Você está na página 1de 269

Τμήμα Μηχανολόγων Μηχανικών

Πολυτεχνική Σχολή
Α. Π. Θ.

ΑΝΤΟΧΗ ΥΛΙΚΩΝ
καθ. Γ. Αθανασιάδης

Πανεπιστημιακό έτος 2008 / 09


Θεσσαλονίκη, Ιούλιος 2008
Πίνακας περιεχομένων I

ΠΙΝΑΚΑΣ ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΩΝ

1. Εισαγωγή στην Αντοχή των Υλικών 1


1.1 Σκοπός της Αντοχής και γενικές παραδοχές 3
1.2 Δομικά Στοιχεία 6
1.3 Καταπονήσεις 9
1.4 Είδη στηρίξεων 12

2. Τάσεις και εντατικές καταστάσεις 13


2.1 Τρισδιάστατη εντατική κατάσταση 15
2.2 Δισδιάστατη ή επίπεδη εντατική κατάσταση 23
2.2.1 Αναλυτικός προσδιορισμός τάσεων στην επίπεδη εντατική κατάσταση 24
2.2.2 Γραφική ανάλυση τάσεων και κύκλος MOHR στην επίπεδη εντατική
κατάσταση 34
2.3 Απλή ή Μονοαξονική εντατική κατάσταση 40

3. Μετατοπίσεις και παραμορφώσεις 44


3.1 Ορισμός μετατοπίσεων 44
3.2 Ανάλυση παραμορφώσεων 45
3.2.1 Ανάλυση ορθών παραμορφώσεων 46
3.2.2 Ανάλυση διατμητικών παραμορφώσεων 50
3.3 Συνθήκες συμβιβαστού 51

4. Σχέσεις μεταξύ τάσεων και παραμορφώσεων 53


4.1 Πείραμα εφελκυσμού και θλίψης 53
4.2 Νόμος HOOKE και χαρακτηριστικές ιδιότητες του υλικού 58
4.3 Γενικευμένος νόμος HOOKE 61
4.4 Νόμος HOOKE στο δισδιάστατο χώρο 64
4.4.1 Επίπεδη εντατική κατάσταση 65
4.4.2 Επίπεδη κατάσταση παραμορφώσεων 66
4.5 Σχέσεις μεταξύ E, ν και G 67

5. Εσωτερικά φορτία δοκών 69


5.1 Επιλογή συστήματος συντεταγμένων 69
5.2 Ορισμός προσήμων φορτίων και αντιδράσεων 71
5.3 Σχέσεις μεταξύ εξωτερικών και εσωτερικών φορτίων δοκών 72
5.4 Σχέσεις μεταξύ εσωτερικών φορτίων και τάσεων 75
II Πίνακας Περιεχομένων

6. Εφελκυσμός και θλίψη δοκών 78


6.1 Ορθές τάσεις στον εφελκυσμό και θλίψη δοκών 79
6.2 Αξονική μετατόπιση στον εφελκυσμό και θλίψη 81
6.3 Στατικά αόριστα προβλήματα εφελκυσμού και θλίψης 89

7. Κάμψη δοκών 92
7.1 Ανάλυση ορθών τάσεων 96
7.1.1 Απλή κάμψη – Ορθές τάσεις λόγω καμπτικής ροπής M y (x ) 97
7.1.2 Απλή κάμψη – Ορθές τάσεις λόγω καμπτικής ροπής M z (x ) 103
7.1.3 Λοξή κάμψη – Ορθές τάσεις λόγω M y (x ) και M z (x ) 108
7.1.4 Ορθές τάσεις στη σύνθετη καταπόνηση εφελκυσμού/θλίψης και κάμψης 114
7.2 Ανάλυση μετατοπίσεων 120
7.2.1 Ελαστική γραμμή στο x-z επίπεδο 121
7.2.2 Ελαστική γραμμή στο x-y επίπεδο 126
7.3 Στατικά αόριστα προβλήματα κάμψης δοκών 128
7.3.1 Επίλυση στατικά αορίστων προβλημάτων κάμψης δοκών με τη βοήθεια
της ελαστικής γραμμής 128
7.3.2 Επίλυση στατικά αορίστων προβλημάτων κάμψης δοκών
χρησιμοποιώντας την αρχή της επαλληλίας 131

8. Τμήση και διάτμηση δοκών 134


8.1 Ανάλυση διατμητικών τάσεων κατά την τμήση δοκών 135
8.2 Ανάλυση διατμητικών τάσεων κατά τη διάτμηση δοκών 138
8.2.1 Διατμητικές τάσεις λόγω της διατμητικής δύναμης Q z (x ) 139

9. Στρέψη δοκών 146


9.1 Θεωρία στρέψης κατά St.-VENANT 147
9.1.1 Χρήση συνάρτησης στρέβλωσης 147
9.1.2 Χρήση τασικής συνάρτησης 153
9.2 Προβλήματα στρέψης δοκών με αναλυτική λύση 157
9.2.1 Στρέψη δοκών κυκλικής διατομής και κυκλικού δακτυλίου 157
9.2.2 Στρέψη δοκών ελλειπτικής διατομής 162
9.2.3 Στρέψη δοκών ορθογωνικής διατομής 164
9.3 Λεπτόπαχες διατομές 172
9.3.1 Λεπτόπαχες κλειστές διατομές 173
9.3.2 Λεπτόπαχες ανοικτές διατομές 181
9.4 Κέντρο περιστροφής διατομής κατά τη στρέψη 185

10. Ευστάθεια δοκών 191


10.1 Λυγισμός ελαστικής δοκού 194
10.2 Συντελεστής ασφαλείας στο λυγισμό δοκών 202
10.3 Διερεύνηση δοκών ως προς το λυγισμό 202
Πίνακας περιεχομένων III

11. Ενεργειακές Μέθοδοι 206


11.1 Ενέργεια παραμόρφωσης 206
11.2 Ελαστική ενέργεια δοκού 209
11.2.1 Καταπόνηση δοκού σε εφελκυσμό και θλίψη 209
11.2.2 Καταπόνηση δοκού σε διάτμηση και κάμψη 210
11.2.3 Καταπόνηση δοκού σε εφελκυσμό, διάτμηση και κάμψη 213
11.2.4 Καταπόνηση δοκού σε στρέψη 213
11.3 Το θεώρημα CASTIGLIANO 215
11.4 Εφαρμογές των ενεργειακών μεθόδων – Παραδείγματα 217

Π. Ανάλυση επιφανειών διατομών δοκών 224


Π.1 Ορισμός γεωμετρικού κέντρου ή κέντρου βάρους επιφανειών 224
Π.2 Ορισμοί ροπών αδράνειας επιφανειών 226
Π.2.1 Ροπές αδράνειας επιφάνειας ως προς σύστημα αξόνων που διέρχεται
από το γεωμετρικό κέντρο ή κέντρο βάρους S της επιφάνειας 229
Π.2.2 Παράλληλη μετατόπιση συστήματος αξόνων – Θεώρημα STEINER 230
Π.2.3 Περιστροφή συστήματος αξόνων 232
Π.2.4 Κύριες ροπές αδράνειας επιφανειών 234
Π.3 Ροπές αδράνειας απλών επιφανειών 235
Π.3.1 Ορθογωνική διατομή 236
Π.3.2 Κυκλική διατομή 240
Π.4 Ροπές αδράνειας σύνθετων επιφανειών 243
Π.5 Γενικές παρατηρήσεις για τις ροπές αδράνειας επιφανειών 249

Τ. Πίνακας ολοκληρωμάτων τριγωνομετρικών συναρτήσεων 251

Θ. Θέματα εξετάσεων 253

Β. Βιβλιογραφία 263
Εισαγωγή στην Αντοχή των Υλικών 1

1ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Εισαγωγή στην Αντοχή των Υλικών

Η Τεχνική Μηχανική ή Μηχανική Στερεών Σωμάτων, όπως χρησιμοποιείται ο όρος


διεθνώς, και όπως διδάσκεται σήμερα στις Πολυτεχνικές Σχολές γενικά, περιλαμβάνει τις
επιστημονικές περιοχές της Στατικής, της Αντοχής των Υλικών (ή Μηχανικής των
Υλικών), και της Δυναμικής.

Στη Στατική παρατηρείται ένα σώμα (ή γενικά μία κατασκευή) ως μη παραμορφώσιμο


δηλαδή ως απολύτως στερεό σώμα, έχοντας ως κύριο σκοπό τον προσδιορισμό των
εσωτερικών φορτίων του σώματος σε σχέση με τα εξωτερικά φορτία, όταν το σώμα
βρίσκεται σε κατάσταση ισορροπίας.

Η Αντοχή των Υλικών στηρίζεται στα αποτελέσματα της Στατικής, στον προσδιορισμό
δηλαδή των εσωτερικών φορτίων, αναλύοντας στη συνέχεια τις παραμορφώσεις και τις
τάσεις της κατασκευής, καθότι το σώμα θεωρείται πλέον παραμορφώσιμο, λαμβάνοντας
συγχρόνως υπόψη και τις μηχανικές ιδιότητες του υλικού, για να δώσει μία απάντηση είτε για
την αντοχή, είτε για τη στιβαρότητα της κατασκευής.

Ο όρος επομένως Αντοχή των Υλικών ή Μηχανική των Υλικών δεν αποδίδει και τόσο
άμεσα το αντικείμενο που διαπραγματεύεται η επιστημονική αυτή περιοχή, έχει όμως
καθιερωθεί στον ελληνικό χώρο, επηρεασμένος ενδεχομένως από τον αγγλικό όρο Strength
of Materials ή και από τον όρο Mechanics of Materials. Παρόλο που ο όρος Αντοχή των
Κατασκευών αποδίδει με περισσότερη ακρίβεια το αντικείμενο που διαπραγματεύεται, θα
χρησιμοποιηθεί και στο παρών σύγγραμμα ο καθιερωμένος πλέον όρος στη μορφή Αντοχή
Υλικών.

Η επιστημονική περιοχή της Δυναμικής ως μέρος της Τεχνικής Μηχανικής γενικεύει την
ανάλυση των κατασκευών όπου διερευνώνται οι κινήσεις των σωμάτων και τα αίτια που τις
προκαλούν λαμβάνοντας υπόψη μεταβαλλόμενα φορτία σε σχέση με το χρόνο.

Το περιεχόμενο του συγγράμματος αυτού περιορίζεται στην επιστημονική περιοχή της


Αντοχής Υλικών και στην εφαρμογή της σε συγκεκριμένης μορφής κατασκευές, δηλαδή σε
συγκεκριμένα δομικά στοιχεία.

Στο πρώτο κεφάλαιο γίνεται μία ανάλυση του σκοπού της Αντοχής Υλικών, περιγράφονται οι
παραδοχές στις οποίες στηρίζεται η θεωρία της Αντοχής Υλικών, αναλύονται οι κατασκευές
σε βασικά δομικά στοιχεία, περιγράφονται οι δυνατοί τρόποι στήριξης των δομικών
στοιχείων και αναλύονται οι φορτίσεις που δημιουργούν οι εξωτερικές δυνάμεις στο
εκάστοτε δομικό στοιχείο.

Στο δεύτερο κεφάλαιο γίνεται η ανάλυση τάσεων ξεκινώντας γενικά από τον τρισδιάστατο
χώρο, αναλύοντας στη συνέχεια το δισδιάστατο και μονοδιάστατο χώρο ως ειδικές
περιπτώσεις του τρισδιάστατου χώρου, με έμφαση τόσο στην αναλυτική λύση όσο και στη
γραφική λύση των προβλημάτων του δισδιάστατου και μονοδιάστατου χώρου.

Κατά αντιστοιχία με την ανάλυση τάσεων περιγράφονται στο τρίτο κεφάλαιο οι γεωμετρικές
πλέον σχέσεις που συνδέουν μετατοπίσεις και παραμορφώσεις μεταξύ τους, οι οποίες
2 Εισαγωγή στην Αντοχή των Υλικών

συνδέονται μετά στο τέταρτο κεφάλαιο με τις τάσεις λαμβάνοντας υπόψη και τις μηχανικές
ιδιότητες του υλικού.

Με το πέμπτο κεφάλαιο αρχίζει πλέον η ανάλυση της δοκού, όπου παρουσιάζονται όλες οι
δυνατές φορτίσεις, οι οποίες αποτελούν και το κύριο μέρος του περιεχομένου του
συγγράμματος αυτού σχετικά με τις φορτίσεις δομικών στοιχείων.

Στο έκτο κεφάλαιο αναλύεται η φόρτιση δοκών σε εφελκυσμό και θλίψη, όπου
προσδιορίζονται τάσεις, μετατοπίσεις και παραμορφώσεις σε στατικά ορισμένα καθώς και
στατικά αόριστα προβλήματα.

Η ανάλυση της φόρτισης δοκών σε κάμψη είναι το αντικείμενο που διαπραγματεύεται στο
έβδομο κεφάλαιο, όπου εκτός από την ανάλυση τάσεων, μετατοπίσεων και παραμορφώσεων
για την απλή και λοξή κάμψη δοκών, δίδεται έμφαση στις μεθόδους επίλυσης στατικά
αορίστων προβλημάτων κάμψης.

Στο όγδοο κεφάλαιο γίνεται η ανάλυση της φόρτισης δοκών σε τμήση και διάτμηση, ενώ η
διερεύνηση των προϋποθέσεων που πρέπει να ικανοποιούνται έτσι ώστε τα διατμητικά
φορτία της διατομής να μην προκαλούν στρέψη, αναλύεται στο κεφάλαιο στρέψης δοκών.

Η φόρτιση των δοκών σε στρέψη είναι αντικείμενο του ενάτου κεφαλαίου, διατυπώνοντας
αρχικά τη γενική θεωρία για τη λύση του προβλήματος τυχαίας διατομής δοκών, καθώς και
τη θεωρία λεπτόπαχων ανοικτών και κλειστών διατομών.

Με τη διερεύνηση της ευστάθειας δοκών όταν φορτίζονται σε θλίψη, ολοκληρώνεται στο


δέκατο κεφάλαιο η πλήρης ανάλυση φορτίσεων δοκών.

Η ύλη του συγγράμματος αυτού ολοκληρώνεται με το ενδέκατο κεφάλαιο στο οποίο


αναλύονται ενεργειακές μέθοδοι που χρησιμοποιούνται στην Αντοχή Υλικών και
περιγράφεται η εφαρμογή τους για την επίλυση στατικά αορίστων προβλημάτων, δίδοντας
ιδιαίτερη έμφαση στη μέθοδο CASTIGLIANO1.

Η μαθηματική ανάλυση που πρέπει να προηγηθεί πριν την ανάλυση κάθε φόρτισης και έχει
σχέση με τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά της διατομής της δοκού, όπως π.χ. ο προσδιορισμός
του γεωμετρικού κέντρου (κέντρου βάρους) και των ροπών αδράνειας της διατομής,
εμφανίζεται προς αποφυγή επαναλήψεων σε παράρτημα του συγγράμματος.

Κάτι που θεωρήθηκε επίσης αναγκαίο είναι ένας πίνακας ολοκληρωμάτων συχνά
εμφανιζόμενων τριγωνομετρικών συναρτήσεων, ο οποίος συμπληρώνει κατά κάποιο τρόπο το
παράρτημα γεωμετρικών χαρακτηριστικών της διατομής, αποφεύγοντας έτσι την προσφυγή
σε μαθηματικά τυπολόγια, όταν κατά καιρούς εμφανίζονται στα προβλήματα της Αντοχής
Υλικών τέτοιου είδους συναρτήσεις.

1
Alberto Castigliano (1847-1884)
Σκοπός της Αντοχής Υλικών και γενικές παραδοχές 3

1.1 Σκοπός της Αντοχής Υλικών και γενικές παραδοχές

Η Αντοχή Υλικών προϋποθέτει, όπως αναφέρθηκε και στις γενικές παρατηρήσεις, τη θεωρία
της Στατικής της οποίας ένας από τους κύριους σκοπούς της είναι ο προσδιορισμός των
αντιδράσεων και στη συνέχεια των εσωτερικών φορτίων σε κάποιο απολύτως στερεό σώμα
όταν ενεργούν εξωτερικές δυνάμεις, εφαρμόζοντας τις συνθήκες ισορροπίας στο στερεό αυτό
σώμα.

Ο προσδιορισμός των αντιδράσεων και συνεπώς και των εσωτερικών φορτίων είναι δυνατός,
μόνο όταν ο αριθμός των συνθηκών ισορροπίας είναι ίσος με τον αριθμό των αντιδράσεων,
δηλαδή μόνο όταν το πρόβλημα είναι στατικά ορισμένο.

Όταν ο αριθμός των αντιδράσεων είναι μεγαλύτερος από τον αριθμό των συνθηκών
ισορροπίας, τότε το σύστημα είναι στατικά αόριστο ως προς τις αντιδράσεις. Στην
περίπτωση αυτή δεν επαρκούν οι συνθήκες ισορροπίας για να υπολογισθούν οι εσωτερικές
δυνάμεις που αναπτύσσονται στο σώμα σαν συνέπεια της επίδρασης των εξωτερικών
δυνάμεων.

Για την επίλυση τέτοιων προβλημάτων πρέπει να εγκαταλειφθεί το μοντέλο του απολύτως
στερεού σώματος, το οποίο ούτως ή άλλως δεν απαντάται στην πραγματικότητα και να
δημιουργηθεί ένα νέο μοντέλο για το παραμορφώσιμο πλέον σώμα.

Εάν για το παραμορφώσιμο σώμα η σχέση που συνδέει τα φορτία με την παραμόρφωση είναι
γραμμική τότε το σώμα χαρακτηρίζεται ελαστικό και η επιστήμη που ασχολείται με τις
παραμορφώσεις τέτοιων σωμάτων καλείται Θεωρία Ελαστικότητας.

Σκοπός της θεωρίας Ελαστικότητας είναι να προσδιορισθούν οι παραμορφώσεις


δεδομένου σώματος που δέχεται μια ορισμένη καταπόνηση, ενώ,

Σκοπός της Αντοχής Υλικών είναι να προσδιορισθούν πέραν των παραμορφώσεων και οι
τάσεις, για τις οποίες ανάλογα με το υλικό που χρησιμοποιείται προδιαγράφονται ορισμένα
επιτρεπτά όρια.

Στην πράξη υπολογίζονται τόσο οι παραμορφώσεις όσο και οι τάσεις, έτσι ώστε η Αντοχή
Υλικών και η Θεωρία Ελαστικότητας να θεωρούνται αλληλένδετες.

Στο σημείο αυτό πρέπει να αναφερθεί ότι η Αντοχή Υλικών δεν περιλαμβάνει μόνο την
ανάλυση παραμορφώσεων για την ελαστική περιοχή, αλλά και την ανάλυση
παραμορφώσεων στην πλαστική περιοχή.

Με τη δημιουργία του μοντέλου για το παραμορφώσιμο σώμα μπορεί πλέον να ολοκληρωθεί

• η ανάλυση της καταπόνησης του υλικού μιας κατασκευής και


• η ανάλυση των παραμορφώσεων της κατασκευής λόγω των εσωτερικών δυνάμεων και
ροπών.

Τα αποτελέσματα των αναλύσεων αυτών συγκρίνονται με τα όρια που προδιαγράφονται για


το υλικό και για τις μετατοπίσεις διατυπώνοντας έτσι τη συνθήκη αντοχής και τη συνθήκη
μετατοπίσεων, οι οποίες πρέπει να ικανοποιούνται απαραιτήτως.
4 Εισαγωγή στην Αντοχή των Υλικών

Η διαδικασία αυτή χαρακτηρίζεται ως έλεγχος αντοχής και στιβαρότητας και ορίζει το


κύριο περιεχόμενο και το σκοπό της Αντοχής Υλικών.

Ανάλογα με τη φάση εξέλιξης της μελέτης μιας κατασκευής προκύπτουν κατά τον έλεγχο
αντοχής και στιβαρότητας τα ακόλουθα βασικά προβλήματα.

1) Διαστασιολόγηση της κατασκευής

Ο προβληματισμός αυτός παρουσιάζεται κυρίως στην αρχική φάση σχεδίασης μιας


κατασκευής, όπου δεν είναι ακόμη γνωστές όλες οι διαστάσεις της κατασκευής. Η
διαστασιολόγηση, ανάλογα με τις προδιαγραφές που υπάρχουν για την κατασκευή,
λαμβάνοντας υπόψη και έναν συντελεστή ασφαλείας, ο οποίος εξαρτάται κυρίως από τον
τρόπο φόρτισης, μπορεί να γίνει είτε

• με βάση την αντοχή της κατασκευής, όπου επιλέγονται οι διαστάσεις και το υλικό της
κατασκευής, έτσι ώστε υπό την επίδραση δεδομένων εσωτερικών φορτίων η
καταπόνηση του υλικού να μην ξεπερνά τα επιτρεπόμενα όρια του υλικού, είτε

• με βάση τη στιβαρότητα της κατασκευής, όπου επιλέγονται διαστάσεις και υλικό, έτσι
ώστε υπό την επίδραση δεδομένων εσωτερικών φορτίων, οι παραμορφώσεις να μην
ξεπερνούν προδιαγεγραμμένα όρια παραμορφώσεων.

2) Προσδιορισμός μέγιστης καταπόνησης της κατασκευής


Ο προβληματισμός αυτός παρουσιάζεται κυρίως όταν είναι γνωστές οι διαστάσεις της
κατασκευής και πρόκειται π.χ. για επέκταση της εφαρμογής μιας κατασκευής, οπότε είναι
απαραίτητο να είναι γνωστή η μέγιστη καταπόνηση που μπορεί να παραλάβει η κατασκευή
εάν ενεργούν και άλλα φορτία από ότι αρχικά είχε προβλεφθεί. Για το λόγο αυτό
προσδιορίζονται

• το όριο καταπόνησης σύμφωνα με την αντοχή της κατασκευής με δεδομένες


διαστάσεις και όριο καταπόνησης του υλικού, καθώς και

• το όριο στιβαρότητας, καθορίζοντας τη μέγιστη επιτρεπόμενη παραμόρφωση που


μπορεί να εμφανισθεί στην κατασκευή με δεδομένες διαστάσεις και υλικό.

3) Προσδιορισμός συντελεστή ασφαλείας της κατασκευής

Ο προβληματισμός αυτός παρουσιάζεται όταν είναι γνωστές οι διαστάσεις και τα φορτία μίας
κατασκευής και πρέπει να γίνει προσδιορισμός του συντελεστή ασφαλείας, ο οποίος
συμμετέχει στον ορισμό επιτρεπόμενων ορίων καταπόνησης υλικού και επιτρεπόμενων ορίων
παραμορφώσεων, π.χ. κατά την παραλαβή μιας κατασκευής, οπότε είτε γίνεται

• έλεγχος αντοχής αφού γίνει ο υπολογισμός της μέγιστης καταπόνησης της κατασκευής
με δεδομένες διαστάσεις και φορτίσεις και σύγκριση των τιμών με τα επιτρεπόμενα
όρια καταπόνησης του υλικού, είτε

• έλεγχος στιβαρότητας υπολογίζοντας τις παραμορφώσεις της κατασκευής με


δεδομένα φορτία, διαστάσεις και υλικό σε κρίσιμες περιοχές και συγκρίνοντας τις τιμές
με προδιαγεγραμμένα επιτρεπόμενα όρια παραμορφώσεων.
Σκοπός της Αντοχής Υλικών και γενικές παραδοχές 5

Για την υλοποίηση του σκοπού της Αντοχής Υλικών είναι απαραίτητο να διατυπωθούν
κάποιες γενικές παραδοχές σχετικά με

• τις παραμορφώσεις,
• την επίδραση των δυνάμεων και με
• τις εξισώσεις που χρησιμοποιούνται

ελέγχοντας συγχρόνως τις επιπτώσεις της κάθε παραδοχής.

Οι βασικότερες των παραδοχών είναι:

1) Το σώμα που παρατηρείται δεν είναι απολύτως στερεό αλλά παραμορφώσιμο.

2) Οι παραμορφώσεις παραμένουν μικρές σε σχέση με τις διαστάσεις του σώματος και


εξαφανίζονται όταν απομακρυνθούν οι δυνάμεις που τις δημιουργούν.

Το σώμα ονομάζεται τότε ελαστικό και η επιστήμη που ασχολείται με τις παραμορφώσεις
τέτοιων σωμάτων Επιστήμη ή Θεωρία Ελαστικότητας.

Η εμπειρία δείχνει ότι τα περισσότερα σώματα είναι ελαστικά κάτω από ορισμένες
συνθήκες και σε μια ορισμένη περιοχή. Μόνο τέτοια σώματα και μόνο τέτοιες περιοχές
ενδιαφέρουν στην προκειμένη περίπτωση.

Με την παραδοχή αυτή μπορούν να προσδιορισθούν οι αντιδράσεις στις στηρίξεις και οι


εσωτερικές δυνάμεις με ικανοποιητική ακρίβεια λαμβάνοντας υπόψη το απολύτως
στερεό σώμα, όπως και στη Στατική (το μαθηματικό αυτό μοντέλο χαρακτηρίζεται και ως
θεωρία 1ης τάξης.). Για ειδικές διερευνήσεις, π.χ. για προβλήματα ευστάθειας (λυγισμός,
ύβωση) είναι απαραίτητο να προσδιορισθούν οι εσωτερικές δυνάμεις και ροπές στο
παραμορφωμένο σώμα (θεωρία 2ης τάξης).

3) Το υλικό του σώματος είναι ομογενές και ισότροπο.

Ως ομογενές χαρακτηρίζεται κάποιο υλικό όταν έχει σε όλα τα σημεία τις ίδιες μηχανικές
ιδιότητες και ως ισότροπο όταν οι ιδιότητές του στα σημεία του σώματος είναι ίδιες σε
όλες τις κατευθύνσεις.
Τα μέταλλα έχουν τις ιδιότητες αυτές, όπως επίσης και τα πλαστικά χωρίς ίνες (οι ίνες
κάνουν το υλικό ανισότροπο).

4) Η σχέση που συνδέει την καταπόνηση του υλικού και τις παραμορφώσεις που
δημιουργούνται από την καταπόνηση αυτή, είναι γραμμική, ισχύει δηλαδή ο νόμος
HOOKE1.

Η παραδοχή αυτή ισχύει για μεταλλικά υλικά και για πλαστικά όταν τα φορτία
παραμένουν κάτω από κάποιο όριο, το οποίο είναι διαφορετικό για κάθε υλικό.

5) Ισχύει η αρχή St.-VENANT2.

1
Robert Hooke (1635-1703)
2
Barre de Saint -Venant (1797-1886)
6 Εισαγωγή στην Αντοχή των Υλικών

Σύμφωνα με την αρχή αυτή που διατυπώθηκε από τον St.-VENANT, ο διαφορετικός
τρόπος εισαγωγής ενός φορτίου στην κατασκευή, καθώς και γεωμετρικές ασυνέχειες στην
κατασκευή, επηρεάζουν μόνο την άμεση περιοχή, όπως γίνεται εμφανές στο σχήμα.

F
2

F
2

Σε κατασκευές όπου υπάρχουν γεωμετρικές ασυνέχειες (π.χ. μεταβολή της διατομής),


μπορεί να γίνει ανάλυση ανά περιοχή και εκεί που υπάρχουν ασυνέχειες εμφανίζονται
αιχμές στην καταπόνηση, οι οποίες μπορούν να διορθωθούν με συντελεστές μορφής.

Για τις παραδοχές που αναφέρθηκαν ισχύουν οι ακόλουθες παρατηρήσεις:

Παρατήρηση 1: Η παραδοχή για μικρές παραμορφώσεις δεν αποτελεί ουσιαστικό


περιορισμό γιατί ισχύει σχεδόν σε όλες τις εφαρμογές στον τομέα της Μηχανολογίας
και έτσι οδηγεί σε ικανοποιητικά αποτελέσματα.

Παρατήρηση 2: Υπολογιστικά μοντέλα με μεγάλες παραμορφώσεις καθώς και με μη


γραμμική σχέση καταπόνησης / παραμόρφωσης χρησιμοποιούνται μόνο σε ειδικές
περιπτώσεις, όπου απαιτείται επέκταση της θεωρίας.

Παρατήρηση 3: Η παραδοχή για τη θεωρία 1ης τάξης (γραμμική σχέση καταπόνησης /


παραμόρφωσης και μικρές παραμορφώσεις) επιτρέπει τη συνάθροιση επιμέρους
φορτίσεων και αποτελεσμάτων, έτσι ώστε σε πολύπλοκα προβλήματα να γίνεται η
ανάλυση περισσότερων επιμέρους απλών προβλημάτων και να αθροίζονται τα
αποτελέσματα. Η αρχή αυτή είναι γνωστή και ως Αρχή ή Μέθοδος Επαλληλίας.

Παρατήρηση 4: Λαμβάνοντας υπόψη και τις παραμορφώσεις μιας κατασκευής


προκύπτουν πρόσθετες εξισώσεις, οι οποίες μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την
επίλυση στατικά αορίστων προβλημάτων.

1.2 Δομικά Στοιχεία

Η λύση κάποιου προβλήματος της Αντοχής Υλικών, δηλαδή ο υπολογισμός των


παραμορφώσεων και των τάσεων, οδηγεί γενικά σε μαθηματικά προβλήματα, τα οποία μόνο
για σώματα απλού γεωμετρικού σχήματος και καταπόνησης μπορούν να λυθούν αναλυτικά.
Για το λόγο αυτό ενδείκνυται να αναλύονται οι πολύπλοκες κατασκευές σε εξιδανικευμένα
δομικά στοιχεία.

Τα δομικά αυτά στοιχεία είναι η Δοκός, ο Δίσκος, η Πλάκα και το Κέλυφος, ο ορισμός των
οποίων εξαρτάται από το γεωμετρικό τους σχήμα, καθώς και από τη φόρτιση.
Δομικά Στοιχεία 7

• Δοκός (Σχήμα 1.2-1a) χαρακτηρίζεται ένας φορέας το μήκος του οποίου είναι
συγκριτικά πολύ μεγαλύτερο από τις άλλες διαστάσεις του, δηλαδή από τις διαστάσεις
της διατομής του και καταπονείται με δυνάμεις στη διεύθυνση του άξονα ή και κάθετα
προς αυτόν.
Στην ειδική περίπτωση που υπάρχουν δυνάμεις μόνο στη διεύθυνση του άξονα το
δομικό στοιχείο ονομάζεται ράβδος.

• Δίσκος (Σχήμα 1.2-1b) χαρακτηρίζεται ένας επίπεδος φορέας το πάχος του οποίου είναι
πολύ μικρό συγκριτικά με τις άλλες διαστάσεις του και καταπονείται με δυνάμεις που
ενεργούν στο επίπεδο του φορέα.

• Πλάκα (Σχήμα 1.2-1c) χαρακτηρίζεται ένας επίπεδος φορέας το πάχος του οποίου είναι
πολύ μικρό συγκριτικά με τις άλλες διαστάσεις του και καταπονείται με δυνάμεις που
ενεργούν κάθετα προς το επίπεδο του φορέα.

Αυτό που επομένως διακρίνει εάν πρόκειται περί δίσκου ή πλάκας είναι το είδος της
φόρτισης καθότι γεωμετρικά πρόκειται για τον ίδιο επιφανειακό φορέα.

• Κέλυφος (Σχήμα 1.2-1d) χαρακτηρίζεται ένας λεπτόπαχος φορέας του οποίου η μέση
επιφάνεια, σε αντίθεση με την Πλάκα και το Δίσκο, είναι κυρτή.

Τα φορτία που εμφανίζονται μπορούν να είναι φορτία που ακολουθούν τη μέση


επιφάνεια ή είναι και κάθετα προς αυτή.

Σχήμα 1.2-1. Εξιδανικευμένα δομικά στοιχεία


a) ράβδος / δοκός
b) δίσκος (επίπεδος επιφανειακός φορέας, φορτίζεται στο
επίπεδο του φορέα)
c) πλάκα (επίπεδος επιφανειακός φορέας, φορτίζεται κάθετα
προς το επίπεδο του φορέα)
d) κέλυφος (επιφανειακός φορέας με καμπυλότητα)

Τα δομικά στοιχεία δίσκος, πλάκα και κέλυφος ονομάζονται επιφανειακοί φορείς.


8 Εισαγωγή στην Αντοχή των Υλικών

Η παραμόρφωση των δομικών στοιχείων προσδιορίζεται με μεγάλη ακρίβεια με τη βοήθεια


των μετατοπίσεων των σημείων

• του άξονα για τη δοκό και τη ράβδο,


• της επίπεδης μέσης επιφάνειας για το δίσκο και την πλάκα και
• της κυρτής μέσης επιφάνειας για το κέλυφος.

Με την εισαγωγή των δομικών στοιχείων η λύση μιας κατασκευής ανάγεται στη λύση των
επιμέρους προβλημάτων των δομικών στοιχείων από τα οποία αποτελείται.

Η ράβδος και η δοκός είναι τα πιο απλά, αλλά και τα πιο βασικά δομικά στοιχεία και η
ανάλυση των καταπονήσεών τους αποτελεί ένα από τα βασικότερα προβλήματα της Αντοχής
Υλικών.

Η ανάλυση προβλημάτων επιφανειακών φορέων είναι συνδεδεμένη με πολλές δυσκολίες


καθότι στη γενική περίπτωση ενός επιφανειακού φορέα τυχαίου γεωμετρικού σχήματος και
τυχαίας φόρτισης δεν υπάρχει αναλυτική λύση του προβλήματος και μπορούν να επιτευχθούν
αποτελέσματα μόνο με αριθμητική λύση (προσεγγιστική λύση).

Οι καταπονήσεις της ράβδου και της δοκού αποτελούν το κύριο αντικείμενο του παρόντος
συγγράμματος και για το λόγο αυτό θα γίνει η ανάλυσή τους διεξοδικά στα επόμενα
κεφάλαια.
Καταπονήσεις 9

1.3 Καταπονήσεις

Ανάλογα με τη διεύθυνση και τον τρόπο επίδρασης των εξωτερικών δυνάμεων (φορτίων)
διακρίνονται στα δομικά στοιχεία οι ακόλουθες καταπονήσεις:

α) Εφελκυσμός – θλίψη

Εφελκυσμός ονομάζεται γενικά η καταπόνηση δομικού στοιχείου κατά την οποία οι


εξωτερικές δυνάμεις ενεργούν επί της αυτής ευθείας (επιπέδου), έχουν αντίθετη κατεύθυνση
και δημιουργούν επιμήκυνση στη διεύθυνση της φόρτισης και βράχυνση στην εγκάρσια
διεύθυνση, Σχήμα 1.3-1a).

Θλίψη αντιθέτως ονομάζεται η καταπόνηση, όπου οι εξωτερικές δυνάμεις ενεργούν επί της
αυτής ευθείας (επιπέδου), έχουν αντίθετη κατεύθυνση, αλλά δημιουργούν βράχυνση στη
διεύθυνση της φόρτισης και διόγκωση στην εγκάρσια διεύθυνση, Σχήμα 1.3-1b).

Εάν το δομικό στοιχείο έχει μεγάλο μήκος σε σχέση με τις διαστάσεις της διατομής, τότε
πρόκειται για εφελκυσμό και θλίψη ράβδου, Σχήμα 1.3-1.

Η έννοια του εφελκυσμού και της θλίψης ισχύει και για επιφανειακούς φορείς, όπως
παρουσιάζεται και στο Σχήμα 1.3-2.

Σχήμα 1.3-1. a) Καταπόνηση σε εφελκυσμό


b) Καταπόνηση σε θλίψη

διεύθυνση εφελκυσμού
P2 P1
P
διεύθυνση
θλίψης
P1 P2
διεύθυνση εφελκυσμού P

Σχήμα 1.3-2. Eφελκυσμός και θλίψη σε επιφανειακούς φορείς.


10 Εισαγωγή στην Αντοχή των Υλικών

Σημείωση: Όταν ένα δομικό στοιχείο καταπονείται σε θλίψη, πέραν της ανάλυσης
τάσεων και παραμορφώσεων απαιτείται και η διερεύνηση ευστάθειας (λυγισμός σε
ράβδους και ύβωση σε επιφανειακούς φορείς).

β) Τμήση και Διάτμηση

Ως τμήση και διάτμηση χαρακτηρίζεται η καταπόνηση όπου οι εξωτερικές δυνάμεις, Σχήμα


1.3-3,

• δρουν κάθετα προς τον άξονα του δομικού στοιχείου,


• δρουν στην ίδια διεύθυνση σε παράλληλα μετατοπισμένες ευθείες,
• είναι αντίθετες, και
• προσπαθούν να προκαλέσουν ολίσθηση των διατομών.

Σχήμα 1.3-3. Καταπόνηση σε τμήση και διάτμηση.

γ) Κάμψη

Ως κάμψη χαρακτηρίζεται η καταπόνηση, όπου οι εξωτερικές δυνάμεις ενεργούν κάθετα προς


τον άξονα ή την επιφάνεια του δομικού στοιχείου δημιουργώντας ροπές και καμπύλωση του
δομικού στοιχείου, Σχήμα 1.3-4.
F1 F2
F
C
B

A B D

A
a) b)

Σχήμα 1.3-4. Καταπόνηση σε κάμψη.


a) κάμψη δοκού
b) κάμψη πλάκας
Καταπονήσεις 11

δ) Στρέψη

Όταν καταπονείται μια δοκός, π.χ. όπως στο Σχήμα 1.3-5, υπό την επίδραση ενός ζεύγους
δυνάμεων που ενεργεί σε επίπεδο κάθετο στον άξονα της δοκού δημιουργείται στροφή των
διατομών μεταξύ τους και ως εκ τούτου η καταπόνηση λέγεται στρέψη. Το ζεύγος δυνάμεων
μπορεί να αντικατασταθεί και από μια ροπή στρέψης.
F

Σχήμα 1.3-5. Στρέψη δοκού

ε) Λυγισμός και ύβωση

Όπως αναφέρθηκε και στη θλίψη, όταν ένα δομικό στοιχείο έχει μεγάλο μήκος σε σχέση με
τις άλλες διαστάσεις του και καταπονείται σε θλίψη, τότε μπορεί να παρατηρηθεί το
φαινόμενο καμπύλωσης του δομικού στοιχείου προς τη μία ή την άλλη πλευρά παρόλο που
δεν ενεργούν κάθετες δυνάμεις ως προς τον άξονά του (ή την επιφάνειά του), Σχήμα 1.3-6. Η
καταπόνηση αυτή ονομάζεται λυγισμός σε δοκούς και ύβωση σε δίσκους, απαιτεί δε
υπολογισμούς ως προς την ευστάθεια του δομικού στοιχείου (δοκός, σωλήνες, κελύφη).

Σχήμα 1.3-6. Καταπόνηση δομικών στοιχείων σε θλίψη


12 Εισαγωγή στην Αντοχή των Υλικών

ζ) Σύνθετη καταπόνηση

Όταν εμφανίζονται συγχρόνως δύο ή περισσότερες καταπονήσεις, τότε η καταπόνηση


ονομάζεται σύνθετη, όπως π.χ. σε
• άξονες (κάμψη και στρέψη)
• πλαίσια (κάμψη, εφελκυσμός/θλίψη και στρέψη)
• λεπτότοιχους σωλήνες (κάμψη, εφελκυσμός/θλίψη και στρέψη)
Οι σύνθετες αυτές καταπονήσεις μπορούν να αναλυθούν για γραμμικά προβλήματα
μεμονωμένα και με τη μέθοδο της επαλληλίας να προστεθούν μετά τα αποτελέσματα.

1.4 Είδη στηρίξεων

Οι δυνάμεις που ενεργούν σε ένα σώμα έχουν σαν αποτέλεσμα τη δημιουργία αντιδράσεων
στους μηχανισμούς στήριξης του σώματος, έτσι ώστε οι εξωτερικές δυνάμεις να πληρούν
μαζί με τις αντιδράσεις τις συνθήκες ισορροπίας.

Για τη στήριξη των δομικών στοιχείων μπορούν να χρησιμοποιηθούν διάφοροι μηχανισμοί.


Από το είδος τους και από τον αριθμό τους εξαρτάται όμως ο αριθμός των αγνώστων
αντιδράσεων και κατά συνέπεια ο αριθμός των βαθμών ελευθερίας.

Αν χρησιμοποιηθούν στηρίξεις με συνολικά μεγαλύτερο αριθμό αγνώστων από ότι ο αριθμός


συνθηκών ισορροπίας, τότε προκύπτει ένα στατικά αόριστο πρόβλημα. Οι επιπλέον
απαιτούμενες εξισώσεις λαμβάνονται μετά από την παραμόρφωση του δομικού στοιχείου.

Τα συνήθη είδη στήριξης και ο συμβολισμός τους που θα χρησιμοποιηθούν στο σύγγραμμα
αυτό παρουσιάζονται στον ακόλουθο Πίνακα.

Πίνακας 1.4-1. Είδη στηρίξεων δοκών

Είδος στήριξης Συμβολισμός Αντιδράσεις Παράδειγμα

Μία δύναμη

Δύο δυνάμεις

πάκτωση
Δύο δυνάμεις
και μία ροπή

αντιδράσεις
Τάσεις και εντατικές καταστάσεις 13

2o ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Τάσεις και εντατικές καταστάσεις

Σύμφωνα με τη μέθοδο των ιδεατών τομών σε κάποιο σώμα στο οποίο ενεργούν οι
εξωτερικές δυνάμεις F1, F2 , ... , Fn , όπως στο Σχήμα 2-1a), εμφανίζονται εσωτερικές
δυνάμεις κατά μήκος μιας ιδεατής τομής Β-Β, κατά τέτοιο τρόπο κατανεμημένες στην
επιφάνεια της ιδεατής τομής, ώστε η συνισταμένη δύναμη και ροπή να βρίσκεται σε
ισορροπία με τα εξωτερικά φορτία ενός μέρους του σώματος εάν απομακρυνθεί το υπόλοιπο,
Σχήμα 2-1b).
r
Εάν ΔΑ συμβολίζει τη στοιχειώδη επιφάνεια στην ιδεατή τομή, Σχήμα 2-1b), και ΔS τη
συνισταμένη εσωτερική δύναμη που εφαρμόζει στην επιφάνεια ΔΑ, τότε το διάνυσμα

r ΔS dS
s = lim = (2-1)
ΔΑ → 0 ΔΑ dΑ

ορίζεται ως διάνυσμα τάσης.

Η διατύπωση της σχέσης αυτής με λόγια οδηγεί στον ακόλουθο γενικό ορισμό της τάσης.

Ορισμός: Τάση είναι η ανά μονάδα επιφανείας εσωτερική1 δύναμη που προκύπτει λόγω
των εξωτερικών2 καταπονήσεων.

F2 B
Fn
F1
a)

F2 r
ΔS
F1 Fn
b) ΔA
ΔA
r
ΔS
τομή Β-Β τομή Β-Β

Σχήμα 2-1. a) Επίδραση εξωτερικών φορτίων και ιδεατή τομή


b) Ιδεατή τομή Β-Β και ορισμός διανύσματος τάσης
(η συνισταμένη εσωτερική ροπή δεν έχει σχεδιασθεί)

1
Εκτός των εσωτερικών τάσεων υπάρχουν και επιφανειακές τάσεις.
2
Τάσεις (εσωτερικές) μπορούν να εμφανιστούν και χωρίς εξωτερική καταπόνηση.
14 Τάσεις και εντατικές καταστάσεις

Η τάση όπως και η δύναμη, είναι επομένως ένα διάνυσμα το οποίο ενεργεί σε κάποια
⎡ Δύναμη ⎤
κατεύθυνση, αναφέρεται πάντα σε μία επιφάνεια και έχει σαν μέτρο ⎢ ⎥
⎣ Επιφάνεια ⎦
r
Γενικά δεν είναι απαραίτητο να ενεργεί το διάνυσμα s κάθετα προς την επιφάνεια που
επιδρά. Χωρίζεται σε δύο συνιστώσες, μία κάθετη προς την επιφάνεια ΔΑ και μία
εφαπτομενική, Σχήμα 2-2a).

r
s

τ zy
τ zx

Σχήμα 2-2. Διάνυσμα και συνιστώσες τάσεων

Η κάθετη συνιστώσα ονομάζεται ορθή τάση, συμβολίζεται με σ και η εφαπτομενική


ονομάζεται διατμητική τάση τ, η οποία στη συνέχειά της μπορεί να χωρισθεί στις
συνιστώσες τ zx και τ zy .

Γενικά για το συμβολισμό των τάσεων χρησιμοποιούνται δύο δείκτες για να μπορεί να
καθορισθεί μονοσήμαντα τόσο η κατεύθυνσή τους όσο και η επιφάνεια στην οποία ενεργούν.

Λεπτομέρειες για τον τρόπο χρήσης των δεικτών περιλαμβάνονται στο επόμενο κεφάλαιο
όπου ορίζονται όλες οι συνιστώσες τάσεων στον τρισδιάστατο χώρο.

Οι ορθές τάσεις μπορεί να είναι θετικές (εφελκυστικές) ή αρνητικές (θλιπτικές) ανάλογα με


την κατεύθυνση που έχουν ως προς την επιφάνεια που δρουν, Σχήμα 2-2b). Ο ορισμός
θετικών ή αρνητικών διατμητικών τάσεων δεν έχει καμιά επίδραση στην καταπόνηση, Σχήμα
2-2c).
v
Σε κάθε σημείο P ενός σώματος, μεταβάλλεται γενικά το διάνυσμα s , συνεπώς και οι
συνιστώσες σ και τ, εάν μεταβληθεί και το επίπεδο τομής που διέρχεται από το σημείο
αυτό. Πρέπει επομένως οι τάσεις να ορισθούν σε σχέση με το εκάστοτε επίπεδο τομής,
Σχήμα 2-3, για να μπορούν να προσδιορισθούν τα επίπεδα στα οποία εμφανίζονται οι
μέγιστες τιμές των τάσεων, οι οποίες απαιτούνται για τον προσδιορισμό της αντοχής της
κατασκευής.
Τάσεις και εντατικές καταστάσεις 15

F2

P
σ3
r
s3
F1 τ3 F1
σ2 σ1
τ2
επίπεδο 2 r r επίπεδο 3
s2 τ1 s1
επίπεδο 1

F2
v
Σχήμα 2-3. Διάνυσμα τάσεων si στα διάφορα επίπεδα που διέρχονται από το σημείο Ρ
της κατασκευής

2.1 Τρισδιάστατη εντατική κατάσταση

Σύμφωνα με τους ορισμούς σχετικά με τις τάσεις που εμφανίζονται σε μια τυχαία επιφάνεια
ενός σώματος, βλ. Σχήμα 2-2a), προκύπτει ότι στη γενική περίπτωση εμφανίζεται σε μία
επιφάνεια μία ορθή τάση σ και μία διατμητική τάση τ η οποία αναλύεται σε δύο
διατμητικές συνιστώσες.

Για το μονοσήμαντο καθορισμό τόσο της κατεύθυνσης όσο και της επιφάνειας στην οποία
ενεργούν οι συνιστώσες των τάσεων, χρησιμοποιούνται δείκτες ως ακολούθως:

Ορθές τάσεις: Έχουν ως δείκτη τον άξονα που είναι κάθετος στην επιφάνεια που
επιδρούν. Τακτικά στη βιβλιογραφία χρησιμοποιούνται για
ομοιομορφία δύο δείκτες, π.χ. αντί σ x χρησιμοποιείται σ xx ,
παρόλο που για τον ορισμό αρκεί ένας μόνο δείκτης, Σχήμα
2.1-1a).

Διατμητικές τάσεις: Για το συμβολισμό των εφαπτομενικών ή διατμητικών τάσεων


χρησιμοποιούνται δύο δείκτες. Έχει καθιερωθεί ο πρώτος δείκτης
να συμβολίζει την κατεύθυνση του κάθετου διανύσματος της
επιφάνειας στην οποία επιδρά η τάση, και ο δεύτερος να
συμβολίζει την κατεύθυνση της τάσης. Έτσι π.χ. η τάση τ yz δρα
στην επιφάνεια η κάθετος της οποίας έχει τη θετική κατεύθυνση y
και είναι εφαπτομενική στη θετική κατεύθυνση z, Σχήμα 2.1-1b) .
Η τάση − τ yz δρα στην ίδια επιφάνεια και έχει την αρνητική
κατεύθυνση του άξονα z.
16 Τάσεις και εντατικές καταστάσεις

σ z ή σ zz

τ zx τ yz
σ y ή σ yy

σ x ή σ xx τ xy

Σχήμα 2.1-1. Ορισμός δεικτών συνιστωσών τάσεων


a) Παράδειγμα δεικτών ορθών τάσεων
b) Παράδειγμα δεικτών διατμητικών τάσεων

Γενικεύοντας τον συμβολισμό για τις ορθές και διατμητικές τάσεις προκύπτουν σε έναν
στοιχειώδη όγκο που αποκόπτεται από ένα γενικά φορτιζόμενο σώμα στον τρισδιάστατο
χώρο εννέα συνιστώσες τάσεων, Σχήμα 2.1-2.
F1 F2
a)

Fn

z στοιχειώδης όγκος
b) σz
τ zx Fi
τ zy dz
τ yx
τ xz σy
τ yz
y
τ xy
σx dx
dy
x
Σχήμα 2.1-2. Εντατική κατάσταση στον τρισδιάστατο χώρο
a) Σώμα φορτιζόμενο στον τρισδιάστατο χώρο
b) Συνιστώσες τάσεων στον στοιχειώδη όγκο

Παρατήρηση: Στο Σχήμα 2.1-2 έχουν σχεδιαστεί μόνο οι τάσεις στις ορατές
επιφάνειες του στοιχειώδους όγκου.
Τρισδιάστατη εντατική κατάσταση 17

Οι συνιστώσες των τάσεων διατυπώνονται συχνά σε μορφή μητρώου (3 × 3) με τον


ακόλουθο τρόπο

⎡ σx τ yx τ zx ⎤
⎢ ⎥
S = ⎢ τ xy σy τ zy ⎥
⎢ τ xz τ yz σ z ⎥⎦
⎣ (2.1-1)

το οποίο χαρακτηρίζεται ως τανυστής τάσεων 2ας τάξης.

Στον στοιχειώδη όγκο με τις διαστάσεις dx, dy, dz , Σχήμα 2.1-2b), οι τάσεις που
εμφανίζονται πρέπει να ικανοποιούν τις συνθήκες ισορροπίας ροπών και δυνάμεων για να
μην υπάρχει κίνηση.

Εφαρμόζοντας τη συνθήκη ροπών ως προς το κέντρο βάρους του στοιχειώδους όγκου, οι


μόνες τάσεις που προκαλούν ροπές είναι οι διατμητικές, καθότι οι ορθές τάσεις και οι
δυνάμεις μάζας διέρχονται από το κέντρο βάρους του στοιχειώδους όγκου.

Η συνιστώσα της ροπής π.χ. στη διεύθυνση x δημιουργείται μόνο από τις διατμητικές τάσεις
του Σχήματος 2.1-3, όπου η φορά των τάσεων είναι θετική για την εκάστοτε επιφάνεια.

∂τ zy
τ zy + dz
∂z

∂τ yz
τ yz τ yz + dy
∂y

τ zy

Σχήμα 2.1-3. Τάσεις τ yz και τ zy

Στις τάσεις των επιφανειών με θετικό κάθετο διάνυσμα στις κατευθύνσεις y και z έχει
ληφθεί υπόψη και κάποια προσαύξηση που εμφανίζεται όταν υπάρχουν και δυνάμεις όγκου
π.χ. όταν ληφθεί υπόψη το ίδιο βάρος του σώματος, διατυπώνοντας την προσαύξηση αυτή
σύμφωνα με το θεώρημα TAYLOR1 λαμβάνοντας υπόψη μόνο τον όρο πρώτης τάξης (οι
όροι δεύτερης τάξης και ανώτερης παραλείπονται).

Εφαρμόζοντας τη συνθήκη ισορροπίας ροπής ως προς άξονα παράλληλο προς τον x και
διερχόμενο από το κέντρο βάρους του στοιχειώδους όγκου (έτσι συμμετέχουν στη ροπή μόνο
οι διατμητικές τάσεις του Σχήματος 2.1-3) προκύπτει η σχέση

1
Brook Taylor (1685-1731)
18 Τάσεις και εντατικές καταστάσεις

(τ yz dxdz ) dy2 + ⎡⎢⎛⎜⎜ τ yz + ∂∂τyyz dy ⎞⎟⎟ dxdz⎤⎥ dy2 −


⎢⎣⎝ ⎠ ⎥⎦
(2.1-2)
dz ⎡⎛ ∂τ zy ⎞ ⎤ dz
(
− τ zy dxdy )
− ⎢⎜⎜ τ zy +
2 ⎣⎢⎝ ∂z
dz ⎟⎟ dxdy ⎥ =0
⎠ ⎦⎥ 2

Το περιεχόμενο στην παρένθεση του πρώτου και του τρίτου όρου της εξίσωσης (2.1-2),
καθώς και της αγκύλης του δεύτερου και του τέταρτου όρου της ίδιας εξίσωσης συμβολίζει
τη δύναμη που εφαρμόζει στην εκάστοτε επιφάνεια, η οποία πολλαπλασιαζόμενη με την
απόσταση δημιουργεί μία ροπή.

Εάν στην εξίσωση (2.1-2) παραλειφθούν οι όροι δεύτερης και ανώτερης τάξης,

∂τ yz ∂τzy
dy 2 και dz 2 , dxdzdy 2 και dxdydz2 ,
∂y ∂z

που εμφανίζονται κάνοντας τις πράξεις πολλαπλασιασμού, τότε προκύπτει η σχέση

τ yz = τ zy

η οποία σημαίνει ότι οι διατμητικές τάσεις που εφαρμόζουν σε δύο κάθετες μεταξύ τους
επιφάνειες είναι ίσες μεταξύ τους και είτε τείνουν προς την κοινή ακμή των επιφανειών, είτε
απομακρύνονται από αυτή, σύμφωνα με το Σχήμα 2.1-4.

τ τ

τ τ

Σχήμα 2.1-4. Διατμητικές τάσεις σε κάθετες μεταξύ τους επιφάνειες

Εφαρμόζοντας τη συνθήκη ροπών συνολικά ως προς x, y, z προκύπτουν για τις διατμητικές


τάσεις στον τρισδιάστατο χώρο οι σχέσεις
τ xy = τ yx

τ xz = τzx (2.1-3)

τ yz = τzy

οι οποίες είναι γνωστές και ως σχέσεις CAUCHY1 για τις διατμητικές τάσεις. Οι σχέσεις
αυτές δηλώνουν ότι οι ανεξάρτητες μεταξύ τους συνιστώσες τάσεων, σύμφωνα με τη σχέση
2.1-1 μειώνονται από εννέα σε έξι.

1
Augustin L. Cauchy (1789-1857)
Τρισδιάστατη εντατική κατάσταση 19

Παρόμοια με τις συνθήκες ισορροπίας των ροπών, μπορούν να διατυπωθούν και οι συνθήκες
ισορροπίας δυνάμεων.
Για τις δυνάμεις π.χ. στη διεύθυνση x, Σχήμα 2.1-5,
z
∂τ zx
τ zx + dz σx
∂z
dz
τ yx ∂τ yx
τ yx + dy
X ∂y
∂σ
σ x + x dx y
∂x
dx

x dy τ zx
Σχήμα 2.1-5. Τάσεις και δυνάμεις στη διεύθυνση x

προκύπτει η σχέση

⎛ ∂σ ⎞ ⎛ ∂τ yx ⎞ ⎛ ∂τ ⎞
⎜ σ x + x dx ⎟ dydz + ⎜⎜ τ yx + dy ⎟⎟ dxdz + ⎜ τ zx + zx dz ⎟ dydx
⎝ ∂x ⎠ ⎝ ∂y ⎠ ⎝ ∂z ⎠ (2.1-4)
− σ x dydz − τ yx dxdz − τ zx dydx + X dxdydz = 0

Με τον ίδιο τρόπο μπορούν να γραφούν και οι συνθήκες ισορροπίας στις διευθύνσεις y και
z , οι οποίες μαζί με τη σχέση (2.1-2) αν διαιρεθούν δια dx dy dz δίνουν τις ακόλουθες
συνθήκες ισορροπίας για την τρισδιάστατη εντατική κατάσταση

∂σ x ∂τ yx ∂τzx
+ + +X = 0
∂x ∂y ∂z

∂τ xy ∂σ y ∂τzy
+ + +Y = 0 (2.1-5)
∂x ∂y ∂z

∂τ xz ∂τ yz ∂σ z
+ + +Z=0
∂x ∂y ∂z

Το σύστημα αυτό των μερικών διαφορικών εξισώσεων περιγράφει τις συνθήκες ισορροπίας
δυνάμεων στον τρισδιάστατο χώρο και συνδέει τις τάσεις μεταξύ τους.

Στο σύστημα αυτό προστίθεται και το σύστημα εξισώσεων των διατμητικών τάσεων (2.1-3)
που προέκυψαν από τις συνθήκες ισορροπίας των ροπών.

Παρατήρηση: Εάν σε κάποια εντατική κατάσταση είναι οι συνιστώσες των τάσεων σε


τυχαία προσανατολισμένο στοιχειώδη όγκο γνωστές, τότε μπορούν να υπολογισθούν
και για οποιοδήποτε άλλο προσανατολισμό του συστήματος συντεταγμένων.
20 Τάσεις και εντατικές καταστάσεις

Για την πλήρη ανάλυση των τάσεων σε τυχαίο σημείο του τρισδιάστατου χώρου, είναι
απαραίτητος ο προσδιορισμός των τάσεων σε κεκλιμένο επίπεδο ως συνάρτηση των γνωστών
τάσεων στα επίπεδα x-y, y-z και z-x.

Για το σκοπό αυτό πρέπει να αποκοπεί ένα στοιχειώδες τετράεδρο και να γραφούν οι
συνθήκες ισορροπίας.

Γνωρίζοντας τις τάσεις στις πλευρές του στοιχειώδους όγκου σε τυχαίο σημείο ενός σώματος,
μπορούν να προσδιορισθούν οι τάσεις και σε τυχαίο επίπεδο που διέρχεται από το ίδιο
σημείο, με σκοπό τον προσδιορισμό μέγιστων (ακραίων) τιμών τάσεων για τη διερεύνηση της
αντοχής της κατασκευής.

Πριν ξεκινήσει η ανάλυση αυτή των τάσεων θα αναφερθούν στη θέση αυτή, χωρίς απόδειξη,
κάποια βασικά συμπεράσματα, τα οποία θα αποδειχθούν σε επόμενα κεφάλαια στην επίπεδη
εντατική κατάσταση και θα διευκολύνουν σημαντικά την ανάλυση στον τρισδιάστατο χώρο.
Τα συμπεράσματα αυτά είναι:

• Το επίπεδο στο οποίο εμφανίζεται η μέγιστη ορθή τάση, η οποία χαρακτηρίζεται ως


κύρια τιμή τάσης ονομάζεται κύριο επίπεδο και στο επίπεδο αυτό μηδενίζεται η
διατμητική τάση.
• Κάθετα προς το κύριο επίπεδο υπάρχουν άλλα δύο κύρια επίπεδα στα οποία
εμφανίζονται οι άλλες ακραίες τιμές για τις ορθές τάσεις.
• Σε όλα τα κύρια επίπεδα μηδενίζονται οι διατμητικές τάσεις.
• Η μέγιστη διατμητική τάση εμφανίζεται σε επίπεδα κεκλιμένα κατά 45ο ως προς τα
κύρια επίπεδα. Η ορθή τάση στα επίπεδα αυτά είναι διάφορη του μηδενός.

Για τον προσδιορισμό των τάσεων σε τυχαίο επίπεδο στο χώρο αποκόπτεται π.χ. από τον
στοιχειώδη όγκο, βλ. Σχήμα 2.1-2, ένα στοιχειώδες τετράεδρο, Σχήμα 2.1-6, όπου οι τάσεις
των επιπέδων x-y, y-z και z-x θεωρούνται γνωστές και ζητούνται οι συνιστώσες των
τάσεων στο κεκλιμένο επίπεδο ABC.

Επειδή η ανάλυση των τάσεων σε τυχαίο επίπεδο ABC απαιτεί σειρά υπολογισμών, η
ανάλυση των τάσεων θα περιορισθεί εδώ στη διερεύνηση όταν το επίπεδο ABC είναι κύριο
επίπεδο, καθότι στο κύριο επίπεδο εμφανίζεται η μέγιστη τιμή για την ορθή τάση, όπως
αναφέρθηκε στην αρχή του κεφαλαίου αυτού.
r
Εάν το επίπεδο ABC είναι κύριο επίπεδο, τότε η συνισταμένη τάση S είναι κάθετη στο
επίπεδο αυτό, είναι δηλαδή ορθή τάση και συμβολίζει την κύρια τιμή ορθής τάσης. Η
διατμητική τάση μηδενίζεται στα κύρια επίπεδα.
Τρισδιάστατη εντατική κατάσταση 21

z
dz
C n
r
σx S
τ xz
τ yz

σy τ xy B
Ο
y
τ yx
dy
A τ zy
τ zx
x dx σz

Σχήμα 2.1-6. Στοιχειώδες τετράεδρο και συνιστώσες τάσεων


nv κάθετο διάνυσμα στο επίπεδο ABC
S συνισταμένη τάση στο επίπεδο ABC

Για τη διατύπωση των συνθηκών ισορροπίας στο τετράεδρο πρέπει να ληφθούν υπόψη οι
σχέσεις για τις επιφάνειες

επιφάνεια τριγώνου OBC = επιφάνεια τριγώνου ABC⋅ cos α


επιφάνεια τριγώνου OCA = επιφάνεια τριγώνου ABC ⋅ cos β
επιφάνεια τριγώνου OAB = επιφάνεια ττριγώνο ABC ⋅ cos γ

όπου cos α , cos β , cos γ είναι τα συνημίτονα κατεύθυνσης του κάθετου διανύσματος ή
της επιφάνειας ABC.

Από τη διατύπωση των εξισώσεων ισορροπίας στο στοιχειώδες τετράεδρο προκύπτουν οι


σχέσεις

(σ x − σ ) cos α + τ yx cos β + τ zx cos γ = 0

( )
τ xy cos α + σ y − σ cos β + τ zy cos γ = 0 (2.1-6)

τ xz cos α + τ yz cos β + (σ z − σ ) cos γ = 0

Η λύση του ομογενούς αυτού συστήματος που προκύπτει όταν ισχύει

cosα = cosβ = cosγ = 0


22 Τάσεις και εντατικές καταστάσεις

δεν είναι δυνατή καθώς πρέπει να ισχύει

cos 2α + cos2β + cos 2 γ = 1 (2.1-7)

οπότε για να υπάρχει λύση του συστήματος (2.1-6)

πρέπει να μηδενίζεται η ορίζουσα του συστήματος. Έτσι προκύπτουν τρεις λύσεις για τις
ορθές τάσεις σ1, σ 2 , σ3 που αποτελούν τις κύριες τιμές.

Συνηθίζεται οι τιμές αυτές να ταξινομούνται ως ακολούθως

μέγιστη τιμή σ1 ⎫

ενδιάμεση τιμή σ2 ⎬ οπότε ισχύει σ1 ≥ σ 2 ≥ σ3
σ3 ⎪
ελάχιστη τιμή ⎭

χωρίς αυτό βέβαια να είναι δεσμευτικό.

Στην ειδική περίπτωση που όλες οι τιμές είναι ίσες μεταξύ τους, ισχύει δηλαδή

σ1 = σ 2 = σ3

τότε χαρακτηρίζεται η κατάσταση αυτή ως υδροστατική εντατική κατάσταση στην οποία


εμφανίζονται σε όλα τα επίπεδα οι ίδιες τιμές ορθών τάσεων, είναι δηλαδή όλα τα επίπεδα
κύρια επίπεδα (ανεξαρτήτως προσανατολισμού) και δεν εμφανίζονται διατμητικές τάσεις.

Ο υπολογισμός των κύριων τιμών προκύπτει από την λύση της τριτοβάθμιας εξίσωσης και
από την απαίτηση να μηδενίζεται η ορίζουσα του συστήματος (2.1-7)

(σ x − σ ) τ yx τ zx
τ xy (
σy − σ ) τ zy = σ3 − I1 σ 2 + I 2 σ − I3 = 0 (2.1-8)
τ xz τ yz (σ z − σ )

όπου I1, I 2 , I3 δίδονται από τις ακόλουθες σχέσεις

I1 = σ x + σ y + σ z

I 2 = σ x σ y + σ yσ z + σ z σ x − τ2xy − τ2yz − τ2zx (2.1-9)

I3 = σ x σ y σ z + 2τ xy τ yzτ zx − σ x τ2yz − σ y τ2zx − σ z τ2xy

Η λύση της τριτοβάθμιας εξίσωσης (2.1-8) οδηγεί στις κύριες τιμές σ1, σ 2 , σ3.
Δισδιάστατη ή επίπεδη εντατική κατάσταση 23

2.2 Δισδιάστατη ή επίπεδη εντατική κατάσταση

Από τη γενική διατύπωση των εξισώσεων ισορροπίας στον τρισδιάστατο χώρο, προκύπτουν
άμεσα οι σχέσεις που ισχύουν για την επίπεδη εντατική κατάσταση εάν ληφθεί υπόψη ότι
στην επίπεδη εντατική κατάσταση ισχύει

σz = 0

τ xz = τzx = 0 σz = 0
τ zy = 0 (2.2-1)
τ zx = 0 τ yz
τ yz = τzy = 0 τ xz

Η επίπεδη εντατική κατάσταση εμφανίζεται σε επίπεδους φορείς, όπου το πάχος h είναι


μικρό σε σχέση με τις άλλες δύο διαστάσεις, όπως π.χ. στο Σχήμα 2.2-1.
z

h
y
σy
x τ xy τ yx
σx

Σχήμα 2.2-1. Επίπεδη εντατική κατάσταση

Ο τανυστής τάσεων στην επίπεδη εντατική κατάσταση παίρνει τη μορφή

⎡ σx τ yx 0⎤
S = ⎢⎢τ xy σy 0⎥⎥ (2.2-2)
⎢⎣ 0 0 0⎥⎦

όπου βέβαια εξακολουθεί να ισχύει η σχέση


τ xy = τ yx
για τις διατμητικές τάσεις, η οποία προκύπτει πάλι από τη σχέση ισορροπίας των ροπών.
Οι συνθήκες ισορροπίας των δυνάμεων οδηγούν στις σχέσεις

∂σ x ∂τ yx
+ +X = 0
∂x ∂y
(2.2-3)
∂τ xy ∂σ y
+ +Y = 0
∂x ∂y

οι οποίες ισχύουν για μία επίπεδη στοιχειώδη επιφάνεια, σύμφωνα με το Σχήμα (2.2-2).
24 Τάσεις και εντατικές καταστάσεις

∂σ y
σy + dy + K
∂y
∂τ yx
τ yx + dy + K
∂y

∂σ x
σx + dx + K
∂x
dy

σx
∂τ xy
τ xy τ xy + dx + K
∂x
τ yx
σy

Σχήμα 2.2-2. Ορθές και διατμητικές τάσεις σε επίπεδη στοιχειώδη επιφάνεια

Η πλήρης ανάλυση των τάσεων, απαιτεί τον προσδιορισμό των τάσεων σ και τ που
εμφανίζονται

• σε κάθε σημείο της κατασκευής και


• σε κάθε κατεύθυνση.

Ο προσδιορισμός αυτών των τάσεων μπορεί να γίνει είτε αναλυτικά εξελίσσοντας τις
απαραίτητες εξισώσεις, είτε γραφικά διερευνώντας τη συνθήκη που πρέπει να ικανοποιούν η
ορθή και διατμητική τάση μεταξύ τους.

Ο αναλυτικός τρόπος είναι απαραίτητος, καθότι απαιτούνται οι εξισώσεις που επιτρέπουν τον
προσδιορισμό των τάσεων, ενώ η γραφική λύση θεωρείται σημαντική για την καλύτερη
κατανόηση των σχέσεων.

Στη συνέχεια θα διατυπωθούν και οι δύο τρόποι ανάλυσης τάσεων για την επίπεδη εντατική
κατάσταση.

2.2.1 Αναλυτικός προσδιορισμός τάσεων στην επίπεδη εντατική κατάσταση

Γνωρίζοντας τις τάσεις σ x , σ y , τ xy στην επίπεδη εντατική κατάσταση στο σύστημα


συντεταγμένων x-y, ζητείται να προσδιορισθούν σε τυχαίο σημείο Pi , Σχήμα 2.2.1-1, η
ορθή και διατμητική τάση σ και τ και μάλιστα σε κάθε επίπεδο που διέρχεται από το σημείο
Pi για να διερευνηθούν τυχόν μέγιστες τιμές των τάσεων.
Δισδιάστατη ή επίπεδη εντατική κατάσταση 25

σy
τ yx
τ xy P2 τ xy
P1

σx P3 σx

τ yx
σy
Σχήμα 2.2.1-1. Ανάλυση τάσεων στην επίπεδη εντατική κατάσταση

Πρέπει δηλαδή να γίνει περαιτέρω ανάλυση των τάσεων έτσι ώστε σε τυχαίο σημείο P του
επίπεδου φορέα να προσδιορισθούν οι τάσεις σϕ και τϕ ως προς κάποιο επίπεδο το οποίο
είναι κεκλιμένο κατά γωνία φ ως προς κάποιον άξονα x ή y του συστήματος
συντεταγμένων. Έχοντας τις τάσεις σϕ , τϕ κάποιου σημείου P σε συνάρτηση των
γνωστών τάσεων σ x , σ y , τ xy και της γωνίας φ

(
σ φ = σ φ σ x , σ y , τ xy , φ )
(2.2.1-1)
(
τ φ = τ φ σ x , σ y , τ xy , φ )
είναι δυνατή η διερεύνηση ακραίων τιμών για τις τάσεις στο σημείο P, Σχήμα 2.2.1-2.

σy
τ yx
τ xy τ xy

σx σφ
σx
τφ

τ yx
σy
Σχήμα 2.2.1-2. Ανάλυση τάσεων σε τυχαίο σημείο P

Για τη διερεύνηση της εντατικής κατάστασης στο σημείο P(x , y ) , Σχήμα 2.2.1-2, σε
συνάρτηση της γωνίας φ η οποία χαρακτηρίζει τη θέση κάποιας κεκλιμένης επιφάνειας που
περνά από το P(x , y ) , αποκόπτεται από τον επιφανειακό φορέα το στοιχειώδες τριγωνικό
πρίσμα ABC με το πάχος h, Σχήμα 2.2.1-3.
26 Τάσεις και εντατικές καταστάσεις

a) y σy
h
τ yx

P(x,y)
C
dy φ τ xy
σx h
τ xy σx
A B
dx

z τ yx x
σy

b) C

φ πάχος h
τ
σx σ ds
D
τ xy

y
z
A x τ yx B
σy
dx

Σχήμα 2.2.1-3. a) Επίπεδη εντατική κατάσταση


b) Επίπεδη εντατική κατάσταση στο στοιχειώδες πρίσμα ABC πάχους h

Οι στοιχειώδεις δυνάμεις που ενεργούν στις επιφάνειες του πρίσματος είναι

σ x dy h και τ xy dy h στην επιφάνεια με πλευρά AC και πάχος h


σ y dx h και τ yx dx h στην επιφάνεια με πλευρά AB και πάχος h
σ ds h και τ ds h στην κεκλιμένη επιφάνεια κατά γωνία φ με πλευρά BC και
πάχος h

Σχηματίζοντας το άθροισμα των ροπών ως προς το σημείο D, το οποίο είναι το μέσο της
πλευράς BC, δημιουργούνται ροπές μόνο από τις στοιχειώδεις δυνάμεις που προέρχονται
από τις διατμητικές τάσεις τ xy και τ yx , καθότι οι φορείς των στοιχειωδών δυνάμεων που
προέρχονται από τις ορθές τάσεις σ x και σ y διέρχονται από το σημείο D, όπως επίσης
Δισδιάστατη ή επίπεδη εντατική κατάσταση 27

διέρχονται από το σημείο D οι στοιχειώδεις δυνάμεις που προέρχονται από τις τάσεις σ και
τ του κεκλιμένου επιπέδου.

Από την ισορροπία ροπών ως προς D προκύπτει η σχέση

dy dx
τ yx dx h − τ xy dy h =0 (2.2.1-2)
2 2

και συνεπώς η συνθήκη CAUCHY για τις διατμητικές τάσεις στην επίπεδη εντατική
κατάσταση

τ xy = τ yx (2.2.1-3)

η οποία ήδη είχε προκύψει και από τη συνθήκη των ροπών στην τρισδιάστατη εντατική
κατάσταση.

Οι άλλες συνθήκες ισορροπίας της Στατικής, δηλαδή το άθροισμα των δυνάμεων στις
διευθύνσεις x και y οδηγούν αντιστοίχως στις εξισώσεις:

σ ds h ⋅ cosφ − τ ds h ⋅ sinφ − σ x dy h − τ yx dx h = 0
(2.2.1-4)
σ ds h ⋅ sinφ + τ ds h ⋅ cosφ − σ y dx h − τ xy dy h = 0

Μεταξύ των πλευρών του στοιχειώδους τριγώνου ABC ισχύουν οι σχέσεις

dx = ds sin φ

dy = ds cosφ

με τις οποίες το σύστημα (2.2.1-4) παίρνει τη νέα μορφή

σ cosφ − τ sinφ − σ x cosφ − τ yx sinφ = 0


(2.2.1-5)
σ sinφ + τ cosφ − σ y sinφ − τ xy cosφ = 0

Από τη λύση του συστήματος (2.2.1-5) (π.χ. με τη μέθοδο των οριζουσών, ή


πολλαπλασιάζοντας την πρώτη με cosφ και τη δεύτερη με sin φ και σχηματίζοντας το
άθροισμα) προκύπτουν οι εξισώσεις

σ = σ x cos 2 φ + σ y sin 2 φ + 2τ xy sin φ cos φ


(2.2.1-6)
( ) (
τ = σ y − σ x cos φ sin φ + τ xy cos 2 φ − sin 2 φ )
οι οποίες με τις γνωστές τριγωνομετρικές σχέσεις
28 Τάσεις και εντατικές καταστάσεις

sin 2φ = 2 sin φ cos φ , cos 2φ = cos 2 φ − sin 2 φ

1 − cos 2φ 1 + cos 2φ
sin 2 φ = , cos 2 φ =
2 2

γράφονται στη νέα μορφή

σx + σy σx − σy
σ= + cos 2φ + τ xy sin 2φ
2 2
(2.2.1-7)
σx − σy
τ=− sin 2φ + τ xy cos 2φ
2

Οι εξισώσεις (2.2.1-7) εκφράζουν τις τάσεις σ και τ συναρτήσει των γνωστών τάσεων
σ x , σ y , τ xy και της γωνίας φ .

Βασικά ενδιαφέρουν οι τιμές της γωνίας φ για τις οποίες οι τάσεις σ και τ παίρνουν
ακραίες τιμές. Οι τιμές αυτές μπορούν να υπολογισθούν από τις σχέσεις



( )
= − σ x − σ y sin 2φ + 2τ xy cos 2φ = 0

(2.2.1-8)


( )
= − σ x − σ y cos 2φ − 2τ xy sin 2φ = 0

από όπου προκύπτει αντίστοιχα

2 τ xy
tan 2φ o = tan (2φ o + π ) =
σx − σy
(2.2.1-9)
σx − σ y
tan 2φ1 = tan (2φ1 + π ) = −
2 τ xy

π
Από την πρώτη εξίσωση της σχέσης (2.2.1-9) προκύπτει ότι για τις γωνίες φ o και φ o +
2
η ορθή τάση παίρνει ακραίες τιμές. Για τον προσδιορισμό των τιμών αυτών απαιτούνται
αρκετές πράξεις στις σχέσεις (2.2.1-7) καθότι στις εξισώσεις εμφανίζονται οι συναρτήσεις
sin2φ και cos2φ, ενώ για τη γωνία φ o είναι γνωστή η τιμή tan2φο. Μετά από κάποιες
αντικαταστάσεις και πράξεις προκύπτουν οι ακραίες τιμές σ1 και σ 2 για την ορθή τάση οι
οποίες δίδονται από τη σχέση
Δισδιάστατη ή επίπεδη εντατική κατάσταση 29

2
σ1 ⎫ 1 ⎛ σx − σ y ⎞
( )
⎬ = σ x + σ y ± ⎜⎜
σ2 ⎭ 2 2
⎟⎟ + τ2xy (2.2.1-10)
⎝ ⎠

π
Η γωνία φ o καθώς και η γωνία φo + χαρακτηρίζουν τις κατευθύνσεις για τις κύριες
2
π
τιμές σ1 και σ 2 . Για επίπεδα που είναι κεκλιμένα κατά φ o και φo + μηδενίζεται η
2
διατμητική τάση, όπως προκύπτει από τη δεύτερη εξίσωση των σχέσεων (2.2.1-7)

⎡ σ x − σ y sin 2φ o ⎤
τ = ⎢− + τ xy ⎥ cos 2φ o
⎣ 2 cos 2φ o ⎦

αντικαθιστώντας την τιμή για tan 2φo , οπότε ισχύει

⎡ σ x − σ y 2 τ xy ⎤
τ = ⎢− + τ xy ⎥ cos 2φ o = 0 (2.2.1-11)
⎢⎣ 2 σx − σy ⎥⎦

Από τις σχέσεις (2.2.1-9) προκύπτει ότι υπάρχουν δύο γωνίες φ1 = φ o ± π στις οποίες
4
παίρνει η διατμητική τάση τις μέγιστες τιμές

2
⎛ σx − σy ⎞
τ max min = ± ⎜⎜ ⎟⎟ + τ 2xy (2.2.1-12)
⎝ 2 ⎠

και οι ορθές τάσεις την τιμή

σx + σy
σ= (2.2.1-13)
2
30 Τάσεις και εντατικές καταστάσεις

Παράδειγμα

Δίδονται οι ακόλουθες ειδικές περιπτώσεις επίπεδης εντατικής κατάστασης και ζητείται να


προσδιορισθούν αναλυτικά
- οι εκάστοτε μέγιστες ορθές και διατμητικές τάσεις, καθώς και
- τα επίπεδα στα οποία ενεργούν.

a) σ y = σo b) σ y = −σ o c) σ y = −σ o

σ x = σo σ x = −σ o σ x = σo

d) σ y = σo e) f)
τ yx τ yx
τ xy τ xy = τo τ xy τ xy = − τo
σ x = −σ o

τ yx τ yx

Λύση

Αναλυτικός προσδιορισμός των τάσεων

Για την ανάλυση των τάσεων σε κάθε μία από τις περιπτώσεις που αναφέρονται, απαιτείται
να προσδιορισθούν

σ max , σ min και τα επίπεδα όπου ενεργούν, καθώς και


τ max , τmin και τα επίπεδα πάλι όπου ενεργούν, καθότι δεν συμπίπτουν με τα επίπεδα
όπου εμφανίζονται οι ακραίες τιμές για την ορθή τάση.

Οι ακραίες τιμές για τις ορθές τάσεις προσδιορίζονται από τη σχέση

2
σ1 ⎫ σ x + σ y ⎛ σx − σ y ⎞
⎬= ± ⎜⎜ ⎟⎟ + τ2xy
σ2 ⎭ 2 ⎝ 2 ⎠

και τα επίπεδα όπου ενεργούν από τη σχέση

2 τ xy
tan 2φo = tan (2φo + π ) =
σx − σy
⎛ π⎞
από όπου προσδιορίζεται η γωνία φ o και ⎜ φ o + ⎟ , η οποία είναι θετικά ορισμένη
⎝ 2⎠
αριστερόστροφα και αρχίζει να μετρά από τον y-άξονα, σύμφωνα με το Σχήμα 2.2.1-3b).
Δισδιάστατη ή επίπεδη εντατική κατάσταση 31

Οι τιμές για τις μέγιστες διατμητικές τάσεις προσδιορίζονται από τη σχέση

2
⎛ σx − σ y ⎞
τ max = ± ⎜⎜ ⎟ + τ2xy
2 ⎟
min ⎝ ⎠

και τα επίπεδα όπου ενεργούν από τη σχέση

σx − σy
tan 2φ1 = tan (2φ1 + π ) = −
2 τ xy

⎛ π⎞
από όπου προσδιορίζεται αντίστοιχα η γωνία φ1 και ⎜ φ1 + ⎟ , θετικά ορισμένη όπως η
⎝ 2⎠
γωνία φ o για τις ορθές τάσεις.
Στα επίπεδα όπου εμφανίζονται οι διατμητικές τάσεις τ max , τ min εμφανίζεται και μία ορθή
τάση σ η οποία προσδιορίζεται από τη σχέση

σx + σy
σ=
2

Με τις εξισώσεις που αναφέρθηκαν, μπορούν να προσδιορισθούν οι μέγιστες τάσεις, ορθές


και διατμητικές, καθώς και τα εκάστοτε επίπεδα για κάθε περίπτωση μιας επίπεδης εντατικής
κατάστασης και συνεπώς και για τις ειδικές περιπτώσεις του παραδείγματος.

Απαραίτητη προϋπόθεση είναι να διατυπωθούν για την κάθε περίπτωση όλα τα μεγέθη που
δίδονται και να μηδενισθούν όσα δεν υπάρχουν για να γίνει αντίστοιχα η χρήση των
εξισώσεων που αναφέρθηκαν.

a) Δίδονται: σ x = σ o , σ y = σ o , τ xy = 0 (άρα σ x και σ y είναι κύριες τάσεις)

2
σ + σo ⎛ σ − σo ⎞
σ1 = σ 2 = o + ⎜ o ⎟ + 0 = σo
σy 2 ⎝ 2 ⎠

0
tan 2φ o = αόριστο
0
σx y φ+ σx
x τ max min = 0
σy
0
tan 2φ1 = αόριστο.
0

Με τη γραφική λύση θα γίνει κατανοητή η αοριστία των γωνιών φo και φ1


32 Τάσεις και εντατικές καταστάσεις

b) Δίδονται: σ x = −σ o , σ y = −σ o , τ xy = 0 (άρα σ x και σ y είναι κύριες τάσεις)

σ1 = σ 2 = −σ o
σ y = −σ o
0
tan 2φ o = αόριστο
0
σx y φ+ σ x = −σ o
τ max min = 0
x
σy 0
tan 2φ1 = αόριστο.
0

c) Δίδονται: σ x = σ o , σ y = −σ o , τ xy = 0 (άρα σ x και σ y είναι κύριες τάσεις)

σ1 = σ o

σ 2 = −σ o
σ y = −σ o
0
tan 2φ o = =0 άρα 2φo = 0 και φo = 0
2 σo
σ x = σo
2
⎛ σ + σo ⎞
τ max min = ± ⎜ o ⎟ + 0 = ±σ o
⎝ 2 ⎠

− 2σ o π π
tan 2φ1 = =∞ άρα 2φ1 = και φ1 =
0 2 4

d) Δίδονται: σ x = −σ o , σ y = σ o , τ xy = 0 (άρα σ x και σ y είναι κύριες τάσεις)

2
σ1 ⎫ ⎛ − σo − σo ⎞
⎬=± ⎜ ⎟ + 0 = ±σ o
σ2 ⎭ ⎝ 2 ⎠
σ y = σo
0
tan 2φ o = =0 άρα 2φo = 0 και φo = 0
− 2 σo
σ x = −σ o
2
⎛ − σ − σo ⎞
τ max min = ± ⎜ o ⎟ + 0 = ±σ o
⎝ 2 ⎠

2σ o π π
tan 2φ1 = =∞ άρα 2φ1 = και φ1 =
0 2 4
Δισδιάστατη ή επίπεδη εντατική κατάσταση 33

e) Δίδονται: σ x = 0 , σ y = 0 , τ xy = τ yx = τ o

σ1 ⎫ 2
⎬ = ± τo = ± τo άρα σ1 = τ o και σ 2 = −τo
σ2 ⎭

τ yx
2τo π π
τ xy τ xy = τ o tan 2φ o = =∞ άρα 2φo = και φo =
0 2 4

τ yx τ max min = ± τ ο2 = ± τ o

0
tan 2φ1 = =0 άρα 2φ1 = 0 και φ1 = 0
2τo

f) Δίδονται: σ x = 0 , σ y = 0 , τ xy = − τ o

σ1 ⎫
⎬=± (− τo )2 = ± τ o άρα σ1 = τ o και σ 2 = − τ o
σ2 ⎭
τ yx
− 2τo π π
τ xy τ xy = − τ o tan 2φ o = = ∞ άρα 2φo = και φo =
0 2 4

τ yx τ max min = ± (− τ o )2 = ± τo

0
tan 2φ1 = =0 άρα 2φ1 = 0 και φ1 = 0
− 2τo
34 Τάσεις και εντατικές καταστάσεις

2.2.2 Γραφική ανάλυση τάσεων και κύκλος MOHR στην επίπεδη εντατική
κατάσταση

Η ανάλυση των τάσεων στην επίπεδη εντατική κατάσταση, όπως έχει περιγραφεί με τη
βοήθεια των εξισώσεων στο προηγούμενο κεφάλαιο, μπορεί να γίνει και γραφικά
προσφέροντας έτσι τη δυνατότητα να δει κανείς με “οπτικό” τρόπο την πλήρη συμπεριφορά
των τάσεων και να γίνουν πιο εύκολα κατανοητά όσα περιγράφονται με τις εξισώσεις.

Εάν σχηματισθούν τα τετράγωνα των σχέσεων (2.2.1-7) για την ορθή και διατμητική τάση
και προστεθούν μετά οι εξισώσεις που προκύπτουν κατά μέρη, τότε προκύπτει μία εξίσωση η
οποία περιγράφει τη σχέση που συνδέει την ορθή και διατμητική τάση σ και τ η οποία
ισχύει για όλα τα επίπεδα που διέρχονται από κάποιο σημείο. Η εξίσωση που προκύπτει έχει
τη μορφή

2 2
⎡ 1
( )
⎤ 2 ⎡1
( ⎤
)
2
⎢⎣σ − 2 σ x + σ y ⎥⎦ + τ = ⎢⎣ 2 σ x − σ y ⎥⎦ + τ xy (2.2.2-1)

και περιγράφει σε ένα σ - τ σύστημα συντεταγμένων έναν κύκλο, Σχήμα 2.2.2-1, ο οποίος
ονομάζεται κύκλος MOHR 1 για την επίπεδη εντατική κατάσταση, με το σημείο
2
⎛ σx + σy ⎞
M ⎜⎜
2
, 0 ⎟⎟ ως κέντρο του κύκλου και την ακτίνα R =
⎡1
( ) ⎤ 2
⎢⎣ 2 σ x − σ y ⎥⎦ + τ xy
⎝ ⎠

τ κατεύθυνση της σ 2
τ max So κατεύθυνση
τ xy της σ1

θετική φορά της φ


τ S
φ π
φο φo +
2
S2 σy M σx σ S σ
1

σ2

τ min
1
(σ1 + σ 2 )
2 σ1

Σχήμα 2.2.2-1. Κύκλος MOHR στην επίπεδη εντατική κατάσταση

1
Otto Mohr (1835-1918)
Δισδιάστατη ή επίπεδη εντατική κατάσταση 35

Ο κύκλος MOHR είναι βέβαια μονοσήμαντα ορισμένος με το κέντρο M και την ακτίνα R,
συνιστάται όμως ένας άλλος τρόπος κατασκευής, όπου αναγνωρίζονται πιο εύκολα όλες οι
χαρακτηριστικές τιμές για τις τάσεις σ και τ.

Προτεινόμενη κατασκευή του κύκλου MOHR

• στον άξονα σ τοποθετούνται οι τιμές σ x και σ y λαμβάνοντας υπόψη και το


πρόσημο της εκάστοτε τάσης.

⎛ σx + σy ⎞
• το σημείο M με τις συντεταγμένες ⎜⎜ , 0 ⎟⎟ βρίσκεται στο μέσο της απόστασης
⎝ 2 ⎠
μεταξύ σ x και σ y και είναι σύμφωνα με την σχέση (2.2.2-1) το κέντρο του κύκλου.

• στη θέση του άξονα σ με την τιμή σ x σχεδιάζεται κάθετα προς τον άξονα σ η
διατμητική τάση τ xy (εάν είναι θετική προς τον θετικό άξονα τ, ενώ εάν είναι
αρνητική, προς τον αρνητικό άξονα τ), όπου προκύπτει το σημείο So , έτσι ώστε το
μήκος MSo να είναι η ακτίνα του κύκλου MOHR (απόδειξη με το Πυθαγόρειο
θεώρημα). Το σημείο So είναι το σημείο του κύκλου που έχει τις γνωστές τάσεις
σ x , σ y και τ xy .

• Ο κύκλος MOHR τέμνει τον άξονα σ σε δύο σημεία S1 , S 2 τα οποία καθορίζουν τις
ακραίες τιμές για τις ορθές τάσεις (σ1, σ 2 ).

• Η κάθετος επί του άξονα σ στο σημείο Μ καθορίζει τις ακραίες τιμές για τις
διατμητικές τάσεις (τ max , τ min ) .

• Η σύνδεση του σημείου So με τα σημεία τομής του κύκλου MOHR με τον άξονα σ
δημιουργεί ένα ορθογώνιο τρίγωνο, οι κάθετες πλευρές του οποίου σχηματίζουν με τον
⎛ π⎞
άξονα σ τις γωνίες φ o και ⎜ φo + ⎟ . Οι γωνίες αυτές ορίζουν τα επίπεδα για τις
⎝ 2⎠
ακραίες τιμές σ1 και σ 2 της ορθής τάσης σ.

• Για τον προσδιορισμό γραφικά των τάσεων οι οποίες εμφανίζονται σε τυχαίο επίπεδο
κεκλιμένο κατά γωνία φ προκύπτει το αντίστοιχο σημείο S στον κύκλο, εάν
περιστραφεί δεξιόστροφα η ακτίνα MSo κατά γωνία 2φ (ως επίκεντρη γωνία).
36 Τάσεις και εντατικές καταστάσεις

Παράδειγμα

Για τις ειδικές περιπτώσεις επίπεδης εντατικής κατάστασης, οι οποίες έχουν αναλυθεί στο
παράδειγμα του προηγούμενου κεφαλαίου ζητείται να προσδιορισθούν γραφικά
- οι εκάστοτε μέγιστες ορθές και διατμητικές τάσεις, καθώς και
- τα επίπεδα στα οποία ενεργούν.

a) σ y = σo b) σ y = −σ o c) σ y = −σ o

σ x = σo σ x = −σ o σ x = σo

d) σ y = σo e) f)
τ yx τ yx
σ x = −σ o τ xy τ xy = το τ xy τ xy = − το

τ yx τ yx

Λύση

Γραφική λύση με τη βοήθεια του κύκλου MOHR

Μ (σ o ,0 )
σ y = σo
R =0
σ x = σo
σo

Ο κύκλος MOHR γίνεται ένα σημείο για την ειδική αυτή περίπτωση και η μέγιστη ορθή τάση
που εμφανίζεται είναι η τιμή σ o και είναι ανεξάρτητη από κάποια γωνία φo (για αυτό και
η γωνία προέκυψε θεωρητικά αόριστη κατά την ανάλυση του παραδείγματος στο
προηγούμενο κεφάλαιο).
Δισδιάστατη ή επίπεδη εντατική κατάσταση 37

τ Μ (− σo ,0 )
σ y = −σ o
R =0

σ x = −σ o Μ
b) σ
− σo

Και σε αυτή την περίπτωση ο κύκλος MOHR γίνεται σημείο. Η μέγιστη ορθή τάση είναι
σ1 = σ 2 = −σ o . Η διατμητική τάση είναι μηδέν και οι γωνίες φo και φ1 αόριστες (βλ.
παράδειγμα προηγούμενου κεφαλαίου).

τ max π
σ y = −σ o φ1 = −
4
σ x = σo σ y = −σ o So σ x = σ o

π
φ1 =
τ min 4
σ2
σ1

σ1 = σ o στη γωνία φo = 0
σ y = −σ o
π
τ max τ min τ max = σ o στη γωνία φ1 = −
4
σx σ x = σo π
τ min = −σ o στη γωνία φ1 =
π π 4

4 4
σy ⎛ π⎞
σ ⎜ φ1 = ± ⎟ = 0
⎝ 4⎠
38 Τάσεις και εντατικές καταστάσεις

π τ Κύκλος ΜΟΗR
φ1 =
σ y = σo 4 τ max = σ o

φ+
So
d)
σ x = −σ o σ x = −σ o M σ y = σo σ

π σ2 τ min
φ1 = −
4 σ1

π
σ1 = σ o στη γωνία φo =
2
σ y = σo
σ 2 = −σ o στη γωνία φo = 0
τ min τ max
π
τ max = σ o στη γωνία φ1 =
σx σ x = −σ o 4
π π π
− τ min = −σ o στη γωνία φ1 = −
4 4 4
σy
⎛ π⎞
σ ⎜ φ1 = ± ⎟ = 0
⎝ 4⎠

π
τ max = τ o φo =
4
τ yx So
τ xy τ xy = τ ο
σx = 0
σy = 0
τ yx
τ min
σ2
σ1
π
σ1 = σ max = τ ο στη γωνία φo =
4
τ yx π
σ2 σ1 σ 2 = σ min = − τ ο στη γωνία φo = −
4
τ xy = τ ο τ max = τ o στη γωνία φ1 = 0
π π π
− τ min = − τ o στη γωνία φ1 =
4 4 2
⎛ π⎞
σ (φ1 = 0) = σ ⎜ φ1 = ⎟ = 0
⎝ 2⎠
Δισδιάστατη ή επίπεδη εντατική κατάσταση 39

τ max = τ o
τ yx
τ xy τ xy = − το
σx = 0
σy = 0
τ yx So π
τ min φo = −
σ1 4
σ2

π
σ1 = σ max = τ ο στη γωνία φo = −
4
τ yx π
σ 2 = σ min = − τ ο στη γωνία φo =
σ1 σ2 4
τ xy = − το π
τ max = τ o στη γωνία φ1 = −
2
π π
− τ min = − τ o στη γωνία φ1 = 0
4 4
⎛ π⎞
σ (φ1 = 0) = σ ⎜ φ1 = ⎟ = 0
⎝ 2⎠
40 Τάσεις και εντατικές καταστάσεις

2.3 Απλή ή Μονοαξονική εντατική κατάσταση

Ως μονοαξονική εντατική κατάσταση χαρακτηρίζεται η κατάσταση στην οποία πέραν των


τάσεων που μηδενίζονται στην επίπεδη εντατική κατάσταση

σz = 0

τ xz = τ zx = 0 (2.3-1)

τ yz = τ zy = 0

μηδενίζονται επιπλέον και οι τάσεις

σy = 0
(2.3-2)
τ xy = τ yx = 0

Ο τανυστής τάσεων έχει επομένως για την μονοαξονική εντατική κατάσταση τη μορφή

⎡σ x 0 0⎤
S = ⎢⎢ 0 0 0⎥⎥
⎢⎣ 0 0 0⎥⎦

Η μονοαξονική εντατική κατάσταση εμφανίζεται π.χ. όταν καταπονείται μία ράβδος / δοκός
σε εφελκυσμό ή θλίψη. Εάν οι τάσεις είναι σε όλη την επιφάνεια ομοιόμορφα κατανεμημένες,
F
η κατάσταση χαρακτηρίζεται ομογενής και σε κάθε μονάδα επιφανείας επιδρά η τάση ,
A1
Σχήμα 2.3-1a), όπου A1 συμβολίζει την εγκάρσια διατομή της ράβδου / δοκού.
Η πλήρης ανάλυση της μονοαξονικής εντατικής κατάστασης απαιτεί τον προσδιορισμό των
τάσεων (ορθής και διατμητικής) σε τυχαίο επίπεδο κεκλιμένο κατά γωνία φ σε σχέση με το
εγκάρσιο επίπεδο A1 , Σχήμα 2.3-1b).

Η συνισταμένη Fφ των τάσεων που επιδρούν στην επιφάνεια A 2 , κεκλιμένη κατά γωνία
φ σε σχέση με το εγκάρσιο επίπεδο Α1, πρέπει σύμφωνα με τη συνθήκη ισορροπίας να είναι
ίση με τη δύναμη F που επιδρά κατά μήκος του άξονα. Οι συνιστώσες N και S
συμβολίζουν αντίστοιχα την κάθετη και την εφαπτομενική συνιστώσα της Fφ και δρουν επί
της επιφάνειας A 2 .
Απλή ή Μονοαξονική εντατική κατάσταση 41

a) Α1 εγκάρσια διατομή
F
σ=
A1
F

b)
Α2
F
Ν


φ
Α1 Fφ
S
F

c) φ

σφ
F F
σ
τ

Σχήμα 2.3-1. Μονοαξονική εντατική κατάσταση


a) Κατανομή τάσεων σε εγκάρσια διατομή
b) Συνιστώσες δύναμης σε κεκλιμένο κατά γωνία φ επίπεδο
c) Ολίσθηση υλικού στη μονοαξονική εντατική κατάσταση

Η συμπεριφορά των τάσεων στη μονοαξονική εντατική κατάσταση είναι τέτοια ώστε οι
διατμητικές τάσεις προσπαθούν να δημιουργήσουν κάποια ολίσθηση στο υλικό, όπως στο
Σχήμα 2.3-1c), ενώ οι ορθές προσπαθούν να απομακρύνουν τις διατομές μεταξύ τους.

Η ορθή και η διατμητική τάση που επιδρούν στην επιφάνεια A 2 προσδιορίζονται από τις
σχέσεις

N F cos φ F σ
σ= = = cos2 φ = σ1 cos2 φ = 1 (1 + cos 2φ )
A2 A1 A1 2
cos φ
(2.3-3)
S F sin φ F σ
τ= = = sin φ cos φ = σ1 sin φ cos φ = 1 sin 2φ
A2 A 1 A1 2
cos φ

η μεταβολή των οποίων παριστάνεται στο Σχήμα 2.3-2 σε συνάρτηση της γωνίας φ ενός
κεκλιμένου επιπέδου. Η εντατική κατάσταση είναι συνεπώς γνωστή για οποιαδήποτε κατά
γωνία φ κεκλιμένη επιφάνεια.
42 Τάσεις και εντατικές καταστάσεις

σ1 σφ
σ1 τφ
2
π π π

2 π 4 2

4

Σχήμα 2.3-2. Ορθή και διατμητική τάση σε συνάρτηση της γωνίας φ

Με τον προσδιορισμό των τάσεων σε συνάρτηση της γωνίας φ μπορεί να γίνει διερεύνηση
για ακραίες τιμές. Σύμφωνα με τις εξισώσεις (2.3-3) υπάρχουν ορισμένα επίπεδα στα οποία οι
τάσεις λαμβάνουν μέγιστες και άλλα όπου λαμβάνουν ελάχιστες τιμές.

Οι τιμές φ για τα επίπεδα αυτά προσδιορίζονται για την ορθή τάση από τη σχέση:


= −σ1 sin 2φ = 0 (2.3-4)

η οποία ικανοποιείται όταν sin 2φ = 0 , οπότε οι ακραίες τιμές για την ορθή τάση
o
εμφανίζονται στα επίπεδα με γωνία φ = 0 και φ = 90o .

Για τη διατμητική τάση προκύπτει η σχέση


= σ1 cos 2φ = 0 (2.3-5)

η οποία ικανοποιείται όταν cos 2φ = 0 δηλαδή όταν ισχύει φ = ±45o , φ = ±135o , ...

Οι τιμές για τη γωνία φ των κεκλιμένων επιπέδων όπου εμφανίζονται οι ακραίες τιμές για
την ορθή και διατμητική τάση, όπως προέκυψαν από τις σχέσεις (2.3-4) και (2.3-5) οδηγούν
στις ακόλουθες τιμές για τις τάσεις.

Γωνία φ κεκλιμένου επιπέδου Ορθή τάση σ Διατμητική τάση τ

0o σ = σ1 = σ max τ = 0 = τ min

σ σ
± 45o σ= 1 τ = 1 = τ max
2 2

90o σ = 0 = σ min τ = 0 = τ min


Απλή ή Μονοαξονική εντατική κατάσταση 43

Παρατήρηση: Για φ = 90o το επίπεδο είναι πλέον παράλληλο προς τον άξονα της
δοκού, οπότε δεν ενεργούν φορτία ούτε κάθετα αλλά ούτε και παράλληλα προς αυτό.

Συμπέρασμα: Εκεί όπου η ορθή τάση έχει ακραίες τιμές, μηδενίζεται η διατμητική
τάση, ενώ δεν ισχύει το αντίστροφο. Η ορθή τάση στην περίπτωση αυτή ονομάζεται
κύρια τάση και το επίπεδο κύριο επίπεδο.

σ
Η τιμή τ max = 1 για φ = 45o αιτιολογεί και τη γωνία ολίσθησης του Σχήματος 2.3-1c).
2

Από τις σχέσεις

σ σ
σ − 1 = 1 cos2φ
2 2

σ
τ = 1 sin2φ
2

που παριστάνουν ουσιαστικά τις εξισώσεις (2.3-3), προκύπτει, εάν δημιουργηθούν τα


τετράγωνά τους και αθροιστούν κατά μέρη, η σχέση που συνδέει ορθή και διατμητική τάση

2 2
⎛ σ ⎞ 2 ⎛σ ⎞
⎜σ − 1 ⎟ + τ = ⎜ 1 ⎟ (2.3-6)
⎝ 2⎠ ⎝ 2⎠

⎛σ ⎞ σ
η οποία ως γνωστό είναι εξίσωση κύκλου με κέντρο M ⎜ 1 ,0 ⎟ και ακτίνα ίση με R = 1
⎝ 2 ⎠ 2
και ονομάζεται κύκλος MOHR για την μονοαξονική εντατική κατάσταση, Σχήμα 2.3-3.

τ max
σ
σ= 1 τφ
2 π σφ
τ σ
4
τ max
S σ1
τφ
σ = σ1 = σ max (
Α φ σφ , τφ )
π
4 φ 2φ ⎡⎧ φ=0 ⎫⎤
σ τ=0
Μ ⎢⎪ ⎪⎥
σφ A1 ⎢⎨ τ=0 ⎬⎥

⎢⎣⎩σ = σ1 = σ max ⎪⎭⎥⎦

τ min ⎡⎧φ = 90ο ⎫⎤


⎢⎪⎪ ⎪⎪⎥
σ1 = σ max A 2 ⎢ ⎨ τ = 0 ⎬⎥
σ ⎢ ⎪ σ = 0 ⎪⎥
⎣⎢⎪⎩ ⎪⎭⎦⎥

Σχήμα 2.3-3. Κύκλος MOHR στη μονοαξονική εντατική κατάσταση


44 Μετατοπίσεις και παραμορφώσεις

3ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Μετατοπίσεις και παραμορφώσεις

Όταν επιδρούν σε κάποιο σώμα εξωτερικά φορτία, τότε μετατοπίζονται τα σημεία του
σώματος και το σώμα αλλάζει γενικά το γεωμετρικό του σχήμα. Η μεταβολή του μεγέθους ή
και της μορφής ενός σώματος υπό την επίδραση εξωτερικών φορτίων χαρακτηρίζεται γενικά
ως παραμόρφωση του σώματος.

Ο όρος αυτός θα ορισθεί στη συνέχεια πιο συγκεκριμένα προς αποφυγή συγχύσεων μεταξύ
παραμορφώσεων και μετατοπίσεων.

Η ανάλυση των παραμορφώσεων αποτελεί μέρος του σκοπού της Αντοχής Υλικών και
απαντά στο ερώτημα εάν η μέγιστη παραμόρφωση ξεπερνά κάποια όρια που έχουν
προδιαγραφεί και βοηθά γενικά ώστε να γίνει κατανοητή η μεταβολή του γεωμετρικού
σχήματος κάποιου σώματος που καταπονείται.

3.1 Ορισμός μετατοπίσεων

Όταν σε κάποιο ελαστικό σώμα ενεργούν εξωτερικά φορτία, τότε ένα τυχαίο σημείο του
σώματος P (x , y, z ) μετατοπίζεται λόγω της παραμόρφωσης του σώματος και παίρνει κατά
τη διάρκεια της καταπονήσεως τη νέα θέση P′ (x + u , y + v, z + w ) η οποία ορίζεται με το
διάνυσμα των μετατοπίσεων

⎧ u (x , y, z ) ⎫ μετατόπιση στην κατεύθυνση x


r ⎪ ⎪
r = ⎨ v ( x , y, z ) ⎬ μετατόπιση στην κατεύθυνση y
⎪w (x , y, z )⎪
⎩ ⎭ μετατόπιση στην κατεύθυνση z

F1
Fn

P(x , y, z )

rP P′(x + u , y + v, z + w )
F2
F3

Σχήμα 3.1-1. Συνιστώσες μετατοπίσεων ενός σημείου.

Οι μετατοπίσεις u, v, w είναι συναρτήσεις των συντεταγμένων των σημείων διότι κάθε


σημείο μπορεί να έχει διαφορετικές μετατοπίσεις.
Ορισμός μετατοπίσεων 45

Για τους φορείς (γραμμικούς ή επιφανειακούς) προδιαγράφονται συχνά κάποια όρια για τις
μετατοπίσεις τα οποία πρέπει να συγκριθούν με τη μέγιστη μετατόπιση που εμφανίζεται στον
φορτιζόμενο φορέα.

3.2 Ανάλυση παραμορφώσεων

Για την περιγραφή της μεταβολής του γεωμετρικού σχήματος ενός σώματος όταν επιδρούν
εξωτερικά φορτία χρησιμοποιούνται τα μεγέθη

• ορθή παραμόρφωση, και συμβολίζεται με το γράμμα ε καθώς και


• διατμητική παραμόρφωση, που συμβολίζεται με το γράμμα γ.

Ορισμός: Ως ορθή παραμόρφωση ε ενός σημείου φορτιζόμενου φορέα


χαρακτηρίζεται η ανά μονάδα μήκους επιμήκυνση ή βράχυνση μιας στοιχειώδους
ευθείας. Πρόκειται δηλαδή για ένα ανηγμένο μέγεθος που προκύπτει από τη μεταβολή
μήκους που ανάγεται στο αρχικό μήκος. Η ορθή παραμόρφωση προκύπτει λόγω ορθών
τάσεων, Σχήμα 3.2-1.

Ορισμός: Ως διατμητική παραμόρφωση γ ενός σημείου φορτιζόμενου φορέα


χαρακτηρίζεται η μεταβολή της ορθής γωνίας εκφρασμένη σε ακτίνια. Η διατμητική
παραμόρφωση προκύπτει λόγω διατμητικών τάσεων, οπότε εμφανίζεται μόνο στα
επίπεδα που υπάρχουν διατμητικές τάσεις, Σχήμα 3.2-1.

L1 + ΔL1

αρχικό μήκος L1

σ σ
αρχικό πλάτος L 2

π

L 2 − ΔL 2

2 π
−γ
2

ορθές παραμορφώσεις διατμητικές παραμορφώσεις

Σχήμα 3.2-1. Ορθές και διατμητικές παραμορφώσεις επίπεδου φορέα.

Όπως αναφέρθηκε, για τις ορθές παραμορφώσεις ε υπεύθυνες είναι οι ορθές τάσεις σ και
για τις διατμητικές παραμορφώσεις γ οι διατμητικές τάσεις τ.
Υπάρχει δηλαδή αντιστοιχία μεταξύ ορθών τάσεων και ορθών παραμορφώσεων καθώς και
μεταξύ διατμητικών τάσεων και διατμητικών παραμορφώσεων.
46 Μετατοπίσεις και παραμορφώσεις

Στον τρισδιάστατο χώρο εμφανίζονται σε κάποιο στοιχειώδη κύβο κατά αντιστοιχία με τις
ορθές και διατμητικές τάσεις

• οι ορθές παραμορφώσεις ε x , ε y , ε z και


• οι διατμητικές παραμορφώσεις γ xy , γ yx , γ xz , γ zx , γ yz , γ zy .

Οι συνιστώσες αυτές ορθών και διατμητικών παραμορφώσεων διατυπώνονται συχνά στη


μορφή μητρώου

⎡ 1 1 ⎤
⎢ εx 2
γ yx
2
γ zx ⎥
⎢1 1 ⎥
ε = ⎢ γ xy εy γ zy ⎥
⎢2 2 ⎥
⎢1 γ 1
γ yz εz ⎥
⎢⎣ 2 xz 2 ⎥⎦

το οποίο χαρακτηρίζεται ως τανυστής παραμορφώσεων.

Για τις διατμητικές παραμορφώσεις ισχύουν οι σχέσεις

γ xy = γ yz , γ xz = γ zx , γ yz = γ zy

οι οποίες προκύπτουν από τις αντίστοιχες σχέσεις που ισχύουν για τις διατμητικές τάσεις.

3.2.1 Ανάλυση ορθών παραμορφώσεων

Όταν φορτίζεται ένα σώμα με εξωτερικά φορτία, τότε τα σημεία του σώματος μετατοπίζονται
και οι νέες θέσεις των σημείων του σώματος περιγράφουν τη μεταβολή του γεωμετρικού
σχήματος του σώματος αυτού. Η ανάλυση όμως μόνο των μετατοπίσεων των σημείων δεν
αρκεί για την περιγραφή της καταπόνησης μιας κατασκευής και συνεπώς της αντοχής του
υλικού, όπως εύκολα γίνεται κατανοητό με τη βοήθεια του Σχήματος 3.2.1-1, όπου δύο
ράβδοι διαφορετικού αρχικού μήκους επιδέχονται, λόγω αξονικής φόρτισης, την ίδια
μετατόπιση στο σημείο εφαρμογής των δυνάμεων, μόνο όταν η δύναμη F1 είναι μεγαλύτερη
της F2 .

Η ράβδος με το μήκος L1 φορτίζεται επομένως περισσότερο από ότι η ράβδος με το μήκος


L 2 παρόλο που και οι δύο ράβδοι επιδέχονται την ίδια μετατόπιση u.
Ανάλυση παραμορφώσεων 47

u
L1
y x F1

z
u
L2
y x F2

Σχήμα 3.2.1-1. Φόρτιση δοκού

Το μέγεθος της καταπόνησης μπορεί να περιγραφεί εάν ληφθούν υπόψη οι παραμορφώσεις


ενός φορτιζόμενου σώματος.

Η ανάλυση όμως των παραμορφώσεων στον τρισδιάστατο χώρο είναι αρκετά επίπονη και για
το λόγο αυτό θα γίνει αρχικά η ανάλυση στη ράβδο, δηλαδή στην κατεύθυνση x και θα
επεκταθεί μετά και στις άλλες κατευθύνσεις.

Για τον υπολογισμό της ορθής παραμόρφωσης ε x (x ) στη θέση x μιας ράβδου που
φορτίζεται σε εφελκυσμό με τη δύναμη F ( ε x (x ) συμβολίζει επομένως εδώ την ανηγμένη
μήκυνση της ράβδου στη θέση x) βλ. Σχήμα 3.2.1-2, λαμβάνεται υπόψη το αρχικό
στοιχειώδες μήκος Δx (όπου Δx → 0 ) το οποίο επιμηκύνεται έστω κατά ΔL λόγω της
δύναμης F.

y x
x
z Δx

F
y x

z u(x)
u(x+Δx)

Σχήμα 3.2.1-2. Αξονική φόρτιση και ορθή παραμόρφωση

Σύμφωνα με τον γενικό ορισμό της ορθής παραμόρφωσης που μπορεί να διατυπωθεί ως

επιμήκυνση αρχικού μήκους Δx κατά ΔL


ε=
αρχικό μήκος Δx

προκύπτει για την ανηγμένη ορθή παραμόρφωση εx στη θέση x η σχέση


48 Μετατοπίσεις και παραμορφώσεις

u (x + Δx ) − u (x ) du
ε x = lim = (3.2.1-1)
Δx →0 Δx dx

Στον τρισδιάστατο χώρο η μετατόπιση u στην κατεύθυνση του άξονα x είναι στη γενική
περίπτωση συνάρτηση και των άλλων συντεταγμένων, ισχύει δηλαδή u = u (x , y, z ) , οπότε
για τον προσδιορισμό της ορθής παραμόρφωσης ε x στον τρισδιάστατο χώρο πρέπει να
ληφθεί υπόψη η μερική παράγωγος ως προς x.

Εάν ο συλλογισμός αυτός επεκταθεί και στις μετατοπίσεις v (x , y, z ) και w (x , y, z ) στις y


και z κατευθύνσεις αντίστοιχα τότε προκύπτουν οι ορθές παραμορφώσεις για τον
τρισδιάστατο χώρο από τις σχέσεις:

∂u
εx =
∂x

∂v
εy = (3.2.1-2)
∂y

∂w
εz =
∂z

Οι σχέσεις αυτές ισχύουν όταν οι ορθές παραμορφώσεις είναι μικρές σε σχέση με τις άλλες
διαστάσεις.

Με τη μήκυνση συνδέεται και η μεταβολή του όγκου κάποιου στοιχειώδους όγκου


dVo = dx dy dz , σύμφωνα με το Σχήμα 3.2.1-3.

(1 + ε z ) dx
dz
dy
dx (1 + ε x ) dx (1 + ε y ) dx
Σχήμα 3.2.1-3. Μεταβολή όγκου στο στοιχειώδη όγκο

Ο όγκος του παραμορφωμένου στοιχειώδους όγκου δίδεται από τη σχέση

( )
dV = (1 + ε x ) dx 1 + ε y dy (1 + ε z ) dz
( )
= (1 + ε x ) 1 + ε y (1 + ε z ) dx dy dz
(3.2.1-3)

Μετά τον πολλαπλασιασμό, επειδή τα μεγέθη ε x , ε y , ε z είναι μικρά σε σχέση με τα αρχικά


μήκη μπορούν να παραληφθούν τα μέλη δευτέρου βαθμού και άνω, οπότε η σχέση (3.2.1-3)
παίρνει τη νέα μορφή
Ανάλυση παραμορφώσεων 49

( )
dV = 1 + ε x + ε y + ε z + ε x ε y + ε x ε z + ε y ε z + ε x ε yε z dVo
≈ (1 + ε x + ε y + ε z ) dVo
(3.2.1-4)

από την οποία προκύπτει η μεταβολή του όγκου

(
dV − dVo = ε x + ε y + ε z dVo ) (3.2.1-5)

και η ανηγμένη διόγκωση

dV − dVo
ε= = εx + ε y + εz (3.2.1-6)
dVo

Στην περίπτωση που ισχύει ε = 0 δεν υπάρχει μεταβολή του όγκου και πρόκειται για
απόλυτα στερεό σώμα ή γενικά για σώμα από ασυμπίεστο υλικό.

Παράδειγμα

Στο ορθογώνιο παραλληλεπίπεδο με τις διαστάσεις των πλευρών a, b, και c ενεργούν


εξωτερικά φορτία και δημιουργούν ορθές παραμορφώσεις ε x , ε y , ε z , οι οποίες
μετρώνται με τη βοήθεια μηκυνσιομέτρων.
Να προσδιορισθεί η μεταβολή του όγκου του ορθογωνίου παραλληλεπιπέδου με τις πλευρές
a, b, c και να εκτιμηθεί το σφάλμα που προκύπτει σε σχέση με την πραγματική μεταβολή του
όγκου, εάν χρησιμοποιηθεί η σχέση για την ανηγμένη διόγκωση.
Δίδονται:

⎧ε x = 0,01⎫
⎪ ⎪
⎨ε y = 0,02⎬
⎪ε = −0,01⎪
⎩ z ⎭

Σύμφωνα με τη σχέση για την ανηγμένη διόγκωση προκύπτει

ΔV − Vo
= ε x + ε y + ε z = (0,01 + 0,02 − 0,01) = 0,02
Vo

Η πραγματική μεταβολή του όγκου προκύπτει από τη σχέση

ΔV − Vo
=
( )
(1 + ε x ) a ⋅ 1 + ε y b ⋅ (1 + ε z ) c − a b c
=
Vo abc
( )
= (1 + ε x ) 1 + ε y (1 + ε z ) − 1 = 1,01 ⋅1,02 ⋅ 0,99 − 1 = 0,019898

οπότε η απόκλιση που προκύπτει είναι


50 Μετατοπίσεις και παραμορφώσεις

0,02 − 0,019898
= 0,005 (δηλαδή 0,5 %)
0,02

H ελάχιστη αυτή απόκλιση αιτιολογεί συνεπώς την προσεγγιστική σχέση που διατυπώθηκε
για την ανηγμένη διόγκωση.

3.2.2 Ανάλυση διατμητικών παραμορφώσεων

Οι διατμητικές παραμορφώσεις εκφράζουν τη μεταβολή της γωνίας που σχηματίζουν δύο


αρχικά κάθετες μεταξύ τους στοιχειώδεις ευθείες. Το άθροισμα των γωνιών γ1 και γ 2 ,
Σχήμα 3.2.2-1, ορίζεται σαν η διατμητική παραμόρφωση στο x-y-επίπεδο.

γ1

v(x+Δx, y,z)
γ2 v(x,y,z)

Σχήμα 3.2.2-1. Διατμητική παραμόρφωση

Όπως οι ορθές παραμορφώσεις έτσι και οι διατμητικές θεωρούνται μικρές, έτσι ώστε οι
γωνίες γ1 και γ 2 μπορούν να αντικατασταθούν από την εφαπτομένη τους. Τότε ισχύει

u (x , y + Δy, z ) − u (x, y, z )
γ1 ≅ tan γ1 =
Δy
(3.2.2-1)
v(x + Δx, y, z ) − v(x, y, z )
γ 2 ≅ tan γ 2 =
Δx

Η διατμητική παραμόρφωση στο x-y-επίπεδο ορίζεται

γ xy = lim (γ1 + γ 2 )
Δx →0
Δy →0
(3.2.2-2)
u (x, y + Δy, z ) − u (x , y, z ) v(x + Δx, y, z ) − v(x, y, z )
= lim + lim
Δy →0 Δy Δx →0 Δx
Ανάλυση παραμορφώσεων 51

Σχηματίζοντας κατά τον ίδιο τρόπο τις παραμορφώσεις στα επίπεδα x-z, y-z προκύπτουν οι
τρεις συνιστώσες

∂u ∂v
γ xy = +
∂y ∂x

∂u ∂w
γ xz = + (3.2.2-3)
∂z ∂x

∂v ∂w
γ yz = +
∂z ∂y

Επειδή οι μετατοπίσεις u (x , y, z ) , v (x , y, z ) , w (x , y, z ) είναι συναρτήσεις των


συντεταγμένων (x , y, z ) κάθε σημείου, σημαίνει ότι τόσο οι ορθές όσο και οι διατμητικές
παραμορφώσεις είναι συναρτήσεις των συντεταγμένων (x , y, z ) .

3.3 Συνθήκες συμβιβαστού

Παρατηρώντας τις εξισώσεις που έχουν εξελιχθεί κατά την ανάλυση των ορθών και
διατμητικών παραμορφώσεων διαπιστώνεται ότι

• μέσω των εξισώσεων (3.2.1-2) συνδέονται οι ορθές παραμορφώσεις ε x , ε y , ε z , και


• μέσω των εξισώσεων (3.2.2-3) συνδέονται οι διατμητικές παραμορφώσεις
γ xy , γ yz , γ zx
με τις παραγώγους των μετατοπίσεων u, v, w .

Αυτόματα προκύπτει το ερώτημα εάν υπάρχουν σχέσεις που συνδέουν άμεσα τις ορθές
παραμορφώσεις ε x , ε y , ε z με τις διατμητικές παραμορφώσεις γ xy , γ yz , γ zx , γιατί
σίγουρα οι παραμορφώσεις πρέπει να αλληλεξαρτώνται επειδή κάθε σώμα διατηρεί τη
συνοχή του και μετά την παραμόρφωση εφόσον δεν επήλθε κάποια θραύση. Αυτό σημαίνει
ότι τα μεγέθη των παραμορφώσεων πρέπει να είναι συμβιβαστά μεταξύ τους.

Για τον προσδιορισμό τέτοιων σχέσεων που συνδέουν ορθές και διατμητικές παραμορφώσεις
μεταξύ τους, πρέπει να εξαλειφθεί κατά κάποιο τρόπο η συνάρτησή τους από τις
μετατοπίσεις. Αυτό μπορεί να επιτευχθεί εάν σχηματισθούν οι κατάλληλες μερικές
παράγωγοι των σχέσεων (3.2.1-2) και (3.2.1-3), όπως π.χ.
52 Μετατοπίσεις και παραμορφώσεις

∂ 2ε x ∂ 3u
=
∂y 2 ∂x∂y 2

∂ 2ε y ∂ 3v
= (3.2.3-1)
∂x 2 ∂y∂x 2

∂ 2 γ xy ∂ 2 ⎛ ∂v ∂u ⎞ ∂ 3v ∂ 3u
= ⎜⎜ + ⎟⎟ = +
∂x∂y ∂x∂y ⎝ ∂x ∂y ⎠ ∂y∂x 2 ∂x∂y 2

Αντικαθιστώντας τη δεξιά πλευρά της τρίτης εξίσωσης, λαμβάνοντας υπόψη την πρώτη και
δεύτερη εξίσωση προκύπτει η ζητούμενη συνθήκη συμβιβαστού των παραμορφώσεων

∂ 2ε x ∂ 2ε y ∂ 2 γ xy
+ = (3.2.3-2)
∂y 2 ∂x 2 ∂x∂y

Με τον ίδιο τρόπο μπορούν να βρεθούν οι υπόλοιπες συνθήκες συμβιβαστού των


παραμορφώσεων για τη γενική κατάσταση παραμορφώσεων.
Οι σχέσεις αυτές διατυπώνονται στη συνέχεια χωρίς απόδειξη και προκύπτουν με τον ίδιο
τρόπο όπως και η συνθήκη (3.2.3-2).

∂ 2ε x ∂ 2ε y ∂ 2 γ xy
+ =
∂y 2 ∂x 2 ∂x∂y

∂ 2ε y ∂ 2ε z ∂ 2 γ yz
+ = (3.2.3-3)
∂z 2 ∂y 2 ∂y∂z

∂ 2ε z ∂ 2ε x
∂ 2 γ xz
+ =
∂x 2 ∂z 2 ∂x∂z

∂ 2ε z ∂ ⎛ ∂γ yz ∂γ zx ∂γ xy ⎞
2 = ⎜ + − ⎟
∂x∂y ∂z ⎜⎝ ∂x ∂y ∂z ⎟⎠

∂ 2ε x ∂ ⎛ ∂γ xz ∂γ xy ∂γ yz ⎞
2 = ⎜ + − ⎟ (3.2.3-4)
∂y∂z ∂x ⎜⎝ ∂y ∂z ∂x ⎟⎠

∂ 2ε y ∂ ⎛ ∂γ xy ∂γ yz ∂γ zx ⎞
2 = ⎜ + − ⎟
∂x∂z ∂y ⎜⎝ ∂z ∂x ∂y ⎟⎠

Οι σχέσεις συμβιβαστού (3.2.3-3) και (3.2.3-4) είναι γνωστές στη βιβλιογραφία και ως
συνθήκες St.-VENANT ή ως γεωμετρικές συνθήκες.
Πείραμα εφελκυσμού και θλίψης 53

4ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Σχέσεις μεταξύ τάσεων και παραμορφώσεων

Στα προηγούμενα κεφάλαια διατυπώθηκαν διάφορες σχέσεις που συνδέουν ορισμένα μεγέθη
μεταξύ τους, όπως

• οι συνθήκες ισορροπίας που συνδέουν τις τάσεις μεταξύ τους,


• οι γεωμετρικές συνθήκες οι οποίες δίνουν τις σχέσεις που υπάρχουν μεταξύ των
μετατοπίσεων και των παραμορφώσεων και
• οι συνθήκες συμβιβαστού των παραμορφώσεων.

Από την εμπειρία είναι γνωστό ότι υπάρχει και κάποια σχέση μεταξύ των δυνάμεων (τάσεων)
και των παραμορφώσεων που προκαλούνται στο σώμα που καταπονείται. Για την εξεύρεση
σχέσεων που συνδέουν τις δυνάμεις με τις παραμορφώσεις πρέπει να ληφθούν υπόψη και οι
μηχανικές ιδιότητες των υλικών, οι οποίες μπορούν να προσδιορισθούν μόνο πειραματικά.

Για τη διερεύνηση των σχέσεων αυτών πρέπει να ισχύουν οι ακόλουθες παραδοχές

• οι παραμορφώσεις του σώματος παραμένουν μικρές, και


• το υλικό του σώματος είναι ομογενές και ισότροπο.

Ομογενές χαρακτηρίζεται ένα υλικό όταν έχει σε όλα τα σημεία του τις ίδιες ιδιότητες και
ισότροπο όταν έχει τις ίδιες ιδιότητες σε όλες τις κατευθύνσεις. Τα υλικά που έχουν
διαφορετικές ιδιότητες σε διαφορετικές κατευθύνσεις ονομάζονται ανισότροπα όπως π.χ. το
ξύλο ή υλικά με ίνες σε συγκεκριμένες διευθύνσεις.

Η πιο απλή καταπόνηση που προσφέρει σημαντικές πληροφορίες σχετικά με τις μηχανικές
ιδιότητες των υλικών είναι ο εφελκυσμός.

4.1 Πείραμα εφελκυσμού και θλίψης

Στο πείραμα εφελκυσμού χρησιμοποιούνται κυρίως τυποποιημένα δοκίμια, π.χ. κατά DIN,
σταθεράς διατομής (κυρίως κυκλικής) με καθορισμένες διαστάσεις και ορισμένη επιφανειακή
κατεργασία τα οποία καταπονούνται αξονικά σε ειδική δοκιμαστική μηχανή εφελκυσμού.
Επάνω στο δοκίμιο σημειώνεται ένα αρχικό μήκος Lo , Σχήμα 4.1-1a). Αρχίζοντας τη
φόρτιση καταγράφεται για κάθε φορτίο η αντίστοιχη μεταβολή ΔL = L − Lo . Για να είναι το
πείραμα ανεξάρτητο από τη διατομή A o και από το μήκος Lo δεν καταγράφεται η δύναμη
F
F σαν συνάρτηση της επιμήκυνσης ΔL αλλά η τάση σ = σαν συνάρτηση της
Ao
ΔL
παραμόρφωσης ε = . Το διάγραμμα που προκύπτει εξαρτάται πλέον μόνο από το υλικό
Lo
του δοκιμίου, όπως δείχνει και το Σχήμα 4.1-1b) για διάφορα υλικά.
54 Σχέσεις μεταξύ τάσεων και παραμορφώσεων

d1
Αo do R
a) F F

h Lo
Lc
Lt

F χάλυβας υψηλής αντοχής


b) σ=
Ao

χάλυβας κατασκευών

χυτοσίδηρος
χαλκός
δέρμα

ΔL
ε= [%]
Lo

Σχήμα 4.1-1. a) Δοκίμιο εφελκυσμού κατά DIN 50125


b) Διαγράμματα τάσεων-παραμορφώσεων διαφόρων υλικών

do K αρχική διάμετρος δοκιμίου


Lo K μήκος μετρήσεως (L o = 5 d o )
Lc K μήκος πειράματος (L c ≥ L o + d o )
Lt K συνολικό μήκος δοκιμίου
h K ενεργό μήκος σπειρώματος
d1 K διάμετρος σπειρώματος

Στη συνέχεια θα γίνει μια αναλυτική περιγραφή του διαγράμματος τάσεων-παραμορφώσεων


για το χάλυβα κατασκευών (σύνηθες υλικό στις μηχανολογικές κατασκευές), Σχήμα 4.1-2.
Πείραμα εφελκυσμού και θλίψης 55

σ max
σ F
σ=
A

Rm B

F θραύση
σ= δοκιμίου
Ao
R eH
R eL
a) σΕ
σΡ
σεπ
E = tanα
α ΔL
ε= [%]
ε ελ Lo
δ

εφελκυσμός

θλίψη

A Αo

b)

σ max

Σχήμα 4.1-2. Εφελκυσμός / θλίψη.


a) Διάγραμμα τάσεων-παραμορφώσεων χάλυβα κατασκευών
b) Μέγιστη τάση μετά την τοπική στένωση του δοκιμίου

Τα χαρακτηριστικά σημεία του διαγράμματος τάσεων-παραμορφώσεων, Σχήμα 4.1-2a),


σημαίνουν:

σΡ όριο αναλογίας
Είναι η τάση μέχρι την οποία υπάρχει γραμμική σχέση μεταξύ τάσης και
παραμόρφωσης

σΕ όριο ελαστικότητας
Είναι η τάση μέχρι την οποία εάν απομακρυνθεί το φορτίο δεν παραμένει καμία
παραμόρφωση στο δοκίμιο. Μετά το όριο αυτό εμφανίζονται στο δοκίμιο παραμένουσες
ή πλαστικές παραμορφώσεις.
56 Σχέσεις μεταξύ τάσεων και παραμορφώσεων

Για ορισμένα υλικά, όπως οι χάλυβες χαμηλής και μέσης περιεκτικότητας σε άνθρακα,
το όριο ελαστικότητας συμπίπτει με το όριο αναλογίας. Γενικά όμως τα δύο αυτά όρια
είναι διαφορετικά.

R e όριο διαρροής ( R eH ανώτατο όριο διαρροής, R eL κατώτατο όριο διαρροής)


Είναι η τάση κατά την οποία παρατηρείται σημαντική παραμόρφωση του υλικού χωρίς
να αυξηθεί περαιτέρω η τάση. Καθορίζεται μάλιστα ανώτερο και κατώτερο όριο
διαρροής.

Μετά το κατώτατο όριο διαρροής αρχίζει μία σκλήρυνση του υλικού και απαιτείται
αύξηση της δύναμης για περαιτέρω παραμόρφωση.

R 0,2 συμβατικό όριο διαρροής


Σε πολλά υλικά παρατηρείται στο διάγραμμα τάσεων-παραμορφώσεων μια ομαλή
μετάβαση από την ελαστική στην πλαστική περιοχή, χωρίς αισθητό όριο διαρροής. Για
τις περιπτώσεις αυτές καθιερώθηκε ένα τεχνητό όριο διαρροής. Το όριο αυτό ορίζει τη
μέγιστη τάση που επιφέρει στο δοκίμιο μια μόνιμη παραμόρφωση. Στην προκειμένη
περίπτωση η τάση R 0,2 είναι εκείνη που επιφέρει μια παραμένουσα παραμόρφωση
ε =0,002 (ή ε =0,2%). Ανάλογα με αυτή την τάση μπορεί να ορισθεί π.χ. η συμβατική
τάση R 0,05 ( ε =0,05%).

R m όριο αντοχής του υλικού ή μέγιστη αντοχή του υλικού


Κατά την πλαστική παραμόρφωση του υλικού παρατηρείται ότι το εφαρμοζόμενο
φορτίο και συνεπώς και η τάση φθάνει κάποια μέγιστη τιμή (σημείο B του
διαγράμματος) πριν από τη θραύση του δοκιμίου. Η τάση που αντιστοιχεί στο μέγιστο
αυτό φορτίο ονομάζεται μέγιστη αντοχή του υλικού για την οποία ισχύει η σχέση

F
σ B = max
Ao

όπου A o συμβολίζει την αρχική διατομή του δοκιμίου.

σ επ επιτρεπόμενη τάση
Είναι η επιτρεπόμενη τάση που προκύπτει ανάλογα με τη φόρτιση (στατική ή δυναμική)
( )
και τις ιδιότητες του υλικού (όλκιμο ή ψαθυρό) από το όριο διαρροής R e R 0,2 ή από
το όριο αντοχής R m του υλικού, λαμβάνοντας υπόψη και τον εκάστοτε συντελεστή
ασφαλείας.

σ θρ τάση θραύσης
Ανάλογα προς τη μέγιστη αντοχή του υλικού ορίζεται και η τάση θραύσης σαν πηλίκο
της δύναμης θραύσεως δια της αρχικής διατομής.

Στο διάγραμμα τάσεων-παραμορφώσεων του Σχήματος 4.1-2a) (συνεχής καμπύλη), οι τάσεις


είναι έτσι ορισμένες, ώστε η επιφάνεια στην οποία ανάγονται είναι η επιφάνεια της αρχικής
διατομής A o του δοκιμίου. Επειδή η επιφάνεια της διατομής μειώνεται λόγω εφελκυσμού,
Πείραμα εφελκυσμού και θλίψης 57

η συνεχής καμπύλη δεν παριστάνει τις πραγματικές τιμές των τάσεων αλλά κάποιες
συμβατικές τιμές. Εάν σχηματισθεί σε κάθε σημείο η πραγματική τάση, δηλαδή η τιμή

F
σ=
A

όπου A η επιφάνεια της εκάστοτε διατομής του δοκιμίου, η οποία μικραίνει κατά τη
διάρκεια του πειράματος λόγω της τοπικής στένωσης, τότε προκύπτει το διάγραμμα με τις
πραγματικές τιμές όπως στο Σχήμα 4.1-2a) (διακεκομμένη καμπύλη).

Πέρα από αυτή την καμπύλη των πραγματικών τάσεων υπάρχει και η καμπύλη που δίνει τις
μέγιστες τάσεις που εμφανίζονται σε κάθε διατομή όταν κατά τη διάρκεια του πειράματος
αρχίζει να εμφανίζεται κάποια στένωση στο δοκίμιο, γιατί τότε οι τάσεις δεν είναι σταθερές
σε όλη τη διατομή, όπως φαίνεται και στο Σχήμα 4.1-2b).

Το διάγραμμα τάσεων-παραμορφώσεων του Σχήματος 4.1-2a) είναι για το υλικό που


αναφέρθηκε ανεξάρτητο από τον χρόνο. Είναι δηλαδή ανεξάρτητο από το αν οι μετρήσεις
γίνουν σε περιορισμένο χρόνο ή επιτρέπεται για κάθε εφαρμοζόμενη δύναμη κάποιος χρόνος
(μέρες, εβδομάδες) και μετά μετράται η παραμόρφωση.

Υπάρχουν όμως υλικά των οποίων η μηχανική συμπεριφορά εξαρτάται από τον χρόνο (όπως
π.χ. τα πλαστικά ή τα μέταλλα σε υψηλές θερμοκρασίες), έτσι ώστε να μεταβάλλεται η
παραμόρφωση σε συνάρτηση με τον χρόνο αν εφαρμόζεται μια σταθερή τάση (σύμφωνα με
το Σχήμα 4.1-3a). Στην περιοχή (I ) αυξάνει η παραμόρφωση σε σύντομο χρονικό διάστημα.
Στην περιοχή (II ) αυξάνει η παραμόρφωση σχεδόν σταθερά μέχρις ότου να φθάσει κάποια
τιμή, οπότε έρχεται η περιοχή (III) με κάποια απότομη αύξηση της παραμόρφωσης μέχρι τη
θραύση. Το φαινόμενο αυτό ονομάζεται ερπυσμός και το χαρακτηρίζουν οι τρεις περιοχές
που αναφέρθηκαν.

Σχήμα 4.1-3. a) Ερπυσμός υλικού


b) Χαλάρωση υλικού

Κατά τον ίδιο τρόπο μπορεί να εφαρμοσθεί μια σταθερή παραμόρφωση, έτσι ώστε οι τάσεις
να μεταβάλλονται σε συνάρτηση με τον χρόνο σύμφωνα με το Σχήμα 4.1-3b). Το φαινόμενο
αυτό καλείται χαλάρωση.

Παρόμοια με το πείραμα εφελκυσμού μπορεί να σχεδιασθεί η σχέση


τάσεων-παραμορφώσεων και στο πείραμα θλίψης. Τα φαινόμενα που παρατηρούνται είναι
ανάλογα με τα φαινόμενα του εφελκυσμού.
58 Σχέσεις μεταξύ τάσεων και παραμορφώσεων

Το μέτρο ελαστικότητας παραμένει ίδιο όπως και στον εφελκυσμό. Διαφέρουν μόνο οι
απόλυτες τιμές στα διάφορα όρια του υλικού. Για τα πιο σημαντικά όρια ισχύει
προσεγγιστικά

σ−P ≅ σP

σ−E ≅ σE

R −e ≅ R e

Επειδή οι τάσεις είναι θλιπτικές, δηλαδή αρνητικές, συμβολίζονται τα διάφορα όρια εδώ με
το αρνητικό πρόσημο.

Στα όλκιμα υλικά είναι δυνατό να επέλθει σύνθλιψη χωρίς θραύση ώστε να μη μπορεί να
F
ορισθεί κάποιο όριο αντοχής σε θλίψη R − m = max ανάλογα με το όριο R m στον
Ao
εφελκυσμό. Στα ψαθυρά αντιθέτως μπορεί να ορισθεί όριο αντοχής σε θλίψη.

Γενικά για το πείραμα εφελκυσμού και θλίψης θεωρείται αποδεκτό ότι για τη συνάρτηση
τάσης ισχύει

σ (− ε ) = −σ (ε )

4.2 Νόμος HOOKE και χαρακτηριστικές ιδιότητες του υλικού

Σύμφωνα με το διάγραμμα τάσεων-παραμορφώσεων που προκύπτει από το πείραμα


εφελκυσμού ισχύει μέχρι το όριο αναλογίας σ P η γραμμική σχέση μεταξύ ορθών τάσεων σ
και ορθών παραμορφώσεων ε

σ=Eε (4.2-1)

όπου ο συντελεστής E = tan α , Σχήμα 4.1-2, είναι ένα χαρακτηριστικό σταθερό μέγεθος
του υλικού, ονομάζεται μέτρο ελαστικότητας και προσδιορίζεται πειραματικά από το
πείραμα εφελκυσμού.

Από το πείραμα στρέψης προκύπτει ανάλογη γραμμική σχέση μεταξύ διατμητικών τάσεων τ
και διατμητικών παραμορφώσεων γ

τ=Gγ (4.2-2)

όπου ο συντελεστής G αποτελεί πάλι σταθερά του υλικού, η οποία ονομάζεται μέτρο
διάτμησης.
Νόμος ΗΟΟΚΕ και χαρακτηριστικές ιδιότητες του υλικού 59

Οι σχέσεις (4.2-1) και (4.2-2) είναι γνωστές και ως νόμος HOOKE1.

Μετρήσεις κατά τη διάρκεια του πειράματος δείχνουν ότι στην περιοχή που ισχύει η
γραμμική σχέση μεταξύ τάσεων και παραμορφώσεων μεταβάλλεται η διάμετρος του δοκιμίου
ομαλά. Παρόλο δηλαδή που υπάρχει μια μονοαξονική εντατική κατάσταση, όπου ισχύει

F
σx = (4.2-3)
Ao

σ y = σz = 0

η κατάσταση παραμορφώσεων είναι τρισδιάστατη. Συμβολίζοντας με ε q την εγκάρσια


βράχυνση ισχύει

d − do
εq = <0 (4.2-4)
do

όπου d η διάμετρος του δοκιμίου κατά την καταπόνηση.

Συγκρίνοντας σε μια ορισμένη δύναμη τις παραμορφώσεις ε και ε q που προκύπτουν από
αυτή, διαπιστώνεται ότι ισχύει η σχέση

εq
= σταθερ ό (4.2-5)
ε

Το σταθερό αυτό μέγεθος συμβολίζεται με το γράμμα ν και ονομάζεται σταθερά εγκάρσιας


παραμόρφωσης ή λόγος POISSON2.
1
Συχνά συναντάται στη βιβλιογραφία και ο λόγος m = που ονομάζεται σταθερά
ν
POISSON. Με τη χρήση της σταθεράς αυτής ισχύει

σ
εq = − ν ε = − ν (4.1-6)
E

Όπως το μέτρο ελαστικότητας E , το μέτρο διάτμησης G, έτσι και η σταθερά ν είναι


χαρακτηριστικό σταθερό μέγεθος του υλικού. Η τιμή της για τα μέταλλα είναι ν ≈ 0,3 .

Οι σταθερές Ε, G, και ν του υλικού δεν είναι ανεξάρτητες μεταξύ τους αλλά υπάρχει μία
σχέση που τις συνδέει, έτσι ώστε εάν είναι γνωστές οι δύο από αυτές να προκύπτει και η
τρίτη σταθερά.

1
Robert Hooke (1635-1703)
2
Simeon-Denis Poisson (1781-1840)
60 Σχέσεις μεταξύ τάσεων και παραμορφώσεων

Εάν στον τρισδιάστατο χώρο ληφθούν υπόψη και καταπονήσεις από θερμοκρασιακά πεδία,
τότε απαιτείται ακόμη μία σταθερή χαρακτηριστική τιμή του υλικού, η οποία ονομάζεται
συντελεστής θερμικής διαστολής, χαρακτηρίζεται με το γράμμα α και έχει μέτρο [ 1 o K ].

Ενδεικτικές χαρακτηριστικές τιμές του υλικού

ρ ειδική πυκνότητα [ Kg dm3 ]


Ε μέτρο ελαστικότητας [MPa]
G μέτρο διάτμησης [MPa]
ν συντελεστής POISSON [–]
α συντελεστής θερμικής διαστολής [1 o K ]

παρουσιάζονται για μερικά από τα υλικά που χρησιμοποιούνται στις κατασκευές στον πίνακα
που ακολουθεί.

Πίνακας 4.2-1. Σταθερές υλικών

ρ E G ν α
Υλικό
[ Kg dm3 ] 103 [MPa] 103 [MPa] [–] 10 −6 [ 1 o K ]
Χάλυβας 7,85 190, ... ,210 80 0,30 10,4
Χυτοσίδηρος 7,0 100 40 0,25 9
Κράματα
2,7 65, ... , 75 24, ... , 28 0,33 23,5
Αλουμινίου
Χαλκός 8,9 110, ... , 125 40, ... , 50 0,35 16,6
Κράματα
1,74 40 15 0,33 27
Μαγνησίου
Κράματα
4,3 100, ... ,120 39 0,33 8,35
Τιτανίου
GFK
1,95 7, ... , 45 – – –
(υαλονήματα)
CFK
1,4 250 – – –
(ανθρακονήματα)
AFK
1,35 65 – – –
(ίνες Kevlar)
Ξύλο 0,50 12 – – –

Άλλες χαρακτηριστικές ιδιότητες των υλικών είναι η ολκιμότητα και η ψαθυρότητα.

Ολκιμότητα χαρακτηρίζεται η ιδιότητα των υλικών που παριστάνει την ικανότητά τους για
παραμόρφωση στην πλαστική περιοχή. Εάν Lθ είναι το μήκος του δοκιμίου μετά τη θραύση
και Aθ είναι το εμβαδό της διατομής του λαιμού θραύσεως, τότε τα μεγέθη
Νόμος ΗΟΟΚΕ και χαρακτηριστικές ιδιότητες του υλικού 61

L − Lo
δ= θ 100 [%]
Lo
(4.2-7)
A o − Aθ
ψ= 100 [%]
Ao

ονομάζονται επιμήκυνση θραύσης και στένωση θραύσης αντίστοιχα. Στα όλκιμα υλικά
εμφανίζεται μεγάλη στένωση θραύσης (πάνω από 50%) ενώ τα ψαθυρά μικρή (μέχρι 10%).

Η ολκιμότητα δεν είναι κάποια πάγια χαρακτηριστική ιδιότητα του υλικού όπως τα μεγέθη
E και ν , αλλά μεταβάλλεται με τις συνθήκες καταπόνησης.

Τα υλικά στα οποία επέρχεται η θραύση χωρίς μεγάλη πλαστική παραμόρφωση καλούνται
ψαθυρά, όπως π.χ. ο χυτοσίδηρος.

4.3 Γενικευμένος νόμος HOOKE

Ο νόμος HOOKE (4.2-1) και (4.2-2) που ισχύει για τη μονοαξονική εντατική κατάσταση,
μπορεί να επεκταθεί και στην επίπεδη ή τρισδιάστατη εντατική κατάσταση, εφόσον ισχύει η
γραμμική σχέση μεταξύ τάσεων και παραμορφώσεων.

Στην περιοχή που ισχύει η γραμμική σχέση μπορεί να χρησιμοποιηθεί η αρχή της
επαλληλίας και η συνολική παραμόρφωση προκύπτει σαν αλγεβρικό άθροισμα των
επιμέρους παραμορφώσεων. Με την αρχή της επαλληλίας μπορούν να προστεθούν δυνάμεις,
τάσεις ή παραμορφώσεις, σύμφωνα με το παράδειγμα στο Σχήμα 4.3-1.

σ1 σ2 σ3 F3 = F1 + F2

ε1 ε2 ε3 σ 3 = σ1 + σ 2

ε 3 = ε1 + ε 2
F1 F2 F3
Σχήμα 4.3-1. Εφαρμογή της αρχής της επαλληλίας

Με την αρχή της επαλληλίας μπορούν να χωρισθούν σύνθετες καταπονήσεις σε περισσότερες


απλές, οπότε απλουστεύεται ο καθορισμός των τάσεων και των παραμορφώσεων. Ο
προσδιορισμός των ολικών τιμών προκύπτει μετά σαν το άθροισμα των επιμέρους τιμών.

Για τον προσδιορισμό των γενικών σχέσεων που συνδέουν τις ορθές τάσεις με τις ορθές
παραμορφώσεις, χωρίζεται η τρισδιάστατη εντατική κατάσταση (
σx , σ y , σz )
στις
μονοαξονικές καταστάσεις σ x , σ y και σ z . Οι παραμορφώσεις που προκαλούνται στις
62 Σχέσεις μεταξύ τάσεων και παραμορφώσεων

μονοαξονικές καταστάσεις είναι γνωστές από το νόμο HOOKE λαμβάνοντας υπόψη και τις
εγκάρσιες παραμορφώσεις, καθότι μία μονοαξονική εντατική κατάσταση δημιουργεί
παραμορφώσεις όχι μόνο στη διεύθυνση φόρτισης αλλά και στις εγκάρσιες διευθύνσεις. Έτσι
προκύπτουν π.χ. για την εντατική κατάσταση σ x οι παραμορφώσεις

σ σ σ
ε x1 = x , ε y1 = − ν x , ε z1 = − ν x (4.3-1)
E E E

για την εντατική κατάσταση σ y οι παραμορφώσεις

σy σy σy
ε x 2 = −ν , ε y2 = , εz2 = −ν (4.3-2)
E E E

για την εντατική κατάσταση σz οι παραμορφώσεις

σ σ σ
ε x 3 = −ν z , ε y3 = −ν z , εz3 = z (4.3-3)
E E E

Πρόσθετα στην εντατική αυτή κατάσταση μπορούν να ληφθούν υπόψη και οι


παραμορφώσεις που προκύπτουν λόγω μεταβολής της θερμοκρασίας. Αν μεταβληθεί λοιπόν
η αρχική θερμοκρασία To σε ένα σημείο ενός ομογενούς σώματος κατά την τιμή
ΔΤ = Τ − To , τότε στη θέση αυτή το σώμα επιμηκύνεται κατά τον ίδιο τρόπο προς όλες τις
διευθύνσεις σύμφωνα με τη σχέση

ε T = α ΔΤ (4.3-4)

εφόσον φυσικά δεν εμποδίζονται οι επιμηκύνσεις αυτές.

Σύμφωνα με την αρχή της επαλληλίας μπορούν να προστεθούν οι επιμέρους παραμορφώσεις


για να προσδιορισθεί η συνολική παραμόρφωση. Με τις σχέσεις

ε x = ε x1 + ε x 2 + ε x 3 + αΔΤ

ε y = ε y1 + ε y 2 + ε y3 + αΔΤ (4.3-5)

ε z = ε z1 + ε z 2 + ε z 3 + αΔΤ

προκύπτουν στον τρισδιάστατο χώρο οι συνολικές παραμορφώσεις


Γενικευμένος νόμος ΗΟΟΚΕ 63

εx =
∂u 1
[ (
= σ x − ν σ y + σ z + αΔΤ
∂x E
)]

εy =
∂v 1
[ ]
= σ y − ν (σ x + σ z ) + αΔΤ
∂y E
(4.3-6)

εz =
∂w 1
[ (
= σ z − ν σ x + σ y + αΔΤ
∂z E
)]
Πολλές φορές είναι γνωστές οι παραμορφώσεις και η μεταβολή της θερμοκρασίας και
ζητούνται οι τάσεις. Για το σκοπό αυτό οι σχέσεις (4.3-6) γράφονται και στη μορφή

σx =
Ε
(1 + ν )(1 − 2ν )
[ (
(1 − ν ) ε x + ν ε y + ε z )] − 1 −Ε2ν α ΔΤ

σy =
Ε
(1 + ν )(1 − 2ν )
[ ]
(1 − ν ) ε y + ν (ε x + ε z ) − Ε α ΔΤ
1 − 2ν
(4.3-7)

σz =
Ε
(1 + ν )(1 − 2ν )
[ ( )]
(1 − ν ) ε z + ν ε x + ε y − Ε α ΔΤ
1 − 2ν

Οι σχέσεις αυτές ισχύουν ανεξάρτητα από το εάν ενεργούν διατμητικές τάσεις ή όχι. Οι
διατμητικές τάσεις όπως δείχνουν τα πειράματα στρέψης επιφέρουν μόνο διατμητικές
παραμορφώσεις. Οι ορθές παραμορφώσεις δεν επηρεάζονται από αυτές. Για τις διατμητικές
τάσεις ισχύουν οι σχέσεις, οι οποίες προκύπτουν από το πείραμα στρέψης

τ xy = G γ xy

τ yz = G γ yz (4.3-8)

τ zx = G γ zx

και συνδέουν τις διατμητικές τάσεις με τις διατμητικές παραμορφώσεις. Το μέγεθος G είναι
το μέτρο διάτμησης (κάτι ανάλογο προς το μέτρο ελαστικότητας) και αποτελεί μια σταθερά
του υλικού.

Οι εξισώσεις (4.3-6) και (4.3-8) που συνδέουν τις παραμορφώσεις με τις τάσεις και με τη
μεταβολή της θερμοκρασίας αποτελούν το γενικευμένο νόμο HOOKE, στον οποίο
υπεισέρχονται οι σταθερές E, ν, G και α του υλικού.
64 Σχέσεις μεταξύ τάσεων και παραμορφώσεων

4.4 Νόμος HOOKE στο δισδιάστατο χώρο

Οι εξισώσεις (4.3-6), (4.3-7) και (4.3-8) περιγράφουν τις σχέσεις που συνδέουν τάσεις και
παραμορφώσεις στον τρισδιάστατο χώρο.

Εάν στις εξισώσεις αυτές διαγραφούν οι συνιστώσες στη διεύθυνση z τότε προκύπτουν για
το δισδιάστατο χώρο οι εξισώσεις

εx =
∂u 1
[ ]
= σ x − ν σ y + α ΔΤ
∂x E

εy =
∂v 1
[ ]
= σ y − ν σ x + α ΔΤ
∂y E
(4.4-1)

∂u ∂v 1
γ xy = + = τ xy
∂y ∂x G

καθώς και για τις τάσεις οι εξισώσεις

σx =
Ε
[
(1 + ν )(1 − 2 ν )
]
(1 − ν ) ε x + ν ε y − Ε α ΔΤ
1 − 2ν

σy =
Ε
[
(1 + ν )(1 − 2 ν )
]
(1 − ν ) ε y + ν ε x − Ε α ΔΤ
1 − 2ν
(4.4-2)

τ xy = G γ xy

Όπου όλα τα μεγέθη εξαρτώνται πλέον μόνο από τις μεταβλητές x και y.

Οι εξισώσεις αυτές οδηγούν στο συμπέρασμα ότι για το δισδιάστατο χώρο, δηλαδή για
επίπεδους επιφανειακούς φορείς, δεν εμφανίζονται συνιστώσες τάσεων και παραμορφώσεων
στη διεύθυνση z, παρόλο που ορθές τάσεις π.χ. στη διεύθυνση x δημιουργούν εγκάρσιες
ορθές παραμορφώσεις και στις διευθύνσεις y και z.

Για το λόγο αυτό διατυπώνονται στους επιφανειακούς φορείς δύο διαφορετικές καταστάσεις
φόρτισης και συγκεκριμένα

• η επίπεδη εντατική κατάσταση, όπου μηδενίζεται η συνιστώσα σ z ενώ για την


παραμόρφωση ισχύει ε z ≠ 0 και
• η επίπεδη κατάσταση παραμορφώσεων, όπου μηδενίζεται η συνιστώσα ε z = 0 ενώ
για την τάση ισχύει σ z ≠ 0 .

Οι καταστάσεις αυτές αποδίδουν πιο ικανοποιητικά το πρόβλημα δίσκου (επίπεδος


επιφανειακός φορέας) και οι εξισώσεις που τις περιγράφουν παρουσιάζονται στη συνέχεια.
Νόμος HOOKE στο δισδιάστατο χώρο 65

4.4.1 Επίπεδη εντατική κατάσταση

Η επίπεδη εντατική κατάσταση εμφανίζεται στο πρόβλημα δίσκου με λεπτό πάχος, όπως π.χ.
στο Σχήμα 4.4.1-1.

a) z b) z

y y
σz = 0 σy
τ yz = 0 τ yx
x τ xz = 0 x τ xy
σx

Σχήμα 4.4.1-1. Τάσεις στην επίπεδη εντατική κατάσταση

Η επίπεδη εντατική κατάσταση προκύπτει από τις εξισώσεις (4.3-6), (4.3-7) και (4.3-8) για
τον τρισδιάστατο χώρο, εάν αντικατασταθεί

σz = 0 τ xz = 0 και τ yz = 0

ενώ για την παραμόρφωση ε z ισχύει

εz ≠ 0

οπότε από τη σχέση (4.3-6) προκύπτει η παραμόρφωση

εz = −
ν
Ε
(
σx + σy ) (4.4.1-1)

Οι τάσεις προκύπτουν από τις σχέσεις (4.4-1)

σx =
Ε
(ε x + ν ε y )
1 − ν2
(4.4.1-2)
σy =
Ε
(ε y + ν ε x )
1 − ν2

τ xy = G γ xy

οπότε από τη σχέση (4.4.1-1) προκύπτει

εz = −
ν
(
ε + εy
1− ν x
) (4.4.1-3)
66 Σχέσεις μεταξύ τάσεων και παραμορφώσεων

4.4.2 Επίπεδη κατάσταση παραμορφώσεων

Σε προβλήματα δίσκου με μεγάλο πάχος η επίπεδη κατάσταση παραμορφώσεων είναι


καταλληλότερη για την επίλυση του προβλήματος.

Στην κατάσταση αυτή ισχύει


σz ≠ 0
εz = 0 γ yz = 0 και γ zx = 0
σy
ενώ για την ορθή τάση σ z ισχύει τ yx
τ xy
σz ≠ 0 σx

Οι παραμορφώσεις προσδιορίζονται στην περίπτωση αυτή από τις σχέσεις

1 − ν2 ⎡ ν ⎤
εx = ⎢⎣σ x − 1 − ν σ y ⎥⎦
Ε
(4.4.2-1)
2
1− ν ⎡ ν ⎤
εy = ⎢ σy − σx ⎥
Ε ⎣ 1− ν ⎦

1
γ xy = τ xy
G

και οι τάσεις από τις σχέσεις

σx =
Ε
(1 + ν )(1 − 2ν )
[
(1 − ν ) ε x + ν ε y ]

σy =
Ε
(1 + ν )(1 − 2ν )
[
(1 − ν ) ε y + ν ε x ] (4.4.2-2)

σz =
Εν
(
ε + ε = ν σx + σy
(1 + ν )(1 − 2ν ) x y
) ( )

τ xy = G γ xy
Σχέσεις μεταξύ Ε, ν και G 67

4.5 Σχέσεις μεταξύ Ε, ν και G

Όπως αναφέρθηκε και σε άλλη θέση του κεφαλαίου αυτού, οι ελαστικές σταθερές Ε, ν και
G δεν είναι ανεξάρτητες μεταξύ τους. Για να βρεθεί η σχέση που τις συνδέει παρατηρείται
ένα τετραγωνικό στοιχείο με τις τάσεις σ x = −σ και σ y = σ , σύμφωνα με το Σχήμα
4.5-1a). Ο κύκλος MOHR για την επίπεδη αυτή εντατική κατάσταση έχει το κέντρο M (0,0 )
και την ακτίνα R = σ , Σχήμα 4.5-1b). Αυτό σημαίνει ότι στις πλευρές του τετραγώνου
ABCD ενεργούν μόνο διατμητικές τάσεις που έχουν την τιμή τ = σ . Η παραμόρφωση του
αρχικού τετραγώνου και φυσικά του ABCD φαίνεται στο Σχήμα 4.5-1c).

D′
σy = σ
γ γ
σx σ x = −σ τ
2 2
τ=σ
D
A′ π γ C′
σ2 M σ1 −
a A C σ 4 2
(
a 1+ εy )
B
H′
B′
σy
a (1 + ε x )
a

a) b) c)

Σχήμα 4.5-1. Παραμορφώσεις παραδείγματος επίπεδης εντατικής κατάστασης

Από τη γεωμετρία του Σχήματος 4.5-1c) προκύπτει:

⎛ π γ ⎞ H′B′ a (1 + ε x ) 1 + ε x
tan ⎜ − ⎟ = = = (4.5-1)
⎝ 4 2 ⎠ A′H′ a (1 + ε y ) 1 + ε y

Προκειμένου για μικρές γωνίες (γ ≅ tan γ ) ισχύει

γ γ
1 − tan 1−
⎛ π γ ⎞ 2 ≅ 2
tan ⎜ − ⎟ = (4.5-2)
⎝ 4 2 ⎠ 1 + tan γ γ
1+
2 2

και συνεπώς σε συνδυασμό με τη σχέση (4.5-1)

γ
1−
2 = 1 + εx (4.5-3)
γ 1 + εy
1+
2
68 Σχέσεις μεταξύ τάσεων και παραμορφώσεων

Ο νόμος HOOKE για την επίπεδη εντατική κατάσταση δίδεται από τις σχέσεις

εx =
1
E
( )
σx − ν σy = −
1+ ν
E
σ
(4.5-4)
εy =
1
E
(
σy − ν σx = )
1+ ν
E
σ

για τις οποίες μπορεί να τεθεί

ε y = −ε x = ε (4.5-5)

Με τη σχέση (4.5-5) προκύπτει από την εξίσωση (4.5-3)

γ
1− γ
2 = 1− ε οπότε ισχύει ε= (4.5-6)
γ 1+ ε 2
1+
2

1+ ν τ
και με τις τιμές ε = σ , γ = , σ = τ προκύπτει η ζητούμενη σχέση που συνδέει τις
E G
σταθερές του υλικού

E
G= (4.5-7)
2 (1 + ν )

1
Επειδή για τη σταθερά ν ισχύει η σχέση 0 ≤ ν ≤ προκύπτει ακόμη
2

1 1
E ≤G≤ E (4.5-8)
3 2
Επιλογή συστήματος συντεταγμένων 69

5ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Εσωτερικά φορτία δοκών

Η δοκός αποτελεί ένα πολύ σημαντικό και βασικό δομικό στοιχείο, στο οποίο εμφανίζονται
διάφορες καταπονήσεις για την ανάλυση των οποίων είναι απαραίτητο να ορισθεί αρχικά ένα
κοινό σύστημα συντεταγμένων για όλες τις καταπονήσεις, έτσι ώστε να είναι δυνατή η
σύνθεση των καταπονήσεων με έναν όσο το δυνατό πιο απλό τρόπο.

Η βασική προϋπόθεση για την ανάλυση των καταπονήσεων της δοκού είναι ο ορισμός με
μονοσήμαντο τρόπο προσήμων και κατευθύνσεων των εσωτερικών φορτίων της εκάστοτε
καταπόνησης, τα οποία βέβαια είναι συνδεδεμένα με το επιλεγμένο σύστημα συντεταγμένων.

Για το λόγο αυτό ορίζεται στη συνέχεια το σύστημα συντεταγμένων και οι θετικές
κατευθύνσεις των διανυσμάτων, όπως προτείνεται να χρησιμοποιηθούν σε όλα τα κεφάλαια
του συγγράμματος αυτού.

5.1 Επιλογή συστήματος συντεταγμένων

Η περιγραφή των προβλημάτων γίνεται γενικά σε έναν τρισδιάστατο χώρο και στηρίζεται σε
ένα ορθογωνικό σύστημα αξόνων.

Με την επιλογή ενός ορθογωνικού συστήματος αξόνων σύμφωνα με το Σχήμα 5.1-1 και με
τον προσανατολισμό όλων των διανυσμάτων στο δεξιόστροφο κοχλία, ικανοποιείται η
απαίτηση για ένα μονοσήμαντο ορισμό προσήμων και κατευθύνσεων των μεγεθών που
εμφανίζονται.

Σχήμα 5.1-1. Ορθογωνικό σύστημα αξόνων και προσανατολισμός επιφανειών


a) κάθετο θετικό διάνυσμα και δεξιόστροφος κοχλίας
b) θετικά διανύσματα στις επιφάνειες του συστήματος αξόνων

Το Σχήμα 5.1-1a) παριστάνει τη θετική πλευρά μιας επιφάνειας και τη θετική της
κατεύθυνση, η οποία είναι προσανατολισμένη
r στο δεξιόστροφο κοχλία. Στην επιφάνεια
αυτή είναι το κάθετο διάνυσμα f θετικό, δείχνοντας προς τη διεύθυνση μετακίνησης του
κοχλία.
70 Εσωτερικά φορτία δοκών

Τα θετικά κάθετα διανύσματα στις επιφάνειες x-y, y-z, z-x ενός ορθογωνικού συστήματος
συντεταγμένων θα είναι επομένως όπως παριστάνονται στο Σχήμα 5.1-1b), σε συνδυασμό με
την έννοια του εκάστοτε θετικά περιστρεφόμενου κοχλία.

Επειδή οι εξισώσεις που θα δημιουργηθούν κατά την ανάλυση των φορτίσεων θα εξαρτώνται
από αυτό το σύστημα συντεταγμένων, είναι προφανές ότι με την αλλαγή του συστήματος
κάποιες από τις εξισώσεις δεν θα ισχύουν και θα πρέπει να ξαναδημιουργηθούν.

Προς αποφυγή τέτοιων προβλημάτων και λαμβάνοντας υπόψη τους ορισμούς που
αναφέρθηκαν για

• το σύστημα αξόνων,
• τις θετικές επιφάνειες και για
• τα θετικά διανύσματα

ορίζεται το σύστημα αξόνων για τη δοκό σύμφωνα με το Σχήμα 5.1-2a), το οποίο θα ισχύει
για όλες τις καταπονήσεις της δοκού.

Προς διευκόλυνση της αναγνώρισης της θετικής κατεύθυνσης των αξόνων στην επίπεδη
παράσταση δοκών, προτείνεται να χρησιμοποιούνται οι ακόλουθοι συμβολισμοί για το
εκάστοτε επίπεδο, όπως παρουσιάζονται στο Σχήμα 5.1-2b) και 5.1-2c).

a) y
x
z

y x Συμβολισμός στο
b) y x
z x-z επίπεδο
z

z x Συμβολισμός στο
c) z x
y x-y επίπεδο
y

Σχήμα 5.1-2. a) ορθογωνικό σύστημα αξόνων δοκού


b) παράσταση του συστήματος στο x-z επίπεδο
c) παράσταση του συστήματος στο x-y επίπεδο

Στο σύστημα αυτό

• ο άξονας x συμπίπτει με τον άξονα της δοκού, δηλαδή με την ευθεία που ενώνει τα
κέντρα βάρους των επιφανειών όλων των διατομών της δοκού,
• οι άξονες y και z ορίζουν τα επίπεδα των διατομών και
• το σύστημα είναι κύριο σύστημα αξόνων.
Επιλογή συστήματος συντεταγμένων 71

Σύμφωνα με την επιλογή του συστήματος συντεταγμένων που αναφέρθηκε, πριν αρχίσει
επομένως οποιαδήποτε ανάλυση κάποιας φόρτισης είναι απαραίτητο να προσδιορισθεί το
κέντρο βάρους S (ys , zs ) , καθώς και οι κύριοι άξονες της επιφάνειας της διατομής.

Η ανάλυση που απαιτείται για το κέντρο βάρους και για τους κύριους άξονες, οι οποίοι είναι
συνδεδεμένοι με τις κύριες ροπές αδράνειας της επιφάνειας διατομής θα γίνει σε ξεχωριστό
κεφάλαιο (Ανάλυση επιφανειών διατομών δοκών) στο παράρτημα του συγγράμματος αυτού.

Πρόκειται για γεωμετρικά μεγέθη που χαρακτηρίζουν μια επιφάνεια και είναι πολλές φορές
αντικείμενο μελέτης το οποίο έχει ήδη διαπραγματευθεί στη Στατική, εάν όμως όχι,
προτείνεται η μελέτη του ξεχωριστού αυτού κεφαλαίου πριν τη διαπραγμάτευση των
μεμονωμένων φορτίσεων δοκού στα επόμενα κεφάλαια.

5.2 Ορισμός προσήμων φορτίων και αντιδράσεων

Με την επιλογή του συστήματος που αναφέρθηκε, οι θετικές φορές

• των εξωτερικών δυνάμεων,


• των αντιδράσεων και
• των εσωτερικών φορτίων

συμπίπτουν πάντα με τις θετικές φορές των αξόνων του συστήματος συντεταγμένων, Σχήμα
5.2-1 και 5.2-2.

z
θετική
αρνητική εξωτερικό φορτίο
επιφάνεια
επιφάνεια F>0
αρνητική
y επιφάνεια
x θετική
επιφάνεια
x
y
F>0
z
F>0
αντίδραση
Az > 0 αντίδραση
Bz < 0
a) b)

Σχήμα 5.2-1. Ορισμός προσήμων εξωτερικών φορτίων και αντιδράσεων


a) Σύστημα συντεταγμένων στη θετική και αρνητική επιφάνεια
b) Εξωτερικά φορτία και αντιδράσεις
72 Εσωτερικά φορτία δοκών

Qz

Qy Qy
Nx
Nx
Qz

Mz

My My
Mx
Mx
Mz

Σχήμα 5.2-2. Ορισμός θετικών εσωτερικών φορτίων σε ιδεατή τομή


a) Συνιστώσες δύναμης στις επιφάνειες ιδεατής τομής
b) Συνιστώσες ροπής στις επιφάνειες ιδεατής τομής

5.3 Σχέσεις μεταξύ εξωτερικών και εσωτερικών φορτίων δοκών

Όπως είναι ήδη γνωστό από τη Στατική, τα εσωτερικά φορτία μιας δοκού (M, N, Q )
εξαρτώνται από τις εξωτερικές δυνάμεις που καταπονούν τη δοκό. Οι σχέσεις που συνδέουν
τις εξωτερικές δυνάμεις με τα εσωτερικά φορτία είναι σκόπιμο να επαναληφθούν στη θέση
αυτή χρησιμοποιώντας το σύστημα συντεταγμένων όπως έχει ορισθεί στο κεφάλαιο αυτό.
Σχέσεις μεταξύ εξωτερικών και εσωτερικών φορτίων δοκών 73

q z (x ) dx
q z (x ) dM y (x )
Q z (x ) M y (x ) + dx
M y (x ) dx
dN x (x )
N x (x ) + dx
N x (x ) dx
dQ z (x )
Q z (x ) + dx
dx

Σχήμα 5.3-1. Εξωτερικές και εσωτερικές δυνάμεις δοκού στο x-z επίπεδο
a) Τμήμα δοκού και εξωτερικά φορτία
b) Θετικά εσωτερικά φορτία στις επιφάνειες του στοιχειώδους τμήματος

Οι συνθήκες ισορροπίας των δυνάμεων στο επίπεδο x-z καθώς και η συνθήκη ισορροπίας
των ροπών οδηγούν στις σχέσεις (η συνθήκη διατυπώθηκε ως προς το μέσο του τμήματος dx
για να μην συμμετέχει η q z (x ) στις ροπές)

dN x (x )
− N x (x ) + N x (x ) + dx + p(x ) dx = 0
dx

dQ z (x )
− Q z (x ) + Q z (x ) + dx + q z (x ) dx = 0
dx

dM y (x ) dx dx dQ (x ) dx
− M y (x ) + M y (x ) + dx − Q z (x ) − Q z (x ) − z dx =0
dx 2 2 dx 2

Ο τελευταίος όρος της συνθήκης των ροπών είναι δευτέρας τάξης καθότι περιλαμβάνει το
μέγεθος (dx ⋅ dx ) και για αυτό παραλείπεται, οπότε για το x-z επίπεδο προκύπτουν οι
ακόλουθες διαφορικές εξισώσεις των εσωτερικών φορτίων:

dN x (x )
= − p(x )
dx

dQ z (x )
= − q z (x )
dx
(5.3-1)
dM y (x )
= Q z (x )
dx

d 2 M y (x )
= −q z (x )
dx 2

Εάν διατυπωθούν οι συνθήκες ισορροπίας των δυνάμεων και ροπών στο x-y επίπεδο
προκύπτουν αντίστοιχα οι σχέσεις
74 Εσωτερικά φορτία δοκών

q y (x ) dx
q y (x ) dM z (x )
Q y (x ) M z (x ) + dx
dx
M z (x )
dN x (x )
N x (x ) + dx
N x (x ) dx
dQ y (x )
Q y (x ) + dx
dx

Σχήμα 5.3-2. Εξωτερικές και εσωτερικές δυνάμεις δοκού στο x-y επίπεδο
a) Τμήμα δοκού και εξωτερικά φορτία
b) Θετικά εσωτερικά φορτία στις επιφάνειες του στοιχειώδους τμήματος

Οι συνθήκες ισορροπίας των δυνάμεων στο επίπεδο x-y καθώς και η συνθήκη ισορροπίας
των ροπών οδηγούν στις σχέσεις (η συνθήκη διατυπώθηκε ως προς το μέσο του τμήματος dx
για να μην συμμετέχει η q y (x ) στις ροπές)

dN x (x )
− N x (x ) + N x (x ) + dx + p(x ) dx = 0
dx

dQ y (x )
− Q y (x ) + Q y (x ) + dx + q y (x ) dx = 0
dx

dM z (x ) dx dx dQ y (x ) dx
− M z (x ) + M z (x ) + dx + Q y (x ) + Q y (x ) + dx =0
dx 2 2 dx 2

Ο τελευταίος όρος της συνθήκης των ροπών είναι δευτέρας τάξης καθότι περιλαμβάνει το
μέγεθος (dx ⋅ dx ) και για αυτό παραλείπεται, οπότε για το x-y επίπεδο προκύπτουν οι
ακόλουθες διαφορικές εξισώσεις των εσωτερικών φορτίων:

dN x (x )
= −p(x )
dx

dQ y (x )
= −q y (x )
dx
(5.3-2)
dM z (x )
= − Q y (x )
dx

d 2 M z (x )
= q y (x )
dx 2
Σχέσεις μεταξύ εσωτερικών φορτίων και τάσεων 75

5.4 Σχέσεις μεταξύ εσωτερικών φορτίων και τάσεων

Η κάθε μία από τις συνιστώσες των δυνάμεων N x , Q y , Q z και από τις συνιστώσες των
ροπών M x , M y , M z που εμφανίζονται στις διατομές μιας δοκού, είναι συνδεδεμένη και με
μία συγκεκριμένη καταπόνηση στη δοκό.

Οι συνιστώσες της δύναμης N x , Q y , Q z , και οι συνιστώσες της ροπής M x , M y , M z ,


είναι γνωστές για στατικά ορισμένα συστήματα από τη Στατική, ενώ για στατικά αόριστα
συστήματα είναι αναγκαίο να χρησιμοποιηθούν και εξισώσεις από την Αντοχή για την
επίλυση της αοριστίας και συνεπώς για τον προσδιορισμό των εσωτερικών φορτίων και στη
συνέχεια για τον προσδιορισμό των τάσεων.

Οι καταπονήσεις, καθώς και οι τάσεις που προκαλούν οι δυνάμεις και οι ροπές,


παρουσιάζονται σε πίνακα στο τέλος του κεφαλαίου αυτού, αφού πρώτα διατυπωθούν οι
σχέσεις που συνδέουν τις καταπονήσεις με τις τάσεις.

Κατά την ανάλυση των κατασκευών και συνεπώς και της δοκού υπό την επίδραση των
φορτίσεων, εμφανίζονται, όπως αναφέρθηκε και στο κεφάλαιο 1, τα βασικά προβλήματα
• διαστασιολόγησης της κατασκευής,
• ελέγχου αντοχής και στιβαρότητας της κατασκευής και
• προσδιορισμού μέγιστης καταπόνησης της κατασκευής
για τα οποία είναι αναγκαίο να προσδιορισθούν οι τάσεις και οι μετατοπίσεις που
εμφανίζονται στην κατασκευή λόγω των εξωτερικών φορτιών, έτσι ώστε να μπορεί να γίνει η
διερεύνηση των προβλημάτων που αναφέρθηκαν.

Είναι επομένως σημαντικό να ευρεθούν σχέσεις οι οποίες συνδέουν τις τάσεις με τα


εξωτερικά φορτία για να μπορεί να γίνει ο προσδιορισμός των τάσεων. Η σύνδεση αυτή δεν
γίνεται άμεσα, αλλά μπορεί να γίνει έμμεσα με τη βοήθεια των εσωτερικών φορτίων της
διατομής, δηλαδή μέσω των δυνάμεων N x , Q y , Q z και των ροπών M x , M y , M z .

Από τον τρόπο με τον οποίο φορτίζει η κάθε μια από τις συνιστώσες π.χ. των δυνάμεων
( )
N x , Q y , Qz την εκάστοτε επιφάνεια της διατομής, μπορούν να διατυπωθούν οι
αντίστοιχες τάσεις που προκαλούνται στην επιφάνεια.

Εάν ολοκληρωθούν οι τάσεις που προκαλεί κάποια συνιστώσα δύναμη ως προς την επιφάνεια
της διατομής προκύπτει για λόγους ισορροπίας ως συνολική δύναμη η συνιστώσα που τις
προκάλεσε.

Το ίδιο βέβαια συμβαίνει και με τις ροπές M x , M y , M z . Κάθε συνιστώσα των ροπών
προκαλεί τάσεις στην επιφάνεια της διατομής. Η ολοκλήρωση των επιμέρους ροπών που
προκαλούν οι τάσεις αυτές δημιουργεί σαν συνισταμένη ροπή τη ροπή που τις προκάλεσε.

Με το συλλογισμό αυτό που διατυπώθηκε μπορούν να δημιουργηθούν οι σχέσεις που


συνδέουν τις τάσεις με τις εσωτερικές δυνάμεις που τις δημιουργούν, έτσι ώστε όταν είναι
γνωστές οι εσωτερικές δυνάμεις να μπορούν να προσδιορισθούν οι τάσεις.
76 Εσωτερικά φορτία δοκών

τ xz
Nx Qy

σx Qz
τ xy

τ xz
My Mx
− τ xy
σx − σx
Mz

Σχήμα 5.4-3. Φορτία διατομής και αντίστοιχες τάσεις


a) η αξονική δύναμη N x προκαλεί ορθές τάσεις σ x
b) η διατμητική δύναμη Q y προκαλεί διατμητικές τάσεις τ xy
c) η διατμητική δύναμη Q z προκαλεί διατμητικές τάσεις τ xz
d) η καμπτική ροπή M y προκαλεί ορθές τάσεις σ x
e) η καμπτική ροπή M z προκαλεί ορθές τάσεις σ x
f) η στρεπτική ροπή M x προκαλεί διατμητικές τάσεις τ xy και τ xz

Σύμφωνα με την περιγραφή που προηγήθηκε και με τη βοήθεια του Σχήματος 5.4-3, τα
εσωτερικά φορτία της διατομής συνδέονται με τις τάσεις δια των σχέσεων

N x = ∫ σ x dA
αξονική δύναμη και ορθές τάσεις (5.4-1)
A

Q y = ∫ τ xy dA
A
διατμητικές δυνάμεις και διατμητικές τάσεις (5.4-2)
Q z = ∫ τ xz dA
A

M y = ∫ z σ x dA
A
καμπτικές ροπές και ορθές τάσεις (5.4-3)
M z = − ∫ y σ x dA
A

( )
M x = − ∫ z τ xy − y τ xz dA
στρεπτική ροπή και διατμητικές τάσεις (5.4-4)
A
Σχέσεις μεταξύ εσωτερικών φορτίων και τάσεων 77

Το πρόβλημα που εμφανίζεται επομένως στην Αντοχή είναι να προσδιορισθούν οι τάσεις σε


συνάρτηση των εσωτερικών δυνάμεων. Ναι μεν υπάρχουν οι σχέσεις που συνδέουν τις τάσεις
με τις εσωτερικές δυνάμεις (5.4-1), (5.4-2), (5.4-3), (5.4-4), αλλά οι τάσεις βρίσκονται
εντός των ολοκληρωμάτων και δεν μπορούν άμεσα να προσδιορισθούν.

Αυτό που αρχικά διαπιστώνεται από τις σχέσεις αυτές είναι ποιών εσωτερικών δυνάμεων
είναι συνάρτηση η κάθε μια συνιστώσα των τάσεων. Παρατηρώντας τις σχέσεις που
αναφέρθηκαν προκύπτει

(
σx = σx Nx , M y , Mz )
(
τ xy = τ xy Q y , M x ) (5.4-5)

τ xz = τ xz (Q z , M x )

Για τον προσδιορισμό επομένως της ορθής τάσης πρέπει να ληφθούν υπόψη η αξονική
δύναμη N x και οι καμπτικές ροπές M y , M z , ενώ για τον προσδιορισμό των διατμητικών
τάσεων τ xy και τ xz πρέπει να ληφθούν υπόψη οι συνιστώσες Q y , M x ( ) και (Qz , M x )
αντίστοιχα.

Συνοψίζοντας τα όσα έχουν αναφερθεί για τις καταπονήσεις, για τα εσωτερικά φορτία και για
τις τάσεις που προκύπτουν από τα φορτία αυτά, εμφανίζονται στη δοκό οι επιμέρους
καταπονήσεις που παρουσιάζονται στον πίνακα 5.4-1 οι οποίες θα αναλυθούν στη συνέχεια η
κάθε μία ξεχωριστά.

Πίνακας 5.4-1. Καταπονήσεις δοκού, εσωτερικά φορτία διατομής και προκύπτουσες τάσεις

Καταπόνηση
Εσωτερικά φορτία διατομής Προκύπτουσες τάσεις
δοκού
εφελκυσμός Nx > 0 σ x (N x ) > 0
θλίψη Nx < 0 σ x (N x ) < 0
απλή κάμψη M y ≠ 0, M z = 0 ( )
σx M y
απλή κάμψη M y = 0, M z ≠ 0 σ x (M z )
λοξή κάμψη M y ≠ 0, M z ≠ 0 ( )
σx M y , Mz
Q y ≠ 0, Q z = 0 ( )
τ xy Q y
διάτμηση Q y = 0, Q z ≠ 0 τ xz (Q z )
Q y ≠ 0, Q z ≠ 0 ( ) (
τ xy Q y , Q z , τ xz Q y , Q z )
στρέψη Mx ≠ 0 τ xy (M x ) , τ xz (M x )
78 Εφελκυσμός και θλίψη δοκών

6ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Εφελκυσμός και θλίψη δοκών

Για την ανάλυση της φόρτισης εφελκυσμού ή θλίψης δοκών θεωρείται ότι η αξονική δύναμη
N x που προέρχεται από τα εξωτερικά φορτία είναι γνωστή από τη Στατική.

Αυτό συμβαίνει βέβαια όταν η δοκός είναι στατικά ορισμένη, στηριγμένη δηλαδή κατά
τέτοιο τρόπο ώστε οι αντιδράσεις στα σημεία στήριξης να μπορούν να προσδιορισθούν από
τις συνθήκες ισορροπίας.

Στην περίπτωση που εμφανίζεται ένα στατικά αόριστο πρόβλημα τότε δεν αρκούν οι
εξισώσεις ισορροπίας που διατυπώνονται στη Στατική και είναι αναγκαίο για την επίλυση του
προβλήματος να χρησιμοποιηθούν πρόσθετες εξισώσεις, οι οποίες προέρχονται από την
Αντοχή – Θεωρία Ελαστικότητας και είναι συνήθως εξισώσεις μετατοπίσεων. Η λύση
στατικά αορίστων προβλημάτων αποτελεί ένα σημαντικό μέρος του κεφαλαίου αυτού.

Για να δημιουργεί ένα αξονικό φορτίο μόνο εφελκυσμό ή θλίψη στη δοκό, πρέπει να
διέρχεται από το κέντρο βάρους S της διατομής. Εάν διέρχεται από άλλο σημείο
διαφορετικό του κέντρου βάρους, τότε δημιουργεί και κάμψη, καθότι προσπαθεί να
περιστρέψει τη διατομή της δοκού ως προς τον άξονα y ή z είτε ακόμη ως προς y και z
συγχρόνως, Σχήμα 6-1.

εφελκυσμός (F>0) θλίψη (F<0)


a)
S S
F F
y x y x

z z

F F
b) S S S
F

y x y x y x
z z z
εφελκυσμός & κάμψη θλίψη & κάμψη εφελκυσμός & κάμψη
ως προς y ως προς z ως προς y και z
Σχήμα 6-1. Αξονική φόρτιση δοκού
a) εφελκυσμός ή θλίψη
b) εφελκυσμός ή θλίψη και κάμψη

Στο κεφάλαιο αυτό θα αναλυθεί μόνο η περίπτωση όπου το αξονικό φορτίο F διέρχεται από
το κέντρο βάρους S της διατομής, ενώ οι άλλες περιπτώσεις θα αναλυθούν σε επόμενα
κεφάλαια σε περιπτώσεις σύνθετης καταπόνησης.
Ορθές τάσεις στον εφελκυσμό και θλίψη δοκών 79

6.1 Ορθές τάσεις στον εφελκυσμό και θλίψη δοκών

Όταν εμφανίζονται σε κάποια δοκό μόνο αξονικά φορτία, τότε η δοκός, ανάλογα με το αν τα
φορτία είναι εφελκυστικά ή θλιπτικά, επιμηκύνεται ή βραχύνει. Η επιμήκυνση ή η βράχυνση
λόγω μιας αξονικής δύναμης, είναι ίδια σε όλα τα σημεία κάποιας διατομής στη θέση x,
οπότε η παραμόρφωση ε x (z ) περιγράφεται μόνο με μια σταθερά και ισχύει

ε x (z ) = b (6.1-1)

όπως εμφανίζεται και στο Σχήμα 6.1-1b). Με τη σχέση αυτή για την παραμόρφωση
προκύπτει από το νόμο HOOKE (καθότι δεν δημιουργούνται τάσεις σ y και σ z ) η ορθή
τάση

σ x (z ) = E ε x (z ) = E b (6.1-2)

η οποία επίσης παίρνει μια σταθερή τιμή για όλα τα σημεία της διατομής, είναι δηλαδή
ανεξάρτητη από τη μεταβλητή z και εξαρτάται μόνο από τη θέση x της διατομής που
παρατηρείται, Σχήμα 6.1-1c).

ε x (z ) = σταθερό σ x (z ) = σταθερό

N x (x )
y x y x y x

z x z x z x

Αx ε x (z ) = σταθερό σ x (z ) = σταθερό

N x (x )
y y y
x x x

z z z
a) b) c)

Σχήμα 6.1-1. Καταπόνηση δοκού σε εφελκυσμό


a) Αξονική δύναμη N x (x )
b) Παραμόρφωση λόγω N x (x )
c) Ορθές τάσεις λόγω N x (x )
80 Εφελκυσμός και θλίψη δοκών

Εάν ολοκληρωθεί η κατανομή της ορθής τάσης στην επιφάνεια της διατομής στη θέση x,
τότε η συνισταμένη δύναμη πρέπει να ισούται με την αξονική δύναμη N x (x ) στην
επιφάνεια αυτή, οπότε προκύπτει η σχέση

N x (x ) = ∫∫ σ x (z ) dA = ∫∫ E b dA = E b ∫∫ dA = E b A(x )
(6.1-3)
A A A

και συνεπώς για τη σταθερά

N x (x )
Eb= (6.1-4)
A(x )

οπότε για την ορθή τάση λόγω αξονικού φορτίου N x (x ) προκύπτει η σχέση

N x (x )
σ x (z ) = (6.1-5)
A (x )

η οποία στην περίπτωση εφελκυσμού και θλίψης είναι ουσιαστικά ανεξάρτητη από τη
μεταβλητή z, άρα είναι σταθερή σε όλα τα σημεία της διατομής (Σχήμα 6.1-1c).

Παράδειγμα

Για τη δοκό του σχήματος να προσδιορισθεί η μέγιστη ορθή τάση, εφελκυστική και θλιπτική,
λαμβάνοντας υπόψη και το ίδιο βάρος της δοκού.
Δίδονται: F, ειδικό βάρος γ = g ρ [ N / m3 ], ρ πυκνότητα υλικού [ Kg / m3 ],
g επιτάχυνση [9,81 m / s 2 ].

F x
F
L-x

N x (x ) = F − γ A (L − x )
γ N x (x )
L
x

x x

z z N x (x )
y y

Η αξονική δύναμη N x (x ) προσδιορίζεται στη θέση x από τη σχέση


Ορθές τάσεις στον εφελκυσμό και θλίψη δοκών 81

N x (x ) = F − γ A (L − x )

Σύμφωνα με το ποιοτικό διάγραμμα της αξονικής δύναμης N x (x ) (προκύπτει όταν η


δύναμη F είναι αρκετά μικρότερη του βάρους της δοκού), η μέγιστη εφελκυστική τάση
εμφανίζεται στη θέση x = L και η μέγιστη θλιπτική στη θέση x = 0 .

Από τη σχέση (6.1-5) για την ορθή τάση προκύπτει επομένως

N x (x = L ) F
σ x , max (x = L ) = = >0 (εφελκυστική)
A A

N x (x = 0 ) F − γ A L
σ x, max (x = 0) = = <0 (θλιπτική)
A A

6.2 Αξονική μετατόπιση στον εφελκυσμό και θλίψη

Λόγω της αξονικής δύναμης N x (x ) η οποία εμφανίζεται όταν μία δοκός / ράβδος φορτί-
ζεται σε εφελκυσμό ή θλίψη, μετατοπίζονται τα σημεία του άξονα της δοκού και η δοκός είτε
επιμηκύνεται ( N x (x ) > 0 , εφελκυσμός) είτε βραχύνει ( N x (x ) < 0 , θλίψη), σύμφωνα με το
Σχήμα 6.2-1.

Σχήμα 6.2-1. Αξονική μετατόπιση u (x )


a) εφελκυσμός
b) θλίψη

Από την ανάλυση της ορθής τάσης λόγω N x (x ) σύμφωνα με τη σχέση (6.1-5) και
χρησιμοποιώντας το νόμο HOOKE, η συνολική μετατόπιση u (x ) των σημείων του άξονα
της δοκού εξαρτάται από την ορθή παραμόρφωση ε x (x ) που προκαλείται λόγω της
αξονικής δύναμης N x (x ) και λόγω θερμοκρασιακού πεδίου, εφόσον υπάρχει.
82 Εφελκυσμός και θλίψη δοκών

Από την σχέση (6.1-2) προκύπτει η ορθή παραμόρφωση

σ (x ) N x (x )
ε x (x ) = x = (6.2-1)
E E A (x )

οπότε λαμβάνοντας υπόψη και την παραμόρφωση λόγω θερμοκρασιακού πεδίου, προκύπτει η
συνολική παραμόρφωση

N x (x )
ε x (x ) = +αΔΤ (6.2-2)
E A (x )

η οποία με τη σχέση (3.2.1-2) οδηγεί στη διαφορική εξίσωση

du N x (x )
εx = = +αΔΤ (6.2-3)
dx E A(x )

Όταν είναι γνωστή η δύναμη N x (x ) και η διαφορά θερμοκρασίας ΔΤ τότε μπορεί να


υπολογισθεί η μετατόπιση u (x ) από τη σχέση

⎛ N (x ) ⎞
u (x ) = ∫ ⎜⎜ x + α Δ Τ ⎟⎟ dx + C (6.2-4)
⎝ E A (x ) ⎠

όπου η σταθερά ολοκλήρωσης C πρέπει να προσδιορισθεί από τις οριακές συνθήκες. Οι


συνθήκες αυτές εξαρτώνται από το είδος στήριξης της δοκού όπου για τις πιο συχνές
περιπτώσεις ισχύει

y x u (x = 0) = 0

z (6.2-5)

y x u (x = 0) = 0

Στη γενική περίπτωση η επιφάνεια της διατομής A(x ) μπορεί να είναι συνάρτηση της
μεταβλητής x και η συνάρτηση αυτή πρέπει να ληφθεί υπόψη κατά την ολοκλήρωση της
σχέσης (6.2-4).

Στην πράξη όμως εμφανίζονται συνήθως δοκοί με σταθερή διατομή, ή εάν υπάρχουν
μεταβολές, όπως π.χ. σε ατράκτους με διαβαθμίσεις, τότε η διατομή είναι συνήθως σταθερή
ανά περιοχή, οπότε η ολοκλήρωση της σχέσης (6.2-4) γίνεται ανά περιοχή. Όταν όλα τα
μεγέθη συνεπώς που εμφανίζονται στο ολοκλήρωμα είναι σταθερά ανά περιοχή, η
επιμήκυνση ενός τμήματος i της δοκού προσδιορίζεται από τη σχέση
Αξονική μετατόπιση στον εφελκυσμό και θλίψη 83

N x ,i L i
ΔLi = + αi ΔTi Li (6.2-6)
Ei Ai

N x ,i = αξονική δύναμη, σταθερή στην περιοχή i


Ei Ai = χαρακτηριστικά υλικού και διατομής, σταθερά στην περιοχή i
χαρακτηριστικά υλικού και διαφορά θερμοκρασίας, σταθερά
αi ΔTi =
στην περιοχή i

Σχηματίζοντας τη δεύτερη παράγωγο από την εξίσωση (6.2-3) προκύπτει μία άλλη
διαφορική εξίσωση για τη μετατόπιση u (x ) , η οποία μπορεί να χρησιμοποιηθεί όταν
υπάρχει εξωτερική κατανεμημένη καταπόνηση p(x).

d 2 u (x ) p (x )
=− (6.2-7)
dx 2 EA

Στην περίπτωση αυτή προκύπτουν δύο σταθερές ολοκλήρωσης C1 και C 2 οι οποίες πρέπει
πάλι να προσδιορισθούν από τις οριακές συνθήκες (συνθήκες είτε για τη μετατόπιση u(x),
είτε για την καταπόνηση p(x)).

Παράδειγμα 1

Να υπολογισθεί η επιμήκυνση της δοκού του σχήματος που προκύπτει από το βάρος της ίδιας
της δοκού. Το ειδικό βάρος γ του υλικού έχει το μέτρο [γ] = [ N / m3 ].

F=γAL N x (x )

N x (x )

γ L2
2E
Η αξονική δύναμη N x (x ) που ενεργεί στη θέση x επί της διατομής Α της δοκού είναι

N x (x ) = γ A (L − x )

οπότε από τη σχέση (6.2-2) προκύπτει η διαφορική εξίσωση

du (x ) N x (x ) γ
= = (L − x )
dx EA E
84 Εφελκυσμός και θλίψη δοκών

η ολοκλήρωση της οποίας οδηγεί στη σχέση

γ γ ⎛⎜ x 2 ⎞⎟
u (x ) = ∫ (L − x ) dx = γ ∫ (L − x ) dx = Lx− + uo
E E E ⎜⎝ 2 ⎟⎠

Για τον προσδιορισμό της σταθεράς ολοκλήρωσης u o πρέπει να ληφθεί υπόψη η οριακή
συνθήκη u (x = 0 ) = 0 . Από τη συνθήκη αυτή προκύπτει u o = 0 και συνεπώς

γ L2 ⎡ x 1 ⎛ x ⎞2 ⎤
u (x ) = ⎢ − ⎜ ⎟ ⎥
E ⎢⎣ L 2 ⎝ L ⎠ ⎥⎦

Από τη σχέση αυτή μπορεί να προσδιορισθεί η μετατόπιση u (x ) των σημείων του άξονα της
δοκού σε κάθε θέση x. Παίρνοντας ειδικές τιμές x, όπως π.χ. για x = L προκύπτει η
μετατόπιση u (x = L ) που είναι

γ L2
u (x = L ) =
2E
Αξονική μετατόπιση στον εφελκυσμό και θλίψη 85

Παράδειγμα 2

Δίδονται: Δοκός κυκλικής διατομής διαμέτρου d, P, L, ειδικό βάρος υλικού γ, μέτρο


ελαστικότητας Ε
Ζητούνται: Να προσδιορισθούν η μέγιστη ορθή τάση και η συνάρτηση αξονικών
μετατοπίσεων.

Ax Ax

Η δοκός (ράβδος) φορτίζεται σε θλίψη λόγω του φορτίου P και του ίδιου βάρους της δοκού.

Προσεγγιστικά μπορεί να θεωρηθεί ότι η δύναμη του βάρους G εφαρμόζει ως μεμονωμένη


δύναμη στο κέντρο βάρους της δοκού, βλ. Σχήμα b).

Για τον ακριβέστερο όμως προσδιορισμό της αξονικής δύναμης στη δοκό ενδείκνυται να
ληφθεί υπόψη το ίδιο βάρος ως κατανεμημένο αξονικό φορτίο, βλ. Σχήμα c).

Για το στατικό μέρος του προβλήματος δηλαδή για τον προσδιορισμό της αντίδρασης A x
μπορεί να χρησιμοποιηθεί οποιοδήποτε από τα μοντέλα b) και c) καθότι το μοντέλο b)
είναι στατικά ισοδύναμο του c) και έτσι προκύπτει το ίδιο αποτέλεσμα.

Για την ανάλυση όμως στην Αντοχή το μοντέλο c) είναι καταλληλότερο.

α) Ανάλυση επιφάνειας διατομής

Η επιφάνεια της διατομής είναι κυκλική, το κέντρο βάρους της επιφάνειας της διατομής είναι
το κέντρο του κύκλου και οι άξονες που διέρχονται από το κέντρο βάρους είναι κύριοι
άξονες.

Η δύναμη P καθώς και η δύναμη βάρους διέρχονται από το κέντρο βάρους, οπότε
δημιουργούν μόνο θλίψη.
86 Εφελκυσμός και θλίψη δοκών

β) Προσδιορισμός αντιδράσεων

Για το βάρος της δοκού ισχύει

G = γ A 2L

όπου Α είναι η διατομή της δοκού.

Στο πρόβλημα εμφανίζεται λόγω των φορτίων P και G μόνο η αντίδραση A x , οπότε από
τη συνθήκη ισορροπίας προκύπτει

∑ Fix = 0 ⇔ Ax − G − P = 0 άρα Ax = G + P

γ) Προσδιορισμός εσωτερικών δυνάμεων

Για το μοντέλο σύμφωνα με το Σχήμα b) ισχύει

N x ,II (x )

N x ,I (x )

Ax Ax Ax

Ιη περιοχή 0≤x≤L

N x , I (x ) = − G − P

ΙΙη περιοχή L ≤ x ≤ 2L

N x , II (x ) = − P

ενώ για το μοντέλο σύμφωνα με το Σχήμα c) ισχύει για ολόκληρη τη δοκό 0 ≤ x ≤ 2L


Αξονική μετατόπιση στον εφελκυσμό και θλίψη 87

P γ
2L-x

N x (x )

γ
x

Ax Ax

N x (x ) = − P − γ A (2L − x )

δ) Διαγράμματα εσωτερικών δυνάμεων

N x (x ) N x (x )

Στην περίπτωση του μοντέλου b) εμφανίζει η αξονική δύναμη N x (x ) μία ασυνέχεια στη
θέση x = L , ενώ η κατανομή που προκύπτει από το μοντέλο c) είναι συνεχής και πιο
ακριβής για κάθε θέση x.

ε) Προσδιορισμός ορθών τάσεων

Ορθές τάσεις προκύπτουν στο παράδειγμα αυτό μόνο από την αξονική δύναμη N x (x ) ,
οπότε δίδονται από τη σχέση

N x (x )
σ x (x ) =
A
88 Εφελκυσμός και θλίψη δοκών

Η διατομή της δοκού Α είναι σταθερή σε όλο το μήκος της δοκού και έτσι εμφανίζεται η
μέγιστη τάση εκεί όπου η αξονική δύναμη N x (x ) παίρνει τη μέγιστη τιμή.

N x (x = 0 ) − P − γ A 2L
σ x , max = σ x (x = 0) = = (θλιπτική τάση)
A A

στ) Προσδιορισμός αξονικών μετατοπίσεων

Για τις μετατοπίσεις στον άξονα της δοκού ισχύει

N x (x ) 1 1 ⎡ ⎛ 2 ⎞⎤
⎜ 2L x − x ⎟⎥ + u o
u (x ) = ∫ [ ( )]
EA∫
dx = − P + γ A 2L − x dx = − ⎢ P x + γ A
EA EA ⎢ ⎜ 2 ⎟⎠⎥
⎣ ⎝ ⎦

όπου η σταθερά u o πρέπει να προσδιορισθεί από την οριακή συνθήκη του προβλήματος.

Ως οριακή συνθήκη για τη μετατόπιση ισχύει στο παρών παράδειγμα

u (x = 0 ) = 0 = u o

οπότε και η μετατόπιση δίδεται από τη σχέση

1 ⎡ ⎛ x 2 ⎞⎟⎤
u (x ) = − ⎢P x + γ A ⎜ 2L x − ⎥,
EA ⎢⎣ ⎜ 2 ⎟⎥
⎝ ⎠⎦

από την οποία προκύπτει ότι η μετατόπιση είναι αρνητική (καθότι x ≤ L ), μετατοπίζονται
δηλαδή τα σημεία του άξονα αντίθετα προς τη θετική φορά του άξονα x.
Στατικά αόριστα προβλήματα εφελκυσμού και θλίψης 89

6.3 Στατικά αόριστα προβλήματα εφελκυσμού και θλίψης

Σε στατικά ορισμένα προβλήματα, δηλαδή σε προβλήματα όπου ο προσδιορισμός των


αντιδράσεων προκύπτει από τις συνθήκες ισορροπίας, οπότε μπορούν άμεσα να
προσδιορισθούν και οι εσωτερικές δυνάμεις στις διατομές της δοκού και ιδιαίτερα η αξονική
δύναμη N x η οποία εμφανίζεται στον εφελκυσμό και θλίψη δοκών, η ανάλυση των τάσεων,
παραμορφώσεων και μετατοπίσεων δεν παρουσιάζει ιδιαίτερο πρόβλημα, καθότι οι σχέσεις

• για τις ορθές τάσεις (6.1-5),


• για τις παραμορφώσεις (6.2-2) και
• για τις μετατοπίσεις (6.2-4) ή (6.2-6),

είναι απλές και απαιτούνται μόνο η αντικατάσταση των μεγεθών και αλγεβρικές πράξεις.

Στα στατικά αόριστα όμως προβλήματα δεν αρκούν οι συνθήκες ισορροπίας για τον
προσδιορισμό των αντιδράσεων. Απαιτείται πρόσθετα η εξίσωση των μετατοπίσεων για την
επίλυση της αοριστίας. Όταν πλέον είναι γνωστές οι αντιδράσεις, μπορούν στη συνέχεια να
προσδιορισθούν οι εσωτερικές δυνάμεις (και στην περίπτωση του εφελκυσμού και θλίψης η
N x (x ) ), έτσι ώστε λαμβάνοντας υπόψη και τα χαρακτηριστικά της διατομής και του υλικού
να ολοκληρωθεί η ανάλυση τάσεων, παραμορφώσεων και μετατοπίσεων, όπως αναφέρθηκε
ήδη στα στατικά ορισμένα προβλήματα.

Παρατήρηση: Στατικά αόριστα προβλήματα μπορούν να προκύψουν και χωρίς


εξωτερικά φορτία, π.χ. λόγω κακής συναρμολόγησης και συχνά λόγω θερμοκρασιακών
πεδίων.

Παράδειγμα

Στη δοκό του σχήματος να προσδιορισθεί η μέγιστη ορθή τάση η οποία εμφανίζεται στη δοκό
λόγω διαφοράς θερμοκρασίας ΔΤ.
Δίδονται: Διαφορά θερμοκρασίας ΔΤ, L, E, επιφάνεια διατομής Α, συντελεστής θερμικής
διαστολής α.

Ax Bx

Λόγω της πάκτωσης στα δύο άκρα της δοκού το πρόβλημα είναι στατικά αόριστο, καθότι δεν
μπορούν να προσδιορισθούν οι αντιδράσεις A x και Bx που είναι απαραίτητες για τον
υπολογισμό των τάσεων. Από τη συνθήκη ισορροπίας προκύπτει μόνο ότι οι αντιδράσεις
αυτές είναι ίσες, αλλά δεν προκύπτει η τιμή τους.

Για τη λύση της αοριστίας θα χρησιμοποιηθεί η σχέση των μετατοπίσεων σύμφωνα με το


μοντέλο του σχήματος που ακολουθεί.
90 Εφελκυσμός και θλίψη δοκών

y x

L
z

Απελευθερώνεται π.χ. η στήριξη της


y x
δοκού στο δεξιό άκρο

z ΔL (ΔΤ) = α ΔΤ L
Λόγω της διαφοράς θερμοκρασίας
y x επιμηκύνεται η δοκός όταν είναι
ελεύθερη κατά ΔL (ΔΤ)
z
Λόγω στήριξης αναπτύσσεται η
θλιπτική δύναμη Bx η οποία επαναφέρει
y x το δεξιό άκρο στο αρχικό σημείο
Bx
στήριξης
B L
z ΔL(Bx ) = − x
EA

Όπως προκύπτει και από το σχήμα, το οποίο παριστάνει ουσιαστικά τη γραφική λύση του
προβλήματος, θα πρέπει η επιμήκυνση της δοκού λόγω ΔΤ να είναι ίση κατά απόλυτο τιμή
με τη βράχυνση της δοκού λόγω της δύναμης Bx , οπότε διατυπώνεται η σχέση

Bx L
α ΔΤ L − =0
EA

από την οποία προκύπτει η άγνωστη έως τώρα αντίδραση Bx και ισχύει

Bx = E A α ΔΤ

Η αξονική δύναμη στη δοκό είναι σταθερή σε όλο το μήκος της δοκού
Στατικά αόριστα προβλήματα εφελκυσμού και θλίψης 91

Bx

N x (x ) = − B x

Nx

οπότε η ορθή τάση είναι

N x (x ) B
σ x (x ) = = − x = − E α ΔΤ (θλιπτική)
A A

και είναι ανεξάρτητη από τη θέση x στη δοκό.

Παρατήρηση: Ο προσδιορισμός της αντίδρασης θα μπορούσε να προκύψει


εφαρμόζοντας απευθείας τη σχέση (6.2-6) για τη συνολική επιμήκυνση, όπου στο
παράδειγμα ισχύει για τον δείκτη i = 1 και έτσι η (6.2-6) παίρνει τη μορφή

N x,1 L1
ΔL = + α1 ΔΤ1 L1 = 0
E1 A1

και συνεπώς

N x,1 = −E1 A1 α1 ΔΤ1 όπου N x,1 = −Bx


92 Κάμψη δοκών

7ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Κάμψη δοκών

Όταν ενεργούν δυνάμεις κάθετα προς τον άξονα κάποιας δοκού, τότε δημιουργούνται ροπές
και καμπύλωση της δοκού. Η καταπόνηση αυτή ονομάζεται κάμψη και είναι στη γενική
περίπτωση μια σύνθετη καταπόνηση όπως θα αναλυθεί στη συνέχεια.

Πριν την ανάλυση της θεωρίας κάμψης δοκών θα αναφερθούν οι παραδοχές που πρέπει να
πληρούνται έτσι ώστε η λύση του εκάστοτε προβλήματος να είναι ικανοποιητική. Οι
προϋποθέσεις αυτές είναι:

• Οι διαστάσεις της διατομής είναι μικρές σε σχέση με το μήκος της δοκού.


• Οι συνθήκες ισορροπίας εφαρμόζονται στην απαραμόρφωτη δοκό.
• Η στήριξη της δοκού είναι στατικά ορισμένη.
• Η διατομή της δοκού παραμένει αμετάβλητη κατά μήκος του άξονά της.
• Η διατομή της δοκού είναι συμμετρική (z είναι άξονας συμμετρίας).
• Ο άξονας της δοκού (η καμπύλη που ενώνει τα κέντρα βάρους των επιφανειών όλων
των διατομών της δοκού) είναι μια ευθεία.
• Το σύστημα συντεταγμένων είναι κύριο σύστημα και χρησιμοποιείται όπως στο
Σχήμα 7-1a).
• Το επίπεδο φόρτισης είναι τέτοιο ώστε η δοκός να μη καταπονείται σε στρέψη.
• Οι αντιδράσεις και οι εσωτερικές δυνάμεις υπολογίζονται στο απαραμόρφωτο σώμα.

Οι παραδοχές που αναφέρθηκαν είναι ίδιες με αυτές που χρησιμοποιήθηκαν στη Στατική για
τον προσδιορισμό των εσωτερικών δυνάμεων σε δοκούς. Εκτός από αυτές προστίθενται στη
θεωρία κάμψης για τον προσδιορισμό των τάσεων και των μετατοπίσεων και οι ακόλουθες:

• Οι παραμορφώσεις παραμένουν μικρές.


• Ισχύει ο νόμος HOOKE (γραμμική σχέση τάσεων – παραμορφώσεων).
• Επίπεδες εγκάρσιες διατομές της δοκού παραμένουν επίπεδες και κάθετες προς τον
άξονα και κατά τη διάρκεια της κάμψης, Σχήμα 7-1b).

y S
y x
My My
z
z

a) b)

Σχήμα 7-1. a) Σύστημα συντεταγμένων στην κάμψη δοκών


b) Εγκάρσιες διατομές κατά την καταπόνηση
Κάμψη δοκών 93

Η προϋπόθεση που αναφέρεται στις εγκάρσιες διατομές διατυπώθηκε για πρώτη φορά από
τον BERNOULLI1 και έχει σαν συνέπεια να μην εμφανίζονται οι διατμητικές τάσεις τ xz
λόγω καμπτικών ροπών.

Οι παραδοχές και τα όρια ισχύος κάθε μιας θα γίνουν κατανοητά κατά την ανάλυση αυτού
του κεφαλαίου. Κάποιες από τις παραδοχές που αναφέρθηκαν δεν είναι σημαντικές και
χρησιμοποιούνται απλά για τη διατύπωση αρχικά μιας απλής λύσης του προβλήματος και
μπορούν μετά την ανάλυση να αφαιρεθούν διερευνώντας τυχόν επιπτώσεις. Έτσι π.χ. η
παραδοχή ότι
• η διατομή της δοκού παραμένει συμμετρική ως προς z χρησιμοποιείται μόνο για να
ισχύει αρχικά για την παραμόρφωση ε = ε (z ) , να μην είναι δηλαδή συνάρτηση της
μεταβλητής y.
Ο περιορισμός αυτός δεν είναι γενικά αναγκαίος και η θεωρία μπορεί να επεκταθεί και
σε μη συμμετρικές διατομές.

Κάτι παρόμοιο ισχύει και για τον περιορισμό

• ο άξονας της δοκού είναι μία ευθεία.


Εάν ο άξονας δεν είναι ευθύγραμμος, αλλά έχει κάποια καμπυλότητα πριν τη φόρτιση,
τότε επίπεδες εγκάρσιες διατομές παραμένουν επίπεδες, αλλά δεν μπορεί να συμπεράνει
κανείς ότι η παραμόρφωση ε (z ) είναι γραμμική ως προς z. Παρόλα αυτά μπορεί η
θεωρία κάμψης ευθύγραμμων δοκών να εφαρμοσθεί κάτω από κάποιες προϋποθέσεις
και σε καμπυλόγραμμες δοκούς.

Καμπτικές ροπές M y (x ) , M z (x ) εμφανίζονται γενικά σε μία δοκό όταν τα εξωτερικά


φορτία που επιδρούν στη δοκό είναι

• καμπτικές ροπές,
• δυνάμεις στη διεύθυνση y, z, οι οποίες πέραν της διάτμησης προκαλούν και κάμψη,
καθώς και
• αξονικά φορτία, δηλαδή δυνάμεις στη διεύθυνση x, όταν δεν διέρχονται από το κέντρο
βάρους S της διατομής.

Εάν εμφανίζεται μόνο η μία από τις δύο συνιστώσες M y (x ) και M z (x ) τότε η φόρτιση
χαρακτηρίζεται ως απλή κάμψη ενώ όταν εμφανίζονται και οι δύο συνιστώσες, η φόρτιση
ονομάζεται λοξή κάμψη.

Το είδος της κάμψης που προκύπτει από την εκάστοτε φόρτιση παρουσιάζεται στον
ακόλουθο πίνακα.

1
Jakob Bernoulli (1654-1705)
94 Κάμψη δοκών

Πίνακας 7-1. Εξωτερικά φορτία και φορτίσεις δοκού

Εξωτερικό Απλή κάμψη Απλή κάμψη Λοξή κάμψη


φορτίο M y (x ) ≠ 0, M z (x ) = 0 M y (x ) = 0, M z (x ) ≠ 0 M y (x ) ≠ 0, M z (x ) ≠ 0

My S My S
x x
M y , Mz y y
Mz Mz
z z

καθαρή κάμψη καθαρή κάμψη καθαρή κάμψη


Pz Pz
Py
S Py
S S
Py , Pz y x
y x y x
z
z z
κάμψη και διάτμηση κάμψη και διάτμηση κάμψη και διάτμηση

Px Px
S Px
Px y x

εφελκυσμός και κάμψη θλίψη και κάμψη εφελκυσμός και κάμψη

Επειδή σύμφωνα με την παραδοχή οι άξονες y και z είναι κύριοι άξονες, η λοξή κάμψη
μπορεί να χωρισθεί στις υποπεριπτώσεις

• απλή κάμψη ως προς τον y -άξονα ( M y (x ) ≠ 0, M z (x ) = 0 ) και


• απλή κάμψη ως προς τον z -άξονα ( M y (x ) = 0, M z (x ) ≠ 0 )

και να αναλυθεί κάθε περίπτωση χωριστά, συνθέτοντας μετά τα αποτελέσματα.

Εάν η καταπόνηση οφείλεται μόνο σε καμπτικές ροπές τότε η φόρτιση χαρακτηρίζεται και ως
καθαρή κάμψη, όπως απεικονίζεται στον πίνακα για τα εξωτερικά φορτία M y , M z .

Στην περίπτωση αυτή τα εσωτερικά φορτία M y (x ) , M z (x ) παρουσιάζουν μια σταθερή


κατανομή ανά περιοχή, όπως παρουσιάζεται π.χ. στο παράδειγμα του Σχήματος 7-2 για το
x-z επίπεδο.
Κάμψη δοκών 95

M yo M y1 M yo

L1
L2

M y (x ) M y (x )

Σχήμα 7-2. Παράδειγμα καθαρής κάμψης


Η καμπτική ροπή M y (x ) είναι σταθερή ανά περιοχή

Εάν εμφανίζονται στην κάμψη και διατμητικές δυνάμεις Q y (x ), Q z (x ) τότε οι καμπτικές


ροπές είναι συνάρτηση της μεταβλητής x, όπως π.χ. παρουσιάζεται στο Σχήμα 7-3 για το
x-z επίπεδο.

Pz Pz

M yo M yo

L1
L2

M y (x ) M yo M y (x ) M yo

Σχήμα 7-3. Συμμετοχή διατμητικών δυνάμεων στην κάμψη δοκού


Η καμπτική ροπή M y (x ) είναι συνάρτηση της μεταβλητής x

Στο κεφάλαιο αυτό θα αναλυθούν όλες οι μεμονωμένες περιπτώσεις κάμψης που


παρουσιάζονται στον πίνακα καθώς και οι περιπτώσεις σύνθετης καταπόνησης που
προκύπτουν από τυχόν συνδυασμούς των περιπτώσεων αυτών.
96 Κάμψη δοκών

7.1 Ανάλυση ορθών τάσεων

Ο προσδιορισμός των ορθών τάσεων που εμφανίζονται στη δοκό εξαρτάται από τα
εσωτερικά φορτία τα οποία προκαλούν ορθές τάσεις.

Σύμφωνα με την περιγραφή που έγινε στο κεφάλαιο 5 (βλ. Σχήμα 5.4-3) και με τα
συμπεράσματα του κεφαλαίου αυτού που διατυπώνονται ουσιαστικά στις σχέσεις (5.4-5), η
ορθή τάση μπορεί να προσδιορισθεί σε τυχαία διατομή μιας δοκού εάν είναι γνωστή η
αξονική δύναμη N x (x ) και οι καμπτικές ροπές M y (x ) και M z (x ) .

Αναφέροντας και τις μεταβλητές από τις οποίες εξαρτάται η ορθή τάση, η εξίσωση για την
ορθή τάση από τις σχέσεις (5.4-5) διατυπώνεται στην ακόλουθη μορφή

( )
σ x (x, y, z ) = σ x N x (x ), M y (x ), M z (x ) (7.1-1)

Για να διερευνηθεί επομένως σε ποιό σημείο θα εμφανισθεί η μέγιστη ορθή τάση σ x, max ,
γιατί η τιμή αυτή θα συγκριθεί τελικά με κάποιο όριο που προδιαγράφεται από το υλικό που
θα χρησιμοποιηθεί, πρέπει αρχικά να προσδιορισθεί η διατομή, δηλαδή η θέση x στην οποία
θα εμφανισθεί η μέγιστη αυτή τάση, καθότι τα εσωτερικά φορτία N x (x ), M y (x ), M z (x )
είναι συναρτήσεις της μεταβλητής x και στη συνέχεια να διερευνηθεί σε ποιό σημείο της
διατομής, με τις συντεταγμένες y και z η ορθή τάση σ x (x, y, z ) παίρνει τις μέγιστες τιμές.

Επειδή οι ορθές τάσεις που δημιουργούνται σε μία διατομή δοκού λόγω των εσωτερικών
φορτίων N x (x ), M y (x ) και M z (x ) έχουν την ίδια διεύθυνση, Σχήμα 7.1-1, και η σχέση
τάσεων-παραμορφώσεων είναι γραμμική, ισχύει δηλαδή ο νόμος HOOKE, η συνολική ορθή
τάση προκύπτει από το αλγεβρικό άθροισμα των τάσεων που προκύπτουν από τις επιμέρους
φορτίσεις.

Nx My

σx σx σx
Mz

Σχήμα 7.1-1. Ορθές τάσεις λόγω N x (x ) , M y (x ) και M z (x )

Ο προσδιορισμός των ορθών τάσεων υπό την επίδραση αξονικών φορτίων N x (x ) έχει ήδη
ολοκληρωθεί στο κεφάλαιο 6, εφελκυσμού και θλίψης.

Για τον προσδιορισμό της συνολικής ορθής τάσης, παραμένει επομένως ο προσδιορισμός
τάσεων λόγω των καμπτικών ροπών M y (x ) και M z (x ) και στη συνέχεια η σύνθεση όλων
Ανάλυση ορθών τάσεων 97

των τάσεων όπως αναφέρθηκε. Στην περίπτωση αυτή χαρακτηρίζεται η καταπόνηση και
σύνθετη καταπόνηση.

Στη συνέχεια του κεφαλαίου αυτού θα γίνει η ανάλυση των ορθών τάσεων λόγω καμπτικών
ροπών και η ανάλυση αυτή θα ολοκληρωθεί λαμβάνοντας υπόψη και τα αξονικά φορτία.

7.1.1 Απλή κάμψη – Ορθές τάσεις λόγω καμπτικής ροπής M y (x )

Στην περίπτωση που εμφανίζεται καμπτική ροπή στη δοκό, σύμφωνα με την παραδοχή
BERNOULLI, όπου οι εγκάρσιες διατομές της δοκού παραμένουν και κατά την κάμψη
επίπεδες και κάθετες στον άξονα, η ορθή παραμόρφωση ε x (z ) σε κάποια θέση x είναι
γραμμική, Σχήμα 7.1.1-1b).
θλιπτική ζώνη

ε x (z ) σ x (z ) = 0
y x M y (x ) y x y x (ουδέτερη γραμμή)
z z z

εφελκυστική ζώνη

θλιπτική ζώνη
A

σ x (z ) = 0
ε x (z )
M y (x ) (ουδέτερη γραμμή)
y x y y
x x
εφελκυστική
ζώνη
z z z
a) b) c)

Σχήμα 7.1.1-1. a) Καταπόνηση δοκού λόγω M y (x )


b) Ορθή παραμόρφωση λόγω M y (x )
c) Ορθές τάσεις λόγω M y (x )

Στην περίπτωση της καμπτικής ροπής M y (x ) η ορθή παραμόρφωση μιας διατομής


περιγράφεται με την εξίσωση της ευθείας

ε x (z ) = m z (7.1.1-1)

και η ορθή τάση σύμφωνα με το νόμο HOOKE με την εξίσωση


98 Κάμψη δοκών

σ x (z ) = E ε (z ) = E m z (7.1.1-2)

οπότε ολοκληρώνοντας τις στοιχειώδεις ροπές που προκαλούνται από την κατανομή των
ορθών τάσεων σε ολόκληρη τη διατομή προκύπτει η καμπτική ροπή που επιδρά στη διατομή

M y (x ) = ∫∫ z σ x (z ) dA = ∫∫ E m z 2 dA = E m ∫∫ z 2 dA (7.1.1-3)
A A A

Το ολοκλήρωμα

2
∫∫ z dA = I y
A

παριστάνει τη ροπή αδράνειας της διατομής ως προς τον y-άξονα (βλ. Παράρτημα Π) και έτσι
προκύπτει για το γινόμενο E m η σχέση

M y (x )
Em= (7.1.1-4)
Iy

Λαμβάνοντας υπόψη τη σχέση (7.1.1-2) προκύπτει, λόγω της καμπτικής ροπής, η ορθή τάση
από τη σχέση (βλ. Σχήμα 7.1.1-1c))

M y (x )
σ x (z ) = z (7.1.1-5)
Iy

η οποία μεταβάλλεται στη διατομή γραμμικά ως προς z, καθότι σε μία θέση x η καμπτική
ροπή M y (x ) και η ροπή αδράνειας I y εξαρτώνται μόνο από τη θέση x.

Επειδή η ροπή αδράνειας της διατομής I y είναι πάντα θετική (έχει ως μέτρο [ I y ] = mm4)
το πρόσημο των ορθών τάσεων, και συνεπώς εάν είναι εφελκυστικές ή θλιπτικές σύμφωνα με
τη σχέση (7.1.1-5), εξαρτάται από το πρόσημο της καμπτικής ροπής M y (x ) και από τη
μεταβλητή z. Όπως φαίνεται και στο Σχήμα 7.1.1-1c) από την κατανομή των ορθών τάσεων
εμφανίζεται στη δοκό μια περιοχή με θετικές τάσεις (δηλαδή μία εφελκυστική ζώνη, στο
Σχήμα 7.1.1-1c) για θετικές τιμές z) και μια άλλη με αρνητικές τάσεις (δηλαδή θλιπτική
ζώνη, στο Σχήμα 7.1.1-1c) για αρνητικές τιμές z).

Η μέγιστη εφελκυστική ή θλιπτική τάση στη διατομή εμφανίζεται στα σημεία που έχουν τη
μέγιστη απόσταση z max από τον y-άξονα, ενώ μηδενίζεται στα σημεία του άξονα y (όπου
ισχύει z = 0 ).

Η γραμμή του επιπέδου της διατομής για την οποία μηδενίζεται η ορθή τάση ονομάζεται
ουδέτερη γραμμή και αποκτά ιδιαίτερη σημασία στη λοξή κάμψη.

Η σχέση των ορθών τάσεων που προκύπτουν κατά την απλή κάμψη διατυπώνεται συχνά και
στη μορφή
Ανάλυση ορθών τάσεων 99

M y (x ) M y (x )
σ x (x ) = z =
Iy Iy (7.1.1-6)
z

οπότε ισχύει για τη μέγιστη τάση σε κάποια διατομή η σχέση

M y (x ) M y (x )
σ x, max = =
⎛ Iy ⎞ Wy (7.1.1-7)
⎜ ⎟
⎜z ⎟
⎝ max ⎠

όπου το μέγεθος Wy χαρακτηρίζεται ως ροπή αντίστασης της διατομής.

Τα μεγέθη Iy (ροπή αδράνειας επιφάνειας ως προς τον y-άξονα) και Wy (ροπή


αντίστασης επιφάνειας ως προς τον y-άξονα) εξαρτώνται αποκλειστικά από τη γεωμετρική
μορφή της επιφάνειας της διατομής της δοκού.

Η ανάλυση και περιγραφή των μεγεθών αυτών γίνεται στο παράρτημα Π.

Οι ορθές τάσεις που προκύπτουν από την καμπτική ροπή M y (x ) δεν πρέπει να δημιουργούν
πέραν της καμπτικής ροπής M y (x ) , σύμφωνα με τη σχέση (7.1.1-3), κάποια αξονική
δύναμη F ή κάποια άλλη ροπή ως προς τον άξονα z. Πράγματι ισχύει

F = ∫∫ σ x dA = ∫∫ E m z dA = E m ∫∫ z dA = 0 (7.1.1-8)

M z = ∫∫ y σ x dA = ∫∫ y E m z dA = E m ∫∫ y z dA = 0 (7.1.1-9)

καθότι η στατική ροπή στη σχέση (7.1.1-8) μηδενίζεται ως προς το κέντρο βάρους της
επιφάνειας της διατομής, οπότε ισχύει

Sy = ∫∫ z dA = 0

και η φυγόκεντρη ροπή αδράνειας στη σχέση (7.1.1-9) μηδενίζεται επίσης λόγω του κύριου
συστήματος αξόνων και συνεπώς ισχύει

I yz = ∫∫ y z dA = 0
100 Κάμψη δοκών

Παράδειγμα απλής κάμψης δοκού λόγω M y (x )

Δίδονται: δοκός, P, L , ορθογωνική διατομή (b × h ) .


Ζητούνται: η μέγιστη ορθή εφελκυστική και θλιπτική τάση.

Ax

Az Bz

Η δοκός φορτίζεται σε απλή κάμψη και σε διάτμηση. Οι ορθές τάσεις που εμφανίζονται στη
δοκό προκύπτουν από την καμπτική ροπή M y (x ) , η οποία στο παράδειγμα είναι στη
διεύθυνση του y-άξονα και προκύπτει από το φορτίο P.

Για την ανάλυση των τάσεων ενδείκνυται να ακολουθηθούν τα βήματα:

α) Ανάλυση στοιχείων επιφάνειας διατομής


β) Προσδιορισμός των αντιδράσεων
γ) Προσδιορισμός των εσωτερικών δυνάμεων (Μ, Ν, Q)
δ) Διαγράμματα εσωτερικών δυνάμεων και
ε) Διερεύνηση για τη μέγιστη ορθή τάση

τα οποία περιγράφονται στη συνέχεια πιο αναλυτικά.

α) Ανάλυση στοιχείων επιφάνειας διατομής

Πριν ξεκινήσει οποιαδήποτε ανάλυση στη δοκό πρέπει να ληφθεί υπόψη η διατομή της δοκού
και να ορισθούν

• το κέντρο βάρους S της επιφάνειας της διατομής, καθώς και


• το κύριο σύστημα αξόνων, προσδιορίζοντας συγχρόνως και τις κύριες ροπές αδράνειας.

Στο παράδειγμα που δίδεται η διατομή είναι ορθογωνική και έχει συνεπώς δύο άξονες
συμμετρίας, οπότε η θέση του κέντρου βάρους S είναι αυτομάτως καθορισμένη ως σημείο
τομής των αξόνων συμμετρίας και οι άξονες συμμετρίας είναι συγχρόνως κύριοι άξονες.

β) Προσδιορισμός αντιδράσεων

∑ Fix = 0 ⇔ Ax = 0
1
∑ Fiz = 0 ⇔ A z + Bz − P = 0 άρα A z = P − Bz =
3
P
2
∑ Miy,A = 0 ⇔ Bz 3L − P 2L = 0 άρα Bz = P
3
Ανάλυση ορθών τάσεων 101

γ) Προσδιορισμός εσωτερικών φορτίων (M, N, Q )

Η δοκός πρέπει να χωρισθεί σε δύο περιοχές

Ιη περιοχή 0 ≤ x ≤ 2L

M y (x ) M y (x )

N x (x ) N x (x )

Az Q z (x ) Q z (x ) Bz

Με τις συνθήκες ισορροπίας π.χ. στο αριστερό τμήμα της δοκού προκύπτουν οι σχέσεις

N x , I (x ) = 0
1
Q z , I (x ) − A z = 0 άρα Q z , I (x ) = A z = P
3
M y, I (x ) − A z x = 0 1
άρα M y , I (x ) = A z x = P x
3

ΙΙη περιοχή 2L ≤ x ≤ 3L

M y (x ) M y (x )

N x (x ) N x (x )

Az Q z (x ) Q z (x ) Bz

Απομακρύνοντας το δεξιό τμήμα της δοκού και μεταφέροντας δυνάμεις και ροπές του
τμήματος αυτού στη θέση x για να παραμείνει το αριστερό τμήμα σε ισορροπία προκύπτουν
άμεσα οι εσωτερικές δυνάμεις

N x , II (x ) = 0
2
Q z, II (x ) = −Bz = − P
3
2
M y, II (x ) = Bz (3L − x ) = P (3L − x )
3
102 Κάμψη δοκών

δ) Διαγράμματα εσωτερικών δυνάμεων

Q z, II (x )
2
P
3

1
Q z (x ) P
Q z, I (x ) 3

M y (x )
M y, I (x ) M y, II (x )
M y, max

ε) Προσδιορισμός μέγιστης ορθής τάσης

Όπως αναφέρθηκε πρόκειται για απλή κάμψη και οι ορθές τάσεις προσδιορίζονται από τη
σχέση

M y (x )
σ x (x, z ) = z
Iy

Όπου Iy είναι η ροπή αδράνειας της διατομής ως προς τον y-άξονα, η οποία στο
παράδειγμα εδώ έχει την ίδια τιμή σε όλο το μήκος της δοκού, καθότι δεν μεταβάλλεται η
επιφάνεια της διατομής της δοκού.

Η διερεύνηση επομένως για τη μέγιστη ορθή τάση στηρίζεται αρχικά στην κατανομή της
καμπτικής ροπής M y (x ) , από όπου προκύπτει σε ποιά θέση x εμφανίζεται η μέγιστη τάση
και κατόπιν στη μεταβλητή z, δηλαδή σε ποιό σημείο της διατομής (γραμμική κατανομή
τάσεων ως προς z).

Από την κατανομή της M y (x ) προκύπτει ότι η μέγιστη καμπτική ροπή εμφανίζεται στη
θέση x = 2L , εκεί ισχύει δηλαδή

2
M y,I (x = 2L ) = M y,II (x = 2L ) = M y,max = PL
3

Οπότε λαμβάνοντας υπόψη και τη μέγιστη απόσταση z max των σημείων της διατομής
προκύπτει

M y,max ⎛ h ⎞
σ x, max1 = ⎜ ⎟ εφελκυστική
Iy ⎝ 2 ⎠
Ανάλυση ορθών τάσεων 103

M y,max ⎛ h ⎞
σ x, max2 = ⎜− ⎟ θλιπτική
Iy ⎝ 2 ⎠

b h3
όπου για τη ροπή αδράνειας ορθογωνικής διατομής ισχύει I y =
12

σ x , max 2 σ x , max 2

σ x , max 1 σ x , max 1

Σχήμα a) Διατομή της δοκού


b) Κατανομή ορθών τάσεων ως προς z

7.1.2 Απλή κάμψη - Ορθές τάσεις λόγω καμπτικής ροπής M z (x )

Για τον προσδιορισμό των ορθών τάσεων που προκύπτουν από την καμπτική ροπή M z (x )
πρέπει πάλι να διατυπωθούν οι παραμορφώσεις, από τις οποίες με το νόμο HOOKE μπορούν
να προσδιορισθούν οι ορθές τάσεις.

Στην περίπτωση αυτή η ορθή παραμόρφωση ε x (y ) σε κάποια θέση x δίδεται από τη


σχέση

ε x (y ) = m y (7.1.2-1)

καθότι πρόκειται μόνο για μια περιστροφή της διατομής ως προς τον άξονα z,
Σχήμα 7.1.2-1b).
104 Κάμψη δοκών

σ x (y )
ε x (y )
M z (x )

ε x (y )

M z (x ) σ x (y )
σx = 0

Σχήμα 7.1.2-1. a) Καταπόνηση δοκού λόγω M z (x )


b) Ορθή παραμόρφωση λόγω M z (x )
c) Ορθές τάσεις λόγω M z (x )

Με τις ορθές παραμορφώσεις (7.1.2-1) και με το νόμο HOOKE όπου σ y = σz = 0 ,


προκύπτουν οι ορθές τάσεις

σ x ( y ) = E ε x (y ) = E m y (7.1.2-2)

Ολοκληρώνοντας τις στοιχειώδεις ροπές που προκαλούνται από την κατανομή των ορθών
τάσεων σε ολόκληρη τη διατομή προκύπτει η καμπτική ροπή M z (x ) που επιδρά στη
διατομή

M z (x ) = − ∫∫ y σ x (z ) dA = − ∫∫ E m y 2 dA = − E m ∫∫ y 2 dA (7.1.2-3)
A A A

Το ολοκλήρωμα

2
∫∫ y dA = I z
A

παριστάνει τη ροπή αδράνειας της διατομής ως προς τον z-άξονα, και έτσι προκύπτει για το
γινόμενο E m η σχέση

Mz
Em=− (7.1.2-4)
Iz
Ανάλυση ορθών τάσεων 105

οπότε λαμβάνοντας υπόψη τις σχέσεις (7.1.2-2) και (7.1.2-4) προκύπτει η ορθή τάση

M z (x )
σ x (z ) = − y (7.1.2-5)
Iz

η οποία μεταβάλλεται στη διατομή γραμμικά ως προς y.

Παράδειγμα απλής κάμψης δοκού, λόγω M z (x )

Δίδονται: Δοκός, Py , L , ορθογωνική διατομή (b × h ) .


Ζητούνται: Η μέγιστη ορθή εφελκυστική και θλιπτική τάση

Py
M zA
Py Py
Ax
Ay

α) Ανάλυση στοιχείων επιφάνειας διατομής

Η διατομή είναι ορθογωνική, έχει επομένως δύο άξονες συμμετρίας, οπότε το κέντρο βάρους
της επιφάνειας της διατομής S είναι το σημείο τομής των αξόνων και οι άξονες συμμετρίας
είναι κύριοι άξονες.

β) Προσδιορισμός αντιδράσεων

∑ Fix = 0 ⇔ Ax = 0

∑ Fiy = 0 ⇔ A y − Py = 0 άρα A y = Py

∑ Miz,A = 0 ⇔ M zA − Py L = 0 άρα M zA = Py L
106 Κάμψη δοκών

γ) Προσδιορισμός εσωτερικών δυνάμεων

x-y επίπεδο

Py
M zA M z (x ) M z (x )

N x (x ) N x (x )

Ay Q y (x ) Q y (x )

Παρατήρηση: Στην ιδεατή τομή του σχήματος έχουν σχεδιασθεί οι θετικές


κατευθύνσεις των εσωτερικών φορτίων στο x – y επίπεδο.

Από το μοντέλο μεταφοράς δυνάμεων και ροπών, βλ. κεφάλαιο 5.5, προκύπτουν στη θέση x
της ιδεατής τομής εάν απομακρυνθεί το δεξιό τμήμα της δοκού οι εσωτερικές δυνάμεις

N x (x ) = 0

Q y (x ) = Py

M z (x ) = Py (L − x )

δ) Διαγράμματα εσωτερικών δυνάμεων

Py
Q y (x )

M z (x ) M z (x ) = Py (L − x )

ε) Διερεύνηση ορθών τάσεων

Πρόκειται για απλή κάμψη λόγω της καμπτικής ροπής M z (x ) . Η ορθή τάση προκύπτει από
τη σχέση

M z (x )
σ x (x, z ) = − y γραμμική κατανομή ως προς y
Iz

όπου η ροπή αδράνειας I z ως προς τον z-άξονα είναι σταθερή σε όλο το μήκος της δοκού.
Ανάλυση ορθών τάσεων 107

Η καμπτική ροπή M z (x ) καθορίζει επομένως σε ποιά θέση x, ενώ η συντεταγμένη y


καθορίζει μετά σε ποιό σημείο της διατομής, θα εμφανισθεί η μέγιστη ορθή τάση.

Όπως προκύπτει και από την κατανομή της καμπτικής ροπής για τη μέγιστη τιμή ισχύει

M z,max (x = 0 ) = M z (x = 0) = Py L

οπότε προκύπτουν οι μέγιστες ορθές τάσεις στην πάκτωση της δοκού

M z, max ⎛ b ⎞
σ x, max1 = − ⎜− ⎟ μέγιστη εφελκυστική
Iz ⎝ 2 ⎠

M z, max ⎛ b ⎞
σ x, max2 = − ⎜ ⎟ μέγιστη θλιπτική
Iz ⎝ 2 ⎠

Για τη ροπή αδράνειας ισχύει

h b3
Iz =
12

Η κατανομή των ορθών τάσεων παριστάνεται στο ακόλουθο σχήμα, όπου ο άξονας z
αποτελεί στην περίπτωση αυτή την ουδέτερη γραμμή

Py
σ x ,max1 σ x ,max1

σ x ,max 2 σ x ,max 2

Κατανομή ορθών τάσεων στην πάκτωση


108 Κάμψη δοκών

7.1.3 Λοξή κάμψη - Ορθές τάσεις λόγω M y (x ) και M z (x )

Στα προηγούμενα κεφάλαια έχει γίνει ο προσδιορισμός των ορθών τάσεων για καθένα από τα
φορτία M y (x ) και M z (x ) χωριστά. Χρησιμοποιώντας την αρχή της επαλληλίας μπορούν
να προσδιορισθούν οι ορθές τάσεις λόγω σύνθετης καταπόνησης από τη σχέση

M y (x ) M z (x )
σ x ( x , y, z ) = z− y (7.1.3-1)
Iy Iz

( )
σx M y σ x (M z )

( )
σx M y , Mz = 0

(
σx M y , Mz )

Σχήμα 7.1.3-1. a) Ορθές τάσεις λόγω M y (x )


b) Ορθές τάσεις λόγω M z (x )
c) Ορθές τάσεις λόγω M y (x ) και M z (x )

Όταν εμφανίζεται μόνο απλή κάμψη, π.χ. όταν ισχύει

My ≠ 0 , Mz = 0

τότε στη σχέση (7.1.3-1) παραμένει μόνο το μέλος με την καμπτική ροπή M y (x ) και η
κατανομή των ορθών τάσεων είναι σύμφωνα με το Σχήμα 7.1.3-1a).
Ανάλυση ορθών τάσεων 109

Στην περίπτωση αυτή ενδιαφέρουν ιδιαίτερα τα σημεία όπου η ορθή τάση παίρνει μέγιστες
τιμές. Τα σημεία αυτά προκύπτουν από τη σχέση

M y (x ) M y (x ) M y (x )
σ x , max = z max = =
Iy ⎛ Iy ⎞ Wy (7.1.3-2)
⎜⎜ ⎟⎟
⎝ z max ⎠

όπου Wy συμβολίζει τη ροπή αντίστασης της επιφάνειας της διατομής ως προς τον
y-άξονα.

Στην περίπτωση της λοξής κάμψης, όπου το διάνυσμα της καμπτικής ροπής δεν συμπίπτει με
κάποιον από τους κύριους άξονες, η ροπή αντίστασης χάνει πλέον τη σημασία της και για να
υπολογισθούν οι μέγιστες ορθές τάσεις πρέπει να βρεθεί το σημείο με τη μέγιστη απόσταση
από την ουδέτερη γραμμή.

Ως ουδέτερη γραμμή ορίζεται η γραμμή του y-z-επιπέδου της διατομής για την οποία
μηδενίζονται οι ορθές τάσεις.

Έτσι προκύπτει από τη σχέση

M y (x ) M z (x )
σ x ( y, z ) = z− y=0 (7.1.3-3)
Iy Iz

η εξίσωση της ουδέτερης γραμμής

M z (x ) I y
z= y (7.1.3-4)
M y (x ) I z

Για τον προσδιορισμό των σημείων όπου εμφανίζεται η μέγιστη ορθή τάση είναι αρκετό να
προσδιορισθεί μόνο η κλίση της ουδέτερης γραμμής. Έχοντας την κλίση της ουδέτερης
γραμμής και ιδιαίτερα το πρόσημο της κλίσης (θετικό ή αρνητικό) είναι αρκετό για να
προσδιορισθούν τα πλέον απομακρυσμένα σημεία από την ουδέτερη γραμμή, οι
συντεταγμένες των οποίων πρέπει να χρησιμοποιηθούν για τον προσδιορισμό των ορθών
τάσεων σύμφωνα με τη σχέση (7.1.3-1).
110 Κάμψη δοκών

Παράδειγμα λοξής κάμψης δοκού, λόγω M y (x ) και M z (x )

Δίδονται: δοκός, Py , Pz , L, ορθογωνική διατομή (b × h ) .


Ζητούνται: η μέγιστη ορθή εφελκυστική και θλιπτική τάση.

Pz Pz Pz

Py Py
Py

Pz Py
M yA M zA

Ax

Az Ay

α) Ανάλυση στοιχείων επιφάνειας διατομής

Η διατομή είναι ορθογωνική, έχει επομένως δύο άξονες συμμετρίας, οπότε το κέντρο βάρους
της επιφάνειας της διατομής S είναι το σημείο τομής των αξόνων και οι άξονες συμμετρίας
είναι κύριοι άξονες.

β) Προσδιορισμός αντιδράσεων

x-z επίπεδο

∑ Fix = 0 ⇔ Ax = 0
∑ Fiz = 0 ⇔ A z − Pz = 0 άρα A z = Pz
∑ Miy,A = 0 ⇔ M yA − Pz L = 0 άρα M yA = Pz L

x-y επίπεδο

∑ Fiy = 0 ⇔ A y − Py = 0 άρα A y = Py
∑ Miz,A = 0 ⇔ M zA − Py 2L = 0 άρα M zA = Py 2L
Ανάλυση ορθών τάσεων 111

γ) Προσδιορισμός εσωτερικών φορτίων

x-z επίπεδο 0 ≤ x ≤ L

Pz
M yA M y (x ) M y (x )

N x (x ) N x (x )

Az Q z (x ) Q z (x )

Στην ιδεατή τομή στη θέση x προκύπτουν τα εσωτερικά φορτία από τις σχέσεις (βλ.
κεφάλαιο 5.4)

N x (x ) = 0
Q z (x ) − A z = 0 άρα Q z (x ) = A z = Pz
M y (x ) + M yA − A z x = 0 άρα M y (x ) = A z x − M yA = −Pz (L − x )

Για την περιοχή L ≤ x ≤ 2L δεν υπάρχουν φορτία.

x-y επίπεδο 0 ≤ x ≤ 2L

M zA M z (x ) M z (x )

N x (x ) N x (x )

Ay
Q y (x ) Q y (x )

Τα εσωτερικά φορτία στη θέση x για το x-y επίπεδο προκύπτουν απομακρύνοντας π.χ. το
δεξιό τμήμα της δοκού, από τις σχέσεις

N x (x ) = 0
Q y (x ) = Py
M z (x ) = Py (2L − x )
112 Κάμψη δοκών

δ) Διαγράμματα εσωτερικών φορτίων

Q z (x ) Pz Q y (x ) Py

M y (x ) M z (x )

ε) Διερεύνηση ορθών τάσεων

Επειδή εμφανίζονται M y (x ) και M z (x ) πρόκειται για λοξή κάμψη. Η ορθή τάση


προκύπτει από τη σχέση

M y (x ) M z (x )
σ x (x, y, z ) = z− y
Iy Iz

Οι ροπές αδράνειας I y και I z είναι σταθερές σε όλο το μήκος της δοκού, καθότι δεν
b h3 h b3
υπάρχει μεταβολή της διατομής και ισχύει I y = , Iz = .
12 12

Παρατήρηση: Η διερεύνηση για τη θέση x στην οποία εμφανίζονται οι μέγιστες ορθές


τάσεις, γίνεται συνήθως υπολογίζοντας τις τάσεις σε θέσεις που προκύπτουν από τα
διαγράμματα των καμπτικών ροπών και συγκρίνονται μετά οι τιμές μεταξύ τους, δεν
γίνεται δηλαδή ζητώντας τις ακραίες τιμές της συνάρτησης τάσης, μηδενίζοντας την
πρώτη παράγωγο για τον υπολογισμό της θέσης x, καθότι η συνάρτηση της τάσης δεν
εμφανίζει απαραίτητα οριζόντια εφαπτομένη στην περιοχή της δοκού.

Από την κατανομή των καμπτικών ροπών M y (x ) , M z (x ) προκύπτει ότι η μέγιστη ορθή
τάση θα εμφανίζεται στην πάκτωση.

Για τον προσδιορισμό σε ποιό σημείο της διατομής θα εμφανισθεί η μέγιστη ορθή τάση
πρέπει να προσδιορισθεί η κλίση της ουδέτερης γραμμής για να βρεθούν τα πιο
απομακρυσμένα σημεία από τη γραμμή αυτή.

Μηδενίζοντας τη σχέση για τις ορθές τάσεις

M y (x ) M z (x )
σ x (x, y, z ) = z− y=0
Iy Iz

προκύπτει η ουδέτερη γραμμή


Ανάλυση ορθών τάσεων 113

M z (x ) Iy
z = y
M y (x ) Iz

η κλίση της οποίας εξαρτάται αποκλειστικά από το πρόσημο, θετικό ή αρνητικό, των
καμπτικών ροπών, καθότι οι ροπές αδράνειας είναι πάντα θετικές.

Στο παράδειγμα αυτό ισχύει για τη θέση όπου ζητούνται οι μέγιστες ορθές τάσεις

M y (x = 0 ) = − Pz L < 0
M z (x = 0 ) = Py 2L > 0

οπότε η κλίση της ουδέτερης γραμμής είναι αρνητική και η ουδέτερη γραμμή θα διέρχεται
από το 2ο και 4ο τεταρτημόριο, βλ. Σχήμα.

B(y B , z B )

A (y A , z A )

Με τη διερεύνηση που έγινε με τη βοήθεια της ουδέτερης γραμμής, έχουν προσδιορισθεί τα


σημεία A (y A , z A ) και B (y B , z B ) τα οποία είναι τα σημεία με τη μέγιστη απόσταση από
την ουδέτερη γραμμή και στα οποία εμφανίζονται οι μέγιστες ορθές τάσεις, συνήθως στο ένα
από αυτά η μέγιστη εφελκυστική και στο άλλο η μέγιστη θλιπτική.

Οι συντεταγμένες των σημείων (y A , z A ) και (y B , z B ) είναι οι τιμές που πρέπει να


αντικατασταθούν στη σχέση των τάσεων, οπότε προκύπτει για το κάθε σημείο και μία τιμή
για την ορθή τάση, όπως

M y (x = 0 ) M z (x = 0 )
σ x, A (x = 0, y = y A , z = z A ) = zA − yA μέγιστη θλιπτική
Iy Iz

M y (x = 0 ) M z (x = 0 )
σ x, B (x = 0, y = y B , z = z B ) = zB − yB μέγιστη εφελκυστική
Iy Iz

Η κατανομή των ορθών τάσεων περιγράφεται με ένα επίπεδο στο χώρο, το οποίο τέμνει το
επίπεδο της διατομής κατά μήκος της ουδέτερης γραμμής.
114 Κάμψη δοκών

πάκτωση δοκού
Pz
Β

ουδέτερη γραμμή
Py
y
Α y x
z
z
Ορθές τάσεις στην πάκτωση της δοκού

7.1.4 Ορθές τάσεις στη σύνθετη καταπόνηση εφελκυσμού / θλίψης και κάμψης

Κατά την ανάλυση των φορτίσεων της δοκού, όπως έχει ήδη διατυπωθεί και στο κεφάλαιο 5,
η ορθή τάση προκύπτει λόγω αξονικών φορτίων και καμπτικών ροπών, είναι δηλαδή
συνάρτηση των φορτίων αυτών και ισχύει

(
σx = σx Nx , M y , Mz )
Η σύνθεση των ορθών τάσεων λόγω των καμπτικών ροπών M y και M z έχει γίνει ήδη με
την ανάλυση της λοξής κάμψης.

Για τη σύνθεση των τάσεων που προκύπτουν από αξονικές δυνάμεις και καμπτικές ροπές
αρκεί να προστεθούν οι σχέσεις που ισχύουν για την κάθε μια φόρτιση, καθότι οι ορθές
τάσεις από όλα αυτά τα φορτία διατομής έχουν την ίδια διεύθυνση.

Λαμβάνοντας υπόψη τη σχέση (6.1-5) για τις τάσεις λόγω αξονικών φορτίων N x (x ) και τη
σχέση (7.1.3-1) για τις τάσεις λόγω των καμπτικών ροπών M y (x ) και M z (x ) προκύπτει η
συνολική τάση

N x (x ) M y (x ) M (x )
σ x (x, y, z ) = + z− z y (7.1.4-1)
A Iy Iz

όπου η μεταβλητή x καθορίζει τη θέση της διατομής στη δοκό και οι μεταβλητές y, z
καθορίζουν ένα σημείο στη διατομή αυτή.

Για τον προσδιορισμό επομένως της μέγιστης τάσης, πρέπει πρώτα να γίνει διερεύνηση σε
ποιά θέση x εμφανίζεται η μέγιστη τάση και μετά σε ποιό σημείο της διατομής αυτής (με
τις συντεταγμένες y και z).

Παρατήρηση: Όταν η αξονική δύναμη N x (x ) δεν διέρχεται από το κέντρο βάρους S


της διατομής, τότε δημιουργούνται επιπλέον καμπτικές ροπές λόγω N x (x ) οι οποίες
βέβαια πρέπει να ληφθούν υπόψη στον υπολογισμό των καμπτικών ροπών της διατομής,
βλ. πίνακα 7-1.
Ανάλυση ορθών τάσεων 115

Παράδειγμα σύνθετης καταπόνησης, θλίψης και κάμψης

Δίδονται: Δοκός, κατανεμημένο φορτίο q, Px , L, ορθογωνική διατομή (b × h ) .


Ζητούνται: Μέγιστες ορθές τάσεις (εφελκυστική και θλιπτική).

Px Px
Px

Το κατανεμημένο φορτίο q προκαλεί διατμητικές δυνάμεις Q z (x ) και καμπτική ροπή


M y (x ) .

Η δύναμη Px προκαλεί

• θλίψη
h
• σταθερή καμπτική ροπή M yo = Px και
2
b
• σταθερή καμπτική ροπή M zo = Px
2

Συνολικά εμφανίζεται επομένως μία σύνθετη καταπόνηση, δηλαδή

• διάτμηση η οποία δημιουργεί διατμητικές τάσεις


• θλίψη, δημιουργώντας ορθές τάσεις και
• λοξή κάμψη, δημιουργώντας επίσης ορθές τάσεις.

Στο παράδειγμα εδώ θα γίνει μόνο η ανάλυση των ορθών τάσεων και θα συνδεθούν τα
αποτελέσματα των ορθών τάσεων που προκύπτουν από τη θλίψη και τις καμπτικές ροπές.

α) Ανάλυση στοιχείων επιφάνειας διατομής

Η διατομή είναι ορθογωνική, έχει επομένως δύο άξονες συμμετρίας, οπότε το κέντρο βάρους
της επιφάνειας της διατομής S είναι το σημείο τομής των αξόνων και οι άξονες συμμετρίας
είναι κύριοι άξονες.
116 Κάμψη δοκών

β) Προσδιορισμός αντιδράσεων

x-z επίπεδο x-y επίπεδο


h b
M yA q M yo = Px M zA M zo = Px
2 2

Ax x Px x
y z
Az L L
z y

x-z επίπεδο

∑ Fix = 0 ⇔ A x − Px = 0 άρα A x = Px
∑ Fiz = 0 ⇔ Az − q L = 0 άρα Az = q L
L L2
∑ Miy,A = 0 ⇔ M yA + M yo − q L =0 άρα M yA = q − M yo
2 2

x-y επίπεδο

∑ Miz,A = 0 ⇔ M zA − M zo = 0 άρα M zA = M zo

γ) Προσδιορισμός εσωτερικών φορτίων

x-z επίπεδο

M yA M y (x ) M y (x ) M yo

Ax N x (x ) N x (x ) Px

Az Qz (x ) Q z (x )

Σύμφωνα με το κεφάλαιο 5.5 απομακρύνοντας το δεξιό τμήμα προκύπτουν οι εσωτερικές


δυνάμεις

N x (x ) = −Px
Q z (x ) = q (L − x )

M y (x ) = M yo − q (L − x )
(L − x )
2
Ανάλυση ορθών τάσεων 117

x-y επίπεδο

M zA M z (x ) M z (x ) M zo

N x (x ) N x (x )

Q y (x ) Q y (x )

N x (x ) = 0
Q y (x ) = 0
M z (x ) = M zo

δ) Διαγράμματα εσωτερικών δυνάμεων

Px

N x (x )

Q z (x )

M y (x ) M yo M z (x ) M zo

ε) Προσδιορισμός ορθών τάσεων

Οι ορθές τάσεις προκύπτουν λόγω της αξονικής δύναμης Px και των καμπτικών ροπών
M y (x ), M z (x ) από τη σχέση

N x (x ) M y (x ) M (x )
σ x (x, y, z ) = + z− z y
A Iy Iz
118 Κάμψη δοκών

όπου συμβολίζουν

Α την επιφάνεια της διατομής (b × h )


b h3
Iy = τη ροπή αδράνειας επιφάνειας διατομής ως προς y,
12
h b3
Iz = τη ροπή αδράνειας επιφάνειας διατομής ως προς z
12

και είναι σταθερά σε όλο το μήκος της δοκού, καθότι δεν μεταβάλλεται η διατομή της δοκού.

Για τη διερεύνηση σε ποιά θέση x προκύπτουν οι μέγιστες τάσεις λαμβάνονται υπόψη τα


διαγράμματα

• N x (x ) , είναι σταθερή σε όλο το μήκος της δοκού


• M y (x ) , έχει τοπικά μέγιστα στη θέση x = 0 και x = L .
• M z (x ) , είναι σταθερή σε όλο το μήκος της δοκού.

Οι θέσεις επομένως που πρέπει να διερευνηθούν είναι x = 0 και x = L .

Παρατήρηση: Εάν θεωρηθούν οι τιμές M yo και M zo μικρές, καθότι προκαλούνται


h b
από την αξονική δύναμη Px και οι διαστάσεις και είναι πολύ πιο μικρές από
2 2
το μήκος της δοκού, τότε αρκεί να γίνει διερεύνηση των τάσεων στη θέση x = 0 .
Αυτό όμως μπορεί να βεβαιωθεί μόνο όταν υπάρχουν αριθμητικές τιμές για τα φορτία
Px και q καθώς και για τις διαστάσεις h, b και L.

Η διερεύνηση σε ποιά σημεία της διατομής θα εμφανισθούν οι μέγιστες τάσεις γίνεται με τη


βοήθεια της ουδέτερης γραμμής.

Για τον προσδιορισμό των σημείων αρκεί να ληφθεί υπόψη η κλίση μόνο της ουδέτερης
M z (x )
γραμμής, το πρόσημο της οποίας προκύπτει από το λόγο των καμπτικών ροπών .
M y (x )

Για την ουδέτερη γραμμή ισχύει η σχέση (εάν δεν ληφθεί υπόψη η αξονική δύναμη), βλ.
παράδειγμα κεφαλαίου 7.1.3,

M z (x ) Iy
z = y
M y (x ) Iz

(
οπότε η κλίση της είναι για τη θέση x = 0 αρνητική M y (x = 0 ) < 0, M z (x = 0 ) > 0 )
Ανάλυση ορθών τάσεων 119

B(y B , z B )

A (y A , z A )

Παρατήρηση: Εάν ληφθεί υπόψη και η αξονική δύναμη N x (x ) τότε μετατοπίζεται η


ουδέτερη γραμμή παράλληλα προς την γραμμή που έχει σχεδιασθεί λαμβάνοντας υπόψη
μόνο τις καμπτικές ροπές.

Άρα για τις μέγιστες ορθές τάσεις ισχύει

N x (x = 0 ) M y (x = 0 ) M (x = 0 )
σ x, A (x = 0, y A , z A ) = + yA − z zA
A Iz Iy

N x (x = 0 ) M y (x = 0 ) M (x = 0 )
σ x, B (x = 0, y B , z B ) = + yB − z zB
A Iz Iy

Οπότε αντικαθιστώντας τις τιμές των εσωτερικών δυνάμεων στη θέση x = 0 προκύπτει

L2
M yo − q σύμφωνα με τα διαγράμματα
P
σ x, A = − x + 2 h − M zo b
A Iy 2 Iz 2 μέγιστη θλιπτική

L2
M yo − q σύμφωνα με τα διαγράμματα
P
σ x, B = − x + 2 ⎛ − h ⎞ − M zo ⎛ − b ⎞
⎜ ⎟ ⎜ ⎟ μέγιστη εφελκυστική
A Iy ⎝ 2 ⎠ Iz ⎝ 2 ⎠
120 Κάμψη δοκών

7.2 Ανάλυση μετατοπίσεων

Η ανάλυση των μετατοπίσεων στη δοκό αναφέρεται μόνο στις μετατοπίσεις των σημείων του
άξονα της δοκού, δηλαδή των σημείων της ευθείας που συνδέει τα κέντρα βάρους των
επιφανειών των διατομών της δοκού (η δοκός θεωρείται ευθύγραμμη).

Οι συνιστώσες των μετατοπίσεων αυτών συμβολίζονται ως ακολούθως:

u (x ) μετατόπιση των σημείων του άξονα στην κατεύθυνση x


v (x ) μετατόπιση των σημείων του άξονα στην κατεύθυνση y
w (x ) μετατόπιση των σημείων του άξονα στην κατεύθυνση z

Pz

Py

Px

Σχήμα 7.2-1. Μετατοπίσεις των σημείων του άξονα δοκού

Η συνιστώσα u (x ) στην κατεύθυνση του x-άξονα έχει ήδη προσδιορισθεί στο κεφάλαιο
6.2, καθότι υπεύθυνη για την μετατόπιση αυτή είναι η αξονική δύναμη N x (x ) .

Οι συνιστώσες v(x ) και w (x ) αποτελούν τις μετατοπίσεις που προκύπτουν λόγω


διατμητικών δυνάμεων και καμπτικών ροπών και ονομάζονται βέλη κάμψης, η δε εκάστοτε
εξίσωση που περιγράφει τις μετατοπίσεις αυτές κατά μήκος του x-άξονα καλείται εξίσωση
ελαστικής γραμμής.

Η κάθε μία από τις μετατοπίσεις θα προσδιορισθεί στο επίπεδό της χωριστά όπως η

• v(x ) ελαστική γραμμή στο x-y επίπεδο και


• w (x ) ελαστική γραμμή στο x-z επίπεδο

οπότε εάν ζητείται σε κάποια θέση x = x o η συνολική μετατόπιση, πρέπει να συνδεθούν οι


επιμέρους μετατοπίσεις v(x o ) και w (x o ) διανυσματικά.
Ανάλυση μετατοπίσεων 121

7.2.1 Ελαστική γραμμή στο x-z επίπεδο

Η εγκάρσια μετατόπιση w (x ) , Σχήμα 7.2.1-1, των σημείων του άξονα προκαλείται κυρίως
από την καμπτική ροπή M y (x ) , επειδή η ροπή αυτή δημιουργεί κάποια καμπυλότητα στη
δοκό.

My

My

My > 0 My < 0

l l
<0 >0
R R

Σχήμα 7.2.1-1. Ορισμός προσήμων στο x-z επίπεδο

Σύμφωνα με τους κανόνες που χρησιμοποιήθηκαν μέχρι τώρα για τα πρόσημα στις ροπές
τονίζεται στη θέση αυτή στο x-z επίπεδο

1
• μία θετική καμπτική ροπή M y δημιουργεί αρνητική καμπυλότητα ρ = και
R
• μία αρνητική καμπτική ροπή M y δημιουργεί θετική καμπυλότητα ρ

όπως ακριβώς ορίζονται και στο Σχήμα 7.2.1-1, a) και b).

Παρατήρηση: Ο ορισμός των προσήμων που αναφέρθηκε για την καμπυλότητα ισχύει
μόνο για το x-z επίπεδο. Στο x-y επίπεδο οι θετικές καμπτικές ροπές M z (x )
δημιουργούν θετική καμπυλότητα, ενώ οι αρνητικές ροπές M z (x ) δημιουργούν
αρνητική καμπυλότητα ρ.

Ανεξάρτητα τώρα από τον ορισμό των θετικών ή αρνητικών ροπών και των καμπυλοτήτων
ισχύουν γενικά οι ακόλουθες σχέσεις, οι οποίες μπορούν εύκολα να επαληθευθούν με τη
βοήθεια του Σχήματος 7.2.1-2.
122 Κάμψη δοκών

My My

(1 + ε x ) ds

Σχήμα 7.2.1-2. Παραμόρφωση δοκού κατά την κάμψη

Το μήκος του άξονα της δοκού κατά την κάμψη παραμένει αμετάβλητο, ενώ μία ίνα σε
απόσταση z από τον άξονα επιμηκύνεται λόγω κάμψης, οπότε το μήκος της μεταβάλλεται
σύμφωνα με την σχέση

(1 + ε x (x )) ds = (R + z ) dφ (7.2.1-1)

Εάν στη σχέση (7.2.1-1) γίνει η αντικατάσταση ds = Rdφ τότε προκύπτει

ε x (x ) 1
= =ρ (7.2.1-2)
z R

Σύμφωνα με τη θεωρία της διαφορικής γεωμετρίας, για την καμπυλότητα ρ μιας επίπεδης
καμπύλης w (x ) ισχύει η σχέση

w ′′(x )
ρ=
[1 + w′ (x )]
2
3
2
(7.2.1-3)

Από την άλλη πλευρά για τις ορθές τάσεις σ x (x ) που προκύπτουν από την καμπτική ροπή
My(x) ισχύει η σχέση

M y (x )
σ x (x ) = z (7.2.1-4)
Iy

και επομένως για την ορθή παραμόρφωση η σχέση

ε x (x ) σ x (x ) M y (x )
= = (7.2.1-5)
z Ez EI y
Ανάλυση μετατοπίσεων 123

Συγκρίνοντας τις εξισώσεις (7.2.1-2), (7.2.1-3) και (7.2.1-5) προκύπτει, λαμβάνοντας


υπόψη και το πρόσημο για την καμπυλότητα (θετική ροπή προκαλεί αρνητική καμπυλότητα),
η γνωστή διαφορική εξίσωση της ελαστικής γραμμής

w ′′(x ) M y (x )
=−
[1 + w′ (x )] 3 EI y (7.2.1-6)
2 2

Η διαφορική εξίσωση (7.2.1-6) για τη μετατόπιση w (x ) (w(x) καλείται και βέλος


κάμψης, καθώς και βύθιση) δεν είναι γραμμική και η λύση της είναι συνδεδεμένη με πολλές
δυσκολίες. Επειδή όπως τονίσθηκε επανειλημμένα, οι μετατοπίσεις και οι παραμορφώσεις
είναι μικρές και ισχύει w ′2 << 1 , μπορεί να χρησιμοποιηθεί προσεγγιστικά η σχέση

M y (x )
w ′′(x ) = − (7.2.1-7)
EI y

Το γινόμενο EI y εκφράζει την αντίσταση που προβάλλει η δοκός στην κάμψη και
ονομάζεται μέτρο δυσκαμψίας της δοκού. Το μέτρο δυσκαμψίας εξαρτάται επομένως από το
υλικό (σταθερά Ε) και από τη ροπή αδράνειας I y της διατομής.

Η λύση της εξίσωσης (7.2.1-7) είναι εύκολη όταν είναι γνωστή η καμπτική ροπή M y (x ) .
Για τον προσδιορισμό της μετατόπισης w(x) πρέπει να γίνει ολοκλήρωση δύο φορές
διαδοχικά, πράγμα που σημαίνει ότι προκύπτουν δύο σταθερές C1 και C 2 κατά την
ολοκλήρωση. Οι σταθερές αυτές πρέπει να προσδιορισθούν από τις οριακές συνθήκες, οι
σπουδαιότερες των οποίων είναι:

y x w (x = 0 ) = 0 w ′(x = 0) = 0
z

y x w (x = 0 ) = 0 w ′′(x = 0) = 0

z (7.2.1-8)

y x w (x = 0 ) = 0 w ′′(x = 0) = 0

y x w ′′(x = 0) = 0 w ′′′(x = 0) = 0
z
124 Κάμψη δοκών

Στις οριακές αυτές συνθήκες σημαίνει:

w=0 το βέλος κάμψης μηδενίζεται

w′ = 0 η εφαπτομένη της ελαστικής γραμμής είναι οριζόντια

w ′′ = 0 M y (x ) = 0 σύμφωνα με την σχέση (7.2.1-7)

dM y (x )
w ′′′ = 0 Q z (x ) = 0 καθότι ισχύει = Q z (x )
dx

Στη θέση της εξίσωσης (7.2.1-7) μπορεί να χρησιμοποιηθεί (εάν δημιουργηθούν οι


παράγωγοι στην (7.2.1-7) προϋποθέτοντας ότι ισχύει EI y = σταθερό) και η σχέση

q (x )
w ′′′′(x ) = (7.2.1-9)
E Iy

Στην περίπτωση βέβαια που μπορεί να χρησιμοποιηθεί η διαφορική εξίσωση (7.2.1-9) δεν
είναι απαραίτητο να γνωρίζει κανείς την καμπτική ροπή M y (x ) αλλά κατά την ολοκλήρωση
προκύπτουν τέσσερις σταθερές C1 ... C 4 για τον προσδιορισμό των οποίων απαιτούνται
τέσσερις οριακές συνθήκες.

Παράδειγμα ελαστικής γραμμής στο x-z επίπεδο

Δίδονται: Δοκός κυκλικής διατομής διαμέτρου d, Ρ, L, E.


Ζητούνται: Να ορισθεί η ελαστική γραμμή και το βέλος κάμψης w(L) στη θέση που
επιδρά η δύναμη Ρ.

MA
E, I y E, I y
Ax

Az

α) Ανάλυση στοιχείων επιφάνειας διατομής

Η διατομή είναι κυκλική, οπότε το κέντρο του κύκλου είναι το κέντρο βάρους S της
διατομής και κάθε άξονας που διέρχεται από το S είναι κύριος άξονας.

β) Προσδιορισμός αντιδράσεων

∑ Fix = 0 ⇔ Ax = 0
∑ Fiz = 0 ⇔ Az − P = 0 άρα Az = P
∑ Miy,A = 0 ⇔ MA − P L = 0 άρα MA = P L
Ανάλυση μετατοπίσεων 125

γ) Προσδιορισμός εσωτερικών δυνάμεων (καμπτικών ροπών)

P
Az Q z (x ) Q z (x )

D D
MA
x M y (x ) M y (x ) (L-x)

Με τη μέθοδο τομών προκύπτει για την καμπτική ροπή η σχέση

M y (x ) = − P (L − x )

δ) Διαγράμματα καμπτικών ροπών x


M y (x )

ε) Ανάλυση μετατοπίσεων – ελαστική γραμμή

Για τη διαφορική εξίσωση της ελαστικής γραμμής ισχύει

M y (x ) P
w ′′(x ) = − = (L − x )
E Iy E Iy

Επειδή ισχύει E I y = σταθερό κατά μήκος της δοκού μπορεί να γίνει η ολοκλήρωση ως προς
x και προκύπτει

P ⎛ 2⎞
w ′(x ) = ⎜ L x − x ⎟ + C1 και
E Iy ⎜ 2 ⎟⎠

P ⎛ x 2 x3 ⎞
w (x ) = ⎜L − ⎟ + C1 x + C 2
E Iy ⎜ 2 6 ⎟⎠

Οι οριακές συνθήκες είναι σύμφωνα με τη στήριξη της δοκού

w (x = 0 ) = 0

w ′(x = 0 ) = 0

Με τις συνθήκες αυτές προκύπτει C1 = 0 , C 2 = 0 οπότε η μετατόπιση w(x) παίρνει τη


μορφή
126 Κάμψη δοκών

P ⎛ x 2 x3 ⎞
w (x ) = ⎜L − ⎟
E Iy ⎜ 2 6 ⎟⎠

Τοποθετώντας στη σχέση αυτή x = L προκύπτει το βέλος κάμψης (βύθιση) στο σημείο που
επιδρά η δύναμη P.

P ⎛ L3 L3 ⎞ 1 P L3
w (x = L ) = ⎜ − ⎟=
E Iy ⎜ 2 6 ⎟⎠ 3 E I y

7.2.2 Ελαστική γραμμή στο x-y επίπεδο

Σύμφωνα με τον ορισμό προσήμων καμπτικής ροπής και καμπυλότητας στο x-z επίπεδο,
ισχύει για το x-y επίπεδο

• μία θετική καμπτική ροπή M z (x ) δημιουργεί θετική καμπυλότητα,


• μία αρνητική καμπτική ροπή M z (x ) δημιουργεί αρνητική καμπυλότητα
Mz

x v(x) x
z z
Mz v(x)
y y

z x z x

Mz > 0 Mz < 0

l l
>0 <0
R R

y y
a) b)

Σχήμα 7.2.2-1. Ορισμός προσήμων στο x-y επίπεδο

Αντίστοιχα με την ανάλυση για την καμπυλότητα στο x-z επίπεδο προκύπτει στο x-y
επίπεδο η διαφορική εξίσωση για την ελαστική γραμμή (σύμφωνα με τη σχέση 7.2.1-7)

M z (x )
v′′(x ) = (7.2.2-1)
E Iz

χωρίς το αρνητικό πρόσημο καθότι η καμπυλότητα v′′(x ) στο επίπεδο αυτό έχει το ίδιο
πρόσημο με την καμπτική ροπή M z (x ) .
Ανάλυση μετατοπίσεων 127

Για τη λύση της διαφορικής εξίσωσης (7.2.2-1) πρέπει να γίνει δύο φορές ολοκλήρωση ως
προς τη μεταβλητή x, πράγμα που σημαίνει ότι προκύπτουν δύο σταθερές C1 και C 2 , οι
οποίες πρέπει να προσδιορισθούν από τις οριακές συνθήκες του προβλήματος. Όπως στο x-z
επίπεδο, έτσι και στο x-y επίπεδο οι βασικότερες οριακές συνθήκες είναι

v (x = 0 ) = 0 v′(x = 0 ) = 0

v (x = 0 ) = 0 v′′(x = 0) = 0

v (x = 0 ) = 0 v′′(x = 0) = 0

v′′(x = 0) = 0 v′′′(x = 0) = 0

Στις οριακές αυτές συνθήκες σημαίνει:

v=0 το βέλος κάμψης μηδενίζεται

v′ = 0 η εφαπτομένη της ελαστικής γραμμής είναι οριζόντια

v′′ = 0 η καμπτική ροπή M z μηδενίζεται

v′′′ = 0 η διατμητική δύναμη Q y μηδενίζεται

Όταν πρόκειται για προβλήματα, όπου εμφανίζονται φορτία που προκαλούν καμπτική ροπή
μόνο ως προς τον ένα άξονα, τότε επιλέγεται συνήθως το σύστημα συντεταγμένων έτσι ώστε
η ελαστική γραμμή να δημιουργείται στο x-z επίπεδο και έτσι αρκεί η ανάλυση που έχει
γίνει στο κεφάλαιο 7.2.1.

Η ανάλυση της ελαστικής γραμμής στο x-y επίπεδο, έχει μόνο τότε σημασία, όταν
εμφανίζονται καμπτικές ροπές ως προς τον y- και z- άξονα συγχρόνως και απαιτείται ο
προσδιορισμός της συνολικής μετατόπισης. Στην περίπτωση αυτή γίνεται η ανάλυση των
μετατοπίσεων, δηλαδή του βέλους κάμψης, σε κάθε επίπεδο χωριστά και αθροίζονται οι
μετατοπίσεις διανυσματικά για τον προσδιορισμό της συνολικής μετατόπισης σε τυχαία θέση
x της δοκού.

Η διαδικασία αυτή περιγράφεται στο επόμενο κεφάλαιο αναλυτικά και με τη βοήθεια ενός
παραδείγματος γίνεται η σύνθεση όλων των δυνατών μετατοπίσεων (αξονικής μετατόπισης
και μετατοπίσεων λόγω κάμψης).
128 Κάμψη δοκών

7.3 Στατικά αόριστα προβλήματα κάμψης δοκών

Σε στατικά αόριστα προβλήματα κατά την κάμψη δοκών, όπου δηλαδή δεν αρκούν οι
συνθήκες ισορροπίας για τον προσδιορισμό των αντιδράσεων στις στηρίξεις της δοκού,
πρέπει να προηγηθεί η λύση της αοριστίας για να είναι δυνατή η μετέπειτα ανάλυση τάσεων
και μετατοπίσεων στη δοκό.

Για την λύση της αοριστίας μπορούν να χρησιμοποιηθούν ως πρόσθετες εξισώσεις, όπως και
στα στατικά αόριστα προβλήματα δοκών που φορτίζονται σε εφελκυσμό και θλίψη,
εξισώσεις μετατοπίσεων οι οποίες στην κάμψη περιγράφουν τις βυθίσεις στη δοκό και
χαρακτηρίζονται ως ελαστικές γραμμές στο x-z και x-y επίπεδο.

Χρησιμοποιώντας τις συνθήκες ισορροπίας και τη διαφορική εξίσωση της ελαστικής γραμμής
σε στατικά αόριστα προβλήματα κάμψης δοκών, είναι δυνατόν να προσδιορισθούν οι
αντιδράσεις στις στηρίξεις μιας στατικά αόριστα στηριγμένης δοκού και στη συνέχεια να
ολοκληρωθεί η ανάλυση τάσεων και μετατοπίσεων.

Για τον προσδιορισμό των αντιδράσεων μπορεί είτε να χρησιμοποιηθεί άμεσα η ελαστική
γραμμή στο πρόβλημα που δίδεται, είτε να χωρισθεί το δεδομένο πρόβλημα με τη μέθοδο
της επαλληλίας σε περισσότερα επιμέρους, συνήθως στατικά ορισμένα προβλήματα τα
οποία συνδέονται μετά κατά τέτοιο τρόπο, ώστε να ξαναδημιουργούν το αρχικό πρόβλημα.

Στη συνέχεια θα περιγραφούν και οι δύο αυτοί τρόποι επίλυσης στατικά αόριστων
προβλημάτων με τη βοήθεια παραδειγμάτων.

7.3.1 Επίλυση στατικά αόριστων προβλημάτων κάμψης δοκών με τη βοήθεια


της ελαστικής γραμμής

Στο κεφάλαιο αυτό θα γίνει ο προσδιορισμός των αντιδράσεων στατικά αορίστων


προβλημάτων κάμψης, χρησιμοποιώντας την ελαστική γραμμή ως πρόσθετη εξίσωση, πέραν
των συνθηκών ισορροπίας της δοκού.

Για την επίτευξη του σκοπού αυτού εισάγονται οι αντιδράσεις αρχικά ως άγνωστοι στη σχέση
που περιγράφει την καμπτική ροπή κατά μήκος της δοκού, οπότε οι αντιδράσεις αυτές
εμφανίζονται και στη διαφορική εξίσωση της ελαστικής γραμμής, καθότι η καμπτική ροπή
συνδέεται άμεσα με την καμπυλότητα της ελαστικής γραμμής.

Επειδή οι τιμές των αντιδράσεων είναι σταθερές, μπορεί να γίνει η ολοκλήρωση της
διαφορικής εξίσωσης της ελαστικής γραμμής χωρίς προβλήματα και έτσι προκύπτει η
ελαστική γραμμή ως συνάρτηση των άγνωστων αντιδράσεων.

Οι σταθερές ολοκλήρωσης προσδιορίζονται ως γνωστό από τις οριακές συνθήκες. Λόγω των
στατικά αόριστων αντιδράσεων υπάρχουν επιπλέον οριακές συνθήκες ο αριθμός των οποίων
είναι ίσος με τον αριθμό των στατικά αορίστων αντιδράσεων. Έτσι οι επιπλέον οριακές
συνθήκες μαζί με τις συνθήκες ισορροπίας επιτρέπουν τον προσδιορισμό των αγνώστων
αντιδράσεων.
Στατικά αόριστα προβλήματα κάμψης δοκών 129

Ο συλλογισμός που περιγράφηκε ενδείκνυται να διατυπωθεί, για εκπαιδευτικούς καθαρά


λόγους, ως μια τυποποιημένη διαδικασία, καθότι εμφανίζεται συχνά η ίδια διαδικασία και σε
επόμενα κεφάλαια και γίνεται πιο εύκολα κατανοητή.

Στο παράδειγμα που ακολουθεί περιγράφονται τα βήματα της διαδικασίας αυτής για την
επίλυση ενός στατικά αόριστου προβλήματος.

Παράδειγμα

Δίδεται η δοκός του σχήματος η οποία έχει ένα βαθμό στατικής αοριστίας. Η δοκός
καταπονείται με την καμπτική ροπή M o και ζητούνται οι αντιδράσεις.

Mo MA Mo

Az Bz

MA M y (x ) M y (x ) Mo

Q z (x ) Q z (x )
Az Bz

Σχήμα 7.3.1-1. a) Στατικά αόριστη δοκός


b) Αντιδράσεις στη δοκό
c) Ιδεατή τομή στη θέση x

Η διαδικασία που αναφέρθηκε για την επίλυση ενός στατικά αόριστου προβλήματος κάμψης
χαρακτηρίζεται από τα βήματα που περιγράφονται στον ακόλουθο πίνακα.

Μετά την ολοκλήρωση της διαδικασίας για τον προσδιορισμό των αντιδράσεων της στατικά
αόριστα στηριγμένης δοκού, μπορεί να συνεχίσει, εφόσον ζητείται, η ανάλυση π.χ. τάσεων
και μετατοπίσεων και να έχει ολοκληρωθεί έτσι η επίλυση του προβλήματος.
130 Κάμψη δοκών

Πίνακας 7.3.1-1. Επίλυση στατικά αόριστων προβλημάτων με τη βοήθεια της


ελαστικής γραμμής

∑ Fix = 0 άρα Ax = 0
Διατύπωση συνθηκών ισορροπίας
1
στη συνολική δοκό
∑ Fiz = 0 άρα A z − Bz = 0
∑ Miy,A = 0 άρα M A − Bz L + M o = 0
Επιλογή αντίδρασης ως γνωστό
εξωτερικό φορτίο π.χ. Bz και Ax = 0
2 διατύπωση των υπόλοιπων A z = Bz
αντιδράσεων σε συνάρτηση της Bz M A = Bz L − M o
και των εξωτερικών φορτίων
Διατύπωση της καμπτικής ροπής
M y (x ) σε συνάρτηση των M y (x ) − M o + Bz (L − x ) = 0
3
εξωτερικών φορτίων M y (x ) = M o − Bz (L − x )
M o και Bz

EI y w ′′(x ) = − M y (x ) = − M o + Bz (L − x )
⎛ x 2 ⎞⎟
EI y w ′(x ) = −M o x + Bz ⎜ L x − +C
4
Διαφορική εξίσωση της Ελαστικής ⎜ 2 ⎟ 1
γραμμής και ολοκλήρωση ⎝ ⎠
x2 ⎛ x 2 x3 ⎞
EI y w (x ) = −M o + Bz ⎜ L − ⎟ + C1 x + C 2
2 ⎜ 2 6 ⎟⎠

w (x = 0) = 0 άρα C 2 = 0
w ′(x = 0 ) = 0 άρα C1 = 0
5 Οριακές συνθήκες
L3 L2
w (x = L ) = 0 άρα Bz − Mo =0
3 2

Προσδιορισμός 3 Mo
6 Bz =
της αντίδρασης Bz 2 L

3 Mo
Προσδιορισμός υπόλοιπων Α z = Bz =
2 L
7 αντιδράσεων σύμφωνα
με το βήμα 2 3 1
ΜΑ = Mo − Mo = Mo
2 2

Στατικά αόριστα προβλήματα μπορούν να λυθούν επίσης χρησιμοποιώντας εξισώσεις


μετατοπίσεων, στην περίπτωση της κάμψης της ελαστικής γραμμής, σε συνδυασμό με την
αρχή της επαλληλίας.
Στατικά αόριστα προβλήματα κάμψης δοκών 131

7.3.2 Επίλυση στατικά αόριστων προβλημάτων κάμψης δοκών


χρησιμοποιώντας την αρχή της επαλληλίας

Επειδή τα προβλήματα που παρατηρούνται στα πλαίσια της ύλης αυτής προϋποθέτουν ότι η
σχέση που συνδέει τάσεις και παραμορφώσεις είναι γραμμική, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και
η αρχή της επαλληλίας ως μέθοδος επίλυσης στατικά αόριστων προβλημάτων κάμψης.

Σύμφωνα με την αρχή αυτή είναι δυνατή η σύνδεση εντατικών καταστάσεων, έτσι ώστε η
συνολική εντατική κατάσταση να προκύπτει από το άθροισμα των επιμέρους καταστάσεων.

Με την εφαρμογή της αρχής της επαλληλίας σε στατικά αόριστα προβλήματα χωρίζεται ένα
στατικά αόριστο πρόβλημα σε περισσότερα, αλλά στατικά ορισμένα προβλήματα τα οποία
μετά την επίλυσή τους ξανασυνδέονται έτσι ώστε να προκύπτει το αρχικό πρόβλημα.

Τα επιμέρους στατικά ορισμένα προβλήματα μπορούν να λυθούν χωριστά το καθένα χωρίς


κανένα πρόβλημα. Από την σύνθεση των αποτελεσμάτων τους προκύπτουν τα αποτελέσματα
του αρχικού προβλήματος, αρκεί να διατυπωθούν σωστά οι σχέσεις σύνδεσής τους.

Το παράδειγμα του προβλήματος που έχει αναλυθεί στο κεφάλαιο 7.3.1 χρησιμοποιώντας
άμεσα την εξίσωση της ελαστικής γραμμής, θα λυθεί στη συνέχεια, εφαρμόζοντας την αρχή
της επαλληλίας.

Με την αρχή της επαλληλίας η δοκός του Σχήματος 7.3.1-1 μπορεί να χωρισθεί σε δύο
δοκούς οι οποίες προκύπτουν εάν π.χ. απελευθερωθεί ένας βαθμός αοριστίας, όπως στο
Σχήμα 7.3.2-1 η στήριξη στο σημείο Β, Σχήμα 7.3.2-1b), ή η στήριξη στο σημείο Α, Σχήμα
7.3.2-1c).

Mo Mo

Bz

Mo MA

Σχήμα 7.3.2-1. Εφαρμογή της αρχής της επαλληλίας


a) Στατικά αόριστα στηριγμένη δοκός
b) και c) Στατικά ορισμένες δοκοί

Όπως έχει ήδη σχεδιασθεί στο Σχήμα 7.3.2-1 ο χωρισμός σε επιμέρους στατικά ορισμένα
προβλήματα μπορεί να γίνει κατά διαφόρους τρόπους, οπότε και η συνθήκη σύνδεσης των
επιμέρους προβλημάτων θα είναι διαφορετική.
132 Κάμψη δοκών

Έτσι προκύπτει π.χ. για την περίπτωση b) η λύση των επιμέρους προβλημάτων

Mo

Bz

M y,2 (x ) = − Bz (L − x )
M y,1(x ) = M o E I y w ′2′ (x ) = Bz (L − x )
E I y w1′′(x ) = − M ο
⎛ x 2 ⎞⎟
E I y w1′ (x ) = −M ο x + C1 E I y w ′2 (x ) = Bz ⎜ L x − + C3
⎜ 2 ⎟⎠

x2
E I y w1(x ) = − M ο + C1 x + C 2 ⎛ x 2 x3 ⎞
2 E I y w 2 (x ) = Bz ⎜ L − ⎟ + C3 x + C 4
⎜ 2 6 ⎟⎠

Οριακές συνθήκες Οριακές συνθήκες


w1(x = 0) = 0 άρα C2 = 0 w 2 (x = 0) = 0 άρα C 4 = 0
w1′ (x = 0) = 0 άρα C1 = 0 w ′2 (x = 0) = 0 άρα C3 = 0

Συνθήκη σύνδεσης - προσδιορισμός της αντίδρασης Bz


w1 (x = L ) + w 2 (x = L ) = 0
C2 = 0
L2 L3
− Mo + Bz =0
2 3
3 Mo
Bz =
2 L

Για τον προσδιορισμό των υπόλοιπων αντιδράσεων είναι προτιμότερο να χρησιμοποιηθούν οι


συνθήκες ισορροπίας της αρχικής δοκού, παρόλο που μπορούν να προσδιορισθούν και ως
άθροισμα των επιμέρους αντιδράσεων των δύο στατικά ορισμένων προβλημάτων, αφού
βέβαια υπολογισθούν πρώτα οι αντιδράσεις αυτές.

Η εφαρμογή της αρχής της επαλληλίας σύμφωνα με το χωρισμό του Σχήματος 7.3.2-1c)
οδηγεί στο συμπέρασμα ότι το πλήθος των πράξεων που πρέπει να γίνουν για την επίλυση
του στατικά αόριστου προβλήματος, εξαρτάται σημαντικά από τον τρόπο χωρισμού.
Απαιτείται δηλαδή κάποια εμπειρία στην εφαρμογή της αρχής για να παραμείνει το πλήθος
των πράξεων περιορισμένο.

Εφαρμόζοντας την αρχή της επαλληλίας σύμφωνα με την περίπτωση c) πρέπει να λυθούν τα
ακόλουθα επιμέρους προβλήματα:
Στατικά αόριστα προβλήματα κάμψης δοκών 133

Mo MA φ2

A z,1 Bz,1 A z,2 B z, 2

∑ Miy,B = 0 ⇔ A z,1 L − M o = 0 ∑ Miy,A = 0 ⇔ − Bz, 2 L + M A = 0


Mo MA
άρα A z,1 = και Bz,1 = A z,1 άρα Bz,2 = και A z,2 = Bz,2
L L
MA
Mo M y,2 (x ) = −Bz,2 (L − x ) = − (L − x )
M y,1(x ) = A z,1 x = x L
L
MA
M E I y w ′2′ (x ) = (L − x )
E I y w1′′(x ) = − o x L
L
M ⎛ x 2 ⎞⎟
E I y w1′ (x ) = −
Mo x 2
+ C1 E I y w ′2 (x ) = A ⎜ L x − + C3
L 2 L ⎜⎝ 2 ⎟⎠

Mo x3 M A ⎛⎜ x 2 x 3 ⎞⎟
E I y w1(x ) = − + C1 x + C 2 E I y w 2 (x ) = L − + C3 x + C 4
L 6 L ⎜⎝ 2 6 ⎟⎠

Οριακές συνθήκες Οριακές συνθήκες


w1(x = 0) = 0 άρα C 2 = 0 w 2 (x = 0) = 0 άρα C4 = 0
M o L3 M A L3
w1(x = L ) = 0 άρα − + C1 L = 0 w 2 (x = L ) = 0 άρα + C3 L = 0
L 6 L 3
M L M L
άρα C1 = o άρα C3 = − A
6 3

Συνθήκη σύνδεσης
w1′ (x = 0) + w ′2 (x = 0 ) = 0
Mo L M A L
C1 + C3 = 0 άρα − =0
6 3
M
και έτσι προκύπτει M A = o
2
οπότε προκύπτει
M − Mo 3 Mo
Bz = Bz,1 + Bz,2 = A =
L 2 L
3 Mo
A z = A z,1 + A z,2 = Bz =
2 L
134 Τμήση και διάτμηση δοκών

8ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Τμήση και διάτμηση δοκών

Η τμήση και η διάτμηση δοκών είναι φορτίσεις συγγενικές, όπου διατμητικά φορτία
δημιουργούν διατμητικές τάσεις στις διατομές της δοκού, διαφέρει όμως η κατανομή των
τάσεων στις επιφάνειες των διατομών, λόγω του τρόπου με τον οποίο επιδρούν τα διατμητικά
φορτία.

Ορισμός: Τμήση χαρακτηρίζεται η φόρτιση όπου ένα ζεύγος δυνάμεων των οποίων οι
διευθύνσεις απέχουν ελάχιστα μεταξύ τους προκαλεί διατμητικές τάσεις στη διατομή
της δοκού, Σχήμα 8-1.

Λόγω της μικρής απόστασης μεταξύ των διευθύνσεων του ζεύγους δυνάμεων δεν είναι η
ροπή αλλά η διατμητική δύναμη σημαντική.

Σχήμα 8-1. Φόρτιση σε τμήση

Ορισμός: Διάτμηση είναι η φόρτιση όπου εγκάρσια εξωτερικά φορτία δημιουργούν στις
διατομές της δοκού διατμητικές δυνάμεις σε συνδυασμό με κάμψη λόγω όμως μεγάλων
αποστάσεων από τα σημεία στήριξης της δοκού δεν προκαλούν τμήση, Σχήμα 8-2.

F1 F2

y x Q z (x )
x
z
Σχήμα 8-2. Διάτμηση και κάμψη δοκού

Επειδή διαφέρει η συμπεριφορά των διατμητικών τάσεων που προκαλούνται λόγω των
διατμητικών φορτίων στην τμήση και στη διάτμηση, η ανάλυση των τάσεων θα γίνει για την
κάθε φόρτιση χωριστά.
Ανάλυση διατμητικών τάσεων κατά την τμήση δοκών 135

8.1 Ανάλυση διατμητικών τάσεων κατά την τμήση δοκών

Στην καταπόνηση δοκών σε τμήση ισχύει για την κατανομή των διατμητικών τάσεων στην
επιφάνεια που μπορεί να προκληθεί η τμήση, κάτι αντίστοιχο που ισχύει για τις ορθές τάσεις
που προκύπτουν από αξονικές δυνάμεις, όπου ως γνωστό ισχύει γενικά

αξονική δύναμη
σ=
επιφάνεια διατομής

και οι ορθές τάσεις έχουν σταθερή τιμή σε όλα τα σημεία της διατομής, οπότε οι διατμητικές
τάσεις προκύπτουν αντίστοιχα από τη σχέση

διατμητική δύναμη
τ τμήσης =
επιφάνεια διατομής

και θεωρούνται σταθερά κατανεμημένες στην επιφάνεια της διατομής.

Η σταθερή κατανομή των διατμητικών τάσεων ισχύει προσεγγιστικά, τα αποτελέσματα όμως


με την απλή αυτή σχέση θεωρούνται ικανοποιητικά για τις εφαρμογές.

Εάν συμβολίζουν

τ τμ τη διατμητική τάση στην επιφάνεια που φορτίζεται σε τμήση,


Q τμ τη διατμητική δύναμη στην ίδια επιφάνεια,
A τμ την επιφάνεια της διατομής

τότε η διατμητική τάση προσδιορίζεται από τη σχέση

Q τμ
ττμ = (8.1-1)
A τμ

και θα πρέπει να ισχύει

τ τμ ≤ τ τμ ,επ εάν δεν επιτρέπεται να επέλθει αστοχία (τμήση),


τ τμ > τ τμ, επ όταν απαιτείται τμήση του υλικού

Για τα επιτρεπόμενα όρια της διατμητικής τάσης ισχύει

τ τμ, m
τ τμ, επ = για όλκιμα υλικά
Sτμ
τ τμ, B
τ τμ, επ = για ψαθυρά υλικά (χυτοσίδηρος)
Sτμ
136 Τμήση και διάτμηση δοκών

Sτμ είναι ο συντελεστής ασφάλειας σε τμήση

τ τμ, m ≈ 0,8 R m , τ τμ, B ≈ R m και

R m είναι το όριο αντοχής του υλικού που προκύπτει από το πείραμα εφελκυσμού.

Παράδειγμα 1

Στο στοιχείο σύνδεσης (πύρος) του σχήματος να προσδιορισθεί η διατμητική τάση που
εμφανίζεται στις επιφάνειες που φορτίζονται σε τμήση και να συγκριθεί με την επιτρεπόμενη
τάση του υλικού.
Δίδονται: F = π ⋅103 N , διάμετρος d = 10 mm , υλικό St 37, R m = 340 MPa , συντελεστής
ασφάλειας Sτμ = 2 .

Q τμ Q τμ

Α τμ

Σύμφωνα με το Σχήμα b), προκύπτει για την επιφάνεια που φορτίζεται σε τμήση

π d2
A τμ =
4

στην οποία επιδρά η διατμητική δύναμη

Q τμ = F

οπότε η διατμητική τάση δίδεται από τη σχέση

Q τμ F 4F
τ τμ = = =
2
A τμ πd π d2
4

και για να μην δημιουργηθεί τμήση πρέπει να ισχύει

τ τμ ≤ τ τμ,επ

όπου
Ανάλυση διατμητικών τάσεων κατά την τμήση δοκών 137

τ τμ, m 0,8 R m
τ τμ,επ = ≈ = 0,4 R m
Sτμ 2

Από τη σύγκριση των τιμών επιβεβαιώνεται ότι δεν επέρχεται τμήση.

Παράδειγμα 2

Για τη δημιουργία οπής στο φύλλο από χάλυβα St 37, ζητείται να προσδιορισθεί η ελάχιστη
δύναμη F του εμβόλου.
Δίδονται: πάχος φύλλου h = 4 mm , διάμετρος οπής 40 mm, R m = 340 MPa .

Α τμ
Q τμ Q τμ

Α τμ

Η επιφάνεια που φορτίζεται σε τμήση προκύπτει από τη σχέση

A τμ = (π d ) h

Η συνισταμένη διατμητική δύναμη Q στην περίμετρο της οπής πρέπει να ισούται με τη


δύναμη F, οπότε προκύπτει η διατμητική τάση

Q F
ττμ = =
A τμ π d h

για την οποία πρέπει να ισχύει για να επέλθει τμήση

τ τμ, m
τ τμ > τ τμ, επ = ≈ 0,8 R m
Sτμ

οπότε για τη δύναμη F του εμβόλου πρέπει να ισχύει

F > 0,8 R m π d h

για να επέλθει η τμήση (δημιουργία οπής).

Παρατήρηση: Για το συντελεστή ασφαλείας ισχύει S τμ = 1 όταν είναι επιθυμητή η


τμήση.
138 Τμήση και διάτμηση δοκών

8.2 Ανάλυση διατμητικών τάσεων κατά τη διάτμηση δοκών

Όταν επιδρούν σε μία δοκό εγκάρσια εξωτερικά φορτία, δημιουργούν στη δοκό καμπτικές
ροπές και διατμητικά φορτία.

Η ανάλυση των τάσεων και μετατοπίσεων που προκαλούν οι καμπτικές ροπές έχει ήδη
ολοκληρωθεί στο κεφάλαιο κάμψης δοκών. Τα διατμητικά φορτία δημιουργούν διατμητικές
τάσεις λόγω της φόρτισης σε διάτμηση, αλλά ανάλογα με τα χαρακτηριστικά της διατομής,
του σημείου εφαρμογής και της διεύθυνσής των, μπορεί να προκαλέσουν πρόσθετα και
στρέψη η οποία οδηγεί σε επιπλέον διατμητικές τάσεις.

Η ανάλυση των διατμητικών τάσεων λόγω διάτμησης αποτελεί αντικείμενο αυτού του
κεφαλαίου, ενώ η ανάλυση των διατμητικών τάσεων λόγω στρέψης θα ακολουθήσει στο
κεφάλαιο στρέψης δοκών.

Οι διατμητικές τάσεις που προκύπτουν λόγω διάτμησης, δεν κατανέμονται σταθερά στη
διατομή, όπως προσεγγιστικά υπετέθη στο ειδικό πρόβλημα τμήσης, βλ. κεφάλαιο 8.1, αλλά
αποκλίνουν σημαντικά από μία μέση τιμή τάσεων που προκύπτει από τη σχέση

διατμητική δύναμη
τ μέση =
επιφάνεια διατομής

η οποία δεν μπορεί να ικανοποιείται στις ακμές της διατομής, βλ. Σχήμα 8.2-1, λόγω του ότι
δεν υπάρχουν διατμητικές τάσεις στην εξωτερική επιφάνεια της διατομής.

Qz

τ=0
y x

τ=0
z

Σχήμα 8.2-1. Διατμητικές τάσεις σε διατομή δοκού

Για τον υπολογισμό επομένως των διατμητικών τάσεων είναι απαραίτητο να γίνει μία
ανάλυση του προβλήματος διάτμησης για να δημιουργηθούν οι απαραίτητες εξισώσεις με τη
βοήθεια των οποίων μπορεί να γίνει ο προσδιορισμός των διατμητικών τάσεων σε τυχαίες
διατομές της δοκού.

Στο πρόβλημα διάτμησης δοκών εμφανίζονται στη γενική περίπτωση τα εσωτερικά


διατμητικά φορτία Q y (x ) , Q z (x ) τα οποία προκαλούν διατμητικές τάσεις, η ανάλυση των
οποίων ακολουθεί στα επόμενα κεφάλαια.
Ανάλυση διατμητικών τάσεων κατά τη διάτμηση δοκών 139

8.2.1 Διατμητικές τάσεις λόγω της διατμητικής δύναμης Q z (x )

Όταν στη διατομή μιας δοκού εμφανίζονται διατμητικά φορτία, τότε αναπτύσσονται στη
διατομή διατμητικές τάσεις η κατανομή των οποίων δεν είναι εκ των προτέρων γνωστή.

Για τον προσδιορισμό αυτών των διατμητικών τάσεων είναι απαραίτητο να ληφθεί υπόψη και
τυχόν μεταβολή των καμπτικών ροπών ως προς τον άξονα της δοκού, καθότι η μεταβολή
αυτή είναι συνδεδεμένη με τη διατμητική δύναμη.

Για τον προσδιορισμό αυτό αποκόπτεται από τη δοκό του Σχήματος 8.2.1-1 στοιχειώδες
μήκος dx και δημιουργούνται αρχικά στο επίπεδο x-z οι συνθήκες ισορροπίας στη
διεύθυνση x.
Q z (x )

M y (x )

τ zx
dx

τ xz

τ zx z1
z2
τ xz
σx ∂σ x
σx + dx
∂x

Σχήμα 8.2.1-1. a) Εσωτερικά φορτία Q z (x ) , M y (x ) σε διατομή δοκού


b) Ορθές τάσεις υπό την επίδραση καμπτικής ροπής M y (x ) και
διατμητικές τάσεις υπό την επίδραση διατμητικής δύναμης Q z (x )
c) Αντιστοιχία διατμητικών τάσεων σε κάθετες μεταξύ τους επιφάνειες

Από τη συνθήκη αυτή ισορροπίας προκύπτει:

⎛ ∂σ ⎞
− τ zx b(z ) dx − ∫∫ σ x dA + ∫∫ σ x dA + ∫∫ ⎜ x dx ⎟ dA = 0 (8.2.1-1)
⎝ ∂x ⎠

Οι ορθές τάσεις συνδέονται με την καμπτική ροπή M y (x ) σύμφωνα με τη σχέση


140 Τμήση και διάτμηση δοκών

M y (x )
σx = z
Iy

οπότε η μεταβολή της ορθής τάσης προκύπτει από τη σχέση

∂σ x ∂M y (x ) z Q (x ) z
dx = dx = z dx (8.2.1-2)
∂x ∂x I y Iy

η οποία εάν αντικατασταθεί στη σχέση (8.2.1-1) οδηγεί στη σχέση

Q (x ) z dx Q (x ) dx
τzx b(z ) dx = ∫∫ z dA = z ∫∫ z dA (8.2.1-3)
Iy Iy

και έτσι προκύπτει για την κατανομή των διατμητικών τάσεων η σχέση

Q z (x ) Sy (z )
τzx = (8.2.1-4)
Iy b(z )

όπου το ολοκλήρωμα

Sy (z ) = ∫∫ z dA

εκφράζει τη στατική ροπή της επιφάνειας μεταξύ z1 και z 2 , Σχήμα 8.2.1-1b), ως προς τον
y-άξονα.

Παρατήρηση: Στη σχέση 8.2.1-4 για τη διατμητική τάση για τη στατική ροπή S y (z )
λαμβάνεται υπόψη η απόλυτη τιμή S y (z ) εάν προκύπτουν αρνητικές τιμές λόγω της
συντεταγμένης z που συμμετέχει.
Ανάλυση διατμητικών τάσεων κατά τη διάτμηση δοκών 141

Παράδειγμα 1

Να ευρεθεί η κατανομή των διατμητικών τάσεων σε δοκό ορθογωνικής διατομής όταν είναι
γνωστή η διατμητική δύναμη Q z (x ) .

Q z (x )
Q z (x )
τ xz ,μέση =
bh

3 Q z (x )
2

2
h

h
τ xz,max τ xz,max =
y 2 bh
z
b(z)
2 τ xz (z ) τ xz (z )
h
2
h

b b
z
a) b) c)
a) Ορθογωνική διατομή και διατμητικό φορτίο
b) Διατμητικές τάσεις στην επιφάνεια της διατομής
c) Κατανομή διατμητικών τάσεων ως προς z

Σύμφωνα με το Σχήμα 8.2.1-1, η απόσταση b(z ) είναι σταθερή για την ορθογωνική
διατομή και ισχύει

b(z ) = b

b h3
Η ροπή αδράνειας ορθογωνικής διατομής δίδεται από τη σχέση I y = .
12

h
Για τον υπολογισμό της στατικής ροπής της επιφάνειας μεταξύ z και ισχύει
2

h h
b ⎡⎛ h ⎞ ⎤
2 2 2
Sy (z ) = ∫∫ z dA = ∫ z b dz = b ∫ z dz = ⎢⎜ ⎟ − z 2 ⎥
2 ⎢⎝ 2 ⎠ ⎥⎦
z z ⎣

και συνεπώς για τις διατμητικές τάσεις ισχύει η σχέση

Q z (x ) Sy (z ) Q z (x ) ⎡⎛ h ⎞
2 ⎤
τ xz (x , z ) = =6 ⎢⎜ ⎟ − z 2 ⎥
I y b(z ) bh 3 ⎢⎣⎝ 2 ⎠ ⎥⎦

από την οποία μπορούν να υπολογισθούν οι τάσεις σε διάφορες θέσεις z της διατομής, όπως
h
π.χ. για z = και z = 0 αντίστοιχα, βλ. Σχήμα c).
2
142 Τμήση και διάτμηση δοκών

⎛ h⎞
τ xz ⎜ x , ⎟ = 0
⎝ 2⎠

3 Q z (x ) 3 Q z (x )
τ xz (x,0) = = = τ xz, max
2 bh 2 A

Από τη σχέση αυτή προκύπτει ότι η μέγιστη διατμητική τάση είναι 1,5 φορές μεγαλύτερη από
ότι η μέση διατμητική τάση τμέση = (διατμητική δύναμη / επιφάνεια διατομής).

Παρατήρηση: Για ορθογωνικές διατομές.


Τα αποτελέσματα που έχουν προκύψει για τη μέγιστη διατμητική τάση ορθογωνικής
διατομής που καταπονείται σε διάτμηση με το φορτίο Q z , ισχύουν για διατομές των
οποίων ο λόγος των πλευρών ικανοποιεί την ακόλουθη σχέση

b 1
<
h 2

Για διατομές με άλλους λόγους πλευρών, πρέπει να ληφθεί και κάποιος συντελεστής k
υπόψη σύμφωνα με τη σχέση

3 Qz
τmax = k
2 A

όπου οι τιμές k δίδονται στον ακόλουθο πίνακα για διάφορες αναλογίες πλευρών.

b 1 1
< 1 2 4
h 2 2

k 1 1,033 1,126 1,396 1,986

Από τις τιμές του συντελεστή k προκύπτει ότι η μέγιστη διατμητική τάση ορθογωνικής
διατομής μεταβάλλεται σημαντικά, εάν αλλάζει ο λόγος των πλευρών της διατομής,
καθότι

• δεν ισχύει πλέον η προϋπόθεση ότι η διατμητική τάση σε κάθε θέση z παραμένει
σταθερή ως προς το πάχος b της διατομής, και

• εμφανίζονται και επιπλέον διατμητικές τάσεις τ xy (ιδιαίτερα για διατομές με


b
μεγάλο λόγο πλευρών ), οι οποίες επηρεάζουν την τιμή τmax σημαντικά.
h
Ανάλυση διατμητικών τάσεων κατά τη διάτμηση δοκών 143

Παράδειγμα 2

Να ευρεθεί η κατανομή των διατμητικών τάσεων σε δοκό κυκλικής διατομής όταν είναι
γνωστή η διατμητική δύναμη Q z (x ) .

Qz Qz

τ xz τ xz
z1

z2 = R
τ xz τ xz

Qz

Qz
τ xz,μέση =
π R2

4 Qz
τ xz,max =
τ xz,max 3 π R2

a) Κυκλική διατομή και διατμητικό φορτίο


b) Διατμητικές τάσεις στην περίμετρο της διατομής
c) Διατμητικές τάσεις στην επιφάνεια της διατομής
d) Κατανομή διατμητικών τάσεων ως προς z

Ο προσδιορισμός της μέγιστης τάσης για την κυκλική διατομή πρέπει να γίνει σύμφωνα με τη
σχέση (8.2.1-4)

Q z S y (z )
τ xz (z ) =
I y b(z )

όπου Sy (z ) συμβολίζει τη στατική ροπή της επιφάνειας μεταξύ z1 και z 2 σύμφωνα με


τη σχέση
144 Τμήση και διάτμηση δοκών

Sy (z ) = ∫∫ z dA

Εάν χρησιμοποιηθεί η σχέση

dA = b(z ) dz = 2 R 2 − z 2 dz

το διπλό ολοκλήρωμα για τη στατική ροπή μεταφέρεται σε απλό πλέον ολοκλήρωμα της
μορφής

z=R z=R
S y (z ) = ∫∫ z dA = ∫ z b(z ) dz = 2 ∫ z R 2 − z 2 dz
z = z1 z = z1

και αντικαθιστώντας

z = R sin ϕ

dz = R cosφ dφ

π
(οπότε για z = z1 ισχύει φ = α και για z = z 2 ισχύει ϕ = )
2
προκύπτει για τη στατική ροπή η σχέση

π
φ=
Sy = 2 ∫
2
R 3 sinφ cos 2φ dφ =
2 3
3
( 3
R 1 − sin 2α 2 )
φ =α

Για τον προσδιορισμό της μέγιστης τάσης ενδείκνυται να επανεισαχθεί η μεταβλητή z γιατί
τόσο η ροπή αδράνειας όσο και το μέγεθος b(z ) είναι συναρτήσεις της μεταβλητής αυτής.
Έτσι προκύπτει

3
2 ⎡ ⎛ z ⎞2 ⎤ 2
Sy = R 3 ⎢1 − ⎜ ⎟ ⎥
3 ⎢⎣ ⎝ R ⎠ ⎥⎦

και λαμβάνοντας υπόψη τη ροπή αδράνειας

π R4
Iy =
4

και το μεταβλητό μέγεθος

2
⎛z⎞
b(z ) = 2 R 1 − ⎜ ⎟
⎝R⎠
Ανάλυση διατμητικών τάσεων κατά τη διάτμηση δοκών 145

προκύπτει η διατμητική τάση

4 Q z (x ) ⎡ ⎛ z ⎞ ⎤
2
τ xz (x , z ) = ⎢1 − ⎜ ⎟ ⎥
3 π R2 ⎢ ⎝ R ⎠ ⎥
⎣ ⎦

η οποία είναι (όπως και στην ορθογωνική διατομή) μια παραβολική συνάρτηση ως προς z.

Η μέγιστη τιμή εμφανίζεται βέβαια στη θέση z = 0 , οπότε ισχύει για την κυκλική διατομή

4 Q z (x )
τ xz, max =
3 π R2

Παρατήρηση: Ο προσδιορισμός των διατμητικών τάσεων λόγω διατμητικών φορτίων


έγινε εδώ με την παραδοχή ότι οι τάσεις παραμένουν στη θέση z σταθερές ως προς y,
ενώ η ακριβής ανάλυση του προβλήματος δείχνει ότι η μέγιστη τάση εμφανίζεται στο
μέσο του εκάστοτε πλάτους b(z ) , όπως π.χ. στο Σχήμα στο κέντρο του κύκλου.

τ xz, max

πραγματική κατανομή
διατμητικών τάσεων

Σύμφωνα με την πραγματική κατανομή των τάσεων, η μέγιστη διατμητική τάση που
εμφανίζεται στο κέντρο του κύκλου είναι κατάτι μεγαλύτερη από την τιμή που έχει
προσδιορισθεί με την παραδοχή ότι οι τάσεις είναι σταθερές ως προς y, ως προς το
πάχος b(z ) δηλαδή της διατομής. Η πραγματική τιμή της μέγιστης τάσης χωρίς την
παραδοχή αυτή μπορεί να προσδιορισθεί ικανοποιητικά μόνο με προσεγγιστικές
μεθόδους (Μέθοδος Πεπερασμένων Στοιχείων FEM, Μέθοδος Οριακών Πεπερασμένων
Στοιχείων BEM κ.λ.π.).
146 Στρέψη δοκών

9ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Στρέψη δοκών

Δίδεται μια ομογενής, ισότροπη και ευθεία δοκός, για την οποία ισχύουν οι εξισώσεις της
γραμμικής θεωρίας ελαστικότητας. Η δοκός αυτή καταπονείται με διατμητικά φορτία
κατανεμημένα πάνω στις ακραίες εγκάρσιες διατομές, Σχήμα 9-1, έτσι ώστε να έχουν τη
συνισταμένη μηδέν και να δημιουργούν μόνο τη ροπή M t στη διεύθυνση του άξονα x.

Το είδος της φόρτισης αυτής χαρακτηρίζεται ως στρέψη δοκού.

Mt

y
x

θ
z
Mt

Σχήμα 9-1. Δοκός που καταπονείται σε στρέψη

Η θεωρία στρέψης αναπτύχθηκε αρχικά από τον COULOMB1 ισχύει όμως μόνο για δοκούς
με κυκλικές διατομές γιατί βασίζεται στην παραδοχή ότι

• οι διατομές της δοκού στρέφονται γύρω από τον άξονα της δοκού και παραμένουν
επίπεδες και κατά την καταπόνηση,

η οποία όπως απεδείχθη αργότερα δεν ισχύει για πρισματικές δοκούς.

Αργότερα διατυπώθηκε μία άλλη θεωρία από τον SΑΙΝΤ-VΕΝΑΝΤ, για αυτό και ονομάζεται
στρέψη κατά St.-VENANT, η οποία, επιτρέπει την ανάλυση του προβλήματος στρέψης και
σε δοκούς μη κυκλικής διατομής.

1
Charles Augustin Coulomb (1736-1806)
Θεωρία στρέψης κατά St.-VENANT 147

9.1 Θεωρία στρέψης κατά St.-VENANT

Στο πρόβλημα στρέψης κατά St.-VENANT γίνονται οι ακόλουθες παραδοχές:

• Η εγκάρσια διατομή της δοκού είναι σταθερή ως προς το γεωμετρικό σχήμα κατά μήκος
του άξονα, μπορεί όμως να είναι οποιασδήποτε μορφής ακόμη και πολυκυψελική.

• Γενικές δυνάμεις καθώς και δυνάμεις που ενεργούν στην περιμετρική επιφάνεια δεν
υπάρχουν.

• Οι διατομές διατηρούν μετά την καταπόνηση το γεωμετρικό τους σχήμα.

• Η γωνία στροφής θ είναι μικρή έτσι ώστε τα τόξα να αντικαθίστανται από τις χορδές
τους (αυτό σημαίνει γραμμικότητα στη γεωμετρία).

• Η μετατόπιση των σημείων μιας διατομής στην κατεύθυνση του άξονα της δοκού δεν
εμποδίζεται. Παραμένει συνεπώς για κάθε διατομή ίδια, πράγμα που σημαίνει κάποιον
περιορισμό τόσο ως προς τη στήριξη της δοκού, όσο και ως προς την καταπόνηση (δεν
υπάρχουν εξωτερικές δυνάμεις στην κατεύθυνση του άξονα). Εάν αντιθέτως
εμποδίζονται οι μετατοπίσεις στην κατεύθυνση του άξονα τότε χαρακτηρίζεται η
φόρτιση ως εξαναγκασμένη στρέψη η οποία περιλαμβάνει το πρόβλημα του St.-
VENANT σαν ειδική περίπτωση.

Επειδή σύμφωνα με την τελευταία παραδοχή η μετατόπιση στην κατεύθυνση του άξονα
παραμένει για κάθε διατομή ίδια, είναι αρκετό να περιορισθεί κανείς κατά τη διερεύνηση του
προβλήματος σε μία μόνο διατομή. Ότι συμβαίνει δηλαδή σε αυτή, συμβαίνει και σε όλες τις
άλλες διατομές.

Με τον τρόπο αυτό μεταφέρεται το πρόβλημα της στρέψης δοκών σε ένα επίπεδο πρόβλημα
και το επίπεδο είναι πλέον η διατομή της δοκού (y-z επίπεδο).

Η ανάλυση του προβλήματος στρέψης κατά St.-VENANT στηρίζεται στην εισαγωγή


κάποιων συναρτήσεων με τη βοήθεια των οποίων, είτε περιγράφονται οι μετατοπίσεις των
σημείων της διατομής, είτε προσδιορίζονται άμεσα οι τάσεις που προκύπτουν λόγω στρέψης.
Οι συναρτήσεις αυτές περιγράφονται στη συνέχεια.

9.1.1 Χρήση συνάρτησης στρέβλωσης

Ως συνάρτηση στρέβλωσης χαρακτηρίζεται μία συνάρτηση που περιγράφει τις αξονικές


μετατοπίσεις των σημείων της διατομής, καθότι στη στρέψη οι διατομές στη γενική
περίπτωση δεν παραμένουν επίπεδες.

Στο Σχήμα 9.1.1-1 απεικονίζονται οι μετατοπίσεις των σημείων της περιμέτρου μίας
ορθογωνικής διατομής, οι οποίες σύμφωνα με την προϋπόθεση του St.-VENANT, της μη
εμποδιζόμενης στρέβλωσης, είναι ίδιες για όλες τις διατομές.
148 Στρέψη δοκών

y
x

u(y, z)
z

Σχήμα 9.1.1-1. Αξονικές μετατοπίσεις των σημείων της περιμέτρου της διατομής
λόγω στρέψης

Ξεκινώντας από τις μετατοπίσεις που επιδέχονται τα σημεία της διατομής, ικανοποιώντας
συγχρόνως τις εξισώσεις της θεωρίας ελαστικότητας (συνθήκες ισορροπίας, νόμος HOOKE,
συνθήκες συμβιβαστού) προκύπτουν νέες εξισώσεις που περιγράφουν το πρόβλημα στρέψης.

Οι μετατοπίσεις v και w στις κατευθύνσεις y και z αντιστοίχως, ενός σημείου P το


οποίο παίρνει κατά την καταπόνηση σε στρέψη τη νέα θέση P′ , μπορούν να ορισθούν
εύκολα με τη βοήθεια του Σχήματος 9.1.1-2.


w v D
P
θ′x r
a
x y

Σχήμα 9.1.1-2. Διατομή δοκού

Εισάγοντας την ανά μονάδα μήκους του άξονα γωνία στροφής

dθ(x )
θ′ = (9.1.1-1)
dx

η οποία είναι σταθερά στο πρόβλημα St.-VENANT και χαρακτηρίζει τη γωνία συστροφής
δύο διατομών που βρίσκονται σε απόσταση ίση με τη μονάδα μήκους, η διατομή σε
απόσταση x έχει στραφεί σε σχέση με τη διατομή της βάσης της δοκού (x = 0 ) κατά τη
γωνία θ′x .

Σύμφωνα τώρα με την προϋπόθεση ότι η γωνία στροφής θ είναι μικρή ισχύουν για τις
μετατοπίσεις v και w οι σχέσεις
Θεωρία στρέψης κατά St.-VENANT 149

v = −( r cosα − r cos(α + θ′ x ) ) ≅ −θ′ x r sinα = −θ′ x z


(9.1.1-2)
w = r sin (α + θ′ x ) − r sinα ≅ θ′ x r cosα = θ′ x y

Στη σχέση (9.1.1-2) έγινε χρήση της γραμμικότητας ως προς τη γεωμετρία,


χρησιμοποιήθηκαν δηλαδή οι σχέσεις (για μικρές γωνίες θ′x )

sin (θ′ x ) ≅ θ′ x

cos(θ′ x ) ≅ 1

οι οποίες προκύπτουν από τη σειρά TAYLOR αν παραλειφθούν τα μέλη δευτέρας τάξης και
άνω.

Όπως αναφέρθηκε ήδη, η μετατόπιση στην κατεύθυνση του άξονα, δηλαδή η μετατόπιση u,
είναι για κάθε διατομή ίδια, πράγμα που σημαίνει ότι η μετατόπιση u δεν είναι πλέον
συνάρτηση του x αλλά εξαρτάται μόνο από τις μεταβλητές y και z της διατομής. Για το
λόγο αυτό ορίζεται η μετατόπιση αυτή σύμφωνα με τη σχέση

u = θ′ φ(y, z ) (9.1.1-3)

όπου φ(y, z ) παριστάνει τη συνάρτηση στρέβλωσης της διατομής.

Με τις σχέσεις (9.1.1-2) και (9.1.1-3) για τις μετατοπίσεις μπορούν να προσδιορισθούν οι
ορθές παραμορφώσεις για το πρόβλημα St.-VENANT από τη σχέση (3.2.1-2)

∂u
εx = =0
∂x

∂v
εy = =0 (9.1.1-4)
∂y

∂w
εz = =0
∂z

και οι διατμητικές παραμορφώσεις από τη σχέση (3.2.2-3) οπότε προκύπτει

∂v ∂w
γ yz = + =0
∂z ∂y

∂v ∂u ⎛ ∂φ ⎞
γ xy = + = θ′ ⎜⎜ − z ⎟⎟ (9.1.1-5)
∂x ∂y ⎝ ∂y ⎠

∂w ∂u ⎛ ∂φ ⎞
γ xz = + = θ′ ⎜ + y ⎟
∂x ∂z ⎝ ∂z ⎠
150 Στρέψη δοκών

Χρησιμοποιώντας τώρα το νόμο HOOKE προκύπτουν οι τάσεις

σ x = σ y = σ z = τ yz = 0

⎛ ∂φ ⎞ (9.1.1-6)
τ xy = Gθ′ ⎜⎜ − z ⎟⎟
⎝ ∂y ⎠

⎛ ∂φ ⎞
τ xz = Gθ′ ⎜ + y ⎟
⎝ ∂z ⎠

Παρατηρώντας τις εξισώσεις (9.1.1-4) και (9.1.1-6) με βάση τις αρχικές παραδοχές ως
προς τις παραμορφώσεις διαπιστώνεται ότι δεν αναπτύσσονται ούτε ορθές τάσεις μεταξύ και
κατά μήκος των ινών, ούτε ορθές παραμορφώσεις στο επίπεδο διατομής. Δηλαδή σε κάθε
επίπεδο της διατομής παρατηρείται μόνο καθαρή διάτμηση που καθορίζεται από τις
συνιστώσες τ xy , τ xz .

Εάν τώρα αντικατασταθούν οι εξισώσεις (9.1.1-6) στις γενικές εξισώσεις ισορροπίας (2.3-3)
τότε προκύπτει ότι οι εξισώσεις ισορροπίας πληρούνται μόνο τότε, όταν η συνάρτηση
στρέβλωσης φ(y, z ) ικανοποιεί τη διαφορική εξίσωση LAPLACE1

∂ 2φ ∂ 2φ
Δφ = + =0 (9.1.1-7)
∂y 2 ∂z 2

δηλαδή όταν φ(y, z ) είναι αρμονική συνάρτηση των μεταβλητών y και z . Η σχέση
(9.1.1-7) προκύπτει από την πρώτη των εξισώσεων ισορροπίας (2.1-5), ενώ η δεύτερη και η
τρίτη από τις σχέσεις (2.1-5) ικανοποιούνται αυτομάτως.

Από τις σχέσεις (9.1.1-6) και (9.1.1-7) προκύπτει ότι, όταν είναι γνωστή η συνάρτηση
στρέβλωσης φ(y, z ) καθώς και η ανά μονάδα μήκους γωνία στροφής θ′ , τότε το πρόβλημα
στρέψης κατά St.-VENANT μπορεί να θεωρηθεί ότι έχει λυθεί.

Η λύση επομένως του συστήματος των διαφορικών εξισώσεων (2.1-5) μαζί με τις συνθήκες
συμβιβαστού και με το νόμο HOOKE έχει μεταφερθεί στη λύση μόνο της εξίσωσης
(9.1.1-7).

Όπως είναι γνωστό για να λυθεί η μερική διαφορική εξίσωση του LAPLACE απαιτείται και η
οριακή της συνθήκη. Η συνθήκη όμως αυτή πρέπει να συμφωνεί με την οριακή συνθήκη
του προβλήματος στρέψης κατά St.-VENANT, η οποία προκύπτει από την προϋπόθεση ότι
δεν ενεργεί εξωτερική φόρτιση στην περιμετρική επιφάνεια της δοκού.

Η προϋπόθεση όμως αυτή έχει σαν αποτέλεσμα ότι:

• η συνισταμένη των διατμητικών τάσεων πρέπει να ενεργεί σε κάθε σημείο της


περιμέτρου στην κατεύθυνση της εφαπτομένης t επί της περιμέτρου.

1
Pierre-Simon Laplace (1749-1827)
Θεωρία στρέψης κατά St.-VENANT 151

Εάν η συνισταμένη αυτή είχε κάποια άλλη κατεύθυνση, σε ένα σημείο της περιμέτρου, τότε
θα είχε στο σημείο αυτό και μια συνιστώσα διατμητική τάση τ xn στην κατεύθυνση n ,
όπου συμβολίζει την εξωτερική κάθετο επί της περιμέτρου στο σημείο που παρατηρείται.
Η συνιστώσα όμως τ xn προϋποθέτει σύμφωνα με την πρόταση CAUCHY και μία τάση
τ nx η οποία στην περίπτωση αυτή θα ενεργούσε επί της περιμετρικής εξωτερικής
επιφανείας, γεγονός που δεν μπορεί να συμβαίνει γιατί η επιφάνεια αυτή είναι εξ ορισμού
ελεύθερη από εξωτερικές φορτίσεις, βλ. Σχήμα 9.1.1-3a).

τ xz

τ xt
τ xt τ xn τ xy

τ nx τ xz

τ xy
τ nx = τ xn = 0

Σχήμα 9.1.1-3. Διατμητικές τάσεις επί της περιμέτρου της διατομής

Βάσει των όσων αναφέρθηκαν επομένως για τις διατμητικές τάσεις επί της περιμέτρου της
διατομής η οριακή συνθήκη του προβλήματος St.-VENANT είναι

τ xn = 0 (9.1.1-8)

η οποία στη συνέχεια πρέπει να μετατραπεί σε οριακή συνθήκη για τη συνάρτηση


στρέβλωσης φ(y, z ) .

Από το Σχήμα 9.1.1-3b) προκύπτει για τη συνθήκη (9.1.1-8) η σχέση

τ xn = τ xy cos(n , y ) + τ xz sin (n , y ) = 0 (9.1.1-9)

στην οποία μπορούν τώρα να αντικατασταθούν οι διατμητικές τάσεις τ xy και τ xz από τις
σχέσεις (9.1.1-6). Έτσι (παραλείποντας τον κοινό όρο Gθ′ ) προκύπτει η οριακή συνθήκη
για τη στρέβλωση φ(y, z ) , οπότε για κάθε σημείο της περιμέτρου πρέπει να ισχύει η σχέση

⎛ ∂φ ⎞ ⎛ ∂φ ⎞
⎜⎜ − z ⎟⎟ cos (n, y ) + ⎜ + y ⎟ sin (n, y ) = 0 (9.1.1-10)
⎝ ∂y ⎠ ⎝ ∂z ⎠
152 Στρέψη δοκών

Χρησιμοποιώντας τις σχέσεις

dy dz
cos(n, y ) = =
dn dt
(9.1.1-11)
dz dy
sin (n, y ) = =−
dn dt

προκύπτει από την εξίσωση (9.1.1-10)

∂φ dy ∂φ dz
+ = z cos(n, y ) − y sin (n , y ) (9.1.1-12)
∂y dn ∂z dn

∂φ
Η αριστερή πλευρά αυτής της εξίσωσης είναι η μερική παράγωγος και αποτελεί την
∂n
οριακή συνθήκη του προβλήματος St.-VENANT

∂φ
= z cos(n , y ) − y sin (n , y ) = f (y, z ) (9.1.1-13)
∂n

Διαπιστώνεται λοιπόν ότι το πρόβλημα στρέψης έχει μεταφερθεί σε ένα γνωστό πρόβλημα
της θεωρίας δυναμικών, στο ονομαζόμενο πρόβλημα NEUMANN1 η μαθηματική διατύπωση
του οποίου είναι:

∂ 2φ ∂ 2φ
Δφ = + = 0 για y, z ∈ D
∂y 2 ∂z 2
(9.1.1-14)

∂φ dz dy
=z +y για y, z ∈ Γ
∂n dt dt

Στο πρόβλημα NEUMANN ζητείται σε μία περιοχή D (δηλαδή στα σημεία εσωτερικά της
περιμέτρου Γ), βλ. Σχήμα 9.1.1-3b), μία αρμονική συνάρτηση (δηλαδή μία συνάρτηση που
πληρεί την εξίσωση (9.1.1-7) LAPLACE) η οποία έχει κατά μήκος της περιμέτρου Γ την
οριακή συνθήκη ότι είναι γνωστή η τιμή της μερικής της παραγώγου ως προς την κατεύθυνση
της καθέτου. Το πρόβλημα NEUMANN, όπως αποδεικνύεται στη θεωρία δυναμικών, έχει
μονοσήμαντη λύση μόνο όταν ισχύει η σχέση

∫ f (y, z ) ds = 0 (9.1.1-15)
Γ

όπου f (y, z ) συμβολίζει την οριακή συνθήκη σύμφωνα με τη σχέση (9.1.1-13).

Χωρίς απόδειξη αναφέρεται ότι ικανοποιείται η σχέση (9.1.1-15) στο πρόβλημα


St.-VENANT και επομένως η λύση είναι μονοσήμαντη.

1
Carl Neumann (1832-1925)
Θεωρία στρέψης κατά St.-VENANT 153

Για να ολοκληρωθεί η λύση του προβλήματος απομένει ο καθορισμός της συστροφής θ′ η


οποία εξαρτάται από τη ροπή στρέψης. Η συστροφή λοιπόν μπορεί να υπολογισθεί από τη
σχέση ισορροπίας των ροπών. Σε κάθε διατομή πρέπει να ισχύει:

( ) ⎛
M t = ∫∫ y τ xz − z τ xy dydz = Gθ′ ∫∫ ⎜⎜ y 2 + z 2 + y
∂φ
∂z
∂φ ⎞
− z ⎟⎟ dydz
∂y ⎠
(9.1.1-16)
D D⎝

ή απλούστερα

M t = Gθ′I t (9.1.1-17)

όπου

⎛ ∂φ ∂φ ⎞
I t = ∫∫ ⎜⎜ y 2 + z 2 + y −z ⎟⎟ dydz (9.1.1-18)
D ⎝ ∂z ∂y ⎠

Το μέγεθος I t ονομάζεται ροπή αδράνειας σε στρέψη και είναι καθαρά γεωμετρικό


μέγεθος της διατομής, μπορεί να υπολογισθεί χωρίς την καταπόνηση M t , εφόσον φυσικά
είναι γνωστή η λύση για τη συνάρτηση στρέβλωσης.

Από την εξίσωση (9.1.1-17) φαίνεται καθαρά ότι η ανά μονάδα μήκους γωνία στροφής θ′
μπορεί να προσδιορισθεί όταν είναι γνωστή η ροπή στρέψης M t και η ροπή αδράνειας σε
στρέψη. Με τον υπολογισμό του μεγέθους θ′ ολοκληρώνεται η λύση του προβλήματος St.-
VENANT.

Γενικά είναι δύσκολο να βρεθεί για τυχαία διατομή αναλυτική έκφραση για τη συνάρτηση
στρέβλωσης φ(y, z ) , υπάρχουν όμως προσεγγιστικές λύσεις που βασίζονται σε αριθμητικές
μεθόδους επίλυσης διαφορικών εξισώσεων με τη χρήση ηλεκτρονικών υπολογιστών και οι
οποίες περιγράφουν με ικανοποιητική ακρίβεια τη ζητούμενη λύση.

9.1.2 Χρήση τασικής συνάρτησης

Αντί της συνάρτησης στρέβλωσης φ(y, z ) μπορεί να χρησιμοποιηθεί μια άλλη αρμονική
συνάρτηση ψ(y, z ) η οποία συνδέεται με την φ(y, z ) μέσω των διαφορικών εξισώσεων
CAUCHY και RIEMANN1:

∂φ ∂ψ
= , (9.1.2-1)
∂y ∂z

1
Georg Friedrich Bernhard Riemann (1826-1866)
154 Στρέψη δοκών

∂φ ∂ψ
=−
∂z ∂y

Με τη νέα αυτή συνάρτηση που ονομάζεται τασική συνάρτηση προκύπτουν οι


παραμορφώσεις

ε x = ε y = ε z = γ yz = 0

⎛ ∂ψ ⎞
γ xy = θ′ ⎜ − z⎟ (9.1.2-2)
⎝ ∂z ⎠

⎛ ∂ψ ⎞
γ xz = θ′ ⎜⎜ − + y ⎟⎟
⎝ ∂y ⎠

και στη συνέχεια με τη βοήθεια του νόμου HOOKE οι τάσεις

σ x = σ y = σ z = τ yz = 0

⎛ ∂ψ ⎞
τ xy = Gθ′ ⎜ − z⎟ (9.1.2-3)
⎝ ∂z ⎠

⎛ ∂ψ ⎞
τ xz = Gθ′ ⎜⎜ − + y ⎟⎟
⎝ ∂y ⎠

Εάν τώρα με τις τιμές για τις τάσεις σύμφωνα με τη σχέση (9.1.2-3) διερευνηθούν οι
συνθήκες ισορροπίας (2.1-5) διαπιστώνεται ότι ικανοποιούνται αυτομάτως. Απομένει να
πληρούνται και οι συνθήκες συμβιβαστού (3.2.3-2) και (3.2.3-4). Πράγματι οι σχέσεις
(3.2.3-2) καθώς και η πρώτη εξίσωση του συστήματος (3.2.3-4) ικανοποιούνται αυτομάτως,
ενώ οι άλλες δύο συνθήκες συμβιβαστού ικανοποιούνται όταν ισχύει για τη συνάρτηση
ψ(y, z ) η εξίσωση LAPLACE

∂ 2ψ ∂ 2ψ
Δψ = + =0 (9.1.2-4)
∂y 2 ∂z 2

Όπως με τη συνάρτηση στρέβλωσης έτσι και εδώ, για τη λύση της εξίσωσης (9.1.2-4)
απαιτείται η οριακή συνθήκη για τη συνάρτηση ψ(y, z ) η οποία καλείται και τασική
συνάρτηση.

Χρησιμοποιώντας τις σχέσεις


Θεωρία στρέψης κατά St.-VENANT 155

∂φ ∂φ dy ∂φ dz ∂ψ dy ∂ψ dz ∂ψ
= + = + =
∂n ∂y dn ∂z dn ∂y dt ∂z dt ∂t
(9.1.2-5)
∂φ ∂φ dy ∂φ dz ∂ψ dy ∂ψ dz ∂ψ
= + =− + =−
∂t ∂y dt ∂z dt ∂y dn ∂z dn ∂n

και με τις σχέσεις (9.1.1-11), η δεξιά πλευρά της εξίσωσης (9.1.1-13) μπορεί να γραφεί στη
μορφή

dy dz d ⎛ y 2 + z 2 ⎞⎟
z cos(n , y ) − y sin (n , y ) = y +z = ⎜ (9.1.2-6)
dt dt dt ⎜⎝ 2 ⎟⎠
οπότε ισχύει

∂φ ∂ψ d ⎛⎜ y 2 + z 2 ⎞⎟
= = (9.1.2-7)
∂n ∂t dt ⎜⎝ 2 ⎟⎠

και έτσι προκύπτει η οριακή συνθήκη

y2 + z2
ψ= +C (9.1.2-8)
2

για τη συνάρτηση ψ(y, z ) . Η σταθερά C δεν μπορεί να ορισθεί αυθαίρετα παρά μόνο όταν
υπάρχει μία πλήρης διατομή, δηλαδή όταν υπάρχει μία μόνο καμπύλη ως περίμετρος της
διατομής. Σε περιπτώσεις που η διατομή έχει οπές, τότε η περίμετρος αποτελείται από
περισσότερες καμπύλες οπότε για κάθε καμπύλη εμφανίζεται μία διαφορετική σταθερά. Στην
περίπτωση αυτή μπορεί να επιλεγεί μόνο μία σταθερά αυθαίρετα, και συνήθως δίδεται για
την εξωτερική περίμετρο η τιμή C = 0 , ενώ οι υπόλοιπες σταθερές προσδιορίζονται στις
άλλες περιμέτρους από πρόσθετες συνθήκες, όπως π.χ. για λόγους συνέχειας, πρέπει σε κάθε
περίμετρο η αρχική τιμή της συνάρτησης ψ να είναι ίση με την τελική όταν ολοκληρωθεί για
μία ολόκληρη περιστροφή.

Το πρόβλημα αυτό είναι γνωστό σαν πρόβλημα DIRICHLET1, όπου ζητείται μια αρμονική
συνάρτηση σε μια περιοχή D, (Σχήμα 9.1.1-3b), η οποία παίρνει κατά μήκος της
περιμέτρου Γ ορισμένες τιμές. Σε αντίθεση με το πρόβλημα NEUMANN δεν εμφανίζεται η
παράγωγος σαν οριακή συνθήκη αλλά η ίδια η συνάρτηση που ζητείται και η οποία είναι
γνωστή κατά μήκος της περιμέτρου.

Το πρόβλημα DIRICHLET έχει πάντα μια μονοσήμαντη λύση και διατυπώνεται μαθηματικά
ως εξής:

∂ 2ψ ∂ 2ψ
Δψ = + =0 για y, z ∈ D (9.1.2-9)
∂y 2 ∂z 2

1
Johann Peter Gustav Lejeune Dirichlet (1805-1859)
156 Στρέψη δοκών

y2 + z 2
ψ= +C για y, z ∈ Γ
z

Συχνά χρησιμοποιείται μια άλλη συνάρτηση

y2 + z2
Ψ ( y, z ) = ψ ( y, z ) − (9.1.2-10)
2

με την οποία μεταφέρεται η εξίσωση LAPLACE στην εξίσωση POISSON,

∂ 2ψ ∂ 2ψ
ΔΨ(y, z ) = + = Δψ(y, z ) − 2 = −2 (9.1.2-11)
∂y 2 ∂z 2

με την οριακή συνθήκη

Ψ ( y, z ) = C (9.1.2-12)

για τα σημεία της περιμέτρου, όπου C συμβολίζει μία σταθερά.


Με τη νέα αυτή συνάρτηση Ψ(y, z ) προκύπτουν οι τάσεις από τις σχέσεις

∂Ψ
τ xy = Gθ′
∂z
(9.1.2-13)
∂Ψ
τ xz = −Gθ′
∂y

Για να ολοκληρωθεί και εδώ η λύση του προβλήματος πρέπει να γραφεί, ανάλογα προς τη
σχέση (9.1.1-15), η εξίσωση για τη ροπή στρέψης σε συνάρτηση της τασικής συνάρτησης
ψ(y, z ) οπότε ισχύει

( ) ⎛
M t = ∫∫ y τ xz − z τ xy dydz = Gθ′ ∫∫ ⎜⎜ y 2 + z 2 − y
∂ψ
∂y
−z
∂ψ ⎞
∂z
⎟⎟ dydz
(9.1.2-14)
D D ⎝ ⎠

και μπορεί να γραφεί στη μορφή

⎛ y 2 + z 2 ⎞⎟
′ ⎜
M t = 2Gθ ∫∫ ψ − dydz = 2Gθ′ ∫∫ Ψ(y, z ) dydz
⎜ 2 ⎟ (9.1.2-15)
D⎝ ⎠ D

Η απόδειξη βασίζεται στο θεώρημα STOKES1 για τη μετατροπή διπλών ολοκληρωμάτων σε


επικαμπύλια. Ένα επικαμπύλιο ολοκλήρωμα που προκύπτει κατά τη διαδικασία αυτή
μηδενίζεται και μένει το διπλό ολοκλήρωμα της εξίσωσης (9.1.2-15).

1
Sir George Gabriel Stokes (1819-1903)
Θεωρία στρέψης κατά St.-VENANT 157

Όταν είναι γνωστή λοιπόν η καταπόνηση M t μπορεί να υπολογισθεί από την εξίσωση
(9.1.2-15) η ανά μονάδα μήκους γωνία στροφής θ′ .

Από τη σύγκριση των σχέσεων (9.1.2-15) και (9.1.1-18) προκύπτει για τη ροπή αδράνειας
σε στρέψη I t η σχέση

I t = 2 ∫∫ Ψ(y, z ) dydz
(9.1.2-16)
D

Όπως και με την συνάρτηση στρέβλωσης φ(y, z ) έτσι και εδώ με την τασική συνάρτηση
ψ(y, z ) υπάρχουν πολύ λίγες διατομές για τις οποίες μπορεί να βρεθεί μια αναλυτική λύση.
Στις περισσότερες των περιπτώσεων και ειδικά σε διατομές που χρησιμοποιούνται στις
εφαρμογές είναι κανείς αναγκασμένος να καταφύγει σε προσεγγιστικές μεθόδους (Μέθοδος
Πεπερασμένων Στοιχείων, Μέθοδος Οριακών Πεπερασμένων Στοιχείων, Μέθοδος
Πεπερασμένων Διαφορών, κ.λ.π.).

Μετά τη θεωρητική αυτή ανάλυση του προβλήματος στρέψης θα παρουσιασθούν τα


προβλήματα για τα οποία μπορεί να ευρεθεί σχετικά εύκολα κάποια λύση παρόλο που μερικά
από αυτά δεν βρίσκουν άμεση εφαρμογή.

9.2 Προβλήματα στρέψης δοκών με αναλυτική λύση

9.2.1 Στρέψη δοκών κυκλικής διατομής και κυκλικού δακτυλίου

Η δοκός με κυκλική διατομή αποτελεί ένα από τα σπουδαιότερα δομικά στοιχεία που
καταπονούνται σε στρέψη και βρίσκει μεγάλη εφαρμογή στις κατασκευές (όλοι οι άξονες που
περιστρέφονται έχουν κυκλική διατομή) και φορτίζονται σε στρέψη.

Σύμφωνα με την προϋπόθεση ότι οι εγκάρσιες διατομές της δοκού στην περίπτωση αυτή
παραμένουν επίπεδες και κατά τη στρέψη, προκύπτει ότι οι κυκλικές διατομές δεν υφίστανται
στρέβλωση και συνεπώς ισχύει

φ ( y, z ) = 0 (9.2.1-1)

για όλα τα σημεία της διατομής και φυσικά και της περιμέτρου.

Η συνάρτηση στρέβλωσης είναι λοιπόν για τη διατομή αυτή γνωστή και μπορούν να
υπολογισθούν οι τάσεις αμέσως από τη σχέση (9.1.1-6). Έτσι προκύπτουν π.χ. για τα σημεία
του άξονα y (όπου z = 0 , βλ. Σχήμα 9.2.1-1a), οι διατμητικές τάσεις
158 Στρέψη δοκών

⎛ ∂φ ⎞
τ xy = Gθ′ ⎜⎜ − z ⎟⎟ = 0
⎝ ∂y ⎠
(9.2.1-2)
⎛ ∂φ ⎞
τ xz = Gθ ′ ⎜ + y ⎟ = Gθ ′y
⎝ ∂z ⎠

διαπιστώνοντας συγχρόνως την παραδοχή της θεωρίας COULOMB, (η οποία ισχύει μόνο για
κυκλικές διατομές) ότι οι τάσεις είναι κάθετες προς την ακτίνα και ανάλογες με την
απόσταση από τον άξονα. Το ίδιο διαπιστώνεται παρατηρώντας τον άξονα z (όπου y = 0 )
και λόγω συμμετρίας και κάθε άλλη κατεύθυνση. Η διατμητική τάση επομένως σε κάποιο
σημείο που απέχει από τον άξονα x την απόσταση r δίδεται από τη σχέση

τ = Gθ′ r (9.2.1-3)

Για να προκύψει η γωνία στροφής θ′ ανάλογα με τη ροπή στρέψης Mt πρέπει να


σχηματισθεί η ροπή με τη βοήθεια των διατμητικών τάσεων, οπότε ισχύει

M t = ∫ τ r dA = Gθ′ ∫ r 2 dA = Gθ′ I p (9.2.1-4)


A A

καθότι η έκφραση

I p = ∫ r 2dA
A

είναι ως γνωστό η πολική ροπή αδράνειας της διατομής η οποία για την κυκλική διατομή έχει
την τιμή

π R 4 π d4
Ip = =
2 32

Στην κυκλική διατομή είναι επομένως η ροπή αδράνειας σε στρέψη I t ίση με την πολική
ροπή αδράνειας I p της διατομής.
Προβλήματα στρέψης δοκών με αναλυτική λύση 159

τ xz Ra
τ max τ max

τ xz τ xy Ri

Σχήμα 9.2.1-1. Κατανομή τάσεων σε κυκλικές και δακτυλιοειδείς διατομές

Η ανά μονάδα μήκους γωνία στροφής θ′ υπολογίζεται στις κυκλικές διατομές από τη σχέση

Mt
θ′ = (9.2.1-5)
GIp

και οι διατμητικές τάσεις σε συνάρτηση της ροπής στρέψης από τη σχέση

Mt
τ = τ(r ) = r (9.2.1-6)
Ip

οπότε οι μέγιστες τάσεις που εμφανίζονται στα σημεία όπου ισχύει r = R είναι

Mt M M
τ max = τ(r = R ) = R= t = t
Ip Ip Wp (9.2.1-7)
R

όπου Wp σημαίνει την πολική ροπή αντίστασης της κυκλικής διατομής.

Το μέγεθος GI p στη σχέση (9.2.1-5) καλείται μέτρο δυστρεψίας ενώ γενικά για άλλες
διατομές το μέτρο δυστρεψίας είναι το μέγεθος GI t , όπου I t συμβολίζει τη ροπή
αδράνειας σε στρέψη, βλ. π.χ. (9.1.1-17). Από τη σχέση (9.1.1-17) προκύπτει συγχρόνως
(επειδή για κυκλικές διατομές ισχύει φ = 0) ότι η ροπή αδράνειας σε στρέψη I t στις
κυκλικές διατομές είναι ίση με την πολική ροπή αδράνειας I p , ενώ γενικά ισχύει I t ≤ I p .

Παρατήρηση: Οι σχέσεις που διατυπώθηκαν για τις κυκλικές διατομές ισχύουν και για
δακτυλιοειδείς διατομές (διατομές κυλινδρικών σωλήνων) όταν αντικατασταθεί η
π R4
πολική ροπή αδράνειας I p = της κυκλικής διατομής με την αντίστοιχη ροπή
2
αδράνειας της δακτυλιοειδούς διατομής που είναι
160 Στρέψη δοκών

I p,δακτ =
π 4
2
(
R a − R i4 )
όπου Ra η ακτίνα του εξωτερικού κύκλου
και Ri η ακτίνα του εσωτερικού κύκλου

Παράδειγμα

Να συγκριθούν μεταξύ τους μια κυκλική διατομή και μια διατομή κυκλικού δακτυλίου ίδιας
επιφάνειας ως προς τη συμπεριφορά τους στη στρέψη.
Δίδονται: R, R a , R i .

Ri
Ra

Σύγκριση διατομών ίδιας επιφάνειας

Εάν οι επιφάνειες των διατομών είναι ίδιες, τότε πρέπει να ισχύει

(
π R 2 = π R a2 − R i2 )
και συνεπώς

(
R 2 = R a2 − R i2 )
Για τη ροπή αδράνειας σε στρέψη των διατομών ισχύει

π R4
I t , I = I p, I =
2

I t , II = I p, II =
(
π R a4 − R i4
=
) ( )( ) (
π R a2 + R i2 R a2 − R i2
=
)
π R a2 + R i2 R 2
2 2 2

Η μέγιστη διατμητική τάση λόγω στρέψης προκύπτει από τις σχέσεις

Mt 2 Mt
τ max, I = R=
I p, I π R3
Προβλήματα στρέψης δοκών με αναλυτική λύση 161

Mt 2 Mt Ra
τ max, II = Ra =
I p, II π (R a2 + R i2 ) R 2

οπότε από το λόγο των τάσεων προκύπτει

τ max, I
=
2 2
2 Mt π Ra + Ri R(2
=
)
R a2 + R i2
>1
τ max, II π R 3 2 Mt Ra R Ra

καθότι ακόμη και με την τιμή R = Ra ο αριθμητής είναι μεγαλύτερος από τον
παρονομαστή.

Από τη σύγκριση επομένως των διατμητικών τάσεων προκύπτει ότι η τάση στην πλήρη
κυκλική διατομή είναι για την ίδια στρεπτική ροπή M t μεγαλύτερη από ότι στον κυκλικό
δακτύλιο.

Η δυστρεψία μιας διατομής εκφράζεται με το γινόμενο GI t οπότε εάν χρησιμοποιηθεί το


ίδιο υλικό, τότε αρκεί να συγκριθούν οι ροπές αδράνειας σε στρέψη των διατομών.

Δημιουργώντας πάλι το λόγο των τιμών προκύπτει

I t, I π R4 2 R2
I t , II
=
( =
)
2 π R a2 + R 2 R 2 R a2 + R 2
i i
<1

καθότι ακόμη και για R = Ra ο αριθμητής είναι μικρότερος από τον παρονομαστή.
Επομένως ισχύει

GI t , I < GI t , II

Άρα ο κυκλικός δακτύλιος έχει μεγαλύτερη δυστρεψία, γεγονός που σημαίνει ότι στο
δακτύλιο δημιουργείται μικρότερη παραμόρφωση, δηλαδή μικρότερη γωνία στροφής, από ότι
στην πλήρη κυκλική διατομή ίδιας επιφάνειας υπό την επίδραση της ίδιας στρεπτικής ροπής
M t στις δύο διατομές.

τ max,I τ max,II

Mt Mt

Σχήμα. Κατανομή διατμητικών τάσεων λόγω M t .


162 Στρέψη δοκών

Παρατήρηση: Από την κατανομή των διατμητικών τάσεων λόγω στρέψης στην πλήρη
κυκλική διατομή, γίνεται προφανές ότι η εσωτερική περιοχή της διατομής συμμετέχει
πολύ λίγο έως ελάχιστα στην παραλαβή τάσεων.

Στον κυκλικό δακτύλιο απουσιάζει ουσιαστικά η εσωτερική αυτή επιφάνεια και έχει
μεταφερθεί προς τα έξω, καθότι οι δύο διατομές έχουν την ίδια επιφάνεια.

Η δακτυλιοειδής επομένως διατομή έχοντας την επιφάνειά της πιο απομακρυσμένα από το
κέντρο κατανεμημένη σε σχέση με την πλήρη κυκλική διατομή μπορεί να παραλάβει με την
ίδια επιφάνεια μεγαλύτερες τάσεις και έχει κατά συνέπεια μεγαλύτερη αντοχή σε στρέψη.

Για τον ίδιο ακριβώς λόγο η επιφάνεια της διατομής του δακτυλίου έχει μεγαλύτερη πολική
ροπή αδράνειας IP (κατανομή επιφάνειας πιο μακριά από τον άξονα x από ότι στην πλήρη
κυκλική διατομή) η οποία είναι ίση με τη ροπή αδράνειας σε στρέψη I t και έχει συνεπώς
μεγαλύτερη δυστρεψία.

Πίνακας σύγκρισης διατομών ίδιας επιφάνειας κατά την καταπόνηση σε στρέψη

Ra
Ri

Επιφάνεια διατομής A Ι = A ΙΙ

Ροπή αδράνειας σε στρέψη


I t , I < I t , II
I t = Ip

Μέγιστη διατμητική τάση


τ max,I > τ max,II
τ max

Δυστρεψία G I t
G I t , I < G I t , II
G Ι = G ΙΙ = G

Συστροφή
M θ′I > θ′II
θ′ = t
G It

Βάρος δοκού / m
B=ρgA BI = BII
ρ I = ρ II = ρ

Τα αποτελέσματα από τη σύγκριση των διατομών του παραδείγματος που παρουσιάζονται


συγκεντρωτικά στον πίνακα βασίζονται στο γεγονός ότι οι διατομές έχουν την ίδια επιφάνεια.
Προβλήματα στρέψης δοκών με αναλυτική λύση 163

Τα αποτελέσματα αυτά μπορούν να χρησιμοποιηθούν για την εξαγωγή συμπερασμάτων κατά


την σύγκριση των ίδιων διατομών εάν π.χ. απαιτείται να έχουν

• την ίδια αντοχή σε στρέψη ή


• την ίδια δυστρεψία

9.2.2 Στρέψη δοκών ελλειπτικής διατομής

Στην ελλειπτική διατομή η περίμετρος της διατομής δίδεται ως γνωστόν από την εξίσωση

y2 z2
+ 2 =1
a2 b

όπου a και b είναι οι δύο ημιάξονες της έλλειψης, Σχήμα 9.2.2-1. Επιλέγοντας τη
συνάρτηση

a 2 b 2 ⎛⎜ y 2 z 2 ⎞⎟
Ψ(y, z ) = 2 1− − (9.2.2-1)
a + b 2 ⎜⎝ a 2 b 2 ⎟⎠

διαπιστώνεται ότι μηδενίζεται κατά μήκος της περιμέτρου (πληρεί επομένως την οριακή
συνθήκη (9.1.2-11)) και ικανοποιεί συγχρόνως στο εσωτερικό της περιμέτρου, την εξίσωση
POISSON (9.1.2-10). Η συνάρτηση Ψ(y, z ) συμβολίζει επομένως την τασική συνάρτηση
για την ελλειπτική διατομή.

τ max

Σχήμα 9.2.2-1. Ελλειπτική διατομή δοκού

Από τις σχέσεις (9.1.2-12) προκύπτουν οι τάσεις


164 Στρέψη δοκών

∂Ψ a2 z
τ xy = Gθ′ = −2Gθ′ 2
∂z a + b2
(9.2.2-2)
2
∂Ψ b y
τ xz = −Gθ′ = 2Gθ′ 2
∂y a + b2

και συνεπώς σε κάθε σημείο της διατομής η συνισταμένη τάση ισούται με

2Gθ′
τ = τ xy2 + τ xz2 = 2 2
a 4 z2 + b4 y2 (9.2.2-3)
a +b

Η μέγιστη τάση εμφανίζεται επί της περιμέτρου στο σημείο του μικρότερου ημιάξονα και
ισχύει

2Gθ′
τ max = a2 b (9.2.2-4)
2 2
a +b

Από τη σχέση (9.1.2-16) προκύπτει για τη ροπή αδράνειας σε στρέψη

I t = 2 ∫∫ Ψ(y, z ) dydz
D
⎡ ⎤
⎢ ⎥ (9.2.2-5)
2 a 2 b2 ⎢ 1 2 1 2 ⎥
= ⎢ ∫ dy dz − 2 ∫∫ y dy dz − 2 ∫∫ z dy dz ⎥
a 2 + b2 ⎢D a D b D
123 14243 14243 ⎥
⎢ =A =Iz =I y ⎥
⎣ ⎦

και συνεπώς με τις τιμές

a b3π a3 b π a 3 b3 π
A=abπ, Iy = , Iz = , It = 2 (9.2.2-6)
4 4 a + b2

προκύπτει τελικά η γωνία στροφής

θ′ =
M t M t a 2 + b2
=
( ) (9.2.2-7)
GI t G a 3 b3 π

και η μέγιστη τάση από τη σχέση (9.2.2-4) σε συνάρτηση της ροπής M t

2M t
τ max = (9.2.2-8)
a b2 π
Προβλήματα στρέψης δοκών με αναλυτική λύση 165

9.2.3 Στρέψη δοκών ορθογωνικής διατομής

Το ιδιαίτερο που προκύπτει από τη λύση της ελλειπτικής διατομής είναι ότι οι σχέσεις
μπορούν να χρησιμοποιηθούν και για λεπτόπαχες ορθογωνικές διατομές, Σχήμα 9.2.3-1, για
b
τις οποίες μπορεί να αντικατασταθεί προσεγγιστικά →0.
a

τ max τ max

τ1 τ1

Σχήμα 9.2.3-1. Διατμητικές τάσεις ορθογωνικής διατομής δοκού


a) προσεγγιστική λύση
b) αναλυτική λύση

Ως τασική συνάρτηση παραμένει από την τασική συνάρτηση της ελλειπτικής διατομής η
συνάρτηση

(
Ψ(y, z ) = b 2 − z 2 ) (9.2.3-1)

από την οποία προκύπτουν οι τάσεις

τ xy = −2 Gθ′ z
(9.2.3-2)
τ xz = 0

πράγμα που σημαίνει ότι αμελούνται οι τάσεις στην στενή πλευρά του ορθογωνίου. Η οριακή
συνθήκη Ψ = 0 κατά μήκος της πλευράς y = ±a δεν ικανοποιείται, πρόκειται όμως για
μικρά τμήματα της περιμέτρου. Παρόλα αυτά προκύπτει μια σχετικά καλή προσεγγιστική
τιμή για τη ροπή αδράνειας σε στρέψη.

a b 16 a b 3 L h 3
I t = 2 ∫∫ Ψ dy dz = 8 ∫ dy ∫ Ψ dz = = (9.2.3-3)
D -a -b 3 3

Η μέγιστη τάση εμφανίζεται στο μέσο της μεγαλύτερης πλευράς και έχει την τιμή

Mt 3 Mt
τ max = 2 Gθ′ b = Gθ′ h = h= (9.2.3-4)
It L h2
166 Στρέψη δοκών

L
Η λύση του προβλήματος στρέψης για ορθογωνικές διατομές με οποιοδήποτε λόγο
h
μπορεί να γίνει αναλυτικά μόνο με σειρές. Όπως έχει αποδειχθεί (πειραματικά και αναλυτικά
L
με τη βοήθεια σειρών) σε ορθογωνικές διατομές με λόγο πλευρών < 10 , οι οποίες
h
συναντούνται πολύ συχνά στις κατασκευές, οι τιμές για τη μέγιστη διατμητική τάση τ max
και για τη ροπή αδράνειας σε στρέψη I t αποκλίνουν αρκετά από τις τιμές που προκύπτουν
από τις σχέσεις 9.2.3-4 και 9.2.3-3 αντίστοιχα και για αυτό χρησιμοποιούνται κάποιοι
διορθωτικοί συντελεστές για την επίτευξη ακριβέστερων αποτελεσμάτων.

Για ακριβέστερα αποτελέσματα στις ορθογωνικές διατομές ενδείκνυται επομένως να


χρησιμοποιηθούν οι σχέσεις

I t = k1 L h 3
(9.2.3-5)
Mt
τ max =
k2 L h2

όπου τ max ισχύει για το μέσο της μεγαλύτερης πλευράς της διατομής.
Για το μέσο της άλλης πλευράς της ορθογωνικής διατομής η τιμή της τάσης μπορεί να
προσδιορισθεί από τη σχέση

τ1 = k 3 τ max

L
Οι συντελεστές k1 , k 2 , k 3 δίδονται για συγκεκριμένους λόγους πλευρών στον
h
Πίνακα 9.2.3-1 και οι συντελεστές k1 , k 2 παριστάνονται γραφικά στο Σχήμα 9.2.3-2.

Πίνακας 9.2.3-1. Τιμές των μεγεθών k1 , k 2 και k 3 για ορθογωνικές διατομές


L
1,0 1,2 1,5 2,0 3,0 4 6 8 10 ∞
h
k1 0,141 0,166 0,196 0,229 0,263 0,281 0,299 0,307 0,312 0,333

k2 0,208 0,219 0,231 0,246 0,267 0,282 0,299 0,307 0,312 0,333
k3 1,0 0,935 0,862 0,794 0,752 0,746 0,741 0,741 0,741 0,741
Προβλήματα στρέψης δοκών με αναλυτική λύση 167

Σχήμα 9.2.3-2. Συντελεστές k1 και k 2 για τον υπολογισμό της ροπής


αδράνειας I t και της μέγιστης διατμητικής τάσης τ max
ορθογωνικών διατομών

Παράδειγμα 1

Η τετραγωνική και η ορθογωνική διατομή του σχήματος έχουν την ίδια επιφάνεια. Εάν οι
διατομές αυτές είναι διατομές δοκών ίδιου υλικού και καταπονούνται σε στρέψη με τη
στρεπτική ροπή M t να συγκριθούν
- ως προς την αντοχή τους σε στρέψη ( τ max ) και
- ως προς τη δυστρεψία ( GI t ).

L
=1 L
h =4
h

A1 = 4a 2 A 2 = 4a 2

Εφαρμόζοντας τις σχέσεις ορθογωνικών διατομών για τη μέγιστη διατμητική τάση τ max και
για τη ροπή αδράνειας σε στρέψη I t προκύπτει για τις τάσεις
168 Στρέψη δοκών

Mt Mt Mt
τ max,1 = = =
k 2 L h 2 k 2 8 a 3 0,208 ⋅ 8a 3

Mt Mt Mt Mt
τ max,2 = = = =
k 2 L h 2 k 2 4a a 2 k 2 4a 3 0,282 ⋅ 4a 3

και για τις ροπές αδράνειας σε στρέψη

I t ,1 = k1 L h 3 = k1 2a (2a )3 = k1 16a 4 = 0,141 ⋅16a 4

I t ,2 = k1 L h 3 = k1 4a a 3 = k1 4a 4 = 0,281 ⋅ 4a 4

Από τη σύγκριση των τάσεων μεταξύ τους προκύπτει

τ max,2 > τ max,1

άρα η τετραγωνική διατομή αντέχει περισσότερο και από τη σύγκριση των ροπών αδράνειας
σε στρέψη προκύπτει

I t ,1 > I t ,2

άρα η τετραγωνική διατομή έχει μεγαλύτερη δυστρεψία ( GI t ).


Πίνακας σύγκρισης διατομών ίδιας επιφάνειας κατά την καταπόνηση σε στρέψη

Επιφάνεια διατομής
A Ι = A ΙΙ
A=Lh

Μέγιστη διατμητική τάση τ max τ max,I < τ max, II

Ροπή αδράνειας σε στρέψη I t I t , I > I t , II

Δυστρεψία G I t
G I t , I > G I t , II
G Ι = G ΙΙ = G
M
Συστροφή θ′ = t θ′I < θ′II
G It
Βάρος δοκού / m
B=ρgΑ BI = BII
ρ Ι = ρ ΙΙ = ρ
Προβλήματα στρέψης δοκών με αναλυτική λύση 169

Από τη σύγκριση που έγινε μεταξύ των διατομών του παραδείγματος προκύπτει ένα
σημαντικό συμπέρασμα το οποίο μπορεί να γενικευθεί και για άλλης μορφής πλήρεις
διατομές ως εξής:

Συμπέρασμα: Γενικά μεταξύ δύο διατομών οι οποίες είναι πλήρεις, έχουν την ίδια
επιφάνεια και το ίδιο μέτρο διάτμησης G, εκείνη της οποίας η επιφάνεια είναι πιο
“συγκεντρωμένη” αντέχει περισσότερο στην καταπόνηση στρέψης, μπορεί να φορτισθεί
δηλαδή με μεγαλύτερες τάσεις και εμφανίζει για το ίδιο φορτίο M t μικρότερη
παραμόρφωση, δηλαδή μικρότερη γωνία στροφής καθότι έχει μεγαλύτερη δυστρεψία
( GI t ).

Το συμπέρασμα αυτό προκύπτει και από τη σχέση των τάσεων τ max και της ροπής
αδράνειας σε στρέψη I t που έχουν διατυπωθεί για τις ορθογωνικές διατομές, εάν
αναλυθούν περαιτέρω ως εξής:

Για τη σύγκριση δύο ορθογωνικών διατομών ίδιας επιφάνειας ισχύει

L1 h1 = L 2 h 2 = A = σταθερό (ίδια επιφάνεια)

οπότε γενικά

A
L h i2 =
Li h i = i h i2 = A και ⎛ Li ⎞
hi ⎜⎜ ⎟⎟
⎝ hi ⎠

Li
Η σχέση για τη μέγιστη τάση ορθογωνικής διατομής, διατυπώνεται εισάγοντας το λόγο
hi
στη μορφή

Li
Mt Mt Mt Mt hi
τ max = = = =
k 2 L h 2 k 2 (L h ) h k 2 A h A A k 2

Επειδή M t και Α είναι σταθερά, το μέγεθος που επηρεάζει τη μέγιστη τάση είναι ο λόγος

Li
hi
k2

Li
από τον οποίο προκύπτει, ότι με την αύξηση του λόγου των πλευρών μιας διατομής
hi
σταθερής επιφάνειας Α, αυξάνει ο αριθμητής αυτού του λόγου γρηγορότερα από ότι ο
L
παρονομαστής (συντελεστής k 2 ), οπότε όσο πιο μεγάλος γίνεται ο λόγος i (όσο δηλαδή
hi
170 Στρέψη δοκών

πιο λεπτή γίνεται η διατομή) παρόλο που η επιφάνειά της παραμένει ίδια, τόσο πιο μεγάλη
γίνεται και η τ max που εμφανίζεται στη διατομή, οπότε και μειώνεται η αντοχή της.

Αντίστοιχα προκύπτει για τη ροπή αδράνειας σε στρέψη

A k1
I t = k1 L h 3 = k1 (L h ) h 2 = k1 A h 2 = k1 A = A2
⎛ Li ⎞ ⎛ Li ⎞
⎜⎜ ⎟⎟ ⎜⎜ ⎟⎟
⎝ hi ⎠ ⎝ hi ⎠

Για τον ίδιο ακριβώς λόγο, αυξάνει εδώ ο παρονομαστής πιο γρήγορα από ότι ο αριθμητής
L
όταν αυξάνει ο λόγος i οπότε μειώνεται συγχρόνως η ροπή αδράνειας σε στρέψη I t και
hi
κατά συνέπεια η δυστρεψία GI t της διατομής. Η συστροφή θ′ , δηλαδή η γωνία στροφής
ανά μονάδα μήκους συνδέεται αντιστρόφως ανάλογα με τη ροπή αδράνειας σε στρέψη
σύμφωνα με τη σχέση

Mt
θ′ =
GI t

Παρατήρηση: Το συμπέρασμα που διατυπώθηκε σχετικά με τη συμπεριφορά μεταξύ


δύο ορθογωνικών διατομών ίδιας επιφάνειας ως προς την αντοχή και τη δυστρεψία των
διατομών, ισχύει και για λεπτόπαχες κλειστές ορθογωνικές διατομές ίδιας πάλι
επιφάνειας, όπως θα αναλυθεί σε παραδείγματα του αντίστοιχου κεφαλαίου.

Παράδειγμα 2

Να συγκριθούν οι διατομές του σχήματος


- ως προς τη μέγιστη διατμητική τάση λόγω στρέψης και
- ως προς τη δυστρεψία τους
εάν έχουν την ίδια επιφάνεια διατομής.
Δίδονται: πλευρά a.

1) 2)
R
a

d a

Πρόκειται για πλήρεις διατομές για τις οποίες υπάρχει αναλυτική λύση. Για να έχουν την ίδια
επιφάνεια πρέπει να ισχύει

2
π R2 = a2 άρα d = 2R = a = 1,128 a
π
Προβλήματα στρέψης δοκών με αναλυτική λύση 171

Για την κυκλική διατομή η μέγιστη διατμητική τάση προσδιορίζεται από τη σχέση

Mt M 2M t Mt Mt
τ max,1 = Gθ′ R = R= t R= = 2 π ≈ 3,54
It Ip π R3 a3 a3

και για την τετραγωνική διατομή από τη σχέση

Mt Mt 1 Mt 1 Mt M
τ max,2 = 2
= 3
= 3
= 3
≈ 4,8 3t
k2 L h k2 a k2 a 0,208 a a

Από τις τιμές των τάσεων προκύπτει το συμπέρασμα ότι η κυκλική διατομή εμφανίζει
μικρότερη τάση για την ίδια στρεπτική ροπή από ότι η τετραγωνική διατομή και αντέχει
συνεπώς περισσότερο στη στρέψη.

Για τη διερεύνηση των διατομών ως προς τη δυστρεψία (G I t ) , αρκεί να συγκριθούν οι


ροπές αδράνειας σε στρέψη It των διατομών εάν χρησιμοποιηθεί το ίδιο υλικό
(G1 = G 2 = G ) .
4
π R4 π ⎛ a ⎞ a4
I t ,1 = I p,1 = = ⎜ ⎟ = ≈ 0,16 a 4
2 2⎝ π⎠ 2π

και για την τετραγωνική

I t ,2 = k1 L h 3 = k1 a 4 = 0,141 a 4

Συγκρίνοντας τις τιμές των ροπών αδράνειας σε στρέψη προκύπτει I t ,1 > I t ,2 άρα η κυκλική
διατομή έχει μεγαλύτερη δυστρεψία και συνεπώς μικρότερη συστροφή.

1 1
θ1′ = < θ′2 =
G I t ,1 G I t ,2

Λαμβάνοντας υπόψη και τα αποτελέσματα που προέκυψαν από τη σύγκριση μιας


τετραγωνικής και μιας ορθογωνικής διατομής ίδιας επιφάνειας προκύπτει ο ακόλουθος
πίνακας σύγκρισης κυκλικής, τετραγωνικής και ορθογωνικής διατομής.
172 Στρέψη δοκών

Πίνακας σύγκρισης διατομών ίδιας επιφάνειας κατά την καταπόνηση σε στρέψη

Επιφάνεια διατομής Α A1 = A 2 = A3

Μέγιστη διατμητική τάση


τ max,1 < τ max,2 < τ max,3
τ max

Ροπή αδράνειας σε στρέψη


I t ,1 > I t ,2 > I t ,3
It

Δυστρεψία G I t
G I t ,1 > G I t ,2 > G I t ,3
G1 = G 2 = G 3 = G

Mt
Συστροφή θ′ = θ1′ < θ′2 < θ′3
G It

Βάρος δοκού / m
B=ρgΑ B1 = B2 = B3
ρ Ι = ρ ΙΙ = ρ III = ρ
Λεπτόπαχες διατομές 173

9.3 Λεπτόπαχες διατομές

Όπως αναφέρθηκε και στο προηγούμενο κεφάλαιο, ο αριθμός των διατομών για τις οποίες
υπάρχει αναλυτική λύση του προβλήματος στρέψης είναι περιορισμένος. Εάν επιπλέον δεν
ληφθούν υπόψη οι διατομές που για κατασκευαστικούς λόγους δεν χρησιμοποιούνται στις
εφαρμογές, τότε απομένει μόνο

• η κυκλική διατομή και η διατομή κυκλικού δακτυλίου καθώς


• η ορθογωνική και τετραγωνική διατομή.

με αναλυτικές λύσεις, καθότι η ελλειπτική και το ισόπλευρο τρίγωνο σπάνια


χρησιμοποιούνται, ή δεν χρησιμοποιούνται καθόλου στις κατασκευές.

Πέραν της κυκλικής/κυκλικού δακτυλίου και της ορθογωνικής/τετραγωνικής διατομής


χρησιμοποιούνται στις κατασκευές πάρα πολύ συχνά διατομές με μικρό πάχος σε σχέση με
τις υπόλοιπες διαστάσεις της διατομής. Οι διατομές αυτές χαρακτηρίζονται ως λεπτόπαχες
και μπορούν, κάτω από κάποιες παραδοχές, να επιλυθούν ως προς τη στρέψη.

Η συμπεριφορά των λεπτόπαχων διατομών στη στρέψη επηρεάζεται πολύ σημαντικά από το
γεγονός εάν η διατομή είναι κλειστή ή ανοικτή.

Ως κλειστή χαρακτηρίζεται μία διατομή, όταν η μέση καμπύλη της είναι κλειστή (αρχικό και
τελικό σημείο συμπίπτουν) βλ. Σχήμα 9.3-1a), ενώ ανοικτή, όταν η μέση καμπύλη της
διατομής παραμένει ανοικτή (τα άκρα της δεν συμπίπτουν), βλ. Σχήμα 9.3-1b).

Σχήμα 9.3-1. Λεπτόπαχες διατομές

Λόγω της διαφορετικής των συμπεριφοράς κατά τη στρέψη, η ανάλυση των λεπτόπαχων
διατομών γίνεται χωριστά για τις κλειστές και χωριστά για τις ανοικτές διατομές. Η ανάλυση
αυτή ακολουθεί στα επόμενα κεφάλαια.
174 Στρέψη δοκών

9.3.1 Λεπτόπαχες κλειστές διατομές

Για λεπτόπαχες κλειστές διατομές που καταπονούνται σε στρέψη, μπορούν να απλοποιηθούν


οι υπολογισμοί σημαντικά, με την παραδοχή ότι η τάση τ παραμένει σταθερή ως προς το
πάχος της διατομής, Σχήμα 9.3.1-1a).

a) b)
z μέση καμπύλη z Am
τ
y y
T
s)
h(
ds

z Γ
p
y
T
d)
0 s

∂T
T+ ds + K
∂s
T
c)

Σχήμα 9.3.1-1. Δοκός λεπτόπαχης κλειστής διατομής

Το μέγεθος Τ χαρακτηρίζεται ως διατμητική ροή και συμβολίζει τη συνισταμένη δύναμη


των τάσεων ως προς το πάχος της διατομής (δύναμη ανά μονάδα μήκους) και προκύπτει από
τη σχέση

Τ = τ h (s ) (9.3.1-1)

όπου h(s) σημαίνει το πάχος της διατομής το οποίο στη γενική περίπτωση μπορεί να είναι
μεταβλητό κατά μήκος της περιμέτρου (βλ. Σχήμα 9.3.1-1c).

Εάν αποκοπεί κάποιος στοιχειώδης όγκος, Σχήματα 9.3.1-1c), 9.3.1-1d) και σχηματισθεί η
συνθήκη ισορροπίας, επειδή δεν υπάρχουν άλλες τάσεις, προκύπτει

∂Τ
=0 (9.3.1-2)
∂s
Λεπτόπαχες διατομές 175

και συνεπώς ισχύει

Τ = τ h (s ) = σταθερό

Η διατμητική ροή είναι λοιπόν σταθερή στη διατομή, πράγμα που σημαίνει ότι οι
μεγαλύτερες τάσεις εμφανίζονται στα σημεία της περιμέτρου όπου το πάχος της διατομής
έχει τη μικρότερη τιμή.

Σύμφωνα με το Σχήμα 9.3.1-1c) προκύπτει για τη στρεπτική ροπή η σχέση

M Τ = ∫ Τ p(s ) ds = Τ ∫ p(s ) ds
(9.3.1-3)
Γ

όπου p(s ) είναι η απόσταση της συνισταμένης δύναμης (διατμητικής ροής) από την αρχή
των αξόνων και συγχρόνως το ύψος του σκιαγραφημένου τριγώνου. Το γινόμενο p(s ) ds
συμβολίζει συνεπώς το διπλάσιο του εμβαδού του τριγώνου αυτού. Έτσι προκύπτει μετά την
ολοκλήρωση σε ολόκληρη την περίμετρο Γ της διατομής η απλή σχέση για τη στρεπτική
ροπή

M t = 2Α m Τ (9.3.1-4)

όπου A m συμβολίζει την επιφάνεια που περικλείεται από τη μέση γραμμή της διατομής,
Σχήμα 9.3.1-1b).

Η σχέση (9.3.1-4) αποτελεί τον πρώτο νόμο BREDT1.

Για να προσδιορισθεί η στρέβλωση που υφίσταται η διατομή χρησιμοποιείται η σχέση των


τάσεων (9.1.1-6) λαμβάνοντας υπόψη ότι υπολογίζονται στο στραμμένο σύστημα
συντεταγμένων n, s έτσι ώστε προκύπτει

⎛ ∂φ ⎞
τ = τ zt = Gθ′ ⎜ + p(s )⎟ (9.3.1-5)
⎝ ∂s ⎠

από την οποία προκύπτει μετά την ολοκλήρωση η σχέση

1 s
φ(s ) = φo + τ ds − 2 a (s )
Gθ′ ∫
(9.3.1-6)
o

όπου a (s ) σημαίνει την επιφάνεια που καλύπτει η ακτίνα κατά την ολοκλήρωση από μηδέν
μέχρι s ,

s
1
a (s ) = ∫ p(s ) ds (9.3.1-7)
2o

1
Rudolph Bredt (1842-1900)
176 Στρέψη δοκών

Στη σχέση (9.3.1-6) το μέγεθος φ o = φ(0) είναι η στρέβλωση σε ένα τυχαίο σημείο που
λαμβάνεται σαν αρχικό σημείο ολοκλήρωσης. Όταν γίνει η ολοκλήρωση κατά μήκος
ολόκληρης της περιμέτρου Γ, προκύπτει υπό την προϋπόθεση ότι η τιμή φ(Γ ) πρέπει να
είναι ίση με την τιμή φ(0 ) η σχέση
1
φ(Γ ) = φ(0) + τ ds − 2a (Γ )
Gθ′ Γ∫
(9.3.1-8)

από την οποία με a (Γ ) = A m προκύπτει η σχέση για την τάση

∫ τ ds = 2 Gθ′ A m (9.3.1-9)
Γ

Συνδέοντας τώρα τη σχέση (9.3.1-9) με τον πρώτο νόμο BREDT (9.3.1-4) προκύπτει ο
δεύτερος νόμος BREDT

Mt ds
θ′ = ∫ h (s ) (9.3.1-10)
4 A 2m G Γ

Από τη σύγκριση με τη σχέση (9.1.1-16) προκύπτει η ροπή αδράνειας σε στρέψη, για


κλειστές λεπτόπαχες διατομές:

4A 2m
It =
ds (9.3.1-11)
∫ h (s )

Εάν δίδεται κάποια διατομή με σταθερό πάχος h (s ) σε ολόκληρη την περίμετρο, το


ολοκλήρωμα της εξίσωσης (9.3.1-10) δίνει την τιμή

ds 1 L
∫ h (s ) = h ∫ ds = h
Γ Γ

όπου L συμβολίζει το μήκος της περιμέτρου.

Οι σχέσεις που προέκυψαν για τις λεπτόπαχες κλειστές διατομές ισχύουν και για
πολυκυψελικές διατομές, δηλαδή και για διατομές που έχουν ενδιάμεσα τοιχώματα, Σχήμα
9.3.1-2. Έστω π.χ. κάποια διατομή με ένα μόνο ενδιάμεσο τοίχωμα. Η διατμητική ροή πρέπει
να είναι σε κάθε μέρος της περιμέτρου σταθερά, αλλά οι τιμές μπορούν να διαφέρουν στα
διάφορα τοιχώματα. Στους κόμβους διακλαδίζεται η διατμητική ροή κατά τέτοιο τρόπο ώστε
το άθροισμα της εισερχόμενης να ισούται με το άθροισμα της εξερχόμενης ροής.
Λεπτόπαχες διατομές 177

T2 T1
A m,2
A m,1
s)
T3
h( C1
C3
C2 T2 T1

)
h(s
Σχήμα 9.3.1-2. Πολυκυψελική διατομή δοκού

Έτσι π.χ. στο πρόβλημα του Σχήματος 9.3.1-2 ισχύει

Τ2 + Τ3 = Τ1 (9.3.1-12)

Το άθροισμα των ροπών που μεταβιβάζεται στους δύο σωλήνες που δημιουργούνται στην
προκειμένη περίπτωση πρέπει να ισούται με τη συνολική στρεπτική ροπή, έτσι ώστε
σύμφωνα με τον πρώτο νόμο BREDT ισχύει

2A m,1 Τ1 + 2A m,2 Τ2 = M t (9.3.1-13)

ενώ για τη γωνία στροφής πρέπει να ισχύει ότι σε κάθε σωλήνα είναι ίδια και ισούται με τη
γωνία στροφής της συνολικής δοκού. Άρα προκύπτουν από το δεύτερο νόμο BREDT οι
σχέσεις

⎛ ⎞
1 ⎜ ds ds ⎟
2Gθ′ =
A m,1 ⎜⎜ C∫ h
Τ1 + Τ3 ∫ (9.3.1-14)
h ⎟⎟
⎝ 1 C3 ⎠

⎛ ⎞
1 ⎜Τ ds ds ⎟
2Gθ′ =
A m,2 ⎜⎜ C∫ h
− Τ3 ∫ (9.3.1-15)
h ⎟⎟
2
⎝ 2 C3 ⎠

Έτσι προέκυψαν τέσσερις εξισώσεις για τους αγνώστους Τ1, Τ 2 , Τ 3 και θ′ . Εάν προκύψει
για το ενδιάμεσο τοίχωμα Τ3 = 0 τότε σημαίνει ότι το τοίχωμα αυτό είναι περιττό για τη
μεταβίβαση της στρεπτικής ροπής.

Η ροπή αδράνειας σε στρέψη προσδιορίζεται από τη γενική σχέση

Mt
It = (9.3.1-16)
G θ′

καθότι η συστροφή θ′ έχει ήδη προσδιορισθεί.


178 Στρέψη δοκών

Παράδειγμα 1 (Μονοκυψελικές διατομές)

Εάν οι λεπτόπαχες διατομές του σχήματος έχουν την ίδια επιφάνεια να ταξινομηθούν
- ως προς την αντοχή τους σε στρέψη και
- ως προς τη δυστρεψία τους.
Δίδονται: a, L b = 3 , G1 = G 2 = G 3 = G , t.

Για τις επιφάνειες των διατομών πρέπει να ισχύει A1 = A 2 = A 3 όπου

A1 = 2π R t

A 2 = 4a t

A 3 = 2 (L + b ) t

2a
οπότε από τη σχέση A1 = A 2 προκύπτει R = και από τη σχέση A 2 = A 3 και για
π
L a
= 3 προκύπτει b = .
b 2

Διατομή κυκλικού δακτυλίου

A1 = 2π R t = 4a t

4a 2
A m,1 = π R 2 =
π

Mt M π
τ max,1 = = t
2 A m,1 t 2 t 4a 2

4 A 2m,1 16
I t,1 = t = 2 π R3 t = a3 t
2πR 2
π
Λεπτόπαχες διατομές 179

Λεπτόπαχη τετραγωνική διατομή

A 2 = 4a t

A m,2 = a 2

Mt M 1
τ max,2 = = t
2 A m,2 t 2 t a 2

4 A 2m,2
I t,2 = t = a3 t
4a

Λεπτόπαχη ορθογωνική διατομή

⎛ L⎞
A 3 = 2 (b + L ) t = 2b ⎜1 + ⎟ t = 4a t
⎝ b⎠

A m,3 = b L

Mt M 1 M 1 M 4 1
τ max,3 = = t = t = t
2 A m,3 t 2 t b L 2 t b 2 L 2 t 3 a 2
b

4 A 2m,3 4 b 2 L2 t 9
I t,3 = t= = a3 t
2 (b + L ) ⎛ L ⎞ 16
2b ⎜1 + ⎟
⎝ b⎠

Συγκρίνοντας τις τιμές των διατομών προκύπτει ο ακόλουθος πίνακας


180 Στρέψη δοκών

Πίνακας σύγκρισης λεπτόπαχων κλειστών διατομών ίδιας επιφάνειας κατά την καταπόνηση
σε στρέψη

Επιφάνεια διατομής A1 = A 2 = A3

Μέγιστη διατμητική τάση τ max τ max,1 < τ max,2 < τ max,3

Ροπή αδράνειας σε στρέψη I t I t ,1 > I t ,2 > I t ,3

Δυστρεψία G I t
G I t ,1 > G I t ,2 > G I t ,3
G1 = G 2 = G 3 = G
Mt
Συστροφή θ′ = θ1′ < θ′2 < θ′3
G It
Βάρος δοκού / m
B=ρgΑ B1 = B2 = B3
ρ1 = ρ 2 = ρ3 = ρ

Από τη σύγκριση προκύπτουν επομένως τα συμπεράσματα:

Συμπέρασμα 1: Η δακτυλιοειδής διατομή εμφανίζει τη μικρότερη τάση σε σχέση με τις


άλλες διατομές και έτσι αντέχει περισσότερο σε στρέψη.

Συμπέρασμα 2: Η δακτυλιοειδής διατομή εμφανίζει τη μέγιστη ροπή αδράνειας σε


στρέψη. Έχει επομένως τη μεγαλύτερη δυστρεψία G I t σε σχέση με τις άλλες διατομές
και κατά συνέπεια τη μικρότερη συστροφή θ′ .

Συμπέρασμα 3: Η τετραγωνική διατομή είναι καταλληλότερη ως προς την αντοχή σε


στρέψη σε σχέση με την ορθογωνική διατομή, καθότι προκύπτει μικρότερη μέγιστη
διατμητική τάση από ότι στην ορθογωνική διατομή.

Συμπέρασμα 4: Η τετραγωνική διατομή εμφανίζει μεγαλύτερη δυστρεψία G I t σε


σχέση με την ορθογωνική διατομή, καθότι έχει μεγαλύτερη ροπή αδράνειας σε στρέψη
και κατά συνέπεια μικρότερη συστροφή θ′ .

Συμπέρασμα 5: Η δοκός που μπορεί να χρησιμοποιηθεί με οποιαδήποτε από τις


διατομές (δακτυλιοειδής, τετραγωνική, ορθογωνική) θα έχει το ίδιο βάρος, εάν είναι του
ίδιου υλικού, καθότι οι διατομές έχουν την ίδια επιφάνεια. Ως προς το βάρος της δοκού
δεν υπάρχει επομένως κανένα πλεονέκτημα.
Λεπτόπαχες διατομές 181

Παρατήρηση: Η σύγκριση μεταξύ της τετραγωνικής και της ορθογωνικής διατομής και
τα συμπεράσματα που προέκυψαν ως προς την αντοχή, τη δυστρεψία και ως προς τη
συστροφή τους μπορούν να γενικευθούν για οποιοδήποτε λόγω πλευρών L b , εφόσον
βέβαια έχουν την ίδια επιφάνεια, όπως επιβεβαιώνεται στην άσκηση Α 9.6.6.

Παράδειγμα 2 (Πολυκυψελική διατομή)

Για τη λεπτόπαχη διατομή του σχήματος να ευρεθούν οι διατμητικές ροές Τ1, Τ 2 , Τ3 και η
γωνία στροφής θ′ , όταν η στρεπτική ροπή είναι M t .

T2 T1 A m,2 A m,1

T1
b T3 s
T2 h

a2 a1

Σύμφωνα με τον πρώτο νόμο BREDT ισχύει

2∑ A m,i Ti = 2A m,1T1 + 2A m,2T2 = M t

Από τις σχέσεις (9.3.1-14) και (9.3.1-15) προκύπτει

1 ⎡ L1 L ⎤ 1 ⎡ L2 L3 ⎤
2Gθ′ = ⎢ Τ1 + Τ3 3 ⎥ = ⎢⎣Τ2 h − Τ3 h ⎥⎦
A m,1 ⎣ h h ⎦ A m, 2

και με τη σχέση για τις διατμητικές ροές

Τ1 = Τ2 + Τ3

προκύπτουν τέσσερις εξισώσεις που απαιτούνται για τον προσδιορισμό των αγνώστων
Τ1, Τ 2 , Τ 3 και θ′ .

Προς αποφυγή πολλών πράξεων σε ένα σύστημα (4 × 4 ) ενδείκνυται να λυθεί πρώτα το


ακόλουθο (3 × 3) σύστημα για τον προσδιορισμό αρχικά των διατμητικών ροών Τ1, Τ 2 , Τ 3

⎡ 1 −1 −1 ⎤ ⎡ T1 ⎤ ⎡ 0 ⎤
⎢ ⎥⎢ ⎥ ⎢ ⎥
⎢ 2A m,1 2A m, 2 0 ⎥ ⎢T2 ⎥ = ⎢M t ⎥
⎢A m,2L1 − A m,1L 2 − A m,2 L3 − A m,1L3 ⎥⎦ ⎢⎣ T3 ⎥⎦ ⎢⎣ 0 ⎥⎦

182 Στρέψη δοκών

και να ακολουθήσει μετά ο προσδιορισμός της συστροφής θ′ χρησιμοποιώντας μία από τις
εξισώσεις (9.3.1-14) ή (9.3.1-15) .

γνωρίζοντας τη συστροφή θ′ μπορεί να προσδιορισθεί η δυστρεψία G I t από τη γενική


σχέση

Mt
G It =
θ′

Ο προσδιορισμός των διατμητικών τάσεων στα διάφορα τοιχώματα προκύπτει από τις
διατμητικές ροές σύμφωνα με τη σχέση

Τ
τi = i
h

9.3.2 Λεπτόπαχες ανοικτές διατομές

Στο κεφάλαιο 9.2.3 διερευνήθηκε η πλήρης ορθογωνική διατομή της οποίας το μήκος L
είναι μεγάλο σε σχέση με το πάχος h .

Η διατομή αυτή διατηρεί τις ιδιότητές της ως προς τις στρεπτικές τάσεις και ως προς τη
δυστρεψία όταν μεταβάλει κανείς με οποιονδήποτε τρόπο τη μορφή της μέσης γραμμής της
διατομής.

Έτσι ισχύει για τη ροπή αδράνειας σε στρέψη (βλ. σχέση (9.2.3-3), για διατομές που
αποτελούνται από ορθογωνικές επιμέρους διατομές όπως π.χ. στα παρακάτω σχήματα,

L1 L1 L1 L1

h1
h1 h1 h1 h1
L2 h2 L2 h2 L2 L1 L2
h3 h3 h3 h2
h2

L3 L3 L3 L2

L
1 1
It = ∑ Li h 3i ή γενικότερα I t = ∫ h 3 (s ) ds (9.3.2-1)
3 i 3 o

και για τις μέγιστες διατμητικές τάσεις σύμφωνα με τη σχέση (9.2.3-4)


Λεπτόπαχες διατομές 183

Mt
τ max = Gθ′ h max = h max (9.3.2-2)
It

όπου h max συμβολίζει το μέγιστο πάχος της διατομής.

Σύμφωνα με την κατανομή των διατμητικών τάσεων ορθογωνικής διατομής ως προς το πάχος
του τοιχώματος, η διατμητική τάση μεταβάλλεται γραμμικά και παίρνει κατά μήκος της
μέσης καμπύλης την τιμή μηδέν. Η διατμητική ροή μηδενίζεται συνεπώς κατά την καθαρή
στρέψη λεπτόπαχων ανοικτών διατομών.

Κατανομή διατμητικών τάσεων λόγω στρέψης σε λεπτόπαχες ανοικτές διατομές

Παρατήρηση: Στις ανοικτές διατομές, όπως οι μορφές των προφίλ που αναφέρθηκαν
συναντούνται συχνά απότομες μεταβολές της ακτίνας καμπυλότητας. Σε τέτοιες θέσεις
(εσωτερικές γωνίες) παρατηρούνται απότομες μεταβολές των τάσεων και για τον
προσδιορισμό τους απαιτούνται συντελεστές μορφής.

M x,u
Mt

u
άξονας
περιστροφής
της δοκού

Mt

Σχήμα 9.3.2-1. Λεπτόπαχη δοκός που καταπονείται σε στρέψη

Όταν καταπονείται μία δοκός σε στρέψη, τότε υπάρχει ένας άξονας περιστροφής γύρω από
τον οποίο περιστρέφεται η δοκός, Σχήμα 9.3.2-1.
184 Στρέψη δοκών

Το σημείο Μ όπου το επίπεδο μιας διατομής τέμνει τον άξονα περιστροφής αποτελεί το
σημείο περιστροφής της διατομής και συμπίπτει με το κέντρο διάτμησης της διατομής.

Το κέντρο διάτμησης ορίζεται ως το σημείο από το οποίο πρέπει να διέρχεται ένα εξωτερικό
εγκάρσιο φορτίο για να προκαλείται μόνο διάτμηση χωρίς να προκαλείται και στρέψη.

Γενικά η στρέψη προκαλεί στις διατομές στρέβλωση η οποία περιγράφει τις αξονικές
μετατοπίσεις u (y, z ) των σημείων της διατομής.

Η στρέβλωση της μέσης γραμμής, δηλαδή η μετατόπιση των σημείων της στην κατεύθυνση
του άξονα δίδεται από τη σχέση (9.3.1-6) και ισχύει

s
φ(s ) = φo − ∫ p ds = φo − 2a (s ) (9.3.2-3)
o

Έτσι κατά την καταπόνηση σε στρέψη π.χ. ενός σωλήνα που έχει σχισμή κατά μήκος της
γενέτειρας (Σχήμα 9.3.2-1), μετατοπίζονται τα δύο άκρα του κατά

u = θ′ φ(2 π r ) − φ o = 2 π θ′r 2 (9.3.2-4)

Η ροπή αδράνειας σε στρέψη δίδεται από τη σχέση

1 1
It = L h 3 = 2π r h 3 (9.3.2-5)
3 3

και η μέγιστη διατμητική τάση από τη σχέση

3M t
τ max =
2π r h 2

Εάν συγκριθούν οι τιμές των τάσεων και της ροπής αδράνειας σε στρέψη της κυκλικής
ανοικτής διατομής με τις αντίστοιχες τιμές της κυκλικής κλειστής διατομής, οι οποίες
σύμφωνα με τους νόμους BREDT (9.3.1-4) και (9.3.1-10) είναι

I t = 2π r 3 h
(9.3.2-6)
Mt
τ max =
2π r 2 h

τότε προκύπτει ότι η ροπή αδράνειας σε στρέψη της ανοικτής διατομής είναι πολύ
μικρότερη από ότι της κλειστής διατομής. Συγχρόνως οι τάσεις που εμφανίζονται στην
ανοικτή διατομή είναι πολύ μεγαλύτερες από ότι στην κλειστή διατομή.
Λεπτόπαχες διατομές 185

Mt Mt

τ max τ max

Σχήμα 9.3.2-2. Σύγκριση κατανομής τάσεων ανοικτής και κλειστής διατομής ως προς
το πάχος των τοιχωμάτων.

Παράδειγμα

Οι διατομές του σχήματος έχουν την ίδια επιφάνεια και ζητείται να συγκριθούν μεταξύ τους
ως προς την αντοχή τους σε στρέψη και ως προς τη δυστρεψία.
Δίδεται: t = σταθερό σε όλα τα τμήματα, H ≥ 2b (για να είναι δυνατή η κατασκευή όλων
των περιπτώσεων που απεικονίζονται).
b

b
H

b
b

b
b

H
H

Λεπτόπαχες διατομές ίδιας επιφάνειας

Από τη γεωμετρία του Σχήματος προκύπτει ότι όλες οι λεπτόπαχες διατομές είναι ανοικτές
και έχουν την ίδια επιφάνεια.
186 Στρέψη δοκών

Όπως αναφέρθηκε κατά την εξέλιξη των εξισώσεων, οι λεπτόπαχες ανοικτές διατομές
συμπεριφέρονται κατά τη στρέψη όπως μία λεπτόπαχη ορθογωνική διατομή από την οποία
μπορεί να δημιουργηθεί οποιοδήποτε σχήμα.

Ο προσδιορισμός των τάσεων προκύπτει από τη σχέση

Mt
τ max = G θ′ t max = t max
It

όπου η ροπή αδράνειας σε στρέψη δίδεται από τη σχέση

1
It =
3
∑ Li t 3i

Παρατηρώντας τις διατομές διαπιστώνεται ότι όλες έχουν την ίδια ροπή αδράνειας που
προκύπτει από τις επιμέρους περιοχές έτσι ώστε να ισχύει

It =
1
3
( ) t3
b t 3 + b t 3 + H t 3 + b t 3 + b t 3 = (4b + H )
3

καθώς και όλες έχουν το ίδιο τ max = t , οπότε σε όλες τις διατομές εμφανίζεται η ίδια
μέγιστη τάση τ max και όλες έχουν την ίδια δυστρεψία GI t εάν βέβαια για όλες ισχύει το
ίδιο υλικό.

9.4 Κέντρο περιστροφής διατομής κατά τη στρέψη

Όταν ενεργεί σε κάποια δοκό μια στρεπτική ροή M t , τότε η ροπή αυτή προκαλεί μια
περιστροφή της δοκού, έτσι ώστε κάθε διατομή να περιστρέφεται γύρω από κάποιο
συγκεκριμένο σημείο της διατομής, το οποίο ονομάζεται κέντρο περιστροφής της διατομής.

Σύμφωνα με τη μέχρι τώρα εμπειρία θα μπορούσε να πει κανείς ότι το σημείο περιστροφής
είναι προφανώς το κέντρο βάρους S της διατομής. Δεν συμβαίνει όμως αυτό και στη γενική
περίπτωση το σημείο περιστροφής είναι διαφορετικό από το κέντρο βάρους.

Έχει αποδειχθεί, παρόλο που στη βιβλιογραφία αναφέρονται και αμφιβολίες, ότι το κέντρο
περιστροφής της διατομής συμπίπτει με το κέντρο διάτμησης της διατομής, το οποίο
ορίζεται ως το σημείο από το οποίο πρέπει να διέρχεται η διατμητική δύναμη, έτσι ώστε να
μη δημιουργείται στρέψη.

Για τις ιδιότητες του κέντρου περιστροφής της διατομής, ισχύουν οι παρατηρήσεις που
διατυπώνονται στον πίνακα που ακολουθεί. Στη συνέχεια θα διατυπωθούν οι σχέσεις που
προκύπτουν για τον προσδιορισμό του κέντρου διάτμησης εφαρμόζοντας τη θεωρία στρέψης
δηλαδή τον ορισμό ως σημείου περιστροφής.
Κέντρο περιστροφής διατομής κατά τη στρέψη 187

Παρατηρήσεις για το κέντρο περιστροφής ή κέντρο διάτμησης Μ διατομών

Εάν η διατομή της δοκού έχει έναν άξονα


συμμετρίας, τότε το κέντρο διάτμησης Μ
βρίσκεται στον άξονα συμμετρίας (η ίδια
1
ιδιότητα ισχύει και για το κέντρο βάρους
S οπότε εάν υπάρχει και δεύτερος άξονας
συμμετρίας, M και S συμπίπτουν).

Στις πλήρεις διατομές (μη λεπτόπαχες) το


κέντρο διάτμησης Μ δεν απέχει
σημαντικά από το κέντρο βάρους S της
2 διατομής (για το λόγο αυτό συχνά δεν
λαμβάνεται υπόψη η στρεπτική ροπή που
προκύπτει όταν η διατμητική δύναμη
διέρχεται από το κέντρο βάρους S).

Στις λεπτόπαχες κλειστές διατομές το


κέντρο διάτμησης Μ βρίσκεται στο
3
εσωτερικό της διατομής και δεν απέχει
σημαντικά από το κέντρο βάρους S.

Στις λεπτόπαχες ανοικτές διατομές το


κέντρο διάτμησης Μ μπορεί να απέχει
σημαντικά από το κέντρο βάρους S και
για το λόγο αυτό πρέπει να ληφθεί υπόψη
4
τυχόν στρεπτική ροπή όταν η εγκάρσια
δύναμη δεν διέρχεται από το κέντρο
διάτμησης Μ (καθότι οι διατομές αυτές
έχουν μικρή δυστρεψία).

Στις λεπτόπαχες ανοικτές διατομές που


αποτελούνται από δύο ορθογωνικές
5 περιοχές, τότε το κέντρο διάτμησης
συμπίπτει με το σημείο τομής των μέσων
καμπύλων των τοιχωμάτων.

Εάν μία λεπτόπαχη διατομή είναι


συμμετρική ως προς ένα σημείο, τότε το
6 κέντρο διάτμησης Μ όπως και το κέντρο
βάρους S συμπίπτουν με το σημείο
συμμετρίας.
188 Στρέψη δοκών

Το σύστημα συντεταγμένων τοποθετείται έτσι ώστε η αρχή του να συμπίπτει αρχικά με το


κέντρο βάρους της διατομής και οι άξονες y, z να είναι κύριοι άξονες, Σχήμα 9.4-1.
Qz

yM

ds
yM
zM

zM

Σχήμα 9.4-1. Κέντρο περιστροφής (κέντρο διάτμησης) λεπτόπαχων διατομών

Οι σχέσεις που ισχύουν για τις συντεταγμένες του κέντρου διάτμησης για λεπτόπαχες
ανοικτές διατομές είναι:

L
2
z a (s ) h (s ) ds
I y o∫
yM =

(9.4-1)
L
2
y a (s ) h (s ) ds
I z o∫
zM = −

όπου L είναι το συνολικό μήκος (εκτύλιγμα) της μέσης καμπύλης της διατομής.

Για λεπτόπαχες κλειστές διατομές ισχύουν αντίστοιχα οι σχέσεις

2 ⎡ A ⎤
yM = ⎢ ∫ z a (s ) h (s ) ds − m ∫ z b(s ) h (s ) ds⎥⎦
Iy ⎣ B
(9.4-2)
2 ⎡ A ⎤
zM = − ⎢ ∫ y a (s ) h (s ) ds − m ∫ y b(s ) h (s ) ds⎥⎦
Iz ⎣ B

όπου A m συμβολίζει την επιφάνεια που περικλείεται από τη μέση καμπύλη της διατομής
και
Κέντρο περιστροφής διατομής κατά τη στρέψη 189

s
ds
b(s ) = ∫
0
h (s )

ds
B = b(L ) = ∫ (9.4-3)
h (s )

1s
a (s ) = ∫ p ds
20

Όταν η διατομή είναι συμμετρική ως προς κάποιον άξονα, τότε το κέντρο διάτμησης
βρίσκεται επί του άξονα συμμετρίας και σαν αρχή του συστήματος συντεταγμένων μπορεί να
χρησιμοποιηθεί οποιοδήποτε σημείο του άξονα (όχι απαραίτητα το κέντρο βάρους S). Στην
περίπτωση αυτή η επιλογή της αρχής του συστήματος συντεταγμένων γίνεται έτσι ώστε να
διευκολύνονται οι απαραίτητοι υπολογισμοί, ιδιαίτερα της επιφάνειας a (s ) .

Παρατήρηση: Η τυχαία επιλογή της αρχής του συστήματος συντεταγμένων ισχύει για
τον υπολογισμό μόνο της συντεταγμένης επί του άξονα συμμετρίας (στο σύστημα αυτό
η άλλη συντεταγμένη δεν προκύπτει ίση με μηδέν όπως θα έπρεπε).

Παράδειγμα 1

Για την ανοικτή διατομή του Σχήματος να προσδιορισθούν οι συντεταγμένες του κέντρου
διάτμησης της διατομής.
z
s
ds

t φ Rcosφ R
M y
⎛ t⎞ ⎛ t⎞
yM ⎜R − ⎟ R ⎜R + ⎟
⎝ 2⎠ ⎝ 2⎠

Η διατομή είναι συμμετρική, οπότε το κέντρο διάτμησης Μ βρίσκεται στον άξονα


συμμετρίας y και ισχύει z M = 0 .

Για τον προσδιορισμό της συντεταγμένης y M σύμφωνα με τη σχέση

L
2
z a (s ) h (s ) ds
I y 0∫
yM =

μπορεί να επιλεγεί (λόγω της συμμετρίας) ως αρχή του συστήματος συντεταγμένων τυχαίο
σημείο του άξονα συμμετρίας, οπότε για διευκόλυνση των πράξεων επιλέγεται ως αρχή το
κέντρο του κύκλου.
190 Στρέψη δοκών

Ολόκληρη η διατομή αποτελεί μία μόνο περιοχή για την οποία εισάγοντας τη γωνία φ
εκφράζονται όλα τα μεγέθη του ολοκληρώματος σε συνάρτηση της γωνίας φ.

z = R cosφ

1 1
a (s ) = Rs= RRφ
2 2

h (s ) = t

ds = R dφ

Λαμβάνοντας υπόψη και τη ροπή αδράνειας της διατομής

⎛⎛ t⎞ ⎛
4
t⎞
4⎞
π ⎜⎜ R + ⎟ − ⎜R − ⎟ ⎟
1 ⎜⎝ ⎝ 2⎠ ⎝ 2⎠ ⎟ π
⎠ = R 3t ⎡1 + t ⎤
2
Iy = ⎢ 2⎥
2 64 2 ⎣⎢ 4R ⎥⎦

η οποία μπορεί να γραφεί προσεγγιστικά

π 3
Iy ≈ R t
2

προκύπτει για τη συντεταγμένη y M του κέντρου διάτμησης

π
2 R2 4 R4 t π
yM =
π 3 ∫ R cosφ φ t R dφ = ∫ φ cosφ dφ
R t φ =0 2 π R 3 t 2 φ =0
2

Σύμφωνα με τον πίνακα ολοκληρωμάτων τριγωνικών συναρτήσεων (βλ. Παράρτημα Τ)


ισχύει

π
∫ φ cosφ dφ = −2
φ =0

και συνεπώς

4R
yM = −
π

Το κέντρο διάτμησης Μ της διατομής βρίσκεται επομένως αριστερά από τη διατομή.


Γνωρίζοντας το κέντρο διάτμησης μιας διατομής μπορεί να προσδιορισθεί η στρεπτική ροπή
που προκαλεί μία διατμητική δύναμη που δεν διέρχεται από το σημείο Μ.
Κέντρο περιστροφής διατομής κατά τη στρέψη 191

Παράδειγμα 2

Για την κλειστή διατομή του Σχήματος να ευρεθούν οι συντεταγμένες του κέντρου διάτμησης
της διατομής.
z
ΙI

s2 Am

ds

α z
y

R Ι
h
s1

Πρόκειται για κλειστή διατομή και για λόγους συμμετρίας ισχύει z M = 0

2 ⎡ A ⎤
yM = ⎢ ∫ z a (s ) h (s ) ds − m ∫ z b(s ) h (s ) ds⎥⎦
Iy ⎣ B

π R2 2R + 2 π R
Am = , B = B(L ) =
2 h

όπου L = 2R + 2 π R συμβολίζει το συνολικό εκτύλιγμα της μέσης καμπύλης.

π
h ⎛2 π⎞
I y = (2R )3 + ∫ h R 3cos 2α dα = h R 3 ⎜ + ⎟
12 0 ⎝3 2⎠

Περιοχή Ι Περιοχή ΙΙ

z = −R + s1 z = R cos α

1
a (s1 ) = 0 a (s 2 ) = R s2
2

s 2R s 2
b(s1 ) = 1 b(s 2 ) = +
h h h

Αντικαθιστώντας τις τιμές που ισχύουν για τις διάφορες εκφράσεις προκύπτει για τη
συντεταγμένη του κέντρου διάτμησης

4(π + 6)
yM = − R ≈ 0,53 R
(3π + 4)(π + 2)
Ευστάθεια δοκών 191

10ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Ευστάθεια δοκών

Κατά την ανάλυση προβλημάτων ευστάθειας συστημάτων χρησιμοποιούνται οι ακόλουθοι


όροι για τις καταστάσεις ισορροπίας, όπως

• ασταθής,
• ευσταθής,
• ουδέτερη,

για να γίνει περιγραφή πότε μία κατάσταση ισορροπίας θεωρείται ευσταθής ή όχι.

Ο όρος ευστάθεια ορίζεται κατά τέτοιο τρόπο, ώστε μια κατάσταση ισορροπίας να
χαρακτηρίζεται ευσταθής όταν μικρές διαταραχές επιφέρουν απεριόριστα μικρές αποκλίσεις
και το σώμα επανέρχεται στην κατάσταση ισορροπίας. Αυτό μπορεί να γίνει εύκολα
κατανοητό π.χ. με το μαθηματικό εκκρεμές, Σχήμα 10-1.

Σχήμα 10-1. Κατάσταση ισορροπίας εκκρεμούς

Το εκκρεμές κατέχει δύο θέσεις ισορροπίας, μία στη θέση φ = 0 και μία στη θέση φ = π . Η
θέση φ = 0 είναι ευσταθής, επειδή κάθε μικρή διαταραχή οδηγεί σε μία ταλάντωση γύρω
από το σημείο φ = 0 και το πλάτος της ταλάντωσης παραμένει απεριόριστα μικρό αν η
διαταραχή είναι μικρή. Αντίθετα, η θέση φ = π είναι ασταθής, επειδή ακόμη και μια μικρή
διαταραχή από τη θέση αυτή θα οδηγήσει σε μια περιστροφή του εκκρεμούς.

Η ουδέτερη κατάσταση είναι γενικά ασταθής. Παρουσιάζεται όταν υπάρχει τουλάχιστο μια
γειτονική θέση ισορροπίας. Ένα τυπικό παράδειγμα για την περίπτωση αυτή αποτελεί μια
σφαίρα σε μια λεία οριζόντια επιφάνεια. Μετά από μια μικρή διαταραχή, ή παραμένει η
σφαίρα στη γειτονική περιοχή ή απομακρύνεται συνεχώς από την αρχική θέση.

Τα βασικά προβλήματα ευστάθειας που εμφανίζονται στις κατασκευές είναι:

• ο λυγισμός δοκών υπό την επίδραση θλιπτικών φορτίων (Σχήμα 10-2a)


• η εκτροπή δοκών κατά την κάμψη (Σχήμα 10-2b) και,
• η ύβωση επιφανειακών φορέων υπό την επίδραση θλιπτικών φορτίων (Σχήμα 10-2c).
192 Ευστάθεια δοκών

F F

F F
F
F

a) Λυγισμός δοκού b) Εκτροπή δοκού κατά την κάμψη c) Ύβωση δίσκου

Σχήμα 10-2. Προβλήματα ευστάθειας κατασκευών

Το βασικό χαρακτηριστικό στα προβλήματα αυτά ευστάθειας είναι ότι η κατασκευή


βρίσκεται αρχικά σε μία κατάσταση ισορροπίας, η οποία συνεχίζει να παραμένει και με την
συνεχή αύξηση του φορτίου, μέχρι κάποιο σημείο, όπου μετά με την παραμικρή μεταβολή
του φορτίου, η κατάσταση γίνεται ασταθής και η κατασκευή εκτρέπεται και παίρνει
αιφνιδίως μία νέα μορφή, η οποία είναι συνδεδεμένη συνήθως με μεγάλες παραμορφώσεις.
Η ευστάθεια επομένως της κατασκευής εξαρτάται από το όριο του φορτίου, πέραν του οποίου
η κατασκευή εκτρέπεται, παρόλο που η νέα θέση της κατασκευής είναι μία νέα θέση
ισορροπίας, η οποία όμως απαιτείται να αποφευχθεί, καθότι η κατασκευή λόγω των μεγάλων
παραμορφώσεων, δεν ικανοποιεί πλέον το σκοπό λειτουργίας για τον οποίο είχε σχεδιασθεί.

Από τα προβλήματα ευστάθειας που αναφέρθηκαν θα αναλυθεί στη συνέχεια ο λυγισμός


δοκών, ενώ οι άλλες μορφές αποτελούν αντικείμενο διερεύνησης μίας πιο προχωρημένης
θεωρίας ελαστικότητας.

Έστω Pk συμβολίζει το φορτίο στο οποίο εμφανίζεται η εκτροπή (λυγισμός) στη δοκό και
χαρακτηρίζεται ως κρίσιμο φορτίο λυγισμού. Για φορτία μικρότερα του φορτίου Pk η δοκός
παραμένει σε ισορροπία και η κατάσταση χαρακτηρίζεται ευσταθής. Εάν το φορτίο είναι ίσο
με το φορτίο Pk τότε βρίσκεται η δοκός σε μία ουδέτερη κατάσταση και για φορτία
μεγαλύτερα του Pk δημιουργείται μία αστάθεια στη δοκό και αποκλίνει (λυγίζει) προς
κάποια κατεύθυνση.
Ευστάθεια δοκών 193

P < Pk P > Pk

P = Pk

P > Pk P ≤ Pk

Σχήμα 10-3

Το χαρακτηριστικό στοιχείο για την αστοχία μιας δοκού όταν αυτή καταπονείται σε

• εφελκυσμό ή θλίψη,
• κάμψη,
• διάτμηση,
• στρέψη ή και σε
• σύνθετη καταπόνηση,

είναι ότι το όριο φόρτισης της δοκού προκύπτει από μία μέγιστη τιμή κάποιας τάσης, η οποία
είναι καθορισμένη για κάθε υλικό (το υλικό καθορίζει δηλαδή το όριο αυτό είτε ως όριο
διαρροής, είτε ως όριο θραύσης).

Στα προβλήματα όμως ευστάθειας και συνεπώς και στο λυγισμό δοκού, η αστοχία της
κατασκευής εμφανίζεται λόγω αστάθειας και όχι λόγω ορίων υλικού. Χαρακτηριστικό
στοιχείο είναι επομένως στο λυγισμό η μορφή της παραμόρφωσης και όχι το υλικό. Το όριο
αντοχής του υλικού είναι δηλαδή μεγαλύτερο από ότι οι τιμές των θλιπτικών τάσεων που
εμφανίζονται στη δοκό και παρόλα αυτά η δοκός αποκλίνει λόγω λυγισμού.

Ο λυγισμός δοκών είναι στην ουσία μία θλιπτική καταπόνηση. Εάν είναι Pk το κρίσιμο
φορτίο λυγισμού, το όριο δηλαδή του φορτίου μετά το οποίο αρχίζει ο λυγισμός και Α η
επιφάνεια της διατομής της δοκού, τότε η αντίστοιχη θλιπτική τάση που θα εμφανίζεται τη
στιγμή του λυγισμού θα είναι

P
σk = k
A

Στην περίπτωση που η δοκός η οποία φορτίζεται σε θλίψη έχει τέτοια γεωμετρικά
χαρακτηριστικά ώστε το μήκος της να είναι μεγάλο σε σχέση με τις διαστάσεις της διατομής,
είναι πιθανή η αστοχία της λόγω λυγισμού, ενώ σε κάποια δοκό με μικρό μήκος η αστοχία θα
προέλθει λόγω υλικού.
194 Ευστάθεια δοκών

P P

F
σ > σk σ= > σ επ
A

a) Αστοχία λόγω λυγισμού b) Αστοχία λόγω υλικού

Σχήμα 10-4. Αστοχία δοκού που φορτίζεται σε θλίψη

10.1 Λυγισμός ελαστικής δοκού

Το πιο απλό πρόβλημα ευστάθειας ενός ελαστικού σώματος αποτελεί η αξονικά φορτισμένη
αμφιέρειστη δοκός, για την οποία ισχύει ο νόμος HOOKE. Το πρόβλημα αυτό διερευνήθηκε
αρχικά από τον μαθηματικό EULER1, για αυτό πήρε και το όνομά του (πρόβλημα EULER,
δοκός EULER κλπ.). Μια δυνατή περίπτωση ευστάθειας είναι να παραμείνει η δοκός
ευθύγραμμη και να καταπονείται μόνο σε θλίψη αξονικά.

Στη θέση αυτή τίθεται το ερώτημα εάν υπάρχουν και άλλες θέσεις ευσταθούς ισορροπίας.

P P1 P2

n=1 n=2

L
x w 1 (x ) w 2 (x )

a) b) c)

Σχήμα 10.1-1. Λυγισμός αμφιέρειστης δοκού

1
Leonhard Euler (1707-1783)
Λυγισμός ελαστικής δοκού 195

Για να γίνει ανάλυση του προβλήματος αυτού εφαρμόζονται οι συνθήκες ισορροπίας στο
παραμορφωμένο σώμα.

Από τις κύριες ροπές αδράνειας της διατομής της δοκού πρέπει αρχικά να επιλεγεί η
μικρότερη σύμφωνα με τη σχέση

(
I min = min I y , I z )
γιατί ο λυγισμός εμφανίζεται κάθετα προς τον άξονα ως προς τον οποίο η ροπή αδράνειας
είναι ελάχιστη. Εάν π.χ. ισχύει I min = I y , τότε η δοκός θα καμπυλωθεί με εγκάρσια
μετατόπιση των σημείων της κατά την κατεύθυνση z.

Εάν w(x) είναι η μετατόπιση στην κατεύθυνση z, τότε η καμπτική ροπή που ενεργεί στη
θέση x δίδεται από τη σχέση

M y (x ) = P w (x ) (10.1-1)

Χρησιμοποιώντας την εξίσωση για την ελαστική γραμμή

M y (x ) P w (x ) P w (x )
w ′′(x ) = − =− =− (10.1-2)
EI y EI y EI min

προκύπτει η διαφορική εξίσωση με σταθερούς συντελεστές

w ′′(x ) + α 2 w (x ) = 0 (10.1-3)

P P
όπου α 2 = = (σταθερό αν η διατομή της δοκού παραμένει σταθερά).
EI y EImin

Η λύση της διαφορικής αυτής εξίσωσης είναι

w (x ) = A cos αx + B sin αx (10.1-4)

με τις σταθερές Α και Β που προσδιορίζονται από τις οριακές συνθήκες του προβλήματος

w (x = 0 ) = 0 οπότε προκύπτει A=0


(10.1-5)
w (x = L ) = 0 οπότε προκύπτει B sin αL = 0

Για να υπάρχει λύση w(x) διάφορη του μηδενός πρέπει να ισχύει B ≠ 0 . Τότε προκύπτει
από τη δεύτερη οριακή συνθήκη η εξίσωση

sin αL = 0 (10.1-6)

η λύση της οποίας είναι


196 Ευστάθεια δοκών


α = αn = ή
L

π2 π2
P = n 2 2 EImin = n 2Pk όπου n = 1, 2, 3, K και Pk = EI min (10.1-7)
L L2

Από τη λύση αυτή διαπιστώνεται ότι υπάρχουν διάφορες τιμές Ρ για τις οποίες υπάρχουν
εκτός της αρχικής θέσης και άλλες θέσεις ισορροπίας. Το φαινόμενο αυτό να εμφανίζονται
δηλαδή εγκάρσιες μετατοπίσεις στη δοκό χωρίς να υπάρχουν εγκάρσια φορτία ονομάζεται
λυγισμός. Τα φορτία n 2 Pk ονομάζονται κρίσιμα φορτία λυγισμού. Οι αντίστοιχες τιμές α n
ονομάζονται ιδιοτιμές και οι συναρτήσεις w = sin α n x ιδιομορφές του προβλήματος.

Όπως αναφέρθηκε στην αρχή του κεφαλαίου αυτού, η διερεύνηση, ποιές από τις δυνατές
θέσεις ισορροπίας είναι ευσταθείς μπορεί να γίνει π.χ. με τις ενεργειακές μεθόδους.

Η παράσταση των δύο πρώτων ιδιομορφών για τις τιμές n = 1 και n = 2 απεικονίζεται στο
Σχήμα 10.1-1b) και 10.1-1c). Η ιδιομορφή w 2 (x ) αντιστοιχεί στη δύναμη P2 και
σημαίνει ότι κατά την επίδραση της δύναμης P2 η δοκός μπορεί να πάρει μία από τις τρεις
θέσεις ισορροπίας (την αρχική, τη θέση για n = 1 και για n = 2).

Από τη διερεύνηση προκύπτει ότι από τις τρεις αναφερόμενες περιπτώσεις μόνο η θέση για
n = 1 είναι ευσταθής κατάσταση ισορροπίας.

Στην πρώτη περίπτωση της ευθύγραμμης θέσης, δηλαδή όταν Β = 0, πράγμα που σημαίνει
w(x)=0, η δοκός για όλες τις τιμές P < Pk βρίσκεται πάντα σε ευσταθή κατάσταση
ισορροπίας.

Όταν αυξάνει λοιπόν η δύναμη Ρ από την τιμή μηδέν έως την τιμή Pk έχουμε ευσταθή
ισορροπία στην ευθύγραμμη θέση, η οποία στην τιμή Pk σταματά να είναι ευσταθής.
Ακόμη και μια ελάχιστη αύξηση της δύναμης Ρ στο σημείο Pk οδηγεί στην εγκάρσια
μετατόπιση, η οποία είναι μεν ευσταθής κατάσταση, αλλά περαιτέρω μικρή αύξηση της
δύναμης οδηγεί σε μεγάλες παραμορφώσεις και συνεπώς σε αστοχία. Αυτός είναι ο λόγος
που η τιμή Pk ονομάζεται κρίσιμο φορτίο λυγισμού.

Κατά τον ίδιο τρόπο, όπως στην αμφιέρειστη δοκό, μπορούν να υπολογισθούν τα κρίσιμα
φορτία και σε άλλου είδους στηρίξεις, όπως π.χ. στο παράδειγμα του Σχήματος 10.1-2, όπου
η δοκός είναι πακτωμένη στο ένα άκρο και στο άλλο άκρο επιτρέπεται η μετατόπιση του
σημείου στήριξης μόνο στη διεύθυνση του άξονα της δοκού (όχι όμως η κάθετη μετατόπιση).
Λυγισμός ελαστικής δοκού 197

H
Mo
B w(x) P

x
L
A

Σχήμα 10.1-2. Ανάλυση λυγισμού πακτωμένης δοκού

Κατά την παραμόρφωση της δοκού δημιουργείται στο άκρο της πάκτωσης μία καμπτική
ροπή M o , η οποία απαιτεί για λόγους ισορροπίας τη δύναμη Η. Η καμπτική ροπή στη
θέση x δίδεται από τη σχέση

M y (x ) = P w (x ) − H (L − x ) (10.1-8)

οπότε προκύπτει η διαφορική εξίσωση

H
w ′′(x ) + α 2 w (x ) = (L − x ) (10.1-9)
EI min

η οποία διαφέρει σε σχέση με τη διαφορική εξίσωση της αμφιέρειστης δοκού, Σχήμα 10.1-1,
ως προς το ότι δεν είναι ομογενής. Η γενική της λύση είναι

H
w (x ) = A cos αx + B sin αx + (L − x ) (10.1-10)
P

Οι αντίστοιχες οριακές συνθήκες είναι

w (x = 0 ) = 0
(10.1-11)
w′(x = 0 ) = 0

w (x = L ) = 0

M (x = L ) = 0 (ήδη ικανοποιείται)

Οι πρώτες τρεις εξισώσεις οδηγούν στο ομογενές σύστημα


198 Ευστάθεια δοκών

H
A+L =0
P

H
αB − =0 (10.1-12)
P

A cos α L + B sin α L = 0

H
με αγνώστους τις τιμές Α, Β, .
P

Το σύστημα αυτό έχει λύσεις διάφορες του μηδενός μόνο όταν η ορίζουσα του συστήματος
μηδενίζεται, δηλαδή όταν ισχύει

1 0 L
0 α −1 = 0 (10.1-13)
cos α L sin α L 0

από την οποία προκύπτει η εξίσωση

α L = tan α L (10.1-14)

Η εξίσωση αυτή μπορεί να λυθεί με έναν απλό τρόπο γραφικά, καθότι η αριστερή πλευρά
παριστάνει μία ευθεία και η δεξιά πλευρά τη συνάρτηση της εφαπτομένης. Τα σημεία τομής
της ευθείας με την συνάρτηση της εφαπτομένης, αποτελούν και τη λύση της εξίσωσης, βλέπε
Σχήμα 10.1-3.
y

tan α L
y=αL

π 3π 5π
45o 2 2 2
αL
α1L = 4,493 α 2 L = 7,725

Σχήμα 10.1-3. Γραφική λύση της εξίσωσης α L = tan α L

Επειδή η συνάρτηση της εφαπτομένης είναι περιοδική συνάρτηση, η λύση δεν είναι
μονοσήμαντη, αλλά στην περίπτωση του προβλήματος ενδιαφέρει μόνο η λύση α1 .
Λυγισμός ελαστικής δοκού 199

Για την πρακτική εφαρμογή είναι αναγκαία και στην περίπτωση αυτή μόνο η μικρότερη τιμή
της λύσης της εξίσωσης (10.1-14), η οποία είναι αL = 4,49K , οπότε το αντίστοιχο κρίσιμο
φορτίο λυγισμού προκύπτει από τη σχέση

EI min 4,49 2 π 2 EI min π 2 EI min π 2 EI min


Pk = α 2 EI min = 4.49 2 = = 2.04 =
L2 π2 L2 L2 ⎛ L2 ⎞
⎜ ⎟ (10.1-15)
⎜ 2.04 ⎟
⎝ ⎠

Από τη σχέση αυτή προκύπτει ότι το κρίσιμο φορτίο λυγισμού Pk είναι διαφορετικό από το
κρίσιμο φορτίο λυγισμού του προηγούμενου παραδείγματος μόνο ως προς το μέγεθος που
εμφανίζεται στον παρονομαστή (εάν χρησιμοποιηθούν και στις δύο περιπτώσεις το ίδιο υλικό
και η ίδια διατομή της δοκού). Το μέγεθος όμως που εμφανίζεται στον παρονομαστή
εξαρτάται μόνο από τον τρόπο στήριξης της δοκού. Με τον συλλογισμό αυτό μπορούν να
συμπεριληφθούν οι σχέσεις για το κρίσιμο φορτίο λυγισμού Pk σε μία μόνο σχέση εάν
εισαχθεί το μέγεθος L k το οποίο ονομάζεται ελεύθερο μήκος λυγισμού της δοκού. Το
μήκος L k είναι μέγεθος που εξαρτάται καθαρά από τη στήριξη της δοκού. Οι τιμές του
ελεύθερου μήκους λυγισμού L k για τις πιο συνήθεις περιπτώσεις δίδονται στον ακόλουθο
πίνακα.

Πίνακας 10.1-1. Ελεύθερο μήκος λυγισμού L k για διάφορες στηρίξεις δοκών

Είδη στήριξης Lk

P
L
L

P
P
2L
L

P
0,7 L
L

P
0,5 L
L

Με το συμβολισμό αυτό προκύπτει ο γενικός τύπος για το κρίσιμο φορτίο λυγισμού


200 Ευστάθεια δοκών

π2
Pk = EI min
L2k

Εάν Α συμβολίζει τη διατομή της δοκού τότε η κρίσιμη τάση σ k δίδεται από τη σχέση

P π 2 EI min
σk = k = (10.1-16)
A L2k A

Εισάγοντας το μέγεθος

Lk
λ= (10.1-17)
i min

το οποίο ονομάζεται βαθμός λυγηρότητας της δοκού, όπου i min είναι η ακτίνα αδράνειας
ως προς τον κύριο άξονα με την ελάχιστη ροπή αδράνειας, προκύπτει η κρίσιμη τάση

P π 2 E I min π2 E π2 E
σk = k = 2 = 2
=
A Lk A ⎛L ⎞ λ2 (10.1-18)
⎜ k ⎟
⎜ i min ⎟
⎝ ⎠

Η εξίσωση αυτή σ k = σ k (λ ) ονομάζεται υπερβολή EULER, Σχήμα 10.1-3.

σ k [MPa ] υπερβολή EULER


E = 210 ⋅ 103 MPa

400
St 52

300 ευθεία TETMAJER


R e (St 37) St 37
(πειραματικά)
200
σ P (St 37)
100
λ e (St 37) λ P (St 37)
50 100 λ [-]
0 ≤ λ ≤ λe λe ≤ λ ≤ λP λ ≥ λΡ

διαρροή μη ελαστικός ελαστικός


υλικού λυγισμός λυγισμός

Σχήμα 10.1-3. Υπερβολή EULER


Λυγισμός ελαστικής δοκού 201

Όπως προκύπτει και από το Σχήμα 10.1-3, για τιμές λ k < λ P η αντίστοιχη κρίσιμη τάση
λυγισμού σ k είναι μεγαλύτερη από την τιμή σ P και επομένως δεν ισχύει ο νόμος
HOOKE. Η τιμή επομένως λ P ορίζει το όριο του βαθμού λυγηρότητας της κατασκευής το
οποίο προκύπτει από τα χαρακτηριστικά του υλικού.

Στην μη ελαστική περιοχή υπάρχουν εμπειρικές σχέσεις που δίνουν προσεγγιστικά την
κρίσιμη τάση. Λεπτομέρειες σχετικά με το θέμα αυτό θα συναντήσει κανείς σε μαθήματα
εφαρμογής, όπως π.χ. στα Στοιχεία Μηχανών ή στην Πειραματική Αντοχή Υλικών.

Το όριο του βαθμού λυγηρότητας λ P είναι για τα περισσότερα υλικά γνωστό, καθότι μπορεί
να προσδιορισθεί από τις χαρακτηριστικές τιμές του υλικού από τη σχέση

⎛ π2 E ⎞
λP = ⎜ ⎟=π E ≈π E
⎜ σP ⎟ (10.1-19)
σP 0,8 R e
⎝ ⎠

Μερικές λ P - τιμές παρουσιάζονται στον πίνακα 10.1-2

Πίνακας 10.1-2. Ενδεικτικές τιμές ορίου αναλογίας υλικών και ορίου βαθμού
λυγηρότητας λ P

σ P [MPa ] E
Υλικό E [MPa ] λP = π
σ P ≈ 0,8 R e σP

St 37 210 ⋅103 176 108


St 52 210 ⋅103 256 89
Al, σκληρό 71⋅103 96 85
Al Cu Mg 72 ⋅ 103 225 56
Al Zn Mg 72 ⋅ 103 368 44
Κράμα Ti 110 ⋅ 103 800 37

Στην περιοχή του μη ελαστικού λυγισμού όπου ισχύει λ < λ P ισχύουν προσεγγιστικές
σχέσεις (π.χ. ευθεία TETMAJER1) οι οποίες έχουν αποδειχθεί πειραματικά.

Για τιμές λ όπου ισχύει περίπου λ ≤ 25 δεν εμφανίζεται λυγισμός, οπότε δεν εκτρέπεται η
δοκός και σε περίπτωση αύξησης του φορτίου, η δοκός θα αστοχήσει όταν η θλιπτική τάση
ξεπεράσει το όριο διαρροής του υλικού.

1
Ludwig von Tetmajer (1850-1905)
202 Ευστάθεια δοκών

10.2 Συντελεστής ασφαλείας στο λυγισμό δοκών

Ως συντελεστής ασφαλείας στο λυγισμό δοκών ορίζεται ο λόγος του κρίσιμου φορτίου
λυγισμού Pk προς το πραγματικό εφαρμοζόμενο φορτίο Ρ και κατά επέκταση ο λόγος της
κρίσιμης τάσης λυγισμού σ k προς τη θλιπτική τάση σ που επικρατεί στη δοκό.

P σ
Sk = k = k (10.2-1)
P σ

Sk ≈ 1,8 για ελαφρές κατασκευές,


Sk = 2,5 έως 4 για γενικές μηχανολογικές κατασκευές,
Sk έως 10 για σημαντικά κατασκευαστικά κομμάτια.

10.3 Διερεύνηση δοκών ως προς το λυγισμό

Κατά τη διερεύνηση δοκών ως προς το λυγισμό εμφανίζονται γενικά δύο βασικά προβλήματα
που μπορούν να χαρακτηρισθούν ως

• πρόβλημα αντοχής σε λυγισμό,


• πρόβλημα διαστασιολόγησης της κατασκευής (προς αποφυγή του λυγισμού)

Στο πρόβλημα αντοχής σε λυγισμό δίδονται όλα τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά της


διατομής, το μήκος και ο τρόπος στήριξης της δοκού, οπότε μπορεί να γίνει άμεσα έλεγχος
εάν ισχύει η θεωρία EULER (ελαστικός λυγισμός) προσδιορίζοντας το βαθμό λυγηρότητας λ
της δοκού.

Εάν ισχύει

λ > λP

τότε ισχύει η θεωρία EULER και η ανάλυση συνεχίζεται χρησιμοποιώντας τις αντίστοιχες
σχέσεις.

Εάν ισχύει

λ < λP

τότε πρέπει πάλι να χρησιμοποιηθούν οι εμπειρικές σχέσεις.

Στο πρόβλημα διαστασιολόγησης της κατασκευής (προς αποφυγή του λυγισμού), ζητείται
να προσδιορισθεί κάποια διάσταση της κατασκευής λαμβάνοντας υπόψη κάποιο συντελεστή
ασφαλείας.
Διερεύνηση δοκών ως προς το λυγισμό 203

Στην περίπτωση αυτή δεν μπορεί να ελεγχθεί εκ των προτέρων και να προσδιορισθεί ο
βαθμός λυγηρότητας λ της δοκού, καθότι δεν είναι ακόμη γνωστά όλα τα γεωμετρικά
δεδομένα για να διαπιστωθεί έτσι εάν ισχύει λ > λ P (οπότε ισχύει η θεωρία EULER).

Στο πρόβλημα αυτό διαστασιολόγησης της δοκού με την προϋπόθεση ικανοποίησης του
συντελεστή ασφαλείας, εφαρμόζεται αρχικά ο ελαστικός λυγισμός κατά EULER, για να
προσδιορισθεί η ζητούμενη διάσταση (μήκος δοκού ή διάσταση διατομής).

Με τη διάσταση που προκύπτει προσδιορίζεται μετά ο βαθμός λυγηρότητας της δοκού και
ελέγχεται εάν ικανοποιείται η σχέση λ > λ P , οπότε όταν ικανοποιείται η σχέση αυτή
επιβεβαιώνεται η ισχύς της θεωρίας EULER.

Εάν αντιθέτως από την σύγκριση προκύψει λ < λ P , τότε δεν ισχύει για την περίπτωση αυτή
ο ελαστικός λυγισμός κατά EULER και πρέπει να χρησιμοποιηθούν οι εμπειρικές σχέσεις
που ισχύουν για τον μη ελαστικό λυγισμό.

Τα προβλήματα που αναφέρθηκαν αποτελούν τους δύο βασικούς προβληματισμούς που


συναντώνται κατά τη διερεύνηση προβλημάτων λυγισμού δοκών.

Στη συνέχεια ακολουθούν παραδείγματα δοκών που καταπονούνται σε θλίψη και στα οποία
γίνεται η διερεύνηση ως προς το λυγισμό.

Στα παραδείγματα που ακολουθούν θα γίνει η περιγραφή των προβλημάτων αυτών και η
ανάλυσή τους.

Παράδειγμα 1

Στη δοκό του σχήματος να προσδιορισθεί το κρίσιμο φορτίο λυγισμού και ο συντελεστής
ασφαλείας της δοκού ως προς το λυγισμό.
Δίδονται: P = 840 N , L = 103 mm , E = 210 ⋅103 N / mm2 , σ P = 280 N / mm 2
διατομή ορθογωνική: b = 10 mm , h = 40 mm

Το παράδειγμα είναι πρόβλημα αντοχής σε λυγισμό. Τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά της


διατομής, όπως επίσης το μήκος και ο τρόπος στήριξης της δοκού είναι γνωστά, οπότε ο
βαθμός λυγηρότητας είναι:

Lk A bh 2L
λ= = Lk = 2L 12 = 12 ≈ 692
i min I min b3 h b
204 Ευστάθεια δοκών

Από τα χαρακτηριστικά του υλικού προκύπτει

E
λP = π ≈ 86
σP

οπότε λόγω του ότι λ >> λ P ισχύει η θεωρία EULER για τη δοκό.

Το κρίσιμο φορτίο λυγισμού προκύπτει από τη σχέση

π2 π2
b3 h
Pk = E I min = E ≈ 1727 N
L2k (2L )2 12
οπότε με το φορτίο P = 840 N (P < Pk ) δεν εμφανίζεται λυγισμός και ο συντελεστής
ασφαλείας ως προς το λυγισμό είναι

P
Sk = k ≈ 2,06
P

Παράδειγμα 2

Στη δοκό του σχήματος να προσδιορισθεί η διάμετρος της δοκού έτσι ώστε με συντελεστή
ασφαλείας Sk = 3 να μην εμφανισθεί λυγισμός.
Δίδονται: P = 2 ⋅103 N , E = 210 ⋅103 N / mm 2 , σ P = 280 N / mm 2 , L = 103 mm
Sk = 3 , διατομή κυκλική.

Το πρόβλημα αυτό ανήκει στην κατηγορία όπου δεν είναι γνωστά όλα τα γεωμετρικά
χαρακτηριστικά της δοκού, είναι δηλαδή ένα πρόβλημα διαστασιολόγησης της δοκού υπό την
προϋπόθεση να υπάρχει ο συντελεστής ασφαλείας Sk = 3 ως προς λυγισμό.

Με την υπόθεση ότι ισχύει η θεωρία EULER χρησιμοποιούνται οι σχέσεις που έχουν
διατυπωθεί, οπότε για το κρίσιμο φορτίο λυγισμού πρέπει να ισχύει η σχέση

π 2 E I min
Pk = = Sk P
L2k

από την οποία προκύπτει


Διερεύνηση δοκών ως προς το λυγισμό 205

π d 4min Sk P L2k
I min = =
64 π2 E

και συνεπώς

64 Sk P L2k 64 ⋅ 3 ⋅ 2 ⋅103 ⋅ 106


d 4min = = mm 4
3 3 3
π E π ⋅ 210 ⋅ 10

από όπου προκύπτει η διάμετρος της δοκού

d ≈ 15,58 mm

Με τον προσδιορισμό της διαμέτρου υπάρχουν πλέον όλα τα γεωμετρικά χαρακτηριστικά της
διατομής, το μήκος και ο τρόπος στήριξης της δοκού, οπότε μπορεί να υπολογισθεί ο βαθμός
λυγηρότητας της δοκού για να διερευνηθεί εάν ισχύει η σχέση

λ > λP

και να επιβεβαιωθεί έτσι η χρήση της θεωρίας EULER στη δεδομένη περίπτωση. Για το
βαθμό λυγηρότητας προκύπτει για τη δοκό

Lk A 4
λ= = Lk = Lk ≈ 256
i min I min d

και από τα χαρακτηριστικά του υλικού προκύπτει

E
λP = π ≈ 86
σP

οπότε ικανοποιείται πράγματι η σχέση

λ > λP

και επιβεβαιώνεται έτσι ο ελαστικός λυγισμός κατά EULER.


206 Ενεργειακές μέθοδοι

11ο ΚΕΦΑΛΑΙΟ
Ενεργειακές Μέθοδοι

11.1 Ενέργεια παραμόρφωσης

Όταν επιδρούν εξωτερικές δυνάμεις σε ένα ελαστικό σώμα δημιουργούνται παραμορφώσεις


και οι δυνάμεις παράγουν ορισμένο έργο. Ένα μέρος του έργου αυτού εναποθηκεύεται σαν
μηχανική ενέργεια στο παραμορφωμένο σώμα δυνάμενο να αποδοθεί πάλι όταν
απομακρυνθούν οι δυνάμεις, ενώ συγχρόνως το υπόλοιπο μέρος μετατρέπεται σε άλλη μορφή
ενέργειας (π.χ. θερμική).

Στην περίπτωση που πρόκειται για κάποιο σώμα που υπακούει στο νόμο HOOKE,
εναποθηκεύεται όλο το έργο σαν μηχανική ενέργεια στο σώμα και αποκτάται πάλι εξ’
ολοκλήρου μετά την απομάκρυνση των δυνάμεων, όπως συμβαίνει π.χ. σε ένα τεταμένο
ελατήριο.

Στην πραγματικότητα σχεδόν πάντα ένα μέρος της μηχανικής ενέργειας μετατρέπεται σε
άλλη μορφή ενέργειας, δεν θεωρείται όμως σημαντικό για σώματα που καταπονούνται στην
ελαστική περιοχή.

Το έργο που εναποθηκεύεται κατά την καταπόνηση σε ένα σώμα, ή με άλλα λόγια, το έργο
που αποδίδει ένα ελαστικό σώμα κατά τη διάρκεια της χαλάρωσής του (δηλαδή κατά την
απομάκρυνση των δυνάμεων που επιδρούν στο σώμα αυτό) ονομάζεται έργο
παραμόρφωσης και η εναποθηκευμένη ή αποδιδόμενη ενέργεια ενέργεια παραμόρφωσης.

Για να υπολογισθεί η ενέργεια παραμόρφωσης, πρέπει να υπολογισθεί το έργο που παράγουν


οι εσωτερικές δυνάμεις του ελαστικού σώματος κατά τη διάρκεια της καταπονήσεως. Για το
σκοπό αυτό παρατηρείται ο στοιχειώδης κύβος του Σχήματος 11.1-1 με την πλευρά a, του
οποίου οι επιφάνειες είναι αρχικά κάθετες προς τις κύριες κατευθύνσεις, χωρίς αυτό να
σημαίνει κάποιο περιορισμό ως προς τη χρήση των εξισώσεων που θα δημιουργηθούν. Σε ένα
δεύτερο βήμα θα αρθεί η παραδοχή αυτή, έτσι ώστε οι εξισώσεις να ισχύουν σε ένα γενικό
σύστημα συντεταγμένων.

z
λσ 3a 2

a
a λσ 2a 2
a
λσ1a 2 y
a
x a

Σχήμα 11.1.1. Στοιχειώδης κύβος και κύριες τάσεις


Ενέργεια παραμόρφωσης 207

Κατά τη διάρκεια της καταπόνησης έστω ότι μεταβάλλονται οι τιμές των τάσεων σύμφωνα
με τις εκφράσεις

λσ1, λσ 2 , λσ3 όπου 0 ≤ λ ≤ 1

και συνεπώς των παραμορφώσεων σύμφωνα με τις εκφράσεις

λε1, λε 2 , λε 3 όπου 0 ≤ λ ≤ 1

μέχρι την τελική τους τιμή.

Μετά από αυτό η εσωτερική δύναμη σε μια των κυρίων κατευθύνσεων θα έχει σε ένα χρονικό
σημείο την τιμή λ σ1 a 2 .
Εάν μεταβληθεί ο συντελεστής λ κατά dλ, τότε μετατοπίζεται το σημείο εφαρμογής της
αναφερόμενης δύναμης κατά aε1dλ.
Το έργο που παράγεται μέχρις ότου φθάσει η τάση σ1 στην τελική της τιμή εναποθηκεύεται
σαν ενέργεια παραμόρφωσης στο σώμα και έχει την τιμή

( )
1 1
1
dU1 = ∫ λ σ1 a 2 (a ε1 dλ ) = σ1 ε1 a 3 ∫ λ dλ = σ1 ε1 a 3 (11.1-1)
0 0
2

Εφαρμόζοντας το ίδιο και στις άλλες κύριες κατευθύνσεις, προκύπτει η συνολική ενέργεια
παραμόρφωσης για τη μονάδα του όγκου

dU dU1 dU 2 dU3 1
= + + = (σ1 ε1 + σ 2 ε 2 + σ3 ε 3 ) (11.1-2)
dV dV dV dV 2

Η σχέση αυτή προέκυψε από την ειδική περίπτωση που οι επιφάνειες του στοιχειώδους
κύβου ήταν κάθετες στις κύριες κατευθύνσεις. Όταν οι επιφάνειες αυτές είναι κάθετες σε
τυχαίους άξονες x, y, z, τότε εκτός των ορθών τάσεων εμφανίζονται ως γνωστό και
διατμητικές τάσεις, οι οποίες προκαλούν κάποιο έργο που εναποθηκεύεται και αυτό σαν
ενέργεια παραμόρφωσης.

Μεταφέροντας το συλλογισμό αυτό σε ένα γενικό σύστημα συντεταγμένων και λαμβάνοντας


κατά συνέπεια υπόψη όλες τις ορθές και διατμητικές τάσεις που μπορούν να υπάρχουν,
προκύπτει για τη γενική εντατική κατάσταση ανάλογα με τη σχέση (11.1-2) η ανά μονάδα
όγκου ενέργεια παραμόρφωσης.

dU 1
(
= σ x ε x + σ y ε y + σ z ε z + τ xy γ xy + τ xz γ xz + τ yz γ yz
dV 2
) (11.1-3)

Χρησιμοποιώντας το νόμο HOOKE μπορούν, είτε να εκφρασθούν οι τάσεις σε συνάρτηση


των παραμορφώσεων είτε αντιστρόφως οι παραμορφώσεις σε συνάρτηση των τάσεων. Έτσι
προκύπτει από τη σχέση (11.1-3) η ενέργεια παραμόρφωσης ενός ελαστικού σώματος.
208 Ενεργειακές μέθοδοι


U = G ∫∫∫ ⎢ε 2x + ε 2y + ε 2z +
ν
(
1 − 2ν
) 2 1
(
ε x + ε y + ε z + γ 2xy + γ 2xz + γ 2yz
2
)⎤⎥⎦ dV (11.1-4)
V ⎣

ως συνάρτηση των παραμορφώσεων και

⎧ 1 2

⎪ 2E
[ (
σ x + σ 2y + σ 2z − 2ν σ x σ y + σ x σ z + σ y σ z )]⎫⎪⎪
U* = ∫∫∫ ⎨ ⎬ dV (11.1-5)
V ⎪ +
1 2
(
τ + τ 2 + τ 2yz
⎪⎩ 2G xy xz
) ⎪
⎪⎭

ως συνάρτηση των τάσεων. Η ενέργεια U* ονομάζεται συμπληρωματική ενέργεια


παραμόρφωσης και ισχύει φυσικά U=U* εφόσον ισχύει ο νόμος HOOKE. Μελλοντικά θα
χρησιμοποιείται πάντα για την ενέργεια παραμόρφωσης που εκφράζεται σε συνάρτηση των
τάσεων ο χαρακτηρισμός U* και στις άλλες περιπτώσεις η ελαστική ενέργεια U.

Από τη σχέση (11.1-4) διαπιστώνεται εύκολα ότι η ενέργεια παραμόρφωσης είναι πάντα
θετικό μέγεθος.

Από τη γενική αυτή σχέση της ελαστικής ενέργειας παραμόρφωσης ή της συμπληρωματικής
ενέργειας παραμόρφωσης μπορεί να υπολογισθεί η ενέργεια παραμόρφωσης κάποιου
δομικού στοιχείου (δοκός, δίσκος, πλάκα, κέλυφος) που υπόκειται σε μια ορισμένη
καταπόνηση.

Στα πλαίσια του μαθήματος αυτού θα αναλυθεί μόνο η ελαστική ενέργεια στη δοκό και θα
υπολογισθεί στο επόμενο κεφάλαιο η συμπληρωματική ενέργεια παραμόρφωσης για τις
φορτίσεις της δοκού, δηλαδή για τον εφελκυσμό και θλίψη, για τη διάτμηση, για την κάμψη
και για τη στρέψη δοκών.
Ελαστική ενέργεια δοκού 209

11.2 Ελαστική ενέργεια δοκού

Για να υπολογισθεί η ενέργεια παραμόρφωσης ή η συμπληρωματική ενέργεια παραμόρφωσης


για μια ορισμένη καταπόνηση στην οποία υπόκειται κάποια δοκός, πρέπει να ληφθούν υπόψη
οι παραμορφώσεις ή οι τάσεις που εμφανίζονται στην καταπόνηση αυτή.

Γνωρίζοντας την ενέργεια παραμόρφωσης για την κάθε μία από αυτές τις καταπονήσεις
προκύπτει μετά η συνολική ενέργεια παραμόρφωσης σε σύνθετες καταπονήσεις, αθροίζοντας
τις ενέργειες παραμόρφωσης των επιμέρους καταπονήσεων, σύμφωνα με την αρχή της
επαλληλίας.

11.2.1 Καταπόνηση δοκού σε εφελκυσμό και θλίψη

a) Εφελκυσμός b) Θλίψη

F F

A A

Nx Nx

F F

Σχήμα 11.2.1-1. Δοκός σε εφελκυσμό και θλίψη

Επειδή τις περισσότερες φορές ενδιαφέρουν οι τάσεις, και σπανιότερα οι παραμορφώσεις, θα


προσδιορισθεί στο κεφάλαιο αυτό αποκλειστικά η συμπληρωματική ενέργεια
παραμόρφωσης.

Από τη γενική εξίσωση (11.1-5) προκύπτει για τη δοκό που καταπονείται σε εφελκυσμό ή
θλίψη (το δομικό αυτό στοιχείο στην περίπτωση αυτή ονομάζεται και ράβδος) ότι η
συμπληρωματική ενέργεια παραμόρφωσης ισούται με

1 2
U∗ = ∫∫∫ σ x dx (11.2.1-1)
V
2E

επειδή στην καταπόνηση αυτή μόνο η τάση σ x (x είναι ο άξονας της δοκού) είναι διάφορη
του μηδενός. Για την τάση σ x ισχύει
210 Ενεργειακές μέθοδοι

Nx
σx =
A

όπου N x συμβολίζει την αξονική δύναμη και Α τη διατομή της δοκού. Ολοκληρώνοντας
ως προς την επιφάνεια της διατομής προκύπτει από τη σχέση (11.2.1-1)

L⎛ ⎞ L 2
l N 2x l N 2x 2
⎜ l N x dA ⎟ dx = 1 N x dx
U∗ = ∫∫∫ ∫∫∫ 2E A 2 ∫ ⎜ 2E A 2 ∫∫ ⎟ 2 0∫ EA
dV = dA dx = (11.2.1-2)
V
2E A 2 V 0⎝ A ⎠

όπου L συμβολίζει το μήκος της δοκού.

Αντίστοιχα προκύπτει από τη σχέση (11.1-4) (και πιο εύκολα από τη σχέση (11.1-3) αν
ληφθεί υπόψη μόνο σ x ≠ 0 ) η ελαστική ενέργεια παραμόρφωσης

2
1 1 ⎛ ∂u ⎞
U= ∫∫∫ E ε 2x dV = ∫∫∫ E ⎜ ⎟ dV (11.2.1-3)
2 V 2 V ⎝ ∂x ⎠

11.2.2 Καταπόνηση δοκού σε διάτμηση και κάμψη

Qz

Qy

My

Mz

Σχήμα 11.2.2-1. Διάτμηση και κάμψη δοκού

Χρησιμοποιώντας το σύστημα συντεταγμένων έτσι ώστε ο x-άξονας να συμπίπτει με τον


άξονα της δοκού ισχύει

σ y = σ z = τ yz = 0

ενώ οι τάσεις σ x , τ xy , τ xz , είναι διάφορες του μηδενός.

Από τη γενική εξίσωση (11.1-5) για τη συμπληρωματική ενέργεια παραμόρφωσης,


προκύπτει η ενέργεια δοκού που καταπονείται σε κάμψη
Ελαστική ενέργεια δοκού 211

⎡ 1 2 1 2
U∗ = ∫∫∫ ⎢
2E
σx +
2G
(
τ xy + τ 2xz )⎤⎥⎦ dV (11.2.2-1)
V ⎣

Οι τάσεις σ x , τ xy , τ xz , μπορούν να υπολογισθούν από τις καμπτικές ροπές M y , M z και


από τις διατμητικές δυνάμεις Q y , Q z . Από τη θεωρία κάμψης είναι γνωστό ότι για την
ορθή τάση σx σύμφωνα με την εξίσωση (5.1-10) ισχύει η σχέση

My Mz
σx = z− y (11.2.2-2)
Iy Iz

και για τις διατμητικές τάσεις τ xy , τ xz , σύμφωνα με την εξίσωση (5.2-5) ισχύει

Q z Sy (z )
τ xz =
I y b(z )
(11.2.2-3)
Q y Sz ( y )
τ xy =
I z b( y )

Αντικαθιστώντας τις σχέσεις (11.2.2-2) και (11.2.2-3) στην εξίσωση (11.2.2-1) και
προετοιμάζοντας την ολοκλήρωση ως προς την επιφάνεια της διατομής σύμφωνα με
dV = dA dx προκύπτει η συμπληρωματική ενέργεια παραμόρφωσης δοκού που
καταπονείται σε διάτμηση και κάμψη από τη σχέση

L
1 ⎡ M 2y M 2z M yMz ⎤
U∗ = ∫ ⎢ ∫∫ z 2
dA + 2 ∫∫
y 2
dA − 2 ∫∫ y z dA ⎥ dx +
2E ⎢ I 2y A I I I ⎥
0 ⎣ z A y z A ⎦
(11.2.2-4)
1 ⎡ Q 2z S y (z ) S2z (y ) ⎤
2
L Q 2y
+∫ ⎢ dA ⎥ dx
2 ∫∫ 2 2 ∫∫ 2
dA +
0
2G ⎢ I
⎣ y A b (z ) I z A b ( y ) ⎥

Τα ολοκληρώματα που εμφανίζονται στην πρώτη αγκύλη της εξισώσεως συμβολίζουν τα


ακόλουθα μεγέθη:

• Iy ροπή αδράνειας ως προς τον y-άξονα


• Iz ροπή αδράνειας ως προς τον z-άξονα
• I yz φυγόκεντρη ροπή αδράνειας φ

Επειδή οι άξονες στο πρόβλημα κάμψης διέρχονται από το κέντρο βάρους και είναι κύριοι
άξονες, μηδενίζεται η φυγόκεντρη ροπή αδράνειας I yz .

Έτσι από την εξίσωση (11.2.2-4) παραμένει μετά την ολοκλήρωση ως προς την επιφάνεια
της διατομής η σχέση
212 Ενεργειακές μέθοδοι

1 ⎡ M y M 2z k z Q 2z k y Q y ⎤
L 2 2

U = ∫⎢ + + + ⎥ dx (11.2.2-5)
2 0 ⎢ EI y EI z GA GA ⎥
⎣ ⎦

όπου

A S2y (z )
k z = 2 ∫∫ 2 dA
I y A b (z )
(11.2.2-6)
A S2z (y )
k y = 2 ∫∫ dA
I z A b (y )
2

Η εξίσωση (11.2.2-5) δίνει την συμπληρωματική ενέργεια παραμόρφωσης μιας δοκού που
καταπονείται σε κάμψη και διάτμηση.

Παρατήρηση: Για δοκούς όπου το μήκος τους είναι μεγάλο σε σχέση με τις διαστάσεις
της διατομής (π.χ. δέκα φορές μεγαλύτερο από τη μέγιστη διάσταση της διατομής)
μπορεί προσεγγιστικά να παραλειφθεί στην εξίσωση (11.2.2-5) η επίδραση των
διατμητικών δυνάμεων Q y και Q z .

Εάν αντί των εσωτερικών δυνάμεων M y , M z , χρησιμοποιηθούν οι μετατοπίσεις v


και w, οι οποίες συνδέονται με τις εσωτερικές δυνάμεις μέσω των σχέσεων

Mz ∂2v My ∂ 2w
= , =− (11.2.2-7)
EI z ∂x 2 EI y ∂x 2

και παραληφθεί συγχρόνως η επίδραση των διατμητικών δυνάμεων, τότε η εξίσωση για
την ελαστική ενέργεια παραμόρφωσης της δοκού παίρνει τη μορφή

L⎡ ⎛ ∂ 2v ⎞
2
⎛ ∂2w ⎞ ⎤
2
1 ⎢
U = ∫ EI z ⎜ 2 ⎟ + EI y ⎜ 2 ⎟ ⎥ dx (11.2.2-8)
2 0⎢ ⎜ ⎟ ⎜ ⎟ ⎥
⎢⎣ ⎝ ∂x ⎠ ⎝ ∂x ⎠ ⎦⎥

Παρατήρηση: Οι σχέσεις (11.2.2-5) και (11.2.2-8) χρησιμοποιούνται και για δοκούς


με καμπυλόγραμμο άξονα (τόξα) όταν η ακτίνα καμπυλότητας είναι μεγάλη. Στην
περίπτωση αυτή η συντεταγμένη x πρέπει να αντικατασταθεί από τη συντεταγμένη s
κατά μήκος του τόξου.
Ελαστική ενέργεια δοκού 213

11.2.3 Καταπόνηση δοκού σε εφελκυσμό, διάτμηση και κάμψη

Qz

Qy

My
Nx

Mz

Σχήμα 11.2.3-1. Καταπόνηση δοκού σε εφελκυσμό, διάτμηση και κάμψη

Για τον υπολογισμό της συμπληρωματικής ενέργειας παραμόρφωσης δοκού που


καταπονείται συγχρόνως σε εφελκυσμό, διάτμηση και κάμψη αρκεί να προστεθούν, σύμφωνα
με τον κανόνα της επαλληλίας, τα μεμονωμένα αποτελέσματα των σχέσεων (11.2.1-1) και
(11.2.2-1) ή (11.2.2-5) οπότε προκύπτει

1 ⎡ N 2x M y M 2z k z Q 2z k y Q y ⎤
L 2 2
U* = ⎢ ⎥ dx
2 0∫ ⎢ EA EI y EI z
+ + + + (11.2.3-1)
GA GA ⎥
⎣ ⎦

Βέβαια και στην περίπτωση αυτή μπορεί να παραλειφθεί η επίδραση των διατμητικών
δυνάμεων όταν το μήκος της δοκού είναι μεγάλο σε σχέση με τις διαστάσεις της διατομής.

11.2.4 Καταπόνηση δοκού σε στρέψη

z τ xz

τ xy
x y

Σχήμα 11.2.4-1. Διατμητικές τάσεις κατά την καταπόνηση σε στρέψη

Στην καταπόνηση σε στρέψη μηδενίζονται όλες οι τάσεις, εκτός των διατμητικών τ xz και
τ xy , οπότε η συμπληρωματική ενέργεια παραμόρφωσης προκύπτει από τη σχέση

U* = ∫∫∫
1 2
2G
( )
τ xy + τ 2xz dV (11.2.4-1)
V
214 Ενεργειακές μέθοδοι

Με τις σχέσεις (6.1.1-6) για τις τάσεις και εισάγοντας τη ροπή στρέψης σύμφωνα με την
εξίσωση (6.1.1-16) προκύπτει

L ⎧ 2 ⎡⎛ 2
⎞ ⎛ ∂φ
2⎤ ⎫
* 1 ⎪ M t ⎢ ∂φ ⎞ ⎥ ⎪
U =∫ ⎨ 2 ∫∫ ⎜⎜ − z ⎟⎟ + ⎜ + y ⎟ dA ⎬ dx (11.2.4-2)
0
2G ⎪⎩ I t A ⎢⎣⎝ ∂y ⎠ ⎝ ∂z ⎠ ⎥ ⎪
⎦ ⎭

Χρησιμοποιώντας το γνωστό θεώρημα GREEN 1 για το μετασχηματισμό του διπλού


ολοκληρώματος σε επικαμπύλιο προκύπτει η συμπληρωματική ενέργεια παραμόρφωσης

L
1 M 2t
U* = ∫ 2G dx (11.2.4-3)
0 I t

η οποία εξαρτάται άμεσα από τη στρεπτική ροπή M t .

Το αποτέλεσμα αυτό της συμπληρωματικής ενέργειας παραμόρφωσης μπορεί, σύμφωνα με


την αρχή της επαλληλίας, να προστεθεί στη συμπληρωματική ενέργεια παραμόρφωσης μιας
άλλης καταπόνησης για να προκύψει η συμπληρωματική ενέργεια παραμόρφωσης της
σύνθετης καταπόνησης (π.χ. διάτμηση και στρέψη).

Εάν χρησιμοποιηθεί η σχέση (9.1.1-17) που συνδέει τη γωνία στροφής με την στρεπτική
ροπή, τότε προκύπτει η ελαστική ενέργεια παραμόρφωσης

L
1
U = ∫ G I t (θ′)2 dx (11.2.4-4)
2 0

Έτσι συμπληρώθηκαν όλες οι σχέσεις για τον υπολογισμό της συμπληρωματικής ενέργειας
και της ενέργειας παραμόρφωσης για τις φορτίσεις που εμφανίζονται στη δοκό
(εφελκυσμός/θλίψη, διάτμηση, κάμψη και στρέψη).

Κατά τον ίδιο τρόπο μπορεί να υπολογισθεί η ενέργεια παραμόρφωσης σε πλάκες ή σε


δίσκους (επιφανειακούς φορείς).

Η ενέργεια παραμόρφωσης χρησιμοποιείται γενικά σε μεθόδους επίλυσης στατικά αορίστων


συστημάτων, οι οποίες για το λόγο αυτό ονομάζονται ενεργειακές μέθοδοι.

1
George Green (1793-1841)
Το θεώρημα CASTIGLIANO 215

11.3 Το θεώρημα CASTIGLIANO

Εάν διατυπωθεί γενικά η συμπληρωματική ενέργεια παραμόρφωσης ενός ελαστικού


σώματος, όχι σαν συνάρτηση των τάσεων αλλά σαν συνάρτηση των δυνάμεων, δηλαδή υπό
τη μορφή

U* = U* (F1, F2 , K, Fn ) (11.3-1)

τότε προκύπτει από γνωστές σχέσεις της θεωρίας μεταβολής (variation) των συναρτήσεων ότι
για τις μερικές παραγώγους της συμπληρωματικής ενέργειας παραμόρφωσης ισχύει η σχέση

∂U*
= ai (11.3-2)
∂Fi

Η σχέση αυτή είναι η μαθηματική έκφραση του θεωρήματος CASTIGLIANO, το οποίο


διατυπώνεται ως εξής:

Η μερική παράγωγος της συμπληρωματικής ενέργειας παραμόρφωσης ως προς κάποια


εξωτερική δύναμη μας δίνει την μετατόπιση του σημείου εφαρμογής της δύναμης αυτής στην
κατεύθυνσή της.

Η έννοια δύναμη πρέπει να ληφθεί υπόψη γενικά στην προκειμένη περίπτωση. Έτσι σε μία
ροπή Μi ανήκει κάποια γωνία α i σαν μέγεθος μετατόπισης. Σύμφωνα με το θεώρημα
CASTIGLIANO ισχύει τότε

∂U*
= αi (11.3-3)
∂M i

Οι σχέσεις (11.3-2) και (11.3-3) αποτελούν το πρώτο θεώρημα CASTIGLIANO. Κατά τον
ίδιο τρόπο μπορεί να εκφρασθεί η ενέργεια παραμόρφωσης σαν συνάρτηση των
μετατοπίσεων

U = U (a1, a 2 ,K, a n ) (11.3-4)

από την οποία προκύπτει κατά αντιστοιχία

∂U
= Fi (11.3-5)
∂a i

η οποία χαρακτηρίζεται ως το δεύτερο θεώρημα CASTIGLIANO.

σύμφωνα με το οποίο η μερική παράγωγος της ενέργειας παραμόρφωσης ως προς κάποια


μετατόπιση δίνει την αντίστοιχη δύναμη.
216 Ενεργειακές μέθοδοι

Με το πρώτο θεώρημα CASTIGLIANO μπορούν να υπολογισθούν σε ένα στατικά ορισμένο


ελαστικό σώμα οι μετατοπίσεις των σημείων εφαρμογής των δυνάμεων.

Όταν θέλει κανείς να υπολογίσει τις μετατοπίσεις σε κάποιο σημείο όπου δεν ενεργεί καμία
δύναμη, εισάγει στη θέση αυτή μια ιδεατή δύναμη και την μηδενίζει μετά τους υπολογισμούς
(σχετικά παραδείγματα θα αναλυθούν στη συνέχεια).

Εκτός των στατικά ορισμένων συστημάτων μπορούν με το θεώρημα CASTIGLIANO να


υπολογισθούν οι εσωτερικές δυνάμεις και οι αντιδράσεις στατικά αορίστων συστημάτων.
Το θεώρημα CASTIGLIANO οδηγεί τότε στο θεώρημα ελαχίστου έργου παραμόρφωσης
πράγμα που είναι κατανοητό τουλάχιστο κατά τον υπολογισμό των αντιδράσεων A i σε
στατικά αόριστα συστήματα, επειδή οι αντίστοιχες μετατοπίσεις a i των αντιδράσεων A i
είναι μηδέν. Από το θεώρημα CASTIGLIANO προκύπτει για τις αντιδράσεις A i

∂U*
= ai = 0 (11.3-6)
∂A i

οπότε η συμπληρωματική ενέργεια παραμόρφωσης παίρνει ακραίες τιμές και όπως


αποδεικνύεται (βιβλιογραφία) πρόκειται για την ελάχιστη τιμή.

Η ειδική αυτή περίπτωση του θεωρήματος CASTIGLIANO είναι γνωστή και σαν θεώρημα
MENABREA1 και μπορεί να εκφρασθεί ως εξής:

Εσωτερικές δυνάμεις και αντιδράσεις παίρνουν τέτοιες τιμές, ώστε η ενέργεια


παραμόρφωσης να γίνεται ελάχιστη.

Το θεώρημα της ελάχιστης ενέργειας παραμόρφωσης μπορεί να διατυπωθεί πιο γενικά όταν
επεκταθεί η εφαρμογή του σε σχεδόν άπειρες στατικά αόριστες εσωτερικές δυνάμεις, δηλαδή
σε κατανομή τάσεων.

Έτσι το θεώρημα ελάχιστης ενέργειας παραμόρφωσης διατυπώνεται και ως εξής:

Η πραγματική εντατική κατάσταση που εμφανίζεται σε ένα στατικά αόριστο ελαστικό


σύστημα ελαχιστοποιεί την ενέργεια παραμόρφωσης.

1
Federico Luigi Menabrea (1809-1896)
Ελαστική ενέργεια δοκού 217

11.4 Εφαρμογές των ενεργειακών μεθόδων – Παραδείγματα

Παράδειγμα 1

Στη δοκό του σχήματος να προσδιορισθεί η βύθιση του σημείου εφαρμογής της δύναμης Ρ
με το θεώρημα CASTIGLIANO.
Δίδονται: P = 3 ⋅103 N , L = 103 mm , E = 210 ⋅103 N/mm2 , ν = 0,3 , b = 20 mm ,
h = 60 mm

Σύμφωνα με το θεώρημα CASTIGLIANO, η μετατόπιση του σημείου εφαρμογής της


δύναμης Ρ στη διεύθυνση της δύναμης (δηλαδή η βύθιση του σημείου στο x- z- επίπεδο)
δίδεται από τη σχέση

∂U*
wP =
∂P

όπου U* συμβολίζει τη συμπληρωματική ενέργεια παραμόρφωσης της δοκού.

Η δοκός του σχήματος φορτίζεται σε κάμψη και διάτμηση, οπότε η ενέργεια παραμόρφωσης
δίδεται από τη σχέση

1
L ⎡ M 2y k Q 2 ⎤
*
U = ∫ ⎢ + z z ⎥ dx
2 0 ⎢ E Iy GA ⎥
⎣ ⎦

Το μέρος της ενέργειας παραμόρφωσης που προκύπτει από την επίδραση της διατμητικής
δύναμης είναι μικρό για δοκούς με μεγάλο μήκος σε σχέση με τις διαστάσεις της διατομής,
συγκρινόμενο με το μέρος που προκύπτει από την καμπτική ροπή για αυτό και συχνά
θεωρείται αμελητέο. Για δοκούς με μεγάλες διατμητικές παραμορφώσεις, πρέπει όμως να
λαμβάνετε υπόψη και το μέγεθος αυτό.

Με την προϋπόθεση αυτή προκύπτει για τη βύθιση του σημείου εφαρμογής της Ρ η σχέση

L M ∂M
∂U* y y
wP = =∫ dx όπου
∂P 0 E I y ∂P
218 Ενεργειακές μέθοδοι

M y = − P (L − x )

∂M y
= − (L − x )
∂P

οπότε, για σταθερό E Iy σε όλο το μήκος της δοκού, προκύπτει η βύθιση από την
ολοκλήρωση της σχέσης

1 L P L3
P (L − x )(L − x ) dx =
E I y 0∫
wP =
E Iy 3

Συγκρίνοντας το αποτέλεσμα που προέκυψε εφαρμόζοντας το θεώρημα CASTIGLIANO με


το αποτέλεσμα που προκύπτει από τη θεωρία της ελαστικής γραμμής

P ⎡ x 2 x3 ⎤
w (x ) = ⎢L − ⎥
E I y ⎣⎢ 2 6 ⎥⎦

και συνεπώς

P L3
w (x = L ) =
E Iy 3

διαπιστώνεται η ταύτιση των αποτελεσμάτων.

Παράδειγμα 2

Στη δοκό του σχήματος να προσδιορισθεί η βύθιση στη θέση x=L με το θεώρημα
CASTIGLIANO.
Δίδονται: P = 3 ⋅103 N , L = 103 mm , E = 210 ⋅103 N/mm 2 ,
διατομή ορθογωνική: b = 20 mm , h = 60 mm

y x

2L
z

Στις προηγούμενες ασκήσεις ζητούνταν μετατοπίσεις σε σημεία όπου εφάρμοζαν εξωτερικά


φορτία. Στην προκειμένη περίπτωση ζητείται η βύθιση στη θέση x = L , δηλαδή σε κάποια
θέση όπου δεν υπάρχει εξωτερικό φορτίο.
Ελαστική ενέργεια δοκού 219

Σύμφωνα με το θεώρημα CASTIGLIANO η μετατόπιση σε κάποιο σημείο προκύπτει ως


παράγωγος της συμπληρωματικής ενέργειας παραμόρφωσης ως προς κάποιο εξωτερικό
φορτίο στο σημείο αυτό (και μάλιστα η μετατόπιση που προκύπτει είναι στη διεύθυνση της
εξωτερικής δύναμης).

Για να είναι δυνατή η εφαρμογή του θεωρήματος CASTIGLIANO στο παράδειγμα αυτό,
εισάγεται μία ιδεατή εξωτερική δύναμη στο σημείο όπου ζητείται η μετατόπιση η οποία
μηδενίζεται στο τέλος. Έτσι δημιουργείται το νέο πρόβλημα

για το οποίο υπολογίζονται αντιδράσεις και καμπτικές ροπές λαμβάνοντας υπόψη και την
ιδεατή δύναμη Η.

Για την ελαστική ενέργεια θα ληφθεί υπόψη μόνο η καμπτική ροπή για την οποία ισχύει ανά
περιοχή

Ιη περιοχή 0≤x≤L

M y, I (x ) = − H (L − x ) − P (2L − x )

∂M y, I
= − (L − x )
∂H

ΙΙη περιοχή L ≤ x ≤ 2L

M y, II (x ) = − P (2L − x )

∂M y, II
=0
∂H

Η βύθιση επομένως στη θέση x = L προκύπτει από τη σχέση

L M 2L M
∂U* y,I ∂M y,I y,II ∂M y,II
w (x = a ) = =∫ dx + ∫ dx
∂H 0 E I y ∂H L
E I y ∂H

Το δεύτερο από τα ολοκληρώματα μηδενίζεται, λόγω του ότι μηδενίζεται η παράγωγος και
για την ολοκλήρωση του πρώτου ολοκληρώματος ενδείκνυται να μηδενισθούν οι όροι που
220 Ενεργειακές μέθοδοι

περιλαμβάνουν την ιδεατή δύναμη Η ως συντελεστή, πριν από την ολοκλήρωση, προς
αποφυγή πολλών πράξεων.

Η βύθιση θα είναι επομένως

1 L P 5L3
w (x = L ) = [ ( )( )]
E I y 0∫
P 2L − x L − x dx =
E Iy 6

Εδώ ενδείκνυται να συγκριθεί το αποτέλεσμα που προέκυψε με το θεώρημα CASTIGLIANO


με το αποτέλεσμα που προκύπτει χρησιμοποιώντας την ελαστική γραμμή.

Παράδειγμα 3

Στη δοκό του σχήματος να προσδιορισθούν οι αντιδράσεις με το θεώρημα CASTIGLIANO.


Δίδονται: P = 103 N , L = 2 ⋅103 mm , e = 200 mm
Διατομή ορθογωνική b = 40 mm , h = 80 mm

P
e M yo = − P e
y x y x P

L L
z z

Πρόκειται για στατικά αόριστο σύστημα, είναι δηλαδή οι άγνωστες αντιδράσεις περισσότερες
από ότι οι εξισώσεις της στατικής ισορροπίας.

Η διαδικασία που ακολουθείται για την επίλυση στατικά αορίστων συστημάτων,


λαμβάνοντας υπόψη και τις ενεργειακές μεθόδους, είναι παρόμοια με αυτή που ακολουθείται
όταν πέραν των εξισώσεων στατικής ισορροπίας χρησιμοποιηθούν εξισώσεις μετατοπίσεων
(όπως π.χ. ελαστική γραμμή κ.λ.π.).

Η διαδικασία αυτή θα διατυπωθεί εκ νέου και στο κεφάλαιο αυτό, για λόγους πληρότητας,
και αποτελείται από τα εξής σημαντικά βήματα:

1) Εισάγονται οι αντιδράσεις που εμφανίζονται στη δοκό λόγω των στηρίξεων και
διατυπώνονται οι συνθήκες ισορροπίας

MA Mo
Ax

Az Bz
Ελαστική ενέργεια δοκού 221

Οι αντιδράσεις της δοκού είναι A x , A z , M A και Bz .

Συνθήκες ισορροπίας

∑ Fix = 0 ⇔ Ax + P = 0

∑ Fiz = 0 ⇔ A z + Bz = 0

∑ MiA = 0 ⇔ M A + Bz L − M o = 0

Από τις συνθήκες ισορροπίας προκύπτουν τρεις εξισώσεις για τις τέσσερις άγνωστες
αντιδράσεις (ένας βαθμός αοριστίας).

Απαιτείται επομένως μία πρόσθετη σχέση για τη λύση του προβλήματος και η σχέση αυτή
θα προέλθει από την εφαρμογή του θεωρήματος CASTIGLIANO.

2) Επιλέγεται κάποια από τις άγνωστες αντιδράσεις ως γνωστό εξωτερικό φορτίο και
εκφράζονται όλες οι υπόλοιπες αντιδράσεις ως συνάρτηση της ως γνωστή επιλεγμένης
αντίδρασης.

Εάν π.χ. επιλεγεί ως γνωστό εξωτερικό φορτίο η αντίδραση Bz τότε προκύπτουν από τις
συνθήκες ισορροπίας οι σχέσεις

A x = −P (ανεξάρτητη από τη Bz )

A z = − Bz

M A = M o − Bz L

Τα εξωτερικά φορτία τώρα θεωρούνται ότι είναι P, M o και Bz .

3) Προσδιορίζονται τα εσωτερικά φορτία (M, N, Q ) της δοκού σε συνάρτηση των


εξωτερικών φορτίων P, M o , Bz και ιδιαίτερα τα φορτία που είναι απαραίτητα για τον
προσδιορισμό της ελαστικής ενέργειας παραμόρφωσης.

Στο παράδειγμα εδώ η δοκός φορτίζεται σε εφελκυσμό και κάμψη, οπότε πρέπει να
βρεθούν οι εκφράσεις για την αξονική δύναμη και για την καμπτική ροπή.
222 Ενεργειακές μέθοδοι

N x (x ) = P
N x (x )

Q z (x ) = − B z
Q z (x )

M y (x ) = Bz (L − x ) − M o

M y (x )

4) Διατυπώνεται η σχέση που πρέπει να ικανοποιείται στο σημείο στήριξης όπου έχει επιλεγεί
η αντίδραση ως γνωστό εξωτερικό φορτίο.

Στα σημεία στήριξης παίρνει το θεώρημα CASTIGLIANO την ειδική μορφή (θεώρημα
MENABREA), όπου η παράγωγος της ελαστικής ενέργειας ως προς την αντίδραση είναι
μηδέν. Οπότε στο παράδειγμα εδώ πρέπει να ισχύει

∂U*
=0
∂Bz

η οποία αποτελεί την πρόσθετη εξίσωση που απαιτείται για την επίλυση της αοριστίας.
Είναι δηλαδή η σχέση από την οποία μπορεί να προσδιορισθεί η αντίδραση Bz .

Εάν στην ελαστική ενέργεια δεν ληφθούν υπόψη διατμητικά φορτία, τότε ισχύει για τη
δοκό

1 L ⎛⎜ N 2x M y ⎞⎟
2
*
U = ∫ + dx
2 0 ⎜ E A E Iy ⎟
⎝ ⎠

∂U* L ⎛⎜ N x ∂N x M y ∂M y ⎞⎟
∂Bz 0∫ ⎜ E A ∂Bz E I y ∂Bz ⎟
= + dx = 0
⎝ ⎠

Από τις σχέσεις

∂N x
Nx = P , =0
∂Bz

M y = Bz (L − x ) − M o , ∂M y
= (L − x )
∂Bz

προκύπτει
Ελαστική ενέργεια δοκού 223

∂U* 1 L
[Bz (L − x ) − M o ] (L − x ) dx = 0
∂Bz E I y 0∫
=

και από την ολοκλήρωση προκύπτει

1 ⎡ L3 L2 ⎤
⎢Bz − Mo ⎥=0
E I y ⎣⎢ 3 2 ⎥⎦

οπότε ισχύει

3 Mo
Bz =
2 L

και έχει προσδιορισθεί επομένως η αρχικά ως γνωστή εξωτερική δύναμη επιλεγμένη


αντίδραση.

5) Με την τιμή για τη Bz μπορούν να προσδιορισθούν πλέον και οι υπόλοιπες αντιδράσεις,


λαμβάνοντας υπόψη τις σχέσεις όπου οι υπόλοιπες αντιδράσεις έχουν εκφρασθεί ως
συνάρτηση των εξωτερικών φορτίων, βλέπε βήμα 2.

A x = −P

3 Mo
A z = − Bz = −
2 L

3 M
M A = M o − Bz L = M o − Mo = − o
2 2

(άρα A z και M A πρέπει να έχουν αντίθετη φορά).


224 Παράρτημα

Π. ΠΑΡΑΡΤΗΜΑ
Ανάλυση επιφανειών διατομών δοκών

Για τον προσδιορισμό των τάσεων και μετατοπίσεων που προκύπτουν από τις φορτίσεις
δοκών, απαιτείται και ο προσδιορισμός γεωμετρικών μεγεθών των επιφανειών διατομών
δοκών.

Πριν γίνει οποιαδήποτε ανάλυση των φορτίσεων πρέπει να είναι γνωστά τα ακόλουθα
γεωμετρικά χαρακτηριστικά της επιφάνειας διατομής της δοκού:

• επιφάνεια διατομής
• κέντρο βάρους ή γεωμετρικό κέντρο S της επιφάνειας διατομής
• κύριοι άξονες που διέρχονται από το κέντρο βάρους S.

Η επιφάνεια της διατομής είναι συνήθως ένα γνωστό μέγεθος ή όταν πρόκειται για
διαστασιολόγηση είναι γνωστό το γεωμετρικό σχήμα της διατομής και ζητείται να
προσδιορισθεί κάποια διάστασή της ικανοποιώντας το όριο αντοχής του υλικού.

Το κέντρο βάρους ή το γεωμετρικό κέντρο S της επιφάνειας της διατομής πρέπει να


προσδιορισθεί αναλυτικά εάν δεν προκύπτει εύκολα από το γεωμετρικό σχήμα της διατομής.
Όταν π.χ. η διατομή είναι συμμετρική ως προς κάποιον άξονα, το γεωμετρικό κέντρο S
βρίσκεται πάντα στον άξονα συμμετρίας.

Σε προηγούμενα κεφάλαια αναφέρθηκε ότι είναι αναγκαίο να επιλεγεί ένα ενιαίο σύστημα
συντεταγμένων το οποίο θα χρησιμοποιείται σε όλες τις φορτίσεις της δοκού για να μπορούν
εύκολα να συνδεθούν τα αποτελέσματα μεμονωμένων φορτίσεων.

Για το λόγο αυτό επιλέγεται ένα σύστημα συντεταγμένων το οποίο διέρχεται από το
γεωμετρικό κέντρο της διατομής και οι άξονές του είναι κύριοι άξονες. Το y-z επίπεδο του
συστήματος αυτού αποτελεί το εκάστοτε επίπεδο της διατομής της δοκού.

Η ονομασία κύριοι άξονες και κατά επέκταση κύριο σύστημα αξόνων χαρακτηρίζει ένα
συγκεκριμένο σύστημα αξόνων με κάποιες ειδικές ιδιότητες οι οποίες λαμβάνονται υπόψη
και κατά τη δημιουργία των εξισώσεων όταν γίνεται η ανάλυση των φορτίσεων. Τυχόν
αλλαγή επομένως του συστήματος αυτού συνεπάγεται και επαναδημιουργία των εξισώσεων.
Προς αποφυγή τέτοιων προβλημάτων ορίζεται στη δοκό μονοσήμαντα το κύριο σύστημα
αξόνων που διέρχεται από το γεωμετρικό κέντρο της διατομής, οι ιδιότητες του οποίου θα
αναλυθούν στη συνέχεια.

Π.1 Ορισμός γεωμετρικού κέντρου ή κέντρου βάρους επιφανειών

Δίδεται η επιφάνεια του Σχήματος Π-1 η οποία συμβολίζει την επιφάνεια κάποιας διατομής
μιας δοκού, παρόλο που η περίμετρος της επιφάνειας έχει επιλεγεί τυχαία για να μην
υπάρχουν περιορισμοί των όσων διατυπωθούν στη συνέχεια ως προς το γεωμετρικό σχήμα
της διατομής.
Ορισμός γεωμετρικού κέντρου ή κέντρου βάρους επιφανειών 225

zo
επιφάνεια διατομής

S (yS , zS )
zS
dA
z
r
yo
yS y

Σχήμα Π.1-1. Ορισμός γεωμετρικού κέντρου ή κέντρου βάρους S επιφάνειας

yo , zo είναι ένα αρχικό σύστημα συντεταγμένων ως προς το οποίο έγινε η σχεδίαση


της επιφάνειας της διατομής
S(yS , zS ) είναι το γεωμετρικό κέντρο ή κέντρο βάρους της επιφάνειας της διατομής
dA = dy dz είναι μία στοιχειώδης επιφάνεια

Οι συντεταγμένες yS , zS του κέντρου βάρους της επιφάνειας, ορίζονται με τις σχέσεις

yS = ∫∫ y dA = Sz
∫∫ dA A

zS = ∫∫ z dA = Sy
∫∫ dA A
ως προς το αρχικό σύστημα αναφοράς y o − z o , όπου τα ολοκληρώματα

Sy = ∫∫ z dA στατική ροπή επιφάνειας ως προς τον y-άξονα


A

Sz = ∫∫ y dA στατική ροπή επιφάνειας ως προς τον z-άξονα


A

χαρακτηρίζονται ως στατικές ροπές των επιφανειών ή και ως ροπές επιφανειών πρώτης


τάξης.

Παρατήρηση 1: Εάν το αρχικό σύστημα διέρχεται ήδη από το γεωμετρικό κέντρο S


της επιφάνειας της διατομής, τότε οι συντεταγμένες μηδενίζονται, ισχύει δηλαδή

yS = 0

zS = 0
226 Παράρτημα

και συνεπώς και οι στατικές ροπές ως προς το σύστημα αυτό

Sy = 0 όταν ο άξονας y διέρχεται από το S

Sz = 0 όταν ο άξονας z διέρχεται από το S

Παρατήρηση 2: Εάν η επιφάνεια της διατομής έχει κάποιον άξονα συμμετρίας, τότε
διέρχεται ο άξονας συμμετρίας από το γεωμετρικό κέντρο S της διατομής.

Όταν η επιφάνεια μιας διατομής αποτελείται από επιμέρους διατομές απλών γεωμετρικών
σχημάτων (π.χ. επιμέρους ορθογωνικές διατομές) τότε οι σχέσεις για την επιφάνεια και τις
ροπές της επιφάνειας που αναφέρθηκαν παίρνουν την μορφή

n
A = ∑ Ai
i =1

n
Sy = ∑ zSi Ai
i =1

n
Sz = ∑ ySi Ai
i =1

yS =
∑ ySi Ai
∑ Ai

zS =
∑ zSi Ai
∑ Ai

Π.2 Ορισμοί ροπών αδράνειας επιφανειών

Τα ολοκληρώματα

I y = ∫∫ z 2 dA ροπή αδράνειας επιφάνειας ως προς τον y-άξονα


A

I z = ∫∫ y 2 dA ροπή αδράνειας επιφάνειας ως προς τον z-άξονα


A

I yz = ∫∫ yz dA φυγοκεντρική ροπή αδράνειας επιφάνειας


A
Ορισμοί ροπών αδράνειας επιφανειών 227

ονομάζονται ροπές αδράνειας επιφάνειας ή ροπές δευτέρας τάξης. Από τη σύνθεση των
ροπών αδρανείας επιφάνειας I y και I z προκύπτει η ροπή αδράνειας ως προς σημείο

( )
I p = ∫∫ r 2 dA = ∫∫ y 2 + z 2 dA πολική ροπή αδράνειας επιφάνειας
A A

για την οποία ισχύει

Ip = I y + Iz

Παρατήρηση 1: Στη βιβλιογραφία συμβολίζονται συχνά οι ροπές αδράνειας


επιφανειών με δύο δείκτες, όπως I yy αντί του I y , I zz αντί του I z .

Παρατήρηση 2: Οι ροπές αδράνειας επιφανειών έχουν το μέτρο [μήκος] 4 .


Παρατήρηση 3: Οι ροπές αδράνειας επιφάνειας I y , I z και I p είναι πάντοτε θετικές,
ισχύει δηλαδή

Iy > 0
Iz > 0
Ip > 0

ενώ για τη φυγόκεντρη ροπή αδράνειας επιφάνειας ανάλογα με την κατανομή της επιφάνειας
ως προς το σύστημα συντεταγμένων ισχύει

είτε I yz > 0
είτε I yz < 0
είτε I yz = 0

Από τον ορισμό της φυγόκεντρης ροπής αδράνειας επιφάνειας προκύπτει εύκολα το
συμπέρασμα ότι εάν τουλάχιστον ένας από τους άξονες του συστήματος συντεταγμένων είναι
άξονας συμμετρίας, τότε μηδενίζεται η φυγόκεντρη ροπή αδράνειας, ισχύει δηλαδή

I yz = 0

καθότι για κάθε στοιχειώδη επιφάνεια dA π.χ. με θετικό y υπάρχει και μία στοιχειώδης
επιφάνεια dA με αρνητικό y εάν ο z-άξονας είναι άξονας συμμετρίας.

Όταν η επιφάνεια μιας διατομής αποτελείται από επιμέρους διατομές απλών γεωμετρικών
σχημάτων (π.χ. επιμέρους ορθογωνικές διατομές) τότε οι σχέσεις για τις ροπές αδράνειας της
επιφάνειας παίρνουν τη μορφή
228 Παράρτημα

I y = ∑ I yi
i

Iz = ∑ Izi
i

I yz = ∑ I yzi
i

Εάν Α συμβολίζει την συνολική επιφάνεια της διατομής τότε τα μεγέθη i y , i z , i p που
ορίζονται από τις σχέσεις

Iy Iy
i 2y = , άρα iy =
A A

I Iz
i 2z = z , άρα iz =
A A

Ip Ip
i 2p = , άρα ip =
A A

ονομάζονται ακτίνες αδράνειας και συμβολίζουν την εκάστοτε απόσταση από τον άξονα
στην οποία πρέπει να βρίσκεται η επιφάνεια Α είτε συγκεντρωμένη σε ένα σημείο, είτε υπό
μορφή στενής λωρίδας παράλληλης προς κάποιον άξονα για να έχει την ίδια ροπή αδράνειας
όπως και η επιφάνεια της διατομής ως προς τον άξονα αυτό.

Η ακτίνα αδράνειας είναι ένα βοηθητικό μέγεθος με το μέτρο[μήκος] ([ i y ] = μήκος) η


οποία βοηθά στην καλύτερη κατανόηση της συμπεριφοράς μιας ροπής αδράνειας, καθότι η
ροπή αδράνειας ως μέγεθος με μέτρο [μήκος] 4 είναι δύσκολα κατανοητή.

Όπως προκύπτει και από τις εξισώσεις όπου ορίζονται οι ροπές αδράνειας επιφανειών, οι
τιμές της εκάστοτε ροπής αδράνειας ως προς κάποιον άξονα είναι συνάρτηση της κάθετης
απόστασης μιας στοιχειώδους επιφάνειας από τον άξονα αυτό.

Συνεπώς όσο πιο μακριά είναι μία επιφάνεια κατανεμημένη από κάποιον άξονα τόσο
μεγαλύτερη είναι η ροπή της ως προς τον άξονα αυτό.

Επειδή υπάρχει θεωρητικά άπειρος αριθμός αξόνων, για να μη γίνεται για κάθε μεταβολή
νέος υπολογισμός των ροπών αδράνειας ενδείκνυται να ταξινομηθούν τα προβλήματα που
εμφανίζονται για την πλήρη ανάλυση τους.

Οι βασικότεροι μετασχηματισμοί που απαιτούνται για τις ροπές αδράνειας επιφανειών


διατυπώνονται σχηματικά στον πίνακα που ακολουθεί.
Ορισμοί ροπών αδράνειας επιφανειών 229

Πίνακας Π.2-1 Απαιτούμενοι μετασχηματισμοί ροπών αδράνειας επιφανειών

Προσδιορισμός ροπών αδράνειας επιφάνειας ως προς


σύστημα αξόνων που διέρχεται από το κέντρο βάρους S
A της επιφάνειας

I y , I z , I yz , I p

Προσδιορισμός ροπών αδράνειας επιφάνειας ως προς v z


παράλληλα μετατοπισμένο σύστημα αξόνων σε σχέση με
το αρχικό
B y
S
I u , I v , I uv
u

Προσδιορισμός ροπών αδράνειας επιφάνειας ως προς


περιστραμμένο κατά γωνία φ σε σχέση με το αρχικό
C σύστημα αξόνων

I u , I v , I uv

Προσδιορισμός κύριου συστήματος αξόνων που διέρχεται


από το κέντρο βάρους S στο οποίο οι ροπές αδράνειας
επιφάνειας παίρνουν τη μέγιστη τιμή και την ελάχιστη τιμή
(το σύστημα αυτό χαρακτηρίζεται συνήθως με τους άξονες
D 1 και 2) φο
I1 = I max
I 2 = I min
I12 = 0

Π.2.1 Ροπές αδράνειας επιφάνειας ως προς σύστημα αξόνων που διέρχεται


από το γεωμετρικό κέντρο ή κέντρο βάρους S της επιφάνειας

Δίδεται: επιφάνεια διατομής, κέντρο βάρους S επιφάνειας διατομής


Ζητούνται: ροπές αδράνειας ως προς σύστημα αξόνων που διέρχονται από το κέντρο
βάρους διατομής S (πίνακας Π.2-1, Α)
230 Παράρτημα

Σχήμα Π.2.1-1. Ροπές αδράνειας ως προς y-z

Σύμφωνα με τον ορισμό για τις ροπές αδράνειας ισχύει

I y = ∫∫ z 2 dA

I z = ∫∫ y 2 dA

I yz = ∫∫ yz dA

Για να γίνει οποιαδήποτε ανάλυση πρέπει επομένως να γίνει αρχικά ο υπολογισμός των
ροπών αδράνειας της επιφάνειας ως προς κάποιο σύστημα αξόνων το οποίο διέρχεται από το
γεωμετρικό κέντρο S της διατομής.

Π.2.2 Παράλληλη μετατόπιση συστήματος αξόνων – Θεώρημα STEINER1

Δίδονται: ροπές αδράνειας ως προς y-z σύστημα συντεταγμένων I y , I z , I yz


Ζητούνται: ροπές αδράνειας ως προς u-v σύστημα συντεταγμένων παράλληλα
μετατοπισμένο ως προς το αρχικό (πίνακας Π.2-1, B), I u , I v , I uv

1
Jakob Steiner (1796-1863)
Ορισμοί ροπών αδράνειας επιφανειών 231

Οι συντεταγμένες της στοιχειώδους επιφάνειας dA στο u-v σύστημα δίδονται από τις
σχέσεις

u = y+b

v=z+a

οπότε σύμφωνα με τον ορισμό των ροπών αδράνειας προκύπτουν για το νέο σύστημα οι
ροπές

I u = ∫∫ (y + b )2 dA = ∫∫ y 2 dA + ∫∫ b 2 dA + ∫∫ yb dA

I v = ∫∫ (z + a )2 dA = ∫∫ z 2 dA + ∫∫ a 2 dA + ∫∫ za dA

I uv = ∫∫ (y + b )(z + a ) dA = ∫∫ yz dA + ∫∫ bz dA + ∫∫ ay dA + ∫∫ ab dA

Στις σχέσεις αυτές ισχύει για τα ολοκληρώματα

∫∫ yz dA = I yz

∫∫ bz dA = b ∫∫ z dA = 0 (ο άξονας z διέρχεται από S)

∫∫ ay dA = a ∫∫ y dA = 0 (ο άξονας y διέρχεται από S)

∫∫ ab dA = ab ∫∫ dA = abA
2
∫∫ y dA = I z

2
∫∫ b dA = b 2 ∫∫ dA = b
2
A

∫∫ yb dA = b ∫∫ y dA = 0 (ο άξονας y διέρχεται από S)


2
∫∫ z dA = I y

2
∫∫ a dA = a 2 ∫∫ dA = a
2
A

∫∫ za dA = a ∫∫ z dA = 0 (ο άξονας z διέρχεται από S)

Για το παράλληλα μετατοπισμένο σύστημα συντεταγμένων προκύπτουν συνεπώς οι σχέσεις


232 Παράρτημα

Iu = I y + a 2 A

I v = Iz + b2 A Θεώρημα STEINER

I uv = I yz + a b A

οι οποίες είναι γνωστές και ως Θεώρημα STEINER.

Π.2.3 Περιστροφή συστήματος αξόνων

Δίδονται: ροπές αδράνειας επιφάνειας ως προς y-z σύστημα συντεταγμένων


I y , I z , I yz
Ζητούνται: ροπές αδράνειας επιφάνειας ως προς u-v σύστημα συντεταγμένων
περιστραμμένο κατά γωνία φ ως προς το αρχικό σύστημα y-z
(πίνακας Π.2-1, C), I u , I v , I uv

y, z συντεταγμένες της στοιχειώδους επιφάνειας dA στο y-z σύστημα


u, v συντεταγμένες της στοιχειώδους επιφάνειας dA στο u-v σύστημα

Οι συντεταγμένες u, v προκύπτουν από τις σχέσεις

u = y cosφ + z sinφ

v = − y sinφ + z cosφ

οπότε προκύπτει

u 2 = y 2 cos 2φ + z 2 sin 2φ − 2 y z sinφ cosφ

v 2 = y 2 sin 2φ + z 2 cos 2φ − 2 y z sinφ cosφ

( ) (
uv = z 2 - y 2 sinφ cosφ + y z cos 2φ − sin 2 φ )
Ορισμοί ροπών αδράνειας επιφανειών 233

Χρησιμοποιώντας τις τριγωνομετρικές σχέσεις

1 1
cos 2φ = (1 + cos2φ ) , sin 2φ = (1 − cos2φ )
2 2

2sinφ cosφ = sin 2φ , cos 2φ - sin 2φ = cos2φ

προκύπτει για τις συντεταγμένες

u2 =
2
(
1 2 2 1 2 2
) ( )
y + z + y − z cos2φ + 2 y z sin2φ
2

v2 =
2
(
1 2 2 1 2
) ( )
y + z + z − y 2 cos2φ − y z sin2φ
2

uv =
2
(
1 2
)
z − y 2 sin2φ + y z cos2φ

Από τον ορισμό των ροπών αδράνειας

I u = ∫∫ v 2 dA

I v = ∫∫ u 2 dA

I uv = ∫∫ uv dA

προκύπτουν οι σχέσεις

Iu =
1
2
( ) (
1
)
I y + I z + I y − I z cos2φ + I yz sin2φ
2

Iv =
1
2
( ) (
1
)
I y + I z − I y − I z cos2φ − I yz sin2φ
2

I uv = −
1
2
( )
I y − I z sin2φ + I yz cos2φ

από τις οποίες μπορούν να προσδιορισθούν οι ροπές αδράνειας επιφανειών σε τυχαίο


σύστημα συντεταγμένων το οποίο είναι περιστραμμένο κατά γωνία φ σε σχέση με το αρχικό
σύστημα y, z που διέρχεται από το γεωμετρικό κέντρο S, καθότι τα μεγέθη I y , I z , I yz
θεωρούνται ήδη γνωστά.
234 Παράρτημα

Π.2.4 Κύριες ροπές αδράνειας επιφανειών

Με τον προσδιορισμό των ροπών αδράνειας σε κάποιο σύστημα u-v, το οποίο έχει
περιστραφεί κατά γωνία φ σε σχέση με το αρχικό γίνεται προφανές ότι ανάλογα με τη γωνία
φ προκύπτουν οι τιμές στο νέο σύστημα.

Έτσι δημιουργείται το ερώτημα, πώς μεταβάλλονται οι τιμές I u , I v , I uv σε σχέση με τη


γωνία φ και εάν υπάρχει κάποια γωνία φ στην οποία εμφανίζονται μέγιστες ή ελάχιστες
τιμές για τις ροπές αδράνειας.

Για τη διερεύνηση αυτή πρέπει να δημιουργηθούν οι παράγωγοι των ροπών αδράνειας ως


προς τη γωνία φ και να ικανοποιηθούν οι συνθήκες

dIu
=0

dI v
=0

Οι συνθήκες αυτές οδηγούν στις σχέσεις

dI u dI
= − v = 2 I uv = 0
dφ dφ

οπότε από τη φυγόκεντρη ροπή αδράνειας προκύπτει

2 I yz
tan 2φ o =
I y − Iz

π
Για τη γωνία φ1 = φ o και για την κάθετό της φ 2 = φ o + υπάρχουν δύο άξονες όπου οι
2
ροπές αδράνειας παίρνουν ακραίες τιμές και η φυγόκεντρη ροπή αδράνειας μηδενίζεται σε
αυτό το σύστημα αξόνων.

Οι άξονες αυτοί ονομάζονται κύριοι άξονες και οι ροπές αδράνειας ως προς τους άξονες
αυτούς κύριες ροπές αδράνειας.

Ο προσδιορισμός του κύριου συστήματος αξόνων είναι πολύ σημαντικός καθότι για την
ανάλυση των φορτίσεων δοκού έχει επιλεγεί το σύστημα αυτό. Εάν αντικατασταθεί η σχέση
για τη γωνία 2 φ o στις σχέσεις που ισχύουν για την περιστροφή του συστήματος
συντεταγμένων προκύπτουν οι κύριες ροπές αδράνειας, οι οποίες συνήθως συμβολίζονται με
I1 και I 2 (και οι κύριοι άξονες 1, 2).

2
I y + Iz ⎛ I y − Iz ⎞
I1 = I max = + ⎜⎜ ⎟ + I 2yz
2 2 ⎟
⎝ ⎠
Ορισμοί ροπών αδράνειας επιφανειών 235

2
I y + Iz ⎛ I y − Iz ⎞
I 2 = I min = − ⎜⎜ ⎟ + I 2yz
2 ⎟
⎝ 2 ⎠

Για τον προσδιορισμό του κύριου συστήματος αξόνων είναι απαραίτητο να προσδιορισθούν
αφενός η μέγιστη και η ελάχιστη ροπή αδράνειας, αφετέρου η γωνία που σχηματίζει το κύριο
σύστημα με το αρχικό. Επειδή όμως η σχέση για τον προσδιορισμό της γωνίας

2 I yz
tan 2φ o =
I y − Iz

π
δεν είναι μονοσήμαντη, οδηγεί δηλαδή στις λύσεις φ 01 και φ 02 = φ01 +
πρέπει να
2
ελεγχθεί από τις σχέσεις που ισχύουν για την περιστροφή αξόνων π.χ. η λύση φ 01 σε ποιό
άξονα οδηγεί συγκρίνοντας την τιμή που προκύπτει με I1 και I 2 .

Ένας πιο εύχρηστος τρόπος για τον μονοσήμαντο προσδιορισμό της γωνίας που οδηγεί στον
κύριο άξονα με τη μέγιστη ροπή αδράνειας I1 είναι εάν για τη γωνία φo χρησιμοποιηθεί η
σχέση

I yz π π
tan φ o = − < φo ≤
I1 − I z 2 2

Η γωνία φo μετρά από τον y-άξονα αριστερόστροφα θετικά

I1 = Imax
φο φο

Π.3 Ροπές αδράνειας απλών επιφανειών

Οι ροπές αδράνειας, ακόμη και πολύπλοκων επιφανειών, μπορούν συχνά να προσδιορισθούν


αθροίζοντας τις ροπές αδράνειας επιμέρους επιφανειών οι οποίες αποτελούν τη συνολική
επιφάνεια. Μπορεί δηλαδή να χωρισθεί κάποια επιφάνεια π.χ. σε ορθογωνικές, κυκλικές και
τριγωνικές περιοχές έτσι ώστε γνωρίζοντας τις ροπές αδράνειας των επιμέρους αυτών
περιοχών να προκύπτει η ροπή αδράνειας της συνολικής επιφάνειας από το άθροισμα των
ροπών αδράνειας των υποπεριοχών.
236 Παράρτημα

Ενδείκνυται επομένως να προσδιορισθούν πρώτα οι ροπές αδράνειας κάποιων απλών αλλά


βασικών επιφανειών, οι οποίες άλλωστε χρησιμοποιούνται πολύ συχνά ως διατομές δοκών
στις εφαρμογές, για να απλουστευθεί ο υπολογισμός των ροπών αδράνειας επιφανειών.

Στις απλές διατομές ανήκουν

• ορθογωνική διατομή
• τετραγωνική διατομή
• κυκλική διατομή
• κυκλικός δακτύλιος
• ημικυκλική διατομή
• τεταρτημόριο κύκλου
• τριγωνική διατομή.

Π.3.1 Ορθογωνική διατομή

Δίδεται: ορθογωνική διατομή με τις διαστάσεις b και h.


Ζητούνται: α) ροπές αδράνειας I y , I z , I yz , I p , I1, I 2
β) ακτίνες αδράνειας i y , i z , i1, i 2
γ) ροπές αδράνειας Iξ , I η , Iξη

α) Στην περίπτωση αυτή ζητούνται οι ροπές αδράνειας ως προς το σύστημα y-z που
διέρχεται από το κέντρο βάρους S της επιφάνειας. Οι άξονες y και z είναι άξονες
συμμετρίας και συνεπώς κύριοι άξονες διερχόμενοι από το S, (άρα ισχύει I yz = 0 ).

Από τον ορισμό για τις ροπές αδράνειας μπορούν να μετατραπούν τα διπλά ολοκληρώματα
σε απλά εάν επιλεγεί κατάλληλα η στοιχειώδης επιφάνεια dA. Έτσι προκύπτει π.χ.

h
z2 =
2 b h3
I y = ∫∫ z 2 dA = ∫ z 2 b dz = = I max = I1
A h 12
z1 = −
2
Ροπές αδράνειας απλών επιφανειών 237

b
y2 =
2 h b3
I z = ∫∫ y 2 dA = ∫ y 2 h dy = = I min = I 2
A b 12
y1 = −
2

I yz = 0 (άξονες συμμετρίας είναι κύριοι άξονες)

( )
I p = ∫∫ y 2 + z 2 dA = I y + I z =
h b b2 + h 2 ( )
A
12

β) Σύμφωνα με τον ορισμό οι ακτίνες αδράνειας

Iy
iy =
A

Iz
iz =
A

καθορίζουν την απόσταση από κάποιον άξονα στην οποία πρέπει να τοποθετηθεί η
επιφάνεια της διατομής ως ιδεατή συγκεντρωμένη επιφάνεια σε ένα σημείο για να έχει την
ίδια ροπή αδράνειας όπως και η επιφάνεια της διατομής ως προς τον άξονα αυτό.

Ως προς τους κύριους άξονες εμφανίζουν αντίστοιχα οι ακτίνες αδράνειας μία μέγιστη και
μία ελάχιστη τιμή.

Εάν καθορισθούν οι ακτίνες αδράνειας ως προς όλους τους τυχαίους άξονες


περιστραμμένους κατά γωνία φ από το αρχικό σύστημα προκύπτει μία έλλειψη ακτίνων
αδράνειας (το ίδιο ισχύει και για τις ροπές αδράνειας όπου προκύπτει η έλλειψη ροπών
αδράνειας).

Για την ορθογωνική διατομή προκύπτουν οι ακτίνες αδράνειας

Iy b h3 12
iy = = =h = i1 = i max
A 12 b h 12

Iz h b3 12
iz = = =b = i 2 = i min
A 12 b h 12

και η έλλειψη ακτίνων αδράνειας όπως στο Σχήμα


238 Παράρτημα

z, 2

έλλειψη ακτίνων αδράνειας


ορθογωνικής διατομής
i max
y, 1

i min

γ) Ο προσδιορισμός των ροπών αδράνειας ως προς το ξ-η σύστημα ενδείκνυται να γίνει με


το Θεώρημα STEINER (παράλληλη μετατόπιση του συστήματος αξόνων), όπου ισχύει

2
⎛h⎞ b h3 h 4
Iξ = I y + ⎜ ⎟ A = + bh
⎝2⎠ 12 4

2
⎛b⎞ h b3 b 4
Iη = Iz + ⎜ ⎟ A = + bh
⎝2⎠ 12 4

⎛h⎞⎛b⎞ h 2 b2
Iξη = I yz + ⎜ ⎟ ⎜ ⎟ A = 0 +
⎝ 2⎠⎝2⎠ 4

Παρατήρηση: Παρόλο που η φυγόκεντρη ροπή αδράνειας I yz = 0 μηδενίζεται ως


προς το κεντροβαρικό σύστημα, καθότι y, z είναι κύριοι άξονες, είναι διάφορη του
μηδενός ως προς κάποιο άλλο σύστημα παράλληλα μετατοπισμένο ως προς το κύριο.

Ο προσδιορισμός των ροπών ως προς το ξ-η σύστημα μπορεί βέβαια να γίνει και με τον
ορισμό αλλά απαιτούνται περισσότερες πράξεις.

Ειδική περίπτωση (h=b=a) - τετραγωνική διατομή

Δίδεται: διατομή τετραγωνική με πλευρά a.


Ζητούνται: α) ροπές αδράνειας I y , I z , I yz , I p , I1, I 2
β) ακτίνες αδράνειας i y , i z , i1, i 2
γ) ροπές αδράνειας I ξ , I η , I ξη
Ροπές αδράνειας απλών επιφανειών 239

η z
ξ

a y
S

α) Η τετραγωνική διατομή έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, όπως


- y και z είναι άξονες συμμετρίας και επομένως κύριοι άξονες
- και οι διαγώνιοι είναι άξονες συμμετρίας, άρα έχει περισσότερους από δύο κύριους
άξονες, επομένως ισχύει

I y = I z = I max = I min = I1 = I 2

I yz = 0

Χρησιμοποιώντας τις σχέσεις για τις ροπές αδράνειας ορθογωνικής διατομής όπου ισχύει
h = b = a προκύπτει

a4
Iy = = I max = I min
12

a4
Iz = = I max = I min
12

a4
Ip = I y + Iz =
6

β) Όπως για τις ροπές αδράνειας προκύπτει και για τις ακτίνες αδράνειας

Iy a4 12
iy = = 2
=a = i max = i1
A 12 a 12

Iz a4 12
iz = = 2
=a = i min = i 2
A 12 a 12

και η έλλειψη ακτίνων αδράνειας γίνεται κύκλος.


240 Παράρτημα

z
i max

y
Κύκλος ακτίνων αδράνειας

γ) Όπως αναφέρθηκε ήδη στην περίπτωση α) η διατομή έχει περισσότερους κύριους άξονες,
άρα και οι άξονες ξ και η είναι κύριοι άξονες (οι ροπές αδράνειας είναι ως προς όλους
τους άξονες που διέρχονται από το κέντρο βάρους ίδιες), οπότε ισχύει

Iξ = I η = I y = I z = I1 = I 2 = I min = I max

Iξη = I yz = 0

Π.3.2 Κυκλική διατομή

Δίδεται: κυκλική διατομή με ακτίνα R.


Ζητούνται: α) ροπές αδράνειας I y , I z , I yz , I p , I1, I 2
β) ακτίνες αδράνειας i y , i z , i1, i 2

α) H κυκλική διατομή έχει ιδιαίτερα χαρακτηριστικά τα οποία οδηγούν εύκολα στα ακόλουθα
συμπεράσματα

• y, z είναι άξονες συμμετρίας, όπως και κάθε άλλος άξονας διερχόμενος από το κέντρο
του κύκλου. Όλοι οι άξονες είναι κύριοι άξονες και ισχύει

I y = I z = I max = I min = I1 = I 2

I yz = 0

• και για τις ακτίνες αδράνειας ισχύει κάτι ανάλογο, δηλαδή


Ροπές αδράνειας απλών επιφανειών 241

i y = i z = i max = i min = i1 = i 2

και η έλλειψη ακτίνων αδράνειας γίνεται κύκλος στην προκειμένη περίπτωση.

• για την πολική ροπή αδράνειας ισχύει

I p = I y + I z = 2 I y = 2 I max = 2 I min = 2 I1 = 2 I 2

Είναι πιο απλό να προσδιορισθεί πρώτα η πολική ροπή αδράνειας και μετά οι ροπές I1 ,
I 2 , για την οποία ισχύει

φ 2 = 2 π r2 = R
( )
I p = ∫∫ y 2 + z 2 dA = ∫∫ r 2 dA = ∫ ∫ r 2 r dr dφ =
π R4
2
φ1 = 0 r1 = 0

οπότε προκύπτει για τους κύριους άξονες

1 π R4
I y + I z = I1 = I 2 = I p =
2 2

β) Οι ακτίνες αδράνειας είναι

Iy π R4 R
i y = i z = i1 = i 2 = = 2
=
A 4πR 2

z
κύκλος ακτίνων αδράνειας

R
i max =
2

Παρατήρηση: Αυτό που ισχύει για τις ροπές αδράνειας στην κυκλική και στην
τετραγωνική διατομή, ότι δηλαδή όλοι οι άξονες που διέρχονται από το κέντρο βάρους
της επιφάνειας είναι κύριοι άξονες και ισχύει I min = I max (οπότε η έλλειψη ακτίνων
γίνεται κύκλος), ισχύει και για το ισόπλευρο τρίγωνο καθώς και για όλα τα κανονικά
εγγεγραμμένα πολύγωνα σε κύκλο.
242 Παράρτημα

Πίνακας ροπών αδράνειας απλών επιφανειών διατομών

b h3 b h3
Iy = Iy =
12 36
2
h b3 h h b3
Iz = 3 Iz =
12 h3 36

I yz = 0 I yz = 0

π r4 I yo = Izo =
π 4
r
Iy =
4 8
z, z o
I y o z o = 0, I yz = 0
4
πr
Iz = ⎛π 8 ⎞
4 yo I y = ⎜⎜ − ⎟⎟ r 4
4r ⎝ 8 9π ⎠

I yz = 0 π 4
Iz = r
8
z
4r ⎛π 4 ⎞ ⎛π 4 ⎞

r I y = ⎜⎜ − ⎟⎟r 4 z I y = ⎜⎜ − ⎟⎟r 4
S y ⎝ 16 9 π ⎠ ⎝ 16 9 π ⎠

4r S y
3π I y = Iz I y = Iz
z
z
y y
⎛1 4 ⎞ 4 S ⎛1 4 ⎞ 4
S I yz = ⎜ − ⎟r I yz = −⎜ − ⎟r
⎝8 9 π⎠ ⎝8 9 π⎠

b h3 z b h3
Iy = Iy =
36 h 36
S y

h b3 b h b3
Iz = z Iz =
36 36
y
2
b h 2 h S b2 h 2
I yz = − I yz =
72 72
Ροπές αδράνειας σύνθετων επιφανειών 243

Π.4 Ροπές αδράνειας σύνθετων επιφανειών

Ως σύνθετες διατομές χαρακτηρίζονται στο κεφάλαιο αυτό διατομές οι οποίες αποτελούνται


από επιμέρους απλές διατομές που αναφέρθηκαν στο προηγούμενο κεφάλαιο.

Για την ανάλυση των φορτίσεων δοκών στην Αντοχή Υλικών απαιτούνται τα ακόλουθα
χαρακτηριστικά των επιφανειών διατομών δοκών

• προσδιορισμός του γεωμετρικού κέντρου ή κέντρου βάρους της επιφάνειας,


• διεύθυνση των κύριων αξόνων και
• κύριες ροπές αδράνειας.

Για τον προσδιορισμό των χαρακτηριστικών αυτών σε σύνθετες επιφάνειες διατομών


μπορούν να χρησιμοποιηθούν οι σχέσεις που έχουν διατυπωθεί για τις απλές διατομές,
καθότι στα προβλήματα εφαρμογής οι επιφάνειες διατομών δοκών αποτελούνται σχεδόν
πάντα από τέτοιου είδους απλές γεωμετρικές μορφές (ορθογώνια, κύκλους, ημικύκλια,
τρίγωνα κ.λ.π.).

Προς αποφυγή λαθών ενδείκνυται να ακολουθηθεί η διαδικασία που περιγράφεται στη


συνέχεια:
244 Παράρτημα

A1 Χωρισμός της επιφάνειας Α σε επιμέρους επιφάνειες Ai .


1 Oπές στην επιφάνεια ή περιοχές όπου έχει αφαιρεθεί κάποιο
A2
μέρος της επιφάνειας συνιστάται να συμπληρώνονται και να
αφαιρούνται μετά οι αντίστοιχες ροπές αδράνειας.

zo Ορισμός ενός συστήματος συντεταγμένων yo , zo


A1 λαμβάνοντας υπόψη γεωμετρικά χαρακτηριστικά της
2 A2 επιφάνειας, όπως π.χ. αν υπάρχει κάποιος άξονας
yo συμμετρίας ενδείκνυται να είναι άξονας του γενικού
συστήματος.
zo
Ορισμός τοπικών συστημάτων συντεταγμένων ySi , zSi
στα κέντρα βάρους Si των επιμέρους επιφανειών A i τα
3 S1
yo οποία να είναι παράλληλα προς το αρχικό σύστημα
S2 yo , zo .

zo Προσδιορισμός των στατικών ροπών των επιμέρους


επιφανειών Ai στο συνολικό γενικό σύστημα
4 S συντεταγμένων. Από το άθροισμα των επιμέρους στατικών
zS yo ροπών προκύπτουν οι συντεταγμένες yS , zS του κέντρου
yS βάρους S της συνολικής επιφάνειας.

zo
z Ορισμός συστήματος συντεταγμένων y, z που διέρχεται
5 S1 S y από το κέντρο βάρους S της συνολικής επιφάνειας
S2 yo παράλληλου προς το αρχικό y o , z o .

Προσδιορισμός των ροπών αδράνειας των επιφανειών Ai


ως προς τα τοπικά συστήματα συντεταγμένων σύμφωνα με
το βήμα 3 και μεταφορά με το Θεώρημα STEINER όλων
των ροπών αδράνειας των επιμέρους επιφανειών A i στο
6
σύστημα y, z που διέρχεται από το κέντρο βάρους S της
συνολικής επιφάνειας. Έτσι προκύπτουν οι ροπές αδράνειας
I x , I y , I xy της συνολικής επιφάνειας ως προς το y-z
σύστημα.

Προσδιορισμός των κύριων αξόνων και των κύριων ροπών


7 αδράνειας I1, I 2 , φ o στο κέντρο βάρους S της συνολικής
επιφάνειας.
Γενικές παρατηρήσεις για τις ροπές αδράνειας επιφανειών 245

Παράδειγμα

Δίδεται: η διατομή του σχήματος a)


Ζητούνται: α) το κέντρο βάρους S της επιφάνειας
β) οι ροπές αδράνειας I y , I z , I yz ως προς σύστημα που διέρχεται από το
κέντρο βάρους της διατομής και
γ) το κύριο σύστημα αξόνων και οι κύριες ροπές φ o , I1, I 2 , i1, i 2

zo

S1
z oS,1
zoS
z oS,2 S2
yo
yoS,1 yoS yoS,2

α) Προσδιορισμός κέντρου βάρους επιφάνειας

Η επιφάνεια της διατομής μπορεί να χωρισθεί σε δύο ορθογωνικές διατομές, όπως π.χ. στο
Σχήμα b)

S1 κέντρο βάρους της επιμέρους επιφάνειας 1


S2 κέντρο βάρους της επιμέρους επιφάνειας 2
yo − zo αρχικό σύστημα συντεταγμένων

Για καλύτερο έλεγχο των μεγεθών συνιστάται να δημιουργηθεί ένας πίνακας με τα


χαρακτηριστικά που απαιτούνται για τον υπολογισμό του κέντρου βάρους.

Πίνακας χαρακτηριστικών τιμών για τον προσδιορισμό του κέντρου βάρους S

Περιοχή i yS,i zS,i Ai yS,i A i zS,i A i

a 5a 3 3 15 3
1 3 a2 a a
2 2 2 2
a
2 2a 4 a2 8 a3 2 a3
2
∑ 19 3
a
19 3
a
i 2 2

Από τις σχέσεις για τον προσδιορισμό των συντεταγμένων του κέντρου βάρους S (y oS , z oS )
προκύπτει

19 3
a
y oS =
∑ y oS,i A i
=
y oS,1 A1 + y oS,2 A 2
= 2
19
= a
∑ Ai A1 + A 2 7a 2 14
246 Παράρτημα

Ο προσδιορισμός της συντεταγμένης z oS προκύπτει από του ότι η διατομή είναι ισοσκελής,
έτσι ώστε ισχύει

19
z oS = y oS = a
14

γεγονός που επιβεβαιώνεται και από τα αποτελέσματα του πίνακα.

β) Προσδιορισμός ροπών αδράνειας

Μετά τον προσδιορισμό του κέντρου βάρους S της επιφάνειας εισάγεται το σύστημα y-z
που διέρχεται από το κέντρο βάρους και ενδείκνυται να έχει παράλληλους άξονες προς τις
πλευρές της διατομής.

Και σε αυτή την περίπτωση συνιστάται η δημιουργία πίνακα με τα επιμέρους στοιχεία που
απαιτούνται για τον προσδιορισμό των ροπών αδράνειας.

Πίνακας χαρακτηριστικών τιμών για τον προσδιορισμό των ροπών αδράνειας

Περιοχή i I y i ,Si I z i ,Si ai bi Ai a i2 Ai bi2 Ai a i bi A i

a (3a )3 3a a 3 6 8 108 4 192 4 144 4


1 a a 3 a2 a a a
12 12 7 7 49 49 49
4a a 3 a (4a )3 9 6 81 4 144 4 108 4
2 a a 4 a2 a a a
12 12 14 7 49 49 49

zo 19
a z
14 ⎛ 19 1 ⎞
a1 = ⎜ − ⎟ a
⎝ 14 2 ⎠
z1
a1 ⎛ 19 ⎞
a2 = ⎜2 − ⎟ a
y1 ⎝ 14 ⎠
3a S1
b1 ⎛ 5 19 ⎞
S b1 = ⎜ − ⎟ a
z2 y ⎝ 2 14 ⎠
19
b2 a
a S2 y2 14 ⎛ 19 1 ⎞
yo b2 = ⎜ − ⎟ a
a2 ⎝ 14 2 ⎠
για την επιφάνεια A1 : I yz ,S = 0
4a 1 1
για την επιφάνεια A 2 : I yz ,S = 0
2 2

Σύμφωνα με το Θεώρημα STEINER προκύπτει για τις ροπές αδράνειας


Γενικές παρατηρήσεις για τις ροπές αδράνειας επιφανειών 247

I y = I y1 ,S1 + b12 A1 + I y 2 ,S2 + b 22 A 2

I z = I z1 ,S1 + a12 A1 + I z 2 ,S2 + a 22 A 2

I yz = I yz1 ,S1 + a1 b1 A1 + I yz 2 ,S2 + a 2 b 2 A 2

Για τις επιμέρους επιφάνειες μηδενίζονται οι φυγόκεντρες ροπές αδράνειας, καθότι οι τοπικοί
άξονες των επιφανειών είναι άξονες συμμετρίας και συνεπώς κύριοι άξονες, οπότε ισχύει

I yz1 ,S1 = 0 (για την επιφάνεια 1)

I yz2 ,S2 = 0 (για την επιφάνεια 2)

Λαμβάνοντας υπόψη τις τιμές των πινάκων προκύπτει για τις ροπές αδράνειας στο σύστημα
y-z που διέρχεται από το κέντρο βάρους S

⎛ 31 48 ⎞
Iy = ⎜ + ⎟ a4
⎝ 12 7 ⎠

⎛ 31 48 ⎞
Iz = ⎜ + ⎟ a 4
⎝ 12 7 ⎠

36 4
I yz = a
7

γ) Προσδιορισμός κύριου συστήματος αξόνων και κύριων ροπών αδράνειας

i min

i max

Επειδή η διατομή είναι ισοσκελής, η ευθεία με κλίση 45o που διέρχεται από το S είναι
άξονας συμμετρίας της διατομής, άρα και κύριος άξονας, όπως και ο κάθετος προς αυτήν την
ευθεία είναι ο δεύτερος κύριος άξονας.

Οι κύριες ροπές αδράνειας επομένως είναι:


248 Παράρτημα

2
I y + Iz ⎛ I y − Iz ⎞
⎟⎟ + I 2yz = ⎡⎢ + 12⎤⎥ a 4 = ⎛⎜ + ⎞⎟ a 4 + a 4
31 31 48 36
I1 = + ⎜⎜
2 ⎝ 2 ⎠ ⎣12 ⎦ ⎝ 12 7 ⎠ 7

2
I y + Iz ⎛ I y − Iz ⎞
⎟⎟ + I 2yz = ⎡⎢ + ⎤⎥ a 4
31 12
I2 = − ⎜⎜
2 ⎝ 2 ⎠ ⎣12 7 ⎦

I1 1 ⎛ 31 ⎞
i1 = =a ⎜ + 12 ⎟
A 7 ⎝ 12 ⎠

I2 1 ⎛ 31 12 ⎞
i2 = =a ⎜ + ⎟
A 7 ⎝ 12 7 ⎠

Παρατήρηση: Από το παράδειγμα αυτό προκύπτει το συμπέρασμα ότι ακόμη και για
επιφάνειες που αποτελούνται από δύο μόνο ορθογωνικές περιοχές απαιτούνται πολλές
πράξεις υπολογισμού για την ανάλυση της επιφάνειας.

Εδώ βέβαια στο παράδειγμα για διδακτικούς λόγους έγινε η ανάλυση όλων των βημάτων που
απαιτούνται για τις διατομές δοκών.
Γενικές παρατηρήσεις για τις ροπές αδράνειας επιφανειών 249

Π.5 Γενικές παρατηρήσεις για τις ροπές αδράνειας επιφανειών

Κάθε άξονας συμμετρίας μιας επιφάνειας και συνεπώς και κάθε κάθετος προς αυτόν
άξονας είναι κύριος άξονας. Όταν υπάρχει άξονας συμμετρίας η φυγόκεντρη ροπή
(
αδράνειας μηδενίζεται I yz = 0 . )

Όταν οι κύριοι άξονες διέρχονται από το γεωμετρικό κέντρο της επιφάνειας (κέντρο
βάρους) χαρακτηρίζονται ως κεντροβαρικοί κύριοι άξονες.

Εάν οι άξονες y και z είναι κεντροβαρικοί κύριοι άξονες και ισχύει I y = I z (όπως
συμβαίνει στην κυκλική επιφάνεια, στον κυκλικό δακτύλιο, στο τετράγωνο και σε
κανονικά πολύγωνα) τότε η ροπή αδράνειας είναι ίδια και ως προς οποιονδήποτε άξονα
που διέρχεται από το γεωμετρικό κέντρο S και ο άξονας αυτός είναι κύριος
κεντροβαρικός άξονας.

Οι ροπές αδράνειας γενικά I y , I z και I p είναι ανεξάρτητες από την κατεύθυνση


των αξόνων του συστήματος συντεταγμένων, ενώ η ροπή αδράνειας I yz εξαρτάται
από την κατεύθυνση.

Όταν πρόκειται επομένως για κύριο σύστημα αξόνων όπου μηδενίζεται η φυγόκεντρη
ροπή αδράνειας, τότε η κατεύθυνση των αξόνων δεν είναι σημαντική καθότι οι κύριες
ροπές και η πολική ροπή αδράνειας είναι ανεξάρτητες από την κατεύθυνση των αξόνων.

Η πολική ροπή αδράνειας είναι το άθροισμα των ροπών ως προς τους άξονες της
επιφάνειας, οπότε προκύπτει γενικά η σχέση

I p = I y + I z = I u + I v = I1 + I 2
250 Παράρτημα

Πρακτικές οδηγίες για τον υπολογισμό ροπών αδράνειας

• Σύνθετες διατομές μπορούν να χωρισθούν σε υποπεριοχές και να προσδιορισθούν οι


ροπές αδράνειας για κάθε υποπεριοχή χωριστά, οπότε η συνολική ροπή αδράνειας είναι
το άθροισμα των ροπών αδράνειας των υποπεριοχών (πάντα βέβαια για τον ίδιο άξονα).

άξονας

• Στον προσδιορισμό της ροπής αδράνειας ως προς κάποιο άξονα συμμετέχει μόνο η
κάθετη απόσταση ως προς τον άξονα αυτό. Εάν επομένως μετατεθεί κάποια επιφάνεια
παράλληλα προς τον άξονα αυτό δεν αλλάζει η ροπή αδράνειας ως προς τον ίδιο άξονα.

Παρατήρηση: Και η στατική ροπή της διατομής παραμένει ως προς τον άξονα y ίδια.

• Η ροπή αδρανείας ως προς κάποιο άξονα δεν μεταβάλλεται εάν προστεθεί κάποια
επιφάνεια και αφαιρεθεί μετά η ροπή αδράνειας ως προς τον ίδιο άξονα, της επιφάνειας
που προστέθηκε.

y y y
π 3π
π 2π
f (φ ) ∫ f (φ ) dφ ∫ f (φ ) dφ ∫ f (φ ) dφ
2 2
α/α
∫ f (φ ) dφ 0
∫ f (φ ) dφ 0
0 0

T. Πίνακας ολοκληρωμάτων τριγωνομετρικών συναρτήσεων


1 sin φ − cos φ 1 2 1 0
2 cos φ sin φ 1 0 -1 0
1⎛ 1 ⎞ π π 3π
3 sin 2 φ ⎜ φ − sin 2φ ⎟ π
2⎝ 2 ⎠ 4 2 4
1⎛ 1 ⎞ π π 3π
4 cos 2 φ ⎜ φ + sin 2φ ⎟ π
2⎝ 2 ⎠ 4 2 4
1 2 1 1
5 sin φ cos φ sin φ 0 0
2 2 2
6 φ sin φ sin φ − φ cos φ 1 π -1 -2π
π 3π
7 φ cos φ cos φ + φ sinφ −1+ -2 −1− 0
2 2
π 3π
8 1 − cos φ φ - sin φ −1 π +1 2π
2 2
3 1 3π 3π 9π
9 (1 − cos φ )2 2
φ − 2 sin φ + sin2φ
4 4
−2
2 4
+2 3π
1 2 1 1
10 (1 − cos φ ) sin φ − cos φ − sin φ 2 0
2 2 2
1⎛ 1 ⎞ π π 3π
11 (1 − cos φ ) cosφ sin φ − ⎜ φ + sin 2φ ⎟ 1− − −1− -π
2⎝ 2 ⎠ 4 2 4
1 2 π 1 3π 3
12 (1 − cos φ )(1 + sin φ ) φ − sin φ − cos φ − sin φ − 2+π + 2π

251
2 2 2 2 2
252
Θέματα εξετάσεων 253

Θέματα Εξετάσεων
254

Στο τμήμα αυτό του συγγράμματος επισυνάπτονται κάποια θέματα εξετάσεων, όπως έχουν
τεθεί στις πρόσφατες εξεταστικές περιόδους του Τμήματος Μηχανολόγων Μηχανικών του
Α.Π.Θ., με σκοπό να γίνει κατανοητός ο βαθμός δυσκολίας όχι τόσο των μεμονωμένων
θεμάτων αλλά του συνόλου των θεμάτων.

Λόγω του ότι η ύλη είναι σημαντικά περιορισμένη, καθότι στη διάρκεια του εξαμήνου
καλύπτονται μόνο οι φορτίσεις δοκού, είναι προφανές ότι επαναλαμβάνονται από πλευράς
ύλης σχεδόν τα ίδια θέματα. Οι διαφορές που εμφανίζονται αναφέρονται μόνο στον τρόπο
στήριξης και στα εξωτερικά φορτία της δοκού. Από την άλλη πλευρά δεν υπάρχει η
πολυτέλεια χρόνου να σκεφθεί ο εξεταζόμενος να βρει τη λύση του κάθε θέματος κατά τη
διάρκεια της εξέτασης, αλλά απαιτείται κάποια εμπειρία επίλυσης προβλημάτων αντοχής και
πολύ περισσότερο η άμεση “διάγνωση” του εκάστοτε προβλήματος.

Παρόλο που σε κάθε θέμα αναφέρονται και αριθμητικές τιμές φορτίων και μηκών, αυτό που
είναι σημαντικό για τη βαθμολόγηση των θεμάτων είναι μια γενική λύση του εκάστοτε
προβλήματος χωρίς αντικαταστάσεις τιμών, οι οποίες μπορούν να γίνουν κάθε φορά στο
τέλος, χρησιμοποιώντας φυσικά και τις αντίστοιχες μονάδες μέτρησης.

Η επιτυχία στην εξέταση της Αντοχής Υλικών εξαρτάται σημαντικά από τη γνώση της ύλης
της Στατικής και ιδιαίτερα από τον προσδιορισμό των εσωτερικών φορτίων της δοκού. Χωρίς
την τήρηση βασικών κανόνων ως προς τα πρόσημα των εσωτερικών φορτίων, δεν είναι
δυνατή η σωστή διερεύνηση για τις τάσεις, που αποτελεί και τον κύριο προβληματισμό στην
Αντοχή Υλικών.

Τα θέματα που επισυνάπτονται αποτελούν ένα ελάχιστο δείγμα εξάσκησης μόνο για τις
εξετάσεις, ενώ πρέπει να προηγηθεί η εξάσκηση στην επίλυση πολλών μεμονωμένων
προβλημάτων, έτσι ώστε να είναι δυνατή η επίλυση των θεμάτων μιας εξεταστικής περιόδου
στο χρόνο που προσφέρεται.

Μετά από τις υποδείξεις αυτές σχετικά με τα θέματα εξετάσεων εύχομαι σε όλους καλή
επιτυχία στην προετοιμασία, η οποία σίγουρα θα οδηγήσει και στην επιτυχία των εξετάσεων.
Βιβλιογραφία 263

Β. ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

[1] Θ. Κερμανίδης Αντοχή Υλικών, Τόμος 1 & 2,


Εκδόσεις Singular, Πάτρα, 1994

[2] Γ. Λιάνης Τεχνική Μηχανική, Τεύχος Α΄,


Πανεπιστημιακές Σημειώσεις, Θεσσαλονίκη, 1981

[3] Ε. Παπαμίχος, Αντοχή των Υλικών,


Ν. Χαραλαμπάκης Εκδόσεις Τζιόλα, Θεσσαλονίκη, 2004

[4] Ν. Χαραλαμπάκης, Αντοχή Δομικών Στοιχείων,


Ε. Παπαμίχος Εκδόσεις Σοφία, Θεσσαλονίκη, 2005

[5] F. P. Beer, Μηχανική των Υλικών,


E. R. Johnston, Jr. Τόμος Α & Β , Εκδόσεις Τζιόλα,
Μετάφραση Θεσσαλονίκη, 1999
Σ. Παπαργύρη

[6] B. Assmann Technische Mechanik, Band 2, Festigkeitslehre,


Oldenbourg Verlag, München/Wien, 2003

[7] A. Blake Praktical Stress Analysis in Engineering Design,


2nd edition, Marcel Dekker Inc., New York, 1990

[8] H. Dankert, Technische Mechanik – Computerunterstützt,


J. Dankert Statik-Festigkeitslehre-Kinematik/Kinetik,
Teubner Verlag, Stuttgart, 1994
[9] H. Göldner, Technische Mechanik,
W. Pfefferkorn Fachbuchverlag, Leipzig, 1990

[10] D. Groß, Technische Mechanik II,


W. Hauger, Springer-Verlag, Wien, 1998/1999
W. Schnell
[11] P. Gummert, Mechanik,
A. Recking Vieweg Verlag, Braunschweig, 1994

[12] R. C. Hibbeler Mechanics of Materials,


6th edition, Pearson Prentice Hall, New Jersey, 2005

[13] G. Holzmann, Technische Mechanik, Teil 3, Festigkeitslehre,


H. Meyer, Teubner Verlag, Stuttgart, 1990
G. Schumpich
[14] K. Magnus, Grundlagen der Techischen Mechanik,
H. H. Müller Teubner Verlag, Stuttgart, 1987
264 Βιβλιογραφία

[15] H. D. Motz Ingenieur-Mechanik,


Technische Mechanik für Studium und Praxis,
VDI-Verlag, Düsseldorf, 1991

[16] H. Parkus Mechanik der festen Körper,


Springer-Verlag, Wien, 1981

[17] K.-A. Reckling Mechanik II, Festigkeitslehre


Vieweg Verlag, Braunschweig, 1974

[18] D. Rüdiger, Technische Mechanik, Band 2, Festigkeitslehre


A. Kneschke Verlag Harri Deutsch, Zürich, 1966

[19] I. Szabo Einführung in die Technische Mechanik,


Springer-Verlag, Berlin, 2002

[20] I. Szabo Höhere Technische Mechanik,


Springer-Verlag, Berlin, 2001

[21] K. Wellinger, Festigkeitsberechnung,


H. Dietmann Alfred Kröner Verlag, Stuttgart, 1969

[22] S. P. Timoschenko History of strength of Materials,


Dover Publications, New York, 1983

Você também pode gostar