ζεύγους. Η ωραιότητα του Μεσσία υπερβαίνει την ωραιότητα των άλλων
ανθρώπων.
«Ευλόγησέ σε ο Θεός εις τον αιώνα»: Η ήρωας του ποιητού είναι υπέργειος,
επουράνιος, άφθορος, άνευ τέλους. Σε ποιον επίγειο βασιλέα θα ταίριαζαν τέτοιοι
χαρακτηρισμοί;
«Περίζωσαι την ρομφαίαν σου επί τον μηρόν σου αγαθέ»: Ο εγκωμιαζόμενος
δεν είναι μόνο ωραίος, αλλά και ήρωας. Είναι άκαμπτος ενώπιον των αρχόντων και
του θανάτου.
«Κατευοδού και βασίλευε»: Δείξε σε όλους ότι είσαι βασιλιάς διά των
επιτυχών στρατιωτικών σου επιχειρήσεων.
«Ένεκεν αληθείας και πραότητος»: Ο ήρωάς μας θέλει να εγκαταστήσει στη
γη την πραγματική, την θρησκευτική αλήθεια. «Μέθετε απ’ εμού ότι πράος ειμί και
ταπεινός τη καρδία».
«Θαυμαστώς η δεξιά σου»: Εις έργα θαυμαστά θα φέρει σε η παντοδύναμος
δεξιά σου».
«Τα βέλη σου ηκονησμένα»: Η μάχη άρχισε, ο ποιητής πατουσιάζει τον ήρωα
σε πλήρη δράση.
«Λαοί υποκάτω σου πεσούνται»: Ο Χριστός κατηύθυνε τα βέλη των λόγων
Του στις καρδιές των εχθρών Του, κάρφωσε την καρδιά του αρχηγού των εχθρών
Του, δηλ. του σατανά.
«Ράβδος ευθύτητος»: Ο ήρωας εκτός από κοσμική διαθέτει και δικαστική
εξουσία.
«Ο Θεός, ο Θεός σου έχρισέ σε έλαιον αγαλλιάσεως»: Και άλλοι προφήτες
και βασιλείς χρήστηκαν με λάδι, ο ήρωάς μας όμως όλους τους υπερβαίνει, αφού
αυτό το έλαιον είναι μη υλικό είναι Αγιοπνευματικό.
«Παρέστη η βασίλισσα εκ δεξιών σου»: Η εκ δεξιών στάση ήταν τιμητική
θέση. Είπαμε ότι η βασίλισσα αυτή είναι η Εκκλησία του Χριστού. Επειδή όμως το
κορύφωμα των πιστών της Εκκλησίας είναι η Θεοτόκος, οι έπαινοι της Εκκλησίας ως
ολότητος εμφανίζεται κατά όλως ιδιαίτερο τρόπο και στην Θεοτόκο.
«Άκουσον θύγατερ και ίδε»: Με τρυφερότητα ο ψαλμωδός την αποκαλεί
θυγατέρα.

410
«Επιθυμήσει ο βασιλεύς του κάλλους σου», ο Νυφίος Χριστός θα αγαπήσει
σφόδρα την Εκκλησία Του. «Προσκυνήσεις αυτώ» διότι θα είναι και Θεός σου. Και η
Θεοτόκος είπε «ο Υιός μου και Θεός μου».
«Το πρόσωπό σου λιτανεύσουσι οι πλούσιοι του λαού»: Θα ζητήσουν την
εύνοια της Εκκλησίας ακόμη και οι αυτοκράτορες.
«Αντί των πατέρων σου εγεννήθησαν οι υιοί σου»: Ο καρπός του γάμου του
Νυμφίου Χριστού και νύμφης Εκκλησίας είναι οι απανταχού χριστιανοί.
«Καταστήσεις αυτούς άρχοντας»: Το ιερατικό αξίωμα καλείται και τιμάται ως
υπούργημα.
«Μνησθήσομαι του ονόματός σου»: Το όνομα αυτού του βασιλέως θα τιμάται
πάντοτε νυν και εις τους απεράντους αιώνας αμήν!

Ψαλμός τεσσαρακοστός πέμπτος (με΄)


Ο Θεός ημών καταφυγή και δύναμις, βοηθός εν θλίψεσι ταις ευρούσαις ημάς σφόδρα. Δια
τούτο ού φοβηθησόμεθα εν τω ταράσσεσθαι την γην και μετατίθεσθαι όρη εν καρδίαις θαλασσών.
΄Ηχησαν και εταράχθησαν τα ύδατα αυτών, εταράχθησαν τα όρη εν τη κραταιότητι αυτού. Του
ποταμού τα ορμήματα ευφραίνουσι την πόλιν του Θεού· ηγίασε το σκήνωμα αυτού ο Ύψιστος. Ο Θεός
εν μέσω αυτής και ού σαλευθήσεται· βοηθησει αυτή ο Θεός το προς πρωί πρωί. Εταράχθησαν έθνη,
έκλιναν βασιλείαι, έδωκε φωνήν αυτού ο Ύψιστος, εσαλεύθη η γη. Κύριος των δυνάμεων μεθ΄ημών,
αντιλήπτωρ ημών ο Θεός Ιακώβ. Δεύτε και ίδετε τα έργα του Θεού, ά έθετο τέρατα επί της γης.
Ανταναιρών πολέμους μέχρι των περάτων της γης· τόξον συντρίψει και συνθλάσει όπλον και θυρεούς
κατακαύσει εν πυρί. Σχολάσατε και γνώτε, ότι εγώ είμι ο Θεός· υψωθήσομαι εν τοις έθνεσιν,
υψωθήσομαι εν τη γη. Κύριος των δυνάμεων μεθ΄ ημών, αντιλήπτωρ ημών ο Θεός, Ιακώβ.

«Ο Θεός ημών»: Αφού εσύ είσαι ο Θεός μας «διά τούτο ου φοβησόμεθα». Ότι
και να γίνει δεν πρόκειται να ταραχτούμε.
Ο Κύριος προστατεύει ιδιαιτέρως την πόλη του Ιερουσαλήμ. Γιατί; Διότι εκεί
βρίσκεται ο ναός Του.
«Έδωκε φωνήν αυτού». Και μόνη η φωνή του Θεού όταν ακούστηκε
ταπεινώθηκε η υπερηφάνεια των εθνών.
«Δεύτε και ίδετε», ελάτε να δείτε όλα εκείνα τα θαυμαστά τα οποία έκανε ο
Θεός συντρίβοντας τους εχθρούς του Ισραήλ.
«Σχολάσατε και γνώτε ότι εγώ ειμί ο Θεός». Ο Θεός λαμβάνει τον λόγο,
εξαπολύει απειλές κατά των εχθρών Του. Σύντομα θα εκδηλώσει την δύναμή Του και
θα προσκυνείται παντού μεταξύ εθνών και Ισραήλ.

Ψαλμός τεσσαρακοστός έκτος (μς΄)


Πάντα τα έθνη κροτήσατε χείρας, αλαλάξατε τω Θεώ εν φωνή αγαλλιάσεως. Ότι Κύριος ύψιστος,
φοβερός, βασιλεύς μέγας επί πάσαν την γην. Υπέταξε λαούς ημίν και έθνη υπό τους πόδας ημών.
Εξελέξατο ημίν την κληρονομίαν εαυτώ, την καλλονήν Ιακώβ, ήν ηγάπησεν. Ανέβη ο Θεός εν
αλαλαγμώ, Κύριος εν φωνή σάλπιγγος. Ψάλατε τω Θεώ ημών, ψάλατε· ψάλατε τω βασιλεί ημών,
ψάλατε. Ότι βασιλεύς πάσης της γης ο Θεός, ψάλατε συνετώς. Εβασίλευσεν ο Θεός επί τα έθνη· ο Θεός
κάθηται επί θρόνου αγίου αυτού. Άρχοντες λαών συνήχθησαν μετά του Θεού Αβραάμ, ότι του Θεού οι
κραταιοί της γης σφόδρα επήρθησαν.

«Πάντα τα έθνη»: Όλα γενικώς τα ειδωλολατρικά έθνη θα ζητωκραυγάζουν εν


φωνή αγαλλιάσεως τον αληθινό Θεό του Ισραήλ. Η αιτία: «Ότι Κύριος Ύψιστος».
«Υπέταξε λαούς ημίν». Ο στίχος αυτός μπορεί να εφαρμοστεί μόνον στον Μεσσία
Χριστό.
«Ανέβη ο Θεός εν αλαλαγμώ». Στίχος που προτυπώνει την Ανάληψη του
Κυρίου.
«Άρχοντες λαών συνήχθησαν»: Αναγνώρισαν τον Κύριο ως Θεό τους οι πρώην
ειδωλολάτρες.

411
Ψαλμός τεσσαρακοστός έβδομος (μζ΄)
Μέγας Κύριος και αινετός σφόδρα, εν πόλει του Θεού ημών, εν όρει αγίω αυτού, ευρίζω
αγαλλιάματι πάσης της γης. Όρη Σιών, τα πλευρά του βορρά, η πόλις του βασιλέως του μεγάλου. Ο
Θεός εν ταις βάρεσιν αυτής γινώσκεται, όταν αντιλαμβάνηται αυτής. Ότι ιδού οι βασιλείς της γής
συνήχθησαν, διήλθοσαν επί το αυτό. Αυτοί ιδόντες ούτως εθαύμασαν, εταράχθησαν, εσαλεύθησαν,
τρόμος επελάβετο αυτών· εκεί ωδίνες ως τικτούσης. Εν πνεύματι βιαίω συντρίψεις πλοία Θαρσείς.
Καθάπερ ηκούσαμεν, ούτω και είδομεν εν πόλει Κυρίου των δυνάμεων, εν πόλει του Θεού ημών. Ο
Θεός εθεμελίωσεν αυτήν εις τον αιώνα. Υπελάβομεν, ο Θεός, το έλεος σου εν μέσω του λαού σου. Κατά
το όνομα σου, ο Θεός, ούτω και η αίνεσις σου επί τα πέρατα της γης, δικαιοσύνης πλήρης η δεξιά σου.
Ευφρανθήτω το όρος Σιών και αγαλλιάσθωσαν αι θυγατέρες της Ιουδαίας ένεκεν κριμάτων, σου Κύριε.
Κυκλώσατε Σιών και περιλάβετε αυτήν, διηγήσασθε εν τοις πύργοις αυτής. Θέσθε τας καρδίας υμών εις
την δύναμιν αυτής και καταδιέλεσθε τας βάρεις αυτής, όπως αν διηγήσησθε εις γενεάν ετέραν. Ότι
ούτος έστιν ο Θεός ημών εις τον αιώνα και εις τον αιώνα του αιώνος· αυτός ποιμανεί ημάς εις τους
αιώνας.

«Μέγας Κύριος και αινετός εν πόλει του Θεού ημών»: Η Ιερουσαλήμ είναι η
πόλη του Θεού. Η πόλη αυτή θα γίνει το κέντρο της χαράς όλου του κόσμου.
«Οι βασιλείς της γης συνήχθησαν». Οι βασιλείς των Ιδουμαίων, Μωαβιτών,
Αμμωνιτών και άλλων πολέμησαν εναντίον του Ισραήλ.
Όμως: «Αυτοί ιδόντες ούτως εθαύμασαν», είδαν μόνο και περιήλθαν σε
πανικό: «θαύμασαν», «εταράχθησαν», «εσαλέυθησαν». Γιατί; Κάποιος υπερφυσικός
τρόμος τους κυρίευσε. Πράγματι, όταν ο Σενναχηρίμ είχε στρατοπεδεύσει εναντίον
των ισραηλιτών, εν μία νυκτί έπαθε ένα ανεξήγητο πλήγμα χάνοντας 85.000
στρατιώτες. Αναγκάστηκε τότε να υποχωρήσει.
«Κυκλώσατε Σιών»: Ήρθε η ώρα των πανηγυρισμών! «Περιλάβετε αυτήν»,
κάντε λιτανεία χαράς και δοξολογίας. «Θέσθε ταςκαρδία υμών», «αυτός ποιμανεί
ημάς εις τους αιώνας».

Ψαλμός τεσσαρακοστός όγδοος (μη΄)

Ακούσατε ταύτα πάντα τα έθνη, ενωτίσασθε πάντες οι κατοικούντες την οικουμένην. Οι τε


γηγενείς και οι υιοί των ανθρώπων, επί το αυτό πλούσιος και πένης. Το στόμα μου λαλήσει σοφίαν και
η μελέτη της καρδίας μου σύνεσιν. Κλινώ εις παραβολήν το ούς μου, ανοίξω εν ψαλτηρίω το πρόβλημα
μου. Ινατί φοβούμαι εν ημέρα πονηρά; η ανομία της πτέρνης μου κυκλώσει με. Οι πεποιθότες επί τη
δυνάμει αυτών και επί τω πλήθει του πλούτου αυτών καυχώμενοι. Αδελφός ού λυτρούται, λυτρώσεται
άνθρωπος; Ού δώσει τω Θεώ εξίλασμα εαυτού και την τιμήν της λυτρώσεως της ψυχής αυτού και
εκοπίασεν εις τον αιώνα και ζήσεται εις τέλος. Ότι ούκ όψεται καταφθοράν, όταν ίδη σοφούς
αποθνήσκοντας. Επί το αυτό άφρων και άνους απολούνται και καταλείψουσιν αλλοτρίοις τον πλούτον
αυτών. Και οι τάφοι αυτών οικίαι αυτών εις τον αιώνα· σκηνώματα αυτών εις γενεάν και γενεάν,
επεκαλέσαντο τα ονόματα αυτών επί των γαιών αυτών. Και άνθρωπος εν τιμή ων ού συνήκε·
παρασυνεβλήθη τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις και ωμοιώθη αυτοίς. Αύτη η οδός αυτών σκάνδαλον αυτοίς
και μετά ταύτα εν τω στόματι αυτών ευδοκήσουσιν. Ως πρόβατα εν άδη έθεντο, θάνατος ποιμανεί
αυτους. Και κατακυριεύσουσιν αυτών οι ευθείς το πρωϊ και η βοήθεια αυτών παλαιωθήσεται εν τω άδη,
εκ της δόξης αυτών εξώσθησαν. Πλήν ο Θεός λυτρώσεται την ψυχήν μου εκ χειρός άδου όταν λαμβάνη
με. Μη φοβού, όταν πλουτήση άνθρωπος, ή όταν πληθυνθή η δόξα του οίκου αυτού. Ότι ούκ εν τω
αποθνήσκειν αυτόν λήψεται τα πάντα, ουδέ συγκαταβήσεται αυτώ η δόξα αυτού. Ότι η ψυχή αυτού εν
τη ζωή αυτού ευλογηθήσεται, εξομολογήσεται σοι, όταν αγαθύνης αυτώ. Εισελεύσεται έως γενεάς
πατέρων αυτού, έως αιώνος ούκ όψεται φως. Και άνθρωπος εν τιμή ών ού συνήκε· παρασυνεβλήθη
τοις κτήνεσι τοις ανοήτοις και ωμοιώθη αυτοίς.

«Ακούσατε πάντα τα έθνη», πάντες οι κατοικούντες της οικουμένης,


ανεξαρτήτου εθνικότητας και θρησκείας πρέπει να ακούσουν γιατί το θέμα είναι πολύ
ενδιαφέρον. «Πλούσιος και πένης», ανεξαρτήτου οικονομικής και κοινωνικής
τάξεως.
«Το στόμα μου λαλήσει σοφίαν», «η μελέτης της καρδίας μου σύνεσιν», όλα
αυτά δεν προέρχονται από τον εαυτό του. «Κλίνω του ους μου», άρα έχει ανάγκη να
ακούσει από αλλού, τα λόγια του θα είναι θείας προελεύσεως.
«Ανοίξω εν ψαλτηρίω το πρόβλημά μου», επομένως θα μιλήσει με συνοδεία
μουσικής ψαλτηρίου.

412
«Ινατί φοβούμαι», θέτει αμέσως το πρόβλημά του: Οι ασεβείς έχουν
πεποίθηση που αντλούν απ’ τον πλούτο τους «αδελφός ου λυτρούται» όμως κανείς
δεν μπορεί να εξαγοράσει τον θάνατο όσα χρήματα κι αν έχει. Τίποτα δεν μπορεί να
επιμηκύνει την ανθρώπινη ζωή, ούτε ο πλούτος, ούτε η ανθρώπινη σοφία.
«Άνθρωπος εν τιμή ων ου συνήκε». Αν και ο άνθρωπος βρέθηκε από τον
Δημιουργό σε υψηλή θέση δεν εννόησε το μεγαλείο του Κυρίου, φέρθηκε ωσάν
μωρός, ταπεινώθηκε όπως τα κτήνη.
«Αύτη η οδός αυτών». Η ζωή των ασεβών θα είναι η αιτία της καταστροφής
τους.
«Εν τω στόματι αυτών ευδοκήσουσι», υπάρχουν όμως άνθρωποι ανόητοι οι
οποίοι θαυμάζουν τους λόγους τους. Όμως οι όροι τελικά θα αντιστραφούν. Οι
ευσεβείς θα γίνουν κύριοι των ασεβών. «Ινατί φοβούμαι»;
Το τέλος του ασεβούς θα είναι ο σκοτεινός άδης «ουκ όψεται φως».
Συμπέρασμα: η θεοποίηση της ζωής, της ύλης και του πλούτου είναι η μεγαλύτερη
ανοησία.

Ψαλμός τεσσαρακοστός ένατος (μθ΄)


Θεός Θεών Κύριος ελάλησε και εκάλεσε την γην από ανατολών ηλίου μέχρι δυσμών. Εκ Σιών
η ευπρέπεια της ωραιότητος αυτού. Ο Θεός εμφανώς ήξει, ο Θεός ημών και ου παρασιωπήσεται. Πύρ
ενώπιον αυτού καυθήσεται και κύκλω αυτού καταιγίς σφόδρα. Προσκαλέσεται τον ουρανόν άνω και την
γην, του διακρίναι τον λαόν αυτού. Συναγάγετε αυτώ τους οσίους αυτού, τους διατιθεμένους την
διαθήκην αυτού επί θυσίαις. Και αναγγελούσιν οι ουρανοί την δικαιοσύνην αυτού ότι ο Θεός κριτής
έστιν. 'Ακουσον, λαός μου και λαλήσω σοι, Ισραήλ και διαμαρτύρομαι σοι· ο Θεός, ο Θεός σου ειμί εγώ.
Ούκ επι ταις θυσίαις σου ελέγξω σε, τα δε ολοκαυτώματα σου ενώπιον μου έστι διαπαντός. Ού δέξομαι
εκ του οίκου σου μόσχους, ουδέ εκ των ποιμνίων σου χιμάρους. Ότι εμά έστι πάντα τα θηρία του
αγρού, κτήνη εν τοις όρεσι και βόες. 'Εγνωκα πάντα τα πετεινά του ουρανού και ωραιότης μετ΄εμού
έστιν. Εάν πεινάσω, ου μη σοι είπω, εμή γαρ έστιν η οικουμένη και το πλήρωμα αυτής. Μή φάγομαι
κρέας ταύρων, ή αίμα τράγων πίομαι; Θύσον τω Θεώ θυσίαν αινέσεως και απόδος τω Υψίστω τας ευχάς
σου. Και επικαλέσαι με εν ημέρα θλίψεως σου και εξελούμαι σε και δοξάσεις με. Τω δε αμαρτωλώ είπεν
ο Θεός· Ινατί συ εκδιηγή τα δικαιώματα μου και αναλαμβάνεις την διαθήκην μου δια στόματος σου; Σύ
εμίσησας παιδείαν και εξέβαλες τους λόγους μου εις τα οπίσω. Ει εθεώρεις κλέπτην, συνέτρεχες αυτώ
και μετά μοιχού την μερίδα σου ετίθεις. Το στόμα σου επλεόνασε κακίαν και η γλώσσα σου περιέπλεκε
δολιότητας. Καθήμενος κατά του αδελφού σου κατελάλεις και κατά του υιού της μητρός σου ετίθεις
σκάνδαλον. Ταύτα εποίησας και εσίγησα· υπέλαβες ανομίαν, ότι έσομαι σοι όμοιος· ελέγξω σε και
παραστήσω κατά πρόσωπον σου τας αμαρτίας σου. Σύνετε δη ταύτα, οι επιλανθανόμενοι του Θεού,
μήποτε αρπάση και ού μη ή ο ρυόμενος. Θυσία αινέσεως δοξάσει με και εκεί οδός, ή δείξω αυτώ το
σωτήριόν μου.

Τον ψαλμό αυτόν τον έγραψε ο Άσαφ ο οποίος ήταν σύγχρονος του Δαυίδ. Το
περιεχόμενό αυτού του ψαλμού αναφέρεται στις τελευταίες μέρες του κόσμου και
στην Θεία κρίση.
«Θεός θεών κύριος»: Οι θεοί αυτοί είναι ή οι άγγελοι ή οι ψευδείς θεότητες
των ειδωλολατρών.
«Εκάλεσε την γην» καλεί τους πάντες να ακούσουν την κρίση κατά των
ισραηλιτών.
«Ο Θεός εμφανώς ήξει ου παρασιωπήσεται»: Η παρουσία του Κυρίου
συνήθως πραγματοποιείται εν σιγή, αυτή τη φορά όμως θα είναι βροντερή.
«Συναγάγετε αυτώ τους οσίους αυτού»: Ποιοι θα συναθροιστούν; -Οι άγγελοι
θα συναθροίσουν τους όσιους (εννοεί τους ισραηλίτες, τους κατά σάρκα και κατά
πνεύμα, δίκαιους και αμαρτωλούς) , «ότι ο Θεός κριτής εστί»: Διότι ο Θεός τώρα θα
τους κρίνει, «ουκ επί ταις θυσίαις», όχι διά των εξωτερικών τυπικών θυσιών «εμά
εστί» διότι αυτά που θυσιάζουν δικά μου είναι λέει ο Θεός.
Τι θυσία θέλει ο Θεός; -«Θυσία αινέσεως», εσωτερική, καρδιακή. «Απόδως
τω Υψίστω τας ευχάς σου».
«Τω δε αμαρτωλώ», αφού πρώτα επέκρινε τους τυπολάτρες, τώρα

413
καταφέρεται κατά των αμαρτωλών-ασεβών.
Στη συνέχεια η κρίση του Θεού εξετάζει τους νομοδιδασκάλους: «απαριθμείς
τους νόμους μου… αναλαμβάνεις την διαθήκη μου», αυτοί γνωρίζουν μεν τον νόμο
του Θεού, αλλά δεν τον τηρούν, μόνο τον διδάσκουν. Γραμματείς και Φαρισαίοι
πάντοτε υπήρχαν και πάντοτε θα υπάρχουν.
Ο Κύριος είναι μακρόθυμος, δεν τιμωρεί αμέσως, περιμένει: «σύνετε», ελάτε
εις εαυτόν «μήποτε αρπάσω εγώ».
«Δείξω αυτώ τω σωτηρίω μου»: Δηλαδή σε εκείνους που θα ακολουθήσουν
τον δρόμο που θέλει ο Θεός θα τους ανοίξει διάπλατα την οδό της σωτηρίας.

Ψαλμός πεντηκοστός (ν΄)

Ελέησον με, ο Θεός, κατά το μέγα έλεος σου και κατά το πλήθος των οικτιρμών σου εξάλειψον
το ανόμημα μου. Επί πλείον πλύνον με από της ανομίας μου και από της αμαρτίας μου καθάρισον με.
Ότι την ανομίαν μου εγώ γινώσκω και η αμαρτία μου ενώπιον μου έστι διαπαντός. Σοί μόνω ήμαρτον
και το πονηρόν ενώπιον σου εποίησα· όπως αν δικαιωθής εν τοις λόγοις οσυ και νικήσης εν τω
κρίνεσθαι σε. Ιδού γαρ εν ανομίαις συνελήφθην και εν αμαρτίαις εκίσσησέ με η μήτηρ μου. Ιδού γαρ
αλήθειαν ηγάπησας· τα άδηλα και τα κρύφια της σοφίας σου εδήλωσας μοι. Ραντιείς με υσσώπω και
καθαρισθήσομαι· πλυνείς με και υπέρ χιόνα λευκανθήσομαι. Ακουτιείς μοι αγαλλίασιν και ευφροσύνην,
αγαλλιάσονται οστέα τεταπεινωμένα. Απόστρεψον το πρόσωπον σου από των αμαρτιών μου και πάσας
τας ανομίας μου εξάλειψον. Καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί, ο Θεός και πνεύμα ευθές εγκαίνισον εν
τοις εγκάτοις μου. Μη απορρίψης με από του προσώπου σου και το πνεύμα σου το άγιον μη αντανέλης
απ΄εμού. Απόδος μοι την αγαλλίασιν του σωτηρίου σου και πνεύματι ηγεμονικώ στήριξον με. Διδάξω
ανόμους τας οδούς σου και ασεβείς επί σε επιστρέψουσι. Ρύσαι με εξ αιμάτων ο Θεός, ο Θεός της
σωτηρίας μου, αγαλλιάσεται η γλώσσα μου την δικαιοσύνην σου. Κύριε, τα χείλη μου ανοίξεις και το
στόμα μου αναγγελεί την αίνεσιν σου. Ότι ει ηθέλησας θυσίαν, έδωκα αν ολοκαυτώματα ούκ
ευδοκήσεις. Θυσία τω Θεώ πνεύμα συντετριμμένον, καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην ο
Θεός ουκ εξουδενώσει. Αγάθυνον Κύριε εν τη ευδοκία σου την Σιών και οικοδομηθήτω τα τείχη
Ιερουσαλήμ. Τότε ευδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης, αναφοράν και ολοκαυτώματα. Τότε ανοίσουσιν επί
το θυσιαστήριον σου μόσχους.

Ο προφήτης Νάθαν παρουσιάστηκε μπροστά στον Δαυίδ κατόπιν εντολής του


Θεού και του αποκάλυψε το διπλό αμάρτημα στο οποίο υπέπεσε, μοιχεία και φόνο.
Αν και ο προφήτης είπε στον Δαυίδ ότι ο Θεός του συγχώρεσε τις αμαρτίες, ο
ένοχος βασιλέας αισθάνθηκε βαθιά τεταπεινωμένος έχοντας ανάγκη μίας τελείας
αναγεννήσεως. Ουδέποτε αμαρτωλός αισθάνθηκε τόση μεγάλη συντριβή για τις
αμαρτίες του όσο ο συνθέτης του παρόντος ψαλμού. Διά τούτο ο ψαλμός αυτός ως
υπόδειγμα μετανοίας διαβάζεται στην Εκκλησία μας περισσότερο από κάθε άλλον
ψαλμό. Πολλοί είναι αυτοί που ασχολήθηκαν με την ερμηνεία αυτού του ψαλμού,
ελάχιστοι όμως έκλαψαν διαβάζοντάς τον, όπως ο ψαλμωδός για τις αμαρτίες του.
«Ελέησόν με ο Θεός»: Ο ένοχος καταφεύγει στο έλεος του Θεού και στο πλήθος
των οικτιρμών Του.
«Εξάλειψον το ανόμημά μου»: Σβήσε από το τεφτέρι σου τις αμαρτίες μου.
«Επί πλείον πλύνον με»: Όχι μόνο μία φορά, αλλά κατ’ επανάληψη πλύνε με. Η
αμαρτία είναι λέπρα, χρειάζεται καθαρισμό.
«Ότι την ανομίαν μου εγώ γινώσκω»: Αναγνωρίζει, δεν προβάλλει καμιά
δικαιολογία. «Ενώπιόν μου εστί διαπαντός»: Δεν μπορεί να φύγει από τα μάτια του,
από την σκέψη του η διάπραξη της αμαρτίας.
«Συ μόνω ήμαρτον»: Σε σένα μόνο αμάρτησα. Μόνον ο Θεός γνώριζε την ενοχή
του, όμως ο Δαυίδ δεν την συγκάλυψε την αμαρτία του από τα μάτια του κόσμου,
αν και θα μπορούσε.
«Όπως αν δικαιωθής» ομολογώ το αμάρτημά μου για να δείξω ότι οι
καταδικαστικοί λόγοι του Θεού εναντίον μου είναι απολύτως δικαιολογημένοι. «Εν
τω κρίνεσθαί σε»: Είτε με τιμωρήσεις όπως μου πρέπει, είτε με αθωώσεις θα φανείς
δίκαιος κριτής.
«Ιδού γαρ εν ανομίαις συνελήφθην»: Εδώ ομιλεί περί της κληρονομικής ενοχής

414
του πρωτοποριακού αμαρτήματος, το αναφέρει όχι για να δικαιολογηθεί, αλλά για
να βεβαιώσει ότι ακόμη και οι ρίζες του είναι αμαρτωλές.
«Εκίσσησέ με»: Η Κίσσα είναι είδος πτηνού, αλλά και πάθος εγκύων γυναικών,
καθ’ ότι οι έγκυες αισθάνονται αηδία για μερικά φαγητά, και όρεξη παράλογη για
άλλα.
«Αλήθειαν ηγάπησας… άδηλα κρύφια της σοφίας»: Παρά το πλήθος των θείων
δωρεών που έλαβε ο Δαυίδ, παρόλα αυτά αμάρτησε. Ήρθε λοιπόν τώρα η ώρα να
ομολογήσει: «τα άδηλα και τα κρύφια της σοφίας σου εδήλωσάς με»
«Ραντιείς με υσσώπω»: Ο ύσσωπος είναι φυτό. Το χρησιμοποιούσαν οι ιερείς σε
εξαγνιστικούς ραντισμούς. Ο ψαλμωδός ζητά να τον ραντίσει εξαγνιστικά ο Θεός
και τότε «υπέρ χιόνα λευκανθήσομαι».
«Ακουτιείς μοι αγαλλίασιν»: Άκουσε τη συγνώμη των αμαρτιών μου
«απόστρεψον το πρόσωπό σου», ας θεωρηθούν οι αμαρτίες μου ότι δεν
διαπράχτηκαν ποτέ.
«Κτίσον εν εμοί»: Μόνον ο Θεός μπορεί και πάλι να τον ξανακτίσει, να τον
αποκαταστήσει εκ του μηδενός. Τι να κτίσει; «Καρδίαν καθαρά», «πνεύμα ευθές
εγκαίνισον»: “Πνεύμα ου το Πανάγιον, αλλά του λογικού την ορμήν (Θεοδώρητος)” ,
Ώστε διά του ανακαινισμένου νου να μην εκπίπτει πλέον στην αμαρτία.
«Το πνεύμα σου το άγιον μη αντανέλης»: Έχει υπόψιν του ο Δαυίδ περί Αγίου
Πνεύματος το οποίο ήλθε σ’ αυτόν (βλ. Α΄Βασ. 16.13).
«Πνεύματι ηγεμονικώ»: Ηγεμονικό πνεύμα είναι ο νους, ο οποίος ηγεμονεύει και
βοηθά και καθοδηγεί τον άνθρωπο να υπερπηδά τα πάθη του.
«Διδάξω ανόμους τας οδούς σου»: Η μετάνοιά του θα είναι πλέον σωσίβιο
πολλών αμαρτωλών.
«Ρύσαι με εξ΄αιμάτων»: λέει εξ’ αιμάτων διότι δεν έχυσε μόνο το αίμα του
Ουρίου, αλλά και άλλων αθώων ισραηλιτών οι οποίοι εξαιτίας του εφονεύθηκαν.
«Αγαλλιάσεται η γλώσσα μου» η γλώσσα μου θα ψάλλει με χαρά «τη
δικαιοσύνη σου», «αναγγελλεί την αίνεσίν σου», τότε θα προσευχηθεί θα υμνήσει
τον Θεό.
«Ει ηθέλησας θυσίαν έδωκας αν»: Ο Δαυίδ έπρεπε βάση του νόμου να πεθάνει,
όμως «ολοκαυτώματα ουκ ευδοκήσεις»: δεν αρέσουν στον Θεό τόσο οι οσμές των
θυσιαζομένων ζώων, όσο η «οσμή» της τεταπεινωμένης καρδίας.
«Οικοδομηθείτω τα τείχη»: μιλά εδώ ως βασιλέας ο οποίος είχε υποσχεθεί στον
Θεό την αποπεράτωση των τειχών της Ιερουσαλήμ, όταν αυτά ολοκληρωθούν «τότε
ευδοκήσεις θυσίαν δικαιοσύνης» τότε θα προσφερθούν θυσίες αιματηρές και
αναίμακτες. Επομένως οι θυσίες δεν απορρίπτονται, διότι πάντοτε θα έχουμε
ανάγκη και των εξωτερικών τύπων.

Ψαλμός πεντηκοστός πρώτος (να΄)


Τι εγκαυχά εν κακία ο δυνατός; Ανομίαν όλην την ημέραν, αδικίαν ελογίσατο η γλώσσα σου,
ωσεί ξυρόν ηκονημένον εποίησας δόλον. Ηγάπησας κακίαν υπέρ αγαθωσύνην, αδικίαν υπέρ του
λαλήσαι δικαιοσύνην. Ηγάπησας πάντα τα ρήματα καταποντισμού, γλώσσαν δολίαν. Δια τούτο ο Θεός
καθέλοι σε εις τέλος· εκτίλαι σε και μεταναστεύσαι σε από σκηνώματος σου και το ρίζωμα σου εκ γης
ζώντων. ΄Οψονται δίκαιοι και φοβηθήσονται και επ΄αυτόν γελάσονται και ερούσιν. Ιδού άνθρωπος,
ός ούκ έθετο τον Θεόν βοηθόν αυτού, αλλ΄ επήλπισεν επί τω πλήθει του πλούτου αυτού και
ενεδυναμώθη επί τη ματαιότητι αυτού. Εγώ δε, ωσεί ελαία κατάκαρπος εν τω οίκω του Θεού· ήλπισα
επί το έλεος του Θεού εις τον αιώνα και εις τον αιώνα του αιώνος. Εξομολογήσομαι σοι εις τον αιώνα,
ότι εποίησας και υπομενώ το όνομά σου, ότι χρηστόν εναντίον των οσίων σου.

Ο ψαλμός αυτός συνετέθη όταν ο Δαυίδ επισκέφθηκε τον αρχιερέα


Αβιμέλεχ. Ο Δώηκ (ένας από τους ποιμένες του Σαούλ) ανέφερε την φιλοξενία αυτή
του Αβιμέλεχ στον Σαούλ ο οποίος διέταξε να φονευθεί ο αρχιερέας . Ο Δαυίδ

415
εξοργίστηκε από την προδοσία του Δώηκ και έγραψε αυτόν τον ψαλμό.
«Τι εγκαυχά εν κακία»: Ο Δαυίδ μπαίνει κατευθείαν στο θέμα. Είναι πολύ
αγανακτισμένος από την προδοσία του Δώηκ. Ο Δώηκ όχι μόνο πρόδωσε αλλά
έσφαξε ο ίδιος τον αρχιερέα Αβιμέλεχ. Διατί καυχάσαι; Επειδή έσφαξες τους
αδύνατους;
«Αδικία ελεγίσατο η γλώσσα σου»: άδικους λογισμούς εφθέγξατο η γλώσσα
σου.
«Ηγάπησας κακίαν»: Στο έγκλημα αυτό παρακινήθηκες από την κακία σου.
«Αδικίαν υπέρ του λαλήσαι», «ηγάπησας ρήματα καταποντισμού»: λόγια τα
οποία σε οδήγησαν στον καταποντισμό.
«Εκτίλαι σε»: Θα σε μαδίσει όμως ο Θεός.
«Μεταναστεύσαι σε»: Η μετανάστευση θεωρούνταν τότε η μεγαλύτερη
τιμωρία.
«Όψονται δίκαιοι και φοβηθήσονται»: Δηλαδή θα δουν οι δίκαιοι την πτώση
του Δώηκ και τότε θα καταπληχθούν.
«Επ’ αυτόν γελάσονται»: Άλλο συναίσθημα των δικαίων η ενδόμυχος χαρά
ως συναίσθημα ικανοποιήσεως, όχι όμως χαιρεκακίας.
Από την άλλη ο Δαυίδ νιώθει ότι είναι ευλογημένος «ως ελαία κατάκαρπος»
και ότι έτσι θα παραμείνει «εις τον αιώνα και εις τον αιώνα», πάντοτε και σε κάθε
αντίξοη περίσταση.
«Εξομολογήσομαί σοι εις τον αιώνα… υπομενώ το όνομά σου»: Αναμένει
υπομονετικά την σωτηρία του.

Ψαλμός πεντηκοστός δεύτερος (νβ΄)


Είπεν άφρων εν τη καρδία αυτού· Ούκ έστι Θεός. Διεφθάρησαν και εβδελύχθησαν εν
ανομίαις, ούκ έστι ποιών αγαθόν. Ο Θεός εκ του ουρανού διέκυψεν επί τους υιούς των ανθρώπων,
του ιδείν εί έστι συνιών ή εκζητών τον Θεόν. Πάντες εξέκλιναν, άμα ηχρειώθησαν, ούκ έστι ποιών
αγαθόν, ούκ έστιν έως ενός. Ουχί γνώσονται πάντες οι εργαζόμενοι την ανομίαν, οι κατεσθίοντες τον
λαόν μου εν βρώσει άρτου; τον Κύριον ούκ επεκαλέσαντο. Εκεί εφοβήθησαν φόβον, ού ούκ ήν
φόβος· ότι ο Θεός διεσκόρπισεν οστά ανθρωπαρέσκων, κατησχύνθησαν, ότι ο Θεός εξουδένωσεν
αυτούς. Τις δώσει εκ Σιών το σωτήριον του Ισραήλ; εν τω επιστρέψαι τον Θεόν την αιχμαλωσίαν του
λαού αυτού, αγαλλιάσεται Ιακώβ και ευφρανθήσεται Ισραήλ.

Είπε αυτός που του διασαλεύτηκε η λογική, δηλαδή είπε ο τρελός ότι δεν
υπάρχει Θεός.
«Ουχί γνώσονται»; Δεν θα καταλάβουν επιτέλους ότι υπάρχει Θεία δίκη;
«Οι κατεσθίοντες τον λαόν μου εν βρώσει άρτου»: Γιατί; Διότι δεν
υπολογίζουν ότι ο Θεός τους βλέπει γι’ αυτό είναι πλεονέκτες, όμως ο Θεός
«διεσκόρπισεν οστά ανθραπαρέσκων» δηλαδή θα τους αφήσει άταφους. Αυτή
εκείνη την εποχή θεωρούνταν η μεγαλύτερη ατιμία.

Ψαλμός πεντηκοστός τρίτος (νγ΄)


Ο Θεός εν τω ονόματι σου σώσον με και εν τη δυνάμει σου κρινείς με. Ο Θεός, εισάκουσον
της προσευχής μου, ενώτισαι τα ρήματα του στόματος μου. ΄Οτι αλλότριοι επανέστησαν επ΄εμέ και
κραταιοί εζήτησαν την ψυχήν μου και ού προέθεντο τον Θεόν ενώπιον αυτών. Ιδού γαρ ο Θεός
βοηθεί μοι και ο Κύριος αντιλήπτωρ της ψυχής μου. Αποστρέψει τα κακά τοις εχθροίς μου, εν τη
αληθεία σου εξολόθρευσον αυτούς. Εκουσίως θύσω σοι, εξομολογήσομαι τω ονόματι σου, Κύριε, ότι
αγαθόν. ΄Οτι εκ πάσης θλίψεως ερρύσω με και εν τοις εχθροίς μου επείδεν ο οφθαλμός μου.

«Εν τω ονόματί σου σώσον με»: Όχι λοιπόν διά τις πράξεις μας, αλλά διά το
όνομά Σου θα μας σώσεις.
«Και εν τη δυνάμει σου κρίνον με»: Σ΄αυτήν την παντοδυναμία κατέφυγε ο
Δαυίδ όταν τον δίωκε ο Σαούλ.
Ο Δαυίδ γνωρίζει εκ πείρας ότι ο Θεός δεν θα τον αφήσει αβοήθητο

416
«αποτρέψει τα κακά». Πως; «Εν τη αλήθειά σου» δηλ. επειδή είσαι αξιόπιστος
Κύριε στους λόγους Σου και στις υποσχέσεις Σου.
«Εξομολογήσομαι»: Εδώ η εξομολόγηση είναι δοξολογία.
«Επείδεν ο οφθαλμός μου»: Με την εμπιστοσύνη του αυτή στον Θεό του ο
Δαυίδ βλέπει αφ’ υψηλού και μετά μεγαλοπρεπείας την δίκαιη τιμωρία των εχθρών
του.

Ψαλμός πεντηκοστός τέταρτος (νδ΄)

Ενώτισαι, ο Θεός, την προσευχήν μου και μή υπερίδης την δέησιν μου. Πρόσχες μοι και
εισάκουσον μου· ελυπήθην εν τη αδολεσχία μου και εταράχθην από φωνής εχθρου και από θλίψεως
αμαρτωλού. ΄Οτι εξέκλιναν επ΄εμέ ανομίαν και εν οργή ενεκότουν μοι. Η καρδία μου εταράχθην εν
εμοι και δειλία θανάτου επέπεσεν επ΄εμέ. Φόβος και τρόμος ήλθεν επ΄εμέ και εκάλυψε με σκότος.
Και είπα· Τίς δώσει μοι πτέρυγας ωσεί περιστεράς και πετασθήσομαι και καταπαύσω; Ιδού εμάκρυνα
φυγαδεύων και ηυλίσθην εν τη ερήμω. Προσεδεχόμην τον Θεόν, τον σώζοντα με από ολιγοψυχίας
και από καταιγίδος. Καταπόντισον, Κύριε και καταδίελε τας γλώσσας αυτών, ότι είδον ανομίαν και
αντιλογίαν εν τη πόλει. Ημέρας και νυκτός κυκλώσει αυτήν επί τα τείχη αυτής· ανομία και κόπος εν
μέσω αυτής και αδικία. Και ούκ εξέλιπεν εκ των πλατειών αυτής τόκος και δόλος. ΄Οτι εί ο εχθρός
ωνείδισε με, υπήνεγκα αν· και εί ο μισών επ΄εμέ εμεγαλορρημόνησεν, εκρύβην αν απ΄αυτού. Σύ δε,
άνθρωπε ισόψυχε, ηγεμών μου και γνωστέ μου. ΄Ος επί το αυτό εγλύκανας μοι εδέσματα, εν τω οίκω
του Θεού επορεύθην εν ομονοία. Ελθέτω δη θάνατος επ΄αυτούς και καταβήτωσαν εις άδου ζώντες·
ότι πονηρία εν ταις παροικίαις αυτών, εν μέσω αυτών. Εγώ προς τον Θεόν εκέκραξα και ο Κύριος
εισήκουσέ μου. Εσπέρας και πρωί και μεσημβρίας διηγήσομαι και απαγγελώ και εισακούσεται της
φωνής μου. Λυτρώσεται εν ειρήνη την ψυχήν μου από των εγγιζόντων μοι· ότι εν πολλοίς ήσαν συν
εμοί. Εισακούσεται ο Θεος και ταπεινώσει αυτούς ο υπάρχων προ των αιώνων. Ού γαρ έστιν αυτοίς
αντάλλαγμα, ότι ούκ εφοβήθησαν τον Θεόν. Εξέτεινε την χείρα αυτού εν τω αποδιδόναι· εβεβήλωσαν
την διαθήκην αυτού. Διεμερίσθησαν από οργής του προσώπου αυτού και ήγγισαν αι καρδίαι αυτών·
ηπαλύνθησαν οι λόγοι αυτών υπέρ έλαιον και αυτοί είσι βολίδες. Επίρριψον επί Κύριον την μέριμνάν
σου και αυτός σε διαθρέψει· ου δώσει εις τον αιώνα σάλον τω δικαίω. Σύ δε, ο Θεός, κατάξεις αυτούς
εις φρέαρ διαφθοράς. Άνδρες αιμάτων και δολιότητος ού μή ημισεύσωσι τας ημέρας αυτών· εγώ δε,
Κύριε, ελπιώ επί σε.

Ψαλμός πεντηκοστός πέμπτος (νε΄)

Ελέησον με ο Θεός, ότι κατεπάτησε με άνθρωπος όλην την ημέραν, πολεμών έθλιψε με.
Κατεπάτησαν με οι εχθροί μου όλην την ημέραν, ότι πολλοί οι πολεμούντες με από ύψους. Ημέρας ου
φοβηθήσομαι, εγώ δε ελπιώ επί σε. Εν τω Θεώ επαινέσω τους λόγους μου, επί τω Θεώ ήλπισα· ου
φοβηθήσομαι τί ποιήσει μοι σαρξ. ΄Ολην την ημέραν τους λόγους μου εβδελύσσοντο· κατ΄εμού
πάντες οι διαλογισμοί αυτών εις κακόν. Παροικήσουσι και κατακρύψουσιν· αυτοί την πτέρναν μου
φυλάξουσιν, καθάπερ υπεμειναν την ψυχήν μου. Υπερ του μηθενός σώσεις αυτούς, εν οργή λαούς
κατάξεις, ο Θεός. Την ζωήν μου εξήγγειλα σοι· έθου τα δάκρυα μου ενώπιον σου, ως και εν τη
επαγγελία σου. Επιστρέψουσιν οι εχθροί μου εις τα οπίσω· εν ή αν ημέρα επικαλέσωμαι σε, ιδού
έγνων ότι Θεός μου ει συ. Επί τω Θεώ αινέσω ρήμα, επί τω Κυρίω αινέσω λόγον. Επί τω Θεώ ήλπισα,
ου φοβηθήσομαι τί ποιήσει μοι άνθρωπος. Εν εμοί ο Θεός, ευχαί, ας αποδώσω αινέσεώς σου. Ότι
ερρύσω την ψυχήν μου εκ θανάτου, τους οφθαλμούς μου από δακρύων και τους πόδας μου από
ολισθήματος, του ευαρεστήσαι ενώπιον Κυρίου, εν φωτί ζώντων.

«Κατεπάτησέ με άνθρωπος» εκθέτει ο ψαλμωδός την λύσσα εναντίον του


των εχθρών του (Του Σαούλ, των Φιλισταίων).
«Ημέρας ου φοβηθήσομαι»: Ουδόλως θα φοβηθεί τον πόλεμο των εχθρών
του διότι βρίσκεται μέσα στη χάρη του Θεού. Ο πόλεμος των εχθρών του εναντίον
του Δαυίδ γινόταν «όλην την ημέραν» ήταν αδιάκοπος.
«Παρακινήσουσι και κατακρύψουσιν» εγκαθίστανται πλησίον του
παραμονεύοντες για να του στήσουν παγίδες.
«Καθάπερ υπέμεινα τη ψυχή μου»: Όση επιμέλεια έδειχνα εγώ για να
διατηρηθώ στη ζωή, τόση ήταν η μανία τους εναντίον μου.
«Υπέρ του μηθενός σώσεις αυτούς»: Ας χαθούν ανεπιστρεπτί. Μη τους
σώσεις αυτούς επ’ ουδεμίας τιμής.

417
«Εν οργή λαού κατατάξεις», «την ζωή μου εξήγγειλά σοι»: Τα πάντα σου
είπα Θεέ μου, τίποτα δεν έκρυψα, «έθου τα δάκρυά μου ενώπιόν σου» ο Θεός έλαβε
τα δάκρυα του Δαυίδ υπόψη Του για να τον σώσει.

Ψαλμός πεντηκοστός έκτος (νστ΄)


Ελέησόν με ο Θεός, ελέησον με· ότι επί σε πέποιθεν η ψυχή μου και εν τη σκιά των
πτερύγων σου ελπιώ, έως ου παρέλθη η ανομία. Κεκράξομαι προς τον Θεόν τον Ύψιστον, τον Θεόν
τον ευεργετήσαντά με. Εξαπέστειλεν εξ ουρανού και έσωσέ με, έδωκεν εις όνειδος τους
καταπατούντας με. Εξαπέστειλεν ο Θεός το έλεος αυτού και την αλήθειαν αυτού και ερρύσατο την
ψυχήν μου εκ μέσου σκύμνων· εκοιμήθην τεταραγμένος. Υιοί ανθρώπων, οι ιδόντες αυτών όπλα και
βέλη και η γλώσσα αυτών μάχαιρα οξεία. Υψώθητι επί τους ουρανούς, ο Θεός και επί πάσαν την γην
η δόξα σου. Παγίδα ητοίμασαν τοις ποσί μου και κατέκαμψαν την ψυχήν μου· ώρυξαν προ προσώπου
μου βόθρον και ενέπεσον εις αυτόν. Ετοίμη η καρδία μου, ο Θεός, ετοίμη η καρδία μου· άσομαι και
ψαλώ εν τη δόξη μου. Εξεγέρθητι η δόξα μου, εξεγέρθητι ψαλτήριον και κιθάρα· εξεγερθήσομαι
όρθρου. Εξομολογήσομαι σοι εν λαοίς Κύριε, ψαλώ σοι εν έθνεσι. Ότι εμεγαλύνθη εως των ουρανών
το έλεος σου και εως των νεφελών η αλήθεια σου. Υψώθητι επί τους ουρανούς, ο Θεός και επί πάσαν
την γην η δόξα σου.

«Ελέησόν με ο Θεός» Βόλε με Κύριε «εν τη σκιά των πτερύγων σου». Ο


Κύριος πράγματι απόστειλε το έλεός Του και τον διέσωσε από τον Σαούλ.
«Υψώθητι επί τους ουρανούς». Παρακαλεί ο Δαυίδ ώστε διά του λυτρωμού του εκ
των εχθρών του η δόξα του Θεού να υψωθεί στον ουρανό και στη γη. Όμοιο με το
«ελθέτω η βασιλεία Σου ως εν ουρανώ και επί της γης».
Ο Δαυίδ ευχαριστεί εκ των προτέρων: «Κατέκαμψαν την ψυχή μου» λύγισον
την ψυχή μου, «ώρυξαν… βόθρον» αλλά «ενέπεσαν εις αυτόν».
«Ετοίμη η καρδία μου»: Αφού είναι έτοιμη η καρδιά μου στους πειρασμούς,
είναι έτοιμη και να υμνολογήσει τον Κύριο.
«Εξεγέρθητι η δόξα μου», ως δόξα εννοεί την ψυχή του.
«Εξερθήσομαι όρθρου»: Ο Δαυίδ θέλει να ξυπνήσει λίαν πρωί για να ψάλλει
στον Κύριο, ας τον συνοδεύσουν τα όργανα «ψαλτήριον και κιθάρα» που ως τότε
σιγούσαν λόγω πένθους.
«Εξομολογήσομαί σοι εν λαοίς». Η δοξολογία θα εξέλθει και έξω από τα
όρια της Παλαιστίνης. Και πράγματι! Μέχρι σήμερα εις τα πέρατα της οικουμένης
έφτασαν οι ψαλμοί του βασιλέως Δαυίδ.
«Υψώθητι επί τους ουρανούς ο Θεός και επί πάσαν την γην η δόξα σου».

Ψαλμός πεντηκοστός έβδομος (νζ΄)

Ει αληθώς άρα δικαιοσύνην λαλείτε, ευθείας κρίνετε, οι υιοί των ανθρώπων. Και γαρ εν
καρδία ανομίαν εργάζεσθε εν τη γη, αδικίαν αι χείρες υμών συμπλέκουσι. Απηλλοτριώθησαν οι
αμαρτωλοί από μήτρας, επλανήθησαν από γαστρός, ελάλησαν ψευδή. Θυμός αυτοίς κατά την
ομοίωσιν του όφεως, ωσεί ασπίδος κωφής και βυούσης τα ώτα αυτής, Ήτις ουκ εισακούσεται φωνής
επαδόντων, φαρμάκου τε φαρμακευομένου παρά σοφού. Ο Θεός συντρίψει τους οδόντας αυτών εν
τω στόματι αυτών· τας μύλας των λεόντων συνέθλασεν ο Κύριος. Εξουδενωθήσονται ωσεί ύδωρ
διαπορευόμενον· εντενεί το τόξον αυτού, εως ου ασθενήσουσι. Ωσεί κηρός τακείς ανταναιρεθήσονται·
έπεσε πυρ επ΄αυτούς και ουκ είδον τον ήλιον. Προ του συνιέναι τας ακάνθας ημών την ράμνον, ωσεί
ζώντας, ωσεί εν οργή καταπίεται αυτούς. Ευφρανθήσεται δίκαιος, όταν ίδη εκδίκησιν, τας χείρας
αυτού νίψεται εν τω αίματι του αμαρτωλού. Και ερεί άνθρωπος· Ει άρα έστι καρπός τω δικαίω, άρα
έστιν ο Θεός, κρίνων αυτούς εν τη γή.

«Ει αληθώς άρα…»: Η ερώτηση αυτή απευθύνεται στους άδικους κριτές.


Σεις λοιπόν μιλάτε για δικαιοσύνη; «Και γαρ ανομίαν εργάζεσθε», «αδικίαν αι
χείρες»: Η αμαρτία αρχίζει από την καρδιά και τελειώνει στα χέρια.
«Απηλλοτριώθησαν οι αμαρτωλοί» παρέκλειναν της ευθείας οδού οι
παράνομοι δικαστές «από μητρός… από γαστρός»: Ο λόγος αυτός μπορεί να

418
αποδοθεί στην διαφθορά όλου του ανθρώπινου γένους.
«Ελάλησαν ψεύδη»: Συνεχώς ψεύδονται «κατά την ομοίωσιν του όφεως»
παραβάλλονται οι άδικοι κριτές με φίδια. «Ωσεί ασπίδος κωφής». Η ασπίς είναι
πολύ επικίνδυνο φίδι την οποία κανένας μουσικός αυλός δεν καταπραΰνει. Έτσι οι
παράνομοι δικαστές κλείνουν τα αυτιά της ψυχής τους και δεν ακούν τις συμβουλές
των σοφών.
Η ποινή τους: «Ο Θεός συνέτριψε». Τι; «τους οδόντας αυτών». Γιατί; Διότι
όπως οι άδικοι έτρωγαν με τα δόντια τους τις σάρκες των αδυνάτων, έτσι και ο
Κύριος θα συντρίψει τα δόντια τους.
Η κακία τους τελικά θα είναι παροδική, ομοιάζει με το νερό που εξατμίζεται,
με το κερί που λιώνει.
Βλέποντας την καταστροφή τους «ο δίκαιος ευφρανθήσεται», όχι δεν θα
χαιρεκακήσει, αλλά θα χαρεί για τον θρίαμβο του καλού. «Τας χείρας αυτού νίψεται
εν τω αίματί του». Εδώ ο ποιητής σε ποιητική αδεία παρουσιάζει τους δικαίους ως
νικητές να βάφουν τα πόδια τους με τα αίματα των εχθρών. «Άρα εστίν ο Θεός».
Άρα υπάρχει Θεός κριτής που τιμωρεί τους άδικους και αμείβει τους δίκαιους.

Ψαλμός πεντηκοστός όγδοος (νη΄)


Εξελού με εκ των εχθρών μου, ο Θεός και εκ των επανισταμένων επ΄εμέ λύτρωσαι με. Ρύσαι
με εκ των εργαζομένων την ανομίαν και εξ ανδρών αιμάτων σώσον με. ΄Οτι ιδού εθήρευσαν την
ψυχήν μου, επέθεντο επ΄εμέ κραταιοί· ούτε η ανομία μου ούτε η αμαρτία μου, Κύριε. Άνευ ανομίας
έδραμον και κατεύθυνα· εξεργέθητι εις συνάντησιν μου και ίδε. Και συ Κύριε, ο Θεός των δυνάμεων,
ο Θεός του Ισραήλ, πρόσχες του επισκέψασθαι πάντα τα έθνη· μη οικτειρήσης πάντας τους
εργαζομένους την ανομίαν. Επιστρέψουσιν εις εσπέραν και λιμώξουσιν ως κύων και κυκλώσουσι
πόλιν. Ιδού αυτοί αποφθέγξονται εν τω στόματι αυτών και ρομφαία εν τοις χείλεσιν αυτών· ότι τίς
ήκουσε; Και συ, Κύριε, εκγελάσεις αυτούς, εξουδενώσεις πάντα τα έθνη. Το κράτος μου προς σε
φυλάξω, ότι συ ο Θεός αντιλήπτωρ μου ει. Ο Θεός μου, το έλεος σου προφθάσει με· ο Θεός μου
δείξει μοι εν τοις εχθροις μου. Μη αποκτείνης αυτούς, μήποτε επιλάθωνται του νόμου σου·
διασκόρπισον αυτούς εν τη δυνάμει σου και κατάγαγε αυτούς ο υπερασπιστής μου, Κύριε. Αμαρτία
στόματος αυτών, λόγος χειλέων αυτών· και συλληφθήτωσαν εν τη υπερηφανία αυτών· και εξ αράς
και ψεύδους διαγγελήσονται συντέλειαι. Εν οργή συντελείας και ου μη υπάρξωσι· και γνώσονται, ότι
Θεός δεσπόζει του Ιακώβ και των περάτων της γης. Επιστρέψουσιν εις εσπέραν και λιμώξουσιν ως
κύων και κυκλώσουσι πόλιν. Αυτοί διασκορπισθήσονται του φαγείν· εάν δε μη χορτασθώσι και
γογγύσουσι. Εγώ δε άσομαι τη δυνάμει σου και αγαλλιάσομαι το πρωί το έλεος σου· ότι εγενήθης
αντιλήπτωρ μου και καταφυγή μου εν ημέρα θλίψεως μου. Βοηθός μου ει, σοι ψαλώ· ότι συ, ο Θεός,
αντιλήπτωρ μου εί, ο Θεός μου, το έλεός μου.

Ο ψαλμός αυτός ανάγεται στα πρώτα χρόνια του διωγμού του Σαούλ
«Εξελού με… λύτρωσαί με.. ρύσαι με…» η μία ικεσία διαδέχεται την άλλη
«εθήρευσαν την ψυχήν μου»: Ενεδρήμησαν για να μου αφαιρέσουν τη ζωή. «Ούτε η
ανομία μου»: υποφέρω χωρίς να φταίω.
«Κύριε, ο Θεός… ο Θεός»: τρεις ονομασίες του Θεού με σκοπό να ελκύσει
το Θείο έλεος.
«Επισκέψασθαι πάντα τα έθνη»: Τιμώρησε Κύριε όχι μόνο τους δικούς μου
εχθρούς, αλλά όλους τις ασεβείς «τους εργαζομένους την ανομίαν».
Αυτοί λέγουν «ποιος μου ακούει;» ποιος ενδιαφέρεται για το πώς μιλάμε και
το τι πράττουμε; Ο Θεός δεν ενδιαφέρεται για μας, κοιμάται..
«Και συ Κύριε…»: Συ όμως τι θα κάνεις; «Εκγελάση αυτούς» θα μειδιάσεις
ειρωνικώς «εξουδενώσεις πάντα τα έθνη» όλους τους κακούς θα τους ταπεινώσεις.
«Το έλεος αυτού προφθάσει με»: Θα έρθει νωρίτερα από τον χρόνο που
ελπίζει ο Δαυίδ.
«Μη αποκτείνεις αυτούς»: Ο ποιητής εύχεται να μην φονευθούν αμέσως οι
εχθροί του, αλλά πρώτα να περιπλανηθούν ως ξένοι στη γη και έπειτα να οδηγηθούν
στον Άδη.

419
«Συλληφθήτωσαν εν τη υπερηφανεία»: Ο εγωισμός τους θα είναι και ο
εξευτελισμός τους. «Ου μη υπάρξωσι»: δεν θα υπάρχουν πλέον, ο Κύριος θα τους
καταστρέψει.
«Και γνώσονται»: Και διά της παραδειγματικής τους τιμωρίας θα μάθουν οι
πάντες ότι υπάρχει ο κρίνων την γην Θεός.

Ψαλμός πεντηκοστός ένατος (νθ΄)


Ο Θεός, απώσω ημάς· και καθείλες ημάς· ωργίσθης και ωκτείρησας ημάς. Συνέσεισας την
γην και συνετάραξας αυτήν· ίασαι τα συντρίμματα αυτής ότι εσαλεύθη. ΄Εδειξας τω λαώ σου σκληρά·
επότισας ημάς οίνον κατανύξεως. ΄Εδωκας τοις φοβουμένοις σε σημείωσιν, του φυγείν από
προσώπου τόξου. ΄Οπως αν ρυσθώσιν οι αγαπητοί σου, σώσον τη δεξιά σου και επάκουσον μου. Ο
Θεός ελάλησεν εν τω αγίω αυτού· αγαλλιάσομαι και διαμεριώ Σίκιμα και την κοιλάδα των σκηνών
διαμετρήσω. Εμός έστι Γαλαάδ και εμός έστι Μανασσής και Εφραίμ κραταίωσις της κεφαλής μου·
Ιούδας βασιλεύς μου. Μωάβ λέβης της ελπίδος μου· επί την Ιδουμαίαν εκτενώ το υπόδημα μου, εμοί
αλλόφυλοι υπετάγησαν. Τίς απάξει με εις πόλιν περιοχής; ή τίς οδηγήσει με εως της Ιδουμαίας; Ουχί
συ, ο Θεός, ο απωσάμενος ημάς; και ουκ εξελεύση ο Θεός εν ταις δυνάμεσιν ημών; Δος ημίν
βοήθειαν εκ θλίψεως και ματαία σωτηρία ανθρώπου. Εν τω Θεώ ποιήσωμεν δύναμιν και αυτός
εξουδενώσει τους θλίβοντας ημάς.

Ο ψαλμός αυτός είχε ειδικό προορισμό και χρησίμευε ως εμβατήριο στις


εκστρατείες. Συνόδευσε τους ισραηλίτες εναντίον των Αμμωνιτών και των Σύριων.
«Ο Θεός ελάλησεν εν τω αγίω»: Ο Δαυίδ έλαβε χρησμό.
«Διαμεριώ Σίκιμω… διαμετρήσω»: θα διανείμει ως απόλυτος άρχοντας τα
σύνορα των χωρών.
«Τις απάξει με εις πόλιν περιοχής»; Αντί να φοβάται τον εχθρό του ο Δαυίδ
ζητά να βαδίσει εναντίον του.
«Ουχί συ ο Θεός, ο απωσάμενος ημάς»; Αφού εσύ έφερες σ’ εμάς την ήττα
απέναντι στους Ιδουμαίους «ουκ εξελεύση εν ταις δυνάμεσιν», θα μας ευλογήσεις
τώρα και τεθείς επικεφαλής μας για να μας οδηγήσεις στη νίκη.
«Ματαία σωτηρία ανθρώπων» αν δεν θελήσει ο Θεός.

Ψαλμός εξηκοστός (ξ΄)

Εισάκουσον, ο Θεός, της δεήσεως μου, πρόσχες τη προσευχή μου. Από των περάτων της γης
προς σε εκέκραξα, εν τω ακηδιάσαι την καρδίαν μου· εν πέτρα ύψωσας με. Ωδήγησας με, ότι
εγενήθης ελπίς μου, πύργος ισχύος από προσώπου εχθρού. Παροικήσω εν τω σκηνώματί σου εις τους
αιώνας· σκεπασθήσομαι εν τη σκέπη των πτερύγων σου. Ότι συ, ο Θεός, εισήκουσας των ευχών μου·
έδωκας κληρονομίαν τοις φοβουμένοις το όνομα σου. Ημέρας εφ΄ ημέρας του βασιλέως προσθήσεις,
τα έτη αυτού εως ημέρας γενεάς και γενεάς. Διαμενεί εις τον αιώνα ενώπιον του Θεού· έλεος και
αλήθειαν τίς εκζητήσει; Ούτω ψαλώ τω ονόματι σου εις τους αιώνας, του αποδούναι με τας ευχάς μου
ημέραν εξ ημέρας.

«Από των περάτων της γης»: Επειδή ο βασιλέας Δαυίδ είναι μακριά από την
Ιερουσαλήμ έχει την αίσθηση ότι είναι στα πέρατα της γης. «Εν τω ακηδιάσαι»:
Ακηδία είναι η μεγάλη λύπη.
«Πύργος ισχύος»: Ο Θεός έγινε ισχυρός πύργος ασφαλείας για τον Δαυίδ.
«Εν τω σκηνώματί σου εις τους αιώνας»: Πιστεύει ακράδαντα ότι θα επανέλθει
στην Ιερουσαλήμ και εκεί θα παραμείνει για πάντα.
«Έδωκας κληνομίαν τοις φοβουμένοις»: Η γη της Παλαιστίνης κατεπατήθη
από τους σφετεριστές του θρόνου, όπως τον Αβεσσαλώμ, όμως θα επανέλθει στους
νόμιμους δικαιούχους.
«Τα έτη αυτού έως ημέρας»: Εδώ μιλά για ακατάλυτη και αιώνια ζωή η
οποία αρμόζει μόνο στο πρόσωπο του Μεσσία. Αυτού το βασίλειο θα είναι αιώνιο.
«Διαμενεί εις τον αιώνα ενώπιον του Θεού»: Και εδώ σαφέστατα τον

420
Μεσσία ομολογεί.
«Έλεος και αλήθεια αυτού τις εκζητήσει;» Ποιος μπορεί σε βάθος να
γνωρίζει το μέγεθος της ευσπλαχνίας Του; «Ούτως ψαλώ τω ονόματί
σου»:Ωραιότατη κατάληξη!

Ψαλμός εξηκοστός πρώτος (ξα΄)

Ουχί τω Θεώ υποταγήσεται η ψυχή μου; παρ΄αυτώ γαρ το σωτήριον μου. Και γαρ αυτός
Θεός μου και σωτήρ μου και αντιλήπτωρ μου· ου μη σαλευθώ επί πλείον. ΄Εως πότε επιτίθεσθε
επ΄άνθρωπον; φονεύετε πάντες υμείς, ως τοίχω κεκλιμένω και φραγμώ ωσμένω; Πλην την τιμήν
μου εβουλεύσαντο απώσασθαι· έδραμον εν δίψη· τω στόματι αυτών ευλόγουν και τη καρδία αυτών
κατηρώντο. Πλην τω Θεώ υποτάγηθι η ψυχή μου, ότι παρ΄αυτώ η υπομονή μου. Ότι αυτός Θεός μου
και σωτήρ μου, αντιλήπτωρ μου· ου μη μεταναστεύσω. Επί τω Θεώ το σωτήριον μου και η δόξα μου·
ο Θεός της βοηθείας μου και η ελπίς μου επί τω Θεώ. Ελπίσατε επ΄αυτόν πάσα συναγωγή λαών,
εκχέετε ενώπιον αυτού τας καρδίας υμών, ότι ο Θεός βοηθός ημών. Πλην μάταιοι οι υιοί των
ανθρώπων, ψευδείς οι υιοί των ανθρώπων εν ζυγοίς του αδικήσαι· αυτοί εκ ματαιότητος επί το αυτό.
Μη ελπίζετε επ΄αδικίαν και επί άρπαγμα μη επιποθείτε· πλούτος εάν ρέη, μη προστίθεσθε καρδίαν.
Άπαξ ελάλησεν ο Θεός· δύο ταύτα ήκουσα, ότι το κράτος του Θεού και σου Κύριε, το έλεος· ότι συ
αποδώσεις εκάστω κατά τα έργα αυτού.

«Ουχί τω Θεώ αποταγήσεται η ψηχή μου»; Ο Δαυίδ είναι απόλυτα


αφοσιωμένος στον Θεό. Γι’ αυτό στέρεος στην πίστη του λέει: «ου μη σαλευθώ επί
πλείων». Οι εχθροί του παρόλο την αξιοθρήνητη κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο
ψαλμωδός δεν περιορίζονταν μόνο στο να θέλουν να τον θανατώσουν αλλά «την
τιμήν μου εβουλεύσατο», σκέφτηκαν να ποδοπατήσουν την βασιλική του τιμή.
«Έδραμον εν δίψει»: Έτρεξαν εναντίον μου διψώντας για να πιουν το αίμα
μου. Όμως ο ψαλμωδός δεν κάμπτεται είναι όπως είπαμε παραπάνω στερεωμένος
στην πίστη: «Εκχεώ ενώπιον αυτού την δέησή μου» «πλην μάταιοι»: Σε τι πρέπει να
ελπίζουν οι λαοί και εμείς; Παρά μόνο στον Θεό. Διότι όλοι οι άνθρωποι
ανεξαρτήτου κοινωνικής θέσεως είναι αδύναμοι δίχως Θεό: «Ψευδείς υιοί των
ανθρώπων», «Εν ζυγοίς του αδικήσαι»: Είναι ψεύτες και άδικοι οι άνθρωποι στις
κρίσεις τους.
«Μη ελπίζετε επ’ αδικίαν», άδικος είναι ο πλούτος αφού παρέρχεται, δεν είναι
αιώνιος.

Ψαλμός εξηκοστός δεύτερος (ξβ΄)

Ο Θεός, ο Θεός μου, προς σε ορθρίζω· εδίψησε σε η ψυχή μου, ποσαπλώς σοι η σαρξ
μου εν γη ερήμω και αβάτω και ανύδρω. Ούτως εν τω αγίω ώφθην σοι, του ιδείν την δύναμιν σου και
την δόξαν σου. Ότι κρείσσον το έλεος σου υπέρ ζωάς· τα χείλη μου επαινέσουσι σε. Ούτως ευλογήσω
σε εν τη ζωή μου· και εν τω ονόματι σου αρώ τας χείρας μου. Ως εκ στέατος και πιότητος εμπλησθείη η
ψυχή μου· και χείλη αγαλλιάσεως αινέσει το στόμα μου. Ει εμνημόνευον σου επί της στρωμνής μου, εν
τοις όρθροις εμελέτων εις σε. Ότι εγενήθης βοηθός μου και εν τη σκέπη των πτερύγων σου
αγαλλιάσομαι. Εκολλήθη η ψυχή μου οπίσω σου· εμού δε αντελάβετο η δεξιά σου. Αυτοί δε εις μάτην
εζήτησαν την ψυχήν μου, εισελεύσονται εις τα κατώτατα της γης, παραδοθήσονται εις χείρας ρομφαίας·
μερίδες αλωπέκων έσονται. Ο δε βασιλεύς ευφρανθήσεται επί τω Θεώ· επαινεθήσεται πας ο ομνύων εν
αυτώ· ότι ενεφράγη στόμα λαλούντων άδικα.

«Προς σε ορθρίζω»: Λίαν πρωί στρέφεται προς τον Θεό δείγμα ψυχής

421
αγαπώσης.
«Εδίψησέ σε η ψυχή μου, ποσαπλώς σοι η σαρξ μου»: Επιθυμεί όχι μόνο η
ψυχή του, αλλά και το σώμα του να βρίσκεται κοντά στα ιερά σκηνώματα του Θεού.
«Εν γη ερήμω και αβάτω και ανύδρω»: Εικόνα ερημίας.Ποιος είναι ο λόγος;
Επειδή βρίσκεται μακριά από τον οίκο του Θεού.
«Ούτως εν τω αγίω ώφθην σοι»: Όμως ακόμα κι από μακριά, να΄μαι είμαι
νοερά εδώ μπροστά στον ναό Σου «του ιδείν την δύναμίν σου».
«Κρείσον το έλεός σου υπέρ ζωάς»: Το έλεος του Θεού είναι ανώτερο από τη
ζωή η οποία είναι υλική.
«Ως εκ στέατος και πιότητος εμπλησθείη»: Όταν δηλαδή ο ψαλμωδός υμνεί
τον Θεό είναι τόσο χαρούμενος σαν να τρώει τα παχύτερα, τα καλύτερα μέρη των
ζώων.
Ο Δαυίδ σημειώνει ότι οι καλύτερες ώρες για περισυλλογή είναι αυτές της
νύχτας: «Εν τοις όρθροις εμελέτων».
Πως απαντά ο Θεός στην αγαπώσα καρδιά του Δαυίδ; «Εγεννήθης βοηθός
μου». Ο ψαλμωδός ανταπαντά: «Εν τη σκέπη των πτερύγων σου αγαλλιάσομαι».
«Εις μάτην εζήτησαν την ψυχήν μου»: Ο ποιητής επαναφέρει την σκέψη του
στους εχθρούς του. Αυτοί θα αποτύχουν και θα χαθούν «εις τα κατώτατα της γης»,
«μερίδες αλωπέκων έσονται».
«Ο δε βασιλεύς»: ο βασιλέας Δαυίδ όμως «ευφρανθήσεται επί τω Θεώ».

Ψαλμός εξηκοστός τρίτος (ξγ΄)

Εισάκουσον ο Θεός, της προσευχής μου, εν τω δέεσθαι με προς σε· από φόβου εχθρού
εξελού την ψυχήν μου. Σκέπασον με από συστροφής πονηρευομένων, από πλήθους εργαζομένων
αδικίαν. Οίτινες ηκόνησαν ως ρομφαίαν τας γλώσσας αυτών, ενέτειναν τόξον αυτών, πράγμα πικρόν.
Του κατατοξεύσαι εν αποκρύφοις άμωμον· εξάπινα κατατοξεύσουσιν αυτόν και ου φοβηθήσονται.
Εκραταίωσαν εαυτοίς λόγον πονηρόν· διηγήσαντο του κρύψαι παγίδα· είπον· Τίς όψεται αυτούς;
Εξηρεύνησαν ανομίαν, εξέλιπον εξερευνώντες εξερευνήσεις. Προσελεύσεται άνθρωπος και καρδία
βαθεία· και υψωθήσεται ο Θεός. Βέλος νηπίων εγενήθησαν αι πληγαί αυτών· και εξησθένησαν επ΄
αυτούς αι γλώσσαι αυτών. Εταράχθησαν πάντες οι θεωρούντες αυτούς· και εφοβήθη πας άνθρωπος.
Και ανήγγειλαν τα έργα του Θεού και τα ποιήματα αυτού συνήκαν. Ευφρανθήσεται δίκαιος εν τω Κυρίω
και ελπιεί επ΄αυτόν· και επαινεθήσονται πάντες οι ευθείς τη καρδία.

«Από φόβου εχθρού», οι εχθροί του «ηκόνησαν… τας γλώσσας αυτών»,


«ενέτεινον τόξον αυτών», «πράγμα πικρό».
«Εκραταίωσαν εαυτοίς λόγος πονηρόν», πονηρός λόγος είναι το κακούργο
σχέδιο κατά του Δαυίδ. Εξάντλησαν όλες τις δυνάμεις τους επινοώντας φρικτά
σχέδια. Οι αρχιτέκτονες όμως των κακών σχεδίων θα ταπεινωθούν. Γιατί;
«υψωθήσεται ο Θεός».
«Βέλος νηπίων… αι πληγαί αυτών», τα βέλη τους έχασαν την δύναμή τους.
«Εφοβήθη πας άνθρωπος»: Ο Θεός θα τους επιβάλλει τέτοια τιμωρία που
όποιος άκουσε γι’ αυτήν φοβήθηκε.
«Επαινεθήσονται οι ευθείς»: Όχι μόνο θα χαρούν αλλά και θα δοξασθούν οι
δίκαιοι.

Ψαλμός εξηκοστός τέταρτος (ξδ΄)

Σοι πρέπει ύμνος, ο Θεός, εν Σιών και σοι αποδοθήσεται ευχή εν Ιερουσαλήμ. Εισάκουσον
προσευχής μου, προς σε πάσα σαρξ ήξει. Λόγοι ανόμων υπερεδυνάμωσαν ημάς και τας ασεβείας ημών
συ ιλάση. Μακάριος, ον εξελέξω και προσελάβου, κατασκηνώσει εν ταις αυλαίς σου. Πλησθησόμεθα εν
τοις αγαθοίς του οίκου σου· άγιος ο ναός σου, θαυμαστός εν δικαιοσύνη. Επάκουσον ημών, ο Θεός, ο

422
σωτήρ ημών, η ελπίς πάντων των περάτων της γης και των εν θαλάσση μακράν. Ετοιμάζων όρη εν τη
ισχύϊ αυτού, περιεζωσμένος εν δυναστεία, ο συνταράσσων το κύτος της θαλάσσης· ήχους κυμάτων
αυτής τίς υποστήσεται; Ταραχθήσονται τα έθνη και φοβηθήσονται οι κατοικούντες τα πέρατα από των
σημείων σου· εξόδους πρωίας και εσπέρας τέρψεις. Επεσκέψω την γην και εμέθυσας αυτήν, επλήθυνας
του πλουτίσαι αυτήν. Ο ποταμός του Θεού επληρώθη υδάτων· ητοίμασας την τροφήν αυτών, ότι ούτως
η ετοιμασία. Τους αύλακας αυτής μέθυσον, πλήθυνον τα γεννήματα αυτής· εν ταις σταγόσιν αυτής
ευφρανθήσεται ανατέλλουσα. Ευλογήσεις τον στέφανον του ενιαυτού της χρηστότητος σου και τα
πεδία σου πλησθήσονται πιότητος. Πιανθήσονται τα όρη της ερήμου και αγαλλίασιν οι βουνοί
περιζώσονται. Ενεδύσαντο οι κριοί των προβάτων και αι κοιλάδες πληθυνούσι σίτον· κεκράξονται και
γαρ υμνήσουσι.

«Σοι πρέπει ύμνος, ο Θεός»: Η πλέον κατάλληλη ευχαριστία


προς τον Θεό, δεν είναι η διά λόγων αλλά η εκ καρδίας εκφερομένη.
«Πάσα σαρξ»: Όχι μόνο οι Ιουδαίοι, αλλά όλοι οι άνθρωποι θα
προστρέξουν στον Θεό.
«Μακάριος ου εξελέξω»: Κάθε άνθρωπος διά της μετανοίας θα
γίνει δεκτός υπό του Θείου ελέους.
«Η ελπίς πάντων των περάτων της γης»: Παντού, όπου υπάρχει
θλίψη και ανάγκη, εκεί βρίσκεται ο Θεός.
Κύριε και Θεέ «από των σημείων σου… ταραχθήσονται τα
έθνη».«Επεσκέψω την γην» και «εμέθυσας αυτήν» διά του πλουσίου
ελέους Σου.
«Ευλογήσεις τον στέφανον του ενιαυτού»: Θα ευλογήσεις Κύριε
τους γεωργικούς καρπούς της χρονιάς, διότι Εσύ διά της άφθονης βροχής
Σου τα παρήγαγες.
«Κεκράξονται και γαρ υμνήσουσιν»: Ποιοι θα κράξουν και
ποιοι θα υμνήσουν; Όλοι οι απανταχού άνθρωποι, όχι μόνο οι Ιουδαίοι.

Ψαλμός εκηκοστός πέμπτος (ξε΄)

Αλαλάξατε τω Κυρίω πάσα η γη. Ψάλατε δη τω ονόματι αυτού, δότε δόξαν εν αινέσει αυτού. Είπατε τω Θεώ· Ως
φοβερά τα έργα σου! εν τω πλήθει της δυνάμεως σου ψεύσονται σε οι εχθροί σου. Πάσα η γη προσκυνησάτωσαν σοι και ψαλάτωσαν σοι·
ψαλάτωσαν δη τω ονόματι σου, Ύψιστε. Δεύτε και ίδετε τα έργα του Θεού, ως φοβερός εν βουλαίς, υπέρ τους υιούς των ανθρώπων. Ο
μεταστρέφων την θάλασσαν εις ξηράν· εν ποταμώ διελεύσονται ποδί· εκεί ευφρανθησόμεθα επ΄αυτώ. Τω δεσπόζοντι εν τη δυναστεία
αυτού του αιώνος· οι οφθαλμοί αυτού επί τα έθνη επιβλέπουσιν· οι παραπικραίνοντες μη υψούσθωσαν εν εαυτοίς. Ευλογείτε, έθνη, τον
Θεόν ημών και ακουτίσασθε την φωνήν της αινέσεως αυτού, του θεμένου την ψυχήν μου εις ζωήν και μη δόντος εις σάλον τους πόδας μου.
Ότι εδοκίμασας ημάς, ο Θεός· επύρωσας ημάς ως πυρούται το αργύριον. Εισήγαγες ημάς εις την παγίδαR έθου θλίψεις επί τον νώτον
ημών. Επεβίβασας ανθρώπους επί τας κεφαλάς ημών· διήλθομεν δια πυρός και ύδατος και εξήγαγες ημάς εις αναψυχήν. Εισελεύσομαι εις
τον οίκον σου εν ολοκαυτώματι· αποδώσω σοι τας ευχάς μου, ας διέστειλε τα χείλη μου και ελάλησε το στόμα μου εν τη θλίψει μου.
Ολοκαυτώματα μεμυελωμένα ανοίσω σοι μετά θυμιάματος και κριών· ανοίσω σοι βόας μετά χιμάρων. Δεύτε, ακούσατε και διηγήσομαι
υμίν, πάντες οι φοβούμενοι τον Θεόν, όσα εποίησε τη ψυχή μου. Προς αυτόν τω στόματι μου εκέκραξα και ύψωσα υπό την γλώσσαν μου.
Αδικίαν ει εθεώρουν εν καρδία μου, μη εισακουσάτω μου Κύριος. Δια τούτο εισήκουσε μου ο Θεός, προσέσχε τη φωνή της δεήσεως μου.
Ευλογητός ο Θεός, ος ούκ απέστησε την προσευχήν μου και το έλεος αυτού απ΄εμού.

«Αλαλάξατε τω Κυρίω»: Ζητωκραυγάσατε. Ποιοι; «πάσα η γη»,


έμψυχος και άψυχος ύλη ας ζητωκραυγάσει.
«Δόξαν αινέσει», αινούντες αυτός απόδοτέ Του την πρέπουσα δόξα.
«Είπατε τω Θεώ»: ποιο θα πρέπει να είναι το περιεχόμενο της δοξολογίας; Τα
φοβερά έργα του Κυρίου.
«Προσκυνησάτωσάν σοι»: Πρώτα θα προσκυνήσουν και έπειτα θα ψάλλουν.
Τι θα ψάλλουν; «τω ονόματί σου».
«Δεύτε και ίδετε», «φοβερός εν βουλαίς», τρομερός στις σκέψεις και στις
αποφάσεις Του ο Κύριος.
«Δεσπόζοντι εν τη δυναστεία αυτού του αιώνος»: Η δύναμίς Του δεν
εξασθενεί αλλά είναι η αυτή χθες και σήμερα και εις τους αιώνας.

423
«Οι παραπικραίνοντες μη υψούσθωσαν εν εαυτοίς»: Ας μην υψηλοφρονούν
τα έθνη και ας μην αφηνιάζουν κατά του περιουσίου λαού, διότι θα
καταστραφούν.«Ευλογείτε έθνη». Νέα πρόσκληση των εθνών.
«Εις σάλον τους πόδας μου»: Δεν επέτρεψε ο Θεός να σαλευθούν τα πόδια
των πιστών, αυτοί θα ορθοποδούν σε στέρεο έδαφος.
«Εδοκίμασας ημάς… επύρωσας ως πυρούται το αργύριον», «διήλθομεν διά
πυρός και ύδατος» κι όμως «εξήγαγες ημάς εις αναψυχήν».
«Εισελέυσομαι εις τον οίκον σου», «τω στόματί μου εκέκραξα και ύψωσα»:
Δεν πρόλαβα να παρακαλέσω και εισακούστηκαν οι προσευχές μου.
«Αδικίαν με εθεώρουν»: Ο ποιητής κάνει έναν συλλογισμό, αν ήμουν ένοχος
δεν θα με άκουγε ο Θεός. Με άκουσε, άρα δεν είμαι ένοχος.

Ψαλμός εξηκοστός έκτος (ξστ΄)

Ο Θεός οικτειρήσαι ημάς και ευλογήσαι ημάς· επιφάναι το πρόσωπον αυτού εφ΄ημάς και ελεήσαι ημάς. Του γνώναι εν τη γη
την οδόν σου, εν πάσιν έθνεσι το σωτήριον σου. Εξομολογησάσθωσαν σοι λαοί, ο Θεός· εξομολογησάσθωσαν οι λαοί πάντες.
Ευφρανθήτωσαν και αγαλλιάσθωσαν έθνη, ότι κρινείς λαούς εν ευθύτητι και έθνη εν τη γη οδηγήσεις. Εξομολογησάσθωσαν σοι λαοί, ο
Θεός· εξομολογησάσθωσαν σοι λαοί πάντες. Γη έδωκε τον καρπόν αυτής· ευλογήσαι ημάς ο Θεός, ο Θεός ημών. Ευλογήσαι ημάς ο Θεός·
και φοβηθήτωσαν αυτόν πάντα τα πέρατα της γης.

«Ο Θεός οικτειρήσαι ημάς»: Αντικατάσταση του ενικού από


πληθυντικό. «Επιφάναι το πρόσωπο»: Ο φωτισμός του προσώπου.
«Του γνώναι εν τη γη»: Διά να γνωρίσουν όλοι, Ιουδαίοι
και εθνικοί την οδό του Κυρίου.
«Εξομολογησάσθωσαν»: Ο ποιητής βλέπει προκαταβολικά
την επιστροφή των εθνών στον μόνο αληθινό Θεό. «Ευφρανθάτωσαν
και αγαλλιάσθωσαν», το αποτέλεσμα της επιστροφής και η αιτία της
χαράς: «Ότι κρινείς λαούς», θα βασιλεύσει πλέον η ευθύτητα και η
δικαιοσύνη.
«Έδωκεν καρπόν»: Πνευματική καρποφορία είναι η
αγιότητα.

Ψαλμός εξηκοστός έβδομος (ξζ΄)

Αναστήτω ο Θεός και διασκορπισθήτωσαν οι εχθροί αυτού και φυγέτωσαν από προσώπου αυτού οι μισούντες
αυτόν. Ως εκλείπει καπνός, εκλειπέτωσαν· ως τήκεται κηρός από προσώπου πυρός, ούτως απολούνται οι αμαρτωλοί από
προσώπου του Θεού. Και οι δίκαιοι ευφρανθήτωσαν· αγαλλιάσθωσαν ενώπιον του Θεού, τερφθήτωσαν εν ευφροσύνη.
΄Ασατε τω Θεώ, ψάλατε τω ονόματι αυτού, ωδοποιήσατε τω επιβεβηκότι επί δυσμών· Κύριος όνομα αυτώ· και
αγαλλιάσθε ενώπιον αυτού. Ταραχθήτωσαν από προσώπου αυτού, του πατρός των ορφανών, του κριτού των χηρών· ο
Θεός εν τόπω αγίω αυτού. Ο Θεός κατοικίζει μονοτρόπους εν οίκω, εξάγων πεπεδημένους εν ανδρεία, ομοίως τους
παραπικραίνοντας, τους κατοικούντας εν τάφοις. Ο Θεός, εν τω εκπορεύεσθαι σε ενώπιον του λαού σου, εν τω διαβαίνειν
σε εν τη ερήμω. Γη εσείσθη και γαρ οι ουρανοί έσταξαν από προσώπου του Θεού του Σινά, από προσώπου του Θεού
Ισραήλ. Βροχήν εκούσιον αφοριείς, ο Θεός, τη κληρονομία σου· και ησθένησε, συ δε κατηρτίσω αυτήν. Τα ζώα σου
κατοικούσιν εν αυτή· ητοίμασας εν τη χρηστότητι σου τω πτωχώ, ο Θεός. Κύριος δώσει ρήμα τοις ευαγγελιζομένοις
δυνάμει πολλή. Ο βασιλεύς των δυνάμεων του αγαπητού, τη ωραιότητι του οίκου διελέσθαι σκύλα. Εάν κοιμηθήτε
αναμέσον των κλήρων, πτέρυγες περιστεράς· περιηργυρωμέναι και τα μετάφρενα αυτής εν χλωρότητι χρυσίου. Εν τω
διαστέλλειν τον Επουράνιον βασιλείς επ΄αυτής χιονωθήσονται εν Σελμών, Όρος του Θεού, όρος πίον, όρος τετυρωμένον,
όρος πίον. Ινατί υπολαμβάνετε όρη τετυρωμένα, το όρος, ό ευδόκησεν ο Θεός κατοικείν εν αυτώ; και γαρ ο Κύριος
κατασκηνώσει εις τέλος. Το άρμα του Θεού μυριοπλάσιον, χιλιάδες ευθηνούντων. Κύριος εν αυτοίς εν Σινά ην, εν τω
αγίω. Αναβάς εις ύψος, ηχμαλώτευσας αιχμαλωσίαν, έλαβες δόματα εν ανθρώποις· και γαρ απειθούντας του
κατασκηνώσαι. Κύριος ο Θεός ευλογητός, ευλογητός Κύριος ημέραν καθ΄ημέραν· κατευοδώσαι ημίν Θεός των σωτηρίων
ημών. Ο Θεός ημών, ο Θεός του σώζειν· και του Κυρίου Κυρίου αι διέξοδοι του θανάτου. Πλήν ο Θεός συνθλάσει κεφαλάς
εχθρών αυτού, κορυφήν τριχός διαπορευομένων εν πλημμελείαις αυτών. Είπε Κύριος· εκ Βασάν επιστρέψω, επιστρέψω
εν βυθοίς θαλάσσης. ΄Οπως αν βαφή ο πους σου εν αίματι, η γλώσσα των κυνών σου εξ εχθρών παρ΄αυτού. Εθεωρήθησαν
αι πορείαι σου, ο Θεός, αι πορείαι του Θεού μου του βασιλέως του εν τω αγίω. Προέφθασαν άρχοντες, εχόμενοι
ψαλλόντων, εν μέσω νεανίδων τυμπανιστριών. Εν εκκλησίαις ευλογείτε τον Θεόν, Κύριον εκ πηγών Ισραήλ. Εκεί
Βενιαμίν νεώτερος εν εκστάσει, άρχοντες Ιούδα ηγεμόνες αυτών, άρχοντες Ζαβουλών, άρχοντες Νεφθαλείμ. 'Εντειλαι ο

424
Θεός, τη δυνάμει σου· δυνάμωσον ο Θεός, τούτο, ο κατειργάσω εν ημίν. Από του ναού σου επί Ιερουσαλήμ, σοι οίσουσι
βασιλείς δώρα. Επιτίμησον τοις θηρίοις του καλάμου, η συναγωγή των ταύρων εν ταις δαμάλεσι των λαών του μη
αποκλεισθήναι τους δεδοκιμασμένους τω αργυρίω· διασκόρπισον έθνη τα τους πολέμους θέλοντα. 'Ηξουσι πρέσβεις εξ
Αιγύπτου, Αιθιοπία προφθάσει χείρα αυτής τω Θεώ. Αι βασιλείαι της γης, άσατε τω Θεώ, ψάλατε τω Κυρίω, τω
επιβεβηκότι επί τον ουρανόν του ουρανού κατά ανατολάς· ιδού δώσει τη φωνή αυτού φωνήν δυνάμεως. Δότε δόξαν τω
Θεώ· επί τον Ισραήλ η μεγαλοπρέπεια αυτού και η δύναμις αυτού εν ταις νεφέλαις. Θαυμαστός ο Θεός εν τοις αγίοις
αυτού· ο Θεός Ισραήλ, αυτός δώσει δύναμιν και κραταίωσιν τω λαώ αυτού. Ευλογητός ο Θεός.

Πρόκειται για τον πιο δυσκολορμήνευτο ψαλμό. Ο ψαλμός αυτός έχει


πολεμική υφή αλλά και έντονο μεσσιανικό χρώμα.
«Αναστήτω ο Θεός»: Στην Θεοφάνεια του Κυρίου οι άδικοι
«διασκορπησθήτωσαν», «φυγέτωσαν», «ως εκλείπει καπνός». Αντιθέτως οι δίκαιοι
«ευφρανθήτωσαν… αγαλλιάσθωσαν».
Ο ποιητής παρακινεί τον Ισραήλ να υμνήσει τον Θεό. «Οδοποιήσατε»,
ετοιμάστε δρόμο από τον οποίο θα διέλεθει ο βασιλεύς.
«Κύριος όνομα αυτού», «αγαλλιάσθε ενώπιον αυτού», ο Θεός είναι η
πηγή της χαράς. Ο Κύριος προνοεί για όλους, για χήρες και ορφανά, προστατεύει
τους αδύνατους, συντρίβει τους άδικους.
«Ο Θεός κατοικίζει μονοτρόπως εν οίκω»: Μονότροποι, είναι εκείνοι,
άνδρες και γυναίκες οι οποίοι έχουν ιδιαίτερο τρόπο ζωής. Φροντίζει και γι’ αυτούς
ώστε να αποτελέσουν μία οικογένεια. π.χ οι άγαμοι, οι μοναχοί.
«Εξάγων πεπεδημένους εν ανδρεία», ελευθερώνει από την φυλακή τους
αιχμαλώτους, «ομοίως τους παραπικραίνοντας».
Ποτίζει την γη που πάσχει από ανομβρία, «ητοίμασας τω πτωχώ»,
φροντίζει για τους πλέον φτωχούς.
«Ο Κύριος δώσει ρήμα»: Με έναν του απλό λόγο έρχεται αμέσως το
αποτέλεσμα.
«Ινατί υπολαμβάνετε»; Τι νομίζετε εσείς; Γιατί με διακόπτετε; Το όρος
Σιών είναι μικρό σε σχέση με άλλα βουνά, όμως από πνευματικής απόψεως είναι το
ψηλότερο. Ο Θεός εγκαταστάθηκε στο όρος Σιών, συνοδευόμενος από μυριάδες
αγγέλων.
«Ανέβη εις ύψος»… «ημέραν καθ’ ημέραν», ο Θεός έσωσε τους
ισραηλίτες. Παράλληλα ο Κύριος θα κατατροπώσει τους εχθρούς Του, τα πόδια των
ισραηλιτών θα πατούν πάνω στα αιματοβαμμένα πτώματά τους.
«Εν εκκλησίαις ευλογείτε τον Θεόν, Κύριον εκ πηγών Ισραήλ»: Ναι, εκ
του Ισραήλ θα πηγάσει η παγκόσμιος σωτηρία.
«Άρχοντες Ιούδα ηγεμόνες αυτών»: Απ’ αυτή τη φυλή θα προέλθει η
σωτηρία, τότε το ιερό θυσιαστήριο της Σιών θα γίνει το πνευματικό επίκεντρο όλης
της γης. Σ’ αυτό το μελλοντικό Μεσσιανικό Βασίλειο θα υποταχθούν όλοι οι
άρχοντες της γης.
«Διασκόρπισαν έθνη»: Προφητεύεται η παγκόσμια ειρήνη η οποία θα
βασιλεύσει την εποχή του Μεσσία.

Ψαλμός εξηκοστός όγδοος (ξη΄)

Σώσον με, ο Θεός, ότι εισήλθοσαν ύδατα έως ψυχής μου. Ενεπάγην εις ιλύν βυθού και ουκ έστιν υπόστασις· ήλθον εις τα βάθη της
θαλάσσης και καταιγίς κατεπόντισε με. Εκοπίασα κράζων, εβραγχίασεν ο λάρυγξ μου, εξέλιπον οι οφθαλμοί μου από του ελπίζειν με επί τον
Θεόν μου. Επληθύνθησαν υπέρ τας τρίχας της κεφαλής μου οι μισούντες με δωρεάν· εκραταιώθησαν οι εχθροί μου, οι εκδιώκοντες με
αδίκως· ά ουχ ήρπασα, τότε απετίννυον. Ο Θεός, συ έγνως την αφροσύνην μου και αι πλημμέλειαι μου από σου ούκ απεκρύβησαν. Μη
αισχυνθείησαν επ΄εμέ οι υπομένοντες σε, Κύριε, Κύριε των δυνάμεων· μηδέ εντραπείησαν επ΄εμέ οι ζητούντες σε, ο Θεός του Ισραήλ. Ότι
ένεκα σου υπήνεγκα ονειδισμόν, εκάλυψεν εντροπή το πρόσωπον μου. Απηλλοτριωμένος εγενήθην τοις αδελφοίς μου και ξένος τοις υιοίς της
μητρός μου. Ότι ο ζήλος του οίκου σου κατέφαγε με και οι ονειδισμοί των ονειδιζόντων σε επέπεσον επ΄εμέ. Και συνεκάλυψα εν νηστεία την
ψυχήν μου και εγενήθη εις ονειδισμούς εμοί. Και εθέμην το ένδυμα μου σάκκον και εγενόμην αυτοίς εις παραβολήν. Κατ΄εμού ηδολέσχουν οι
καθήμενοι εν πύλαις και εις εμέ έψαλλον οι πίνοντες οίνον. Εγώ δε τη προσευχή μου προς σε, Κύριε· καιρός ευδοκίας· ο Θεός, εν τω πλήθει
του ελέους σου επάκουσον μου, εν αληθεία της σωτηρίας σου. Σώσον με από πηλού, ίνα μη εμπαγώ· ρυσθείην εκ των μισούντων με και εκ

425
των βαθέων των υδάτων. Μη με καταποντισάτω καταιγίς ύδατος, μηδέ καταπιέτω με βυθός, μηδέ συσχέτω επ΄εμέ φρέαρ το στόμα αυτού.
Εισάκουσον μου, Κύριε, ότι χρηστόν το έλεος σου, κατά το πλήθος των οικτιρμών σου, επίβλεψον επ΄εμέ. Μη αποστρέψης το πρόσωπον σου
από του παιδός σου, ότι θλίβομαι, ταχύ επάκουσον μου. Πρόσχες τη ψυχή μου και λύτρωσαι αυτήν· ένεκα των εχθρών μου ρύσαι με. Συ γαρ
γινώσκεις τον ονειδισμόν μου και την αισχύνην μου και την έντροπην μου· εναντίον σου πάντες οι θλίβοντες με. Ονειδισμόν προσεδόκησεν η
ψυχή μου και ταλαιπωρίαν· και υπέμεινα συλλυπούμενον και ουχ υπήρξε· και παρακαλούντας και ουχ εύρον. Και έδωκαν εις το βρώμα
μου χολήν και εις την δίψαν μου επότισαν με όξος. Γενηθήτω η τράπεζα αυτών ενώπιον αυτών εις παγίδα και εις ανταπόδοσιν και εις
σκάνδαλον. Σκοτισθήτωσαν οι οφθαλμοί αυτών του μη βλέπειν και τον νώτον αυτών διαπαντός σύγκαμψον. ΄Εκχεον επ΄αυτούς την οργήν
σου και ο θυμός της οργής σου καταλάβοι αυτούς. Γενηθήτω η έπαυλις αυτών ηρημωμένη και εν τοις σκηνώμασιν αυτών μη έστω ο
κατοικών. Ότι, όν συ επάταξας, αυτοί κατεδίωξαν και επί το άλγος των τραυμάτων μου προσέθηκαν. Πρόσθες ανομίαν επί τη ανομία αυτών
και μη εισελθέτωσαν εν δικαιοσύνη σου. Εξαλειφθήτωσαν εκ βίβλου ζώντων και μετά δικαίων μη γραφήτωσαν. Πτωχός και άλγων ειμί
εγώR η σωτηρία σου, ο Θεός, αντιλάβοιτο μοι. Αινέσω το όνομα του Θεού μετ΄ωδής, μεγαλυνώ αυτόν εν αινέσει. Και αρέσει τω Θεώ υπέρ
μόσχον νέον, κέρατα εκφέρονται και οπλάς. Ιδέτωσαν πτωχοί και ευφρανθήτωσαν· εκζητήσατε τον Θεόν και ζήσεται η ψυχή ημών. Ότι
εισήκουσε των πενήτων ο Κύριος και τους πεπεδημένους αυτού ούκ εξουδένωσε. Αινεσάτωσαν αυτόν οι ουρανοί και η γη, θάλασσα και πάντα
τα έρποντα εν αυτή. Ότι ο Θεός σώσει την Σιών και οικοδομηθήσονται αι πόλεις της Ιουδαίας και κατοικήσουσιν εκεί και κληρονομήσουσιν
αυτήν. Και το σπέρμα των δούλων σου καθέξουσιν αυτήν και οι αγαπώντες το όνομα σου κατασκηνώσουσιν εν αυτή.

Ο Ψαλμός αυτός είναι εξολοκλήρου Μεσσιανικός. Πολλά σημεία του


πάσχοντος ήρωος μοιάζουν με τα πάθη του Χριστού.
«Ύδατα έως ψυχής μου»: Τα ύδατα συμβολίζουν τους πειρασμούς, διότι
επιφέρουν πνιγμό. Μικρό το κακό όταν τα ύδατα προσβάλλουν το σώμα, όμως όταν
φτάσουν στην ψυχή, τότε επικαλύπτεται ο πύργος της υπάρξεως.
«Καταιγίς κατεπόντισέ με», καταιγίδα ξέσπασε η οποία τον οδήγησε στον
βυθό της θαλάσσης.
«Εκοπίασα κράζων», «εξέλιπον οι οφθαλμοί μου», πόση η θλίψη του!
Οι εχθροί του ήταν πολυάριθμοι: «Μισούντες δωρεάν», άνευ λόγου. Ο
ήρωας υποφέρει από τον ζήλο του για τον Θεό, «ένεκά σου ηπένηγκα», με
περιγέλασαν, με αποστράφηκαν.
«Ο ζήλος του οίκου σου»: Θερμή η αγάπη του για το θυσιαστήριο του Θεού
«κατέφαγέ με», τον κατάπιε όπως η φωτιά!
«Ονειδισμοί των ονειδιζόντων σε»: Τον πρόσβαλλαν με βλασφημίες.
«Συνεκάλυψα εν νηστεία»: Κλαίει για τις αμαρτίες των άλλων.
«Κατ’ εμού ηδολέσχουν»: Αδολεσχώ σημαίνει φλυαρώ μέχρις αηδίας!
«Εις εμέ έψαλλον»: Τον τραγουδούσαν ειρωνικώς, «οι πίνοντες οίνον», οι
μεθύστακες.
«Εγώ δε», ο ήρωας προσεύχεται, «πρόσχες…λύτρωσαι…ρύσαι», η προσευχή
γίνεται ολοένα και θερμότερη.
«Ονειδισμόν προσεδόκησεν η ψυχή μου», «υπέμεινα συλληπούμενον», ο
Ιωσήφ στην Γεθσημανή βρέθηκε σε τέτοια φρικτή θέση απομονωμένος απ’ όλους
τους ανθρώπους: «Θεέ μου Θεέ μου ινατί με εγκατέλιπες»;
«Εις το βρώμα μου χολήν»: Έδωσαν σ’ αυτόν αντί για φαγητό χολή, «εις την
δίψαν μου επότισόν με όξος». Όλα αυτά εφαρμόστηκαν κατά απόλυτο βαθμό στον
Μεσσία Χριστό.
«Γεννηθήτω η τράπεζα αυτών»: Χολή ας γίνει και το δικό τους φαγητό.
«Σκοτισθήτωσαν οι οφθαλμοί αυτών». Οι οφθαλμοί εκείνοι οι οποίοι δεν
χορταίνουν να βλέπουν βασανισμένο, ας σκοτιστούν. Αυτή η προφητεία είναι η
έκφραση της πωρώσεως του ισραηλιτικού λαού που δεν αναγνωρίζουν μέχρι σήμερα
τον Ιησού για Μεσσία τους.
«Έκχυσον την οργήν»: Χύσε τα κύματα της οργής σου.
«Η έπαυλις αυτών ηρημωμένη»: Εύχεται να εκριζωθούν, και όντως η
Ιουδαία ερημώθηκε διότι αδίκησαν τον Μεσσία.
«Ον συ επάταξας… αυτοί»: Αντί να λυπηθούν πρόσθεσαν νέα πλήγματα.
«Πρόσθες ανομίαν επί τη ανομία»: Ο Κύριος για να τιμωρήσει τους
μεγάλους αμαρτωλούς αποσύρεται απ’ αυτούς, αφαιρεί τη χάρη Του. «Μη
εισελθέτωσαν εν δικαιοσύνη σου», διά να μη τύχουν ποτέ της συγγνώμης Σου. «Εκ
βίβλου ζώντων», να μην εισέλθουν στην αιώνια ζωή.

426
«Πτωχός και αλγών… τη σωτηρία σου»: Είναι βέβαιος ο ήρωας ότι θα σωθεί
τελικά.
«Αρέσει τω Θεώ»: Η λογική λατρεία είναι περισσότερο αρεστή στον Θεό,
απ’ ότι η νομική θυσία των ζώων.
«Ιδέτωσαν»: Ας δουν τον θρίαμβο των αγαθών και ας χαρούν, «ότι
εισήκουσε Κύριος», ποιους; Τους πτωχούς, τους αδικημένους, «τους
πεπεδημένους».
Κατάληξη: «Αινεσάτωσαν Αυτόν οι ουρανοί».

Ψαλμός εξηκοστός ένατος (ξθ΄)

Ο Θεός, εις την βοήθειαν μου πρόσχες· Κύριε, εις το βοηθήσαι μοι σπεύσον. Αισχυνθήτωσαν και εντραπήτωσαν οι ζητούντες την
ψυχήν μου· αποστραφήτωσαν εις τα οπίσω και καταισχυνθήτωσαν οι βουλόμενοι μοι κακά. Αποστραφήτωσαν παραυτίκα αισχυνόμενοι οι
λέγοντες μοι Εύγε, εύγε! Αγαλλιάσθωσαν και ευφρανθήτωσαν επί σοι πάντες οι ζητούντες σε, ο Θεός και λεγέτωσαν διαπαντός.
Μεγαλυνθήτω ο Κύριος, οι αγαπώντες το σωτήριον σου. Εγώ δε πτωχός ειμί και πένης· ο Θεός, βοήθησον μοι· βοηθός μου και ρύστης μου ει
συ, Κύριε· μη χρονίσης.

Ο ποιητής βρίσκεται σε δύσκολη θέση, παρακαλεί τον Θεό να τον σώσει…

Ψαλμός εβδομηκοστός (ο΄)

Επι σοί, Κύριε, ήλπισα· μη καταισχυνθείην εις τον αιώνα. Εν τη δικαιοσύνη σου ρύσαι με και εξελού με· κλίνον προς με το ους
σου και σώσον με. Γενού μοι εις Θεόν υπερασπιστήν και εις τόπον οχυρόν του σώσαι με· ότι στερέωμα μου και καταφυγή μου ει συ. Ο Θεός
μου, ρύσαι με εκ χειρός αμαρτωλού, εκ χειρός παρανομούντος και αδικούντος. Ότι συ ει η υπομονή μου, Κύριε· Κύριε, η ελπίς μου εκ
νεότητος μου. Επί σε επεστηρίχθην από γαστρός, εκ κοιλίας μητρός μου συ μου ει σκεπαστής· εν σοι η ύμνησις μου δια παντός. Ωσεί τέρας
εγενήθην εν πολλοίς και συ βοηθός μου κραταιός. Πληρωθήτω το στόμα μου αινέσεως, όπως υμνήσω την δόξαν σου, όλην την ημέραν την
μεγαλοπρέπειαν σου. Μη απορρίψης με εις καιρόν γήρως· εν των εκλείπειν την ισχύν μου μη εγκαταλίπης με. Ότι είπον οι έχθροι μου εμοί
και οι φυλάσσοντες την ψυχήν μου εβουλεύσαντο επί το αυτό. Λέγοντες· ο Θεός εγκατέλιπεν αυτόν· καταδιώξατε και καταλάβετε αυτόν, ότι
ούκ έστιν ο ρυόμενος. Ο Θεός μου, μη μακρύνης απ΄εμού· ο Θεός μου, εις την βοήθειαν μου πρόσχες. Αισχυνθήτωσαν και εκλιπέτωσαν οι
ενδιαβάλλοντες την ψυχήν μου· περιβαλλέσθωσαν αισχύνην και εντροπήν οι ζητούντες τα κακά μοι. Εγώ δε διαπαντός ελπιώ επι σε και
προσθήσω επί πάσαν την αίνεσιν σου. Το στόμα μου αναγγελεί την δικαιοσύνην σου, όλην την ημέραν την σωτηρίαν σου· ότι ούκ έγνων
γραμματείας. Εισελεύσομαι εν δυναστεία Κυρίου, Κύριε, μνησθήσομαι της δικαιοσύνης σου μόνου. Ο Θεός μου, ά εδίδαξας με εκ νεότητος μου
και μέχρι του νυν απαγγελώ τα θαυμάσια σου. Και έως γήρως και πρεσβείου, ο Θεός μου, μη εγκαταλίπης με· έως αν απαγγείλω τον
βραχίονα σου τη γενεά πάση τη ερχομένη. Την δυναστείαν σου και την δικαιοσύνην σου, ο Θεός, έως των υψίστων, ά εποίησας μοι μεγαλεία.
Ο Θεός, τίς όμοιος σοι; ΄Οσας έδειξας μοι θλίψεις πολλάς και κακάς· και επιστρέψας παρεκάλεσας με και εκ των αβύσσων της γης πάλιν
ανήγαγες με. Και γαρ εγώ εξομολογήσομαι σοι εν λαοίς, Κύριε, εν σκεύεσι ψαλμού την αλήθειαν σου, ο Θεός· ψαλώ σοι εν κιθάρα, ο άγιος
του Ισραήλ. Αγαλλιάσονται τα χείλη μου, όταν ψάλω σοι και η ψυχή μου, ήν ελυτρώσω. ΄Ετι δε και η γλώσσα μου όλην την ημέραν
μελετήσει την δικαιοσύνην σου, όταν αισχυνθώσι και εντραπώσιν οι ζητούντες τα κακά μοι.

«Εν δικαιοσύνη σου ρύσαι με»: Η δικαιοσύνη του αποτελεί αφετηρία της
δεήσεώς του.
«Εις Θεόν υπερασπιστήν»: Που αλλού να καταφύγει;
«Υπομονή μου», «Επεστηρίχθην» , «εν σοι η ύμνησίς μου»: Η μόνη ελπίδα
του ψαλμωδού, ο Κύριος.
«Ωσεί τέρας εγεννήθην τοις πολλοίς»: Ο Δαυίδ υπήρξε τέρας, φαινόμενο
θλίψεων.
«Μη απορρίψης με εν καιρώ γήρως»: Μη με εγκαταλείπεις τώρα που
γέρασα, με προστάτευσες στην νιότη μου, τώρα όμως έχω περισσότερη ανάγκη.
«Διαπαντός ελπιώ…προσθάσω επί πάσαν»: Θα προσθέσω την μία αίτηση
μου στην άλλη.
«Ουκ έγνων γραμματείας»: Εάν ήξερα να γράφω θα έγραφα τόμο για να
δοξάσω την καλοσύνη Σου. Μη έχων όμως το δώρο αυτό θα προσπαθήσω
τουλάχιστον να σε δοξάζω διά της σκέψεως.
«Εδίδαξάς με εκ νεότητός μου» «γήρως και πρεσβείον»: Αναγγελλώ τα
θαυμάσιά σου τα οποία με δίδαξες από την νεότητά μου μέχρι του γήρατος.
«Αναγγελλώ τον βραχίονα»: Την παντοδύναμο δεξιά Σου, «Τη γενεά πάση

427
τη επερχομένη»: Ζητά να ζήσει ακόμη επί μία γενεά για να φωτίσει αυτούς που δεν
γνωρίζουν.
«Τις όμοιός σοι;», «επλεόνασας επ’ εμέ»: Το μεγαλείο του Θεού φαίνεται
από τη σωτηρία των ικετών Του.

Ψαλμός εβδομηκοστός πρώτος (οα΄)

Ο Θεός, το κρίμα σου τω βασιλεί δος και την δικαιοσύνην σου τω υιώ του βασιλέως. Κρίνειν τον λαόν σου εν δικαιοσύνη και τους
πτωχούς σου εν κρίσει. Αναλαβέτω τα όρη ειρήνην τω λαώ και οι βουνοί δικαιοσύνην. Κρινεί τους πτωχούς του λαού και σώσει τους υιούς
των πενήτων και ταπεινώσει συκοφάντην. Και συμπαραμενεί τω ηλίω και προ της σελήνης γενεάς γενεών. Καταβήσεται ως υετός επί πόκον
και ωσεί σταγών η στάζουσα επί την γην. Ανατελεί εν ταις ημέραις αυτού δικαιοσύνη και πλήθος ειρήνης, εως ου ανταναιρεθή η σελήνη. Και
κατακυριεύσει από θαλάσσης εως θαλάσσης και από ποταμών εως περάτων της οικουμένης. Ενώπιον αυτού προπεσούνται Αιθίοπες και οι
εχθροί αυτού χουν λείξουσι. Βασιλείς Θαρσείς και νήσοι δώρα προσοίσουσι, βασιλείς Αράβων και Σαβά δώρα προσάξουσι. Και
προσκυνήσουσιν αυτώ πάντες οι βασιλείς της γης, πάντα τα έθνη δουλεύσουσιν αυτώ. Ότι ερρύσατο πτωχόν εκ δυνάστου και πένητα, ώ ουχ
υπήρχε βοηθός. Φείσεται πτωχού και πένητος και ψυχάς πενήτων σώσει. Εκ τόκου και εξ αδικίας λυτρώσεται τας ψυχάς αυτών και έντιμον
το όνομα αυτού ενώπιον αυτών. Και ζήσεται και δοθήσεται αυτώ εκ του χρυσίου της Αραβίας· και προσεύξονται περί αυτού δια παντός· όλην
την ημέραν ευλογήσουσιν αυτόν. ΄Εσται στήριγμα εν τη γη επ΄άκρων των ορέων· υπεραρθήσεται υπέρ τον Λίβανον ο καρπός αυτού και
εξανθήσουσιν εκ πόλεως ωσεί χόρτος της γης. ΄Εσται το όνομα αυτού ευλογημένον εις τους αιώνας· προ του ηλίου διαμένει το όνομα αυτού·
και ενευλογηθήσονται εν αυτώ πάσαι αι φυλαί της γης, πάντα τα έθνη μακαριούσιν αυτόν. Ευλογητός Κύριος, ο Θεός τω Ισραήλ, ο ποιών
θαυμάσια μόνος. Και ευλογημένον το όνομα της δόξης αυτού εις τον αιώνα και εις τον αιώνα του αιώνος. Και πληρωθήσεται της δόξης αυτού
πάσα η γη. Γένοιτο, γένοιτο.

Η επιγραφή αυτού του ψαλμού λέει «εις Σολομών», οπότε πιθανόν αυτός
να είναι και ο συγγραφέας του ψαλμού ή να είναι αφιερωμένος εις αυτόν. Ο ψαλμός
αυτός είναι Μεσσιανικός όπως και οι 2ος, 19ος, 20ος, 44ος.
«Ο Θεός το κρίμα σου τω βασιλεί δος»: Προσευχή προς τον Θεό ώστε ο
ήρωας του ψαλμού να διακατέχεται από πνεύμα δικαιοσύνης.
«Υιώ του βασιλέως»: Ο νέος βασιλεύς έχει κληρονομικό δικαίωμα, είναι ο
υιός του βασιλέως. Ο βασιλιάς αυτός θα φέρει ειρήνη, η ειρήνη είναι καρπός
δικαιοσύνης. Ο δίκαιος Σολομών είναι τύπος του Μεσσία.
«Και συμπαραμενεί τω ηλίω»: Η βασιλεία του θα διαρκέσει όσο ήλιος,
δηλαδή μέχρι το τέλος του κόσμου.
«Ανατελεί εν ταις ημέραις αυτού»: Η παρουσία του Μεσσία παρήγαγε
ανθρώπους δίκαιους.
«Από θαλάσσης… από ποταμών»: Τα όρια της βασιλείας Του θα είναι
ακαθόριστα, «έως περάτων της οικουμένης».
«Προπεσούνται Αιθίοπες»: Οι Αιθίοπες είναι ο πλέον απομακρυσμένος
λαός, ούτε όμως κι αυτοί θα μείνουν ανεπηρέαστοι του Μεσσιανικού Βασιλείου της
Εκκλησίας του Χριστού.
«Οι εχθροί χουν λείξουσι»: Ακόμη και οι εχθροί Του θα πέσουν επί της γης
και θα Τον προσκυνήσουν. «Προσκυνήτωσαν αυτώ πάντες». Κανένα έθνος δεν θα
μείνει ανεπηρέαστο.
«Έσται στήριγμα εν τη γη»: Όπως το ψωμί είναι στήριγμα για το σώμα,
έτσι και ο Χριστός για την οικουμένη.
«Υπεραρθήσεται υπέρ Λίβανον ο καρπός»: Υπερβολική θα είναι η ευφορία
της γης στα χρόνια του Μεσσία.
«Εξανθήσουσιν εκ πόλεως»: Οι υπήκοοι του βασιλείου του Μεσσία θα
είναι πολυάριθμοι.
«Το όνομα αυτού ευλογημένον εις τους αιώνας», «ενευλογηθήσονται εν
αυτώ»: Διά του Χριστού θα ευλογηθούν όλα τα έθνη.
Οι στίχοι «ευλογητός Κύριος έως Γένοιτο» είναι μεταγενέστερες
προσθήκες, δεν ανήκουν στον ψαλμό.
«Εξέλιπον οι ύμνοι Δαυίδ»: Κατακλείδα και των δύο βιβλίων τα οποία
ανήκουν στον Δαυίδ.

428
Ψαλμός εβδομηκοστός δεύτερος (οβ΄)

Ως αγαθός ο Θεός τω Ισραήλ, τοις ευθέσι τη καρδία! Εμού δε παραμικρόν εσαλεύθησαν οι πόδες, παρ΄ολίγον εξεχύθη τα
διαβήματα μου. Ότι εζήλωσα επί τοις ανόμοις, ειρήνην αμαρτωλών θεωρών. Ότι ουκ έστιν ανάνευσις εν τω θανάτω αυτών και στερέωμα εν
τη μάστιγι αυτών. Εν κόποις ανθρώπων ουκ εισί και μετά ανθρώπων ου μαστιγωθήσονται. Δια τούτο εκράτησεν αυτούς η υπερηφανία
αυτών εις τέλος, περιεβάλοντο αδικίαν και ασέβειαν εαυτών. Εξελεύσεται ως εκ στέατος η αδικία αυτών· διήλθοσαν εις διάθεσιν καρδίας.
Διενοήθησαν και ελάλησαν εν πονηρία· αδικίαν εις το ύψος ελάλησαν. 'Εθεντο εις ουρανόν το στόμα αυτών και η γλώσσα αυτών διήλθε επί
της γης. Δια τούτο επιστρέψει ο λαός μου ενταύθα· και ημέραι πλήρεις ευρεθήσονται εν αυτοίς. Και είπον· Πώς έγνω ο Θεός; και εί έστι
γνώσις εν τω Υψίστω; Ιδού ούτοι οι αμαρτωλοί και οι ευθηνούντες εις τον αιώνα κατέσχον πλούτου. Και είπα· Άρα ματαίως εδικαίωσα την
καρδίαν μου και ενιψάμην εν αθώοις τας χείρας μου. Και εγενόμην μεμαστιγωμένος όλην την ημέραν και ο έλεγχος μου εις τας πρωίας. Και
έλεγον· Διηγήσομαι ούτως· ιδού τη γενεά των υιών σου ησυνθέτηκα. Και υπέλαβον του γνώναι· τούτο κόπος εστίν ενώπιον μου. Έως ου
εισέλθω εις το αγιαστήριον του Θεού και συνώ εις τα έσχατα αυτών. Πλήν δια τας δολιότητας αυτών έθου αυτοίς κακά, κατέβαλες αυτούς εν
τω επαρθήναι. Πώς εγένοντο εις ερήμωσιν; εξάπινα εξέλιπον, απώλοντο δια την ανομίαν αυτών. Ωσεί ενύπνιον εξεγειρομένου, Κύριε, εν τη
πόλει σου την εικόνα αυτών εξουδενώσεις. Ότι εξεκαύθη η καρδία μου και οι νεφροί μου ηλλοιώθησαν. Καγώ εξουδενωμένος και ουκ έγνων·
κτηνώδης εγενήθην παρά σοι, καγώ διαπαντός μετά σου. Εκράτησας της χειρός της δεξιάς μου και εν τη βουλή σου ωδήγησας με και μετά
δόξης προσελάβου με. Τί γαρ μοι υπάρχει εν τω ουρανώ; και παρά σου τί ηθέλησα επί της γης; Εξέλιπεν η καρδία μου και η σάρξ μου· ο Θεός
της καρδίας μου και η μερίς μου ο Θεός εις τον αιώνα. Ότι ιδού οι μακρύνοντες εαυτούς από σου, απολούνται· εξωλόθρευσας πάντα τον
πορνεύονται από σου. Εμοί δε το προσκολλάσθαι τω Θεώ αγαθόν εστί, τίθεσθαι εν τω Κυρίω την ελπίδα μου, του εξαγγείλαι με πάσας τας
αινέσεις σου εν ταις πύλαις της θυγατρός Σιών.

«Ψαλμός τω Ασάφ»: Στον Ασάφ ανήκουν οι ψαλμοί 72-82. Ο


συγγραφέας ομολογεί την αγαθότητα του Θεού αλλά και τον σκανδαλισμό του για
την ευτυχία των ασεβών.
«Ως αγαθός ο Θεός», «εξεχύθη τα διαβήματά μου», κόντεψε όμως ο ποιητής
να καταρρεύσει «ότι» αιτιολογεί «εξήλωσα επί τοις ανόμοις» ήθελε κι αυτός να είναι
όπως οι παράνομοι.
«Ειρήνην αμαρτωλών θεωρών» βρίσκεται ο ψαλμωδός σε πειρασμό
βλέποντας τους ασεβείς να ευημερούν.
«Ουκ έστιν ανάνευσις εν τω θανάτω»: Ανανεύω σημαίνει σηκώνω το κεφάλι
μου προς τα πάνω, δηλαδή οι ασεβείς ακόμη και στον θάνατο δεν ταλαιπωρούνται
αποθνήσκουν αμέσως άνευ οδυνών.
«Στερέωμα εν τη μάστιγι αυτών» κι αν ακόμη θλιβούν, η λύπη τους δεν έχει
διάρκεια διότι έχουν και πλούτο και κοινωνική θέση.
«Εν κόποις ανθρώπων ουκ εισί»: Δεν κοπιάζουν όπως οι άλλοι άνθρωποι γι’
αυτούς η ζωή είναι μια απόλαυση.
Είναι υπερήφανοι «εξελεύσεται ως εκ στέατος», η αδικία τους πηγάζει απ’
την λιπαρή ζωή τους, η ευζωία δεν περιστέλλει την κακία, αλλά την αυξάνει.
«Διήλθον εις διάθεσιν καρδίας»: Άφησαν τους εαυτούς τους να
εκπληρώσουν όλες τις ορέξεις τους.
«Διενοήθησαν και ελάλησαν»: Σκέφθτηκαν και είπαν πράγματα τρομερά.
«Έθεντο εις ουρανόν»: Εκτόξευσαν βλασφημίες.
«Η γλώσσα αυτών διήλθεν»: Δεν ύβρισαν μόνον τα Θεία, αλλά και τα
ανθρώπινα όσια και δίκαια.
Βλέποντας αυτά οι ευσεβείς σκανδαλίζονται «πως έγνω ο Θεός».
«Ούτοι οι αμαρτωλοί και ευθυνούντες». Να, αυτοί οι ασεβείς θα έπρεπε να
τιμωρηθούν όμως «εις τον αιώνα κατέσχον πλούτου» όμως πάντοτε είναι και
παραμένουν πλούσιοι.
«Ουκ έστιν γνώσις»: Άρα τι; Ο Θεός δεν προνοεί για την γη; «Υπέλαβον του
γνώναι τούτο»: Για να μην συνεχιστεί ο σκανδαλισμός των ευσεβών και μέσα από
μένα, αποφάσισα να μελετήσω αυτό το θέμα.
Ο Άσαφ όμως ομολογεί ότι δεν μπορεί να λύσει το πρόβλημα αυτό με την
ανθρώπινη σκέψη.
«Έως εισέλθω ει το αγιαστήριον του Θεού», μόνο διά της πίστεως στον Θεό
λύνεται αυτό το πρόβλημα. «Συνώ εις τα έσχατα αυτών». Άρα πέφτει τώρα και ο
Άσαφ βλέπει ότι η επίγειός τους ευτυχία δεν είναι τίποτα απέναντι της ατέλειωτης
429
δυστυχίας που τους περιμένει.
«Κατέβαλες αυτούς εν τω επαρθήναι»: Ταπεινώνει ο Κύριος τους
υπερήφανους.
«Πως εγένετο εις ερήμωσιν»: Η καταστροφή τους θα είναι αιφνίδια όπως το
όνειρο.
«Εξεκαύθη η καρδία μου»: Ο ποιητής ονυδίζει τον εαυτό του για τον
στιγμιαίο σκανδαλισμό του. Ήμουν βλαξ και ανόητος «κτηνώδης εγενόμην παρά
σοι».
«Καγώ διαπαντός μετά σου», «Εν τη βουλή σου οδήγησάς με»: Ο ποιητής
πλέον γαληνεύει. Ο Θεός τον ειρήνευσε.
«Τι γαρ μοι υπάρχει εν τω ουρανώ»; Ενθουσιασμένος βλέπει την ευτυχία του
που είναι ο Θεός.
«Εξέλιπον η καρδία μου και η σαρξ μου»: Είναι πλέον αδιάφορος απέναντι
στον θάνατο, δεν τον ενδιαφέρει.
«Ο Θεός της καρδίας μου»: Ο Θεός είναι ο βράχος του «μερίς μου ο Θεός εις
τον αιώνα».
«Εμοί δε το προσκολλάσθαι τω Θεώ αγαθόν εστί»: Οι δίκαιοι λοιπόν, ας
παραμείνουν δίκαιοι, ξέρει ο Θεός ο Οποίος στην μέλλουσα ζωή θα αποκαταστήσει
πάσαν δικαιοσύνην.

Ψαλμός εβδομηκοστός τρίτος (ογ΄)

Ινατί, ο Θεός, απώσω εις τέλος; ωργίσθη ο θυμός σου επί πρόβατα νομής σου; Μνήσθητι της συναγωγής σου, ης εκτήσω
απ΄αρχής. Ελυτρώσω ράβδον κληρονομίας σου· όρος Σιών τούτο, ο κατεσκήνωσας εν αυτώ. 'Επαρον τας χείρας σου επί τας υπερηφανίας
αυτών εις τέλος· όσα επονηρεύσατο ο εχθρός εν τω αγίω σου. Και ενεκαυχήσαντο οι μισούντες σε εν μέσω της εορτής σου. 'Εθεντο τα σημεία
αυτών σημεία και ούκ έγνωσαν, ως εις την έξοδον υπεράνω. Ως εν δρυμώ ξύλων αξίναις εξέκοψαν τας θύρας αυτής επί το αυτό· εν πελέκει
και λαξευτηρίω κατέρραξαν αυτήν. Ενεπύρισαν εν πυρί το αγιαστήριον σου, εις την γην εβεβήλωσαν το σκήνωμα του ονόματος σου. Είπον
εν τη καρδία αυτών αι συγγένειαι αυτών επί το αυτό· Δεύτε και καταπαύσωμεν πάσας τας εορτάς του Θεού από της γης. Τα σημεία αυτών
ούκ είδομεν· ούκ έστιν έτι προφήτης και ημάς ου γνώσεται έτι. Έως πότε, ο Θεός, ονειδιεί ο εχθρός, παροξυνεί ο υπεναντίος το όνομα σου εις
τέλος; Ινατί αποστρέφεις την χείρα σου και την δεξιάν σου εκ μέσου του κόλπου σου εις τέλος; Ο δε Θεός βασιλεύς ημών προ αιώνων·
ειργάσατο σωτηρίαν εν μέσω της γης. Συ εκραταίωσας εν τη δυνάμει σου την θάλασσαν· συ συνέτριψας τας κεφαλάς των δρακόντων επί
του ύδατος. Συ συνέθλασας την κεφαλήν του δράκοντος, έδωκας αυτόν βρώμα λαοίς τοις Αιθίοψι. Συ διέρρηξας πηγάς και χειμάρρους· συ
εξήρανας ποταμούς Ηθάμ. Ση εστίν η ημέρα και ση εστίν η νυξ· συ κατηρτίσω φαύσιν και ήλιον. Σύ εποίησας πάντα τα ωραία της γης, θέρος
και έαρ· σύ έπλασας αυτά. Μνήσθητι ταύτης· εχθρός ωνείδισε τον Κύριον και λαός άφρων παρώξυνε το όνομα σου. Μη παραδώς τοις
θηρίοις ψυχήν εξομολογουμένην σοι· των ψυχών των πενήτων σου μη επιλάθη εις τέλος. Επίβλεψον επί την διαθήκην σου· ότι
επληρώθησαν οι εσκοτισμένοι της γης οίκων ανομιών. Μη αποστραφήτω τεταπεινωμένος και κατησχυμμένος· πτωχός και πένης αινέσουσι
το όνομα σου. Ανάστα ο Θεός, δίκασον την δίκην σου· μνήσθητι των ονειδισμών σου των υπό άφρονος όλην την ημέραν. Μη επιλάθη της
φωνής των ικετών σου· η υπερηφανία των μισούντων σε ανέβη δια παντός.

«Ινατί ο Θεός απώσω εις τέλος»: Ο ψαλμωδός φοβάται μήπως ο Κύριος


εγκαταλείψει οριστικά λαό Του. «Ωργίσθη ο θυμός σου», «μνήσθητι», εκφράσεις
από τις οποίες φαίνεται ότι ο Θεός ξέχασε εντελώς τον λαό Του.
«έπαρον τας χείρας σου»… «όσα επονηρεύσατο ο εχθρός», πήγαινε Κύριε
ώστε να δεις πόσα κακά έκαναν οι εχθροί σου στην πόλη σου.
«Ενεκαυχήσαντο… εν μέσω της εορτής σου»: Εισήλθαν στον ναό όταν οι
ισραηλίτες εόρταζαν. Αντί χαρμόσυνων υμνωδιών ακούστηκαν κραυγές λύπης.
«Ουκ έγνωσαν»: Δεν κατανόησαν οι εχθροί ότι την νίκη τους δεν την έφεραν
οι θεοί τους όπως νόμιζαν, αλλά ο Θεός παραχώρησε.
«Ως εις την έξοδον υπεράνω»: Τοποθέτησαν ειδωλολατρικές σημαίες
υπεράνω της εισόδου του ναού.
«Ως εν δρυμώ ξύλων αξίναις»: Κατέστρεψαν με αξίνες τις θύρες του Ναού.
«Ενεπύρισαν εν πυρί το αγιαστήριόν Σου»: Το 586 π.Χ ο Ναβουχοδονόσωρ
έκαψε την Ιερουσαλήμ και ο ψαλμωδός συλλογάται: «ου γνώσεται έτι», μάλλον
ξένοι θα είμαστε για τον Θεό.

430
«Έως πότε»: Αποστροφή προς τον Θεό, τολμηρή οικειότητα.
«Ο δε βασιλεύς ημών προ αιώνων»: Ο ποιητής αιτιολογεί την στάση του και
την ικεσία του. «Ειργάσατο σωτηρίαν»: Ο Θεός ενήργησε πολλά θαύματα στο
παρελθόν υπέρ του λαού Του. «Έσχισας την θάλασσαν.. συ εκραταίωσας… κεφαλάς
των δρακόντων» και τελικά «συ εστίν η ημέρα» όλα τα δημιουργήματα ανήκουν
στον Θεό «τα ωραία της γης». Άρα και τώρα μπορείς Κύριε να κάνεις και πάλι τα
ίδια.
«Μνήσθητι ταύτης»: θυμήσου την συναγωγή.
«Επληρώθησαν οι εσκοτισμένοι της γης οίκων ανομιών»: Με την κατάκτηση
Παλαιστίνης από τους Χαλδαίους επήλθε αναρχία.
«Μη αποστραφήτω»… «πτωχός και πένης αινέσουσι», οι πτωχοί και
ταπεινοί, όχι οι πλούσιοι και οι εγωιστές θα δοξάσουν το όνομά Σου.
«Διά παντός», όχι μία φορά αλλά συνεχώς προκαλούν οι Χαλδαίοι, το κακό
έχει ωριμάσει, πρέπει να τιμωρηθεί.

Ψαλμός εβδομηκοστός τέταρτος (οδ΄)


Εξομολογήσομαι σοι, ο Θεός· εξομολογησόμεθα σοι και επικαλεσόμεθα το όνομα σου· διηγήσομαι πάντα τα θαυμάσια του. ΄Οταν
λάβω καιρόν, εγώ ευθύτητας κρινώ. Ετάκη η γη και πάντες οι κατοικούντες εν αυτή· εγώ εστερέωσα τους στύλους αυτής. Είπα τοις
παρανομούσιR Μη παρανομείτε· και τοις αμαρτάνουσι· Μη υψούτε κέρας. Μη επαίρετε εις ύψος το κέρας υμών και μη λαλείτε κατά του
Θεού αδικίαν. Ότι ούτε εξ εξόδων, ούτε από δυσμών, ούτε από ερήμων ορέων ότι ο Θεός κριτής έστι. Τούτον ταπεινοί και τούτον υψοί· ότι
ποτήριον εν χειρί Κυρίου, οίνου ακράτου, πλήρες κεράσματος. Και έκλινεν εκ τούτου εις τούτο, πλην ο τρυγίας αυτού ούκ εξεκενώθη,
πίονται πάντες οι αμαρτωλοί της γης. Εγώ δε αγαλλιάσομαι εις τον αιώνα, ψαλώ τω Θεώ Ιακώβ. Και πάντα τα κέρατα των αμαρτωλών
συνθλάσω και υψωθήσεται το κέρας του δικαίου.

«Εξομολογησόμεθά Σοι»: Σε υμνολογούμε, αυτό σημαίνει το


“εξομολογούμαι” στον ψαλμό.
«Όταν λάβω καιρόν»: Μιλά τώρα ο Θεός, ξέρω ποια είναι η κατάλληλη ώρα
για να παρέμβω, τώρα όμως κάντε υπομονή «ετάκη η γη» διότι οι άνθρωποι έχασαν
την ισορροπία τους, την ηθική τους.
«Τοις παρανομούσι»: Δεν πρέπει να υπερηφανεύονται οι αμαρτωλοί.
«Ότι ούτε εξ εξόδων» διότι δεν υπάρχει διέξοδος για σας, ο Θεός ελέγχει όλα
τα σημεία του ορίζοντα.
«Ποτήριον»: Αυτό το ποτήρι είναι γεμάτο από Θεία τιμωρία για τους
ασεβείς.
«Πίονται πάντες οι αμαρτωλοί», «κέρατα δικαίου»: Η δύναμις του Ισραήλ
αυτή θα κυριαρχήσει, δηλαδή το δίκαιο του Θεού.

Ψαλμός εβδομηκοστός πέμπτος (οε΄)


Γνωστός εν τη Ιουδαία ο Θεός· εν τω Ισραήλ μέγα το όνομα αυτού. Και εγενήθη εν ειρήνη ο τόπος αυτού και το κατοικητήριον
αυτού εν Σιών. Εκεί συνέτριψε τα κράτη των τόξων, όπλον και ρομφαίαν και πόλεμον. Φωτίζεις συ θαυμαστώς από ορέων αιωνίων.
Εταράχθησαν πάντες οι ασύνετοι τη καρδία· ύπνωσαν ύπνον αυτών και ούχ εύρον ουδέν πάντες οι άνδρες του πλούτου ταις χερσίν αυτών.
Από επιτιμήσεως σου, ο Θεός Ιακώβ, ενύσταξαν οι επιβεβηκότες τοις ίπποις. Συ φοβερός ει και τίς αντιστήσεται σοι; από τότε η οργή σου. Εκ
του ουρανού ηκούτισας κρίσιν. Γη εφοβήθην και ησύχασεν εν τω αναστήναι εις κρίσιν τον Θεόν, του σώσαι πάντας τους πραείς της γης. Ότι
ενθύμιον ανθρώπου εξομολογήσεται σοι και εγκατάλειμμα ενθυμίου εορτάσει σοι. Εύξασθε και απόδοτε Κυρίω τω Θεώ ημών· πάντες οι
κύκλω αυτού οίσουσι δώρα. Τω φοβερώ και αφαιρουμένω πνεύματα αρχόντων, φοβερώ παρά τοις βασιλεύσι της γης.

431
Ο ψαλμός αυτός αναφέρεται στην θαυματουργική διάσωση της Ιερουσαλήμ
από τον Σενναχηρείμ.
«Γνωστός εν τη Ιουδαία»: Ο Θεός είναι γνωστός στους Ιουδαίους από τα
τόσα θαύματα που στο παρελθόν επιτέλεσε.
«Φωτίζεις συ θαυμαστώς»: Ο Θεός ρίπτει από μακριά τις ακτίνες της δόξης
Του.
«Εταράχθησαν οι ασύνετοι τη καρδία», «ύπνωσαν ύπνον»: Πρόκειται για τον
αιώνιο ύπνο των αμαρτωλών, των εχθρών του Ισραήλ.
«Συ φοβερός ει… από τότε η οργή σου»: Αναφέρεται στον θάνατο 185.000
ανδρών του Σενναχηρείμ εν μία νυκτί.
«Του σώσαι τους πραείς»: Εγέρθηκε ο Κύριος για να σώσει του δυστυχείς
ισραηλίτες.
«Ενθύμιον ανθρώπου»: Κατάλαβαν οι Ασσύριοι ότι ο Θεός του Ισραήλ είναι
Ισχυρός, ανίκητος. Έτσι θα αναγκαστούν τα έθνη να αναγνωρίσουν, να
προσκυνήσουν τον Αληθινό Θεό.
«Οι κύκλω αυτού οίσουσι δώρα»: Οι κύκλω αυτού, είναι οι γειτονικοί λαοί
του Ισραήλ οι οποίοι παρακινούνται από τον ποιητή να προσφέρουν δώρα στον
αληθινό Θεό αφού είδαν την θαυαμτουργική διάσωση του Ισραήλ.

Ψαλμός εβδομηκοστός έκτος (οστ΄)


Φωνή μου προς Κύριον εκέκραξα, φωνή μου προς τον Θεόν και προσέσχε μοι. Εν ημέρα θλίψεως μου τον Θεόν εξεζήτησα· ταις
χερσί μου νυκτός εναντίον αυτού και ούκ ηπατήθην· απηνήνατο παρακληθήναι η ψυχή μου. Εμνήσθην του Θεού και ευφράνθην·
ηδολέσχησα και ωλιγοψύχησε το πνεύμα μου. Προκατελάβοντο φύλακας οι οφθαλμοί μου· εταράχθην και ούκ ελάλησα. Διελογισάμην
ημέρας αρχαίας και έτη αιώνια εμνήσθην και εμελέτησα. Νυκτός μετά καρδίας μου ηδολέσχουν και έσκαλλε το πνεύμα μου. Μη εις τους
αιώνας απώσεται Κύριος και ου προσθήσει του ευδοκήσαι έτι; ΄Η εις τέλος το έλεος αυτού αποκόψει; συνετέλεσε ρήμα από γενεάς εις γενεάν;
΄Η επιλήσεται του οικτειρήσαι ο Θεός; ή συνέξει εν τη οργή αυτού τους οικτιρμούς αυτού; Και είπα· Νυν ηρξάμην· αύτη η αλλοίωσις της
δεξιάς του Υψίστου. Εμνήσθην των έργων Κυρίου· ότι μνησθήσομαι από της αρχής των θαυμασίων σου. Και μελετήσω εν πάσι τοις έργοις
σου και εν τοις επιτηδεύμασι σου αδολεσχήσω. Ο Θεός, εν τω αγίω η οδός σου· τίς Θεός μέγας ως ο Θεός ημών; συ εί ο Θεός, ο ποιών
θαυμάσια. Εγνώρισας εν τοις λαοίς την δύναμιν σου, ελυτρώσω εν τω βραχίονι σου τον λαόν σου, τους υιούς Ιακώβ και Ιωσήφ. Είδοσαν σε
ύδατα ο Θεός, είδοσαν σε ύδατα και εφοβήθησαν· εταράχθησαν άβυσσοι· πλήθος ηχούς υδάτων. Φωνήν έδωκαν αι νεφέλαι· και γαρ τα βέλη
σου διαπορεύονται. Φωνή της βροντής σου εν τω τροχώ· έφαναν αι αστραπαί σου τη οικουμένη· εσαλεύθη και έντρομος εγενήθη η γη. Εν τη
θαλάσση αι οδοί σου και αι τρίβοι σου εν ύδασι πολλοίς και τα ίχνη σου ου γνωσθήσονται. Ωδήγησας ως πρόβατα τον λαόν σου εν χειρί
Μωυσή και Ααρών.

«Φωνή μου προς Κύριον εκέκραξα.. και προσέσχες μοι»: Ο Ασάφ κράζει
προς τον Κύριο, ταυτόχρονα αισθάνεται πως Εκείνος τον ακούει .
«Εν ημέρα θλίψεώς μου»: Η ημέρα της θλίψεως είναι η θλιβερή περίοδος
της ιστορίας του Ισραήλ.
«Του Θεού εξεζήτησα»: Δεν απευθύνεται ο ποιητής σε επίγειους
διασώστες, αλλά στον Παντοκράτωρ Θεό.
«Τοις χερσί μου»: Υψώνει ικετευτικά προς τον ουρανό τα χέρια του. Η
προσευχή του τον παρηγορεί: «Εμνήσθην του Θεού και ευφράνθην».
«Ωλιγοψύχησε το πνεύμα μου»: Εξαντλήθηκε όμως η σκέψη μου.
«Προκατελάβοντο φυλακάς»: Δηλαδή αγρυπνούσε όλη την νύχτα.
«Εταράχθην και ουκ ελάλησα»: Η θλίψη μου ήταν τόσο μεγάλη, ώστε
έμεινα άναυδος.
«Διελογησάμην ημέρας αρχαίας»: Θυμήθηκε το ένδοξο παρελθόν του
Ισραήλ.
«Συνετέλεσε ρήμα»: Δηλαδή τι; Οι υποσχέσεις προς τους προπάτορές μας
ολοκληρώθηκαν; Αδύνατον! «Και είπα» «νυν ηρξάμην»: Τώρα αρχίζω να
κατανοώ. Η απελπισία μου οφείλεται εξ’ ιδίας αδυναμίας.
«Αύτη η αλλοίωσις της δεξιάς του Υψίστου»: Η μεταβολή του αισθήματος
της απελπισίας μου οφείλεται και πάλι στον κύριο, όχι σε μένα.
«Εμνήσθην των έργων Κυρίου»: Ας θυμηθώ τα έργα του Κυρίου.
«Μελετήσω εν πάσι τοις έργοις σου» και ας φιλοσοφήσω. «Αδολεσχήσω».
«Ο Θεός εν τω αγίω η οδός σου επί αγίων αρχών ο Θεός κυβερνά τον

432
κόσμο»
«Τις Θεός μέγας ως»: Ποιος είναι όμοιός Σου «ο ποιών θαυμάσια».
«Εγνώρισας εν τοις λαοίς την δύναμίν σου»: Πότε; Όταν διέβη ο Ισραήλ
την Ερυθρά θάλασσα.
«Είδοσάν σε ύδατα»: Τα ύδατα της Ερυθράς θαλάσσης υποχώρησαν
«εφοβήθησαν»
«Εταράχθησαν άβυσσοι» «πλήθους ηχούς υδάτων» ακούγονταν θόρυβος
όταν η θάλασσα σχίζονταν για να διαβεί ο Ισραήλ.
«Φωνήν έδωκαν αι νεφέλαι»=βροντές.
«Τα ίχνη σου ου γνωσθήσθονται»: Μετά την διάβαση της Ερυθράς
θαλάσσης επανήλθαν και πάλι τα νερά στην φυσιολογική τους θέση.
«Ωδήγησας ως πρόβατα»: Καθοδήγησες διά του Μωυσέως τον Ισραήλ
στην γη της επαγγελίας.
Ο ψαλμωδός σταματά απότομα. Αφού έκανες όλα αυτά στο παρελθόν,
τώρα θα μας εγκαταλείψεις; Όχι! Αδύνατον!

Ψαλμός εβδομηκοστός έβδομος (οζ΄)

Προσέχετε, λαός μου, τω νόμω μου· κλίνατε το ούς υμών εις τα ρήματα του στόματος μου. Ανοίξω εν παραβολαίς το
στόμα μου· φθέγξομαι προβλήματα απ΄αρχής. ΄Οσα ηκούσαμεν και έγνωμεν αυτά και οι πατέρες ημών διηγήσαντο ημίν. Ούκ
εκρύβη από των τέκνων αυτών εις γενεάν ετέραν, απαγγέλοντες τας αινέσεις του Κυρίου και τας δυναστείας αυτού και τα
θαυμάσια αυτού, ά εποίησε. Και ανέστησε μαρτύριον εν Ιακώβ και νόμον έθετο εν Ισραήλ. ΄Οσα ενετείλατο τοις πατράσιν ημών του
γνωρίσαι αυτά τοις υιοίς αυτών. ΄Οπως αν γνω γενεά ετέρα, υιοί οι τεχθησόμενοι και αναστήσονται και απαγγελούσιν αυτά τοις
υιοίς αυτών. ΄Ινα θώνται επί τον Θεόν την ελπίδα αυτών και μη επιλάθωνται των έργων του Θεού και τας εντολάς αυτού
εκζητήσωσι. ΄Ινα μη γένωνται ως οι πατέρες αυτών, γενεά σκολιά και παραπικραίνουσα. Γενεά, ήτις ου κατήυθυνε την καρδία
εαυτής και ούκ επιστώθη μετά του Θεού το πνεύμα αυτής. Υιοί Εφραίμ, εντείνοντες και βάλλοντες τόξοις, εστράφησαν εν ημέρα
πολέμου. Ούκ εφύλαξαν την διαθήκην του Θεού και εν τω νόμω αυτού ούκ ηβουλήθησαν πορεύεσθαι. Και επελάθοντο των
ευεργεσιών αυτού και των θαυμασίων αυτού, ων έδειξεν αυτοίς. Εναντίον των πατέρων αυτών, ά εποίησε θαυμάσια εν γη
Αιγύπτω, εν πεδίω Τάνεως. Διέρρηξε θάλασσαν και διήγαγεν αυτούς· παρέστησεν ύδατα ωσεί ασκόν. Και ωδήγησεν αυτούς εν
νεφέλη ημέρας και όλην την νύκτα εν φωτισμώ πυρός. Διέρρηξε πέτραν εν ερήμω και επότισεν αυτούς ως εν αβύσσω πολλή. Και
εξήγαγεν ύδωρ εκ πέτρας και κατήγαγεν ως ποταμούς ύδατα. Και προσέθεντο έτι του αμαρτάνειν αυτώR παρεπίκραναν τον
Ύψιστον εν ανύδρω. Και εξεπείρασαν τον Θεόν εν ταις καρδίαις αυτών, του αιτήσαι βρώματα ταις ψυχαίς αυτών. Και
κατελάλησαν του Θεού και είπον· Μη δυνήσεται ο Θεός ετοιμάσαι τράπεζαν εν ερήμω; Επεί επάταξε πέτραν και ερρύησαν ύδατα
και χείμαρροι κατεκλύσθησαν· μη και άρτον δύναται δούναι, ή ετοιμάσαι τράπεζαν τω λαώ αυτού; Δια τούτο ήκουσε Κύριος και
ανεβάλετο και πυρ ανήφθη εν Ιακώβ και οργή ανέβη επί τον Ισραήλ. Ότι ούκ επίστευσαν εν τω Θεώ, ουδέ ήλπισαν επί το
σωτήριον αυτού. Και ενετείλατο νεφέλαις υπεράνωθεν και θύρας ουρανού ανέωξε. Και έβρεξεν αυτοίς μάννα φαγείν και άρτον
ουρανού έδωκεν αυτοίς. Άρτον αγγέλων έφαγεν άνθρωπος, επισιτισμόν απέστειλεν αυτοίς εις πλησμονήν. Απήρε Νότον εξ
ουρανού και επήγαγεν εν τη δυνάμει αυτού Λίβα. Και έβρεξεν επ΄αυτούς ωσεί χούν σάρκας και ωσεί άμμον θαλασσών πετεινά
πτερωτά. Και επέπεσον εν μέσω παρεμβολής αυτών, κύκλω των σκηνωμάτων αυτών. Και έφαγον και ενεπλήσθησαν σφόδρα και
την επιθυμίαν αυτών ήνεγκεν αυτοίς· ούκ εστερήθησαν από της επιθυμίας αυτών. ΄Ετι της βρώσεως ούσης εν τω στόματι αυτών
και η οργή του Θεού ανέβη επ΄αυτούς και απέκτεινεν εν τοις πλείοσιν αυτών και τους εκλεκτούς τους Ισραήλ συνεπόδισεν. Εν πάσι
τούτοις ήμαρτον έτι και ούκ επίστευσαν εν τοις θαυμασίοις αυτού. Και εξέλιπον εν ματαιότητι αι ημέραι αυτών και τα έτη αυτών
μετά σπουδής. Όταν απέκτεινεν αυτούς, τότε εξεζήτουν αυτόν και επέστρεφον και ώρθριζον προς τον Θεόν. Και εμνήσθησαν ότι ο
Θεός βοηθός αυτών έστι και ο Θεός ο Ύψιστος λυτρωτής αυτών έστι. Και ηγάπησαν αυτόν εν τω στόματι αυτών και τη γλώσση
αυτών εψεύσαντο αυτώ. Η δε καρδία αυτών ούκ ευθεία μετ΄αυτού, ουδέ επιστώθησαν εν τη διαθήκη αυτού. Αυτός δε έστιν
οικτίρμων και ιλάσκεται ταις αμαρτίαις αυτών. Και ού διαφθερεί και πληθυνεί του αποστρέψαι τον θυμόν αυτού και ουχί εκκαύσει
πάσαν την οργήν αυτού. Και εμνήσθη ότι σάρξ είσι, πνεύμα πορευόμενον και ούκ επιστρέφον. Ποσάκις παρεπίκραναν αυτόν εν τη
ερήμω, παρώργισαν αυτόν εν γη ανύδρω; Και επέστρεψαν και επείρασαν τον Θεόν και τον άγιον του Ισραήλ παρώξυναν. Και ούκ
εμνήσθησαν της χειρός αυτού, ημέρας ης ελυτρώσατο αυτούς εκ χειρός θλίβοντος. Ως έθετο εν Αιγύπτω τα σημεία αυτού και τα
τέρατα αυτού εν πεδίω Τάνεως. Και μετέστρεψεν εις αίμα τους ποταμούς αυτών και τα ομβρήματα αυτών, όπως μη πίωσι.
Εξαπέστειλεν εις αυτούς κυνόμυιαν και κατέφαγεν αυτούς· και βάτραχον και διέφθειρεν αυτούς. Και έδωκε τη ερυσίβη τους
καρπούς αυτών και τους πόνους αυτών τη ακρίδι. Απέκτεινεν εν χαλάζη την άμπελον αυτών και τους συκαμίνους αυτών εν τη
πάχνη. Και παρέδωκεν εις χάλαζαν τα κτήνη αυτών και την ύπαρξιν αυτών τω πυρί. Εξαπέστειλεν εις αυτούς οργήν θυμού αυτού,
θυμόν και οργήν και θλίψιν, αποστολήν δι΄αγγέλων πονηρών. Ωδοποίησε τρίβον τη οργή αυτούR και ούκ εφείσατο από θανάτου
των ψυχών αυτών και τα κτήνη αυτών εις θάνατον συνέκλεισε. Και επάταξε παν πρωτότοκον εν γη Αιγύπτω, απαρχήν παντός
πόνου αυτών, εν τοις σκηνώμασι Χαμ. Και απήρεν ως πρόβατα τον λαόν αυτού και ανήγαγεν αυτούς ως ποίμνιον εν ερήμω. Και
ωδήγησεν αυτούς επ΄ελπίδι και ούκ έδειλίασανR και τους εχθρούς αυτών εκάλυψε θάλασσα. Και εισήγαγεν αυτούς εις όρος
αγιάσματος αυτού, όρος τούτο, ό εκτήσατο η δεξιά αυτού. Και εξέβαλεν από προσώπου αυτών έθνη και εκληροδότησεν αυτούς εν
σχοινίω κληροδοσίας. Και κατεσκήνωσεν εν τοις σκηνώμασιν αυτών τας φυλάς του Ισραήλ. Και επείρασαν και παρεπίκραναν τον
Θεόν τον Ύψιστον και τα μαρτύρια αυτού ούκ εφυλάξαντο. Και απέστρεψαν και ηθέτησαν, καθώς και οι πατέρες αυτών·
μετεστράφησαν εις τόξον στρεβλόν. Και παρώργισαν αυτόν εν τοις βουνοίς αυτών και εν τοις γλυπτοίς αυτών παρεζήλωσαν
αυτόν. ΄Ηκουσεν ο Θεός και υπερείδε και εξουδένωσε σφόδρα τον Ισραήλ. Και απώσατο την σκηνήν Σηλώμ, σκήνωμα, ό
κατεσκήνωσεν εν ανθρώποις. Και παρέδωκεν εις αιχμαλωσίαν την ισχύν αυτών και την καλλονήν αυτών εις χείρας εχθρών. Και
συνέκλεισεν εν ρομφαία τον λαόν αυτού. και την κληρονομίαν αυτού υπερείδε. Τους νεανίσκους αυτών κατέφαγε πυρ και αι

433
παρθένοι αυτών ούκ επένθησαν. Οι ιερείς αυτών εν ρομφαία έπεσον και αι χήραι αυτών ου κλαυθήσονται. Και εξηγέρθη ως ο
υπνών Κύριος, ως δυνατός κεκραιπαληκώς εξ οίνου. Και επάταξε τους εχθρούς αυτού εις τα οπίσω, όνειδος αιώνιον έδωκεν αυτοίς.
Και απώσατο το σκήνωμα Ιωσήφ και την φυλήν Εφραίμ ούκ εξελέξατο. Και εξελέξατο την φυλήν του Ιούδα, το όρος το Σιών, ό
ηγάπησε. Και ωκοδόμησεν ως μονοκέρωτος το αγίασμα αυτού· εν τη γη εθεμελίωσεν αυτήν εις τον αιώνα. Και εξελέξατο Δαυίδ τον
δούλον αυτού και ανέλαβεν αυτόν εκ των ποιμνίων των προβάτων. Εξόπισθεν των λοχευομένων έλαβεν αυτόν, ποιμαίνειν Ιακώβ
τον δούλον αυτού και Ισραήλ την κληρονομίαν αυτού. Και εποίμανεν αυτούς εν τη ακακία της καρδίας αυτού και εν ταις συνέσεσι
των χειρών αυτού ωδήγησεν αυτούς.

«Προσέχετε , λαός μου, τω νόμω μου»: Ο ποιητής θα μιλήσει ως κήρυξ του


Θεού.
«Ανοίξω εν παραβολαίς το στόμα μου»: Δηλαδή λόγια με βαθύ νόημα. Ο
Ματθαίος εφαρμόζει τον στίχο αυτόν στον Χριστό Ματθ. 13, 34-35. Άρα ο Ασάφ
είναι προφήτης και τύπος του Χριστού.
«Όσα ηκούσαμεν», «οι πατέρες ημών διηγήσαντο ημίν»: Η προφορική
παράδοση των πατέρων. Ο σκοπός του συγγραφέα είναι να εκθέσει την ιστορία του
Ισραήλ· γιατί; «του γνωρίσαι αυτά», «απαγγελούσι αυτά τοις υιοίς» «ίνα θώνται επί
τον Θεόν» για να έχουν την ελπίδα τους στον Θεό και «ίνα μη γένωνται ως οι
πατέρες» δηλαδή να μην γίνουν απείθαρχοι σαν τους προγόνους τους.
Κατόπιν ο ποιητής εκθέτει την ιστορία του Ισραήλ στους 9-53. «Ποσάκις
παρεπίκραναν»: Πόση ήταν η αχαριστία των ισραηλιτών απέναντι στον Ευεργέτη
τους!

Ψαλμός εβδομηκοστός όγδοος (οη΄)

Ο Θεός, ήλθοσαν έθνη εις κληρονομίαν σου, εμίαναν τον ναόν τον άγιον σου, έθεντο Ιερουσαλήμ ως οπωροφυλάκιον. ΄Εθεντο τα
θνησιμαία των δούλων σου βρώματα τοις πετεινοίς του ουρανού, τας σάρκας των οσίων σου τοις θηρίοις της γης. Εξέχεαν το αίμα αυτών ωσεί
ύδωρ κύκλω Ιερουσαλήμ και ούκ ην ο θάπτων. Εγενήθημεν όνειδος τοις γείτοσιν ημών, μυκτηρισμός και χλευασμός τοις κύκλω ημών. Έως
πότε, Κύριε, οργισθήση εις τέλος, εκκαυθήσεται ως πύρ ο ζήλος σου; ΄Εκχεον την οργήν σου επί τα έθνη τα μη γινώσκοντα σε και επί
βασιλείας, αί το όνομα σου ούκ επεκαλέσαντο. Ότι κατέφαγον τον Ιακώβ και τον τόπον αυτού ηρήμωσαν. Μη μνησθής ημών ανομιών
αρχαίων· ταχύ προκαταλαβέτωσαν ημάς οι οικτιρμοί σου, Κύριε, ότι επτωχεύσαμεν σφόδρα. Βοήθησον ημίν, ο Θεός ο Σωτήρ ημών, ένεκεν
της δόξης του ονόματος σου· Κύριε, ρύσαι ημάς και ιλάσθητι ταις αμαρτίαις ημών ένεκεν του ονόματος σου. Μήποτε είπωσι τα έθνη· Πού
έστιν ο Θεός αυτών; Και γνωσθήτω εν τοις έθνεσιν ενώπιον των οφθαλμών ημών η εκδίκησις του αίματος των δούλων σου εκκεχυμένου.
Εισελθέτω ενώπιον σου ο στεναγμός των πεπεδημένων, κατά την μεγαλωσύνην του βραχίονος σου περιποίησαι τους υιούς των
τεθανατωμένων. Απόδος τοις γείτοσιν ημών επταπλασίονα εις τον κόλπον αυτών τον ονειδισμόν αυτών, όν ωνείδισαν σε, Κύριε. Ημείς δε
λαός σου και πρόβατα νομής σου, ανθομολογησόμεθα σοι, ο Θεός, εις τον αιώνα, εις γενεάν και γενεάν εξαγελλούμεν την αίνεσίν σου.

«Ήλθοσαν έθνη»: περί των βαβυλωνίων ομιλεί ο ποιητής. Ποιο ήταν το


αποτέλεσμα της εισβολής των εθνών; «Έθεντο τα θνησιμαία» οι νεκροί Ιουδαίοι
έμειναν άταφοι, μεταξύ αυτών και οι ιερείς. «Όνειδος τοις γείτοσιν» Μωαβίτες,
Αμμωνίτες και Ιδουμαίοι χάρηκαν για την βεβήλωση της Ιερουσαλήμ.
«Έως πότε» «έκχεαν την οργήν σου»: Ο Ασάφ με ιερό θάρρος παρακαλεί
τον Θεό: «Μη μνηθής ημών ανομιών αρχαίων» μη θυμηθείς Κύριε τις ανομίες των
προγόνων μας, μη τις λάβεις υπόψη Σου. «Μήποτε είπωσι τα έθνη»:Επικαλείται
την αξιοπρέπεια του Θεού.
Λάβε τώρα εις υιοθεσία «υιούς των τεθανατωμένων» και «απόδος τοις
γείτοσιν» τιμώρησε τους χαιρεκακούντες γείτονες.

Ψαλμός εβδομηκοστός ένατος (οθ΄)


Ο ποιμάινων τον Ισραήλ πρόσχες, ο οδηγών ωσεί πρόβατον τον Ιωσήφ. Ο καθήμενος επί των Χερουβείμ εμφάνηθι, εναντίον
Εφραίμ και Βενιαμίν και Μανασσή, Εξέγειρον την δυναστείαν σου και ελθέ εις το σώσαι ημάς. Ο Θεός, επίστρεψον ημάς και επίφανον το
πρόσωπον σου και σωθησόμεθα. Κύριε ο Θεός των δυνάμεων, έως πότε οργίζη επί την προσευχήν των δούλων σου; Ψωμιείς ημάς άρτον
δακρύων; και ποτιείς ημάς εν δάκρυσιν εν μέτρω; ΄Εθου ημάς εις αντιλογίαν τοις γείτοσιν ημών και οι εχθροί ημών εμυκτήρισαν ημάς. Κύριε
ο Θεός των δυνάμεων, επίστρεψον ημάς και επίφανον το πρόσωπον σου και σωθησόμεθα. ΄Αμπελον εξ Αιγύπτου μετήρας· εξέβαλες έθνη και
κατεφύτευσας αυτήν. Ωδοποίησας έμπροσθεν αυτής και κατεφύτευσας τας ρίζας αυτής και επλήρωσε την γην. Εκάλυψεν όρη η σκιά αυτής
και αι αναδενδράδες αυτής τας κέδρους του Θεού. Εξέτεινε τα κλήματα αυτής έως θαλάσσης και έως ποταμών τας παραφυάδας αυτής. Ινατί
καθείλες τον φραγμός αυτής και τρυγώσιν αυτήν πάντες οι παραπορευόμενοι την οδόν; Ελυμήνατο αυτήν σύς εκ δρυμού και μονιός άγριος
κατενεμήσατο αυτήν. Ο Θεός των δυνάμεων, επίστρεψον δη και επίβλεψον εξ ουρανού και ίδε και επίσκεψε την άμπελον ταύτην. Και

434
κατάρτισαι αυτήν, ή εφύτευσεν η δεξιά σου και επί υιόν ανθρώπου, όν εκραταίωσας σεαυτώ. Εμπεπυρισμένη πυρί και ανεσκαμμένη· από
επιτιμήσεως του προσώπου σου απολούνται. Γενηθήτω η χείρ σου επ΄άνδρα δεξιάς σου και επι υιόν ανθρώπου, όν εκραταίωσας σεαυτώ. Και
ου μη αποστώμεν από σου· ζωώσεις ημάς και το όνομα σου επικαλεσόμεθα. Κύριε, ο Θεός των δυνάμεων, επίστρεψον ημάς και επίφανον το
πρόσωπόν σου και σωθησόμεθα.

Χρόνος ψαλμού: Η εισβολή των Ασσυρίων στο Βόρειο βασίλειο του Ισραήλ.
«Ο ποιμαίνων»: Ο Κύριος είναι ποιμήν του Ισραήλ «ο καθήμενος επί των
Χερουβείμ»
«Εναντίον» Ο Θεός τις φυλές του σχισματικού Ισραήλ θα τις αφήσει να
πληγούν περισσότερο από την εισβολή των Ασσυρίων.
«Οργίζη επί των προσευχών»: Δεν αρέσουν στον Θεό οι υποκριτικές
προσευχές τους, αντιθέτως Τον παροργίζουν περισσότερο.
«Εξέβαλες έθνη»: Αμορραίους, Ευαίους, Χαναναίους, Χετταίους (εξοδ 23,
28-30).
«Ωδοποίησας έμπροσθεν αυτής»: Επί σαράντα χρόνια η περιπλάνηση των
ισραηλιτών στην έρημο φαίνεται πως δεν ήταν αρκετή για να συνετιστούν.
«Επίβλεψον εξ’ ουρανού»: Μέχρι τώρα δεν τους έβλεπε, ήταν οργισμένος,
«ίδε» την αθλία μας ακατάσταση «επίσκεψαι» «κατάρτισσαι αυτήν»: αποκατάστησε
τον ισραηλιτικό λαό στην πρότερή του δόξα. «Εφύτευσεν η δεξιά σου» Εσύ
φύτευσες Κύριε, δικός σου λαός είναι.
«Εμπεπυρισμένη πυρί και ανασκαμμένη»: Η χώρα τώρα έχει παραδοθεί στη
φωτιά, έχει καταστραφεί.
«Γεννηθήτω η χειρ σου»: Έκτεινε Κύριε την προστατευτική σου χείρα και
σώσε μας.

Ψαλμός ογδοηκοστός (π΄)

Αγαλλιάσθε τω Θεώ βοηθώ ημών, αλαλάξατε τω Θεώ Ιακώβ. Λάβετε ψαλμόν και δότε τύμπανον, ψαλτήριον τερπνόν μετά
κιθάρας. Σαλπίσατε εν νεομηνία σάλπιγγι, εν ευσήμω ημέρα εορτής υμών. Ότι πρόσταγμα τω Ισραήλ έστι και κρίμα τω Θεώ Ιακώβ.
Μαρτύριον εν τω Ιωσήφ έθετο αυτον, εν τω εξελθείν αυτόν εκ γής Αιγύπτου· γλώσσαν, ήν ούκ έγνω, ήκουσε. Απέστησεν από άρσεων τον
νώτον αυτού, αι χείρες αυτού εν τω κοφίνω εδούλευσαν Εν θλίψει επεκαλέσω με και ερρυσάμην σε· επήκουσα σου εν αποκρύφω καταιγίδος,
εδοκίμασα σε επί ύδατος αντιλογίας. 'Ακουσον, λαός μου και λαλήσω σοι, Ισραήλ και διαμαρτύρομαι σοι. Εάν ακούσης μου, ούκ έσται εν σοι
Θεός πρόσφατος, ουδέ προσκυνήσεις Θεώ αλλοτρίω. Εγώ γαρ είμι Κύριος ο Θεός σου, ο αναγαγών σε εκ γης Αιγύπτου· πλάτυνον το στόμα
σου και πληρώσω αυτό. Και ούκ ήκουσεν ο λαός μου της φωνής μου και Ισραήλ ού προσέσχε μοι. Και εξαπέστειλα αυτούς κατά τα
επιτηδεύματα των καρδιών αυτών, πορεύσονται εν τοις επιτηδεύμασι αυτών. Ει ο λαός μου ήκουσε μου, Ισραήλ ταις οδοίς μου εί επορεύθη.
Εν τω μηδενί αν τους εχθρούς αυτών εταπείνωσα και επί τους θλίβοντες αυτούς επέβαλον αν την χείρα μου. Οι εχθροί Κυρίου εψεύσαντο
αυτώ και έσται ο καιρός αυτών εις τον αιώνα. Και εψώμισεν αυτούς εκ στέατος πυρού και εκ πέτρας μέλι εχόρτασεν αυτούς.

«Αγαλλιάσθε», «Ψαλμόν και τύμπανον»: Ο ποιητής απευθύνεται στους


Λευίτες.
«Σαλπίσατε», «ότι πρόσταγμα», γιατί; «εν ευσήμω ημέρα εορτής». Διότι
έφτασε η εορτή της Σκηνοπηγίας. Στην εορτή της Σκηνοπηγίας οι Εβραίοι
γιόρταζαν το πέρασμα από την Ερυθρά θάλασσα και την απελευθέρωσή τους από
την δουλεία των Αιγυπτίων.
«Εδοκίμασά σε»: Ο Κύριος έθεσε σε δοκιμασία τους ισραηλίτες για να δει
την αγάπη τους. Τι όμως είδε; «Επί ύδατος αντιλογία».
«Άκουσον λαός μου», «διαμαρτύρομαί σοι», όμως «εάν ακούσης μου»,
μακάρι ο λαός μου να με άκουγε, τότε «εν τω μηδενί», τότε θα κατάστρεφε τους
εχθρούς του Ισραήλ.

Ψαλμός ογδοηκοστός πρώτος (πα΄)

Ο Θεός έστη εν συναγωγή θεών, εν μέσω δε θεούς διακρινεί. Έως πότε κρίνετε αδικίαν και πρόσωπα αμαρτωλών λαμβάνετε;
Κρίνατε ορφανώ και πτωχώ, ταπεινόν και πένητα δικαιώσατε. Εξέλεσθε πένητα και πτωχόν, εκ χειρός αμαρτωλού ρύσασθε αυτόν. Ούκ
έγνωσαν, ουδέ συνήκαν, εν σκότει διαπορεύονται, σαλευθήτωσαν πάντα τα θεμέλια της γης. Εγώ είπα· Θεοί έστε και υιοί Υψίστου πάντες.

435
Υμείς δε ως άνθρωποι αποθνήσκετε και ως εις των αρχόντων πίπτετε. Ανάστα, ο Θεός, κρίνων την γην, ότι συ κατακληρονομήσεις εν πάσι
τοις έθνεσι.

«Ο Θεός έστη εν συναγωγή θεών»: θεούς εννοεί τους άρχοντες. Δεν


πρόκειται λοιπόν περί αγγέλων διότι αυτοί οι «θεοί» φέρονται ως αμαρτωλοί.
«Έως πότε κρίνετε αδικίαν»: Μέχρι πότε θα εκδίδετε άδικες αποφάσεις;
«Κρίνατε ορφανώ»: Υπερασπίστε τους αδύνατους.
«Ουκ έγνωσαν»: Ο Κύριος τονίζει την ηθική τους κατάπτωση και πώρωσή
τους.
«Εγώ είπα θεοί έστε και υιοί Υψίστου πάντες»: Αυτή την έκφραση
χρησιμοποίησε ο Κύριος για να τονίσει στους Ιουδαίους το δικαίωμα να ονομάζει
τον Εαυτό Του Υιόν Θεού. Το επιχείρημά Του ήταν τόσο αποτελεσματικό, ώστε οι
Ιουδαίοι δεν μπόρεσαν κάτι να ανταπαντήσουν.
«Υμείς δε ως άνθρωποι», σεις όμως παρότι λάβατε Θεία εξουσία, προτιμάτε
την ζωή των συνηθισμένων αρχόντων, συνεπώς ο Θεός θα σας τιμωρήσεις σαν
κοινούς θνητούς.
«Ανάστα ο Θεός»: Έκκληση προς τον Θεό να εγερθεί και να καταδικάσει
τους άδικους κριτές.
«Συ κατακληρονομήσεις»: Ο Θεός έχει δικαίωμα να δικάσει όλη τη γη διότι
αυτός είναι κληρονόμος των εθνών, διότι Σ’ Αυτόν ανήκουν όλα τα έθνη.

Ψαλμός ογδοηκοστός δεύτερος (πβ΄)

Ο Θεός, τίς ομοιωθήσεται σοι; μη σιγήσης, μηδέ καταπραϋνης, ο Θεός. Ότι ιδού οι εχθροί σου ήχησαν,
και οι μισούντες σε ήραν κεφαλήν. Επί τον λαόν σου κατεπανουργεύσαντο γνώμην και εβουλεύσαντο κατά των
αγίων σου. Είπον· Δεύτε και εξολοθρεύσωμεν αυτούς εξ έθνους, και ου μη μνησθή το όνομα Ισραήλ έτι. Ότι
εβουλεύσαντο εν ομονοία επί το αυτό, κατά σου διαθήκην διέθεντο· τα σκηνώματα των Ιδουμαίων και οι
Ισμαηλίται. Μωάβ και οι Αγαρηνοί, Γεβάλ, και Αμμών, και Αμαλήκ, αλλόφυλοι μετά των κατοικούντων
Τύρον. Και γαρ Ασσούρ συμπαρεγένετο μετ΄αυτών, εγενήθησαν εις αντίληψην τοις υιοίς Λωτ. Ποίησον αυτοίς
ως τη Μαδιάμ και τω Σισάρα, εν τω Ιαβείμ εν τω χειμάρρω Κισσών. Εξωλοθρεύθησαν εν Αενδώρ, εγενήθησαν
ωσεί κόπρος τη γη. Θού τους άρχοντας αυτών ως τον Ωρήβ και Ζήβ και Ζεβεέ και Σαλμανάν· πάντας τους
άρχοντας αυτών, οίτινες είπον· Κληρονομήσωμεν εαυτοίς το αγιαστήριον του Θεού. Ο Θεός μου, θού αυτούς ως
τροχόν, ως καλάμην κατά πρόσωπον ανέμου. Ωσεί πυρ, ό διαφλέξει δρυμόν, ωσεί φλόξ, ή κατακαύσει όρη. Ούτω
καταδιώξεις αυτούς εν τη καταιγίδι σου, και εν τη οργή σου συνταράξεις αυτούς. Πλήρωσον τα πρόσωπα αυτών
ατιμίας, και ζητήσουσι το όνομα σου, Κύριε. Αισχυνθήτωσαν και ταραχθήτωσαν εις τον αιώνα του αιώνος και
εντραπήτωσαν και απολέσθωσαν. Και γνώτωσαν, ότι όνομα σοι Κύριος, συ μόνος Ύψιστος επί πάσαν την γήν.

«Τις ομοιωθήσετάι σοι»; Δεν είναι ερώτηση αλλά θαυμασμός. Μη μείνεις


άπρακτος, μη σιωπήσεις.
«Οι εχθροί σου», οι εχθροί των Ιουδαίων είναι εχθροί του Θεού.
«Ήραν κεφαλήν», σήκωσαν κεφάλι απειλητικό εναντίον μας, έστησαν
πανούργο συνέδριο, «ου μη μνησθή», να εξαφανιστούν από την γη.
Ποιοι είναι εχθροί του Ισραήλ; Οι Ιδουμαίοι, οι Ισμαηλίτες, οι Μωαβίτες, οι
Αμωρίτες, οι Γεβαληνοί, οι Φιλιστάιοι κ.α
«Κληρονομήσωμεν εαυτοίς»: Ας ταπεινωθούν οι εχθροί του Ισραήλ, τα
εδάφη τους ας περάσουν στα χέρια του Ισραήλ. Η ήττα τους αυτή θα πληρωθεί
τελείως κατά την Μεσσιανική εποχή.

Ψαλμός ογδοηκοστός τρίτος (πγ΄)

436
Ως αγαπητά τα σκηνώματα σου, Κύριε, των δυνάμεων. Επιποθεί και εκλείπει η ψυχή μου εις τας αυλάς του Κυρίου· η καρδία
μου και η σαρξ μου ηγαλλιάσαντο επί Θεόν ζώντα. Και γαρ στρουθίον εύρεν εαυτώ οικίαν και τρυγών νοσσιάν εαυτή, ού θήσει τα νοσσία
εαυτής· τα θυσιαστήρια σου, Κύριε των δυνάμεων, ο Βασιλεύς μου και ο Θεός μου. Μακάριοι οι κατοικούντες εν τω οίκω σου, εις τους αιώνας
των αιώνων αινέσουσι σε. Μακάριος ανήρ, ώ έστιν αντίληψις αυτώ παρά σου· αναβάσεις εν τη καρδία αυτού διέθετο, εις την κοιλάδα του
κλαυθμώνος, εις τον τόπον, ον έθετο. Και γαρ ευλογίας δώσει ο νομοθετών· πορεύσονται εκ δυνάμεως εις δύναμιν, οφθήσεται ο Θεός των
θεών εν Σιών. Κύριε ο Θεός των δυνάμεων, εισάκουσον της προσευχής μου, ενώτισαι ο Θεός Ιακώβ. Υπερασπιστά ημών ιδε, ο Θεός, και
επίβλεψον εις το πρόσωπον του χριστού σου. Ότι κρείσσων ημέρα μία εν ταις αυλαίς σου υπέρ χιλιάδας· εξελεξάμην παραρριπτείσθαι εν τω
οίκω του Θεού μου μάλλον ή οικείν με εν σκηνώμασιν αμαρτωλών. Ότι έλεος και αλήθειαν αγαπά Κύριος ο Θεός, χάριν και δόξαν δώσει·
Κύριος ού στερήσει τα αγαθά τοις πορευομένοις εν ακακία. Κύριε, ο Θεός των δυνάμεων, μακάριος άνθρωπος ο ελπίζων επί σε.

«Ως αγαπητά τα σκηνώματά Σου»: Εκφράζει ο ποιητής μας την αφοσίωσή


του στον Θεό.
«Επιποθεί και εκλείπει», ο ψαλμωδός εκφράζει την επιθυμία του να είναι
εντός του ναού του Θεού «καρδία μου και σαρξ μου», εκεί να κατοικεί ψυχή τε και
σώματι.
«Και γαρ στρουθίον» όχι μόνο οι άνθρωποι είναι ευτυχείς οι οποίοι
εισέρχονται στον ναό «μακάριοι οι κατοικούντες» αλλά και τα πουλιά που χτίζουν
εκεί τις φωλιές τους, ευτυχισμένοι οι ιερείς που διαρκώς κατοικούν εκεί.
«Μακάριος ανήρ ω εστίν αντίληψις»: Μακάριοι είναι και οι ιεραπόδημοι,
δηλαδή οι επισκέπτες του ναού.
«Ευλογίας δώσει ο νομοθετών»: Ο Κύριος θα ευλογήσει τους προσκυνητές
Του.
«Πορεύσονται εκ δυνάμεως»: Οι προσκυνητές, όχι μόνο δεν αποθαρρύνονται
στο δύσκολο ταξίδι τους προς τα Ιεροσόλυμα, αλλά αυξάνει η δύναμή τους όσο
πλησιάζουν.
«Κρείσσων ημέρα μία»: Αντί να ζήσω χιλιάδες μέρες μακριά από τον ναό,
προτιμώ να μείνω στο κατώφλι του ναού, παρά στα παλάτια των αμαρτωλών.
«Έλεος και αλήθεια»: Προτιμώ να είμαι νεωκόρος στον ναό του Κυρίου
διότι εδώ υπάρχει έλεος και αλήθεια.

Ψαλμός ογδοηκοστός τέταρτος (πδ΄)


Ευδόκησας, Κύριε την γην σου, απέστρεψας την αιχμαλωσίαν Ιακώβ. Αφήκας τας ανομίας τω λαώ σου, εκάλυψας πάσας τας
αμαρτίας αυτών. Κατέπαυσας πάσαν την οργήν σου, απέστρεψας απο οργής θυμού σου. Επίστρεψον ημάς, ο Θεός των σωτηρίων ημών, και
απόστρεψον τον θυμόν σου αφ΄ημών. Μή εις τους αιώνας οργισθής ημίν; ή διατενείς την οργήν σου από γενεάς εις γενεάν; Ο Θεός, συ
επιστρέψας ζωώσεις ημάς, και ο λαός σου ευφρανθήσεται επί σοι. Δείξον ημίν, Κύριε, το έλεος σου και το σωτήριον σου δώης ημίν.
Ακούσομαι τί λαλήσει εν εμοί Κύριος ο Θεός· ότι λαλήσει ειρήνην επί τον λαόν αυτού, και επί τους οσίους αυτού και επί τους επιστρέφοντας
καρδίαν επ΄αυτόν. Πλην εγγύς των φοβουμένων αυτόν το σωτήριον αυτού, του κατασκηνώσαι δόξαν εν τη γη ημών. ΄Ελεος και αλήθεια
συνήντησαν, δικαιοσύνη και ειρήνη κατεφίλησαν. Αλήθεια εκ της γης ανέτειλε, και δικαιοσύνη εκ του ουρανού διέκυψε. Και γαρ ο Κύριος
δώσει χρηστότητα, και η γη ημών δώσει τον καρπόν αυτής. Δικαιοσύνη ενώπιον αυτού προπορεύσεται και θήσει εις οδόν τα διαβήματα αυτού.

«Ευδόκησας
Κύριε την γην σου», «απέστρεψας αιχμαλωσίαν»: Επέστρεψες
Κύριε τους αιχμαλώτους απογόνους του Ιακώβ στην πατρίδα τους.
«Εκάλυψας πάσας τας αμαρτίας», «απόστρεψον τον θυμόν σου», διότι τα
δεινά των Ιουδαίων δεν τέλειωσαν ακόμη. θα παρατείνεις την οργή σου »διατενείς
την οργή σου».
«Ο λαός ευφρανθήσεται: Η χαρά του προέρχεται από σένα.
«Ακούσομαι τι λαλήσει»: Ο προφήτης έπαυσε την προσευχή του
περιμένοντας ν’ ακούσει την απάντηση του Κυρίου.
Ο Κύριος απαντά: «εγγύς των φοβουμένων»: Ο Κύριος δίδει τις δωρεές Του
στους πιστούς Του, στους φοβουμένους Του.
«Κατασκηνώσει δόξαν»: Η δόξα Του θα εγκατασταθεί στη γη. Αυτό βρίσκει
τη ολοκλήρωσή του στην Μεσσιανική εποχή.
«Αλήθεια εκ γης ανέτειλε»: Η αλήθεια θα ανθίζει πλούσια στη γη μας όπως
το χορτάρι. Αλήθεια είναι ο Μεσσίας.
«Δικαιοσύνη εκ του ουρανού διέκυψε»: Η δικαιοσύνη κύπτει εκ του ουρανού
προς τη γη.

437
«Θήσει εις οδόν»: Τα βήματά Του θα γίνουν οδοί που θα βαδίσουν οι
ακολουθούντες Αυτόν.

Ψαλμός ογδοηκοστός πέμπτος (πε΄)


Κλίνον, Κύριε, το ούς σου, και επάκουσον μου, ότι πτωχός και πένης ειμί εγώ. Φύλαξον την ψυχήν μου, ο Θεός μου, τον
ελπίζοντα επί σε. Ελέησον με, Κύριε, ότι προς σε κεκράξομαι όλην την ημέραν. Εύφρανον την ψυχήν του δούλου σου, ότι προς σε ήρα την
ψυχήν μου. Ότι συ, Κύριε, χρηστός και επιεικής και πολυέλεος πάσι τοις επικαλουμένοις σε. Ενώτισαι, Κύριε, την προσευχήν μου και
πρόσχες τη φωνή της δεήσεως μου. Εν ημέρα θλίψεως μου εκέκραξα προς σε, ότι επήκουσας μου. Ούκ έστιν όμοιος σοι εν θεοις, Κύριε, και
ουκ έστι κατά τα έργα σου. Πάντα τα έθνη, όσα εποίησας, ήξουσι και προσκυνήσουσιν ενώπιον σου, Κύριε, και δοξάσουσι το όνομα σου. Ότι
μέγας εί συ και ποιών θαυμάσια· συ εί Θεός μόνος. Οδήγησον με, Κύριε, εν τη οδώ σου, και πορεύσομαι εν τη αληθεία σου· ευφρανθήτω η
καρδία μου του φοβείσθαι το όνομα σου. Εξομολογήσομαι σοι, Κύριε, ο Θεός μου, εν όλη καρδία μου και δοξάσω το όνομα σου εις τον αιώνα.
Ότι το έλεος σου μέγα επ΄εμέ και ερρύσω την ψυχήν μου εξ άδου κατωτάτου. Ο Θεός, παράνομοι επανέστησαν επ΄εμέ και συναγωγή
κραταιών εζήτησαν την ψυχήν μου, και ού προέθεντο σε ενώπιον αυτών. Και συ, Κύριε ο Θεός μου, οικτίρμων και ελεήμων, μακρόθυμος και
πολυέλεος και αληθινός. Επίβλεψον επ΄εμέ και ελέησον με· δός το κράτος σου τω παιδί σου και σώσον τον υιόν της παιδίσκης σου. Ποίησον
μετ΄εμού σημειον εις αγαθόν, και ιδέτωσαν οι μισούντες με και αισχυνθήτωσαν· ότι συ, Κύριε, εβοήθησάς μοι και παρεκάλεσας με.

«Κλίνον Κύριε» «ότι όσιος ειμί»: Είμαι άγιας διότι εσύ με αγίασες αφού εγώ
αφιερώθηκα σε σένα.
«Προς Σε κεκράξομαι όλην την ημέραν»: Πρέπει να εισακουσθεί διότι όλη
την ημέρα προσεύχεται.
«Χρηστός και επιεικής»: Πρέπει να εισακουσθεί διότι ο Θεός του είναι
πολυεύσπλαχνος.
«Εκέκραξα»: Και άλλοτε με άκουσες, θα με ακούσεις και τώρα.
«Ουκ έστιν όμοιός σοι»: Είναι ο μόνος πραγματικός Θεός.
«Πάντα τα έθνη»: Τα έθνη θα τον αναγνωρίσουν και θα τον προσκυνήσουν.
«Οδήγησόν με εν οδώ σου»: Τότε θα βαδίσω τον αληθή δρόμο, όταν εσύ θα
με οδηγήσεις εκεί.
«Δος το κράτος τω παιδί σου»: Ως “κράτος” εννοεί την δύναμη αντιστάσεως
εναντίον των εχθρών του.
«Σώσον τον υιόν της παιδίσκης σου»: “Παιδίσκη” του Θεού είναι η μητέρα
του Δαυίδ και αυτός υιός της δούλης αυτής.
«Ποίησον… σημείον»: Παρακαλεί να δει ένα θαύμα του Θεού προς ωφέλειά
του «εις αγαθόν».

Ψαλμός ογδοηκοστός έκτος (πστ΄)

Οι θεμέλιοι αυτού εν τοις όρεσι τοις αγίοις. Αγαπά Κύριος τας πύλας Σιών, υπέρ πάντα τα σκηνώματα Ιακώβ. Δεδοξασμένα
ελαλήθη περί σου, η πόλις του Θεού. Μνησθήσομαι Ραάβ και Βαβυλώνος τοις γινώσκουσι με· και ιδού αλλόφυλοι, και Τύρος και λαός των
Αιθιόπων, ούτοι εγενήθησαν εκεί. Μήτηρ Σιών ερεί άνθρωπος, και άνθρωπος εγενήθη εν αυτή, και αυτός εθεμελίωσεν αυτήν ο Ύψιστος.
Κύριος διηγήσεται εν γραφή λαών και αρχόντων τούτων των γεγενημένων εν αυτή. Ως ευφραινομένων πάντων η κατοικία εν σοι.

«Οι θεμέλιοι αυτού»: Ο ποιητής βρίσκεται βυθισμένος σε εκστατικό όραμα.


«Εν τοις όρεσιν τοις αγίοις»: Η Σιών.
«Σκηνώματα Ιακώβ»: Και τις άλλες πόλεις του Ισραήλ τις αγαπά ο ποιητής,
όχι όμως τόσο, όσο τη Σιών.
«Δεδοξασμένα ελαλήθη περί σου»: Τι ελαλήθη; Ότι η Ιερουσαλήμ θα γίνει
«πόλις Θεού»
«Αλλόφυλοι και Τύρος και λαός Αιθιόπων» Όλοι αυτοί θα γίνουν χριστιανοί.
«Μήτηρ Σιών ερεί άνθρωπος»: Η Σιών είναι πνευματική μητρόπολη όλων
των ανθρώπων.
«Άνθρωπος εγεννήθη εν αυτή»: Όχι μόνο οι Ιουδαίοι, αλλά όλοι οι άνθρωποι
αναγεννιούνται πνευματικά στην Ιερουσαλήμ.

438
Ψαλμός ογδοηκοστός έβδομος (πζ΄)

Κύριε, ο Θεός της σωτηρίας μου, ημέρας εκέκραξα και εν νυκτί εναντίον σου. Εισελθέτω ενώπιον σου η προσευχή μου, κλίνον το
ους σου εις την δέησιν μου. Ότι επλήσθη κακών η ψυχή μου, και η ζωή μου τω άδη ήγγισε. Προσελογίσθην μετά των καταβαινόντων εις
λάκκον, εγενήθην ωσεί άνθρωπος αβοήθητος, εν νεκροίς ελεύθερος. Ωσεί τραυματίαι καθεύδοντες εν τάφω, ων ούκ εμνήσθης έτι, και αυτοί εκ
της χειρός σου απώσθησαν. ΄Εθεντο με εν λάκκω κατωτάτω, εν σκοτεινοίς και εν σκιά θανάτου. Επ΄εμέ επεστηρίχθη ο θυμός σου, και
πάντας τους μετεωρισμούς σου επήγαγες επ΄εμέ. Εμάκρυνας τους γνωστούς μου απ΄εμού, έθεντο με βδέλυγμα εαυτοίς. Παρεδόθην, και ούκ
εξεπορευόμην· οι οφθαλμοί μου ησθένησαν από πτωχείας. Εκέκραξα προς σε, Κύριε, όλην την ημέραν, διεπέτασα προς σε τας χείρας μου. Μή
τοις νεκροίς ποιήσεις θαυμάσια; ή ιατροί αναστήσουσι, και εξομολογήσονται σοι; Μη διηγήσεται τις εν τω τάφω το έλεος σου και την
αλήθειαν σου εν τη απωλεία; Μη γνωσθήσεται εν τω σκότει τα θαυμάσια σου και η δικαιοσύνη σου εν γη επιλελησμένη; Καγώ προς σε,
Κύριε, εκέκραξα, και το πρωί η προσευχή μου προφθάσει με. Ινατί, Κύριε, απωθείς την ψυχήν μου, αποστρέφεις το πρόσωπον σου απ΄εμού;
Πτωχός ειμί εγώ και εν κόποις εκ νεότητος μου·. υψωθείς δε εταπεινώθην και εξηπορήθην. Επ΄εμέ διήλθον αι οργαί σου, οι φοβερισμοί σου
εξετάραξαν με· εκύκλωσαν με ωσεί ύδωρ, όλην την ημέραν περιέσχον με άμα. Εμάκρυνας απ΄εμού φίλον και πλησίον και τους γνωστούς
μου από ταλαιπωρίας.

Ο ψαλμός αυτός είναι ο θλιβερότερος όλων των ψαλμών. Ο ποιητής δε


βρίσκει καμιά διέξοδο. Ομοιάζει με τους θρήνους του Ιώβ.
«Κύριε ο Θεός της σωτηρίας μου»: Αυτός είναι ο μοναδικός λόγος ελπίδας
του ποιητή.
«Εισελθέτω ενώπιόν σου»: Ο ταπεινός ικέτης ζητά ακρόαση.
«Επλήσθη κακών», «η ζωή μου τω άδη ήγγισε»: Ο ικέτης είναι σαν νεκρός.
«Προσελογίσθην μετά των καταβαινόντων»: Δεν θεωρούμαι ζωντανός.
«Άνθρωπος αβοήθητος»
«Εκ της χειρός σου απώσθησον»: Χωρίστηκα από την αγαπητική χείρα του
Κυρίου.
«Επ’ εμέ επεστηρίχθη ο θυμός σου»: Έγινα αντικείμενο θείας οργής.
«Πάντας τους μετεωρισμούς σου επήγαγες επ’ εμέ»: Τα κύματά σου επ’ εμέ
διήλθαν.
«Εμάκρυνας τους γνωστούς μου»: Οι γνωστοί μου απομακρύνθηκαν από
μένα, διότι με σιχάθηκαν.
«Έθεντό με βδέλυγμα εαυτοίς»
«Μη τοις νεκροίς ποιήσεις θαυμάσια»; Τι περιμένεις Κύριε; Στους νεκρούς
είναι ανώφελη η βοήθεια.
«Απωθή την ψυχή μου»: Ο ικέτης προσέρχεται λίαν πρωί στην προσευχή,
εκθέτει την αξιοθρήνητη κατάσταση στην οποία έχει περιέλθει.
«Υψωθείς δε εταπεινώθην»: Υψώθηκε, όμως γρήγορα κατέπεσε.
«Επ’ εμέ αι οργαί σου»: Οι θυμοί του Κυρίου πέρασαν από πάνω μου ως
ηφαίστειο.
«Οι φοβερισμοί σου»: Οι φοβερισμοί του Κυρίου υπήρξαν πολλοί.
«Περιέσχον με άμα»: Από στιγμή σε στιγμή θα τον παρασύρουν.
«Εμάκρυνας φίλον»: Κανείς δεν υπάρχει για να με βοηθήσεις στις τόσες
θλίψεις μου.

Ψαλμός ογδοηκοστός όγδοος (πη΄)

Τα ελέη σου, Κύριε, εις τον αιώνα άσομαι, εις γενεάν και γενεάν απαγγελώ την αλήθειαν σου εν τω στόματι μου. Ότι είπας· Εις
τον αιώνα έλεος οικοδομηθήσεται, εν τοις ουρανοίς ετοιμασθήσεται η αλήθεια σου. Διεθέμην διαθήκην τοις εκλεκτοίς μου, ώμοσα Δαυίδ τω
δούλω σου. Έως του αιώνος ετοιμάσω το σπέρμα σου και οικοδομήσω εις γενεάν και γενεάν τον θρόνον σου. Εξομολογήσονται οι ουρανοί τα
θαυμάσια σου, Κύριε, και την αλήθειαν σου εν εκκλησία αγίων. Ότι τίς εν νεφέλαις ισωθήσεται τω Κυρίω; και τίς ομοιωθήσεται τω Κυρίω εν
υοις Θεού; Ο Θεός, ο ενδοξαζόμενος εν βουλή αγίων, μέγας και φοβερός έστιν επί πάντας τους περικύκλω αυτού. Κύριε ο Θεός των δυνάμεων,
τίς όμοιος σοι; δυνατός εί, Κύριε, και η αλήθεια σου κύκλω σου. Σύ δεσπόζεις του κράτους της θαλάσσης, τον δε σάλον των κυμάτων αυτής σύ
καταπραύνεις. Συ εταπείνωσας ως τραυματίαν υπερήφανον, εν τω βραχίονι της δυνάμεως σου διεσκόρπισας τους εχθρούς σου. Σοί εισίν οι

439
ουρανοί, και σή έστιν η γη· την οικουμένην και το πλήρωμα αυτής σύ εθεμελίωσας. Τον βορράν και την θάλασσαν σύ έκτισας·. Θαβώρ και
Ερμών εν τω ονόματι σου αγαλλιάσονται. Σός ο βραχίων μετά δυναστείας· κραταιωθήτω η χείρ σου, υψωθήτω η δεξιά σου. Δικαιοσύνη και
κρίμα ετοιμασία του θρόνου σου· έλεος και αλήθεια προπορεύσονται προ προσώπου σου· μακάριος ο λαός ο γινώσκων αλαλαγμόν. Κύριε, εν
τω φωτί του προσώπου σου προπορεύσονται και εν τω ονόματι σου αγαλλιάσονται όλην την ημέραν και εν τη δικαιοσύνη σου υψωθήσονται.
Ότι καύχημα της δυνάμεως αυτών συ εί, και εν τη ευδοκία σου υψωθήσεται το κέρας ημών. Ότι του Κυρίου η αντίληψις και του αγίου
Ισραήλ βασιλέως ημών. Τότε ελάλησας εν οράσει τοις υιοίς σου και είπας· εθέμην βοήθειαν επί δυνατόν, ύψωσα εκλεκτόν εκ του λαού μου.
Εύρον Δαυίδ τον δούλον μου, εν ελαίω αγίω μου έχρισα αυτόν. Η γαρ χείρ σου συναντιλήψεται αυτώ και ο βραχίων μου κατισχύσει αυτόν.
Ούκ ωφελήσει εχθρός εν αυτώ, και υιός ανομίας ου προσθήσει του κακώσαι αυτόν. Και συγκόψω από προσώπου αυτού τους εχθρούς αυτού
και τους μισούντας αυτόν τροπώσομαι. Και η αλήθεια μου και το έλεος μου μετ΄αυτού, και εν τω ονόματι μου υψωθήσεται το κέρας αυτού.
Και θήσομαι εν θαλάσση χείρα αυτού και εν ποταμοίς δεξιάν αυτού. Αυτός επικαλέσεται με· Πατήρ μου ει σύ, Θεός μου, και αντιλήπτωρ της
σωτηρίας μου. Καγώ πρωτότοκον θήσομαι αυτόν, υψηλόν παρά τοις βασιλεύσι της γης. Εις τον αιώνα φυλάξω αυτώ το έλεος μου, και η
διαθήκη μου πιστή αυτώ. Και θήσομαι εις τον αιώνα του αιώνος το σπέρμα αυτού και τον θρόνον αυτού εις τας ημέρας του ουρανού. Εάν
εγκαταλίπωσιν οι υιοί αυτού τον νόμον μου και τοις κρίμασι μου μη πορευθώσι, εάν τα δικαιώματα μου βεβηλώσωσι και τας εντολάς μου μή
φυλάξωσι, επισκέψομαι εν ράβδω τας ανομίας αυτών και εν μάστιξι τας αδικίας αυτών. Το δε έλεος μου ου μη διασκεδάσω απ΄αυτών, ουδ΄ού
μη αδικήσω εν τη αληθεία μου. Ουδ΄ού μη βεβηλώσω την διαθήκην μου και τα εκπορευόμενα δια των χειλέων μου ού μη αθετήσω. ΄Απαξ
ώμοσα εν τω αγίω μου, εί τω Δαυίβ ψεύσομαι. Το σπέρμα αυτού εις τον αιώνα μενεί και ο θρόνος αυτού, ως ο ήλιος εναντίον μου και ως η
σελήνη κατηρτισμένη εις τον αιώνα· και ο μάρτυς εν ουρανώ πιστός. Σύ δε απώσω και εξουδένωσας, ανεβάλου τον χριστόν σου.
Κατέστρεψας την διαθήκην του δούλου σου, εβεβήλωσας εις την γην το αγίασμα αυτού. Καθείλες πάντας τους φραγμούς αυτού, έθου τα
οχυρώματα αυτού δειλίαν. Διήρπαζον αυτόν πάντες οι διοδεύοντες οδόν, εγενήθη όνειδος τοις γείτοσιν αυτού. Ύψωσας την δεξιάν των
θλιβόντων αυτόν, εύφρανας πάντας τους εχθρούς αυτού. Απέστρεψας την βοήθειαν της ρομφαίας αυτού και ούκ αντελάβου αυτού εν τω
πολέμω. Κατέλυσας από καθαρισμού αυτού, τον θρόνον αυτού εις την γην κατέρραξας. Εσμίκρυνας τας ημέρας του χρόνου αυτού, κατέχεας
αυτού αισχύνην. Έως πότε, Κύριε, αποστρέφη εις τέλος; εκκαυθήσεται ως πύρ η οργή σου; Μνήσθητι τίς μου η υπόστασις· μη γαρ ματαίως
έκτισας πάντας τους υιούς των ανθρώπων; Τίς έστιν άνθρωπος, ος ζήσεται, και ούκ όψεται θάνατον; ρύσεται την ψυχήν αυτού εκ χειρός
άδου; Πού είσι τα ελέη σου τα αρχαία, Κύριε, ά ώμοσας τω Δαυίδ εν τη αλήθεια σου; Μνήσθητι, Κύριε, του ονειδισμού των δούλων σου, ού
υπέσχον εν τω κόλπω πολλών εθνών. Ου ωνείδισαν οι εχθροί σου, Κύριε, ού ωνείδισαν το αντάλλαγμα του χριστού σου. Ευλογητός Κύριος
εις τον αιώνα. Γένοιτο. Γένοιτο.

«Ελέη σου… αλήθειά σου»: Ο Θεός είναι αλήθεια, είναι αξιόπιστος.


«Εν τω στόματί μου»: Αυτό δημόσια θα το διακηρήξω», «ότι είπας»: ότι
υποσχέθηκες «ετοιμασθήσεται η αλήθειά σου»: Από τον ουρανό είναι αυτή η
αλήθεια, είναι αδιάφθορη και γι’ αυτό αποτελεί «Διαθήκη».
«Ώμοσα τω Δαυίδ»: Είχε δώσει ο Θεός υπόσχεση στον Δαυίδ, ότι η βασιλεία
Του θα είναι αιώνια.
«Ενδοξαζόμενος εν βουλή αγίων»: Οι ουράνιοι άγγελοι είναι η «βουλή των
αγίων» οι οποίοι δοξάζουν αδιάλειπτα τον Θεό, αλλά επιγείως ο Θεός δοξάζεται από
τους αγίους Του, τους φοβουμένους τον Θεό.
«Συ δεσπόζεις του κράτους», «το δε σάλον… συ καταπραύνεις»: Ο Κύριος
είπε «πεφίμωσο» στα κύματα της θαλάσσης και εκείναν έπαυσαν.
Όλη η οικουμένη παραδέχεται τη «δικαιοσύνη και κρίμα»: Δικαιοσύνη είναι
το σύνολο των αρχών του δικαίου και «κρίμα» η εφαρμογή αυτών.
«Κύριε… εν τω φωτί σου πορεύσομαι»: Ο λαός του Ισραήλ είναι μακάριος,
διότι θα τύχει της ευλογίας του Κυρίου.
«Ελάλησας εν οράσει»: Μίλησες προφητικώς.
«Έλαβε Σαμουήλ το κέρας του ελαίου και έχρισεν αυτόν»: Η ανάδειξη του
Δαυίδ σε βασιλιά.
«Αυτός επικαλέσεταί με»: Αμοιβαία συμφωνία Θεού-Δαυίδ «πατήρ μου ει
συ», «θήσομαι αυτόν υψηλόν παρά τοις βασιλέυσι της γης»: Πότε όμως υπήρξε ο
Δαυίδ βασιλέας άλλων λαών; Ο στίχος αυτός εφαρμόζεται στον Κύριο ημών Ιησού
Χριστό.
«Εις τον αιώνα το έλεός μου: Ιδού η αιωνιότης του θρόνου του Δαυίδ.
«Η διαθήκη μου πιστή»: Η υπόσχεση αυτή του Κυρίου δεν πρόκειται να
καταργηθεί.
«Εις τον αιώνα… το σπέρμα αυτού»: Ο θρόνος του Θεού θα διαιωνιστεί διά
του Χριστού. Ως πότε; «Ως της ημέρας του ουρανού», όσο διαρκεί ο ουρανός!
«Εάν εγκαταλίπωσιν»: Τι θα γίνει όμως αν οι απόγονοι του Δαυίδ παραβούν
τον νόμο; «Αδικήσω εν τη αληθεία»: Δεν θα προδόσω την αλήθεια, δεν θα αθετήσω
την υπόσχεσή μου «αν μη βεβηλώσω», αν ακύρωνε τις υποσχέσεις Του ο Θεός αυτό
θα ήταν βεβήλωση.
«Άπαξ ώμοσα»: Άπαξ και διαπαντός ορκίστηκε. Που; «Εν τω αγίω μου»
στην αγιότητά Του.
440
«Συ δε»: Εν αντιθέσει όμως με τις υποσχέσεις Του «απώσω, εξουδένωσας,
ανεβάλω», τρεις λέξεις που δηλώνουν την παρούσα κατάσταση. Οι γειτονικοί λαοί
τώρα τους περιγελούν.
«Ύψωσον την δεξιάν»: Αντί να πολεμήσει ο Κύριος τους εχθρούς τους, τους
ενίσχυσε. «Τον θρόνον αυτού»: Όχι μόνο το στέμμα Του κυλίστηκε στην γη, αλλά ο
θρόνος Του διά τον οποίο τόσο είχε υποσχεθεί.
«Έως πότε Κύριε»: Τολμηρή στροφή προς τον Κύριο.
«Ματαίως»: Φευγαλέα είναι η ζωή μας, το ίδιο και οι υποσχέσεις Σου;
«Που εστί τα έλεη σου»: Αυτή η ερώτηση αποτελεί το ζητούμενο του
ψαλμού. Λησμόνησες Κύριε τις υποσχέσεις Σου;
Ο ποιητής τα λέει όλα αυτά για να κινήσει το έλεος του Θεού.

Ψαλμός ογδοηκοστός ένατος (πθ΄)

Κύριε, καταφυγή εγενήθης ημίν εν γενεά και γενεά. Προ του όρη γενηθήναι και πλασθήναι την γην και την οικουμένην, και από
του αιώνος και έως του αιώνος συ ει. Μή αποστρέψης άνθρωπον εις ταπείνωσιν και είπας· Επιστρέψατε υιοί των ανθρώπων. Ότι χίλια έτη
εν οφθαλμοίς σου, Κύριε, ως ημέρα η εχθές, ήτις διήλθε, και φυλακή εν νυκτί. Τα εξουδενώματα αυτών έτη έσονται, το πρωί ωσεί χλόη
παρέλθοι. Το πρωί ανθήσαι και παρέλθοι, το εσπέρας αποπέσοι, σκληρυνθείη και ξηρανθείη. Ότι εξελίπομεν εν τη οργή σου και εν τω θυμώ
σου εταράχθημεν. ΄Εθου τας ανομίας ημών εναντίον σου· ο αιών ημών εις φωτισμόν του προσώπου σου. Ότι πάσαι αι ημέραι ημών εξέλιπον,
και εν τη οργή σου εξελίπομεν· τα έτη ημών ωσεί αράχνη εμελέτων. Αι ημέραι των ετών ημών εν αυτοίς εβδομήκοντα έτη, εάν δε εν
δυναστείαις, ογδοήκοντα έτη, και το πλείον αυτών κόπος και πόνος· ότι επήλθε πραότης εφ΄ ημάς και παιδευθησόμεθα. Τίς γινώσκει το
κράτος της οργής σου; και από του φόβου σου τον θυμόν σου εξαριθμήσασθαι; Την δεξιάν σου ούτω γνώρισον μοι και τους πεπαιδευμένους τη
καρδία εν σοφία. Επίστρεψον, Κύριε, έως πότε; και παρακλήθητι επί τοις δούλοις σου. Ενεπλήσθημεν το πρωί του ελέους σου, Κύριε, και
ηγαλιασσάμεθα και ευφράνθημεν. Εν πάσαις ταις ημέραις ημών ευφρανθείημεν· ανθ΄ων ημερών εταπείνωσας ημάς, ετών, ών είδομεν κακά.
Και ίδε επί τους δούλους σου και επί τα έργα σου και οδήγησον τους υιούς αυτών. Και έστω η λαμπρότης Κυρίου του Θεού ημών εφ΄ ημάς,
και τα έργα των χειρών ημών κατεύθυνον εφ΄ ημάς και το έργο των χειρών ημών κατεύθυνον.

«Προσευχή του Μωυσή ανθρώπου του Θεού»: Είναι ο αρχαιότερος ψαλμός


τον οποίο έγραψε ο Μωυσής.
«Κύριε καταφυγή»: Ο Κύριος είναι καταφυγή «εν γενεάν και γενεά»
«Προ του όρη γεννηθήναι… συ ει»: Άναρχος ο Θεός.
«Μη αποστρέψης άνθρωπον εις»: Ο ποιητής παρακαλεί τον θεό να μην
επιτρέψει σε άνθρωπο να αμαρτήσει και έτσι να ταπεινωθεί περισσότερο ο
ισραηλιτικός λαός.
«Ότι χίλια έτη»: Τα χρόνια σου Κύριε δεν θα λιγοστεύσουν αν μας δώσεις
λίγα για να ζήσουμε.
«Ως η ημέρα η εχθές»: Η χθεσινή ημέρα πέρασε, όμως η μνήμη της υπάρχει.
«Φυλακή εν νυκτί»: Φυλακή νυκτός είναι η τετράωρη χρονική διάρκεια κατά
την οποία αγρυπνούν οι νυχτοφύλακες. Επομένως τα χίλια έτη της ζωής μας είναι
όχι μόνο σαν μια μέρα , αλλά σε τέσσερις ώρες νυχτερινές που αγρυπνούν οι
νυχτοφύλακες.
Των ωρών αυτών ουδεμία ανάμνηση υπάρχει διότι οι άλλοι άνθρωποι
κοιμούνται.
«Τα εξουδενώματα αυτών έτη έσονται»: Τα έτη της ζωής μας δεν είναι μόνο
πρόσκαιρα, αλλά και εξουδενώματα.
Οι Εβραίοι θερίστηκαν διά του θανάτου. Γιατί; «Ότι εξελίπομεν εν τη οργή
σου».
«Ο αιών ημών»: «Αιών είναι η ζωή μας, οι κακίες μας «εις φωτισμόν» «υπό
το φως του προσώπου σου».
«Πάσαι αι ημέραι ημών εξέλιπον»
«Τα έτη ημών ωσεί αράχνη εμελέτων»: Τα σχέδιά μας για την
σταθεροποίηση της ζωής μας είναι εύθραυστη όπως ο ιστός της αράχνης.

441
«Εβδομήκοντα έτη»: Ο μέσος όρος ζωής εκείνη την εποχή ήταν 70 έτη. Οι
δυνατές κράσεις επιζούσαν ως 80 έτη «και το πλείον αυτών κόπος και πόνος».
«Επήλθε πραότης»= κατάπτωση των σωματικών και πνευματικών δυνάμεων.
«Τις γινώσκει το κράτος της οργής σου»: Ολίγοι δυστυχώς μελετούν και
γνωρίζουν το μέγα θυμό του Θεού.
«Την δεξιάν σου ούτω γνώρισόν μοι»: Ο ποιητής παρακαλεί τον Θεό να
κάνει αισθητή σ’ αυτόν την τιμωρό δεξιά Του, ώστε να παραδειγματιστούν και να
συνέλθουν και οι υπόλοιποι. Ο φόβος του Θεού είναι η βάση και η αρχή πάσης
σοφίας.
«Επίστρεψον… έως πότε»;
«Ανθ’ ων ημερών»: Ο ποιητής ζητά από τον Θεό να έρθουν ημέρες χαράς για
τους Ιουδαίους.
«Ίδε επί τους δούλους σου.. έργα σου»: Η αγάπη του Θεού ας είναι πάνω
μας.
«Τα έργα των χειρών ημών κατεύθυνον»: Φέρε σε επιτυχία τα έργα των
χειρών μας.

Ψαλμός ενενηκοστός (μ΄)


Ο κατοικών εν βοηθεία του Υψίστου, εν σκέπη του Θεού του ουρανού αυλισθήσεται. Ερεί τω Κυρίω· Αντιλήπτωρ μου ει και
καταφυγή μου, ο Θεός μου, και ελπιώ επ΄ αυτόν. Ότι αυτός ρύσεται σε εκ παγίδος θηρευτών και από λόγου ταραχώδους. Εν τοις μεταφρένοις
αυτού επισκιάσει σοι, και υπό τας πτέρυγας αυτού ελπιείς· όπλω κυκλώσει σε η αλήθεια αυτού. Ού φοβηθήσει από φόβου νυκτερινού, από
βέλους πετομένου ημέρας, από πράγματος εν σκότει διαπορευομένου, από συμπτώματος και δαιμονίου μεσημβρινού. Πεσείται εκ του κλίτους
σου χιλιάς και μυριάς εκ δεξιών σου, προς σε δε ούκ εγγιεί. Πλήν τοις οφθαλμοίς σου κατανοήσεις και ανταπόδοσιν αμαρτωλών όψει. Ότι συ
Κύριε η ελπίς μου· τον Ύψιστον έθου καταφυγήν σου. Ού προσελεύσεται προς σε κακά, και μάστιξ ούκ εγγιεί εν τω σκηνώματί σου. Ότι τοις
αγγέλοις αυτού εντελείται περί σου, του διαφυλάξαι σε εν πάσαις ταις οδοίς σου. Επί χειρών αρούσι σε, μήποτε προσκόψης προς λίθον τον
πόδα σου. Επί ασπίδα και βασιλίσκον επιβήση και καταπατήσεις λέοντα και δράκοντα. Ότι επ΄ εμέ ήλπισε και ρύσομαι αυτόν, σκεπάσω
αυτόν, ότι έγνω το όνομα μου. Κεκράξεται προς με, και επακούσομαι αυτού· μετ΄ αυτού είμι εν θλίψει, εξελούμαι αυτόν, και δοξάσω αυτόν.
Μακρότητα ημερών εμπλήσω αυτόν και δείξω αυτώ το σωτήριόν μου.

«Ο κατοικών εν βοηθεία»- «αυλισθήσεται»


«Ερεί τω Κυρίω»: Θα πω στον Κύριο.
«Εν τοις μεταφρένοις» “Μετάφρενον” είναι το πάνω μέρος της ράχης. Στη ράχη του
Θεού θα «ταξιδέψουμε» το ταξίδι της ζωής.
«Η αλήθεια αυτού»: Είναι η καλύτερη ασφάλεια του πιστού.
«Από βέλους πετομένου», «από φόβο νυχτερινού»: Οι κίνδυνοι της νύχτας
γενικώς είναι τρομερότεροι από της ημέρας.
«Από πράγματος εν σκότι»: Αυτό μπορεί να είναι ένα πρόσωπο ή κάτι το
υπερφυσικό.
«Συμπτώματος δαιμονίου μεσημβρινού»: Τα ορμητικότερα πονηρά πνεύματα
τολμούν και επιτίθενται όχι κρυφίως, αλλά φανερά μέρα μεσημέρι. Ο Θεός μας
απαλλάσσει από συμτώματα ακηδίας δηλαδή δαιμόνια μεσημβρινά.
«Πεσείται εκ του κλίτους σου χιλιάς»: Δηλαδή προς τα αριστερά. Τι θα
πέσει; Χίλιες προσβολές «προς σε δε ουκ εγγιεί»: Δε θα φτάσει όμως το κακό
«μυριάς εκ δεξιών».
«Τοις αγγέλοις αυτού»: Ο Θεός θα στείλει φύλακες άγγελους στους
ανθρώπους.
«Επί χειρών αρούσι σε»: Μεγάλη η προσοχή των αγγέλων όταν φυλάσσουν
ανθρώπους.
«Προσκόψης προς λίθον τον πόδα σου»: Το αποτέλεσμα της προστασίας των

442
αγγέλων είναι ότι ο άνθρωπος δεν θα πάθει ούτε τον πραγματικό τραυματισμό.
«Επί ασπίδα και βασιλίσκον»: Πρόκειται για δύο δηλητηριώδη φίδια.
«Επιβήση»: Θα τα πατήσεις χωρίς να πάθεις τίποτα. Το ίδιο είπε και ο
Κύριος: «Ιδού δέδωκα υμίν εξουσίαν του πατείν επάνω όφεων και σκορπίων».
Συμπέρασμα: Ο Θεός είναι η προστασία, το στήριγμα, αρκεί ο άνθρωπος να
του δείξει εμπιστοσύνη.

Ψαλμός ενενηκοστός πρώτος (μα΄)

Αγαθόν το εξομολογείσθαι τω Κυρίω και ψάλλειν τω ονόματι σου, Ύψιστε. Του αναγγέλλειν το πρωί το έλεος σου και την
αλήθειαν σου κατά νύκτα, εν δεκαχόρδω ψαλτηρίω μετ΄ ωδής εν κιθάρα. Ότι εύφρανας με, Κύριε, εν τοις ποιήμασι σου και εν τοις έργοις
των χειρών σου αγαλλιάσομαι. Ως εμεγαλύνθη τα έργα σου Κύριε· σφόδρα εβαθύνθησαν οι διαλογισμοί σου. Ανήρ άφρων ου γνώσεται και
ασύνετος ού συνήσει ταύτα. Εν τω ανατείλαι αμαρτωλούς ωσεί χόρτον και διέκυψαν πάντες οι εργαζόμενοι την ανομίαν. ΄Οπως αν
εξολοθρευθώσιν εις τον αιώνα του αιώνος. Συ δε Ύψιστος εις τον αιώνα, Κύριε. Ότι ιδού οι εχθροί σου, Κύριε, ότι ιδού οι εχθροί σου
απολούνται και διασκορπισθήσονται πάντες οι εργαζόμενοι την ανομίαν. Και υψωθήσεται ως μονοκέρωτος το κέρας μου και το γήρας μου εν
ελαίω πίονι. Και επείδεν ο οφθαλμός μου εν τοις εχθροίς μου και εν τοις επανισταμένοις επ΄ εμέ πονηρευομένοις ακούσεται το ούς μου. Δίκαιος
ως φοίνιξ ανθήσει και ωσεί κέδρος η εν τω Λιβάνω πληθυνθήσεται. Πεφυτευμένοι εν τω οίκω Κυρίου, εν ταις αυλαίς του Θεού ημών
εξανθήσουσιν. Ότι πληθυνθήσονται εν γήρει πίονι και ευπαθούντες έσονται, του αναγγείλαι ότι ευθύς Κύριος ο Θεός ημών και ούκ έστιν
αδικία εν αυτώ.

Λειτουργικός ψαλμός:
«Αγαθόν το εξομολογείσθαι»: Ευχάριστο και ωφέλιμο είναι κανείς να
υμνολογεί τον Θεό.
«Το πρωί το έλεός σου και την αλήθειά σου»: Το έλεος του Κυρίου είναι η
καλοσύνη Του και η αλήθεια.
«Εύφρανάς με… εν τοις ποιήμασί Σου»: Τα δημιουργήματα του Θεού
ευφραίνουν την ψυχή του ανθρώπου.
«Εβαθύνθησαν οι διαλογισμοί σου»: Η σοφία Σου έχει ανεξερεύνητο βάθος.
«Ανήρ άφρων»: Ο αρνούμενος την Θεία Πρόνοια.
«Ον γνώσεται»: Ο ασεβής αδιαφορεί για την φύση και τα όμορφα θεάματα
που προσφέρει.
«Εν τω ανατείλε αμαρτωλούς ωσεί χόρτον»: Οι αμαρτωλοί έχουν εφήμερη
ευτυχία.
«Συ δε Ύψιστος»: Ακόμη και όταν οι αμαρτωλοί βρίσκονται στον ύψιστο
βαθμό της δύναμής τους, ο Κύριος είναι ο κυρίαρχός τους.
«Διασκορπησθήσονται»: Οι εχθροί του Θεού θα διαλυθούν.
«Υψωθήσεται ως μονόκερος»: Το κέρας είναι η δύναμις
«Εν ελαίω πίονι»: Το πιο παχύ λάδι. Χάρη λοιπόν στον Θεό τα γηρατειά θα
ανακαινισθούν: «Ως αετού η νεότης σου».
«Ως φοίνιξ ανθήσει»: Ο φοίνικας είναι ψηλό φυτό, πάντοτε πράσινο με
άφθονους καρπούς. Έτσι και ο δίκαιος θα είναι αειθαλής, ψηλός, καρποφόρος.
«Ωσεί η κέδρος»: Ο ακατάβλητος όγκος και η ζωτικότητα του δικαίου.
«Πεφυτευμένος εν οίκω»: Όλοι οι ισραηλίτες είναι φυτεμένοι επί ιερού
εδάφους.
«Εν γήρει πίονι»: Δηλώνεται η γονιμότητα της γεροντικής ηλικίας των
δικαίων.
«Ευπαθούντες έσονται»: Τα γηρατειά αντί να τους μαράνουν, θα τους
ενισχύσουν.

Ψαλμός ενενηκοστός δεύτερος (μβ΄)

443
Ο Κύριος εβασίλευσεν, ευπρέπειαν ενεδύσατο· ενεδύσατο Κύριος δύναμιν και περιεζώσατο· και γαρ εστερέωσε την οικουμένην,
ήτις ού σαλευθήσεται. ΄Ετοιμος ο θρόνος σου από τότε, από του αιώνος συ εί. Επήραν οι ποταμοί, Κύριε, επήραν οι ποταμοί φωνάς αυτών·
αρούσιν οι ποταμοί επιτρίψεις αυτών, από φωνών υδάτων πολλών. Θαυμαστοί οι μετεωρισμοί της θαλάσσης, θαυμαστός εν υψηλοίς ο
Κύριος. Τα μαρτύρια σου επιστώθησαν σφόδρα· τω οίκω σου πρέπει αγίασμα Κύριε, εις μακρότητα ημερών.

Ο ψαλμός αυτός είναι αφιερωμένος στην ημέρα του προσαββάτου, δηλαδή


την ημέρα κατά την οποία ολοκληρώθηκε η δημιουργία του κόσμου.
«Ο Κύριος εβασίλευσε»: Αυτή είναι η κεντρική ιδέα του ψαλμού. Η βασιλεία
του Θεού έχει εγκατασταθεί οριστικά στη γη.
«Ευπρέπεια ενεδύσατο»: Την μεγαλόπρειά Του την έχει ως ένδυμά Του.
«Ενεδύσατο Κύριος δύναμιν και περιεζώσατο»: Πρέπει όμως ένας Βασιλεύς
να επιβάλλει σεβασμό εντός και εκτός του κράτους του.
«Εστερέωσε την οικουμένη»: Ομιλεί περί του πνευματικού κόσμου κατά την
εποχή του Μεσσία. Τότε οι ηθικοί νόμοι θα είναι ακατάλυτοι.
«Έτοιμος ο θρόνος σου»: Ο θρόνος του θεοκρατικού βασιλείου δεν θα
ανατραπεί, διότι θα είναι αιώνιος.
«Επήραν οι ποταμοί»: Ποταμοί είναι οι εχθροί του Θεού.
«Μετεωρισμοί της θαλάσσης»: Τα τεράστια κύματα είναι μικρά, «εν
υψηλοίς» μπροστά στο ύψος του Θεού.
«Τα μαρτύριά σου επιστώθησαν»: Οι προφητείες Σου αποδείχθηκαν
αληθινές.
«Το οίκω σου πρέπει αγίασμα»: Αφού ο Κύριος είναι άγιος, οι ισραηλίτες
που πλησιάζουν το Θείο ανάκτορο πρέπει να είναι άγιοι.
«Εις μακρότητα ημερών»: Πάντοτε να είναι άγιοι.

Ψαλμός ενενηκοστός τρίτος (μγ΄)


Θεός εκδικήσεων Κύριος· Θεός εκδικήσεων επαρρησιάσατο. Υψώθητι ο κρίνων την γην, απόδος ανταπόδοσιν τοις υπερηφάνοις.
΄Εως πότε αμαρτωλοί, Κύριε, έως πότε αμαρτωλοί καυχήσονται; Φθέγξονται και λαλήσουσιν αδικίαν, λαλήσουσι πάντες οι εργαζόμενοι την
ανομίαν; Τον λαόν σου, Κύριε, εταπείνωσαν και την κληρονομίαν σου εκάκωσαν. Χήραν και ορφανόν απέκτειναν και προσήλυτον
εφόνευσαν. Και είπον· Ούκ όψεται Κύριος, ουδέ συνήσει ο Θεός· του Ιακώβ. Σύνετε δη άφρονες εν τω λαώ· και μωροί ποτέ φρονήσατε. Ο
φυτεύσας το ούς ουχί ακούει; ή ο πλάσας τον οφθαλμόν ουχί κατανοεί; Ο παιδεύων έθνη ούχί ελέγξει; ο διδάσκων άνθρωπον γνώσιν; Κύριος
γινώσκει τους διαλογισμούς των ανθρώπων ότι εισί μάταιοι. Μακάριος άνθρωπος, όν άν παιδεύσης, Κύριε και εκ του νόμου σου διδάξης
αυτόν. Του πραϋναι αυτόν αφ΄ ημερών πονηρών, έως ου ορυγή τω αμαρτωλώ βόθρος. Ότι ούκ απώσεται Κύριος τον λαόν αυτού και την
κληρονομίαν αυτού ούκ εγκαταλείψει. ΄Εως ου δικαιοσύνη επιστρέψη εις κρίσιν και εχόμενοι αυτής πάντες οι ευθεις τη καρδία. Τίς
αναστήσεται μοι επί πονηρευομένοις; ή τις συμπαραστήσεται μοι επί τοις εργαζομένοις την ανομίαν; Ει μή ότι Κύριος εβοήθησε μοι, παρά
βραχύ παρώκησε τω άδη η ψυχή μου. Εί έλεγον· Σεσάλευται ο πούς μου, το έλεος σου, Κύριε, εβοήθει μοι. Κύριε, κατά το πλήθος των
οδυνών μου εν τη καρδία μου αι παρακλήσεις σου εύφραναν την ψυχήν μου. Μή συμπροσέστω σοι θρόνος ανομίας, ο πλάσσων κόπον επί
πρόσταγμα. Θηρεύσουσιν επί ψυχήν δικαίου και αίμα αθώον καταδικάσονται. Και εγένετο μοι Κύριος εις καταφυγήν και ο Θεός μου εις
βοηθόν ελπίδος μου. Και αποδώσει αυτοίς Κύριος την ανομίαν αυτών και κατά την πονηρίαν αυτών αφανιεί αυτούς Κύριος ο Θεός.

«Θεός εκδικήσεων»: Είναι εκδικητής διότι έχει το δικαίωμα του δικάζειν


ορθώς και μισείν δικαίως.
«Επαρρησιάσατο»: Έχει παρρησία διότι είναι δίκαιος και Παντοδύναμος.
«Εως πότε αμαρτωλοί»: Αγία οικειότητα του ποιητού με τον Θεό. Έως πότε
οι αμαρτωλοί θα καυχώνται χωρίς να έχουν συνέπειες;
«Ουκ όψεται Κύριος»: Δεν πιστεύουν στην Θεία Πρόνοια, είναι αθεόφοβοι ,
πρέπει να τιμωρήθούν.
«»Ο φυτεύσας το ους»: Αφού ο άνθρωπος ακούει, πόσο μάλλον ο Θεός.
«Έως ου οργή»: Μέχρις ότου έλθει η ώρα του αμαρτωλού και ανοιχτεί ο
τάφος του.
«Ουκ απώσεται Κύριος»: Ο Θεός τελικά δεν θα εγκαταλείψει τον λαό Του,
θα τον ευλογήσει.
«Τις αναστήσεταί μοι»: Ποιος θα εγερθεί για την υπόθεσή μου; «Τις
συμπαραστήσεταί μοι»;

444
«Ει μη ότι Κύριος»: Εάν δεν με βοηθούσε ο Κύριος στο παρελθόν τώρα θα
ήμουν στον άδη.
«Κατά το πλήθος των οδυνών μου»: Ανάλογα προς τις οδύνες μου, μου
έστειλε και βοήθεια.
Συμπέρασμα: «Μη συμπροσέστω σοι θρόνος»: Μεταξύ του θρόνου του Θεού
δεν υπάρχει ουδεμία σχέση.
«Αποδώσει Κύριος»: Θα επιφέρει τιμωρία στους ασεβείς.

Ψαλμός ενενηκοστός τέταρτος (μδ΄)

Δεύτε ἀγαλλιασώμεθα τῷ Κυρίῳ, ἀλαλάξωμεν τῷ Θεῷ τῷ Σωτῆρι ἡμῶν· 2 προφθάσωμεν τὸ πρόσωπον αὐτοῦ ἐν
ἐξομολογήσει καὶ ἐν ψαλμοῖς ἀλαλάξωμεν αὐτῷ. 3 ὅτι Θεὸς μέγας Κύριος καὶ Βασιλεὺς μέγας ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν· 4 ὅτι ἐν τῇ χειρὶ
αὐτοῦ τὰ πέρατα τῆς γῆς, καὶ τὰ ὕψη τῶν ὀρέων αὐτοῦ εἰσιν· 5 ὅτι αὐτοῦ ἐστιν ἡ θάλασσα, καὶ αὐτὸς ἐποίησεν αὐτήν, καὶ τὴν
ξηρὰν αἱ χεῖρες αὐτοῦ ἔπλασαν. 6 δεῦτε προσκυνήσωμεν καὶ προσπέσωμεν αὐτῷ καὶ κλαύσωμεν ἐναντίον Κυρίου, τοῦ ποιήσαντος
ἡμᾶς· 7 ὅτι αὐτός ἐστιν ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ ἡμεῖς λαὸς νομῆς αὐτοῦ καὶ πρόβατα χειρὸς αὐτοῦ. 8 σήμερον, ἐὰν τῆς φωνῆς αὐτοῦ
ἀκούσητε, μὴ σκληρύνητε τὰς καρδίας ὑμῶν, ὡς ἐν τῷ παραπικρασμῷ κατὰ τὴν ἡμέραν τοῦ πειρασμοῦ ἐν τῇ ἐρήμῳ, 9 οὗ
ἐπείρασάν με οἱ πατέρες ὑμῶν, ἐδοκίμασάν με καὶ εἶδον τὰ ἔργα μου. 10 τεσσαράκοντα ἔτη προσώχθισα τῇ γενεᾷ ἐκείνῃ καὶ εἶπα· ἀεὶ
πλανῶνται τῇ καρδίᾳ, αὐτοὶ δὲ οὐκ ἔγνωσαν τὰς ὁδούς μου, 11 ὡς ὤμοσα ἐν τῇ ὀργῇ μου· εἰ εἰσελεύσονται εἰς τὴν κατάπαυσίν μου.

«Δεύτε αγαλλιασώμεθα»: Εμπρός λοιπόν ας εκβάλλουμε κραυγές χαράς «τω


Θεώ τω σωτήρι».
«Προφθάσωμεν το πρόσωπο»: Ας σπεύσουμε να Τον δοξολογήσουμε.
«Θεός μέγας… βασιλεύς μέγας», «πάσαν την γην»: παντού και πάντα
δεσπόζει ο Κύριος.
«Προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν»: Πλήρης προσκύνηση κατά γης.
«Εάν της φωνής αυτού ακούσητε»: Εδώ λαμβάνει τον λόγο ο Θεός. «Μη
σκληρύνετε τις καρδιές σας μην είστε απαθείς στις προσταγές Μου.
«Παραπικρασμώ… πειρασμώ»: Οι Εβραίοι έθεσαν υπό δοκιμασία την
δύναμη και καλωσύνη του Κυρίου.
«Είδον τα έργα μου»: Τονίζει την αχαριστία των Εβραίων.
«Προσώχθησα»: Αισθάνθηκα αηδία.
«Ως ώμοσα»: Διά τούτο ορκίστηκα οργισθείς κατ’ αυτών «ει εισελεύσονται»
δεν θα εισέλθω «εις την κατάπαυσίν μου» στη γη της επαγγελίας.
Τέλος απότομο για να εμπνεύσει σοβαρές σκέψεις.

Ψαλμός ενενηκοστός πέμπτος (με΄)


Άσατε τω Κυρίω άσμα καινόν, άσατε τω Κυρίω πάσα η γη. Άσατε τω Κυρίω· ευλογήσατε το όνομα αυτού, ευαγγελίζεσθε ημέραν εξ
ημέρας το σωτήριον αυτού· αναγγείλατε εν τοις ένθεσι την δόξαν αυτού, εν πάσι τοις λαοίς τα θαυμάσια αυτού. Ότι μέγας Κύριος και αινετός
σφόδρα, φοβερός εστιν υπέρ πάντας τους θεούς· ότι πάντες οι θεοί των εθνών δαιμόνια, ο δε Κύριος τους ουρανούς εποίησεν. εξομολόγησις και
ωραιότης ενώπιον αυτού, αγιωσύνη και μεγαλοπρέπεια εν τω αγιάσματι αυτού.Ενέγκατε τω Κυρίω, αι πατριαί των εθνών, ενέγκατε τω
Κυρίω δόξαν και τιμήν· ενέγκατε τω Κυρίω δόξαν ονόματι αυτού, άρατε θυσίας και εισπορεύσεσθε εις τας αυλάς αυτού· προσκυνήσατε τω
Κυρίω εν αυλή αγία αυτού, σαλευθήτω από προσώπου αυτού πάσα η γη. Είπατε εν τοις έθνεσιν· ο Κύριος εβασίλευσε και γαρ κατώρθωσε την
οικουμένην, ήτις ου σαλευθήσεται, κρινεί λαούς εν ευθύτητι. Ευφραινέσθωσαν οι ουρανοί και αγαλλιάσθω η γη, σαλευθήτω η θάλασσα και το
πλήρωμα αυτής· χαρήσεται τα παιδία και πάντα τα εν αυτοίς·τότε αγαλλιάσονται πάντα τα ξύλα του δρυμού προ προσώπου του Κυρίου, ότι
έρχεται, ότι έρχεται κρίναι την γην. Κρινεί την οικουμένην εν δικαιοσύνη και λαούς εν τη αληθεία αυτού.

Ο ψαλμός αυτός ψάλθηκε πρώτος μετά τη δεύτερη οικοδόμηση του ναού της
Ιερουσαλήμ.

445
«Άσμα καινόν»: Νέο άσμα για μια νέα πραγματική κατάσταση.
«Πάσα η γη»: Όλη η γη άνευ διακρίσεως φυλών και χωρών.
«Άσατε τω Κυρίω»: Δοξάστε τον Κύριο «ευαγγελίζεσθε» ημέραν εξ ημέρας»,
άνευ διακοπής μέχρι πέρατος του χρόνου.
«Αναγγείλατε εν τοις έθνεσι»: Αυτή είναι η ψυχή του κοινού άσματος, ο
διεθνής χαρακτήρας του.
«Ότι μέγας Κύριος»: Ότι το άπειρο μεγαλείο του Θεού δεν έχει υμνηθεί όσο
θα έπρεπε.
«Οι θεοί… δαιμόνια»: Δαίμονες ονομάζουν οι έλληνες τους θεούς τους “ημείς
δε προσαγορεύομεν αυτούς δαίμονας ως επιστήμονας του κακού” (Ζυγαβινός).
«Ο δε Κύριος τους ουρανούς»: Εν αντιθέσει με τους ανύπαρκτους θεούς των
ειδωλολατρών, ο Κύριος όχι μόνο υπάρχει, αλλά δημιούργησε εκ του μηδενός τους
ουρανούς…
«Λάβετε δώρα και ενέγκατε κατά πρόσωπον αυτού»: Δεν πρέπει δηλαδή να
προσέλθουν τα έθνη με άδεια χέρια.
«Σαλευθήτω από προσώπου αυτού»: Σάλευσις είναι ο ιερός φόβος, τον οποίο
όλοι πρέπει να έχουν.
«Ο Κύριος εβασίλευσεν» πως εβασίλευσε; «εβασίλευσε εν ξύλω» διά της
σταυρικής Του θυσίας λέει ο Αυγουστίνος και ο Τερτυλλιανός.
«Κρινεί λαούς εν ευθύτητι», «χαρήσεται τα πεδία», θα είναι τόση η χαρά των
ανθρώπων ώστε δι’ αυτούς όλα θα γελούν.
«Έρχεται, έρχεται κρίναι την γην»: Ο πτωχός εθνικός κόσμος στενάζει από
αδικίες, όταν όμως έλθει ο Κύριος θα χαρούν.

Ψαλμός ενενηκοστός έκτος (μστ΄)

Ο Κύριος εβασίλευσεν, αγαλλιάσθω η γη·. ευφρανθήτωσαν νήσοι πολλαί. Νέφη και γνόφος κύκλω αυτούR δικαιοσύνη και
κρίμα κατόρθωσις του θρόνου αυτού. Πυρ ενώπιον αυτού προπορεύσεται και φλογιεί κύκλω τους εχθρούς αυτού. 'Εφαναν αι αστραπαί
αυτού τη οικουμένη· είδε και εσαλεύθη η γη. Τα όρη ωσεί κηρός ετάκησαν από προσώπου Κυρίου, από προσώπου Κυρίου πάσης της γης.
Ανήγγειλαν οι ουρανοί την δικαιοσύνην αυτού και είδοσαν πάντες οι λαοί την δόξαν αυτού. Αισχυνθήτωσαν πάντες οι προσκυνούντες τοις
γλυπτοίς, οι εγκαυχώμενοι εν τοις ειδώλοις αυτώνR προσκυνήσατε αυτώ πάντες οι άγγελοι αυτού. 'Ηκουσε και ευφράνθη η Σιών και
ηγαλλιάσαντο οι θυγατέρες της Ιουδαίας ένεκεν των κριμάτων σου, Κύριε. Ότι σύ Κύριος ύψιστος επί πάσαν την γην, σφόδρα υπερυψώθης
υπέρ πάντας τους θεούς. Οι αγαπώντες τον Κύριον μισείτε πονηρά· φυλάσσει Κύριος τας ψυχάς των οσίων αυτού, εκ χειρός αμαρτωλού
ρύσεται αυτούς. Φως ανέτειλε τω δικαίω και τοις ευθέσι τη καρδία ευφροσύνη. Ευφράνθητε δίκαιοι εν τω Κυρίω και εξομολογείσθε τη μνήμη
της αγιωσύνης αυτού.

Ο Κύριος εβασίλευσε»: όμοιο με τους ψαλμ. 92 και 95.


«Αγαλλιάσθω η γη»: Διότι όλοι θα έχουν έναν βασιλέα.
«Νεφέλη και γνόφος κύκλω»: Περιγραφή θεοφανείας.
«Πυρ εναντίον αυτού»: Πυρ εννοεί την τιμωρητική δύναμη του Θεού
εναντίον των εχθρών.
«Έφαναν αι αστραπαί»: Ούτως έσται η παρουσία του Υιού του ανθρώπου.
(Ματθ. 24,27)
«Εσαλεύθη η γη», «τα όρη ωσεί κηρός», «από προσώπου Κυρίου».
«Ανήγγειλαν οι ουρανοί»: Οι ουράνιες δυνάμεις κηρύττουν την δικαιοσύνη
του Θεού.
«Είδοσαν πάντες οι λαοί»: Αυτό εφαρμόζεται στον Μεσσία.
«Αισχυνθήτωσαν πάντες»: Η αισχύνη αυτή θα προέλθει εκ της καταρεύσεως
των μάταιων ειδώλων.
«Οι αγαπώντες τον Κύριον μισείτε»: Τι εννοεί; «Φως ανέτειλε τω δικαίω»: Ο
νόμος του Θεού δεν είναι μίσον μόνον κατά της αμαρτίας, αλλά και φως στους
δικαίους.

446
Ψαλμός ενενηκοστός έβδομος (μζ΄)
'Ασατε τω Κυρίω άσμα καινόν, ότι θαυμαστά εποίησεν ο Κύριος· έσωσεν αυτόν η δεξιά αυτού και ο βραχίων ο άγιος αυτού.
Εγνώρισε Κύριος το σωτήριον αυτού, εναντίον των εθνών απεκάλυψε την δικαιοσύνην αυτού. Εμνήσθη του ελέους αυτού τω Ιακώβ και της
αληθείας αυτού τω οίκω Ισραήλ· είδοσαν πάντα τα πέρατα της γης το σωτήριον του Θεού ημών. Αλαλάξατε τω Θεώ πάσα η γη· άσατε και
αγαλλιάσθε και ψάλατε. Ψάλατε τω Κυρίω εν κιθάρα, εν κιθάρα και φωνή ψαλμού, εν σάλπιγξιν ελαταίς και φωνή σάλπιγγος κερατίνης,
αλαλάξατε ενώπιον του Βασιλέως Κυρίου· σαλευθήτω η θάλασσα και το πλήρωμα αυτής, η οικουμένη και πάντες οι κατοικούντες εν αυτή.
Ποταμοί κροτήσουσι χειρί επί το αυτό· τα όρη αγαλλιάσονται από προσώπου Κυρίου· ότι έρχεται ότι ήκει κρίναι την γην. Κρινεί την
οικουμένην εν δικαιοσύνη και λαούς εν ευθύτητι.

«Άσατε… άσμα καινόν» όμοιο ξεκίνημα με τον ψαλμό 95.


«Εγνώρισε Κύριος το σωτήριον αυτού»: Η σωτηρία του λαού εμπεριέχεται
στην δικαιοσύνη του Κυρίου.
«Εμνήσθη ελέους»: Εδώ παρουσιάζεται ο Θεός να λησμονεί και κατόπιν να
ενθυμείται.
«Είδοσαν πάντα τα πέρατα»: Εις τον Μεσσία.
«Αλαλάξατε.. άσατε… αγαλλιάσθε… ψάλατε»: Χαρούμενες κραυγές.
«Σαλευθήτω η θάλασσα»: Και η άψυχως φύση θα υμνήσει τον Κύριο.
«Τα όρη αγαλλιάσονται», «ότι ήκει»: Ο ποιητής βλέπει τον Λυτρωτή να
έρχεται «κρίναι την γην», να αποκαταστήσει την υφήλιο στον ευθύ δρόμο «εν
δικαιοσύνη», όλοι οι άλλοι δικαστές της γης ήταν άδικοι. Ο Κύριος είναι δίκαιος.

Ψαλμός ενενηκοστός όγδοος (μη΄)


Ο Κύριος εβασίλευσεν, οργιζέσθωσαν λαοι· ο καθήμενος επί των Χερουβείμ, σαλευθήτω η γη. Κύριος εν Σιών μέγας και υψηλός
έστιν επί πάντας τους λαούς. Εξομολογησάσθωσαν τω ονόματι σου τω μεγάλω, ότι φοβερόν και άγιον έστιR και τιμή βασιλέως κρίσιν
αγαπά. Σύ ητοίμασας ευθύτητας· κρίσιν και δικαιοσύνην εν Ιακώβ συ εποίησας. Υψούτε Κύριον τον Θεόν ημών και προσκυνείτε τω
υποποδίω των ποδών αυτού, ότι άγιος έστι. Μωυσής και Ααρών εν τοις ιερεύσιν αυτού και Σαμουήλ εν τοις επικαλουμένοις το όνομα αυτού·
επεκαλούντο τον Κύριον και αυτός εισήκουσεν αυτών. Εν στύλω νεφέλης ελάλει προς αυτούς· ότι εφύλασσον τα μαρτύρια αυτού και τα
προστάγματα αυτού, ά έδωκεν αυτοίς. Κύριε ο Θεός ημών, σύ επήκουσας αυτών· ο Θεός, σύ ευϊλατος εγίνου αυτοίς και εκδικών επί πάντα τα
επιτηδεύματα αυτών. Υψούτε Κύριον τον Θεόν ημών και προσκυνείτε εις όρος άγιον αυτού, ότι άγιος Κύριος ο Θεός ημών.

«Ο Κύριος εβασίλευσεν… οργιζέσθωσαν λαοί»: Οι λαοί βλέπουν και


φρίττουν, ας φρίττουν. Γιατί φρίττουν; «ο καθήμενος επί των Χερουβείμ»
«Σαλευθήτω η γη»: Ο Κύριος εγκατέστησε την αγία του έδρα στη Σιών.
«Κρίσιν αγαπά»: Δεν είναι αυθαίρετος όπως οι λαοί της γης.
«Συ ητοίμασας ευθύτητος»: Εσύ έθεσες τις βάσεις της δικαιοσύνης. «Κρίσιν
και δικαιοσύνην εν Ιακώβ»: Πρώτοι οι ισραηλίτες γνώρισαν τον δίκαιο νόμο.
«Ότι άγιος εστί», «Μωυσής και Ααρών» «επεκαλούντο τον Κύριον» και ο
Θεός τους άκουσε «εις όρος άγιον.. άγιος Κύριος»: Ο Κύριος είναι άγιος πάντοτε,
όχι μόνο κατά την εκδήλωση της δύναμής του, αλλά και της καλοσύνης Του. Είναι
αναμάρτητος.

Ψαλμός ενενηκοστός ένατος (μθ΄)


Αλαλάξατε τω Θεώ πάσα η γη, δουλεύσατε τω Κυρίω εν ευφροσύνη· εισέλθετε ενώπιον αυτού εν αγαλλιάσει. Γνώτε ότι Κύριος
αυτός έστιν ο Θεός ημών, αυτός εποίησεν ημάς και ούχ ημείς· ημείς δε λαός αυτού και πρόβατα νομής αυτού. Εισέλθετε εις τας πύλας αυτού
εν εξομολογήσει, εις τας αυλάς αυτού εν ύμνοις, εξομολογείσθε αυτώ· αινείτε το όνομα αυτού. Ότι χρηστός Κύριος· εις τον αιώνα το έλεος
αυτού και έως γενεάς και γενεάς η αλήθεια αυτού.

«Αλλαλάξατε»:
Πρόσκληση εις αίνο.
«Εδουλεύσατε τω Κυρίω εν ευφροσύνη»
«Γνώτε»: Αιτιολογία της χαράς. «Αυτός εστίν ο Θεός»
«Εισέλθετε εις τας πύλας»: Οι πύλες αυτές είναι του ισραηλιτικού ναού,
αυτές τώρα είναι ανοιχτές σε όλους τους λαούς της γης. Ως εκ τούτου ο ψαλμός
είναι Μεσσιανικός.

447
Ψαλμός εκατοστός (ρ΄)
Έλεος και κρίσιν άσομαί σοι, Κύριε. Ψαλώ και συνήσω εν οδώ αμώμω· πότε ήξεις προς με; διεπορευόμην εν ακακία καρδίας μου,
εν μέσω του οίκου μου. Ού προετιθέμην προ οφθαλμών μου πράγμα παράνομον, ποιούντας παραβάσεις εμίσησα. Ούκ εκολλήθη μοι καρδία
σκαμβή·. εκκλίνοντος απ΄ εμού του πονηρού, ούκ εγίνωσκον. Τον καταλαλούντα λάθρα τον πλησίον αυτού, τούτον εξεδίωκον· υπερηφάνω
οφθαλμώ και απλήστω καρδία τούτω ού συνήσθιον. Οι οφθαλμοί μου επί τους πιστούς της γης, του συγκαθήσθαι αυτούς μετ΄ εμού·
πορευόμενος εν οδώ αμώμω, ούτος μοι ελειτούργει. Ου κατώκει εν μέσω της οικίας μου ποιών υπερηφανίαν· λαλών άδικα ου κατεύθυνεν
ενώπιον των οφθαλμών μου. Εις τας πρωίας απέκτεινον πάντας τους αμαρτωλούς της γης, εξολοθρεύσαι εκ πόλεως Κυρίου πάντας τους
εργαζομένους την ανομίαν.

«Έλεος και κρίσιν άσομαί σοι»: Η καλοσύνη και η δικαιοσύνη του Θεού
είναι το αιώνιο θέμα. Οι δύο αυτές αρετές αλληλοσυμπλήρωναν η μία την άλλη.
«Συνήσω εν οδώ αμώμω»: Θα δώσω την προσοχή μου στην οδό της
τελειότητος.
«Πότε ήξεις προς με»; Ο Δαυίδ αποζητά την εσωτερική ένωσή του με τον
Θεό.
«Διεπορευόμην»: Θα ζω «εν ακακία καρδίας μου», «εν μέσω του οίκου
μου»: Ο Δαυίδ θέλει να ζει όχι μόνο εξωτερικά άμωμα, όχι μόνο δηλαδή στην
αγορά που όλοι τον βλέπουν, αλλά στον οίκο του, εκεί που κανείς δεν τον βλέπει.
«Ου προεθέμην προ οφθαλμών μου»: Διά της σκέψεως και φαντασίας μου
δεν έφερα «πράγμα παράνομο», αμαρτωλές εικόνες.
«Εκκλίνοντος απ’ εμού του πονηρού»: Δεν συναναστρεφόμουν με
αμαρτωλούς, όχι γιατί υπερτιμούσε τον εαυτό του, αλλά γιατί οι αμαρτωλοί δεν
μπορούσαν να ζήσουν μαζί του, τον απέφευγαν.
«Τον καταλαλούντα λάθρα»: Τον συκοφάντη.
«Οι οφθαλμοί επί τους πιστούς»: Ο Δαυίδ ζητά να έχει μαζί του
πιστούς ανθρώπους.
«Εις τα πρωίας απέκτεινον»: Κάθε πρωί κατεδίκαζε ο Δαυίδ
όλους τους ενόχους. Μεγάλο ζήλο επεδείκνυε για την εκρίζωση του
κακού.
«Εκ πόλεως Κυρίου»: Ο λόγος του ζήλου του η Ιερουσαλήμ.
Αυτή πρέπει να είναι καθαρή από αμαρτωλούς.

Ψαλμός εκατοστός πρώτος (ρα΄)


Κύριε, εισάκουσον της προσευχής μου και η κραυγή μου προς σε ελθέτω. Μή αποστρέψης το πρόσωπον σου απ΄ εμού εν ή αν
ημέρα θλίβωμαι, κλίνον προς με το ούς σου· εν ή αν ημέρα επικαλέσωμαι σε, ταχύ επάκουσον μου. Ότι εξέλιπον ωσεί καπνός αι ημέραι μου
και τα οστά μου ωσεί φρύγιον συνεφρύγησαν. Επλήγην ωσεί χόρτος και εξηράνθη η καρδία μου, ότι επελαθόμην του φαγείν τον άρτον μου.
Από φωνής του στεναγμού μου εκολλήθη το οστούν μου τη σαρκί μου. Ωμοιώθην πελεκάνι ερημικώ, εγενήθην ωσεί νυκτικόραξ εν οικοπέδω.
Ηγρύπνησα και εγενόμην ως στρουθίον μονάζον επί δώματος. ΄Ολην την ημέραν ωνείδιζον με οι εχθροί μου και οι επαινούντες με κατ΄εμού
ώμνυον. Ότι σποδόν ωσεί άρτον έφαγον και το πόμα μου μετά κλαυθμού εκίρνων. Από προσώπου της οργής σου και του θυμού σου, ότι
επάρας κατέρραξας με. Αι ημέραι μου ωσεί σκιά εκλίθησαν, καγώ ωσεί χόρτος εξηράνθην. Σύ δε, Κύριε, εις τον αιώνα μένεις και το
μνημόσυνον σου εις γενεάν και γενεάν. Σύ αναστάς οικτειρήσεις την Σιών, ότι καιρός του οικτειρήσαι αυτήν, ότι ήκει καιρός. Ότι ευδόκησαν
οι δούλοι σου τους λίθους αυτής· και τον χούν αυτής οικτειρήσουσι. Και φοβηθήσονται τα έθνη το όνομα σου, Κύριε και πάντες οι βασιλείς
της γης την δόξαν σου. Ότι οικοδομήσει Κύριος την Σιών και οφθήσεται εν τη δόξη αυτού. Επέβλεψεν επί την προσευχήν των ταπεινών και
ουκ εξουδένωσε την δέησιν αυτών. Γραφήτω αύτη εις γενεάν ετέραν και λαός, ο κτιζόμενος, αινέσει τον Κύριον. Ότι εξέκυψεν εξ ύψους
αγίου αυτού, Κύριος εξ ουρανού επί την γην επέβλεψε. Του ακούσαι του στεναγμού των πεπεδημένων, του λύσαι τους υιούς των
τεθανατωμένων. Του αναγγείλαι εν Σιών το όνομα Κυρίου και την αίνεσιν αυτού εν Ιερουσαλήμ. Εν τω επισυναχθήναι λαούς επί το αυτό
και βασιλείς του δουλεύειν τω Κυρίω. Απεκρίθη αυτώ εν οδώ ισχύος αυτού· την ολιγότητα των ημερών μου ανάγγειλον μοι. Μη αναγάγης
με εν ημίσει ημερών μου· εν γενεά γενεών τα έτη σου. Κατ΄ αρχάς σύ, Κύριε, την γην εθεμελίωσας και έργα των χειρών σου είσιν οι ουρανοί.
Αυτοί απολούνται συ δε διαμένεις· και πάντες ως ιμάτιον παλαιωθήσονται και ωσεί περιβόλαιον ελίξεις αυτούς και αλλαγήσονται. Συ δε ο
αυτός ει και τα έτη σου ουκ εκλείψουσι. Οι υιοί των δούλων σου κατασκηνώσουσι και το σπέρμα αυτών εις τον αιώνα κατευθυνθήσεται.

Τίτλος: Προσευχή ενός δύστυχου ανθρώπου ο οποίος είχε καταβληθεί από


τις στενοχώριες.
Ο ψαλμός αυτός κατατάσσεται στους ψαλμούς μετανοίας.

448
«Κύριε εισάκουσον της προσευχής μου», «η κραυγή μου προς σε ελθέτω»:
Θερμή έκκληση του ψαλμωδού για να εισακουσθεί.
«Ωσεί καπνός αι ημέραι μου»: Παροδικός είναι ο βίος μας.
«Τα οστά μου ωσεί φρύγιον συνεφρήγησαν»: Και τα κόκαλα του ικέτου
ξεράθηκαν από την λύπη.
«Και επαλαθόμην του φαγείν»: Έχασε την όραξή του για το φαγητό.
«Από φωνής του στεναγμού μου»: Από τις κραυγές του και την ασιτία του
κόλλησε το δέρμα του στα κόκαλά του.
«Πελεκάνι ερημικώ»: Ο πελεκάνος αρέσκεται στην ερημιά.
«Νυκτικόραξ»: πιθανόν η κουκουβάγια, της οποίας οι φωνές αντηχούν τη
νύχτα.
«Στρουθίον μονάζον»: Υπάρχει πουλί που όταν χάσει τον σύντροφό του
ανέρχεται στη στέγη και θρηνεί για πολλές ώρες.
«Όλη την ημέρα ωνείδιζόν με»: Δεν του φτάνουν τα βάσανά του, έχει κι
αυτούς που τον εμπαίζουν..
«Οι επαινούντες με»: Εκείνοι που τον κολάκευαν όταν ήταν ευτυχισμένος.
«Σποδόν ωσεί άρτον»: Η σποδός είναι σύμβολο του πένθους.
«Το πόμα μετά δακρύων»: Αναμίγνυε δάκρυα με νερό.
«Από προσώπου της οργής σου»: Οι αμαρτίες μου σε ανάγκασαν να
οργιστείς.
«Αι ημέραι μου ωσεί σκιά»: Εξαιτίας του θυμού του Κυρίου σμικρύνθηκε η
διάρκεια της ζωής του.
«Το μνημόσυνόν σου εις γενεάν»: Το όνομά Του αποτελεί εγγύηση της
άπειρης καλοσύνης Του.
«Ότι ήκει καιρός»: Ο καιρός αυτός είναι τα εβδομήντα έτη της αιχμαλωσίας
του λαού.
«Τους λίθους αυτής οικτηρήσουσι»: Προτιμούν οι Ιουδαίοι απ’ οτιδήποτε
άλλο ακόμη και τα ερείπια της πόλεως Ιερουσαλήμ.
«Φοβηθήσονται έθνη»: Τα έθνη βλέποντας την θαυμαστή απελευθέρωση των
Ιουδαίων θα αναγνωρίσουν τον μόνο αληθινό Θεό.
«Λαός κτιζόμενος»: Η μέλλουσα γενεά των Ιουδαίων. Μπορούμε όμως να
τοποθετήσουμε και τόνους χριστιανικούς.
«Εξέκυψεν εξ’ ύψους Κύριος»: Άπειρη η καλοσύνη του Κυρίου, ο Οποίος
αφ’ υψηλού σκύβει να δει τον λαό Του που δεινοπαθεί για να τον ελεήσει.
«Την ολιγότητα των ημερών μου»: Πες μου πόσο λίγες θα είναι ακόμη οι
ημέρες της εξορίας μου.
«Μη αναγάγης με εν ημίσει»: Μη με πάρεις στα μισά της ηλικίας μου.
«Εν γεννεά γεννεών τα έτη σου»: Εσύ ο Οποίος ζεις αιώνια, δος μου λίγα
χρόνια ζωής να ζήσω κι εγώ παραπάνω.
«Αυτοί απολούνται» Κι ο κόσμος θα καταστραφεί, Εσύ όμως θα υπάρχεις.
Τελικό αίτημα: «Εις τον αιώνα κατευθυνθήσεται»: Ελπίζει στην επαναφορά
των Ιουδαίων στην Ιερουσαλήμ ή αλλιώς, οι απόγονοι του Μεσσία δηλαδή οι
χριστιανοί, να υπάρχουν πάντοτε.

Ψαλμός εκατοστός δεύτερος (ρβ΄)


Ευλόγει η ψυχή μου, τον Κύριον και πάντα τα εντός μου το όνομα το άγιον αυτού. Ευλόγει η ψυχή μου τον Κύριον και μή
επιλανθάνου πάσας τας ανταποδόσεις αυτού. Τον ευϊλατεύοντα πάσας τας ανομίας σου, τον ιώμενον πάσας τας νόσους σου. Τον λυτρούμενον
εκ φθοράς την ζωήν σου, τον στεφανούντα σε εν ελέει και οικτιρμοίς. Τον εμπιπλώντα εν αγαθοίς την επιθυμίαν σου, ανακαινισθήσεται ως
αετού η νεότης σου. Ποιών ελεημοσύνας ο Κύριος και κρίμα πάσι τοις αδικουμένοις. Εγνώρισε τας οδούς αυτού τω Μωϋσή, τοις υιοίς Ισραήλ
τα θελήματα αυτού. Οικτίρμων και ελεήμων ο Κύριος, μακρόθυμος και πολυέλεος· ουκ εις τέλος οργισθήσεται, ουδέ εις τον αιώνα μηνιεί. Ού

449
κατά τας ανομίας ημών εποίησεν ημίν, ουδέ κατά τας αμαρτίας ημών ανταπέδωκεν ημίν. Ότι κατά το ύψος του ουρανού από της γης
εκραταίωσε Κύριος το έλεος αυτού επί τους φοβουμένους αυτόν. Καθόσον απέχουσιν ανατολαί από δυσμών, εμάκρυνεν αφ΄ ημών τας
ανομίας ημών. Καθώς οικτείρει πατήρ υιούς, ωκτείρησε Κύριος τους φοβουμένους αυτόν, ότι αυτός εγνω το πλάσμα ημών, εμνήσθη ότι χούς
έσμεν. ΄Ανθρωπος, ωσεί χόρτος αι ημέραι αυτού, ωσεί άνθος του αγρού ούτως εξανθήσει. Ότι πνεύμα διήλθεν εν αυτώ και ούχ υπάρξει και
ουκ επιγνώσεται έτι τον τόπον αυτού. Το δε έλεος του Κυρίου από του αιώνος και έως του αιώνος επί τους φοβουμένους αυτόν. Και η
δικαιοσύνη αυτού επί υιοίς υιών, τοις φυλάσσουσι την διαθήκην αυτού και μεμνημένοις των εντολών αυτού του ποιήσαι αυτάς. Κύριος εν τω
ουρανώ ητοίμασε τον θρόνον αυτού και η βασιλεία αυτού πάντων δεσπόζει. Ευλογείτε τον Κύριον, πάντες οι άγγελοι αυτού, δυνατοί ισχύϊ
ποιούντες τον λόγον αυτού, του ακούσαι της φωνής των λόγων αυτού. Ευλογείτε τον Κύριον, πάσαι αι δυνάμεις αυτού, λειτουργοί αυτού οι
ποιούντες το θέλημα αυτού. Ευλογείτε τον Κύριον, πάντα τα έργα αυτού, εν παντί τόπω της δεσποτείας αυτού· ευλόγει η ψυχή μου, τον
Κύριον.

«Ευλόγει η ψυχή μου»: Η ψυχή είναι η έδρα της ζωής.


«Πάντα τα εντός μου», «μη επιλανθάνου» Αλλοίμονο! Εκείνο
το οποίο λησμονείται περισσότερο είναι η ευεργεσία προς τον Θεό.
«Τον ευιλατεύοντα πάσας τας ανομίας σου»: Καμιά αμαρτία δεν
υπάρχει που να μην την συγχωρεί πλήρως ο Θεός.
«Πάσας τας νόσους σου»: Ο Κύριος θεραπεύει όχι μόνο την
αμαρτία, αλλά και το φυσικό κακό την νόσο.
«Τον στεφανούντα σε», «εν ελέει και οικτιρμοίς»: Να τα άνθη με
τα οποία στεφανώνει ο Θεός.
«Τον εμπιπλώντα»: Όσα επιθυμεί ο άνθρωπος ο Θεός τα παρέχει.
«Ανακαινισθήσεται ως αετού»: Όλα τα πτηνά, και ιδικά ο αετός
αναπτερώνεται κάθε έτος.
«Ποιών ελεημοσύνας»: Το να είναι καλός είναι η Θεία φύση Του.
«Κρίμα τοις αδικουμένοις»: Δικαιώνει ιδίως αυτούς που είναι
αδικημένοι.
«Μακρόθυμος και πολυέλεος»: Αργός στο να θυμώσει και να
τιμωρήσει.
«Ουκ εις τέλος»: Ακόμη και όταν οργιστεί συγκρατείται.
«Ουκ… οργισθήσεται»… «ου κατά τας ανομίας»: Όχι κατά τις
ανομίες μας, αλλά κατά την δικαιοσύνη Του.
Πόσο είναι το έλεος του Θεού; «Κατά το ύψος του ουρανού».
«Καθόσον απέχουσι»: Σύγκριση.
«Καθώς οικτήρει πατήρ υιούς»: Τρυφερότατη παραβολή.
«Ωσει χόρτος»: Η ζωή του ανθρώπου.
«Το δε έλεος του Κυρίου από του αιώνος»: Ο Κύριος μακρόβιος,
εμείς εφήμεροι.
«Επι τους φοβουμένους αυτόν»: Ο φόβος του Κυρίου
απαραίτητος όρος διά να προσέλθουμε στο άπειρο έλεός Του.
Ο θρόνος του Θεού «πάντων δεσπόζει»
«Πάντες οι άγγελοι αυτού»: Καλούνται να υμνήσουν.
«Ευλόγει η ψυχή μου»: Και πάλι στο τέλος στρέφεται στον εαυτό
του.
«Εν παντί τόπω της δεσποτείας».

Ψαλμός εκατοστός τρίτος (ργ΄)


Ευλόγει, η ψυχή μου, τον Κύριον· Κύριε, ο Θεός μου, εμεγαλύνθης σφόδρα. Εξομολόγησιν και μεγαλοπρέπειαν ενεδύσω,
αναβαλλόμενος φως ως ιμάτιον. Εκτείνων τον ουρανόν ωσεί δέρριν, ο στεγάζων εν ύδασι τα υπερώα αυτού. Ο τιθείς νέφη την επίβασιν
αυτού, ο περιπατών επί πτερύγων ανέμων. Ο ποιών τους αγγέλους αυτού πνεύματα και τους λειτουργούς αυτού πυρός φλόγα. Ο θεμελιών
την γην επί την ασφάλειαν αυτής, ού κλιθήσεται εις τον αιώνα του αιώνος. ΄Αβυσσος ως ιμάτιον το περιβόλαιον αυτού, επί τω ορέων
στήσονται ύδατα. Από επιτιμήσεως σου φεύξονται, από φωνής βροντής σου δειλιάσουσιν. Αναβαίνουσιν όρη και καταβαίνουσι πεδία εις τον
τόπον, όν εθεμελίωσας αυτά. ΄Οριον έθου, ό ού παρελεύσονται, ουδέ επιστρέψουσι καλύψαι την γην. Ο εξαποστέλλων πηγάς εν φάραγξιν,
αναμέσον των ορέων διελεύσονται ύδατα. Ποτιούσι πάντα τα θηρία του αγρού, προσδέξονται όναγροι εις δίψαν αυτών. Επ΄αυτά τα πετεινά
του ουρανού κατασκηνώσει, εκ μέσου των πετρών δώσουσι φωνήν. Ποτίζων όρη εκ των υπερώων αυτού· από καρπού των έργων σου
χορτασθήσεται η γη. Ο εξανατέλλων χόρτον τοις κτήνεσι και χλόην τη δουλεία των ανθρώπων, του εξαγαγείν άρτον εκ της γης. Και οίνος

450
ευφραίνει καρδίαν ανθρώπου· του ιλαρύναι πρόσωπον εν ελαίω και άρτος καρδίαν ανθρώπου στηρίζει. Χορτασθήσονται τα ξύλα του πεδίου,
αι κέδροι του Λιβάνου άς εφύτευσας. Εκεί στρουθία εννοσσεύσουσι· του ερωδιού η κατοικία ηγείται αυτών. ΄Ορη τα υψηλά ταις ελάφοις,
πέτρα καταφυγή τοις λαγωοίς. Εποίησε σελήνην εις καιρούς· ο ήλιος έγνω την δύσιν αυτού. ΄Εθου σκότος και εγένετο νύξ, εν αυτή
διελεύσονται πάντα τα θηρία του δρυμού. Σκύμνοι ωρυόμενοι του αρπάσαι και ζητήσαι παρά τω Θεώ βρώσιν αυτοίς. Ανέτειλεν ο ήλιος και
συνήχθησαν και εις τας μάνδρας αυτών κοιτασθήσονται. Εξελεύσεται άνθρωπος επί το έργον αυτού και επί την εργασίαν αυτού έως εσπέρας.
Ως εμεγαλύνθη τα έργα σου, Κύριε, πάντα εν σοφία εποίησας· επληρώθη η γη της κτίσεως σου. Αύτη η θάλασσα η μεγάλη και ευρύχωρος,
εκεί ερπετά, ών ουκ έστιν αριθμός, ζώα μικρά μετά μεγάλων. Εκεί πλοία διαπορεύονται· δράκων ούτος όν έπλασας, εμπαίζειν αυτή. Πάντα
προς σε προσδοκώσι, δούναι την τροφήν αυτών εις εύκαιρον· δόντος σου αυτοίς, συλλέξουσιν. Ανοίξαντος σου την χείρα, τα σύμπαντα
πλησθήσονται χρηστότητος. Αποστρέψαντος δε σου το πρόσωπον, ταραχθήσονταιR αντανελείς το πνεύμα αυτών και εκλείψουσι και εις τον
χούν αυτών επιστρέψουσιν. Εξαποστελείς το πνεύμα σου και κτισθήσονται και ανακαινιείς το πρόσωπον της γης. ΄Ητω η δόξα Κυρίου εις
τους αιώνας· ευφρανθήσεται Κύριος επί τοις έργοις αυτού. Ο επιβλέπων επί την γην και ποιών αυτήν τρέμειν, ο απτόμενος των ορέων και
καπνίζονται. ΄Ασω τω Κυρίω, εν τη ζωή μου, ψαλώ τω Θεώ μου έως υπάρχω. Ηδυνθείη αυτώ η διαλογή μου, εγώ δε ευφρανθήσομαι επί τω
Κυρίω. Εκλείποιεν αμαρτωλοί από της γης και άνομοι, ώστε μη υπάρχειν αυτούς. Ευλόγει η ψυχή μου, τον Κύριον.

«Ευλόγει η ψυχή μου τον Κύριον»: Όμοιο με τον ψαλμό 102.


«Εμαγαλύνθης σφόδρα»: Το μεγαλείο του Θεού είναι πολλαπλό.
«Εξομολόγησιν και μεγαλοπρέπειαν ενεδύσω»: Η εξομολόγηση εδώ είναι
δοξολογία.
«Αναβαλλόμενος φως ως ιμάτιον»: Ο Κύριος διατηρεί και σήμερα το φως το
οποίο πάλαι ποτέ δημιούργησε.
«Εκτείνον τον ουρανόν ωσεί δέρριν»: Δέρρις είναι τα δερμάτινα καλύματα
των σκηνών. Όσο εύκολο είναι κανείς να στήσει μια σκηνή, το ίδιο εύκολα
κατασκεύσε ο Θεός τον ουρανό.
«Ο στεγάζων εν ύδασι τα υπερώα αυτού»: Υπερώα είναι τα υδροφόρα νέφη
του ουρανού.
«Ο τιθείς νέφη την επίβασιν αυτού»: Επίβαση= ο θρόνος.
«Περιπατών επί πτερύγων ανέμων»: Τα νέφη χρησιμεύουν με μεταφορική
ένοια ως μεταφορικά μέσα του Θεού.
«Ο ποιών τους αγγέλους αυτού πνεύματα»: Ο Κύριος χρησιμοποιεί τους
αγγέλους Του για την εκτέλεση των αποφάσεών Του.
«Επί την ασφάλειαν αυτής»: Ασφάλεια είναι τα θεμέλια «ου κλιθήσεται»,
είναι τόσο καλά θεμελιωμένη ώστε με τίποτα η ξηρά δεν μπορεί να ταλαντευτεί από
την θέση της.
«Άβυσσος ως ιμάτιον το περιβόλαιον αυτού»: Ο ποιητής μεταπηδά στην
αρχική κατάσταση της γης, όπου η γη ήταν ακατασκεύαστη ακόμη.
«Επί των ορίων στήσονται ύδατα»: Και σήμερα τα ψηλά βουνά είναι πάντα
χιονισμένα.
«Από επιτιμήσεώς σου», «φεύξονται»: Αρκεί να πει και θα γίνει.
«Φωνής βροντή σου δειλιάσονται»: Μεγαλοπρεπείς εικόνες!
«Όριον έθου ο ου παρελεύσονται»: Τα ύδατα λαμβάνουν τη θέση τους την
οποία είναι αδύνατον να εγκαταλείψουν.
«Ποτιούσι πάντα»: Απ’ τα νερά ξεδιψούν οι όναγροι, τα πετεινά.
«Ποτίζων όρη εκ των υπερώων»: Η γη ποτίζεται και με υπόγεια ύδατα.
«Ο ήλιος έγνω την δύσιν αυτού»: Ο ήλιος κανονίζει τις ημέρες, είναι ακριβής
στην Ανατολή και στη Δύση του.
«Εν αυτή διελεύσονται πάντα τα θηρία»: Κατά τη νύχτα διέρχονται όλα τα
θηρία.
«Σκύμνοι ορυόμενοι του αρπάσαι»: Τρομεροί ωρυγμοί των θηρίων «ζητήσαι
παρά τω Θεώ βρώσιν»: όλα τα ζώα έχουν ανάγκη να τραφούν, ο Θεός φροντίζει γι’
αυτά.
«Ανέτειλεν ο ήλιος»: Όταν ανατείλει ο ήλιος, τα θηρία κρύβονται στις
κρύπτες τους.
«Ως εμαγαλύνθη τα έργα σου», «πάντα εν σοφία εποίησας», «επληρώθη η γη
της κτίσεώς σου»: πληρης είναι η γη των δημιουργημάτων του Θεού.
«Αύτη η θάλασσα η μεγάλη», «πλοία διαπορεύονται». «δράκων ούτος»: ο

451
κροκόδειλος και τα υπόλοιπα κήτη.
«Εμπαίζειν αυτή»: Τα μεγάλα κήτη είναι άφοβα, δεν φοβούνται την τρικυμία
της θάλασσας.
«Ανοίξαντός σου την χείρα»: «πλησθήσονται χρηστότητος»: θα χορτάσου
όλα τα αγαθά.
«Εις το χουν αυτών επιστρέψουσι»: Θα γίνουν χώμα, αφού χώμα ήταν και
πριν.
«Ανακαινιείς το πρόσωπον της γης»: Η παρουσία του Κυρίου ανακαινίζει
την γη.
«Ήτω η δόξα Κυρίου», «ο επιβλέπων»: Ο Θεός τελειώνει τη δημιουργία Του
και βλέπει ότι όλα είναι καλά λίαν.
«Ευθρανθήσονται επί τω Κυρίω»: Η χαρά μου θα είναι ο Κύριος.
«Εκλείποιεν αμαρτωλοί»: Ας εκλείψουν οι αμαρτωλοί διότι αυτοί αποτελούν
την μοναδική δυσαρμονία στο Σύμπαν.
«Ευλόγει η ψυχή μου»: Όπως άρχισε, έτσι και τελειώνει.

Ψαλμός εκατοστός τέταρτος (ρδ΄)

Εξομολογείσθε τω Κυρίω και επικαλείσθε το όνομα αυτού, απαγγείλατε εν τοις έθνεσι τα έργα αυτού. ΄Ασατε αυτώ και ψάλατε
αυτώR διηγήσασθε πάντα τα θαυμάσια αυτού. Επαινείσθε εν τω ονόματι τω αγίω αυτού· ευφρανθήτω καρδία ζητούντων τον Κυριον.
Ζητήσατε τον Κύριον και κραταιώθητε· ζητήσατε το πρόσωπον αυτού διαπαντός. Μνήσθητε των θαυμασίων αυτού, ών εποίησε, τα τέρατα
αυτού και τα κρίματα του στόματος αυτού. Σπέρμα Αβραάμ δουλοι αυτού, υιοί Ιακώβ εκλεκτοί αυτού. Αυτός Κύριος ο Θεός ημών· εν πάση
τη γη τα κρίματα αυτού. Εμνήσθη εις τον αιώνα διαθήκης αυτού, λόγου ού ενετείλατο εις χιλίας γενεάς. ΄Ον διέθετο τω Αβραάμ και του
όρκου αυτού τω Ισαάκ. Και έστησεν αυτόν τω Ιακώβ εις πρόσταγμα και τω Ισραήλ εις διαθήκην αιώνιον, λέγων· Σοί δώσω την γην
Χαναάν, σχοίνισμα κληρονομίας υμών. Εν τω είναι αυτούς αριθμώ βραχείς, ολιγοστούς και παροίκους εν αυτή. Και διήλθεν εξ έθνους εις
έθνος και εκ βασιλείας εις λαόν έτερον. Ουκ αφήκεν άνθρωπον αδικήσαι αυτούς και ήλεγξεν υπερ αυτών βασιλείς. Μη άπτεσθε των χριστών
μου και εν τοις προφήταις μου μη πονηρεύεσθε. Και εκάλεσε λιμόν επί την γην, πάν στήριγμα άρτου συνέτριψε. Απέστειλεν έμπροσθεν
αυτών άνθρωπον, εις δούλον επράθη Ιωσήφ. Εταπείνωσαν εν πέδαις τους πόδας αυτού, σίδηρον διήλθε η ψυχή αυτού μέχρι του ελθείν τον
λόγον αυτού. Το λόγιον του Κυρίου επύρωσεν αυτόν· απέστειλε βασιλεύς και έλυσεν αυτόν, άρχων λαού και αφήκεν αυτόν. Κατέστησεν
αυτόν κύριον του οίκου αυτού και άρχοντα πάσης της κτήσεως αυτού. Του παιδεύσαι τους άρχοντας αυτού ως εαυτόν και τους πρεσβυτέρους
αυτού σοφίσαι. Και εισήλθεν Ισραήλ εις Αίγυπτον και Ιακώβ παρώκησεν εν γη Χαμ. Και ηύξησε τον λαόν αυτού σφόδρα και εκραταίωσεν
αυτόν υπέρ τους εχθρούς αυτού. Μετέστρεψε την καρδίαν αυτού του μισήσαι τον λαόν αυτού, του δολιούσθαι εν τοις δούλοις αυτού.
Εξαπέστειλε Μωϋσής τον δούλον αυτού, Ααρών, όν εξελέξατο εαυτώ. Έθετο εν αυτοίς τους λόγους των σημείων αυτού και των τεράτων
αυτού εν γη Χαμ. Εξαπέστειλε σκότος και εσκότασεν, ότι παρεπίκραναν τους λόγους αυτού. Μετέστρεψε τα ύδατα αυτών εις αίμα και
απέκτεινε τους ιχθύας αυτών. Εξύρψεν η γή αυτών βατράχους εν τοις ταμείοις των βασιλέων αυτών. Είπε και ήλθε κυνόμυια και σκνίπες εν
πάσι τοις ορίοις αυτών. Έθετο τας βροχάς αυτών χάλαζαν, πύρ καταφλέγον εν τη γη αυτών. Και επάταξε τας αμπέλους αυτών και τας
συκάς αυτώνR και συνέτριψε παν ξύλον ορίου αυτών. Είπε και ήλθεν ακρίς και βρούχος, ού ουκ ην αριθμός. Και κατέφαγε πάντα χόρτον εν
τη γη αυτών και κατέφαγε πάντα τον καρπόν της γής αυτών. Και επάταξε πάν πρωτότοκον εν τη γη αυτών· απαρχήν παντός πόνου αυτών.
Και εξήγαγεν αυτούς εν αργυρίω και χρυσίω και ουκ ην εν ταις φυλαίς αυτών ο ασθενών. Ευφράνθη Αίγυπτος εν τη εξόδω αυτών, ότι
επέπεσεν ο φόβος αυτών επ΄αυτούς. Διεπέτασε νεφέλην εις σκέπην αυτοίς και πυρ του φωτισμού αυτοίς την νύκτα. ΄Ητησαν και ήλθεν
ορτυγομήτρα και άρτον ουρανού ενέπλησεν αυτούς. Διέρρηξε πέτραν και ερρύησαν ύδατα, επορεύθησαν εν ανύδροις ποταμοί. Ότι εμνήσθη
του λόγου του αγίου αυτού, του προς Αβραάμ τον δούλον αυτού. Και εξήγαγε τον λαόν αυτού εν αγαλλιάσει και τους εκλεκτούς αυτού εν
ευφροσύνη. Και έδωκεν αυτοίς χώρας εθνών και πόνους λαών κατεκληρονόμησαν. Όπως αν φυλάξωσι τα δικαιώματα αυτού και τον νόμον
αυτού εκζητήσωσιν.

Ο ψαλμός αυτός είναι όμοιος με τον 77. Οι διαφορές που έχει είναι ότι ο
μεν 77 εκθέτει την ιστορία του Ισραήλ υπό την μορφή προειδοποιήσεως, ενώ ο
παρών ψαλμός έχει σκοπό να κινήσει το έθνος σε ευγνωμοσύνη προς τον Θεό.

Ψαλμός εκατοστός πέμπτος (ρε΄)


Εξομολογείσθε τω Κυρίω, ότι χρηστός, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού. Τίς λαλήσει τας δυναστείας του Κυρίου, ακουστάς
ποιήσει πάσας τας αινέσεις αυτού; Μακάριοι οι φυλάσσοντες κρίσιν και ποιούντες δικαιοσύνην εν παντί καιρώ. Μνήσθητι ημών, Κύριε, εν τη
ευδοκία του λαού σου, επίσκεψαι ημάς εν τω σωτηρίω σου. Του ιδείν εν τη χρηστότητι των εκλεκτών σου, του ευφρανθήναι εν τη ευφροσύνη
του έθνου σου, του επαινείσθαι μετά της κληρονομίας σου. Ημάρτομεν μετά των πατέρων ημών, ηνομήσαμεν, ηδικήσαμεν. Οι πατέρες ημών
εν Αιγύπτω ου συνήκαν τα θαυμάσια σου και ουκ εμνήσθησαν του πλήθους του ελέους σου και παρεπίκραναν αναβαίνοντες εν τη ερυθρά
θαλάσση. Και έσωσεν αυτούς ένεκεν του ονόματος αυτού, του γνωρίσαι την δυναστείαν αυτού. Και επετίμησε τη ερυθρά θαλάσση και
εξηράνθη· και ωδήγησεν αυτούς εν αβύσσω, ώς εν ερήμω. Και έσωσεν αυτούς εκ χειρός μισούντος και ελυτρώσατο αυτους εκ χειρός εχθρών.
Εκάλυψεν ύδωρ τους θλίβοντας αυτούς· είς εξ αυτών ούχ υπελείφθη. Και επίστευσαν τω λόγω αυτού και ήσαν την αίνεσιν αυτού.
Ετάχυναν, επελάθοντο των έργων αυτού, ούχ υπέμειναν την βουλήν αυτού. Και επεθύμησαν επιθυμίαν εν τη ερήμω και επείρασαν τον Θεόν
εν ανύδρω. Και έδωκεν αυτοίς το αίτημα αυτών και εξαπέστειλε πλησμονήν εις τας ψυχάς αυτών. Και παρώργισαν τον Μωϋσήν εν τη
παρεμβολή, τον Ααρών τον άγιον Κυρίου. Ηνοίχθη η γη και κατέπιε Δαθάν και εκάλυψεν επί την συναγωγήν Αβειρών. Και εξεκαύθη πυρ

452
εν τη συναγωγή αυτών, φλόξ κατέφλεξεν αμαρτωλούς. Και εποίησαν μόσχον εν Χωρήβ και προσεκύνησαν τω γλυπτώ. Και ηλλάξαντο την
δόξαν αυτού εν ομοιώματι μόσχου εσθίοντος χόρτον. Και επελάθοντο του Θεού του σώζοντος αυτούς· του ποιήσαντος μεγάλα εν Αιγύπτω.
Θαυμάσια εν γη Χάμ, φοβερά επί θαλάσσης ερυθράς. Και είπε τους εξολοθρεύσαι αυτούς, ει μη Μωϋσής ο εκλεκτός αυτου έστη εν τη θραύσει
ενώπιον αυτού, του αποστρέψαι τον θυμόν αυτού, του μη εξολοθρεύσαι αυτούς. Και εξουδένωσαν γην επιθυμητήν, ουκ επίστευσαν τω λόγω
αυτού. Και εγόγγυσαν εν τοις σκηνώμασιν αυτών, ουκ εισήκουσαν της φωνής Κυρίου. Και επήρε την χείρα αυτού επ΄αυτούς, του
καταβαλείν αυτούς εν τη ερήμω και του καταβαλείν το σπέρμα αυτών εν τοις έθνεσι και διασκορπίσαι αυτούς εν ταις χώραις. Και
ετελέσθησαν τω Βεελφεγώρ και έφαγον θυσίας νεκρών. Και παρώξυναν αυτόν εν τοις επιτηδεύμασιν αυτών και επληθύνθη εν αυτοίς η
πτώσις. Και έστη Φινεές και εξιλάσατο· και εκόπασεν η θραύσις· και ελογίσθη αυτώ εις δικαιοσύνην, εις γενεάν και γενεάν έως του αιώνος.
Και παρώργισαν αυτόν επί ύδατος αντιλογίας και εκακώθη Μωϋσής δι΄αυτούς. Ότι παρεπίκραναν το πνεύμα αυτού και διέστειλεν εν τοις
χείλεσιν αυτού. Ουκ εξωλόθρευσαν τα έθνη, ά είπε Κύριος αυτοίς. Και εμίγησαν εν τοις έθνεσι και έμαθον τα έργα αυτών· και εδούλευσαν
τοις γλυπτοίς αυτών και εγενήθη αυτοίς εις σκάνδαλον. Και έθυσαν τους υιούς αυτών και τας θυγατέρας αυτών τοις δαιμονίοις. Και εξέχεαν
αίμα αθώον, αίμα υιών αυτών και θυγατέρων, ών έθυσαν τοις γλυπτοίς Χαναάν. Και εφονοκτονήθη η γη εν τοις αίμασι και εμιάνθη εν τοις
έργοις αυτών και επόρνευσαν εν τοις επιτηδεύμασι αυτών. Και ωργίσθη θυμώ Κύριος επί τον λαόν αυτού και εβδελύξατο την κληρονομίαν
αυτού. Και παρέδωκεν αυτούς εις χείρας εχθρών και εκυρίευσαν αυτών οι μισούντες αυτούς. Και έθλιψαν αυτούς οι εχθροί αυτών και
εταπεινώθησαν υπό τας χείρας αυτών. Πλεονάκις ερρύσατο αυτούς, αυτοί δε παρεπίκραναν αυτόν εν τη βουλή αυτών και εταπεινώθησαν εν
ταις ανομίαις αυτών. Και είδε Κύριος εν τω θλίβεσθαι αυτούς, εν τω αυτόν εισακούσαι της δεήσεως αυτών. Και εμνήσθη της διαθήκης αυτού
και μετεμελήθη κατά το πλήθος τους ελέους αυτού. Και έδωκεν αυτούς εις οικτιρμούς εναντίον πάντων των αιχμαλωτευσάντων αυτούς.
Σώσον ημάς Κύριε ο Θεός ημών και επισυνάγαγε ημάς εκ των εθνών, του εξομολογήσασθαι τω ονόματι σου τω αγίω, του εγκαυχάσθαι εν τη
αινέσει σου. Ευλογητός Κύριος ο Θεός Ισραήλ, από του αιώνος και έως του αιώνος· και έρει πας ο λαός· Γένοιτο. Γένοιτο.

Παρόμοιος κι αυτός με το 77 και τον 104


Στον παρών ψαλμό ζητείται η συγνώμη και η αποκατάσταση του αμαρτωλού
ισραηλιτικού έθνους.

Ψαλμός εκατοστός έκτος (ρστ΄)


Εξομολογείσθε τω Κυρίω ότι χρηστός, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού. Ειπάτωσαν οι λελυτρωμένοι υπό Κυρίου, ούς
ελυτρώσατο εκ χειρός εχθρού· και εκ των χωρών συνήγαγεν αυτούς, από ανατολών και δυσμών και βορρά και θαλάσσης. Επλανήθησαν εν
τη ερήμω εν γη ανύδρω, οδόν πόλεως κατοικητηρίου ούχ εύρον. Πεινώντες και διψώντες, η ψυχή αυτών εν αυτοίς εξέλιπε. Και εκέκραξαν
προς Κύριον εν τω θλίβεσθαι αυτούς και εκ των αναγκών αυτών ερρύσατο αυτούς. Και ωδήγησεν αυτούς εις οδόν ευθείαν, του πορευθήναι
εις πόλιν κατοικητηρίου. Εξομολογησάσθωσαν τω Κυρίω τα ελέη αυτού και τα θαυμάσια αυτού τοις υιοίς των ανθρώπων. Ότι εχόρτασε
ψυχήν κενήν και ψυχήν πεινώσαν ενέπλησεν αγαθών. Καθημένους εν σκότει και σκιά θανάτου, πεπεδημένους εν πτωχεία και σιδήρω. Ότι
παρεπίκραναν τα λόγια του Θεού και την βουλήν του Υψίστου παρώξυναν. Και εταπεινώθη εν κόποις η καρδία αυτών, ησθένησαν και ουκ
ην ο βοηθών. Και εκέκραξαν προς Κύριον, εν τω θλίβεσθαι αυτούς και εκ των αναγκών αυτών έσωσεν αυτούς. Και εξήγαγεν αυτούς εκ
σκότους και σκιάς θανάτου και τους δεσμούς αυτών διέρρηξε. Εξομολογησάσθωσαν τω Κυρίω τα ελέη αυτού και τα θαυμάσια αυτού τοις υιοίς
ανθρώπων. Ότι συνέτριψε πύλας χαλκάς και μοχλούς σιδηρούς συνέθλασε. Αντελάβετο αυτών εξ οδού ανομίας αυτών· δια γαρ τας ανομίας
αυτών εταπεινώθησαν. Παν βρώμα εβδελύξατο η ψυχή αυτών και ήγγισαν έως των πυλών του θανάτου. Και εκέκραξαν προς Κύριον εν τω
θλίβεσθαι αυτούς και εκ των αναγκών αυτών έσωσεν αυτούς. Απέστειλε τον λόγον αυτού και ιάσατο αυτούς και ερρύσατο αυτούς εκ των
διαφθορών αυτών. Εξομολογησάσθωσαν τω Κυρίω τα ελέη αυτού και τα θαυμάσια αυτού τοις υιοις των ανθρώπων. Και θυσάτωσαν αυτώ
θυσίαν αινέσεως και εξαγγειλάτωσαν τα έργα αυτού εν αγαλλιάσει. Οι καταβαίνοντες εις θάλασσαν εν πλοίοις, ποιούντες εργασίαν εν ύδασι
πολλοίς. Αυτοί είδον τα έργα Κυρίου και τα θαυμάσια αυτού εν τω βυθώ. Είπε και έστη πνεύμα καταιγίδος και υψώθη τα κύματα αυτής.
Αναβαίνουσιν έως των ουρανών και καταβαίνουσιν έως των αβύσσων· η ψυχή αυτών εν κακοίς ετήκετο. Εταράχθησαν, εσαλεύθησαν ως ο
μεθύων και πάσα η σοφία αυτών κατεπόθη. Και εκέκραξαν προς Κύριον εν τω θλίβεσθαι αυτούς και εκ των αναγκών αυτών εξήγαγεν
αυτούς. Και επέταξε τη καταιγίδι και έστη εις αύραν και εσίγησαν τα κύματα αυτής. Και ευφράνθησαν, ότι ησύχασαν και ωδήγησεν αυτούς
επί λιμένα θελήματος αυτού. Εξομολογησάσθωσαν τω Κυρίω τα ελέη αυτού και τα θαυμάσια αυτού τοις υιοίς των ανθρώπων. Υψωσάτωσαν
αυτόν εν εκκλησία λαού και εν καθέδρα πρεσβυτέρων αινεσάτωσαν αυτόν. Έθετο ποταμούς εις έρημον και διεξόδους υδάτων εις δίψαν. Γην
καρποφόρον εις άλμην από κακίας των κατοικούντων εν αυτή. Έθετο έρημον εις λίμνας υδάτων και γην άνυδρον εις διεξόδους υδάτων. Και
κατώκισεν εκεί πεινώντας και συνεστήσαντο πόλεις κατοικεσίας. Και έσπειραν αγρούς και εφύτευσαν αμπελώνας και εποιησαν καρπόν
γεννήματος. Και ευλόγησεν αυτούς και επληθύνθησαν σφόδρα και τα κτήνη αυτών ουκ εσμίκρυνε. Και ωλιγώθησαν και εκακώθησαν από
θλίψεως κακών και οδύνης. Εξεχύθη εξουδένωσις επ΄ άρχοντας αυτών και επλάνησεν αυτούς εν αβάτω και ούχ οδώ. Και εβοήθησε πένητι
εκ πτωχείας και έθετο ως πρόβατα πατριάς. Όψονται ευθείς και ευφρανθήσονται και πάσα ανομία εμφράξει το στόμα αυτής. Τις σοφός και
φυλάξει ταύτα και συνήσει τα ελέη του Κυρίου;

Παρόμοιος με τους 77,104 και 105.

Ψαλμός εκατοστός έβδομος (ρζ΄)


Ετοίμη η καρδία μου, ο Θεός, ετοίμη η καρδία μου· άσομαι και ψαλώ εν τη δόξη μου. Εξεγέρθητι η δόξα μου, εξεγέρθητι,
ψαλτήριον και κιθάρα· εξεγερθήσομαι όρθρου. Εξομολογήσομαί σοι εν λαοίς, Κύριε, ψαλώ σοι εν έθνεσι. Ότι μέγα επάνω των ουρανών το
έλεος σου και έως των νεφελών η αληθεία σου. Υψώθητι επί τους ουρανούς, ο Θεός και επί πάσαν την γην η δόξα σου. Όπως αν ρυσθώσιν οι
αγαπητοί σου, σώσον τη δεξιά σου και επάκουσον μου. Ο Θεός ελάλησεν εν τω αγίω αυτού· υψωθήσομαι και διαμεριώ Σίκιμα και την
κοιλάδα των σκηνών διαμετρήσω. Εμός έστι Γαλαάδ και εμός έστι Μανασσής και Εφραίμ αντίληψις της κεφαλής μου· Ιούδας βασιλεύς μου.
Μωάβ λέβης της ελπίδος μου· επί την Ιδουμαίαν επιβαλώ το υπόδημα μου· εμοί αλλόφυλοι υπετάγησαν. Τίς απάξει με εις πόλιν περιοχής; ή
τίς οδηγήσει με έως της Ιδουμαίας; Ουχί σύ, ο Θεός, ο απωσάμενος ημάς; και ουκ εξελεύση, ο Θεός, εν ταις δυνάμεσιν ημών; Δός ημίν βοήθειαν
εκ θλίψεως και ματαία σωτηρία ανθρώπου. Εν τω Θεώ ποιήσομεν δύναμιν και αυτός εξουδενώσει τους εχθρούς ημών.

«Ετοίμη η καρδία μου»: Έτοιμη έχω την καρδιά μου να υποδεχτεί την Θεία
Χάρη.
«Ως των νεφελών η αλήθειά σου», «αντίληψις της κεφαλής μου», ο
453
προστάτης της κεφαλής μου, το κράνος μου.
Προσευχή πλήρης πίστεως στηριζόμενη στον χρησμό του Θεού για την νίκη.

Ψαλμός εκατοστός όγδοος (ρη΄)


Ο Θεός την αίνεσιν σου μη παρασιωπήσης· ότι στόμα αμαρτωλού και στόμα δολίου επ΄ εμέ ηνοίχθη. Ελάλησαν κατ΄ εμού
γλώσση δολία και λόγοις μίσους εκύκλωσαν με και επολέμησαν με δωρεάν. Αντί του αγαπάν με, ενδιέβαλλον με, εγώ δε προσηυχόμην. Και
έθεντο κατ΄ εμού κακά αντί αγαθών και μίσος αντί της αγαπήσεως μου. Κατάστησον επ΄ αυτόν αμαρτωλόν και διάβολος στήτω εκ δεξιών
αυτού. Εν τω κρίνεσθαι αυτόν εξέλθοι καταδεδικασμένος και η προσευχή αυτού γενέσθω εις αμαρτίαν. Γενηθήτωσαν αι ημέραι αυτού ολίγαι
και την επισκοπήν αυτού λάβοι έτερος. Γενηθήτωσαν οι υιοί αυτού ορφανοί και η γυνή αυτού χήρα. Σαλευόμενοι μεταναστήτωσαν οι υιοί
αυτού και επαιτησάτωσαν· εκβληθήτωσαν εκ των οικοπέδων αυτών. Εξερευνησάτω δανειστής πάντα, όσα υπάρχει αυτώ· και
διαρπασάτωσαν αλλότριοι τούς πόνους αυτού· Μη υπαρξάτω αυτώ αντιλήπτωρ, μηδέ γενηθήτω οικτίρμων τοις ορφανοίς αυτού. Γενηθήτω
τα τέκνα αυτού εις εξολόθρευσιν, εν γενεά μιά εξαλειφθείη το όνομα αυτού. Αναμνησθείη η ανομία των πατέρων αυτού έναντι Κυρίου και η
αμαρτία της μητρός αυτού μη εξαλειφθείη. Γενηθήτωσαν εναντίον Κυρίου διαπαντός και εξολοθρευθείη εκ γης το μνημόσυνον αυτών.
Ανθ΄ων ουκ εμνήσθη ποιήσαι έλεος και κατεδίωξεν άνθρωπον πένητα και πτωχόν και κατανενυγμένον τη καρδία του θανατώσαι. Και
ηγάπησε κατάραν και ήξει αυτώ· και ουκ ηθέλησεν ευλογίαν και μακρυνθήσεται απ΄ αυτού. Και ενεδύσατο κατάραν ως ιμάτιον και εισήλθεν
ωσεί ύδωρ εις τα έγκατα αυτού και ωσεί έλαιον εν τοις οστέοις αυτού. Γενηθήτω αυτώ ως ιμάτιον, ό περιβάλλεται και ωσεί ζώνη, ήν
διαπαντός περιζώννυται. Τούτο το έργον των ενδιαβαλλόντων με παρά Κυρίου και των λαλούντων πονηρά κατά της ψυχής μου. Και σύ,
Κύριε, Κύριε, ποίησον μετ΄ εμού, ένεκεν του ονόματος σου, ότι χρηστόν το έλεος σου. Ρύσαι με, ότι πτωχός και πένης ειμί εγώ και η καρδία
μου τετάρακται εντός μου. Ωσεί σκιά εν τω εκκλίναι αυτήν αντανηρέθην, εξετινάχθην ωσεί ακρίδες. Τα γόνατα μου ησθένησαν από νηστείας
και η σαρξ μου ηλλοιώθη δι΄έλαιον. Καγώ εγενήθην όνειδος αυτοίς· είδοσαν με, εσάλευσαν κεφαλάς αυτών. Βοήθησον μοι, Κύριε ο Θεός μου
και σώσον με κατά το έλεος σου. Και γνώτωσαν, ότι η χείρ σου αύτη και σύ, Κύριε, εποίησας αυτήν. Καταράσονται αυτοί και σύ ευλογήσεις·
οι επανιστάμενοι μοι αισχυνθήτωσαν, ο δε δούλος σου ευφρανθήσεται. Ενδυσάσθωσαν οι ενδιαβάλλοντες με εντροπήν και περιβαλέσθωσαν
ως διπλοίδα αισχύνην αυτών. Εξομολογήσομαι τω Κυρίω σφόδρα εν τω στόματι μου και εν μέσω πολλών αινέσω αυτόν. Ότι παρέστη εκ
δεξιών πένητος, του σώσαι εκ των καταδιωκόντων την ψυχήν μου.

Όμοιος ψαλμός με τους 68 και 34. Μας κάνει εντύπωση η κατάρα:


«εξολοθρευθείη το μνημόσυνον», δηλαδή να εξαφανιστεί πλήρως η μνήμη αυτών
δηλαδή των προγόνων και γενεών του Δαυίδ. Γιατί; Διότι ο Δαυίδ σκέφτεται
περισσότερο τον Θεό παρά τον εαυτό του. Οι πρόγονοί του φάνηκαν αχάριστοι στον
Θεό, αυτό τον στενοχωρεί και τον θλίβει.

Ψαλμός εκατοστός ένατος (ρθ΄)


Είπεν ο Κύριος τω Κυρίω· Κάθου εκ δεξιών μου, έως αν θω τους εχθρούς σου υποπόδιον των ποδών σου. Ράβδον δυνάμεως
εξαποστελεί σοι Κύριος εκ Σιών και κατακυρίευε εν μέσω των εχθρών σου. Μετά σου η αρχή εν ημέρα της δυνάμεως σου, εν ταις λαμπρότησι
των αγίων σου. Εκ γαστρός προ εωσφόρου εγέννησα σε. Ώμοσε Κύριος και ού μεταμεληθήσεται· συ ιερεύς εις τον αιώνα, κατά την τάξιν
Μελχισεδέκ. Κύριος εκ δεξιών σου συνέθλασεν εν ημέρα οργής αυτού βασιλείς. Κρινεί εν τοις έθνεσι, πληρώσει πτώματα, συνθλάσει
κεφαλάς επί γης πολλών. Εκ χειμάρρου εν οδώ πίεται· δια τούτο υψώσει κεφαλήν.

Πρόκειται για Μεσσιανικό ψαλμό.


«Είπεν ο Κύριος», σε ποιον; «τω κυρίω μου». Εδώ έχουμε δύο κυρίους του
Δαυίδ. Ο «Κύριος» είναι ο Πατέρας Θεός, ο δεύτερος, ο Μεσσίας. Αυτό ερμηνεύει ο
ίδιος ο Χριστός στο Ματθ. 22,41. Τόσο αποστομωτικό ήταν το χωρίο αυτό για την
θεότητα του Μεσσία, αφού ήταν Κύριος και όχι υιός Δαυίδ.
«Κάθου εκ δεξιών μου»: Το εκ δεξιών δηλώνει ισοτιμία με εκείνον με τον
οποίο παρακάθεται.
«Έως αν θω τους εχθρούς σου»: Το «εως» σε άλλη περίπτωση δηλώνει
χρόνο, αλλά εδώ το άπειρο.
«Υποπόδιον»: Οι ηττημένοι να βρεθούν στα πόδια των νικητών.
«Εκ Σιών»: Η Ιερουσαλήμ είναι η έδρα του Μεσσία.
«Κατακυρίευε εν μέσω των εχθρών σου»: Η κυριαρχία αυτή του Μεσσία επί
των εχθρών Του θα γίνει με την βοήθεια του Θεού. «Μετά σου η αρχή». Δηλαδή «εν
αρχή ην ο λόγος». Ο Χριστός είναι αρχή και η αιτία των άλλων όντων. Άλλη
ερμηνεία είναι ότι η λέξη «αρχή» δηλώνει εξουσία. Ο Μεσσίας είναι η απόλυτη
εξουσία.
«Εν ημέρα της δυνάμεώς σου»: Η κυριαρχία του Μεσσία αρχίζει από την
αιωνιότητα. Άλλοι θεωρούν ότι η ημέρα δυνάμεως είναι η Δευτέρα Παρουσία.

454
«Εν ταις λαμπρότησι των αγίων σου»: Όταν εμφανιστεί εν μέσω των
λαμπρών αγγέλων και αγίων.
«Εκ γαστρός προ εωσφόρου εγέννησά σε»: Τούτο σημαίνει ότι ο Μεσσίας
γεννάται επί της αυτής ουσίας με τον Πατέρα. Το «προ εωσφόρου», σημαίνει πριν
λάμψει ο φέρων την αυγή, ο αυγερινός, άρα η προ της αυγής, προ παντός άστρου,
άρα προαιωνίως.
«Ώμοσε Κύριος»: Χρησμός του Θεού «ου μεταμεληθήσεται», η απόφαση
του Κυρίου είναι αμετάκλητη. Δηλαδή τι ώμοσε ο Κύριος; «Συ ιερεύς εις τον
αιώνα». Ο αιώνιος Βασιλέυς γίνεται αιώνιος αρχιερεύς. Στο ίδιο πρόσωπο
συνδέονται το βασιλικό και το ιερατικό αξίωμα. Έχουμε εδώ νέο είδος ιεροσύνης το
του Μεσσίου Χριστού.
«Κατά την τάξιν Μελχισεδέκ»: Ο Μελχισεδέκ ήταν ταυτόχρονα ιερέας και
βασιλέας. Ήταν αγεννεαλόγητος, διότι σ’ αυτόν δεν αναφέρεται ούτε πατέρας, ούτε
μητέρα.
«Κρινεί εν έθνεσι»: Η Δευτέρα Παρουσία. «Πληρώσει πτώματα», η
κυριαρχία του Μεσσία εφ’ όλης της γης.
«Εκ Χειμάρρου εν οδώ πίεται»: Η μάχη με τους εχθρούς Του θα είναι τόσο
μανιώδης, ώστε ο Μεσσίας δεν θα αναπαυτεί, αλλά θα μάχεται να σβήσει την δίψα
Του από έναν χείμαρρο και θα συνεχίσει να μάχεται. Αυτό επίσης δείχνει το ευτελές
της διαγωγής και το ταπεινόν της διαίτης.

Ψαλμός εκατοστός δέκατος (ρι΄)


Εξομολογήσομαι σοι, Κύριε, εν όλη καρδία μου, εν βουλή ευθέων και συναγωγή. Μεγάλα τα έργα Κυρίου, εξεζητημένα εις
πάντα τα θελήματα αυτού. Εξομολόγησις και μεγαλοπρέπεια το έργον αυτού και η δικαιοσύνη αυτού μένει εις τον αιώνα του αιώνος. Μνείαν
εποιήσατο των θαυμασίων αυτού· ελεήμων και οικτίρμων ο Κύριος. Τροφήν έδωκε τοις φοβουμένοις αυτόν· μνησθήσεται εις τον αιώνα
διαθήκης αυτού. Ισχύν έργων αυτού ανήγγειλε τω λαώ αυτού, του δούναι αυτοίς κληρονομίαν εθνών. Έργα χειρών αυτού αλήθεια και
κρίσις· πισταί πάσαι αι εντολαί αυτού, εστηριγμέναι εις τον αιώνα του αιώνος, πεποιημέναι εν αληθεία και ευθύτητι. Λύτρωσιν απέστειλε τω
λαώ αυτού· ενετείλατο εις τον αιώνα διαθήκην αυτού· άγιον και φοβερόντο όνομα αυτού. Αρχή σοφίας φόβος Κυρίου, σύνεσις δε αγαθή πάσι
τοις ποιούσιν αυτήν. Η αίνεσις αυτού μένει εις τον αιώνα του αιώνος.

«Εξομολογήσομαί σοι»: Ο ψαλμωδός δοξάζει τον Θεό.


«Εν βουλή ευθέων και συναγωγή»: Βουλή είναι το μυστικοσυμβούλιο, η
συναγωγή, ο ευρύτερος κύκλος. Ευθείς είναι οι δίκαιοι.
«Μεγάλα τα έργα Κυρίου»: Να γιατί θέλει ο ποιητής να υμνήσει τον Θεό.
«Εις πάντα τα θελήματα αυτού»: Ο Θεός θέτει την αγάπη Του, όλη την
καλοσύνη Του υπέρ του λαού Του.
«Εξομολόγησις και μεγαλοπρέπεια»: Όλα τα έργα Κυρίου φέρουν την
σφραγίδα του υπέροχου μεγαλείου.
«Μνείαν εποιήσατο των θαυμασίων αυτού»: Οι πατέρες προχωρούν ένα
βήμα περισσότερο, δέχονται ως τροφή την Θεία Ευχαριστία.
«Αλήθεια και κρίσις»: Τα έργα των χειρών του Κυρίου είναι αλήθεια και
κρίσις.
«Ενετείλατο εις τον αιώνα διαθήκη»: Ο εν Σινά νόμος θα είναι αιώνιος, διότι
θα συμπληρωθεί από την Καινή Διαθήκη.
«Αρχή σοφίας»: Η βάση, η ρίζα, η ουσία της σοφίας είναι ο φόβος του
Κυρίου.
«Σύνεσις αγαθή»: Συνετός είναι αυτός που πράττει την σοφία.
«Η αίνεσις αυτού εις τον αιώνα»: Όμοια η κατάληξη του ψαλμού με την
αρχή.

455
Ψαλμός εκατοστός ενδέκατος (ρια΄)
Μακάριος ανήρ, ο φοβούμενος τον Κύριον, εν ταις εντολαίς αυτού θελήσει σφόδρα. Δυνατόν εν τη γη έσται το σπέρμα αυτού·
γενεά ευθέων ευλογηθήσεται. Δόξα και πλούτος, εν τω οίκω αυτού και η δικαιοσύνη αυτού μένει εις τον αιώνα του αιώνος. Εξανέτειλεν εν
σκότει φώς τοις ευθέσιν· ελεήμων και οικτίρμων και δίκαιος. Χρηστός ανήρ ο οικτείρων και κιχρών· οικονομήσει τους λόγους αυτού εν
κρίσει· ότι εις τον αιώνα ου σαλευθήσεται. Εις μνημόσυνον αιώνιον έσται δίκαιος. από ακοής πονηράς ού φοβηθήσεται· ετοίμη η καρδία
αυτού ελπίζειν επί Κύριον· Εστήρικται η καρδία αυτού, ου μη φοβηθή, έως ου επίδη επί τους εχθρούς αυτού. Εσκόρπισεν, έδωκε τοις
πένησιν, η δικαιοσύνη αυτού μένεις εις τον αιώνα του αιώνος· το κέρας αυτού υψωθήσεται εν δόξη. Αμαρτωλός όψεται και οργισθήσεται,
τους οδόντας αυτού βρύξει και τακήσεται· επιθυμία αμαρτωλού απολείται.

«Μακάριος ανήρ ο φοβούμενος τον Κύριον»: Ο φοβούμενος τον Κύριο είναι


ευτυχισμένος και εδώ και στην άλλη ζωή.
«Εν ταις εντολαίς αυτού θελήσει σφόδρα»: Πόση η επιθυμία του ευσεβούς
για την εκτέλεση των θείων εντολών!
«Δυνατόν… το σπέρμα αυτού»: Πλούσιοι θα είναι οι απόγονοί του. «Δόξα
και πλούτος», «δικαιοσύνη αυτού… εις τον αιώνα» Όπως η δικαιοσύνη του Θεού
είναι αιώνια, έτσι και ο δίκαιος θα μένει πάντοτε.
«Εξανέτειλε φως»: Το φως αυτό είναι ο ίδιος ο Κύριος.
«Οικονομήσει τους λόγους αυτού»: Είναι προσεκτικός στους λόγους του.
«Χρηστός ανήρ»: Η γλώσσα του χρηστού ανδρός είναι ευαίσθητη στο
δυστύχημα του άλλου.
«Εις τον αιώνα ου σαλευθήσεται»: Οι άγιοι απολαμβάνουν αδιάκοπη
ευτυχία.
«Εις μνημόσυνον αιώνιον έσται δίκαιος»: Επειδή οι πράξεις του ευσεβούς
είναι ελεήμονες γι’ αυτό ο άνθρωπος αυτός δεν σβήνει από την μνήμη «ετοίμη η
καρδία αυτού»: Η καρδιά του είναι σταθερή, έχει εμπιστοσύνη στον Θεό.
«Αμαρτωλός όψεται»: Ο αμαρτωλός βλέποντας τον δίκαιο θα λυσσάξει από
την οργή του, από την ζηλοτυπία του.

Ψαλμός εκατοστός δωδέκατος (ριβ΄)


Αινείτε παίδες Κύριον, αινείτε το όνομα Κυρίου. Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον από του νυν και έως του αιώνος. Από
ανατολών ηλίου μέχρι δυσμών αινετόν το όνομα Κυρίου. Υψηλός επί πάντα τα έθνη ο Κύριος· επί τους ουρανούς η δόξα αυτού. Τις ως
Κύριος ο Θεός ημών; Ο εν υψηλοίς κατοικών και τα ταπεινά εφορών, εν τω ουρανώ και εν τη γη. Ο εγείρων από γης πτωχόν και από
κοπρίας ανυψών πένητα. Του καθίσαι αυτόν μετά αρχόντων, μετά αρχόντων λαού αυτού. Ο κατοικίζων στείραν εν οίκω, μητέρα επί τέκνοις
ευφραινομένην.

«Αινείτε παίδες»: Δεν εννοεί τους νέους, αλλά τους δούλους.


«Είη το όνομα Κυρίου ευλογημένον»: Εκπληκτικό είναι ότι με αυτά τα λόγια
η Θεοτόκος ύμνησε τον Θεό.
«Από ανατολήν ηλίου μέχρι δυσμών»: Ας αινείτε σε όλη την υφήλιο.
«Επί τους ουρανούς η δόξα αυτού»: Υπεράνω και αυτών είναι ο Κύριος. Ο
Δημιουργός είναι πάνω από τα δημιουργήματά του.
«Εν υψηλοίς κατοικών», «και τα ταπεινά»: Το να είναι μέγας ο Κύριος και
να κατοικεί υψηλά δεν είναι εκπληκτικό, το να ταπεινώνεται όμως για να σώσει τον
άνθρωπο είναι πέραν για πέραν άξιο θαυμασμού.
«Ο εγείρων από γης»: Αυτό είναι η έσχατη κοινωνική θέση.
«Του καθίσαι αυτόν μετά αρχόντων»: Οι επί κοπριάς καθήμενοι θα καθίσουν
σε θρόνους αρχοντικούς.
«Ο κατοικίζων στείρων εν οίκω»: Η στειρότης ήταν όνειδος μεταξύ των
Εβραίων. Στείρο πνευματικά ήταν ολόκληρο το ισραηλιτικό έθνος το οποίο
επανέφερε ο Κύριος στην Ιερουσαλήμ και έγινε πολυάριθμο.

456
Ψαλμός εκατοστός δέκατος τρίτος (ριγ΄)

Εν εξόδω Ισραήλ εξ Αιγύπτου, οίκου Ιακώβ εκ λαού βαρβάρου. Εγενήθη Ιουδαία αγίασμα αυτού, Ισραήλ εξουσία αυτού. Η
θάλασσα είδε και έφυγεν· ο Ιορδάνης εστράφη εις τα οπίσω. Τα όρη εσκίρτησαν ωσεί κριοί και οι βουνοί ως αρνία προβάτων. Τί σοι έστι,
θάλασσα, ότι έφυγες; και συ, Ιορδάνη, ότι εστράφης εις τα οπίσω; Τα όρη, ότι εσκιρτήσατε ωσεί κριοί και οι βουνοί ως αρνία προβάτων; Από
προσώπου Κυρίου εσαλεύθη η γη, από προσώπου του Θεού Ιακώβ. Του στρέψαντος την πέτραν εις λίμνας υδάτων και την ακρότομον εις
πηγάς υδάτων. Μή ημίν, Κύριε, μη ημίν, αλλ΄ ή τω ονόματι σου δος δόξαν, επί τω ελέει σου και τη αληθεία σου. Μήποτε είπωσι τα έθνη·
Πού έστιν ο Θεός αυτών; Ο δε Θεός ημών εν τω ουρανώ και εν τη γη· πάντα, όσα ηθέλησεν, εποίησε. Τα είδωλα των εθνών, αργύριον και
χρυσίον, έργα χειρών ανθρώπων. Στόμα έχουσι και ού λαλήσουσιν·. οφθαλμούς έχουσι και ούκ όψονται. Ώτα έχουσι και ούκ ακούσονται·
ρίνας έχουσι και ούκ οσφρανθήσονται. Χείρας έχουσι και ού ψηλαφήσουσι, πόδας έχουσι και ού περιπατήσουσιν· ού φωνήσουσιν εν τω
λάρυγγι αυτών. ΄Ομοιοι αυτοίς γένοιτο οι ποιούντες αυτά και πάντες οι πεποιθότες επ΄αυτοίς. Οίκος Ισραήλ ήλπισεν επί Κύριον· βοηθός και
υπερασπιστής αυτών έστι. Οίκος Ααρών ήλπισεν επί Κύριον· βοηθός και υπερασπιστής αυτών έστι. Οι φοβούμενοι τον Κύριον ήλπισαν επί
Κύριον· βοηθός και υπερασπιστής αυτών έστι. Κύριος, μνησθείς ημών, ευλόγησεν ημάς, ευλόγησε τον οίκον Ισραήλ, ευλόγησε τον οίκον
Ααρών. Ευλόγησε τους φοβουμένους τον Κύριον, τους μικρούς μετά των μεγάλων. Προσθείη Κύριος εφ΄ υμάς, εφ΄ υμάς και επί τους υιούς
υμών. Ευλογημένοι υμείς τω Κυρίω, τω ποιήσαντι τον ουρανόν και την γην. Ο ουρανός του ουρανού τω Κυρίω, την δε γήν έδωκε τοις υοίς
των ανθρώπων. Ούχ οι νεκροί αινέσουσι σε, Κύριε, ουδέ πάντες οι καταβαίνοντες εις άδου. Αλλ΄ ημείς οι ζώντες ευλογήσομεν τον Κύριον
από του νυν και έως του αιώνος.

«Εν εξόδω Ισραήλ εη Αιγύπτου».. «εκ λαού βαρβάρου»: Οι Αιγύπτιοι


θεωρούνταν βάρβαροι.
«Εγεννήθη Ιουδαία αγίασμα»: Να ο σκοπός της εξόδου απ’ την Αίγυπτο, να
γίνει λαός άγιος. Εκ των πολλών θαυμάτων ο ποιητής αναφέρει τρία: α) «η θάλασσα
είδε και έφυγε»:πρόκειται περί της διαβάσεως της Ερυθράς θαλάσσης. Β) «ο
Ιορδάνης εστράφη εις τα οπίσω»: Τούτο συνέβη κατά την είσοδο στην γη της
Επαγγελίας. Γ) «Τα όρη εσκίρτησαν»: Πρόκειται για τον σεισμό του όρους Σινά.
Για ποιο λόγο έγιναν τα θαύματα αυτά; «Τι σοι έστι θάλασσα»; Κι επειδή τα
άψυχα δεν απαντούν, απαντά ο ίδιος. «Από προσώπου Κυρίου»: Ο Θεός ενήργησε
τα θαύματα αυτά για να δείξει την δύναμή Του. «Του στρέψαντος την πέτραν»: Η
πέτρα αυτή είναι ο βράχος της Χωρήβ (Εξ. 17,6).
Η προσευχή: «Μη ημίν Κύριε»: Οι ικετεύοντες την Θεία βοήθεια
αναγνωρίζουν ότι δεν είναι άξιοι αυτής.
«Μήποτε είπωσι τα έθνη»: Εάν δεν σωθούν οι ισραηλίτες θα ειρωνευτούν τα
έθνη. Ακόμη όμως και να ειρωνευτούν τα έθνη οι ισραηλίτες θα απαντήσουν: «Όσα
ηθέλησεν εποίησε».
Τα είδωλα στα οποία πιστεύουν τα έθνη είναι μηδαμινά: «έργα χειρών
ανθρώπων», είναι βουβά, έχουν οφθαλμούς όμως δεν βλέπουν, δεν μπορούν να
ακούσουν, δεν μπορούν ακούσουν την προσευχή των ικετών, ούτε οσφραίνονται,
ούτε περπατούν, ούτε μιλούν, δεν πιάνουν τίποτα με τα άψυχα χέρια τους. Οι
ισραηλίτες όμως μπορούν να ελπίζουν στον Θεό τους, διότι Αυτός είναι ζωντανός,
Αυτός είναι που τα πάντα εποίησε.

Ψαλμός εκατοστός δέκατος τέταρτος (ριδ΄)


Ηγάπησα, ότι εισακούσεται Κύριος της φωνής της δεήσεως μου. ΄Οτι έκλινε το ούς αυτού εμοί και εν ταις ημέραις μου
επικαλέσομαι. Περιέσχον με ωδίνες θανάτου, κίνδυνοι άδου εύροσαν με· θλίψιν και οδύνη εύρον και το όνομα Κυρίου επεκαλεσάμην. Ω
Κύριε, ρύσαι την ψυχήν μου. Ελεήμων ο Κύριος και δίκαος και ο Θεός ημών ελεεί. Φυλάσσων τα νήπια ο Κύριος· εταπεινώθην και έσωσε με.
Επίστρεψον, ψυχή μου, εις την ανάπαυσιν σου, ότι Κύριος ευηργέτησέ σε. ΄Οτι εξείλετο την ψυχήν μου εκ θανάτου, τους οφθαλμούς μου
από δακρύων και τους πόδας μου από ολισθήματος. Ευαρεστήσω ενώπιον Κυρίου, εν χώρα ζώντων.

«Ηγάπησα»» Συγκινητική αρχή.


«Ότι εισακούσεται» τι; «της φωνής της δεήσεώς μου». Καταδέχτηκε να με

457
ακούσει, οπότε όλες τις ημέρες τις ζωής μου δεν θα παύσω να τον εμπιστεύομαι.
«Φυλάσσων τα νήπια ο Κύριος». Εννοεί ότι ο Θεός υπερασπίζεται τους
απλούς.
«Εταπεινώθην και έσωσέ με»: Επειδή συντρίφτηκα ψυχικώς, γι’ αυτό και με
έσωσε.

Ψαλμός εκατοστός δέκατος πέμπτος (ριε΄)

Επίστευσα, διό ελάλησα· εγώ δε εταπεινώθην σφόδρα. Εγώ δε είπα εν τη εκστάσει μου· Πας άνθρωπος ψεύστης. Τί
ανταποδώσω τω Κυρίω περί πάντων, ων ανταπέδωκε μοι; Ποτήριον σωτηρίου λήψομαι και το όνομα Κυρίου επικαλέσομαι. Τας ευχάς μου
τω Κυρίω αποδώσω εναντίον παντός του λαού αυτού. Τίμιος εναντίον Κυρίου ο θάνατος των οσίων αυτού. Ω Κύριε, εγώ δούλος σος, εγώ
δούλος σος και υιός της παιδίσκης σου· διέρρηξας τους δεσμούς μου. Σοί θύσω θυσίαν αινέσεως και εν ονόματι Κυρίου επικαλέσομαι. Τας
ευχάς μου τω Κυρίω αποδώσω εναντίον παντός του λαού αυτού, εν αυλαίς οίκου Κυρίου, εν μέσω σου, Ιερουσαλήμ.

«Επίστευσα»: Αυτός που πιστεύει θ΄ανοίξει τα χείλη του για να προσευχηθεί.


«Εγώ δε εταπεινώθην σφόδρα»: Η μεγάλη ταπείνωσή του είναι η μεγάλη
θλίψη του.
«Εγώ δε είπα εν τη εκστάσει μου»: Εν τη υπερβολή της συμφοράς. Όταν
λοιπόν η θλίψη του τον έφερε εκτός εαυτού είπε: «πας άνθρωπος ψεύτης» Όποιος
έχει εναποθέσει τις ελπίδες του στους ανθρώπους γρήγορα θα απογοητευθεί. Μόνος
ο λόγος του Κυρίου μένει πάντοτε αδιάψευστος.
«Τι ανταποδώσω τω Κυρίω»: Δεν υπάρχει τίποτα που να είναι άξιο για να
προσφέρει ο Δαυίδ στον Κύριο.
«Ποτήριον σωτηρίου λήψομαι»: Να τι σκέφτηκε να ανταποδώσει. Το
«ποτήριον σωτηρίου» είναι ο οίνος ο οποίος προσφέρονταν κατά τις ειρηνικές
θυσίες.
«Τας ευχάς μου τω Κυρίω»: Οι ευχές αυτές είναι τάματα τα οποία έκανε για
την διάσωσή του.
Εναντίον παντός του λαού»: Δημόσια θα ευχαριστήσω τον Κύριο.
«Τίμιος εναντίον Κυρίου»: Ο Θεός αμείβει του αγίους του.
«Ω Κύριε εγώ δούλος σος»: Έτσι δεν είναι Κύριε; Εγώ δεν είμαι δούλος σου;
«Υιός της παιδίσκης σου»: Παιδίσκη είναι η μητέρα του.
«Διέρρηξας τους δεσμούς μου»: Ως «δεσμούς» εννοεί τις θλίψεις του.

Ψαλμός εκατοστός δέκατος έκτος (ριστ΄)

Αινείτε τον Κύριον, πάντα τα έθνη, επαινέσατε αυτόν, πάντες οι λαοί. ΄Οτι εκραταιώθη το έλεος αυτού εφ΄ ημάς και η αλήθεια
του Κυρίου μένει εις τον αιώνα.

Ο ψαλμός αυτός είναι ο μικρότερος όλων των ψαλμών. Παρά την


σμικρότητά του όμως είναι πολύ σπουδαίος, εξαιτίας της μεσσιανικότητάς του.
«Αινείτε τον Κύριον»: Πρόσκληση στα έθνη.
«Ότι εκραταιώθη το έλεος»: Μονομάχησε η ευσπλαχνία του Κυρίου με την
αμαρτία και νίκησε η πρώτη.
«Η αλήθεια του Κυρίου μένει»: Το Θείο σχέδιο για την σωτηρία των λαών
της γης, είναι η μόνη αλήθεια που μένει εις τον αιώνα.

Ψαλμός εκατοστός δέκατος έβδομος (ριζ΄)


458
Εξομολογείσθε τω Κυρίω, ότι αγαθός, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού. Ειπάτω δη οίκος Ισραήλ, ότι αγαθός, ότι εις τον αιώνα το
έλεος αυτού. Ειπάτω δη οίκος Ααρών, ότι αγαθός, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού. Ειπάτωσαν δη πάντες οι φοβούμενοι τον Κύριον, ότι
αγαθός, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού. Εκ θλίψεως επεκαλεσάμην τον Κύριον και επήκουσέ μου εις πλατυσμόν. Κύριος εμοί βοηθός και ού
φοβηθήσομαι τί ποιήσει μοι άνθρωπος. Κύριος εμοί βοηθός, καγώ επόψομαι τους εχθρούς μου. Αγαθόν πεποιθέναι επί Κύριον ή πεποιθέναι
επ΄ άνθρωπον. Αγαθόν ελπίζειν επί Κύριον ή ελπίζειν επ΄ άρχουσι. Πάντα τα έθνη εκύκλωσαν με και τω ονόματι Κυρίου ημυνάμην αυτούς.
Κυκλώσαντες εκύκλωσαν με και το ονόματι Κυρίου ημυνάμην αυτούς. Εκύκλωσαν με ωσεί μέλισσαι κηρίον και εξεκαύθησαν ως πυρ εν
ακάνθαις και τω ονόματι Κυρίου ημυνάμην αυτούς. Ωσθείς ανετράπην του πεσείν και ο Κύριος αντελάβετο μου. Ισχύς μου και ύμνησις μου ο
Κύριος και εγένετο μοι εις σωτηρίαν. Φωνή αγαλλιάσεως και σωτηρίας εν σκηναίς δικαίων. Δεξιά Κυρίου εποίησε δύναμιν, δεξιά Κυρίου
ύψωσε με, δεξιά Κυρίου εποίησε δύναμιν. Ουκ αποθανούμαι, αλλά ζήσομαι και διηγήσομαι τα έργα Κυρίου. Παιδεύων επαίδευσε με ο Κύριος
και τω θανάτω ού παρέδωκε με. Ανοίξατε μοι πύλας δικαιοσύνης· εισελθών εν αυταίς, εξομολογήσομαι τω Κυρίω. Αύτη η πύλη του Κυρίου,
δίκαιοι εισελεύσονται εν αυτή. Εξομολογήσομαι σοι, ότι επήκουσας μου και εγένου μοι εις σωτηρίαν. Λίθον, ον απεδοκίμασαν οι
οικοδομούντες, ούτος εγενήθη εις κεφαλήν γωνίας. Παρά Κυρίου εγένετο αύτη και έστι θαυμαστή εν οφθαλμοίς ημών. Αύτη η ημέρα, ήν
εποίησεν ο Κύριος, αγαλλιασώμεθα και ευφρανθώμεν εν αυτή. Ω Κύριε, σώσον δη· ω Κύριε, ευόδωσον δη. Ευλογημένος ο ερχόμενος εν
ονόματι Κυρίου· ευλογήκαμεν υμάς εξ οίκου Κυρίου. Θεός Κύριος και επέφανεν ημίν· συστήσασθε εορτήν εν τοις πυκάζουσιν εως των
κεράτων του θυσιαστηρίου. Θεός μου ει σύ και εξομολογήσομαι σοι· Θεός μου ει σύ και υψώσω σε· εξομολογήσομαι σοι, ότι επήκουσας μου και
εγένου μοι εις σωτηρίαν. Εξομολογείσθε τω Κυρίω, ότι αγαθός, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού.

Μεσσιανικός ψαλμός:
«Εξομολογείσθε ότι αγαθός».. «Κύριος εμοί βοηθός»: Μεγάλη η εμπιστοσύνη
του πιστού προσευχομένου στον Θεό.
«Ου φοβηθήσομαι τι».. «κυκλώσαντες εκύκλωσάν με»: Οι εχθροί
περικύκλωσαν τους ισραηλίτες. Ο Κύριος όμως την κρίσιμη στιγμή ανέτρεψε τα
σχέδια των εχθρών.
Οι ισραηλίτες υμνούν τον Σωτήρα τους: «Ισχύς μου και ύμνησίς μου ο Κύριος».
Η λιτανεία συνεχίζεται και φτάνει προ του ναού: «Ανοίξαντέ μοι πύλας
δικαιοσύνης»… «αύτη η πύλη Κυρίου»: Αυτή είναι απάντηση των λειτουργών
«δίκαιοι εισελεύσονται εν αυτή»: μόνο οι δίκαιοι θα εισέλθουν.
«Λίθον ον απεδοκίμασαν»: Κάποιοι αδαείς συμβαίνει να θεωρούν ως άχρηστο
κάποιο λίθο, ενός οικοδομήματος , αυτός όμως αποδεικνύεται ακρογωνιαίος λίθος
όλων των εθνών. Με άλλα λόγια, τα έθνη θεώρησαν το Ισραήλ ως άχρηστο έθνος,
όμως ο Θεός πάνω στο Ισραήλ στήριξε την ελπίδα όλης της οικουμένης. Αναγωγικά
ο ακρογωνιαίος λίθος είναι ο Χριστός. Άλλωστε ο ίδιος ο Σωτήρας εφάρμοσε τον
στίχο αυτό στον εαυτό Του στο Ματθ. 21,42.
«Παρά Κυρίου εγένετο αύτη»: Ο Κύριος και όχι άνθρωπος κατέστησε τον
Χριστό ή τον Ισραήλ ως ακρογωνιαίο λίθο.
«Αύτη ημέρα ην εποίησε ο Κύριος» «ω Κύριε, σώσον δη». Ναι ο Θεός αυτή την
ωραία ημέρα-περίοδο χρονικά μας έσωσε, όμως υπάρχουν και καραδοκούν τριγύρω
μας οι εχθροί.
«»Ευλογημένος ο ερχόμενος»: Η ευλογία δίδονταν από τους ιερείς «εν ονόματι
Κυρίου». Είσαι ευλογημένος εσύ λαέ που εισέρχεσαι στον οίκο του Θεού. Το ίδιο
είπαν και οι ιεροσολυμίτες κατά την Βαϊοφόρο ημέρα προς τον Σωτήρα Χριστό.
Ματθ. 21,9, Λουκ. 19,38.
«Συστήσατε εορτήν εν τοις πυκάζουσιν»: Οι πιστοί παρακινούνται από τον
κλήρο να συνεχίσουν τις λιτανείες.

Ψαλμός εκατοστός δέκατος όγδοος (ριη΄)

Μακάριοι οι άμωμοι εν οδώ, οι πορευόμενοι εν νόμω Κυρίου. Μακάριοι οι εξερευνώντες τα μαρτύρια αυτού, εν όλη καρδία
εκζητήσουσιν αυτόν. Ού γαρ οι εργαζόμενοι την ανομίαν εν ταις οδοίς αυτού επορεύθησαν. Συ ενετείλω τας εντολάς σου, του φυλάξασθαι
σφόδρα. ΄Οφελον κατευθυνθείησαν αι οδοί μου, του φυλάξασθαι τα δικαιώματα σου. Τότε ού μη αισχυνθώ, εν τω με επιβλέπειν επί πάσας
τας εντολάς σου. Εξομολογήσομαί σοι εν ευθύτητι καρδίας, εν τω μεμαθηκέναι με τα κρίματα της δικαιοσύνης σου. Τα δικαιώματα σου
φυλάξω, μή με εγκαταλίπης έως σφόδρα. Εν τίνι κατορθώσει νεώτερος την οδόν αυτού; εν τω φυλάξασθαι τους λόγους σου. Εν όλη καρδία
μου εξεζήτησα σε, μή απώση με από των εντολών σου. Εν τη καρδία μου έκρυψα τα λόγια σου, όπως αν μη αμάρτω σοι. Ευλογητός εί, Κύριε,
δίδαξον με τα δικαιώματα σου. Εν τοις χείλεσί σου εξήγγειλα πάντα τα κρίματα του στόματος σου. Εν τη οδώ των μαρτυρίων σου ετέρφθην,
ως επί παντί πλούτω.Εν ταις εντολαίς σου αδολεσχήσω και κατανοήσω τας οδούς σου. Εν τοις δικαιώμασι σου μελετήσω, ούκ επιλήσομαι
των λόγων σου. Ανταπόδος τω δούλω σου· ζήσον με και φυλάξω τους λόγους σου. Αποκάλυψον τους οφθαλμούς μου και κατανοήσω τα
θαυμάσια εκ του νόμου σου. Πάροικος εγώ ειμί εν τη γη· μη αποκρύψης απ΄ εμού τας εντολάς σου. Επεπόθησεν η ψυχή μου, του επιθυμήσαι
τα κρίματα σου εν παντί καιρώ. Επετίμησας υπερηφάνοις· επικατάρατοι οι εκκλίνοντες από των εντολών σου. Περίελε απ΄ εμού όνειδος και

459
εξουδένωσιν, ότι τα μαρτύρια σου εξεζήτησα. Και γαρ εκάθησαν άρχοντες και κατ΄ εμού κατελάλουν, ο δε δούλος σου ηδολέσχει εν τοις
δικαιώμασί σου. Και γαρ τα μαρτύρια σου μελέτη μου έστι και αι συμβουλίαι μου τα δικαιώματα σου. Εκολλήθη τω εδάφει η ψυχή μου·
ζήσον με κατά τον λόγον σου. Τας οδούς μου εξήγγειλα και επήκουσας μου· δίδαξον με τα δικαιώματα σου. Οδόν δικαιωμάτων σου συνέτισον
με και αδολεσχήσω εν τοις θαυμασίοις σου. Ενύσταξεν η ψυχή μου από ακηδίας, βεβαίωσον με εν τοις λόγοις σου. Οδόν αδικίας απόστησον
απ΄ εμού και τω νόμω σου ελέησον με. Οδόν αληθείας ηρετισάμην και τα κρίματα σου ούκ επελαθόμην. Εκολλήθην τοις μαρτυρίοις σου,
Κύριε· μη με καταισχύης. Οδόν εντολών σου έδραμον, όταν επλάτυνας την καρδίαν μου. Νομοθέτησον με, Κύριε, την οδόν των δικαιωμάτων
σου και εκζητήσω αυτήν δια παντός. Συνέτισον με και εξερευνήσω τον νόμον σου και φυλάξω αυτόν εν όλη καρδία μου. Οδήγησον με εν τη
τρίβω των εντολών σου, ότι αυτήν ηθέλησα. Κλίνον την καρδίαν μου εις τα μαρτύρια σου και μη εις πλεονεξίαν. Απόστρεψον τους
οφθαλμούς μου, του μή ιδείν ματαιότητα· εν τη οδώ σου ζήσον με. Στήσον τω δούλω σου το λόγιον σου εις τον φόβον σου. Περίελε τον
ονειδισμόν μου, όν υπώπτευσα· ότι τα κρίματα σου χρηστά. Ιδού επεθύμησα τας εντολάς σου· εν τη δικαιοσύνη σου ζήσον με. Και έλθοι επ΄
εμέ το έλεος σου, Κύριε, το σωτήριον σου κατά τον λόγον σου. Και αποκριθήσομαι τοις ονειδίζουσι μοι λόγον, ότι ήλπισα επί τοις λόγοις σου.
Και μη περιέλης εκ του στόματος μου λόγον αληθείας έως σφόδρα, ότι επί τοις κρίμασι σου επήλπισα. Και φυλάξω τον νόμον σου διαπαντός,
εις τον αιώνα και εις τον αιώνα του αιώνος. Και επορευόμην εν πλατυσμώ, ότι τας εντολάς σου εξεζήτησα. Και ελάλουν εν τοις μαρτυρίοις
σου εναντίον βασιλέων και ούκ ησχυνόμην. Και εμελέτων εν ταις εντολαίς σου, άς ηγάπησα σφόδρα. Και ήρα τας χείρας μου προς τας
εντολάς σου άς ηγάπησα και ηδολέσχουν εν τοις δικαιώμασι μου. Μνήσθητι των λόγων σου τω δούλω σου, ών επήλπισας με. Αύτη με
παρεκάλεσεν εν τη ταπεινώσει μου, ότι το λόγιον σου έζησε με. Υπερήφανοι παρηνόμουν έως σφόδρα· από δε του νόμου σου ούκ εξέκλινα.
Εμνήσθην των κριμάτων σου απ΄ αιώνος, Κύριε και παρεκλήθην. Αθυμία κατέσχε με από αμαρτωλών, των εγκαταλιμπανόντων τον νόμον
σου. Ψαλτά ήσαν μοι τα δικαιώματα σου εν τόπω παροικίας μου. Εμνήσθην εν νυκτί του ονόματος σου, Κύριε και εφύλαξα τον νόμον σου.
Αύτη εγενήθη μοι, ότι τα δικαιώματα σου εξεζήτησα. Μερίς μου εί, Κύριε· είπα του φυλάξασθαι τον νόμον σου. Εδεήθην του προσώπου σου
εν όλη καρδία μου· ελέησον με κατά το λόγιον σου. Διελογισάμην τας οδούς σου και επέστρεψα τους πόδας μου εις τα μαρτύρια σου.
Ητοιμάσθην και ούκ εταράχθην, του φυλάξασθαι τας εντολάς σου. Σχοινία αμαρτωλών περιεπλάκησαν μοι και του νόμου σου ούκ
επελαθόμην. Μεσονύκτιον εξηγειρόμην του εξομολογείσθαι σοι επί τα κρίματα της δικαιοσύνης σου. Μέτοχος εγώ ειμί πάντων των
φοβουμένων σε και των φυλασσόντων τας εντολάς σου. Του ελέους σου, Κύριε, πλήρης η γη· τα δικαιώματα οσυ δίδαξον με. Χρηστότητα
εποίησας μετά του δούλου σου, Κύριε, κατά τον λόγον σου. Χρηστότητα και παιδείαν και γνώσιν δίδαξον με, ότι ταις εντολαίς σου επίστευσα.
Προ του με ταπεινωθήναι, εγώ επλημμέλησα· δια τούτο το λόγιον σου εφύλαξα. Χρηστός ει συ, Κύριε και εν τη χρηστότητι σου δίδαξον με τα
δικαιώματα σου. Επληθύνθη επ΄ εμέ αδικία υπερηφάνων, εγώ δε εν όλη καρδία μου εξερευνήσω τας εντολάς σου. Ετυρώθη ως γάλα η
καρδία αυτώ· εγώ δε τον νόμον σου εμελέτησα. Αγαθόν οι ότι εταπείνωσας με, όπως αν μάθω τα δικαιώματα σου. Αγαθός μοι ο νόμος του
στόματος σου υπέρ χιλιάδας χρυσίου και αργύριου.
Αι χείρες σου εποίησαν με και έπλασαν με· συνέτισον με και μαθήσομαι τας εντολάς σου. Οι φοβούμενοι σε όψονται με και ευφρανθήσονται,
ότι εις τους λόγους σου επήλπισα. ΄Εγνων, Κύριε, ότι δικαιοσύνη τα κρίματα σου και αληθεία εταπείνωσας με. Γενηθήτω δη το έλεος σου του
παρακαλέσαι με, κατά το λόγιον σου τω δούλω σου. Ελθέτωσαν μοι οι οικτιρμοί σου και ζήσομαι, ότι ο νόμος σου μελέτη μου έστι.
Αισχυνθήτωσαν υπερήφανοι, ότι αδίκως ηνόμησαν εις εμέ, εγώ δε αδολεσχήσω εν ταις εντολαίς σου. Επιστρεψάτωσαν με οι φοβούμενοι σε
και οι γινώσκοντες τα μαρτύρια σου. Γενηθήτω η καρδία μου άμωμος εν τοις δικαιώμασι σου, όπως αν μη αισχυνθώ. Εκλείπει εις το
σωτήριον σου η ψυχή μου, εις τους λόγους σου επήλπισα. Εξέλιπον οι οφθαλμοί μου εις το λόγιον σου, λέγοντες. Πότε παρακαλέσεις με; ότι
εγενήθην ως ασκός εν πάχνη, τα δικαιώματα σου ούκ επελαθόμην. Πόσαι εισίν αι ημέραι του δούλου σου; πότε ποιήσεις μοι εκ των
καταδιωκόντων με κρίσιν; Διηγήσαντο μοι παράνομοοι αδολεσχίας, αλλ΄ ούχ ως ο νόμος σου, Κύριε. Πάσαι αι εντολαί σου αλήθεια. Αδίκως
κατεδίωξαν με, βοήθησον μοι. Παρά βραχύ συνετέλεσαν με εν τη γη, εγώ δε ούκ εγκατέλιπον τας εντολάς σου. Κατά το έλεος σου ζήσον με
και φυλάξω τα μαρτύρια του στόματος σου. Εις τον αιώνα, Κύριε, ο λόγος σου διαμένει εν τω ουρανώ. Εις γενεάν και γενεάν η αλήθεια σου.
Εθεμελίωσας την γην και διαμένει. Τη διατάξει σου διαμένει ημέρα. Οτι τα σύμπαντα δούλα σα. Ει μη ότι ο νόμος σου μελέτη μου έστι, τότε αν
απωλόμην εν τη ταπεινώσει μου. Εις τον αιώνα ού μη επιλάθωμαι των δικαιωμάτων σου, ότι εν αυτοίς έζησας με.
Σος ειμί εγώ, σώσον με, ότι τα δικαιώματα σου εξεζήτησα. Εμέ υπέμειναν αμαρτωλοί του απολέσαιR Τα μαρτύρια σου συνήκα. Πάσης
συντελείας είδον πέρας, πλατεία η εντολή σου σφόδρα. Ως ηγάπησα τον νόμον σου, ΚύριεR όλην την ημέραν μελέτη μου έστι. Υπέρ τους
εχθρούς μου εσόφισας με την εντολήν σου, ότι εις τον αιώνα εμή έστι. Υπέρ πάντας τους διδάσκοντας με συνήκα, ότι τα μαρτύρια σου μελέτη
μου έστι. Υπέρ πρεσβυτέρους συνήκα, ότι τας εντολάς σου εξεζήτησα. Εκ πάσης οδού πονηράς εκώλυσα τους πόδας μου, όπως αν φυλάξω
τους λόγους σου. Από των κριμάτων σου ούκ εξέκλινα, ότι συ ενομοθέτησας με. Ως γλυκέα τω λάρυγγι μου τα λόγια σου, υπέρ μέλι τω
στόματι μου. Από των εντολών σου σου συνήκαR δια τούτο εμίσησα πάσαν οδόν αδικίας. Λύχνος τοις ποσί μου ο νόμος σου και φως ταις
τρίβοις μου. Ώμοσα και έστησα του φυλάξασθαι τα κρίματα της δικαιοσύνης σου. Εταπεινώθην έως σφόδραR Κύριε ζήσον με κατά τον λόγον
σου. Τα εκούσια του στόματος μου ευδόκησον δη, Κύριε και τα κρίματα σου δίδαξον με. Η ψυχή μου εν ταις χερσί σου διαπαντός και του
νόμου σου ούκ επελαθόμην. Εθεντο αμαρτωλοί παγίδα μοι και εκ των εντολών σου ούκ επλανήθην. Εκληρονόμησα τα μαρτύρια σου εις
τον αιώνα, ότι αγαλλίαμα της καρδίας μου είσι. Εκλινα την καρδίαν μου του ποιήσαι τα δικαιώματα σου εις τον αιώνα δι΄ αντάμειψιν.
Παρανόμους εμίσησα, τον δε νόμον σου ηγάπησα. Βοηθός μου και αντιλήπτωρ μου ει συR εις τους λόγους σου επήλπισα. Εκκλίνατε απ΄
εμού, πονηρευόμενοι και εξερευνήσω τας εντολάς του Θεού μου. Αντιλαβού μου κατά το λόγιον σου και ζήσον με και μη καταισχύνης με από
της προσδοκίας μου. Βοήθησον μοι και σωθήσομαι και μελετήσω εν τοις δικαιώμασι σου διαπαντός. Εξουδένωσας πάντας τους αποστατούντας
από των δικκαιωμάτων σου, ότι άδικον το ενθύμημα αυτών. Παραβαίνοντας ελογισάμην πάντας τους αμαρτωλούς της γηςR δια τούτο
ηγάπησα τα μαρτύρια σου. Καθήλωσον εκ του φόβου σου τας σάρκας μουR από γαρ των κριμάτων σου εφοβήθην. Εποίησα κρίμα και
δικαιοσύνηνR μη παραδώς με τοις αδικούσι με. Εκδεξαι τον δούλον σου εις αγαθόνR μη συκοφαντησάτωσαν με υπερήφανοι. Οι οφθαλμοί μου
εξέλιπον εις το σωτήριον σου και εις το λόγιον της δικαιοσύνης σου. Ποίησον μετά του δούλου σου κατά το έλεος σου και τα δικαιώματα σου
δίδαξον με. Δούλος σου ειμί εγώR συνέτισον με και γνώσομαι τα μαρτύρια σου. Καιρός του ποιήσαι τω ΚυρίωR διεσκέδασαν τον νόμον σου.
Δια τούτο ηγάπησα τας εντολάς σου υπέρ χρυσίον και τοπάζιον. Δια τούτο προς πάσας τας εντολάς σου κατωρθούμην, πάσαν οδόν άδικον
εμίσησα. Θαυμαστά τα μαρτύρια σουR δια τούτο εξηρεύνησεν αυτά η ψυχή μου. Η δήλωσις των λόγων σου φωτιεί και συνετιεί νηπίους. Το
στόμα μου ήνοιξα και είλκυσα πνεύμα, ότι τας εντολάς σου επεπόθουν.
Επίβλεψον επ΄ εμέ και ελέησον με κατά το κρίμα των αγαπώντων το όνομα σου. Τα διαβήματα μου κατεύθυνον κατά το λόγιον σου και μη
κατακυριευσάτω μου πάσα ανομία. Λύτρωσαι με από συκοφαντίας ανθρώπων και φυλάξω τας εντολάς σου. Το πρόσωπον σου επίφανον επί
τον δούλον σου και δίδαξον με τα δικαιώματα σου. Διεξόδους υδάτων κατέδυσαν οι οφθαλμοί μου, επεί ούκ εφύλαξα τον νόμον σου. Δίκαιος εί,
Κύριε και ευθείαι αι κρίσεις σου. Ενετείλω δικαιοσύνην τα μαρτύρια σου και αλήθειαν σφόδρα. Εξέτηξε με ο ζήλος σου, ότι επελάθοντο των
λόγων σου οι εχθροί μου. Πεπυρωμένον το λόγιον σου σφόδρα και ο δούλος σου ηγάπησεν αυτό. Νεώτερος εγώ ειμί και εξουδενωμένος· τα
δικαιώματα σου ούκ επελαθόμην. Η δικαιοσύνη σου δικαιοσύνη εις τον αιώνα και ο νόμος σου αλήθεια. Θλίψεις και ανάγκαι εύροσαν με, αι
εντολαί σου μελέτη μου. Δικαιοσύνη τα μαρτύρια σου εις τον αιώνα· συνέτισον με και ζήσομαι. Εκέκραξα εν όλη καρδία μου· επάκουσον μου,
Κύριε, τα δικαιώματα σου εκζητήσω. Εκέκραξα σοι· σώσον με και φυλάξω τα μαρτύρια σου. Προέφθασα εν αωρία και εκέκραξα, εις τους
λόγους σου επήλπισα. Προέφθασαν οι οφθαλμοί μου προς όρθρον, του μελετάν τα λόγια σου. Της φωνής μου άκουσον, Κύριε, κατά το έλεος
σου, κατά το κρίμα σου ζήσον με. Προσήγγισαν οι καταδιώκοντες με ανομία, από δε του νόμου σου εμακρύνθησαν. Εγγύς εί Κύριε και πάσαι
αι οδοί σου αλήθεια. Κατ΄ αρχάς έγνων εκ των μαρτυρίων σου, ότι εις τον αιώνα εθεμελίωσας αυτά. ΄Ιδε την ταπείνωσιν μου και εξελού με,
ότι του νόμου σου ούκ επελαθόμην. Κρίνον την κρίσιν μου και λύτρωσαι με· δια τον λόγον σου ζήσον με. Μακράν από αμαρτωλών σωτηρία,
ότι τα δικαιώματα σου ούκ εξεζήτησαν. Οι οικτιρμοί σου πολλοί, Κύριε· κατά το κρίμα σου ζήσον με. Πολλοί οι εκδιώκοντες με και θλίβοντες
με· εκ των μαρτυρίων σου ούκ εξέκλινα. Είδον ασυνετούντας και εξετηκόμην, ότι τα λόγια σου ούκ εφυλάξαντο. ΄Ιδε, ότι τας εντολάς σου
ηγάπησα· Κύριε, εν των ελέει σου ζήσον με. Αρχή των λόγων σου αλήθεια· και εις τον αιώνα πάντα τα κρίματα της δικαιοσύνης
σου.΄Αρχοντες κατεδίωξαν με δωρεάν και από των λόγων σου εδειλίασεν η καρδία μου. Αγαλλιάσομαι εγώ επί τα λόγια σου ως ο ευρίσκων

460
σκύλα πολλά. Αδικίαν εμίσησα και εβδελυξάμην, τον δε νόμον σου ηγάπησα. Επτάκις της ημέρας ήνεσα σε επί τα κρίματα της δικαιοσύνης
σου. Ειρήνη πολλή τοις αγαπώσι τον νόμον σου και ούκ έστιν αυτοίς σκάνδαλον. Προσεδόκων το σωτήριον σου, Κύριε και τας εντολάς σου
ηγάπησα. Εφύλαξεν η ψυχή μου τα μαρτύρια σου και ηγάπησεν αυτά σφόδρα. Εφύλαξα τας εντολάς σου και τα μαρτύρια σου, ότι πάσαι αι
οδοί μου εναντίον σου, Κύριε. Εγγισάτω η δέησις μου ενώπιον σου, Κύριε· κατά το λόγιον σου ρύσαι με. Εξερεύξαιντο τα χείλη μου ύμνον,
όταν διδάξης με τα δικαιώματα σου. Φθέγξαιτο η γλώσσα μου τα λόγια σου, ότι πάσαι αι εντολαί σου δικαιοσύνη. Γενέσθω η χείρ σου του
σώσαι με, ότι τας εντολάς σου ηρετισάμην. Επεπόθησα το σωτήριον σου, Κύριε και ο νόμους σου μελέτη μου έστι. Ζήσεται η ψυχή μου και
αινέσει σε και τα κρίματα σου βοηθήσει μοι. Επλανήθην ως πρόβατον απολωλος· ζήτησον τον δούλον σου, ότι τας εντολάς σου ούκ
επελαθόμην.

Αυτός ο ψαλμός είναι μεγαλύτερος όλων. Αποτελείται από 176 στίχους.


Ονομάστηκε από τους Ραβίνους μέγα αλφαβητάρι, διότι είναι αλφαβητικός. Ο άγιος
Αμβρόσιος τον ονόμασε «επιτομή της χριστιανικής ηθικής». Ο Pascal έβρισκε
πολλές χάριτες σ’ αυτόν, ώστε η Εκκλησία μας τον έχει θέσει στην ακολουθία του
Μεσονυκτικού να διαβάζεται καθημερινά.
«Μακάριοι οι άμωμοι εν οδώ»: Άμωμοι είναι απαλλαγμένοι, οι τέλειοι «οι
πορευόμενοι εν νόμω», «οι εξερευνόντες τα μαρτύρια», τα θεία λόγια έχουν ανάγκη
προσευχής.
«Εν όλη καρδία»: Πρέπει όλες οι δυνάμεις της ψυχής και της νόησης να
συμμετέχουν στην εξερεύνηση του Θεού.
«Ου γαρ οι εργαζόμενοι την ανομίαν»: Αυτοί που μελετούν τον νόμο του
Θεού πρέπει να απομακρύνονται από τις παρανομίες.
«Τότε ου μη αισχυνθώ»: Η αισχύνη είναι ο καρπός της παρανομίας.
«Εξομολογήσομαί σοι εν ευθήτητι καρδίας»: Η καρδία καθίσταται
προθυμότατη στην δοξολογία.
«Εν τω μεμαθηκέναι με»: Όταν μάθω τα κρίματα της δικαιοσύνης Σου.
«Τα δικαιώματά σου φυλάξω»: Οι εντολές του Θεού ονομάζονται
«δικαιώματα».
«Εν τη καρδία μου έκρυψα τα λόγια σου»: Πολύτιμος θησαυρός τα λόγια του
Θεού τα οποία ριζώνονται μέσα μας.
«Ευλογητός ει Κύριε» και πάλι η μελέτη του λόγου του Θεού γίνεται
προσευχή για να καρποφορήσει.
«Ετέρφθην και επί παντού πλούτου»: Υπεράνω οποιοδήποτε πλούτου
χάρηκα για την απόκτηση των θείων εντολών.
«Εν ταις εντολαίς σου αδολεσχήσω»: Αδολεσχήσω σημαίνει συνεχής μελέτη.
«Ανταπόδος τω δούλω σου»: Ο ποιητής ζητά ανταπόδοση για να φυλάξει τον
θείο νόμο. Τι ζητά; Να απαλλαγεί από τους εχθρούς του.
«Ενύσταξεν η ψυχή μου από ακηδίας»: Η συνεχής προσβολή της ψυχής από
τις θλίψεις τον αποχαυνώνει. Ο δε ύπνος επάγει τον θάνατο.
«Όταν επλάτυνας την καρδία μου»: Καρδιά πλατιά σημαίνει χαρούμενη,
όταν αυτή είναι στεναχωρημένη στερείται αυτής της εμπειρίας.
«Νομοθέτησόν με»: Ο Θείος νόμος είναι διδάσκαλος και φωτιστής.
«Απόστρεψον τους οφθαλμούς μου του μη ιδεί ματαιότητα»
«Μνήσθητι των λόγων σου»: Μη λησμονείς Κύριε τους λόγους Σου οι οποίοι
υπάρχουν στον νόμου Σου.
«Υπερήφανοι παρηνόμουν»: Οι υπερήφανοι είναι υλιστές, είναι άθεοι.
«Εμνήσθην εν νυκτί»: Όχι μόνο την ημέρα, αλλά και την νύχτα.
«Μερίς μου ει»: Πλούτος μου ο Κύριος.
«Ητημάσθην και ουκ εταράχθην»: Επειδή φύλαξα τις εντολές Σου, γι’ αυτό
δεν ταράχτηκα από την βαρύτητά τους, αν και περιπλέχθηκα σε πλεκτάνες και
παγίδες αμαρτωλών.
«Μεσονύκτιον εξεγειρόμην»: Δείγμα του ζήλου του, ώστε να στερείται τον
γλυκό ύπνο.
«Επληθύνθη… αδικία»: παρόλες τις τριγύρω μου αδικίες εγώ ασχολούμαι με

461
τον νόμου Σου.
«Αι χείρες σου εποίησάν με»: Ο Θεός που μας έπλασε είναι αδύνατον να μας
εγκαταλείψει.
Συνέτισόν με»: Ας με συνετίσει ο Θεός ώστε να φωτιστώ.
«Πάσαι εισίν αι ημέραι»: Λίγες ακόμη μέρες θα ζήσω. Άφησε με να τις χαρώ
και απάλλαξέ με από τους διώκτες μου…
«Υπέρ πρεσβυτέρους»: Η μελέτη του νόμου του Κυρίου υπερβάλλει την
σοφία των σοφών της γης.
«Λύχνος»: Ο λόγος του Θεού είναι ο φάρος.
«Εκκλίνατε πονηρευόμενοι»: Ψυχική αγανάκτηση του ποιητού. Ο νους
πρέπει να είναι απερίσπαστος στην μελέτη των θείων λόγων.
«Καθήλοσον εκ του φόβου σου»: Στάυρωσε τις σαρκικές αισθήσεις μου.
«Οι οφθαλμοί μου εξέλιπον»: Από την μελέτη του νόμου εξαντλήθηκαν τα
μάτια μου.
«Καιρός του ποιήσαι»: Είναι πλέον καιρός να επέμβει ο Θεός και να
τιμωρήσει αυτούς που Τον ενέπαιξαν «διασκέδασον τον νόμο σου».
«Επλανήθην ως πρόβατον»: Ένα απολωλός πρόβατο διατρέχει πολλούς
κινδύνους.
«Ζήτησον»: Ψάξε με και βάλε με και πάλι στην ασφάλεια της στάνης Σου.

Ψαλμός εκατοστός δέκατος ένατος (ριθ΄)


Προς Κύριον εν τω θλίβεσθαι με εκέκραξα και εισήκουσε μου. Κύριε, ρύσαι την ψυχήν μου από χειλέων αδίκων και από
γλώσσης δολίας. Τί δοθείη σοι και τί προστεθείη σοι προς γλώσσαν δολίαν; Τα βέλη του δυνατού ηκονημένα, συν τοις άνθραξι τοις ερημικοίς.
Οίμοι! Οτι η παροικία μου εμακρύνθη, κατεσκήνωσα μετά των σκηνωμάτων Κηδάρ· πολλά παρώκησεν η ψυχή μου. Μετά των μισούντων
την ειρήνην ήμην ειρηνικός· όταν ελάλουν αυτοίς, επολέμουν με δωρεάν.

Αναβαθμοί: ψαλμοί 119-133. Οι ψαλμοί αυτοί είναι πατριωτικά χαρμόσυνα


άσματα των επαναπατριζόμενων Ιουδαίων. Ονομάζομαι «Αναβαθμοί» διότι
αναδιπλώνονται ως κλίμαξ διά των βαθμίδων που εμπεριέχουν. Οι ωδές αυτές
αποτελούν το 18ο κάθισμα του ψαλτηρίου και αναγιγνώσκονται κατά τις
προηγιασμένες της Μ. Τεσσαρακοστής.
«Προς Κύριον».. «τι δοθείη σοι και τι προστεθείη σοι προς γλώσσαν»: Ποιο
άλλο κακό είναι μεγαλύτερο από την κακή γλώσσα την οποία υποφέρεις; «Τα βέλη
του δυνατού»: Ο Κύριος είναι ο Δυνατός ο Οποίος θα επέμβει κατά των
συκοφαντών.
«Πολλά παρώκησον»: Μακροχρόνια ήταν η ξενιτιά του ποιητού.
«Μετά των μισούντων»: Προσπάθησα να συμφιλιωθώ μ’ αυτούς που με
μισούν, αλλά εις μάτην.
«Όταν ελάλουν»: Όταν τους μιλούσα εκείνοι με πολεμούσαν με λοιδορίες
και χλευασμούς. Η ζωή του ήταν μαρτυρική.

Ψαλμός εκατοστός εικοστός (ρκ΄)

Ήρα τους οφθαλμούς μου εις τα όρη. Πόθεν ήξει η βοήθεια μου; Η βοήθεια μου παρά Κυρίου του ποιήσαντος τον ουρανόν και την
γην. Μη δώης εις σάλον τον πόδα σου, μηδέ νυστάξη ο φυλάσσων σε. Ιδού ου νυστάξει, ουδέ υπνώσει ο φυλάσσων τον Ισραήλ. Κύριος
φυλάξει σε, Κύριος σκέπη σοι επί χείρα δεξιάν σου. Ημέρας ο ήλιος ου συγκαύσει σε, ουδέ η σελήνη την νύκτα. Κύριος φυλάξει σε από παντός
κακού, φυλάξει την ψυχήν σου ο Κύριος. Κύριος φυλάξει την είσοδόν σου και την έξοδόν σου, από του νυν και έως του αιώνος.

«Ήρα τους οφθαλμούς μου εις τα όρη»: Τα όρη της Ιερουσαλήμ είναι η έδρα
του Κυρίου «όθεν ήξει», από πού θα έρθει η βοήθειά μου; Απαντά: «η βοήθειά μου
παρά Κυρίου»
«Μηδέ νυστάξη ο φυλάσσων», «ιδού ου νυστάξει».

462
Ο ποιητής αισθάνεται σίγουρος: «Κύριος φυλάξει σε»: Σε όλες τις ενέργειες
και εκφάνσεις της ζωής «εισόδους… εξόδους».

Ψαλμός εκατοστός εικοστός πρώτος (ρκα΄)


Ευφράνθην επί τοις ειρηκόσι μοι εις οίκον Κυρίου πορευσόμεθα. Εστώτες ήσαν οι πόδες ημών εν ταις αυλαίς σου, Ιερουσαλήμ.
Ιερουσαλήμ οικοδομουμένη ως πόλις, ης η μετοχή αυτής επί το αυτό. Εκεί γαρ ανέβησαν αι φυλαί, φυλαί Κυρίου, μαρτύριον τω Ισραήλ, του
εξομολογήσασθαι τω ονόματι Κυρίου. Ότι εκεί εκάθησαν θρόνοι εις κρίσιν, θρόνοι επί οίκον Δαυίδ. Ερωτήσατε δη τα εις ειρήνην την
Ιερουσαλήμ και ευθηνία τοις αγαπώσι σε. Γενέσθω δη ειρήνη εν τη δυνάμει σου και ευθηνία εν ταις πυργοβάρεσι σου. 'Ενεκα των αδελφών
μου και των πλησίον μου, ελάλουν δη ειρήνην περί σου. 'Ενεκα του οίκου Κυρίου του Θεού ημών, εξεζήτησα αγαθά σοι.

«Ευφράνθην επί τοις ειρηκόσι μου»: Όταν είπαν στον ποιητή οι


συμπατριώτες του να πορευθεί μαζί τους προς την Ιερουσαλήμ εκείνος ευφράνθην.
«Ει οίκον Κυρίου πορευσόμεθα».
«Εστώτες ήσαν οι πόδες ημών»: Οι προσκυνητές ήταν λίαν συγκινημένοι.
«Ιερουσαλήμ οικοδομημένη ως πόλις»: Πρώτη εντύπωση. Η Ιερουσαλήμ μια
μεγάλη πόλη «εκεί γαρ ανέβησαν» δεν θαυμάζουν μόνο το μέγεθος της πόλεως,
αλλά ευφραίνονται, διότι εκεί λατρεύεται ο αληθινός Θεός. «Επί οίκου Δαυίδ»: Στην
Ιερουσαλήμ βρίσκεται το ανώτερο δικαστήριο του έθνους στο οποίο παρίσταται
αυτοπροσώπως ο βασιλιάς. Ο ποιητής εύχεται ευτυχία και ασφάλεια προς αυτούς
που τον αγαπούν.
«Ένεκα του οίκου Κυρίου»: Οι ποιητής αισθάνεται ουράνια μακαριότητα
στην θέα του ναού της πόλεως.

Ψαλμός εκατοστός εικοστός δεύτερος (ρκβ΄)

Προς σε ήρα τους οφθαλμούς μου, τον κατοικούντα εν τω ουρανώ. Ιδού ως οφθαλμοί δούλων εις χείρας των κυρίων αυτών ως
οφθαμοί παιδίσκης εις χείρας της κυρίας αυτής, ούτως οι οφθαλμοί ημών προς Κύριον τον Θεόν ημών, έως ου οικτειρήσαι ημάς. Ελέησον
ημάς, Κύριε, ελέησον ημας, ότι επί πολύ επλήσθημεν εξουδενώσεως, επί πλείον επλήσθη η ψυχή ημών. Το όνειδος τοις ευθηνούσι και η
εξουδένωσις τοις υπερηφάνοις.

«Προς σε ήρα τους οφθαλμούς μου», «τον κατοικούντα εν τω ουρανώ»,


«ελέησον ημάς»: Αρκετά ξευτιλιστήκαμε από τους εχθρούς μας, αντίστρεψε πλέον
τα πράγματα και εξουδένωσε τους υπερήφανους εχθρούς μας.

Ψαλμός εκατοστός εικοστός τρίτος (ρκγ΄)

Ει μη ότι Κύριος ην εν ημίν, ειπάτω δη Ισραήλ ει μη ότι Κύριος ήν εν ημίν εν τω επαναστήναι ανθρώπους εφ΄ ημάς, άρα ζώντας
αν κατέπιον ημάς, εν τω οργισθήναι τον θυμόν αυτών εφ΄ ημάς άρα το ύδωρ αν κατεπόντισεν ημάς, χείμαρρον διήλθεν η ψυχή ημών άρα
διήλθεν η ψυχή ημών το ύδωρ το ανυπόστατον. Ευλογητός Κύριος, ος ούκ έδωκεν ημάς εις θήραν τοις οδούσιν αυτών. Η ψυχή ημών ως
στρουθίον ερρύσθη εκ της παγίδος των θηρευόντων η παγίς συνετρίβη και ημείς ερρύσθημεν. Η βοήθεια ημών εν ονόματι Κυρίου του
ποιήσαντος τον ουρανόν και την γην

«Ει μη ότι Κύριος»: Εξήλθαμε σώοι από τους πειρασμούς Θεία Χάριτι. Θα
είχαμε καταποντιστεί δίχως την βοήθεια του Κυρίου. «Ευλογητός Κύριος».

Ψαλμός εκατοστός τέταρτος (ρκδ΄)


Οι πεποιθότες επί Κύριον, ως όρος Σιών· ου σαλευθήσεται εις τον αιώνα ο κατοικών Ιερουσαλήμ. ΄Ορη κύκλω αυτής και ο
Κύριος κύκλω του λαού αυτού από του νυν και έως του αιώνος. Ότι ουκ αφήσει Κύριος την ράβδον των αμαρτωλών επί τον κλήρον των
δικαίων, όπως αν μη εκτείνωσιν οι δίκαιοι εν ανομίαις χείρας αυτών. Αγάθυνον Κύριε τοις αγαθοίς και τοις ευθέσι τη καρδία· τους δε

463
εκκλίνοντας εις τας στραγγαλιάς, απάξει Κύριος μετά των εργαζομένων την ανομίαν· ειρήνη επί τον Ισραήλ.

«Οι πεποιθότες… ως όρος Σιών»: Όπως τα όρη είναι ασάλευτα, έτσι είναι
και αυτοί που πιστεύουν στον Θεό.
«Όρη κύκλω αυτής»: Τριγύρω της Ιερουσαλήμ υπάρχουν όρη «ουκ αφήσει
Κύριος την ράβδον αμαρτωλών»: Τα αμαρτωλά έθνη χρησιμοποιήθηκαν από τον
Θεό για να τιμωρήσουν τον Ισραήλ παιδαγωγικά, την τιμωρητική τους ράβδο όμως
την κρατά ο Κύριος και όχι αυτοί.
«Τους δε εκκλίνοντας εις τας στραγγαλιάς»: Τους παρεκκλίνοντες εκ της
ευθείας οδού «απάξει Κύριος»: Θα τους δικάσει ο Κύριος.

Ψαλμός εκατοστός εικοστός πέμπτος (ρκε΄)

Εν τω επιστρέψαι Κύριον την αιχμαλωσίαν Σιών, εγενήθημεν ωσεί παρακεκλημένοι. Τότε επλήσθη χαράς το στόμα ημών και η
γλώσσα ημών αγαλλιάσεως. Τότε ερούσιν εν τοις έθνεσιν· Εμεγάλυνε Κύριος του ποιήσαι μετ΄ αυτών. Εμεγάλυνε Κύριος του ποιήσαι
μεθ΄ημών, εγενήθημεν ευφραινόμενοι. Επίστρεψον, Κύριε, την αιχμαλωσίαν ημών ως χειμάρρους εν τω νότω. Οι σπείροντες εν δάκρυσιν, εν
αγαλλιάσει θεριούσι. Πορευόμενοι επορεύοντο και έκλαιον, βάλλοντες τα σπέρματα αυτών. Ερχόμενοι δε ήξουσιν εν αγαλλιάσει, αίροντες τα
δράγματα αυτών.

«Εν τω επιστρέψαι… την αιχμαλωσίαν»: Ο ψαλμός αυτός συνετέθη μετά την


επιστροφή των ισραηλιτών από την Βαβυλώνια αιχμαλωσία. «Τότε επλήσθη χαράς
το στόμα»: Νομίζαμε ότι ονειρευόμασταν, όταν όμως συνειδητοποιήσαμε το
γεγονός γεμίσαμε χαρά.
«Τότε ερούσιν εν τοις έθνεσι»: Τότε είπαν μερικοί εκ των εθνών ότι το
πρωτάκουστο αυτό γεγονός οφείλονταν στον Κύριο. «Εμεγάλυνε Κύριος του
ποιήσε μετ’ αυτών».
«Εγεννήθημεν ευφραινόμενοι»: Η χαρά μας δεν έχει όρια.

Ψαλμός εκατοστός εικοστός έκτος (ρκστ΄)

Εάν μη Κύριος οικοδομήση οίκον, εις μάτην εκοπίασαν οι οικοδομούντες. Εάν μη Κύριος φυλάξη πόλιν, εις μάτην ηγρύπνησεν ο
φυλάσσων. Εις μάτην υμίν έστι το ορθρίζειν, εγείρεσθε μετά το καθήσθαι, οι εσθίοντες άρτον οδύνης, όταν δω τοις αγαπητοίς αυτού ύπνον·
ιδού η κληρονομία Κυρίου, υιοί, ο μισθός του καρπού της γαστρός. Ωσεί βέλη εν χειρί δυνατού, ούτως οι υιοί των εκτετιναγμένων. Μακάριος
ός πληρώσει την επιθυμίαν αυτού εξ αυτών· ού καταισχυνθήσονται, όταν λαλώσι τοις εχθροίς αυτών εν πύλαις.

«Εάν μη Κύριος οικοδομήσει οίκον»: Δίχως το θέλημα του Κυρίου ο


άνθρωπος τίποτα δεν μπορεί να επιτύχει «εις μάτην».

Ψαλμός εκατοστός εικοστός έβδομος (ρκζ΄)


Μακάριοι πάντες οι φοβούμενοι τον Κύριον, οι πορευόμενοι εν ταις οδοίς αυτού. Τους πόνους των καρπών σου φάγεσαι·
μακάριος εί και καλώς σοι έσται. Η γυνή σου ως άμπελος ευθηνούσα εν τοις κλίτεσι της οικίας σου. Οι υιοί σου ως νεόφυτα ελαιών κύκλω της
τραπέζης σου. Ιδού ούτως ευλογηθήσεται άνθρωπος, ο φοβούμενος τον Κύριον. Ευλογήσαι σε Κύριος εκ Σιών και ίδοις τα αγαθά
Ιερουσαλήμ πάσας τας ημέρας της ζωής σου. Και ίδοις υιούς των υιών σου. Ειρήνη επί τον Ισραήλ.

«Μακάριοι πάντες»: Ευτυχισμένος είναι ο φοβούμενος τον Κύριο και βαδίζει


σύμφωνα με τις εντολές του Θεού.
«Τους πόνους των καρπών σου φάγεσαι»: Τονίζεται όχι μόνο η αξία της
εργασίας, αλλά και η χαρά της φτώχειας.
«Η γυνή σου ως άμπελος ευθηνούσα»: Ο ευσεβής είναι ευτυχισμένος όχι
μόνο για την εργασία του, αλλά και για την οικογένειά του. Η γυναίκα στηρίζεται σ’

464
αυτόν «οι υιοί σου ως νεόφυτος ελαιών». Τα παιδιά είναι επίσης μία πράξη χαράς.
«Ιδού ούτως ευλογηθήσεται»: Να λοιπόν ο ευσεβής τρώει τους καρπούς των
κόπων του και απολαμβάνει σύζυγο και τέκνα ευπειθή.

Ψαλμός εκατοστός εικοστός όγδοος (ρκη΄)


Πλεονάκις επολέμησαν με εκ νεότητος μου, ειπάτω δη Ισραήλ. Πλεονάκις επολέμησαν με εκ νεότητος μου και γαρ ούκ
ηδυνήθησαν μοι. Επι τον νώτον μου ετέκταινον οι αμαρτωλοί, εμάκρυναν την ανομίαν αυτών. Κύριος δίκαιος συνέκοψεν αυχένας
αμαρτωλών. Αισχυνθήτωσαν και αποστραφήτωσαν εις τα οπίσω πάντες οι μισούντες Σιών. Γενηθήτωσαν ωσεί χόρτος δωμάτων, ός προ του
εκσπασθήναι εξηράνθη· ού ούκ επλήρωσε την χείρα αυτού ο θερίζων και τον κόλπον αυτού ο τα δράγματα συλλέγων και ούκ είπον οι
παράγοντες· Ευλογία Κυρίου εφ΄ υμάς, ευλογήκαμεν υμάς εν ονόματι Κυρίου.

«Πλεονάκις επολέμησάν με εκ νεότητος»: Η νεότης εδώ είναι τα πρώτα έτη


της εθνικής ζωής των ισραηλιτών. Τότε υποφέραμε πολύ από τους Αιγυπτίους,
Χαναναίους, Ιδουμαίους, Φιλισταίους, Βαβυλωνίους κλπ
«Ειπάτω δη Ισραήλ»: Καλείται ο ισραηλιτικός λαός να ομολογήσει δημόσια
την ευγνωμοσύνη του που ο Κύριος τους διαφύλαξε.
«Επί τον νώτον μου ετέκταινον»: Οι εχθροί κακοποίησαν τον Ισραήλ.
«Εμάκρυναν την ανομίαν»: Για πολλά χρόνια παρανομούσαν εναντίον τους
οι εχθροί των Ισραηλιτών.
«Κύριος δίκαιος συνέκοψε»: Ο Κύριος όμως συνέκοψε τους αυχένες τους.
«Γεννηθήτωσαν ωσεί χόρτος δωμάτων»: Εκ του χόρτου των δωματίων δεν
κατόρθωσε κανείς να γεμίσει την χείρα του διότι είναι μηδαμινός έτσι
παρομοιάζονται και οι εχθροί του Ισραήλ.

Ψαλμός εκατοστός εικοστός ένατος (ρκθ΄)


Εκ βαθέων εκέκραξα σοι, Κύριε· Κύριε, εισάκουσον της φωνής μου· γενηθήτω τα ώτα σου προσέχοντα εις την φωνήν της
δεήσεως μου. Εάν ανομίας παρατηρήσης, Κύριε Κύριε, τίς υποστήσεται; Ότι παρά σοι ο ιλασμός έστιν. ΄Ενεκεν του ονόματος σου υπέμεινα
σε, Κύριε· υπέμεινεν η ψυχή μου εις τον λόγον σου, ήλπισεν η ψυχή μου επί τον Κύριον. Από φυλακής πρωίας μέχρι νυκτός· από φυλακής
πρωίας ελπισάτω Ισραήλ επί τον Κύριον. Ότι παρά τω Κυρίω το έλεος και πολλή παρ΄ αυτώ λύτρωσις· και αυτός λυτρώσεται τον Ισραήλ
εκ πασών των ανομιών αυτού.

«Εκ βαθέων εκέκραξά σε»: Αυθόρμητες κραυγές εκ καρδίας του ποιητού.


«Γεννηθήτωσαν τα ώτα σου»: Ο ποιητής παρακαλεί ο Θεός να τον ακούσει
προσεκτικά.
«Εάν ανομίας παρατηρήσης»: Εάν δεν συγχωρήσεις τις ανομίες…
«Τις υποστήσεται;»: Ποιος μπορεί να σταθεί όρθιος ενώπιον του Κριτού;
Ουδείς! Συγχώρεσέ μας λοιπόν. Ευτυχώς όμως υπάρχει ελπίδα: «Παρά σοι ο
ιλασμός».
«Ένεκεν του ονόματός σου», «υπέμεινά σε Κύριε»: Η ψυχή μου σε αναμένει
να την βοηθήσεις.
«Από φυλακής πρωίας»: Ο ποιητής έχει την ελπίδα του στον Κύριο και
αγρυπνεί 2-6 το πρωί είναι η αγρυπνία του.
«Πολλή παρ’ αυτώ λύτρωσις»: Η ευσπλαχνία του Κυρίου είναι πολύ μεγάλη.
«Λυτρώσεται εκ πασών των ανομιών»: Κλιμάκωση. Αρχίζει με το έλεος,
συνεχίζει με το πολύ το έλεος και καταλήγει στο πασών των ανομιών!

Ψαλμός εκατοστός τριακοστός (ρλ΄)

Κύριε, ούχ υψώθη η καρδία μου, ουδέ εμετεωρίσθησαν οι οφθαλμοί μου, ουδέ επορεύθην εν μεγάλοις, ουδέ εν θαυμασίοις υπέρ
εμέ. Ει μη εταπεινοφρόνουν, αλλά ύψωσα την ψυχήν μου, ως το απογεγαλακτισμένον επί την μητέρα αυτού, ως ανταποδώσεις επί την
ψυχήν μου. Ελπισάτω Ισραήλ επί τον Κύριον, από του νυν και έως του αιώνος.

465
«Κύριε ουχ υψώθη η καρδία μου»: Γλυκειά η αγάπη του ποιητού προς τον
Θεό.
«Ουδέ εμετεωρίσθησαν οι οφθαλμοί μου», «ουδέ εμετεωρίσθησαν οι
οφθαλμοί μου» «ουδέ επορεύθην εν μεγάλοις»: Δηλαδή δεν υπερηφανεύθηκα.
«Ει μη εταπεινοφρόνουν», το «ει μη» είναι βεβαιωτικό δηλαδή δεν
παρέδωσα την ψυχή μου στο εγωισμό.
«Αλλά ύψωσα την ψυχή μου»: Προς τον Θεό γι’ αυτό και ο Θεός τον
άκουσε. Η προσευχή από προσωπική γίνεται εθνική. «Ελπισάτω Ισραήλ επί τον
Κύριον»: Οι ισραηλίτες πρέπει χωρίς εγωισμό να παραδοθούν στον Κύριο.

Ψαλμός εκατοστός τριακοστός πρώτος (ρλα΄)


Μνήσθητι, Κύριε, του Δαυίδ και πάσης της πραότητος αυτού, ως ώμοσε τω Κυρίω, ηύξατο τω Θεώ Ιακώβ· ει εισελεύσομαι εις
σκήνωμα οίκου μου, εί αναβήσομαι επί κλίνης στρωμνής μου, ει δώσω ύπνον τοις οφθαλμοίς μου και τοις βλεφάροις μου νυσταγμόν και
ανάπαυσιν τοις κροτάφοις μου, έως ου εύρω τόπον τω Κυρίω, σκήνωμα τω Θεώ Ιακώβ. Ιδού ηκούσαμεν αυτήν εν Ευφραθά, εύρομεν αυτήν
εν τοις πεδίοις του δρυμού. Εισελευσόμεθα εις τα σκηνώματα αυτού, προσκυνήσομεν εις τον τόπον, ού έστησαν οι πόδες αυτού. Ανάστηθι,
Κύριε, εις την ανάπαυσιν σου, σύ και η κιβωτός του αγιάσματος σου. Οι ιερείς σου ενδύσονται δικαιοσύνην και οι όδιοι σου αγαλλιάσονται.
΄Ενεκεν Δαυίδ του δούλου σου, μη αποστρέψης το πρόσωπον του χριστού σου. Ώμοσε Κύριος τω Δαυίδ αλήθειαν και ου μη αθετήσει αυτήν·
Εκ καρπού της κοιλίας σου θήσομαι επί του θρόνου σου. Εάν φυλάξωνται οι υιοί σου την διαθήκην και τα μαρτύρια μου ταύτα, ά διδάξω
αυτούς. Και οι υιοί αυτών έως του αιώνος καθιούνται επί του θρόνου σου. Ότι εξελέξατο Κύριος την Σιών, ηρετίσατο αυτήν εις κατοικίαν
εαυτώ· αύτη η κατάπαυσις μου εις αιώνα αιώνος, ώδε κατοικήσω, ότι ηρετισάμην αυτήν. Την θύραν αυτής ευλογών ευλογήσω, τους πτωχούς
αυτής χορτάσω άρτων, τους ιερείς αυτής ενδύσω σωτηρίαν και οι όσιοι αυτής αγαλλιάσει αγαλλιάσονται. Εκεί εξανατελώ κέρας τω Δαυίδ·
ητοίμασα λύχνον τω χριστώ μου. Τους εχθρούς αυτού ενδύσω αισχύνην, επί δε αυτόν εξανθήσει το αγίασμά μου.

Είναι ο μόνος ψαλμός που μνημονεύει την κιβωτό του μαρτυρίου. Ο ψαλμός
αυτός είναι μεσσιανικός.
«Μνήσθητι Κύριε»: Ο ποιητής παρακαλεί τον Θεό για τον αλησμόνητο
Δαυίδ. Δεν είναι όμως δέηση υπέρ των κεκοιμημένων. «Πάσης της πραότητος»:
Θυμήσου την πραότητα, την υπομονή, την ταπεινοφροσύνη «ώμοσε τω Κυρίω»:
Έκανε επίσημο όρκο. Τι ορκίστηκε; Ότι ουδεμία ανάπαυση δεν θα επιτρέψει στον
εαυτό του αν δεν οικοδομήσει τον ναό του Θεού.
Μεταφορά της κιβωτού από τον Δαυίδ στον λόφο Σιών: «Ιδού ηκούσαμεν
αυτήν»: Εδώ ομιλεί ο ισραηλιτικός λαός «ου έστησαν οι πόδες»: Η κιβωτός
χρησιμεύει ως υποπόδιο του Θεού. Ο Κύριος από κει έκανε τις ανακοινώσεις Του.
«Ανάπαυσίν σου»: Ως «ανάπαυση», εννοεί την σκηνή που έστησε ο Δαυίδ.
«Οι ιερείς σου ενδύονται δικαιοσύνην»: Είθε οι ιερείς να αποδειχθούν
αντάξιοι της ιερής τους εργασίας.
«Ώμοσε Κύριος»: Ο ποιητής προηγουμένως ανέφερε την υπόσχεση του
Δαυίδ, εδώ όμως αναφέρει την υπόσχεση του Θεού προς τον Δαυίδ. «Εκ καρπού
κοιλίας σου»: Καρπός κοιλίας είναι οι απόγονοι. Δηλώνεται δηλαδή η συνέχεια της
βασιλικής δυναστείας του Δαυίδ. Η προφητεία αυτή εκπληρώθηκε διά του Χριστού,
καταγομένου εκ του Δαυίδ.
«Εάν φυλάξονται μαρτύριον»: Εάν φανούν οι ισραηλίτες πιστοί στις εντολές
του Θεού, αλλά και σε περίπτωση απιστίας τους η προφητεία θα εκπληρωθεί.
«Ότι εξελέξατο Κύριος»: Διότι ο Κύριος εξέλεξε Σιών.
«Αύτη η κατάπαυσίς μου»: Ο Θεός και πάλι υπόσχεται: α) την θήρα αυτής
θα ευλογήσεις, β) «τους πτωχούς χορτάσω», γ) «τους ιερείς αυτής ενδύσω», δ) «οι
όσιοι αυτής αγαλλιάσονται», ε) «εκεί εξανατελή κέρας», θα ευλογήσει τον βασιλικό
οίκο του Δαυίδ, στ) «ητοίμασα λύχνον» ποιον; «τω Χριστώ μου».

Ψαλμός εκατοστός τριακοστός δεύτερος (ρλβ΄)

466
Ιδού δη τι καλόν η τί τερπνόν, αλλ΄ ή το κατοικείν αδελφούς επί το αυτό; Ως μύρον επί κεφαλής, το καταβαίνον επί
πώγωνα,τον πώγωνα του Ααρών, το καταβαίνον επί την ώαν του ενδύματος αυτού· ως δρόσος Αερμών, η καταβαίνουσα επί τα όρη Σιών·
ότι εκεί ενετείλατο Κύριος την ευλογίαν, ζωήν έως του αιώνος.

«Ιδού
δη τι καλόν»: Πόσο γλυκιά είναι η εθνική αδελφοσύνη και η κοινή
πίστη στον Έναν και Μόνον Θεό.
«Ως μύρον επί κεφαλής»: Το μύρο συμβολίζει την ιεροσύνη.
«Το καταβαίνον επί πώγωνα»: Το κράσπεδο του ιερού ενδύματος. Όσο
ωραίο είναι αυτό το αρχιερατικό ένδυμα, τόσο ωραίο είναι να κατοικούν αδελφοί εις
το αυτό μέρος.

Ψαλμός εκατοστός τριακοστός τρίτος (ρλγ΄)


Ιδού δη ευλογείτε τον Κύριον, πάντες οι δούλοι Κυρίου, οι εστώτες εν οίκω Κυρίου, εν αυλαίς οίκου Θεού ημών. Εν ταις νυξίν
επάρατε τας χείρας υμών εις τα άγια και ευλογείτε τον Κύριον. Ευλογήσαι σε Κύριος εκ Σιών, ο ποιήσας τον ουρανόν και την γην.

Αυτός ο ψαλμός είναι ο τελευταίος των Αναβαθμών (15ος). Είναι


Λειτουργικός.
«Ιδού δη ευλογείτε»: Πρόσκληση για δοξολογία. «Οι εστώτες εν οίκω»: Οι
ιερείς και οι Λευίτες.
«Εν ταις νυξίν επάρατε τας χείρας»: Ας προσευχηθούν με νυχτερινή
προσευχή προς τον Κύριο.
«Ει τα άγια»: Προς το θυσιαστήριο.
«Ο ποιήσας τον ουρανόν»: Αυτός τα πάντα δημιούργησε.

Ψαλμός εκατοστός τριακοστός τέταρτος (ρλδ΄)


Αινείτε το όνομα Κυρίου· αινείτε, δούλοι, Κύριον. Οι εστώτες εν οίκω Κυρίου, εν αυλαίς οίκου Θεού ημών. Αινείτε τον Κύριον,
ότι αγαθός Κύριος· ψάλατε τω όνοματι αυτού, ότι καλόν· ότι τον Ιακώβ εξελέξατο εαυτώ ο Κύριος, Ισραήλ εις περιουσιασμόν εαυτώ. Ότι
εγώ έγνωκα, ότι μέγας ο Κύριος και ο Κύριος ημών παρά πάντας τους θεούς. Πάντα, όσα ήθελησεν ο Κύριος εποίησεν εν τω ουρανώ και εν
τη γη, εν ταις θαλάσσαις και εν πάσαις ταις αβύσσοις· ανάγων νεφέλας εξ εσχάτου της γης, αστραπάς εις υετόν εποίησεν· ο εξάγων ανέμους
εκ θησαυρών αυτού, ός επάταξε τα πρωτότοκα Αιγύπτου, από ανθρώπου έως κτήνους. Εξαπέστειλε σημεία και τέρατα εν μέσω σου, Αίγυπτε,
εν Φαραώ και εν πάσι τοις δούλοις αυτού. ΄Ος επάταξεν έθνη πολλά και απέκτεινε βασιλείς κραταιούς. Τον Σηών βασιλέα των Αμορραίων
και τον Ωγ βασιλέα γης Βασάν και πάσας τας βασιλείας Χαναάν και έδωκε την γην αυτών κληρονομίαν, κληρονομίαν Ισραήλ λαώ αυτού.
Κύριε, το όνομα σου εις τον αιώνα και το μνημόσυνον σου εις γενεάν και γενεάν. Ότι κρινεί Κύριος τον λαόν αυτού και επί τοις δούλοις αυτού
παρακληθήσεται. Τα είδωλα των εθνών αργύριον και χρυσίον, έργα χειρών ανθρώπων· στόμα έχουσι και ού λαλήσουσιν· οφθλαμούς έχουσι
και ούκ όψονται, ώτα έχουσι και ούκ ενωτισθήσονται· ουδέ γαρ έστι πνεύμα εν τω στόματι αυτών. ΄Ομοιοι αυτοίς γένοιντο οι ποιούντες αυτά
και πάντες οι πεποιθότες απ΄ αυτοίς. Οίκος Ισραήλ, ευλογήσατε τον Κύριον· οίκος Ααρών, ευλογήσατε τον Κύριον· οίκος Λευί, ευλογήσατε
τον Κύριον· οι φοβούμενοι τον Κύριον, ευλογήσατε τον Κύριον. Ευλογητός Κύριος εκ Σιών, ο κατοικών Ιερουσαλήμ.

Και πάλι πρόσκληση προς τους ιερείς για να προσευχηθούν. Πρόκειται και
πάλι για λειτουργικό ψαλμό. Είναι ένα κράμα άλλων ψαλμών και προφητειών.

Ψαλμός εκατοστός τριακοστός πέμπτος


(ρλε΄)
Εξομολογείσθε τω Κυρίω, ότι αγαθός, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού. Εξομολογείσθε τω Θεώ των θεών, ότι εις τον αιώνα το
έλεος αυτού. Εξομολογείσθε τω Κυρίω των κυρίων, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού. Τω ποιήσαντι θαυμάσια μεγάλα μόνω, ότι εις τον αιώνα
το έλεος αυτού. Τω ποιήσαντι τους ουρανούς εν συνέσει, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού. Τω στερεώσαντι την γην επί των υδάτων, ότι εις
τον αιώνα το έλεος αυτού. Τω ποιήσαντι φώτα μεγάλα μόνω, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού. Τον ήλιον εις εξουσίαν της ημέρας, ότι εις τον
αιώνα το έλεος αυτού. Την σελήνην και τους αστέρας εις εξουσίαν της νυκτός, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού. Τω πατάξαντι Αίγυπτον συν
τοις πρωτοτόκοις αυτών, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού. Και εξαγαγόντι τον Ισραήλ εκ μέσου αυτών, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού. Εν
χειρί κραταιά και εν βραχίονι υψηλώ, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού. Τω καταδιελόντι την Ερυθράν θάλασσαν εις διαιρέσεις, ότι εις τον
αιώνα το έλεος αυτού. Και εκτινάξαντι Φαραώ και την δύναμιν αυτού εις θάλασσαν Ερυθράν, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού. Τω
διαγαγόντι τον λαόν αυτού εν τη ερήμω, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού. Τω πατάξαντι βασιλείς μεγάλους, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού.
Και αποκτείναντι βασιλείς κραταιούς, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού. Τον Σηών βασιλέα των Αμορραίων, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού.
Και τον Ωγ βασιλέα γης Βασάν, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού. Και δόντι την γην αυτών κληρονομίαν, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού.
Κληρονομίαν Ισραήλ δούλω αυτού, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού. ΌΤΙ εν τη ταπεινώσει ημών εμνήσθη ημών ο Κύριος, ότι εις τον αιώνα
το έλεος αυτού. Και ελυτρώσατο ημάς εκ των εχθρών ημών, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού. Ο διδούς τροφήν πάση σαρκί, ότι εις τον αιώνα
το έλεος αυτού. Εξομολογείσεθε τω Θεώ του ουρανού, ότι εις τον αιώνα το έλεος αυτού.

467
Πρόκειται για λειτουργικό ψαλμό.
«Εξομολογείσθε… ότι αγαθόν»: Έκκληση για δοξολογία προς τον Θεό.
«Θαυμάσια μεγάλα μόνον»: Τα θαυμάσια έργα τα έκανε μόνος του ο Θεός
άνευ βοήθειας.
«Εν συνέσει»: Μετά σοφίας.
… «Φώτα μεγάλα μόνω»: Διά του λόγου Του δημιούργησε τον ήλιο και την
σελήνη.
«Εις εξουσίαν»: Για να δεσπόζουν.
Στη συνέχεια ο ψαλμωδός περιγράφει την απαλλαγή των ισραηλιτών από την
Αιγυπτιακή σκλαβιά δοξάζοντας τον Θεό.

Ψαλμός εκατοστός τριακοστός έκτος (ρλστ΄)

Επί των ποταμών Βαβυλώνος, εκεί εκαθίσαμεν και εκλαύσαμεν εν τω μνησθήναι ημάς της Σιών. Επί ταις ιτέαις εν μέσω αυτής
εκρεμάσαμεν τα όργανα ημών· ότι εκεί επηρώτησαν ημάς οι αιχμαλωτεύσαντες ημάς λόγους ωδών και οι απαγαγόντες ημάς, ύμνον· ΄Ασατε
ημίν εκ των ωδών Σιών. Πώς άσωμεν την ωδήν Κυρίου επί γης αλλοτρίας; Εάν επιλάθωμαι σου, Ιερουσαλήμ, επιλησθείη η δεξιά μου·
κολληθείη η γλώσσα μου τω λάρυγγί μου, εάν μη σου μνησθώ, εάν μη προανατάξωμαι την Ιερουσαλήμ, ως εν αρχή της ευφροσύνης μου.
Μνήσθητι Κύριε, των υιών Εδώμ, την ημέραν Ιερουσαλήμ, των λεγόντων· Εκκενούτε, εκκενούτε, έως των θεμελίων αυτής. Θυγάτηρ
Βαβυλώνος η ταλαίπωρος, μακάριος, ός ανταποδώσει σοι το ανταπόδομά σου, ό ανταπέδωκας ημίν. Μακάριος, ός κρατήσει και εδαφιεί τα
νήπιά σου προς την πέτραν.

«Επί των ποταμών Βαβυλώνος»: Δηλαδή ο Ευφράτης, ο Τίγρης, ο Χοβώρ, ο


Ουβάλ, εκεί οι προφήτες οραματίστηκαν τις μεγάλες οπτασίες τους.
«Εκαθίσαμεν και εκλαύσαμεν»: Τι κλαύσανε;
«Εν μνησθήναι ημάς της Σιών»: Νοστάλγησαν την πατρίδα.
«Εκρεμάσαμεν τα όργανα»: Η λύπη τους είναι απαρηγόρητη.
«Λόγους ωδών»: Οι βαβυλώνιοι ζητούσαν από τους ισραηλίτες να ψάλλουν
χαρμόσυνα όπως έκαναν πρότινος στην Ιερουσαλήμ, εκείνοι όμως αρνήθηκαν.
«Εάν επιλάθομαί σου Ιερουσαλήμ»: Ο ποιητής υπόσχεται να μην ξεχάσει
ποτέ την Ιερουσαλήμ.
«Επιλησθείη η γλώσσα μου»: Να κολλήσει η γλώσσα του στον ουρανίσκο
του.
«Θυγάτηρ βαβυλώνος η ταλαίπωρος»: Η Βαβυλώνα είναι ταλαίπωρη διότι
τελικά θα καταστραφεί.
«Μακάριος… εδαφιεί τα νήπιά σου»: Η δικαιοσύνη απαιτεί μέχρις
λεπτομερείας αντίποινα.
Οι Βαβυλώνιοι ήταν κτηνώδεις· έσπαζαν τα κεφάλια των μικρών παιδιών
των Ιουδαίων.

Ψαλμός εκατοστός τριακοστός έβδομος


(ρλζ΄)
Εξομολογήσομαι σοι, Κύριε, εν όλη καρδία μου και εναντίον αγγέλων ψαλώ σοι, ότι ήκουσας πάντα τα ρήματα του στόματος
μου. Προσκυνήσω προς ναόν άγιον σου και εξομολογήσομαι τω ονόματι σου, επί τω ελέει σου και τη αληθεία σου· ότι εμεγάλυνας επί παν το
όνομα το άγιον σου. Εν ή αν ημέρα επικαλέσωμαι σε, ταχύ επάκουσον μου· πολυωρήσεις με εν ψυχή μου δυνάμει σου. Εξομολογησάσθωσαν
σοι, Κύριε, πάντες οι βασιλείς της γης, ότι ήκουσαν πάντα τα ρήματα του στόματος σου. Και ασάτωσαν εν ταις ωδαίς Κυρίου, ότι μεγάλη η
δόξα Κυρίου, ότι υψηλός Κύριος και τα ταπεινά εφορά και τα υψηλά από μακρόθεν γινώσκει. Εάν πορευθώ εν μέσω θλίψεων, ζήσεις με· επ΄
οργήν εχθρών μου εξέτεινας χείρας σου και έσωσε με η δεξιά σου. Κύριος ανταποδώσει υπέρ εμού. Κύριε, το έλεος σου εις τον αιώνα, τα έργα
των χειρών σου μη παρίδης.

«Εξομολογήσομαί σοι»: Ο ποιητής προχωρεί κατευθείαν στο θέμα.


«Εναντίον αγγέλων»: Οι οποίοι περιστοιχίζουν τον θρόνο του Θεού.

468
«Προσκυνήσω προς ναόν άγιόν σου».
«Ότι εμεγάλυνας επί παν»: Υπερύψωσες το όνομά Σου υπεράνω
οποιουδήποτε άλλου ονόματος.
Όλοι, και τα έθνη θα σε δοξολογήσουν. «Ότι ήκουσαν» τι; «τα ρήματα του
στόματός Σου»: Την εκπλήρωση των προφητειών Σου, των υποσχέσεών Σου.
«Ταπεινά εφορά»: Επιβλέπει στα ταπεινά πράγματα.
«Τα υψηλά από μακρόθεν γινώσκει»: Δεν παρακολουθεί μόνο τους
ταπεινούς, αλλά και τους υπερήφανους και δεν θα βραδύνει να τους τιμωρήσει.
«Εάν πορευθώ»: Ο Κύριος είναι μαζί μου, παντού και πάντοτε «Κύριος
ανταποδώσει».

Ψαλμός εκατοστός τριακοστός όγδοος (ρλη΄)


Κύριε, εδοκίμασας με και έγνως με· συ έγνως την καθέδραν μου και την έγερσίν μου· συ συνήκας τους διαλογισμους μου από
μακρόθεν· την τρίβον μου και την σχοίνον μου συ εξιχνίασας και πάσας τας οδούς μου προείδες, ότι ούκ έστι δόλος εν γλώσση μου. Ιδού,
Κύριε, συ έγνως πάντα, τα έσχατα και τα αρχαία· συ έπλασάς με και έθηκας επ΄ εμέ την χείρα σου. Εθαυμαστώθη η γνώσις μου εξ εμού·
εκραταιώθη, ου μη δύνωμαι προς αυτήν. Πού πορευθώ από του πνεύματος σου; και από του προσώπου σου πού φύγω; Εάν αναβώ εις τον
ουρανόν, συ εκεί εί· εάν καταβώ εις τον άδην, πάρει· εάν αναλάβοιμι τας πτέρυγας μου κατ΄ όρθρον και κατασκηνώσω εις τα έσχατα της
θαλάσσης και γαρ εκεί η χείρ σου οδηγήσει με και καθέξει με η δεξιά σου. Και είπα· ΄Αρα σκότος καταπατήσει με· και νύξ φωτισμός εν τη
τρυφή μου· ότι σκότος ού σκοτισθήσεται από σου και νύξ ως ημέρα φωτισθήσεται· ως το σκότος αυτής, ούτω και το φώς αυτής. Ότι συ
εκτήσω τους νεφρούς μου, Κύριε, αντελάβου μου εκ γαστρός μητρός μου. Εξομολογήσομαι σοι, ότι φοβερώς εθαυμαστώθης· θαυμάσια τα
έργα σου και η ψυχή μου γινώσκει σφόδρα. Ούκ εκρύβη το οστούν μου από σου, ό εποίησας εν κρυφή και η υπόστασις μου εν τοις κατωτάτοις
της γης· το ακατέργαστόν μου είδον οι οφθαλμοί σου και επί το βιβλίον σου πάντες γραφήσονται· ημέρας πλασθήσονται και ουδείς εν αυτοίς.
Εμοί δε λίαν ετιμήθησαν οι φίλοι σου, ο Θεός· λίαν εκραταιώθησαν αι αρχαί αυτών· εξαριθμήσομαι αυτούς και υπέρ άμμον πληθυνθήσονται·
εξηγέρθην και έτι ειμί μετά σου. Εάν αποκτείνης αμαρτωλούς, ο Θεός, άνδρες αιμάτων , εκλίνατε απ΄ εμού, ότι ερισταί έστε εις διαλογισμούς·
λήψονται εις ματαιότητα τας πόλεις σου. Ουχί τους μισούντας σε, Κύριε, εμίσησα; και επί τους εχθρούς σου εξετηκόμην; Τέλειον μίσος
εμίσουν αυτούς· εις εχθρούς εγένοντο μοι. Δοκίμασόν με, ο Θεός και γνώθι την καρδίαν μου· έτασον με και γνώθι τας τρίβους μου. Και ίδε ει
οδός ανομίας εν εμοί και οδήγησόν με εν οδώ αιωνία.

«Εδοκίμασάς με»: Με εξερεύνησες «έγνως με»: Με γνώρισες «καθέδραν


και έγερσιν»: Με γνωρίζεις όταν κάθομαι και όταν σηκώνομαι.
«Ουκ έστι δίδος»: Γνωρίζει ότι ό,τι λέω, αυτό και αισθάνομαι «έσχατα και
αρχαία»: γνωρίζεις τα παλιά και τα καινούρια.
«Έθηκας επ’ εμέ τη χείρα σου» όχι μόνο με έπλασες, αλλά και προνοείς για
μένα.
«Εκραταιώθη ου μη δύναμην»: Η γνώση Σου είναι ανώτερη των δυνάμεών
μου.
«Που πορευθώ»: Όπου και να πάω, εσύ είσαι εκεί, εάν ανεβώ στον ουρανό,
αν κατεβώ στον Άδη, αν φτάσω στα έσχατα του κόσμου «εκεί η χειρ σου»
«Νυξ φωτισμός»: Αν καταφύγω στα σκότη για να κρυφτώ, αυτά θα γίνουν
φως ενώπιον των οφθαλμών Σου.
«Συ εκτήσω τους νεφρούς μου»: Εσύ έκτισες τα νεφρά μου.
«Η ψυχή μου γινώσκει»: Αναγνωρίζει η ψυχή μου ότι τα έργα του Κυρίου
είναι θαυμαστά.
«Ουκ εκρύβη το οστούν μου»: Γνωρίζει τα πάντα, ακόμη και το ελάχιστο
οστό μου.
«Εποίησαν εν κρυφή»: Στα απόκρυφα της κοιλίας της μητρός μου «το
ακατέργαστόν μου»: Πρόκειται για την εμβρυϊκή κατάσταση… «επί το βιβλίο σου»:
Όλα, τα πάντα, Εσύ γνωρίζεις, διότι από την πρώτη στιγμή της υπάρξεως των
ανθρώπων, τους καταγράφεις στο βιβλίο της ζωής.
«Εάν αποκετείνης»: Ο ποιητής έπειτα από τις ευσεβείς αυτές σκέψεις του,
θυμάται τους ασεβείς, οι οποίοι όχι μόνο αρνούνται, αλλά και βλασφημούν τον
Κύριο. Ο ποιητής αγανακτώντας εύχεται να μην υπήρχαν. Ο ποιητής δικαιολογεί το
ιερό του μίσος: «ερισταί εστέ»: Δηλαδή αυτοί παλεύουν με τον εαυτό τους να βρουν
συλλογισμούς κατά του Κυρίου. «Ουχί τους μισούντας σε… εμίσησα»: Οι εχθροί
του Θεού , είναι και εχθροί του Δαυίδ.

469
«Τέλειον μίσος»: Ο Δαυίδ μσεί με όλο του το είναι μισεί με πάθος τους
εχθρούς του Θεού.

Ψαλμός εκατοστός τριακοστός ένατος (ρλθ΄)


Εξελού με, Κύριε, εξ ανθρώπου πονηρού, από ανδρός αδίκου ρύσαι με, οίτινες ελογίσαντο αδικίαν εν καρδία, όλην την ημέραν
παρετάσσοντο πολέμους. Ηκόνησαν γλώσσαν αυτών ωσεί όφεως· ιός ασπίδων υπό τα χείλη αυτών. Φύλαξον με, Κύριε, εκ χειρός
αμαρτωλού, από ανθρώπων αδίκων εξελού με, οίτινες διελογίσαντο του υποσκελίσαι τα διαβήματα μου· έκρυψαν υπερήφανοι παγίδα μοι
και σχοινίοις διέτειναν παγίδα τοις ποσί μου· εχόμενα τρίβου σκάνδαλα έθεντο μοι. Είπα τω Κυρίω· Θεός μου ει σύ· ενώτισαι, Κύριε, την
φωνήν της δεήσεώς μου. Κύριε, Κύριε, δύναμις της σωτηρίας μου, επεσκίασας επί την κεφαλήν μου εν ημέρα πολέμου. Μη παραδώς με,
Κύριε, από της επιθυμίας μου αμαρτωλώ· διελογίσαντο κατ΄ εμού, μη εγκαταλίπης με, μήποτε υψωθώσι. Η κεφαλή του κυκλώματος αυτών,
κόπος των χειλέων αυτών καλύψει αυτούς. Πεσούνται επ΄ αυτούς άνθρακες, εν πυρί καταβαλείς αυτούς, εν ταλαιπωρίαις ου μη υποστώσι.
Ανήρ γλωσσώδης ού κατευθυνθήσεται επί της γης· άνδρα άδικον κακά θηρεύσει εις διαφθοράν. ΄Εγνων, ότι ποιήσει Κύριος την κρίσιν των
πτωχών και την δίκην των πενήτων. Πλην δίκαιοι εξομολογήσονται τω ονόματι σου και κατοικήσουσιν ευθείς συν τω προσώπω σου.

«Εξελού με»: Πριν αρχίσει τα παράπονά του προσεύχεται. Στη συνέχεια


όμως εκφράζει τα παράπονά του για τις μηχανοραφίες των εχθρών του, περιγράφει
τις παγίδες που του έστησαν και παρακαλεί τον Θεό να τον λυτρώσει. Στο τέλος
προσεύχεται κατά των εχθρών του:
«Πεσούνται επ’ αυτούς άνθρακες»: Όπως έγινε παλιότερα στα Σόδομα.
«Εν ταλαιπωρίαις ου μη υποστώσιν»: Να μην αντέξουν, να καμφθούν στις
θλίψεις που θα τους βρουν.

Ψαλμός εκατοστός τεσσαρακοστός (ρμ΄)


Κύριε, εκέκραξα προς σε, εισάκουσον μου· πρόσχες τη φωνή της δεήσεως μου, εν τω κεκραγέναι με προς σε. Κατευθυνθήτω η
προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιον σου, έπαρσις των χειρών μου θυσία εσπερινή. Θού, Κύριε, φυλακήν τω στόματι μου και θύραν περιοχής
περί τα χείλη μου. Μη εκκλίνης την καρδίαν μου εις λόγους πονηρίας, του προφασίζεσθαι προφάσεις εν αμαρτίαις. Συν ανθρώποις
εργαζομένοις την ανομίαν και ου μη συνδυάσω μετά των εκλεκτών αυτών. Παιδεύσει με δίκαιος εν ελέει και ελέγξει με· έλαιον δε αμαρτωλού
μη λιπανάτω την κεφαλήν μου. Ότι έτι και η προσευχή μου εν ταις ευδοκίαις αυτών· κατεπόθησαν εχόμενα πέτρας οι κριταί αυτών.
Ακούσονται τα ρήματα μου ότι ηδύνθησαν· ωσεί πάχος γης ερράγη επί της γης, διεσκορπίσθη τα οστά αυτών παρά τον άδην. Ότι προς σε,
Κύριε, Κύριε, οι οφθαλμοί μου· επί σοι ήλπισα, μη αντανέλης την ψυχήν μου. Φύλαξον με από παγίδος, ής συνεστήσαντο μοι και από
σκανδάλων των εργαζομένων την ανομίαν. Πεσούνται εν αμφιβλήστρω αυτών οι αμαρτωλοί κατά μόνας ειμί εγώ, έως αν παρέλθω.

Ο ψαλμός αυτός είναι εσπερινός. Η Εκκλησία μας τον ονόμασε «επιλύχνιο».


«Κύριε εκέκραξα προς σε»: Κραυγή πεπυρωμένης καρδίας.
«Κετευθηνθήτω η προσευχή μου»: Ας ανέβει η προσευχή μου κατευθείαν
στον ουρανό.
«Ως θυμίαμα»: Το θυμίαμα συμβολίζει τις προσευχές των αγίων.
«Έπαρσις των χειρών» «θυσία εσπερινή»: Δηλώνει την αναίμακτο θυσία.
«Θου Κύριε φυλακήν»: Παρακαλεί να συγκρατήσει ο Θεός την αγανάκτησή
του κατά των εχθρών του.
«Θύραν περιοχής»: Αγρύπνησε επί τις θύρες των χειλέων μου.
«Μη εκκλίνης την καρδίαν μου» «εις λόγους πονηρίας»: Ας μην υπάρχουν
λόγοι ή δικαιολογίες για κακές πράξεις, όπως κάνουν οι αμαρτωλοί.
«Ου μη συνδυάσω»: Σε τίποτα να μην είμαι κοινωνός των αμαρτωλών
ανθρώπων.
«Παιδεύσει με δίκαιος»: Ας με ελέγξουν οι δίκαιοι άνθρωποι.
«Μη λιπανάτω την κεφαλήν μου»: Δεν θέλει ο Δαυίδ να αληφθεί με
αμαρτωλό έλαιο των ασεβών.
«Κατεπόθησα εχόμενα πέτρας οι κριταί»: Ο ποιητής φαντάζεται τον εαυτό
του να στέκεται σε βράχο στον οποίο σπάζονται κύματα, αυτός όμως παραμένει
ατάραχος.
«Ακούσονται τα ρήματά μου»: Οι δίκαιοι θα ακούσουν τα λόγια αυτά και θα
ευχαριστηθούν.
«Ωσεί πάχος γης»: Τα οστά των αμαρτωλών θα διασκορπιστούν, θα μείνουν
άταφα.

470
«Προς σε οι οφθαλμοί μου» «μη αντανέλης»: Μην αφαιρέσεις την ζωή μου.
«Φύλαξόν με από παγίδος»… «Πεσούνται εν αμφιβλήστρω»: Θα
περιπλακούν στα ίδια τα δίχτυα τους.
«Κατά μόνος ειμί»: Θα είμαι μακριά από τους αμαρτωλούς «έως αν
παρέλθω»: Μέχρι να πεθάνω.

Ψαλμός εκατοστός τεσσαρακοστός πρώτος (ρμα΄)


Φωνή μου προς Κύριον εκέκραξα, φωνή μου προς Κύριον εδεήθην. Εκχεώ ενώπιον αυτού την δέησιν μου· την θλίψιν μου
ενώπιον αυτού απαγγελώ. Εν τω εκλείπειν εξ εμού το πνεύμα μου και συ έγνως τας τρίβους μου. Εν οδώ ταύτη, ή επορευόμην, έκρυψαν
παγίδα μοι. Κατενόουν εις τα δεξιά και επέβλεπον,και ούκ ήν ο επιγινώσκων με. Απώλετο φυγή απ΄ εμού,και ούκ έστιν ο εκζητών την
ψυχήν μου. Εκέκραξα προς σε, Κύριε· είπα· Συ ει η ελπίς μου, μερίς μου ει εν γη ζώντων. Πρόσχες προς την δέησιν μου, ότι εταπεινώθην
σφόδρα. Ρύσαι με εκ των καταδιωκόντων με, ότι εκραταιώθησαν υπέρ εμέ. Εξάγαγε εκ φυλακής την ψυχήν μου, του εξομολογήσασθαι τω
ονόματί σου. Εμέ υπομένουσι δίκαιοι, έως ου ανταποδώς μοι.

«Φωνή μου προς Κύριον εκέκραξα»: Η φωνή του δεν είναι εξωτερική , αφού
βρίσκεται κρυμμένος σε σπήλαιο, αλλά εσωτερική.
«Εκχεώ ενώπιον αυτού»: Η καρδιά παρομοιάζεται με σάκο γεμάτο πόθο.
«Εν τω εκλείπειν» «συ έγνω»: Εσύ γνωρίζεις ότι εγώ λιγοψυχώ.
«Κατενόουν εις τα δεξιά»: Ο υπερασπιστής μας βρίσκεται δεξιά.
«Απώλετο φυγή»: Ήταν αδύνατη η διαφυγή του.
«Μερίς μου ει εν γη ζώντων»: Ο Θησαυρός μου βρίσκεται σε Σένα Θεέ
μου…
«Εξάγαγε εκ φυλακής»: Βγάλε με από την φυλακή του σπηλαίου όπου
βρίσκομαι.
«Του εξομολογήσασθαι»: Κι εγώ θα σε δοξολογήσω.

Ψαλμός εκατοστός τεσσαρακοστός δεύτερος (ρμβ΄)

Κύριε, εισάκουσον της προσευχής μου, ενώτισαι την δέησιν μου εν τη αληθεία σου, εισάκουσόν μου εν τη δικαιοσύνη σου· και μη
εισέλθης εις κρίσιν μετά του δούλου σου, ότι ου δικαιωθήσεται ενώπιον σου πας ζων. ΄Οτι κατεδίωξεν ο εχθρός την ψυχήν μου· εταπείνωσεν
εις γην την ζωήν μου, εκάθισε με εν σκοτεινοίς ως νεκρούς αιώνος· και ηκηδίασεν επ΄ εμέ το πνεύμα μου, εν εμοί εταράχθη η καρδία μου.
Εμνήσθην ημερών αρχαίων, εμελέτησα εν πάσι τοις έργοις σου, εν ποιήμασι των χειρών σου εμελέτων. Διεπέτασα προς σε τας χείρας μου· η
ψυχή μου ως γη άνυδρος σοι. Ταχύ εισάκουσον μου, Κύριε· εξέλιπε το πνεύμα μου. Μή αποστρέψης το πρόσωπον σου απ΄ εμού και
ομοιωθήσομαι τοις καταβαίνουσιν εις λάκκον. Ακουστόν ποίησον μοι το πρωί το έλεος σου, ότι επί σοι ήλπισα· Γνώρισον μοι, Κύριε, οδόν, εν
η πορεύσομαι, ότι προς σε ήρα την ψυχήν μου. Εξελού με εκ των εχθρών μου, Κύριε· προς σε κατέφυγον· δίδαξον με του ποιείν το θέλημα
σου, ότι συ εί ο Θεός μου. Το πνεύμα σου το αγαθόν οδηγήσει με εν γη ευθεία· ένεκεν του ονόματος σου, Κύριε, ζήσεις με. Εν τη δικαιοσύνη
σου εξάξεις εκ θλίψεως την ψυχήν μου· και εν τω ελέει σου εξολοθρεύσεις τους εχθρούς μου. Και απολείς πάντας τους θλίβοντας την ψυχήν
μου, ότι εγώ δούλος σου είμι.

«Εισάκουσον»: Στην άπειρη δικαιοσύνη του Θεού καταφεύγει και πάλι ο


Δαυίδ. Αν και δίκαιος, γνωρίζει όμως ο ποιητής ότι δεν είναι αναμάρτητος: «και μη
εισέλθης εις κρίσιν».
«Ότι κατεδίωξεν» «εταπείνωσεν»: Ο ποιητής βρίσκεται σε άθλια κατάσταση
καταδιωκόμενος υπό των εχθρών του.
«Ηκηδίασεν επ’ εμέ»: Αποτέλεσμα του σφοδρού διωγμού του το πνεύμα του
είναι λιπόθυμο, καταβεβλημένο.
«Εμνήσθην ημερών αρχαίων»: Εκ των παλαιών ημερών ο ποιητής αντλεί
θάρρος.
«Η ψυχή μου ως γη άνυδρός σοι»: Ότι είναι η γη χωρίς την βροχή, έτσι η
ψυχή χωρίς τον Θεό. Στη συνέχεια ο ψαλμωδός παρακαλεί τον Θεό να τον
απαλλάξει από τους εχθρούς του, τους οποίους πρέπει να τιμωρήσει.

471
Ψαλμός εκατοστός τεσσαρακοστός τρίτος (ρμγ΄)
Ευλογητός Κύριος ο Θεός μου, ο διδάσκων τας χείρας μου εις παράταξιν, τους δακτύλους μου εις πόλεμον. ΄Ελεος μου και
καταφυγή μου, αντιλήπτωρ μου και ρύστης μου. Υπερασπιστής μου και επ΄ αυτώ ήλπισα· ο υποτάσσων τον λαόν μου υπ΄ εμέ. Κύριε, τί
έστιν άνθρωπος, ότι εγνώσθης αυτώ; ή υιός ανθρώπου, ότι λογίζη αυτώ; Άνθρωπος ματαιότητι ωμοιώθη· αι ημέραι αυτού ωσεί σκιά
παράγουσι. Κύριε, κλίνον ουρανούς και κατάβηθι· άψαι των ορέων και καπνισθήσονται. ΄Αστραψον αστραπήν και σκορπιείς αυτούς·
εξαπόστειλον τα βέλη σου και συνταράξεις αυτούς. Εξαπόστειλον την χείρα σου εξ ύψους· εξελού με και ρύσαι με εξ υδάτων πολλών, εκ
χειρός υιών αλλοτρίων, ων το στόμα ελάλησε ματαιότητα και η δεξιά αυτών δεξιά αδικίας. Ο Θεός, ωδήν καινήν άσομαι σοι, εν ψαλτηρίω
δεκαχόρδω ψαλώ σοι. Τω διδόντι την σωτηρίαν τοις βασιλεύσι, τω λυτρουμένω Δαυίδ τον δούλον αυτού εκ ρομφαίας πονηράς. Ρύσαι με και
εξελού με εκ χειρός υιών αλλοτρίων, ων το στόμα ελάλησε ματαιότητα και η δεξιά αυτών δεξιά αδικίας. Ων οι υιοί ως νεόφυτα ιδρυμένα εν τη
νεότητι αυτών· αι θυγατέρες αυτών κεκαλλωπισμέναι, περικεκοσμημέναι ως το ομοίωμα ναού. Τα ταμεία αυτών πλήρη, εξερευγόμενα εκ
τούτου εις τούτο. Τα πρόβατα αυτών πολύτοκα, πληθύνοντα εν ταις εξόδοις αυτών· οι βόες αυτών παχείς. Ούκ έστι κατάπτωμα φραγμού,
ουδέ διέξοδος, ουδέ κραυγή εν ταις πλατείαις αυτών. Εμακάρισαν τον λαόν, ω ταύτα έστι· μακάριος ο λαός, ου Κύριος ο Θεός αυτού.

Ο Δαυίδ ευχαριστεί τον Θεό για όλες τις ενέργειές Του. «Τι εστίν
άνθρωπος»: Συγκρινόμενος ο άνθρωπος προς όλα τα άλλα δημιουργήματα, είναι η
κορωνίς, το καλλιτέχνημα.
«Λογίζη αυτώ»: Τι είναι όμως ο άνθρωπος ώστε να τον λογαριάζει ο Θεός;
«Ματαιότητι ωμοιώθη».. «κλίνον ουρανούς και κατάβηθι»… «άστραψον
αστραπήν» γιατί; Για να σκορπίσει τους εχθρούς Του.
«Ωδήν κοινήν»: Νέο άσμα θα συνθέσει ο Δαυίδ όταν ο Θεός θα καταστρέψει
τους εχθρούς Του.
Η ευτυχία των ασεβών τους κάνει υπερήφανους, βλέποντας την ευτυχία τους
αρκετοί «εμακάρισαν τον λαόν» δηλ. μακάρισαν τους ασεβείς. Όχι όμως! «μακάριος
ο λαός» ευτυχής είναι μόνον αυτός που πιστεύει στον Έναν Μοναδικό και Αληθινό
Θεό.

Ψαλμός εκατοστός τεσσαρακοστός τέταρτος (ρμδ΄)

Υψώσω σε, ο Θεός μου, ο Βασιλεύς μου και ευλογήσω το όνομα σου εις τον αιώνα και εις τον αιώνα του αιώνος. Καθ΄ εκάστην
ημέραν ευλογήσω σε και αινέσω το όνομα σου εις τον αιώνα και εις τον αιώνα του αιώνος. Μέγας Κύριος και αινετός σφόδρα και της
μεγαλωσύνης αυτού ούκ έστι πέρας. Γενεά και γενεά επαινέσει τα έργα σου και την δύναμιν σου απαγγελούσι. Την μεγαλοπρέπειαν της
δόξης της αγιωσύνης σου λαλήσουσι και τα θαυμάσια σου διηγήσονται. Και την δύναμιν των φοβερών σου ερούσι και την μεγαλωσύνην σου
διηγήσονται. Μνήμην του πλήθους της χρηστότητος σου εξερεύξονται και τη δικαιοσύνη σου αγαλλιάσονται. Οικτίρμων και ελεήμων ο
Κύριος, μακρόθυμος και πολυέλεος. Χρηστός Κύριος τοις σύμπασι και οι οικτιρμοί αυτού επί πάντα τα έργα αυτού. Εξομολογησάσθωσαν σοι,
Κύριε, πάντα τα έργα σου και οι όσιοι σου ευλογησάτωσαν σε. Δόξαν της βασιλείας σου ερούσι και την δυναστείαν σου λαλήσουσι. Του
γνωρίσαι τοις υιοίς των ανθρώπων την δυναστείαν σου και την δόξαν της μεγαλοπρεπείας της βασιλείας σου. Η βασιλεία σου βασιλεία
πάντων των αιώνων και η δεσποτεία σου εν πάση γενεά και γενεά. Πιστός Κύριος εν πάσι τοις λόγοις αυτού και όσιος εν πάσι τοις έργοις
αυτού. Υποστηρίζει Κύριος πάντας τους καταπίπτοντας και ανορθοί πάντας τους κατερραγμένους. Οι οφθαλμοί πάντων εις σε ελπίζουσι και
συ δίδως την τροφήν αυτών εν ευκαιρία. Ανοίγεις συ την χείρα σου και εμπιπλάς πάν ζώον ευδοκίας. Δίκαιος Κύριος εν πάσαις ταις οδοίς
αυτού και όσιος εν πάσι τοις έργοις αυτού. Εγγύς Κύριος πάσι τοις επικαλουμένοις αυτόν, πάσι τοις επικαλουμένοις αυτόν εν αληθεία.
Θέλημα των φοβουμένων αυτόν ποιήσει και της δεήσεως αυτών εισακούσεται και σώσει αυτούς. Φυλάσσει Κύριος πάντας τους αγαπώντας
αυτόν και πάντας τους αμαρτωλούς εξολοθρεύσει. Αίνεσιν Κυρίου λαλήσει το στόμα μου· και ευλογείτω πάσα σαρξ το όνομα το άγιον αυτούς
εις τον αιώνα και εις τον αιώνα του αιώνος.

Οι ραβίνοι έλεγαν για τον ψαλμό αυτόν, ότι αν κάποιος τον διαβάζει τρεις
φορές την ημέρα σίγουρα θα σωθεί. Οι χριστιανοί τον συνδύασαν με την Θεία
Κοινωνία.
«Υψώσω σε»: Θα τον δοξάσει ο ψαλμωδός του Θεού. «Ο βασιλεύς μου».
«Αινέσω… εις αιώνα»: Καθ’ όλες τις γενναιές θα υμνεί ο Δαυίδ τον Θεό.
«Μνήμην του πλήθους»: Ανάμνηση της άπειρης καλοσύνης του Θεού.
«Χρηστός… τοις σύμπασι»: Κανείς δεν εξαιρείται από την καλοσύνη του
Θεού.
«Πάντα τα έργα σου»; Και τα άψυχα ακόμη δοξάζουν τον Θεό.
«Του γνωρίσαι τοις υιοίς»: Να πως θα υμνήσουν και οι άλλοι, θα μάθουν διά
μέσω των προφητών και των διδασκάλων.
«Όσιος εν πάσι τοις έργοις»… «υπερασπίζει… τους καταπίπτοντας»: Εκείνοι

472
που είναι ετοιμόρροποι
«… εν αληθεία»: Πρέπει να προσευχόμαστε στον Θεό εν αληθεία.

Ψαλμός εκατοστός τεσσαρακοστός πέμπτος (ρμε΄)

Αίνει, η ψυχή μου, τον Κύριον· αινέσω Κύριον εν τη ζωή μου· ψαλώ τω Θεώ μου έως υπάρχω. Μή πεποίθατε επ΄ άρχοντας, επί
υιούς ανθρώπων, οίς ούκ έστι σωτηρία. Εξελεύσεται το πνεύμα αυτού και επιστρέψει εις την γην αυτού. Εν εκείνη τη ημέρα απολούνται
πάντες οι διαλογισμοί αυτού. Μακάριος, ού ο Θεός Ιακώβ βοηθός αυτού, η ελπίς αυτού επί Κύριον τον Θεόν αυτού. Τον ποιήσαντα τον
ουρανόν και την γην, την θάλασσαν και πάντα τα εν αυτοίς. Τον φυλάσσοντα αλήθειαν εις τον αιώνα, ποιούντα κρίμα τοις αδικουμένοις,
διδόντα τροφήν τοις πεινώσι. Κύριος λύει πεπεδημένους· Κύριος σοφοί τυφλούς· Κύριος ανορθοί κατερραγμένους· Κύριος αγαπά δικαίους.
Κύριος φυλάσσει τους προσηλύτους. Ορφανόν και χήραν αναλήψεται και οδόν αμαρτωλών αφανιεί. Βασιλεύσει Κύριος εις τον αιώνα, ο
Θεός σου, Σιών, εις γενεάν και γενεάν.

Ψαλμός λειτουργικός: Το θέμα του ψαλμού: «Αίνει η ψυχή μου».. «έως


υπάρχω»
«Εξελεύσεται το πνεύμα»: Ο άνθρωπος αποθνήσκει, διότι το πνεύμα, η ψυχή
του, η αναπνοή του θα εξέλθει «επιστρέφει εις την γην», «εν εκείνη τη ημέρα
απολούνται»: Ο Θεός αφού δημιούργησε τον ουρανό και την γη, άρα έχει και την
δύναμη να μας σώσει.
«Τον φυλάσσοντα αλήθειαν»: Οι άνθρωποι αλλάζουν γνώμη εύκολα και δεν
τηρούν τον λόγο τους, ο Κύριος όμως πάντοτε τηρεί τον λόγο Του «διδόντα
τροφήν», «λύει πεπεδημένους», «σοφοί τυφλούς», δηλ. κάνει σοφούς εκείνους που
μέχρι πρότινος βάδιζαν στο σκοτάδι, «ανορθοί κατεραγμένους", δένει με επιδέσμους
τους μώλωπες και τα συντρίμματα των ψυχών, «φυλάσσει τους προσηλύτους»:
Προσήλυτοι ήταν οι ξένοι «ορφανόν και χήραν», «οδόν αμαρτωλών αφανειεί»:
οδηγεί τους αμαρτωλούς στην απώλεια. Κατακλείς: «Βασιλεύσει Κύριος».

Ψαλμός εκατοστός τεσσαρακοστός έκτος (ρμστ΄)


Αινείτε τον Κύριον, ότι αγαθόν ψαλμός· τω Θεώ ημών ηδυνθείη αίνεσις. Οικοδομών Ιερουσαλήμ ο Κύριος, τας διασποράς του
Ισραήλ επισυνάξει, ο ιώμενος τους συντετριμμένους την καρδίαν και δεσμεύων τα συντρίμματα αυτών, ο αριθμών πλήθη άστρων και πάσιν
αυτοίς ονόματα καλών. Μέγας ο Κύριος ημών και μεγάλη η ισχύς αυτού και της συνέσεως αυτού ούκ έστιν αριθμός. Αναλαμβάνων πραείς ο
Κύριος, ταπεινών δε αμαρτωλούς έως της γης. Εξάρξατε τω Κυρίω εν εξομολογήσει, ψάλατε τω Θεώ ημών εν κιθάρα, τω περιβάλλοντι τον
ουρανόν εν νεφέλαις, τω ετοιμάζοντι τη γη υετόν· τω εξανατέλλοντι έν όρεσι χόρτον και χλόην τη δουλεία των ανθρώπων, διδόντι τοις
κτήνεσι τροφήν αυτών και τοις νεοσσοίς των κοράκων τοις επικαλουμένοις αυτόν. Ούκ εν τη δυναστεία του ίππου θελήσει, ουδέ εν ταις
κνήμαις του ανδρός ευδοκεί· ευδοκεί Κύριος εν τοις φοβουμένοις αυτόν και εν πάσι τοις ελπίζουσιν επί το έλεος αυτού.

«Αγαθόν ψαλμός»: Αυτή είναι και η αιτία του αίνου.


«Ηδυνθείη αίνεσις», «οικοδομών Ιερουσαλήμ»: Εν μέσω δυσκολιών
οικοδομεί ο Κύριος, όχι άλλος την Ιερουσαλήμ.
«Επισυνάξει»: Ενεστώτας ο χρόνος, συνάγει ήδη. Είμαστε επομένως στο
τέλος της αιχμαλωσίας της Βαβυλώνας, τώρα όμως ο Κύριος επαναγάγει αυτούς εκ
της αιχμαλωσίας.
«Ο αριθμών»: Μόνο ο Κύριος δύναται να αριθμήσει το άπειρο πλήθος των
αστεριών.
«Πάσιν αυτοίς ονόματα»: Όχι μόνο τα αριθμεί, αλλά και τα ονομάζει.
«Αναλαμβάνων πραείς»: Εννοεί τους τεθλιμμένους «ταπεινών
αμαρτωλούς».. «εξάρξατε»: Κάνετε νέα αρχή ψαλμών.
«Τω περιβάλοντι τον ουρανόν»: Και πάλι η αιτία του αίνου.
«Τη δουλεία των ανθρώπων»: Προς υπηρεσία των ανθρώπων, «τοις κτήνεσι
τροφήν»: Ο Θεός ανοίγει τη χείρα Του και ταῒζει τα άγρια θηρία.
«Τοις νεοσσοίς των κοράκων»: Μέχρι και για τους κόρακες φροντίζει.
«Ουκ εν τη δυναστεία του ίππου»: Ο Κύριος δεν ελκύεται από το ισχυρό

473
ιππικό «ουδέ εν ταις κνήμαις του ανδρός»: Ούτε από την ευλυγισία, ταχύτητα,
δύναμη των ποδών των ανθρώπων, «ευδοκεί Κύριος»: Ο Κύριος αρέσκεται εις
εκείνους οι οποίοι φοβούνται αλλά και ελπίζουν σ’ Αυτόν.

Ψαλμός εκατοστός τεσσαρακοστός έβδομος (ρμζ΄)


Επαίνει, Ιερουσαλήμ, τον Κύριον, αίνει τον Θεόν σου, Σιών, ότι ενίσχυσε τους μοχλούς των πυλών σου, ευλόγησε τους υιούς σου
εν σοί. Ο τιθείς τα όρια σου ειρήνην και στέαρ πυρού εμπιπλών σε· ο αποστέλλων το λόγιον αυτού τη γη, έως τάχους δραμείται ο λόγος
αυτού. Διδόντος χιόνα αυτού ωσεί έριον, ομιχλην ωσεί σποδόν πάσσοντος· βάλλοντος κρύσταλλον αυτού ωσεί ψωμούς, κατά πρόσωπον
ψύχους αυτού τίς υποστήσεται; Εξαποστελεί τον λόγον αυτού και τήξει αυτά· πνεύσει το πνεύμα αυτού και ρυήσεται ύδατα. Ο απαγγέλλων
το λόγιον αυτού τω Ιακώβ, δικαιώματα και κρίματα αυτού τω Ισραήλ. Ούκ εποίησεν ούτω παντί έθνει και τα κρίματα αυτού ούκ εδήλωσεν
αυτοίς.

«Επαίνει Ιερουσαλήμ» «ότι ενίσχυσε τους μοχλούς των πυλών σου»: Να


γιατί πρέπει να υμνήσουν οι ισραηλίτες τον Κύριο.
«Ευλογήσαι τους υιούς σου»
«Ο τιθείς όριά σου»: Όρια είναι τα σύνορα.
«Αποστέλλων το λόγιον αυτού»: Οι εντολές του Θεού εκτελούνται αμέσως
όταν αναγγελθούν. Με τον λόγο του Κυρίου έρχεται τάχιστα ο χειμώνας, το χαλάζι,
το χιόνι, διαλύονται οι πάγοι, έρχεται η Άνοιξη. Τα έθνη έλαβαν μόνο τον νόμο της
συνειδήσεως, όχι όμως και την αποκάλυψη του Θείου θελήματος.

Ψαλμός εκατοστός τεσσαρακοστός όγδοος


(ρμη΄)
Αινείτε τον Κύριον εκ των ουρανών· αινείτε αυτόν εν τοις υψίστοις. Αινείτε αυτόν, πάντες οι Άγγελοι αυτού· αινείτε αυτόν
πάσαι αι Δυνάμεις αυτού. Αινείτε αυτόν, ήλιος και σελήνη· αινείτε αυτόν, πάντα τα άστρα και το φως. Αινείτε αυτόν, οι ουρανοί των
ουρανών και το ύδωρ το υπεράνω των ουρανών. Αινεσάτωσαν το όνομα Κυρίου· ότι αυτός είπε και εγενήθησαν· αυτός ενετείλατο και
εκτίσθησαν. ΄Εστησεν αυτά εις τον αιώνα και εις τον αιώνα του αιώνος· πρόσταγμα έθετο και ού παρελεύσεται. Αινείτε τον Κύριον εκ της
γης, δράκοντες και πάσαι άβυσσοι. Πυρ, χάλαζα, χιών, κρύσταλλος, πνεύμα καταιγίδος, τα ποιούντα τον λόγον αυτού τα όρη και πάντες οι
βουνοί, ξύλα καρποφόρα και πάσαι κέδροι· τα θηρία και πάντα τα κτήνη, ερπετά και πετεινά πτερωτά· βασιλείς της γης και πάντες λαοί,
άρχοντες και πάντες κριταί γης. Νεανίσκοι και παρθένοι, πρεσβύτεροι μετά νεωτέρων· αινεσάτωσαν το όνομα Κυρίου, ότι υψώθη το όνομα
αυτού μόνου. Η εξομολόγησις αυτού επί γης και ουρανού και υψώσει κέρας λαού αυτού. Ύμνος πάσι τοις οσίοις αυτού, τοις υιοίς Ισραήλ, λαώ
εγγίζοντι αυτώ.

«Αινείτε τον Κύριον»: Ποιοι; «Πάντες οι άγγελοι», «πάσαι αι δυνάμεις»,


«ήλιος και σελήνη», «οι ουρανοί των ουρανών», «ύδωρ υπεράνω των ουρανών»
«έστησεν αυτώ» όχι μόνο τα δημιούργησε εκ του μηδενός.
«Πρόσταγμα έθετο»: Όρισε και τους νόμους οι οποίοι θα κυβερνούν τον
κόσμο.
«Ου παρελεύσεται»: Είναι αδύνατον να παραβιαστεί ο νόμος του Θεού.
Και συνεχίζει: Ας αινέσουν «δράκοντες» μεγάλα θαλάσσια κήτη,
«άβυσσος», όλες οι θάλασσες «πνεύμα καταιγίδος», όλα γενικώς τα άλογα κτίσματα
«θηρία και κτήνη» και τελικά «βασιλείς της γης» ο άνθρωπος!
«Νεανίσκοι» «τοις οσίοις», αυτούς δηλ. που είναι αφοσιωμένοι στον Θεό.

Ψαλμός εκατοστός τεσσαρακοστός ένατος


(ρμθ΄)
Άσατε τω Κυρίω άσμα καινόν, η αίνεσις αυτού εν εκκλησία οσίων. Ευφρανθήτω Ισραήλ επί τω ποιήσαντι αυτόν και οι υιοί
Σιών αγαλλιάσθωσαν επί τω βασιλεί αυτών. Αινεσάτωσαν το όνομα αυτού εν χορώ, εν τυμπάνω και ψαλτηρίω ψαλάτωσαν αυτώ, ότι
ευδοκεί Κύριος εν τω λαώ αυτού και υψώσει πραείς εν σωτηρία. Καυχήσονται όσιοι εν δόξη και αγαλλιάσονται επί των κοιτών αυτών. Αι
υψώσεις του Θεού εν τω λάρυγγι αυτών και ρομφαίαι δίστομοι εν ταις χερσίν αυτών. Του ποιήσαι εκδίκησιν εν τοις έθνεσιν, ελεγμούς εν τοις
λαοίς. Του δήσαι τους βασιλείς αυτών εν πέδαις και τους ενδόξους αυτών εν χειροπέδαις σιδηραίς. Του ποιήσαι εν αυτοίς κρίμα έγγραπτον·
δόξα αύτη έσται πάσι τοις οσίοις αυτού.

«Άσμα καινόν» «η αίνεσις αυτού εν εκκλησία οσίων»: Ο ποιητής θέλει διά

474
άσματος να συνδέσει τις καρδιές των οσίων.
«Εν χορώ εν τυμπάνω»: Η χαρά γίνεται μεγάλη «ψαλτηρίω ψαλάτωσαν»:
Υπήρχαν και πολλοί ψάλτες.
«Ευδοκεί Κύριος»: Ο Κύριος τιμώρησε αρκετά τον λαό Του.
«Καυχήσονται όσιοι εν δόξη» «αγαλλιάσσονται επί των κοιτών αυτών»: Τα
κρεβάτια τους γίνονταν ως τώρα μάρτυρες μόνο λυπηρών γεγονότων, από δω και
πέρα όμως θα μαρτυρούν και τις χαρές.
«Του ποιήσαι εν αυτοίς κρίμα έγγραπτον»: Είναι γραπτή η προφητεία εκείνη
η οποία λέει ότι οι βασιλείς της γης θα υποταχθούν στον Χριστό.
«Δόξα αύτη έσται πάσι τοις οσίοις αυτού»: Όσιοι είναι οι αφοσιωμένοι, οι
εκλεκτοί του Θεού.

Ψαλμός εκατοστός πεντηκοστός (ρν΄)


Αινείτε τον Θεόν εν τοις αγίοις αυτού· αινείτε αυτόν εν στερεώματι της δυνάμεως αυτού. Αινείτε αυτόν επί ταις δυναστείαις
αυτού· αινείτε αυτόν κατά το πλήθος της μεγαλωσύνης αυτού. Αινείτε αυτόν εν ήχω σάλπιγγος· αινείτε αυτόν εν ψαλτηρίω και κιθάρα.
Αινείτε αυτόν εν τυμπάνω και χορώ· αινείτε αυτον εν χορδαίς και οργάνω. Αινείτε αυτόν εν κυμβάλοις ευήχοις· αινείτε αυτόν εν κυμβάλοις
αλαλαγμού. Πάσα πνοή αινεσάτω τον Κύριον.

Ο τελευταίος ψαλμός του Ψαλτηρίου είναι δοξολογικός.


«Αινείτε»: δέκα φορές επαναλαμβάνεται η λέξη.
1) «εν τοις αγίοις»
2) «εν στερεώματι της δυνάμεως αυτού»=ο ουρανός
3) «εν ταις δυναστείαις»=τα μεγάλα εξαίσια έργα
4) «κατά το πλήθος της μεγαλοσύνης»
5) «εν ήχω σάλπιγγος»
6) «εν ψαλτηρίω και κιθάρα»
7) «εν τυμπάνω και χορώ»
8) «εν χορδαίς και οργάνω»
9) «εν κυμβάλοις»
10) Και τέλος «πάσα πνοή»
Ψαλμός εκατοστός πεντηκοστός πρώτος
(ρνα΄)
Μικρός ήμην εν τοις αδελφοίς μου και νεώτερος εν τω οίκω του πατρός μου· εποίμαινον τα πρόβατα του πατρός μου. Αι χείρες μου
εποίησαν όργανον και οι δάκτυλοι μου ήρμοσαν ψαλτήριον· και τίς αναγγελεί τω Κυρίω μου; αυτός Κύριος, αυτός εισακούσει. Αυτός
εξαπέστειλε τον άγγελον αυτού και ήρε με εκ των προβάτων του πατρός μου και έχρισε με εν τω ελαίω της χρίσεως αυτού. Οι αδελφοί μου
καλοί και μεγάλοι και ούκ ευδόκησεν εν αυτοίς ο Κύριος. Εξήλθον εις συνάντησιν τω αλλοφύλω και επικατηράσατο με εν τοις ειδώλοις
αυτού· εγώ δε σπασάμενος την παρ΄ αυτού μάχαιραν, απεκεφάλισα αυτόν και ήρα όνειδος εξ υιών Ισραήλ

«Μικρός αμήν εν τοις αδελφούς μου»:


Τον ψαλμό αυτόν έξω του κανονικού αριθμού παρερχόμενα εν σιγή, διότι το
αυτό έπραξαν στα υπομνήματά τους ο Αθανάσιος, ο Χρυσόστομος, ο Θεοδώρητος, ο
Ζυγαριές και όλη η σειρά των πατέρων καθώς και ο σύγχρονός μας Ιουλ
Γιαννακόπουλος.

475
Πρωτοπρεσβυτέρου Μιχαήλ Δ. Στεφάνου

ΠΑΡΟΙΜΙΑΙ

Κείμενο και ερμηνευτικά σχόλια

ΠΑΡΟΙΜΙΑ
Ι Peripatitis.net 2017

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

Τα τέσσερα βιβλία Παροιμίαι, Εκκλησιαστής, Άσμα Ασμάτων, Σοφία


Σολομώντος αποδίδονται στον Σολομώντα. Ο Σολομών υπήρξε ειρηνικός
βασιλεύς εν αντιθέσει προς τον πατέρα του Δαυίδ ο οποίος σχεδόν όλο του τον
βίο τον πέρασε με διαρκείς πολέμους.

Selomon σημαίνει «ο απολαύνων ειρήνης». Ο Δαυίδ αμάρτησε με την


γυναίκα του Ουρίου, Βηρσαβεέ, μετανόησε για την πράξη του και έκλαψε πικρά.
Μετά τον θάνατο του Ουρίου, ο Δαυίδ την έλαβε ως νόμιμη σύζυγό του. Το 922
π.Χ απόκτησε μαζί με την Βηρσαβεέ έναν γιο τον Σολομώντα. Ο Σολομών είναι
καρπός του Δαυίδ μετά την μετάνοιά του και γι’ αυτό ο Θεός «τον ηγάπησε».

Όταν ο Δαυίδ γέρασε έδωσε εντολή ο Σολομών να γίνει ο διάδοχός του. Κατά
την τελετή του χρησμού του ο λαός έκραζε: «Ζήτω ο βασιλεύς Σολομών»!

Ο Δαυίδ είχε ως όνειρο ζωής να χτίσει τον ναό του Θεού, όμως ο Θεός δεν
του το επέτρεψε επειδή είχε χύσει αίμα ανθρώπων κατά την διάρκεια των

476
πολέμων.

Ο Σολομών ανέβηκε στον θρόνο σε ηλικία 20 ετών. Παρά το νεαρό της


ηλικίας του γρήγορα απέδειξε ότι είναι εκ Θεού προικισμένους με σοφία.
Αντιλήφθηκε την πλεκτάνη του Αδωνία και του αρχιστρατήγου του Ιωάβ και
διέταξε την θανάτωσή τους στερεώνοντας έτσι την βασιλεία του ζητώντας
παράλληλα την ευλογία του Θεού.

Ο Θεός του είπε: «Ζήτησέ μου τι θέλεις να σου δώσω». Ο Σολομών


απάντησε: «Κύριε εμένα τον δούλο σου έκανες βασιλέα. Εγώ όμως είμαι μικρό
και άπειρο παιδί. Δος μου νου ώστε να μπορώ να διοικώ αυτόν τον πολύ λαό».
Οι λόγοι αυτοί άρεσαν στον Θεό ο Οποίος του απάντησε: «Επειδή ζήτησες να
σου δώσω σοφία και όχι μακροζωῒα, πλούτο, υποταγή των εχθρών σου, θα σου
δώσω τόση σοφία την οποία ουδείς άλλος είχε προ σου και ούτε άλλος θα
αποκτήσει έπειτα από σένα. Θα σου δώσω όμως και πλούτο και δόξα, για την
οποία δεν με παρακάλεσες. Εάν δε τηρήσεις τις εντολές μου, ως πατήρ σου, θα
σου δώσω και μακροζωῒα».

Κάποτε εμφανίστηκαν μπροστά στον βασιλέα δύο γυναίκες οι οποίες


είχαν γεννήσει στο ίδιο σπίτι. Η μία εκ των δύο γυναικών αποκοιμήθηκε πάνω στο
παιδί της και εκείνο πέθανε από ασφυξία. Όταν αντιλήφθηκε αυτό που έκανε πήρε
για δικό της το παιδί της άλλης μάνας ενώ αυτή κοιμόταν και στη θέση του έβαλε το
νεκρό. Όταν ξύπνησε η μάνα του ζωντανού παιδιού διαπίστωσε πως το πεθαμένο
παιδί που βρίσκονταν πλάι της δεν ήταν δικό της. Έτσι αντιμαχόμενες έφτασαν
μπροστά στον Σολομώντα για να εκδικάσει το ζήτημα. Ο Σολομών τότε είπε:
«Κόψτε στα δύο το ζωντανό παιδί και δώστε από μισό στην κάθε μάνα». Όταν το
άκουσε αυτό η πραγματική μητέρα του μωρού είπε: «δώστε σ’ αυτήν το παιδί και μη
το σκοτώνετε». Η άλλη αντίθετα είπε: «ούτε σε μένα , ούτε σ’ αυτήν να δοθεί, κόψτε
το στα δύο».

Ο Σολομών τότε έβγαλε το πόρισμα: «Δώστε το παιδί σ’ αυτήν την


γυναίκα και μη το σκοτώνετε. Αυτή είναι η πραγματική μητέρα του». Αυτό είναι ένα
παράδειγμα της σοφίας του σοφού Σολομώντος.

Η σοφία του Σολομώντος ήταν τριπλή α) θρησκευτική, β) ηθική, γ)


φυσιογνωστική. Ο Σολομών ήταν ανώτερος των προ Χριστού σοφών οι οποίοι
πίστευαν σε πολλούς θεούς και ζούσαν βίο μακράν του Θεού, αλλά και ανώτερος και
των μετά Χριστού φιλοσόφων οι οποίοι επιδόθηκαν σε φιλοσοφικούς στοχασμούς
περί Θεού χωρίς να μπορούν να ορίσουν το ύψιστο αγαθό για τη ζωή του ανθρώπου.
Ενώ αντιθέτως ο Σολομών γνώριζε τον αληθινό Θεό.

Το 968 π.Χ ξεκίνησε η ανοικοδόμηση του ναού. Μετά από 7,5 χρόνια

477
ολοκληρώθηκε. Όμως το έργο του Σολομώντος δεν περιορίζεται μόνο στην
ανοικοδόμηση του ναού, αλλά και σε 3000 παραβολές και γνωμικά, 5000 ωδές,
λυρικά ποιήματα και 71 ψαλμούς. Ασχολήθηκε με όλα τα φυτά, τα πτηνά, τα
χερσαία και τα θαλάσσια ζώα .

Δυστυχώς όμως το τέλος του ένδοξου αυτού βασιλέως ήταν τραγικό. Η


καρδιά του διαφθάρηκε από την επιθυμία γυναικών. Έλαβε πολλές συζύγους εξ’
αυτών πολλές ήταν ειδωλολάτρισσες. Χάριν αυτών έχτισε ειδωλολατρικούς ναούς,
ενώ κι ο ίδιος πιθανόν να λάτρεψε είδωλα. Ο Θεός οργίστηκε εναντίον του. Στο
τέλος της ζωής του συνήλθε, μετανόησε και έγραψε τον Εκκλησιαστή. Η Αγία
Γραφή όμως δεν ομιλεί ρητώς περί της μετανοίας του Σολομώντος, ο οποίος πέθανε
σε ηλικία 60 ετών, βασιλέυοντος συνολικά 40 έτη.

Κεφάλαιο πρώτο

Τα αποφθέγματα αυτά του Σολομώντος έχουν σκοπό να μας μάθουν να


αντιμετωπίζουμε τις περιπλεγμένες πλοκές των λόγων των άλλων.

Η πατρική συμβουλή επειδή είναι αυστηρή ονομάζεται «παιδεία», ενώ η


μητρική επειδή είναι ήπια ονομάζεται θεσμός.

Παρ. 1,1 Οσα ακολουθούν είναι παροιμίαι, παραβολαί και γνωμικά και αποφθέγματα του
Σολομώντος, υιού του Δαυίδ, ο οποίος υπήρξε βασιλεύς του ισραηλιτικού λαού.
Παρ. 1,2 Σκοπόν έχουν αι παροιμίαι αυταί να καταστήσουν γνωστήν την θείαν σοφίαν και την
ωφέλιμον δια την ψυχήν εκ μέρους του Θεού παιδαγωγίαν και να κάμουν τον
άνθρωπον ικανόν να κατανόηση τους λόγους, δια των οποίων θα αποκτήση φρόνησιν
και σύνεσιν.
Παρ. 1,3 Ακόμη δε να δώσουν εις αυτόν την ικανότητα, ώστε να κατανοή και να αποκρούη την
απάτην των περίτεχνων λόγων και τα υποκρυπτόμενα αυτών νοήματα, να εννοήση
και δεχθή την αληθινήν δικαιοσύνην του Θεού, ώστε να είναι εις θέσιν να εκφέρη
δικαίας κρίσεις και αποφάσεις.
Παρ. 1,4 Σκοπός επίσης των παροιμιών είναι, να δώση στους αδόλους και απονηρεύτους
σύνεσιν και ευφυΐαν, εις δε τον νεαρόν κατά την ηλικίαν συναίσθησιν και γνώσιν του
καλού και κακού.
Παρ. 1,5 Αλλά και αυτός ακόμη ο σοφός, όταν ακούση τας παροιμίας αυτάς, θα γίνη
περισσότερον σοφός. Ο δε εκ φύσεως ευφυής και συνετός θα αποκτήση περισσοτέραν
σύνεσιν και ικανότητα, ώστε ορθώς να διακυβερνά την ζωήν του και τους άλλους.
Παρ. 1,6 Με τας σοφάς αυτάς παροιμίας καθένας θα είναι εις θέσιν να εννοή παραβολήν και
δυσνόητον λόγον, όπως επίσης ρητά και γνωμικά των σοφών και αινιγματώδεις
εκφράσεις, υπό τας οποίας κρύπτεται κάποιο βαθύτερον νόημα.
Παρ. 1,7 Αρχή και θεμέλιον πάσης σοφίας είναι ο σεβασμός και ο φόβος προς τον Θεόν. Η δε
σύνεσις είναι κατ' εξοχήν ωφέλιμος εις εκείνους, ο οποίοι εφαρμόζουν τα σοφά
προστάγματα της εις την ζωήν των. Η προς τον Θεόν ευσέβεια είναι η αρχή και το
θεμέλιον της αληθινής σοφίας και γνώσεως. Οι ασεβείς όμως, δι' ο και ασύνετοι, θα
περιφρονήσουν την θείαν σοφίαν και παιδαγωγίαν.
Παρ. 1,8 Συ όμως, υιέ, άκουε μετά προσοχής και υπάκουε προθύμως εις την διδασκαλίαν και
παιδαγωγίαν του πατρός σου. Ποτέ δε να μη αποστροφής και απορρίψης τας
στοργικάς παραγγελίας και τους θεσμούς της μητρός σου.
Παρ. 1,9 Διότι, εάν προθύμως δεχθής την παιδαγωγίαν των γονέων σου, θα τιμηθής, θα δεχθής
εις την κεφολήν σου στέφανον από τας χαρίτας των αρετών και περί τον λαιμόν σου
περιδέραιον χρυσούν, ασυγκρίτως πολυτιμότερον από κάθε άλλο κόσμημα.

478
Παρ. 1,10 Παιδί μου, πρόσεχε να μη σε παραπλανήσουν προς το κακόν ασεβείς άνθρωποι και
ποτέ να μη συγκατατεθής εις τας αμαρτωλάς αυτών σκέψεις και προτάσεις.
Παρ. 1,11 Εάν παρουσιασθούν ως φίλοι σου και σε προσκαλέσουν και σου είπουν· “έλα μαζή
μας, λάβε μέρος και συ στο αίμα, το οποίον θα χύσωμεν· ας θανατώσωμεν αδίκως
άνδρα δίκαιον και το πτώμα του ας το κρύψωμεν βαθειά στον τάφον.
Παρ. 1,12 Ζωντανόν ας τον καταπίωμεν, όπως ο άδης. Ας σβήσωμεν το όνομα του και την
ανάμνησίν του από τους ανθρώπους της γης, ώστε κανείς πλέον να μη τον ενθυμήται.
Παρ. 1,13 Ας βάλωμεν χέρι και ας κάμωμεν ιδικήν μας την μεγάλην περιουσίαν του, ας
γεμίσωμεν δε τα σπίτια μας από λάφυρα, τα οποία θα αρπάσωμεν από τους άλλους με
τας ληστείας και τα εγκλήματά μας.
Παρ. 1,14 Οσα χρήματα και κτήματα έχεις κληρονομήσει από τον πατέρα σου βάλε τα εδώ μαζή
με τα ιδικά μας. Ταύτισε την τύχην σου μαζή μας και ας έχωμεν όλοι ένα κοινόν
βαλάντιον, ένα κοινόν δερμάτινον σάκκον, όπου θα αποταμιεύωμεν, όσα θα
αρπάζωμεν”.
Παρ. 1,15 Παιδί μου, πρόσεξε, μη πορευθής στον ίδιον δρόμον μαζή των, αλλά άλλαξε πορείαν,
λοξοδρόμησε μακρυά από τους δρόμους εκείνων.
Παρ. 1,16 Διότι τα πόδια εκείνων τρέχουν ταχέως πάντοτε προς το κακόν, σπεύδουν να χύσουν
αίματα αθώων ανθρώπων.
Παρ. 1,17 Εχε δε υπ' όψιν σου και τούτο· ότι, όπως δεν στήνονται χωρίς σκοπόν δίκτυα, αλλά δια
να συλλάβουν λαίμαργα ασύνετα πουλιά, ετσι και αυτοί θα συλληφθούν εις παγίδα,
και δεν θα μείνουν ατιμώρητοι, αν οχι από τους ανθρώπους, πάντως όμως από τον
Θεόν. Θα συλληφθούν εις τα δίκτυα της παρανομίας των.
Παρ. 1,18 Διότι αυτοί, οι οποίοι συμμετέχουν στο έγκλημα, από κοινού δε και εκ συστάσεως
διαπράττουν φόνον, συσσωρεύουν εναντίον των πολλά κακά, η δε καταστροφή των
παρανόμων ανθρώπων θα είναι τρομερά.
Παρ. 1,19 Εις αυτά τα ολέθρια αποτελέσματα οδηγούν όλους τους εργάτας της παρανομίας αι
οδοί των. Δια της παρανομίας των καταστρέφουν οι ιδιοί και την ζωήν και την ψυχήν
των.
Παρ. 1,20 Αντιθέτως προς τους εργάτας του σκότους και τας δολιότητάς των, η σοφία του Θεού
εξυμνείται δημοσία στους δρόμους από όσους την έχουν γνωρίσει και δεχθή, και με
παρρησίαν ακούεται η διδασκαλία της εις τας πλατείας.
Παρ. 1,21 Το κήρυγμά της διαλαλείται από τας υψηλάς επάλξεις των τειχών, ώστε να ακούεται
από όλους. Παραστέκει εις τας θύρας των αρχόντων, δια να τους καθιστά σοφούς και
συνετούς εις τα έργα των. Παρευρίσκεται εις τας πύλας της πόλεως, όπου γίνονται
συγκεντρώσεις δια την λύσιν μεγάλων ζητημάτων, απευθύνεται προς όλους και με
θάρρος πολύ λέγει;
Παρ. 1,22 “Οσον χρόνον οι άδολοι και άκακοι άνθρωποι κρατούν και ακολουθούν τον βίον της
δικαιοσύνης και της αρετής, δεν πρόκειται να. εντροπιασθούν. Εξ αντιθέτου οι
αμαρτωλοί, οι καταφρονηταί της θείας σοφίας, επειδή επεθύμησαν την αλαζονικήν
και γεμάτην επιδείξεις ζωήν, κατήντησαν εις βάθος ασεβείας και εμίσησαν την
αληθινήν και σώζουσαν γνώσιν του Θεού.
Παρ. 1,23 Δι' αυτό και έγιναν υπεύθυνοι και άξιοι ελέγχων και τιμωριών. Ιδού όμως ότι εγώ η
σοφία, θα σας παρουσιάσω τα λόγια της ιδικής μου εμπνεύσεως. Θα σας διδάξω τους
ιδικούς μου λόγους.
Παρ. 1,24 Επειδή είδα, ότι μολονότι σας εκαλούσα και σεις δεν υπηκούσατε, εγώ η σοφία σας
ωμίλησα εις εντονώτερον ύφος, εμάκρυνα τον λόγον μου προς σας. Σεις όμως και
πάλιν δεν εδίδατε καμμίαν προσοχήν·
Παρ. 1,25 αλλά τουναντίον εθεωρείτε χωρίς αξίαν και σημασίαν τας σύμβουλάς μου. Εις δε τους
ελέγχους μου δεν εδίδατε καμμίαν προσοχήν·
Παρ. 1,26 δια τούτο, λοιπόν, και εγώ θα γελάσω με την απώλειάν σας, θα χαρώ πάρα πολύ, όταν
θα επέρχεται εναντίον σας ο όλεθρος.

479
Παρ. 1,27 Και όταν αιφνιδίως εγερθή εναντίον σας ταραχή, ο δε όλεθρός σας ως καταστρεπτική
καταιγίς επιπέση επάνω σας, όταν σας βρη θλίψις μεγάλη η πολιορκία της πόλεως σας
από τους εχθρούς, όταν θα βλέπετε και σεις να έρχεται αναπόφευκτος ο όλεθρός σας,
Παρ. 1,28 τότε θα συμβή τούτο· θα με επικαλεσθήτε, εγώ όμως δεν θα ακούσω την επίκλησίν
σας. Θα με ζητήσουν ως βοηθόν των και στήριγμά των οι κακοί εις τας δυσκόλους των
περιστάσεις, και δεν θα με εύρουν ως λυτρωτήν και σωτήρα των.
Παρ. 1,29 Διότι εμίσησαν την θείαν σοφίαν, τον δε λόγον του Κυρίου δεν τον επροτίμησαν, αλλά
τον απέρριψαν.
Παρ. 1,30 Ούτε ήθελον να δώσουν προσοχήν εις τα θελήματά μου. Εξ αντιθέτου περιέπαιζαν και
εχλεύαζαν τους ελέγχους, τους οποίους προς σωτηρίαν των απηύθυνα.
Παρ. 1,31 Δια τούτο θα φάγουν τους καρπούς της κακής των ζωής και συμπεριφοράς. Θα
απολαύσουν τα επίχειρα της κακίας των. Θα πλημμυρίσουν και θα πνιγούν μέσα εις
τας οδυνηράς συνεπείας της ασεβείας των.
Παρ. 1,32 Επειδή ηδίκησαν τους αφελείς και αγαθούς ανθρώπους, θεία φοβερά κρίσις θα
εξολοθρεύση τους ασεβείς.
Παρ. 1,33 Εκείνος όμως, που ακούει και υπακούει εις εμέ, την σοφίαν, θα ζη με σταθεράν την
ελπίδα του εις την παντοδύναμον προστασίαν του Υψιστου και θα διατηρή την
γαλήνην του εις κάθε περίστασιν, χωρίς φόβον από κανένα κακόν”.

Κεφάλαιο δεύτερο

Η απόκτηση της σοφίας προκαλεί μεγάλα αγαθά και απομακρύνει από


μεγάλα κακά.

Α) Η επιμελής μελέτη της σοφίας θα έχει ως αποτέλεσμα τον φόβο και την
γνώση του Θεού. Β) Η σοφία διαμένουσα εν τη ψυχή θα γίνει οδηγός ο οποίος
θα σώσει τον νέο από τους κακούς ανθρώπους. Γ) Η σοφία δεν είναι μόνο πηγή
του θείου σεβασμού, αλλά πηγή γλυκύτατων παρηγοριών. Δ) «Κύριος δίδωσι»:
Δεν χρειάζεται μόνον κόπος προς την απόκτηση της σοφίας, αλλά αυτή είναι
δώρο Θεού. Σε ποιους όμως δίνει ο Θεός την σοφία; Στους ευθείς, στους τίμιους.

Παρ. 2,1 Παιδί μου, εάν παραδεχθής τα λόγια των εντολών μου και τα φυλάξης με προσοχήν
ως θησαυρόν μέσα εις την καρδίαν σου,
Παρ. 2,2 τότε το αυτί σου θα προσέξη και θα ακούση τα λόγια της θείας σοφίας και θα τα
βάλης μέσα στον νουν και την καρδίαν σου, δια να σε αναδείξουν συνετόν, και θα τα
χρησιμοποιής δια να δίδης ορθάς συμβουλάς και νουθεσίας στον υιόν σου.
Παρ. 2,3 Διότι, εάν με φλογερόν πόθον επικαλεσθής την θείαν σοφίαν και φωνάξης την
σύνεσιν να έλθη εις σέ, αναζητήσης δε και επικαλεσθής με μεγάλην φωνήν την γνώσιν
της θείας αληθείας,
Παρ. 2,4 και αν την αναζητήσης με τόσον ζήλον, με όσον αναζητεί κανείς την εύρεσιν
χρημάτων, εάν ερευνήσης δι' αυτήν με όσον ενδιαφέρον ερευνούν δια πολλούς και
μεγάλους θησαυρούς,
Παρ. 2,5 τότε θα αισθανθής και θα κατανοήσης τον φόβον του Κυρίου· θα εύρης και θα
αποκτήσης, όσον είναι δυνατόν εις την ανθρωπίνην διάνοιαν, την αληθινήν και
ανειπισφαλή γνώσιν περί του Θεού.
Παρ. 2,6 Διότι ο Κυριος είναι εκείνος, ο οποίος χαρίζει την σοφίαν και από αυτόν πηγάζει και
εκχύνεται η γνώσις της αληθείας και η σύνεσις.

480
Παρ. 2,7 Η σοφία αυτή προσφέρει και αποταμιεύει θησαυρόν στους ευθείς ανθρώπους, εις
αυτούς που έχουν υγιές και ηρωϊκόν το φρόνημα, δηλαδή τους χαρίζει την σωτηρίαν,
προστατεύει δε και υπερασπίζει τους δρόμους της ζωής των.
Παρ. 2,8 Τους ενισχύει, ώστε να τηρήσουν και να φυλάξουν τας εντολάς του. Ο δε Θεός θα
προφυλάξη από κάθε κίνδυνον την ζωήν εκείνων, που τον ευλαβούνται.
Παρ. 2,9 Οταν δε αποκτήσης την θείαν σοφίαν, τότε θα εννοήσης την αληθινήν δικαιοσύνην
και θα είσαι εις θέσιν να κρίνης δικαίως. Θα επιτύχης δέ, ώστε να κατορθώσης όλας
τας αγαθάς πράξεις.
Παρ. 2,10 Διότι, εάν η σοφία έλθη και κατασκηνώση εις την διάνοιάν σου, θεωρήσης δε και
παραδεχθής την από την γνώσιν του νόμου του Θεού σύνεσιν και διάκρισιν ως καλήν
και ωφέλιμον,
Παρ. 2,11 τότε απόφασις αγαθή και συνετή θα σε προφυλάξη από τας αμαρτωλάς εκτροπάς·
σκέψις δε αγία θα σε διατηρή εν τη αρετή και πλησίον του Θεού,
Παρ. 2,12 δια να σε γλυτώση έτσι από τον ολέθριον δρόμον και από άνθρωπον, ο οποίος δεν
λέγει ποτέ κάτι το αληθινόν και αξιόπιστον.
Παρ. 2,13 Αλλοίμονον όμως εις εκείνους, οι οποίοι αφήνουν τας ευθείας οδούς του Κυρίου, δια
να πορευθούν και βαδίσουν τους αμαρτωλούς δρόμους του σκότους και της απωλείας!
Παρ. 2,14 Αλλοίμονον εις εκείνους, οι οποίοι ευφραίνονται δια τα κακά, που διαπράττουν οι
ίδιοι η οι άλλοι, και χαίρουν δια την προς το κακόν διαστροφήν αυτών και των άλλων·
Παρ. 2,15 αυτοί, των οποίων οι δρόμοι είναι διεστραμμένοι και αι πορείαι των κυκλικαί εν τη
δολιότητί των,
Παρ. 2,16 ώστε να απομακρύνουν και σε από την ευθείαν οδόν και να σε αποξενώσουν από την
ορθήν και δίκαιον φρόνησιν.
Παρ. 2,17 Παιδί μου, πρόσεχε να μη σε κυριεύση και σε υποδουλώση κακή και διεστραμμένη
θέλησις, η οποία έχει αρνηθή και εγκαταλείψει την διδασκαλίαν που συ ήκουσες και
παρέλαβες κατά την νεότητά σου και η οποία θέλησις ελησμόνησε τον θείον νόμον.
Παρ. 2,18 Αυτή η παράνομος και κακή βουλή έχει στήσει το σπίτι της κοντά στον θάνατον, την
δε πορείαν και κατάληξίν της με τους υλόφρονας ανθρώπους, των οποίων το
κατάντημα είναι ο άδης.
Παρ. 2,19 Ολοι, όσοι βαδίζουν τους δρόμους της κακής βουλής και μένουν αμετανόητοι, δεν θα
επιστρέψουν προς τον Θεόν, δεν θα εισέλθουν εις την ευθείαν οδόν. Τέτοιοι δέ που
είναι δεν πρόκειται να ζήσουν επί έτη πολλά εις την γην, ώστε να έχουν ευκαιρίας
μετανοίας και διορθώσεως·
Παρ. 2,20 εάν είχαν την καλήν διάθεσιν και εβάδιζαν τους ορθούς δρόμους, θα έβρισκαν τους
ομαλούς δρόμους της δικαιοσύνης και αρετής.
Παρ. 2,21 Εξ αντιθέτου, καλοί και ενάρετοι άνθρωποι θα κατοικήσουν μονίμως και επί μακρόν
εις την γην και οι άκακοι θα απομείνουν ως κύριοι εις αυτήν. Διότι οι τίμιοι και
ειλικρινείς θα κατοικήσουν εις την γην και οι όσιοι και καθαροί κατά την καρδίαν θα
παραμείνουν εις αυτήν.
Παρ. 2,22 Οι δρόμοι όμως των ασεβών θα εξαφανισθούν από την γην, οι δε παράνομοι θα
ριφθούν έξω από αυτήν.

Κεφάλαιο τρίτο

-Αυτός που τηρεί τις νουθεσίες του Θεού θα μακροημερεύσει.


Συμπάθεια προς τους ανθρώπους και πίστη προς τον Θεό συνιστούν τον
τέλειο χαρακτήρα. Οι δύο αυτές αρετές δεν πρέπει να τηρούνται μόνο για

481
μια φορά, αλλά πάντοτε.

-Οι ανθρώπινες ενέργειες πρέπει να καθοδηγούνται από την Θεία


Σοφία.

-Οι υποχρεώσεις σου προς τον Κύριο είναι οι θυσίες, οι οποίες όμως
δεν πρέπει να προέρχονται από αδικίες.

-Μην αδιαφορείς για τις θλίψεις σου άνευ σπουδαιότητας, ούτε και
στην απόγνωσή σου να αφήνεις τον εαυτό σου να περιπέσει όταν τα βλέπεις
όλα σου γύρω μαύρα. Ο Κύριος δεν σκορπίζει μόνο ευλογίες αλλά και
δικιμασίες. Επειδή πρέπει να βλέπουμε τον δωρητή και όχι το δώρο. «Ον
αγαπά Κύριος». Η διά θλίψεων παιδαγωγία του Κυρίου δεν προέρχεται από
αδιαφορία ή κακία, αλλά από αγάπη. Η αγάπη ως η σύζυγος, ο πόνος ως ο
σύζυγος θα φέρουν το τέκνο το οποίο λέγεται χαρά. (Όσουν ον αγαπώ
ελέγχω και παιδεύω). Αποκ. 3,19

-Η σοφία δεν έρχεται προς τους εραστές της με τα χέρια άδεια. Η


σοφία δημιούργησε το σύμπαν, θεμελίωσε τη γη.

-Μην ρευστοποιηθείς όπως το χυθέν ύδωρ. Διότι όπως το νερό που


χύθηκε είναι δύσκολο να μαζευτεί, έτσι και η ολισθαίνουσα ψυχή δεν είναι
εύκολο να επανέλθει στην ευθεία οδό.

- Η γαλήνη της συνειδήσεως δημιουργεί ζωή ήσυχη και ευχάριστη και


ύπνο γλυκό.

-Περί ελεημοσύνης: Δεν πρέπει να δίνει κανείς γενναιόδωρα, αλλά


πρόθυμα και αμέσως χωρίς αναβολή. Αυτός που λέει «αύριον δώσω», δεν
γνωρίζει τι θα φέρει η αυριανή μέρα.

-Μην εξομοιωθείς με τους κακούς και μη τους ζηλεύεις. Για δύο λόγους
οφείλεις να αποφεύγεις τους κακούς: πρώτον διότι είναι ακάθαρτοι απέναντι
στον Κύριο και δεύτερον διότι ο παράνομος δεν παρακάθεται με ενάρετους.
«Ο Κύριος υπερηφάνους αντιτάσσεται».

482
Παρ. 3,1 Παιδί μου, μη λησμονής τους νόμους μου. Ο δε νους και η καρδία σου ας φυλάττουν
τους λόγους μου ως θησαυρούς.
Παρ. 3,2 Διότι αυτά θα σου χαρίσουν μακροβιότητα, θα προσθέσουν χρόνια ζωής ειρηνικής και
ευτυχισμένης.
Παρ. 3,3 Αι ελεημοσύναι ποός τους ανθρώπους και η πίστις προς τον Θεόν, ποτέ ας μη σε
αφήσουν. Να τας δέσης σαν περιλαίμιον, που θα εφάπτεται στον λαιμόν σου, να τας
χάραξης εις την καρδίαν σου, και να είσαι βέβαιος ότι θα εύρης χάριν παρά Θεώ και
ανθρώποις.
Παρ. 3,4 Σκέψου και φρόντιζε, ώστε η διαγωγή σου να είναι καλή και αξιέπαινος ενώπιον Θεού
και ανθρώπων.
Παρ. 3,5 Εχε σταθεράν πίστιν και ακλόνητον πεποίθησιν με όλην σου την ψυχήν στον Θεόν.
Μη αλαζονεύεσαι δια τας πολλάς γνώσεις και δια την σοφίαν σου.
Παρ. 3,6 Εις όλην σου την ζωήν και συμπεριφοράν να έχης πάντοτε υπ' όψιν σου την θείαν
σοφίαν, δια να σε καθοδηγή ορθώς εις τας ενεργείας σου και να μη σκοντάψουν ποτέ
τα πόδια σου.
Παρ. 3,7 Μη σχηματίσης το φρόνημα ότι είσαι συνετός και μη εμπιστεύεσαι εις την σοφίαν
σου, αλλά να φοβήσαι τον Θεόν. Απόφευγε κάθε κακόν και λοξοδρόμει μακράν, όταν
το αντικρύζης.
Παρ. 3,8 Οταν έτσι πορεύεσαι, θα απολαμβάνης υγείαν και ευεξίαν στο σώμα σου, ανανέωσιν
δε και ανάπαυσιν εις τα κόκκαλά σου.
Παρ. 3,9 Τιμα τον Θεόν με θυσίας από τους ιδικούς σου δικαίους κόπους, και δίδε εις αυτόν
πάντοτε τας απαρχάς από τους καρπούς, τους οποίους απέκτησες με δικαιοσύνην και
τιμιότητα·
Παρ. 3,10 δια να γεμίζουν έτσι αι αποθήκαι σου από αφθονίαν σίτου και να αναβλύζη σαν από
πηγήν πλούσιος ο μούστος από τα πατητήρια των σταφυλών σου.
Παρ. 3,11 Παιδί μου, μη παραμελής και μη αδιαφορής εις την παιδαγωγίαν του Κυρίου και μη
λιποψυχής, όταν δια το καλόν σου επιτιμάσαι από αυτόν.
Παρ. 3,12 Διότι εκείνον, τον οποίον ο Κυριος αγαπά, τον παιδαγωγεί με θλίψεις και σαν
στοργικός πατέρας μαστιγώνει με διαφόρους δοκιμασίας κάθε τέκνον του, το οποίον
αναγνωρίζει και παραδέχεται ως ιδικόν του.
Παρ. 3,13 Τρισευτυχισμένος και από τον Θεόν ευλογημένος είναι ο άνθρωπος, ο οποίος ευρήκε
την αληθή σοφίαν, και κάθε θνητός, ο οποίος εγνώρισε και απέκτησε την από τον
Θεόν χορηγουμένην φρόνησιν και σύνεσιν.
Παρ. 3,14 Διότι είναι ασυγκρίτως καλύτερον να αγοράζη και αποκτά κανείς την σοφίαν, παρά
θησαυρούς χρυσού και αργύρου.
Παρ. 3,15 Αύτη είναι ασυγκρίτως πολυτιμοτέρα από τους αδάμαντας και τους άλλους πολυτελείς
λίθους και εναντίον αυτής δεν ημπορεί να, αντιπαραταχθή κανένα απολύτως πονηρόν
πράγμα. Η σοφία γίνεται γνωστή εις όλους εκείνους, οι οποίοι την πλησιάζουν με
αγαθήν διάθεσιν. Και κάθε τι από όσα οι άνθρωποι θεωρούν πολύτιμα, δεν ημπορεί
να αντιπαραβληθή προς αυτήν.
Παρ. 3,16 Είναι δε πολυτιμοτέρα από οποιονδήποτε πλούτον και θησαυρόν, διότι εις την δεξιάν
της κρατεί και προσφέρει μακροβιότητα. Εις δε την αριστεράν της κρατεί και
προσφέρει πλούτον και δόξαν. Από το στόμα της εξέρχεται πάντοτε λόγος
δικαιοσύνης και αρετής. Εις δε την γλώσσαν της φέρει και εκφράζει τον νόμον του
Θεού, αλλά και το έλεος του Θεού.
Παρ. 3,17 Οι δρόμοι, στους οποίους οδηγεί, είναι καλοί και αγαθοί. Ολαι δε αι πορείαι της είναι
ειρηνικαί και ειρηνοφόροι.
Παρ. 3,18 Η σοφία είναι το δένδρον της ζωής δι' όλους εκείνους, που την κρατούν σφιγκτά· δι'
όσους δε στηρίζονται σταθερά εις αυτήν, ως επ' αυτού του Κυρίου, είναι στήριγμα
ασφαλές.
Παρ. 3,19 Ο Θεός δια της ενυποστάτου σοφίας, δια του Μονογενούς δηλαδή Υιού του, έθεσε τα

483
θεμέλια της γης και με άπειρον σύνεσιν κατεσκεύασε τους ουρανούς.
Παρ. 3,20 Με την άπειρον αυτού γνώσιν και αγαθότητα, εξεχύθησαν τα ύδατα των θαλασσών
και των υπογείων δεξαμενών εις την γην, από δε τα νέφη έρρευσαν δροσερά τα ύδατα
των βροχών.
Παρ. 3,21 Υιέ μου, πρόσεχε μη παρεκκλίνης από τον δρόμον μου και παρασυρθής στον
ολισθηρόν κατήφορον της απωλείας. Φυλαξε την ιδικήν μου συμβουλήν και οδηγίαν,
Παρ. 3,22 δια να διατηρηθή επί μακρόν χρόνον η ζωη σου εις την γην. Η δε εύνοια του Θεού και
η εκτίμησις εκ μέρους των ανθρώπων, ως πολύτιμον κόσμημα θα περιβάλλη τον
τράχηλόν σου. Τοτε θα έχης υγείαν σωματικήν, ευεξίαν δε και αναγέννησιν εις τα
οστά σου,
Παρ. 3,23 δια να πορεύεσαι ετσι με πεποίθησιν και ειρήνην εις όλους τους δρόμους της ζωής
σου, τα δε πόδια σου δεν θα σκοντάπτουν.
Παρ. 3,24 Οταν θα κάθεσαι κατά την ημέραν, δεν θα έχης κανένα φόβον. Οταν δε κατά την
νύκτα θα κοιμάσαι, ο ύπνος σου θα είναι γλυκύς, ειρηνικός και ξεκούραστος.
·
Παρ. 3,25 Δεν θα φοβηθής από κάτι, που έρχεται να σε τρομάξη, ούτε από τας εναντίον σου
εφορμήσεις και εφόδους των ασεβών ανθρώπων.
Παρ. 3,26 Διότι ο Κυριος θα ευρίσκεται εις όλας τας πορείας της ζωής σου και θα στερεώση
ασφαλείς τους πόδας σου, ώστε να μη κλονισθής και πέσης.
Παρ. 3,27 Μη αποφύγης, δι' έλλειψιν αγάπης, να βοηθήσης τον πτωχόν, εφ' όσον ημπορεί το
χέρι σου να δώση βοήθειαν.
Παρ. 3,28 Ποτέ να μη του είπης “ξαναέλα αύριον να σου δώσω”, εφ' όσον ημπορείς να κάμης το
καλόν αμέσως. Διότι δεν γνωρίζεις τι θα παρουσιάσ δια σε και δι' εκείνον η αυριανή
ημέρα.
Παρ. 3,29 Μη χαλκεύης πονηρά σχέδια και μηχανορραφίας εναντίον του φίλου σου, που είναι
μάλιστα και γείτονάς σου, και έχει εμπιστοσύνην εις σέ.
Παρ. 3,30 Μη ευχαριστήσαι και μη επιδιώκης εχθρότητας εναντίον άλλων ανθρώπων χωρίς
λόγον και αιτίαν, δια να μη σου δημιουργήση αυτή η εχθρότης πειρασμούς και
ταλαιπωρίας.
Παρ. 3,31 Μη θελήσης να κάμης ιδικά σου τα επονείδιστα έργα και ελαττώματα των κακών
ανθρώπων. Μηδέ να ζηλεύσης τας πορείας της ζωής των.
Παρ. 3,32 Διότι ενώπιον του Κυρίου είναι ακάθαρτος κάθε παράνομος. Δι αυτό και δεν
ευχαριστείται αυτός εις την συντροφιάν των δικαίων.
Παρ. 3,33 Η κατάρα του Θεού είναι πάντοτε μέσα εις τα μέγαρα των ασεβών, ενώ τα αγροτικά
και πτωχά σπίτια των δικαίων ευλογούνται από τον Κυριον.
Παρ. 3,34 Ο Κυριος αντιτάσσεται εναντίον των υπερηφάνων, εις δε τους ταπεινούς δίδει την
ευμένειαν και προστασίαν του.
Παρ. 3,35 Οι κατά Θεόν σοφοί θα κληρονομήσουν και θα αποκτήσουν δόξαν παρά Θεού και
ανθρώπων. Αντιθέτως όμως οι ασεβείς θα συσσωρεύσουν εις βάρος των φανερόν τον
εξευτελισμόν και την καταισχύνην.

Κεφάλαο τέταρτο

Παρ. 4,1 Παιδιά μου, ακούστε με προσοχήν την διδασκαλίαν του πατρός σας και προσέχετε,
ώστε να εννοήτε το ορθόν εις κάθε πτερίστασιν.
Παρ. 4,2 Διότι εγώ χαρίζω πνευματικήν δωρεάν και εντολήν, κατ' εξοχήν ωφέλιμον εις σας· να
μη αφήσετε ποτε τον θείον νόμον.
Παρ. 4,3 Διότι και εγώ ήμουνα, κάποτε παιδί υπάκουον στον πατέρα μου και αγαπητόν εις την
μητέρα μου.

484
Παρ. 4,4 Αυτοί οι γονείς μου με εδίδασκαν και με συνεβούλευαν. “Ας εντυπωθή ο λόγος μας εις
την καρδίαν σου. Φυλασσε πάντοτε τας εντολάς του Θεού. Μη τας λησμονήσης ποτέ.
Παρ. 4,5 Μη παραβλέψης και μη αδιαφορήσης εις τα στοργικά λόγια του στόματος εμού του
πατρός σου.
Παρ. 4,6 Μη εγκαταλείψης ποτέ αυτήν την διδασκαλίαν μου και αυτή θα σε υποστηρίξη, ώστε
να μη πέσης. Αγάπησε με πάθος αυτήν και αυτή θα σε προφυλάξη από πτώσεις και
κινδύνους.
Παρ. 4,8 Περιφρούρησέ την, κράτησέ την ανόθευτον και ασφαλή και αυτή θα σε δοξάση.
Τιμησέ την και αυτή θα σε περιλάβη εις την αγκάλην της με στοργήν,
Παρ. 4,9 δια να χαρίση στο κεφάλι σου στέφανον από χάριτας και αρετάς. Αυτό δε το στεφάνι,
θα είναι χαρά και ευχαρίστησις δια σέ, θα σε υπερασπίζη και θα σε προστατεύη εις
όλην σου την ζωήν”.
Παρ. 4,10 Και η σοφία προσθέτει· Ακουσε, παιδί μου, και δέξαι τα λόγια μου και τα έτη της ζωής
σου θα πληθυνθούν. Θα ανοιχθούν δε ενώπιόν σου πολλοί δρόμοι, τρόποι ζωής
ευτυχισμένης και ειρηνικής.
Παρ. 4,11 Διότι εγώ θα σε διδάξω σοφούς τρόπους και πορείας της ζωής σου και θα σε βάζω να
προχωρής πάντοτε εις δρόμους ευθείς, ομαλούς και ασφαλείς.
Παρ. 4,12 Οταν δε προχωρής ετσι εις την ζωήν σου, δεν θα εμποδίζωνται τα βήματά σου, θα
βαδίζης με άνεσιν. Εάν δε και τρέχης εις υπερπήδησιν εμποδίων, δεν θα κοπιάσης.
Παρ. 4,13 Κράτησε καλά και κάμε κτήμα σου την ιδικήν μου παιδαγωγίαν και μη την αφήσης,
αλλά φύλαξέ την προς το συμφέρον σου, δια να έχης μακράν και ευτυχισμένην ζωήν.
Παρ. 4,14 Μη ακολουθήσης τους δρόμους και τους τρόπους της συμπεριφοράς των αμαρτωλών,
ούτε να ζηλέψης τας οδούς των παρανόμων.
Παρ. 4,15 Μη μεταβής εις τόπον, όπου αυτοί θα κατασκηνώσουν, αλλά λοξοδρόμησε μακράν
από αυτούς και στρέψε αλλού την πορείαν της ζωής σου.
Παρ. 4,16 Διότι οι ασεβείς δεν θα κλείσουν μάτι, εάν δεν κάμουν το κακόν. Εξ αιτίας των
ελέγχων της συνειδήσεώς των και της νοσηράς επιθυμίας των δια το κακόν, ο ύπνος
έχει χαθή από αυτούς και δεν κοιμώνται.
Παρ. 4,17 Διότι αυτοί τρώγουν τροφός, τας οποίας απέκτησαν μα αδικίας, και μεθύουν με
κρασί, το οποίον επήραν με τας παρανομίας των.
Παρ. 4,18 Εξ αντιθέτου όμως η ζωή και η συμπεριφορά των δικαίων και εναρέτων ανθρώπων
είναι ολόλαμπρος ωσάν το φως. Βαδίζουν εμπρός οι δίκαιοι και φωτίζουν με το
παράδειγμά των και με τα λόγια των πάντοτε, έως ότου έλθη η ημέρα της πλήρους
λαμπρότητος και δόξης των.
Παρ. 4,19 Οι δρόμοι όμως και η συμπεριφορά των ασεβών είναι σκοτεινοί και σκοντάπτουν
αυτοί συνεχώς, χωρίς και οι ίδιοι να καταλάβουν πως.
Παρ. 4,20 Παιδί μου, πρόσεχε εις τα λόγια μου. Πλησίασε και βάλε το αυτί σου κοντά στους
λόγους μου,
Παρ. 4,21 δια να μη στειρεύσουν και χαθούν αι ζωογόνοι αυταί των λόγων μου πηγαί σου,
φύλαξε αυτάς, ως πολύτιμον θησαυρόν, εις την καρδίαν σου,
Παρ. 4,22 διότι αι ζωογόνοι αυταί πηγαί της θείας αληθείας και σοφίας γίνονται αιτία
ευτυχισμένης ζωής εις εκείνους, που τας ευρίσκουν, και αποβαίνουν δια πάντα
άνθρωπον ριζική και αποτελεσματική θεραπεία από κάθε κακόν.
Παρ. 4,23 Με κάθε προσοχήν και επαγρύπνησιν φύλαττε την καρδίαν σου, διότι από το
περιεχόμενόν της αναβλύζουν τρόποι ζωής.
Παρ. 4,24 Αφαίρεσε και πέταξε από τον εαυτόν σου το δόλιον και διεστραμμένον στόμα. Πέταξε
μακρυά από σε τα χείλη, που λαλούν αδικίας εναντίον των άλλων.
Παρ. 4,25 Τα μάτια σου ας βλέπουν πάντοτε το ορθόν και δίκαιον και αυτά ακόμη τα νεύματα
των βλεφάρων σου ας είναι δίκαια.
Παρ. 4,26 Ευθείς και φωτισμένους κάμε τους δρόμους, στους οποίους βαδίζουν τα πόδια σου,
και ευθείας να έχης πάντοτε τας πορείας της ζωής σου.

485
Παρ. 4,27 Μη παρεκκλίνης ούτε εις τα δεξιά ούτε εις τα αριστερά. Αλλά βάδιζε την ευθείαν
οδόν. Απομάκρυνε δε τα πόδια σου από τον δρόμον του κακού. Διότι ο Κυριος και
Θεός γνωρίζει και επιδοκιμάζει μόνον τας δεξιάς, τας ευθείας και αγαθάς οδούς. Αι δε
προς τα αριστερά οδοί είναι διεστραμμέναι. Αυτός ούτος ο Κυριος θα χαράξη ευθείας
οδούς ενώπιόν σου, θα σε βοηθήση να τας ακολουθήσης και θα σε οδηγή εν ειρήνη
στους δρόμους της ζωής σου.

Οι συμβουλές των γονέων είναι δώρο μεγάλης αξίας. Ο Σολομών φέρει ως


παράδειγμα τη δική του υπακοή στον πατέρα του ως παράδειγμα.

«Περιχαράκωσον»: Με μελέτη και άσκηση ας περιχαρακωθούν αυτές οι


συμβουλές μέσα σου.

«Στέφανον χαρίτων»: Η Θεία Σοφία δεν θα είναι κόσμημα μόνον για την κεφαλή
σου, αλλά στεφάνι «αυχήσεως», «δόξης», «ωραιότητος».

«Οδούς σοφίας»: Η σοφία υπόσχεται αυτή η ίδια να διδάξει και να ομολογήσει


διά του οργάνου του Σολομώντος τις επικίνδυνες οδούς της ζωής. Χάρη στη βοήθεια
αυτής της σοφίας κάθε εμπόδιο θα αρθεί. Θα δοξολογήσεις τον Θεό και θα πεις σαν
τον Δαυίδ. «Εν θλίψει επλάτυνάς με».

Οι κακοποιοί δεν κοιμούνται αν δεν βάψουν τα χέρια τους. Τρώγουν και πίνουν
δι’ αρπαγών.

«Οδοί των δικαίων»: Αντιθέτως η ζωή των δικαίων είναι φως, γνώση, ασφάλεια.
Το φως στους δικαίους έρχεται βαθμηδών.

«Έως κατορθώση η ημέρα»: Μέχρι να ανατείλει το φως, κατόπιν όλος ο κόσμος


περιλούεται με φως. Ο Παροιμιαστής ίσως προβλέπει την ανατολή, την λάμψη της
χριστιανικής ημέρας.

«Οδοί ασεβών σκοτεινοί»: Δεν γνωρίζουν την τύφλωσή τους.

«Παράβαλλε σον ους».. «Όπως μη εκλίπωσιν»: Εκ των συμβουλών πηγάζει η


ευδαιμονία των συμμορφωμένων προς αυτές. Οι συμβουλές όμως μπορεί να
αποξηραθούν διά της λήθης και αδιαφορίας. Τι χρειάζεται; «Πάση φυλακή»: Δια
πολλής ασφαλείας και προσοχής όπως το «από φυλακής πρωίας μέχρι νυκτός»

«Εκ γαρ τούτων έξοδοι ζωής»: Εκ των εντολών αυτών της καρδίας εξαρτώνται οι

486
οδοί οι άγουσαι εις την ζωήν.

Η ηθική ζωή είναι εξαγόμενον της καρδίας.

«Περίελε… σκολιόν στόμα»: Οι μη ευθείς λόγοι «άδικα χείλη».

«Οι οφθαλμοί σου ορθά βλεπέτωσαν»: Βλεπέτωσαν κατά πρόσωπον ευθέως.


Τονίζει την απλότητα των διαθέσεων.

«Νευέτω δίκαια»: Το ναι να είναι ναι. Όταν τα μάτια διά της κατανεύσεως
εγκρίνουν κάτι, πρέπει αυτό να είναι δίκαιο και όχι άδικο και άπρεπο.

«Ορθάς τροχιάς ποιεί σοις ποσί»: Ο πους συμβολίζει το πρακτέο. Επομένως


πράττει ορθώς.

«Μη εκκλίνης εις τα αριστερά»: Απόφευγε τις ακρότητες και βάδιζε την μέση
οδό, την βασιλική, μην είσαι ούτε άσωτος, ούτε φιλάργυρος, ούτε βωβός, ούτε
φλύαρος, ούτε δειλός, ούτε θρασύς.

«Από οδού κακής»: Η οδός αυτή είναι οι ακρότητες.

«Αυτός ορθώς ποιήσει τας τροχιάς σου πράξεις»: Αυτός θα σε οδηγήσει σε


ασφαλή μονοπάτια.

Κεφάλαιο πέμπτο

Παρ. 5,1 Παιδί μου, δώσε προσοχήν εις τας ίδικάς μου σοφάς συμβουλάς. Κλίνε και τέντωσε το
αυτί σου εις τα λόγια μου,
Παρ. 5,2 δια να πάρης έτσι και διατηρήσης ορθήν και ωφέλιμον γνώσιν. Η ορθή και ωφέλιμος
αυτή γνώσις, που εξέρχεται από τα χείλη μου, σου δίδει την εντολήν·
Παρ. 5,3 Μη δίδης προσοχήν εις φαύλην και ανήθικον γυναίκα, διότι από τα δόλια χείλη της
πόρνης γυναικός στάζει μέλι, το οποίον προς στιγμήν μόνον γλυκαίνει τον φάρυγγά
σου·
Παρ. 5,4 έπειτα όμως θα εύρης αυτό πικρότερον από την χολήν και ακονισμένον περισσότερον
από δίκοπον μαχαίρι, ώστε να σφάζη τους ασυνέτους.
Παρ. 5,5 Διότι τα πόδια των αφρόνων εκείνων, οι οποίοι συγχρωτίζονται με την γυναίκα αυτήν,
τους οδηγούν στον θάνατον και στον άδην. Τα βήματά των δεν είναι ασφαλή, αλλά
διαρκώς γλυστρούν στον κατήφορον του κακού.
Παρ. 5,6 Διότι η αφροσύνη δεν ακολουθεί και δεν οδηγεί εις δρόμους ζωής και σωτηρίας. Τα δε
μονοπάτια της είναι εις εσφαλμένας κατευθύνσεις, δυσδιάκριτα δε από εκείνους, που

487
τα ακολουθούν.
Παρ. 5,7 Συ, λοιπόν, παιδί μου, άκουσε τώρα τας σύμβουλάς μου· μη θεωρήσης και μη
καταφρονήσης ως αναξίους προσοχής και σημασίας τους λόγους μου.
Παρ. 5,8 Απομάκρυνε από την πονηράν αυτήν γυναίκα την πορείαν σου. Μη πλησίασης ποτέ
εις τας θύρας του οίκου της,
Παρ. 5,9 δια να μη παραδώσης την ζωήν σου εις ξένους και την περιουσίαν σου εις τα χέρια
ασπλάγχνων.
Παρ. 5,10 Δια να μη πλουτήσουν και χορτάσουν ξένοι από την ιδικήν σου δύναμιν και να μη
περιέλθουν οι καρποί των κόπων σου εις οίκον ξένων ανθρώπων.
Παρ. 5,11 Και δια να μη μεταμεληθής ανωφελώς στο τέλος της ζωής σου, όταν πλέον θα έχουν
κατατριβή και φθαρή αι σάρκες του σώματός σου από την παραστρατημένην ζωήν.
Παρ. 5,12 Και θα ευρεθής τότε εις την ανάγκην να είπης· “πως εμίσησα την παιδαγωγίαν του
Κυρίου και η καρδία μου παρεξέκλινεν από τους δικαίους και σωτηρίους ελέγχους;
Παρ. 5,13 Δεν ήκουα και δεν υπήκουα εις την φωνήν του παιδαγωγού μου και του διδασκάλου
μου. Δεν έκλινα και δεν επλησίαζα το αυτί μου εις τας συμβουλάς του.
Παρ. 5,14 Ολίγον έλλειψε να φθάσω εις την πληρότητα όλων των κακών, να εκτεθώ εις την
αποδοκιμασίαν ενώπιον συναθροίσεως πολλού λαού,εν μέσω συναγωγής ανθρώπων”!
Παρ. 5,15 Παιδί μου, πίνε νερό από τα ιδικά σου δοχεία και από το νερό, που βγαίνει από το
ιδικόν σου φρέαρ. Ζήσε την ζωήν σου με σωφροσύνην με την νόμιμον σύζυγόν σου.
Παρ. 5,16 Ας μη υπερεκχειλίζουν και χύνωνται τα νερά της ιδικής σου πηγής εις ξένας περιοχάς,
αλλά εις τας ιδικάς σου πλατείας ας περνούν και ας ποτίζουν τα νερά σου. Μη τρέχης
εις ξένας γυναίκας, αλλά απόλαυσε την χαράν της ζωής σου στο σπίτι σου με την
νόμιμον σύζυγόν σου.
Παρ. 5,17 Τα υπάρχοντά σου ας ανήκουν εις σε και μόνον, κανένας δε άλλος ας μη γίνεται
μέτοχος των αγαθών της οικογενειακής σου ζωής. Πρόσεχε να μη σε εκμεταλλεύωνται
φαύλαι γυναίκες και πονηροί άνθρωποι.
Παρ. 5,18 Η πηγή του νερού σου ας ανήκη εις σε και μόνον και να ευφραίνεσαι με την γυναίκα,
που επήρες ως σύζυγον εκ νεότητός σου.
Παρ. 5,19 Ως προς αξιαγάπητον έλαφον και χαριτωμένον πουλαράκι ας είναι η αγάπη σου και η
αναστροφή σου προς αυτήν. Αυτήν και μόνην να θεωρής ανωτέραν από οιανδήποτε
άλλην και ας είναι μαζή σου εις όλας τας περιστάσστου βίου σου, διότι ζων με τον
σύνδεσμον της αγάπης σου προς αυτήν, θα γίνης μέγας και ευτυχής.
Παρ. 5,20 Μη συναναστρέφεσαι και μη υποδουλώνεσαι εις άλλην γυναίκα, μη καταδεχθής να σε
σφίγγουν αι αγκάλαι γυναικός, που δεν σου ανήκει.
Παρ. 5,21 Διότι όλαι αι πράξεις και οι δρόμοι της ζωής του κάθε ανδρός ευρίσκονται ολοφάνεροι
ενώπιον των οφθαλμών του Θεού. Ο Θεός παρατηρεί με ακρίβειαν όλας τας ενεργείας
του κάθε ανθρώπου.
Παρ. 5,22 Αι παρανομίαι παγιδεύουν και συλλαμβάνουν, σαν μέσα σε δίκτυον, τον κακόν άνδρα.
Καθε δε πονηρός άνθρωπος περισφίγγεται συνεχώς από τας επαναλαμβανομένας
αμαρτίας του, αι οποίαι καταντούν δι' αυτόν τυραννικόν πάθος.
Παρ. 5,23 Ο ανήθικος θα αποθάνη και θα συγκαταταχθή με τους ακαλλιεργήτους ψυχικώς
ανθρώπους. Εξ αιτίας δε του πλήθους των σφαλμάτων της εξάλλου ζωής του ερρίφθη
έξω από την μακαρίαν ζωήν και εχάθηκε δια την αφροσύνην του.

Φάρμακο είναι ο θεσμός του γάμου.


«Φαύλη γυναικί»: Εννοεί την διεφθαρμένη γυναίκα «ηκονημένον», το στόμα
της.
«Τα ίχνη αυτής ουκ ερείδεται»: Τα βήματά της δεν είναι σταθερά.
«Νυν άκουε»: Μην εισέλθης όχι μόνον στον οίκο αυτής της γυναικός, αλλά
488
ούτε και στα εξώθυρα της οικίας της να πλησιάσεις.
«Μακράν ποίησον»: Η μόνη σωτηρία είναι η απομάκρυνση.
«Και μη μεταμεληθήση επ’ εσχάτων»: Η μεταμέλεια είναι ανωφελής «ήνικα αν
κατατρίβωσι σάρκες», όταν το σώμα σου θα είναι σάπιο και εξουθενωμένο. Η
ακολασία χτυπά την υγεία του ανθρώπου. Βλ. ψαλ. 37 «προσώζεσαν και εσάπισαν οι
μώλωπές μου». Ο Δαυίδ είχε τιμωρηθεί από τον Θεό με σωματική νόσο.
«Ερείς πως»: Πικρός μονόλογος του ασελγούς. Συσώρευα πάνω μου όλα τα
κακά και καταντροπιάστηκα μπροστά σε όλο τον κόσμο.
«Εν μέσω εκκλησίας»
«Από σων αγγείων»: Αγγείο είναι η σύζυγος.
«Έστω σοι μόνω»: Ουδείς άλλος θα αντλεί απ’ αυτή την πηγή, όπως και συ,
όχι μόνο δεν πρέπει να εισέρχεσαι σε ξένη κοίτη, αλλά ούτε άλλοι στην δική σου.
«Μετά γυναικός της εκ νεότητός σου»: Tην σύζυγο εκείνη που αφιέρωσες το
άνθος της ηλικίας σου και την νεανική αγάπη σου, πρέπει να την αγαπάς πάντοτε.
«Μη πολύς ίσθι»: Μη παραδίδεσαι σε ξένη γυναίκα.
«Ενώπιον εισί του Θεού»: Ο Θεός τα πάντα επιβλέπει.
«Παρανομίαι άνδρα αγρεύουσι»: Είναι χειροπόδαρα δεμένος στα πάθη του
«σειραίς δε την εαυτού αμαρτιών»… «ούτως τελευτά μετά των απαίδευτων»: Εάν
μαθήτευε παρά την σοφία και την αρετή δεν θα είχε τέτοιο οικτρό τέλος. Ιδού όμως
το οικτρό κατάντημα του απαίδευτου.

Κεφάλαιο έκτο

Παρ. 6,1 Παιδί μου, εάν δώσης εγγύησιν δια κάποιο χρέος φίλου σου η γνωστού σου, θα δώσης
το χέρι σου στον εχθρόν σου, δια να σε πιάση.
Παρ. 6,2 Διότι παγίδα τρομερά γίνεται στον άνθρωπον το δικό του το στόμα, με το οποίον
έδωσε την εγγύησιν. Πιάνεται δε εις την παγίδα αυτήν με τα χείλη του, τα οποία
έδωσαν την υπόσχεσιν.
Παρ. 6,3 Πράττε, παιδί μου, αυτά, που εγώ σου παραγγέλλω, και έτσι θα σώζης τον εαυτόν
σου. Διότι άλλως θα έχης πέσει εις τα χέρια κακοποιών εξ αιτίας της εγγυήσεως, που
έδωσες δια τον φίλον σου. Μη χάνης όμως το θάρρος σου και μη παραλύης εξ αιτίας
της ακρίτου εγγυήσεώς σου, αλλά να ενοχλής διαρκώς δια το χρέος τον φίλον σου, δια
τον οποίον συ έδωσες εγγύησιν.
Παρ. 6,4 Μη δώσης ύπνον εις τα μάτια σου, ούτε να νυστάξουν και κλείσουν τα βλέφαρά σου,
να μη ησυχάσης έως ότου απαλλαγής από την εγγύησιν αυτήν ·
Παρ. 6,5 δια να γλυτώσης έτσι, όπως η δορκάς γλυτώνει με την οξυδέρκειάν της από τους
βρόχους, όπως το πουλί πετά ψηλά και σώζεται από την παγίδα.
Παρ. 6,6 Συ δέ, ω οκνηρέ άνθρωπε, πήγαινε στον μύρμηκα και, αφού ίδης τους τρόπους της
ζωής του και την εργατικότητά του, να του ζηλεύσης και να του μιμηθής την
εργατικότητα. Μάλλον δε συ, ο λογικός άνθρωπος, να γίνης περισσότερον από

489
εκείνον εργατικός.
Παρ. 6,7 Διότι στον μύρμηκα μολονότι δεν υπάρχουν χωράφια προς καλλιέργειαν και δεν έχει
κανένα, που να τον εξαναγκάζη προς εργασίαν, και δεν ευρίσκεται υπό τας διαταγάς
αυθέντου,
Παρ. 6,8 εν τούτοις ετοιμάζει κατά το διάστημα του θέρους την τροφήν δι' όλον το έτος. Και
κατά την εποχήν του θερισμού κάμνει μεγάλην εναποθήκευσιν τροφών.
Παρ. 6,8α Η πήγαινε προς την μέλισσαν και μάθε, πόσον εργατική και φιλόπονος είναι και
πόσην μεγάλην σημασίαν και τιμήν αποδίδει εις την εργασίαν.
Παρ. 6,8β Της μελίσσης τους κόπους, δηλαδή το μέλι, βασιλείς και ιδιώται το τρώγουν
ευχαρίστως ως προσφερόμενον και εις εξυπηρέτησιν της υγείας των. Είναι δε η
μέλισσα εις όλους προσφιλής και τιμημένη.
Παρ. 6,8γ Αν και κατά την σωματικήν δύναμιν και αντοχήν είναι ασθενής, εν τούτοις ετιμήθη
και εδοξάσθη, διότι επροτίμησε την με τόσην σοφίαν επιτελουμένην εργασίαν της.
Παρ. 6,9 Εως πότε, ω οκνηρέ, θα κατάκεισαι ξαπλωμένος στο κρεββάτι; Εως πότε θα κοιμάσαι;
Ποτε δε θα σηκωθής από τον ύπνον σου;
Παρ. 6,10 Ολίγην ώραν κοιμάσαι, ολίγην ώραν νυστάζεις, ολίγον αγκαλιάζεις τα στήθη σου με
σταυρωμένα τα χέρια σου.
Παρ. 6,11 Και μένεις έτσι αργός και ράθυμος. Επειτα δε από την ράθυμον αυτήν ζωήν, θα έλθη
κοντά σου και θα σε ακολουθήση ως κακός συνοδοιπόρος η φτώχεια· η δε ανέχεια ως
γρήγορος δρομεύς θα σε συνοδεύη εις την ζωήν σου.
Παρ. 6,11α Εάν όμως είσαι εργατικός, ο θερισμός σου θα είναι πλούσιος ως αστείρευτος πηγή
ύδατος. Η δε φτώχεια και η δυστυχία σαν κακός και ανεπιθύμητος πλέον
συνοδοιπόρος θα δραπετεύση και θα φύγη από κοντά σου.
Παρ. 6,12 Ο ασύνετος και παράνομος άνθρωπος δεν βαδίζει εις δρόμους καλούς, δεν ζη και δεν
συμπεριφέρεται ορθώς.
Παρ. 6,13 Αυτός κάνει δόλια νοήματα με τα μάτια, σημάδια με τα πόδια του και με τα κινήματα
των δακτύλων του· συνεννοείται και δίνει κατευθύνσεις προς το κακόν εις κακούς
ανθρώπους.
Παρ. 6,14 Διεστραμμένη από το κακόν καρδία σχεδιάζει πάντοτε κακά εις βάρος των άλλων. Και
εις κάθε έποχην ο άνθρωπος αυτός προκαλεί και δημιουργεί ταραχάς εις την πόλιν.
Παρ. 6,15 Δια τούτο δε επέρχεται εναντίον του εκ μέρους του Θεού ξαφνική η καταστροφή του.
Αυτή δε η κατάπτωσις και συντριβή του θα είναι αθεράπευτος.
Παρ. 6,16 Διότι αυτός χαίρει δι' όλα εκείνα, τα οποία μισεί ο Θεός. Παραλύει όμως και
συντρίβεται εξ αιτίας της αμαρτωλής και ακαθάρτου ψυχής του.
Παρ. 6,17 Αυτός έχει βλέμμα αλαζονικόν, γλώσσαν που εκτοξεύει αδίκους λόγους, χέρια που
χύνουν το αίμα του δικαίου·
Παρ. 6,18 πονηρόν νουν και καρδίαν, που σκέπτονται και σχεδιάζουν το κακόν, πόδια που
τρέχουν γρήγορα, δια να διαπράξουν κάθε κακότητα.
Παρ. 6,19 Επινοεί και θέτει εις κυκλοφορίαν καυτερά ψεύδη ο ψευδομάρτυς εις τα δικαστήρια
και ενσπείρει φιλονεικίας και διχονοίας μεταξύ αδελφών.
Παρ. 6,20 Παιδί μου, φύλασσε πάντοτε καλά σαν νόμους θείους, όσα ο πατέρας σου σου λέγει,
και μη πετάξης και καταφρονήσης ποτέ τας συμβουλάς της μητρός σου.
Παρ. 6,21 Βαλε τους και κόλλησέ τους καλά μέσα εις την ψυχήν σου, για να μένουν πάντοτε, και
σαν παντοτεινόν περιλαίμιον βάλε τους γύρω από τον τράχηλόν σου.
Παρ. 6,22 Οταν περιπατή, φέρε μαζή σου την εντολήν των, και ας είναι μαζή σου ως διαρκής
σύντροφός σου. Οταν θα κοιμάσαι, αυτή ας σε συμπαραστέκη, ώστε όταν θα σηκωθής
από τον ύπνον σου, αυτή ας συνομιλή προς το καλόν μαζή σου.
Παρ. 6,23 Διότι αι θείαι εντολαί είναι λύχνος και φως δια τον άνθρωπον. Είναι δρόμος και
τρόπος προς μίαν ειρηνικήν ζωήν, σωτήριος έλεγχος, αγαθή και ωφέλιμος
παιδαγωγία,
Παρ. 6,24 δια να σε προφυλάσση από το δέλεαρ υπανδρευμένης γυναικός και από συκοφαντίας

490
ξένης και εχθρικής γλώσσης.
Παρ. 6,25 Πρόσεχε να μη σε νικήση η επιθυμία γυναικείου κάλλους, δια να μη παγιδευθής και
συλληφθής εις τα δίκτυα της παρανομίας με τα ίδια σου τα μάτια, ούτε να
συναρπασθής από την χαυνότητα των ψιμυθιωμένων βλεφάρων της.
Παρ. 6,26 Διότι η τιμή μιας πόρνης είναι μηδαμινή, όση και ενός άρτου. Η δε υπανδρευομένη
φαύλη γυναίκα στήνει παγίδας, δια να συλλάβη και αποπλανήση εντίμους άνδρας.
Παρ. 6,27 Είναι δυνατόν να σφίξη κανείς την φωτιάν εις την αγκάλην του, και να μη καύση τα
ενδύματά του;
Παρ. 6,28 Η είναι δυνατόν να περιπατήση επάνω εις αναμμένα κάρβουνα και να μη κατακαύση
τα πόδια του;
Παρ. 6,29 Ετσι και εκείνος, που θα έλθη εις σχέσεις με υπανδρευμένην γυναίκα, δεν θα θεωρηθή
ποτέ αθώος και δεν θα μείνη ατιμώρητος. Και καθένας ο οποίος, έστω και αν απλώς
την εγγίση, δεν θα μείνη βέβαια αμόλυντος.
Παρ. 6,30 Δεν είναι καθόλου παράδοξον, να συλληφθή κανείς την ώραν που κλέπτει, διότι
κλέπτει επειδή πεινά, δια να χορτάση την κοιλίαν του.
Παρ. 6,31 Εάν δε και συλληφθή, θα πληρώση επτά φορές περισότερα εκείνων, που έκλεψε.
Είναι δε διατεθειμένος εν ανάγκη και όλην του την περιουσίαν να δώση, δια να
απαλλαγή από την τιμωρίαν
Παρ. 6,32 Ο μοιχός όμως, εξ αιτίας της αφροσύνης του, ετοιμάζει και επιφέρει καταστροφήν εις
την ζωήν του.
Παρ. 6,33 Θα υποφέρη πόνους και ευτελισμούς και ατιμώσεις. Η εντροπή δε και η καταισχύνη
του δεν θα εξαλειφθή ποτέ στον αιώνα.
Παρ. 6,34 Διότι ο θυμός του ανδρός της μοιχαλίδος γυναικός θα είναι γεμάτος από ζηλότυπον
εκδίκησιν εναντίον μοιχού. Δεν θα τον λυπηθή, όταν θα δικάζεται ενώπιον του
δικαστηρίου.
Παρ. 6,35 Αδιάλλακτος εις την εχθρότητά του, με κανένα λύτρον δεν θα δεχθή να ανταλλάξη το
εναντίον εκείνου μίσος του, ούτε να διαλύση την έχθραν, έστω και αν του
προσφερθούν πολλά δώρα.

-Περί οκνηρίας, περί φαύλης γυναικός, κατά των μοιχών-


«Παραδώσεις σην χείρα»… «παγίς γαρ ισχυρά»: Φίλος εγγυήθηκε για φίλο,
στήνωντας έτσι στον εαυτό του παγίδα με τα ίδια του τα χείλη. Είναι ανάγκη τώρα
να απαλλαγεί το συντομότερο δυνατόν. Αν δεν πληρώσει ο φίλος σου, εσύ θα
πληρώσεις για κείνον.
«Εισήλθες εις θλιβεράς υποθέσεις»: Θα έχεις κακά μπλεξίματα.
«Μη φως ύπνον.. μη επινυστάξης», «μη εκλυόμενος»: Μη χάνεις το θάρρος
σου.
«Παρόξυνε… τον φίλο σου»: Μη τον αφήσεις ήσυχο, μέχρις ότου λάβης
πίσω την υπόσχεσή σου.
«Μη δως ύπνον»: Τονίζεται η επιμέλεια, την οποία πρέπει να έχει ο εγγυητής.
Γίνε σοφότερος από το εργατικό μυρμήγκι. «Ζήλωσον ιδών τας οδούς».. «γεωργίου
μη υπάρχοντος… μηδέ τον αναγκάζοντα έχων»: Δεν έχουν στην ιδιοκτησία τους τα
μυρμήγκια χωράφια, ούτε δέχονται διαταγές από αρχηγούς κι όμως είναι εργατικά.

491
Κάποιοι διορθώνουν λέγοντας ότι τα μυρμύγκια έχουν κυβερνήτες και αρχηγούς. Ας
μην λησμονούμε όμως ότι η Αγία Γραφή δεν αναλαμβάνει να μας διδάξει
εντομολογία, αλλά ηθική.
«Περί μέλισσας»: Το ζώο αυτό είναι φιλοκαλικό, διότι όχι για τον ευατό του,
αλλά για τους άλλους εργάζεται. Όπως ο χριστιανός του οποίου ίδιον είναι να μη
ζητεί τα του εαυτού, αλλά των ετέρων.
Η ζωή του οκνηρού: «Έως τίνος .. κατήκεισαι», μέχρι πότε θα κοιμάσαι;
«Ολίγον μεν»: μέχρι να ξυπνήσει, πάλι κοιμάται.
«Εννεύει οφθαλμώ»: Όλα τα μέλη του τα θέτει στην υπηρεσία της αμαρτίας.
«Σημαίνει.. ποδί»: Τρίβει το πόδι του επί εδάφους ως σημείο για να
απομακρυνθούν οι φίλοι του «εννεύμασι δακτύλων»: Πληροφορεί διά δακτύλων
τους συνενόχους του διά της συντελουμένης κακουργίας.
«Διεστραμμένη καρδία».. «ταραχάς συνίστησι»: Ένδοθεν φονικές διαθέσεις,
έξωθεν φονικές πράξεις.
Ο φαύλος άνθρωπος δεν είναι πατριώτης. Χαίρεται με τις πολιτικές
συγκρούσεις διά των οποίων παχύνει των εγωισμό του.

Κεφάλαιο έβδομο

Παρ. 7,1 Παιδί μου, φύλαττε τους λόγους μου, και κρύψε ως πολύτιμον θησαυρόν μέσα εις την
καρδίαν σου τας εντολάς μου. Παιδί μου, να σέβεσαι τον Κυριον και θα απόκτησης
έτσι δύναμιν. Εκτός δε από αυτόν μη φοβήσαι κανένα άλλον.
Παρ. 7,2 Φυλαττε τας εντολάς μου και θα ζήσης ειρηνικός και ασφαλής. Πρόσεξε δε και
φύλαξε τα λόγιά μου, όπως προφυλάσσεις την κόρην των οφθαλμών σου.
Παρ. 7,3 Φορεσέ τα ωσάν δακτυλίδια εις τα δάκτυλά σου. Γράψε τα εις όλον το πλάτος της
καρδίας σου.
Παρ. 7,4 Ονόμασε την σοφίαν αδελφήν σου, και περίβαλε την με αδελφικήν αγάπην. Την δε
σύνεσιν και ορθοφροσύνην κατάστησέ την στενήν γνώριμόν σου. Απόκτησέ την ως
ιδικήν σου περιουσίαν,
Παρ. 7,5 δια να σε προφυλάξη και σε διατηρήση καθαρόν από ξένην πονηράν και φαύλην
γυναίκα, όταν αυτή με γλυκόλογα θα σου επιτίθεται.
Παρ. 7,6 Διότι αυτή σκύβει διαρκώς από το παράθυρον της οικίας της και παρατηρεί εις τας
πλατείας.
Παρ. 7,7 Οποιον δε τυχόν θα ιδή από τους νεαρούς απερισκέπτους, κανένα άμυαλον νεανίαν,
Παρ. 7,8 να διέρχεται από τον δρόμον και την γωνίαν του σπιτιού της, να σιγοτραγουδή και να
μονολογή
Παρ. 7,9 εις βραδυνό σκοτάδι, που αρχίζει η νυκτερινή ησυχία να επικρατή η να πέφτη η
ομίχλη,

492
Παρ. 7,10 τότε αυτή η γυναίκα πηγαίνει να τον συναντήση με προκλητικόν πορνικόν στολισμόν
και τρόπον. Ετσι δε σκανδαλίζει και εξάπτει τας πονηράς επιθυμίας της καρδίας των
νέων.
Παρ. 7,11 Κινείται δε σαν να έχη πτερά η άσωτος αυτή γυναίκα, δια να αρπάση τα θύματά της.
Τα πόδια της ποτέ δεν ησυχάζουν στο σπίτι της, διότι πάντοτε τρέχει εις αναζήτησιν
των θυμάτων της.
Παρ. 7,12 Αλλοτε μεν ρεμβάζει και καταστρώνει δόλια σχέδια, άλλοτε δε πάλιν ενεδρεύει εις
κάθε γωνίαν, δια να συλλάβη τα θύματά της.
Παρ. 7,13 Και αφού συναντήση τον ασύνετον νεαρόν, τον αγκαλιάζει, τον φιλεί με μεγάλην
αδιαντροπιάν και λέγει προς αυτόν·
Παρ. 7,14 “Σημερα, επειδή εισηκούσθησαν αι προσευχαί μου, προσέφερα θυσίαν ευχαριστίας
προς τον Θεόν και εξεπλήρωσα έτσι τα τάματά μου.
Παρ. 7,15 Δια τούτο εβγήκα από το σπίτι μου να σε συναντήσω. Επειδή επόθησα το ωραίον
πρόσωπόν σου και ιδού σε ευρήκα.
Παρ. 7,16 Με κορδέλλες έχω στολίσει το κρεββάτι μου, το έχω στρώσει με κροσσωτούς, και από
τας δύο πλευράς, τάπητας της Αιγύπτου.
Παρ. 7,17 Με αρωματικόν ερυθροκίτρινον κρόκον έχω ραντίσει το κρεββάτι μου και όλην μου
την οικίαν την ερράντισα με το άρωμα της κανέλλας.
Παρ. 7,18 Ελα, λοιπόν, να απολαύσωμεν την φιλίαν μας έως εις τα ξημερώματα. Ελα να
κυλισθώμεν μέσα στον έρωτά μας.
Παρ. 7,19 Ο σύζυγός μου απουσιάζει, δεν ευρίσκεται στο σπίτι. Εχει αναχωρήσει για μακρυνό
ταξίδι.
Παρ. 7,20 Επῇρε εις τα χέρια του βαλάντιον γεμάτο χρήματα και ύστερα από πολλάς ημέρας θα
επανέλθη στο σπίτι του”.
Παρ. 7,21 Ετσι δε η δολία και φαύλη αυτή γυναίκα τον απεπλάνησε με τα παραπλανητικά
γλυκόλογά της. Ωσάν με δίκτυα, που βγήκαν από τα χείλη της, εξεγέλασε τον ανόητον
νέον και τον έκαμε να εξοκείλη προς το κακόν, όπως πέφτει έξω το πλοίον και ναυαγεί
εις την βραχώδη ακτήν.
Παρ. 7,22 Αυτός δέ, ωσάν το ηλίθιον θαλασσοπούλι κέπφος που παρασύρεται από τον άνεμον,
την ηκολούθησεν ανοήτως. Ετσι δε σύρεται ο ταλαίπωρος ωσάν το βόϊδι που
οδηγείται προς το σφαγείον, και ωσάν το σκυλί το δεμένο από την αλυσίδα του.
Παρ. 7,23 Η ωσάν ελάφι, το οποίον επληγώθη με τόξον στο συκώτι, σπεύδει ο ταλαίπωρος αυτός
νέος, ωσάν το πτηνόν εις την παγίδα, χωρίς να γνωρίζη ότι διατρέχει άμεσον τον
κίνδυνον να χάση και ζωήν και ψυχήν.
Παρ. 7,24 Τωρα, λοιπόν, παιδί μου, άκουσέ με, πρόσεξε τα λόγια του στόματός μου.
Παρ. 7,25 Ας μη παρασυρθή και ας μη ακολουθήση η καρδία σου τους δρόμούς της φαύλης
αυτής γυναικός.
Παρ. 7,26 Διότι αυτή πολλούς, αφού τους επλήγωσε, τους έρριξε κάτω. Αναρίθμητοι δε είναι
εκείνοι, τους οποίους έχει φονεύσει.
Παρ. 7,27 Το σπίτι της είναι δρόμος του άδου, που κρημνίζει τα θύματά της εις τας σκοτεινάς
περιοχάς του θανάτου.

-Και πάλι περί πόρνης γυναικός-

«Εις τας πλατείας παρακύπτουσα»: Το γύναιο παρατηρεί καλά μέχρι


να βρει το θύμα της. «Εν σκότει εσπερινώ»: Η συνάντηση γίνεται στο
σκοτάδι, όταν οι άλλοι άνθρωποι πηγαίνουν για ύπνο.
«Είδος… πορνικόν»: «Ποιεί νέων εξίπτασθαι καρδίας»: Η πόρνη με

493
την προκλητική φορεσιά της ξετρελαίνει τους νέους.
«Επιλαβομένη… τον αρπάζει»: Αρπάζει έναν άγνωστο και τον φιλά
στη μέση της πλατείας. Οποία αναίδεια!!.
«Θυσία ειρηνική»: Πριν λίγες μέρες εξετέλεσε το θρησκευτικό
καθήκον της. Στη συνέχεια τον προσκαλεί να συμφάγουν, αναμιγνύοντας την
αμαρτία με την θυσία. Αναιδέστατη!!!
«Ποθούσα το σον πρόσωπο»: Αχρεία κολακεία… Σε πόσους άραγε δεν
είπε τα ίδια…
Η πόρνη έχει αρωματιστεί, έχει στρώσει όμορφα το σπίτι της. Έτοιμη
η παγίδα!
«Πεπόρευται οδόν μακρά»: Ο σύζυγός της έφυγε για μακρινό ταξίδι.
«Απεπλάνησε… αυτόν»: Ποιο άραγε το αποτέλεσμα της αποπλάνησης;
«Οδοί άδου».

Κεφάλαιο όγδοο

Παρ. 8,1 Συ όμως, παιδί μου, θα διαλαλής έργω και λόγω την θείαν σοφίαν, δια να είναι
πάντοτε εις την διάθεσίν σου η σωφροσύνη και η σύνεσις.
Παρ. 8,2 Διότι η σοφία αυτή είναι ολοφάνερη. Ευρίσκεται εις πανύψηλα μέρη. Στέκεται στο
μέσον των δρόμων, που διέρχονται οι άνθρωποι. Ευρίσκεται παντού.
Παρ. 8,3 Εις τας πύλας των ανακτόρων, όπου βασιλείς και άρχοντες κάθηνται δικασταί,
παραστέκει μαζή τώω· και εις τας εισόδους των πόλεων, όπου πλήθη λαού
συγκεντρώνονται, επαινείται και εγκωμιάζεται.
Παρ. 8,4 Αυτή η θεία σοφία ομιλεί και διακηρύττει· “σας, ω άνθρωποι, παρακαλώ, απευθύνω
την πρόσκλησίν μου προς σας τους απογόνους των ανθρώπων.
Παρ. 8,5 Σεις, οι αθώοι και άκακοι, μάθετε σύνεσιν και σεις, που είσθε ακαλλιέργητοι ψυχικώς,
βάλετε νουν.
Παρ. 8,6 Ακούσατέ με και δεχθήτε τα λόγια μου, διότι θα σας είπω πράγματα σεμνά. Από την
καρδίαν μου θα βγάλω και με το στόμα μου θα εκφράσω ορθά και ωφέλιμα
διδάγματα.
Παρ. 8,7 Διότι η καρδία μου θα μελετήση και ο φάρυγξ μου θα διαλαλήση την αλήθειαν. Είναι
δε αηδιαστικά και σιχαμερά ενώπιόν μου τα χείλη, που ψεύδονται.
Παρ. 8,8 Ολα τα λόγια του στόματός μου είναι ποτισμένα με την δικαιοσύνην. Δεν υπάρχει
τίποτε το διεστραμμένον και επιλήψιμον εις αυτά.
Παρ. 8,9 Ολα είναι καθαρά και φανερά εις εκείνους, που έχουν την καλήν διάθεσιν, ορθά εις
εκείνους, οι οποίοι αναζητούν και ευρίσκουν την ηθικήν γνώσιν και διάκρισιν.
Παρ. 8,10 Εκλέξατε και πάρετε ως θησαυρόν σας την θείαν σοφίαν και διαπαιδαγώγησιν και οχι
το αργύριον. Την γνώσιν της αληθινής σοφίας περισστερον από τον ολοκάθαρον
γνήσιον χρυσόν.
Παρ. 8,11 Διότι η θεία σοφία είναι ασυγκρίτως προτιμοτέρα και από τους πλέον πολυτελείς
λίθους. Οιονδήποτε δε πολύτιμον αντικείμενον δεν είναι αντάξιον αυτής.
Παρ. 8,12 Εγώ, η θεία σοφία, εγκαθιστώ εις την καρδίαν των καλοπροαιρέτων ανθρώπων ορθάς

494
σκέψεις και αγαθήν θέλησιν. Την αληθή γνώσιν και επιστήμην εγώ την προσκαλώ να
εγκατοικήση εις αυτούς.
Παρ. 8,13 Εκείνος που εμπνεόμενος από εμέ ευλαβείται και φοβείται τον Κυριον, μισεί την
αδικίαν, όπως επίσης την αλαζονείαν, την έπαρσιν και γενικώς τους τρόπους ζωής των
πονηρών ανθρώπων. Εγώ η ίδια έχω μισήσει και μισώ τας διεστραμμένας οδούς των
πονηρών ανθρώπων.
Παρ. 8,14 Ιδική μου είναι η ορθή συμβουλή και κρίσις. Ιδική μου δε και η ασφάλεια των
ανθρώπων. Ιδική μου είναι η συνεσις και ιδική μου είναι η δύναμις, ώστε παντού εγώ
να υπερισχύω.
Παρ. 8,15 Χαρις εις εμέ οι βασιλείς βασιλεύουν και κυβερνούν ειρηνικώς και ορθώς. Οι δε
άρχοντες των λαών, φωτιζόμενοι από εμέ, συντάσσουν και εκδίδουν αποφάσεις και
νόμους δικαίους.
Παρ. 8,16 Δι' εμού οι μεγιστάνες γίνονται μεγάλοι και ένδοξοι, και οι μονάρχαι με τον ιδικόν μου
φωτισμόν κυριαρχούν και κυβερνούν ορθώς τας χώρας.
Παρ. 8,17 Εγώ αγαπώ εκείνους, οι οποίοι με αγαπούν. Οσοι δέ με αναζητούν, με ευρίσκουν. Ετσι
δε αποκτούν χάριν εκ μέρους του Θεού, και δόξαν εκ μέρους των ανθρώπων.
Παρ. 8,18 Εις εμέ υπάρχει και ανήκει ο πλούτος και η δόξα. Δι εμού επιτυγχάνεται η απόκτησις
πολλών αγαθών και της αρετής.
Παρ. 8,19 Είναι καλύτερον να δρέπη κανείς και απολαμβάνη τους ιδικούς μου καρπούς, παρά να
θησαυρίζη χρυσόν και πολυτίμους λίθους. Τα ιδικά μου δώρα είναι ασυγκρίτως
ανώτερα, από τον πλέον εκλεκτόν και ανόθευτον άργυρον.
Παρ. 8,20 Περιπατώ πάντοτε στους δρόμους της αρετής, αναστρέφομαι διαρκώς και ευρίσκομαι
στους δρόμους της δικαιοσύνης·
Παρ. 8,21 δια να μοιράζω εις όσους με αγαπούν αληθινόν πλούτον· να γεμίζω τα
θησαυροφυλάκιά των με πλήθος αγαθών. Ακούσατέ με, λοιπόν, με προσοχήν, εάν
αναγγείλω εις σας όλα όσα αγαθά έργα κάθε ημέραν γίνονται από εμέ. Θα σας
υπενθυμίσω επί πλέον ένα προς ένα, όσα δια μέσου των αιώνων έχουν γίνει.
Παρ. 8,22 Εμέ, την ενυπόστατον Σοφίαν, τον Υιόν και Λογον, ο Θεός και πατήρ μου, με
εγέννησεν άναρχον προ πάντων των αιώνων. Και με κατέστησεν εν χρόνω
δημιουργόν του σύμπαντος κόσμου.
Παρ. 8,23 Προαιωνίως, προ πάσης δημιουργίας, πριν ακόμη δημιουργηθή η γη, με ώρισε
θεμέλιον και αρχήν των πάντων.
Παρ. 8,24 Και πριν δημιουργήση τους ωκεανούς και τας θαλάσσας, πριν ακόμη αρχίσουν αι
πηγαί να αναβλύζουν το ύδωρ επί της γης,
Παρ. 8,25 πριν εδραιωθούν αμετακίνητα τα όρη τα υψηλά εις τας θέσεις των και τα βουνά, με
εγέννησε προαιωνίως και ανάρχως.
Παρ. 8,26 Ο Κυριος εδημιούργησε τας χώρας, που κατοικούνται και τας ακατοίκητους περιοχάς
και τα πέρατα της οικουμένης, η οποία εκτείνεται κάτω από τον ουρανόν.
Παρ. 8,27 Οταν εδημιουργούσε και ενηρμόνιζε το ουράνιον σύμπαν, ήμουν εγώ μαζή με αυτόν,
όπως και όταν ώριζε και εστήριζε τον θρόνον του επί πτερύγων ανέμων·
Παρ. 8,28 και όταν εστερέωνε επάνω στον ουρανόν τα ελαφρότατα νέφη, δια να κρατούν τους
ωκεανούς των υδάτων και εξησφάλιζεν ετσι τας πηγάς των υδάτων κάτω εις την γην.
Παρ. 8,29 Οταν ισχυρά και ακλόνητα έκαμνε τα θεμέλια της γης,
Παρ. 8,30 εγώ ευρισκόμην πλησίον του και ενηρμόνιζα τα πάντα. Εγώ υπήρξα πάντοτε δι' αυτόν
η μόνιμος χαρά και μακαριότης του. Προαιωνίως δέ, και ειδικώτερα κατά το
διάστημα της δημιουργίας, εγώ απήλαυα την χαράν και την τέρψιν του προσώπου
του·
Παρ. 8,31 μάλιστα δε τότε, που είχεν αποπερατώσει την δημιουργίαν και την οικουμένην, και
ηυφραίνετο βλέπων τα πάντα καλά λίαν. Και επί πάσι τούτοις ηυφραίνετο βλέπων
τους υιούς των ανθρώπων της γης.
Παρ. 8,32 Τωρα, λοιπόν, παιδί μου, άκουε και βάλε μέσα εις την καρδιά σου αυτά τα οποία εγώ,

495
η ενυπόστατος Σοφία, σε εδίδαξα. Και έχε υπ' όψιν σου ότι είναι μακάριοι αυτοί, που
σαν παιδιά μου φυλάσσουν τας εντολάς μου.
Παρ. 8,33 Ακούσατε, λοιπόν, όλοι την παιδαγωγούσαν και μορφώνουσαν σοφίαν και γίνετε
πραγματικώς σοφοί. Μη φράσσετε τα ώτα σας και μη κλείετε την καρδιά σας εις την
θείαν σοφίαν.
Παρ. 8,34 Τρισευτυχισμένος είναι ο άνθρωπος εκείνος, ο οποίος θα ακούση και θα υπακούση εις
εμέ, θα φυλάξη τας εντολάς μου και άγρυπνος κάθε ημέραν στο κατώφλι των θυρών
του ναού μου θα παρακολουθώ με προσοχήν τας εισόδους μου.
Παρ. 8,35 Διότι αι πορείαι μου και αι κατευθύνσεις μου οδηγούν εις μακαρίαν ζωήν. Δι' αυτόν,
που τας ακολουθεί, ετοιμάζεται πλουσιοπάροχος ευμένεια εκ μέρους του Κυρίου.
Παρ. 8,36 Εξ αντιθέτου, όσοι αμαρτάνουν απέναντί μου, ασεβούν εις την πραγματικότητα και
βλάπτουν την αθάνατον ψυχήν των· και όσοι με μισούν και με αποστρέφονται
αγαπούν τον θάνατον.

-Η σοφία προσωποποιείται και μιλά η ίδια για να ελκύσει τις καρδιές των
ακροατών της-

«Συ την σοφίαν κηρύξεις», ώστε να τύχεις μακαριότητας.


«Επί γαρ των υψηλών άκρων εστίν»: Φωνάζει από ψηλά για να
ακουστεί μακριά.
«Παρά γαρ πύλαις»: Αυτή υπάρχει στα παλάτια των μεγάλων και στις
εισόδους των πόλεων. Δηλαδή και στους βασιλιάδες και στον λαό μπορεί
κανείς να την συναντήσει.
«Ω άνθρωποι… υιοίς ανθρώπων»: Απευθύνεται όχι προς τους
αγγέλους, ούτε προς τους δαίμονες, ούτε προς τα ζώα, αλλά στους
ανθρώπους.
«Έθεσθε καρδίαν», «βάλετε μυαλό». «από χειλέων ορθά»: Η Σοφία
σας παρουσιάζει την αλήθεια, λέγοντας αψευδή, αδιαμφισβήτητα πράγματα.
«Παιδείαν και μη αργύριον»: Ενώ πρόκειται να επιλέξετε μεταξύ
σοφίας και πλούτου, προτιμήστε την σοφία.
«Παν δε τίμιον»: Τίποτα δεν εξισώνεται μ’ αυτήν.
Η ενυπόστατη σοφία του Θεού κατασκήνωσε στην ενσαρκωμένη
σοφία δηλαδή στον Χριστό.
«Φόβος Κυρίου»: Η θεοσέβεια τέλος έχει την δικαιοσύνη.
«Μισεί αδικίαν»: Απόλυτη διάσταση μεταξύ σοφίας και αμαρτίας.
«Δι εμού βασιλείς… δυνάσται»: Η σοφία όχι μόνο τη ζωή των
συνηθισμένων ανθρώπων κατευθύνει, αλλά και των κορυφαίων κοινωνικά.
«Ευρήσουσι χάριν»: Η σοφία ευχαρίστως τίθεται στην διάθεση όλων.

496
«Πλούτος και δόξα»: Ο πλούτος και η δόξα τρέφονται από την
δικαιοσύνη.
«Κτήσις πολλών και δικαιοσύνη»: Άνευ δικαιοσύνης τα πλούτη είναι
ανάλατα=ανωφελή.
«Εάν αναγγείλω υμίν»: Μέχρι τώρα σας είπα για τους επίγειους
καρπούς μου, καιρός τώρα να σας πω για την αιωνιότητα.
«Κύριος έκτισέ με αρχήν»: Οι αρειανοί πήραν το χωρίο αυτό για να
αποδείξουν ότι ο Χριστός ήταν κτίσμα του Πατρός και επομένως δεν ήταν
ισότιμος με Εκείνον. Το «κτώμαι» όμως θα πρέπει να εννοηθεί ως «γεννώ».
«Αρχήν οδών αυτού»: Προ όλων των κτισμάτων υπήρξε η Σοφία. Με
την δημιουργία της γης έλαβε αρχή ο χρόνος. Άρα, προ πάσης αρχής του
χρόνου βρίσκεται η αιωνιότητα.
«Κύριος εποίησε χώρας και αοικήτους»: Εδώ μιλά για την δημιουργία
όλου του κόσμου.
«Ότε αφώριζε»: Όταν με ακρίβεια καθόριζε τη θέση του θρόνου Του.
«Εποίει… τα νέφη»: Όταν στερέωνε τις ουράνιες δεξαμενές.
«Εγώ ήμην»: Εγώ η Σοφία ήμουν μαζί Του.
«Η προσέχαιρε»: Ο Πατήρ χαίρονταν βλέποντας τον Υιό, την Σοφία να
εκτελεί τα έργα της δημιουργίας σε έξι ημέρες, τα οποία ήταν όλα λίαν καλά.
«Ευφραινόμην»: Αλλά και ο Υιός συνέχαιρε μετά του Πατρός
βλέποντας βαθμιδών το έργο της δημιουργίας.
«Σοφίσθητε μη αποσφραγήτε»: Μην κλείνετε τα αυτιά σας και τις
αισθήσεις σας.
«Μακάριος ανήρ»: Ευτυχής είναι ο άνθρωπος «επ’ εμαίς θύραις»:
Φυλάττων τα κατώφλια των εισόδων μου.
«Ετοιμάζεται θέλησις»: Ευμένεια και συμπάθεια εκ μέρους του Κυρίου
δίδεται προς τους αγαπώντας τη Σοφία.
«Οι μισούντες με»: Χαρακτηρισμός γι’ αυτούς που δεν υπακούν στη
Θεία Σοφία.

Κεφάλαιο ένατο
Παρ. 9,1 Η σοφία οικοδόμησε δια τον εαυτόν της οίκον, τον οποίον εστήριξεν εις επτά, εις
πολλούς στερεούς και ακλόνητους στύλους
Παρ. 9,2 Δια την πλουσίαν τράπεζαν, την οποίαν θα παρέθετε στους συνδαιτυμόνας της,
έσφαξε τα σφάγιά της και εγέμισε μεγάλον οινοδοχείον με τον οίνον της και ητοίμασε
την πλουσίαν τράπεζάν της.

497
Παρ. 9,3 Και αφού τα πάντα ητοιμάσθησαν, έστειλε τους υπηρέτας της, τους κήρυκας της
αληθείας, προσκαλούσα με μεγαλειώδες έντονον κήρυγμα να προσέλθουν, όσοι
ήθελαν, να πίουν από τον έκλεκτον οίνον του οινοδοχείου της. Και έλεγεν·
Παρ. 9,4 “εκείνος, που δεν έχει αποκτήσει σοφίαν και σύνεσιν, ας έλθη προς εμέ”. Και εις
εκείνους, οι οποίοι είναι πτωχοί από απόψεως νοητικών ικανοτήτων, είπεν·
Παρ. 9,5 “ελάτε να φάγετε από τους άρτους μου και να πίετε από το κρασί, το οποίον εγώ σας
έχω κεράσει,
Παρ. 9,6 Αφήσατε την ανοησίαν και απερισκεψίαν, εις την οποίαν σας προσκαλεί η αμαρτία,
και ελάτε μαζή μου, δια να βασιλεύσετε με εμέ αιωνίως. Ζητήσατε και επιδιώξατε την
φρόνησιν, που εγώ παρέχω, και αγωνισθήτε, δια να επιτύχετε να γίνετε εν γνώσει
συνετοί.
Παρ. 9,7 Εκείνος που θα θελήση να παιδαγωγήση τους αμετανοήτως κακούς, θα εξευτελισθή
και θα υβρισθή από αυτούς. Εκείνος που θέλει να υποδείξη τα σφάλματα και να
ελέγξη τον κακόν, θα επισύρη συκοφαντίας και αδίκους κατηγορίας εναντίον του.
Παρ. 9,8 Μη ελέγχης, λοιπόν, τους κακούς, δια να μη σε μισήσουν. Ελεγχε και υπόδειξε το
ορθόν στον συνετόν και μυαλωμένον, και αυτός θα σε αγαπήση. .
Παρ. 9,9 Με τας υποδείξεις σου δίδε στον σοφόν αφορμήν διορθώσεώς του και βελτιώσεως,
και θα γίνη σοφώτερος και συνετώτερος. Καμε γνωστάς στον δίκαιον τας ατελείας
του και αυτός ευγνωμόνως θα δέχεται ακόμη προθυμότερον τας συμβουλάς σου.
Παρ. 9,10 Αρχή και θεμέλιον της αληθινής σοφίας είναι η ευλάβεια και ο φόβος του Κυρίου.
Ποθος δε και θέλησις των αγίων είναι η κατά Θεόν σύνεσις. Η δε κατανόησις του
θείου νόμου είναι δείγμα καλοπροαίρετου και φωτισμένης διανοίας.
Παρ. 9,11 Με αυτόν τον τρόπον, με την ευλάβειαν και υπακοήν σου προς τον Θεόν, θα ζήσης
πολύν χρόνον και θα προστεθούν εις σε εκ μέρους του Θεού πολλά χρόνια ζωής.
Παρ. 9,12 Παιδί μου, εάν γίνης κατά Θεόν σοφός, θα είσαι καλός δια τον εαυτόν σου, καλός δε
και δια τον πλησίον σου. Εάν όμως γίνης κακός, τας συνεπείας και τας οδύνας της
κακίας σου θα τας συσσωρεύης μόνος σου επάνω σου. Οποιος στηρίζεται στο ψεύδος,
ποιμαίνει ανέμους, ματαιοπονεί. Αυτός είναι σαν να κυνηγά πουλιά, που πετούν στον
αέρα και είναι άπιαστα. Αδίκως κοπιάζει. Ο οκνηρός και ασύνετος, που εγκατέλειψε
τον δρόμον, ο οποίος οδηγεί στο αμπέλι του, και περιεπλανήθη μακράν των δρόμων,
που οδηγούν στον ιδικόν του αγρόν, όπου είχε καθήκον να εργασθή, αυτός βαδίζει
ετσι δια μέσου μιας ερήμου και ανύδρου περιοχής, δια μέσου ενός τόπου, που
ευρίσκεται εις ξηράς και διψασμένος περιοχάς, μαζεύει με τα χέρια του ακαρπίαν,
δηλαδή το τίποτε.
Παρ. 9,13 Η ασύνετος, η διεφθαρμένη και η αδιάντροπος γυναίκα φθάνει μέχρι του σημείου να
στερήται και από αυτό το ψωμί της και να πεινάς. Αυτή δεν ξέρει, τι θα πη εντροπή
και σεμνότης.
Παρ. 9,14 Εκάθησεν εμπρός από την θύραν του σπιτιού της, επάνω εις υψηλόν κάθισμα, ώστε
να φαίνεται από τους άνδρας, που ευρίσκονται εις τας πλατείας,
Παρ. 9,15 προσκαλεί αυτούς, που διέρχονται και βαδίζουν κατ' ευθείαν τον δρόμον των,
λέγουσα·
Παρ. 9,16 “όποιος από σας είναι ανοητότατος και ηλίθιος, ας έλθη κοντά μου. Και αυτούς, οι
οποίοι στερούνται και της στοιχειώδους συνέσεως και γνώσεως προτρέπω και τους
λέγω·
Παρ. 9,17 πιάστε και πάρτε στα χέρια σας το κρυφό ψωμί μου και τα απηγορευμένα φαγητά
μου. Πιέτε το νοστιμώτατο κλεμμένο νερό μου”!
Παρ. 9,18 Ο άνδρας, που ελκύεται από τα λόγια της και πηγαίνει κοντά της, δεν γνωρίζει ότι οι
υλόφρονες και σαρκολάτραι ευρίσκουν εκεί την απώλειαν, και ότι η συνάντησίς της
είναι παγίδα, η οποία οδηγεί εις τας εισοδους του άδου.
Παρ. 9,18α Συ όμως εκτινάξου με μεγάλα πηδήματα μακράν από αυτήν και μη σταματήσης ουδέ
επ' ελάχιστον χρόνον στον τόπον εκείνον. Ούτε δε και να προσηλώσης το βλέμμα σου

498
προς αυτήν.
Παρ. 9,18β Ετσι όταν συμπεριφερθής και πράξης, θα περάσης, χωρίς να εγγίσης το ξένον και
απηγορευμένον αυτό νερό. Θα διαβής τον επικίνδυνον αυτόν ξένον ποταμόν
ασφαλής.
Παρ. 9,18γ Κράτησε τον εαυτόν σου μακρυά από τα ξένα δολερά ύδατα της αμαρτωλής χαράς και
μη πίης νερό από ξένην πηγήν. Μην θελήσης να απολαύσης χαράν με αμαρτωλήν
γυναίκα,
Παρ. 9,18δ δια να ζήσης ετσι επί πολύν χρόνον και να προστεθούν εις σε πολλά έτη.

Ο συγγραφέας παρουσιάζει την σοφία ως οικοδέσποινα φιλόξενη.


«Ωκοδόμησεν εαυτή οίκον»: Ετοίμασε πριγκηπικό ανάκτορο για να
παραθέσει μέγα δείπνο.
«Έσφαξε τα θύματα»: Δεν μιλά εδώ για τα θυσιαστικά κτήνη, αλλά για
κρέατα συμποσίου.
«Εκέρασεν… οίνον»… «συγκαλέσασα»: ποιους; «Άφρων και ενδεέσι
φρενών»: Εννοεί όχι τους ανήθικους, αλλά τους άπειρους πνευματικά. Αυτοί
έχουν ανάγκη να μαθητεύσουν στη Θεία Σοφία.
«Φάγετε…πίετε»: Όμοιο με τον Μυστικό Δείπνο.
«Ο παιδεύων κακούς»: Ως κακούς πρέπει να εννοήσουμε αυτούς που έχουν
σκληρυνθεί στην κακία. Όμοιο με το «Μη δώτε τα άγια τοις κυσί».
Ποιος είναι όμως κατάλληλος για να μαθητεύσει τη Θεία Σοφία; «Γνώριζε
δικαίω»: Αυτός που όταν τον ελέγξεις θα είναι ευγνώμον και δεκτικός..
«Διανοίας… αγαθής»: Πρέπει να έχει τις αγαθές διαθέσεις για να κατανοήσει την
Θεία διδασκαλία.
«Εάν σοφός»: Η κακία έχει ως βάση της τον εγωισμό. «Ποιμαίνει ανέμους»:
Ματαιοπονεί εκείνος που νομίζει ότι μπορεί να κατευθύνει τους ανέμους.
«Διαπορεύεται δι ανύδρου»: Άκαρπο είναι πάντοτε το ψεύδος της φαντασίας…

Κεφάλαιο δέκατο
Παρ. 10,1 Ο συνετός και ενάρετος υιός ευφραίνει τον πατέρα του. Εξ αντιθέτου το άμυαλο και
άστοργο παιδί είναι λύπη και πικρία δια την μητέρα του.
Παρ. 10,2 Οι θησαυροί, που απεκτήθησαν με παρανομίας, δεν έχουν να ωφελήσουν τίποτε τους
παρανόμους ανθρώπους. Εξ αντιθέτου η ελεημοσύνη και γενικώτερον η αρετή θα
σώση τον άνθρωπον από την καταστροφήν και τον πνευματικόν θάνατον.
Παρ. 10,3 Ο Κυριος δεν θα επιτρέψη να πεθάνη από την πείναν ο δίκαιος. Την καλοζωΐαν όμως
και ευημερίαν των ασεβών θα την αναποδογυρίση και θα την εξαφανίση
Παρ. 10,4 Η πτωχεία εξευτελίζει τον οκνηρόν και ράθυμον. Εξ αντιθέτου τα χέρια των
εργατικών ανθρώπων φέρουν πλούτη.
Παρ. 10,5 Ο φρόνιμος και εξυπνος υιός γνωρίζει να προφυλάσσεται από τας παγίδας της
αμαρτίας, όπως από την ηλίασιν εν καιρώ θέρους. Ο ασύνετος όμως και παράνομος

499
υιός γίνεται δυστυχής και άθλιος, σαν το μαραμμένον φυτόν κατά τον καιρόν του
θερισμού, το οποίον κατέστρεψεν ο καυστικος λίβας.
Παρ. 10,6 Η ευλογία του Θεού πλουσία κατέρχεται εις την κεφαλήν του εναρέτου. Το δε στόμα
των ασεβών θα το σκεπάση πρόωρα η σιγή του θανάτου.
Παρ. 10,7 Η ανάμνησις των δικαίων συνοδεύεται πάντοτε από επαίνους και εγκώμια, ενώ το
όνομα του ασεβούς θα σβήση δια παντός.
Παρ. 10,8 Ο κατά Θεόν παιδαγωγημένος και μορφωμένος, ο σοφός, δέχεται συμβουλάς εκ
μέρους των άλλων. Εκείνος όμως που έχει απύλωτον και αχαλίνωτον το στόμα του και
λέγει πονηρά και διεστραμμένα, θα καταφρονηθή από τους άλλους.
Παρ. 10,9 Οποιος πορεύεται με αθωότητα και ευθύτητα, προχωρεί με πεποίθησιν και θάρρος,
διότι δεν θα καταισχυνθή. Εξ αντιθέτου εκείνος, του οποίου οι δρόμοι της ζωής είναι
δόλιοι και διεστραμμένοι, θα γίνη μίαν ημέραν γνωστός και θα καταφρονηθή.
Παρ. 10,10 Εκείνος που κάνει με τα μάτια του νοήματα συγκατανεύσεως, ανειλικρινή όμως και
δόλια, συσσωρεύει πικρίας και λύπας στους ανθρώπους. Εξ αντιθέτου εκείνος ο
οποίος ελέγχει φανερά και μετά θάρρους, αποκαθιστά ειρήνην στον ίδιον τον
άνθρωπον και στους ανθρώπους μεταξύ των.
Παρ. 10,11 Εις το χέρι του δικαίου υπάρχει η πηγή της ζωής, της καλωσύνης και της αγάπης. Εξ
αντιθέτου το πονηρόν στόμα του ασεβούς θα το σκεπάση η απώλεια και ο όλεθρος.
Παρ. 10,12 Το μίσος προκαλεί και δημιουργεί φιλονεικίας και έριδας, όλους δε εκείνους που δεν
φιλονεικούν, τους στεγάζει και τους συνδέει φιλία και αγάπη.
Παρ. 10,13 Οποιος βγάζει από τα χείλη του σοφούς κατά Θεόν λόγους, είναι σαν να κτυπά με
ράβδον τον ψυχικώς ακαλλιέργητον άνθρωπον.
Παρ. 10,14 Οι πραγματικά σοφοί αποταμιεύουν και κρύπτουν εντός των την γνώσιν, δια να την
χρησιμοποιήσουν εκεί που πρέπει, ενώ το στόμα του απερίσκεπτου, που επιπολαίως
πετάει τα λόγια του, οδηγεί εις πλήρη συντριβήν.
Παρ. 10,15 Η περιουσία των ευσεβών πλουσίων μένει σταθερά ωσάν την ωχυρωμένην πόλιν, τους
ασεβείς όμως, και αν πλουτήσουν, θα τους συντρίψη εν τέλει η φτώχεια.
Παρ. 10,16 Τα έργα των δικαίων καθιστούν την ζωήν αυτών των ιδίων και των άλλων
ευτυχισμένην, ενώ οι καρποί των ασεβών είναι αι ψυχοκτόνοι αμαρτίαι.
Παρ. 10,17 Η κατά Θεόν διαπαιδαγώγησις και μόρφωσις διατηρεί ορθάς τας πορείας της ζωής
μας. Εξ αντιθέτου η κακή ανατροφή, η χωρίς υποδείξεις και ελέγχους παιδαγωγία
οδηγεί εις ολεθρίας πλάνας.
Παρ. 10,18 Και αν υπάρχη κάποια εχθρότης εις την καρδίαν των δικαίων ανθρώπων, το στόμα
των δεν την εκφράζει, αλλά την σκεπάζει. Εξ αντιθέτου αυτοί, οι οποίοι εκστομίζουν
λόγους υβριστικούς, είναι αφρονέστατοι και ανοητότατοι.
Παρ. 10,19 Από την πολυλογίαν δεν θα ξεφύγης την αμαρτίαν, ενώ εάν προσέχης τα χείλη σου
και είσαι λιγοστός εις τα λόγια σου, θα φανής συνετός και φρόνιμος.
Παρ. 10,20 Η γλώσσα του δικαίου είναι καθαρά ωσάν τον άργυρον, που έχει καθαρισθή δια του
πυρός, ενώ η καρδία του ασεβούς είναι διεφθαρμένη και θα εξαφανισθή.
Παρ. 10,21 Τα χείλη των δικαίων γνωρίζουν να ομιλούν δι' υψηλά και σοφά νοήματα. Ενῷ οι
αμαρτωλοί και ασύνετοι πεθαίνουν μέσα εις την πνευματικήν των γυμνότητα και
πτωχείαν.
Παρ. 10,22 Η ευλογία του Κυρίου πλουσία κατέρχεται εις την κεφαλήν του δικαίου. Αυτή τον
κάμνει πλούσιον και χάρις εις αυτήν δεν θα κατακυριεύση λύπη την καρδίαν του.
Παρ. 10,23 Με ανόητα γέλια ο ασύνετος διαπράττει τα πονηρά αυτού έργα. Η σοφία όμως
χαρίζει στον άνθρωπον σύνεσιν και διάκρισιν, πως να φέρεται εις τας διαφόρους
περιστάσεις.
Παρ. 10,24 Μέσα εις την φθοράν και τον όλεθρον κινείται συνεχώς ο ασεβής. Οι ευγενείς όμως
και ιεροί πόθοι του δικαίου γίνονται δεκτοί από τον Θεόν και εκπληρώνονται.
Παρ. 10,25 Οταν εκσπά καταιγίς κινδύνων και περιπετειών ο ασεβής δεν γνωρίζει πως να
προφυλαχθή και καταστρέφεται. Εξ αντιθέτου ο δίκαιος, χάρις στον παρά του Θεού

500
φωτισμόν, ευρίσκει τρόπον σωτηρίας, παρεκκλίνει από τον κίνδυνον και σώζεται
πάντοτε.
Παρ. 10,26 Οπως το άγουρο σταφύλι είναι βλαβερόν δια τα δόντια και ο καπνός δια τα μάτια,
έτσι είναι βλαβερά και η παρανομία, δι' όλους τους ανθρώπους οι οποίοι την
διαπράττουν.
Παρ. 10,27 Η ευσέβεια προς τον Θεόν χαρίζει μακροβιότητα. Εξ αντιθέτου τα έτη της ζωής των
ασεβών θα είναι ολίγα.

Παρ. 10,28 Η χαρά και η ευφροσύνη παραμένει επί πολύν χρόνον στους δικαίους. Η ελπίς όμως
των ασεβών δια μίαν καλυτέραν ζωήν, θα μείνη ανεκπλήρωτος, θα χαθή και θα
εξαφανισθή.
Παρ. 10,29 Η ευλάβεια και ο σεβασμός του δικαίου προς τον Κυριον είναι δι' αυτόν απόρθητον
οχύρωμα. Εκείνοι όμως, που διαπράττουν τα κακά, θα καταστραφούν.
Παρ. 10,30 Ο δίκαιος ποτε δεν θα μετακινηθή από την θέσιν του, δεν θα εκδιωχθή από τον οίκον,
από το πάτριον εδαφος· ενώ οι ασεβείς εξ αντιθέτου θα ξερριζωθούν, δεν θα
κατοικήσουν μονίμως εις αυτό.
Παρ. 10,31 Το στόμα του δικαίου στάζει, ωσάν γλυκύ μέλι, την σοφίαν πάντοτε. Η γλώσσα όμως
του πονηρού και αδίκου θα εξολοθρευθή.
Παρ. 10,32 Τα χείλη των δικαίων στάζουν πάντοτε χάριτας Θεού, ενώ το στόμα των ασεβών
προκαλεί την αηδίαν και αποστροφήν.

Η οικογένεια αποτελεί τη βάση της κοινωνίας.


«Θησαυροί ανόμους»: Η ελεημοσύνη θεραπεύει τον άνομο πλουτισμό.
«Ου λιμοκτονήσει»: Ο Κύριος δεν εγκαταλείπει τους ευσεβείς.
«Από καύματος»: Ο σοφός λαμβάνει τις απαραίτητες προφυλάξεις, ενώ ο
άφρων είναι ξένος προς την προφυλακτική πρόνοια.
«Ευλογία Κυρίου»: ευλογεί ο Κύριος την κεφαλή του δικαίου.
«Στόμα ασεβών»: Το στόμα όμως των ασεβών θα γεμίσει από θρήνους.
«Μνήμη δικαίου»: Η ανάμνηση των δικαίων είναι ευχάριστη και αιώνια και
μετά τον θάνατό τους.
«Δίξεται εντολάς»: Ο σοφός γνωρίζει να ακούει τους άλλους.
Η ειλικρίνεια είναι θάρρος και ασφάλεια.

-Περί υποκρισίας-

«Ευνέυων οφθαλμοίς»: Οι προσποιητές συγκατανεύσεις και κολακείες


οδηγούν σε λύπες, διότι αποκοιμίζουν τον ψευδώς επαινόμενο.
«Ο ελέγχων μετά παρρησίας»: Οι έλεγχοι διορθώνουν.
«Ειρηνοποιεί»: Θα στενοχωρήσει προς στιγμήν τον ελεγχόμενο, αλλά πάλι θα
ειρηνεύσει και θα είναι ευγνώμον.
«Στόμα δε ασεβούς»: Φρέαρ κατάξηρο.

501
«Μίσος εγείρει νείκος»: Όπου μίσος εκεί και φιλονικία, διότι αυτός που μισεί
βρίσκει ευκόλως σφάλματα στους άλλους. Όπου όμως αγάπη, εκεί κατάπαυση των
φιλονικιών. Διότι η πραγματική αγάπη είναι γενναιόψυχη.
«Ος εκ χειλέων… ακάρδιον»: Οι λόγοι του σοφού μαστιγώνουν την ψυχή του
ασύνετου.
«Σοφοί κρύψουσιν αίσθησιν»: Οι σοφοί πολλά πράγματα κατέχουν για να τα
εμπορευθούν στην ώρα τους. Ο σοφός δεν εκδηλώνει τις σκέψεις του παντού και
πάντοτε.
-Ο δίκαιος χρησιμοποιεί τα πλούτη του για αγαθοεργίες, αντιθέτως: «Καρποί
ασεβών αμαρτίας»= Τα οψώνια της αμαρτίας θάνατος (Ρωμ. 6,23)
«Παιδεία ανεξέλεγκτος πλανάται»: Η ανατροφή των τέκνων χωρίς τις
απαραίτητες παιδαγωγικές τιμωρίες αποπλανά από την ευθεία οδό.
«Εκ πολυλογίας»: Τι είναι άραγε πολυλογία; Ο Σολομών είπε 3000
παραβολές και 5000 ωδές, ο Παύλος παρέτεινε τον λόγο του από της αυγής μέχρι του
μεσονυκτίου (πραξ. 20,7). «Ο φθεγγόμενος οδήποτε της θεοσεβείας αλλότριον ούτος
πολυλογεί»: Η γλώσσα του δικαίου είναι προσεκτική, πολλώ δε μάλλον η καρδία.
«Επίσταται υψηλά»: Η επιστήμη των δικαίων υψηλή.
«Ευλογία Κυρίου» Όχι όμως η ανθρώπινη ικανότητα, αλλά η του Θεού
ευλογία πλουτίζει.
«Ου μη προστεθή»: Οι δίκαιοι δεν απαλλαγμένοι από τις θλίψεις, αλλά
δέχονται αλύπως τις συμφορές, ενισχυόμενοι διά του Θεού εις Τον Οποίον έχουν τα
πάντα εναποθέσει.
«Εν γέλωτι άφρων»: Ο άφρων έχει τόσο πολύ πορωθεί ηθικά, ώστε όταν
αμαρτήσει γελά…
«Εν απωλεία»: Ο ασεβής θα πάθει ό,τι φοβάται.
«Επιθυμία… δικαίου»: Ο ευσεβής επιτυγχάνει ό,τι επιθυμεί.
«Παραπορευομένης καταιγίδος»: Στους πειρασμούς ο ασεβής δεν ξέρει να
φυλαχθεί, αφανίζεται.
«Προστίθησιν ημέρας»: Μακροημέρευση των δικαίων.
«Ο δίκαιος «αποστάζει σοφίαν»: Είναι πλήρης μέλιτος η γλώσσα του.
«Στόμα ασεβών αποστρέφεται»: Το στόμα των ασεβών αποστρέφεται τις
χάριτες.

502
Κεφάλαιον ενδέκατο

Παρ. 11,1 Δολιες ζυγαριές, που ζυγίζουν άδικα, είναι αποκρουστικές και μισητές ενώπιον του
Παρ. 11,2 Οπου θα εισέλθη και θα κυριαρχήση υπερηφάνεια, εκεί θα ακολουθήση ο
εξευτελισμός και η ταπείνωσις. Η διάνοια δε των αληθινά ταπεινών ανθρώπων μελετά
ορθά και συνετά και το στόμα των εκφράζει σοφά λόγια. Η τελειότης των εναρέτων
ανθρώπων θα οδηγή αυτούς με ασφάλειαν, ενώ αυτούς, που παραβαίνουν τον θείον
νόμον, η υποδούλωσις και η αποτυχία θα τους έχουν λάφυρόν των.
Παρ. 11,3 Ο δίκαιος όταν αποθάνη, αφήνει όπισθέν του λύπην δια τον θάνατόν του· ο όλεθρος
όμως των ασεβών γίνεται αμέσως και μετά χαράς δεκτός.
Παρ. 11,4 Δεν θα ωφελήσουν τα πλουτή, όταν εκσπάση η θεία οργή. Ενῷ η αρετή θα σώση τον
άνθρωπον από πολλά δεινά και από τον αιώνιον θάνατον.
Παρ. 11,5 Η αρετή χαράσσει άψογον και ευθείαν την οδόν των ανθρώπων. Η ασέβεια όμως
περιπίπτει και περιπλέκεται μέσα εις πολλάς αδικίας.
Παρ. 11,6 Η αρετή λυτρώνει τους ευσυνειδήτους και εντίμους ανθρώπους. Ενῷ οι παραβάται
του θείου νόμου συλλαμβάνονται εις την παγίδα της απωλείας και του ολέθρου.
Παρ. 11,7 Οταν τελευτήση ο δίκαιος άνθρωπος, δεν χάνεται η ελπίς της σωτηρίας του· εξ
αντιθέτου δε εκείνα δια τα οποία εκαυχώντο οι ασεβείς, ο πλούτος, η δύναμις και η
δόξα των, εξαφανίζονται εξ ολοκλήρου.
Παρ. 11,8 Ο δίκαιος διαφεύγει τας παγίδας, που του στήνουν ως πονηροί θηρευταί οι ασεβείς,
αντ' αυτού δε συλλαμβάνεται εις την παγίδα και παραδίδεται ο ασεβής.
Παρ. 11,9 Οι ασεβείς με τα δόλια λόγιοι των στήνουν παγίδας δια τους συμπολίτας των· ενώ οι
δίκαιοι με την συνετήν συμπεριοοράν των καθιστούν ομαλούς τους δρόμους της ζωής
των άλλων.
Παρ. 11,10 Με τα συνετά λόγια και τα ενάρετα έργα των δικαίων ανορθώνονται και προοδεύουν
αι πόλεις. Οταν οι ασεβείς καταστρέφωνται, επικρατεί χαρά και αγαλλίασις. Με τας
ευλογίας, που δίδει ο Θεός στους ειλικρινείς και εντίμους, θα δοξασθή και θα
προοδεύση η πόλις.
Παρ. 11,11 Με τα ψευδή, τα πονηρά και τα φαύλα λόγια, που εξέρχονται από τα στόματα των
ασεβών, ανασκάπτεται εκ θεμελίων και καταστρέφεται η πόλις.
Παρ. 11,12 Ο ασύνετος και ανόητος περιγελά τους συμπολίτας του, ενώ ο φρόνιμος ανήρ μένει
ήσυχος, διότι γνωρίζει να συγκρατή την γλώσσαν του.
Παρ. 11,13 Ο διπρόσωπος και ακριτόμυθος άνθρωπος φανερώνει τας απορρήτους αποφάσεις
των συμβουλίων, ενώ ο εχέμυθος και αξιόπιστος δεν εκφράζει, αλλά αποκρύπτει
επιμελώς τας μυστικάς συζητήσεις και αποφάσεις.
Παρ. 11,14 Οι άνθρωποι, από τους οποίους λείπει η συνετή διακυβέρνησις, πίπτουν όπως τα
μαραμμένα φύλλα των δένδρων. Η σωτηρία δε κατορθώνεται δια μέσου πολλής
σκέψεως και μελέτης.
Παρ. 11,15 Ο πονηρός άνθρωπος, προσεταιριζόμενος τον δίκαιον και κρυπτόμενος όπισθεν του
κύρους εκείνου, διαπράττει ευχερέστερον το κακόν. Μισεί δε κάθε φωνήν ανθρώπου
και ήχον σάλπιγγας, δια του οποίου θα ειδοποιηθούν οι άλλοι και θα ασφαλισθούν
από αυτόν.
Παρ. 11,16 Γυνή κοσμημένη με ηθικά χαρίσματα γίνεται αφορμή και αιτία δόξης δια τον σύζυγόν
της. Εξ αντιθέτου η γυναίκα, η οποία μισεί και αποστρέφεται την δικαιοσύνην και την
αρετήν, γίνεται αιτία και εστία καταφρονήσεως και εξευτελισμού δια τον άνδρα της.
Οι οκνηροί, κατασωτεύοντες τα όσα έχουν, απογυμνώνονται από τα πλούτη των. Εξ
αντιθέτου δε οι εργατικοί και δραστήριοι πλουτίζουν και στηρίζονται ασφαλείς εις τα
πλούτη των.
Παρ. 11,17 Ο άνθρωπος, που ελεεί τους άλλους, κάμνει εις την πραγματικότητα μεγάλο καλόν

503
στον εαυτόν του, εις την ψυχήν και το σώμα του. Ο δε άσπλαγχνος και ανελεήμων
καταστρέφει την επίγειον ζωήν του και την ψυχήν του.
Παρ. 11,18 Ο ασεβής διαπράττει έργα άδικα και μάταια χωρίς καμμίαν ωφέλειαν δια τον εαυτόν
του. Οσα όμως έργα καλά σπείρουν και πραγματοποιήσουν οι δίκαιοι, θα είναι δι'
αυτούς αληθινή μισθαποδοσία και ανταμοιβή.
Παρ. 11,19 Ανθρωπος δίκαιος θα ζήση ευτυχισμένην ζωήν, ο ασεβής όμως, ο οποίος επιδιώκει το
κακόν, θα καταλήξη στον όλεθρον.
Παρ. 11,20 Οι διεστραμμένοι τρόποι ζωής του ασεβούς είναι αποκρουστικοί και μισητοί ενώπιον
του Κυρίου. Εξ αντιθέτου είναι αγαπητοί εις αυτόν οι ακέραιοι και άμωμοι εις όλας
τας εκδηλώσεις της ζωής των.
Παρ. 11,21 Εκείνος που δίδει το χέρι του στο χέρι του άλλου και συνάπτει συμφωνίαν δια την
πραγματοποίησιν αδίκων έργων, δεν θα μείνη ατιμώρητος παρά Θεού και ανθρώπων.
Οποιος όμως σκορπίζει παντού τα έργα της αρετής θα πάρη τον πρέποντα μισθόν.
Παρ. 11,22 Ο,τι είναι το χρυσό σκουλαρίκι εις την μύτην του χοίρου, κάτι τέτοιο είναι και το
κάλλος εις την ασύνετον και με αμαρτωλά φρονήματα γυναίκα.
Παρ. 11,23 Ολαι αι επιθυμίαι των δικαίων είναι αγαθαί και θα πραγματοποιηθούν εκ μέρους του
Θεού. Καθε δε πονηρά ελπίς των ασεβών ανθρώπων, διότι είναι κακή, θα
καταστραφή.
Παρ. 11,24 Υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι σκορπίζουν απλόχερα τα αγαθά των δια την
εξυπηρέτησιν των άλλων και με την ευλογίαν του Θεού αποκτούν πολύ περισσότερα.
Υπάρχουν δε εξ αντιθέτου και άλλοι, οι οποίοι, αν και διαρκώς συγκεντρώνουν υλικά
αγαθά με παρανόμους τρόπους, πάντοτε στερούνται.
Παρ. 11,25 Ο ευθύς, ο άκακος άνθρωπος έχει πάντοτε τας ευλογίας εκ μέρους του Θεού και τον
έπαινον εκ μέρους των ανθρώπων. Ανθρωπος όμως, που αποθηριώνεται από τον
θυμόν, έχει αποκρουστικήν συμπεριφοράν και κακήν την εμφάνισιν.
Παρ. 11,26 Δι' εκείνον, που συνάγει και κρύπτει το σιτάρι εν καιρώ λιμού, με τον σκοπον να το
πωλήση πανάκριβα, όλοι εύχονται να του το λεηλατήσουν ξένοι επιδρομείς και
εχθροί. Η ευλογία δε του Θεού χορηγείται πλουσία εις εκείνον που δίδει και στους
άλλους.
Παρ. 11,27 Αυτός που σκέπτεται πάντοτε και πράττει το καλόν, επιδιώκει και ευρίσκει πολλήν
χάριν εκ μέρους του Θεού. Εκείνον όμως, ο οποίος επιζητεί να πράττη τα κακά εις
βάρος των άλλων, αυτά τα κακά θα επιπέσουν επί της κεφαλής του και θα τον
συντρίψουν.
Παρ. 11,28 Εκείνος, που έχει πεποίθησιν και ελπίδα στον πλούτον του, θα πέση και θα
καταστραφή. Εκείνος όμως, που βοηθεί και υποστηρίζει τους αναξιοπαθούντας
δικαίους, αυτός θα ανατείλη ωσάν λαμπρός ήλιος.
Παρ. 11,29 Εκείνος, που δεν ζη και δεν συμπεριφέρεται καλά μέσα στο σπίτι του, θα
κληρονομήση αέρα, θα γίνη δηλαδή πτωχός. Ο άμυαλος και ασύνετος θα καταντήση
δούλος στον συνετόν.
Παρ. 11,30 Από τους καρπούς και τα έργα της δικαιοσύνης φυτρώνει και μεγεθύνεται το δένδρον
της μακράς και ευτυχισμένης ζωής· ενώ η ζωή των παρανόμων ανδρών αφαιρείται
πρόωρα.
Παρ. 11,31 Εάν όμως και αυτός ακόμη ο δίκαιος μόλις και μετά βίας σώζεται, ο ασεβής και ο
αμαρτωλός πως θα τολμήση να παρουσιασθή ενώπιον του Θεού;

Υπερηφάνεια είναι η υπερβολική υπερτίμηση του ατόμου μας. Αντιθέτως με την


μετριοφροσύνη αποφεύγονται οι παντώς τύπου συγκρούσεις.

Ο θάνατος των δικαίων προκαλεί θλίψη, διότι ήταν ωφέλιμη η επι γης
504
παρουσία τους.

«Πρόχειρος επίχαρτος»: Ο θάνατος όμως των ασεβών γίνεται δεκτός με χαρά.


Έτσι ο συγγραφέας ονομάζει το τέλος των ευσεβών «θάνατο», ενώ των ασεβών
«απώλεια».

«Ουκ όλλυται ελπίς»: Αυτός ο στίχος αποτελεί μία από τις λίγες ομολογίες
της Παλαιάς Διαθήκης για την μετά θάνατον ζωή.

«Εκ θήρας εκδύνει»: Ο δίκαιος εκ πολλών κινδύνων διαφεύγει.

«Εν στόματι παγίς»: Οι δημαγωγοί καταστρέφουν τους πολίτες. Οι δίκαιοι


πρέπει να αποφεύγουν την συναναστροφή τους με τους άδικους.

«Γυνή ευχάριστος»: Πολύτιμη είναι η κεκοσμημένη με αρετές σύζυγος, η


οποία γίνεται αφορμή εγκωμίων για τον άνδρα της.

«Γυνή μισούσα δίκαια»: Αυτή εκτρέπεται από τα οικογενειακά της


καθήκοντα και αποτελεί «θρόνο ατιμίας» για τον άνδρα της.

Οι οκνηροί άνδρες πεινούν, «οι δε ανδρείοι» πλουτίζουν.

Ο ανελεήμων βλάπτει τον εαυτό του.

Ο ασεβής άδικα κοπιάζει διότι δεν θα καρποφορήσουν οι αδικίες του.

Ο ευσεβής θα λάβει «μισθό αληθείας»

Η ελεήμων ψυχή ονομάζεται από τον παροιμιαστή «ευλογουμένη». Ο πράος


και απλός στην ψυχή πάντοτε λάμπει από ευλογία και χάρη.

Αντιθέτως «ανήρ θυμώδης ουκ». Ο θυμός μεταμορφώνει σε θηρίο τον


άνθρωπο.

Η εκζήτηση του αγαθού, αποτελεί εκζήτηση της Θείας Χάριτος.

Αυτός που συμπεριφέρεται με τυραννικό τρόπο στην οικογένειά του, θα


συλλέξει θύελλες.

505
Τα άδικα έργα οδηγούν σε πρόωρο θάνατο.

Ο ασεβής, πώς θα μπορέσει να σταθεί ενώπιον του θρόνου του Θεού;

Κεφάλαιο δωδέκατο

Παρ. 12,1 Εκείνος ο οποίος αγαπά την κατά Θεόν παιδείαν και μόρφωσιν, αγαπά την αληθινήν
γνώσιν και ορθήν διάκρισιν. Οποιος όμως μισεί και αποστρέφεται τους ελέγχους,
είναι ανόητος και ασύνετος.
Παρ. 12,2 Πολύ καλύτερος από όλους είναι ο άνθρωπος, που ευρήκε και έλαβε χάριν δια της
ευσεβείας του από τον Κυριον. Ο δε παράνομος άνθρωπος θα λησμονηθή από τον
Θεόν και τους ανθρώπους.
Παρ. 12,3 Κανείς άνθρωπος δεν θα προκόψη και δεν θα κατευοδωθή με τας παρανομίας του. Αι
ρίζαι όμως των δικαίων μένουν στερεαί στο έδαφος, ώστε και αυτοί και οι απόγονοί
των να μη χαθούν.
Παρ. 12,4 Γυνή εργατική, δράστηρία και ενάρετος, είναι στέφανος δόξης δια τον άνδρα της. Εξ
αντιθέτου η κακότροπος γυναίκα καταστρέφει τον άνδρα της, όπως ο σκώληξ
κατατρώγει το ξύλον.
Παρ. 12,5 Αι σκέψεις, αι κρίσεις και αι αποφάσεις των δικαίων είναι πάντοτε ορθαί, ενώ οι
.
Παρ. 12,6 Οι λόγοι των ασεβών είναι πάντοτε γεμάτοι δολιότητα και επιβουλήν. Το στόμα όμως
των ειλικρινών και εντίμων ανθρώπων λέγει πάντοτε την αλήθειαν, η οποία και τους
λυτρώνει από τας δολιότητας των κακών.
Παρ. 12,7 Οπου και αν στραφή και καταφύγη ο ασεβής, τελικώς θα καταστραφή, ενώ οι οίκοι
των δικαίων παραμένουν σώοι και ασφαλείς.
Παρ. 12,8 Το στόμα του συνετού, δια τα σοφά και φρόνιμα λόγια του, επαινείται και
εγκωμιάζεται από κάθε φρόνιμον άνδρα. Ενῷ ο δια την ραθυμίαν και αμαρτωλότητα
αυτού νωθρός εις την σκέψιν και βραδύνους εμπαίζεται.
Παρ. 12,9 Καλύτερος και προτιμότερος είναι ο άνθρωπος, ο έστω και κοινωνικώς κατώτερος, ο
οποίος όμως με την έντιμον εργασίαν του εξυπηρετεί τον εαυτόν του και την
οικογένειάν του, παρά μωροκενόδοξος, ο οποίος με τίτλους ευγενείας άνευ αξίας
επιζητεί δόξαν, καθ' ον χρόνον στερείται και αυτού του επιουσίου άρτου.
Παρ. 12,10 Ο δίκαιος και ενάρετος άνθρωπος πονεί και ενδιαφέρεται και δι' αυτά ακόμη τα ζώα
του. Τα σπλάγχνα όμως των ασεβών είναι άπονα και σκληρά προς πάντας και προς
πάντα.
Παρ. 12,11 Εκείνος που καλλιεργεί με επιμονήν και ενδιαφέρον τους αγρούς του, θα χορτάση
ψωμί. Οσοι όμως επιζητούν μάταια και ακατόρθωτα πράγματα και καταστρώνουν
μεγάλα απραγματοποίητα σχέδια, αυτοί είναι ανόητοι και θα πεινάσουν.
Παρ. 12,11α Οποιος ευχαριστείται και γλυκαίνεται να συχνάζη εις τα οινοπωλεία και να μεθά
αυτός θα κληροδοτήση στο σπίτι του εξευτελισμόν και έντροπήν.
Παρ. 12,12 Αι επιθυμίαι των ασεβών είναι πάντοτε κακαί και οδηγούν εις την καταστροφήν, ενώ
αι ρίζαι των ευσεβών είναι απλωμέναι ασφαλείς και αμετακίνητοι. Αυτοί και οι
απόγονοί των θα ευδοκιμήσουν.
Παρ. 12,13 Ο αμαρτωλός εξ αιτίας των ψευδολογιών και των άλλων δολίων λόγων του περιπίπτει
και συλλαμβάνεται εις παγίδας. Ο ενάρετος όμως άνθρωπος, που προσέχει τα λόγια
του, διαφεύγει από αυτάς τας παγίδας.
Παρ. 12,13α Εκείνος, που έχει ήρεμον και γλυκύ το βλέμμα, εφελκύει την συμπάθειαν εκ μέρους
των άλλων. Ο φίλερις όμως και φιλόδικος, που τρέχει εις τα δικαστήρια δια να
συναντηθή εκεί με τους αντιδίκους του, θα δημιουργήση εις εκείνους και στον εαυτόν

506
του στενόχωρον ψυχικήν κατάστασιν.
Παρ. 12,14 Από τα καλά λόγια, που σαν ωραίοι καρποί βγαίνουν από το στόμα του εντίμου και
δικαίου, θα γεμίση η ζωή του από αγαθά. Σαν μισθός δε των χειλέων του θα δοθή εις
αυτόν χάρις εκ μέρους του Θεού και η υπόληψις εκ μέρους των ανθρώπων.
Παρ. 12,15 Οι ανόητοι και μωροκενόδοξοι θεωρούν ορθάς τας πορείας της ζωής των, ενώ εις την
πραγματικότητα είναι διεστραμμένοι και ολέθριαι. Ο σοφός όμως άνθρωπος ακούει
τας συμβουλάς των άλλων και δέχεται υποδείξεις.
Παρ. 12,16 Ο ασύνετος, υπό το κράτος των πρώτων εντυπώσεων, εκσπά αμέσως εις οργήν,
επιβλαβή δια τον εαυτόν του και δια τους άλλους. Ενῷ ο συνετός και μυαλωμένος
άνθρωπος συγκρατεί την οργήν του, διότι την θεωρεί ταπείνωσιν αι εξευτελισμόν.
Παρ. 12,17 Αποδεδειγμένην, καθαράν και αξιόπιστον μαρτυρίαν καταθέτει ο δίκαιος ενώπιον του
δικαστηρίου, ενώ ο ψευδομάρτυς καταθέτει ψευδείς και δολίας μαρτυρίας.
Παρ. 12,18 Υπάρχουν άνθρωποι, οι οποίοι με τα λόγια των πληγώνουν ωσάν με μαχαίρι. Αι
ομιλίαι όμως των συνετών και εναρέτων ανθρώπων παρηγορούν και θεραπεύουν τας
πληγωμένας και πονεμένας καρδίας.
Παρ. 12,19 Τα χείλη του εντίμου και αληθινού μάρτυρος, ο οποίος ομιλεί με σύνεσιν και
περίσκεψιν, καταθέτουν ακλόνητον και κατοχυρωμένην μαρτυρίαν. Εξ αντιθέτου
μάρτυς ταχύς, επιπόλαιος και απερίσκεπτος, καταθέτει συνήθως επιπολαίαν και
άδικον μαρτυρίαν.
Παρ. 12,20 Δολιότης υπάρχει εις την καρδίαν του πονηρού, ο οποίος μηχανεύεται και αποφασίζει
κακά. Οσοι όμως επιθυμούν και επιδιώκουν την ειρήνήν του Θεού, θα την επιτύχουν
και θα ευφρανθούν.
Παρ. 12,21 Εις τον ενάρετον άνθρωπον τίποτε το άδικον δεν είναι ευάρεστον. Οι ασεβείς όμως θα
γεμίσουν από κακίας σύμφωνα με τας επιθυμίας της πονηράς καρδίας των.
Παρ. 12,22 Αποκρουστικά και μισητά είναι ενώπιον του Κυρίου τα χείλη, τα οποία ψεύδονται.
Οποιος όμως φέρεται με ειλικρίνειαν και αξιοπιστίαν είναι αγαπητός και
ευπρόσδεκτος στον Θεόν.
Παρ. 12,23 Ο συνετός άνθρωπος είναι ωσάν θρόνος, επί του οποίου βασιλεύει η αλήθεια και η
ορθή διάκρισις, ενώ η καρδία των αμαρτωλών και ασυνέτων θα συναντήση και θα
πλημμυρίση από κατάρας.
Παρ. 12,24 Τα χέρια των εντίμων και συνετών ανθρώπων θα υπερισχύσουν και θα κυριαρχήσουν
εύκολα επάνω στους άλλους. Οι δόλιοι όμως και οι ασύνετοι θα είναι υποχείριοι και
υπηρέται των άλλων.
Παρ. 12,25 Λογια απειλητικά, ειδήσεις θλιβεραί συγκινούν και ταράσσουν την καρδίαν του
δικαίου ανθρώπου, έστω και αν δεν αναφέρωνται εις αυτόν προσωπικώς. Αι αγαθαί
όμως αγγελίαι, όπως είναι ο λόγος του Θεού, τον ευχαριστούν και τον χαροποιούν.
Παρ. 12,26 Ο συνετός και ειλικρινής και ευσεβής άνθρωπος κάμνει καλόν πρώτα πρώτα στον
εαυτόν του, ενώ αι γνώμαι, αι αποφάσεις και αι πράξεις των ασεβών είναι ξέναι προς
την αρετήν της επιεικείας. Τιμωρίαι εκ μέρους του Θεού και συμφοραί εκ μέρους
αυτών των ιδίων θα καταδιώξουν τους αμαρτωλούς, διότι ο δρόμος των ασεβών τους
παραπλά και τους οδηγεί στον όλεθρον.
Παρ. 12,27 Ο δόλιος άνθρωπος δεν θα επιτύχη εις τας επιχειρήσστου, ενώ ο δίκαιος και καθαρός
από δολιότητας και αμαρτίας είναι πολύτιμον απόκτημα δια την κοινωνίαν,
αξιαγάπητος στον Θεόν.
Παρ. 12,28 Εις τους δρόμους της αρετής υπάρχει η αληθινή και ευχάριστος ζωη, ενώ οι δρόμοι
των μνησικάκων και εμπαθών ανθρώπων οδηγούν στον θάνατον.

«Αγαπών παιδείας»:Εκείνος που αγαπά τις υποδείξεις, τους ελέγχους,


αποδεικνύεται ότι είναι σοφός.

507
«Ο μισών ελέγχους»: Εκείνος που μισεί τους ελέγχους είναι άφρων.

Δεν μπορεί ο άνθρωπος να στερεωθεί ζώντας μέσα στην ατιμία.

«Λογισμοί δικαίων… κρίματα»: Ό,τι συλλογίζεται ο δίκαιος είναι ορθό. Τα


λόγια των ασεβών δολιούν και τους αθώους. Οτιδήποτε όμως και αν επιχειρήσει ο
ασεβής θα καταστραφεί.

Πρέπει να είμαστε εύσπλαχνοι προς τα ζώα.

Αυτοί που κάνουν την «διατριβή» τους στα οινοπωλεία θα χάσουν την
ελευθερία τους, θα γίνουν υποχείρια των παθών τους.

Αυτός που έχει μαλακό και ήρεμο βλέμμα, επισύρει την συμπάθεια.

Ο υβρίζων, υβρίζεται.

«Οι λέγοντες τετρώσκουσι μαχαίρα»: Λόγια απερίσκεπτα πληγώνουν με


μαχαίρι. Όμοιο με το δικό μας «η γλώσσα κόκαλα δεν έχει και κόκαλα τσακίζει».

Τα λόγια των σοφών είναι θεραπευτικά.

Στην καρδιά του αγαθού υπάρχει η σκέψη για το πώς να προαχθεί η ειρήνη
«οι δε ασεβείς» είναι γεμάτοι από κακά σχέδια.

«Βδέλυγμα Κυρίου χείλη»: Η αλήθεια είναι του Θεού και το ψέμα του
διαβόλου. Λέγε πάντα λοιπόν την αλήθεια για να έχεις φίλο σου τον Θεό.

Η σύνεση είναι ανάπαυση, ενώ η «καρδιά των αφρόνων» θα γεμίσει από


κατάρες.

Η δικαιοσύνη οδηγεί στη ζωή. Προσβλήθηκες; Μη φθείρεις τις ημέρες σου


με το δηλητήριο της εκδικητικής μνησικακίας, αλλά ανάθεσε την υπόθεσή σου στον
Θεό

Κεφάλαιο δέκατο τρίτο

Παρ. 13,1 Υιός ευφυής και φρόνιμος υπακούει στον πατέρα του και προοδεύει, ενώ ο

508
ανυπάκουος βαδίζει προς τον όλεθρον.
Παρ. 13,2 Ο ενάρετος άνθρωπος θα απολαύση τα αγαθά, που απέκτησέ με την δικαίαν και
τιμίαν του εργασίαν, ενώ οι παράνομοι θα καταστραφούν με πρόωρον θάνατον
Παρ. 13,3 Εκείνος που προσέχει τα λόγια του, προφυλάσσει την ζωήν του από πολλά κακά. Ο
επιπόλαιος όμως και απερίσκεπτος εις τα λόγια του θα δημιουργήση στον εαυτόν του
πολλούς φόβους και μεγάλας περιπετείας.
Παρ. 13,4 Καθε οκνηρός και κακός είναι γεμάτος με πάσης φύσεως επιθυμίας και όνειρα
απραγματοποίητα. Τουναντίον αι χείρες των εργατικών ανθρώπων εργάζονταί με
επιμέλειαν και δραστηριότητα.
Παρ. 13,5 Ο δίκαιος αποστρέφεται με μίσος κάθε λόγον, ο οποίος εκφράζει αδικίαν. Ο ασεβής
όμως σκέπτεται και πράττει έργα, τα οποία τον καταισχύνουν και τον εξευτελίζουν.
Δια τούτο δεν έχει το ηθικόν σθένος να παρουσιασθή ούτε ενώπιον των ανθρώπων,
ούτε ενώπιον του Θεού.
Παρ. 13,7 Υπάρχουν άνθρωποι κενόδοξοι και καυχησιολόγοι, οι οποίοι παρουσιάζουν τον
εαυτόν των πλούσιον, ενώ είναι πάμπτωχοι. Υπάρχουν όμως και άλλοι, που φέρονται
με ταπεινοφροσύνην, ενώ έχουν πολύν πλούτον.
Παρ. 13,8 Ο πλούτος δίδεται, όταν παραστή ανάγκη, ως λύτρον, δια να σώση την ζωήν του
πλουσίου. Ο πτωχός όμως δεν υπόκειται εις τέτοιας απειλάς και κινδύνους εκ μέρους
ληστών, που ζητούν λύτρα.
Παρ. 13,9 Εις τους δικαίους ανθρώπους υπάρχει πάντοτε το παρά του Θεού φως της χαράς.
Αλλά το φως της ζωής των ασεβών, αν υπάρξη, είναι προσωρινόν, ταχέως σβήνεται
και χάνεται.
Παρ. 13,9α Αι δόλιαι και πονηραί ψυχαί ζουν περιπλανώμενοι μέσα εις τους λαβυρίνθους της
αμαρτίας, ενώ οι δίκαιοι ζουν ευχάριστα, συγχρόνως δε συμπαθούν και ελεούν και
τους άλλους.
Παρ. 13,10 Ο αμετανόητος κακός άνθρωπος διαπράττει με θρασύτητα το κακόν και καυχάται δι'
αυτό. Οσοι όμως έχουν αυτογνωσίαν είναι σοφοί και ταπεινόφρονες.
Παρ. 13,11 Περιουσία, η οποία αποκτάται και αυξάνεται με παράνομα μέσα και εις ολίγον
χρονικόν διάστημα, σύντομα θα ολιγοστεύση και θα εξαφανισθή. Εκείνος όμως ο
οποίος συγκεντρώνει αγαθά και πλουτίζει κατά τρόπον δίκαιον και νόμιμον, θα
γεμίση πράγματι από τας ευλογίας και τα αγαθά του Κυρίου. Ο δίκαιος λυπείται τους
πτωχούς, τους στερουμένους και τους πάσχοντας, ελεεί και δανείζει.
Παρ. 13,12 Καλύτερος και ανώτερος είναι εκείνος, ο οποίος αρχίζει αμέσως να βοηθή τους άλλους
με όλην του την καρδιά, από εκείνον που δίδει υποσχέσεις μόνον και ελπίδας δια
βοήθειαν στο μέλλον. Διότι η αγαθή επιθυμία προς βοήθειαν των άλλων, η οποία
πραγματοποιείται αμέσως, είναι δένδρον γεμάτο ζωήν.
Παρ. 13,13 Εκείνος που καταφρονεί τον λόγον του Θεού και εκτρέπεται εις κακάς πράξεις, θα
καταφρονηθή και θα καταδικασθή δι' αυτάς από τον Θεόν. Εκείνος όμως που σέβεται
και τηρεί την εντολήν του Θεού, αυτός είναι υγιής ψυχικώς, θα έχη ζωήν και υγείαν.
Παρ. 13,13α Εις τον δόλιον και κακόν υιόν κανένα αγαθόν δεν θα υπάρχη μονίμως. Εις τον
υπηρέτην όμως τον συνετόν και έντιμον όλαι αι ενέργειαί του θα ευοδώνωνται και η
πορεία της ζωής του θα κατευθύνεται και θα κυβερνάται από τον Θεόν.
Παρ. 13,14 Ο νόμος του Θεού είναι πηγή ζωής δια τον σοφόν, ενώ ο άμυαλος και αμαρτωλός
συλλαμβάνεται από παγίδα θανάτου.
Παρ. 13,15 Η αγαθή σύνεσις, που χορηγείται από τον Θεόν, δίδει χάριν στον άνθρωπον, τον
κάμνει δε συμπαθή και στους άλλους. Δια να γνωρίση όμως κανείς τον νόμον του
Θεού, πρέπει να έχη καθαράν και καλοπροαίρετον καρδίαν και διάνοιαν. Αι πορείαι
αυτών, που καταφρονούν τον θείον νόμον, οδηγούν στον όλεθρον.
Παρ. 13,16 Καθε συνετός και έξυπνος άνθρωπος ενεργεί με περίσκεψιν κρίνων ορθώς πρόσωπα
και πράγματα, ενώ ο ασύνετος ξεπετά και φανερώνει απερίσκεπτος την κακίαν του
και δημιουργεί στον εαυτόν του ζητήματα.

509
Παρ. 13,17 Βασιλεύς θρασύς και ασύνετος θα περιπέση εις πολλά κακά και θα εμπλέκεται εις
πολλάς δυσκολίας. Ενας όμως συνετός σύμβουλος είναι δυνατόν να προλάβη τα λάθη
του και να τον σώση από πολλάς περιπετείας.
Παρ. 13,18 Η ορθή διαπεδαγώγησις και υγιής μόρφωσις διώχνει από την ζωήν την πτωχείαν και
την καταφρόνησιν. Και εκείνος ο οποίος δέχεται τας υγιείς υποδείξεις και
συμμορφώνεται με αυτάς, θα δοξασθή και θα τιμηθή από τους ανθρώπους.
Παρ. 13,19 Αγιαι επιθυμίαι και ιεροί πόθοι των ευσεβών τέρπουν και γλυκαίνουν την ψυχήν των,
ενώ τα έργα των ασεβών είναι μακράν από το θέλημα του Θεού και δημιουργούν
πικρίαν και απογοήτευσιν.
Παρ. 13,20 Εκείνος που συναναστρέφεται με σοφούς και εναρέτους, θα γίνη και αυτός σοφός και
ενάρετος. Εξ αντιθέτου εκείνος ο οποίος συναναστρέφεται με αμαρτωλούς, θα γίνη
και θα γνωσθή εις την κοινωνίαν ως όμοιός των, ενας από αυτούς.
Παρ. 13,21 Εκείνους που συστηματικά και αμετανόητα διαπράττουν το κακόν, θα τους κυνηγούν
συνεχώς προς τιμωρίαν των αι δυστυχίαι και αι θλίψεις, ενώ τους εναρέτους θα τους
συναντούν στον δρόμον της ζωής των και θα τους περιβάλλουν τα αγαθά.
Παρ. 13,22 Ο ενάρετος και ευσεβής άνθρωπος, θα αφήση κληρονομίαν οχι μοναχά εις τα παιδιά
του αλλά και εις τα παιδιά των παιδιών του. Ο πλούτος δε των ασεβών ανθρώπων
θησαυρίζεται, δια να περιέλθη εις τα χέρια των δικαίων.
Παρ. 13,23 Οι δίκαιοι θα ζήσουν επί πολλά έτη έχοντες και απολαμβάνοντες τον πλούτον των, οι
δε άδικοι θα καταστραφούν πολύ σύντομα.
Παρ. 13,24 Ο πατέρας, ο οποίος λυπείται και δεν τιμωρεί με την παιδαγωγικήν ράβδον τον υιόν
του, είναι το ίδιο ως εάν τον μισή. Εκείνος όμως που αγαπά με αληθινήν αγάπην το
παιδί του, το διαπαιδαγωγεί και το ανατρέφει με πολλήν επιμέλειαν, με στοργήν αλλά
και με αυστηρότητα.
Παρ. 13,25 Ο δίκαιος, όταν τρώγη, χορταίνει και ικανοποιεί την ψυχήν του ευχαριστών τον Θεόν.
Αι ψυχαί των ασεβών εξ αιτίας της αμαρτωλότητός των είναι σαν πτωχαί. Ποτέ δεν
ευχαριστούνται εις χορτασμόν, έστω και αν έχουν πολλά και νόστιμα φαγητά.

«Υιός πανούργος»: Ο φρόνιμος νέος που ακούει τον πατέρα του


προλαμβάνει τα σφάλματα της νεότητας. «Υιός δε ανήκοος», ο παράκουος,
παρακούει και καταστρέφεται.

«Από καρπών δικαιοσύνης»: Ο δίκαιος θα απολαύσει τα δίκαια κέρδη


του. Ο δε άδικος ακόμη κι αυτή την ζωή του σύντομα θα την χάσει.

Εάν δεν προσέχεις τα λόγια σου θα βρεθείς προ απροόπτων


καταστάσεων.

Ο οκνηρός άνθρωπος βόσκει μόνο πόθους, ο εργατικός όμως είναι


πλήρης αγαθών έργων.

Ο δίκαιος μισεί κάθε άδικο πράγμα. Ο άδικος λέγει και πράττει άδικα και
εντεύθεν αισχύνεται. Όταν τα κρυφά του δημοσιευτούν δεν τολμά παρουσιαστεί στο
φως. Το φως των δικαίων είναι πάντοτε εδώ στην παρούσα ζωή.

510
«Ψυχαί δόλιοι»: Οι δόλιοι δεν μπορούν να σώσουν τον ευατό τους. Οι
δίκαιοι όμως όχι μόνο για τον εαυτό τους, αλλά και για τους άλλους επιμελούνται.

«Κακός μεθ’ ύβρεως»: Ο κακός όχι μόνο αμαρτάνει, αλλά και


υπερηφανεύεται. Όμως αυτοί που έχουν αυτογνωσία και επομένως πλήρη συνείδηση
της αναξιότητάς τους είναι σοφοί διότι μόνον αυτοί μπορούν να προοδεύσουν.
Επομένως η ταπείνωση είναι η βάση της προόδου.

Ο βιαστικός πλουτισμός είναι δι αρπαγής γενόμενος.

«Δίκαιος…κιχρά»: Όλη την ημέρα ελεεί και δανείζει ο δίκαιος.

«Πας πανούργος»: Ο έξυπνος λαμβάνει υπόψη του πρόσωπα, πράγματα,


καταστάσεις, συνέπειες και ενεργεί αναλόγως στην κάθε περίπτωση με σύνεση. Ο δε
άφρων κάνει επίδειξη της μωρίας του.

«Ο συμπορευόμενος σοφοίς»: Όμοιο με το δικό μας «Μ’ όποιον


δάσκαλο καθίσεις τέτοια γράμματα θα μάθεις».

Η ζωή της αμαρτίας είναι ζωή ταλαιπωριών και θλίψεων.

«Δίκαιοι έτη πολλά»: Οι δίκαιοι είναι μακροβιότεροι και πλουσιότεροι


των άλλων ανθρώπων.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΤΕΤΑΡΤΟ

Παρ. 14,1 Συνεταί και ενάρετοι γυναίκες έκτισαν με την νοικοκυρωσύνην των και ανέδειξαν τα
σπίτια των και την οικογενειάν των, ενώ η άμυαλος και σπάταλος γυναίκα
εξεθεμελίωσε με τα ίδια της τα χέρια το σπίτι της.
Παρ. 14,2 Εκείνος που ζη και φέρεται με τιμιότητα και δικαιοσύνην, σέβεται και φοβείται τον
Θεόν, ενώ εκείνος ο οποίος βαδίζει διεστραμμένας οδούς, θα κατεξευτελισθή.
Παρ. 14,3 Από το στόμα των ασυνέτων ανθρώπων εξέρχονται λόγοι αλαζονικοί και υβριστικοί,
οι οποίοι κτυπούν τους άλλους ωσάν με ρόπαλον, ενώ τα χείλη των συνετών και
φρονίμων αυτών, που προσέχουν εις τα λόγια των, τους προφυλάσσουν από κακάς
συνεπείας.
Παρ. 14,4 Οπου δεν υπάρχουν βοϊδια, αι φάτναι είναι καθαραί, όπου όμως βλέπεις γεννήματα
και εισοδήματα, εκεί γίνεται φανερά η αξία του βοϊδιού.

511
Παρ. 14,5 Ο ευσυνείδητος και φιλαλήθης μάρτυς ποτέ δεν θα είπη και δεν θα καταθέση ψεύδη,
ενώ ο ψευδομάρτυς με τας ψευδολογίας του ανάπτει πυρκαϊάς, που κατακαίουν τον
πλησίον.
Παρ. 14,6 Θα αναζητήσης σοφίαν και σύνεσιν μεταξύ των κακών ανθρώπων και δεν θα την
εύρης. Εις τους φρόνιμους όμως και συνετούς ανθρώπους θα συναντήσης εύκολα την
αληθινήν γνώσιν και την δικαίαν διάκρισιν.
Παρ. 14,7 Εις τον ασύνετον άνθρωπον, που δεν υπάρχει φρόνησις δια να τον κυβηρνήση,
έρχονται όλα αντίθετα και ανάποδα, ενώ τα χείλη του σοφού είναι δι' αυτόν ωσάν
όπλα, που εκφράζουν και υπερασπίζουν την αληθινήν γνώσιν.
Παρ. 14,8 Η ευφυΐα και η σύνεσις των κατά Θεόν σοφών ανθρώπων γνωρίζει και καθοδηγεί
αυτούς στο πως πρέπει να φέρωνται. Αντιθέτως η αμυαλωσύνη των αφρόνων τους
οδηγεί εις την πλάνην και στον όλεθρον. .
Παρ. 14,9 Τα σπίτια, αι οικογένειαι των παρανόμων ανθρώπων πρέπει να υποβληθούν εις
κάθαρσιν δια της μετανοίας, ενώ αι οικίαι και αι οικογένειαι των δικαίων είναι
καθαραί και ευάρεστοι ενώπιον του Θεού.
Παρ. 14,10 Ο ψυχικώς υγιής άνθρωπος έχει ευαίσθητον την καρδίαν, η δε ψυχή του πονεί εις τας
θλίψεις τας ιδικάς του και των άλλων. Οταν δε του έρχωνται ευνοϊκαι περιστάσεις και
ευφραίνεται εξ αυτών, δεν κυριεύεται από το πνεύμα της αλαζονείας.
Παρ. 14,11 Αι οίκιαι των ασεβών θα εξαφανισθούν, αι σκηναί όμως των δικαίων, έστω και αν
είναι πτωχαί, θα μένουν όρθιαι και ασάλευτοι.
Παρ. 14,12 Υπάρχουν τρόποι ζωής, τους οποίους μερικοί άνθρωποι θεωρούν ως ορθούς, ενώ εις
την πραγματικότητα είναι λανθασμένοι και αμαρτωλοί. Το τέρμα όμως αυτών των
οδών φθάνει εις τα βάθη του άδου.
Παρ. 14,13 Εις τας τέρψεις και διασκεδάσστου ανθρώπου δεν αναμιγνύεται και δεν φαίνεται να
έχη μέρος η λύπη. Εις το τέλος όμως η ευφροσύνη αυτή, εφ' όσον στηρίζεται επί της
αμαρτίας, οδηγεί στο πένθος.
Παρ. 14,14 Ο θρασύς και σκληρόκαρδος άνθρωπος θα χορτάση από τας ολεθρίας συνεπείας της
διαγωγής του, θα απολαύση τα επίχειρα της κακίας του. Εξ αντιθέτου ο αγαθός
άνθρωπος θα ευχαριστηθή και θα χαρή από τας συνεπείας των καλών σκέψεων και
αποφάσεών του.
Παρ. 14,15 Ο απονήρευτος και αφελής άνθρωπος δίδει εμπιστοσύνην εις κάθε λόγον, τον οποίον
θα ακούση. Ο έξυπνος όμως και συνετός, και αν προς στιγμήν πιστεύση όλα όσα
ακούση, τα επανεξετάζει· και αν δεν τα εύρη ορθά αλλάσσει γνώμην.
Παρ. 14,16 Ο συνετός και μυαλωμένος άνθρωπος, επειδή φοβείται το κακόν και τας συνεπείας
του, αποφεύγει την συναναστροφήν με τους κακούς, ενώ ο αμυαλος, επειδή έχει
αυτοπεποίθησιν, επικοινωνεί και συναναστρέφεται με τους καταπατούντας τον θείον
νόμον.
Παρ. 14,17 Ο οξύθυμος, επειδή σκοτίζεται από τον θυμόν και δεν είναι κύριος του εαυτού του,
εκτρέπεται εις απερισκέπτους πράξεις. Ο φρόνιμος όμως και κύριος του εαυτού του
άνθρωπος πολλά ανέχεται και ενεργεί μετά συνέσεως.
Παρ. 14,18 Μερίδιον και κτήμα των θα έχουν οι άφρονες την κακότητα, οι δε ευφυείς και συνετοί
θα έχουν ως κτήμα των την αληθινήν γνώσιν και την ηθικήν διάκρισιν.
Παρ. 14,19 Οι κακοί θα γλυστρήσουν και θα πέσουν ενώπιον των αγαθών ανθρώπων, και οι
ασεβείς θα γίνουν υπηρέται εις τας θύρας των δικαίων.
Παρ. 14,20 Ψευδείς και ιδιοτελείς φίλοι θα μισήσουν και θα εγκαταλείψουν τους φίλους των, εάν
εκείνοι πτωχύνουν. Οι φίλοι όμως των πλουσίων, δηλαδή οι κόλακες, είναι πολλοί,
επειδή αποβλέπουν εις την εκμετάλλευσιν εκείνων.
Παρ. 14,21 Οποιος εξευτελίζει και καταφρονεί τον πτωχόν, διαπράττει αμαρτίαν, ενώ εκείνος που
ελεεί τους πτωχούς, είναι αξιομακάριστος και αξιέπαινος.
Παρ. 14,22 Εκείνοι που περπτλανώνται στο σκότος της αμαρτίας, καταστρώνουν πονηρά σχέδια
και παίρνουν κακάς αποφάσεις εις βάρος των άλλων, ενώ οι πράγματι αγαθοί

512
άνθρωποι καταρτίζουν αγαθά σχέδια και παίρνουν ειλικρινείς αποφάσεις εις
βοήθειαν των άλλων. Οι σχεδιάζοντες και επιδιώκοντες το κακόν, δεν γνωρίζουν την
ευσπλαγχνίαν και την ευθύτητα. Ευσπλαγχνία όμως και τιμιότης και αξιοπιστία
υπάρχουν στους εργάτας του καλού.
Παρ. 14,23 Εις κάθε εργατικόν και τίμιον άνθρωπον υπάρχει πλεόνασμα αγαθών; Ο φιλήδονος
όμως και αναίσθητος θα ευρίσκεται πάντοτε εις στέρησιν και πτωχείαν.
Παρ. 14,24 Στέφανος των σοφών είναι ο πλούτος, όχι μόνον ο υλικός αλλά και ο πνευματικός, ενώ
η αναστροφή και επιδίωξις των ασυνέτων είναι κακή και με κακάς συνεπείας.
Παρ. 14,25 Από πολλά δεινά και άδικον καταδίκην ενας αξιόπιστος μάρτυς θα απαλλάξη τον
αθώον. Τουναντίον ο ψευδής και δόλιος μάρτυς θα προσπαθήση να ανάψη πυρκαϊάν
με τας ψευδολογίας του.
Παρ. 14,26 Εκείνος που σέβεται και φοβείται τον Κυριον, έχει βέβαιον την ελπίδα ότι θα
αποκτήση δύναμιν υλικήν και πνευματικήν. Εις δε τα τέκνα του θα αφήση ακλόνητον
θεμέλιον, ώστε και εκείνα να προοδεύσουν.
Παρ. 14,27 Αι εντολαί του Κυρίου είναι πηγή της ζωής μας, διότι μας προφυλάσσουν και μας
αποτρέπουν από τας παγίδας του θανάτου.
Παρ. 14,28 Η δόξα και η δύναμις του κάθε βασιλέως στηρίζεται στο πλήθος του λαού του. Οταν
όμως λείψη ο λαός, θα συντριβή και ο ίδιος ο βασιλεύς.
Παρ. 14,29 Ο πράος, ο υπομονητικός και με αυτοκυριαρχίαν άνθρωπος έχει πολλήν φρόνησιν.
Ενῷ ο μικρόψυχος και ευέξαπτος είναι παρά πολύ ανόητος.
Παρ. 14,30 Ο πράος και υπομονητικός άνθρωπος είναι ο καλύτερος ιατρός των πόνων της
καρδίας των άλλων. Σκουλήκι δέ που κατατρώγει τα κόκκαλα των ανθρώπων, είναι η
ευερέθιστος και εύθικτος καρδία.
Παρ. 14,31 Εκείνος που συκοφαντεί και εκμεταλλεύεται τον πτωχόν, εξοργίζει τον Θεόν, ο οποίος
έπλασε τον πτωχόν. Εκείνος δέ που τιμά και σέβεται τον Θεόν, ελεεί τον πτωχόν ως
τέκνον του Θεού.
Παρ. 14,32 Ο αμαρτωλός άνθρωπος από αυτήν ταύτην την κακίαν του θα σπρωχθή και θα
κατακρημνισθή εις την απώλειαν. Εκείνος όμως ο οποίος στηρίζεται εις την αρετήν
και την αγνότητα της καρδίας, θα είναι δίκαιος ενώπιον του Θεού και ευλογημένος.
Παρ. 14,33 Η αληθινή και προς την αρετήν οδηγούσα σοφία κατοικεί και αναπαύεται εις την
αγαθήν καρδίαν του ανθρώπου. Εις την καρδίαν όμως των κακών ανθρώπων είναι
άγνωστος η κατά Θεόν σοφία.
Παρ. 14,34 Η δικαιοσύνη εξυψώνει και αναδεικνύει ένα έθνος, ενώ αι αμαρτίαι ελαττώνουν και
εξολοθρεύουν ολοκλήρους φυλάς.
Παρ. 14,35 Ευπρόσδεκτος είναι στον σοφόν βασιλέα ένας συνετός σύμβουλος, διότι με την
πνευματικήν αυτού ικανότητα και ευστροφίαν τον προφυλάσσει από αποτυχίας και
εξευτελισμούς.

«Σοφαί γυναίκες»: Οι γλυκειές, οι υπομονετικές, οι εργατικές


«ανέδειξαν οίκους».
«Η δε άφρων»: η εριστική η εγωίστρια, η οκνηρή, η μεμψίμοιρη
«ταις χερσίν» με τα ίδια της τα χέρια γκρεμίζει.
Αυτός που βαδίζει την ευθεία οδό θα έχει τον φόβο του Κυρίου,
αντιθέτως ο μη βαδίζων ευθέως «ατιμασθήσεται».
Οι λόγοι του άφρονος είναι τόσο άγριοι ώστε μοιάζουν με ρόπαλο που
χτυπά άλλους.
«Χείλη δε σοφών»: Τα χείλη όμως των σοφών ενσταλάζουν την

513
γλυκιά μέθη της Θείας γνώσεως.
Την σοφία την ασπάζονται μόνον οι συνετοί άνθρωποι. Στους
ταπεινούς ο Κύριος αποκαλύπτει τα μυστήριά Του. (Ματθ. 11,25)
«Πάντα εναντία»: Στον άφρονα έρχονται όλα ανάποδα.
«Όπλα χείλη σοφά»: Ο φρόνιμος έχει χείλη που θρέφονται από
σοφία. Έτσι εμβαθύνει σε γεγονότα, ψυχολογεί πρόσωπα, γλυκαίνει και
εξομαλύνει καταστάσεις.
«Επιγνώσεται τα οδούς αυτών»: Η ευφυΐα των έξυπνων, των ηθικώς
ευαίσθητων έχει συναίσθηση των υποχρεώσεών της, γνωρίζει που βαδίζει. Η
«σοφία»όμως των αφρόνων πορεύεται στο σκότος.
Η λύπη είναι ο χαλινός της οιήσεως προερχόμενος εκ της χαράς της
αυτοϊκανοποιήσεως. Αυταπατώμενος βαδίζει άνευ πυξίδος εις το πέλαγος της
ζωής, όπου εξαντλημένος θα καταπέσει νεκρός.
Ό,τι σπείρεις θα θερίσεις.
«Άκακος πιστεύει»: Ο αδαής πιστεύει σε ότι ακούσει και γίνεται
θύμα.
Ο έξυπνος και συνετός όμως ερευνά και αν απατηθεί μεταβάλλει την
γνώμη του.
«Οξύθυμος πράσσει»: Εκείνος ο οποίος θυμώνει δεν λογικεύεται.
«Ανήρ φρόνιμος… υποφέρει»: Ο φρόνιμος ανήρ συγκρατεί τον εαυτό
του.
«Ατιμάζων πένητας αμαρτάνει»: Η περιφρόνηση δυστυχώς είναι
απάνθρωπη, βάρβαρη.
«Έλεον και αλήθεια»: Η ελεημοσύνη είναι ταυτόχρονα η αλήθεια.
«Στέφανος σοφών.. πλούτος»: Τονίζεται η υλική αμοιβή των συνετών
ανθρώπων.
«Διατριβή αφρόνων κακή»: Οι άφρονες επιζητούν την κακία.
Οι καλοί θαυμάζουν τους καλούς και οι κακοί τους κακούς.
«Εν φόβω Κυρίου ελπίς»: Φόβος Κυρίου είναι θεοσέβεια.
«Τοις τέκνοις… έρεισμα»: Οι απόγονοι θερίζουν των ευσεβών προγόνων τα
σπέρματα.
«Μακρόθυμος πολύς εν φρονήσει»: Εγκράτεια του θυμού είναι δείγμα
μεγάλης φρονήσεως.
«Ολιγόψυχος»: Η δε ολιγοψυχία του ευερέθιστου είναι μεγάλη αφροσύνη,

514
αδυναμία, στενοκαρδία.
«Καρδίας ιατρός»: Φύσις γαλήνιος και υπομονετική είναι ο ιατρός των πόνων
της καρδίας.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΠΕΜΠΤΟ

Παρ. 15,1 Ο θυμός και η οργή καταστρέφει και αυτούς ακόμη τους φρόνιμους. Απάντησις δε
μετά ταπεινοφροσύνης και πραότητος αναχαιτίζει τον θυμόν. Λογος όμως
εξερεθιστικός προκαλεί και εξεγείρει θυμούς.
Παρ. 15,2 Η γλώσσα των συνετών ανθρώπων γνωρίζει και λέγει τα ορθά και πρέποντα, ενώ το
στόμα των ασυνέτων και ανοήτων διαλαλεί διαρκώς λόγια κακά και αναιδή.
Παρ. 15,3 Εις κάθε μέρος της υλικής και πνευματικής δημιουργίας τα μάτια του Θεού
παρατηρούν τα πάντα. Εποπτεύουν τους καλούς και τους αγαθούς εις όλας αυτών τας
καταστάσεις και ενεργείας.
Παρ. 15,4 Η θεραπεία, την οποίαν προσφέρει η γλυκεία και ευλαβής γλώσσα, ομοιάζει προς
πλουσιόκαρπον δένδρον ζωής. Οποιος προσέχει και συγκρατεί την γλώσσαν του, θα
γέμιση από το Πνεύμα του Θεού.
Παρ. 15,5 Ο ασύνετος εμπαίζει και καταφρονεί την στοργικήν παιδαγωγίαν του πατρός. Εκείνος
όμως ο οποίος ακούει με προσοχήν και τηρεί τας πατρικάς εντολάς, αναδεικνύεται
εξυπνότερος και συνετώτερος.
Παρ. 15,6 Οπου υπάρχει μεγάλη και πολύπλευρος αρετή, εκεί υπάρχει πολλή δύναμις και
πρόοδος. Οι ασεβείς όμως σύρριζα θα εξολοθρευθούν από την γην. Εις τας οικίας και
τας οικογενείας των δικαίων υπάρχει πολλή δύναμις πλούτου και αρετής. Τα δε
πλούτη των ασεβών θα καταστραφούν.
Παρ. 15,7 Τα χείλη των σοφών και ευσεβών είναι στενά συνδεδεμένα και αχώριστα με την
αληθή γνώσιν και σοφίαν, ενώ αι καρδίαι των ασυνέτων δεν έχουν σταθερόν
στήριγμα αλλ' εκτρέπονται απ' έδω και από εκεί.
Παρ. 15,8 Αι θυσίαι των ασεβών είναι αποκρουστικαί και μισηταί από τον Κυριον. Αι προσευχαί
όμως και τα τάματα αυτών, που συμμορφώνονται προς το θείον θέλημα, είναι
ευάρεστα και ευπρόσδεκτα από τον Θεόν.
Παρ. 15,9 Αποκρουστικαί και μισηταί ενώπιον του Κυρίου είναι αι πορείαι της ζωής του
ασεβούς. Εξ αντιθέτου δε ο Κυριος αγαπά εκείνους, οι οποίοι επιδιώκουν την αρετήν.
Παρ. 15,10 Η κατά Θεόν μόρφωσις του αγαθού και απονηρεύτου ανθρώπου γίνεται αμέσως
γνωστή και από αυτούς ακόμη τους περαστικούς. Οσοι όμως μισούν και
αποστρέφονται τους δικαίους ελέγχους, αποθνήσκουν κατά τρόπον επονείδιστον και
εξευτελιστικόν.
Παρ. 15,11 Αφού αυτός ούτος ο άδης και η χώρα της απωλείας των αμαρτωλών είναι ολοφάνερα
ενώπιον του Κυρίου, πως δεν είναι φανεραί ενώπιόν του και αι καρδίαι των
ανθρώπων;
Παρ. 15,12 Ο απαίδευτος και ανεπίδεκτος μαθήσεως άνθρωπος δεν θα αγαπήση ποτέ αυτούς που
τον ελέγχουν προς διόρθωσίν του. Με σοφούς και ενάρετους ανθρώπους δεν θα
θελήση ποτέ να συναναστροφή.
Παρ. 15,13 Οταν η καρδία χαίρη και ευφραίνεται από την αρετήν, το πρόσωπον είναι θαλλερόν
και χαρούμενον. Οταν όμως η καρδία ευρίσκεται υπό το κράτος λύπης, το πρόσωπον
αποκτά μελαγχολικήν και σκυθρωπήν όψιν.

515
Παρ. 15,14 Η καλή και αγαθή καρδία ζητεί να αποκτήση την αληθινήν γνώσιν και σοφίαν. Εξ
αντιθέτου το στόμα των ψυχικώς ακαλλιεργήτων και απαιδεύτων ανθρώπων θα
γνωρίζη και θα εκφράζη κακά μόνον νοήματα και έργα.
Παρ. 15,15 Οι πονηροί άνθρωποι καθ' όλον τον χρόνον της ζωής των στρέφουν περιδεείς ολόγυρα
τους οφθαλμούς των, αναμένοντες να εκσπάσουν εναντίον των τιμωρίαι και
συμφοραί. Εξ αντιθέτου οι αγαθοί ζουν καθ' όλον το διάστημα της ζωής των με
ησυχίαν και ειρήνην.
Παρ. 15,16 Είναι καλύτερον και προτιμότερον να έχη κανείς μικράν περιουσίαν με φόβον Κυρίου,
παρά να έχη πολλούς και μεγάλους θησαυρούς άνευ φόβου Θεού.
Παρ. 15,17 Καλύτερα και προτιμότερα είναι φιλοξενία με λάχανα, η οποία διαπνέεται από φιλίαν
και χάριν, παρά φιλοξενία με πλούσια φαγητά, από κρέας μόσχου, η οποία
διαποτίζεται από εχθρότητα και μίσος.
Παρ. 15,18 Ο ευερέθιστος και θυμώδης άνθρωπος υπεγείρει και προκαλεί φιλονεικίας και μάχας,
ενώ ο πράος και υπομονητικός προλαμβάνει και κατασιγάζει και την μέλλουσαν να
εκραγή φιλονεικίαν.
Παρ. 15,18α Ο πράος και υπομονητικός άνθρωπος θα κατασβέση τας φιλονεικίας και τας έριδας
και θα προλάβη δικαστικούς αγώνας, ενώ ο ασεβής μάλλον τας προκαλεί και τας
ανάπτει.
Παρ. 15,19 Οι δρόμοι της ζωής των οκνηρών και αέργων ανθρώπων είναι στρωμένοι με αγκάθια,
με θλίψεις και δυσκολίας. Ενῷ οι δρόμοι των εργατικών και δραστηρίων είναι ομαλοί
και ευκολοπεριπάτητοι.
Παρ. 15,20 Ο σοφός και συνετός υιός δίδει χαράν πολλήν και ευφροσύνην στον πατέρα του, ο δε
ασύνετος καταφρονεί και περιπαίζει την μητέρα του.
Παρ. 15,21 Οι τρόποι ζωής και ενεργείας του ασυνέτου είναι παράλογοι, ενώ ο συνετός και
φρόνιμος ανήρ πορεύεται την ορθήν κατεύθυνσιν.
Παρ. 15,22 Οι ασύνετοι άνθρωποι αναβάλλουν να εκπληρώσουν τας αποφάσεις, που έλαβαν τα
συνέδρια, διότι εν τη υψηλοφροσύνη των τα υποτιμούν. Εις τας καρδίας όμως των
συνετών αρχόντων γίνεται αποδεκτή η απόφασις, την οποίαν τους υποβάλλουν οι
σύμβουλοί των και τίθεται εις εφαρμογήν.
Παρ. 15,23 Ο κακός όμως άρχων δεν θα συμμορφωθή και δεν θα υπακούση εις την απόφασιν των
καλών συμβούλων του. Δεν θα είπη ποτέ κάτι το αξιόλογον και επωφελές δια τον
λαόν.
Παρ. 15,24 Αι σκέψεις και τα νοήματα του συνετού ανθρώπου είναι πορεία ζωής και ετσι αυτός
παρεκκλίνει από εσφαλμένας οδούς και σώζεται από τον θάνατον και τον άδην. .
Παρ. 15,25 Τα αρχοντικά σπίτια των αλαζόνων και υπερηφάνων κατακρημνίζει ο Κυριος,
προστατεύει όμως τα σύνορα του αγρού της χήρας εναντίον εκείνων, που τα
επιβουλεύονται.
Παρ. 15,26 Αποκρουστικαί και μισηταί είναι ενώπιον του Κυρίου αι άδικοι σκέψεις και
αποφάσεις, ενώ οι λόγοι των αγνών ανθρώπων, καθ' ο σεμνοί, είναι αρεστοί στον
Κυριον.
Παρ. 15,27 Ο δικαστής, που δωροδοκείται, καταστρέφει κατά πρώτον και κύριον λόγον τον
εαυτόν του. Εξ αντιθέτου ο δικαστής, ο οποίος αποστρέφεται και μισεί τα δώρα,
σώζεται από πολλάς οδυνηράς συνεπείας.
Παρ. 15,27α Με ελεημοσύνας, με την εντιμότητα και την αξιοπιστίαν καθαρίζονται αι αμαρτίαι
των ανθρώπων και με τον φόβον του Κυρίου αποφεύγει κάθε ευσεβής άνθρωπος το
κακόν.
Παρ. 15,28 Η διάνοια και η καρδία των δικαίων μελετά αληθείς και αξιοπίστους μαρτυρίας, ενώ
το στόμα των ασεβών δίδει ψευδείς και πονηράς αποκρίσεις.
Παρ. 15,28α Ευπρόσδεκτοι είναι ενώπιον του Κυρίου αι πορείαι της ζωής των ευσεβών ανθρώπων,
με τους καλούς των δε τρόπους κάμνουν και τους εχθρούς των ακόμη φίλους.
Παρ. 15,29 Ο Θεός ευρίσκεται πολύ μακράν και δεν ακούει τους ασεβείς ανθρώπους. Προσέχει

516
όμως τας προσευχάς των ευσεβών ανθρώπων.
Παρ. 15,29α Είναι καλύτερα και προτιμότερα ολίγα κέρδη με δικαιοσύνην, παρά πολλά υλικά
αγαθά με αδικίαν.
Παρ. 15,29β Ο νους του ανθρώπου πρέπει να σκέπτεται και η καρδία αύτού να δέχεται το δίκαιον,
το σύμφωνον με το θέλημα του Θεού, δια να ευοδωθούν αι πορείαι και αι ενέργειαι
αυτού.
Παρ. 15,30 Ο άδολος οφθαλμός, όταν βλέπη τα θαυμάσια της δημιουργίας η και καλά έργα των
ανθρώπων, ευφραίνει την καρδίαν. Ονομα δε καλόν και υπόληψις μεταξύ των
ανθρώπων λιπαίνει και τονώνει τα οστά και κάμνει χαρούμενον τον άνθρωπον.
Παρ. 15,32 Εκείνος που αποστρέφεται και απορρίπτει την αληθινήν παιδαγωγίαν και μόρφωσιν,
μισεί τον εαυτόν του. Εκείνος όμως, ο οποίος ακούει με προσοχήν και τηρεί με
προθυμίαν τους ορθούς ελέγχους, που του γίνονται, αγαπά την ψυχήν του.
Παρ. 15,33 Η ευλάβεια και ο φόβος προς τον Θεόν έχει ως καρπόν την αληθινήν παιδείαν και
σοφίαν. Και ο κατά Θεόν ευπαίδευτος από αυτήν την ζωήν θα αρχιση να δοξάζεται.

«Γλώσσα σοφών καλά»: Η γλώσσα των σοφών γνωρίζει τι να πει και


πώς να το πει.

«Εν παντί τόπω οφθαλμοί Κυρίου»: Ο Θεός είναι πάντων παντεπόπτης

«Ίασσης γλώσσης»: Οι γλυκείς λόγοι είναι θεραπευτικοί. Αυτός που


αγωνίζεται για να είναι γλυκομίλητος θα γεμίσει από Άγιο Πνεύμα. Απεναντίας ο
άφρων «εν σκότι πορεύεται».

«Θυσία ασεβών βδέλυγμα»: Ο συγγραφέας καταδικάζει τις θυσίες που


γίνονται με κακές διαθέσεις.

«Γνωρίζεται υπό των παριόντων»: Και από ένα περαστικό βλέμμα ο


αγαθός κατανοεί το πιόν κάποιου.

«Άδης και απώλεια»: Εάν ο Θεός βλέπει αυτούς που κρύβονται στα
καταχθόνια του άδη, τότε ασφαλώς μπορεί να εξετάσει και τις καρδιές των
ανθρώπων.

«Ουκ αγαπήσει απαίδευτος»: Ο άξεστος περιφρονεί και αποφεύγει τους


ενάρετους ανθρώπους οι οποίοι τον ελέγχουν.

«Μετά σοφών ουχ ομιλήσει»: Ο κακός δεν δύναται να συναναστραφεί με


ενάρετο.

«Καρδίας ευφραινομένης»: Το σώμα μας είναι διαφανές όπως το γυαλί,


517
κάθε παλμός της καρδιάς αντανακλάται στο πρόσωπο.

«Πάντα του χρόνου»: Οι μεμψίμοιροι, οι απαισιόδοξοι τα βλέπουν όλα


μαύρα οι δε αγαθοί «ησυχάζουσι» βαδίζουν τον δρόμο τους ατάραχοι.

«Κρείσσον ξενισμός»: Τίποτα δεν είναι ευχάριστο δίχως αγάπη.


Καλύτερα κάποιος να παρακαθίσει σε λιτό δείπνο όπου υπάρχει αγάπη, παρά σε
πλούσιο τραπέζι στο οποίο αυτή απουσιάζει.

«Αγνών δε ρήσεις»: Οι λόγοι των αγνών ανθρώπων είναι σεμνοί και


ιεροί, διότι ευχαριστούν τον Θεό.

«Καρδίαι δικαίων μελετώσι»: Οι δίκαιοι πριν μιλήσουν σκέπτονται, ενώ


οι ασεβείς απερίσκεπτα μιλούν.

«Δεκταί παρά Κυρίου»: Ο Κύριος δέχεται την ευσέβεια, με αυτήν οι


άνθρωποι ενώνονται με τον Θεό.

«Μακράν απέχει»: Ο Θεός ακούει τις προσευχές των ευσεβών, αλλά


στρέφει αλλού το αυτί του όταν οι ασεβείς προσεύχονται-φλυαρούν. «Καρδία
δικαία»: Αυτός που σκέπτεται τον Θεό μπορεί να διορθωθεί.

«Θεωρών οφθαλμός καλά»: Ένα καλό θέαμα γίνεται απόλαυση ψυχική.

«Ος απωθείται…μεισεί εαυτόν»: Αυτός που απωθεί την παιδεία,


απορρίπτει για τον εαυτό του το φάρμακο, ουσιαστικά μισεί τον εαυτό του.

«Φόβος Θεού παιδεία και σοφία»: Η Θεοσέβεια είναι η βάση του ορθού
ανθρώπινου βίου και της ανθρώπινης σοφίας. Διά της χριστιανικής θρησκείας
λύνονται όλα τα προβλήματα.

ΚΕΦΑΛΑΙΟ ΔΕΚΑΤΟ ΕΚΤΟ

Παρ. 16,1 Ολα τα έργα του ταπεινόφρονος και τα πλέον μυστικά είναι ολοφάνερα ενώπιον του
Θεού. Οι ασεβείς όμως και τα έργα των κατά την ημέραν της οργής του Θεοϋ θα
εξολοθρευθούν.
Παρ. 16,5 Ακάθαρτος είναι ενώπιον του Κυρίου κάθε επηρμένος και υπερήφανος. Και εκείνος ο
οποίος έδωσε το χέρι του στο χέρι άλλου, δια να επιβεβαιώση έτσι την αδικίαν, που θα
διαπράξη, δεν θα θεωρηθή αθώος ούτε και θα αποφύγη την δικαίαν τιμωρίαν.

518
Παρ. 16,7 Η αρχή και το θεμέλιον της εναρέτου ζωής είναι το να πράττη πάντοτε ο άνθρωπος το
δίκαιον, το σύμφωνον με το θέλημα του Θεού. Τα έργα δε της αρετής και της
δικαιοσύνης είναι περισσότερον ευπρόσδεκτα στον Θεόν από την προσφοράν θυσιών.
Παρ. 16,8 Εκείνος, ο οποίος ζητεί να εύρη τον Κυριον, θα αποκτήση την αληθινήν γνώσιν και
την αρετήν. Οσοι ειλικρινώς ζητούν τον Κυριον, θα εύρουν και θα απολαύσουν
ψυχικήν ειρήνην.
Παρ. 16,9 Ολα τα έργα του Κυρίου γίνονται πάντοτε μετά δικαιοσύνης. Εάν δε ο ασεβής δεν
τιμωρήται, φυλάσσεται δια να τιμωρηθή κατά την ημέραν της οργής του Κυρίου.
Παρ. 16,10 Μαντείον αληθείας υπάρχει εις τα χείλη του συνετού βασιλέως. Κατά δε την ώραν,
που δικάζει, δεν θα πλανηθή, ώστε το στόμα αυτού να εκφέρη πεπλανημένην
απόφασιν.
Παρ. 16,11 Ζυγαριά ακριβοδικαία είναι η δικαιοσύνη του Θεού. Αι δε αποφάσεις και αι κρίσστου
είναι δίκαιαι, όπως τα ακριβή ζύγια.
Παρ. 16,12 Αποκρουστικός και μισητός είναι, και πρέπει να είναι, στον συνετόν βασιλέα εκείνος,
που διαπράττει κακά έργα. Διότι η βάσις και η δύναμις του βασιλικού θρόνου είναι η
δικαιοσύνη.
Παρ. 16,13 Ευπρόσδεκτα είναι ενώπιον του συνετού βασιλέως τα χείλη, που εκφράζουν το ορθόν
και το δίκαιον. Αγαπᾷ δε ο βασιλεύς τους αληθινούς και συνετούς λόγους.
Παρ. 16,14 Η οργή όμως του βασιλέως εναντίον κάποιου είναι προάγγελος θανατικής καταδίκης
δι' εκείνον. Ο συνετός όμως και σοφός σύμβουλος θα φροντίση να εξευμενίση και να
καταπραΰνη τον εξωργισμένον βασιλέα.
Παρ. 16,15 Ο βασιλεύς και ο υιός του βασιλέως πρέπει να ευρίσκεται πάντοτε μέσα στο φως της
εναρέτου ζωής. Οι δε σοφοί και συνετοί σύμβουλοι γίνονται ευπρόσδεκτοι εις αυτόν,
όπως ευπρόσδεκτος γίνεται η οψιμος βροχή νέφους.
Παρ. 16,16 Αι φωλεαί της σοφίας, οι τόποι όπου ζουν και συσκέπτονται οι κατά Θεόν ενάρετοι,
είναι πολυτιμότεροι από τον χρυσόν. Αι φωλεαί αυταί της συνέσεως και φρονήσεως
είναι πολυτιμότεραι από το αργύριον.
Παρ. 16,17 Δρόμοι εναρέτου ζωής απομακρύνουν και προφυλάσσουν από συμφοράς. Οι δρόμοι
της δικαιοσύνης χαρίζουν μακρότητα ζωής. Εκείνος ο οποίος δέχεται την θείαν
παιδαγωγίαν και μόρφωσιν, θα ζήση και θα μείνη εν μέσω αγαθών. Εκείνος που
ακούει και τηρεί τους ορθούς ελέγχους, θα γίνη σοφός. Εκείνος που προσέχει τους
τρόπους της ζωής και της ενεργείας του, περιφρουρεί την ψυχήν του. Εκείνος που
αγαπά την ειρηνικήν και χαρούμενην ζωήν, φυλάσσει προσεκτικά το στόμα του, ώστε
να μη λαλή κατά τρόπον ενοχλητικόν και απερίσκεπτον.
Παρ. 16,18 Προ πάσης συντριβής προηγείται αλαζονεία και υπερηφάνεια. Προ πάσης δε
καταστρεπτικής πτώσεως υπάρχει η κακοφροσύνη.
Παρ. 16,19 Καλύτερος και προτιμότερος είναι ο πράος και ο ταπεινόφρων η εκείνος ο οποίος
ύστερα από νίκην μοιράζει τα λάφυρα με τους αλαζονικούς και υπερηφάνους
συμμάχους του.
Παρ. 16,20 Εκείνος ο οποίος φέρεται με σύνεσιν εις τας περιστάσεις και υποθέσεις της ζωής του,
θα εύρη το αγαθόν και την ευτυχίαν. Εκείνος που στηρίζει τας ελπίδας του στον Θεόν,
είναι αξιέπαινος και αξιομακάριστος.
Παρ. 16,21 Οι χωρίς την κατά Θεόν μόρφωσιν και ζωήν άνθρωποι ονομάζουν τους σοφούς και
συνετούς ασημάντους και ανοήτους. Οι γλυκομίλητοι όμως και φιλομαθείς θα
ακούσουν και θα μάθουν πολύ περισσότερα καλά και συνετά από τους σοφούς.
Παρ. 16,22 Η σύνεσις και η φρόνησις, δι' όσους την έχουν ως κτήμα των, είναι πηγή ζωής. Ενῷ η
παιδαγωγία των αφρόνων είναι κακή και επιβλαβής δια τους ιδίους.
Παρ. 16,23 Ο νους και η καρδία του αληθινά σοφού θα σκεφθή και θα μελετήση όσα λόγια
πρόκειται να βγουν από το στόμα του. Κατανοεί δε και γνωρίζει, όσα θα προφέρουν
τα χείλη του.
Παρ. 16,24 Οι καλοί λόγοι είναι γλυκείς και ωφέλιμοι, όπως η κηρήθρα. Αυτή δε η γλυκύτης των

519
καλών λόγων είναι θεραπεία και παρηγορία της ψυχής.
Παρ. 16,25 Υπάρχουν πορείαι της ζωής, αι οποίαι θεωρούνται ορθαί και ωφέλιμοι στους
ανθρώπους, αλλ' αι οποίαι καταλήγουν εν τέλει εις τα βάθη του άδου.
Παρ. 16,26 Καθε εργατικός άνθρωπος κοπιάζει δια τον εαυτόν του, δια να αποδιώξη την από την
πείναν καταστροφήν του. Ο διεστραμμένος όμως και αργόσχολος φέρει ο ίδιος στο
στόμα του τον όλεθρόν του.
Παρ. 16,27 Ο άμυαλος άνθρωπος σκάπτει με τα ίδια του τα χέρια τον λάκκον της δυστυχίας του.
Και επάνω εις τα χείλη του αποθησαυρίζει πυρ, το οποίον θα τον κατακαύση.
Παρ. 16,28 Ο διεστραμμένος άνθρωπος διασκορπίζει ολόγυρά του την δυστυχίαν, και με το
αναμμένο δαυλί της δολιότητός του ανάπτει πυρκαϊάς κακών γύρω του. Χωρίζει δέ με
τας διαβολάς και συκοφαντίας του φίλους αγαπητούς.
Παρ. 16,29 Ανθρωπος παράνομος αποπειράται κακά εναντίον των φίλων του και τους παρασύρει
εις δρόμους πονηρούς και ολεθρίους.
Παρ. 16,30 Προσηλώνει ατενώς το βλέμμα του εις κάποιον στόχον του, σκέπτεται διεστραμμένα
και με τα χείλη του εκφράζει και καθορίζει όλα τα κακά σχέδιά του. Αυτός είναι
αναμμένο καμίνι κακίας.
Παρ. 16,31 Το έντιμον και καλόν γήρας είναι στέφανος δόξης και καυχήσεως. Τέτοιο γήρας όμως
επιτυγχάνεται στους δρόμους της αρετής.
Παρ. 16,32 Καλύτερος και προτιμότερος είναι ανήρ υπαμονητικός και πράος από τον ισχυρόν.
Εκείνος δε ο οποίος κυριαρχεί επί του εαυτού του και συγκρατεί την οργήν του, είναι
καλύτερος από εκείνον που καταλαμβάνει πόλιν.
Παρ. 16,33 Ολα τα κακά, τα οποία κάμνουν οι ασεβείς, επέρχονται εναντίον αυτών των ιδίων.
Μονον δε το ορθόν και το δίκαιον ευλογείται και παρέχεται από τον Θεόν.

«Τα έργα του ταπεινού φανερά» «ακάθαρτος πας υψηλοκάρδιος» «χειρί..


χείρας»: Διά χειραψίας συμφώνησαν δύο άνθρωποι για να αδικήσουν.

«Αρχή οδού ποείν δίκαια»: Πρώτα πρέπει να είναι οι άνθρωποι δίκαιοι και
έπειτα ευσεβείς ή οτιδήποτε άλλο. Η δικαιοσύνη είναι ανώτερη των θυσιών.

«Ο ζητών τον Κύριον»: Οι ζητούντες τον Κύριο θα ειρηνεύουν και θα έχουν


καθαρή κρίση. Η δικαιοσύνη του Θεού είναι ακριβοδίκαιη.

«Βδέλυγμα βασιλεί»: Ο βασιλέας δεν πρέπει να θέλει το κακό και τους


κακούς διότι ο θρόνος του στηρίζεται στη δικαιοσύνη.

«Εκκλίνουσιν από κακών»: Φύγε μακριά από το κακό για να ζήσεις.

«Οι δε γλυκείς»: Η γλυκύτητα των χειλέων των διδασκάλων αυξάνει την


μάθηση των μαθητών. Η γλυκύτητα της γλώσσας είναι «ίασις ψυχής» είναι φάρμακο
για τα ψυχικά νοσήματα.

«Ανήρ σκολιός»: Ο ανάγωγος άνθρωπος φέρει στοιχεία διαλυτικά,

520
διαχωρίζει δια καταλαλιών τους επιστήθιους φίλους.

«Κρείσσον ανήρ»: Αυτός που συγκρατεί τον θυμό του, είναι ανώτερος απ’
αυτόν που καταλαμβάνει πύργο.

Κεφάλαιο δέκατο έβδομο

Παρ. 17,1 Καλύτερον και προτιμότερον είναι ξηρό ψωμί με χαρουμένη και ειρηνική καρδιά, με
ομόνοια και αγάπη, παρά σπίτι φιλονεικιών, έστω και γεμάτο από αγαθά και σφαχτά,
τα οποία απεκτήθησαν με αδικίας.
Παρ. 17,2 Ο έξυπνος και συνετός υπηρέτης θα γίνη κύριος στους ανοήτους κυρίους του. Μεταξύ
δε των παιδιών, υιών των κυρίων του, θα πάρη και αυτός μερίδιον.
Παρ. 17,3 Οπως καθαρίζεται ο άργυρος και ο χρυσός με τη φωτιά στο καμίνι, κατά παρόμοιον
τρόπον και αι εκλεκταί καρδίαι δια μέσου της παιδαγωγίας του Κυρίου γίνονται αγναί
και καθαραί.
Παρ. 17,4 Ο κακός, ο ρέπων προς το κακόν, ευχαριστείται να ακούη και να υπακούη στους
πονηρούς λόγους των παρανόμων. Ο ευσεβής όμως άνθρωπος καμμίαν προσοχήν δεν
δίδει εις χείλη, που λέγουν ψεύδη.
Παρ. 17,5 Εκείνος που εμπαίζει τον πτωχόν δια την πτωχείαν του, εξοργίζει τον ποιητήν και
δημιουργόν αυτού. Εκείνος που χαιρεκακεί, όταν βλέπη τον συνάνθρωπόν του να
καταστρέφεται, δεν θα θεωρηθή αθώος ούτε και θα μείνη ατιμώρητος. Εκείνος όμως
ο οποίος ευσπλαγχνίζεται και ελεεί, θα ελεηθή εκ μέρους του Θεού.
Παρ. 17,6 Δοξα και καμάρι των γερόντων είναι τα καλά παιδιά και τα εγγόνια των. Τιμή δε και
καύχημα των τέκνων είναι οι καλοί πρόγονοί των.
Παρ. 17,6α Του αξιοπίστου και ευσυνείδητου όλα τα χρήματα του κόσμου είναι ιδικά του, διότι
όλοι τον εμπιστεύονται. Εις δε τον αναξιόπιστον ούτε ένα οβολόν δεν εμπιστεύονται.
Παρ. 17,7 Δεν ταιριάζουν και ούτε δυνατόν είναι να υπάρξουν στον άφρονα χείλη, τα οποία θα
λέγουν αξιοπίστους λόγους. Οπως επίσης δεν ταιριάζουν και ούτε υπάρχουν στον
δίκαιον χείλη, τα οποία λέγουν ψεύδη.
Παρ. 17,8 Η αληθινή μόρφωσις, δι' όσους την έχουν και την χρησιμοποιούν, είναι πηγή τέρψεων
πνευματικών. Οπουδήποτε δε και αν στραφή ο κατά Θεόν μορφωμένος άνθρωπος, θα
κατευοδωθή εις τας ενεργείας του.
Παρ. 17,9 Εκείνος που παραβλέπει και σκεπάζει με αγάπην τα σφάλματα και τας αδυναμίας του
άλλου, ζητεί και αποκτά φίλους. Αντιθέτως εκείνος ο οποίος δεν σκεπάζει αλλά
διασαλπίζει αυτά, απομακρύνει από κοντά του και αυτούς ακόμη τους φίλους και
οικείους του, διότι τους γίνεται αποκρουστικός.
Παρ. 17,10 Και μία μόνη απειλή συντρίβει την ευαίσθητον καρδίαν του συνετού και φρονίμου
ανθρώπου. Ο άφρων όμως, και όταν ακόμη μαστιγώνεται, μένει αναίσθητος.
Παρ. 17,11 Αντίστασιν στο θέλημα του Θεού και αντιλογίας μεταξύ των ανθρώπων εγείρει και
προβάλλει ο κακός άνθρωπος. Δια τούτο ο Κυριος θα στείλη εναντίον του άσπλαγχνον
άγγελον να τον τιμωρήση.
Παρ. 17,12 Εις τους ώμους του μυαλωμένου και συνετού ανδρός επιφορτίζονται μέριμναι και
φροντίδες δια τους άλλους. Ενώ οι ασύνετοι και αργόσχολοι σκέπτονται πάντοτε το
κακόν.
Παρ. 17,13 Εκείνος ο οποίος ανταποδίδει κακά αντί αγαθών και των ευεργεσιών, που έλαβε,
αυτός θα ευρίσκεται πάντοτε υπό το κράτος θλίψεων, διότι τα κακά και η θεία
τιμωρία δεν θα απομακρυνθούν από τον οίκον του.
Παρ. 17,14 Η δικαιοσύνη και γενικώτερον η αρετή δίδουν κύρος και βαρύτητα εις τα λόγια του
δικαίου. Οπου όμως υπάρχει φιλονεικία και μάχη, εκεί επακολουθεί η φτώχεια.

521
Παρ. 17,15 Ο δικαστής, ο οποίος κρίνει και καταδικάζει τον δίκαιον ως άδικον, τον δε άδικον
ανακηρύσσει δίκαιον, ακάθαρτος, αποκρουστικός και μισητός είναι ενώπιον του
Κυρίου.
Παρ. 17,16 Τι χρησιμεύουν τα χρήματα στον άμυαλον άνθρωπον; Διότι με αυτά δεν θα
κατορθώση ποτέ να αποκτήση σοφίαν άνθρωπος, που δεν έχει καρδίαν επιδεκτικήν.
Παρ. 17,16α Εκείνος ο οποίος για λόγους εγωϊσμού και παρά την οικονομικήν του αδυναμίαν κτίζει
υψηλό το σπίτι του, επιζητεί μόνος του την πτωχείαν και συντριβήν. Οποιος δε
δυστροπεί και αποφεύγει να γνωρίση το θέλημα του Θεού θα περιπέση εις πολλά
κακά.
Παρ. 17,17 Εις κάθε περίστασιν και εις όλον τον χρόνον της ζωής σου φρόντιζε να έχης κάποιον
φίλον. Εις δε τας ανάγκας και περιπετείας της ζωής ας σου είναι χρήσιμοι και βοηθοί
οι αδελφοί σου, διότι δι' αυτόν τον σκοπόν γεννώνται.
Παρ. 17,18 Ο άμυαλος άνθρωπος καμαρώνει και χειροκροτεί τον εαυτόν του και μένει
ευχαριστημένος από τον εαυτόν του, όπως ακριβώς και εκείνος ο οποίος επιπολαίως
σκεπτόμενος δίδει εγγύησιν δια τους φίλους του.
Παρ. 17,19 Οποιος αγαπά τας αμαρτίας, χαίρει εις τας έριδας και τας φιλονεικίας. Εκείνος που
δια λόγους επιδείξεως κατασκευάζει υψηλόν και αρχοντικόν το σπίτι του, επιζητεί
μόνος την συντριβήν του.
Παρ. 17,20 Ο σκληρόκαρδος και αμετανόητος δεν θέλει να συναντάται με τους αγαθούς
ανθρώπους. Ανθρωπος ασταθής εις τα λόγια του, αυτός που λέγει και ξελέγει, θα
περιπέση εις πολλά κακά.
Παρ. 17,21 Η καρδία του άφρονος φέρει πόνους και θλίψεις εις αυτόν τον ίδιον, που την έχει. Ο
πατέρας δεν ευχαριστείται και δεν χαίρει δια τον αμόρφωτον και αγροίκον υιόν του.
Εξ αντιθέτου ο φρόνιμος και συνετός υιός ευφραίνει και χαροποιεί την μητέρα του.
Παρ. 17,22 Οταν η καρδία ευφραίνεται, ο όλος άνθρωπος αισθάνεται ευεξίαν. Εξ αντιθέτου όταν
ο άνθρωπος ευρίσκεται υπό το κράτος συνεχούς λύπης, αισθάνεται να ξηραίνωνται τα
οστά του.
Παρ. 17,23 Οταν κάποιος παίρνη κρυφίως δώρα, δια να αδικήση τον δίκαιον, δεν θα
κατευοδωθούν αι πορείαι της ζωής του. Ο δε ασεβής ξεφεύγει και παρεκτρέπεται, επί
ζημία του εαυτού του, από τας οδούς της δικαιοσύνης και της ευθυκρισίας.
Παρ. 17,24 Το πρόσωπον του σοφού ανθρώπου εκφράζει σύνεσιν και συστολήν, ενώ τα μάτια του
άφρονος γυρίζουν απερίσκεπτα προς όλα τα σημεία της γης.
Παρ. 17,25 Την οργήν του πατρός προκαλεί και εξεγείρει ο ασύνετος νέος, και οδύνην επιφέρει
εις την γεννήσασαν αυτόν μητέρα.
Παρ. 17,26 Δεν είναι καθόλου καλόν να επιβάλλωνται πρόστιμα στον άνδρα, ο οποίος έχει το
δίκαιον με το μέρος του. Ούτε είναι πρέπον και ειπιτετραμμένον να επιβουλεύεται
κανείς δικαίους άρχοντας.
Παρ. 17,27 Εκείνος, ο οποίος προσέχει να μη βγάζη από το στόμα του λόγια δηκτικά και
προσβλητικά, είναι συνετός και γνωστικός άνθρωπος. Ο υπομονητικός και πράος
είναι άνθρωπος φρόνιμος.
Παρ. 17,28 Και αυτός ακόμη ο αμόρφωτος, όταν ερωτά τους σοφούς δια να μάθη κάτι, θα
φαίνεται και θα θεωρήται φρόνιμος και σοφός. Αλλά και εκείνος ο οποίος θα σιωπά
και θα κάμνη τον βωβόν, θα θεωρηθή από τους άλλους επίσης φρόνιμος, χωρίς όμως
και να είναι.

«Ώσπερ δοκιμάζεται εν καμίνω»: Όπως τα μέταλλα καθαρίζονται στην φωτιά,


έτσι και διά των θείων δοκιμασιών οι ευγενικές ψυχές.
«Κακός υπακούει»: Ο κακός ευχαριστιέται, και τείνει το αυτί του προς τις
συκοφαντίες, αλλά ο δίκαιος αντιθέτως κλείνει τα αυτιά του μη θέλοντας να ακούει

522
κατάκριση.
«Καταγελών πτωχού»: Χαιρεκακία.
«Επιχαίρων»: Η εσωτερική χαιρεκακία.
«Μισθός χαρίτων παιδεία»: Η εν κόπων και μόχθων ανάπτυξη του νου αμείβει
διά χαρίτων τους ακολούθους της.
«Ως κρύπτει»: Η πραγματική αγάπη ζητά πάντοτε να κρύπτει τα σφάλματα των
άλλων.
«Συντρίβει»: Μία ελαφριά παρατήρηση πληγώνει την ευαίσθητη καρδιά του
συνετού και το πρόσωπό του γίνεται κατακόκκινο από ντροπή.
«Άφρων δε μαστιγωθείς»: Ο αναιδής όμως δεν παίρνει είδηση ούτε από εκατό
μαστιγώματα, είναι και παραμένει αναίσθητος.
«Αντιλογίας εγείρει»: Πρόκειται για την ανταρσία κατά του Θεού.
«Εμπεσίται μέριμνα»: Στον συνετό άνθρωπο δεν περισσεύει χρόνος για να
ασχοληθεί με το κακό.
«Κακά αντί αγαθών»:Το να ανταποδίδει κανείς κακό αντί αγαθού, είναι
υπέρτατη πώρωση.
«Στάσις και μάχη»: Από τη γλώσσα παράγεται το γλυκό και το πικρό.
«Ινατί υπήρξε χρήματα»; Τι του χρειάζονται του άφρονος τα χρήματα; Να
αγοράσει την σοφία; Αυτή δεν αγοράζεται με χρήματα.
«Φίλος υπαρχέτω σοι»: Καλοί είναι οι φίλοι για συνεργασία, συνομιλία,
συνδιασκέδαση κ.λ.π. αλλά στην ανάγκη την πόρτα του αδελφού θα χτυπήσεις.
«Κρείσσον φίλος εγγύς η αδελφός μακράν οικών»: Όταν κρυώσει η αδελφική
αγάπη, εκεί ίσταται η ανάγκη του φίλου.
«Φιλαμαρτήμων»: Όχι απλώς αυτός που αμαρτάνει, αλλά αυτός που αγαπά την
αμαρτία, βρίσκει απόλαυση στις λογομαχίες.
«Οργή πατρί»: Ο ασύνετος υιός είναι απελπισία για τους γονείς του.

Κεφάλαιο δέκατο όγδοο

Παρ. 18,1 Προφάσεις ζητεί εκείνος, ο οποίος θέλει και επιδιώκει να χωρισθή από τους φίλους
του. Αυτός όμως θα είναι πάντοτε άξιος κατακρίσεως και χλευασμού.
Παρ. 18,2 Ο ασύνετος και άμυαλος άνθρωπος, σκοτισμένος από τον εγωϊσμόν του, δεν
αισθάνεται την ανάγκην να συμβουλευθή σοφούς. Δι' αυτό και σύρεται τήδε κακείσε
από την αμυαλωσύνην του.
Παρ. 18,3 Οταν ο ασεβής και χωρίς φόβον Θεού άνθρωπος πάρη τον κατήφορον και ολισθήση
εις βάθος κακών, αναίσχυντος πλέον και πωρωμένος καταφρονεί τους πάντας. Δια
τούτο επέρχεται εναντίον του ο εξευτελισμός και η καταισχύνη.

523
Παρ. 18,4 Ο λόγος, που αναβλύζει από την καρδίαν του συνετού ανθρώπου, είναι τόσον βαθύς
και ωφέλιμος, όπως το ανεξάντλητον ύδωρ ενός βαθέος φρέατος. Ποταμός δε
αναβλύζει από την ψυχήν του και πηγή ύδατος ζωής από το στόμα του.
Παρ. 18,5 Το να θαυμάζη κανείς το πρόσωπον και την ζωήν του ασεβούς δεν είναι ορθόν· ούτε
δε και είναι πρέπον και σύμφωνον προς το θέλημα του Θεού να διαστρέφη κανείς το
δίκαιον κατά την ώραν της δίκης.
Παρ. 18,6 Τα λόγια που βγαίνουν από το στόμα του ασύνετου, τον οδηγούν εις πειρασμούς και
καταστροφάς. Το δε θρασύ του στόμα με τα προκλητικά του λόγια είναι, σαν να
προκαλή εναντίον του τον θάνατον.
Παρ. 18,7 Το στόμα του άφρονος είναι η καταστροφή του και τα λόγια των χειλέων του είναι
παγίς, όπου συλλαμβάνεται και καταστρέφεται η ζωή του.
Παρ. 18,8 Οι οκνηροί και απρόθυμοι εις την εργασίαν καταβάλλονται από φόβον, οι δε
θηλυπρεπείς και μαλθακοί θα πεινάσουν.
Παρ. 18,9 Εκείνος ο οποίος δεν καταπολεμεί την οκνηρίαν και δεν προσπαθεί να εξυπηρετήση
τον εαυτόν του με την εργατικότητά του, αυτός είναι όμοιος με εκείνον, που οδηγεί
τον εαυτόν του στον όλεθρον.
Παρ. 18,10 Το όνομα του Κυρίου είναι όνομα μεγαλοπρεπείας και παντοδυναμίας. Εις αυτό όταν
καταφεύγουν οι δίκαιοι, υψώνονται και δοξάζοναι.
Παρ. 18,11 Η περιουσία του ευσεβούς πλουσίου είναι ασφαλής, όπως η οχυρά πόλις· η δόξα δε
αυτής τον επισκιάζει και τον επαναπαύει.
Παρ. 18,12 Η υψηλοφροσύνη της καρδίας προηγείται από την συντριβήν του αλαζόνος, όπως και
η ταπεινοφροσύνη προηγείται από την δόξαν του ταπεινού.
.
Παρ. 18,13 Εκείνος ο οποίος δίδει απάντησιν, πριν ακούση τι του λέγουν, είναι ασύνετος και
εντροπιάζεται.
Παρ. 18,14 Τον θυμόν ενός οργισμένου κυρίου ημπορεί να καταπραΰνη και διαλύση ένας συνετός
υπηρέτής. Τον μικρόψυχον όμως και λεπτολόγον άνθρωπον ποιός ημπορεί να τον
υποφέρη;
Παρ. 18,15 Ο νους και η καρδιά του συνετού ανθρώπου ζητεί και αποκτά συνεχώς την αληθινήν
γνώσιν. Τα αυτιά δε των σοφών ευχαριστούνται να ακούουν υψηλάς εννοίας.
Παρ. 18,16 Το δώρον, που με αγάπην και φιλίαν προσφέρει κανείς, ανοίγει εμπρός του πλατείς
τους δρόμους της προόδου και επιτυχίας, και τον βάζει να καθήση κοντά εις άρχοντας
και επισήμους.
Παρ. 18,17 Ο δίκαιος, όταν παρασυρθή εις κάποιαν αδικίαν, πρώτος θα κατηγορήση τον εαυτόν
του ενώπιον του δικαστηρίου, διότι εάν τον προλάβη ο κατήγορός του και τον ελέγξη,
η θέσις του θα επιβαρυνθή.
Παρ. 18,18 Η άφωνος κλήρωσις καταπαύει αντιθέσεις και φιλονεικίας. Και κατά τας διαφωνίας
των αρχόντων ο ανασυρόμενος κλήρος ορίζει το ορθόν.
Παρ. 18,19 Αδελφός, όταν με αγάπην βοηθήται από τον αδελφόν, είναι ωσάν ωχυρωμένη και
απόρθητος πόλις, κτισμένη επάνω εις υψηλόν μέρος. Είναι δε ισχυρός ωσάν το
ασάλευτον ανάκτορον, που έχει θεμελιωθή εις στερεόν έδαφος.
Παρ. 18,20 Από τα λόγια του, ωσάν από άλλους καρπούς, θα γεμίση κάθε άνθρωπος την ψυχήν
του. Από τα λόγια του τα καλά η κακά θα πλημμυρίση και θα χορτάση ο ίδιος.
Παρ. 18,21 Εις την εξουσίαν της γλώσσης είναι ο θάνατος και η ζωη. Οσοι κατορθώνουν να
συγκρατούν την γλώσσαν των, θα φάγουν τους γλυκείς και θρεπτικούς αυτής
καρπούς.
Παρ. 18,22 Εκείνος, που με τον φωτισμόν του Θεού ευρήκε σύζυγον ενάρετον, επέτυχε πολλάς
ωφελείας και κέρδη. Επῇρε από τον ίδιον τον Θεόν ήρεμον και ευχέριστον ζωήν.
Παρ. 18,22α Οποιος όμως διώχνει την ενάρετον σύζυγόν του, διώχνει μαζή με αυτήν και τα αγαθά.
Εκείνος δε ο οποίος κρατεί πλησίον του και συζή με μοιχαλίδα, είναι ασύνετος και
ασεβής ενώπιον του Θεού.

524
Ο κακός φίλος «προφάσεις ζητεί». Όποιος ψάχνει να βρει προφάσεις θα τις
βρει. Υπάρχουν πολλές.

«Εν παντί καιρός επονείδειστος»: Η φιλία πρέπει να είναι αδιάσπαστη σε


καλοκαιρία και σε κακοκαιρία.

«Ου χρείαν έχει ενδεής»: Ο ασύνετος όταν βρεθεί μπροστά σε ένα πρόβλημα
δεν αισθάνεται την ανάγκη να συμβουλευτεί κανέναν, αλλά θέλει μόνος του, με τις
δικές του δυνάμεις να το λύσει.

«Πριν ακούσαι»: Ο συνετός δεν διακόπτει τον ανώτερό του.

Η ταπείνωση του δικαίου: «δίκαιος εαυτού κατήγορος».

«Αδελφός υπ’ αδελφού»: Εγκώμιο της αδελφικής σύμπνοιας και


αλληλοβοήθειας. Όμοιο με το «Ιδού δη τι καλόν ή τι τερπνόν αλλ’ η το κατοικείν».
(ψαλμ. 132).

Κεφάλαιο δέκατο ένατο

Παρ. 19,3 Η απερισκεψία του ανθρώπου καταστρέφει τας πορείας της ζωής του. Αυτός δε
εσωτερικώς κατηγορεί τον Θεόν ως αίτιον του ολέθρου του.
Παρ. 19,4 Ο πλούτος προσθέτει πολλούς φίλους, ανειλικρινείς κατά κανόνα και κόλακας, ο
πτωχός όμως άνθρωπος εγκαταλείπεται πολλάκις και από αυτόν τον υπάρχοντα
μοναδικόν φίλον του.
Παρ. 19,5 Ο ψευδομάρτυς δεν θα μείνη ατιμώρητος, αν οχι παρά των ανθρώπων, ασφαλώς όμως
από τον Θεόν. Αλλά και εκείνος ο οποίος εισάγει εις δίκην τον αθώον, δεν θα διαφύγη
την παρά του Θεού τιμωρίαν.
Παρ. 19,6 Πολλοί είναι εκείνοι, οι οποίοι υπηρετούν τους βασιλείς, ένας όμως κακός αυλικός
υπηρέτης γίνεται αιτία εξευτελισμού του βασιλέως.
Παρ. 19,7 Εκείνος που μισεί τον πτωχόν αδελφόν του, θα είναι μακράν και θα στερηθή από κάθε
φιλίαν, δηλαδή ο κακός αδελφός είναι απαράδεκτος στους άλλους ως φίλος. Η καλή
και συνετή γνώσις θα πλησίαση εκείνους, οι οποίοι γνωρίζουν την αξίαν της και την
επιζητούν. Καθε δε συνετός και φρόνιμος ανήρ θα την αναζητήση και θα την εύρη.
Εκείνος ο οποίος συνεχώς διαπράττει πολλά κακά, και έχει συνηθίσει και προχωρεί
μέχρι τέλους εις την διάπραξιν του κακού, όπως και αυτός που με τα λόγια του
εξερεθίζει εις φιλονεικίας και μάχας τους άλλους, εν τέλει δεν θα κατορθώσουν να
διασωθούν.
Παρ. 19,8 Εκείνος ο οποίος συνεχώς προσπαθεί να αποκτά σοφίαν και σύνεσιν, αυτός πράγματι
αγαπά τον εαυτόν του. Εκείνος δε ο οποίος διαφυλάττει και τηρεί την φρόνησιν, θα
εύρη ασφαλώς αγαθά, υλικά και πνευματικά.
Παρ. 19,9 Κανείς ψευδομάρτυς δεν θα μείνη ατιμώρητος, αν οχι από τους ανθρώπους βεβαίως
όμως από τον Θεόν. Εκείνος δε ο οποίος ανάπτει πυρκαϊάς κακίας, θα εξολοθρευθή

525
από αυτήν ταύτην την κακίαν.
Παρ. 19,10 Εις τον άμυαλον και ασύνετον δεν συμφέρει η τρυφηλή ζωή και τα άφθονα υλικά.
Οπως επίσης εάν ένας δούλος ανελθη εις τα ανώτατα αξιώματα, θα κυβερνά με
αλαζονείαν και έπαρσιν, πράγμα το οποίον δεν συμφέρει ούτε αυτόν ούτε τους
άλλους.
Παρ. 19,11 Ο ελεήμων και γεμάτος καλωσύνην ανήρ είναι υπομονητικός και πράος, έστω και αν
συναντά την αχαριστίαν. Οπωσδήποτε όμως ο έπαινος και η δόξα του δια τας
καλωσύνας του θα πέση επάνω στους παρανόμους και θα τους αποστομώση.
Παρ. 19,12 Η απειλή του βασιλέως είναι ομοία με τον βρυχηθμόν του λέοντος, εξ αντιθέτου δε η
ιλαρότης και η καλωσύνη του προσώπου του ομοιάζει με την δρόσον, η οποία
σταλάζει ζωογόνος στο χορτάρι.
Παρ. 19,13 Ο αμυαλος και ασύνετος υιός είναι εντροπή δια τον πατέρα. Ταματα προερχόμενα
από χρήματα πωλουμένης πόρνης δεν είναι καθαρά και ευπρόσδεκτα ενώπιον του
Κυρίου.
Παρ. 19,14 Οι μεν γονείς διαμοιράζουν εις τα παιδιά των τα σπίτια και την άλλην περιουσίαν· εκ
μέρους όμως του Κυρίου ταιριάζεται η καλή γυναίκα προς τον άνδρα, ως ανεκτίμητος
δι' αυτόν περιουσία.
Παρ. 19,15 Δειλία καταλαμβάνει τον θηλυπρεπή και μαλθακόν, ο δε οκνηρός, που αποφεύγει την
εργασίαν, θα πεινάση.
Παρ. 19,16 Εκείνος ο οποίος φυλάττει τας εντολάς του Θεού, διατηρεί επί μακρόν την ζωήν του
και προφυλάσσει την ψυχήν του. Εκείνος όμως που αδιαφορεί δια την διαγωγήν του
και τον τρόπον της ζωής του, θα εξολοθρευθή.
Παρ. 19,17 Οποιος ελεεί τον πτωχόν δανείζει τον Θεόν. Ανάλογα δέ με την ελεημοσύνην του θα
λάβη και εκ μέρους του Θεού την ανταπόδοσιν.
Παρ. 19,18 Παιδαγώγει και μόρφωνε το παιδί σου με σύνεσιν, με στοργήν και με αυστηρότητα.
Διότι έτσι θα υπάρξουν πολλαί καλαί ελπίδες προόδου και επιτυχίας του εις την ζωήν.
Προτίμα την κατά Θεόν μόρφωσιν του παιδιού σου, και μη αλαζονεύεσαι δι' αυτόν η
δια την περιουσίαν, την οποίαν τυχόν θα του αφήσης.
Παρ. 19,19 Ο κακόμυαλος άνθρωπος θα υποστή πολλάς τιμωρίας. Εάν δέ, σαν άλλη
καταστρεπτική επιδημία, σκορπίζη το κακόν και την συμφοράν, θα διακινδυνεύση να
χάση και αυτήν την ζωήν του.
Παρ. 19,20 Ακουε, παιδί μου, και συμμορφώσου προς την παιδαγωγίαν του πατρός σου, δια να
γίνης και να μείνης σοφός μέχρι των γηρατείων σου.
Παρ. 19,21 Πολλοί και διάφοροι και παροδικοί λογισμοί και σχέδια πλημμυρίζουν την καρδίαν
του ανθρώπου. Αλλά η βουλή του Κυρίου μένει πάντοτε η ιδία, αγαθή και ωφέλιμος.
Παρ. 19,22 Εις κάθε άνθρωπον η ελεημοσύνη είναι καρπός ωφέλιμος δι' αυτόν τον ίδιον.
Προτιμότερος και καλύτερος είναι ο δίκαιος πτωχός από τον ψεύστην πλούσιον.
Παρ. 19,23 Ο φόβος και η ευλάβεια προς τον Κυριον οδηγεί τον άνθρωπον εις την αληθινήν και
μακαρίαν ζωήν. Εκείνος όμως που δεν φοβείται τον Θεόν, θα κατοικήση εις τόπους,
όπου δεν υπάρχει η αληθινή γνώσις αλλ' επικρατεί το σκότος της πλάνης.
Παρ. 19,24 Ο οκνηρός, που κρύβει και σταυρώνει τα χέρια του στο στήθος του από τεμπελιά, με
αυτά τα χέρια του δεν θα προσφέρη τροφήν στο στόμα του.
Παρ. 19,25 Οταν ο διεφθαρμένος και επιβλαβής εις την κοινωνίαν άνθρωπος τιμωρήται με
μαστιγία, και αυτός ακόμη ο ασύνετος βλέπων την τιμωρίαν γίνεται προσεκτικός. Εάν
ελέγχης άνδρα συνετόν, θα αντιληφθή το σφάλμα του και θα διορθωθή.
Παρ. 19,26 Εκείνός που εξευτελίζει και υβρίζει τον πατέρα του, όπως και αυτός που σπρώχνει με
αναίδειαν και ασέβειαν την μητέρα του, θα κατεντροπιασθή και θα γίνη επονείδιστος
εν μέσω της κοινωνίας.
Παρ. 19,27 Παιδί, που θα καταφρονήση και θα παραμελήση την πατρικήν παιδαγωγίαν, αυτό θα
στρέψη την προσοχήν και το ενδιαφέρον του εις τας πονηράς εισηγήσεις και
προτροπάς κακών ανθρώπων.

526
Παρ. 19,28 Ο γονεύς, ο οποίος δίδει εγγύησιν δια το παιδί του το άμυαλο και ασύνετον,
κατεξευτελίζει και προσβάλλει το δικαίωμα και την θέσιν του ως πατρός. Τα στόματα
των ασεβών καταπίνουν τους νόμους της δικαιοσύνης· δηλαδή καταπατούν τους
νόμους, παραβαίνουν τον λόγον, που έδωσαν.
Παρ. 19,29 Ποιναί βαρείαι ετοιμάζονται δια τους διεφθαρμένους και ανήθικους, όπως επίσης
τιμωρίαι επιφυλάσσονται και δια τους άφρονας, που παρεκτρέπονται.

«Ο σπέυδων τοις ποσίν αμαρτάνει»: Δηλ. όποιος βιάζεται σκοντάφτει.

«Αφροσύνη ανδρός λυμαίνεται»: Διαστρέφει την οδό του την οδηγεί στην
δυστυχία.

Ο Θεός κανέναν δεν πειράζει (Ιακ. 1,13) πως λοιπόν κάποιος κατακρίνει τον
Θεό για ένα δυστύχημά του, ενώ το φταίξιμο είναι δικό του;

«Πλούτος…φίλους»: Οι πλούσιοι έχουν πολλούς φίλους. Είναι όμως


πραγματικοί φίλοι ή κόλακες;

«Αδελφόν πτωχόν μισεί»: Ο κακός αδελφός δεν μπορεί να είναι και καλός
φίλος.

«Ο πολλά κακοποιών.. ου σωθήσεται»: Κακός είναι και την κακία εκτελεί.

«Ο κτώμενος φρόνησιν… φυλάσσει»: Η απόκτηση των υλικών και


πνευματικών αγαθών είναι καλή, όμως η διαφύλαξη αυτών είναι καλύτερη.

«Μάρτυς ψευδής»: Οι ποινές των ψευδομαρτύρων είναι αυστηρές (Δευτερ.


19,6)

«Ου συμφέρει άφρονι τρυφή»: Ο πλούτος είναι καλός για κείνον ο οποίος
επωφελείται απ’ αυτόν για να εκτελέσει τα καθήκοντά του. ο άφρων όμως θα γίνει
υποχείριο του πλούτου.

«Ελεήμων… μακροθυμεί»: Ο ελεήμων σπείρει κατ’ επανάληψη στην πέτρα


της αχαριστίας. Όμως δεν πρέπει πάντοτε να αναμένει την ευγνωμοσύνη.

«Πολλοί λένε «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα», όμως ο παροιμιαστής επιμένει ότι η


ιερότητα του σκοπού δεν εξαγνίζει τα αισχρά μέσα.

527
«Δανείζει Θεώ ο ελεών πτωχόν»: Θέλεις λοιπόν να έχεις τον Θεό για χρεώστη
και όχι για δικαστή; Τότε ελέησε των πτωχό.

«Παίδευε υιόν»: Ο πατέρας έχει πολλές ελπίδες όταν είναι αυστηρός με το


παιδί του.

«Καρπός ανδρί ελεημοσύνη»: Ο ελεήμων πλούσιος ομοιάζει με δένδρο που


απλώνει τις ρίζες του αλλά «κρείσσων πτωχός»: Ο ελεήμων πτωχός καρποφορεί
καλύτερα και περισσότερο απ’ ότι ο πλούσιος.

«Λοιμού μαστιγουμένου άφρων»: Λοιμός είναι ο έσχατος βαθμός πωρώσεως.

«Ο ατιμάζων πατέρα»: Μη κλωτσάς τα γονικά σου θα το βρεις απ’ τα παιδιά


σου, λέει μία λαϊκή μας παροιμία.

Κεφάλαιο εικοστό

Παρ. 20,1 Ο πολύς οίνος οδηγεί εις την ακολασίαν, η δε μέθη εις την μωράν αλαζονείαν και την
αδιαντροπιάν. Καθε μικρόμυαλος εις αυτά περιπλέκεται και εξευτελίζεται.
Παρ. 20,2 Η απειλή του βασιλέως και γενικώτερον του ισχυρού δεν διαφέρει από τον θυμόν του
εξηγριωμένου λέοντος. Οποιος τον εξερεθίζει, εκθέτει εις κίνδυνον την ιδίαν του ζωήν.
Παρ. 20,3 Μεγάλη τιμή και δόξα είναι δια τον άνθρωπον να αποφεύγη τας ύβρεις και τους
εμπαιγμούς εναντίον των άλλων. Καθε όμως ασύνετος περιπλέκεται εις αυτά τα κακά.
Παρ. 20,4 Ο οκνηρός δεν εντρέπεται, όταν γίνεται αντικείμενον εξευτελισμών και ονειδισμών εκ
μέρους των άλλων. Ομοίως δεν εντρέπεται και εκείνος, που ζητεί δάνεια εις καιρόν,
κατά τον οποίον οι άλλοι θερίζουν και συγκομίζουν.
Παρ. 20,5 Ωσάν το ανεξάντλητο νερό, που υπάρχει στο βαθύ πηγάδι, είναι αι συνεταί γνώμαι
και αποφάσεις, που υπάρχουν εις την καρδίαν του φρονίμου ανδρός. Ο δε συνετός και
φρόνιμος θα αντλήση μέχρι τέλους αυτάς και θα τας χρησιμοποίηση, όπου πρέπει.
Παρ. 20,6 Μεγάλο πράγμα αυτό το δημιούργημα του Θεού, που λέγεται άνθρωπος. Πολύτιμος
όμως είναι ο ελεήμων. Το να εύρης όμως ένα άνθρωπον πιστόν εις τα έργα και εις τα
λόγια, είναι πολύ δύσκολον.
Παρ. 20,7 Ο γονεύς, ο οποίος ζη και συμπεριφέρεται με αρετήν και έχει άμεμπτον παράδειγμα,
θα αφήση ευτυχισμένα τα παιδιά του.
Παρ. 20,8 Οταν επί του θρόνου καθίση ενας βασιλεύς ενάρετος και συνετός, δεν ημπορεί να
σταθή ενώπιον των οφθαλμών του κανένα πονηρόν και κανείς πονηρός.
Παρ. 20, 9 Ποιός από τους ανθρώπους ημπορεί να καυχηθή ότι έχει αγνήν και καθαράν την
καρδίαν από τον ρυπον της αμαρτίας; Η ποιός ημπορεί να είπη με παρρησίαν, ότι εγώ
είμαι καθαρός από κάθε αμαρτίαν; Κανείς.
Παρ. 20,20 Θα σβήση η φλόγα της ζωής εκείνου, ο οποίος κακολογεί τον πατέρα του η την
μητέρα του. Θα σβήσουν και θα καλυφθούν από το σκοτάδι αι κόραι των οφθαλμών
του, ώστε να μη μπορή να βλέπη.
Παρ. 20,21 Μερίδιον από την πατρικήν κληρονομίαν, το οποίον αρπάζεται βιαίως και προ
καιρού, δεν πρόκειται εν τέλει να έχη την ευλογίαν του Θεού.
Παρ. 20,22 Μη είπης ότι θα εκδικηθώ και θα τιμωρήσω τον εχθρόν μου. Αλλά δείξε υπομονήν

528
απέναντι του Κυρίου, και εις αυτόν ανάθεσε την αποδόσιν του δικαίου σου, δια να σε
βοηθήση και σε προστατεύση.
Παρ. 20,10 Ζυγια δόλια, μεγαλύτερα του κανονικού δια την αγοράν και μικρότερα του κανονικού
δια την πώλησιν, και διπλά μέτρα χωρητικότητος δια τα υγρά προϊόντα, και τα δύο
είναι ακάθαρτα ενώπιον του Κυρίου, όπως επίσης και εκείνος, ο οποίος τα
κατασκευάζει και τα χρησιμοποιεί.
Παρ. 20,11 Ο νέος, ο οποίος συμπορεύεται και ακολουθεί τους τρόπους ζωής του οσίου, του
ενάρετου, θα υποστή βαθείαν την αγαθήν επίδρασιν από το καλό παράδειγμα εκείνου
και θα είναι ευθεία η πορεία της ζωής του.
Παρ. 20,12 Το αυτί ακούει και το μάτι βλέπει και τα δύο όμως είναι έργα του Θεού και εις δόξαν
Θεού και δια το καλόν του ανθρώπου πρέπει να χρησιμοποιούνται.
Παρ. 20,13 Μη ευχαριστήσαι στο να κατακρίνης άλλους, δια να μη σε αποπέμψουν εκ μέσου
αυτών εκείνοι και καταστραφής. Ανοιξε τα μάτια σου καλά, ώστε να διακρίνης και να
ακολουθής πάντοτε το ορθόν και το πρέπον, και τότε θα χορτάσης από αγαθά.
Παρ. 20,23 Αποκρουστικά και μισητά είναι ενώπιον του Κυρίου τα διπλά ζύγια, όπως επίσης δεν
είναι αρεστή και καλή ενώπιον του Κυρίου η ψεύτικη ζυγαριά.
Παρ. 20,24 Από το πανάγαθον Θεόν κατευθύνονται αι πορείαι της ζωής και τα γεγονότα του βίου
του ανθρώπου. Ο δε θνητός και πτωχός εις την νόησιν άνθρωπος πως είναι δυνατόν εξ
εαυτού να κατανοήση τους δρόμους της ζωής, που πρέπει να βαδίση;
Παρ. 20,25 Το να σπεύδη κανείς να τάξη απερισκέπτως κάτι από όσα του ανήκουν, είναι δυνατόν
να του δημιουργήση κίνδυνον και παγίδα, διότι μετά το τάξιμο συμβαίνει οι
απερίσκεπτοι να μετανοούν δι' αυτό.
Παρ. 20,26 Ο σοφός βασιλεύς λιχνίζει και ξεχωρίζει από τους καλούς τους κακοποιούς και τους
ασεβείς· και αυτός θα επιβάλλη εις αυτούς την δύναμιν και τας κυρώσστου νόμου.
Παρ. 20,27 Φως Κυρίου, καθοδηγητικόν εις την ζωήν του ανθρώπου, είναι η ζωογόνος πνοη, την
οποίαν ο δημιουργός του ενέπνευσε. Ο Θεός ερευνά και βλέπει ολοκάθαρα όλα όσα
είναι αποκεκρυμμένα και αποταμιευμένα εις την καρδίαν και το εσωτερικόν του
ανθρώπου.
Παρ. 20,28 Η ελεημοσύνη και η αλήθεια, όπως και γενικώτερον η αρετή, είναι η ασφαλής φρουρά
η στηρίζουσα τον βασιλέα. Αυταί αι αρεταί θα περικυκλώσουν και θα ασφαλίσουν με
δικαιοσύνην τον θρόνον του.
Παρ. 20,29 Στολισμός δια τους νέους είναι η σοφία και η σύνεσις. Δοξα δε των γερόντων είναι τα
άσπρα μαλλιά, τα οποία μαρτυρούν πείραν, σύνεσιν και αρετήν.
Παρ. 20,30 Μωλωπίσματα στο πρόσωπον από κτυπήματα, και συντρίμματα οστών θα
συναντήσουν τους κακούς εις την πορείαν της ζωής των. Πληγαί δε και ασθένειαι
οδυνηραί θα απλωθούν έως τα βάθη του εσωτερικού των.

«Οίνος»… «υβριστικόν»: Είναι ακόλαστος ο οίνος διότι ο μεθυσμένος φωνάζει


και υβρίζει.

«Ουκ αισχύνεται»: Ο οκνηρός δεν ντρέπεται ούτε όταν ονειδίζεται.

«Ύδωρ βαθύ»: Η σκέψη παρομοιάζεται με ύδωρ φρέατος βαθέως. Όπως ο


μηχανικός φέρνει το νερό στη επιφάνεια με αντλίες, έτσι και ο ψυχολόγος, ο καλός
στοχαστής, μπορεί να αντλήσει τις σκέψεις δι’ ερωτοαποκρίσεων.

«Μέγα άνθρωπος»: Ο άνθρωπος είναι το ωραιότερο δημιούργημα.

529
«Τίμιος ανήρ ελεήμων»: Ο ελεήμων όμως είναι πολυτιμότερος.

«Αναστρέφεται άμωμος»: Αγαθοί γονείς έχουν και αγαθούς απογόνους.

«Εν οφθαλμοίς αυτού»: Δηλ. μόνο το βλέμμα του βασιλέως είναι σε θέση να
ζυγίζει τα πάντα και τους πάντες. Προφανώς ο παροιμιαστής μιλά για τον ιδανικό
βασιλέα.

«Μη είπης τίσομαι»: Ο άνθρωπος κινείται με ορμή προς την εκδίκηση, διά τούτο
συνιστάται η μακροθυμία.

«Νεανίσκος μετά οσίου»: Όμοιο με το δικό μας «μ’ όποιον δάσκαλο καθίσεις».

«Παρά Κυρίου ευθύνεται»: Η ανθρώπινη ζωή ρυθμίζεται από τον Θεό.

«Λικμήτωρ ασεβών βασιλέων»: Πόσο απαραίτητος είναι ο καλός και δίκαιος


βασιλέας.

«Ταμιεία κοιλίας»: Τα βάθη του ανθρώπου.

«Ελεημοσύνη και αλήθεια»: Καλή είναι δικαιοσύνη όταν συνοδεύεται με την


ευσπλαχνία, αλλά και η ευσπλαχνία από μόνη της δεν είναι καλή όταν δεν
συνοδεύεται από δικαιοσύνη.

Κεφάλαιο εικοστό πρώτο

Παρ. 21,1 Οπως το ορμητικόν ρεύμα του νερού έτσι και η καρδιά του βασιλέως ευρίσκεται υπό
την εξουσίαν του Θεού. Και όπου αυτός θέλει να την κατευθύνη, εκεί με ένα του
νεύμα την γυρίζει και την στρέφει.
Παρ. 21,2 Καθε άνθρωπος νομίζει τον εαυτόν του ότι είναι δίκαιος, αλλά ο Κυριος είναι εκείνος
ο οποίος γνωρίζει, κυβερνά και κατευθύνει τας καρδίας των ανθρώπων εις την
αρετήν.
Παρ. 21,3 Το να πράττη κανείς δίκαια έργα και το να λέγη πάντοτε την αλήθειαν, είναι αυτά
περισσότερον ευάρεστα και ευπρόσδεκτα στον Θεόν από τα αίματα θυσιών ζώων.
Παρ. 21,4 Εκείνος που έχει μεγάλην ιδέαν δια τον εαυτόν του, είναι αλαζονικός, θρασύς και
σκληρός εις την καρδίαν. Οι ασεβείς θεωρούν ως φως και χαράν της ζωής των την
αμαρτίαν.
Παρ. 21,6 Εκείνος που με ψευδολογίας και απάτας συνάγει θησαυρούς, κοπιάζει ματαίως.
Βαδίζει, χωρίς να αντιλαμβάνεται, εις θανασίμους δι' αυτόν παγίδας.
Παρ. 21,7 Ωσάν ανεπιθύμητος κακότροπος ξένος θα εγκατασταθή και θα φιλοξενήται εις τα

530
σπίτια των ασεβών ο όλεθρος, διότι αυτοί δεν θέλουν να πράττουν το ορθόν και το
αγαθόν.
Παρ. 21,8 Δια τους διεστραμμένους ανθρώπους επιτρέπει ο Θεός να περιπλέκωνται εις
διεστραμμένας και καταστρεπτικάς δι' αυτούς οδούς, διότι τα έργα του Κυρίου είναι
αγνά και δίκαια και στοιαύτα μόνον ευαρεστείται.
Παρ. 21,9 Προτιμότερον είναι να κατοική κανείς μόνος του σε κάποια γωνιά έξω στο ύπαιθρον,
παρά να κατοική με άλλους εις φρεσκοασβεστωμένους και περιποιημένους οίκους, οι
οποίοι έχουν κτισθή με αδικίας.
Παρ. 21,10 Ανθρωπος ασεβής απέναντι του Θεού και άδικος προς τους άλλους ανθρώπους δεν θα
εύρη συμπάθειαν και έλεος από κανένα.
Παρ. 21,11 Οταν τιμωρήται ο ανήθικος και διεφθαρμένος άνθρωπος, ο αγαθός γίνεται
περισσότερον προσεκτικός. Ο δε σοφός, ο οποίος κατανοεί ορθώς πρόσωπα και
πράγματα, θα αποκτήση μεγαλυτέραν γνώσιν από τα παθήματα του διεφθαρμένου.
Παρ. 21,12 Ο δίκαιος αντιλαμβάνεται σαφώς εκείνα, που υπάρχουν εις τας καρδίας των ασεβών.
Δεν τους μακαρίζει, αλλά τους ελεεινολογεί, διότι ευρίσκονται εις την αθλίαν αυτήν
κατάστασιν.
Παρ. 21,13 Εκείνος που κλείει τα αυτιά του, δια να μη ακούση την παράκλησιν ενός πτωχού, ενός
αδυνάτου και ασθενούς, θα ευρεθή και αυτός εις την ανάγκην να επικαλεσθή και
ζητήση δοήθειαν των άλλων και δεν θα υπάρξη κανείς να τον ακούση.
Παρ. 21,14 Ενα φιλοδώρημα, που προσφέρεται με διάκρισιν, κρυφίως και χωρίς θόρυβον,
προλαμβάνει, πολλές φορές την οργήν του άλλου. Οποιος δε λυπηθή να προσφέρη
ένα τέτοιο φιλοδώρημα, υπεγείρει μεγάλον θυμόν.
Παρ. 21,15 Ευχαρίστησις και χαρά των δικαίων είναι να αποδίδουν και να εφαρμόζουν το
δίκαιον. Αυτός όμως ο ενάρετος θεωρείται ακάθαρτος εκ μέρους των κακοποιών.
Παρ. 21,16 Ανθρωπος, ο οποίος παρεπλανήθη και απεμακρύνθη από την οδόν της δικαιοσύνης,
εβάδισε δε και βαδίζει τους δρόμους της κακίας, είναι σαν να θέλη να εύρη ανάπαυσιν
και χαράν εις συγκέντρωσιν κακούργων γιγάντων.
Παρ. 21,17 Εκείνος, που αγαπά την καλοπέρασιν και τα πλούσια τραπέζια, θα μείνη φτωχός.
Οπως επίσης εκείνος, που αγαπά τον οίνον και τα λιπαρά φαγητά, δεν θα πλουτήση.
Παρ. 21,18 Δια τον δίκαιον ακάθαρτος πρέπει να θεωρήται ο ασεβής και η πορεία της ζωής του.
Παρ. 21,19 Είναι καλύτερον και προτιμότερον να κατοική κανείς μόνος του εις την έρημον, παρά
μαζή με γυναίκα φιλόνεικον, γλωσσού και θυμώδη.
Παρ. 21, 20 Αξιοθαύμαστοι και αξιαγάπητοι είναι οι θησαυροί της σοφίας και της αρετής, που
αναπαύονται στο στόμα του σοφού. Οι άφρονες όμως καταφρονούν και καταπνίγουν
μέσα των και καταφρονούν κάθε τέτοιον θησαυρόν.
Παρ. 21,21 Ο δρόμος της δικαιοσύνης και της ελεημοσύνης οδηγεί τον άνθρωπον εις μακράν και
ένδοξον ζωήν.
Παρ. 21,22 Ο σοφός στρατηγός, με την σύνεσιν και την στρατηγικήν αυτού ικανότητα,
εκυρίευσεν ωχυρωμένας πόλεις και εκρήμνισεν οχυρώματα, δια τα οποία οι ασεβείς
είχαν την πεποίθησιν, ότι είναι απόρθητα.
Παρ. 21,23 Εκείνος, που προσέχει το στόμα του και την γλώσσαν του, προφυλάσσει την ψυχήν
του από πολλάς θλίψεις και στενοχωρίας.
Παρ. 21,24 Ο θρασύς και ο αυθάδης, ο αλαζονικός και επηρμένος, παρομοιάζεται και καλείται
μολυσματική καταστρεπτική επιδημία, πανούκλα. Εκείνος δέ που μνησικακεί, είναι
παράνομος, διότι καταπατεί τον νόμον της αγάπης.
Παρ. 21,25 Αι πολλαί επιθυμίαι, τα φαντασιώδη σχέδια, εξοντώνουν τον οκνηρόν, διότι τα χέρια
του δεν προθυμοποιούνται να κάμουν κάτι, ώστε να επαρκέση αυτός εις τας ανάγκας
του.
Παρ. 21,26 Ο ασεβής κυριαρχείται όλην την ημέραν από κακάς ιδιοτελείς επιθυμίας, ενώ ο
δίκαιος ελεεί και ευσπλαγχνίζετσι και προσφέρει πλουσίαν την βοήθειάν του.
Παρ. 21,27 Αι θυσίαι των ασεβών είναι αποκρουστικαί και μισηταί ενώπιον του Κυρίου, διότι

531
προσφέρονται και προέρχονται από αδικίας και από καρδίας παρανόμους.
Παρ. 21,28 Ο ψευδομάρτυς βαδίζει προς την καταστροφήν και τον όλεθρον. Ο μάρτυς όμως, ο
οποίος υπακούει στον νόμον του Θεού και τηρεί αυτόν, θα λαλήση την αλήθειαν.
Παρ. 21,29 Ο ασεβής άνθρωπος με αναιδές πρόσωπον υφίσταται ελέγχους και παρατηρήσεις, ο
δε ειλικρινής και ενάρετος είναι συνετός εις την συμπεριφοράν του.
Παρ. 21,30 Δεν υπάρχει σοφία, δεν υπάρχει ανδρεία, δεν υπάρχει συνετή και φωτισμένη σκέψις
και αποφασις εις άνθρωπον ασεβή.
Παρ. 21,31 Δι' ημέραν πολέμου ετοιμάζεται το ιππικόν. Από τον Κυριον όμως θα σταλή η βοήθεια
δια την κατόρθωσιν της νίκης.

«Ώσπερ ορμή ύδατος»: Όπως το αγροτικό νερό το κατευθύνει ο γεωργός εκεί


που θέλει με αυλάκια, έτσι και ο Θεός την καρδιά του βασιλέως. Τίποτα δεν γίνεται
στη γη χωρίς την έγκριση του Θεού. Να η φοβερή διαφορά αντιλήψεως μεταξύ της
Αγίας Γραφής και του λοιπού προχριστιανικού κόσμου ο οποίος θεοποιούσε το
πρόσωπο του βασιλιά.

«Πας ανήρ φαίνεται εαυτώ δίκαιος»: Φρεναπατά τον εαυτό του είτε εξ’
αγνοίας, είτε εξ’ αφροσύνης όποιος θεωρεί τον εαυτό του δίκαιο.

«Ποιείν δίκαια και αληθεύει»: Η δικαιοσύνη και η αλήθεια είναι ευπρόσδεκτες


θυσίες.

«Μεγαλόφρων εν ύβρει θρασυκάρδιος»: Η αλαζονεία είναι σκληρότητα,


αναισθησία.

«Λαμπτήρ ασεβών»: Η θρασύτητα αποτελεί ασέβεια της οποίας ο λαμπτήρ


είναι η επίγειος ευτυχία.

Κεφάλαιο εικοστό δεύτερο

Παρ. 22,1 Προτιμότερον είναι το καλόν όνομα, η καλή υπόληψις, από τον πολύν πλούτον.
Ανωτέρα δε από το αργύριον και τους άλλους θησαυρούς είναι η αγαθή και ευμενής
διάθεσις της καρδίας.
Παρ. 22,2 Πλούσιοι και πτωχοί υπάρχουν και ζουν πάντοτε κοντά ο ένάς με τον άλλον. Και τους
δύο ο Κυριος τους έκαμε.
Παρ. 22,3 Ο συνετός άνθρωπος, όταν βλέπη τον κακόν να τιμωρήται και μάλιστα αυστηρώς,
παιδαγωγείται ο ίδιος και συνετίζεται περισσότερον. Οι δε άφρονες,
αντιπαρερχόμενοι με αδιαφορίαν κάτι τέτοια γεγονότα, βλάπτονται οι ίδιοι.
Παρ. 22,4 Καρπός της αληθινής σοφίας είναι ο φόβος του Κυρίου. Είναι επί πλέον ο πλούτος, η

532
δόξα και η ζωη.
Παρ. 22,5 Τριβόλια, αγκάθια και παγίδες είναι σκορπισμένα στους δρόμους των διεστραμμένων
ανθρώπων. Εκείνος όμως που θέλει να προφυλάξη την ψυχήν του από αυτά θα φύγη
μακρυά από τους διεστραμμένους δρόμους των πονηρών.
Παρ. 22,7 Οι πλούσιοι με την δύναμιν του χρήματός των θα γίνουν άρχοντες των πτωχών. Δεν
αποκλείεται όμως τέτοιοι άδικοι πλούσιοι να ξεπέσουν και να πτωχύνουν, ώστε να
ζητήσουν και να πάρουν δάνεια από τους τέως υπηρέτας των.
Παρ. 22,8 Εκείνος που σπείρει φαυλότητας, θα θερίση αναρίθμητα κακά. Συνέπεια δε και
κατάντημα των πονηρών του έργων θα είναι αι τιμωρίαι, τας οποίας θα υποστή εκ
μέρους Θεού και ανθρώπων.
Παρ. 22,8α Ο Θεός στέλλει τας ευλογίας του εις άνθρωπον πράον, γλυκύν και ελεήμονα. Θα
εξαλείψη δε κάθε μάταιον έργον, το οποίον ενδεχομένως αυτός έχει διαπράξει.
Παρ. 22,9 Εκείνος που ελεεί τον πτωχόν, θα διατραφή πλουσίως από τον Θεόν και δεν θα
πεινάση. Τούτο δέ, διότι έδωκεν στον πτωχόν και πεινώντα από το ίδιο του το ψωμί.
Παρ. 22,9α Κερδίζει και αποκτά νίκην και δόξαν εκείνος, που δίδει φιλοδωρήματα, διότι έτσι
απαλλάσσει την ψυχήν του από την προσκόλλησιν προς τα αγαθά, τα οποία έχει.
Παρ. 22,10 Διώξε από τας συγκεντρώσστον αυθάδη και εριστικόν και μαζή με αυτόν θα εξέλθη
και θα φύγη η φιλονεικία. Διότι όταν ένας τέτοιος παρακάθηται εις συνέδριον, τους
πάντας εξουθενώνει με την αυθάδειάν του.
Παρ. 22,11 Ο Κυριος αγαπά τας αφωσιωμένας εις αυτόν καρδίας, δεκτοί δε εις αυτόν γίνονται
πάντοτε όλοι οι άμεμπτοι και καθαροί. Ο βασιλεύς με τα συνετά και καλά λόγια του,
και οχι με την βίαν, πρέπει να κυβερνά τον λαόν.
Παρ. 22,12 Οι οφθαλμοί του Κυρίου άγρυπνοι πάντοτε παρακολουθούν και γνωρίζουν τα πάντα.
Ο παράνομος άνθρωπος, αδιαφορεί δια την παρουσίαν αυτήν του Θεού και
καταφρονεί τα θεία λόγια.
Παρ. 22,13 Ο οκνηρός, δια να μη κινηθή από την θέσιν του, επινοεί τας πλέον γελοίας προφάσεις
και λέγει· “στους δρόμους είναι ληοντάρι, εις δε τας πλατείας ενεδρεύουν δολοφόνοι”!
Παρ. 22,14 Βοθρος βαθύς και βρωμερός είναι το στόμα εκείνου, που παραβαίνει τον νόμον του
Θεού. Εκείνος δέ που θα μισηθή και θα εγκαταλειφθή από τον Κυριον, θα πέση μέσα
εις αυτόν.
Παρ. 22,14α Υπάρχουν δρόμοι κακοί, τρόποι της ζωής πονηροί, ενώπιον του ανθρώπου, τους
οποίους και βλέπει. Εν τούτοις δεν αγαπά και δεν θέλει να απομακρυνθή από αυτούς.
Και όμως ο καθένας πρέπει να απομακρύνεται και να φεύγη από την διεστραμμένην
και κακήν οδόν.
Παρ. 22,15 Απερισκεψία και επιπολαιότης φλογίζει και εξάπτει την καρδίαν του νέου. Η δε
παιδαγωγική ράβδος και η αυστηρά διαπαιδαγώγησις αποκρούονται και
αποφεύγονται από αυτόν.
Παρ. 22,16 Ο πλεονέκτης πλούσιος με απάτας και δολιότητας αδικεί τον πτωχόν και αυξάνει την
περιουσίαν του. Αλλά πολλές φορές αναγκάζεται να δίδη εις άλλον πλουσιώτερόν του,
και έτσι βλέπει να ελαττώνεται η περιουσία του.
Παρ. 22,17 Πλησίασε και τέντωσε το αυτί σου, να ακούσης λόγια σοφών και εναρέτων. Ακουε τα
λόγια μου. Καμε προσεκτικόν τον νουν σου εις αυτά, που σε διδάσκω, δια να
καταλάβης ότι οι λόγοι μου αυτοί είναι καλοί και ωφέλιμοι.
Παρ. 22,18 Και εάν αυτούς τους λόγους τους βάλης και τους κλείσης ως πολύτιμον θησαυρόν εις
την καρδίαν σου, ώστε να κανονίζουν την ζωήν σου, ανερχόμενοι εις τα χείλη σου θα
σου δημιουργούν χαράν και ικανοποίησιν.
Παρ. 22,19 Ταύτα πράττων θα αποκτήσης σταθεράν την ελπίδα σου επί τον Κυριον. Ο δε Κυριος
θα σε φωτίση και θα σε καθοδήγηση να γνωρίσης και ακολουθήσης την ευθείαν και
καλήν πορείαν στον βίον σου.
Παρ. 22,20 Και συ γράψε εντός σου αυτούς τους λόγους τρεις φορές, εις τρεις θέσεις της ψυχής
σου. Εις την θέλησίν σου, δια να είναι αγαθή, εις την γνώσιν σου, δια να είναι αληθής,

533
στο πλάτος της καρδίας σου ώστε να πλημμυρίζουν ολόκληρον την ψυχήν σου.
Παρ. 22,21 Σε διδάσκω, λοιπόν, λόγια αληθινά, γνώσιν αγαθήν και ωφέλιμον, εις την οποίαν να
υπακούης, ώστε να είσαι εις θέσιν να απαντάς με λόγια αληθινά εις εκείνους, οι οποίοι
σου προβάλλουν αντιρρήσεις η και απορίας.
Παρ. 22,22 Μη αρπάζης από τον πτωχόν· μη τον εκβιάζης να σου πληρώση οπωσδήποτε το χρέος
του, διότι αυτός είναι πτωχός και αδύνατος. Μη τον σύρης και τον εξευτελίσης εις τα
δικαστήρια, που συνεδριάζουν πλησίον εις τας πύλας των πόλεων.
Παρ. 22,23 Διότι ο ίδιος ο Κυριος θα αναλάβη την υπεράσπισιν και θα δικάση την υπόθεσιν του
πτωχού. Αυτά όταν σκέπτεσαι, θα σώσης αβλαβή την ψυχήν σου.
Παρ. 22,24 Μη γίνεσαι σύντροφος και μη συνεταιρίζεσαι με άνθρωπον θυμώδη. Μη συγκατοικής
και μη συναναστρέφεσαι με φίλον ευέξαπτον·
Παρ. 22,25 μήπως τυχόν και συ μάθης και ακολουθήσης τον τρόπον της ζωής εκείνων και βάλης
βρόχους γύρω από τον λαιμόν σου και περιπέσης εις μεγάλας περιπετείας και
κινδύνους.
Παρ. 22,26 Μη δίδης τον εαυτόν σου εγγυητήν λόγω εντροπής και συστολής απέναντι κάποιου
γνωστού σου προσώπου.
Παρ. 22,27 Διότι εάν δεν θα έχης από που να πληρώσης την εγγύησιν, θα σου πάρουν και αυτό
τούτο το στρώμα, που το βάζεις κάτω από το σώμα σου, δια να αναπαυθής.
Παρ. 22,28 Μη μετακινής τα παλαιότατα σύνορα των αγρών, τα οποία έθεσαν οι πρόγονοί σου.
Παρ. 22,29 Ο διορατικός άνθρωπος, που ενεργεί με ετοιμότητα αντιλήψεως και δραστηριότητα
εις τα έργα του, είναι πρέπον να παραστέκεται κοντά στους βασιλείς, δια να τους
καθοδηγή και να μη χάνεται υπηρετών νωθρούς και οκνηρούς ανθρώπους.

«Πλούσιος και φτωχός»: Αν και έναντι του Θεού όλοι είμαστε ίσοι, μεταξύ μας
υπάρχουν και θα υπάρχουν κοινωνικές διαφορές. Αμφότεροι όμως όλοι μας έχουμε
κοινό Πατέρα τον Θεό.

«Τρίβολοι και παγίδες»: Ενέδρες και σκάνδαλα κατά των ενάρετων ανθρώπων
στήνουν οι διεστραμμένοι άνθρωποι. Ο παροιμιαστής συστήνει στους δίκαιους να
απομακρύνονται από φθονερούς και δόλιους ανθρώπους.

«Πλούσιοι πτωχών»: Ευμετάβλητη η καθημερινότητα των ανθρώπων. Την μία


μέρα είναι κάποιος πλούσιος και την άλλη φτωχός ή το αντίθετο.

«Ο σπείρων φαύλα»: Αυτός που σπέρνει κατά των άλλων αδικίες τα ίδια θα
θερίσει για τον εαυτό του.

«Ο ελεών φτωχόν… διατραφήσεται»: Κάποιοι νομίζουν πως αν κάνουν


ελεημοσύνη θα πεινάσουν. Κι όμως! Ο Θεός θα θρέψει τους ελεήμονες.

«Φαυλίζει λόγους»: Ο παράνομος, ο αντάρτης περιφρονεί τους θείους λόγους.

«Προφασίζεται… οκνηρός»: Οι δικαιολογίες του οκνηρού για να μην σηκωθεί

534
από το κάθισμά του είναι γελοίες.

«Βόθρος βαθύς»: Το απατηλό στόμα του νέου ή της νέας.

«Οδοί κακαί»: Γαστριμαργία, οκνηρία, δοξομανία, ακολασία, γλωσσαλγία


«ουκ αγαπά αποστρέφεται»

«Ο συκοφαντών πένητα»: Εκείνος ο οποίος για να κρατηθεί στη θέση του


πιέζει τους υποδεέστερούς του.

«Δίδωσι δε πλουσίω»: Δωροδοκεί τους πλουσίους. Το αποτέλεσμα «επ’


ελάσσονι» να πτωχεύσει.

«Λόγοις σοφών παράβαλε».. «εάν εμβάλης»: Εάν θέσεις τα λόγια μου στην
καρδιά σου, θα ανέλθουν αυτά στην κατάλληλη στιγμή στα χείλη σου.

«Ίνα σου γένηται επί Κύριον»: Τα λόγια αυτά όχι μόνο θα ευφράνουν τα χείλη
σου, αλλά θα δώσουν και ελπίδα στην ψυχή σου και θα σε οδηγήσουν προς τον Θεό.

«Απόγραφαι τρισσώς»: Γράψε τα της σοφίας ρήματα μέσα σου «επί το


πλάτος» ώστε να εξαπλωθούν σ’ όλη την ψυχή σου.

«Πτωχός γαρ»: Πως τολμάς να κλέβεις κάποιον που είναι πτωχός;

«Κύριος κρινεί»: Ο Κύριος είναι ο εκδικητής του.

Εν τέλει ο παροιμιαστής συμβουλεύει να αποφεύγουμε τις επαφές με θυμώδεις


ανθρώπους, διότι η ψυχή σου αν και ειρηνική θα πέσει μέσα στις οργιλές παγίδες
του.

Κεφάλαιο εικοστό τρίτο

Παρ. 23,1 Εάν παρακαθήσης στο τραπέζι αρχόντων η πλουσίων, δια να συμφάγης με αυτούς,
πρόσεξε πολύ εις τα φαγητά, που παραθέτουν ενώπιόν σου.
Παρ. 23,2 Απλωνε το χέρι σου με κάποιον περίσκεψιν και συστολήν, έχων υπ' όψιν σου ότι και
συ, όταν θελήσης να ανταποδώσης το γεύμα, κάτι τέτοια φαγητά είσαι υποχρεωμένος
να παρασκευάσης. Εάν δε είσαι λαίμαργος και άπληστος εις τα φαγητά,
Παρ. 23,3 μη αφήσης να κινηθής από την επιθυμίαν των ωραίων φαγητών, διότι αυτά πιθανόν
να προέρχωνται από αδικίας και πάντως δίδουν ψευδή αντίληψιν περί της ζωής.
Παρ. 23,4 Μη απλώνεσαι και μη αμιλλάσαι να φθάσης τον πλούσιον, ενώ συ είσαι φτωχός.

535
Απομάκρυνε τον νουν σου από αυτά.
Παρ. 23,5 Εάν προσηλώσης το μάτι σου εις αυτόν τον πλούσιον και ελπίσης εις βοήθειάν του,
αυτός θα σε εγκαταλείψη και θα γίνη άφαντος. Διότι ο πλούσιος παίρνει πτερά αετού
και φεύγει βιαστικά προς τον οίκον άλλου, ανωτέρου από αυτόν πλουσίου.
Παρ. 23,6 Μη συντρώγης με φθονερόν άνθρωπον, ούτε και να επιθυμήσης τα ποικίλα φαγητά,
που σου παραθέτει.
Παρ. 23,7 Οπως εκείνος που έχει καταπιεί μίαν τρίχα και είναι έτοιμος να κάμη εμετόν, ετσι από
την πολλήν του στενοχωρίαν τρώγει και πίνει και ο φθονερός άνθρωπος, όταν σε
βλέπη απέναντί του.
Παρ. 23,8 Ούτε και συ να τον προσκαλέσης στο σπίτι σου και να φάγης μαζή με αυτόν το λιτόν
φάγητόν σου. Διότι θα αηδιάση και θα κάμη εμετόν το φαγητόν σου. Θα χλευάση δε
και θα εμπαίξη τα ευγενή και περιποιητικά σου δι' αυτόν λόγια.
Παρ. 23,9 Εις τα αυτιά του ανόητου και ασυνέτου μη λέγης τίποτε, μήπως τυχόν και
περιφρονήση τα σοφά και συνετά λόγια σου.
Παρ. 23,10 Μη μεταθέσης τα παλαιά σύνορα των αγρών σου και μη εισέλθης να καταπατήσης το
κτήμα των ορφανών.
Παρ. 23,11 Διότι εκείνος ο οποίος γλυτώνει τους ορφανούς και ανυπερασπίστους από τα χέρια
των απλήστων και αρπάγων είναι αυτός αυτός ο παντοδύναμος και δίκαιος Κυριος, ο
οποίος θα αναλάβη να δικάση την διαφοράν μεταξύ εκείνων και σου.
Παρ. 23,12 Δώσε με προθυμίαν την καρδιά και τον νουν σου εις την σοφήν παιδαγωγίαν του
Κυρίου και ετοίμασε τα αυτιά σου, να ακούσουν και δεχθούν λόγια θείου φωτισμού.
Παρ. 23,13 Μη αποφεύγης και μη διστάζης να διαπαιδαγωγής το ανήλικο παιδί σου, διότι και αν
ακόμη ευρεθής εις την ανάγκην να το κτυπήσης με την ράβδον, δεν πρόκειται να
αποθάνη.
Παρ. 23,14 Διότι συ μεν θα κτυπήσης το σώμα του με την ράβδον, θα σώσης όμως την ψυχήν του
από τον θάνατον.
Παρ. 23,15 Παιδί μου, εάν η καρδία και ο νους σου γίνη σοφός και συνετός, θα δώσης χαράν και
ευφροσύνην και εις την ιδικήν μου καρδίαν.
Παρ. 23,16 Και τα χείλη σου, τα οποία θα λέγουν τα ορθά και τα πρέποντα, είναι σαν να ομιλούν
τα ιδικά μου χείλη.
Παρ. 23,17 Ας μη ζηλεύη και ας μη ποθή η καρδιά σου τους αμαρτωλούς και τας πορείας της ζωής
των. Αλλά να ζης με τον φόβον του Κυρίου όλην την ημέραν.
Παρ. 23,18 Λοιπόν, εάν αυτά δεχθής και τηρήσης, θα έχης ευλογίας από τον Θεόν, θα αποκτήσης
απογόνους και η ελπίς σου ποτέ δεν θα διαψευσθή.
Παρ. 23,19 Ακουε, παιδί μου, και γίνε με όσα θα ακούσης σοφός και συνετός. Κατεύθυνε δε
πάντοτε τας γνώσεις και τας επιθυμίας της καρδίας σου προς το αγαθόν.
Παρ. 23,20 Μη γίνης οινοπότης, μη απλώνεσαι και μη συναναστρέφεσαι με ανθρώπους, προς
αγοράν κρεάτων από κοινού (με ρεφενέ) και παράθεσιν κοινής τραπέζης.
Παρ. 23,21 Διότι κάθε μέθυσος και πορνοκόπος θα καταντήση εις πτωχείαν, όπως επίσης και
κάθε τεμπέλης, που αγαπά τον ύπνον, πολύ γρήγορα θα φορέση ρουχα ξεσχισμένα
και κουρελιασμένα.
Παρ. 23,22 Ακουε, παιδί μου, τον πατέρα σου, που σε εγέννησε, και μη καταφρονής την μητέρα
σου, διότι έχει γηράσει.
Παρ. 23,23 Προσπάθησε να αποκτήσης την αλήθειαν, μη διώχνης μακρυά την σοφίαν, την
αληθινήν μόρφωσιν και την σύνεσιν.
Παρ. 23,24 Ο ενάρετος πατέρας ανατρέφει ορθώς τα τέκνα του με στοργήν και σύνεσιν και
ευφραίνεται η ψυχή του δια τα σοφά και ενάρετα παιδιά, που αναδεικνύει.
Παρ. 23,25 Ας ευφραίνεται δια σε ο στοργικός πατέρας σου και η μητέρα σου, ιδιαιτέρως ας
χαίρη μάλιστα ακόμη περισσότερον η καρδιά εκείνης, που σε εγέννησε.
Παρ. 23,26 Δος μου εξ ολοκλήρου, παιδί μου, την καρδιά σου, και τα μάτια σου ας προσέχουν,
ώστε να γνωρίζης και να βαδίζης τους ιδικούς μου δρόμους.

536
Παρ. 23,27 Τρύπιο πιθάρι είναι το ξένο αμαρτωλό σπίτι, που όσα και αν εξοδεύσης δεν θα
ημπορέσης να το γεμίσης. Στενό είναι το ξένο πηγάδι, από το οποίον δεν θα μπορέσης
να βγης.
Παρ. 23,28 Εχε υπ' όψιν σου ότι αυτός ο αμαρτωλός οίκος συντόμως θα καταλήξη εις
καταστροφήν και όλεθρον και μαζή του θα αφανισθή και κάθε παραβάτης του θείου
νόμου.
Παρ. 23,29 Εις ποιόν ταιριάζει το αλλοίμονον; Ποιός αναταράσσεται, θορυβείται και φιλονεικεί;
Ποιός συχνάζει εις τα δικαστήρια και εισάγεται εις δίκας; Ποιός προκαλεί την αηδίαν
με τους εμετούς και τας μωρολογίας του και χάνει τον καιρόν του εις φλυαρίας και
ανοησίας; Εις ποιόν πληγαί και συντρίμματα χωρίς λόγον; Τινος είναι ωχρά και
κινδυνεύουν να σβήσουν τα μάτια;
Παρ. 23,30 Δεν είναι εκείνων, οι οποίοι περνούν τον καιρόν των κοντά εις τα κρασιά; Δεν είναι
εκείνων, που ανιχνεύουν να βρουν, που γίνονται συγκεντρώσεις δια ποτόν και
διασκεδάσεις;
Παρ. 23,31 Μη πίνετε οίνον, ώστε να μεθάτε, αλλά να συναναστρέφεσθε με ανθρώπους
εναρέτους και να συνομιλήτε στους περιπάτους σας με αυτούς επί σοβαρών και
μορφωτικών θεμάτων. Διότι εάν ρίχνης τα μάτια σου και δώσης την καρδιά σου εις
τας φιάλας του κρασιού και τα ποτήρια, τελευταία θα καταντήσης να γυρίζης
γυμνότερος από το γουδοχέρι.
Παρ. 23,32 Το δε κατάντημα του μεθύσου, όταν γίνη αλκολικός, είναι σαν να δαγκώθηκε από
δηλητηριώδες φίδι. Τεντώνεται και παραλύει ο οργανισμός του, σαν να εχύθη μέσα
του δηλητήριον από φίδι με κέρατα.
Παρ. 23,33 Οταν ευρίσκεσαι εις κατάστασιν μέθης και τα μάτια σου ιδούν μίαν ξένην και
άγνωστον γυναίκα, ανάψουν δε μέσα σου επιθυμίαι πονηραί, τότε το στόμα σου θα
είπη χυδαία λόγια δι' αυτήν.
Παρ. 23,34 Και θα κατάκεισαι και θα τρικλίζης, ως εάν ευρίσκεσαι μέσα εις τρικυμιώδη
θάλασσαν και σαν κυβερνήτης πλοίου μέσα εις μεγάλην θαλασσοταραχήν.
Παρ. 23,35 Οταν δε συνέλθης, θα λέγης με έκπληξιν· με εκτύπησαν και δεν επόνεσα, με
εχλεύασαν και εγώ δεν εκατάλαβα τίποτε. Κυριευμένος δε από το πάθος του κρασιού,
θα πης· πότε θα ξημερώση, δια να πάω να συναντήσω πάλιν εκείνους, με τους οποίους
θα κάμω παρέα στο καπηλειό;

Να προσέχουμε πολύ την οικειότητα με τους ανωτέρους μας.

«Τράπεζα δυναστών»: Αν ανώτερός σου πλούσιος σε καλέσει σε γεύμα μη


ξεχάσεις ότι δεν πήγες να φας αλλά για να τιμήσεις αυτόν που σε κάλεσε.
Συγκρατήσου «ειδώς ότι» γνωρίζοντας ότι ο ανώτερός σου θα φιλοξενηθεί και από
σένα κάποια στιγμή στο μέλλον σπάζοντας τότε την οικονομική σου αντοχή.

«Μη παρεκτείνου πένης ων»: Αφού είσαι πτωχός μην προσπαθείς να μιμηθείς
την ζωή των πλουσίων.

«Ανδρί βασκάνω»: βάσκανος είναι ο φθονερός ο οποίος φαρμακώνεται με την


ελάχιστη ευτυχία των άλλων. Μη συμφάγης με τέτοιον άνθρωπο.

«Καταπίη τρίχα»: Εξωτερικά όταν τρώει το φαγητό του ο τσιγκούνης και

537
φθονερός φαίνεται ευγενής, εσωτερικά όμως είναι σαν να καταπίνει τρίχα από την
πολύ του στενοχώρια.

«Εις ώτα άφρονος»: Όμοιο με το «μη δώτε τα άγια τοις κυσί» (Ματθ. 7,6)

«Εάν πατάξης αυτόν» Αναγκαία είναι η τιμωρία η οποία θα είναι σωτήρια.

«Ενδιατρίψει λόγοις τα σα χείλη»: Μεγάλη είναι η χαρά του πατέρα που ο γιος
του γίνεται σοφός.

«Μη ίσθι οινοπότης»… «μη εκτείνου συμβολαίς»: Μη συνεταιρίζεσαι με


άλλους πέραν των οικονομικών σου δυνάμεων.

«Σην καρδία»: Η καρδία είναι το πολυτιμότερο θησαυρολάκιο.

Στιχ. 29-35: Αριστούργημα ειρωνείας και περιγραφικότητας κατά των μέθυσων.

«Τίνι ουαί; Τίνι θόρυβος»: Ποιος στενάζει και αναστενάζει;

«Τίνι κρίσεις»; Σε ποιον γίνονται περισσότερα δικαστήρια αν όχι στους


μέθυσους;

«Αηδίαι και λέσχαι»: Τρικλισμοί, πονοκέφαλοι, εμετοί «συντρίμματα


διακενής»: ξυλοκοπήματα άνευ λόγου και αιτίας.

«Πελιδνοί οφθαλμοί»: Εξαιτίας των ξενυχτιών.

Θεραπεία: «Ομιλείτε ανθρώποις εν περιπάτοις» Μόνο η πνευματική συζήτηση


αντικαθιστά την πολυποσία. Όποιος δεν μπορεί να πετάξει με το πνεύμα, επιχειρεί με
το οινόπνευμα.

«Κεραστής… βασιλίσκος»: Ο μεθυσμένος παρουσιάζει όψη φιδοδαγκωμένου.

«Ενέπαιξάν μοι, εγώ δε ουκ ήδειν»: Ο μεθυσμένος δεν θυμάται ποιος τον
ενέπαιξε… οποία αθλιότης!

«Πότε όρθιος έσται»: Όταν ξεμεθύσει, πρωί-πρωί θέλει πάλι να βρει τους
φίλους του για να πιει.

538
Κεφάλαιο εικοστό τέταρτο

Παρ. 24,1 Παιδί μου, μη ζηλέψης ποτέ τους κακούς ανθρώπους και την παραστρατημένην ζωήν
των. Μη επιθυμήσης συναναστροφήν με αυτούς.
Παρ. 24,2 Διότι το ψεύδος και την αμαρτίαν έχουν ως θησαυρόν και μελέτην της καρδίας των.
Τα δε χείλη των εκστομίζουν λόγια, που προξενούν θλίψεις και στενοχωρίας.
Παρ. 24,3 Με την αληθινήν σοφίαν, με την ευλάβειαν και τον φόβον δηλαδή του Θεού,
θεμελιώνεται και κτίζεται ένα σπίτι· με την σύνεσιν δε ανορθώνεται και προοδεύει η
οικογένεια.
Παρ. 24,4 Με την ορθήν και δικαίαν γνώσιν γεμίζουν αι αποθήκαι του σπιτιού από κάθε τίμιον
και καλόν πλούτον.
Παρ. 24,5 Είναι καλύτερος και προτιμότερος ο σοφός από τον ισχυρόν, και ο άνθρωπος ο οποίος
έχει σύνεσιν από εκείνον που έχει μεγάλο αγρόκτημα.
Παρ. 24,6 Με καλήν στρατηγικήν και διακυβέρνησιν διεξάγεται ο επιτυχής πόλεμος.
Αποτελεσματική δε βοήθεια δια την κατόρθωσιν της νίκης έρχεται από νουν συνετόν.
Παρ. 24,7 Η σοφία, η αληθής γνώσις και η ορθοφροσύνη υπάρχουν εις τας πύλας των πόλεων,
που κατοικούν οι σοφοί. Οι αληθινά σοφοί δεν εκτρέπονται και δεν παρεκκλίνουν από
όσα έχει λαλήσει το στόμα του Κυρίου.
Παρ. 24,8 Καίτοι ο καθένας από αυτούς είναι σοφός, εν τούτοις συσκέπτονται εις κοινάς
συνεδριάσεις. Τους αμορφώτους κατά Θεόν και αδιορθώτους θα τους συναντήση
ασφαλώς ο πρόωρος θάνατος.
Παρ. 24,9 Ο ασύνετος και αμετανόητος αποθνήσκει με τας αμαρτίας αυτού. Μεγάλη ακαθαρσία
υπάρχει στον ψυχικώς διεφθαρμένον άνθρωπον.
Παρ. 24,10 Αμετανόητος καθώς είναι θα μολύνεται ολοέν και περισσότερον και θα διαφθείρεται,
θα περιπίπτη συνεχώς εις ημέρας κακάς, εις ημέρας θλίψεως και οδύνης, έως ότου
λείψη από την γην.
Παρ. 24,11 Μη διστασης να σώσης ανθρώπους, που οδηγούνται εις εκτέλεσιν, και μη
τσιγκουνευθής τα χρήματα, δια να εξαγοράσης εκείνους, που πρόκειται να
φονευθούν.
Παρ. 24,12 Εάν, προκειμένου να δικαιολογήσης την σκληροκαρδίαν σου, πης δεν ξέρω αυτόν τον
αθώον που οδηγείται εις την εκτέλεσιν, μάθε ότι ο Κυριος, που έπλασε καρδίας και
έδωσε πνοήν εις πάντα, γνωρίζει πολύ καλά τας καρδίας όλων των ανθρώπων, άρα δε
και την ιδικήν σου. Γνωρίζει τα πάντα και αυτός ανταποδίδει στον καθένα ανάλογα με
τα έργα του.
Παρ. 24,13 Παιδί μου, φάγε μέλι, διότι η κηρήθρα είναι καλή και ωφέλιμος. Φαγε μέλι, δια να
γλυκανθή ο φάρυγξ σου.
Παρ. 24,14 Οπως όμως γλυκαίνεται ο φάρυγξ με το μέλι, έτσι θα αισθανθής γλυκύτητα μέσα εις
την καρδίαν σου από την αληθινήν σοφίαν. Διότι εάν την αναζητήσης και την
αποκτήσης, θα ευτυχήσης. Και αυτός ακόμη ο θάνατός σου θα είναι ωραίος. Δεν θα σε
εγκαταλείψη δέ ποτέ η ελπίς της αιωνίου σωτηρίας.
Παρ. 24,15 Μη φέρης τον ασεβή στον τόπον, όπου κατοικούν και διαιτώνται οι δίκαιοι. Μη
απατηθής δε εκ του γεγονότος, ότι σε εχόρτασε με καλά φαγητά.
Παρ. 24,16 Πολλές φορές είναι δυνατόν να πέση και να ατυχήση ο δίκαιος, αλλά με την βοήθειαν
του Θεού θα ανορθωθή πάλιν. Οι ασεβείς όμως θα εξασθενήσουν και θα εξαντληθούν
μέσα εις τα κακά και εις την κακότητά των, θα πέσουν και δεν θα ημπορέσουν να
ανορθωθούν.
Παρ. 24,17 Εάν πέση ο εχθρός σου, μη χαιρεκακήσης δια το πέσιμό του. Και αν με τριχλοποδιάν
ανατροπή, συ να μη αλαζονευθής απέναντί του.
Παρ. 24,18 Διότι ο παντεπόπτης Κυριος θα ίδη αυτό και δεν θα ευχαριστηθή από την διαγωγήν
σου και θα απομακρύνη τον θυμόν του από τον εχθρόν σου.

539
Παρ. 24,19 Μη χαίρης και μη ζηλεύης ανθρώπους, οι οποίοι διαπράττουν το κακόν. Μη ζηλεύης
τους αμαρτωλούς και την ζωήν των.
Παρ. 24,20 Διότι ο αμετανόητος αμαρτωλός δεν θα αφήση απογόνους, η δε φλόγα της ζωής και η
λάμψις της δόξης των ασεβών θα σβήση πολύ σύντομα.
Παρ. 24,21 Παιδί μου, να σέβεσαι τον Θεόν και τον βασιλέα, εις κανένα δε από αυτούς να μη
δείξης παρακοήν και απείθειαν.
Παρ. 24,22 Διότι αιφνιδίως και εις ώραν, που οι ασεβείς δεν περιμένουν, θα τους τιμωρήσουν.
Ποιός δε ξέρει, ποίου είδους τιμωρίας θα επιβάλουν και οι δύο εις αυτούς; (Μασορ.
κθ' 27)
Παρ. 24,22α Ο τηρών την εντολήν του Θεού θα είναι μακράν και απηλλαγμένος από κάθε
τιμωρίαν. Διότι με όλην του την προθυμίαν και την καρδίαν εδέχθη τον λόγον αυτόν.
Παρ. 24,22β Κανένα ψέμα ας μη λεχθή από το στόμα σου προς τον βασιλέα η τον άρχοντα. Και
αυτός έτσι θα είναι ειλικρινής απέναντί σου και ποτέ δεν θα σου είπη ψεύδη.
Παρ. 24,22γ Η γλώσσα του βασιλέως είναι μαχαίρι σκληρό και οχι μαλακό και σαρκώδες. Εκείνος
ο οποίος θα παραδοθή εις αυτήν, θα εξολοθρευθή.
Παρ. 24,22δ Οταν ανάψη ο θυμός του βασιλέως, καταναλίσκει και εξαφανίζει το σώμα μαζή και τα
νεύρα των ανθρώπων. Κατατρώγει τα κόκκαλα των ανθρώπων και σαν παμφάγος
φλόγα κατακαίει το παν και δεν αφήνει ούτε ίχνος κρέατος, τροφήν δια τους
νεοσσούς των αετών. (Μασορ. Λ' 1).
Παρ. 24,22ε Παιδί μου, να ευλαβηθής τα λόγια μου και αφού τα δεχθής, να μετανοήσης δια
σφάλματα, τα οποία ενδεχομένως διέπραξες. Αυτά τα λέγω εγώ ο διδάσκαλος εις
εκείνους, οι οποίοι πιστεύουν στον Θεόν και αφού τα είπω, θα παύσω να ομιλώ.
Παρ. 24,23 (Μασορ. ΚΔ' 23). Αυτά τα λέγω προς γνώσιν εις σας τους συνετούς δικαστάς. Δεν
είναι δίκαιον και ορθόν να υποστέλλεσθε από πρόσωπα κατά την διεξαγωγήν της
δίκης.
Παρ. 24,24 Ο δικαστής, που θα εκδώση απόφασιν ότι ο άδικος είναι δίκαιος, αυτός θα είναι
κατηραμένος μεταξύ των λαών και μισητός εις τα έθνη.
Παρ. 24,25 Οσοι όμως κρίνουν και δικάζουν ανεπηρέαστα και με δικαιοσύνην, θα
αναδεικνύωνται ως δικασταί ολονέν και καλύτεροι, και εις αυτούς θα έρχεται η
ευλογία του Θεού.
Παρ. 24,26 Και οι άνθρωποι θα εκτιμήσουν και θα αγαπήσουν τον δικαστήν, του οποίου το στόμα
βγάζει δικαίας αποφάσεις.
Παρ. 24,27 Φρόντίζε πάντοτε να αποπερατώνης τα έργα σου, να ετοιμάζεσαι πάντοτε
προκειμένου να πορευθής εις καλλιέργειαν του αγρού σου. Ελᾷ κοντά από εμέ,
ακολούθησε τον δρόμον, τον οποίον εγώ σου χαράσσω, και έτσι θα ημπορέσης να
κτίσης το σπίτι σου και να αναδείξης την οικογένειάν σου.
Παρ. 24,28 Ποτέ να μη γίνης ψευδομάρτυς υπέρ η κατά του συμπολίτου σου, ούτε να
μεγαλοποιής τα γεγονότα, που καταθέτεις.
Παρ. 24,29 Ποτέ, ούτε προκειμένου περί του εχθρού σου, να μη είπης· Κατά τον τρόπον, που μου
εφέρθη, θα του φερθώ και εγώ. Θα τον εκδικηθώ δι' όσα με έχει αδικήσει!
Παρ. 24,30 Ο ασύνετος άνθρωπος ομοιάζει με ένα χωράφι και ο φτωχός από μυαλό με ένα
αμπελώνα.
Παρ. 24,31 Εάν αφήσης αυτόν ακαλλιέργητον και απεριποίητον θα μεταβληθή εις χέρσον
έκτασιν, θα γεμίση ολόκληρος από άγρια χόρτα, θα μένη έρημος και
εγκαταλελειμμένος, οι δε ξηρότοιχοι, που του εχρησίμευαν ως φράχτες, θα πέσουν
και θα κατασκαφούν.
Παρ. 24,32 Υστερα από αυτά εγώ μετενόησα, και απεφάσισα να εκλέξω την πραγματικήν
παιδαγωνίαν και μόρφωσιν.
Παρ. 24,33 Ο οκνηρός λέγει· Νυστάζω ολίγον, ας κοιμηθώ ολίγον. Σταυρώνω τα χέρια μου εις τα
στήθη, κυριαρχούμενος από υπνηλίαν και νωθρότητα.
Παρ. 24,34 Εάν και συ πράξης ο,τι και ο οκνηρός, θα σε προφθάση και θα σε καταλάβη η

540
φτώχεια, η δε ανάγκη θα έλθη σαν ταχύς δρομεύς.

«Κρείσσον σοφός»: Ο σοφός είναι δυνατότερος του ανδρείου. «Μετά


κυβερνήσεως»: Αφού ο νους έχει μεγάλη δύναμη, σκέψου καλώς πριν επιχειρήσεις
πόλεμο.

«Κύριος καρδίας πάντων γινώσκει, αυτός οίδεν»: Άρα γνωρίζει και την δική
σου καρδιά.

«Φάγε μέλι»:Εννοεί τη Θεία διδασκαλία.

«Καλή η τελευτή σου»: Ο θάνατος για τους πολλούς είναι απαίσιος, για τον
κατά Θεόν σοφό όμως όχι!

«Μηδέ απατηθής»: Μην εξαπατηθείς από ένα καλό δείπνο.

«Επτάκις γαρ πεσείται»: Ο δίκαιος κι αν πολλές φορές πέσει και αμαρτήσει, θα


σηκωθεί με την βοήθεια της Θείας Σοφίας.

«Ο δε ασεβής»:Όταν όμως ο ασεβής σκοντάψει και πέσει, ποιος θα τον


σηκώσει; Ουδείς!

«Αποστρέψει»: Ο Θεός αν χαιρεκακήσεις θα στρέψει τον θυμό σου πάνω σου.

«Μη χαίρε επί»: Μην αισθάνεσαι τέρψη από την ευημερία των πολλών.

… «Μη προσθής τοις λόγοις αυτού»: Ο συγγραφέας δεν θέλει επ’ ουδενί στα
Θεία λόγια να προστίθενται τα ανθρώπινα.

«Δύο αιτούμαι»: Δύο πράγματα ζητώ από τον Θεό. 1) Απομάκρυνε από μένα
τις ματαιολογίες των ψευδοσόφων και 2) «Πλούτον και πενίαν»: Δεν θέλω ούτε τον
πολύ πλούτο για να μην πωρωθώ και αρνηθώ την πανταχού παρουσία Σου ούτε όμως
και την πολύ φτώχεια μη τυχόν αυτή με αναγκάσει και κλέψω και ορκισθώ και
κολάσω έτσι την ψυχή μου.

«Έκγονον κακόν»: Καυτηριάζει την αστοργία των τέκνων προς τους γονείς.

«Δίκαιον εαυτόν κρίνει»: Καταδικάζει την φαρισαϊκή αυτοδικαίωση.

541
«Υψηλούς οφθαλμοίς έχει»: Καταδικάζει την έπαρση.

Στη συνέχεια ο Παροιμιαστής στρέφεται προς τους δικαστές, στους οποίους


λέει: «Αιδέσθαι πρόσωπον» Μην προσωποληπτείτε στην κρίση σας.

«Οι δε ελέγχοντες βελτίους»: Ο θαρραλέος έλεγχος της ανομίας ανυψώνει τον


δικαστή.

«Ετοίμαζε εις την έξοδον»: Συνιστά επιμέλεια.

«Μη ίσθι ψευδής»: Μην είσαι μάρτυρας ψεύδους εκ μοχθηρίας κινούμενος.


Μην γίνεσαι εκδικητικός.

«Εάν αφής αυτόν»: Δεν χρειάζεται πολύς χρόνος για να χορταριάσει το


ακαλλιέργητο χωράφι, έτσι και ο άφρων, ο οκνηρός που αφήνει την ψυχή του
ακαλλιέργητη.

«Ύστερον εγώ μετανόησα»: Και εγώ, λέει ο Παροιμιαστής, αισθάνθηκα κλίση


προς την αδράνεια, αλλά ύστερα μετανόησα.

«Τα βδέλλη»: Πρόκειται περί της ακόρεστης απληστίας με τις 4 θυγατέρες της:
Το χρήμα, την κοιλιά, την δόξα, τα αφροδίσια πάθη.

Τέσσερα είναι τα μικρά ζώα αλλά ταυτόχρονα σοφά: 1) Τα μυρμήγκια τα


οποία αποδεικνύονται οργανωμένα και προνοητικά, 2 ) Ο σκαντζόχοιρος ο οποίος
κρύβεται στους βράχους, 3) Οι ακρίδες, οι οποίες αν και δεν έχουν βασιλιά όμως
κινούνται με απόλυτη πειθαρχία στη μάχη και 4) Η οικιακή σαύρα, η οποία αν και
δεν φέρει κανέναν εξοπλισμό για να αμυνθεί όμως διαφεύγει από τους κινδύνους.

Τρία ζώα διδάσκουν την αξιοπρέπεια στον άνθρωπο: 1) ο Λέων: Ουδέποτε


υποχωρεί, 2) Ο αλέκτωρ: Βαδίζει περήφανα μεταξύ των ορνίθων, 3) Τράγος ο οποίος
περπατά όπως ο ηγούμενος.

Κεφάλαιο εικοστό πέμπτο

Παρ. 25,1 Αι κατωτέρω ανάλεκτοι ηθοπλαστικαί παροιμίαι και τα αποφθέγματα του


Σολομώντος είναι αυτά που κατέγραψαν οι φίλοι του Εζεκίου, βασιλέως της Ιουδαίας.
Παρ. 25,2 Ανέκφραστα από τον ανθρώπινον λόγον και ανεξερεύνητα από τον νουν είναι τα

542
ένδοξα έργα του Θεού. Δοξα δε και τιμή δι' ένα βασιλέα είναι να ερευνά και να εκτιμά
κατ' αξίαν πρόσωπα και πράγματα.
Παρ. 25,3 Ο ουρανός που εκτείνεται εις απεριόριστα ύψη και η γη, με τα απροσμέτρητα αυτής
βάθη, μένουν ανεξερεύνητα. Ετσι και η καρδία του βασιλέως είναι δι' όλους
ανεξερεύνητος και ανεξέλεγκτος.
Παρ. 25,4 Κατεργάσου με το σφυρί και την κάμινον του πυρός τον ακάθαρτον άργυρον και θα
καθαρισθή ολόκληρος από κάθε περιττόν σώμα.
Παρ. 25,5 Κατά παρόμοιον τρόπον παράδωσε εις θανατικήν εκτέλεσιν τους ασεβείς
συμβούλους, που ευρίσκονται πλησίον του βασιλέως, και τότε ο θρόνος αυτού θα
στερεωθή και θα θριαμβεύση δια της δικαιοσύνης.
Παρ. 25,6 Μη αλαζονεύεσαι ενώπιον των βασιλέων δια την δύναμίν σου η τον πλούτον σου και
μη προσέρχεσαι απρόσκλητος στους τόπους, όπου συγκεντρώνονται οι ισχυροί.
Παρ. 25,7 Είναι προτιμότερον δια σε ο βασιλεύς η ο άρχων να σου πη· “Ελα πλησίον μου”, παρά
να σε ταπεινώση ενώπιον άλλου άρχοντος επισημοτέρου από σέ. Λέγε μόνον όσα
βλέπουν τα μάτια σου και μη δίδης πάντοτε εμπιστοσύνην εις όσα ακούουν τα αυτιά
σου.
Παρ. 25,8 Μη ορμάς εύκολα και ασύνετα εις φιλονεικίας, δια να μη μεταμεληθής κατόπιν, και
μάλιστα όταν εντόνως σε κατηγορήση ο φίλος σου.
Παρ. 25,9 Μαθε να υποχωρής, δια να προλαμβάνης και απαλύνης τας φιλονεικίας, και να μη
καταφρονής κανένα·
Παρ. 25,10 μήπως και αυτός ο φίλος σου τεθή αντιμέτωπός σου και σε κατακρίνη. Η δε
φιλονεικία και έχθρα δεν θα απομακρυνθή ποτέ από κοντά σου, αλλά ωσάν άλλος
θάνατος θα σε παρακολουθή μέχρι τέλους.
Παρ. 25,10α Η χάρις και η φιλία απαλλάσσουν και ελευθερώνουν την ψυχήν από πολλάς οδυνηράς
καταστάσεις. Την χάριν, λοιπόν, και εν φιλίαν κράτησέ την καλά στον εαυτόν σου, δια
να μη γίνης μισητός και αξιοκατάκριτος. Πρόσεχε τας πορείας της ζωής σου και
προσπάθει να είσαι συμβιβαστικός και διαλλακτικός προς όλους.
Παρ. 25,11 Οπως ωραίον και ταιριαστόν είναι ένα χρυσό μήλο εις περιδέραιον από σαρδίους
πολύτιμους λίθους, ετσι και ενας συνετός και καλός λόγος, που λέγεται εις την
πρέπουσαν περίστασιν.
Παρ. 25,12 Οπως εις ένα χρυσό σκουλαρίκι δένεται και ταιριάζεται ο πολυτελής σάρδιος λίθος,
έτσι ωραίος και ελκυστικός είναι και ενας συνετός λόγος, όταν λέγεται εις αυτί
προσεκτικόν.
Παρ. 25,13 Οπως η προσφορά πάγου εις καιρόν θερισμού, οπότε επικρατεί μεγάλο καύμα,
δροσίζει και αναψύχει, έτσι και ένας ευσυνείδητος και αξιόπιστος αγγελιαφόρος με
τας καλάς ειδήσστου εις εκείνους, που τον έστειλαν. Διότι αναπαύει, ευχαριστεί και
ωφελεί τας καρδίας αυτών, που τον εχρησιμοποίησαν ως αγγελιαφόρον.
Παρ. 25,14 Οπως ολοφάνεροι είναι οι άνεμοι και τα σύννεφα και αι βροχαί, που πρόκειται να
πέσουν, αλλά δεν πίπτουν, ετσι ολοφάνερος γίνεται και εκείνος, ο οποίος καυχάται
ψευδώς δια δωρεάς, τας οποίας δεν έκαμε.
Παρ. 25,15 Με την υπομονήν και μακροθυμίαν κατευοδώνονται αι υποθέσεις μας κοντά στους
βασιλείς. Ετσι και γλώσσα μαλακή και ηπία συντρίβει οστά, κάμπτει δηλαδή και τας
μεγαλυτέρας δυσκολίας και αντιστάσεις.
Παρ. 25,16 Οταν εύρης μέλι, φάγε το αρκετόν, όσον σου χρειάζεται. Μη φάγης όμως πολύ,
παραχορτάσης και το κάμης εμετόν.
Παρ. 25,17 Κατά αραιά διαστήματα να επισκέπτεσαι τον φίλον σου στο σπίτι του, μήπως εκείνος
σε χορτάση, σε βαρεθή και σε αποστροφή.
Παρ. 25,18 Ο ψευδομάρτυς, ο οποίος μάλιστα καταθέτει ψευδομαρτυρίαν εναντίον του φίλου
του, ομοιάζει με σκληρόν ρόπαλον, με κοφτερό μαχαίρι, με αιχμηρόν βέλος.
Παρ. 25,19 Η πορεία της ζωής του κακού και τα πόδια του παρανόμου ανθρώπου, θα
εξολοθρευθούν κατά την ημέραν, που θα εκσπάση η δικαία οργή του Θεού.

543
Παρ. 25,20 Οπως το ξύδι είναι επιβλαβές και προκαλεί πόνον ριπτόμενον εις ανοικτήν πληγήν,
ετσι και μια απροσδόκητος σωματική ασθένεια φέρει λύπην εις την καρδίαν.
Παρ. 25,20α Οπως ο σκόρος εις τα ιμάτια και το σκουλήκι στο ξύλον, ετσι και η λύπη του
ανθρώπου κατατρώγει την καρδίαν του.
Παρ. 25,21 Εάν πεινά ο εχθρός σου, δίδε εις αυτόν να φάγη. Εάν διψά, δόσε εις αυτόν να πίη.
Παρ. 25,22 Διότι, όταν ετσι φέρεσαι και πράττης απέναντι του εχθρού σου, συσσωρεύεις
άνθρακας αναμμένους επάνω εις την κεφαλήν του. Ο δε Θεός θα σου ανταποδώση
αγαθά και θα σε αμείψη δια την ανεξικακίαν και καλωσύνην σου αυτήν.
Παρ. 25,23 Ο βορηάς σηκώνει και παρασύρει σύννεφα. Ετσι και ενας άνθρωπος αδιάκριτος και
αναιδής ερεθίζει τους άλλους, ώστε να ομιλήσουν και εκείνοι κατά τρόπον οργίλον και
πικρόν.
Παρ. 25,24 Είναι προτιμότερον να κατοική κανείς μόνος του εις μίαν στενόχωρη και φτωχική
γωνία ταράτσας, παρά να συνοική εις οικίαν μαζή με υβρεολογον και κακόγλωσσον
γυναίκα.
Παρ. 25,25 Οπως το δροσερό νερό είναι ευχάριστον και φέρει αναψυχήν εις ένα διψασμένον, έτσι
και μια ευχάριστος είδησις, η οποία έρχεται από αγαπητόν μας πρόσωπον
ευρισκόμενον εις τα ξένα.
Παρ. 25,26 Οπως είναι επιζήμιον, όταν βουλώνη κανείς μίαν πηγήν και παρακωλύη την
ελευθέραν έξοδον του ύδατος, έτσι είναι απρεπές και επιβλαβές να πέση ο δίκαιος εις
την εξουσίαν του ασεβούς.
Παρ. 25,27 Το να τρώγη κανείς πολύ μέλι δεν είναι καλόν και ωφέλιμον. Εξ αντιθέτου όμως,
πρέπει να ακούη κανείς απλήστως, και να τιμά και να δέχεται τους λόγους εναρέτων
ανθρώπων.
Παρ. 25,28 Οπως μια πόλις, που έχει τα τείχη της κρημνισμένα και μένει κατ' ουσίαν ατείχιστος,
είναι εκτεθειμένη και πρόχειρος στους εχθρούς, έτσι και ένας άνθρωπος, ο οποίος
πράττει κάτι, χωρίς προηγουμένως να εξετάση και να σκεφθή, γίνεται γελοίος στους
άλλους.

Γνωμικά-αποφθέγματα

«Τις έγνω νουν Κυρίου»; Η δόξα του Θεού είναι άρρητη και ανεξιχνίαστη.

Ο Βασιλιάς πρέπει να εξετάζει και να ερευνά για το πώς πρέπει να κυβερνήσει.

«Καρδία ανεξέλεγκτος»: Η καρδιά του βασιλέως πρέπει να είναι απρόσιτη,


εχέμυθη για το συμφέρον του κράτους.

«Κρείσσον γαρ σοι… ρυθήναι»: Όμοιο με το Λουκ. 14, 8-10 είναι


φρονιμότερο να κάθεσαι στην τελευταία θέση παρά να αναγκασθείς από άλλον να
πας σ’ αυτήν.

«Μη πρόσπεπτε εις μάχην»: Μη σπεύδεις σε φιλονικίες «Μη σε ονειδίση… ο


φίλος»: Μήπως ο φίλος σε έλεγξε με καλό σκοπό και εσύ άνοιξες μάχη;

«Μάχη.. ίση θανάτω»: Μέχρις ότου πεθάνεις είναι δυνατόν να διατηρηθεί η


έχθρα σας. Η ψυχρανθείσα φιλία μεταβάλλεται σε θανάσιμη έχθρα, διότι η χειρότερη

544
έχθρα είναι η ψυχρανθείσα φιλία.

«Γλώσσα μαλακή συντρίβει»: Όμοιο με το δικό μας «Η γλώσσα κόκαλα δεν


έχει και κόκαλα τσακίζει».

«Ώσπερ σης… σκώληξ»: Η λύπη σαν σκουλήκι κατατρώγει την καρδιά.

Κεφάλαιο εικοστό έκτο

Παρ. 26,1 Οπως σπανιοτάτη είναι η πυκνή δροσιά κατά τον θερισμόν και η βροχή κατά την
έποχήν του θέρους, έτσι ανύπαρκτος είναι τιμή και υπόληψις στον ασύνετον.
Παρ. 26,2 Οπως, όταν πετούν και φεύγουν τα πουλιά και τα στρουθία, δεν αφήνουν ίχνη, έτσι
και άδική κατάρα δεν θα επέλθη εναντίον ουδενός.
Παρ. 26,3 Οπως είναι απαραίτητον το μαστίγιον δια τον ίππον και το κεντρί δια τον όνον, έτσι
είναι απαραίτητος η ράβδος της τιμωρίας εναντίον αδίκου και ασεβούς έθνους.
Παρ. 26,4 Μη απαντάς προς άμυαλον και αυθάδη άνθρωπον με τον τρόπον, με τον οποίον
εκείνος εν τη αφροσύνη του σου ομιλεί, δια να μη ομοιάσης με αυτόν.
Παρ. 26,5 Αλλά να απαντάς στον άμυαλον με τρόπον συνετόν και ανάλογον προς την
αμυαλωσύνην του, δια να συναισθανθή ότι είναι ανόητος, ώστε να μη
αυτοθαυμάζεται και θεωρεί τον εαυτόν του σοφόν.
Παρ. 26,6 Θα εντροπιασθή δια τον τρόπον της ενεργείας του εκείνος, ο οποίος αποστέλλει μίαν
αγγελίαν με άμυαλον και ασύνετον άνθρωπον.
Παρ. 26,7 Ματαίωσε τας ανοήτους πορείας των ασυνέτων και πρόλαβε τας ανοησίας, που
βγαίνουν από το στόμα των. Μη τους αναθέτης εμπιστευτικάς και σοβαράς
υποθέσεις.
Παρ. 26,8 Εκείνος που δίδει εξουσίαν και δόξαν εις ασύνετον και άμυαλον, όμοιάζει με εκείνον
που ρίπτει με την σφενδόνην λίθον εις την τύχην.
Παρ. 26,9 Οδυνηρά αγκάθια δυστυχίας φυτρώνουν και διατρυπούν τα χέρια του μεθύσου. Κατά
παρόμοιον τρόπον και ο ασύνετος με τα ίδια του τα χέρια καλλιεργεί υποδούλωσιν
του εαυτού του.
Παρ. 26,10 Πολύ υποφέρει και ταλαιπωρείται το σώμα των ασυνέτων ανθρώπων, διότι τα όνειρά
των και τα μεγάλα των σχέδια συντρίβονται και διαλύονται.
Παρ. 26,11 Οπως το σκυλί, που επιστρέφει και τρώγει το ξέραμά του, είναι σιχαμερόν και
αποκρουστικόν, έτσι σιχαμερός ενώπιον Θεού και ανθρώπων γίνεται ο ασύνετος, ο
οποίος επιστρέφει εις τας πονηράς και αμαρτωλάς αυτού συνηθείας.
Παρ. 26,11α Υπάρχει εντροπή, οποία είναι αξιοκατάκριτος αμαρτία. Υπάρχει όμως αιδημοσύνη και
συστολή, η οποία είναι δια τον άνθρωπον δόξα και χάρις.
Παρ. 26,12 Είδα ένα άνθρωπον, ο οποίος εφαντάσθη τον εαυτόν του ότι είναι, σοφός·
μεγαλυτέρα ελπίς διορθώσεως υπάρχει δι' ένα άφρονα, παρά δια τον
αυτοθαυμαζόμενον δοκησίσοφον.
Παρ. 26,13 Ο οκνηρός, όταν αποσταλή εις κάποιαν εργασίαν, προφασίζεται και λέγει· Ληοντάρι
υπάρχει στους δρόμους, εις δε τας πλατείας ενεδρεύουν δολοφόνοι!
Παρ. 26,14 Οπως η θύρα στρέφεται γύρω από τους στρόφιγγάς της και δεν μετακινείται από
τόπου εις τόπον, έτσι και ο οκνηρός στριφογυρίζει επάνω στο κρεββάτι του και δεν
εξέρχεται προς εργασίαν.
Παρ. 26,15 Ο οκνηρός, που κρατεί συνεχώς άπρακτα και σταυρωμένα τα χέρια στο στήθος του,
δεν θα ημπορέση ποτέ με αυτά να φέρη τροφήν στο στόμα του, διότι δεν εργάζεται
δια την απόκτησίν της.

545
Παρ. 26,16 Ο οκνηρός φαντάζεται τον εαυτόν του σοφώτερον και αξιοπρεπέστερον από τον
υπηρέτην, ο οποίος μεταφέρει αγγελίας του κυρίου του, αμείβεται και ζη χορταστικά,
χωρίς να του λείπη τίποτε.
Παρ. 26,17 Οπως εκείνος που κρατεί την ουράν ξένου σκυλιού, κινδυνεύει να δαγκωθή, έτσι και
αυτός που επεμβαίνει απρόσκλητος εις φιλονεικίας και διαμάχας άλλων.
Παρ. 26,18 Οπως οι φρενοβλαβείς, που υποβάλλονται εις θεραπείαν, απευθύνουν εμπαικτικά και
προσβλητικά λόγια εις ανθρώπους, και εκείνος που θα θελήση πρώτος να απαντήση
εις αυτούς, θα εξευτελισθή και θα ντροπιαστή,
Παρ. 26,19 Ετσι με τους φρενοβλαβείς, εν τη ανοησία των, ομοιάζουν και όλοι εκείνοι, που
στήνουν ενέδρας εις βάρος των φίλων των και όταν αποκαλυφθούν λέγουν, ότι χάριν
αστειότητος έπραξα αυτό.
Παρ. 26,20 Με τα πολλά τα ξύλα μεγαλώνει και αναλάμπει περισσότερον η φωτιά. Οπου όμως
δεν υπάρχει δίβουλος και εριστικός άνθρωπος, εκεί είναι άγνωστος η φιλονεικία και
επικρατεί ησυχία.
Παρ. 26,21 Η εσχάρα ξανάβει και ζωηρεύει τα κάρβουνα και τα ξύλα δυναμώνουν τη φωτιά. Ετσι
ο υβριστής και κακολόγος άνθρωπος εξεγείρει φιλονεικίας και μάχας, όπου
ευρίσκεται.
Παρ. 26,22 Οι κολακευτικοί και παραπειστικοί λόγοι των απατεώνων είναι γλυκείς και
ευπρόσδεκτοι. Πληγώνουν όμως βαθύτατα τον άνθρωπον εις την ψυχήν και την
καρδίαν.
Παρ. 26,23 Χρήμα, που δίδεται με πονηρίαν και προς δολίους σκοπούς, πρέπει να θεωρήται ως
όστρακον χωρίς καμμίαν αξίαν. Το γλυκόλογον στόμα καλύπτει πολλάκις επίβουλον
και φαρμακεράν καρδίαν.
Παρ. 26,24 Ο εχθρός, όταν ευρεθή εις δύσκολον θέσιν και έχη την ανάγκην σου, με τα χείλη του
συμφωνεί εις όσα συ λέγεις, και ψευδοσυγκινούμενος κλαίει. Μέσα όμως εις την
καρδίαν του συλλαμβάνει και μηχανεύεται δόλια και επιβλαβή σχέδια.
Παρ. 26,25 Εάν ο εχθρός σου με δάκρυα και με μεγάλην φωνήν σε παρακαλή, μη πεισθής, διότι
πολυάριθμοι πονηρίαι και δολιότητες υπάρχουν μέσα εις την ψυχήν του.
Παρ. 26,26 Εκείνος που συγκαλύπτει την έχθραν του και δεν την φανερώνει, ετοιμάζει δολίαν
επίθεσιν και αυτός ακόμη ο πασίγνωστος δια τας δολιότητάς του, προσπαθεί να
συγκαλύψη τας αμαρτίας του εις συγκέντρωσιν λαού.
Παρ. 26,27 Εκείνος που σκάβει λάκκον δια τον άλλον, θα πέση ο ίδιος μέσα εις αυτόν. Και εκείνος
που κυλίει λίθον, δια να συνθλίψη τον άλλον, θα δεχθή τον ίδιον τον λίθον επάνω στον
εαυτόν του και θα συντριβή,
Παρ. 26,28 Ο ψευδολόγος άνθρωπος αποστρέφεται και μίσει την αλήθειαν. Το δε αφρούρητον
και απύλωτον στόμα δημιουργεί ταραχάς και ακαταστασίας μεταξύ των ανθρώπων.

«Περί άφρονος, ασεβούς»

«Μη αποκρίνου άφρονι»: Μην απαντάς καθόλου, σιώπα μη συζητάς με


άφρονα.

«Κατά την αφροσύνη αυτού»: Άλλωστε όμως πρέπει να λύεις την σιωπή σου
και να απαντάς και να αποκαλύπτεις άνευ φόβου την μωρία του, για να εξαγάγεις
αυτόν από την αφροσύνη του. Άλλες όμως φορές ίσως να μην χρειάζεται να το
κάνεις αυτό.

546
«Αφελού πορείαν σκελών»: Μην αποστέλλεις προς διεξαγωγή των υποθέσεών
σου τους άφρονες. Μην τους αφήνεις να εκστομίζουν ακρισίες εις βάρος σου.

«Ώσπερ κύων..ούτως άφρων»: Ο άφρων δεν μπορεί ν’ απαλλαγεί απ’ τις


πονηρές του κλήσεις. Είναι σιχαμερός διότι θέλει να επαναλαμβάνει τις ίδιες
αμαρτίες.

«Αναστρέψας … αμαρτίαν»: Η μετάνοιά του είναι παροδική «αισχύνη,


αισχύνη».

«Δόξαντα παρ’ αυτά σοφόν»: Ο ανόητος, έστω και ο τρελός υπάρχει ελπίδα
κάποτε να συνετισθεί. Ο οιηματίας όμως ουδέποτε.

Λόγος περί οκνηρού: «Θύρα επί στρόφιγγος»: Όπως η θύρα τρίζει, γογγύζει ο
οκνηρός στριφογυρίζει τον εαυτό του στο κρεβάτι του.

«Σοφότερος εαυτώ οκνηρός»: Ο οκνηρός συγχαίρει τον εαυτό του διότι ζει εις
βάρος των άλλων.

Αυτός που πειράζει τους φίλους του: Η φιλία προϋποθέτει εμπιστοσύνη και
όχι δοκιμή πείραγμα. Διαφορετικά εκείνους που πειράζουν τους φίλους τους θα
έπρεπε να κλίνονται σε φρενοκομεία.

«Χείλεσι πάντα επινεύει»: Του κακού τα πάντα και τα δάκρυα, και τα


χαμόγελα και τα γλυκόλογα, όλα του είναι δολερά, διότι η καρδιά του είναι
υφαντουργείο δόλου.

Κεφάλαιο εικοστό έβδομο

Παρ. 27,1 Μη καυχάσαι δια την αύριον και γενικώτερον δια το μέλλον, διότι δεν γνωρίζεις τι θα
σου παρουσίαση η αυριανή ημέρα.
Παρ. 27,2 Ας σε επαινή ο άλλος, ο πλησίον, και οχι το ιδικόν σου στόμα, ο ξένος και όχι τα ιδικά
σου χείλη.
Παρ. 27,3 Βαρύς είναι ο λίθος, δυσβάστακτος η άμμος· η οργή όμως του ασυνέτου ανθρώπου
είναι βαρύτερη και από τα δύο.
Παρ. 27,4 Ασπλαγχνος και σκληρός είναι ο θυμός, οξεία και κοπτερή, ωσάν μαχαίρι, η οργή.
Τιποτε όμως δεν ημπορεί να συγκριθή προς την αγριότητα της ζηλοτυπίας και του
φθόνου.
Παρ. 27,5 Καλύτεροι και προτιμότεροι είναι οι έλεγχοι, που γίνονται φανερά και ξάστερα, παρά
μία φιλία, που δεν τολμά νο φανερώση και να ελέγξη σφάλματα,

547
Παρ. 27,6 Περισσότερον ευπρόσδεκτα και ωφέλιμα είναι τα τραύματα,- παρατηρήσεις και
έλεγχοι,- που προέρχονται από ένα φίλον παρά τα φαινομενικώς αυθόρμητα,
πράγματι δε δόλια φιλήματα- ψευδείς έπαινοι και κολακείαι- ενός εχθρού.
Παρ. 27,7 Ανθρωπος, που είναι μι το παραπάνω χορτασμένος από όλα, περιφρονεί και αυτήν
ακόμη την κηρήθραν. Εις ένα όμως πεινασμένον και τα πικρά ακόμη φαίνονται γλυκά
και νόστιμα.
Παρ. 27,8 Οπως ένα πτηνόν, που περιπλανάται μακρυά από τη φωληά του, έτσι και ένας
άνθρωπος, που φεύγει από την πατρίδα του εις ξένους τόπους, δεν ευρίσκει
ανάπαυσιν, υπάρχει δε φόβος να καταντήση δούλος.
Παρ. 27,9 Τέρπεται και ευχαριστείται ο άνθρωπος εις τα αρώματα, στους καλούς οίνους, εις τα
ευώδη θυμιάματα. Αντιθέτως δε συντρίβεται η ψυχή από τας συμφοράς και τα
ατυχήματα.
Παρ. 27,10 Προσωπικόν σου φίλον, όπως και πατρικόν σου φίλον μη τον εγκαταλείψης. Εις
καιρόν δε δυστυχίας και ατυχημάτων σου μη μεταβής στο σπίτι του αδελφού σου.
Προτιμότερος και επωφελέστερος είναι ο φίλος σου, που κατοικεί κοντά σου, παρά ο
αδελφός σου, ο οποίος ευρίσκεται μακράν.
Παρ. 27,11 Απόκτησε, παιδί μου, σοφίαν και σύνεσιν, δια να ευφραίνεται πάντοτε η καρδία σου.
Γυρισε δε το πρόσωπόν σου αλλού και διώξε μακρυά τας επονειδίστους συμβουλάς
των άλλων.
Παρ. 27,12 Ο έξυπνος και συνετός άνθρωπος, όταν βλέπη να επέρχωνται τα κακά, παραμερίζει,
κρύπτεται και προφυλάσσεται. Οι άμυαλοι όμως δια λόγους επιδείξεως εφορμούν και
εκτίθενται στον κίνδυνον, δια να συναντήσουν έτσι βλάβας και συμφοράς.
Παρ. 27,13 Ο επηρμένος καταφρονητής του Θεού και των ανθρώπων περνάει αλαζονικά
υπερηφανευόμενος με ξένα ενδύματα, τα οποία έχει αρπάξει. Αφαίρεσέ του το
ένδυμα, δια να ταπεινωθή.
Παρ. 27,14 Εκείνος ο οποίος κάθε πρωϊ επαινεί με το παραπάνω και κολακεύει τον φίλον του, δεν
διαφέρει από άνθρωπον, ο οποίος τον καταράται.
Παρ. 27,15 Σταγόνες βροχής, που πίπτουν μέσα στο σπίτι, κάνουν τον άνθρωπον να βγη έξω από
αυτό, έστω και αν είναι χειμώνας. Ετσι και γυναίκα κακόγλωσσος και υβρεολόγος
αναγκάζει τον άνδρα της, να φύγη από το σπίτι.
Παρ. 27,16 Ο βορηάς είναι άγριος και ορμητικός άνεμος. Εν τούτοις κατ' ευφημισμόν λέγεται
επιδέξιος, ικανός και καλότυχος!
Παρ. 27,17 Ο σίδηρος κάνει οξύν και κοπτερόν τον άλλον σίδηρον, ετσι δε ενας οργίλος και
ασύνετος άνθρωπος παροξύνει και εξερεθίζει τυν σύντροφόν του.
Παρ. 27,18 Οποιος φυτεύει συκιά, θα φάγη βέβαια από τους καρπούς της. Και όποιος σέβεται και
προφυλάσσει τον κύριόν του από διαφόρους παγίδας και κινδύνους, θα ανταμειφθή
και θα τιμηθή από αυτόν.
Παρ. 27,19 Οπως δεν ομοιάζουν μεταξύ των τα πρόσωπα των ανθρώπων, ετσι δεν ομοιάζουν αι
διάνοιαι και αι καρδίαι των.
Παρ. 27,20 Ο άδης και ο τόπος της απωλείας, η κόλασις, δεν χορταίνουν ποτέ. Ετσι και τα μάτια
των ανθρώπων είναι αχόρταστα.
Παρ. 27,20α Αποκρουστικός και μισητός ενώπιον του Κυρίου είναι εκείνος, ο οποίος στηρίζει με
επιμονήν το μάτι του εις αμαρτωλά και μάταια πράγματα. Το ίδιο είναι και οι
απαιδαγώγητοι και οι αμόρφωτοι, οι οποίοι δεν συγκρατούν την γλώσσαν των.
Παρ. 27,21 Ο άργυρος και ο χρυσός εις την φωτιάν της καμίνου δοκιμάζονται. Και ο άνθρωπος
δοκιμάζεται από την στάσιν, που παίρνει στους επαίνους εκείνων που τον
εγκωμιάζουν.
Παρ. 27,21α Η καρδία του ασεβούς και καταφρονητού του θείου νόμου επιδιώκει πάντοτε
παρανομίας. Η ευθεία όμως ψυχή ζητεί και ανευρίσκει την θείαν γνώσιν, την
αλήθειαν.
Παρ. 27,22 Εάν μαστιγώσης ένα ασύνετον εν μέσω συνεδρίου και τον διαπομπεύσης, δεν θα

548
αφαιρέσης την αμυαλωσύνην του.
Παρ. 27,23 Προσπάθησε να γνωρίσης καλά τον αριθμόν και το ειδός του ποιμνίου σου. Δώσε την
καρδία σου και φρόντισε με επιμέλειαν δια τα κοπάδια σου. Το ιδιο πρέπει να κάνη ο
ποιμήν και κυβερνήτης των λογικών προβάτων.
Παρ. 27,24 Διότι η εξουσία και τα αξιώματα δεν μένουν ισόβια στον άνθρωπον, ούτε και
παραδίδονται κληρονομικώς από την μίαν γενεάν εις την άλλην.
Παρ. 27,25 Φρόντισε δια τα χλοερά λειβάδια σου και θα κόψης πολύ χορτάρι. Μαζευε ακόμη
χορτάρι και από τα ορεινά μέρη,
Παρ. 27,26 δια να έχης τα μέσα να θρέψης πρόβατα, ώστε από μαλλί των να κατασκευάζης
ενδύματα. Αγάπα τα λειβάδια σου και να τα περιποιήσαι, δια να θρέψης και να έχης
αρνιά.
Παρ. 27,27 Παιδί μου, επήρες και έχεις από εμέ πολυτιμοτάτος συμβουλάς δια την ζωήν σου,
όπως και δια την ζωήν των υπηρετών σου.

«Μη καυχώ τα εις αύριον»: Αν μην καυχώμεθα για τις επιτυχίες που θα
κάνουμε αύριο. Κανείς δεν γνωρίζει τι θα γίνει την αυριανή μέρα.

«Θυμός… οργή… ζήλος»: Ο θυμός είναι άσπλαχνος. Η οργή ορμητική τα


πάντα παρασύρει, η ζήλεια όμως είναι χειρότερη κι απ’ τα άλλα δύο, είναι ολέθρια.
«Ουδένα υφίσταται»: Κανέναν δεν λογαριάζει έστω και το πλέον αγαπητό πρόσωπο.

«Αξιοπιστότερα τραύματα»: Προτιμότερες είναι οι πληγές οι οποίες γίνονται


από φιλικό χέρι,παρά από αυθόρμητα φιλήματα του εχθρού. Βλ. Ιούδα.

«Ψυχή εν πλησμονή»: Η αφθονία γεννά τον κορεσμό, την αηδία.

«Ος αν ευλογή»: Όποιος δημόσια επαινεί κάποιον είναι σαν να τον καταράται.

Η ευγνωμοσύνη πρέπει να έχει τρόπο τόπο και χρόνο όταν εκφράζεται. Η


θορυβώδης ευγνωμοσύνη δεν διαφέρει από κατάρα.

Εν τέλει «καρδία ανόμου… κακά»: Αλλοίμονο σ’ εκείνον που τον δέρνουν


δεκαοκτώ άτομα και δεν τον δέρνει ο νους του. Άρα η προσπάθεια να σωφρονίσει
κανείς κάποιον άφρονα είναι μάταιη όταν αυτός έχει πωρωθεί.

Κεφάλαιο εικοστό όγδοο

Παρ. 28,1 Φεύγει πανικόβλητος ο ασεβής, χωρίς να υπάρχη κανείς, που να τον καταδιώκη. Ο δε

549
δίκαιος, ωσάν λέων απτόητος, μένει ακλόνητος εις ώραν κινδύνου έχων πεποίθησιν
στο δίκαιον του και την συμπαράστασιν του Θεού.
Παρ. 28,2 Εξ αιτίας των αμαρτιών και παρανομιών, τας οποίας διαπράττουν οι ασεβείς,
συγκροτούνται δικαστήρια και γίνονται δίκαι. Αλλά ο εξυπνος και συνετός άνθρωπος
θα κατασβήση τας αιτίας και θα προλάβη τας δίκας.
Παρ. 28,3 Ο ασεβής άνθρωπος, θρασύς και εκβιαστής, καταπιέζει τους πτωχούς και αδυνάτους.
Οπως η ορμητική βροχή είναι ανωφελής μάλλον δε και επιβλαβής,
Παρ. 28,4 έτσι και αυτοί, που εγκαταλείπουν και καταπατούν τον νόμον του Θεού, επαινούν την
ασέβειαν, δια να δικαιολογήσουν τον εαυτόν των. Εκείνοι όμως, που αγαπούν και
τηρούν τον νόμον του Θεού, είναι σαν να ανεγείρουν ολόγυρά των τείχος απόρθητον.
Παρ. 28,5 Οι κακοί άνθρωποι δεν ημπορούν να εννοήσουν και να εκφέρουν δίκαιον κρίσιν. Οσοι
όμως επιζητούν και ευρίσκουν τον Κυριον, θα γίνουν σοφοί και θα κρίνουν ορθώς εις
όλα τα ζητήματα.
Παρ. 28,6 Ανώτερος και προτιμότερος είναι ο πτωχός, ο οποίος πορεύεται τον δρόμον της
αληθείας και της αρετής, από τον ψευδολόγον πλούσιον.
Παρ. 28,7 Ο φρόνιμος και συνετός υιός τηρεί τον νόμον του Θεού και τας συμβουλάς του πατρός
του. Ενῷ εκείνος, που βόσκει εις κάθε ασωτίαν, εξευτελίζει τον πατέρα του.
Παρ. 28,8 Εκείνος που αυξάνει τον πλούτον του, δανείζων με υπερόγκους τόκους και με
αχόρταστον επιθυμίαν, εις την πραγματικότητα τα μαζεύει δι' εκείνον, που ελεεί τους
πτωχούς.
Παρ. 28,9 Βδελυκτή και αποκρουστική είναι ενώπιον του Θεού η προσευχή εκείνου, ο οποίος
γυρίζει αλλού το αυτί του, δια να μη ακούση και δεχθή τον θείον νόμον.
Παρ. 28,10 Ανθρωπος, ο οποίος παραπλανά τους ειλικρινείς και αθώους εις δρόμους ζωής
κακούς, αυτός θα περιπέση εις όλεθρον και καταστροφήν. Οι παραβάται του θείου
νόμου θα περάσουν πλησίον από τα αγαθά, δεν θα εισέλθουν όμως εις αυτά, δια να τα
απολαύσουν.
Παρ. 28,11 Ο επηρμένος δια τα πλούτη του πλούσιος έχει μεγάλην ιδέαν δια τον εαυτόν του και
τον θεωρεί σοφόν. Ο μυαλωμένος όμως και ενάρετος πτωχός έχει την ικανότητα, να
διακριβώση σφάλματα και να διατυπώση κατηγορίας εναντίον αυτού.
Παρ. 28,12 Με την βοήθειαν, που παρέχουν οι δίκαιοι, μεγάλη δόξα έρχεται εις αυτούς και εις την
πατρίδα των. Εκεί όμως που ζουν και κυριαρχούν οι ασεβείς, συλλαμβάνονται και
φυλακίζονται πολλοί άνθρωποι.
Παρ. 28,13 Εκείνος, που σκεπάζει τα αμαρτήματά του και δεν τα παραδέχεται ούτε τα ομολογεί
δεν θα ευοδωθή εις τα έργα του. Εξ αντιθέτου εκείνος, που τα ομολογεί και είναι
πρόθυμος να δεχθή ελέγχους, θα αγαπηθή από τον Θεόν.
Παρ. 28,14 Ευτυχής είναι ο άνθρωπος εκείνος, ο οποίος εις όλας τας περιπτώσεις της ζωής του,
από πολλήν προς τον Θεόν ευλάβειαν φοβείται μήπως παρασυρθή εις αμαρτίαν. Ο δε
σκληροκάρδιος και θρασύς θα περιπέση εις πολλάς συμφοράς.
Παρ. 28,15 Ο πτωχός και άσημος, όταν αναλάβη την εξουσίαν επί ενός αδυνάτου και πτωχού
έθνους, γίνεται σκληρός και επιθετικός, σαν τον πεινασμένον λέοντα και τον
διψασμένον λύκον.
Παρ. 28,16 Ασεβής βασιλεύς με πτωχά εισοδήματα καταντά μεγάλος εκβιαστής και ληστής του
λαού του. Εξ αντιθέτου ευσεβής βασιλεύς, έστω και πτωχός, που μισεί όμως την
αδικίαν, θα βασιλεύση επί πολύν χρόνον στον λαόν του, διότι είναι αγαπητός.
Παρ. 28,17 Εκείνος, που αναλαμβάνει και προστατεύει άνθρωπον καταδιωκόμενον δια φόνον, θα
καταντήση ο ίδιος φυγάς και εξόριστος και δεν θα αισθάνεται τον εαυτόν του εν
ασφαλεία.
Παρ. 28,17α Παιδαγώγησε και μόρφωσε τον υιόν σου μέ στοργήν και με αυστηρότητα και θα σε
αγαπήση. Θα είναι στόλισμα και δόξα εις σέ. Δεν θα υπακούση και δεν θα παρασυρθή
εις συμβουλάς παρανόμων ανθρώπων και λαών.
Παρ. 28,18 Εκείνος, που πορεύεται με δικαιοσύνην και τιμιότητα, θα έχη ασφαλή και βεβαίαν την

550
βοήθειαν από τον Θεόν. Ενῷ εκείνος, που βαδίζει σκολιούς και διεστραμμένους
δρόμους, θα περιπέση εις παγίδας, θα εμπλακή εις δίκτυα συμφορών.
Παρ. 28,19 Εκείνος, που εργάζεται με επιμέλειαν τους αγρούς του, θα χορτάση από ψωμί και από
αλλά αγαθά. Εκείνος όμως, που επιδιώκει πονηρίαν και νωθρότητα, θα γεμίση από
πτωχείαν και στέρησιν.
Παρ. 28,20 Ανθρωπος έντιμος και αξιόπιστος θα έχη πολλάς ευλογίας εκ μέρους του Θεού,
επαίνους δε εκ μέρους των ανθρώπων. Ενῷ ο κακός δεν θα μείνη ατιμώρητος.
Παρ. 28,21 Ο δικαστής, που δεν σέβεται και δεν εκτιμά τους δικαίους και το δίκαιόν των, αλλά
μεροληπτεί εναντίον των εις την απόδοσιν δικαιοσύνης, είναι ανέντιμος και ανάξιος
δικαστής. Αυτός, διεφθαρμένος ψυχικώς, είναι ικανός για ένά κομμάτι ψωμί να
καταδικάση αθώον.
Παρ. 28,22 Σπεύδει ο άπληστος και φθονερός άνθρωπος να αποκτήση πλούτη, δεν γνωρίζει όμως
ότι ο ελεήμων θα κυριαρχήση επάνω εις αυτόν και θα πάρη υπό την εξουσίαν του τα
πλούτη του.
Παρ. 28,23 Περισσότερον άξιος ευγνωμοσύνης και ευχαριστιών είναι ο άνθρωπος, ο οποίος έχει
το θάρρος να ελέγχη προς διόρθωσιν, από εκείνον ο οποίος έχει γλώσσαν με
χαριτωμένα αστεία και ευχάριστα, ανωφελή όμως, λόγια.
Παρ. 28,24 Εκείνος, που διώχνει από το σπίτι του τον πατέρα του η την μητέρα του και έχει την
ιδέαν ότι δεν αμαρτάνει, είναι εις την πραγματικότητα όμοιος με τον άνθρωπον
εκείνον, που φέρεται με ασέβειαν και αχαριστίαν απέναντι του Θεού.
Παρ. 28,25 Ο άπιστος προς τον Θεόν άνθρωπος κρίνει με επιπολαιότητα, εικήι και ως έτυχεν.
Ενῷ εκείνος, ο οποίος πιστεύει στον Θεόν, κρίνει με πολλήν προσοχήν και επιμέλειαν.
Παρ. 28,26 Εκείνος, που έχει πεποίθησιν και στηρίζεται εις θρασείαν και σκληράν καρδίαν, είναι
ασύνετος. Εκείνος όμως που προχωρεί στον δρόμον της ζωής του με σύνεσιν θα σωθή.
Παρ. 28,27 Οποιος δίδει στους φτωχούς, δεν θα στερηθή και δεν θα φτωχύνη. Εξ αντιθέτου
εκείνος, ο οποίος με ασπλαγχνίαν γυρίζει το μάτι του μακρυά από τον πτωχόν, θα
περιέλθη εις μεγάλην ανέχειαν και πτωχείαν.
Παρ. 28,28 Εις χώρας, όπου κυριαρχούν οι ασεβείς, υποφέρουν και στενάζουν οι δίκαιοι. Οταν
όμως εξαφανισθούν οι ασεβείς, τότε θα πληθυνθούν και θα ευτυχήσουν οι δίκαιοι.

«Φεύγη ασεβής μηδενός διώκοντος»: Κανείς δεν τον καταδιώκει παρά μόνο ο
φόβος του.

Πως τιμωρεί ο Θεός τις αμαρτίες των ασεβών; «δι αμαρτίας ασεβών».

«Περιβάλλουσιν εαυτοίς τείχος: Αυτοί που αγαπούν τον νόμο του Θεού, είναι
απόρθητοι.

«Οι δε ζητούντες τον Κύριον συνήσουσιν»: Οι πνευματικοί άνθρωποι


ανακρίνουν τα πάντα.

«Τω ελεώντι πτωχούς»: Ο Θεός θα επιστρέψει τα αγαθά του τοκογλύφου να


περιέλθουν σε χέρια ανθρώπων οι οποίοι θα τα διαχειριστούν καλύτερα.

«Ο επικαλύπτων ασέβειαν»: Αυτός που κρύπτει τα αμαρτήματά του δεν θα

551
ευοδωθεί.

«Ο δε εξηγούμενος ελέγχους»: Θα τύχει της εύνοιας του Θεού.

«Άπιστος ανήρ κρίνει»: Ο άπιστος στερείται του ηθικού κριτηρίου της Θείας
αποκαλύψεως και κρίνει τα πάντα συγχέοντας καλό και κακό.

Κεφάλαιο εικοστό ένατο/ τριακοστό/ τριακοστό πρώτο

Παρ. 29,1 Καλύτερος και προτιμότερος είναι ο άνθρωπος, που δέχεται ελέγχους, παρά ο
σκληροτράχηλος και ασύνετος εις ελέγχους. Διότι, όταν εις αυτόν, ωσάν φωτιά εξ
ουρανού, πέση η οργή του Θεού, δεν υπάρχει πλέον καμμία θεραπεία.
Παρ. 29,2 Οταν επαινούνται οι δίκαιοι άρχοντες, ευφραίνονται οι λαοί των. Οταν όμως οι
άρχοντες είναι ασεβείς, στενάζουν και υποφέρουν οι λαοί.
Παρ. 29,3 Ανθρωπος, ο οποίος αγαπά την σοφίαν και την αρετήν, ευφραίνει τον πατέρα του.
Εκείνος δε ο οποίος συναγελάζεται με αμαρτωλάς γυναίκας, χάνει τον πατρικόν
πλούτον.
Παρ. 29,4 Ο δίκαιος βασιλεύς ανορθώνει και αναδεικνύει την χώραν του, ενώ εξ αντιθέτου ο
καταφρονητής του θείου νόμου άνθρωπος, την ανασκάπτει εκ θεμελίων.
Παρ. 29,5 Εκείνος ο οποίος προπαρασκευάζεται να ρίψη το δίκτυόν του εναντίον του φίλου του,
εις την πραγματικότητα περιπλέκει τα ιδικά του πόδια και συλλαμβάνεται στο δίκτυον
της πανουργίας του.
Παρ. 29,6 Μεγάλαι παγίδες και συμφοραί συναντούν τον αμαρτωλόν άνθρωπον. Ενῷ ο δίκαιος
θα ευρίσκεται πάντοτε εις χαράν και ευφροσύνην.
Παρ. 29,7 Ο δίκαιος δικαστής γνωρίζει να κρίνη και να αποδίδη το δίκαιον και στους φτωχούς
και αδυνάτους. Εξ αντιθέτου, ο ασεβής δικαστής δεν έχει σαφή και ορθήν γνώσιν. Δεν
έχει δε την διάθεσιν να γνωρίση καλά τον πτωχόν και το δίκαιόν του.
Παρ. 29,8 Ασεβείς και παράνομοι άνθρωποί με τα εγκλήματά των και τας διαβολάς των ήναψαν
πυρκαϊάν εις την πόλιν. Ενῷ οι σοφοί και ενάρετοι με την σύνεσίν των απεμάκρυναν
την οργήν από αυτήν.
Παρ. 29,9 Ο συνετός και ενάρετος άνθρωπος είναι εις θέσιν να κρίνη και θα κρίνη έθνη. Ο
φαύλος όμως και οργίλος περιπίπτει εις πλήθος σφαλμάτων, δια τα οποία εμπαίζεται.
Και όμως δεν πτοείται από τας εναντίον του κρίσεις.
Παρ. 29,10 Εγκληματίαι και φονείς μισούν και αποστρέφονται τον αφωσιωμένον στον Θεόν. Ενῷ
οι ειλικρινείς και οι ακέραιοι ενδιαφέρονται και υπερασπίζουν την ζωήν εκείνου.
Παρ. 29,11 Ο ασύνετος αφήνει ασυγκράτητον τον θυμόν του. Ο σοφός όμως τον δεσμεύει και τον
συγκρατεί εις τα βάθη της ψυχής του.
Παρ. 29,12 Οταν ενας βασιλεύς ακούη και υιοθετή αδίκους κατηγορίας και εκτρέπεται εις
παρανομίας, τότε και όλοι οι υπήκοοί του, μιμούμενοι αυτόν, θα γίνουν παράνομοι.
Παρ. 29,13 Οταν ο δανειστής και χρεωφειλέτης συναντηθούν μεταξύ των, δια να τακτοποιήσουν
τα ζητήματά των, βλέπει και τους δύο και τους παρακολουθεί ο Κυριος.
Παρ. 29,14 Οταν ένας βασιλεύς κρίνη με αλήθειαν και δικαιοσύνην και αυτούς ακόμη τους
πτωχούς, ο θρόνος του θα γίνη ένδοξος και περίβλεπτος.
Παρ. 29,15 Αι σωματικαί παιδαγωγικαί τιμωρίαι και οι μορφωτικοί έλεγχοι δίδουν σοφίαν και
αρετήν στο παιδί. Υιός δέ, που εγκαταλείπει το πατρικό σπίτι και περιπλανάται έδω
και εκεί, καταισχύνει και κατεντροπιάζει τους γονείς του.

552
Παρ. 29,16 Οταν πληθύνωνται οι ασεβείς, πληθύνονται αι αμαρτίαι και τα εγκλήματα. Οταν όμως
τιμωρούνται οι ασεβείς, τότε και αυτοί οι δίκαιοι στερεώνονται περισσότερον εις την
ευλάβειαν και τον φόβον του Θεού.
Παρ. 29,17 Παιδαγώγησε και μόρφωσε καλά το παιδί σου και αυτό θα δώση ανάπαυσιν και
στολισμόν εις την ζωήν σου.
Παρ. 29,18 Μέσα εις ένα παράνομον λαόν δεν θα υπάρξη εξηγητής των θείων λόγων, διότι θα
είναι ανεπιθύμητος. Εκείνος όμως, ο οποίος τηρεί τον θείον νόμον, είναι
αξιομακάριστός.
Παρ. 29,19 Ο σκληρός και ανυπότακτος δούλος δεν παιδαγωγείται και δεν συμμορφώνεται με
σύμβουλάς. Και εάν ακόμη εννοήση το ορθόν, δεν θα έχη την διάθεσιν να υπακούση
εις αυτό.
Παρ. 29,20 Εάν ίδης άνδρα ταχύν και απερίσκεπτον στους λόγους του, μάθε ότι έχει μεγαλυτέρας
ελπίδας επιτυχίας από αυτόν ενας ασύνετος και αμυαλος.
Παρ. 29,21 Εκείνος, που από τα παιδικά του χρόνια κατασπαταλά τα χρήματα, θα καταντήση
σύντομα πτωχός και θα γίνη δούλος. Και στο τέλος θα δοκιμάση πολλάς συμφοράς και
οδύνας.
Παρ. 29,22 Ο θυμώδης άνθρωπος βγάζει και σκορπά ολόγυρά του φιλονεικίας και έριδας. Ο δε
οργίλος βγάζει από μέσα του, σαν από μεταλλείον κακών, αμαρτίας.
Παρ. 29,23 Η υψηλοφροσύνη και αλαζονεία εξευτελίζουν τον άνθρωπον. Τους ταπεινόφρονας
όμως θα στηρίξη ο Κυριος εις αναφαίρετον δόξαν.
Παρ. 29,24 Εκείνος, που μοιράζεται με τον κλέπτην κλοπιμαία, εις την πραγματικότητα μισεί και
βλάπτει την ψυχήν του. Εάν δε κάτι τέτοιοι άνθρωποι υποβληθούν εις όρκον, δεν θα
αναγγείλουν την αλήθειαν,
Παρ. 29,25 διότι φοβούνται και εντρέπονται τους ανθρώπους. Ετσι δε θα πεδικλωθούν, θα
πέσουν και θα εξευτελισθούν. Εκείνος όμως, που έχει πίστιν και πεποίθησιν στον
Θεόν, θα ευφρανθή. Η ασέβεια οδηγεί τον άνθρωπον εις πτώσεις και σφάλματα. Ενῷ
εκείνος, που πιστεύει στον παντοδύναμον Θεόν, θα σωθή.
Παρ. 29,26 Πολλοί κολακεύουν και παρακαλούν τους εκάστοτε ισχυρούς, δια να επιτύχουν εις
κάποιον έργον των. Το δίκαιον όμως και η πραγματική επιτυχία αποδίδεται στον
άνθρωπον εκ μέρους του Κυρίου.
Παρ. 29,27 Μισητός και αποκρουστικός είναι στους δικαίους κάθε άδικος· όπως επίσης μισητή
και αποκρουστική είναι στον παράνομον η ευθεία οδός.

ΠΑΡΟΙΜΙΑΙ 30

Σημείωση
Στήν κανονική διάταξη τοῦ κειμένου τῶν Ο´ τό κεφάλαιο Λ παρεμβάλλεται στό κεφάλαιο ΚΔ (οἱ στίχοι 1-14 μετά τόν
στίχο 22ε τοῦ ΚΔ, καί οἱ ὑπόλοιποι στίχοι ἀμέσως μετά τό τέλος τοῦ ΚΔ).

Παρ. 30,1 Παιδί μου, να ευλαβηθής τα λόγια μου διά σφάλματα, τα οποία ενδεχομένως
διέπραξες. Αυτά τα λέγω εγώ ο διδάσκαλος εις εκείνους, οι οποίοι πιστεύουν εις τον
Θεόν και αφού τά ειπώ, θα παύσω να ομιλώ.
Παρ. 30,2 Εγώ το αντιλαμβάνομαι και το φρονώ, ότι από απόψεως ανθρωπίνης γνώσεως είμαι ο
περισσότερον αμόρφωτος μεταξύ όλων των ανθρώπων. Καμμία γνώσις ανθρωπίνη
δεν υπήρχεν εις εμέ.
Παρ. 30,3 Αλλά ο Θεός με εδίδαξε την αληθινήν σοφίαν. Και ετσι εγώ εγνώρισα και κατενόησα
την γνώσιν και σοφίαν των αγίων.
Παρ. 30,4 Ποιός ανέβηκεν στον ουρανόν; Και ποιός κατέβηκεν από εκεί εις την γην; Μονον ο
Θεός ο πανταχού παρών. Ποιός ημπορεί να συμμαζεύση τους ανέμους εις τυν κόλπον

553
του; Ποιός έχει την δύναμιν να συμμαζέψη και να τύλιξη το νερό μέσα εις ιμάτιον;
Ποιός εκυριάρχησε και κυριαρχεί στον ουρανόν και την γην από το ένα άκρον έως
στο άλλο; Ποιό είναι το όνομά του, με το οποίον να τον καλέσω; Η πως ονομάζονται
τα τέκνα του, τα δημιουργήματά του; Αυτός και μόνος τα γνωρίζει.
Παρ. 30,5 Διότι όλοι οι λόγοι του Θεού είναι ολοκάθαροι σαν το χρυσάφι, που βγαίνει από το
καμίνι της φωτιάς. Ο Κυριος υπερασπίζει και προστατεύει πάντοτε εκείνους, οι οποίοι
τον ευλαβούνται.
Παρ. 30,6 Πρόσεξε να μη προσθέσης τίποτε εις τας εντολάς του Κυρίου, δια να μη σε ελέγξη και
σε αποδείξη ότι είσαι ψευδολόγος.
Παρ. 30,7 Κυριε, δύο πράγματα έχω να ζητήσω από σέ. Πρώτον να μη αφαιρέσης από εμέ την
χάριν σου, πριν αποθάνω, αλλά να την αφήσης παντοτεινά μαζή μου.
Παρ. 30,8 Δεύτερον να απομακρύνης από εμέ ματαιολογίας, απάτας και ψευδολογίας. Δεν θέλω
δε να μου δώσης ούτε πολύν πλούτον, ούτε πτωχείαν. Δος μου τα απαραίτητα, όσα
είναι αρκετά και όσα μου χρειάζονται δια την συντήρησίν μου.
Παρ. 30,9 Δεν θέλω να έχω πολύν πλούτον, διότι φοβούμαι, μήπως μέσα εις τα άφθονα αυτά
αγαθά αποδειχθώ ψευδής απέναντι των ανθρώπων και είπω· ποιός με βλέπει; Δεν
θέλω πάλιν πτωχείαν, διότι φοβούμαι, μήπως επάνω εις την στέρησιν και την πείναν
κλέψω και ορκισθώ ψευδώς στο όνομα του Κυρίου.
Παρ. 30,10 Μη παραδώσης δούλον, που ζητεί την προστασίαν σου, εις τα χέρια του κυρίου του,
δια να μη σε καταρασθή ο ταλαίπωρος αυτός δούλος και καταστραφής.
Παρ. 30,11 Κακόν και κακοαναθρεμμένον παιδί καταράται τον πατέρα του, δεν επαινεί δε και
δεν τιμά την μητέρα του.
Παρ. 30,12 Κακόν και κακοαναθρεμμένον παιδί θεωρεί τον εαυτόν του δίκαιον και καθαρόν, ενώ
δεν έχει πλύνει ούτε τον αφεδρώνα του.
Παρ. 30,13 Κακόν και κακοαναθρεμμένον παιδί έχει αλαζονικά τα μάτια του, σηκώνει υψηλά τα
βλέφαρά του και υπερηφανεύεται.
Παρ. 30,14 Κακόν και κακοαναθρεμμένον παιδί έχει τα δόντια του σαν μαχαίρια και τας
οδοντοστοιχίας του στόματός του σαν κοπίδια, ώστε ασυνειδήτως να καταναλίσκη και
να κατατρώγη από τους ανθρώπους της γης τους αδυνάτους, τους ασήμους και τους
πτωχούς.
Παρ. 30,15 (Μασορ. Λ' 15). Η βδέλλα είχε τρεις πολυαγαπημένος θυγατέρας. Αλλά και αι τρεις
δεν ημπορούσαν να την χορτάσουν και η τετάρτη επίσης θυγάτηρ της δεν κατώρθωσε
να κάμη την μητέρα της να πη· Είναι αρκετόν, φθάνει.
Παρ. 30,16 Ετσι αχόρταστος είναι ο άδης, ο έρως της γυναικός και η ξηρά γη, η οποία δεν
χορταίνει από το νερό της βροχής. Οπως επίσης η θάλασσα και η φωτιά ποτέ δεν θα
πουν· Φθάνει, η μεν δια το νερό, η δε δια την καύσιμον ύλην.
Παρ. 30,17 Τα μάτια των υιών εκείνων, που περιγελούν τον πατέρα και κατεξευτελίζουν τα
γηρατεία της μητρός των, οι κόρακες από τα φαράγγια θα τα βγάλουν, θα τα
καταφάγουν τα νέα πουλιά των αετών.
Παρ. 30,18 Τρία πράγματα μου είναι αδύνατον να τα εννοήσω. Το δε τέταρτον ακόμη
περισσότερον μου μένει ακατάληπτον.
Παρ. 30,19 Πρώτον τα ίχνη του αετού, που πετά στον αέρα, τον δρόμον του φιδιού που σέρνεται
εις τις πέτρες, τους δρόμους του πλοίου που πλέει εις την θάλασσαν, και το
περισσότερον ακατάληπτον τας εκτροπάς του νέου ανθρώπου.
Παρ. 30,20 Τέτοιος είναι ο δρόμος και ο τρόπος της μοιχαλίδος γυναικός, η οποία, όταν διαπράξη
το αμάρτημα, νίπτεται και διαλαλεί, ότι τίποτε το άτοπον δεν έχει διαπράξει.
Παρ. 30,21 Τρία γεγονότα είναι που συγκλονίζουν την γην, το τέταρτον όμως δεν είναι δυνατόν
να το υποφέρη κανείς.
Παρ. 30,22 Πρώτον· εάν ένας κακός δούλος ανέλθη στον βασιλικόν θρόνον. Δεύτερον· εάν ενας
ασύνετος άνθρωπος χορτάση από υλικά αγαθά.
Παρ. 30,23 Τρίτον· εάν μία δούλη διώξη την κυρίαν της από την οικίαν του συζύγου. Και τέταρτον

554
εάν μία γυναίκα αξιομίσητος δια την διαγωγήν και τον χαρακτήρα της, πάρη σύζυγον
εναρετον.
Παρ. 30,24 Τέσσερα είναι τα πιο μικρά από απόψεως σώματος επάνω εις την γην. Αυτά όμως
είναι σοφώτερα και από τους σοφούς.
Παρ. 30,25 Πρώτον οι μύρμηκες, στους οποίους δεν υπάρχει αξιόλογος σωματική δύναμις, και
όμως αυτοί σοφώτατα ετοιμάζουν κατά το διάστημα του θέρους την τροφήν των
δι' όλον το έτος.
Παρ. 30,26 Δεύτερον· οι ακανθόχοιροι, οι οποίοι δεν αποτελούν ομάδας ισχυράς, με όπλα αμύνης
και επιθέσεως, και οι οποίοι εν τούτοις, έχουν κατά ένα τρόπον σοφόν εκλέξει ως
κατοικίαν των τους βράχους, όπου ζουν ασφαλείς.
Παρ. 30,27 Τρίτον· αι ακρίδες αι οποίαι δεν είναι ωργανωμέναι εις βασίλειον, δεν έχουν βασιλέα.
Και όμως εκστρατεύουν με τάξιν εις τας επιδρομάς, που κάνουν, ώστε να νομίζη
κανείς, ότι έχουν επικεφαλής ένα, που τους διατάσσει.
Παρ. 30,28 Τέταρτον· η οικιακή σαύρα, το μολυντήρι, που στηρίζεται μόνον εις τας χείρας του
είναι άοπλον και ευκολότατα καταβάλλεται και εν τούτοις κατοικεί εις τα ωχυρωμένα
ανάκτορα του βασιλέως.
Παρ. 30,29 Τρία ζώα υπάρχουν, τα οποία βαδίζουν με ασφάλειαν και μεγαλοπρέπειαν και
τέταρτον, το οποίον επίσης κατά ωραίον τρόπον διαβαίνει.
Παρ. 30,30 Το μικρό ληοντάρι, το οποίον είναι ισχυρότερον από όλα τα ζώα και δεν γυρίζει πίσω
προ ουδενός άλλου ζώου ούτε και φοβείται κανένα άλλο ζώον.
Παρ. 30,31 Δεύτερον· ο πετεινός, όταν μάλιστα περιπατή γενναίος και μεγαλοπρεπής μεταξύ των
ορνίθων. Τρίτον· ο τράγος όταν προπορεύεται του ποιμνίου. Τέταρτον και
ωραιότερον· ο βασιλεύς όταν δημηγορή προς τον λαόν.
Παρ. 30,32 Εάν αφεθής εις διασκέδασιν τρώγων και πίνων και απλώσης απειλητικόν το χέρι σου
προς συμπλοκήν με κάποιον άλλον, θα εξευτελισθής.
Παρ. 30,33 Αρμεξε και κτύπησε το γάλα και θα βγάλης βούτυρον. Εάν πιέσης πολύ τον ρώθωνά
σου, θα βγάλη αίμα. Ετσι, εάν αφήνης να βγαίνουν οπό το στόμα σου λόγοι απρεπείς
και προκλητικοί, θα προέλθουν από αυτούς φιλονεικίαι, συμπλοκαί και δικαστικαί
περιπέτειαι.

ΠΑΡΟΙΜΙΑΙ 31
Σημείωση: Στην κανονικη διαταξη του κειμενου τον Ο´ οἱ στιχοι 1-9 του κεφαλαιου
ΛΑ παρεμβαλλονται αμεσως πριν το κεφαλαιο ΚΕ, και οι υπολοιποι στιχοι αμεσως μετα
τό τελος του κεφαλαιου Λ.
Παρ. 31, (Μασορ. ΛΑ' 1). Τα λόγιά μου αυτά έχουν λεχθή από τον Θεόν. Είναι αποκαλυπτικόν
κήρυγμα ενός βασιλέως, τον οποίον επαιδαγώγησε κατά Θεόν η μητέρα του.
Παρ. 31,2 Τέκνον μου, τι πρέπει οπωσδήποτε να τηρήσης; Τι; Λογια Θεού. Πρωτοτόκόν μου
τέκνον, εις σε απευθύνομαι και λέγω αυτά. Τι πρέπει να τηρήσης, παιδί των
σπλάγχνων μου; Τι πρέπει να προσέχης εις την ζωήν σου, παιδί των προσευχών μου
και των ταμάτων, που έχω κάμει προς τον Θεόν; Ακουσέ με.
Παρ. 31,3 Μη παραδώσης και μη εμπιστευθής τον πλούτον σου εις γυναίκας, διότι ύστερα θα
μεταμεληθής πικρά δια την κατασώτευσιν του νου και της περιουσίας σου.
Παρ. 31, 4 Κατόπιν πολλής ερεύνης και περισκέψεως να προχωρής εις την πραγματοποίησιν των
έργων σου. Πινε οίνον, αλλά μετά συνέσεως. Πολλοί άρχοντες είναι ευερέθιστοι και
θυμώδεις, δια τούτο ας μη πίνουν οίνον,
Παρ. 31,5 ίνα μη πίνοντες και εις μέθην ερχόμενοι χάσουν την σύνεσιν και την ευθυκρισίαν και
δεν είναι εις θέσιν να κρίνουν και να δικάσουν ορθώς και να αποδώσουν το δίκαιον
στους αδυνάτους ανθρώπους.
Παρ. 31,6 Δώστε όμως ολίγον οίνον εις εκείνους, οι οποίοι ευρίσκονται υπό το κράτος πολλών
θλίψεων και ας πίνουν ολίγον οίνον, όσοι κατέχονται από πόνους και οδύνας,
Παρ. 31,7 δια να λησμονήσουν την πτωχείαν των και να μη ενθυμούνται πλέον τους πόνους των.

555
Παρ. 31,8 Ανοιγε το στόμα σου, δια να εκφράζη πάντοτε τον λόγον του Θεού. Κρίνε και δίκαζε
τους πάντας ορθώς και δικαίως.
Παρ. 31,8 Ανοιγε το στόμα σου, δια να εκφράζη πάντοτε τον λόγον του Θεού. Κρίνε και δίκαζε
τους πάντας ορθώς και δικαίως.
Παρ. 31,10 (Μασορ. ΛΑ' 10). Γυναίκα νοικοκυράν και δραστηρίαν ποιός θα ημπορέση να βρη;
Είναι ασυγκρίτος ανωτέρα και από τους πλέον πολύτιμους λίθους.
Παρ. 31,11 Εις αυτήν έχει πεποίθησιν και στηρίζεται με θάρρος η καρδία του ανδρός της. Διότι
αυτή και το σπίτι της δεν πρόκειται να στερηθούν ποτέ από υλικά αγαθά.
Παρ. 31,12 Καθ' όλον της τον βίον εργάζεται δια το καλόν του ανδρός της.
Παρ. 31,13 Υφαίνει νήματα μάλλινα και λινά και κατασκευάζει με τα ίδια της τα χέρια πράγματα
χρήσιμα δια το σπίτι.
Παρ. 31,14 Ομοιάζει με το πλοίον, το οποίον μεταφέρει εμπορεύματα από μακρυνάς περιοχάς.
Ετσι και αυτή συγκεντρώνει τον πλούτον της δια το καλόν του σπιτιού.
Παρ. 31,15 Εξυπνᾷ πολύ πρωϊ, νύχτα. Ετοιμάζει και δίδει τροφάς στους ανθρώπους του σπιτιού
της, κανονίζει δε τα έργα των υπηρετριών.
Παρ. 31,16 Οταν εύρη κάποιο καλο χωράφι, το αγοράζει και με τους κόπους των χειρών της το
καλλιεργεί, το φυτεύει, το μεταβάλλει εις αγρόκτημα αποδοτικόν.
Παρ. 31,17 Αφού ζώση, καλά την μέσην της, εργάζεται με τα χέρια της έντονα και με ζήλον στο
έργον της.
Παρ. 31,18 Εδοκίμασε και απέκτησε προσωπικήν πείραν, ότι είναι καλόν να εργάζεται κανείς.
Δια τούτο και ο λύχνος της δεν σβήνει καθ' όλον το διάστημα της νυκτός.
Παρ. 31,19 Απλώνει τα χέρια της εις όλα, όσα συμφέρουν και εξυπηρετούν το σπίτι. Ειδικώτερα
τα χέρια της τα στηρίζει στο αδράχτι, το οποίον και συνεχώς εργάζεται.
Παρ. 31,20 Αλλά ανοίγει τα χέρια της και απλώχερα δίδει στους πτωχούς. Διδει στον στερούμενον
από τον καρπόν των χειρών της.
Παρ. 31,21 Ο σύζυγος της, εάν απουσιάση επί τι χρονικόν διάστημα, δεν ανησυχεί και δεν
μεριμνά δια τα έργα και τα πράγματα του σπιτιού. Διότι όλοι οι εν τω οίκω της είναι
καλά ενδεδυμένοι.
Παρ. 31,22 Διπλάς χλαίνας έκαμε δια τον σύζυγον της. Λινά λευκά ενδύματα και ενδύματα
ποδφυρά ητοίμασε δια τον εαυτόν της.
Παρ. 31,23 Περίβλεπτος και αξιοθαύμαστος γίνεται ο σύζυγός της εις τας πύλας των τειχών της
πόλεως, όταν παρακάθηται εις συνέδριον με τους γεροντότερους άνδρας της χώρας.
Παρ. 31,24 Αυτή κατασκευάζει σινδόνας, τας οποίας πωλεί στους Φοίνικας. Κατασκευάζει και
ζώνας, τας οποίας πωλεί στους Χαναναίους.
Παρ. 31,25 Ετσι αυτή με την εργασίαν και την καλήν συμπεριφοράν της αποκτά δύναμιν και
ευπρεπή εμφάνισιν. Ευφραίνεται όλας τας ημέρας της ζωής της και πολύ
περισσότερον θα ευφρανθή κατά τας ημέρας των γηρατείων της.
Παρ. 31,26 Ανοίγει το στόμα της, δια να ομιλή πάντοτε μετά προσοχής, σύμφωνα με τον νόμον
του Θεού· έχει θέσει τάξιν εις τα λόγια του στόματός της.
Παρ. 31,27 Το σπίτι της είναι στεγνό, χωρίς υγρασίαν και σταλάγματα της βροχής· είναι
αναπαυτικό. Ψωμί οκνηρίας και τεμπελιάς δεν έφαγε ποτέ.
Παρ. 31,28 Ανοίγει το στόμα της και ομιλεί με σοφίαν και σύνεσιν, σύμφωνα με τους θείους και
ανθρωπίνους νόμους. Ευλογήθηκε από τον Θεόν φιλανθρωπία και η καλωσύνη της.
Και χάρις εις την ευλογίαν του Κυρίου ανέστησε τα τέκνα της. Αυτά επλούτησαν και ο
σύζυγός της την επήνεσε και της είπε·
Παρ. 31,29 “Ω σύντροφε της ζωής μου, πολλαί γυναίκες απέκτησαν πλούτον με την ικανότητά
των, πολλαί απέκτησαν δύναμιν μέσα εις την κοινωνίαν, συ όμως έχεις ξεπεράσει
όλας”.
Παρ. 31,30 Αι φιλαρέσκειαι της γυναικός είναι ψεύτικα πράγματα και το κάλλος της είναι
προσωρινόν και παροδικόν. Διότι μόνον η συνετή και φρονιμος γυναίκα ευλογείται
από τον Θεόν. Ας υμνά δε αυτή και ας δοξάζη τον φόβον του Κυρίου.

556
Παρ. 31,31 Επαινέσατε και σεις μίαν τέτοιαν δραστηρίαν και σοφήν γυναίκα. Δικαιον είναι και ο
σύζυγός της να εγκωμιάζεται δι' αυτήν εις τας πύλας των τειχών της πόλεως, όπου
γίνονται αι συγκεντρώσεις.

«Ανήρ ελέγχων»: Αυτός που δέχεται τους ελέγχους θα διορθωθεί εύκολα.

«Πτωχώ ουχ υπάρχει νους επιγνώμων»: Για τους ασεβείς δικαστές δεν υπάρχει
διάθεση να γνωρίσουν τα του πτωχού. Επειδή είναι φτωχός πρέπει να καταδικαστεί.

«Σοφός.. έθνη»: Ο σοφός όχι μόνο άτομα αλλά έθνη ολόκληρα κρίνει, ο δε
φαύλος ούτε τον εαυτό του δεν μπορεί να κρίνει.

«Πληγαί και έλεγχοι»: Από τις επιπλήξεις το παιδί αποκτά την στενή
πολύμοχθο σοφία «ταις δε πλανώμενοις»: Ο αλήτης υιός καταντροπιάζει τους γονείς
του.

«Ελπίδα έχει μάλλον.. αυτού»: Ο φλύαρος είναι χειρότερος του φρενοπλήκτου,


διότι ο δεύτερος συγχωρείται, ο πρώτος όχι.

«Βδέλυγμα δικαίοις»: Αποστρέφονται οι δίκαιοι τους άδικους.

Γυναίκα άξια του ονόματός της είναι δυσεύρετη, αλλά και πολυτιμότατη. Η
γλώσσα της είναι προσεκτική κυρίως διότι φοβάται τον Θεό. Γι’ αυτό ο σύζυγός της,
της έχει πλήρη εμπιστοσύνη.

«Ανίσταται εκ νυκτών»: Ενώ όλοι κοιμούνται αυτή εγείρεται για να ετοιμάσει


το φαγητό και τα λοιπά του νοικοκυριού της. Έχει δε γηρατειά ευφρόσυνα και τίμια.

557
558
559
Βιβλιογραφικές παραπομπές

[1] Η ιστορία του ελληνικού έθνους του Παπαρηγόπουλου, τόμος 1, εκδ. National
Geographic

[2] Βικιπαίδεια

[3] Ιωήλ Γιαννακόπουλος, Παλαιά Διαθήκη κατά Ο΄, τόμος 1

[4] Η παλαιά Διαθήκη Αρχιμ Ιωήλ Γιαννακόπουλου τόμος 2

560
561

Você também pode gostar