Escolar Documentos
Profissional Documentos
Cultura Documentos
«Όμως μέσα στο κομματικό σύστημα ελλόχευε μία ωρολογιακή βόμβα: O λαϊκισμός»
Γιάννης Λούλης (Ημερησία, 6-11-2010)
«Λαϊκισμός: 1. α. Πολιτική φιλοσοφία που υποστηρίζει τα δικαιώματα και την εξουσία του λαού στην
πάλη του ενάντια στην προνομιούχο ελίτ. β. Το κίνημα που οργανώνεται γύρω από αυτή τη
φιλοσοφία. [...]»
American Heritage Dictionary
Κάτι τρέχει με τον λαϊκισμό. Γιατί τροφοδοτεί άραγε συνεχώς ανησυχητικές διατυπώσεις,
όπως οι δύο πρώτες παραπάνω; Φαίνεται πως δε περνά ούτε μέρα που να μην διαβάσουμε
κάτι γι’ αυτήν την τρομερή αρρώστια της πολιτικής που κατατρώει τη δημοκρατία μας και
απειλεί να εκραγεί ως βόμβα στα χέρια του πολιτικού συστήματος που τον ανέθρεψε,
οδηγώντας μας όλους στο χάος. Ιδού λοιπόν ο εχθρός! Ο λαϊκισμός! Αυτός υποτίθεται πως
φταίει διαχρονικά για όλα τα δεινά μας και σίγουρα για την κατάσταση στην οποία έχει
περιέλθει σήμερα η χώρα. Δεν πρόκειται για κάτι καινούργιο βεβαίως. Ως γνωστόν, οι
πολιτικοί –τόσο της χώρας μας όσο και οι ομόλογοί τους σε πολλές δημοκρατίες της
Ευρώπης– δε χάνουν ευκαιρία να μιλήσουν για τον εγκληματικό λαϊκισμό του αντιπάλου
(προσοχή εδώ: πάντα του αντιπάλου) σε αντίθεση με τη δική τους «υπεύθυνη» στάση που
συνήθως παραπέμπει σε μια αγιοποιημένη πια έννοια της νεοφιλελεύθερης συναίνεσης
στο πολιτικό κέντρο. Δεν ήταν τυχαίο το δίλημμα προ του οποίου μας έθετε, πριν από λίγο
μόνον καιρό και συγκεκριμένα στις ευρωεκλογές του 2009, η Νέα Δημοκρατία του Κώστα
Καραμανλή και το οποίο αξίζει να θυμηθούμε: «Λαϊκισμός ή Υπευθυνότητα». Το εν λόγω
δίλημμα αποτέλεσε την αποκρυστάλλωση αυτής ακριβώς της λογικής. Και η ειρωνεία είναι
πως, ακόμα και αν δεν τέθηκε ρητά, προ αυτού του διλήμματος μας έθεσε πολύ πρόσφατα
και η σημερινή κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ στις τελευταίες αυτοδιοικητικές εκλογές: «είτε
υποκύπτετε (εσείς, ο λαός) στον λαϊκισμό του αντι-μνημονιακού μπλοκ, είτε τηρείτε μια
υπεύθυνη πατριωτική στάση και ανανεώνετε την εμπιστοσύνη σας στην κυβέρνηση». Αυτό
δεν ειπώθηκε με λίγα λόγια;
Δεδομένης της προνομιακής θέσης που κατέχει ο όρος στο λεξιλόγιό μας, πώς
οριοθετείται σήμερα το νοηματικό εύρος του «λαϊκισμού»; Στον εγχώριο πολιτικό και
δημοσιογραφικό λόγο, ο λαϊκιστής έχει ταυτιστεί σε μεγάλο βαθμό (αν όχι απόλυτα) με τον
«δημαγωγό» ή τον «δημοκόπο». Για να το θέσουμε με όσο το δυνατόν απλούστερους
όρους, αποδίδεται σε εκείνους τους πολιτικούς (αν και όχι μόνον σε πολιτικούς) που
κολακεύουν αφειδώς το λαό, υποσχόμενοι πράγματα τα οποία δεν είναι σε θέση να
πραγματοποιήσουν. Σε εκείνους που καθορίζουν ακόμα και τις μεσοπρόθεσμες πολιτικές
1
τους με βάση τη λογική της εξασφάλισης μερικών ψήφων παραπάνω σε κάποιες
επερχόμενες εκλογές (σχετική εδώ και η περιβόητη «παροχολογία», σχεδόν συνώνυμη –
όσον αφορά τα εγχώρια– του λαϊκισμού, όπως και η συζήτηση περί «πολιτικού κόστους»).
Κανείς φυσικά δεν μπορεί να νομιμοποιεί αυτά τα φαινόμενα. Γιατί, όμως, οι διάφοροι
πολιτικοί και δημοσιολόγοι δεν χρησιμοποιούν άλλους, πιο ταιριαστούς ίσως για την
περιγραφή τους, όρους, όπως «δημαγωγός», «λαοπλάνος» ή και «λαοκόλακας»;
Μήπως, τελικά, η αποκλειστική ταύτιση του «λαϊκισμού» με αυτές τις (υπαρκτές)
παθογένειες της δημοκρατίας, μας κάνει να παραβλέπουμε κάποιες άλλες ουσιώδεις
πτυχές του; Μήπως περιορίζει ασφυκτικά το νοηματικό εύρος μιας πολύσημης πολιτικής
κατηγορίας; Σε αντίθεση με όσα υποστηρίζει η συντριπτική πλειοψηφία πολιτικών,
δημοσιογράφων και λοιπών αρθρογράφων, υπάρχουν σοβαρές ενδείξεις πως ο λαϊκισμός,
στην ευρύτερη έννοια του, δε φέρει κανένα «πρόσημο» εκ των προτέρων, δεν είναι
απαραίτητα ούτε καλός ούτε κακός. Όπως ακριβώς δε μπορούμε να φανταστούμε τον δήμο
της δημοκρατίας χωρίς λαό, κάπως έτσι φαίνεται εξίσου δύσκολο να μιλήσουμε για
δημοκρατική πολιτική χωρίς λαϊκισμό, χωρίς δηλαδή μορφές πολιτικού λόγου που
επικαλούνται και θέτουν τον «λαό» ως σημείο αναφοράς, ως προνομιακό υποκείμενο, ως
βάση νομιμοποίησης και συμβολικό μοχλό διεκδικήσεων. Εξάλλου, στο όνομα του λαού δεν
γράφονται τα συντάγματα; Στο όνομα του λαού δεν ασκείται η πολιτική εξουσία; Στη
νομιμοποίηση του λαού δεν «πατάνε» οι δημοκρατίες; Κοινότοπα, απλουστευτικά, ίσως και
ρομαντικά όλα αυτά, θα μπορούσε να αντιτάξει κανείς, αλλά αξίζει να υπενθυμιστούν, γιατί
αυτό που συμβαίνει παράλληλα είναι ακριβώς η κυριαρχία μιας τρόπον τινά αντι-
λαϊκιστικής λογικής, που –συνειδητά ή ασυνείδητα, από πρόθεση ή από σπόντα– θέτει τον
λαό στο περιθώριο. Μιας υπερβολικά τεχνοκρατικής αντίληψης για την πολιτική, που την
υποβιβάζει σε απλή διαχειριστική υποχρέωση, γυμνή από τα στοιχεία της διαφορικής
επιλογής, της ανοιχτής δημοκρατικής απόφασης, έρμαιο «αντικειμενικών» γνωματεύσεων
και υποδείξεων των κάθε λογής «ειδικών» και «τεχνοκρατών», από τους επικοινωνιολόγους
μέχρι τους «ανεξάρτητους» κεντρικούς τραπεζίτες, που πάντα ξέρουν καλύτερα, πριν από
μάς για μάς. Δεν καταλήγουμε, όμως, έτσι σε μια απο-πολιτικοποιημένη δημοκρατία –μια
μεταδημοκρατία θα πει ο Colin Crouch1–, μια δημοκρατία που προσιδιάζει απλώς σε
ταξινομική συνθήκη, σε αστυνομική (με την έννοια που χρησιμοποιεί τον όρο ο Jacques
Rancière2) λειτουργία ή διοικητική υποχρέωση; Μια μεταδημοκρατία όπου ο πολίτης και το
λαϊκό-δημοκρατικό υποκείμενο αντικαθίστανται από τον «πελάτη» μιας στοχευμένης
πολιτικής εκστρατείας, τον παθητικό καταναλωτή ενός πολιτικού «προϊόντος» ή ακόμα και
τον (δια της αποχής πλέον εκφραζόμενο) εκλογικό «όμηρο» μιας ανοιχτά πια
διακηρυγμένης «κατάστασης εκτάκτου ανάγκης»;
Ως διχοτομική θεώρηση του κοινωνικού (ως χάραξη ενός ορίου και οριοθέτηση
διακριτών πολιτικών επιλογών) και άρα ως διαδικασία γέννησης (ρηματικής κατασκευής
και συναισθηματικής επένδυσης) ενός συλλογικού «εμείς» απέναντι σε ένα «αυτοί», ο
λαϊκισμός αποτελεί πυρηνικό στοιχείο της διάστασης του πολιτικού. Εντοπίζεται δηλαδή
στο επίκεντρο των οντολογικών προϋποθέσεων της πολιτικής στην δημοκρατική της
προοπτική (διαφορά, αντίθεση, ανταγωνισμός, αγωνισμός). Οι ιδιαίτερες μορφές στις
1
Βλ. Κόλιν Κράουτς, Μεταδημοκρατία, μτφρ. Αλέξανδρος Κιουπκιολής, Εκκρεμές, Αθήνα 2006.
2
Βλ. Jacques Rancière, Το μίσος για τη δημοκρατία, μτφρ. Βίκυ Ιακώβου, Πεδίο, Αθήνα 2009.
3
Για την έννοια του «αγωνισμού» βλ. Chantal Mouffe, Το δημοκρατικό παράδοξο, μτφρ. Αλέξανδρος
Κιουπκιολής, Πόλις, Αθήνα 2004, σ. 183-191, και της ιδίας, Επί του πολιτικού, μτφρ. Αλέξανδρος
Κιουπκιολής, Εκκρεμές, Αθήνα 2010, σ. 28-30.
4
Francisco Panizza, ‘Neopopulism and its Limits in Collor's Brazil’, Bulletin of Latin American Research,
τόμ. 19, τεύχ. 2, 2000, σελ. 190.
5
Susanne Gratius, The ‘Third Wave of Populism’ in Latin America, Working Paper αρ. 45, FRIDE,
Μαδρίτη 2007, σελ. 20.
6
Προς αυτή την κατεύθυνση, της κριτικής αποτίμησης και κατανόησης της οπωσδήποτε αμφίσημης,
αλλά και ίσως κρίσιμης, σχέσης λαϊκισμού και δημοκρατίας, κινείται και ο φάκελος που αφιερώνει
στο θέμα αυτό το τελευταίο τεύχος του περιοδικού Σύγχρονα Θέματα που μόλις κυκλοφόρησε
(τεύχος 110) και όπου μεταφράζονται πρόσφατα κείμενα των πιο σημαντικών στη διεθνή
βιβλιογραφία μελετητών του λαϊκιστικού φαινομένου, του Ernesto Laclau και της Margaret Canovan
(είναι μάλιστα η πρώτη φορά που μεταφράζεται στα ελληνικά κείμενο της αγγλίδας θεωρητικού).
Κείμενα που ίσως αξίζει να διαβαστούν και να εμπλουτίσουν την συζήτηση και στην εγχώρια
δημόσια σφαίρα.
7
Βλ. σχετικά Étienne Balibar, «Κρίση της Ευρώπης, τέλος της Ευρώπης; Έξι θέσεις», Κυριακάτικη
Αυγή (Ενθέματα), 13/6/2010.