Escolar Documentos
Profissional Documentos
Cultura Documentos
http://alampasis.blogspot.com
δικαστήριο της εκθέσεως επιδόσεως της διαταγής, Ευρώ 170 και συνολικά
ευρώ 11.014,41 και όλα αυτά εκτός από το κονδύλιο των τόκων με τον
νόμιμο τόκο από την επίδοση αυτής της επιταγής μέχρι την εξόφληση
της.
Περαιτέρω , σύμφωνα με τις διατάξεις της παραγράφου 11 του
άρθρου 14 του Ν. 2251/1994, όπως τροποποιήθηκε με την παράγραφο 4
του άρθρου 18 του Ν. 3587/2007 και με το άρθρο 5 του Ν. 3714/2008
δεν επιτρέπεται επιβολή κατάσχεσης για ικανοποίηση απαιτήσεων
πιστωτικών ιδρυμάτων και εταιριών παροχής πιστώσεων, καθώς και των
εκδοχέων των απαιτήσεων αυτών από καταναλωτικά δάνεια και
πιστωτικες κάρτες, επί ακινήτου του οφειλέτη, το οποίο αποδεδειγμένα
αποτελεί τη μοναδική κατοικία του, εφόσον ασκηθεί από τον ίδιο εντός
προθεσμίας δεκαπέντε (15) ημερών αφότου γίνει η πρώτη μετά την
επιταγή πράξη εκτέλεσης, ανακοπή κατά του σχετικού τίτλου εκτέλεσης,
σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 933 επ. ΚΠολΔ και συντρέχουν,
σωρευτικά, οι ακόλουθες προϋποθέσεις, α) η απαίτηση της τράπεζας, στο
σύνολο της, όπως βεβαιώνεται στο σχετικό τίτλο εκτέλεσης, δεν υπερβαίνει
το ποσό των είκοσι χιλιάδων (20.000,00) ευρώ, β) δεν έχει εγγραφεί, με τη
βούληση του οφειλέτη, επί του ακινήτου αυτού προσημείωση ή υποθήκη
υπέρ της δικαιούχου Τράπεζας, γ) ο οφειλέτης βρίσκεται σε αποδεδειγμένη
αδυναμία να εκπληρώσει συμβατική του υποχρέωση.
……………………
1999, σελ. 17), και ο έλεγχος που προαναφέρθηκε εντάσσεται στα πλαίσια
της προστασίας του καταναλωτή, ως τέτοιου νοουμένου και του πελάτη της
τράπεζας.
την έκδοση του πρώτου Λογαριασμού, οπότε και ο τόκος χρεώνεται από την
ημερομηνία έκδοσης του Λογαριασμού αυτού. Σε περίπτωση καθυστέρησης
πληρωμής από τον Κάτοχο της ελάχιστης καταβολής, το σχετικό ποσό
βαρύνεται με τόκο υπερημερίας χωρίς την ανάγκη προηγούμενης
ειδοποίησης του υπερήμερου Κατόχου. Ο τόκος υπερημερίας υπολογίζεται με
επιτόκιο ίσο προς το ετήσιο συμβατικό επιτόκιο προσαυξημένο κατά 2.4
εκατοστιαίες μονάδες.
Τέλος σύμφωνα με τον όρο 28, τo DC δικαιούται να τροποποιήσει
μονομερώς τους όρους της παρούσας σύμβασης μόνο για σπουδαίο λόγο και
μετά από προηγούμενη γνωστοποίηση του περιεχομένου της τροποποίησης
στον Κάτοχο με έγγραφη ειδοποίηση ή ανακοίνωση.
Συνεπώς οι λόγοι αυτοί (1. I και II) της ανακοπής μου είναι
βάσιμοι , καθόσον, εκτίθενται στην ανακοπή μου τα στοιχεία της ιδιότητας
μου ως ανακοπτόντων και ως τελικός αποδέκτης του σκοπού της
κατάρτισης της σύμβασης, επί τη βάσει της οποίας εκδόθηκε η
ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, και με βάση τα οποία δικαιούμαι
προστασίας κατά το νόμο για την προστασία των καταναλωτών, καθώς
επίσης και επειδή αναφέρονται αφενός οι συνέπειες της ύπαρξης των
ενλόγω ΓΟΣ στην εξέλιξη της επίδικης σύμβασης και στη διαμόρφωση
του τελικά οφειλόμενου ποσού , αφετέρου το αμφισβητούμενο ποσό
των 11.014,41 ευρω το οποίο δεν είναι εκκαθαρισμένο διότι
διαμορφώθηκε με την καταχρηστική επιβολή δυσθεώρητα υψηλών
επιτοκίων κατά τρόπο που απαγορεύεται από το νόμο (ΑΚ 281) καθώς και
παράνομων εγγραφών στη μηνιαία κατάσταση λογαριασμού, λόγος για
τον οποίο ο οφειλόμενος συμβατικός και υπερημερίας τόκος
υπολογίστηκε κατά τρόπο εσφαλμένο και απολύτως δυσμενή για εμένα.
Περαιτέρω , δε δύναμαι (όπως εξάλλου δε δύναται και το δικαστήριο
της ουσίας) να προβώ κατά τρόπο επακριβή στους απαιτούμενους
υπολογισμούς προς διακρίβωση του τρόπου που τα ανωτέρω καταχρηστικώς
και παρανόμως επιβαλλόμενα επιτόκια και εγγραφές επενέργησαν στο
πληττόμενο με την παρούσα συνολικό ύψος της αμφισβητούμενης
οφειλής , τούτο δε , διότι απαιτούνται, λόγω του πλήθους των κονδυλίων
και του πολύπλοκου των αριθμητικών και λογιστικών πράξεων, ειδικές
γνώσεις της επιστήμης, λόγος για τον οποίο η συνήθης πρακτική των
δικαστηρίων είναι να διατάσουν (κατ’ άρθρα 368 επ. ΚΠολΔ) τη
20
, θα προτείνω με τρόπο πιο ορισμένο τον αυτό λόγο ανακοπής πράγμα που
μπορεί να προταθεί μόνο με πρόσθετο δικόγραφο, που κατατίθεται στη
γραμματεία του δικαστηρίου προς το οποίο απευθύνεται η ανακοπή, κάτω
από το οποίο συντάσσεται έκθεση και κοινοποιείται στον αντίδικο οκτώ
τουλάχιστον ημέρες πριν από τη συζήτηση (ΑΠ 1610/2000 ΕΕΝ 2002.325, ΑΠ
1616/2000 ΕΕΝ 2002.437, ΑΠ 1538/2000 ΑρχΝ 53.912). Σε διαφορετική ήτοι
της μη γνωστοποίησης των κρίσιμων αυτών στοιχείων , ο αυτός λόγος
της ανακοπής μου πρέπει να γίνει δεκτός λόγω της αποστέρησής με
υπαιτιότητα της καθ ης του δικαιώματός μου της ανταπόδειξης.
Από τα ανωτέρω προκύπτει ότι οι παράνομες και καταχρηστικές
αυτές χρεώσεις που επιβλήθηκαν κατ εφαρμογή άκυρου ΓΟΣ κατά
παράβαση της Απόφασης 178/19.07.2004 της Επιτροπής Τραπεζικών
και Πιστωτικών Θεμάτων , του άρθ. 1 της ΠΔ/ΤΕ 1969/1991 κατ`
εφαρμογή προδήλως του άρθ. 178 ΑΚ όσο και λόγω αντιθέσεως στο
άρθρο 2 παρ. 6 Ν. 2251/1994 , επέδρασαν στη διαμόρφωση του τελικά
οφειλόμενου ποσού.
Η ύπαρξη όμως αυτών των χρεώσεων συνεπάγεται ότι η
προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής είναι ακυρωτέα, καθόσον εκδόθηκε
αυτή επί τη βάσει εν μέρει άκυρης σύμβασης παροχής πίστωσης , στην
οποία αναγκάστηκα να προσχωρήσω διότι περιέχει όρους καταχρηστικούς
και συνεπώς άκυρους, που με δέσμευαν υπέρμετρα ως ΓΟΣ, καθόσον
προέβλεπαν ότι το εκάστοτε χρεωστικό υπόλοιπο και άρα τα τελικώς
διαμορφωμένα πληττόμενα χρεωπιστωτικα κονδύλια διαμορφώθηκαν ως
απορία ΓΟΣ περί ποσοστιαίας προμήθειας επί αναλήψεων μετρητών που
κατά την πάγια όμως στάση της νομολογίας είναι άκυροι.
Συμφώνως με τα ανωτέρω, ο λόγος αυτός της ανακοπής μου είναι
βάσιμος , καθόσον, εκτίθενται στην ανακοπή μου τα στοιχεία της ιδιότητας
μου ως ανακοπτόντων και ως τελικός αποδέκτης του σκοπού της
κατάρτισης της σύμβασης, επί τη βάσει της οποίας εκδόθηκε η
ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, και με βάση τα οποία δικαιούμαι
προστασίας κατά το νόμο για την προστασία των καταναλωτών, καθώς
επίσης και επειδή αναφέρονται αφενός οι συνέπειες της ύπαρξης του
ενλόγω ΓΟΣ στην εξέλιξη της επίδικης σύμβασης και στη διαμόρφωση
25
Από όλα τα ανωτέρω ήτοι από τους υπό στοιχεία 1. I , II και III
αναφερόμενους λόγους αποδεικνύεται ότι η απαίτηση της καθ ης είναι μη
εκκαθαρισμένη, περαιτέρω είναι αόριστη, η δε Δ/γη Πληρωμής εκδόθηκε
επί τη βάσει άκυρων όρων της σύμβασης και άρα ενόψει της
υποχρέωσης της καθ ής η ανακοπή για τον επανακαθορισμό της οφειλής μας
, δέον όπως η πληττόμενη Δ/γη να ΑΚΥΡΩΘΕΙ ΣΤΟ ΣΥΝΟΛΟ ΤΗΣ ΚΑΙ ΟΧΙ
ΚΑΤΑ ΤΟ ΑΚΥΡΟ ΜΟΝΟ ΜΕΡΟΣ ΤΗΣ, ΜΕ ΑΠΟΦΑΣΗ ΠΟΥ ΘΑ ΔΙΑΤΑΣΕΙ
(βλ και Σκαλίδη, ΕΕμπΔ 26/367). Επί εφαρμογής της 629 ΚΠολΔ ο αιτών, ως
προς το μέρος που απορρίφθηκε η αίτηση , μπορεί ενόψει της παραπομπής
από την υπόψη διάταξη στο άρθρα 628 παρ 3, ή να ασκήσει αγωγή ή να
επανέλθει με νέα αίτηση (βελτιωμένη-νόμιμη), γιατί δεν δημιουργείται με
αυτή δεδικασμένο, αφού δεν έχει το χαρακτήρα απόφασης.
απόφαση επί της ανακοπής ακυρώσει στο σύνολό της τη Δ/γη Πληρωμής
που εκδίδεται μετά από αίτηση που ενσωματώνει ΣΥΝΟΛΙΚΑ τόσο το
νόμιμο όσο και το μη νόμιμο της απαίτησης ή β) αν ο δανειστής επιδίωκε
μεν την έκδοση Δγης Πληρωμής από σύμβαση που -έχει από το Ακυρωτικό
κριθεί ότι- εμπεριέχει άκυρους ΓΟΣ αλλά στην αίτηση προς έκδοση Δ/γης
δεν περιλάμβανε ότι έχει κριθεί ως άκυρο , η γ) επιδιώξει δικαστικά την
είσπραξη της απαίτησης δια της άσκησης τακτικής αγωγής
περιλαμβάνοντας σε αυτή ότι κονδύλιο η καθ ης θεωρεί νομιζόμενο
δικαίωμα….. Στην περίπτωση δηλαδή της άσκησης αγωγής , με την
εκδοθείσα απόφαση θα μειωθεί η αρχική απαίτηση καθ ο μέρος αφορά τα
ποσά που προκύπτουν από άκυρους ΓΟΣ (ως δηλαδή θα συνέβαινε και με
την απόφαση επί ανακοπής χωρίς τους 2 , 3 και 4 λόγους της παρούσης) ,
δίχως όμως να επέρχεται για τον οφειλέτη η επαχθέστατη συνέπεια της
εισαγωγής των στοιχείων του στο Σ.Ο.Σ της Τειρεσίας ΑΕ .
Τέλος συμπληρωματικά με τα ανωτέρω , η προηγούμενη γνώση
του αιτούντος την έκδοση Δ/γης Πληρωμής περί της υπάρξεως
δεδικασμένου καθώς και η γνώση των όρων αυτού και η παρά ταύτα
ταυτόχρονη απευθυνση αιτήματος προς το δικαστή για έκδοση Δ/γης
Πληρωμής δίχως όμως με την αίτηση να περιορίζει την απαίτηση
σύμφωνα με τους όρους του δεδικασμένου αλλά αντίθετα να
ενσωματώνει κονδύλια που προκύπτουν από ΓΟΣ για το άκυρο των
οποίων υπάρχει δεδικασμένο , συνιστά την κατ αρθ. 281 ΑΚ
καταχρηστική άσκηση δικαιώματος.
I. Κατ αρχήν η ερμηνεία των ΓΟΣ και ιδίως η υπαγωγή αυτών στο
νόμο , συνιστά (για κάθε νομικό) επίπονο έργο και απαιτεί υψηλού
επιπέδου επιστημονική κατάρτιση. Τούτο πανηγυρικά και μάλιστα με μια
δόση επιστημονικού ελιτισμού , αποτυπώνεται και στο διατακτικό πολλών
αποφάσεων δικαστηρίων, που καλούνται να ερμηνεύσουν τους ΓΟΣ των
τραπεζικών συμβάσεων πίστωσης. Ενδεικτικά παραθέτω μέρος του
διατακτικού της υπ’ αριθ. 31919/2007 ΠΠΡ ΘΕΣΣΑΛ σύμφωνα με το οποίο
«… πρέπει η ένδικη ανακοπή να απορριφθεί στο σύνολο της ως αβάσιμη
κατ` ουσία και να επικυρωθεί η προσβαλλόμενη διαταγή πληρωμής (αρθρ.
633 παρ. 1 εδ. β` του ΚΠολΔ), ενώ ένα μέρος των δικαστικών εξόδων των
διαδίκων πρέπει να συμψηφιστεί, καθόσον, κατά την κρίση του παρόντος
δικαστηρίου η ερμηνεία των διατάξεων που εφαρμόστηκαν ήταν
ιδιαίτερα δυσχερής, να επιβληθεί δε εις βάρος των ανακοπτόντων, ως
ηττηθέντων διαδίκων, ένα μέρος των δικαστικών εξόδων της καθής η
ανακοπή, κατά μερική παραδοχή του νομίμου περί τούτου αιτήματος της
(άρθρα 176 και 179 του ΚΠολΔ), κατά τα οριζόμενα ειδικότερα στο
40
διατακτικό». Γίνεται από αυτά αντιληπτό , ότι εφ’ όσον η ερμηνεία των
εδώ διατάξεων χαρακτηρίζεται από έμπειρους νομικούς ως ιδιαίτερα
δυσχερής , για τον απλό κοινό μέσο πολίτη είναι απολύτως ακατανόητη
….
Εξάλλου την ακυρότητα των όρων των συμβάσεων που οι πολίτες
συνάπτουν με τις τράπεζες , αγνοούν τουλάχιστο μέχρι και το χρόνο της
καταγγελίας τους , όποτε και απευθύνονται σε δικηγόρο από τον οποίο
θα λάβουν γνώση της ακυρότητας. Το γεγονός της ανυπαίτιας άγνοιας των
εδώ ακυροτήτων είναι για τον κοινό μέσο άνθρωπο αυτονόητο , αφού
για τον απλό πολίτη είναι αδιανόητο να παρακολουθεί στενά τη
νομολογία , καθώς επίσης αδιανόητο είναι , να κατανοήσει τους
αυτούς δυσνόητους νομικούς και οικονομικούς όρους (όπως λ.χ γιατί ο
υπολογισμός του τόκου με βάση το έτος 360 ημερών προσκρούει στην αρχή
της διαφάνειας , τι είναι η εισφορά του ν. 128/1975 και ποιες οι
προϋποθέσεις της σύννομης μετακύλισης της στον καταναλωτή , τι είναι
τραπεζικός και τι ο εξωτραπεζικος τόκος , ποια η έκταση των
εφαρμοστέων διατάξεων του νόμου κλπ). Συνεπώς η «γνώση» του πολίτη
επ αυτών των δυσνόητων οικονομικών και νομικών εννοιών , δεν μπορεί
παρά να γίνει δεκτό ότι επέρχεται, κατά το χρόνο που λόγω της
ανώμαλης εξέλιξης της σύμβασης θα απευθυνθεί σε δικηγόρο.
Περαιτέρω , η έννομη τάξη μας δεν θα μπορούσε να ανεχθεί ότι
ταυτοχρόνως με τη σύναψη της σύμβασης ο δανειολήπτης θα έπρεπε να
σύρεται (υπό την απειλή των έννομων συνεπειών που - σε σύντομο
χρόνο - παράγει ο όρος περί πλασματικής αναγνώρισης χρέους) στην
πρόσληψη δικηγόρου , ο οποίος θα επιφορτιζόταν με το έργο της
παρακολούθησης της τυχόν ακυρότητας των όρων της σύμβασης…
Δεν μπορεί δηλαδή να γίνει δεκτό ότι η πλασματική αναγνώριση χρέους
αφορά και στην αναγνώριση του καταλοίπου όπως αυτό διαμορφώνεται
από άκυρους ή ακυρώσιμους όρος ήτοι όπως διαμορφώνεται από την
νομική και οικονομική αλληλεπίδραση του καταλοίπου με τους όρους της
σύμβασης , τούτο δε , για τον εξής λόγο: Προκειμένου η αμφισβήτηση του
καταλοίπου να γίνει κατά τρόπο ορισμένο , θα απαιτούνταν η πρόσληψη
ενός(?) δικηγόρου και ενός(?) οικονομολόγου … Ο πρώτος θα
41
II. Για τους λόγους αυτούς , κατά την πάγια στάση της νομολογίας
γίνεται πανηγυρικά δεκτό, ότι οι ανακόπτοντες , με την ανακοπή τους
δικαιούνται να αμφισβητήσουν τα ειδικότερα κονδύλια που περιέχονται
στα ένδικα αποσπάσματα. Παραθέτω αυτούσιο το σκεπτικό της 31919/2007
ΠΠΡ ΘΕΣΣΑΛ σύμφωνα με την οποία «….συνεπώς οι ανακόπτοντες
δικαιούνται να αμφισβητήσουν τα ειδικότερα κονδύλια που περιέχονται
στα ένδικα αποσπάσματα, πράγμα που μπορούσε να γίνει και με την
κρινόμενη ανακοπή, με την προβολή σαφών και ορισμένων πραγματικών
ισχυρισμών, οι οποίοι, αν ανταποκρίνονταν στην πραγματικότητα, θα
οδηγούσαν σε αλλοίωση του τελικού υπολοίπου του λογαριασμού,
πράγμα που δεν έπραξαν, αρκούμενοι σε μια γενική και αόριστη
αμφισβήτηση της ορθότητας του ενλόγω λογαριασμού».
Εξάλλου μετά την έκδοση της ΑΠ 1219/2001 , που έκρινε ότι κάθε
πρόβλεψη σύμφωνα με την οποία ο πιστούχος δεν θα δικαιούνται να
42
Επειδή είναι βάσιμοι όλοι οι ισχυρισμοί της παρούσης λόγος για τον
οποίο η Δ/γη Πληρωμής είναι άκυρη στο σύνολό της , αφού όλοι οι
45
Επειδή η σύζυγος μου δεν εργάζεται λόγος για τον οποίο η οικογένειά
μου βρίσκεται σε δεινή οικονομική κατάσταση
46
Επειδή για όλους τους παραπάνω λόγους δέον όπως κατ άρθρο
632 παρ. 2 ΚΠολΔ ανασταλεί η εκτέλεση της προσβαλλόμενης Διαταγής
47
Να γίνει δεκτή η παρούσα υπό κρίση Αίτησή μου καθ όλο αυτής
το αιτητικό .
Να ανασταλεί για τους στο ιστορικό της παρούσας μου λόγους η
αναγκαστική εκτέλεση της με αριθμό …………/2010 Διαταγής Πληρωμής
του κ. Ειρηνοδίκου Αθηνών μέχρι συζήτησης και έκδοσης απόφασης επί
της από …… Δεκεμβρίου 2010 και με αριθμό ……./2010 ασκηθείσας
Ανακοπής μου .
Να μού χορηγηθεί προσωρινό σημείωμα Αναστολής εκτέλεσης της
ανωτέρω Διαταγής Πληρωμής μέχρι συζήτησης της παρούσας Αίτησής
μου .
Να καταδικασθεί δε η καθ ής στην εν γένει δικαστική μου
δαπάνη.