Você está na página 1de 2

ΙΙ.

ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ ΤΗΣ ΜΑΘΗΣΗΣ


α) Η μάθηση ως αθροιστική σύνθεση ή ως ολική σύλληψη;
Το παραπάνω δίλημμα αφορά στη διαδικασία της μάθησης και, συγκεκριμένα, στο αν αυτή επέρχεται σαν
αποτέλεσμα αθροιστικής σύνθεσης ή μέσω της ολικής σύλληψης του υπό εξέταση θέματος.
Οι οπαδοί της αντίληψης της αθροιστικής σύνθεσης, πιστεύουν ότι η μάθηση επέρχεται τμηματικά,
με απώτερο σκοπό την ολοκλήρωση του «παζλ». Θεωρούν ότι το σχολείο πρέπει να χορηγεί τη μάθηση
σταδιακά, με ορθή σειρά, και να δίνεται στους μαθητές η δυνατότητα εξάσκησης και ανατροφοδότησης,
ούτως ώστε η μάθηση όχι απλώς να αποκτηθεί, αλλά και να παγιωθεί (Ματσαγγούρας, 2006, 307-308).
Από την άλλη πλευρά, οι υποστηρικτές της ολικής σύλληψης πιστεύουν ότι ο τρόπος εδραίωσης της
μάθησης μπορεί να επιτευχθεί, μόνο όταν το αντικείμενο που προσπαθεί κάποιος να συλλάβει, κατανοηθεί
ολόπλευρα και συνολικά, στα ήδη ενσωματωμένα γνωστικά σχήματα του ατόμου, η ύπαρξη των οποίων
καταδεικνύει τον ενεργητικό χαρακτήρα της μάθησης. Ουσιαστικά, η αθροιστική αντίληψη έχει ως σκοπό
την αποφυγή τυχόν λάθους από το μαθητή, ώστε να μην υπάρχει περίπτωση επανάληψής του από το
παιδί, ενώ η ολική σύλληψη πιστεύει ότι το λάθος είναι κάτι θετικό, αφού φέρνει στην επιφάνεια τις
αδυναμίες της εσωτερικής διαδικασίας (Ματσαγγούρας, 2006, 307-308).
β) Η μάθηση ως αποτέλεσμα εσωτερικής ή εξωτερικής κινητοποίησης;
Ένα ακόμα δίλημμα, που αφορά τη διαδικασία της μάθησης, έχει να κάνει με το αν η μάθηση είναι
αποτέλεσμα εσωτερικής ή εξωτερικής κινητοποίησης.
Δεν είναι λίγοι οι εκπαιδευτικοί που πιστεύουν ότι ο καλύτερος τρόπος απόκτησης της μάθησης είναι
μέσω εξωτερικής παροχής, δηλαδή εξωτερικών κινήτρων. Με τον όρο αυτό εννοεί κανείς τους εξωτερικούς
τρόπους απόκτησης της γνώσης, όπως είναι οι αμοιβές και οι ποινές.
Οι υποστηρικτές αυτής της αντίληψης θεωρούν ότι πολλές φορές τα εξωτερικά κίνητρα είναι ένας
καλός και αποτελεσματικός τρόπος ενεργοποίησης των μαθητών κυρίως δε όταν το αντικείμενο προς
μάθηση είναι πληκτικό ή τα παιδιά είναι μικρά και αδύναμα. Το αρνητικό αυτού του τρόπου
κινητοποίησης είναι ότι οι μαθητές δεν δημιουργούν ηθικά και εσωτερικά κίνητρα, δηλαδή το παιδί δεν
ενδιαφέρεται πραγματικά, αλλά το κάνει απλώς γιατί είτε επιθυμεί την αμοιβή, είτε φοβάται την τιμωρία.
Οι οπαδοί της θεωρίας αυτής ελπίζουν πως το παιδί σταδιακά θα εσωτερικεύσει αυτά τα εξωτερικά κίνητρα
και θα ενεργεί και θα εργάζεται επειδή ούτως ενδιαφέρεται (Ματσαγγούρας, 2006, 308-309).
Η εσωτερική κινητοποίηση, όπως διαπιστώνεται από τα παραπάνω, είναι τα έμφυτα εσωτερικά
κίνητρα, που ο άνθρωπος διαθέτει. Οι εκπαιδευτικοί, που υιοθετούν αυτή την άποψη, πιστεύουν πως ο
καλύτερος και πιο ουσιαστικός τρόπος απόκτησης της μάθησης είναι μέσω των ηθικών κινήτρων που
δημιουργούνται στο παιδί. Αυτό συμβαίνει γιατί τα παιδιά, όπως θεωρούν οι υποστηρικτές της αντίληψης
αυτής, όταν κάτι το θέλουν και ενδιαφέρονται πραγματικά να το μάθουν λόγω εσωτερικής τους επιθυμίας.
Το αρνητικό αυτής της κινητοποίησης είναι, ότι δεν είναι δυνατόν να μετατρέπει όλα όσα οι μαθητές
πρέπει να μάθουν σε εσωτερικά ενδιαφέροντά τους, καθώς και ότι δεν είναι πάντα εύκολο να εξασφαλίζει
τόσο το μαθησιακό όσο και το ψυχολογικό πλαίσιο, που απαιτούν οι δραστηριότητες εσωτερικής

1
κινητοποίησης. Για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης οι εκπαιδευτικοί επιλέγουν να χρησιμοποιούν
και τους δύο τρόπους κινητοποίησης, ανάλογα με την ηλικία και τις δυνατότητες των μαθητών
(Ματσαγγούρας, 2006, 308-309).
γ) Η μάθηση ως παθητική προσαρμογή ή διαδικασία αλληλεπίδρασης;
Το επόμενο δίλημμα, που τίθεται, σχετίζεται με το αν η μάθηση είναι και εκλαμβάνεται από τον
εκπαιδευτικό ως παθητική προσαρμογή των μαθητών σε αυτή ή ως διαδικασία αλληλεπίδρασης των
μαθητών με το περιβάλλον τους.
Οι οπαδοί της παθητικής προσαρμογής θεωρούν ότι οι μαθητές πρέπει να προσαρμοστούν παθητικά
στην ήδη υπάρχουσα κοινωνική και εκπαιδευτική πραγματικότητα, καθώς και στην παγιωμένη
επιστημονική γνώση, χωρίς να την ερευνούν, να την κρίνουν και ίσως να την αμφισβητούν. Σκοπός του
σχολείου, σύμφωνα με τη θεωρία αυτή, είναι η προετοιμασία των μαθητών, ώστε να ανταποκριθεί στην
παγιωμένη αυτή γνώση (Ματσαγγούρας, 2006, 309-310).
Από την αντίθετη πλευρά, βρίσκονται οι υποστηρικτές της αντίληψης ότι η μάθηση είναι διαδικασία
αλληλεπίδρασης των μαθητών με το περιβάλλον τους. Σύμφωνα με την αντίληψη αυτή, η μάθηση
αποκτάται μέσω της διερεύνησης, της ουσιαστικής και της κριτικής επεξεργασίας της γνώσης. Η γνώση, και
άρα η μάθηση, επέρχεται μέσω της εμπειρίας που αποκτά το παιδί από την άμεση και ενεργητική επαφή
του με το περιβάλλον (Ματσαγγούρας 2006, 309-310).

δ) Η μάθηση ως ατομική ή ως συλλογική διαδικασία;


Το τελευταίο δίλημμα, που σχετίζεται με τη διαδικασία της μάθησης, είναι αυτό που αφορά στην ατομική ή
συλλογική της έκφανση.
Οι εκπαιδευτικοί, που ενστερνίζονται την άποψη ότι η μάθηση είναι ατομική διαδικασία, θεωρούν
ότι στόχος του κάθε μαθητή είναι να οικειοποιηθεί τη γνώση ατομικά και γι’ αυτό το λόγο προωθούν την
επικράτηση εξατομικευμένων προγραμμάτων, παρότι τα ελληνικά σχολεία δεν διαθέτουν τις επαρκείς
υλικοτεχνικές υποδομές (Ματσαγγούρας, 2006, 310-311).
Στον αντίποδα, οι υποστηρικτές της άποψης ότι η μάθηση είναι συλλογική διαδικασία, πρεσβεύουν
ότι η γνώση δεν είναι αντικειμενική, αλλά, αντίθετα, είναι κοινωνικά προσδιορισμένη και η διαδικασία
απόκτησής της είναι κοινωνικό γεγονός. Επιπλέον, η συλλογική διαδικασία της μάθησης προωθεί και
στηρίζεται στην ομαδοσυνεργατικότητα. Οι μαθητές, δηλαδή, συνεργάζονται μεταξύ τους για την
απόκτηση της γνώσης.
Έρευνες έχουν δείξει ότι οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί ακολουθούν ατομιστικές προσεγγίσεις.
Ακόμα, όμως, και εκείνοι που ακολουθούν συλλογικές προσεγγίσεις ισχυρίζονται ότι η μάθηση είναι
προσωπική υπόθεση του κάθε ατόμου. Η ομάδα, ωστόσο, έχει την ικανότητα να προσφέρει στήριξη στο
άτομο και στη διαδικασία της μάθησης, η οποία εν συνεχεία του παρέχει τις απαιτούμενες προϋποθέσεις
για ουσιαστικότερη και πληρέστερη γνώση (Ματσαγγούρας, 2006, 310-311).
ΜΑΤΣΑΓΓΟΥΡΑΣ, Η. (1999). Θεωρία και πράξη της διδασκαλίας: Η προσωπική θεωρία ως πλαίσιο στοχαστικο-κριτικής ανάλυσης, τ.

Α΄. Αθήνα: Gutenberg.


2

Você também pode gostar